Ποτέρᾳ δὴ τέχνῃ , ὦ Ἴων , γιγνώσκεις τοὺς εὖ ἱππαζομένους ἵππους ; ᾗ ἱππεὺς εἶ ἢ ᾗ κιθαριστής ; | ||
αἰολοπώλους “ τοὺς Φρύγας καλεῖ , ἤγουν ταχυΐππους ἢ ποικίλως ἱππαζομένους . φροντίζω τὸ φροντίδα ἔχω κοινῶς μὲν γενικῇ συντάσσεται |
κατηναγκασμένους τὴν σωφροσύνην καὶ βιαίῳ τέχνῃ ἐς τὸ μὴ ἐρᾶν ἠγμένους . σωφροσύνη γὰρ τὸ ὀρεγόμενόν τε καὶ ὁρμῶντα μὴ | ||
ἡνίοχος ἡμῖν ἦσθα καί σοι παρεδίδομεν ἵππους ἐπὶ παιδείᾳ κακῶς ἠγμένους , οὐκ ἂν ἔφυγες τὸ ἅρμα κατηγορῶν τοῦ κακοὺς |
καταγγέλλει βραχείᾳ καὶ διακεκομμένῃ φωνῇ : οὕτω γὰρ ὁμιλεῖν εἰώθει βραδύγλωσσος ὤν . Ὁ δὲ τὸν τρόπον μὴ ἀγνοήσας , | ||
υ : οἷον , ὀξὺς , ὀξύθυμος : βραδὺς , βραδύγλωσσος : ταχὺς , ταχύγραφος : κατὰ δὲ τὸ τέλος |
' : ὁ κεστρεύς . ἐπεμβαίνων : ἐμπίπτων , καὶ πλησιάζων . ἀνελίσσεται : ἀνθυποστρέφει , ἀνακόπτεται , ἀναστρέφεται . | ||
ἀποχωρήσας αὐτῆς , μετὰ βίας ὅτε καὶ ἐβούλετο ἐπιὼν καὶ πλησιάζων αὐτῇ , πάλιν ἀπηλλάττετο : ἐπεχείρει δὲ καὶ τοὺς |
αὐτὴν ὡς τὴν ἀρχὴν ἀπολελωκότα διαφθαρείη τε καὶ μαρανθείη . Ὁδ ' ἐφ ' ἥπατι κακῶς διατεθέντι λεγόμενος τεταρταῖος κατ | ||
αὐτὴν ὡς τὴν ἀρχὴν ἀπολελωκότα διαφθαρείη τε καὶ μαρανθείη . Ὁδ ' ἐφ ' ἥπατι κακῶς διατεθέντι λεγόμενος τεταρταῖος κατ |
ἔν γε μὴν ταῖς εὐπραξίαις σωφρονεῖν ἐπιστάμενος ἐν τοῖς δεινοῖς εὐθαρσὴς ἐδύνατο εἶναι . καὶ τὸ εὔχαρι οὐ σκώμμασιν ἀλλὰ | ||
καὶ ἀτρεής καὶ πλεονασμῷ τοῦ κ ἀτρεκής , ὁ γὰρ εὐθαρσὴς καὶ εὔτολμος τὴν ἀλήθειαν λέγει , ὁ δεδοικὼς δὲ |
, καὶ οὐδὲν ὠφελήθη . Τῷ δὲ Φοίνικι ἐξετμήθη κύκλος σαπρὸς , καὶ τὸ ἕλκος ἐκαθάρθη μὲν τὸ πλέον , | ||
οὔ , “ φησιν , ” ἀλλ ' Αἴσωπος ὁ σαπρὸς λαλεῖν ἤρξατο στωμύλως . “ καὶ ὁ δεσπότης : |
καὶ πόλεις ἐρημοῦνται , ὅταν οἱ προεστῶτες χαλεπαίνωσιν . ] ὀρνιθοθήρας ὄρνισιν ἵστη παγίδας . κορυδαλὸς δὲ τοῦτον πόρρωθεν ἰδὼν | ||
ματρυλείῳ τὸν βίον ; . . . ὀρνιθευτής . ὁ ὀρνιθοθήρας : Δείναρχος ἐν τῷ Κατὰ Προξένου , Πλάτων ἢ |
ἀλοᾶν καὶ τὸ ἐπιτρίβειν τύπτοντα : ἔνθεν καὶ πατραλοίας καὶ μητραλοίας , ὁ τὸν πατέρα καὶ τὴν μητέρα ἀλοῶν , | ||
: τὰ τῶν Μηδῶν φρονῶ . καὶ μηδίσαντες . . μητραλοίας : ὁ τὴν μητέρα τύπτων . καὶ μετραλῴας ὁ |
ἀποτρέχει . μέμνηται δ ' Ἄρχιππος ἰχθυοπώλου Ἑρμαίου . Αἰγύπτιος μιαρώτατος τῶν ἰχθύων κάπηλος Ἑρμαῖος . Ἄλεξις δὲ Μικίωνος : | ||
. Ἄρχιππος ἐν Ἰχθύσι μνημονεύων τῶν λαβράκων φησίν : Αἰγύπτιος μιαρώτατος τῶν ἰχθύων κάπηλος , Ἕρμαιος , ὃς βίᾳ δέρων |
μικροῦ . ὁμοίω ] ⌈ ἤγουν πάρισα καὶ ἰσοκατάληκτα . καταφρύγει ] διόλου καίει . τοὺς δὲ ζῶντας ] ⌈ | ||
καίει . φλέγει , τὸ λεγόμενον τζουρουφαίζει ? ? . καταφρύγει τοὺς πένητας , διότι εἰσὶν ἄστεγοι : οἱ δὲ |
μὲν καταλελοιπότας , Καίσαρα δ ' ἐκ τοῦ ἱεροῦ ἀθρόως προπέμποντας . Ἐδόκει δέ τισι μηδ ' ἂν ἀποσχέσθαι αὐτοῦ | ||
ἦγεν τὴν γυναῖκα , ἔπειτα [ ] δὲ παῖδας τοὺς προπέμποντας αὐτὴν ἀκολουθεῖν καὶ Διώξιππον : καὶ γὰρ οὗτος ἠκολούθει |
κάτω χαυνοτέραν ποιοῦντα τὴν ἐπίδεσιν , ὥστε τοὺς λεπτοὺς ἰχῶρας ἐκρέειν δύνασθαι , ἐπαναστρέψαντα δὲ τὸν ἐπίδεσμον ἐπὶ τὰ ἄνω | ||
