| φαμὲν ὅτι εἰς οι οὐκ ἠδύνατο λήγειν , θέλει γὰρ ἰσοχρονεῖν τῇ γενικῇ εἰς ου ληγούσῃ : εἰ δὲ εἰς | ||
| ἐκτείνεται τὸ α : θέλει γὰρ ἡ αἰτιατικὴ τῶν πληθυντικῶν ἰσοχρονεῖν τῇ ἰδίᾳ εὐθείᾳ , οἷον Αἴαντες , τὸ ε |
| ἤμερσε βροτοῖσιν : ἢν δὲ Σεληναίῃ μούνῃ τῆμος σέλας ἁγνὸν ληγούσῃ , ἑτέροιο φάος κανθοῖο σινώσει : ταὐτὸ δὲ καὶ | ||
| . Πρόσκειται ἐν τῷ κανόνι παρασχηματιζόμενα ἀρσενικοῖς ἰσοχρονεῖν θέλουσι τῇ ληγούσῃ τῆς γενικῆς τοῦ ἀρσενικοῦ διὰ τὸ εὐσέβεια καὶ ἀναίδεια |
| κύκλῳ πρὸς ὁμοφωνίαν τὴν ἀπὸ τοῦ τόνος καὶ κύκλος ἐν δοτικῇ πτώσει . ἦν οὖν καὶ ταῦτα ἐκ προκειμένου γεγονότα | ||
| τὸ ι καὶ οὐ φυλάττουσι τὸ υ ἐκτεταμένον ἐν τῇ δοτικῇ τῶν πληθυντικῶν , ἀλλὰ συστέλλουσιν αὐτό , οἷον Φ |
| ἐν δὲ συντάξει τῶν πλείστων , ὀρθῇ [ ] καὶ κλητικῇ πτώσει οὐ δυνάμενον συντάσσεσθαι οὐδὲ ἐν λόγωι γενναίῳ ? | ||
| εὐθείας ἐν τῇ γενικῇ , φυλάττουσιν αὐτὸ καὶ ἐν τῇ κλητικῇ , οἷον Πλάτων Πλάτωνος ὦ Πλάτων , Θέων Θέωνος |
| Ἀττικοῖς δίχα τοῦ υ λεγόμενον . τοὺς Πηλέας , ὦ Πηλέες καὶ ὦ Πηλεῖς κατὰ συναίρεσιν . Ἑνικά . Ὁ | ||
| αἰτιατικὴ τῶν πληθυντικῶν τῇ εὐθείᾳ τῶν πληθυντικῶν , οἷον οἱ Πηλέες οἱ Πηλεῖς καὶ τοὺς Πηλέας καὶ Πηλεῖς : ἐμάθομεν |
| εἰς ως καὶ καταβιβαζομένου τοῦ τόνου : κλίνεται δὲ τοῦ τετυφότος , ὡς ἱδρῶτος : καὶ τὸ μὲν ἱδρὼς φυλάττει | ||
| οἷον Ἀραρώς Ἀραρότος Ἀραρόσιν , Ὑποδεδιώς Ὑποδεδιότος Ὑποδεδιόσιν , τετυφώς τετυφότος τετυφόσι , πεποιηκώς πεποιηκότος πεποιηκόσι : ταῦτα γὰρ οὐ |
| λέξει τὰ ἰσοδυναμοῦντα παρατιθείς , ἀλλὰ δηλώσας τὸ πρᾶγμα τῇ σημαινούσῃ λέξει εὐθὺς ἀπαλλαγῇ καὶ ἐν ὀλίγῳ , καὶ ὅταν | ||
| φράσιν ὑπέφαινεν , εἰ μὴ ἔλιπε τῇ διά , ἀεὶ σημαινούσῃ καὶ αἰτιολογικὴν σύνταξιν , ὡς ἔφαμεν , ἐπ ' |
| συγκοπὴν βᾶν . εἰ δὲ θέμα βῶ ἐστι , βᾷς βᾷ καὶ τὸ ἀπαρέμφατον βᾶν . οὕτως Ἡρωδιανὸς Περὶ παθῶν | ||
| συγκοπὴν βᾶν . εἰ δὲ θέμα βῶ ἐστι , βᾷς βᾷ καὶ τὸ ἀπαρέμφατον βᾶν . οὕτως Ἡρωδιανὸς Περὶ παθῶν |
| ἐκ τῶν παρατιθεμένων ἄρθρων ἐνὸν πιστώσασθαι , ἐν οἷς πάλιν γενικῇ μὲν κτῆσιν σημαινούσῃ ἀδιάφορα τὰ ἄρθρα , κτητικῇ δὲ | ||
| ὅμως οὐ τρέπουσι τὸ η εἰς τὸ ε ἐν τῇ γενικῇ , ἀλλ ' οὐκ ἔχουσιν ἐν τῇ παραληγούσῃ τὸ |
| ἀδυνατεῖ εἰς ἔγκλισιν παραλαμβάνεσθαι : τόπον γὰρ ἐπέχει ἐναντίον τῇ ἐγκλίσει , λέγω τῶν προτακτικῶν , οὐ μαχομένων τῶν ὑποτακτικῶν | ||
| , ἄνθρωπός εἰμι : πάμπολλοι δέ εἰσιν οἱ παραπληρωματικοὶ ἐν ἐγκλίσει , ὡς ὁ γέ , ὁ ῥά , ὁ |
| ἐστι καὶ ὀξύτονον , καὶ ὅτι κοινόν ἐστι καὶ τῇ κλίσει τῶν θηλυκῶν ἠκολούθησε : τὰ γὰρ εἰς υξ θηλυκὰ | ||
| σπινθήρ καὶ Ἐλευθήρ : καὶ τὸ μὲν πατήρ ἠκολούθησε τῇ κλίσει τοῦ μήτηρ καὶ θυγάτηρ , τὸ δὲ ἀστήρ , |
| ο ἐπὶ τῆς δευτέρας συζυγίας τῶν περισπωμένων κατὰ ποιητάς : βοάω βοόω , κομάω κομῶ κομόω , ἀντιῶ ἀντιόω : | ||
| δὲ δευτέρα ἀπὸ τῶν διὰ τοῦ αω ῥημάτων γίνεται , βοάω , ναρκάω , διψάω , καὶ διὰ τοῦτο τὴν |
| τοῦτο ὡροσκοπήσει ἐν τῇ ἐκτέξει , ὅπου δὲ ἐν τῇ ἐκτέξει παροδεύει τοῦτο ὡροσκόπησεν ἐν τῇ σπορᾷ . περὶ δὲ | ||
