ταύτας τὰς λιμνάδας , ὠγαθέ , Νύμφας , αἵτε μοι ἵλαοί τε καὶ εὐμενέες τελέθοιεν , οὔ τευ τὰν σύριγγα
, ὥσπερ πολλάκις αὐτὸν ἐλοιδόρησας ; Εὐτάκτων θνητῶν βιοτῇ θεοὶ ἵλαοί εἰσιν , εὐσεβέων θ ' ἁγίας θυσίας τιμάς τε
8042554 ἀλοχους
δὲ συνὼν Φαίνων ἠδ ' ἀντιπέρηθεν πρεσβυτέρας στείρας τ ' ἀλόχους καὶ ἀεικέας αἰνῶς δῶκεν . καὶ τετράγωνος ἀεὶ χαλεπὸς
δυτικῷ παρεούσης Ἀφρογενοῦς κέντρῳ , φθορέας λέκτρων ἀνέφηνεν ἀλλοτρίων , ἀλόχους δέ τ ' ὀπιπεύσαντες ἄγονται ἐξ εὐνῆς ἑτέρων :
7892650 ὁσσαι
, ὅστε κιούσας παντοίας ἀγέλας τεκμαίρεται , αἵ τε καὶ ὅσσαι , πιφαύσκει δ ' ἑτάροισι : τὰ δ '
ἔτις ' ὡς οὔ τις ἐπὶ χθονὶ τίεται ἄλλη , ὅσσαι νῦν γε γυναῖκες ὑπ ' ἀνδράσιν οἶκον ἔχουσιν .
7855577 κουραι
οὖν τὸν ἐξ ἀρχῆς στίχον Ἀρτέμιδος κλεῖτε κράτος ἔξοχον ἐννέα κοῦραι πολλαπλασιασθέντα δι ' ἀλλήλων δύνασθαι μυριάδων πλῆθος τρισκαιδεκαπλῶν ρϘϚʹ
ἔνδοθι κῦμα . Ἔνθα δ ' ἐφεζόμεναι λιγυρὴν ὄπα γηρύουσι κοῦραι , ἀνοστήτους δὲ βροτῶν θέλγουσιν ἀκουᾷ . Δὴ τότε
7779560 εὐναι
” “ πῶς δαὶ τῶν ἄλλων Τρώων φυλακαί τε καὶ εὐναί ; ” δαΐζων διαιρῶν , διακόπτων . δειλός ἐπὶ
σοφίης γὰρ ὅρος οὗτος . Ἀναξάρχου . Πολλαὶ κυνὸς ἄῤῥενος εὐναί : ἐπὶ τῶν κατωφερῶν εἰς τὰ ἀφροδίσια . Πολλὰ
7768677 ἀλληλῃσι
' , ὡς ἐγὼ ' δόκουν ὁρᾶν , τεύχειν ἐν ἀλλήλῃσι : παῖς δ ' ἐμὸς μαθὼν κατεῖχε κἀπράυνεν ,
ὅθι μῦθος ἀναιδέας εἰν ἁλὶ πέτρας πλαζομένας καναχηδὸν ἐπ ' ἀλλήλῃσι φέρεσθαι . ἐκ δὲ τοῦ οἰγόμενος παραπέπταται ἐγγύθι Πόντος
7700540 θυγατρες
τὴν Θεσσαλίαν . . . . τρεῖς δέ μοί εἰσι θύγατρες ἐνὶ μεγάρῳ εὐπήκτῳ Χρυσόθεμις καὶ Λαοδίκη καὶ Ἰφιάνασσα :
τοιγὰρ ἀοίδιμος ἔργοις ἀθάνατόν τέ μιν αὐξήσουσι Μοῦσαι , Μναμοσύνας θύγατρες Διὸς ξενίου σέβας αὔξουσαι φιλίας τε γέρας βεβαίου .
7684576 παρθενικαι
κατατεθνηώτων νύμφαι τ ' ἠίθεοί τε πολύτλητοί τε γέροντες , παρθενικαί τ ' ἀταλαὶ νεοπενθέα θυμὸν ἔχουσαι : πολλοὶ δ
τε φηγοί ῥιζόθι δινήθησαν ἀνέστησάν τε χορείαν , οἷά τε παρθενικαί . Ἄλλως . Ῥησκύνθιον δὲ ὄρος Θρᾴκης , ἐν
7674372 ἀειδον
ἐκείνῳ τῷ ναῷ : χρύσειαι δ ' ἐξύπερθ ' αἰετοῦ ἄειδον Κηληδόνες . οὗτος μὲν δὴ ταῦτα ἐς μίμησιν ἐμοὶ
ἰὼν ἐμνάσατο κοίτου . Ὄρνιχες τρίτον ἄρτι τὸν ἔσχατον ὄρθρον ἄειδον , Τειρεσίαν τόκα μάντιν ἀλαθέα πάντα λέγοντα Ἀλκμήνα καλέσασα
7650718 εὐφρονες
. τὸν ἐσόμενον οὖν τοῦ Πηλέως σύγγαμβρον . ἔνθα μιν εὔφρονες ἶλαι : ἶλαι αἱ τάξεις καὶ αἱ συστροφαὶ τῶν
! [ – ⚕ – ⚕ – ] μμασιν ? εὔφρονες [ ] [ – × φῶς δεκ˘ ? [
7634312 Πιεριδες
, ὕμνων κατάρχετε [ ] [ δ ' ἐμῶν , Πιερίδες , αἳ νιφοβόλους πέτρας ναίεθ ' [ Ἑλικωνίδας ]
ἀγορητὴς ἁνδάνει οὔτ ' ἄρ ' ἀοιδὸς ὃν ἀθάνατοι φιλέουσι Πιερίδες : παύρων δ ' ἐπέων ἔρος ἀνθρώποισι . Νῦν
7626931 στυγεραι
ἄμπεχεν οὐλομένοιο πυρὸς πνείουσαν ἀυτμήν . Ἀμφὶ δ ' ἄρα στυγεραὶ Στυμφηλίδες , αἳ μὲν ὀιστοῖς βλήμεναι ἐν κονίῃσιν ἀπέπνεον
, ὁπόταν δνοφερὰ νὺξ ὑπολειφθῇ : τὰ δὲ παννυχίδων ἤδη στυγεραὶ ξυνίσας ' εὐναὶ μογερῶν οἴκων , ὅσα τὸν δύστηνον
7622464 Τρωιαδες
καιρός , ὦ βασίλεια † . ἔκβητ ' ἀπήνης , Τρωιάδες , χειρὸς δ ' ἐμῆς λάβεσθ ' , ἵν
