ἱερὸν Ἀφροδίτης ἱδρύσατο ἐπὶ τῷ Ἱππολύτου ἔρωτι ὡς καὶ Εὐριπίδης Ἱππολύτῳ δ ' ἐπιθεάν . ἡ δὲ Ἀφροδίτη καθά φησι
, ὡς καὶ Εὐριπίδης ποιεῖ τὴν Φαίδραν ἐν τῷ Καλυπτομένῳ Ἱππολύτῳ . παρ ' ἣν δὲ αἰτίαν τοῦτο ἔπραττον ,
8111274 Ἐπιδαυρῳ
οὖν αὐτὸν ὕμνει καὶ παγκρατιαστὴν , διπλόαν νικῶντα ἀρετὴν ἐν Ἐπιδαύρῳ , ὡς διττὰ Ἀσκληπιεῖα νενικηκότος αὐτοῦ ἢ ὡς δύο
πολεμίῳ , ἁψάμενος ἤδη τῶν ἐν Πυθοῖ καὶ Ὀλυμπίᾳ καὶ Ἐπιδαύρῳ χρημάτων καὶ ἀντιδοὺς πρὸς λόγον τοῖς ἱεροῖς τὸ ἥμισυ
7709100 ὑμνῳ
μέθοδον , ᾗ κεχρήμεθα ἡμεῖς ἐν τῷ κλητικῷ τοῦ Ἀπόλλωνος ὕμνῳ † βιβλίῳ πως θέσθαι . ὥσπερ ἂν ἡ ὥρα
Εὐάνθης δ ' ὁ ἐποποιὸς ἐν τῷ εἰς τὸν Γλαῦκον ὕμνῳ Ποσειδῶνος αὐτὸν υἱὸν εἶναι καὶ Ναΐδος νύμφης μιγῆναί τε
7600204 σατυρικῳ
μορίων τὴν φάβα οὐκ ὀνομάζει , καίτοι Αἰσχύλου ἐν τῷ σατυρικῷ Πρωτεῖ οὕτω μνημονεύοντος τοῦ ὄρνιθος : σιτουμένην δύστηνον ἀθλίαν
στενόστομον αὐτὸ καλεῖν , εἴρηται δὲ τοὔνομα ἐπὶ ἀμφορέως ἐν σατυρικῷ δράματι Κήρυξι τοῖς Αἰσχύλου στενόστομον τὸ τεῦχος . ἔξεστι
7595184 πεπλῳ
ἢ ἐν ταῖς Ἀθήναις κἀκεῖσε ἀπελθοῦσα ὑφανῶ ἐν τῷ κροκέῳ πέπλῳ τῆς καλλιδίφρου Ἀθηνᾶς τοὺς πώλους ποικίλλουσα αὐτοὺς ἐν ἀνθοβαφέσι
γεγονὸς ἐξείπῃ , τὴν γλῶτταν αὐτῆς ἀπέτεμεν . Ἐκείνη δὲ πέπλῳ ὑφάνασα γράμματα , διὰ τούτων ἐμήνυσε Πρόκνῃ τὰς ἰδίας
7483488 Πυθωνι
τῇ πολλὰ ὑποδεχομένῃ θύματα . ἐν δ ' ἄρα μηλοδόκῳ Πυθῶνι : ὁ νοῦς : ἐν δὲ Πυθῶνι ὢν ὁ
νίκαις ἱππόβοτον πατρίδ ' ἐπευκλεΐσας Ὀλυμπίᾳ δίς , ἐν δὲ Πυθῶνι τρία , δύω δ ' ἐν Ἰσθμῷ , πεντεκαίδεκ
7441611 Ὀρεστῃ
ἄπειρος † ἐνδυτήριον κακῶν , καὶ παρ ' Εὐριπίδῃ ἐν Ὀρέστῃ : ἣ πόσιν † ἀπείρονι περιβαλοῦσα ὑφάσματι , .
εἰς τιμὴν τῶν Διοσκούρων κατηστερίσθησαν , ὡς Εὐριπίδης φησὶν ἐν Ὀρέστῃ δι ' Ἑλένην . ἣ δ ' χρεὼν καὶ
7389372 Μαιας
, ὅτ ' Ἰδαίαν ἐς νάπαν ἦλθ ' , ὁ Μαίας τε καὶ Διὸς τόκος , τρίπωλον ἅρμα δαιμόνων ἄγων
καὶ συνδιάκτορος ὤν ; καὶ μὴν καλῶς εἶχεν , ὦ Μαίας παῖ , ἐκείνων γοῦν σε μεμνῆσθαι , ὅτι μηδεπώποτέ
7388793 Πισῃ
ὁ ὕμνος , ὅστις Ψαῦμις τῷ κοτίνῳ τῷ ἐν τῇ Πίσῃ στεφθεὶς δόξαν τῇ ἑαυτοῦ πατρίδι σπεύδει περιθεῖναι . χρονιώτατον
μηδὲ ἱερὸν εἶναι Διὸς ἐν Ἤλιδι , ἀλλ ' ἐν Πίσῃ . ἀπῳκίσθαι δὲ τὴν Πίσαν τῆς Ὀλυμπίας σταδίους ἕξ
7384561 Ἰωνι
ἀναπαίστου . Τὸ Ϛʹ ὅμοιον τῷ δʹ . Τὸ ζʹ Ἰωνι - κὸν δίμετρον βραχυκατάληκτον ἀπὸ μείζονος , ἤτοι ἡμιόλιον
ἀναπαίστου . Τὸ Ϛʹ ὅμοιον τῷ δʹ . Τὸ ζʹ Ἰωνι - κὸν δίμετρον βραχυκατάληκτον ἀπὸ μείζονος , ἤτοι ἡμιόλιον
7322588 κιθαριν
μάλιστα ἐν τοῖσδε τοῖς ἔπεσι κήρυξ δ ' ἐν χερσὶν κίθαριν περικαλλέ ' ἔθηκε Φημίῳ , ὃς δὴ πολλὸν ἐκαίνυτο
τ ' ἀναθήματα δαιτός . κῆρυξ δ ' ἐν χερσὶν κίθαριν περικαλλέα θῆκε Φημίῳ , ὅς ῥ ' ἤειδε παρὰ
7316564 Ῥαδαμανθυι
κλισίαν ἐπεδείκνυσαν πλησίον τῶν ἀρίστων . ἐγὼ δὲ προσελθὼν τῷ Ῥαδαμάνθυι πολλὰ ἱκέτευον εἰπεῖν τὰ μέλλοντα καὶ ὑποδεῖξαί μοι τὸν
„ ' Ἀθήναις ἐστί τις γείτων πόλις „ καὶ ἐν Ῥαδαμάνθυι ” οἳ γῆν ἔχους ' Εὐβοΐδα πρόσχωρον πόλιν ”
7273658 Θυεστῃ
Φιλομήλα καὶ Πρόκνη Θεμιστώ τε καὶ Μήδεια . Οὗτος καὶ Θυέστῃ τὴν ἐξάγιστον ἐκείνην παρέθηκε τράπεζαν καὶ ὡς θηρίον σαρκοβόρον
' Ἀτρέϊ ποιμένι λαῶν , Ἀτρεὺς δὲ θνῄσκων ἔλιπεν πολύαρνι Θυέστῃ , αὐτὰρ ὃ αὖτε Θυέστ ' Ἀγαμέμνονι λεῖπε φορῆναι
7239541 Ἀστυδαμας
, καὶ σκευασία μὴ μί ' ᾖ τῆς μουσικῆς , Ἀστυδάμας ὁ τραγικὸς ἐν Ἡρακλεῖ σατυρικῷ , ἑταῖρε , φησί