| ἡ Σελήνη ἐν τοῖς προανηνεγμένοις ζῳδίοις τῆς ὥρας ἐν τῇ ἐκτέξει ἔμπαλιν ποίει . ἀρίθμει ἀπὸ τῆς Σελήνης ἐπὶ τὴν |
| μέλλοντα : Ἀρκέσιος καὶ Ἀρκείσιος . οὕτως Ἡρωδιανὸς ἐν τῇ Ὀρθογραφίᾳ . Ἀριστοτέλης δὲ ἐν τῇ Ἰθακησίων πολιτείᾳ τὸν Κέφαλον | ||
| , ὁ φεύγων τὸ δοῦναι . οὕτως Ἡρωδιανὸς ἐν τῇ Ὀρθογραφίᾳ . Φθείρ . ὁ ἀπὸ φθορᾶς σωματικῆς γενόμενος . |
| τὸν ὅμοιον ἦχον ἐπιφαίνειν , εἰ ἐκταθείη , τῇ αι διφθόγγῳ γραφομένῃ διὰ τοῦ α ἐπ ' ἐλάχιστον ἠρρένωται . | ||
| γὰρ ἄρχεται . Τὰ εἰς ΟΝ ὑπερδισύλλαβα μονογενῆ τῇ ΟΙ διφθόγγῳ παραληγόμενα ἢ τῷ Ω ταύτην ἔχουσι τὴν διαίρεσιν : |
| τῇ ἑαυτῶν ἐκτάσει μεγεθύνονται . Καὶ διατί μὴ τῇ αὐτῇ ἐκτάσει ἀρκεῖται τὸ α , ὡς Μήδεια Μηδία ; † | ||
| ἐπαύξησις ἀκολουθεῖ , οἷον ἵσταθι καὶ κατὰ ἀποκοπὴν ἵστα καὶ ἐκτάσει ἵστη : „ μέγεθος δ ' ὃς ἵστη „ |
| ἑνὸς μὲν τοῦ μὴ λιποτακτεῖν τάξιν οἰκείαν καὶ μάλιστα ἐν σπορᾷ καὶ γενέσει τοῦ χερσαίων ἁπάντων ἀρίστου καὶ ἡγεμόνος ἀνθρώπου | ||
| θυγατρός : παρὰ δὲ τοῦ ἀνδρὸς ὡς καταπιστευθέντος ἐπὶ παίδων σπορᾷ τὸ γύναιον παρ ' αὐτοῦ , καὶ ὅτι ἐπὶ |
| ἄργυρον , δαφνήεις δαφνήεντος δαφνῆς δαφνῆντος , ὁ σῶος τοῦ σώου ὁ σῶς τοῦ σῶ : οὕτως οὖν καὶ ὁ | ||
| λέξεως μετενηνεγμένον Βάρβαρον λέγεται . Σολοικισμὸς δὲ , ὅτι τοῦ σώου λόγου αἰκία : αἰκίζεται γὰρ τὴν ἀκολουθίαν τοῦ λόγου |
| Τρύφων , πάνυ ἀκριβῶς καὶ τῷ σχηματισμῷ προσελθὼν καὶ τῇ τάσει . εἰ γὰρ παρὰ τὸ ἑκών τὸ ἐπίρρημα ἐγένετο | ||
| ἐστι τὸ περιεχόμενον ἤτοι ὡρισμένον ὑπὸ δύο φθόγγων ἀνομοίων τῇ τάσει . τὸ γὰρ διάστημα φαίνεται , ὡς τύπῳ εἰπεῖν |
| διότι πανταχόσε βάλλει ἑαυτοῦ τοὺς κλάδους , καὶ τὸ ἐπίθετον ὁμοφωνεῖ τῷ κυρίῳ : ἕρπυλλος γὰρ καλεῖται παρὰ τὸ ἕρπειν | ||
| εἰς ταῦτα : τὸ γὰρ ὁ δὲ προσέειπεν ἐδείχθη ὡς ὁμοφωνεῖ μόνον τῷ ἄρθρῳ , οὐκ ἔστι δὲ αὐτὸ ἄρθρον |
| ταῖς ἐν τῷ ἐρέβει . ἡ δὲ ἀναφορὰ πρὸς τὰ ἀθετούμενα ἐν τῇ νεκυίᾳ . . καί μοι δὸς τὴν | ||
| , . Σ . Φ πρὸς τὰ ἐν τῇ νεκυίᾳ ἀθετούμενα . . . . ἀμφὶ δὲ ποσσὶ ‖ γαῖα |
| ὃ καὶ αὔω αἰολικῶς γίνεται , τοῦτο δὲ τὸ αὔω δασύνουσιν Ἀττικοὶ , καὶ προστιθέντες τὸ φ φαύω λέγουσιν , | ||
| Ν : Χρύσιππος δὲ ὁ Στωϊκὸς καὶ Διονύσιος ὁ Θρᾷξ δασύνουσιν τὸ αὐΐαχοι , ἵν ' ᾖ ξηρόφωνοι . Σ |
| βότρυς , οἱ ἡδεῖς τοὺς ἡδεῖς ὦ ἡδεῖς , οἱ Πηλεῖς τοὺς Πηλεῖς ὦ Πηλεῖς , οἱ Δημοσθένεις τοὺς Δημοσθένεις | ||
| Πηλεῖς τοὺς Πηλεῖς ὦ Πηλεῖς . Ὦ Πηλέες καὶ ὦ Πηλεῖς . Εἴρηται ὅτι τῶν δυϊκῶν καὶ τῶν πληθυντικῶν ὡς |
| κέντρον καθ ' ὃν καιρὸν εἰς τὸν ἀέρα προύκυψε τῇ γέννῃ τῆς φυτικῆς διοικήσεως ἀποβληθὲν τὸ ἔμβρυον . κἀντεῦθεν καὶ | ||
| Πηλέως παιδὶ , Ἀχιλλεῖ . πατρωνυμικὸν ἀντὶ πρωτοτύπου , Πηλέως γέννῃ : † σφάξαι ς ' Ἀργείων κοινά : ἡ |
| προστεθέντων τῷ πρώτῳ ἓξ γίνονται αἱ σχέσεις , τρεῖς αἱ προστεθεῖσαι καὶ τρεῖς αἱ προηγησάμεναι . τεσσάρων ὅρων προστεθέντων προστίθενται | ||
| . ἔστω δὴ ΔΥ δ # ʂ α . αὗται προστεθεῖσαι μὲν τῷ ʂ α ποιοῦσι ⃞ον : τῇ δὲ |
| , εἰς δίφθογγον γάρ , πάλιν ἐν τῇ τοῦ ι παρενθέσει ἔσσειται γενήσεται ἐν τῷ αὐτῷ τόνῳ . νικῶσι δ | ||
| αὐτῷ λέγεται τόνῳ τοῖς ὁλοκλήροις καὶ ἐν τῇ τοῦ ι παρενθέσει οἷον σφέων σφείων , σπέους σπείους , δέους δείους |