ἔῃ , ἀλλ ' οὐ φορητὸν ἐλευ - θέροιϲι ἀένναον ἐκρέειν οὖρον , κἢν βαδίζῃ , κἢν εὕδῃ , ἀτερπὲϲ |
νομιεῖ ἀκούων τὸν ἐπαινοῦντα καταγελῶντα λέγειν ; Οὕτω μὲν γὰρ ἐχθίων τ ' ἂν εἴη καὶ ἀπελαύνοι τοὺς ἀνθρώπους ἀφ | ||
δ ' αὕτως ἐγώ . Οἴμοι , καταύδα : πολλὸν ἐχθίων ἔσῃ σιγῶς ' , ἐὰν μὴ πᾶσι κηρύξῃς τάδε |
ἐξιόντας ἀπαγγέλλειν τοὺς ἑωρακότας τοῖς οὐ τεθεαμένοις . εἶτα λέγεις λίχνους καὶ φιλοπότας εἶναι τοὺς μίμους . καίτοι τῷ καταλόγῳ | ||
ἡ αἰτία δηλοῖ , ὅτι τοὺς ἀχρειοτάτους ἀναιρεῖν δοκεῖ καὶ λίχνους καὶ δυσέργους μῦας , ἢν αὐτῆς γεύσωνται , ἀλλὰ |
πρὸς τὸν Διόνυσον . Οἵῳ μ ' ὁ δαίμων τέρατι συγκαθεῖρξεν : ἐπὶ τῶν δυσανασχετούντων . Ἐπὶ τοῦ Κύκλωπος καὶ | ||
ὑπερηφανίαν πάνυ ἐμίσησεν . Οἵῳ μ ' ὁ δαίμων τέρατι συγκαθεῖρξεν : ἐπὶ τῶν δυσανασχετούντων ἐπί τινι δυσχερεῖ πράγματι λέγεται |
τοὺς ἰχθῦς λέγει ὧδε : οὐ πώποτ ' ἰχθῦς οἶδα τιμιωτέρους ἰδών . Πόσειδον , εἰ δεκάτην ἐλάμβανες αὐτῶν ἀπὸ | ||
ἐστι ἐξωλέστερον . Δίφιλος : οὐ πώποτ ' ἰχθῦς οἶδα τιμιωτέρους . Πόσειδον , εἰ δεκάτην αὐτῶν ἐλάμβανες ἀπὸ τῆς |
γένους . ἐλευθέρους ἐποίησε πάντας τῇ φύσει , δοῦλον δὲ μετεποίησεν ἡ πλεονεξία ] . ἡ δ ' αὖ τύχη | ||
γένους . ἐλευθέρους ἐποίησε πάντας τῇ φύσει , δοῦλον δὲ μετεποίησεν ἡ πλεονεξία . † ἡ ἐξ ἀρχόντων , νόμος |
. Ἴδοις : βλέψοις . Χάρμα : χαρά . πρὸς ἄρκυας πρὸς τὰ δίκτυα . ἱκάνει φθάνει . Ἀλίαστος : | ||
ἀνιάζουσά τε θυμόν , χάρμα μέγ ' ἀγρευτῆρσι , πρὸς ἄρκυας ἰθὺς ἱκάνει . Κάπρος ἐνυαλίοις δὲ μέγ ' ἔξοχος |
οὐδ ' ὧς ἀπέληγε μάχης κορυθαίολος Ἕκτωρ , ἀλλ ' ἀναχασσάμενος λίθον εἵλετο χειρὶ παχείῃ κείμενον ἐν πεδίῳ μέλανα τρηχύν | ||
νημερτέα εἴπω . ὣς φάτ ' , ἐγὼ δ ' ἀναχασσάμενος ξίφος ἀργυρόηλον κουλεῷ ἐγκατέπηξ ' . ὁ δ ' |
ἐοικότες , ἀλλὰ Γίγασιν . οἵ ῥ ' ἀπὸ πετράων ἀνδραχθέσι χερμαδίοισι βάλλον : ἄφαρ δὲ κακὸς κόναβος κατὰ νῆας | ||
Ἀπίων ὁμοῦ καὶ ὁμοίως καὶ ἅμα καὶ ὁμαλῶς ῥέουσα . ἀνδραχθέσι κ . . , = . : ἀνδραχθέσι : |
ἐξ ἀρχῆς : συμβαλὼν γὰρ ἐν παισὶ Θεοφράστῳ , ἀνδρὶ πράῳ καὶ οὐκ ἀφυεῖ τὰ ἐρωτικά , διὰ τὸ καλὸς | ||
δεῖ δ ' ἴσον μέτρον ὕδατος τῷ γλεύκει μίξαντας ἑψῆσαι πράῳ πυρὶ μαλακῷ , ἄχρις ἂν οὗ ἐξαναλωθῇ τὸ ὕδωρ |
τελείου τέθεικε τοὔνομα εἰπών : τοὺς μὲν ὀρεινόμους ὑμῶν ποιήσει δέλφακας ὑλιβάτους , τοὺς δὲ πάνθηρας , ἄλλους ἀγρώστας λύκους | ||
παχεῖαν καὶ μεγάλην οὐράν : τοὺς γὰρ μείζονας λοιπὸν χοίρους δέλφακας ἐκάλουν . ἅμα δὲ καὶ ὡς ἐπὶ κόρης παίζει |
ποδιστῆρας πέπλους . τοιοῦτον ἂν κτήσαιτο φιλήτης ἀνήρ , ξένων ἀπαιόλημα κἀργυροστερῆ βίον νομίζων , τῷδέ τ ' ἂν δολώματι | ||
λέγεται δὲ πρὸς ὠδίνουσαν γυναῖκα . . . ἀπαιόλη καὶ ἀπαιόλημα : στέρησις . Ἀριστοφάνης : ὦ παμβασίλει ' Ἀπαιόλη |
ἄνθρωπος οὔτε πεζὸν οὔτε δίπουν , οὔτε διαλέξεταί ποτε οὔτε καθεδεῖται . ἀλλὰ κατὰ τὸν δεύτερον ; ἀλλ ' ἀδύνατον | ||
' ἕξουσιν αὐτοί , τοῖς δ ' ἀγαθοῖς ἐφεδρεύων ἕτερος καθεδεῖται . οὔκουν προοῖντ ' ἂν αὑτοὺς εἰς τοῦτο , |
: ” εἶναι δέ φησιν ὁ Ἀπίων τὴν αὐτὴν τῷ λάρῳ καὶ τῇ αἰθυίῃ . ἐπὶ δὲ τοῦ κρίκου τῆς | ||
