φρόνιμον ἢ καλὸν ἢ συμφέρον ; ὃ γὰρ ἂν οὗτος ὁρίσῃ , τἀναντία μεμελετηκὼς ἐκ παίδων ἕτερος ἀκυρώσει . ἐγὼ
, ὡς ἐκεῖνος εἰς νοῦν : καὶ ὅταν καὶ οὗτος ὁρίσῃ τὴν ψυχήν , λογικὴν ποιεῖ δοὺς αὐτῇ ὧν ἔσχεν
6596436 ἀποκριναιμην
δίκαιόν ἐστιν ἢ ἄδικον ; “ ἐγὼ μὲν ἂν αὐτῷ ἀποκριναίμην ὅτι δίκαιον : σὺ δὲ τίν ' ἂν ψῆφον
ἐπιστομίζων . Ἀλλά , μὰ τὴν Ἀθηνᾶν , οὐκ ἂν ἀποκριναίμην σοι πρότερος . Οὐκοῦν , ὦ Τιμόκλεις , ἐρώτα
6349116 νικησῃ
ὄνομά σου καὶ τοῦ κοινωνοῦντός σοι ψήφισον , καὶ ἐὰν νικήσῃ τὸ ὄνομά σου , συμφέρει : εἰ δὲ τοῦ
τι χρὴ ποιεῖν ἔχειν εὑρεῖν ; ἂν δὲ δὴ τοῦτο νικήσῃ πᾶσι συνδόξαν , ἑκάστους ἐκ περιτροπῆς ἡγεῖσθαι , οἷον
6329526 παραλαβῃ
διὰ τοῦτο γὰρ ἐμάνθανε κυβερνᾶν : ὁ δὲ ἰατρὸς ἐπειδὰν παραλάβῃ τὸν κάμνοντα , τοῖς φαρμάκοις καὶ τοῖς περὶ τὴν
, μέχρις οὗ ὁ τὴν ἐναρμόνιον τῶν πραγμάτων κεκτημένος πρόφασιν παραλάβῃ τοὺς ἀστέρας . Δεῖ δὲ καὶ ἐκ τῶν κοσμικῶν
6228401 προσειποις
εἰπεῖν . οὔτε γὰρ κατὰ τὴν Λακεδαιμονίων αὐθάδειαν ἀτείχιστον ἂν προσείποις τήνδε τὴν πόλιν οὔτ ' αὖ τειχήρη κατὰ τὴν
. ἀλλὰ μὴν αὐτήν γε τὴν πόλιν καὶ ὡς νῆσον προσείποις ἂν καὶ ὡς χερρόνησον καὶ εἴ τι ἐπέκεινα χερρονήσου
6194913 δεξαιτ
οὐδ ' ἀσθενέστερον . τὴν αὐτὴν δὲ ταύτην οἶμαι εἰκόνα δέξαιτ ' ἂν ψυχὴ πρὸς σῶμα , καί τις λέγων
- πίασιν καὶ ἁπάντων ἀγώνων πολεμικῶν τε καὶ εἰρηνικῶν νικᾶν δέξαιτ ' ἂν δόξῃ ὑπηρεσίας τῶν οἴκοι νόμων , ὡς
6177102 ὠφελοι
. χρὴ δ ' ἄνδρα τάσσειν οὗ μάλιστ ' ἂν ὠφελοῖ . καὶ μὴν καθ ' ἡμᾶς τόνδ ' Ἀλέξανδρον
, εἰ μηδὲν ἡμᾶς ὠφελοῖ ἢ εἰ ὠφελοῖ ; Εἰ ὠφελοῖ , ἔφη . Ἆρ ' οὖν ἄν τι ὠφελοῖ
6169377 θειο
ὑποκαταβὰς γράφει οὕτως : ἀπὸ τοῦ θείς καὶ βλείς γίνεται θεῖο εὐκτικὸν καὶ βλεῖο , οὗ χρῆσις ἐν Ἰλιάδι .
' , αὐτὸς νῦν ὄνομ ' εὕρεο , ὅττι κε θεῖο παιδὸς παιδὶ φίλῳ : πολυάρητος δέ τοί ἐστι .
6154272 προσθειημεν
γὰρ ἡ κατ ' ἐπικράτειαν ἀπαιτεῖ κίνησις . οὐκοῦν εἰ προσθείημεν τέταρτον ἀμερὲς ἀκινητίζον τούτῳ τῷ σώματι , πάλιν γενήσεται
προσώπῳ , εἰμὶ δοῦλος : ἐφ ' οὗ εἰ καὶ προσθείημεν τὸ ἐμαυτοῦ , κατάλληλα ἂν γένοιτο τὰ τοῦ λόγου
6130960 αἰσχυνοιμην
φιλοτίμως συμβέβηκεν αὐτοῖς , ἐξ ὧν εἰκότως ἦσαν σπουδαῖοι , αἰσχυνοίμην ἂν εἴ τι τούτων φανείην παραλιπών . ἄρξομαι δ
προεμένωι καὶ ποιῆσαι λέγειν ἐπαίνους ὑπὲρ ἡμῶν . ἀλλ ' αἰσχυνοίμην ἄν , εἰ τὴν πρὸς ὑμᾶς εὔνοιαν παρὰ τούτων
6124279 ἐκρινας
συμπαρὼν ἂν ἔν τε πεζομαχίᾳ καὶ ἱππομαχίᾳ καὶ ναυμαχίᾳ , ἔκρινας οἷός τις ὁ κίνδυνος ὁ τῶν πολέμων . φαίνεται
τοιαῦτα . ΤΕτάρτην θήσεις ἀντεγκληματικήν : ἀξίαν αὐτὴν σὺ τοσούτου ἔκρινας . ἫΝ λύσεις ἐνστατικῶς τῷ πάθει , ὅτι μὴ
6109157 παρατιθῃς
. καὶ παρατίθει γ ' αὐτά , παῖ , ὅταν παρατιθῇς , μανθάνεις ; ἐψυγμένα . ἀτμὸς γὰρ οὕτως οὐχὶ
σιλουρισμός . ἂν Βυζαντίους , ἀψινθίῳ σπόδησον ἅττ ' ἂν παρατιθῇς , κάθαλα ποιήσας πάντα κἀσκοροδισμένα . διὰ γὰρ τὸ
6105643 ἐπιλαθοιτο
ἐγνωσμένα , καὶ μελετηρότατος εἰς μαθήματα . ἀμέλει τίς ἂν ἐπιλάθοιτο τοῦ ὀνόματος τῆς μητρὸς ἢ τοῦ πατρὸς ἢ τῆς