| γὰρ διπλᾶ οὐδέποτε προτάσσονται ἢ ὑποτάσσονται , εἰ μὴ ἐν καταλήξει μερῶν λόγου , οἷον Σφίγξ , σάρξ . Πᾶσα | ||
| σωτήρ ἢ μόρον εἴπω ; ποῖ δῆτα κρανεῖ , ποῖ καταλήξει μετακοιμισθὲν μένος ἄτης ; Πρῶτον μὲν εὐχῇ τῇδε πρεσβεύω |
| : πᾶσα δοτικὴ ἑνικῶν εἰς α ἢ εἰς ω λήγουσα ὁμόφωνον ἔχει τὴν ὀρθὴν τῶν δυϊκῶν , τῶν Παπίᾳ τὼ | ||
| τὸν ἀκόλουθον τοῖς προδιωρισμένοις τρόπον , ἵνα τὸ μὲν πρῶτον ὁμόφωνον ἓν ὂν ἐκ δύο τῶν πρώτων συμφωνιῶν ᾖ συντεθειμένον |
| Πηλέϊ Πηλεῖ , εὐγενέος εὐγενοῦς : οὕτως οὖν καὶ Δημοσθενέων Δημοσθενῶν περισπωμένως : τὸ δὲ Δημοσθενέων παροξύνεται . Καὶ ἄξιόν | ||
| καὶ κατὰ κρᾶσιν τοῦ ε καὶ ω εἰς ω γίνεται Δημοσθενῶν περισπωμένως : περισπᾶται δέ , ἐπειδή , ὡς εἴρηται |
| , τὴν χειρουργίαν παραιτητέον , χρηστέον δὲ τῇ πρὸ βραχέος ῥηθείσῃ ἀγωγῇ . Εἰ δὲ σύρρηξις μεταξὺ τῶν ἐντέρων καὶ | ||
| καὶ περὶ μὲν τούτων μὴ ἀγνοήσειν ὑπολαμβάνομεν τοὺς χρωμένους τῇ ῥηθείσῃ συμβουλίᾳ : περὶ δὲ τῶν ἐξ ἀρχῆς ῥητέον . |
| ἔχουσιν ἀπολογίαν . τῷ Χρύσῃ : εἴπομεν ὡς πᾶσα γενικὴ ἰσοσυλλαβοῦσα τῇ εὐθείᾳ τὴν δοτικὴν ἔχει εἰς ι ἀνεκφώνητον λήγουσαν | ||
| μητρί , τινός τινί , κηρός κηρί . πρόσκειται „ ἰσοσυλλαβοῦσα „ διὰ τὸ παχέος παχεῖ , ἥτις διὰ τὴν |
| ἣν δὴ καὶ θηλυκρανείαν καλοῦσιν . ἔχουσι δὲ φύλλον μὲν ἀμυγδαλῇ ὅμοιον , πλὴν λιπωδέστερον καὶ παχύτερον , φλοιὸν δ | ||
| καὶ μὴ καθάπερ ἐν τοῖς δενδρικοῖς τισιν ἀνάπαλιν , οἷον ἀμυγδαλῇ καρύῳ βαλάνῳ τοῖς τοιούτοις . ἐν ἅπασι δὲ ἡ |
| καὶ εἶπεν ὁ θεὸς ὑψηλῷ τῷ κηρύγματι : οὐ μὴ ἐλεήσω τοὺς παρερχομένους τὴν διαθήκην μου . καὶ εἶπεν ὁ | ||
| , ἐγχρίου παρὰ Πιττάλου . Γ οὐκ ἔστιν ] ὅπως ἐλεήσω σε . τοὺς ] λείπει μαθητάς . Πιττάλου ] |
| , ἐκεῖνο φάναι , ὡς πρῶτον παρὰ Σικυωνίοις ἐν γενικῇ ἑνικῇ ἀπειράκις παραλαμβάνεται : καὶ ὡς τὸ ἀπὸ χαλκόφι τὴν | ||
| ἐστι καὶ ἡ ἐμοί ἀντωνυμία συνεμπίπτουσα πληθυντικῇ συνάρθρῳ καὶ δοτικῇ ἑνικῇ κατὰ πρῶτον καὶ δεύτερον , οὐ μὴν κατὰ τρίτον |
| τοῦ μέλλοντος , τροπῇ τοῦ ω εἰς α , καὶ προσλήψει κατὰ τὴν ἀρχὴν τῆς αὐξήσεως , συλλαβικῆς ἢ χρονικῆς | ||
| πρώτων στοιχείων σύνθετα , κράσει τε καὶ τῇ τῶν πρώτων προσλήψει σωμάτων , ἀλλήλων διαλλάττοντα , φέρε τι καὶ περὶ |
| ἰαμβικῷ τινι ἢ τροχαϊκῷ μέρει λόγου καὶ καταλήξει τινὶ ἢ τροχαϊκῇ ἢ ἰαμβικῇ , ὅσαι εἰσὶ καταλήξεις τροχαϊκῶν τε μέτρων | ||
| δ ' αὐτῇ πολλάκις καὶ ἰωνική , ἣ συμπέπονθε τῇ τροχαϊκῇ : ἐπιφέρεται δὲ καὶ τῇ πρὸς αὐτὴν ἀντικειμένῃ , |
| καὶ † αἰγῶν : ὅτε δὲ τὸ διοικῶ καὶ λαμβάνω αἰτιατικῇ : ἐμὸν λέχος ἀντιόωσαν : ὅτε δὲ τὸ συναντῶ | ||
| ὅτι πᾶν οὐδέτερον ἀρσενικῷ παρεσχηματισμένον εἰ μὲν ἰσοσυλλάβως κλίνοιτο τῇ αἰτιατικῇ τοῦ ἀρσενικοῦ ὁμοφωνεῖ , τὸ σοφόν καὶ τὸν σοφόν |
| εἴτε θηλυκὰ διὰ τοῦ δος κλίνεται καὶ τὰ ἑξῆς . Σεσημείωται ἐν μὲν τοῖς ἀρσενικοῖς τὸ Σέντις καὶ Πόλλις , | ||
| κλίσις ἀπὸ συναιρέσεώς ἐστι καὶ πρὸς τὸ ἐντελὲς γίνεται . Σεσημείωται παρὰ Φιλήμονι τῷ κωμικῷ . Κ οἱ εὔνους : |