ἀγγεῖον , καὶ ἐξέρχεται γάρος τὸ καλούμενον αἱμάτιον . Νύμφαι Τρωιάδες , ποταμοῦ Ξάνθοιο γενέθλη , αἳ πλοκάμων κρήδεμνα καὶ
7601877 Μεγαιρα
: Δουλεύτριαι τῶν Μοιρῶν εἰσὶν αἱ Ἐριννύεις , Τισιφόνη , Μέγαιρα , καὶ Ἀληκτώ : μνήμονας δὲ ταύτας εἴρηκε ,
εἰσι δαίμονες τιμωρητικαί , ὧν τὰ ὀνόματα * Τισιφόνη , Μέγαιρα καὶ Ἀληκτώ . καὶ κατὰ μὲν Ἡσίοδον καὶ λοιποὺς
7601442 λυγραι
τέκνων γυναικός τ ' . ὦ λυγραὶ φιλημάτων τέρψεις , λυγραὶ δὲ τῶνδ ' ὅπλων κοινωνίαι . ἀμηχανῶ γὰρ πότερ
αἳ δ ' ἀπάτερθεν ἄλλαι ὑποτρομέεσκον Ἀμαζόνες . Ἀμφὶ δὲ λυγραὶ Θρηικίην ἀνὰ γαῖαν ἔσαν Διομήδεος ἵπποι ἀνδροβόροι : καὶ
7594487 μελιφρονα
] ? γένος , οἷσιν ? [ ἐκεῖναι ἵλαοι ἀντιάσουσι μελίφρονα [ ] θυμὸν ? ? ? ? [ ἔχουσαι
ἀνῃώρησε καὶ οὐκ ᾐδέσσατο Κύπρις . χειρὶ δ ' ἐλαφρίζουσα μελίφρονα δεσμὸν ἐρώτων στῆθος ἅπαν γύμνωσε καὶ οὐκ ἐμνήσατο μαζῶν
7574285 ἀθαναται
κάλλεος , οὕνεκα Κύπριν , ὅτ ' εἰς ἔριν ἠέρθησαν ἀθάναται , κόσμησεν ἐν Ἰδαίοισιν ὄρεσσι τῆς σύ γ '
Διὸς αἰγιόχοιο , ὅσσαι δὴ θνητοῖσι παρ ' ἀνδράσιν εὐνηθεῖσαι ἀθάναται γείναντο θεοῖς ἐπιείκελα τέκνα . Δημήτηρ μὲν Πλοῦτον ἐγείνατο
7539369 δμωες
σπόρον θελήσεις εἰπεῖν , τὸν Ὀκτώβριον φήσεις καὶ Νοέμβριον . δμῶές τε καὶ αὐτός : τοῦτο δὲ ὅμοιόν ἐστι τῷ
καὶ αὐτοῦ βώτορες ἄνδρες . ὁμοίως τῷ ” θῆτές τε δμῶές τε „ . . δ . ζατρεφέων αἰγῶν ὅς
7489714 αἱτε
⌊ Ἰνάχου ? ? Ἀργείου ποταμοῦ παισὶν βιοδώροις ⌊ , αἵτε παρίστανται ? πᾶσιν βροτέοισιν ? ἐπ ' ἔργοις ?
κνημῖδας Ἐρυθραίων Ἀριηνῶν : ἀλλά με Μουσάων φορέει νόος , αἵτε δύνανται νόσφιν ἀλημοσύνης πολλὴν ἅλα μετρήσασθαι οὔρεά τ '
7488860 ἀμφιπολοι
Μήδεια λιποῦς ' ἄπο πατρίδα γαῖαν . Ἤδη δ ' ἀμφίπολοι μὲν ὀπιπτεύουσαι ἄπωθεν σιγῇ ἀνιάζεσκον , ἐδεύετο δ '
Ναυσικάα , θυγάτηρ μεγαλήτορος Ἀλκινόοιο , πὰρ δὲ δύ ' ἀμφίπολοι , Χαρίτων ἄπο κάλλος ἔχουσαι , σταθμοῖϊν ἑκάτερθε :
7471492 χθονιαι
κεύθεσιν οἰκί ' ἔχουσαι , κρυψίδρομοι , Βάκχοιο τροφοί , χθόνιαι , πολυγηθεῖς , καρποτρόφοι , λειμωνιάδες , σκολιοδρόμοι ,
φωσφόρος παρέρπει Φαέθων μέσην πορείην ὑπὸ κριὸν ἅρμα τείνων , χθόνιαι φλέβες γελῶσιν . Χθονοφοίτορες δὲ Μοῖραι κρυφίας γονὰς ἀρούρης
7456388 αἱτ
ρ ' ὀλοοῖο κασιγνήτου νόον ἔγνω κλαῖεν ἀηδονίδων θαμινώτερον , αἵτ ' ἐνὶ βήσσῃς Σιθονίῳ κούρῳ πέρι μυρίον αἰάζουσιν .
δὴ ὀλλοοῖο κασιγνήτου νόον ἔγνω , κλαῖεν ἀηδονίδων θαμινώτερον , αἵτ ' ἐνὶ βήσσῃς Σιθονίῳ κούρῳ πέρι μυρίον αἰάζουσιν :
7450214 ῥωοντ
Μυρμιδόνων ἡγήτορες ἠδὲ μέδοντες ἀμφ ' ἀγαθὸν θεράποντα ποδώκεος Αἰακίδαο ῥώοντ ' : ἐν δ ' ἄρα τοῖσιν ἀρήϊος ἵστατ
ὑπὸ ποσσὶ ταρφέα κινυμένοιο πέλει κτύπος , ἀμφὶ δὲ χαῖται ῥώοντ ' ἐσσυμένοιο , κάρη δ ' εἰς ὕψος ἀείρει
7399724 Βρομιοιο
τένοντα καὶ βίον ἱμερόεντα βροτοῖς πολύολβον ἀνεῖσα , αὐξιθαλής , Βρομίοιο συνέστιος , ἀγλαότιμος , λαμπαδόεσς ' , ἁγνή ,
καὶ πίονα μῆλα , ῥοιαί τε σταφυλαί τε , θεοῦ Βρομίοιο τιθῆναι πρόσφατος , ἥν θ ' ἁμάμαξυν ἐπίκλησιν καλέουσι
7397770 ἱμεροεντα
στοναχεῖτε νάπαι καὶ Δώριον ὕδωρ , καὶ ποταμοὶ κλαίοιτε τὸν ἱμερόεντα Βίωνα . νῦν φυτά μοι μύρεσθε καὶ ἄλσεα νῦν