εὖ πρότερον ἂν τοῦ ὀνόματος ᾧ καλεῖται ἢ τῆς χάριτος ἐπιλάθοιτο . οὕτω δέ ἐστι βέλτιστος ὥστ ' , ἐπειδὴ
6084564 πειθῃς
“ ἔφην ἐγώ , ” ἂν αὐτῷ διδῷς ἀργύριον καὶ πείθῃς ἐκεῖνον , ποιήσει καὶ σὲ σοφόν . “ ”
τι ἐθέλεις αἴτει καὶ λάμβανε . ὅ τι γὰρ ἂν πείθῃς ἐμὲ ἔσται σοι . καὶ τοῦ λοιποῦ ὅταν πέμπῃς
6065119 λαβητε
ὃς ἐσφέρει νόσον καινὴν γυναιξὶ καὶ λέχη λυμαίνεται . κἄνπερ λάβητε , δέσμιον πορεύσατε δεῦρ ' αὐτόν , ὡς ἂν
' ὁρᾷς ὅσους ἄνωθεν ἐπεφόρησε τῶν λίθων , ἵνα μὴ λάβητε μηδέποτ ' αὐτήν . Εἰπέ μοι , ἡμᾶς δὲ
6006951 ἠθετηκεν
ἡ διπλῆ περιεστιγμένη , ὅτι Ζηνόδοτος ἀπὸ τούτου τρεῖς στίχους ἠθέτηκεν , μήποτε διότι διὰ τῶν ἐπὶ μέρους οὐδέποτε αὐτὸν
τὴν λέξιν . διόπερ Ἀρίσταρχος ἐν τῇ Ρ τῆς Ἰλιάδος ἠθέτηκεν . φράδμων ὁ ἔμπειρος καὶ ἐπιγνῶναι δυνάμενος . πέφραδέ
5989048 Εἰποις
ἐπιθυμῶν , ἀσχάλλων δὲ τὸ μὴ καταλαμβάνειν τὸ ζητούμενον . Εἴποις ἂν ἰδὼν αὐτὸν πάθος πάσχειν κόρης ἐπίτεκνος ἄρτι γευομένης
οἱ ὕστερον τὰς μουσουργοὺς καὶ κιθαριστρίας καὶ ὀρχηστρίας ἐπεισήγαγον . Εἴποις τὰ τρία παρὰ τῇ αὐλῇ : τοῖς ἐπὶ θάνατον
5984697 ἑψηθῃ
Πρὸς κοιλιακούς . ] Βάλλε καρδαμοσπόρον εἰς καινὸν τζουκάλιον ἕως ἑψηθῇ , καὶ λαβὼν ὠὸν ἔκζεσον χωρὶς καὶ ἐκλέπισον καὶ
ἑψηθέντι καὶ ἀποθεμένῳ τὸ φυσῶδες : ἐὰν γὰρ μὴ καλῶς ἑψηθῇ , φυσᾷ τὰ ὑποχόνδρια καὶ αὐτὴ , καθάπερ καὶ
5978940 προκαθημενος
. τὴν βοτάνην ταύτην πολυώνυμος εὕρετ ' Ὄσιρις Αἰγύπτου γαίης προκαθήμενος ἠδὲ Κανώπου , ἐξ ἀρετῆς ἕνα πρῶτον ἐφημερίων θεραπεύσας
ἐκέλευσεν ἥκειν ἐς τὸ στρατόπεδον καὶ ἐλθοῦσιν ἐφ ' ὑψηλοῦ προκαθήμενος ἐχρημάτιζεν . οἳ δὲ μετ ' οἰμωγῆς ἑαυτοὺς ἐρρίπτουν
5978634 διαθῃ
δέδοικα μέντοι μὴ τῷ ἄγαν ἐμὲ θαυμάζειν τὰ σὰ χεῖρον διάθῃ . Οὐκ ἄδηλον ὅτι δι ' ὅσων ἦλθες πόλεων
δέδοικα μέντοι μὴ τῷ ἄγαν ἐμὲ θαυμάζειν τὰ σὰ χεῖρον διάθῃ . Οὐκ ἄδηλον ὅτι δι ' ὅσων ἦλθες πόλεων
5956688 ἐλπιζῃ
, ἀλλὰ καλῶς βεβουλευμένους . ὁ γὰρ νενικηκώς , ὅταν ἐλπίζῃ τοῦ πολέμου μένοντος ἐπὶ τοὺς ἐχθροὺς μεταστήσεσθαι τούτῳ τὴν
νομίζεσθαι τὸ παράπαν ἄνθρωπον , ὃς ἂν μὴ ἐπὶ θεὸν ἐλπίζῃ . Μετὰ δὲ τὴν ἐλπίδος νίκην ἀγὼν δεύτερός ἐστιν
5945825 συστραφῃ
τὴν μάννην καὶ τὴν ἀριστολοχίαν καὶ ἕψε , ἕως ἂν συστραφῇ . ἄρας δὲ τὴν κάκαβον κίνει . τινὲς δὲ
τὰ λειωθέντα καὶ ἕψε μαλακωτάτῳ πυρί , σπαθίζων ἕως ἂν συστραφῇ : ὑπόκαιε δὲ ξύλα ἀμπέλινα ξηρά . Κηρωτὴ ποδαγρικὴ
5941687 λαρυγγιω
καὶ κοιλίαν ὑείαν καταβροχθίσας κἆτ ' ἐκπιὼν τὸν ζωμὸν ἀναπόνιπτος λαρυγγιῶ τοὺς ῥήτορας καὶ Νικίαν ταράξω . καὶ πάλιν :
Πύλῳ στρατηγούς ” , οὕτω καὶ οὗτος ἐχρήσατο τῷ “ λαρυγγιῶ τοὺς ῥήτορας ” . ΓΘ καὶ Νικίαν ταράξω :
5933484 ψευσαιμην
. φήσαιμι δ ' ἄν , καὶ φήσας οὐκ ἂν ψευσαίμην οὐδ ' ἂν ἐλεγχθείην , οὐ μόνον ἀναμάρτητος ἀλλὰ
ἀπὸ τἀληθοῦς ὡς μάλιστα ἔνεστι . τοὐναντίον γὰρ ἂν ποιῶν ψευσαίμην τοὺς ἐμαυτοῦ πολίτας καὶ φίλους ὧν ἐξ ἐμοῦ ἤλπισαν
5931919 Δοκιμαζε
Ἀρετὴν ἐπαίνει . Κακοὺς μίσει . Τὸν κρατοῦντα τίμα . Δοκίμαζε φίλους . Ὅμοιος σαυτῷ γίνου . Ἐπαγγέλλου μηδενί .