. καὶ Τίτορμος δὲ ὁ Αἰτωλὸς διηριστήσατο αὐτῷ βοῦν . Ἀστυδάμας δ ' ὁ Μιλήσιος τρὶς Ὀλύμπια νικήσας παγκράτιον ,
7229925 Δηλωι
χαίρετον , εὖ δὲ τάνδ ' ἀμφέπετον πόλιν . ἐν Δήλωι ποτ ' ἔτικτε τέκνα Λατώ , Φοῖβον χρυσοκόμαν ἄνακτ
πολεμήϊα τεύχε ' ἔχουσαν . . . . . ἐν Δήλωι τότε πρῶτον ἐγὼ καὶ Ὅμηρος ἀοιδοὶ μέλπομεν , ἐν
7195458 Κενταυρῳ
' ἴσως οὐχ Ἡρακλεῖ προσέοικεν ὑμῶν ὁ δῆμος , ἀλλὰ Κενταύρῳ τινὶ ἢ Κύκλωπι πεπωκότι καὶ ἐρῶντι , τὸ μὲν
ἐξ ὄρους ὃ καλοῦσιν Ἐρύμανθον . διερχόμενος οὖν Φολόην ἐπιξενοῦται Κενταύρῳ Φόλῳ , Σειληνοῦ καὶ νύμφης μελίας παιδί . οὗτος
7156260 Κυκλωπι
τοῦ δικαίου χάριτας δίδου καὶ μήτοι νόμιζε καλὸν ἐοικέναι τῷ Κύκλωπι καὶ βοᾶν εἰκῆ καὶ λακτίζειν καὶ καταφρονεῖν τῶν θεῶν
, ὡς Ὀδυσσεὺς , πληρώσας κυμβίον ἀκράτου , ὤρεξε τῷ Κύκλωπι . . . . , : Σκύλλα θυγάτηρ μὲν
7139246 καλλιπλοκαμῳ
ἡμέτερον δόμον ἵκει : τώ με μάλα χρεὼ πάντα Θέτι καλλιπλοκάμῳ ζῳάγρια τίνειν . ἀλλὰ σὺ μὲν νῦν οἱ παράθες
τῷ ἴκελον οἷόν ποτ ' ἐνὶ Κνωσσῷ εὐρείῃ Δαίδαλος ἤσκησεν καλλιπλοκάμῳ Ἀριάδνῃ . ἔνθα μὲν ἠίθεοι καὶ παρθένοι ἀλφεσίβοιαι ὠρχεῦντ
7117947 Μελεαγρῳ
πράγματος , οὐδ ' ἂν προσαγγέλλῃ τις ἡμῖν ἅπερ τῷ Μελεάγρῳ , Ἄνδρας μὲν κτείνουσι , πόλιν δέ τε πῦρ
δᾶδα εἶναί φασιν , ἣν ἐν τῇ κυήσει φαγοῦσα τῷ Μελεάγρῳ ἐν τῇ γεννήσει συντέτοκε καὶ ἐφύλαττεν ἀκριβῶς ὑπὸ τῶν
7115704 Φινει
Διονυσαλεξάνδρῳ : φοιτᾷς ἐπὶ δεῖπνον ἄνηστις : καὶ Αἰσχύλος ἐν Φινεῖ : ἄνηστις δ ' οὐκ ἀποστατεῖ γόος : παρὰ
αὐτὰ οἰητέον εἴτε περιειλήματα ποδῶν , ταῦτα πέλλυτρα καλεῖ ἐν Φινεῖ Αἰσχύλος : πέλλυτρ ' ἔχουσιν εὐθέτοις ἐν ἀρβύλαις .
7085784 Τιτανις
ἡ παλαιγενὴς ] ἡ γηραιά διῆλθε ] διηγήσατο , εἶπεν Τιτανὶς ] ἡ ἐκ Τιτάνων καταγομένη ἡμέτερα † ἐν τοῖς
Ἡρακλῆς . κλεινός ] Ὁ Ἡρακλῆς . . . : Τιτανὶς ] Ἡ μία τῶν Τιτάνων . : Τιτᾶνες ἐκαλοῦντο
7045860 ὀπισθοδομῳ
, ὅπου ἦν θησαυροφυλάκιον . ἐπεὶ τὰ χρήματα ἐν τῷ ὀπισθοδόμῳ ἀπέκειτο . μέρος δέ ἐστι τῆς ἀκροπόλεως , [
παμμεγέθης Κωνσταντῖνος εἰκόνι ἀπεμειλίσσετο τῇ νῦν ἔτι ἀνακειμένῃ πρὸς τῷ ὀπισθοδόμῳ τοῦ βουλευτηρίου . οὕτω δόξα ἀγαθὴ βασιλεῖ πολλῶν ἀσπίδων
7024113 Ὑλατης
Τεμβριεύς . Τέμβρος , πόλις Κύπρου , ἐν ᾗ τετίμηται Ὑλάτης Ἀπόλλων . τὸ ἐθνικὸν Τέμβριος . Τεμένεια , πόλις
* . Ὕλη πόλις Κύπρις , ἐν ᾗ Ἀπόλλων τιμᾶται Ὑλάτης . × . Ὑλάτου δὲ τοῦ Ἀπόλλωνος : Ὕλη
7005808 Ἀλφειῳ
γένος , εἰραφιῶτα , οἱ δέ ς ' ἐπ ' Ἀλφειῷ ποταμῷ βαθυδινήεντι κυσαμένην Σεμέλην τεκέειν Διὶ τερπικεραύνῳ , ἄλλοι
ἐπὶ τὸ ὕδωρ ἀναφεύγουσιν ὀπίσω τὸ οἰκεῖον . τῷ δὲ Ἀλφειῷ τὸ αὐτὸ πάσχει καὶ ὕδωρ ἄλλο ἐν Ἰωνίᾳ :
7000887 ὑφασματι
' Εὐριπίδῃ ἐν Ὀρέστῃ : ἣ πόσιν † ἀπείρονι περιβαλοῦσα ὑφάσματι , . , . , + . Ἀπερωεύς :
ἐν Λεύκτροις : τότε μὲν γὰρ τοῦ ἱεροῦ τὰς θύρας ὑφάσματι ἀράχναι λευκῷ , κατὰ δὲ τὴν Ἀλεξάνδρου καὶ Μακεδόνων
6997819 Ὀπουντι
: Μενοιτίου ἄλκιμος υἱός ] Πάτροκλος ὁ Μενοιτίου τρεφόμενος ἐν Ὀποῦντι τῆς Λοκρίδος περιέπεσεν ἀκουσίωι πταίσματι : παῖδα γὰρ ἡλικιώτην
καὶ κριὸν θύσας ὡς ἥρωι κατέδειξε κατ ' ἐνιαυτὸν ἐν Ὀποῦντι θύειν καὶ τιμᾶν ὡς ἥρωα τὸν Ἡρακλέα . τὸ
6981646 Σισυφῳ
τοῦτον ἔφυγεν οἱ δὲ κομίσαντες ἐν Κορίνθῳ τούτου τὸ σῶμα Σισύφῳ ἀπὸ Σχοινουντίαςἐκεῖ γὰρ ἐξερρίφη ἐκ τῆς θαλάσσης δελφῖνος αὐτὸν
γνωρίζοις , φιλότιμος εἶναι δόξεις . εἴρηται τοίνυν ἐν Αἰσχύλου Σισύφῳ σὺ δ ' ὁ σταθμοῦχος εὖ κατιλλώψας ἄθρει .
