οὕτως ἦν ἄρα ἀειδές , ὥστε καὶ ἡ εἰκὼν οὐχ ὁρατή , τυπωθεῖσα μέντοι κατὰ τὸ παράδειγμα οὐκέτι θνητὰς ἀλλ
ἐστιν αὐτῆς ὅδε ὁ κόσμος καὶ πᾶσα ἡ τῶν ὄντων ὁρατή τε καὶ ἀόρατος οὐσία . τί οὖν θαυμαστόν ,
6991833 ἀσωματος
Οἱ Στωικοὶ σῶμα τὴν ὕλην ἀποφαίνονται . Ἰδέα ἐστὶν οὐσία ἀσώματος , αἰτία τῶν οἵα ἐστὶν αὐτή , καὶ παράδειγμα
ἀποστῆναι διαλυθῇ εἰς τὴν ἑαυτῆς ἀταξίαν : ὅτε γὰρ ἦν ἀσώματος ἡ ὕλη , ὦ τέκνον , ἄτακτος ἦν :
6956966 ἀνωλεθρον
οὐχ ὁμοίως περὶ τοῦ τέλους κεκρίκασιν . ἀλλὰ Πλάτων μὲν ἀνώλεθρον εἶναι νομίζει καὶ ἀθάνατον διὰ τὴν εὐτεχνίαν τοῦ πεποιηκότος
. ὄφεις δὲ οὔτε ἐπὶ συμφορᾷ τῇ ἀνθρώπων οὔτε ὅσον ἀνώλεθρον αὐτῶν , οὐδὲ οἱ λύκοι τρέφεσθαι πεφύκασιν . οἱ
6807869 ἀμεριστος
ἐν τῷ θεάτρῳ : καὶ γὰρ ἡ φωνὴ ἐνέργειά ἐστιν ἀμέριστος πανταχοῦ ὅλη ἡ αὐτὴ χωριστῶς αὐτῷ παροῦσα , ἅτε
πρὸς τὰς ἄλλας ἀμέριστον ἕνωσιν . καὶ γὰρ αὕτη ἡ ἀμέριστος ἕνωσις τοῖς χωρὶς τῶν σωμάτων προσήκει εἴδεσιν . εἰ
6800806 ὁρατην
οὐχ ὑφέξοντας . ὥσθ ' ὑπερβάντες τῷ λογισμῷ πᾶσαν τὴν ὁρατὴν οὐσίαν ἐπὶ τὴν τοῦ ἀειδοῦς καὶ ἀοράτου καὶ μόνῃ
τὴν λαμπρὰν ἡμέραν καὶ θαυμαστήν . ἄλλως . ἤτοι τὴν ὁρατὴν αἴγλην , τὸ φῶς : ἢ τὴν αἰτίαν τοῦ
6764708 αὐτοκινησιαν
ἐπιδηλοῖ , τῷ δὲ διτόνῳ τὴν σφοδρὰν αὐτῆς καὶ ἄθρουν αὐτοκινησίαν . ἔν γε μὴν τῷ παντὶ τὸ μὲν ἐναρμόνιον
ἐπὶ τῆς ψυχῆς τὴν ἀπὸ τοῦ κινοῦντος καὶ κινουμένου προσιέμεθα αὐτοκινησίαν , ἁπλῆν δέ τινα κίνησιν οὐσιώδη αὐτὴν ἑαυτῆς οὖσαν
6720865 ἀποφυσις
ὀσφραντῶν αἰσθητήριον , ἀλλ ' ἡ ἐντὸς μαστοειδὴς τοῦ ἐγκεφάλου ἀπόφυσις , οὐδὲ τὸ οὖς ἀκουστικὸν πρῶτον , ἀλλ '
κεφαλὴ διαρθροῦται . ἔστι δὲ καὶ ἄλλη τις ταύτης ἔσωθεν ἀπόφυσις ὀξεῖα καὶ σμικρά : καλοῦσι δ ' αὐτὴν οἱ
6685865 ἁπτον
. Θ . φησιν : εἰ τὸ ὁρατὸν καὶ τὸ ἁπτὸν ἐκ γῆς καὶ πυρός ἐστι , τὰ ἄστρα καὶ
ὅσα ἔχει γένεσιν πᾶσιν , αὐτὸ δὲ μετ ' ἀναισθησίας ἁπτὸν λογισμῷ τινι νόθῳ , μόγις πιστόν , πρὸς ὃ
6640408 χωριστη
κυβερνήτης τοῦ πλοίου . οὗτος γὰρ ἐντελέχεια μέν , ἀλλὰ χωριστή . τάχα δὲ καὶ περὶ πάσης τῆς ψυχῆς τύπῳ
ἐστί τινων πρὸς ἄλληλα . αὕτη οὖν ἡ ἑτερότης ἢ χωριστή ἐστι καὶ κατὰ συμβεβηκός , ἥτις πέφυκε χωρίζεσθαι ἐκείνων
6567612 ἀνθραξ
ἢ παρὰ τὸ θέρω θέραξ καὶ ἀναθέραξ , καὶ συγκοπῇ ἄνθραξ . ἄνθραξ δὲ εἴρηται * * * , ὡς
ἄνθραξ , τὸ δὲ φλόξ , τὸ δὲ αὐγή . ἄνθραξ μὲν οὖν ἐστι πῦρ ἐν οὐσίᾳ γεώδει , ὃ
6543422 μικτης
καὶ ὑπόπικρος ἀρωματίζων : ἐκφράττει γοῦν καὶ διακαθαίρει . Πιτυΐδες μικτῆς εἰσι δυνάμεως , ὡς ἂν καὶ στύφουσαι καὶ δριμύτητά
ἄμφω φιλοῦσιν ἢ τὸ χρήσιμον ἄμφω . ἐπὶ δὲ τῆς μικτῆς φιλίας οὐ τῷ αὐτῷ χαίρουσιν : ὁ μὲν γὰρ
6444708 ἀναλυομενον
ἢ κατάσκιον ποιοῦσιν . ἄλυτον : ἀδιάλυτον , οἷον μὴ ἀναλυόμενον , ἀκατάλυτον . ὄγμον : τάξιν , καὶ ὄρδινον
συναιρεθήσεται . τὸ δὲ λεγόμενον ῥᾴδιον συνιδεῖν : ἅπαν σῶμα ἀναλυόμενον εἰς πῦρ ἀναλύεταί τε καὶ χεῖται , σβεννυμένης δὲ
6435349 σφαιροειδη
εἶναι ἀίδιον καὶ ἕνα καὶ ὅμοιον πάντηι καὶ πεπερασμένον καὶ σφαιροειδῆ καὶ πᾶσι τοῖς μορίοις αἰσθητικόν . τὸν δὲ ἥλιον
ἀναφερομένης καὶ αἰρούσης αὐτὰ εἰς τὸ περιέχον . οὐσίαν θεοῦ σφαιροειδῆ , μηδὲν ὅμοιον ἔχουσαν ἀνθρώπῳ : ὅλον δὲ ὁρᾶν
6405610 σφαιροειδης
περιφερεῖς ὁρῶνται , ἀναγκαίως καὶ τούτου συμβαίνοντος . Αὐτὴ γὰρ σφαιροειδὴς ὑπάρχουσα περιπίπτει σκιᾶς σχήματι κωνοειδεῖ , καὶ οὕτως αἱ