, ἄχρις ἂν τὸ θεῖον ἀναχωρήσῃ ἐκ τῆς ὑδραργύρου . Δοκίμαζε δὲ τὴν ὑδράργυρον οὕτως . Λαβὼν αὐτὴν , βαλὼν
5929802 ἐκβαλε
οὐρὰ προσπορίζει . ἀγαθὸς γενόμενος μὴ μετανόει . ψίθυρον ἄνδρα ἔκβαλε σῆς οἰκίας , τὰ γὰρ ὑπὸ σοῦ λεγόμενα καὶ
' ἁλίαν χώραν : ἤπειρος ἀμείνων ἠῷος . πρότερον δόλον ἔκβαλε , πείθεϊ πείθων . στέρξον γῆν ὁσίως , ἣν
5916065 ἀναδραμοι
μεταβαίη τὸν τόπον , οὐκ ἂν δοῖεν αὖθις , πρὶν ἀναδράμοι . εἴ γε μήν τις αὐτῶν τὰ τέκνα ἀποτυφλώσειε
εἰ μὴ συντάξειεν ἑαυτὸ τοῖς πᾶσιν , καὶ μετὰ πάντων ἀναδράμοι πρὸς τὴν κοινὴν πάντων ἀρχήν . Εἰ τοίνυν ὁμοῦ
5914876 ἀρεσκῃ
πεύκης γε κἀγὼ καὶ ξύλων ἐπηγνύμην . Ἢν δ ' ἀρέσκῃ ταῦτ ' Ἀθηναίοις , καθῆσθαί μοι δοκῶ εἰς τὸ
δοκῇ πᾶσι τοῦθ ' οὕτως ἔχειν , ἢ ὅταν οὕτως ἀρέσκῃ τοῖς ἐνδόξοις τῶν παλαιῶν φιλοσόφων ἢ ποιητῶν : οὕτω
5896749 πριαιτο
ἐν ᾗ τὰ κρεάδι ' ἧψες ἐζωμευμένα πλὴν εἴ τις πρίαιτο δεόμενος βασκάνιον ἐπικάμινον ἀνδρὸς χαλκέως . τί δέ σοι
μήν , ἔφη ὁ Γωβρύας , οἶδ ' ὅτι κἂν πρίαιτο Γαδάτας τὸ μέγα τι ποιῆσαι κακὸν τὸν νῦν βασιλέα
5893685 ἀφῃς
συσκευάζοιτο ὡς ἐμβαλῶν εἰς τὴν αὑτοῦ χώραν . ἐὰν οὖν ἀφῇς με , ὦ Κῦρε , τὰ τείχη ἂν πειραθείην
, αὕτη ἐγγύς ἐστι τῷ μὴ ἀνθρωπικὴ εἶναι . Ὅταν ἀφῇς πρὸς ὀλίγον τὴν προσοχήν , μὴ τοῦτο φαντάζου ,
5892365 ἐγγραφωσιν
ὀμνύουσι πάντες οἱ πολῖται , ἐπειδὰν εἰς τὸ ληξιαρχικὸν γραμματεῖον ἐγγραφῶσιν καὶ ἔφηβοι γένωνται , μήτε τὰ ἱερὰ ὅπλα καταισχυνεῖν
τοὺς ἀρξαμένους ἡβᾶν , ἕως ἂν ἐκ τῶν ἐφήβων ἐξελθόντες ἐγγραφῶσιν εἰς ἄνδρας . . . . βούλομαι δὴ ]
5887796 διδωται
ἀποθανεῖν μήτε ζῆν θέλων ἐξ ἅπαντος ἀλλ ' ὡς ἂν διδῶται , προσέρχηται αὐτῷ , τί κωλύει μὴ δεδοικότα προσέρχεσθαι
τὰ πρόβατα : οὕτω καὶ ἐν τῷ βίῳ , ἐὰν διδῶται ἀντὶ βολβαρίου καὶ κοχλιδίου γυναικάριον καὶ παιδίον , οὐδὲν
5878321 ἐρωμαι
καλῶς λέγεις . ὦ Χαιρεφῶν , ἐροῦ αὐτόν . Τί ἔρωμαι ; Ὅστις ἐστίν . Πῶς λέγεις ; Ὥσπερ ἂν
τοῦ παρέχειν αὐτὰ ἑτέροις : ἄγ ' ἤν ς ' ἔρωμαι : ἄγε , ἐάν σε ἐρωτήσω δύο λόγους προβαλλομένη
5873512 ὀνομασαις
ὠνόμασεν Ἄμφις ὁ κωμικός . τὴν μέντοι οὐ λαβοῦσαν ἕδνα ὀνομάσαις ἂν ἀνάεδνον Ὁμηρικῶς . καὶ ὁ μὲν τόπος τοῦ
ἀνοσίως , ἀθέως , θεοβλαβῶς , θεομισῶς , ἀθεμίτως . ὀνομάσαις δ ' ἂν ἱερὸν ἀρχαῖον , σεμνόν , ἔνθεον
5865528 πεποιηκει
καὶ δεήσεσιν αὐτός τε καὶ ὁ υἱὸς αὐτοῦ , ὃν πεποιήκει Καίσαρα , περιθέοντες ἵπποις ἐποχούμενοι , τὸν στρατὸν ἀνέπειθον
καὶ κήυξιν εἶπεν ἀγρώσταις : “ κἀμὲ πτερωτὴν εἴθε τις πεποιήκει . ” τῇ δ ' ἐντυχὼν ἔλεξεν αἰετὸς σκώπτων
5862702 ἁλῳς
' οὐκ ἂν ἔγραψας , οὕτως , ἐὰν σὺ νῦν ἁλῷς , ἄλλος οὐ γράψει . Ὡς μὲν τοίνυν οὐ
ἐν τῇ παραληγούσῃ : ἔστι γὰρ ἐὰν ἁλῶ , ἐὰν ἁλῷς , ἐὰν ἁλῷ : καὶ κατὰ πλεονασμὸν τοῦ η
5851194 φεροιτ
Δία καὶ πολύν γε μισθόν , ἔφη ὁ Κριτόβουλος , φέροιτ ' ἄν , εἰ δύναιτο οἶκον παραλαβὼν τελεῖν τε
γῆ μὲν συντυγχάνουσα πυρὶ διαλυθεῖσά τε ὑπὸ τῆς ὀξύτητος αὐτοῦ φέροιτ ' ἄν , εἴτ ' ἐν αὐτῷ πυρὶ λυθεῖσα
5851014 Ἐβουλομην
τἄλλα περὶ αὐτῶν τῶν παρόντων ἃ κράτιστα νομίζω λέγειν . Ἐβουλόμην ἂν ὑμᾶς , ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι , ᾗ πρὸς
φιλεῖς , ἴσθι καὶ ἡμῖν χαριζόμενος ἐν τῷ φιλεῖν . Ἐβουλόμην οὕτως εἶναι καλὸς ὥστε με ὁπόσον φῂς δύνασθαι διὰ
5847691 μελοι
εὐρυπρώκτων σὺν γένει : ἡμῖν δὲ Μουσῶν καὶ βίου σαόφρονος μέλοι φρέαρ τε , τοῦτο γινώσκους ' , ὅτι ἥδ
ἄτερ χρυσῆς Ἀφροδίτης ; τεθναίην , ὅτε μοι μηκέτι ταῦτα μέλοι , κρυπταδίη φιλότης καὶ μείλιχα δῶρα καὶ εὐνή ,
5838066 ψο
φαυλουργούς φαύστιγγες Φλεήσιον φνεί φορτηγούς φρυγανίστριαν χείμαστρον χιδρίαν ψευδίστατον ψίλαξ ψό ὠξυθυμήθη ἦ λοιδορία τις ἐγένεθ ' ὑμῖν ; πώμαλα
κίνησις ἂν τὴν κίνησιν αἰσθάνοιτο καὶ οὐχ ὁ ψόφος τὸν ψό - φον : καίτοι γε κωλύοι ἂν τὸ ἐνυπάρχον
5829584 ποιησαις
ἐπείπερ οὕτω σοι δοκεῖ , ἐς τὸ λοιπὸν ἂν ἄμεινον ποιήσαις βίον τε κοινὸν ἅπασι βιοῦν ἀξιῶν καὶ συμπολιτεύσῃ τοῖς
ἄγος , τὺ δὲ ἑκὼν τῷ παιδί με ἄπο θυμοῦ ποιήσαις ἀδικεῖς . ἢ ὦν παῦσον τὰν ἀπήνειαν τῶ παιδός
5824675 συμφεροι
εἰ καλῶς σφίσιν ἔχοι : ἤγουν σὺν τούτῳ , εἰ συμφέροι αὐτοῖς ἡ ἐκεχειρία . ἀνοκωχῆς : ἤγουν διακοπῆς .