6981107 ποικιλλουσα
σωφροσύνην αὐτῆς καταμηνύει : εὑρίσκεται γοῦν περὶ ἵστον ὑφαίνουσα καὶ ποικίλλουσα τὴν δίπλακα . διδάσκει δ ' ἡμᾶς Ὅμηρος δεῖν
δὲ ἀνιέρουν διὰ πενταετηρίδος ἐν τοῖς Παναθηναίοις : ἐν πέπλῳ ποικίλλουσα : ἐν κροκέῳ πέπλῳ : τῷ τῆς Ἀθηνᾶς κροκοειδεῖ
6978731 Ἀλκηστιδι
ἐν ᾧ ἐστι λοχῆσαι . Εὐριπίδης Τηλέφῳ : καὶ ἐν Ἀλκήστιδι : κἄνπερ λοχαία σαυτὸν ἐξ ἕδρας . καὶ λοχαίη
θυγατέρες εἰσὶν αἱ Πελίου : τὸ δὲ ὄνομα ἐπὶ τῇ Ἀλκήστιδι γέγραπται μόνῃ . Ἰόλαος δέ , ὃς ἐθελοντὴς μετεῖχεν
6972482 Ἀριαδνῃ
δὲ Ποσειδῶνος αὐτὸν υἱὸν εἶναι καὶ Ναίδος νύμφης μιγῆναί τε Ἀριάδνῃ ἐν Δίᾳ τῇ νήσῳ ἐρασθέντα , ὅτε ὑπὸ Θησέως
γενόμενον τοῖς μὲν ἐγχωρίοις ἀπολιπεῖν χρήματα , συντάξαντα θύειν τῇ Ἀριάδνῃ : δύο δὲ μικροὺς ἀνδριαντίσκους ἱδρύσασθαι , τὸν μὲν
6967229 ἰηιον
στρουθῶν ] τῶν ἀετῶν . ὁ μάντις τοῦτό φησιν . ἰήιον ] ἐπίθετον Ἀπόλλωνος . καλέω ] ἐπικαλοῦμαι . καλέω
κρᾶναι , δεξιὰ μὲν κατάμομφα δὲ φάσματα † στρουθῶν . ἰήιον δὲ καλέω Παιᾶνα , μή τινας ἀντιπνόους Δαναοῖς χρονίας
6962629 ὑμεναιος
, Κρονίδαο Διὸς τροφός , ἡ δέ τε Μυσῆς ἁρπαγίμης ὑμέναιος ἔφυ κρατερῆς Εὐρώπης . Τῷ δ ' ὕπο Κιμμερίη
φησιν Λέξεσιν : ἱμαῖος ᾠδὴ μυλωθρῶν : ἐν δὲ γάμοις ὑμέναιος : ἐν δὲ πένθεσιν ἰάλεμος . λίνος δὲ καὶ
6960276 Προμηθει
, . : . . . καὶ Αἰσχύλος δὲ ἐν Προμηθεῖ : πολλοῖς γάρ ἐστι κέρδος ἡ σιγὴ βροτῶν .
ἀρειθύσανοι : Ἄρεος θύσανοι οἱονεὶ ἀποσχίσματα παρ ' Αἰσχύλῳ ἐν Προμηθεῖ Λυομένῳ . Ἄρειος πάγος : δικαστήριον Ἀθήνησιν ἐν ἀκροπόλει
6943385 μεγαρῳ
χρύσεον , ὄφρ ' ἐμέθεν μεμνημένος ἤματα πάντα σπένδῃ ἐνὶ μεγάρῳ Διί τ ' ἄλλοισίν τε θεοῖσιν . ” ὣς
ἀνέρος ἀφνειοῖο πάϊς : πολλοὶ δὲ καὶ ἄλλοι υἷες ἐνὶ μεγάρῳ ἠμὲν τράφον ἠδ ' ἐγένοντο γνήσιοι ἐξ ἀλόχου :
6901368 Πυριλαμπης
Μενεφύλου παγκρατιαστὴς ἀνὴρ ἐξ Αἰγίου τῆς Ἀχαιῶν , ἀνάκειται δὲ Πυριλάμπης Ἐφέσιος λαβὼν δολίχου νίκην . τοῦ μὲν δὴ τὴν
ἐξ ἐκείνου . τῷ μὲν γὰρ πατρί , δοκῶ , Πυριλάμπης ὄνομα . Πάνυ γε , ἔφη . Αὐτῷ δέ
6896894 Φλεγυαο
ὃς μέγα χάρμα βροτοῖσιν ἐγείνατο μειχθεὶς ἐν φιλότητι Κορωνίδι τῇ Φλεγύαο Ἰὴ Παιᾶνα Ἀσκληπιὸν δαίμονα κλεινότατον , ἰὲ Παιάν .
, ὅτ ' ἄρ ' Ἴσχυς γῆμε Κορωνὶν Εἰλατίδης , Φλεγύαο Διογνήτοιο θύγατρα . . , : [ Ξενοκράτει Ἀκραγαντίνῳ
6894109 Οἰδιποδι
ξυνετὸν μέλος ἔγνω : ἀπὸ κοινοῦ τὸ Σφιγγός . τῷ Οἰδίποδι ξυνετόν : ἄλλως : συνετόν τινες τὸ βαθύτατον .