ὑποθέσεις εἰσάγειν καὶ φυσικὰς εὖ λέγεται , καὶ ὅτι εἰ σφαιροειδὴς ἡ γῆ καθάπερ καὶ ὁ κόσμος , περιοικεῖται ,
6399516 ἐλλαμψις
δὲ πῶς οὐχ ἁμαρτία ; Ἀλλ ' εἰ ἡ νεῦσις ἔλλαμψις πρὸς τὸ κάτω , οὐχ ἁμαρτία , ὥσπερ οὐδ
θεὸν ἐπιστροφὴν ἐξευρίσκειν . οὕτω γὰρ ἡ παρὰ τοῦ θεοῦ ἔλλαμψις τῆς παρ ' ἡμῶν ὁράσεως αὐτῇ συντρεχούσης δεῖξις γίνεται
6394566 ἐκπνοην
ὅθεν οὐδὲ ἐπὶ πλέον ἐκφυσῆσαι δυνατόν ἐστι συνεχῶς κατὰ μίαν ἐκπνοήν : τάχιστα μὲν γὰρ ἐπιλείπει τὸ πνεῦμα τοῖς ἐκφυσῶσι
θερμοῦ τῆι πρὸς τὸ ἐκτὸς ὁρμῆι τὸ ἀερῶδες ὑπαναθλίβοντος τὴν ἐκπνοήν , τῆι δ ' εἰς τὸ ἐντὸς ἀνθυποχωρήσει τῶι
6359263 ἐμφερεστατον
× – ˘ – × ] ν ? ⋮ βίοτον ἐμφερέστατον ? [ × – ˘ – × ⋮ ]
, ἡ ὁμωνυμοῦσα κόγχη , πυρὸς δὲ τὸ κόκκινον : ἐμφερέστατον γὰρ φλογί . πάλιν γε μὴν Αἴγυπτον ἀφηνιάσασαν ,
6337874 ἀυλον
ἐλήλυθεν εἰπεῖν ἔχεις ἔχων εἰπεῖν τὸ σῶμα ὅπου ἐστίν , ἄυλον δὲ εἴ τί ἐστι καὶ δεῖται οὐδὲν σώματος πρότερον
εἰσιν : οὐδὲ γάρ τις δύναται ξύλον ἢ λίθον ἐπινοῆσαι ἄυλον . ἢ καὶ τῇ ὑποστάσει καὶ τῇ ἐννοίᾳ ἄυλά
6325230 Φαντασια
γε ” φαίνεται “ αἰσθάνεσθαί ἐστιν ; Ἔστιν γάρ . Φαντασία ἄρα καὶ αἴσθησις ταὐτὸν ἔν τε θερμοῖς καὶ πᾶσι
τόπου τῆς μάχης . Προτροπὴ εἰς ἀνδρείαν καὶ πειθανάγκην . Φαντασία πλήθους . Φαντασία ὀλιγότητος . Τακτικά . Περὶ τῆς
6293600 ποιηθεις
ὁ μὲν γὰρ πλασθεὶς νοῦς ἐστι γεωδέστερος , ὁ δὲ ποιηθεὶς ἀυλότερος , φθαρτῆς ὕλης ἀμέτοχος , καθαρωτέρας καὶ εἱλικρινεστέρας
δὲ ἀληθῆ λέγουσιν οὗτοι , δῆλός ἐστιν ἐξ ἀρχῆς Ἰφιγενείᾳ ποιηθεὶς ὁ ναός . ἔστι καὶ Ἀπόλλωνος ἱερὸν ἐς τὰ
6270302 φωτιζεται
παρεμποδίζεσθαι ἐντεῦθεν φωτίζειν τὴν σελήνην : ἐκ τοῦ ἡλίου γὰρ φωτίζεται ἡ σελήνη . κατὰ συμβεβηκὸς δὲ ἐπίσταταί τις ,
λίαν τὸ αἴτημα . τί οὖν τὸ φῶς καὶ πῶς φωτίζεται τὰ ὁρώμενα ; λέγομεν οὖν ἐνέργειάν τινα ἐκπέμπεσθαι ἀσώματον
6266430 ῥευστην
Ἡρακλείτῳ , τρεπτὴν καὶ ἀλλοιωτὴν καὶ μεταβλη - τὴν καὶ ῥευστὴν ὅλην δι ' ὅλης τὴν ὕλην ἀπεφήναντο . Οἱ
. “ καὶ τὸ κατειβόμενον Στυγὸς ὕδωρ ” . τὴν ῥευστὴν γένεσιν διὰ τούτων ᾐνίττοντο . εἰ μὲν οὖν οἱ
6264804 τριαινα
Νίσα τόπος ἐστὶν ἐν Ἐρυθρᾷ κείμενος ] . ἰχθυόκεντρον : τρίαινα , ᾗ ἐπὶ μεγάλων ἰχθύων χρῶνται . Καδμεία νίκη
οἰκήματα ἐπὶ τῆς γῆς [ καὶ αὐτοῦ δέοντος ] . τρίαινα δ ' αὐτοῦ φόρημά ἐστι πότερον ἐπεὶ χρῶνται αὐτῇ
6253301 μηλινας
καὶ κοῦφον , ἔτι δὲ καὶ εὐθρυβῆ , διαφύσεις τε μηλίνας ἔχοντα διὰ βάθους . Λίθος αἱματίτης ἄριστός ἐστιν ὁ
τε καὶ κοῦφον , ἔτι δ ' εὐθρυβῆ καὶ διαφύσεις μηλίνας ἔχοντα διὰ βάθους : τὸ δ ' ἄνθος αὐτοῦ
6251945 ἀρεια
λέγει δὲ ἐν τῇ Καθόλου ὁ Ἡρωδιανός , ὅτι τὸ ἀρειά παράλογόν ἐστι καὶ κατὰ τόνον καὶ κατὰ χρόνον :
ἄρεως γενικὴν γέγονεν ἀρεά , καὶ κατὰ πλεονασμὸν τοῦ ι ἀρειά , καὶ τροπῇ τοῦ α εἰς η ἀρειή Ἰωνικῶς
6242379 ἀορατος
ὅτι πρῶτον μὲν ἀλαζονεία ψυχῆς ἐστι κακία , ψυχὴ δὲ ἀόρατος ὅτι μὴ θεῷ , κολαστὴς δὲ ὁ μὲν τυφλὸς
τὴν Ἄιδος κυνῆν , ὡς καὶ ὁ Περσεύς , περιθέμενος ἀόρατος ἐγίνετο . ἔστι δὲ κυνῆ Ἄιδος τὸ τέλος εἰς
6206357 αἰσθητη
ἁρμονίας , οὐδέν ἐστι παρακείμενον . οὐ δὴ γίνεται διάστασις αἰσθητὴ μὴ διηρτημένων τῶν λέξεων , ἀλλὰ συνολισθαίνουσιν ἀλλήλαις καὶ
, οὔτ ' ἐκεῖ καταλαμβάνεταί τις ἀνωμαλία περὶ τοὺς δρόμους αἰσθητὴ διὰ τὰς κατὰ πλάτος παρόδους . παραβλητέον δὲ κἀν
6203894 διαφυσιν
, ὡς εἴρηται , ἐπίφυσις ἐκεῖ , ἥτις ἔχει καὶ διάφυσιν ἤτοι τινὰ κατάφυσιν , ὅπερ ἐστὶ , , .