γέγονεν αὐτόματον , καὶ ταῦθ ' ὡς ἂν ὑμῖν μάλιστα συμφέροι . εἰ μὲν γὰρ ὑφ ' ὑμῶν πεισθέντες ἀνείλοντο
5818159 τετραετες
: ἤτοι ὁ ἐλαιώδης οἶνος . τετράενες δὲ πίθων : τετραετές : παρὰ Ἀττικοῖς τὸ ἔτος ἔνος . θαυμάσας τὴν
: ἤτοι ὁ ἐλαιώδης οἶνος . τετράενες δὲ πίθων : τετραετές : παρὰ Ἀττικοῖς τὸ ἔτος ἔνος . θαυμάσας τὴν
5811422 δεχοιτο
. καὶ κάρτ ' ὄναιτ ' ἄν , ⋮ εἰ δέχοιτό ] μ ' εὐφρόνως [ ] . μή νυν
* λόγον . . Ἀμφότερον ] εἰ μὲν οὐδετέρως τοῦτο δέχοιτό τις , παρακινδυνεύει : οὐ γὰρ ἑνικῶς δύναται λέγεσθαι
5807541 γνωριζοις
μέλοι δ ' ἄν , εἰ οὓς ἐπέστησε τοῖς πράγμασι γνωρίζοις τε καὶ δικαστηρίου χρῄζοντας εὐμενῶς δέχοιο . ταῦτά τε
τραγῳδίας ἐπέραστον ἐκεῖνον ποιητήν . λέγω δὲ ὡς ἀπὸ τούτων γνωρίζοις αὐτόν , μηδέ σε οὕτω θεσπέσιον χρῆμα καὶ φίλον
5792936 παραδεξηται
τὸ πῶμα , ἡ μηνοειδὴς ἐκκοπὴ τὸ προκείμενον τοῦ κοχλιάξονος παραδέξηται . ὁ δ ' Ἀριστίων οὐ συγκατατιθέμενος τῇ τοῦ
τοῦ κερατοειδοῦς χιτῶνος , ὑμὴν λεπτότατός τε καὶ μετέωρος ἀρθεὶς παραδέξηται μεταξὺ αὐτοῦ ὑγρασίαν , ἢ καὶ ὑπὸ τὴν κτηδόνα
5789564 ἀπελθοιμι
ἔτι ἂν ἔσκαπτεν ἀμελούμενος . Ἀλλ ' ἐγὼ οὐκ ἂν ἀπέλθοιμι , ὦ Ζεῦ , παρ ' αὐτόν . Διὰ
' , ἔφη , ὦ Σώκρατες : ἐπεὶ οὐκ ἂν ἀπέλθοιμι πρὶν ἂν παντάπασιν ἡ ἀγορὰ λυθῇ . Νὴ Δί
5789134 ὀνειδισῃς
“ μῆτερ , ὁ πατήρ μου φιλεῖ σε , ” ὀνειδίσῃς δὲ μηδέν . τί λέγεις , παιδαγωγέ ; οὐδεὶς
πλευσείω ⌈ ἀντὶ τοῦ ἐπιθυμῶ πλεῦσαι ) . σκώψῃς ] ὀνειδίσῃς . , λοιδορίαν εἴπῃς , ὑβρίσῃς . , ἀτιμάσῃς
5788715 ἀπεκτεινα
ὅτι εἰ συνῄδειν αὐτῷ μέλλοντι τυραννήσειν , οὐκ ἂν αὐτὸν ἀπέκτεινα , ὅτε πρὸς ἔργον ἦλθεν ἡ βούλησις : καὶ
ὁρμῶντα : ὡς δὲ ἐπὶ πολὺ ἐρωτῶν οὐκ ἐμάνθανον , ἀπέκτεινα , οἱ δὲ λοιποὶ ἐτυραννοκτόνησαν , ἃ μηκυνεῖς ὡς
5784368 ἐπιπιων
Ἑρμοῦ λόγῳ ἀπέπαρδε . Θ . ἣν ἔπαρδον . . ἐπιπιὼν : Δι ' ὅλου πιών . . 〚 τὸν
γ ' ἤνυστρον βοὸς καὶ κοιλίαν ὑείαν καταβροχθίσας κᾆτ ' ἐπιπιὼν τὸν ζωμὸν ἀναπόνιπτος λαρυγγιῶ τοὺς ῥήτορας καὶ Νικίαν ταράξω
5783001 ἐγγυησασθαι
τινι , προὐκαλεῖτο πάντας εἰς ἅμιλλαν δρόμου τοὺς θέλοντας αὐτὴν ἐγγυήσασθαι , θαῤῥῶν τῷ αὐτοῦ ἅρματι ταχυτάτῳ ὄντι καὶ μηδένα
, ἀλλὰ μάρτυρά μοί φημι τὸν νόμον εἶναι τοῦ μὴ ἐγγυήσασθαι καὶ αὐτὸν τοῦτον : ἐδεδίκαστο γὰρ ἄν μοι τῆς
5781723 ἀπεθανες
οὗτος ὁ πλήξας ἐπλήγης , σὺ δὲ ἀνελὼν τὸν ἕτερον ἀπέθανες . . Ἐτέοκλες . . μελεόπονος ] ἤγουν μέλεα
Ἀλλ ' ἀθάνατός εἰμ ' . Ἀλλ ' ὅμως ἂν ἀπέθανες . Δεινότατα γάρ τοι πεισόμεσθ ' , ἐμοὶ δοκεῖ
5777766 περιεμενε
λεηλατῶν τὴν Ἀσίαν , εἰς Ἔφεσον ἦλθε , καὶ στρατοπεδευσάμενος περιέμενε τοῦ πολέμου τὴν προθεσμίαν . Παρθένος δέ τις τῶν