ἰξευτῶν καὶ ἁλιέων σπουδάσματα . Ἀλλ ' οὔτ ' αἴγαγρος λάρῳ παρόμοιος εἰς θήραν , οὔτε μὴν ἐχῖνος ῥινοκέρωτι , |
καύματος ἀπαυδήσας δειελινὸς παρά τινι λίμνῃ ἐν τῇ δροσερᾷ βοτάνῃ κοιμησόμενος ἀνεκλίνθη . καὶ δὴ καὶ ὑπνώσαντος αὐτοῦ οἱ ἔγγιστα | ||
ψυχῆς ἐστι κεφαλή . ποιεῖ δὲ τοῦτο πρόφασιν μὲν ὡς κοιμησόμενος , τὸ δ ' ἀληθὲς ὡς ἀναπαυσόμενος ἐπὶ λόγῳ |
μιαρὸς οὗτος . ὡς δὲ καὶ κλέπτον βλέπει . οἷον σεσηρὼς ἐξαπατήσειν μ ' οἴεται . ποῦ δ ' ὅ | ||
εἰμι μουσικώτερος τρύχνου . τρώκτης σφόδρ ' ἐστίν , ἅμα σεσηρὼς καὶ γελῶν . ἀσπαζόμεσθ ' ἐρετμία καὶ σκαλμίδια . |
ὁρμίζεσθαι καθ ' ἃς πύλας ἐν τοῖς ἐχομένοις ῥηθήσεται . Ξένους τοὺς ἀφικνουμένους τὰ ὅπλα ἐμφανῆ καὶ πρόχειρα φέρειν , | ||
λαλεῖν . Νέος ἂν πονήσῃς , γῆρας ἕξεις εὐθαλές . Ξένους πένητας μὴ παραδράμῃς ἰδών . Ξένοισι πιστοῖς πιστὸς ὢν |
καὶ κοππατίαν . Ὡς δ ' ὀρθοπλήξ . πέφυκε γὰρ δυσγάργαλις . Πρὸς θεῶν , ἔραμαι τέττιγα φαγεῖν καὶ κερκώπην | ||
τὸν κοππατίαν . ὡς δ ' ὀρθοπλήξ . πέφυκε γὰρ δυσγάργαλις . τοῦτ ' αὐτὸ πράττω , δύ ' ὀβολὼ |
δὴ τὸ τάχος καθάπερ ἀτίθασοι λύκοι θήρας ἐπιτυχόντες , οὕτως ἠπειγμένως καὶ ἀνηλεῶς τοὺς ἀθλίους κατέτεμον . ἔτι δὲ τῷ | ||
σχολαῖος περίπατος καὶ σπουδαῖος καὶ ἠρεμαῖος , καὶ σπουδή . ἠπειγμένως βαδίζων , καὶ σχολῇ περιπατεῖ καὶ ἠρέμα , καὶ |
ὅπως ἡμεῖς τε τῷ φίλῳ συγχαίρωμεν καὶ Μόντιος ὑπὸ γῆς ἥδοιτο . λέγεται γάρ τι περὶ τῶν οἰχομένων καὶ τοιοῦτον | ||
τῶν ναυτῶν . ἀλλὰ κυβερνήτης γε οἶμαι κυβερνήτην οὐκ ἂν ἥδοιτο ὁρῶν συμπλέοντα αὑτῷ . Πότερον ὅταν χειμὼν ἰσχυρὸς ᾖ |
ἡ πονέουσα , καὶ ἢν ἡ τροφὴ τῷ πυρὶ ἐοῦσα ἐξαναλωθῇ , ἡ δὲ ὑγιηρὴ ἐπικρατήσῃ : ἐν τούτῳ τῷ | ||
τὸ κατεχόμενον ἐν αὐταῖς συγγενὲς πνεῦμα βιασάμενον τοὺς πόρους ἅπαν ἐξαναλωθῇ . τοῦτο σεισμῶν αἴτιον γίνεται καὶ τῇ Ῥώμῃ : |
οὔτε ὑπὸ τοῦ δεσπότου ἀφεθείς . ἢ οὐκ οἶσθα ὅτι λυχνοποιὸς ἦν Κῦρος Ἀστυάγους , καὶ ὁπότε γ ' ἐνεθυμήθη | ||
πόλει . Εὐβουλότεροι γενησόμεθα . Τρόπῳ τίνι ; Ὅτι τυγχάνει λυχνοποιὸς ὤν . Πρὸ τοῦ μὲν οὖν ἐψηλαφῶμεν ἐν σκότῳ |
τὴν γῆν ἀναπαυσαμένους ἐρέτας ἐμβιβάσας , διὰ τάχους τοὺς πολεμίους πεπονηκότας διώξας πολλὰς αὐτῶν τριήρεις τὰς μὲν κατέδυσε , τὰς | ||
, ὦ Κροῖσε : ἐγὼ γὰρ ὁρῶν τοὺς στρατιώτας πολλὰ πεπονηκότας καὶ πολλὰ κεκινδυνευκότας καὶ νῦν νομίζοντας πόλιν ἔχειν τὴν |
δελφινοφόρος τε κεροῦχος , ὃς διακόψει τοὔδαφος αὐτῶν ἐμπίπτων καὶ καταδύων . Πρὶν ἀνακυκῆσαι τὰς ἀπίους ἁρπάζετε . Οὐδ ' | ||
δελφινοφόρος τε κεροῦχος , ὃς διακόψει τοὔδαφος αὐτῶν ἐμπίπτων καὶ καταδύων . καὶ Θουκυδίδης δελφινοφόρον εἴρηκε τὴν ναῦν ἐξηρτῆσθαι . |
τὴν λεοντείαν δορὰν πήραν τε καὶ πώγωνα καὶ βάκτρον μέγα σιγῶν δοκεῖς μοι φρόνιμος εἶναι καὶ σοφός . τύπους γὰρ | ||
καὶ μὴ βουλομένους , ἀλλὰ κοσμίως ἡμῖν παρατίθησι τὴν τράπεζαν σιγῶν ; Σοφοκλῆς δέ πού φησιν ὡς ἄρα τὸ πρὸς |
ἔνθα ἐγέννησεν . τραφερῇ : ἐν τῇ γῇ , τῇ τρεφούσῃ γῇ , τῇ ξηρᾷ . σύν : ἐν . | ||
οἶδ ' ἐπὶ δεξιᾶ . ” βωτιανείρῃ ἄνδρας βοσκούσῃ ἢ τρεφούσῃ . γαυλοί τὰ ποιμενικὰ ἀγγεῖα τοῦ γάλακτος . γάννυται |