γὰρ πόλεως ὄνειδος , τὸ δι ' οὗ δηλαδὴ τῷ Οἰδίποδι καὶ τῇ πόλει πάσῃ ὄνειδος προσεγένετο , τουτέστι τὴν
6893335 Κυπρωι
ἐπ ' αἰγιαλοῖς ψαμμώδεσιν ἅλματι κούφωι : εἴτ ' ἐν Κύπρωι , ἄνασσα , τροφῶι σέο , ἔνθα καλαί τε
τε πρὸς Εὐαγόραν ἐπικρατέστερον ἐπολέμει , καὶ περὶ τῆς ἐν Κύπρωι ναυμαχίας : καὶ ὡς Ἀθηναίων ἡ πόλις ταῖς πρὸς
6891703 τριποδι
καταλυθεὶς διαλέληθε τοὺς πολλούς . Ἦν δὲ παραπλήσιος μὲν Δελφικῷ τρίποδι , καὶ τοὔνομ ' ἐντεῦθεν ἔσχε , τὴν δὲ
Πυθία γυνὴ , ἥτις , ὥς φασιν , ἐπικαθημένη τῷ τρίποδι τοῦ Ἀπόλλωνος , καὶ διαιροῦσα τὰ σκέλη πονηρὸν κάτωθεν
6889661 ἀγκοινῃσιν
τοῦ λῶ τὸ θέλω : τὸ ἑνικὸν ἀντὶ πληθυντικοῦ . ἀγκοίνῃσιν : κοιλότησι , τροπικῶς , βαθυτάταις πέτραις , βαθυτάτοις
. ἔνι : ὑπάρχει . Μητρός : τῆς θαλάσσης . ἀγκοίνῃσιν : ἀγκάλαις , κόλποις , κοιλώμασιν . ἑλισσόμενοι :
6886632 ἑανον
ἐκ κράατος ἀθανάτοιο . ἀμφὶ δ ' ἄρ ' ἀμβρόσιον ἑανὸν ἕσαθ ' , ὅν οἱ Ἀθήνη ἔξυς ' ἀσκήσασα
δὲ πέλεν ἀντὶ τοῦ πέλει . . πέπλον μὲν κατέχευεν ἑανὸν πατρὸς ἐπ ' οὔδει , ποικίλον , ὅν ῥ
6883125 παιασιν
: θρῆνον ἐφ ' ᾧ οὐ σπένδουσιν ὥσπερ ἐν τοῖς παιᾶσιν : κοινωνεῖν : κελεύω αὐτοὺς μετέχειν τοῦ πένθους τῷ
: συν αλιοι ? ? τριτα [ [ ἰὲ ] παιᾶσιν ? ? αχενουλα ! ! ! ! [ [
6881587 ὀλβιαν
μονογέρων μοχλίον Μύλλος ναιδαμῶς νεοπεινής νηπτικωτάτην νοσακερόν νωδογέρων ξυλοκύμβη ἐς ὀλβίαν ὀλεκρανίζειν ὀλισβοκόλλιξ ὀρθοπυγιᾶν ὀρθοσταδόν παιδότριψ παλίγγλωττον παλίμπηγα παππάζοιεν παραγεγηρακώς
τὸν Τέλλον , ὥστε καὶ παῖδας ἐκγόνων ἐκτήσατο . Ἐκείνην ὀλβίαν προσεῖπεν ἂν εἰκότως ἡ τραγῳδία , ἥπερ εὐτυχῶς τὴν
6877946 Σιμωνιδῃ
πεντήκοντ ' ἀνδρῶν καλὰ μαθόντι χορῷ : ἀμφὶ διδασκαλίῃ δὲ Σιμωνίδῃ ἕσπετο κῦδος ὀγδωκονταέτει παιδὶ Λεωπρεπέος . φασὶ δὲ αὐτὸν
πολλὰ Δώρια Παρθένεια [ ἄλλα ] Ἀλκμᾶνι καὶ Πινδάρῳ καὶ Σιμωνίδῃ καὶ Βακχυλίδῃ πεποίηται , ἀλλὰ μὴν καὶ ὅτι προσόδια
6871783 Αἰακῳ
θυμέ , τίνα πρὸς ἀλλοδαπάν ἄκˈραν ἐμὸν πλόον παραμείβεαι ; Αἰακῷ σε φαμὶ γένει τε Μοῖσαν φέρειν . ἕπεται δὲ
τῶν ἀπογόνων αὐτοῦ . Περὶ τῶν Ἀσωποῦ θυγατέρων καὶ τῶν Αἰακῷ γενομένων υἱῶν . Περὶ Πέλοπος καὶ Ταντάλου καὶ Οἰνομάου
6867518 κλειναν
καὶ ἐπ ' Ἀργώιου δορὸς ἄξενον ὑγρὰν ἐκπερᾶσαι ποντιᾶν Ξυμπληγάδων κλεινὰν ἐπὶ ναυστολίαν , Ἰλιάδα τε πόλιν ὅτε τὸ πάρος
ἀσάφειαν εἰργάσθαι : ἐπεὶ ἡ ἀκόλουθος ἑρμηνεία οὕτως ἐστί : κλεινὰν Ἀκράγαντα γεραίρων , Ὀλυμπιονίκαν ὕμνον ὀρθώσας Θήρωνος ἀκαμαντοπόδων ἵππων
6858603 φορμιγξ
πῇ σοι ] πηκτὶς ἔβη , μηλόσκοπε , πῇ σεο φόρμιγξ [ ; ] πῇ ? [ ] μελέων ?
: ἑαυτῷ παρακελεύεται ὑμνεῖν τὸν νικηφόρον . βρομία δὲ ἡ φόρμιγξ , ἤτοι παρὰ τὸν βρόμον καὶ τὸν ἦχον τὸν
6848086 ἐυστεφανος
ἔοργας ἀτασθαλίῃσι πιθήσας . Σχέτλιε , ποῦ νύ τοί ἐστιν ἐυστέφανος Κυθέρεια ; Πῇ δὲ πέλει γαμβροῖο λελασμένος ἀκάματος Ζεύς
, ὄφρα σε Λιμὸς ἐχθαίρῃ , φιλέῃ δέ ς ' ἐυστέφανος Δημήτηρ αἰδοίη , βιότου δὲ τεὴν πιμπλῇσι καλιήν :
6840530 Πανδιονι
λωβησάμενος τῇ παιδὶ ἤγαγεν ἐς ἀνάγκην δίκης τὰς γυναῖκας . Πανδίονι δὲ καὶ ἄλλος ἀνδριάς ἐστιν ἐν ἀκροπόλει θέας ἄξιος
δὲ εἰς Πελοπόννησον σὺν λαῷ παραγενόμενος κτίζει πόλιν Πύλον . Πανδίονι δὲ ἐν Μεγάροις ὄντι παῖδες ἐγένοντο Αἰγεὺς Πάλλας Νῖσος
6837464 Λυσιστρατῃ
λεπάδας . . παρέθηκέ μοι . τὸ δ ' ἐν Λυσιστράτῃ Ἀριστοφάνους πέπαικται : ἀλλ ' ὦ τηθῶν ἀνδρειοτάτη καὶ
κατασημαίνεσθαι κηρὸν οἱ παλαιοὶ ῥύπον ὠνόμαζον , καὶ ῥύπους ἐν Λυσιστράτῃ Ἀριστοφάνης : καὶ μηδὲν οὕτως εὖ σεσημάνθαι τὸ μὴ
6833491 Ἀλκινοῳ
τέρπεο τῷδ ' ἐνὶ οἴκῳ παισί τε καὶ λαοῖσι καὶ Ἀλκινόῳ βασιλῆϊ . ” ὣς εἰπὼν ὑπὲρ οὐδὸν ἐβήσετο δῖος
, ἑὸς πόσις ἄμμιν ἀγέσθω . Ὣς ἔφατ ' : Ἀλκινόῳ δὲ περὶ φρένας ἤλυθε μῦθος : Καί ῥ '
6827995 Διαγορᾳ
Διαγόρᾳ Ῥοδίῳ πύκτῃ υἱῷ Δαμαγήτου . Διαγόρᾳ Ῥοδίῳ πύκτῃ . Διαγόρᾳ Ῥοδίῳ πύκτῃ νικήσαντι ἑβδομηκοστὴν ἐννάτην Ὀλυμπιάδα . . .