ἐς τὴν Αἴγιναν προσπλεύσας τοῦ στρατεύματός τε εἴ τι ὑπελέλειπτο περιέμενε καὶ τὸν Χαρικλέα τοὺς Ἀργείους παραλαβεῖν . Ἐν δὲ
5775888 φαγοις
παιδί ' αὑτὸν ἀπογαλακτιεῖ . * * * * Τότε φάγοις , παράσιθ ' , ὅρα ὡς διασέσυρκε τὴν τέχνην
αὐτοὺς ἀθλίους εἶναι λέγω : οὐκ ἂν θανὼν δήπουθεν ἔγχελυν φάγοις , οὐδ ' ἐν νεκροῖσι πέττεται γαμήλιος . ὁ
5767918 ἡδυκωμος
ἦν δὲ καὶ κωμαστικὴ μάχην καὶ πληγὰς ἔχουσα , καὶ ἡδύκωμος ἡδίων , καὶ κνισμὸς καὶ ὄκλασμα : οὕτω γὰρ
τετράκωμος , ἐπίφαλλος , χορεῖος , καλλίνικος , πολεμικόν , ἡδύκωμος , σικιννοτύρβη , θυροκοπικόν , κνισμός , μόθων .
5760854 πεισῃς
μὴ γρύζῃς ] μηδὲ μικρόν τι λαλῇς ] δίμετροι . πείσῃς ] ἡμᾶς : ἀκούσομέν σου ] μονόμετρος . μέλλειν
. . μηδ ' ὅλως . . οὐδ ' ἢν πείσῃς : Ἐν ὑπερβολῇ λέγει , ὅτι κἂν πείσῃς ,
5754111 σωσω
' ἐμοὶ σωθήσεται ; ἄρξουσιν ἄλλοι , τήνδ ' ἐγὼ σώσω πόλιν . ἐκεῖνο δ ' οὗ τὸ πλεῖστον ἐν
τοῦ σῶ τὸ σείω . τοῦ δὲ σῶ ὁ μέλλων σώσω καὶ ῥηματικὸν ὄνομα κατὰ συστολὴν τοῦ ω εἰς ο
5751396 ἠγαπησεν
Ἠπειρώτῃ ἦν ἐλέφας , ὅσπερ οὖν τὸν ἑαυτοῦ πωλευτὴν οὕτως ἠγάπησεν , ὡς ἀποθανόντος ἐν Ἄργει τοῦ Πύρρου , ἐκπεσόντος
Ἠπειρώτῃ ἦν ἐλέφας , ὅσπερ οὖν τὸν ἑαυτοῦ πωλευτὴν οὕτως ἠγάπησεν , ὥστε ἀποθανόντος ἐν Ἄργει τοῦ Πύρρου , ἐκπεσόντος
5746302 ἀληθευοι
ἕτερον ψεύδεσθαι . εἰ μὲν οὖν ὁ λέγων ὑγιανεῖν αὐτὸν ἀληθεύοι , ἀνάγκη αὐτὸν ὑγιᾶναι , εἰ δὲ ὁ τὴν
συνδέσμου διασπασθέντος . καὶ γὰρ αὖ κἀκεῖνο προσθεὶς ἄν τις ἀληθεύοι : τῇ μὲν κατὰ γόνυ διαρθρώσει σύνδεσμοί τινες ἔξωθέν
5745165 ἐχοιτο
γὰρ ἂν ἠλασκάζοι ἐπὶ ξείνης τότε γαίης , ἢ δεσμοῖσιν ἔχοιτο παρ ' ὀθνείοισι βροτοῖσιν . εἰ δὲ Κρόνῳ κρυόεντι
ἦλθε ἄλλη ἀγγελίη ὡς ἡλώκοι τὸ τεῖχος τῶν Λυδῶν καὶ ἔχοιτο Κροῖσος ζωγρηθείς . Οὕτω δὴ οὗτοι μὲν συμφορὴν ποιησάμενοι
5745119 εἰδηις
Ἀχαιῶν ἀπόδος ἐν σμικρῶι μακροὺς θανοῦς ' , ἵν ' εἰδῆις μὴ καταισχύνειν ἐμέ . μή , πρός σε γονάτων
πέσοι . [ ! ! ! ! ! ! ! εἰδῆις ] γ ' ὅτι [ κρατεῖ ] τῶν σῶν
5742239 ἀδικοιμεν
ἐφιέμεθα , παῦσαι δὲ μᾶλλον ἑτέρους σπεύδοντες τοὺς πλείους ἂν ἀδικοῖμεν , εἰ ξύμπασιν αὐτονομίαν ἐπιφέροντες ὑμᾶς τοὺς ἐναντιουμένους περιίδοιμεν
δὲ εἰ δούλους τέκνων καλοῖμεν , οὐκ οἶδα τί ἂν ἀδικοῖμεν . ὧν εἵνεκα καὶ χρήματα ἀγείρουσι καὶ οἰκίας κοσμοῦσι
5739253 τιμηθῃ
' αὐτοῖς αὐτὸ τοῦτο πάλιν . Ἐὰν δ ' ἀργυρίου τιμηθῇ , δεδέσθω τέως ἂν ἐκτείσῃ . Πέπαυσο . ἔστιν
ἐκόψατο . διὰ τοῦτο καὶ ὁ κῆρυξ , ἵνα μὴ τιμηθῇ ὁ Πολυνείκης , ἐντέλλεται μήτε διὰ θυσιῶν μήτε δι
5736186 ἐνδυσῃς
πήχεώς γε τῷ θανάτῳ παρίσταται . } Ἐὰν πένητα γυμνὸν ἐνδύσῃς ποτέ , οὐδὲν ἐποίησας , ἂν λόγοις ὀνειδίσῃς .