ἐπιτεμὼν τὰ ποιήματα τὸν τρόπον τοῦτον : πολλὸς δ ' ἱμερόεντα χορὸν περιίσταθ ' ὅμιλος τερπόμενος : δοιὼ δὲ κυβιστητῆρε
7397666 ὀλοαι
ἅλλομαι τὸ πηδῶ , ἡ ἐν τῷ ἅλλεσθαι πέρδουσα : ὀλοαί : ὀλεθρίαι , ὀλέθριοι . φύσαλοι : εἶδος κήτους
ἅλλομαι τὸ πηδῶ , ἡ ἐν τῷ ἅλλεσθαι πέρδουσα : ὀλοαί : ὀλεθρίαι , ὀλέθριοι . φύσαλοι : εἶδος κήτους
7381297 Νηρηος
χάρμῃ , λαιμὸν δ ' ἄπληστον ἄμυξα . ἦλθε δὲ Νηρῆος θυγάτηρ , Θέτις ἀργυρόπεζα , σηπίη εὐπλόκαμος , δεινὴ
καλλιπάρηον Εὐρυβίην τ ' ἀδάμαντος ἐνὶ φρεσὶ θυμὸν ἔχουσαν . Νηρῆος δ ' ἐγένοντο μεγήριτα τέκνα θεάων πόντῳ ἐν ἀτρυγέτῳ
7377220 ἁγναι
Ὅμοιον , Τὸ κανοῦν τῆς θεοῦ φέρει . Αἱ γὰρ ἁγναὶ ἔφερον . Ἀγρὸς ἡ πόλις : ἐπὶ τῶν παρανομούντων
' : Ὦ ναίων ἅλα πόντιε Πόσειδον Νηρέως θ ' ἁγναὶ κόραι , σώσατέ μ ' ἐπ ' ἀκτὰς Ναυπλίας
7373064 ξιφεων
εὖτ ' ἂν δὴ μῶλον Ἄρης συνάγηι ἐν πεδίωι : ξιφέων δὲ πολύστονον ἔσσεται ἔργον : ταύτης γὰρ κεῖνοι δάμονές
' ἀπέρχῃ κεῦθος νεκύων , οὔτε φθινάσιν πληγεῖσα νόσοις οὔτε ξιφέων ἐπίχειρα λαχοῦς ' , ἀλλ ' αὐτόνομος ζῶσα μόνη
7360520 ἐντυνονται
μέλας θολὸς ἀλλ ' ὑπερευθὴς ἐντρέφεται , μῆτιν δὲ πανείκελον ἐντύνονται . Τοίοις μὲν φρονέουσι νοήμασιν : ἀλλὰ καὶ ἔμπης
μέλισσαι χείματος οὐκέτ ' ἐόντος , ὅτ ' ἐς νομὸν ἐντύνονται ἐλθέμεν , οὐδ ' ἄρα τῇσι φίλον πέλει ἔνδοθι
7356130 ἐτευξαν
καὶ ἐναλλάγδην ὁρίων μοίρῃσι βεβῶτες , μολπῇσιν γλυκερῇσι μεμηλότας ἄνδρας ἔτευξαν , ἢ λιγυρῆς κιθάρης ἐπιίστορας ἠδὲ καὶ αὐλῶν .
ἑτέρων μαλερῇσιν ὑπ ' αὐγαῖς δερκομένου ἑτέροιο , γονὴν δούλειον ἔτευξαν . ὁππότε δ ' ἂν κέντρων ἐρατὴ κλινθεῖσα Σελήνη
7354353 φιλαι
οὐδ ' Ἄκιδος ἱερὸν ὕδωρ . ἄρχετε βουκολικᾶς , Μοῖσαι φίλαι , ἄρχετ ' ἀοιδᾶς . τῆνον μὰν θῶες ,
, πάντ ' ἄλσεα ποσσὶ φορεῖται ἄρχετε βουκολικᾶς , Μοῖσαι φίλαι , ἄρχετ ' ἀοιδᾶς ζάτεις ' : ἆ δύσερώς
7349503 τοκηας
συναμφοτέρους μοῖρα λάβοι θανάτου . Οἵ κ ' ἀπογηράσκοντας ἀτιμάζωσι τοκῆας , τούτων τοι χώρη , Κύρν ' , ὀλίγη
τὸ βοᾶν ἀεὶ τῇ φωνῇ τραχυτέρᾳ λαιδρούς ] θρασεῖς δαμάσαιο τοκῆας : ἑψήσειας δαμάσαιο ] φόνευσον τοκῆας ] τὰ τέκνα
7349402 Κυπριδος
. ” Ἦ , καὶ ἀναΐξασαι ἐπὶ μέγα δῶμα νέοντο Κύπριδος , ὅρρά τέ οἱ δεῖμεν πόσις ἀμφιγυήεις , ὁππότε
μέλεά τ ' ἔτλας . τὰ δ ' ἐμὰ δῶρα Κύπριδος ἔτεκε πολὺ μὲν αἷμα , πολὺ δὲ δάκρυον †
7348520 φωτας
τὰ φθοροποιά , ἔφη , τὰ ἀλεξητήρια τῶν φαρμάκων εἴποιμι φῶτας ] τοὺς ἀνθρώπους δαμάζει ] θανατοῦσι ἄγχι ] πλησίον
ἐξαῦτις ἐφορμηθεῖσα κίχῃσι τόσσῃσιν κεφαλῇσι , τόσους δ ' ἐκ φῶτας ἕληται . ἀλλὰ μάλα σφοδρῶς ἐλάαν , βωστρεῖν δὲ
7345855 νυμφαι
ἀλαὸς τοὺς ὦπας . καὶ νυκταλωπιῶν : ὁ νυστάζων . νύμφαι : σκώληκες οἱ ἐν τοῖς τῶν μελισσῶν κυττάροις ,
ἐν ταύταις λοῦσαι τεχθέντα Ἑρμῆν αἱ περὶ τὸ ὄρος λέγονται νύμφαι , καὶ ἐπὶ τούτῳ τὰς πηγὰς ἱερὰς Ἑρμοῦ νομίζουσιν
7343058 ἀλοχοις
εὐνῆς δὲ γάμων πέρι δηριόωνται : πολλαῖς δ ' εἷς ἀλόχοις πέρι μάρναται : ὃς δέ κεν ἀλκῇ νικήσῃ ,
δρακοῖσα ] [ [ ´χεν ? ] αἷς [ ] ἀλόχοις [ [ ] [ ] κοισι [ ! !