προσοδιακὸν δίμετρον καταληκτικόν . τὸ ιγʹ Στησιχόρειον . . , Διαγόρᾳ νικήσαντι τὴν οθʹ Ὀλυμπιάδα . τοῦτον δὲ τὸν Διαγόραν
6824627 Θηβῃ
οὐδ ' ὅτε περ Σεμέλης , οὐδ ' Ἀλκμήνης ἐνὶ Θήβῃ , οὐδ ' ὅτε Δήμητρος καλλιπλοκάμοιο ἀνάσσης , οὐδ
ἡ Θήβη . ἄλλος δὲ πάλιν ἱστορικὸς γράφει : Ζεὺς Θήβῃ μιγεὶς Αἴγυπτον γεννᾷ , οὗ θυγάτηρ Κάρχος , ἀφ
6823596 προδομῳ
χειρὸς ἑλοῦσα δόμων ἐξῆγε θύραζε . εὗρε δ ' ἐνὶ προδόμῳ ἠμὲν δέπα ἠδὲ τραπέζας ἀνδρῶν δαιτυμόνων , οἵ μευ
ὥς τις βοῦν καταβάλλων . Βρυγοί : ἔθνος Ἰλλυρίας . προδόμῳ : καταχρηστικῶς πρόδομον εἶπε τὸ πρόναον . τῆς δὲ
6820742 ἐποποιος
βασιλεὺς ἀτιμάσῃ , κεραμέοις χρῆται . Χοιρίλος δ ' ὁ ἐποποιός φησι : χερσὶν ὄλβον ἔχω κύλικος τρύφος ἀμφὶς ἐαγός
καὶ Φερεκύδης καὶ Νίκανδρος ἐν δευτέρωι Αἰτωλικῶν καὶ Θεόπομπος ὁ ἐποποιός . : περὶ δὲ τοῦ δέρους ὅτι ἦν χρυσοῦν
6817667 δαπεδῳ
τῇ οἰκίᾳ μεγάλων καὶ βεβη - κυίας τῆς οἰκίας ἐν δαπέδῳ , εἰ μὴ εὑρήσομεν καλὴν καὶ εὐεύρετον χώραν ἑκάστοις
. οἱ δὲ θεοὶ πὰρ Ζηνὶ καθήμενοι ἠγορόωντο χρυσέῳ ἐν δαπέδῳ , μετὰ δέ σφισι πότνια Ἥβη νέκταρ ἐῳνοχόει :
6814766 Ἁιδῃ
τὸ ὁρᾶν * * καταφωτίζον αὐτοὺς , ἐπεὶ προστίθημι τῷ Ἅιδῃ τὸ ἐμὸν δέμας : ἀντὶ τοῦ τὸ ἐμὸν δέμας
τῆς πρὸς Ἑκάβην λιθολευστήσεως τῶν Ἑλλήνων . Ἅιδῃ : τῷ Ἅιδῃ τῶν μελανῶν τοῦ αἵματος θυμάτων ἀπαρχὴν δῷ ἢ αὐτὴν
6811995 ἐθηκατο
ἀνδράσιν ὁ δαίμων οὐ τὴν ἴσην δύναμιν ἐπὶ τῷ ὄλβῳ ἐθήκατο , τουτέστιν οὐκ ἐπὶ πᾶσιν ἀνθρώποις ὁ θεὸς τὴν
τόν οἱ χωσαμένη γυίοις ἐπιήραρε Δηώ , μαρτυρίην ὅτι μοῦνος ἐθήκατο Φερσεφονείῃ . Δαῖμον , ὃς Ἀμφιλύσοιο ῥόον . .
6809947 Φοιβον
ὡς ἂν ἔχοντες προμαχομένας αὑτῶν τὰς συλλαβὰς καὶ τὸν ἀκειρεκόμην Φοῖβον ἀποτοξεύοντα τὸν λοιμόν . Πευθῆνας μέντοι ἐν αὐτῇ Ῥώμῃ
μητιέτην καὶ ὑψιβρεμέτην καὶ τὸν Ἥλιον Ὑπερίονα καὶ τὸν Ἀπόλλωνα Φοῖβον καλῶν . μετὰ δὲ τὴν ὀνοματοποιίαν ἴδωμεν καὶ τοὺς
6807106 Φλεγυα
διὰ τὸ πάντας ὑπερβεβληκέναι τῇ ἰατρικῇ τέχνῃ καὶ ἐμπειρίᾳ . Φλεγύα θυγάτηρ ] * Ἡ Κορωνίς : λέγει δὲ νῦν
δὲ πλατύτερον ἐρεῖ . Ἔστι δὲ αὕτη : Κορωνὶς ἡ Φλεγύα θυγάτηρ διακορεσθεῖσα ὑπ ' Ἀπόλλωνος , ἐγκύμων ἐγένετο :
6806600 διθυραμβῳ
διὰ τὸ ἐλαύνεσθαι αὐτὸν διὰ βοῆς καὶ λέγεσθαι . Χάριτες διθυράμβῳ : οὕτως ἀκουστέον : αἱ τοῦ Διονύσου διθυράμβων ἐν
, ἐπειδὴ καὶ δέκα φυλαί . διαγωνίζονται δ ' ἀλλήλοις διθυράμβῳ , φυλάττοντος τοῦ χορηγοῦντος ἑκάστῳ χορῷ τὰ ἐπιτήδεια .
6798862 Λυδηι
. Ἡσίοδος δὲ καὶ Πίνδαρος ἐν Πυθιονίκαις καὶ Ἀντίμαχος ἐν Λύδηι διὰ τοῦ Ὠκεανοῦ φασιν ἐλθεῖν αὐτοὺς εἰς Λιβύην καὶ
β τῶν Ἀργοναυτῶν ἐν Βυζαντίωι φησίν , Ἀντίμαχος δὲ ἐν Λύδηι ἐν Κόλχοις πλησίον τοῦ ποταμοῦ μιγῆναι . . .