παῖδα φάρυγος . ὁ βοῦς ὁ χαλκοῦς ἦν ἂν ἑφθὸς δεκάπαλαι , ὁ δ ' ἴσως γαλαθηνὸν τέθυκε τὸν χοῖρον | ||
παρεσκευασμένος τρίπαλαι κάθημαι βουλόμενός ς ' εὐεργετεῖν . Ἐγὼ δὲ δεκάπαλαι γε καὶ δωδεκάπαλαι καὶ χιλιόπαλαι καὶ προπαλαιπαλαίπαλαι . Ἐγὼ |
ἐστὶν Ἑλένης βρώματα , ἅ φησιν οὗτος , μαινίδας καὶ τριγλίδας . Κογχίον τε μικρὸν ἀλλᾶντός τε προστετμημένον . Πατάνια | ||
μὲν δεῖ ἐγκρασιχόλους ἢ ἴωπας ἢ ἀθερίνας ἢ κωβιοὺς ἢ τριγλίδας μικρὰς σηπίδιά τε καὶ τευθίδια καὶ καρκίνια . ΕΨΗΤΟΣ |
οἴμοι , τέτταρας χαλκοῦς ἔχων ἄνθρωπος , ἐγχέλεις ὁρῶν , θύννεια , νάρκας , καράβους ᾑμωδία . καὶ ταῦτα πάντῃ | ||
; Ἐμοὶ γὰρ ἀντέθηκας ἀνθρώπων τιν ' ; ὅστις εὐθὺς θύννεια θερμὰ καταφαγών , κᾆτ ' ἐπιπιὼν ἀκράτου οἴνου χοᾶ |
εὐτελέστατ ' ἐστ ' : ἄκουε δή . βολβῶν μὲν Ὀρθάννῃ τρί ' ἡμιεκτέα , Κονισάλῳ δὲ καὶ παραστάταιν δυοῖν | ||
Ἄλεξις ἐν Δημητρίῳ καθάπερ κἀν τῷ προκειμένῳ δράματι . Εὔβουλος Ὀρθάννῃ : πᾶσα δ ' εὔμορφος γυνὴ ἐρῶσα φοιτᾷ τηγάνων |
, ἐσχαρίς , τράγημα δοτέον ἔτι , πλακοῦντος ἁπτέον . κατάκεισο κἀκείνας κάλει . συναγώγιμον ποιῶμεν . ἀλλ ' εὖ | ||
' , ἔφη φάναι , Σώκρατες , παρ ' ἐμὲ κατάκεισο , ἵνα καὶ τοῦ σοφοῦ ἁπτόμενός σου ἀπολαύσω , |
οὐ μὲν δή κτλ . . ὅτι οὔτε δωροδόκους οὔτε φιλοχρημάτους αὐτοὺς εἶναι χρή . ὀκνῶ . ἀντὶ τοῦ εὐλαβῶς | ||
οὐκ οἶδ ' εἴ τις τῶν πώποτε , πῶς ἐποίει φιλοχρημάτους , ἢ πῶς ἑτέρους διέφθειρεν , ἐν οἷς αὐτὸς |
κατηβολέων , ψυχὴ δ ' Ἀϊδωνέα λεύσσει . ἐάν ἐστιν ἀτίζων , ἀφροντιστῶν , ἐὰν δὲ ἀτύζων , ἄτῃ περιφερόμενος | ||
ἀποκτάμεναι μεμάασιν ἀγρόμενοι πᾶς δῆμος : ὃ δὲ πρῶτον μὲν ἀτίζων ἔρχεται , ἀλλ ' ὅτε κέν τις ἀρηϊθόων αἰζηῶν |
, οὐκ ἤληθεν : ἀλοῦσα , οὐχὶ δὲ ἀλήθουσα . Μέθυσος ἀνὴρ οὐκ ἐρεῖς , ἀλλὰ μεθυστικός . μέθυσον δὲ | ||
: Οὐκοῦν , πραγματευτά , μέλαινα οἶνόν μοι κέρνα . Μέθυσος ὀνειδιζόμενος ὑπό τινος , ὅτι πολλὰ πίνων οὐ φρονεῖ |
καταθήσειν τοὺς θεούς . ἄλλως . ἐπιφέρει τὸ ” ποίους ὀμεῖ σὺ θεούς ; “ οὐχ ὡς ἄλλοις αὐτὸς χρώμενος | ||
] τοὺς θεούς “ , ἅμα ἐπιφέρει τὸ ” ποίους ὀμεῖ σὺ θεούς ; “ , οὐχ ὡς ἄλλοις αὐτὸς |
; ἰαιβοῖ αἰβοῖ . τάδε μ ' ἀρέσκει : βάλλε κημούς . οὐκ ἄπει ; ποῦ ' στ ' ἠλιαστής | ||
γοῦν [ γὰρ ] ” καλούμενοι “ ἀπορρίπτει . βάλλε κημούς : ⌈ βάλλε Γ ἐς κόρακας τὰ δικαστικὰ σκεύη |
ἐν ᾧ τὸ ζητούμενον , καὶ τῆς ἀπορίας ἐπαύσατο . Ἴδοις ἂν αὐτὸν τηνικαῦτα σκιρτῶντα καὶ κνυζόμενον χαίροντα καὶ τὸ | ||
ἐλελίσφακος , ἐμβληθέντα καὶ ταῦτα ἐλαίῳ , ὁμοίως βοηθεῖ . Ἴδοις δ ' ἂν ἀποστραφὲν οἶμαι καὶ ὀλιγωρῆσαν προσπτυσθὲν ἑρπετόν |
κατορθῶσαι δυσχερὲς τοῖς πολλοῖς γίνεται . οὐκ εἶναι οὖν φησιν ἀξένους τοὺς Αἰγινήτας καθάπαξ , οὐδὲ μὴν ἀκρίτως ὑποδέχονται τοὺς | ||
οὕτω ποτὲ περισπούδαστον εἶναι φιλίαν ἐν Σκύθαις : ἅτε γὰρ ἀξένους καὶ ἀγρίους ὄντας αὐτοὺς ἔχθρᾳ μὲν ἀεὶ συνεῖναι καὶ |
καὶ τοὺς ἐπὶ τῶν δωμάτων κόρακας ἐκ πολλῆς τῆς κατηχήσεως κράζειν τὴν κατ ' αὐτὸν τοῦ συνημμένου κρίσιν , εἴποι | ||