| ὕδατι δίδου πίνειν . ἄλλο . μελανθίνου ⋖ αʹ . τίθετι ἐν μελικράτῳ καὶ δίδου . ἄλλο . πράσον ἑψήσας | ||
| ζευγνύς ζεύγνυθι , τιθείς τίθεθι , ἀλλὰ διὰ τὸ εὔφωνον τίθετι : ἰστέον δὲ ὡς τὰ προστακτικὰ τοῦ ἐνεστῶτος βραχείᾳ |
| ἔχουσι τὸ ι ἐν τῇ δοτικῇ τῶν ἑνικῶν : τῷ Καμμῦ γὰρ καὶ τῷ Κλαυσῦ καὶ τῷ Διονῦ καὶ τῷ | ||
| ἰσοσυλλάβου κλίσεως ἔχει τὸ ι ἀνεκφώνητον , πλὴν τοῦ ἀπφῦ Καμμῦ Διονῦ , ἃ παρῄτηται τὸ ι , ὅτι ἡ |
| ὀνόματοϲ παραλαμβανομένη , προϲώπων ὡριϲμένων δηλωτική . Παρέπεται δὲ τῇ ἀντωνυμίᾳ ἕξ : πρόϲωπα , γένη , ἀριθμοί , πτώϲειϲ | ||
| : οὐ γὰρ τὰ ἴσα παρακολουθεῖ τῷ ὀνόματι καὶ τῇ ἀντωνυμίᾳ . τὸ μὲν γὰρ ἀμοιρεῖ δείξεως , ποιότητά τε |
| παραλληλεπίπεδα ἀνάλογον ᾖ , καὶ αὗται ἀνάλογον ἔσονται . ἔστωσαν ὁσαιδηποτοῦν εὐθεῖαι ἀνάλογον ἡ ΑΒ , ΓΔ , ΕΖ , | ||
| ἑκάτερα τὰ μέρη , καὶ κείσθωσαν τῇ μὲν ΑΕ ἴσαι ὁσαιδηποτοῦν αἱ ΑΚ , ΚΛ , τῇ δὲ ΕΘ ἴσαι |
| ' ἀκμῆτες ἄνδρες ἀϋτῇ ὤσαιμεν . ” ἀκάκητα ἀντὶ τοῦ ἀκακήτης , τῇ κλητικῇ ἀντὶ τῆς εὐθείας . λέγεται δὲ | ||
| ὁ γυμνήτης καὶ Οἰδίπους Οἰδίποδος Οἰδιπόδης , οὕτως καὶ ἀκάκητος ἀκακήτης , . , . Ἀκαλήφη : ἔστιν οὖν 〚 |
| τῶν τοιούτων θετέον ὡς ἐναντίαν τῇ τὸ ἀγαθὸν ἀγαθὸν εἶναι λεγούσῃ : ἐναντία γάρ ἐστι τῇ τοιαύτῃ ἡ ἀπόφασις αὐτῆς | ||
| . μήποτε δὲ καὶ ὡς ἀδύνατον τοῦτό φησιν ἑπόμενον τῇ λεγούσῃ ὑποθέσει καὶ ἐκ τοῦ πρότερον γεγονότος , ἤγουν τοῦ |
| αὐτὴν ἐπεδήμει τὰ πολλὰ Μιλήτῳ , καλῶν ἐπὶ τὰς ἑστιάσεις Διονύ - σιον μετὰ τῆς γυναικός . ὑπέσχετο οὖν βοηθήσειν | ||
| εὐθείᾳ συντάσσεται μετάβασίν τινα προσώπου ἐπὶ πρόσωπον δηλοῦσα , ἐμὲ Διονύ - σιος ἔπαισεν , ἐγώ σε ἐδίδαξα : ἀλλὰ |
| δείκνυσι τὴν ΨΩ ἴσην τῇ ΝΣ οὕτως : ἐπειδὴ ἡ ΟΩ ἡμίσειά ἐστι τῆς πλευρᾶς τοῦ κύβου , ἔστι δὲ | ||
| ΝΣ τῇ ΨΩ , ἐπειδήπερ καὶ ἡ μὲν ΝΟ τῇ ΟΩ ἐστιν ἴση , ἡ δὲ ΨΟ τῇ ΟΣ . |
| πάντα ἥνωται , ἐκεῖ ἡνωμένως καὶ αὐτὸς καὶ συνεσπειραμένως τῇ ἀπαγγελίᾳ ἐχρήσατο εἰπών θεῶν μὲν οὖν ἵπποι τε καὶ ἡνίοχοι | ||
| Εὐξένου , τί δῆτα οὐ ξυγγράφοι καίτοι γενναίως δοξάζων καὶ ἀπαγγελίᾳ χρώμενος δοκίμῳ καὶ ἐγηγερμένῃ ” ὅτι ” ἔφη „ |
| λέγε τὴν ᾠδήν . ἀντὶ τοῦ πρὸς τὴν αἰθρίαν . βαρβαρίζει δὲ ὁ τοξότης . ἀντὶ τοῦ δρῶ . τοῦτο | ||
| ] τὸ θαρσαλέον , βαρβαριστί , παρὰ τὸ θαρρεῖν . βαρβαρίζει δὲ ὡς δοῦλος . κομψευριπικῶς : ἀντὶ τοῦ εὐριπιδικῶς |
| ' ἀμφιλέκτως ] ἀναμφιβόλως . ἀμφιλέκτως ] ἀμφιβόλως . θΞ κατεσποδημένοι ] οἱ καὶ τῇ σποδῷ καὶ τῷ χοῒ κεκονισμένοι | ||
| . κατεσποδημένοι ] σποδῷ κεκονιαμένοι . κατεσποδημένοι ] κεκονιαμένοι . κατεσποδημένοι ] πεπτωκότες . θ κατεσποδημένοι ] ἐπὶ τῇ σποδῷ |
| εὑρίσκει τὸ σῶμα τοῦ Πολυδώρου καὶ ἔρχεται δεικνύουσα αὐτὸ τῇ Ἑκάβῃ : οὐδεὶς τὸν στέφανον αὐτῆς ἀφαιρήσει νικήσας αὐτὴν εἰς | ||
| τὸν Ἀγαμέμνονα , ἀλλ ' ἡ ἀνάγκη τὸ νενομισμένον τῇ Ἑκάβῃ μετήλλαξεν : καὶ ἄλλως : ἐναντίως εἶπεν . ἔδει |
| ω μέγα τρέψῃς τύπτω γίνεται , εἶτα προστεθέντος τοῦ ἐάν αἰτιολογικοῦ συνδέσμου ἐὰν τύπτω γίνεται : γίνωσκε ὅτι τὰ ὁριστικὰ | ||
| διὰ διφθόγγου τὰ τρία ταῦτα ἐκφέρει . ἀπαγορευτικοῦ δὲ ἢ αἰτιολογικοῦ μορίου τεθέντος , οἱ Ἀττικοὶ οὐχ οὕτω τὰ δεύτερα |