, ὡς εἴρηται , ἐπίφυσις ἐκεῖ , ἥτις ἔχει καὶ διάφυσιν : διάφυσιν δὲ καλεῖ τὴν κατάφυσιν . , ,
6199001 λεπτομερης
ὑγίειαν προσφορώτερος . πέσσει τε γὰρ μᾶλλον τὰ σῖτα καὶ λεπτομερὴς ὢν εὐανάδοτός ἐστι δύναμίν τε τοῖς σώμασιν ἐμποιεῖ τὸ
ἀδιακόπου μένοντος , τοῦ δὲ διακοπτομένου ποτέ . ἔστι δὲ λεπτομερὴς ἀπόδειξις ἡ μέχρι τῶν πρώτων καὶ ἀμέσων ἀνιοῦσα ἀρχῶν
6188052 Σωμα
τὰ ξανθὰ , ἵνα νοήσωμεν . Ὅρα πῶς εἶπεν : Σῶμα μαγνησίας χρυσοκόραλλον : ἐνταῦθα δὲ σῶμα μαγνησίας , μαγνησίας
αἰτίων εἶναι τὰ μὲν αἰσθητά , τὰ δὲ νοητά . Σῶμα εἶναι τὸ τριχῇ διαστατόν , πλάτει βάθει μήκει .
6185845 ἐκφαινουσαν
ἄμφω εἶναι ἱεράς , τὴν μὲν ὡς μάλιστα τὸ σεληναῖον ἐκφαίνουσαν φῶς , τὴν δὲ ὡς τοῦτον ἔχουσαν πρὸς τὴν
, πλήρη πυρός , [ ἧς ] κατά τι μέρος ἐκφαίνουσαν διὰ στομίου τὸ πῦρ ὥσπερ διὰ πρηστῆρος αὐλοῦ :
6181248 γνωριστικη
ἔσται ἡ ἀφροσύνη τῶν τε ἀγαθῶν καὶ κακῶν καὶ οὐθετέρων γνωριστική . οὐχὶ δέ γε τούτων κατ ' αὐτούς ἐστιν
ἑκάστη μὲν οὖν τῶν αἰσθήσεων τοῦ ὑποκειμένου αὐτῇ αἰσθητοῦ ἐστι γνωριστική , ὑπάρχουσα ἐν τῷ αἰσθητηρίῳ ᾗ αἰσθητήριον , καὶ
6174653 Φυσιν
χρυσίου . Ὁ * βίος ἔστ ' ἀλαζονείας δεόμενος . Φύσιν ἔχειν ἄριστόν ἐστι , δεύτερον δὲ * . χαλεπὸν
τοῖς ἐντυγχάνουσιν τῶν ἐχθρῶν γιγνομένους . Παντάπασι μὲν οὖν . Φύσιν γὰρ οἶμαί τινα τῶν φυλάκων τῆς ψυχῆς ἐλέγομεν ἅμα
6161846 δογματικη
συνακτικὸς ἡ ἀπόδειξις . ἀποδείξεως δὲ μὴ ὑπαρχούσης ἀναιρεῖται ἡ δογματικὴ φιλοσοφία . Ἐνέσται δὲ ἀπὸ τούτων καὶ ἐπὶ τὰ
, οὐδὲ αὐτὸ τὸ οὐδὲν ὁρίζω : οὐ γάρ ἐστι δογματικὴ ὑπόληψις , τουτέστιν ἀδήλῳ συγκατάθεσις , ἀλλὰ φωνὴ πάθους
6154350 νοερα
Διόπερ οὐδὲ τῷ νοεῖν αὐτὰ ἐνεργοῦμεν : ἔσται γὰρ οὕτω νοερὰ αὐτῶν ἡ ἐνέργεια καὶ ἀφ ' ἡμῶν ἐνδιδομένη :
ἐπιστήμῃ τὸ κακὸν πρὸ πείρας γνῶναι . Ὥσπερ δὲ ἡ νοερὰ διέξοδος κατάβασίς ἐστιν εἰς ἔσχατον τὸ χεῖρονοὐ γὰρ ἔνι
6137836 ὑποκυρτον
τῷ σχήματι . 〛 σκαφοειδῆ 〚 δὲ 〛 εἶναι , ὑπόκυρτον . Ἀλκμαίων πλατὺν εἶναι τὸν ἥλιον . Οἱ Πυθαγόρειοι
τὸ ἐκ θαλάττης εἶναι τὸν ἥλιον . , σκαφοειδῆ , ὑπόκυρτον . , κατὰ τὴν τοῦ σκαφοειδοῦς στροφήν , ὥστε
6133024 ἀποιος
οὐσιῶν εὖ ἔχειν λέγειν μοι δοκεῖ . Ἡ δὲ ὕλη ἄποιος ἦν καὶ ἀσχημάτιστος ; οὕτω προλαβὼν ἐξεῖπον τῷ λόγῳ
δὲ πάντα γίνεσθαι . ἦν μὲν γὰρ ἐξ αὑτῆς ἄτακτος ἄποιος ἄψυχος ἀνόμοιος , ἑτεροιότητος ἀναρμοστίας ἀσυμφωνίας μεστή : τροπὴν
6132688 ἀρραγης
' ἐστὶ σύμβολον εὐτονίας , ἀφθαρσίας , αὐγοειδεστάτου φέγγους : ἀρραγής τε γὰρ ἡ ὀθόνη καὶ ἐξ οὐδενὸς τῶν ἀποθνῃσκόντων
τρόποι φρουροῦσι τὰς πόλεις , εὐμένειά τε θεοῦ καὶ περίβολος ἀρραγής : ὧν τὸ μὲν παρὰ σοῦ γέγονε , τὸ
6122162 φανταστικη
ἡ αἴσθησις ἀντιλάβηται . εἰ τοίνυν ὅτι μὲν ἔστιν ἡ φανταστικὴ δύναμις τῆς ψυχῆς , ἅπασι φανερόν , οὐδεμίαν δὲ
οὐσία οὐχ οἵα τέ ἐστιν ἀποτελεῖσθαι . Πόθεν δὲ καὶ φανταστικὴ τοῦ μέλλοντος γίγνεται ; παρὰ τίνος λαβοῦσα τὸ μαντικόν
6116408 Καρυστια
ἐκ τοῦ ἔχειν ὅπερ ἐστὶν ἐξέχειν κοινῶς μὲν γενέσθαι ἡ Καρυστία Ὄχη , πρὸς διαστολὴν δὲ Δωρικῶς ἡ τοῦ ποταμοῦ
ᾧ τὸ λατόμιον τῶν Καρυστίων κιόνων ” . καὶ θηλυκὸν Καρυστία . Καρχηδών , μητρόπολις Λιβύης , διασημοτάτη πόλις .