Γ πῶς δ ' ἂν πεποιθοίη τις : διὰ τὸ κράζειν καὶ βοᾶν τὸν συκοφάντην λέγει ὁ χορὸς ὅτι πῶς |
ἐν οὐσίᾳ γεώδει , ὃ τρόπον ἕξεως πνευματικῆς πεφώλευκε καὶ ἐλλοχᾷ δι ' ὅλης ἄχρι περάτων τεταμένον : φλὸξ δέ | ||
κατέκρυπτε μὲν τέως τὸν θυμόν , καθήμενον δὲ αὐτόν ποτε ἐλλοχᾷ καὶ καθεύδοντα : ἦν δὲ ἄρα ἐμβαλὼν τὸ πρόσωπον |
προέλεγον ; τένθης , λίχνος καὶ γαστρίμαργος : Αἰλιανός ” τένθης καὶ ὀψοφάγος “ : τένθειν δὲ τὸ ἐσθίειν . | ||
γαστριβόρος , γαστριμαργία , λίχνος λιχνεία , λαίμαργος λαιμαργία , τένθης τενθεία , δεινὸς φαγεῖν καὶ ἀγαθὸς φαγεῖν . καὶ |
, Γ παίζει ἐνταῦθα σμικρολόγον αὐτὸν καὶ ὀξύθυμον λέγων : κυμινοπρίστας γὰρ τοὺς φειδωλοὺς καὶ σμικρολόγους ἐκάλουν . συνέθηκε δὲ | ||
μὲν ὑποδιακόνους ἔχων πρὸς τὸν ἰδιώτην καὶ μαθητὰς εἰσίῃ , κυμινοπρίστας πάντας ἢ λιμοὺς καλῶν , ἔπτηξ ' ἕκαστος εὐθύς |
δ ' εἴρωνα ἔνιοι μυκτῆρα καλοῦσιν , καὶ μυκτηρισμὸν τὴν ἐξαπάτην Μένανδρος . τῆς δὲ ῥινὸς μέρη , τὰ μὲν | ||
χιλιάρχοις γεγονότων . πείθεται τοῖς λόγοις ὁ μάντις οὐδεμίαν δεδοικὼς ἐξαπάτην καὶ τοὺς συνόντας αὐτῷ μεταστῆναι κελεύσας αὐτὸς ἠκολούθει μόνος |
εἰς τὸ θεῖναι καὶ εἶναι , . . . . Βλαισός : παραλυτικός , οὕτως εἰς τὸ Ῥητορικόν . ὁ | ||
εἰς τὸ θεῖναι καὶ εἶναι , . . . . Βλαισός : παραλυτικός , οὕτως εἰς τὸ Ῥητορικόν . ὁ |
τηγάνου πνοῇ . πάλιν : προσγελῶσα τε λοπὰς παφλάζει βαρβάρῳ λαλήματι : πηδῶσι δ ' ἰχθῦς ἐν μέσοισι τηγάνοις : | ||
μύροις τρίψουσι τὸν ἐμόν . προσγελῶσά τε λοπὰς παφλάζει βαρβάρῳ λαλήματι , πηδῶσι δ ' ἰχθῦς ἐν μέσοισι τηγάνοις . |
τοῦ βίου συνῆψέ τις μόνοις ἀνάγκης θεσμὸς οὐχ ὁρώμενος . Εὔφρων δέ , οὗ καὶ πρὸ βραχέος ἐμνήσθην , ἄνδρες | ||
κρέας : Μητρᾶς ὁ Χῖός ἐστι τῷ δήμῳ φίλος . Εὔφρων δ ' ἐν Παραδιδομένῃ : οὑμὸς διδάσκαλος δὲ μήτραν |
. ἀπύρους : ἀνεπιτηδείους ἐν οἴκῳ . . . . ἀπφῦς : ὁ πατὴρ πάππα , ὃ σημαίνει ἀππῦς καὶ | ||
. αἰσθάνεται τὸ βρέφος , ναὶ τὰν πότνιαν . καλὸς ἀπφῦς . ἀπφῦς μὰν τῆνός γα πρόανλέγομες δὲ πρόαν θην |
καὶ δοῦλος δὲ παρὰ τινὶ κωμικῷ πεποίηται προτρεπόμενος ἐπὶ ἠδυπάθειαν ὁμοδούλους ἑαυτοῦ καὶ λέγων : τί ταῦτα ληρεῖς φληναφῶν ἄνω | ||
λόγῳ τε θωπεῦσαι δεσπότην καὶ ἔργῳ ὑπελθεῖν , διαβαλεῖν τε ὁμοδούλους καὶ ἐξελάσαι τῆς οἰκίας , καὶ ταῦτα πάσχουσιν ὑπ |
εὔμορφος καὶ ἐπέραστος . ὁ δὲ ἐραστὴς μόλις ἀνελθὼν καὶ πλησιάσας τῇ θύρᾳ τεθηπέτω ἀφορῶν εἰς τὸ χρυσίον . παραλαβοῦσα | ||
εὐνῇ : σκύλακες , τὰ μικρὰ σκυλακία . Ἐγχρίψας : πλησιάσας , προσεγγίσας , προσπελασθείς . πάρος : ἔμπροσθεν , |
καὶ ὁ κιρνάς : οἱ δὲ πεζοὶ λέγουσι κεραννύς . ἀκρατοπότης τε Ἡρόδοτος ἔφη , καὶ ἀκρατοκώθωνας Ὑπερείδης , οὐ | ||
ὥς φησι Πολέμων . Κλεομένης δὲ ὁ Λακεδαιμόνιος ὅτι καὶ ἀκρατοπότης ἦν προείρηται : ὅτι δὲ διὰ μέθην ἑαυτὸν καὶ |
δὲ καὐτὸς δυσκρίτως ἔχω πέρι : καὶ δεῖ γὰρ αὐτῆς κἄστιν αὖ κακὸν μέγα . τοὐνθένδ ' ἀπίχθυς βαρβάρους οἰκεῖν | ||
γὰρ τὴν Ἀκικάρου στήλην ἑρμηνευθεῖσαν τοῖς ἰδίοις συντάξαι συγγράμμασι . κἄστιν ἐπισημήνασθαι παρ ' αὐτοῦ τάδε λέγει Δημόκριτος γράφοντος . |
: πᾶς δὲ κατ ' οἴκους μάττει , πέττει , τίλλει , κόπτει , εὕει , χαίρει , παίζει , | ||