| τῆς ἡλικίας : ἢ εἴρηται [ δὲ ] παρὰ τὸ ὄνθος οἷον μολυσμός τις τῆς ὄψεως : οἱ δὲ ὄνοθος | ||
| λοῖσθος ἔχει τὸ Σ . σεσημείωται τὸ Πάρθος καὶ τὸ ὄνθος Τὰ εἰς ΑΘΟΣ μονογενῆ τρισύλλαβα ἀπὸ βραχείας ἀρχόμενα προπαροξύνεται |
| ἀπὸ φύσει μακρᾶς ἀρχόμενα διὰ τοῦ ω μεγάλου γράφονται τῇ παραληγούσῃ : οἷον , Ἰνωπὸς ὄνομα ποταμοῦ : Αἰσωπός : | ||
| : εἰ δὲ ἐν ἄλλῃ συλλαβῇ κεῖται , εἴτε ἐν παραληγούσῃ εἴτε ἐν προπαραληγούσῃ , προπαροξύνεται . Διατί μὴ καὶ |
| ἐγγίσει . Εἶτα ἐπιμερίζει ὁ Κρόνος ἐν τῇ τοῦ Ἑρμοῦ φαρταρίᾳ ἔτος α μῆνας ι ἡμέρας η ὥρας ιγ ἔγγιστα | ||
| καὶ ἡ ἀργία . Εἶτα ἐπιμερίζει ὁ Ζεὺς ἐν τῇ φαρταρίᾳ τοῦ Κρόνου ἔτος ἓν μῆνας Ϛ ἡμέρας κε ὥρας |
| ἔθνος , οὗ μέμνηται Ἀσίνιος Κουάδρατος ἐν πρώτῳ Παρθικῶν . Ὀξύνεται δέ . : Μαυρούσιοι καὶ Μαῦροι , ἔθνος μέγα | ||
| Ἀπὸ γὰρ τοῦ δαίω τὸ καίω δαῒς καὶ δάς . Ὀξύνεται δὲ τὸ δὰς , ὅτι τὰ ὀξυνόμενα ἐν τῇ |
| κύνες : ἔραμαι : ἀντὶ τοῦ ἐρῶ , παθητικὸν ἀντὶ ἐνεργητικοῦ . οἰκείως δὲ τῇ μεσότητι ἐχρήσατο : Θεσσαλὸν ὅρπακ | ||
| ] τὸν ὠνησάμενον . τὸν ἀγοράσαντα : τὸ παθητικὸν ἀντὶ ἐνεργητικοῦ καὶ . . . μὲν ] σχῆμα ἀποθετικόν ταῦτα |
| λήγουσα περιττοσύλλαβός ἐστιν : εἰ οὖν ἡ εἰς ς λήγουσα ἰσοσυλλαβεῖ , δηλονότι συνῄρηται : καὶ τὸ οὐδέτερον δὲ ἡνίκα | ||
| κατὰ μίμησιν τοῦ ὄφιος : οὕτως ἐπειδὴ πολλὰ εἰς ης ἰσοσυλλαβεῖ , Μηριόνης Μηριόνου , καὶ Ἀττικοὶ συναιροῦντες τὴν Δημοσθένεος |
| τρόπον τινὰ καὶ συλλέγεται καὶ θείου πληροῦται τόνου καὶ τῇ νοερᾷ τελειότητι τῆς ψυχῆς συνέπεται . τί οὖν ἡ ἐνίων | ||
| αὐτογόνῳ καὶ τῇ αὐτοκινήτῳ καὶ τῇ ἀνεχούσῃ πάντα καὶ τῇ νοερᾷ καὶ τῇ διακοσμητικῇ τῶν ὅλων καὶ τῇ πρὸς ἀλήθειαν |
| μεσημβρινός . Ὁ ΚΛ . , ] ὁ ζῳδιακός . Ἴση ἄρα ἐστίν . , ] διὰ τὸ θʹ τοῦ | ||
| μίᾳ περιφερείᾳ , ἀπώτερόν ἐστι τὸ Δ τοῦ Ξ . Ἴση ἄρα ἐστίν . , ] διὰ τὸ ιγʹ τοῦ |
| τὴν μετοχὴν εἰς σ ὀξύτονον ποιοῦσι τὸ τρίτον τῷ πρώτῳ ἰσοσύλλαβον , οἷον ἐμάθομεν ἐμάθοσαν , εἴδομεν εἴδοσαν , ἐπὶ | ||
| : ὤφειλον οὖν τὰ εἰς υς , ὡς δυνάμενα τὴν ἰσοσύλλαβον κλίσιν μιμήσασθαι , γενέσθαι ἐν τῇ γενικῆ καὶ κατὰ |
| τὸ παρὸν κῶλον : ” κλαύσει : τὴν χεῖρ ' ἐπιβάλλεις ; “ ἵν ' εἴη ἑφθημιμερὲς ὡς ἀποθετικόν , | ||
| τὴν χώνην δύο ἢ τρία διὰ τὴν μάλαξιν . Εἶτα ἐπιβάλλεις τὸ ξηρίον μετὰ κερκίδος σιδηρᾶς τῇ # τοῦ χαλκοῦ |
| καὶ προσθέσει τοῦ σ , ἔτυψα τύψας , καὶ κλίνεται τύψαντος ὡς Αἴαντος , τὸ θηλυκὸν ἡ τύψασα , τὸ | ||
| ἡ τύψασα , τὸ οὐδέτερον τὸ τύψαν καὶ κλίνεται τοῦ τύψαντος . Ὁ τυπών ὀξύτονος μετοχὴ χρόνου ἀορίστου βʹ , |
| τύπτεσθαι γίνεται . Ὥσπερ καὶ τὸ τετύφθαι χρόνου παρακειμένου καὶ ὑπερσυντελίκου ἐστίν : γίνεται δὲ ἀπὸ τοῦ τρίτου προσώπου τῶν | ||
| τετυφώς μετοχή , ἔστι μὲν διαθέσεως ἐνεργητικῆς χρόνου παρακειμένου καὶ ὑπερσυντελίκου , γίνεται δὲ ἀπὸ τοῦ ὁριστικοῦ ἐνεργητικοῦ παρακειμένου τοῦ |
| λέγομεν μῆτρε καὶ πάτρε τὴν εὐθεῖαν τῶν δυϊκῶν , ἀλλὰ μητέρε καὶ πατέρε , ὡς ἀπὸ τῆς ἐντελοῦς δοτικῆς μητέρι | ||