, προσδόκα καὶ μὴ φυγεῖν . ἐὰν ὁρῶν πένητα γυμνὸν ἐνδύσῃς , μᾶλλον ἀπέδυσας αὐτόν , ἂν ὀνειδίσῃς . ἀνὴρ
5731347 ἐροιμην
φασίν , εὔνων ποιοῦσιν ἀνθρώπων . ἡδέως δ ' ἂν ἐροίμην αὐτούς τί δὴ τἄλλ ' ἐπαινοῦντες Λακεδαιμονίους , ὃ
ἔφη , ὦ Κῦρε , ἀχθεσθείης μοι , εἴ σε ἐροίμην ὃ βούλομαί σου πυθέσθαι ; Ἀλλὰ ναὶ μὰ τοὺς
5728285 νακην
δὲ καὶ ῥῆμα προστακτικὸν ἐμφάσει τῶν ἄλλων προθέσεων . οὐδαμῶς νάκην ὄνομα προσηγορικόν . τινὲς δὲ λέγουσιν αὐτὸ θηλυκόν :
. νάκην τὴν τοῦ αἰγὸς δοράν : “ ἂν δὲ νάκην ἕλετ ' αἰγός . ” νάπαι οἱ ὀρεινοὶ τόποι
5727183 νοῃ
μηδὲ αὐτὸ μένειν ἁπλοῦν , καὶ ὅσῳ ἂν μάλιστα αὐτὸ νοῇ : διχάσει γὰρ αὐτὸ ἑαυτό , κἂν σύνεσιν δῷ
ψυχὴ καὶ ζωὴ κρείττων ἡ νόησις , καὶ ὅταν ψυχὴ νοῇ , καὶ ὅταν νοῦς ἐνεργῇ εἰς ἡμᾶς : μέρος
5722064 ἐδρα
ἔχοντα . Ἐνέδραι . παρὰ τὸ ἕζω ῥῆμα , ὄνομα ἔδρα καὶ ἐνέδρα . Ἑδώλια . ἕζω ἢ ἕδω ,
οὐδεὶς ἦν ὃς οὐκ ἐπήδα τε καὶ ἐβόα καὶ πάντα ἔδρα τὰ τῶν ἐκπεπληγμένων . ἥσθην οὖν , ὅτι τοῦ
5721996 καταδικασθῃ
θαυμάζων δὲ αὐτόν φησιν , ὅτι κἂν ἐκεῖνος ὁ μέγας καταδικασθῇ . Γ ἐκ τῆς Νιόβης δὲ † † .
κακά . Ἐρήμη δίκη : ὅταν μὴ ἀπαντήσας ὁ διωκόμενος καταδικασθῇ . Ἑστίᾳ θύει : ἐπὶ τῶν πολλὰ ἑστιώντων .
5717820 σανδαρακην
ξηρῇ , ἐπαλείφειν τὴν ἕδρην . Τὰ πεπωρωμένα διαχεῖ : σανδαράκην ἐν σταιτί . Θρίδακος τῆς ἐρυθρῆς ὀπὸς ὀδύνην λύει
. Μαλθάσσειν δὲ ἀπὸ τουτέων τὸ στόμα τῆς μήτρης : σανδαράκην , στέαρ αἰγὸς , ὀπὸν συκέης , ὀπὸν σιλφίου
5709363 ὑπερημερος
χρήσεται τῷ λόγῳ τὴν τύχην καταμεμφόμενος , ὅτι διὰ πενίαν ὑπερήμερος ἐγένετο . εἶτα χάριν ὁμολογήσαντι τῷ δαίμονι τῷ σώσαντι
ἀλλ ' εἴασε καταδικάσασθαι αὐτοῦ τὸν Ἀριστόδικον . ἐπεὶ δὲ ὑπερήμερος ἐγένετο , ἐξέτεισε τὴν δίκην , καθ ' ὅτι
5704502 ποιῃς
καὶ σὺ τοῦτο συγχωρήσαις ἄν , ὡς ἐπειδάν τι ὅσιον ποιῇς , βελτίω τινὰ τῶν θεῶν ἀπεργάζῃ ; Μὰ Δί
, μὴ αἰσχρὸς φανῇς , ἐὰν πρότερος τὸν ἀδελφὸν εὖ ποιῇς ; καὶ μὴν πλείστου γε δοκεῖ ἀνὴρ ἐπαίνου ἄξιος
5703485 θαυμαζοιμ
, σοφιστῇ : ὅτι δέ ποτε ὁ σοφιστής ἐστιν , θαυμάζοιμ ' ἂν εἰ οἶσθα . καίτοι εἰ τοῦτ '
γε ἄλλως οἶσθα τούτων πέρι , ἐξ ὧν αὐτὸς λέγεις θαυμάζοιμ ' ἄν . ἀλλὰ γὰρ οὐ τούτους ἐπιζητοῦμεν τίνες
5702359 καταβαλῃς
οὐδενός . θάρρει οὖν , ὦ Ξανθίππη , καὶ μηδὲν καταβάλῃς τῶν Σωκράτους καλῶν , εἰδυῖα ὡς μέγα τι ἡμῖν
οὐκ ἀποπίπτουσιν , εἰ περὶ τὴν ῥίζαν κόψας ἁλὸς χοίνικα καταβάλῃς , καὶ τῇ γῇ καταχώσῃς . Τὰ σῦκα οὐ
5698698 ἐρωτησῃς
ὥστε οὖν ἡ ἀπόκρισις δηλοῖ τὴν κατηγορίαν . ὅταν δὲ ἐρωτήσῃς τί ἐστιν ὁ ἄνθρωπος ; ἀκούεις ζῷον : τὸ
ἔχοντας ἐπάνω τῆς κορυφῆς , ἀποπνίγομαι . ἐὰν δ ' ἐρωτήσῃς πόσου τοὺς κεστρέας πωλεῖς δύ ' ὄντας , δέκ
5685409 Ἡγελοχος