7335988 τελεουσι
, ῥητῆρας μύθων ἀγαθοὺς σοφίῃ τε μάλ ' αἰεὶ εὐπρεπέας τελέουσι καὶ ἡγητῆρας ἀρίστους παιδείης : τῶν δ ' αὖτε
ἕτερος πόρος , ἧχι γυναῖκες ἀνδρῶν ἀντιπέρηθεν ἀγαυῶν Ἀμνιτάων ὀρνύμεναι τελέουσι κατὰ νόμον ἱερὰ Βάκχῳ , στεψάμεναι κισσοῖο μελαμφύλλοιο κορύμβοις
7327885 ἐκτοσθε
ἅμ ' Ἀτρείδῃσιν ὑπὲρ πολέμοιο φέρωμαι . Καὶ σὺ μὲν ἔκτοσθε στῆσας νέας : αὐτὰρ ἔγωγε αὐτὸν ἀεικίσσας πληγῇς ὑπὸ
προπάροιθεν . μηδὲ σὺ δηθύνειν , μή τίς ς ' ἔκτοσθε νοήσας ἢ βάλῃ ἢ ἐλάσῃ : τὰ δέ σε
7319419 θαλιαι
μόνον ὄλβιον ἀνθρώποισι , τοῦ χαίρειν φάρμακον αὐτοφυές . τοῦ θαλίαι φίλα τέκνα φιλοφροσύναι τε χοροί τε . τῶν ἀγαθῶν
ὄλβιον ἀνθρώποισι ξυνόν , τοῦ χαίρειν φάρμακον αὐτοφυές . τοῦ θαλίαι φίλα τέκνα φιλοφροσύναι τε χοροί τε : τῶν ἀγαθῶν
7315561 ἀλοχοι
ἐμὸν δόμεναι πάλιν , ὄφρα πυρός με Τρῶες καὶ Τρώων ἄλοχοι λελάχωσι θανόντα . εἰ δέ κ ' ἐγὼ τὸν
πύλας καὶ φηγὸν ἵκανεν , ἀμφ ' ἄρα μιν Τρώων ἄλοχοι θέον ἠδὲ θύγατρες εἰρόμεναι παῖδάς τε κασιγνήτους τε ἔτας
7290262 ἀριγνωτη
ἥ γε κάρη ἔχει ἠδὲ μέτωπα , ῥεῖά τ ' ἀριγνώτη πέλεται , καλαὶ δέ τε πᾶσαι . „ ἀλλ
ἔχει ἠδὲ μέτωπα , φησίν : καὶ ῥεῖα δ ' ἀριγνώτη πέλεται , καλαὶ δέ τε πᾶσαι . Ἤ που
7284084 παρθενικας
γὰρ παρθένοι , μέλλουσαι πρὸς μίξιν ἔρχεσθαι , ἀνετίθεσαν τὰς παρθενικὰς αὑτῶν ζώνας τῇ Ἀρτέμιδι . Λυσικράτης ἕτερος : ἐπὶ
. ἔρρετε , μηδ ' ὔμμιν πολεμήια ἔργα μέλοιτο , παρθενικὰς δὲ λιτῇσιν ἀνάλκιδας ἠπεροπεύειν . ” Ὧς ηὔδα μεμαώς
7270781 Χαλκιοπη
ἰαινομένην . τοῖον δ ' ἐπὶ μῦθον ἔειπεν : “ Χαλκιόπη , ὡς ὔμμι φίλον τερπνόν τε τέτυκται , ὧς
ὡς ἴδεν ἆσσον , ἀνίαχεν . ὀξὺ δ ' ἄκουσεν Χαλκιόπη : δμωαὶ δέ , ποδῶν προπάροιθε βαλοῦσαι νήματα καὶ
7270111 ποδεσσιν
κὰτ ἰψήλων ὀρέων Κρῆσσαί νύ ποτ ' ὦδ ' ἐμμελέως πόδεσσιν ὤρχηντ ' ἀπάλοις ' ἀμφ ' ἐρόεντα βῶμον πόας
ἀθανάτοισιν ἀρίθμιος εἰλαπινάζῃ . Ἡ δ ' Ἄτη ἁπαλοῖσι μετατρωχῶσα πόδεσσιν ἄκρῃς ἐν κεφαλῇσιν ἀνώϊστος καὶ ἄφαντος ἄλλοτε μὲν γραίῃσι
7267873 λιγυρην
δὲ σκόλυμός τ ' ἀνθεῖ καὶ ἠχέτα τέττιξ δενδρέῳ ἐφεζόμενος λιγυρὴν καταχεύετ ' ἀοιδὴν πυκνὸν ὑπὸ πτερύγων , θέρεος καματώδεος
βαρύν , καθ ' ὃν λόγον καὶ Ὅμηρος τὴν μάστιγα λιγυρὴν προσηγόρευσεν , ἐπεὶ λεπτὴ οὖσα ὀξὺν ἦχον ἀποδίδωσι .
7267272 ἐπηρατον
Ἀμφὶ δὲ λαοὶ θάμβεον ἀθρήσαντες ἀμωμήτοιο γυναικὸς ἀγλαΐην καὶ κάλλος ἐπήρατον : οὐδέ τις ἔτλη κείνην οὔτε κρυφηδὸν ἐπεσβολίῃσι χαλέψαι
σφιν ἐπισπεῖσαι λευκὸν γάλα καὶ μέθυ ἡδὺ καὶ λίπ ' ἐπήρατον αὖτε μελίσσης ἄνθιμον εἶδαρ καὶ στέψαι πλέξαντας ἀκρόδρυα καρποφόροιο
7266197 Κλυτε
εἰλαπίνης κορέσαντο , δὴ τότε Νηλέος υἱὸς ἐελδομένοισιν ἔειπε : Κλῦτε , φίλοι , πολέμοιο μακρὴν προφυγόντες ὁμοκλήν , ὄφρα
Τρῶας . Τοῖον δ ' ἔκφατο μῦθον ἐποτρύνων ἑτάροισι : Κλῦτε , φίλοι , καὶ θάρσος ἐνὶ στήθεσσι βάλεσθε ἄτρομον
7263440 ἀνακτων
ἀνδράσι τοῖσι μεταῦτις [ . ὃν δέ κε φίλτατον ἔσχε ἀνάκτων ἡ βασίλεια [ οὗτος καὶ Ἀσίας τε καὶ Εὐρώπης
, μή μοι ὀπίσσω νεικείῃ : χαλεπαὶ δέ τ ' ἀνάκτων εἰσὶν ὁμοκλαί : ἀλλ ' ἄγε νῦν ἴομεν :
7260054 ἀμειβομεναι
Ἀλκιμίδας τὸ συγγενὲς ἰδεῖν ἄγχι καρποφόροις ἀρούραισιν , αἵτ ' ἀμειβόμεναι τόκα μὲν ὦν βίον ἀνδράσιν ἐπηετανὸν ἐκ πεδίων ἔδοσαν
τε γαμήλια λέκτρα γυναῖκες κεκριμέναι μεθέπουσι καὶ εὐνάζονται ἅπασαι νύκτας ἀμειβόμεναι : μετὰ δέ σφισι κέντρον ὀπηδεῖ ζήλου ἀνιαροῖο ,
7253761 μεμηλει
ὠκύαλον ναῦν Λήμνῳ ἐν ἠγαθέῃ : τόθι περ κακὰ ἔργα μεμήλει θηλυτέραις : αἳ γάρ κεν ἀϊστώσαντο συνεύνους σφῇσιν ἀτασθαλίῃσι
ἐπὶ οἴνοπα πόντον Ἀτρεΐδης , ἐπεὶ οὔ σφι θαλάσσια ἔργα μεμήλει . Οἳ δ ' ἄρα Βουπράσιόν τε καὶ Ἤλιδα
7248934 Χαριτεσσιν