| καὶ θηλυκῶν , οἷον Αἴαντε Αἴαντες , Λάχητε Λάχητες , μητέρε μητέρες , ἀσπίδε ἀσπίδες , χάριτε χάριτες . Καὶ |
| ' αὔξησις τῶν ἐλαττόνων , οἷα ἡγεμόσιν ὑπηκόων ἐπιτιθεμένων ἐπὶ συγχύσει τοῦ κρατίστου καὶ δημωφελεστάτου , τῆς τάξεως . εἶτ | ||
| μὲν ἐπ ' εὐαίωνι τύχᾳ , τὸ δ ' ἐπὶ συγχύσει βιοτᾶς . Θεόφιλος δέ φησι : τίς φησι τοὺς |
| χαίρει . γαίων γαυριῶν . γαμέσσεται εἰς γάμον ἄξει . γάλως ἀνδρὸς ἀδελφή : “ εἰδομένη γαλόῳ . ” Γάργαρον | ||
| δὲ ὁ αὐτὸς καὶ ὅτι ἡ μὲν Κασάνδρα τῇ Ἑλένῃ γάλως ἐστίν , ὁ δὲ Ἕκτωρ δαήρ , αὐτῆς δὲ |
| δύο συλλαβὰς ἔχοντα τὸ α μακρὸν παροξύτονα , ἢ καὶ συναιρέσει ὑποπίπτοντα τοῦ ε καὶ α εἰς η , διὰ | ||
| ἀΐξω ἀῒξ , καὶ κατὰ συναίρεσιν αἴξ : ἐν ὀξείας συναιρέσει ὀξεῖαν ποιεῖ : οἷον , Νηρεῒς Νηρίς : ἑσταὼς |
| συντονοῦνται , φίλων κούφων δούλων , μονογενῆ δὲ τῇ ἰδίᾳ εὐθείᾳ , πτερά πτερῶν , ξυρά ξυρῶν , ὀστᾶ ὀστῶν | ||
| . Πρὸς ἄρα τῷ δοθέντι σημείῳ τῷ Α τῇ δοθείσῃ εὐθείᾳ τῇ ΒΓ ἴση εὐθεῖα κεῖται ἡ ΑΛ : ὅπερ |
| τῇ κόνει . κατεσποδημένοι ] σποδῷ κεκονιαμένοι . κατεσποδημένοι ] κεκονιαμένοι . κατεσποδημένοι ] πεπτωκότες . θ κατεσποδημένοι ] ἐπὶ | ||
| δυσχερῶς , ἀλλ ' ἀληθῶς καὶ ἀναμφιβόλως εἰσὶ τῇ σποδῷ κεκονιαμένοι , κατακεχωσμένοι , ἀνῃρημένοι . . ἀμφιλέκτως ] ἀμφιβόλως |
| ἐλεφαίρω παρὰ τὸ ζῶ εἰρῆσθαι . Ἔρδω . παρὰ τὸ ῥέζω , τροπῇ τοῦ ζ εἰς δ , καὶ μεταθέσει | ||
| τοῦ ρ εἰς τὸ α , ὡς καὶ ἐπὶ τοῦ ῥέζω ἕρδω . οὕτως Ἡρωδιανὸς ἐν τῇ Καθόλου , . |
| γὰρ τέτυφε προσλαβὸν τὴν ναι συλλαβὴν τετυφέναι γίνεται . Τὸ τετυπέναι χρόνου μέν ἐστι μέσου παρακειμένου καὶ ὑπερσυντελίκου : γίνεται | ||
| πεποιηκέναι . Τετυπέναι : ὁμοίως καὶ αὐτὸς γίνεται , τέτυπε τετυπέναι , νένυγε νενυγέναι . τύψαι : ὁ εἰς α |
| τοῦ εἰ τῷ Πατρόκλῳ ἐκδίκησιν τοῦ φόνου παράσχῃς . τὸ τιμωρῶ δὲ σημειωτέον ὅτι δοτικῇ συντάσσεται ὅτε ἀντὶ τοῦ βοηθῶ | ||
| ἐρι τοῦ σημαίνοντος τὸ ἄγαν , καὶ τοῦ νύσσω τὸ τιμωρῶ : ἢ καὶ ἀπὸ τοῦ ἐν τῇ ἔρᾳ ναίειν |
| εἴη ὑποκοριστικὰ , ἢ ἐπὶ σκώμματος : ἁρπύνας ξένας . Μηνᾶς μέντοι καὶ Ζηνᾶς ὑποκοριστικά . τὸ δὲ δακνᾶς περισπᾶται | ||
| , οὐκέτι Δωρικὴν αὐτὴν λέγομεν ἀλλὰ κοινήν , οἷον ὁ Μηνᾶς τοῦ Μηνᾶ , ὁ Ζηνᾶς τοῦ Ζηνᾶ , ὁ |
| τοῦ η καὶ ι , καὶ γίνεται κατὰ μεταπλασμὸν τῇ ὑσμῖνι καὶ τῇ Δωδῶνι διὰ τοῦ ι μόνου , οἷον | ||
| * * * ὥσπερ ἀπὸ τῆς ὑσμίνῃ δοτικῆς κατὰ μετάπλασιν ὑσμῖνι καὶ λιτῷ λιτί . τὸ δὲ ἀϊδής τὸ ἐπίθετον |
| συγκατῴκισέ τινι ὄνομα Σαμιάδῃ . οὗτος μὲν οὖν συμβιώσας τῇ γαμηθείσῃ χρόνον ἐνιαύσιον ἀπεδήμησε μακρὰν ἀποδη - μίαν . τὴν | ||
| ὅτι οὐκ ἂν αὐτῇ διαλεχθείην διεσπεκλωμένῃ 〚 ἤγουν ἐξηραμμένῃ , γαμηθείσῃ , ἐν τῇ συνουσίᾳ κατατετριμμένῃ , ἢ ἀχρήστῳ πρὸς |
| τὸ πρῶτον ἐν εἰσθέσει ἰαμβικὸν δίμετρον ἀκατάληκτον . καὶ ἐν ἐπεκθέσει ἰαμβικὰ τετράμετρα καταληκτικὰ δύο . καὶ ἐν εἰσθέσει κῶλον | ||
| εἰσίασι γὰρ οἱ ὑποκριταί . καί εἰσιν οἱ πρῶτοι ἐν ἐπεκθέσει στίχοι ἀναπαιστικοὶ δʹ . στρατηγὸς φιλοπόλεμος . εἴρηται δὲ |
| δοθῆναι τὰ μέρη ; “ ὁ Ξάνθος εἶπε ” τῇ εὐνοούσῃ . “ καὶ ὁ Αἴσωπος : ” μὴ οὖν | ||