ἀλλὰ γαλῆν . ὡς ἀηδὴς δὲ τὴν φωνὴν κωμῳδεῖται ὁ Ἡγέλοχος . . ἔστι δὲ παροιμία ἐπὶ τῶν διαφυγόντων τὰ
ἐχομένη ἡ Μελεάγρου , τελευταία δὲ τῶν βασιλικῶν ἰλῶν ἧς Ἡγέλοχος ὁ Ἱπποστράτου ἰλάρχης ἦν . ξυμπάσης δὲ τῆς ἵππου
5684933 ἠρινα
. ἀποβρέχοιτο δ ' ἂν καθ ' ὥραν τά τε ἠρινὰ γλυκύμηλα κνισθέντα λεπτά , ἔστε ἂν εὖ μάλα τὸ
δα - μώματα καλλικόμων τὸν σοφὸν ποητὴν ὑμνεῖν , ὅταν ἠρινὰ μὲν φωνῇ χελιδὼν ἑζομένη κελαδῇ , χορὸν δὲ μὴ
5679395 καλεσωμεν
Βούλει , ἔφη , ὦ Ὄτυ , καὶ ἡμεῖς δεῦρο καλέσωμεν αὐτόν ; Πολύ γ ' ἂν οἶμαι μᾶλλον ὑπὸ
ἐπειδὰν Καδούσιοι ἔλθωσι καὶ Σάκαι καὶ οἱ ἐμοὶ πολῖται , καλέσωμεν καὶ τούτων , ἵνα κοινῇ βουλευσώμεθα πάντες ὅσοις προσήκει
5677455 ἑλοις
εὐρυάγυιαν λέγει τὴν πλατυάμφοδον , οἷον : νῦν γάρ κεν ἕλοις πόλιν εὐρυάγυιαν . ἢ ἐπιμήκεις ὁδοί , παρὰ τὸ
σε κέλευσε κάρη κομόωντας Ἀχαιοὺς πανσυδίῃ : νῦν γάρ κεν ἕλοις πόλιν εὐρυάγυιαν Τρώων : οὐ γὰρ ἔτ ' ἀμφὶς
5665077 ἐπικεχειρηκεν
τοῦ ζωγράφου ἀλλὰ γὰρ ἀποστερεῖν με τῆς τέχνης ὁ συκοφάντης ἐπικεχείρηκεν , ὥσπερ ἂν εἰ καὶ τοῦ γελᾶν ἐξεῖργε καὶ
μάλα σαφὲς τοῦτό γε , ὅτι ταῦθ ' ἕνεκα τούτων ἐπικεχείρηκεν . Τί οὖν ; ἆρ ' οὐκ ἐν μὲν
5662824 δεκαπαλαι
παῖδα φάρυγος . ὁ βοῦς ὁ χαλκοῦς ἦν ἂν ἑφθὸς δεκάπαλαι , ὁ δ ' ἴσως γαλαθηνὸν τέθυκε τὸν χοῖρον
παρεσκευασμένος τρίπαλαι κάθημαι βουλόμενός ς ' εὐεργετεῖν . Ἐγὼ δὲ δεκάπαλαι γε καὶ δωδεκάπαλαι καὶ χιλιόπαλαι καὶ προπαλαιπαλαίπαλαι . Ἐγὼ
5660579 ὀρεγοντα
ῥόθος ἵσταται : οὐδέ τι πρόσσω νίσσεται , ἀλλ ' ὀρέγοντα πέλας περιμήκεα δειρὴν γλώσσῃσιν μεμάασι περισσαίνειν , σκύλακες ὥς
τοῦ Ἀπόλλωνος , ἀγάλματα δὲ λίθου πεποιημένα ἔχει , κύλικα ὀρέγοντα Ἡρακλεῖ τὸν Κύαθον . τῆς δὲ πόλεως αἱ Κελεαὶ
5658713 ὑποτακτικως
, ἢ σὺν τῷ ο τονθορυσμὸς καὶ τονθορύζω . Δύνῃ ὑποτακτικῶς , ” ἐὰν δύνωμαι , ἐὰν δύνῃ ” ,
, προτακτικῶς μὲν ἐν τοῖς φωνήεσι , προτακτικῶς δὲ καὶ ὑποτακτικῶς ἐν τοῖς συμφώνοις : ὅταν δὲ ἐκφωνεῖν ἐθελήσῃ ἢ
5657962 ἱππαρχειν
ἀντὶ τούτων αὐτοὺς ὁ δῆμος ταῖς μεγίσταις τιμαῖς τετίμηκεν , ἱππαρχεῖν καὶ στρατηγεῖν καὶ πρεσβεύειν ὑπὲρ αὑτῶν αἱρούμενοι : καὶ
Τὸ ἐπιδοῦναί τι καὶ χαρίσασθαι τῷ δήμῳ . Καὶ ὧν ἱππαρχεῖν ἠξίωσε παρ ' ὑμῖν ἱππέων , τούτοις οὐ συνεξῆλθεν
5657677 τυχοιμ
μεθύει γὰρ οὐδὲν ἧττον : ὁ δ ' ἕτεροςτί ἄν τύχοιμ ' ὀνομάσας ; βῶλος , ἄροτρον , γηγενής ἅνθρωπος
ὦ πάτερ αἰνόπατερ , τί σοι φάμενος ἢ τί ῥέξας τύχοιμ ' ἂν ἕκαθεν οὐρίσας , ἔνθα ς ' ἔχουσιν
5656509 στηριχθῃ
, τὸ σκέπασμα , ἤως τὸ ὄστρακον . ἀμφιπαγείη : στηριχθῇ , στερεωθείη . Ἰητήρ : ἰατρὸς , παραβολή .
κόσμον καὶ τάξιν ἀγαγὼν καὶ τὸ πᾶν ἐπερείσας , ἵνα στηριχθῇ βεβαίως τῷ κραταιῷ καὶ ὑπάρχῳ μου | λόγῳ .