λαμπετόωντι ἐίκτην . ἐξ ἐνεργείας δὲ αἵματί οἱ δεύοντο κόμαι Χαρίτεσσιν ὁμοῖαι πλοχμοί θ ' , οἳ χρυσῷ τε καὶ
Ὀρχομενὸς παρὰ τὴν τῶν Χαρίτων ὄρχησιν , ὡς Εὐφορίων Ὀρχομενὸν Χαρίτεσσιν ἀφαρέσιν ὀρχηθέντα . ἐπορχούμενος . ὀρχήστρα , ὀρχηστρίς ,
7246105 πληθουσι
τε [ ἄνδρες ] . Νυμφίε , σεῖο γάμοι χαρίτων πλήθουσι χορείης , σωφροσύνης μετὰ κάλλους ? ἀεὶ μεθέπουσιν ἀρωγήν
φησὶ χώραν Ἑλλάδα . λέγει δὲ τὰς Ἀθήνας . . πλήθουσι νεκρῶν : αἱ ἀκταὶ καὶ οἱ αἰγιαλοὶ τῆς Σαλαμῖνος
7245334 ἑους
τοὐπίσω . Συνοίσεσθαι : γενήσεσθαι . Κῆρας : θανάτους . ἑούς : σούς . Τεκμαίρεται : ζητεῖ . Διδύμοισιν :
: δυϊκὸν γάρ ἐστιν ἐπὶ ἑνικοῦ . ἔδει οὖν εἰπεῖν ἑούς . ἄμφω : ἀμφότεροι δὲ ἐπέτρεψαν τῇ κόρῃ τὴν
7242169 λευκωλενου
οὐδὲ τροφαί , τετράμετρα δὲ αἳ Κυθερήας ἐπιπνεῖτ ' ὄργια λευκωλένου . ἀλλὰ τῷ ταῦτα συνεχέστερα εἶναι , ἀπρεπέστερά ἐστι
οὐδὲ λεόντων σθένος οὐδὲ τροφαί αἲ Κυθερήας ἐπιπνεῖτ ' ὄργια λευκωλένου δέδυκε μὲν ἁ σελάνα καὶ Πληϊάδες , μέσαι δὲ
7237313 φιλταται
δὲ παρὰ τὸ Ὁμηρικόν : ἦτοι ἐμοὶ τρεῖς μὲν πολὺ φίλταταί εἰσι πόληες , Ἄργος τε Σπάρτη τε καὶ εὐρυάγυια
Ἴλιον . . . . ἤτοι ἐμοὶ τρεῖς μὲν πολὺ φίλταταί εἰσι πόληες Ἄργος τε Σπάρτη τε καὶ εὐρυάγυια Μυκήνη
7236013 αἰπειναι
ἡμᾶς δύναται τρέφειν . μελέτη δὲ ἄσκησις . ἐπιτήδευμα . αἰπειναί : δυσέφικτοι . σοφίαι μὲν αἰπειναί : τουτέστιν ἐφ
δ ' οὐχ ἅπαντας ἄμμε θρέψει μελέτα : σοφίαι μέν αἰπειναί : τοῦτο δὲ προσφέρων ἄεθλον , ὄρθιον ὤρυσαι θαρσέων
7231921 κειναι
ἔξοχα πασῶν ψυχάων ποτὶ γαῖαν ἀπ ' οὐρανόθεν προχέονται : κεῖναι δ ' ὄλβισταί τε καὶ οὐ φατὰ νήματ '
: ὑπερηφάνη . Ἀτίτηλε : ἔτρεφεν . Κεῖν ' : κεῖναι . ἀταρτηροῖσι : ὑψηλοῖσιν . Οὐρηδόν : φύλαξ .
7224583 ζωοισιν
τῶν πρὸς τὸν βίον ἀνηκόντων ἐργαλείων εὗρον . ἔργα δὲ ζωοῖσιν ἑρπόντεσσί θ ' ὁμοῖα : τὰ γὰρ ὑπ '
ἦλθες ὑπὸ ζόφον ἠερόεντα ζωὸς ἐών ; χαλεπὸν δὲ τάδε ζωοῖσιν ὁρᾶσθαι . μέσσῳ γὰρ μεγάλοι ποταμοὶ καὶ δεινὰ ῥέεθρα
7222064 ἐρατης
' ὅστις Μουσέων τε καὶ ἀγλαὰ δῶρ ' Ἀφροδίτης συμμίσγων ἐρατῆς μνήσκεται εὐφροσύνης . ὅτι ἐποιοῦντο καὶ οἱ ἑπτὰ σοφοὶ
? ! ? ! [ ! ! ] ? Πατρικίης ἐρατῆς ὁμοῦ Παύλου [ ] ἁρμονίης ἀλύτοιο δίδου σφίσιν ευανην
7217814 νουσοις
' εὐσεβέες εἰς τὸν ἅπαντα χρόνον : καὶ ὅσοι ἐν νούσοις θανατώδεσι μοίρῃ ἔχονται [ σοὶ εὐξάμενοι ταχέως σῆς ζωῆς
Ἀσκληπιάδην πατρὶς ἔθαψε Γέλα , ὃς πλείστους κρυεραῖσι μαραινομένους ὑπὸ νούσοις φῶτας ἀπέστρεψεν Φερσεφόνης θαλάμων . Σῆμα Θεόγνιδός εἰμι Σινωπέος
7216722 μαχλους
δ ' αὐτοὺς φήμῃσι κακαῖς νεότητος ἐν ὥραις ἀμφέβαλεν , μάχλους τ ' ἐς ἀεικέα θήκατο κύπριν , ἀλλοτρίων τε
ἑτέρως πως διαφόρως . Ἐλέγη καὶ Κελαινὴ Προίτου θυγατέρες . μάχλους δὲ αὐτὰς ἡ τῆς Κύπρου βασιλὶς εἰργάσατο , ἐπὶ
7215963 Ὡραι
ἀστοῖσι φιληθεὶς Τίμων οὐδ ' Ἀίδῃ γνήσιός εἰμι νέκυς . Ὧραί σοι Χάριτές τε κατὰ γλυκὺ χεῦαν ἔλαιον , ὦ
μακρὰ γράφειν : οὐ γὰρ φθάσω . διὸ ἐποίσει : Ὧραί τ ' ἐπειγόμεναι , τουτέστιν ἐπείγουσί με αἱ Ὧραι
7211758 Ἐρις
τὴν τῶν χρημάτων ἐπιθυμίαν . ἐνικάτθεο : ἔμβαλε . * Ἔρις κακόχαρτος : ᾗ χαίρουσιν οἱ κακοὶ καὶ φιλοδικοῦντες καὶ
δηριόωντο υἱῆες μακάρων ἐρικυδέες οὐδ ' ἀπέληγον ἀλλήλοις κοτέοντες . Ἔρις δ ' ἴθυνε τάλαντα ὑσμίνης ἀλεγεινά . Τὰ δ
7210912 ἀοιδαι
Πίνδαρος [ . ] : ἔντι μὲν χρυσαλακάτου τεκέων Λατοῦς ἀοιδαὶ ὥριαι παιανίδες : ἔντι δὲ καὶ θάλλοντος ἐκ κισσοῦ
τιμὰ κραίνεται οὐδὲ λάθει μηνῶν φθινὰς ἁμέρα νέων τ ' ἀοιδαὶ χορῶν τε μολπαί . ἀνεμόεντι δ ' ἐπ '
7209524 χαλκεοις
ὄλβῳ φέρτατος ἵκετ ' ἐς κείνου γενεάν , ἐπεὶ ἐν χαλκέοις ὅπλοις Τηλεβόας ἔναρεν : τῷ ὄψιν ἐειδόμενος ἀθανάτων βασιλεὺς
] στᾶσαι φατίξωσιν [ ] φύξις , οὐδ ' εἰ χαλκέοις ? [ ] [ τείχεσιν ] μίμνησηι κε ?