6104560 κωνοειδης
Μάλιστα δ ' ἂν καὶ ἀπὸ τούτων ἐπιδειχθήσεται , ὅτι κωνοειδής ἐστιν ἡ τῆς γῆς σκιά . Εἰ γὰρ ἦν
ὁ κόσμος ὑποκείσθω σφαιροειδής : εἴτε γὰρ ἦν κυλινδροειδὴς ἢ κωνοειδής , οἱ ἐπὶ τῶν λοξῶν κύκλων καὶ τεμνόντων τὸν
6096607 παρισοι
τῇ προσαγορευομένῃ γαγγάμῃ , καὶ μάλιστα οἱ ἀντακαῖοι , δελφῖσι πάρισοι τὸ μέγεθος . φασὶ δὲ καὶ τὴν ἄμπελον ἐν
' Ἱερὰ ἄκρα καὶ αἱ Χελιδόνιαι τρεῖς νῆσοι τραχεῖαι , πάρισοι τὸ μέγεθος , ὅσον πέντε σταδίοις ἀλλήλων διέχουσαι :
6077956 ὁμοιωμα
, εὐσεβείας , ἐντροπῆς , σεμνότητος . ἄγαλμ ' ] ὁμοίωμα . , τύπωμα , τίμια , ἔνδοξα ἀναπλήσσειν )
ἡ αἴσθησις , τὸ ἐν τῷ αἰσθητηρίῳ πρὸς τὰ αἰσθητὰ ὁμοίωμα , πάθημα ὂν μᾶλλον ἢ ἐνέργημα , καὶ σωματοειδὲς
6076252 Ἀκμονος
Μανέως . [ τὸ ἐθνικὸν ] Ἀκμονίτης λέγεται ἀπὸ τῆς Ἄκμονος γενικῆς . Ἀκμόνεια , ἀφ ' ἧς Ἀκμονειάτης .
' αὐτὸν ἀνατέλλειν τε ? [ καὶ δύνειν . ἶνις Ἄκμονος | : ὁ Οὐρανός ] : οὗτος ? ?
6076169 ἐφαπτομεθα
ἢ ἐκεῖνο . Οὐκοῦν εἰ μὲν ᾧ παραμετρούμεθα ἢ οὗ ἐφαπτόμεθα μέγα ἢ λευκὸν ἢ θερμὸν ἦν , οὐκ ἄν
; Ἐν τῷ αὐτῷ ἄρα ὄντες καὶ ὁρῶμεν τἀγαθὸν καὶ ἐφαπτόμεθα αὐτοῦ ὁμοῦ ὄντες τοῖς ἡμετέροις νοητοῖς . Καὶ κόσμος
6075137 σφοδροτατου
: ἐπλεύσαμεν ἐλάτῃ Ζεφύρου πνεύσαντος ἄνωθεν ἐξ αἰθέρος διὰ τοῦ σφοδροτάτου πελάγους τῆς Σικελίας περὶ τὸ στενὸν , ὅ ἐστι
μὴ μόνον ὀξὺ πάθος ᾖ , ἀλλὰ καὶ μετὰ πυρετοῦ σφοδροτάτου , εὐλαβητέον ἐστὶ τὴν δόσιν τοῦ καθαίροντος φαρμάκου ,
6066636 ζωτικη
ὡρίσθη κατὰ τὴν ὑπόστασιν : συνῆπτε δὲ αὐτὸν καὶ ἡ ζωτική , ἀλλὰ κατὰ τὴν δευτέραν διάκρισιν , καθ '
ἡ τῶν ῥάβδων φύσις καὶ ὅλως οἷον ἀρχή τις αὕτη ζωτική . διὸ καὶ ἐξαιρουμένου καὶ πονήσαντος θνήσκει : ἐπεὶ
6042074 ὁμιχλην
' ἐλάτῃσιν : ἐν δ ' ἔπεσαν Μινύαισι κατὰ σκοτόεσσαν ὁμίχλην . Οὕς τοι ἐπειγομένους κτεῖνεν Διὸς ἄλκιμος υἱός ,
καὶ διὰ τοῦτο ἐξυβριζόντων . Κακοὶ πίνουσι τῆς τιμωρίας τὴν ὁμίχλην : ἐπὶ τῶν κατ ' ἀξίαν τιμωρουμένων . ὡς
6040653 περιτραχηλιος
ἀμνοφόρως : γράφεται καὶ μαννοφόρους . μάννος δέ ἐστιν ὁ περιτραχήλιος κόσμος : μανιάκια ἐχούσας , τουτέστι χρυσᾶ περιτραχήλια .