6797027 Φερσεφονη
, τοῦ Διὸς οὕτως ἐξ ἀρχῆς βουληθέντος . ἡ γοῦν Φερσεφόνη περὶ τοὺς τῆς Αἴτνης διατρίβουσα λειμῶνας ἡρπάσθη παρὰ τοῦ
καί μοι βριμαίνω . . . . Βριμώ : ἡ Φερσεφόνη : ἡ δ ' αὐτὴ λέγεται Ἑκάτη , οἷον
6794747 οἰνοχοει
πυνθάνεται βασιλεὺς Ἀρτεμβάρεω ὁπόθεν εἴη ὁ νεανίσκος . Ὡς καλῶς οἰνοχοεῖ . Ὁ δ ' εἶπεν : Ὦ δέσποτα ,
τοῖς γάμοις . παρὰ δὲ τῇ καλῇ Σαπφοῖ καὶ Ἑρμῆς οἰνοχοεῖ τοῖς θεοῖς . καὶ ταῦτα δὲ παρεσκεύαζον τοῖς δειπνοῦσιν
6788590 Εὐθυφρονι
ὅσιον καὶ τὸ δίκαιον ὁμωνύμως τῷ γένει διαιρεῖ ἐν τῷ Εὐθύφρονι , καὶ ἔστιν ἡ τοιαύτη ἀκρίβεια φιλο - σοφωτέρα
γραφήν σέ τις ὡς ἔοικε γέγραπται : κεῖται ἐν τῷ Εὐθύφρονι . ἃ δέ φησιν ἡ βουλὴ δεῖν ] πάλιν
6787044 Πανδωρᾳ
ἀνδρὶ καὶ λάσανα ἀναγκαῖα καὶ ἁμίς , ἣν Σοφοκλῆς ἐν Πανδώρᾳ ἐνουρήθραν καλεῖ καὶ Αἰσχύλος οὐράνην . ὅτι δὲ οὐ
, ὁ δὲ διάζεται , καί που παρὰ Νικοφῶντι ἐν Πανδώρᾳ . τὸ δὲ συνδῆσαι τὸν στήμονα καιρῶσαι λέγειν χρή
6786507 Λικυμνιῳ
. Φαῦλον , τὸ ἁπλοῦν . καὶ Εὐριπίδης ἐν τῷ Λικυμνίῳ : ” Φαῦλον , ἄκομψον , τὰ μέγιστ '
καὶ ἐπὶ τοῦ ἁπλοῦ , ὡς καὶ παρὰ Εὐριπίδῃ ἐν Λικυμνίῳ φέρεται ἐπὶ τοῦ Ἡρακλέους οὑτωσί : φαῦλον , ἄκομψον
6786037 Ὀλυμπῳ
, ἐν δὲ τῷ αὐτῷ χρόνῳ τούτῳ ἐν τῷ Μυσίῳ Ὀλύμπῳ ὑὸς χρῆμα γίνεται μέγα : ὁρμώμενος δὲ οὗτος ἐκ
τέτραπται τὸν Πηνειόν : ἐνταῦθα ὁ Πουλυδάμας λέοντα ἐν τῷ Ὀλύμπῳ , μέγα καὶ ἄλκιμον θηρίον , κατειργάσατο οὐδενὶ ἐσκευασμένος
6782087 ἐπιγραμμασιν
. ΥΚΑΙ . [ καὶ ] τὸν ὕκην Καλλίμαχος ἐν ἐπιγράμμασιν ἱερὸν ἰχθὺν καλεῖ διὰ τούτων : θεὸς δέ οἱ
καὶ λόφον ἐπὶ τῆς κεφαλῆς , ὡς δηλοῖ Ποσείδιππος ἐν ἐπιγράμμασιν . ἤσθιε δὲ καὶ αὐτὴ λίτρας μὲν κρεῶν δώδεκα
6780419 Γλαυκῳ
τοὺς Σειληνοὺς καὶ τοὺς Σατύρους , ὡς Αἰσχύλος μὲν ἐν Γλαύκῳ , Σοφοκλῆς δὲ ἐν Ἀνδρομέδᾳ . οἱ Σάτυροι δὲ
ἔκτοτε εἰς τὴν ἑαυτοῦ πατρίδα τὸ Ἄργος ἀπελθεῖν πρὶν τῷ Γλαύκῳ διδάξαι τὴν μαντικὴν καὶ ὃς διδάσκει αὐτόν . ἀποπλέων
6775434 Κολχισι
. . , . : κινάρα . ταύτην Σοφοκλῆς ἐν Κολχίσι κυνάραν καλεῖ , ἐν δὲ Φοίνικι κύναρος ἄκανθα πάντα
Ἑκαταῖος Ἀσίαι . . : κινάρα : ταύτην Σοφοκλῆς ἐν Κολχίσι κυνάραν καλεῖ , ἐν δὲ Φοίνικι κύναρος ἄκανθα πάντα
6774123 πειθ
σύ γ ' , ἀλλ ' ἐμοὶ πιθοῦ . Μὴ πεῖθ ' ἃ μὴ δεῖ . Δυστάλαινά τἄρ ' ἐγώ
. πρόσπιπτε δ ' οἰκτρῶς τοῦδ ' Ὀδυσσέως γόνυ καὶ πεῖθ ' τὴν σὴν ὥστ ' ἐποικτῖραι τύχην . ὁρῶ
6770587 Ναυπλιῳ
, λὰξ ἐνθορὼν ἀπέκτεινεν . Ἀερόπην δὲ καὶ Κλυμένην Κατρεὺς Ναυπλίῳ δίδωσιν εἰς ἀλλοδαπὰς ἠπείρους ἀπεμπολῆσαι . τούτων Ἀερόπην μὲν
τρίτον κρατῆρα Διὸς σωτῆρος ἔλεγον , καθὰ καὶ Σοφοκλῆς ἐν Ναυπλίῳ : Ζεῦ παυσίλυπε , καὶ Διὸς σωτηρίου σπονδὴ τρίτου
6768829 Ὑλῃ
' ἐν Ὕλῃ ναίεσκε ” ” σκυτοτόμων ὄχ ' ἄριστος Ὕλῃ „ ἔνι οἰκία ναίων . „ οὐδ ' ἐνταῦθα
. . , Μ . . ὅς ῥ ' ἐν Ὕλῃ ναίεσκε : ἡ διπλῆ , ὅτι Ζηνόδοτος γράφει Ὕδῃ
6765853 σκαπτῳ