7205737 κληιδας
θεοῖς ἠδὲ θνητοῖς ἀνθρώποις , εὐπάλαμον , διφυῆ , πάντων κληῖδας ἔχοντα , αἰθέρος οὐρανίου , πόντου , χθονός ,
ἀμευσάμενος Ἀθύραο Δεξιτερὴν ὑπερέσχε καὶ ὀχθηρῆς Γερανείης . Ἥτις ἔχεις κληῖδας ἐπιζεφύροιο Δυμαίης Ὠκεανός , τῷ πᾶσα περίρρυτος ἐνδέδεται χθών
7204663 τοκεων
ἀγαθοῖς τῆς ἑαυτῶν πατρίδος ; φησί . τὸ γὰρ κεδνῶν τοκέων ἀντὶ τοῦ τῆς πατρίδος . χρύσασπι : ἀντὶ τοῦ
μετὰ φρεσὶ δ ' ἄλλα μενοίνων , αἳ μὲν ὑπὲρ τοκέων μεμνημέναι , αἳ δὲ καὶ ἀνδρῶν , αἳ δ
7202502 θηλυτερης
: δὴν δὲ κατικμάζων ἄγονον σπόρον ἄλλοτε φωτός , πολλάκι θηλυτέρης , σκεδάων γυίοισι τέλεσκε . ἀλλὰ σὺ τῷ βατράχοιο
' ] ποτέ τότ ' ] ἄλλοτε σταγόνεσσι ] σταλαγμοῖς θηλυτέρης γὰρ πώλοιο : νέας γυναικός φησι , καὶ οὐ
7196581 εἰσαναβασα
[ φῦλα γυναικῶν ἥ οἱ γείνατο ] παῖδας ὁμὸν λέχος εἰσαναβᾶσα [ ! ! ! ! ! ! ! ]
σοι Σθενέβοια ? [ ] βοῶπις [ ] ὁμὸν λέχος εἰσαναβᾶσα κούρη Ἀφείδαντος μεγαλήτορος ] ? [ ] [ ]
7196358 πολυκλαυτοιο
' ὦκα λύθη πολυήρατος αἰών : οὐδέ μιν ἐκ πολέμοιο πολυκλαύτοιο μολόντα καί περ ἐελδόμενοι μογεροὶ δέξαντο τοκῆες , Φυλλὶς
δῆριν ὑπ ' Ἀργείοισι δάμησαν : οὐ γάρ σφιν τύμβοιο πολυκλαύτοιο μέγηραν Ἀτρεῖδαι , Τρώεσσι δ ' ἐυπτολέμοισιν ὄπασσαν ἐκ
7196339 ἐμαι
, ὃ στέρνων ἀπονησαμένη ῥάιων ἔσομαι . στάζουσι κόραι δακρύοισιν ἐμαί , ψυχὴ δ ' ἀλγεῖ κακοβουληθεῖς ' ἔκ τ
τὰ κτήματα κατὰ πᾶν γένος , οἱ ἐμοί , αἱ ἐμαί , τὰ ἐμά . κἂν ἀμειφθῇ δὲ τὰ τοῦ
7196081 ματερες
δέμας ἐς ἀνδρὸς εὐνάν . ἴδετε κακῶν πέλαγος , ὦ ματέρες τάλαιναι τέκνων . κατὰ μὲν ὄνυξιν ἠλοκίσμεθ ' ,
ἐγώ χαίρειν κελεύω θεῶν ἄτερ προθυμίας ὦ δύστηνοι καὶ πολύμοχθοι ματέρες Ἅιδῃ τέκνα τίκτουσαι × – ἕπου δὲ † μοῦνον
7194833 γαμοιο
κατὰ τὸ Ὁμηρικὸν ἀλλὰ σύ γ ' ἱμερόεντα μετέρχεο ἔργα γάμοιο , καὶ τὸ πολυτελὲς τῆς ὕλης τὸ τερπνὸν τοῦ
πολεμήια ἔργα , ἀλλὰ σύ γ ' ἱμερόεντα μετέρχεο ἔργα γάμοιο Σωκρατικῶν διαλόγων , ταῦτα δὲ πολιτικοῖς καὶ ῥήτορσιν ἀνδράσι
7194140 μυσταισι
, καλυκώπιδες , ἱμερόεσσαι : ἔλθοιτ ' ὀλβοδότειραι , ἀεὶ μύσταισι προσηνεῖς . Ὦ Νέμεσι , κλήιζω σε , θεά
πρὸς Ὄλυμπον ἄγεις δέμας ὡριόκαρπον : ἐλθέ , μάκαρ , μύσταισι φέρων καρποὺς ἀπὸ γαίης . Κωκυτοῦ ναίων ἀνυπόστροφον οἶμον
7184260 αἱδ
. . . ἀλλὰ δύω μὲν ἔλασσε διὰ πτύχας , αἱδ ' ἄρ ' ἔτι τρεῖς ἦσαν , ἐπεὶ πέντε
δηλοῦν ὅτι μεγάλοι γινόμενοι οἱ Ἀθηναῖοι ἀνάγκην παρέσχον τοῦ πολέμου αἱδ ' ἦσαν : ποῖαι ; αἱ καθεξῆς ῥηθησόμεναι Ἐπίδαμνος
7180598 Χαριτες
πλείστην προσάγων τιμὴν ἐλάττω νέμειν ἡγεῖτο τῆς προσηκούσης . αἱ Χάριτες δὲ τὸ πρόσωπον ὅλον περιεκέχυντο , ὥστε καὶ εὐφραίνετό
δὲ Αἰολίδι διαλέκτῳ παρὰ τὸ Σαπφικὸν ἑκκαιδεκασύλλαβον τὸ ῥοδοπάχεες ἁγναὶ Χάριτες δεῦτε Διὸς κόραι . ὁ δὲ λόγος πρὸς τὴν
7178703 περισταδον
: [ καὶ ] ἐξισουμένους . κείρω : κτείνω . περισταδόν : κύκλῳ περιεστῶτας . νῦν ἐπὶ τόπου τὸ πάρος
τὸ ἔρυμα τοῦ τείχεος συγχώσαντες , οἱ δὲ περιελθόντες πάντοθεν περισταδόν . Λακεδαιμονίων δὲ καὶ Θεσπιέων τοιούτων γενομένων ὅμως λέγεται
7174476 κουραις
: στυγέω μάχας παροίνους . πολυκώμους κατὰ δαῖτας νεοθηλέσιν ἅμα κούραις ὑπὸ βαρβίτωι χορεύων βίον ἥσυχον φεροίμην . Στεφάνους μὲν