Ἀττικοὶ τὰ παρὰ τοῖς Ἕλλησι ψέλια . ὅρμος Ἀττικοί , περιτραχήλιος Ἕλληνες . ὀπήν Ἀττικοί , τρύπημα Ἕλληνες . ὄχλον
6040596 διακεκαυμενον
ἐκ τοῦ λίαν παρεῖναί τινι . τοῦτο γὰρ συστέλλεται . διακεκαυμένον λύχνῳ : ὅτι οἱ πρεσβῦται διὰ τὸ μόλις βαδίζειν
, προσαιτῶν , λιπαρῶν . Εὐριπίδη , δός μοι σπυρίδιον διακεκαυμένον λύχνῳ . Τί δ ' , ὦ τάλας ,
6038009 μυκον
καὶ οὗτοι , ὅτι ἀκαίρως ἐκεῖθεν μετηνέχθησαν . . πύλαι μύκον οὐρανοῦ : ἡ διπλῆ , ὅτι πύλας οὐρανοῦ τὰ
δὲ λίθος εἴσω βριθοσύνῃ , μέγα δ ' ἀμφὶ πύλαι μύκον , οὐδ ' ἄρ ' ὀχῆες ἐσχεθέτην , σανίδες
6034219 φθαρτη
τρεῖς , μία μὲν αἰσθητήἧς ἡ μὲν ἀΐδιος ἡ δὲ φθαρτή , ἣν πάντες ὁμολογοῦσιν , οἷον τὰ φυτὰ καὶ
εἰ γὰρ καὶ ἀπαθὴς αὐτός , ἀλλ ' ἡ φαντασία φθαρτή : ταύτης δὲ χωρὶς οὐ νοεῖ ἢ συνεργούσης ἢ
6031857 ἀφεγγες
μέρη σταθμῶν Ἰσότης ἔταξε κἀριθμὸν διώρισεν , νυκτός τ ' ἀφεγγὲς βλέφαρον ἡλίου τε φῶς ἴσον βαδίζει τὸν ἐνιαύσιον κύκλον
τέχνῃ καταγωνίσασθαι . Τὸ δὲ πῦρ αὐτοῖς τὸ καυστικὸν μὲν ἀφεγγὲς δέ , τὸ ἐκτὸς τοῦ κόσμου , ποῦ ἵδρυται
6026317 λιβυϲτικου
οὕτωϲ : ζιγγιβέρεωϲ πετροϲελίνου ἐπιθύμου ϲιλφίου ἄμεωϲ ϲελίνου ϲπέρματοϲ κυμίνου λιβυϲτικοῦ πεπέρεωϲ ἀνὰ ⋖ δ ϲκαμμωνίαϲ # γϲ ἁλῶν ἀμμωνιακῶν
ἀφέψημα δαμαϲώνιον ἀδίαντον ϲελίνου ϲπέρμα μαράθρου δαύκου πετροϲελίνου ἄμεωϲ ἀνίϲου λιβυϲτικοῦ ἀϲάρου ἀφέψημα μήου φοῦ ϲχοίνου ἄνθοϲ ϲεϲέλεωϲ ἀκόρου ῥίζα
6024232 κινασις
, βαρύ - τερον : ὥστε δῆλον ὅτι ἁ ταχεῖα κίνασις ὀξὺν ποιεῖ , ἁ δὲ βραδεῖα βαρὺν τὸν ἆχον
χωρέοντες . ἐν δ ' αὐτοῖς πνεῦμα , οὗ ἁ κίνασις ἀκοά ἐστι . φωνᾶς δὲ καὶ ἀκουᾶς ἁ μὲν
6020245 ὀξειην
στῇ , μύζει καὶ ἔμετον ἄγει , ἅμα καὶ λάπην ὀξείην ὑπόσαπρον , καὶ ὁκόταν ἀπεμέσῃ , οὐκ ἔχει ἑωυτόν
ἴσοι πεφύκασι , κἂν φθόνῳ ἀλαζονεύωνται . Ὄνος παλιούρων ἤσθιεν ὀξείην χαίτην . Τὸν δ ' εἶδεν ἀλώπηξ , κερτομοῦσα
6018125 περιαγει
ἔστησαν ἐπὶ τῷ τοῦ οὐρανοῦ νώτῳ , στάσας δὲ αὐτὰς περιάγει ἡ περιφορά , αἱ δὲ θεωροῦσι τὰ ἔξω τοῦ
ἀπ ' αὐτῆς ἐπιστήμας , καὶ ὅτι πρὸς πᾶσαν φιλοσοφίαν περιάγει τὴν διάνοιαν καὶ πρὸς πᾶσαν τὴν περὶ τῶν ὄντων
6017595 αὐξητικη
, πρὸς τὰ ὅμοια δὲ καὶ προσεχῆ : σφόδρα γὰρ αὐξητικὴ ἡ τοιαύτη ἐξέτασις , ὅτ ' ἂν τοὺς ὁμοίους
τῶν προβάτων . τῇ δωδεκάτῃ δέ , ὡς ἔτι μειζόνως αὐξητικὴ τοῦ φωτός , οὕτως τὴν ἀρχὴν εἶχε τῆς τελείας
6016742 ἀμπνευμα
; ἡ Ἀρέθουσα ; ἀλλ ' οὐ τὴν Ἀρέθουσαν εἴρηκεν ἄμπνευμα , ἀλλὰ τὴν Ὀρτυγίαν , ἐν ᾗ ὁ Ἀλφειὸς
πνεῦμα ἡ ἀρέθουσα : ἀλλ ' οὐ τὴν ἀρέθουσαν εἴρηκεν ἄμπνευμα , ἀλλὰ τὴν ὀρτυγίαν , ἐν ᾗ ὁ ἀλφειὸς
6014983 ἑαδοτα
: γήθησε δὲ θυμὸς ἑκάστου ἡρώων , μάλα γάρ σφιν ἑαδότα μῦθον ἔειπεν . Αὐτίκα δὲ κρητῆρα κερασσάμενοι μακάρεσσιν ἣ
τὴν φορέεσκεν ὀριτρεφέος κοτίνοιο . αὐτίκα δ ' ἐγγύθι χῶρον ἑαδότα παπτήναντες , ἷζον ἑοὺς δίχα πάντας ἐνὶ ψαμάθοισιν ἑταίρους
5993780 διακριτικα
. . , . ἐκεῖνο ἀπαρκεῖ ὅτι τῶν ἄλλων ἐστὶ διακριτικὰ καὶ ἐπισκεπτικὰ καί , ὡς ἄν τις εἴποι ,
δὲ τελεσιουργά , καὶ τούτων τὰ μὲν ἑνωτικὰ τὰ δὲ διακριτικὰ τὰ δὲ ἄλλην τινὰ ἐν τοῖς οὖσιν ἔχοντα ποίησιν
5990761 ἀμνιον