Αἰτναίου ἐν Σικελίᾳ ἐκ διαδοχῆς Τηλίνου τοῦ προγόνου αὐτῶν . σκάπτῳ : Ἀρίσταρχος : τοῖς κατὰ τὸν χορὸν εἰπεῖν ἐπικελεύει
αἰχματὰν κεραυνὸν σβεννύεις αἰενάου πυρός . εὕδει δ ' ἀνὰ σκάπτῳ Διὸς αἰετός , ὠκεῖαν πτέρυγ ' ἀμφοτέρωθεν χαλάξαις ,
6764910 εὐιε
ἐκεῖς ' ἄγε με , Βρόμιε Βρόμιε , πρόβακχ ' εὔιε δαῖμον . ἐκεῖ Χάριτες , ἐκεῖ δὲ Πόθος ,
πολυώνυμε , λύσιε δαῖμον , κρυψίγονον μακάρων ἱερὸν θάλος , εὔιε Βάκχε , εὐτραφές , εὔκαρπε , πολυγηθέα καρπὸν ἀέξων
6763779 Ἰακχος
ὡς παρὰ τῷ Ἡροδότῳ σεμνὸν ἅμα ἡδονῇ ἕποιτο , οἷον Ἴακχος καὶ τὰ τοιαῦτα , ἑτέρου λόγου . Ἀλλ '
διεγένετο , ἀλλὰ καὶ συνιούσης τῆς ναυμαχίας ἐξεφοίτα μὲν ὁ Ἴακχος συνναυμαχήσων , νέφος δὲ ὁρμηθὲν ἀπ ' Ἐλευσῖνος καὶ
6763634 Γηρυταδῃ
δὲ ὄψον , ὃ δὲ οἶνον . καὶ Ἀριστοφάνης ἐν Γηρυτάδῃ καὶ Αἰολοσίκωνι διὰ τούτων : ἥκω Θεαρίωνος ἀρτοπώλιον λιπών
μόνον ἐστὶν ἀλλὰ καὶ οἰνοχόη , σαφὲς Ἀριστοφάνης ἐν τῷ Γηρυτάδῃ ποιεῖ : περιέφερε δὲ κύκλῳ λεπαστὴν ἡμῖν ταχὺ προσφέρων
6760508 Κοροπαιος
πολίτης Κορωπαῖος . Νίκανδρος ἐν Θηριακοῖς ᾗ ἐν Ἀπόλλων μαντείας Κοροπαῖος ἐθήκατο καὶ θέμιν ἀνδρῶν . οἱ δὲ ὑπομνηματίσαντες αὐτὸν
, μάντιν ἐνὶ ζωοῖσι γεράσμιον , ᾗ ἐν Ἀπόλλων μαντοσύνας Κοροπαῖος ἐθήκατο καὶ θέμιν ἀνδρῶν : μὶξ δὲ κονυζῆεν φυτὸν
6760154 καλλιστεφανου
υἱῷ Φοίβῳ ἀκερσεκόμῃ νίκην ὑποχείριον ἕξεις , καὶ μάκαρος Λιβύης καλλιστεφάνου βασιλεύσεις αὐτὸς καὶ γένος ὑμόν : ἄγει δέ σε
λωτοῦ , τῆς βοτάνης : μέλπῃ μοῦσαν : οὐδὲ ἐπὶ καλλιστεφάνου ὡραίας νεάνιδος ἁπλώσας τὸν βόστρυχον κατὰ πνεύματα τοῦ λωτοῦ
6758812 Ἐρωτι
στεφανοῦσιν αὐτῶν ] , ἢ οὐ τοῖς ἐρωμένοις ἀλλὰ τῷ Ἔρωτι ποιούμενοι τὴν τῶν στεφάνων ἀνάθεσιν τοῦ μὲν Ἔρωτος τὸν
στεφανοῦσιν αὐτῶν ] , ἢ οὐ τοῖς ἐρωμένοις ἀλλὰ τῷ Ἔρωτι ποιούμενοι τὴν τῶν στεφάνων ἀνάθεσιν τοῦ μὲν Ἔρωτος τὸν
6749634 καλλικομοι
ὅρμους χρυσείους ἔθεσαν χροΐ : ἀμφὶ δὲ τήν γε Ὧραι καλλίκομοι στέφον ἄνθεσι εἰαρινοῖσιν : πάντα δέ οἱ χροῒ κόσμον
τὸ ὀρχεῖσθαι ἐπὶ τοῦ κινεῖσθαι καὶ ἐρεθίζεσθαι . Ἀνακρέων : καλλίκομοι κοῦραι Διὸς ὠρχήσαντ ' ἐλαφρῶς . Ἴων : ἐκ
6747014 Γελωτι
. Ἀριστώνυμος δ ' ἐν Ἡλίῳ ῥηγοῦντι καὶ Σαννυρίων ἐν Γέλωτι τετράδι φασὶν αὐτὸν γενέσθαι , διὸ τὸν βιὸν κατέτριψεν
σκορπίος παῖς ἐπιθαλάττιός τε οὐ . Σαννυρίων δ ' ἐν Γέλωτι : ὦ βατίδες , ὦ γλαύκων κάρα . Ἀριστοτέλης
6746136 Πελιᾳ
συνθήκας παρέβαινον . Λούσαιο τὸν Πελίαν : ἀπὸ τῶν τῷ Πελίᾳ συμβάντων παρήχθη . Λοκρικὸς βοῦς : ἐπὶ τῶν εὐτελῶν
δὲ τῆς Μολοσσίας ἡ Ἰωλκός , ἐν ᾗ ὁ ἐπὶ Πελίᾳ ἀγὼν ἐτέθη . ἐξ ὧν πιθανὸν καὶ αὐτὸν ἐσχηκέναι
6744720 Γενεαλογιων
? ] ˈ δ ? ' ἐν ? ? ξ Γενεαλογιῶν ? [ ] ? ὑπὸ Γλαύκου ἐρίσαντα τῶι ζεύγει
Ἀκουσιλάωι . . . . Υ Ἀ . ἐν τρίτωι Γενεαλογιῶν κύριον ἤκουσε τὸ Ἐχέπωλος οὕτως : Κλεωνύμου δ '
6742803 ζαθεοις
ἀταλὰ φρονέοντα φιλομμειδὴς Ἀφροδίτη ὦρτ ' ἀνερειψαμένη , καί μιν ζαθέοις ἐνὶ νηοῖς νηοπόλον μύχιον ποιήσατο , δαίμονα δῖον .