| εἰπεῖν μοι ἀπόφερε τῇ γυναικί μου , καὶ μὴ τῇ εὐνοούσῃ : οὐ γὰρ αὕτη σοι εὐνοεῖ , ἀλλ ' |
| καθέδρας ἢ ἄλλῳ τινὶ τρόπῳ . Τότε γὰρ διαλαμβάνει τῇ πιέσει τὸ πνεῦμα καὶ οὐ δυνάμενον τὴν οἰκείαν κίνησιν κινεῖσθαι | ||
| ὀθονίοις χρῆσθαι : τὴν γὰρ ἀσφάλειαν τῆς ἐπιδέσεως ἢ τῇ πιέσει ποιητέον ἢ τῷ πλήθει τῶν ὀθονίων . ἐφ ' |
| δὲ αὐτῷ Πειθαγόραν πυνθανόμενον τίνα μάλιστα φοβούμενος χρήσασθαι ἐθέλοι τῇ μαντείᾳ . τὸν δὲ γράψαι αὖθις ὅτι τόν τε βασιλέα | ||
| οὐχὶ πειραθεὶς ἁπάντων ; ὡς τόν γε ἄνευ πείρας αἱρούμενον μαντείᾳ μᾶλλον ἢ κρίσει τἀληθὲς ἀναζητοῦντα . οὐχ οὕτως ἐλέγομεν |
| ἐν ξυλόχοισιν ὀρέστεροι ἀγρευτῆρες εἷλον ἀναλκείην ἐλάφων εὐαγρέϊ τέχνῃ , μηρίνθῳ στέψαντες ἅπαν δρίος : ἀμφὶ δὲ κούφων ὀρνίθων δήσαντο | ||
| ἀλλ ' ἵνα μὴ ἀποκάμῃς „ φησί „ νηχόμενος , μηρίνθῳ λεπτῇ τὸν σὸν πόδα τῷ ἐμαυτοῦ προσαρτήσω ” . |
| μὲν ἐξ οὐρανοῦ πυρὸς ῥυέντος τὸ δὲ ἐξ ὕδατος σεληνιακοῦ περιστροφῇ τοῦ ἀέρος ἀποχυθέντος 〛 εἶναι τὰς ἀναθυμιάσεις τροφὰς τοῦ | ||
| περιστροφὴ καὶ τῆς ΛΜ περιφερείας δύσις . Ἐν ἄρα κόσμου περιστροφῇ καὶ τῇ τῆς ΛΜ περιφερείας δύσει ὁ ἥλιος μείζονά |
| ὦ χαρίεν : τὸ γὰρ προπαροξύτονον ἐπίῤῥημά ἐστιν : τὸ αὐδῆεν , ὦ αὐδῆεν : τὸ τυφθὲν , ὦ τυφθέν | ||
| χαρίεις χαρίεν , τιμήεις τιμῆεν , δαφνήεις δαφνῆεν , αὐδήεις αὐδῆεν : τούτῳ οὖν τῷ λόγῳ καὶ τὸ εἷς ἔχον |
| εἰς τὴν μίσθωσιν τῶν ἐκείνου χρημάτων , ἣν ὁ μισθωσάμενος εἰσπράξει με ταῦτα ὡς ὄντα τοῦ παιδός . Ταῦτα μεγάλα | ||
| καὶ φιλοτιμήσεται τῇ φιλονεικίᾳ , καὶ οὐκ ἐπιστήσει ἀρχὴν τῇ εἰσπράξει ταύτῃ οὐδὲ στρατιώτην , ἀλλὰ αὐτὸς εἰσπράξεται δι ' |
| προύχοντο κάρηνα , πάντες ὁμῶς ὀρθοῖσιν ἐπ ' οὔασιν ἠρεμέοντες κηληθμῷ : τοῖόν σφιν ἐνέλλιπε θέλκτρον ἀοιδῆς . οὐδ ' | ||
| ὑπὸ κηδεμονίαν πεπτωκώς : “ κήδεός ἐστι νέκυς . ” κηληθμῷ τῇ τέρψει , καὶ κηλεῖν τὸ τέρπειν . κῆλα |
| τυφθησοίμην ὁ παθητικὸς αʹ μέλλων καὶ τὸ τυπησοίμην ἀπὸ τοῦ τυπήσομαι τοῦ μαι εἰς μην τρεπομένου καὶ προστιθεμένου τῇ παραληγούσῃ | ||
| Ἑνὶ κανόνι κανονίζονται πάντες οἱ μέλλοντες : τυφθήσομαι τυφθησοίμην , τυπήσομαι τυπησοίμην , τύψομαι τυψοίμην , τυποῦμαι τυποίμην , τετύψομαι |
| ὑπὲρ μίαν συλλαβήν , μακρὸν ἔχει τὸ ι ἐν ἑκάστῃ πτώσει καὶ προσθέσει τοῦ ος κλίνεται : καὶ ἁπλᾶ μὲν | ||
| τὸ τῆς πτώσεως κατηγορούμενον ᾖ τὸ δεόμενον ἑτέρᾳ συνταχθῆναι πλαγίᾳ πτώσει πρὸς τὸ ποιῆσαι ἀπόφανσιν , ἔλαττον ἢ παρασύμβαμα λέγεται |
| τούτοις κρίνεσθαι : διαφέρει δὲ , ὅτι ἐν μὲν τῇ παραγραφῇ αὐτὸ τὸ ῥητὸν τὸ τὴν παραγραφὴν ποιοῦν περὶ αὐτὸ | ||
| ὑπολαμβάνει , παρελήλυθα , ἀλλὰ θανάτου δεόμενος . Ἐν πάσῃ παραγραφῇ ἐκ μὲν τοῦ παραγραφομένου ἁρμόσει σοι ἡ τοῦ ἀντιπίπτοντος |
| ἐγίγνετο : καὶ οἵ τε τῶν Περσῶν ἵπποι ἐν τῇ ἀναχωρήσει ἐκακοπάθουν βαρέως ὡπλισμένους τοὺς ἀμβάτας σφῶν φέροντες , καὶ | ||
| , ἐάν μέ τις διώξῃ ἐκ τῶν δούλων , κλαίων ἀναχωρήσει : ἐὰν δὲ θέλῃς , σὺ δίωξόν με ἐκ |
| Διονῦ , ὁ Κλαυσῦς τοῦ Κλαυσῦ , ὁ Λαρδῦς τοῦ Λαρδῦ , εἰ δὲ μὴ ὦσιν ὑποκοριστικά , διὰ καθαροῦ | ||