Διονυσίων . τοῦτο αἱματοδεκτικὸν ἀγγεῖον , ὃ εἶπεν ὁ ποιητὴς ἄμνιον . τοῦτο ἅμα εἰπὼν ἐκχέει τὸν οἶνον ὁ κηδεστὴς
χρεία δ ' οὐ σμικρὰ καὶ ἥδε τοῦ κατὰ τὸν ἄμνιον ὑγροῦ : κουφίζει γὰρ καὶ ἀνέχει καθάπερ ἐννῆχον ἑαυτῷ
5986171 ῥοη
: ἢν δὲ ᾖ φλεγματῶδες καὶ πουλὺ καὶ ἀργὸν ἡ ῥοὴ , φλεγμαίνει δὲ καὶ ὧδε : καὶ ἡ φλεγμονὴ
γίνεσθαι , οὐ τοῦ εἶναι : ἡ μὲν γὰρ ἄπαυστος ῥοὴ τῶν σωμάτων διὰ τὴν ὕλην , ἀτρεμίζει δὲ ἕκαστον
5985206 ἀχωριστος
οὐ πᾶσα κίνησις χωριστή ἐστιν : ἰδοὺ γὰρ ἡ οὐρανία ἀχώριστος ὑπάρχει : ἀεὶ γὰρ ὁ πόλος κινεῖται . ἔστι
σιμότης ἐν ῥινὶ ἔχει τὸ εἶναι , οὗ καὶ νοουμένη ἀχώριστος , ὡς δὲ κοιλότης κεχωρισμένη καὶ οὐδὲν δεῖ τῷ
5983220 ἁπτα
τοὺς χυμοὺς τὴν γεῦσιν , καὶ τὴν ἁφὴν περὶ τὰ ἁπτά , ἀλλ ' ἁπλῶς τὰ καθ ' ἕκαστα καὶ
περιβλεπτέον αἴσθησιν ὡς ἐκλιμπάνουσαν : καὶ γὰρ εἰ πλείω τὰ ἁπτά , καὶ πλείους αὐτῶν αἱ ἐναντιώσεις , ἀλλ '
5982669 οἰκειοτατη
τοῦτο δρᾷ : ἥ τε αὖ τελέωσις ἡ κατὰ φύσιν οἰκειοτάτη τάχα δὲ καὶ μόνη : τροφὴν γὰρ τότε λαμβάνει
δὴ καὶ γονέων καὶ εὐεργετῶν ποιητέον ἐπιμέλειαν τὸν χαρίεντα . οἰκειοτάτη δὲ τοῖς εἰρημένοις εὑρίσκοιτ ' ἂν οὖσα ἡ Πλάτωνος
5981100 τερπνην
βοὴν οὐ διὰ τὸ ἐμμελὲς αὐτῆς , ἀλλὰ διὰ τὸ τερπνὴν παρέχειν τὴν ἀνακήρυξιν τοῖς ἀνακηρυττομένοις . τὰ δὲ ἔργα
ἀναπλέουσιν εἰς τὸν Εὔξεινον Πόντον κατὰ τὸ καλούμενον αὐτοῦ Στόμα τερπνὴν ἅμα καὶ θαυμαστὴν εἶναι τὴν ὄψιν , δυσχερὴς ἦν
5978781 Περισσον
τοῦ τὴν εὐθεῖαν ἐν τοῖς μεταβατικοῖς προσώποις πάντοτε συνυπάρχειν . Περισσὸν οὖν ἐστι ζητεῖν , εἰ κατ ' ἀκολουθίαν φωνῆς
τὴν πολυπειρίαν τὴν ἐμὴν καὶ εὔνοιαν τὴν εἰς σέ . Περισσὸν δέ μοι δοκεῖ , ἀνδρὶ πάσῃ παιδείᾳ κεκοσμημένῳ φιλοσόφους
5976143 ὀκριοεις
ὡς βροτὸς βροτόεις , καὶ τροπῇ τοῦ α εἰς ο ὀκριόεις . καὶ τὸ θηλυκὸν ὀκριόεσσα . . , :
καὶ σαῦραι χάνναι τε καὶ ὀρφέες ἠδὲ γαρίσκοι , κάραβος ὀκριόεις καὶ εὐόνυχες κήρυκες καὶ λεπάδες χῆμαί τε καὶ ὀξυέθειρες
5967604 μεριστος
: εἰ ἔστι τι χρόνος , ἤτοι ἀμέριστός ἐστιν ἢ μεριστός : οὔτε δὲ ἀμέριστος εἶναι δύναται , καθὼς ὑπομνήσομεν
τὸν μέλλοντα , ὡς αὐτοί φασιν . ἀλλ ' οὐδὲ μεριστός . ἕκαστον γὰρ τῶν μεριστῶν καταμετρεῖται ὑπό τινος ἑαυτοῦ
5967443 διακοπην
φησιν Ἱπποκράτης , ὠνομασμένην οὕτως διὰ τὸ κατὰ τὴν γενομένην διακοπὴν ἑδράζεσθαί τε καὶ στηρίζεσθαι τὸ τιτρῶσκον , ὃ πάντως
, ἀκινητίζων . ὀλίγην δ ' ἀνὰ σάρκα : κατὰ διακοπὴν λέξεως , τὴν σάρκα λέγει τὴν ἔσωθεν τοῦ στόματος
5963289 πυκνουμενον
[ στοιχεῖον εἰπόντες ] ὡσαύτως ἐκ τοῦ συνιὸν μὲν καὶ πυκνούμενον ἀέρα γίγνεσθαι , παθὸν δ ' ἔτι μᾶλλον τοῦτο
παλαῖστραι , καὶ πρὸς ἡλίου μεσημβρινὸν θάλπος ἐγκονίεται τὸ σῶμα πυκνούμενον , οἵ τε τῶν ἐναγωνίων πόνων ἀποσταλάζοντες ἱδρῶτες ,
5961046 φυσιολογια
, τὰ δὲ περὶ οὐρανοῦ καὶ τῶν κατ ' αὐτὸν φυσιολογία , μετεωρολογικὴ δὲ τὰ περὶ τὸν ἀέρα καὶ ὅσα
ἔχει τὸ εἶναι . ἡ δὲ περὶ τὰ σώματα αὐτοῦ φυσιολογία ἢ περὶ τὰ ὑπὲρ τὴν σελήνην , ὡς τὰ
5956993 Ὀξειαν
ἐκ Λεβαδείας . κάλλιστος δὲ δοκεῖ πάντων γίνεσθαι περὶ τὴν Ὀξεῖαν καλουμένην Καμπήν : ὁ δὲ τόπος οὗτός ἐστιν ἐμβολὴ
Ὀξείας ] Τῆς τιτρωσκούσης τῷ ψύχει . Ὀξείας ] * Ὀξεῖαν δὲ τὴν χιόνα , ἢ τὴν ταχεῖαν αἴσθησιν τοῦ