περ ἀρήτειρα καθάρματα μύστις ἔκευθε , δεινολεχὴς Μήδεια Κυτηιάσιν μίγα κούραις . Οὐδέ τις ἐνδοτέρω κείνην ὁδὸν εἰσεπέρησεν ἐνδάπιος ,
7164073 ἀμηχανιῃ
νεῖσθαι ἐπέχραεν ἐκ βασιλῆος . ” Ὧς φάτ ' , ἀμηχανίῃ βεβολημένος : αὐτὰρ ὁ τόνγε σμερδαλέοις ἐπέεσσι προσέννεπεν ἀσχαλόωντα
βαθὺν μελέεσσιν ἑλεῖν πέπλον , ἀλλ ' ἐπιόντας δυσμενέας τρομέουσαι ἀμηχανίῃ πεπέδηντο παλλόμεναι κραδίην , μοῦνον δ ' ἄρα χερσὶ
7162849 λαθρῃ
χόλον , οὐδ ' ἀναδῦναι ἐλδομένη τέτληκεν : ἐφερπύζουσα δὲ λάθρῃ αὖτις ὑποτρέπεται , κραδίῃ δέ οἱ ἄλλοτε θάρσος ,
ἀγκοίνῃσι μιγεῖσα Τηλέφου , ὅν ῥα καὶ αὐτὸν ἀταρβέι Ἡρακλῆι λάθρῃ ἑοῖο τοκῆος ἐυπλόκαμος τέκεν Αὔγη , καί μιν τυτθὸν
7159018 ναυτῃσιν
ῥηϊδίως ἄγρην ἕλεν ἠδ ' ἀμέγαρτον . ἀλλὰ τὸ μὲν ναύτῃσιν ἀλεξήσειε Κρονίων ἐμβύθιος , νῆες δὲ διὰ πλατὺ κῦμα
τελλῖναι βάλανοί τε πετρηγενέες τε μυίσκοι καὶ γυροὶ δελφῖνες ἀεὶ ναύτῃσιν ἑταῖροι φῶκαί τε κριοί τε καὶ αἰόλα κήτεα πόντου
7155694 φιλοτητος
σεῦ φίλος ὤν , † κατάκεις ' , † ὡς φιλότητος ἔχεις . οὔτε τι τῶν ὄντων ἀποθήσομαι , οὔτε
, πολλὰ δ ' ἐς ὑγρὴν ἠέρα χεῖρας ἔτεινεν ἐελδομένη φιλότητος . εἶτα μικρὸν ὑποβάς : δέκτο μὲν αὐτίκα λαὸν
7154528 γεινατ
διὰ χρυσῆν Ἀφροδίτην : Πηλεῖ δὲ δμηθεῖσα θεὰ Θέτις ἀργυρόπεζα γείνατ ' Ἀχιλλῆα ῥηξήνορα θυμολέοντα . Αἰνείαν δ ' ἄρ
δῖα ? [ δ ' ] Ὑπερμήστρη λαῶν ἀγὸν Ἀμφιάρηον γείνατ [ ] ' Ὀϊκλῆος θαλερὸν λέχος εἰσαναβᾶσα Ἄργει [
7148145 τεκεεσσιν
οὔ τι βιαζόμενοι βελέεσσι χάζοντ ' , ἀλλὰ μένοντες ἀμύνουσιν τεκέεσσιν : ὣς οἳ ἀμυνόμενοι νηῶν ὕπερ ἠδὲ καὶ αὐτῶν
σύν τε μεγάλῳ ἀπέτισαν σὺν σφῇσιν κεφαλῇσι γυναιξί τε καὶ τεκέεσσιν . εὖ γὰρ ἐγὼ τόδε οἶδα κατὰ φρένα καὶ
7146527 πραπιδεσσι
ἑκάτερθε καὶ ἀργύρεοι κύνες ἦσαν , οὓς Ἥφαιστος ἔτευξεν ἰδυίῃσι πραπίδεσσι δῶμα φυλασσέμεναι μεγαλήτορος Ἀλκινόοιο , ἀθανάτους ὄντας καὶ ἀγήρως
ἀγαθὸς δὲ μάχεσθαι , ἐσθλὸς [ ] δ ' ἐν πραπίδεσσι , φίλος δ ' ἦν ἀθανάτοισι : γείνατο δ
7145261 δευοντο
. ἢ περισσὸς ὁ γάρ . . . . . δεύοντο δὲ τεύχεα φωτῶν δάκρυσι : τοῖον γὰρ πόθεον μήστωρα
' ἕρκεος αἰπεινοῖο δυσμενέας βάλλοντες ἀνιηροῖς βελέεσσι κτεῖνον ἐπασσυτέρους : δεύοντο δὲ τείχεα λύθρῳ λευγαλέῳ : στοναχὴ δὲ δαϊκταμένων πέλε
7143118 Πληϊαδες
Κυθερήας ἐπιπνεῖτ ' ὄργια λευκωλένου δέδυκε μὲν ἁ σελάνα καὶ Πληϊάδες , μέσαι δὲ νύκτες , παρὰ δ ' ἔρχεθ
ἐπὶ τοῦ Περσέως : δέ οἱ σκαιῆς ἐπιγουνίδος ἤλιθα πᾶσαι Πληϊάδες φορέονται . καὶ πάλιν : οἱ δεξιτερὴ μὲν ἐπὶ
7142835 ἑοισιν
καὶ μετόπισθεν ἔχει κότον , ὄφρα τελέσσῃ , ἐν στήθεσσιν ἑοῖσιν . καὶ τούτου μαρτύριον Ἰόβας ὁ Μαυρούσιος ὁ τοῦ
Ἑρμῆς κέντροισιν ἐπείη , τοῖσιν ἔλεξα , καὶ γάμου αὐτὸς ἑοῖσιν ἐνὶ ζώοισιν ἀνάσσων , κρυπταδίως δολεροῖσιν ὀπιπευθεῖσαι ἔπεσσιν καὶ
7142420 ἀμβροσιαι
. Νύμφαι Ἀνιγριάδες , ποταμοῦ κόραι , αἳ τάδε βένθη ἀμβρόσιαι ῥοδέοις στείβετε ποσσὶν ἀεί , χαίρετε καὶ σῴζοιτε Κλεώνυμον
. Νύμφαι Ἀνιγριάδες , ποταμοῦ κόραι , αἳ τάδε βένθη ἀμβρόσιαι ῥοδέοις στείβετε ποσσὶν ἀεί , χαίρετε , καὶ σῴζοιτε
7135923 σφ
παίδων ἐμῶν , ἀλλὰ οὐκ ἐν αὐγαῖς ταῖς ἐμαῖς ζόη σφ ' ἔχειν : τὸ μὴ παρὸν δὲ τέρψιν οὐκ
νῦν εἴ ποτ [ ὑμεῖς τεας ? [ μνησθέντ [ σφ [ ὦ φίλτατε [ ! ! ] πηστα ?