τρέχ ' , ὥς τις εἶπεν , ὃς καθήμενος πώγωνα τίλλει κουριῶν ὑπ ' ὠλέναις . Οὐκοῦν παλαίων ὡς θέλω |
ἄνω σπεύδοντα πρὸς τὸ τελώνιον ὥρα περαίνειν : ἐγχέλεια , καράβους , κόγχας , ἐχίνους προσφάτους , μηκώνια , πίνας | ||
Ποσείδιππος ἐν Λοκρίσιν οὕτως : ὥρα περαίνειν : ἐγχέλεια , καράβους , κόγχας , ἐχίνους προσφάτους , μηκώνια , πίνας |
ὑμῶν ποιήσει δέλφακας ἠλιβάτους , τοὺς δὲ πάνθηρας , ἄλλους ἀγρώστας λύκους , λέοντας . Δεινὸν μὲν γὰρ ἔχονθ ' | ||
ὑμῶν ποιήσει δέλφακας ὑληβάτας , τοὺς δὲ πάνθηρας , ἄλλους ἀγρώστας λύκους , λέοντας . Ἀριστοφάνης δὲ ἐπὶ θηλείας τάττει |
, ἔτι δὲ ἁρπαγαῖς καὶ πλεονεξίαις καὶ τοῖς παραπλησίοις θρέμμασιν ἐγεγήθει . παγκάλως οὖν ὁ νομοθέτης ἐν ταῖς παραινέσεσιν ἐκδιδάσκει | ||
πελάσας , ὡς μήτε θεὸς μήτε τις ἄλλος τοῖσδ ' ἐγεγήθει . νῦν δ ' αἰθέριον κίνυγμ ' ὁ τάλας |
μὲν γὰρ κοινωνήσας θέατρά τε ἀνοίγνυσι καὶ συμποσίων καὶ θιάσων ἔξαρχος γίγνεται , Ἄρει δὲ εἰς ταυτὸν ἐλθὼν ἔνοπλος γίγνεται | ||
, καὶ ὁ τούτου ἡγούμενος τετράρχης τεσσάρων καὶ ἑξήκοντα ἀνδρῶν ἔξαρχος . αἱ δὲ δύο τετραρχίαι τάξις , λόχων μὲν |
πιοῦσαι εὐτοκοῦσι καὶ ἄγονοι γόνιμοι γίνονται . Κρατῖνος δὲ ἐν Μαλθακοῖς † καλλιαν † αὐτήν φησιν , οἱ δὲ † | ||
ἅμα δὲ τῷ ἡλίῳ ἀνατέλλοντι θάλλει , μνημονεύει Κρατῖνος ἐν Μαλθακοῖς λέγων οὕτως : ἡμεροκαλλεῖ τε τῷ φιλουμένῳ . τῆς |
πρὸς δύναμιν . ποιεῖ δὲ καὶ πρὸς αἱμοπτοϊκοὺς καὶ ὀδόντας ῥευματιζομένους καὶ πρὸς στραγγουρίαν καὶ κύστιν ἀλγοῦντας καὶ καθόλου ἐπὶ | ||
ἀγρεύσῃς μυίας καὶ βάλῃς ἐν ῥάκει καὶ περιάψῃς , ὀφθαλμοὺς ῥευματιζομένους ἰάσῃς . ὅταν δὲ μέλλῃς περιάψαι , λέγε τὸν |
ὀλίγον ἰσχύει χρόνον . τίνι δεδούλωνταί ποτε ; ὄψει ; φλύαρος : τῆς γὰρ αὐτῆς πάντες ἂν ἤρων : κρίσιν | ||
λῆρος καθ ' ἑαυτὸν , οὕτως εἴποις : λῆρος καὶ φλύαρος εἶ ταῦτα λέγων . 〛 τινὲς δέ φασιν ἐσχηματισμένως |
ὁ χορὸς δ ' ὠρχεῖτ ' ἂν ἐναψάμενος δάπιδας καὶ στρωματόδεσμα , διαμασχαλίσας αὑτὸν σχελίσιν καὶ φύσκαις καὶ ῥαφανῖσιν . | ||
λόγχην , ἀόρτην , ἱμάτια . ἃ δὲ οἱ παλαιοὶ στρωματόδεσμα , ταῦθ ' οἱ νεώτεροι στρωματεῖς ἔλεγον , ἐν |
τοῦ πολίτου καὶ ἡ πολῖτις τῆς πολίτιδος , καὶ ὁ κυνηγέτης τοῦ κυνηγέτου καὶ ἡ κυνηγέτις τῆς κυνηγέτιδος , οὕτω | ||
Ἰηλυσὸν περὶ τὸν καλούμενον Σχεδίαν . καὶ αὐτοῖς περιτυχὼν Θαμνεὺς κυνηγέτης ἦγεν ὡς ξενίσων εἰς τὸν οἶκον καὶ τὸν οἰκέτην |
προέτεινεν ὃ συνήγαγεν , οἷον ὁ Κλεοφῶν ποιεῖ ἐν τῷ Μανδροβούλῳ τῷ Πλατωνικῷ διαλόγῳ . , ΣΙΑ . Σπεύσιππος ἐν | ||
αὐτὸς ὁ ἐρωτῶν λέγειν λέγων τί καταργοῦμεν τὸν καιρόν ; Μανδροβούλῳ : διάλογος Πλάτωνος . Εἰ δέ τις ὑπολήψεται Εἰ |
ἐλάμβανον . , ἔξω ἔμπροσθέν μου ἐκράτουν . ἀπάγχων ] ἀποπνίγων . τὰ εʹ ταῦτα κῶλα δίμετρά εἰσιν ἰαμβικά , | ||
ἐπαχθής , ἄπληστος , ἄμετρος , αἰσχροκερδής , βίαιος , ἀποπνίγων , πιέζων , λωποδυτῶν , ἀποδύων , ἁρπάζων , |
ἐξ αὐτοῦ τοιάδε ἐστίν . ἐν ταῖς λεωφόροις που λαθὼν ὑποκρύπτεται , πολλάκις δὲ καὶ ἐπί τι δένδρον ἀνερπύσας εἶτα | ||