5946247 μυχαιτατον
“ οὐρανοῦ ” λέγοι ἂν νυνὶ μεταφορικῶς τὸ κοιλότατον καὶ μυχαίτατον : μεταφορικῶς δὲ τὸ κοιλότατον καὶ μυχαίτατον εἶπε τοῦ
Ἀλώρου δὲ ἑβδομήκοντα . ἔστι δ ' ἡ Ἄλωρος τὸ μυχαίτατον τοῦ Θερμαίου κόλπου : * λέγεται δὲ Θεσσαλονίκεια διὰ
5943519 κρειττονως
τὰ αἰτιώδη πράγματα καὶ ἀπὸ αἰτίων τούτων καὶ τὰ αἰτιατὰ κρειττόνως ἢ ἔστιν ἐκεῖνα νοῶν , οὕτω καὶ ὁ δυνάμει
ὀνόματι θηλυκῷ . ὀρθότερον ] ὑγιέστερον . , ὀρθοτέρως , κρειττόνως , κρεῖττον . ἦν ἄν ] κάλλιον δηλονότι ,
5937723 ἀρχετυπος
ἀπὸ ὡροσκόπου , καὶ τὰ ἶσα ἀπὸ Κρόνου . † ἀρχέτυπος ὁ κλῆρος οὗτος γίνεται ἐπὶ τῶν ἡμέρας γενομένων ἀπὸ
εἶναι κόσμον , αὐτὸς ἂν εἴη [ τὸ παράδειγμα , ἀρχέτυπος ἰδέα τῶν ἰδεῶν ] ὁ θεοῦ λόγος . Φησὶ
5933905 ἐκμαγειον
γίνεσθαι συμπιπτόντων τῶν χαρακτήρων καὶ τῶν γραμμάτων , ἀναλαμβάνει καθάπερ ἐκμαγεῖον καὶ διατυποῦται ῥᾳδίως ὑπὸ τῶν φαντασμάτων τορνευόμενός τε καὶ
οὐδεμίαν ποτὲ οὐδενὶ τῶν εἰσιόντων ὁμοίαν εἴληφεν οὐδαμῇ οὐδαμῶς : ἐκμαγεῖον γὰρ φύσει παντὶ κεῖται , κινούμενόν τε καὶ διασχηματιζόμενον
5932439 αὐξητικον
καὶ μεταβάλλον εἰς ἑαυτὸ τὴν τροφήν , τὸ δὲ τεχνικὸν αὐξητικόν τε καὶ τηρητικόν , οἷον ἐν τοῖς φυτοῖς ἐστι
περιφραστικῶς , ἥτις ἀμαυροῖ τοὺς ἔχοντας . . ἐπίρροθον ] αὐξητικόν . . ὅ τοι κατόπτης ] ὁ ἐπιτηρητὴς τοῦ
5929508 εἰσπνοη
, ἔστιν ἠρεμία . ἀλλὰ καὶ ἐπὶ τῆς ἀναπνοῆς ἐστιν εἰσπνοὴ καὶ ἐκπνοή , καὶ μεταξυλαβεῖται ἠρεμία . ἐν ταύταις
θύραθεν ἐπεισιόντων ἄλλων ἐν τῷ ἀναπνεῖν . κωλύει γὰρ ἡ εἰσπνοὴ αὐτά τε τὰ σφαιρικὰ καὶ τἄλλα τὰ ἐνυπάρχοντα τοῖς
5928412 μονιμα
πόλις συνδεῖται , ἄνευ δὲ ἀλλήλων ἑκάτερα τούτων οὐκ ἔστιν μόνιμα , ὥστε οὐ χρὴ θαυμάζειν ἐὰν ἡμῖν πολλὰ ἅμα
γὰρ ἀλλήλους ἔστεργον ἀλλὰ τὰ ἀλλήλων , ἃ μὴ ὄντα μόνιμα καὶ τὴν φιλίαν συναπόλλυσιν : οἱ δὲ ἀλλήλους στέργοντες
5924323 πεπλασμενου
τῆς μορφῆς ὁμοιώσεως ἐφάπτηται . Ὑποτύπωσίς ἐστι σώματος ἰδίως ἀπόδοσις πεπλασμένου , καὶ γάρ τε λιταί εἰσι Διὸς κοῦραι μεγάλοιο
δὴ καὶ ὁ τῶν Ἑβραίων θεολόγος σημαίνειν ἔοικεν , ὅταν πεπλασμένου τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος ἀπειληφότος πᾶσαν τὴν σωματικὴν δημιουργίαν ἐμφυσῆσαι
5923796 κωνοειδες
ἐν δευτέρῳ τῶν Φυσικῶν καὶ Ἀπολλόδωρος . γίνεσθαι μέντοι τὸ κωνοειδὲς τοῦ ἀέρος πρὸς τῇ ὄψει , τὴν δὲ βάσιν
τοῦ ἡμίσους λάμπεται , ἵνα καὶ τὸ ἀπορρέον αὐτῆς σκίασμα κωνοειδὲς ἀποτελῆται , τὸ δὲ ἐπὶ θάτερα ἀντεκβαλλόμενον ἐπ '
5922122 χωρησιν
τὰ ἐπιμήνια , καὶ ἐπὴν χωρέῃ : καὶ μετὰ τὴν χώρησιν χλωρὴ γίνεται , χωρέει δὲ ὀλίγα . Ταύτῃσι κεχήνασιν
” τὸ γὰρ ζῷον ὁμοίως ὕδατι χεῖται . ὅθεν πᾶσαν χώρησιν χειὴν ἔλεγον . χερῆϊ χείρονι καὶ ἥττονι . χέρνιβα
5921371 ἀνυπαρκτος
προστεθὲν οὐχ ὕπαρξιν ἀλλ ' ἀνυπαρξίαν ἀπεργάζεται . ἢ πῶς ἀνύπαρκτος οὖσα μετατίθησι τὸ ὑπαρκτὸν εἰς ἀνυπαρξίαν , ἀλλ '
' ὄντος καὶ ἐκ τοῦ μέλλοντος μηδέπω δὲ ὄντος συνεστὼς ἀνύπαρκτος ἔσται . ἄλλως τε , εἰ μὲν ἀμερής ἐστιν
5916420 σποδοειδης
Χροιῇ : τὴν ὄψιν , τῇ ὄψει . αἰθαλόεσσα : σποδοειδὴς , στακτώδης , μέλαινα , στακτοειδὴς , αἰθαλώδης .