7135100 ἐξοχ
Εὐρύμαχος θεοειδής , ἀρχοὶ μνηστήρων : ἀρετῇ δ ' ἔσαν ἔξοχ ' ἄριστοι . τὼ δ ' ἐξ οἴκου βῆσαν
οἶμον ἐπὶ σκυλάκων : τόσσοι δ ' ἐπὶ πᾶσι κύνεσσιν ἔξοχ ' ἀρίζηλοι , μάλα τ ' ἀγρευτῆρσι μέλονται ,
7132546 κεινοισιν
Ἦ ῥα λιλαιομένη χθόνα δύμεναι : οὐ γὰρ ἔοικε ζωέμεναι κείνοισιν ὅσων μέγα κῦδος ὄνειδος ἀμφιχάνῃ : δεινὸν γὰρ ὑπόψιον
ὁκόσοι ἐκ γενετῆς πολιόν τι ἔχουσιν ἐν τῇ κεφαλῇ , κείνοισιν ἡ ἐπιδερμὶς , ὅκου αἱ πολιαί εἰσι , λευκοτέρη
7130110 Ληδη
? [ ἣ μὲν [ Τυνδαρέου θαλερὸν λέχος ] εἰσαναβᾶσα Λήδη ἐυπλόκαμος ? [ ἰκέλη φαέεσσι ] σελήνης γείνατο [
. . . . : καὶ μὴν Αἰτωλὶς κρατερὸν Πολυδεύκεα Λήδη ] εἰκότως αὐτὴν Αἰτωλίδα εἶπεν , ἐπεὶ Αἰτωλὸς ὁ
7128640 στονοεσσαν
γαλέην , οἵ μοι μέγα πένθος ἄγουσιν , καὶ παγίδα στονόεσσαν , ὅπου δολόεις πέλε πότμος : πλεῖστον δὴ γαλέην
πτόλιν ἔθνεα Τρώων ἀμφὶ πύλας καὶ τεῖχος ἀμοιβαδὸν ὑπνώεσκον Ἀργείων στονόεσσαν ὑποτρομέοντες ὁμοκλήν . Ἦμος δ ' ἤνυτο νυκτὸς ἀπὸ
7126103 δηναιον
περιπλεκόμεναι . σπείρῃσιν : πλοκάμοις . Παρθενικαί : παρθένοι . δηναιόν : μετὰ χρόνον , μακροχρόνιον . Ἀπήμονα : ὑγιῆ
περιπλεκόμεναι . σπείρῃσιν : πλοκάμοις . Παρθενικαί : παρθένοι . δηναιόν : μετὰ χρόνον , μακροχρόνιον . Ἀπήμονα : ὑγιῆ
7124835 ὀπι
Θήρωνα δὲ ἐνδέχεται μέλεσιν ὑμνεῖν : τοῦτο γὰρ τὸ γεγωνητέον ὀπί : ἕνεκα τετραορίας , ἀντὶ τοῦ ἀγῶνος δι '
μοῦνος δ ' Ἀφαρήιος ἄνθορεν Ἴδας δείν ' ἐπαλαστήσας μεγάλῃ ὀπί , φώνησέν τε : “ Ὦ πόποι , ἦ
7122965 ἀτυζομεναι
ἄκουσα κτεινομένων : ἡμεῖς δὲ μυχῷ θαλάμων εὐπήκτων ἥμεθ ' ἀτυζόμεναι , σανίδες δ ' ἔχον εὖ ἀραρυῖαι , πρίν
δ ' ὀρφναῖον ἔχουσιν : ὄρφνῃ δ ' ἀγρώσσονται , ἀτυζόμεναι κατὰ βένθος . δίκτυα γὰρ μάλα κοῦφα λίνων στήσαντες
7121987 λεχεων
εἰ δ ' Ἄρης συνίῃσιν ὁμοῦ καλῇ Κυθερείῃ , ὑβρισταὶ λεχέων τε καὶ ἀλλοτρίων ὑμεναίων γίνονται , ἀναφανδὰ μάλ '
ἀναπαυομένη τοῖς λέχεσιν , ἀλλ ' ἀεὶ γρηγοροῦσα πελειάς . λεχέων ἤτοι τῶν μενόντων ἔτι ἐν τῇ καλιᾷ : ταύτην
7119596 ἐροεσσα
Γλαύκη τε , Κυμοθόη Σπειώ τε θοὴ Θαλίη τ ' ἐρόεσσα Πασιθέη τ ' Ἐρατώ τε καὶ Εὐνίκη ῥοδόπηχυς καὶ
, Δωρὶς καὶ Πανόπη καὶ εὐειδὴς Γαλάτεια Ἱπποθόη τ ' ἐρόεσσα καὶ Ἱππονόη ῥοδόπηχυς Κυμοδόκη θ ' , ἣ κύματ
7116032 ἐπεσσιν
, μετὰ πτολίεθρον ἰόντες , δαίτην ἀμφίεπον τέρποντό τε θυμὸν ἔπεσσιν . Αἰσονίδης μέν οἱ γενεὴν καί τ ' οὔνομ
αἰχμαῖσιν ἀνδρῶν . ὕπατ ' εὐρὺ ἀνάσσων Ὀλυμπίας , ἀφθόνητος ἔπεσσιν γένοιο χρόνον ἅπαντα , Ζεῦ πάτερ , καὶ τόνδε

Back