5656368 ῥηϊστα
, ἡσυχαζέτω ὡς μάλιστα τῷ σώματι . Οὗτος οὕτω μελετώμενος ῥήϊστα ἂν διάγοι ἐν τῷ νουσήματι : ἡ δὲ νοῦσος
αἰεὶ ἁπαλῆς ἑψῶν διδόναι ἐσθίειν . Οὕτω γὰρ ἂν μελετώμενος ῥήϊστα διάγοι , καὶ ἡ νοῦσος ἐκλείποι ἂν ἐνιαυσιαίη :
5651685 ἀπαλλαξῃς
' ἤδη ποτὲ αὐτῷ ἐντυλιχθεὶς κατακαυθῇς καὶ πάντας ἡμᾶς ζητήσεων ἀπαλλάξῃς . τὸ δὲ μαρτύριον τοῦ οὕτως διεσκευασμένου ἥπατος δίκαιος
ἤδη ποτ ' αὐτῷ ἐντυλιχθεὶς κατακαυθεὶς καὶ πάντας ἡμᾶς ζητήσεων ἀπαλλάξῃς . φησί που Ἄλεξις : κειμένων ἰχθυδίων μικρῶν ,
5648529 ἀνελκυσας
συμπίπτειν καὶ κρατεῖν τὸ ἐμπεσόν . ὁ δὲ νοῦς , ἀνελκύσας ἐπὶ τοῦ βήματος συνηγόρους ἑαυτῷ καὶ θηρευτὰς λόγων ἐρωτᾷ
τὰς ναῦς , ὅσαι μάλιστα ἐπόνησαν ὑπὸ τοῦ χειμῶνος , ἀνελκύσας ἐπεσκεύαζεν . ὁ δὲ Νικίας πυθόμενος αὐτὸν προσπλέοντα ὑπερεῖδε
5648059 φλεων
φακῆν ἥδιστον ὄψων λοιδορεῖς πόθεν ἂν λάβοιμι βύσμα τῷ πρωκτῷ φλέων ; ταυτὶ τὰ κρέ ' αὐτῷ παρὰ γυναικός του
αὐτοῦ καὶ ἐν Ἀμφιαράῳ πόθεν ἂν λάβοιμι βύσμα τῷ πρωκτῷ φλέων ; ] Ἄλλως . κύπειρον καὶ φελεὺς εἴδη εἰσὶν
5647536 τραπε
. . Καὶ εἰ ἐνικήθης , μή σοι μελέτω . τράπε γάρ , καὶ τὸ ἑξῆς . . Κύκνος ὁ
καταλύειν ἤδη προῃρημένος ὑπὸ τοῦ ἀλείπτου ἀνερρώσθη παραθήξαντος αὐτόν . τράπε δὲ Κυκνέα μάχα : ἐτράπη δὲ καὶ ὑπεχώρησεν ἐν
5646219 πυθιονικης
στέφανον , ὅτι ἀναγέγραπται ὁ πατὴρ αὐτοῦ ὀλυμπιονίκης γεγονὼς καὶ πυθιονίκης , ὡς [ καὶ ] οὗτος ἐρεῖ . οὗτος
ὡς [ καὶ ] οὗτος ἐρεῖ . οὗτος δὲ μόνον πυθιονίκης . τὸ χ δὲ σημεῖον τέθειται , ὅτι τὴν
5640673 δυνῃ
ἀπόδημος νῦν θ ἀποδίδεις ὃ ὀφείλεις ἐκ κόπου ι οὐ δύνῃ ἄρτι δανείσασθαι α οὐ συγκροτεῖσαι ἀπὸ τοῦ φίλου β
τὰς δυσγνώστους δύσεις : οἷον ὁ Ὠρίων τὸ ἄστρον ὅταν δύνῃ , χειμῶνα ποιεῖ . καὶ δὴ καὶ μηχανήματα ἐξεῦρον
5633729 Κλοιλιον
. ἦν δὲ τὸ προβούλευμα τοιόνδε : Λάρκιον μὲν καὶ Κλοίλιον τοὺς τότε ὑπατεύοντας ἀποθέσθαι τὴν ἐξουσίαν , καὶ εἴ
τὴν κρατίστην περὶ αὑτὸν εἶχεν , ἐκ δὲ τῶν ὑπολειπομένων Κλοίλιον ἐκέλευσε τὸν συνύπατον ἣν αὐτὸς ἐβούλετο λαβεῖν , τὴν
5633034 ἐπιχει
κυάμων ὅσον χοίνικα Ἀττικήν , βαλών τε εἰς καινὴν χύτραν ἐπίχει ὕδωρ προσεμβάλλων πυρῶν λευκῶν χοίνικα καὶ ἰδίᾳ ἐν ὀθονίῳ
ἐπίβαλλε κηρὸν καὶ ῥητίνην καὶ ἐπάραϲ ἀπὸ τοῦ πυρὸϲ ἡμιψυγὲϲ ἐπίχει ταῖϲ ϲταφῖϲι λείαιϲ καὶ τοῖϲ ἀλεύροιϲ . Ἄλλο .
5632599 ταμειου
σιτήσεως , τοῦ νόμου κελεύοντος τοὺς πηροὺς τρέφεσθαι ἐκ τοῦ ταμείου : γίνεται δὲ καὶ κατὰ αἴτησιν ῥητὸν καὶ διάνοια
ἵνα μηκέτι πράγματ ' ἔχοι , οἰκουρὸς ἦν φίλος τοῦ ταμείου προκαθήμενος . Οὐδὲν δ ' εἰς οὐδὲν ὠφελῶν ὑπιδόμενος
5631497 φηνας
τὰ προσήκοντα ἡμῶν ἑκάστῳ . Ἡγείσθω μὲν αὐτὸς Ἀσκληπιὸς ὁ φήνας τὸ ὄναρ , ἡγείσθω δὲ Διόνυσος αὐτὸς , ᾧ
ἀλλ ' εἰς τοῦτον μὲν τὸν ἀριθμὸν τὴν βασιλείαν ὁ φήνας θεὸς ὡς τάχιστα καὶ αὐξήσειεν . ἃ δὴ νῦν
5629043 ἐπεφνομεν
δὲ τοπικῶς . . οὓς νῶιν πίφαυσκε Δόλων , ὃν ἐπέφνομεν ἡμεῖς : ἡ διπλῆ ὅτι ἐπίσταται τὸ τοῦ Δόλωνος
ποιεῖ . . . . . ἠράμεθα μέγα κῦδος : ἐπέφνομεν Ἕκτορα δῖον , ᾧ Τρῶες κατὰ ἄστυ θεῷ ὣς
5628118 ἀποχει
γὰρ τἀληθὲς καιρὸς οὐκ ἦνἐν μυχῷ τινι τῆς οἰκίας ἀνακλαυσάμενος ἀποχεῖ τὴν τῶν δακρύων φοράν . εἶτ ' ἀπονιψάμενος λογισμῷ
. Τὸ ἐπέχειν ἀντὶ τοῦ ἀποχεῖν . τὸ γὰρ πνεῦμα ἀποχεῖ καὶ δέχεται ἕτερον . Ἡ δὲ γυνὴ ὅταν ἐν
5627637 καταπιε
ὀλίγον ἐκ τοῦ αἵματος αὐτοῦ . εἶτα ἑτέρου κούκουφος καρδίαν κατάπιε ἔτι σπαίρουσαν ἐπιπιὼν ὑδρόμελι καὶ ἔσῃ τετελεσμένος εἰς τὸν
ποτε . ] Γλυκυῤῥίζης χυλὸν πότιζε ἢ ἀνδράχνης ὅσον κύαθον κατάπιε . ἄλλο . ἀνίσου γο . αʹ . γλυκυῤῥίζης
5626114 ἀνδραχθεσι
ἐοικότες , ἀλλὰ Γίγασιν . οἵ ῥ ' ἀπὸ πετράων ἀνδραχθέσι χερμαδίοισι βάλλον : ἄφαρ δὲ κακὸς κόναβος κατὰ νῆας
Ἀπίων ὁμοῦ καὶ ὁμοίως καὶ ἅμα καὶ ὁμαλῶς ῥέουσα . ἀνδραχθέσι κ . . , = . : ἀνδραχθέσι :

Back