ἐπιτεταμένως , ἡ δὲ σποδοειδής : ἀρίστη δ ' ἡ σποδοειδὴς οὖσα καὶ μαλακὴ ἄγαν πρός τε χαλκωμάτιον ἑλκυσθεῖσα γραμμὴν
5915360 Εἱλειται
πλέουσαν . δύσφραστα : δυσνόητα . κέλευθα : πορείας . Εἱλεῖται : συστρέφεται . πολιοῖο : λευκοῦ . ἑρπύζουσα :
τοῦ βοὸς , ὄνυξ δ ' ἡ τοῦ ἀνθρώπου . Εἱλεῖται : στρέφεται . δριμεῖα : βιαία . θύελλα :
5914562 προσεικασμενας
καὶ τὼ ὀφθαλμὼ ἐπιμέμυκε : κόρας δὲ ἔχει κυανοῦ χρόᾳ προσεικασμένας . καὶ τὸ μὲν γένειον ἔχει τοῦ ἡπάτου μεῖζον
καὶ τὼ ὀφθαλμὼ ἐπιμέμυκε : κόρας δὲ ἔχει κυανοῦ χρόᾳ προσεικασμένας . καὶ τὸ μὲν γένειον ἔχει τοῦ ἡπάτου μεῖζον
5911224 θεωρητος
ὁ ἀφανής , οὗτος ὁ φανερώτατος : ὁ τῷ νοῒ θεωρητός , οὗτος ὁ τοῖς ὀφθαλμοῖς ὁρατός : οὗτος ὁ
δὲ ἐκ βραχυμερίας νεφελοειδοῦς καὶ ἔστιν ἐν τῷ κόσμῳ μόνος θεωρητός . Οὐχ ὥρισται δὲ αὐτοῦ τὸ πλάτος , ἀλλὰ
5908126 ἀμιγης
διὰ τῆς θαλάσσης συνεστὼς καὶ γλυκὺ φυλάττων τὸ ῥεῖθρον , ἀμιγὴς ἔτι καὶ καθαρὸς ἐπείγῃ οὐκ οἶδ ' ὅπου βύθιος
ἐπανέπλει τὸ ποτὸν καὶ ἐπανῄει . καὶ ἄκρατος οἶνος , ἀμιγὴς πρὸς ὕδωρ , ἄμικτος . ἄκρατον σπάσαι . κεκραμένος
5907331 ἐκπνοη
ἠρεμία . ἀλλὰ καὶ ἐπὶ τῆς ἀναπνοῆς ἐστιν εἰσπνοὴ καὶ ἐκπνοή , καὶ μεταξυλαβεῖται ἠρεμία . ἐν ταύταις οὖν ταῖς
' ὃν ἤτοι κόπρος ἐμεῖται , ἢ δυσώδης ἐστὶν ἡ ἐκπνοή , πολλάκις δ ' ἡ ἐρυγὴ τοιαύτη γίνεται ,
5906886 ξυμφυτον
εἴτε ἔστιν εἴτε καὶ μή . δέδεικται τοίνυν οὐδεμίαν ἔχων ξύμφυτον κίνησιν , ἀλλ ' ἀεὶ δεόμενος τοῦ θώρακος πρὸς
φθείρεται . Φαῦλόν τι χρῆμα ἡδονή ; οὐκ ἂν ἦν ξύμφυτον , οὐδὲ τῶν σωζόντων ἡμᾶς τὸ πρεσβύτατον . Τὰ
5906161 συμφυεται
ἐστι τὸ ἐπίκτητον καὶ κεχωρισμένον : τὰ γὰρ ἀσώματα τελέως συμφύεται . καὶ ἡ ζωὴ οὖν ἡ σωματοειδής , κεχωρισμένη
ὅτι καὶ σχιζόμενα τὰ κλήματα καὶ τῆς ἐντεριώνης ἐξαιρουμένης τάχα συμφύεται : καὶ τούτου γε μᾶλλον ὁ κάλαμος , καὶ
5905591 χωριστως
. ἥκει γὰρ καὶ εἰς τὴν ὄψιν τῷ διαφανεῖ ἐποχουμένη χωριστῶς , ὡς εἴρηται , καὶ ἀμερίστως παντὶ παροῦσα .
διαφανεῖ χρώμενον , οὐχ ὡς πάσχοντι ἀλλ ' ὡς εἰδοποιουμένῳ χωριστῶς κατ ' αὐτήν . διὸ καὶ ἀμιγῶς τῇ ὄψει
5904429 ἀχωριστους
χωριστὰ τῶν φωνῶν , οὕτω καὶ τὰς ἀρχὰς τῶν ὄντων ἀχωρίστους οὔσας τῶν ἀτόμων * * τῇ αἰσθητῇ οὐσίᾳ .
ἔνυλα ὄντα καὶ ἐν ὑποκειμένοις σώμασιν ὑφιστάμενα . διὸ καὶ ἀχωρίστους ἐντελεχείας ταύτας εἰρήκασιν οἱ περὶ ταῦτα σπουδάζοντες . ὁ
5903585 πολυμερης
μονομερὴς καὶ ποικίλη καὶ δυσκατάληπτος , ἡ δ ' ἐξίχνευσις πολυμερὴς καὶ ποικίλη : ἐὰν μὲν οὖν τὸ διάστημα ἀκριβῶς
ἐγκάρδιον . ὥστε ἐπεὶ καὶ ὁ κόσμος ὑπὸ φύσεως διοικεῖται πολυμερὴς καθεστώς , εἴη ἄν τι ἐν αὐτῷ τὸ κυριεῦον
5901874 λεπτομερεστερα
ὑπάρχειν μήτε ἀθρόον μήτε ἐγκεκραμένον τοῖς σώμασιν , ὥσπερ τὰ λεπτομερέστερα σώματα παχυτέροις , καθάπερ τὸν ἀέρα ἐπιδεικνύουσιν οἱ κενὸν
ὁμοῦ τξʹ . Διεῖλον δέ τινες καὶ εἰς ἔτι τούτων λεπτομερέστερα τμήματα τὰς οἰκοδεσποτείας , τόπους καὶ μοίρας ὀνομάσαντες :
5900882 ἀχρουν
αἱ ψυχραὶ δὲ ἅμα καὶ ξηραὶ κράϲειϲ ἐγκεφάλου ψυχρὰν καὶ ἄχρουν ἀποτελοῦϲι τὴν κεφαλήν , εἰϲὶ δὲ καὶ ἄφλεβοι τοὺϲ
ψυχραὶ δ ' ἅμα καὶ ξηραὶ κράσεις ἐγκεφάλου ψυχρὰν καὶ ἄχρουν ἀποτελοῦσι τὴν κεφαλήν : εἰσὶ δ ' αἱ τοιαῦται
5900782 ἀγενητος
, ἱκανῶς εἴρηται διὰ βραχέων . ἐπεὶ δὲ ἀνώλεθρος καὶ ἀγένητος ὁ κόσμος καὶ οὔτε ἀρχὴν γενέσεως εἴληφεν οὔτε τελευτήν
εἰ ἔστι χρόνος , ἤτοι γενητός ἐστι καὶ φθαρτὸς ἢ ἀγένητος καὶ ἄφθαρτος . ἀγένητος μὲν οὖν καὶ ἄφθαρτος οὔκ
5900216 ἐστεγασμενον
στεγάζω , ἔρεφος καὶ Ἔρεβος , τὸ ὑπὸ τῆς γῆς ἐστεγασμένον , καθὼς καὶ τῷ ποιητῇ δοκεῖ : ἐν ἀρχῇ
: νικήσας . Γλαφυρήν : βαθυτάτην . Ἐπηρεφέ ' : ἐστεγασμένον , πυκνωμένον . ἀκρεμόνεσσιν : ἄκροις . Χορόν :
5898363 Βαλλα
κατὰ τὰς εὐχὰς Ῥαχήλ . Ἡ δὲ μήτηρ μού ἐστι Βάλλα , θυγάτηρ Ῥωθέου , ἀδελφοῦ Δεβόρρας , τῆς τροφοῦ
γεῦσις , ἣ αἰτία τῆς τῶν ζῴων διαμονῆς ἐστι : Βάλλα δὲ ἑρμηνεύεται κατάποσις : ἐκ ταύτης οὖν γίνεται ὁ

Back