ὃς μείλιγμ ' ἱεῖς . ἐξόχως δ ' εὐγενέτας ἡλιόμορφος ζαθέοις ἄρχων τιμαῖς σε γεραίρει . [ ] ν :
6739591 τοὐπιγραμμα
. ἐνταῦθα ἔληγεν . εἶθ ' ὑπεγέγραπτο τοῦ λόγου δὴ τοὐπίγραμμα , φιλοστέφανος , ἢ φιλησιστέφανος . ὅσον μὲν οὖν
προσοικοδομήσας ὕστερον ὁ δῆμος Ἀθηναίων μεῖζον μῆκος τοῦ βωμοῦ ἠφάνισε τοὐπίγραμμα : τοῦ δ ' ἐν Πυθίου ἔτι καὶ νῦν
6738117 Αἰγινᾳ
τοὐναντίον τὸ ἐπειρᾶτο ἀντὶ τοῦ ἐπείρα : Τὺ δ ' Αἰγίνᾳ . σὺ δέ , ὦ εὐθύμενες , φησί ,
φλαύρως . καὶ ἁμὲς οὖν , ὡς ἔχομεν , ἐν Αἰγίνᾳ διατελέομες ἐπὶ τοῦ παρόντος , εἶτα δὲ παρ '
6731123 Σικυωνι
χρόνον καθεσταμένα . χρήσιμοι δ ' εἰσὶν οὗτοι Ἀθήνησι καὶ Σικυῶνι : ἐν ταύταις γὰρ σκληρὰ τὰ ὕδατα . τοῖς
ὁ ἐν Σαλαμῖνι , τέταρτος δὲ καὶ πέμπτος ὁ ἐν Σικυῶνι καὶ ὁ ἐν Σκύρῳ , ἐν Ἀπολλωνίᾳ δὲ τῇ
6729762 φορμιγγ
ὀϊστόν : οὔτοι χαμαιπετέων λόγων ἐφάψεαι , ἀνδρὸς ἀμφὶ παλαίσμασιν φόρμιγγ ' ἐλελίζων κλεινᾶς ἐξ Ὀπόεντος : αἰνήσαις ἓ καὶ
ἢ βέλη , ὅταν ἀποτυχόντα τοῦ σώματος χαμαὶ πέσῃ . φόρμιγγ ' ἐλελίζων : ἀντὶ τοῦ τῇ κιθάρᾳ τὸν ἐπίνικον
6729352 Ἑσπερος
καὶ περὶ τῶν οὐρανίων ἀκριβέστατα διδάσκειν , οὗ καὶ υἱοὶ Ἕσπερος καὶ Ὕας , καὶ θυγατέρες Πλειάδες καὶ Ὑάδες φιλαδελφόταται
, δηλοῖ δὲ τὴν πρόσοδον : ἔσμιον τὸ νόστημον : Ἕσπερος : ἔσσα : ἐσσὴν ὁ βασιλεὺς , ἢ ὁ
6726841 γοναις
, Εὐμενίδων γενέτειρα , ὑποχθονίων βασίλεια , ἣν Ζεὺς ἀρρήτοισι γοναῖς τεκνώσατο κούρην , μῆτερ ἐριβρεμέτου πολυμόρφου Εὐβουλῆος , Ὡρῶν
καὶ φρύγετρον , τὸ μὲν φρύγετρον Πολυζήλου εἰρηκότος ἐν Διονύσου γοναῖς , οὗπερ αἱ χύτραι κρέμανται καὶ τὸ φρύγετρόν γε
6726738 Εὐαγορᾳ
παρασκευάζεσθαι , Ἑκατόμνῳ δὲ τῷ Καρίας δυνάστῃ προσέταξε πολεμεῖν τῷ Εὐαγόρᾳ . οὗτος δὲ τὰς ἐν ταῖς ἄνω σατραπείαις πόλεις
δ ' ἐλπίδες τοῦ πλοῦ πεῖσαι Διονύσιον κηδεστὴν μὲν γενέσθαι Εὐαγόρᾳ , πολέμιον δὲ Λακεδαιμονίοις , φίλον δὲ καὶ σύμμαχον
6723064 συνῳκησε
. : Τοῦτο ἀπὸ ἱστορίας εἴληφεν : αὖθις γὰρ αὐτῇ συνῴκησε Πηλεὺς καὶ ἢ Ἀχιλλέα : τὸ Θετίδειον διόπερ ἐστὶ
Περσίδος Ἀμάστριδος , θυγατρὸς Ὀξυάθρου τοῦ ἀδελφοῦ Δαρείου , ἣ συνῴκησε Διονυσίῳ τῷ Ἡρακλείας τυράννῳ . Δημοσθένης δ ' ἐξ
6721137 παιδεσσι
γὰρ ἐναίσιμον ἄνδρα τίθησιν : ὣς ἄρα καὶ δελφῖνες ἑοῖς παίδεσσι τοκῆες ἕσπονται , μή τί σφιν ἀνάρσιον ἀντιβολήσῃ .
τά τ ' ἀνθρώποισι θεοὶ διετεκμήραντο , μή ποτε σὺν παίδεσσι γυναικί τε θυμὸν ἀχεύων ζητεύῃς βίοτον κατὰ γείτονας ,
6717458 Ἀδμητῳ
τὸν Θάνατον [ καὶ ἀναγαγὼν ἐκ τοῦ Ἅιδου ] ἀπέδωκεν Ἀδμήτῳ . ἐμοὶ δὲ δοκεῖ μηδένα ἀποθανόντα δύνασθαί τινα ἀναβιῶναι
Ἅιδου ; Περίμεινον , ἔφη , κἀκεῖθέν σοι ἐπιστελῶ . Ἀδμήτῳ δέ τινι ποιητῇ φαύλῳ λέγοντι γεγραφέναι μονόστιχον ἐπίγραμμα ,
6714990 Κασταλιᾳ
ὡς οὐδὲν ἡμῖν πέπρακται , ἀλλὰ μάτην τὸν Παρνασσὸν αὐτῇ Κασταλίᾳ καὶ τὴν Οἴτην καὶ τὰ ἄλλα ὄρη μετεκινήσαμεν ;
. ἤκουσα δὲ καὶ ἄλλο τοιόνδε , τὸ ὕδωρ τῇ Κασταλίᾳ ποταμοῦ δῶρον εἶναι τοῦ Κηφισοῦ . τοῦτο ἐποίησε καὶ
6713386 Δαναϊσι
' ἐκ τοῦ περὶ Μυκήνας Ἄργους φησὶν ἐν Ἱκέτισιν ἢ Δαναΐσι τὸ γένος αὐτῶν . καὶ τὴν Πελοπόννησον δὲ Πελασγίαν
. , . : καθαίρομαι γῆρας : ἐκδύομαι . Αἰσχύλος Δαναΐσι . . Γεωγραφ . , : . . .
6713252 Ἀνδρομεδᾳ
εἰ δὲ ἀπέφυγεν , οἱ δημόται πάλιν αὐτὸν ἀνεδέχοντο . Ἀνδρομέδᾳ : ” δίδου δαφοινὸν μάσθλητα δίγονον ” . ἰδίως
ἱστορεῖ δὲ ταῦτα Σοφοκλῆς ὁ τῶν τραγῳδιῶν ποιητὴς ἐν τῇ Ἀνδρομέδᾳ . Ἔχει δὲ ἀστέρας ἐπὶ τοῦ οὐραίου βʹ λαμπρούς
6707666 Κορη
λέγειν ὅτι οὐκ οἴδαμεν , εἰ ἔστι τις Δημήτηρ ἢ Κόρη ἢ Πλούτων : ἵνα μὴ λέγω , ὅτι νυκτὸς
μὲν ἡ γῆ καλεῖται , ὅτι πάντων ἡ γῆ μήτηρ Κόρη δὲ νῦν καὶ Περσεφόνη , τὰ ἐκ τῆς γῆς
6706925 Σφηξι
Λυσιστράτῳ ] μὲν γὰρ τοὺς φάλητας εἰσήγαγεν , ἐν τοῖς Σφηξὶ τὸν κόρδακα , τοὺς φαλακροὺς ἐν Εἰρήνῃ , τὸν
μὲν κάρδοπον Εὔπολις ἐν Αἰξὶν εἴρηκεν , ὡς Ἀριστοφάνης ἐν Σφηξὶ νεόκοπτον μύλην : Μένανδρος δὲ ἐν Δημιουργῷ ληνὸν εἴρηκε

Back