: γράφεται ὑφαίνεται , ἤως συμπλέκεται , ἀφωμοίωται , ἢ ὑποκρύπτεται , κολλᾶται . ἡ δή : μύραινα . ἄγχι |
θηλὰς ἔρχεται γεννηθέντα παραχρῆμα , καὶ μέντοι καὶ τῶν οὐθάτων σπῶντα ἐμπίπλαται : πολυπραγμονεῖ δὲ τὸ τεκὸν οὐδὲ ἕν , | ||
ὀξέα μηδὲ ἄφυκτα μηδὲ ἀνιαρὰ ἐν τοῖς τραύμασι φαίνηται βιαίως σπῶντα καὶ ἀμάχως ἀντιλαμβανόμενα , ἡμᾶς μὲν ἐν τοῖς δειλοῖς |
ἦλθε , δὴ τότε Φοῖνιξ ἦλθεν ἀνὴρ ἀπατήλια εἰδώς , τρώκτης , ὃς δὴ πολλὰ κάκ ' ἀνθρώπους ἐεόργει : | ||
: „ δὴ τότε Φοῖνιξ ἦλθεν ἀνὴρ ἀπατήλια εἰδώς , τρώκτης „ . ἐκ τοῦ τρῶ σημαίνοντος τὸ βλάπτω παράγωγον |
ἑκάτερος αὐτῶν ἀπειλήφῃ τὰ ὑπὸ τοῦ λόγου ὀφειλόμενα ἀκοῦσαι . Λέγοις ἄν , ἔφη , ὡς οὐ πολλὰ ἄλλ ' | ||
, ὦ Σώκρατες , ἄρτι δοκῶ κατανενοηκέναι τοὺς ἄνδρας . Λέγοις ἄν : ἔοικας γὰρ ἄτοπόν τι καθορᾶν . Ναί |
ἐνθεὶς τὸν λύχνον Κἀναψηφίσασθ ' ἀποδοῦναι πάλιν τὰ χρυσία . Ταχὺ τῶν ἐρίων καὶ τῶν ἀνθῶν τῶν παντοδαπῶν κατάγωμεν . | ||
καὶ τῶν ἄλλων πολλοῖσιν ὀρθοστάδην καὶ ἐπὶ τῶν νουσημάτων . Ταχὺ δὲ καὶ μεγάλη τις ἡ μεταβολὴ τουτέοισι πάντων ἐγίγνετο |
ἠρεμία . ἀλλὰ καὶ ἐπὶ τῆς ἀναπνοῆς ἐστιν εἰσπνοὴ καὶ ἐκπνοή , καὶ μεταξυλαβεῖται ἠρεμία . ἐν ταύταις οὖν ταῖς | ||
' ὃν ἤτοι κόπρος ἐμεῖται , ἢ δυσώδης ἐστὶν ἡ ἐκπνοή , πολλάκις δ ' ἡ ἐρυγὴ τοιαύτη γίνεται , |
νίκης ἐγκώμιον ᾄδεις : ἐπὶ τῶν προλαμβανόντων τὰ πράγματα . Παθὼν δέ τε νήπιος ἔγνω . Πολλῶν ἐγὼ θηρίων ἀκήκοα | ||
φησίν : ὅμοιον δέ ἐστι τῷ παρ ' Ἡσιόδῳ , Παθὼν δέ τε νήπιος ἔγνω . Ἀπώλεσας τὸν οἶνον , |
τὰ ἄλογα , ἄνθρωποι δὲ οἱ εἰδότες οὐ φυλάττονται . Πολλαῖς πληγαῖς δρῦς δαμάζεται : πρὸς τοὺς δυσαλώτους . Πολυμαθείη | ||
εἶναι , ἐὰν μή τις ἄρα τῶν οἰκείων βοηθήσῃ . Πολλαῖς μὲν οὖν ἐνδείξεσιν ἦν ἔνοχος οὑτοσί , καὶ ἅπαντας |
τῶν συκοφαντῶν τυραννίδος ἐπάγοι κατὰ σοῦ γραφήν , οὐκ ἂν ἠγανάκτεις εὐθυνόμενος ἐφ ' οἷς εὐεργέτεις ; ἐγὼ μὲν ἡγοῦμαι | ||
περινοστεῖν ἐλευθέρως οὔτε ἀποκλείων οὔτε ζηλοτυπῶν : ἄλλοτε δὲ τοὐναντίον ἠγανάκτεις κατὰ τῶν πλουσίων κατακεκλεῖσθαι λέγων πρὸς αὐτῶν ὑπὸ μοχλοῖς |
ὡς πανοῦργον καὶ δυνατὸν ἐν πᾶσιν . ” ὁ δὲ σχολαστικὸς δραμὼν εἰς τὰ ἀπόρρητα λέγει “ εἰ δύναταί τις | ||
μετῆς δὲ μητρὸς λεγούσης : Τέκνον , ἐτύφλωσάς με ὁ σχολαστικὸς πρὸς τοὺς ἑταίρους εἶπεν : Εἰ ταῦτα αὐτῷ πέπρακται |
ἐξ ἀρχῆς ἀναμαρτήτους φῦναι θεῶν καὶ τῶν ἐπὶ γῆς οὐδεὶς ἀναμάρτητος , τὸ δὲ τοῖς εὖ λέγουσιν ἐθελῆσαι πεισθῆναι πρέπον | ||
εἰ μηδὲν ὑποδεέστερα τούτων μελετῶντες θανάτῳ ζημιούμεθα ; Φάσκων δὲ ἀναμάρτητος εἶναι , καὶ ἀξιῶν τὰς συμφορὰς τῶν ἁμαρτόντων εἶναι |
πέντε λήγει . τετράγωνον δὲ λέγεται , ἐπειδὴ πᾶς ἀριθμὸς πολυπλασιαζόμενος τετράγωνον ἀριθμὸν ἀποτελεῖ , οἷον τρὶς τρεῖς ἐννέα , | ||
τὸν τετραγωνισμόν . πᾶς δὲ ἀριθμὸς ὁ ὑφ ' ἑαυτὸν πολυπλασιαζόμενος τετράγωνος λέγεται , ὡς τὸ τρὶς τρεῖς ἐννέα . |
γράφεται : οἷον , ἰξός : ἴξαλος : ἰξεύω : ἰξευτής : ἰξύς : ἴξω : σχίζω : καὶ τὸ | ||
γράφεται : οἷον , ἰξός : ἴξαλος : ἰξεύω : ἰξευτής : ἰξύς : ἴξω : σχίζω : καὶ τὸ |