| τοῦ Καμμῦ τῷ Καμμῦ , ὁ Λαρδῦς τοῦ Λαρδῦ τῷ Λαρδῦ , ὁ Κλαυσῦς τοῦ Κλαυσῦ τῷ Κλαυσῦ : τούτων |
| λοιπὸν πλεονάσαν τὸ ι ἐφύλαξε τὴν αὐτὴν κλίσιν καὶ ἐγένετο εἵλως εἵλωτος . Ἰστέον δὲ ὅτι οἱ Λακεδαιμόνιοι πάντας τοὺς | ||
| , οἷον Μίνως Μίνωος , ἥρως ἥρωος . Σεσημείωται τὸ εἵλως εἵλωτος , ὅτι μακρᾷ παραληγόμενον διὰ τοῦ τος ἐκλίθη |
| πληθυντικῶν συναιροῦνται , οἷον Δημοσθένεος Δημοσθένους , Δημοσθενέοιν Δημοσθενοῖν , Δημοσθενέων Δημοσθενῶν , Διομήδεος Διομήδους , Διομηδέοιν Διομηδοῖν , Διομηδέων | ||
| , Πηλέϊ Πηλεῖ , εὐγενέος εὐγενοῦς : οὕτως οὖν καὶ Δημοσθενέων Δημοσθενῶν περισπωμένως : τὸ δὲ Δημοσθενέων παροξύνεται . Καὶ |
| εἰ δέοι , ἀλλὰ μεθήσω ταῦτα πάντα ὥσπερ ἐπιλήσμονί τινι ἐπῳδῇ παντὸς ἔργου λαμπροτέρου κηληθεὶς τῇ φιλοσοφίᾳ . ἠγνόουν δ | ||
| . φαίνων , δεικνύων τῆς περικεφαλαίας τὸν λόφον . ὡς ἐπῳδῇ κέχρηται τῷ βάσκε πάτερ . ἀντὶ τοῦ δυνάστα . |
| ἐπ ' ἴσης ἐκτείνουσι τοῦ προκειμένου ὀνόματος τὸ α καὶ συστέλλουσι , ὡς παρὰ Αἰσχύλωι ἐν Σαλαμινίαις : εἴ μοι | ||
| , ὡς καὶ Ἀριστοφάνης . τοῦ δὲ ὀνόματος αὐτῶν ἔνιοι συστέλλουσι τὴν μέσην συλλαβήν , ὡς Ἀρχίλοχος : πτώσσουσαν ὥστε |
| Πλαταιαῖς Ἑλλήνων τοὺς Πέρσας νενικηκότων . οἱ δὲ Ἴωνες τῇ ἀγγελίᾳ θαρρήσαντες θαρσαλεώτερον ἐπέθεντο τοῖς Ἕλλησι καὶ τῆς μάχης ἐκράτησαν | ||
| . ὁ δὲ καμὼν προτέρᾳ πάθᾳ νῦν ἀρείονος ἐνέχεται ὄρνιχος ἀγγελίᾳ Ἄδραστος ἥρως : τὸ δὲ οἴκοθεν ἀντία πράξει . |
| Σωκράτους ἐκβάλλοντος τὰ δαιμόνια . Θ ἀδολεσχία Θ : τῇ ἀδολεσχίᾳ τῶν φιλοσόφων ὑπαχθέντος καὶ πεισθέντος . Θ ἀντὶ τοῦ | ||
| μηδέ μ ' ἐπιτρίψῃς , ἀλλὰ συγγνώμην ἔχε ἐμοῦ παρανοήσαντος ἀδολεσχίᾳ . καί μοι γενοῦ ξύμβουλος , εἴτ ' αὐτοὺς |
| ἐν ψωρώδει κύϲτει . ἐπεὶ δὲ καὶ ὑγρόν ἐϲτι τῇ κράϲει τὸ μετρίωϲ γλυκύ , κατὰ λόγον ἄδιψόν ἐϲτι . | ||
| διὰ ταῦτα ξηραίνειν μὲν θέλων τὸ ϲῶμα τῶν ξηροτέρων τῇ κράϲει ζῴων δώϲειϲ τὴν ϲάρκα , θερμαίνειν δὲ βουλόμενοϲ τῶν |
| οὔτε προΐσασιν οὐδὲν οὔτε λέγουσιν . Γ βαλανεύσω Γ : διακονήσω , ὑπουργήσω . Γ βαλανεύσω : ἐγχέω ἐμαυτῷ τῶν | ||
| . ≌ . . . , . : ἀοζήσω : διακονήσω , ὑπουργήσω . Αἰσχύλος Ἐλευσινίοις . Κατάλογ . : |
| τὰ κατὰ μέρος ἔσται ψευδῆ καὶ οὐδὲν ἀληθές . ᾧ συνεισάγεται τὸ μηδὲν εἶναι ψεῦδος : καὶ γὰρ αὐτὸ τὸ | ||
| ἄνθρωπος ζῷον πρότασις , ἅμα τῷ λεχθῆναι ὅτι Σωκράτης ἄνθρωπος συνεισάγεται καὶ τὸ ζῷον αὐτὸν εἶναι , ὡς ἀρκεῖν τὴν |
| πάντως τὸν αὐτόν : ἰδοὺ γὰρ τὸ μὲν ἱδρώς καὶ ἀπτώς καὶ ἀγνώς ὀξύνονται , τὸ δὲ ἱδρῶτος καὶ ἀπτῶτος | ||
| Τὰ ἀπὸ παρακειμένου συντεθέντα διὰ τοῦ ΤΟΣ κλινόμενα ὀξύνεται : ἀπτώς ἀγνώς . Τὰ εἰς ΩΣ σύνθετα ἀπὸ τῶν εἰς |
| εἷς τις ἀνεδίδοτο συριγμός : εὐμενίᾳ . ἤγουν εὐμενῶς . ἰωνικὴ συστολή . [ . ] Τότε , φησίν , | ||
| . ἀμηχανίῃσι : ἀπορίαις . Ἀνόρουσε : ὥρμησε , συστολὴ ἰωνικὴ , καὶ ἀνώρμησεν : ἐκ τοῦ ὀρούω ὀρύω ὡς |
| ἐτυψάτην Πληθ . ἐτύψαμεν ἐτύψατε ἔτυψαν Ἀορίϲτου βʹ Ἑν . ἔτυπον ἔτυπεϲ ἔτυπε Δυ . ἐτύπετον ἐτυπέτην Πληθ . ἐτύπομεν | ||
| , ἐδάρην ἐδάρης , τέτυφα τέτυφας , ἔτυψα ἔτυψας , ἔτυπον ἔτυπες . ἔτι καὶ τὰ τρίτα ὁμοτονεῖ τοῖς δευτέροις |