τοῦ νώτου ἐπιστραφέντα , αὐτοῦ δὴ τοῦ θυρεοῦ στοχαζόμενον ὡς βιαιότατα ἐναράξαι τὸ δόρυ . καὶ τὸ ἀκριβὲς τοῦδε τοῦ | ||
, ἀλλὰ προσερείσας τῇ καταδρομῇ τοῦ δακέτου τοὺς ἑαυτοῦ μυκτῆρας βιαιότατα ἐσπνεῖ , καὶ ἕλκει ὡς ἴυγγι τῷ πνεύματι , |
πόλιν . πάντα τὰ τοιαῦτα οἱ κωμικοὶ ποιοῦσι παρῳδοῦντες . ἀμβλύτερος : Θουκυδίδης . ἄμβωνες : οἱ λόφοι τῶν ὀρῶν | ||
ἤθελεν : ἐν δ ' αὖ πλήθει πραγμάτων καὶ ἐραστὴς ἀμβλύτερος εἰς ἐρώμενον ἂν εἴη . δεῖ δὴ τοῦ γε |
θηρατὴς ἄκοντα ἀνασπάσας ἔχει τὴν ἄγραν . Δειλότατος ἰχθύων ὁ μελάνουρος , καὶ ἔχει τῆς δειλίας μάρτυρας τοὺς ἁλιεῖς . | ||
τῷ περὶ ζῳικῶν γράφει οὕτως : ὀρροπυγόστικτοι δὲ τῶν ἰχθύων μελάνουρος καὶ σαργὸς πολύγραμμοί τε καὶ μελανόγραμμοι . ὅμοιον δὲ |
εἰπάτην ἑκατέρα τὰ αὑτῆς ἀγαθὰ καὶ ἔδοξε τῷ Ἡρακλεῖ τὴν Ἀρετὴν ποιήσασθαι ἡγεμόνα , λέγει αὐτὸν ἐκείνη παραλαβοῦσα , ἵν | ||
καὶ ὁ καλὸς Ξενοφῶν τὸν περὶ τὸν Ἡρακλέα καὶ τὴν Ἀρετὴν μῦθον ἐντεῦθεν πεπλακέναι . κατὰ γὰρ τὸν Ἐμπεδοκλέα : |
τῆς Βαλήτου . Οἱ οἰκοῦντες Βρέττιοι , καὶ ἡ χώρα Βρεττία , καὶ ἡ γλῶσσα . Ἀντίοχος δὲ τὴν Ἰταλίαν | ||
: ἀπὸ * * * Κελτοῦς τῆς Βρεττάνου θυγατρός . Βρεττία δὲ νῆσος ἐν τῷ Ἀδρίᾳ ποταμὸν ἔχουσα Βρέττιον : |
δειπνεῖ , πίνει , σκιρτᾷ , λορδοῖ , κεντεῖ [ βινεῖ ] . σεμναὶ δ ' αὐλῶν ἀγαναὶ φωναί , | ||
δειπνεῖ , πίνει , σκιρτᾷ , λορδοῖ , κεντεῖ [ βινεῖ ] . σεμναὶ δ ' αὐλῶν ἀγαναὶ φωναί , |
ἐγχαράξεις τῆς γῆς . γράφεται ἀγμοὺς ἀντὶ τοῦ αἰγιαλούς * ὄγμους : ῥήξεις . περὶ ἀμφισβαίνης τὸν δὲ μετ ' | ||
εἶναι . ὄγκους τοὺς πώγωνας τῶν βελῶν τῶν τοξικῶν . ὄγμους τοὺς τῶν θεριζόντων στίχους καὶ τοὺς αὔλακας . ὄγχναι |
τῶν σῶν ἐντολῶν οὐκ ἠμέλησεν : οἵαν ἐκεῖνος ἀφῆκε φωνὴν ἀναιρούμενος : οἷον ὕπατον ἐφθέγξατο λόγον : οὐ γὰρ ἠγνόησε | ||
ἀπροσδοκήτως ἐπὶ τοῖς ἁμαρτήμασι κολασθέντων . Ἴβυκος γὰρ ὑπὸ λῃστῶν ἀναιρούμενος καὶ γεράνους ἰδὼν ἐμαρτύρατο . Χρόνῳ δὲ οἱ λῃσταὶ |
πιεῖν ἀκρατέστερον , ἐπισκύθισον λέγουσιν . Ἀχαιὸς δ ' ἐν Αἴθωνι σατυρικῷ τοὺς σατύρους ποιεῖ δυσχεραίνοντας ἐπὶ τῷ ὑδαρῆ πίνειν | ||
μέν μοι τῶν κακῶν παροψίδες . Ἀχαιὸς δ ' ἐν Αἴθωνι σατυρικῷ : κεκερματίσθω δ ' ἄλλα μοι παροψίδων κάθεφθα |
δέ ; οὐ σοφὰ καὶ περὶ σοφῶν ἥκουσιν ἀκουσόμενοι ; Φαῖεν ἄν , ὥς μοι δοκοῦσιν . Ἀλλὰ μὴ τὸν | ||
, ὅτι ταῦτα ἀγαθὰ μέν ἐστιν , ἀνιαρὰ δέ ; Φαῖεν ἄν ; Συνεδόκει . Πότερον οὖν κατὰ τόδε ἀγαθὰ |
τὸν γελοιαστήν . ὄνομα δὲ μόνον ἀπὸ τῶν ῥηθέντων ὁ ἐπιχαιρέκακος : ἐπὶ δὲ τῶν ἄλλων μετοχαῖς χρηστέον . ἐπίρρημα | ||
καὶ ἐπιχαιρεκακίας , ὡς εἴρηται . ἢ δύναται καὶ ὁ ἐπιχαιρέκακος ἐναντίος εἶναι τῷ νεμεσητικῷ , ὥσπερ καὶ ὁ φθονερὸς |
, θηριώδης , ἀνήμερος , δύσθυμος , δυσόργητος , μηνιῶν βαρύμηνις , ἰοῦ γέμων , σκορπιώδης , σκορπίος ζητῶν ὅτῳ | ||
, αὐξητά , φαεσφόρε , κάρπιμε Παιάν , ἀντροχαρές , βαρύμηνις , ἀληθὴς Ζεὺς ὁ κεράστης . σοὶ γὰρ ἀπειρέσιον |
περισπᾶται . ] οὗτος αὐτὸς : [ Ἀντὶ τοῦ ὁ ἔποψ ] ἐρεῖ ἡμῖν . καλός γε καὶ φοινικιοῦς : | ||
κεῖσθαι ἄγαλμα Ἕλληνι χαλινὸν καὶ κόσμον ἵππου , ὁ δὲ ἔποψ οὗτος Ἰνδῶν βασιλεῖ ἄθυρμά ἐστι , καὶ διὰ χειρῶν |