ἀτμόϲ , ἀναβαλλομένην δέ τινα φλόγα λεπτὴν διὰ τῶν τρημάτων ἴδῃϲ , τότε νόμιζε ὡϲ ἄριϲτα αὐτὰ ὠπτῆϲθαι , καὶ
ἐϲτιν : ἐὰν δὲ καὶ πῦον εὔπεπτον ἐπὶ τοῦ ϲτόματοϲ ἴδῃϲ ὀλίγον , ἔτι μᾶλλον ἐλπίδαϲ ἀγαθὰϲ ἕξειϲ . εἰ
5815518 περκαζειν
, οἴνου Ἀϲκαλωνίτου # ιϚ . Ὅταν ἄρξηται ἡ ϲταφυλὴ περκάζειν , τράγου τὴν ἡλικίαν ἀκμαίου τὸ αἷμα λαβὼν καὶ
κέγχροι , καὶ ἀπὸ τοῦ θέρους σπείρονται , ὅταν ἄρχωνται περκάζειν οἱ βότρυες . . Ὥσπερ δὲ δύο λέοντες ἕνεκα
5733648 μελλῃ
μὲν ἅπαξ ᾖ πεπληρωμένον ὅτε ἐτέθη , τὸ δὲ δεύτερον μέλλῃ πληροῦσθαι μετὰ τὴν ἀνάστασιν καὶ κρίσιν . οὐ μὴν
καὶ πολὺ ἀνάγει , καὶ ἀδυνατέει σφόδρα , καὶ ὁκόταν μέλλῃ ἀποθανεῖσθαι , κάτω ὑποχωρέει ἐπὶ πολὺ καὶ ὑγρόν .
5623358 καταστῃ
δυοῖν δεούσῃσιν . Ἢν δέ τις ἀνακῶς θεραπεύῃ καὶ μὴ καταστῇ ἐν τουτέῳ τῷ χρόνῳ τὰ ἐν τῇσι κεφαλῇσι μεγάλα
εἰς διοίκησιν , οὐδὲν ἐξαμαρτάνει , ὅταν δὲ εἰς ἀπορίαν καταστῇ , ἀναγκάζεται εἰσαγγελίας δέχεσθαι καὶ δημεύειν τὰ τῶν πολιτῶν
5328474 παραβαλληται
κανόνα παραδίδωσιν ἡμῖν τούτου , λέγων ὅτι ὅταν δύο τινὰ παραβάλληται ἀλλήλοις , ἐὰν ἀφέλῃς πάντα τὰ συμβεβηκότα αὐτοῖς καὶ
τετράδραχμόν ἐστι τετράδραχμον : ἀλλ ' ὅταν μὲν τῷ ὄντι παραβάλληται , ἄνθρωπος εὑρεθήσεται θεοῦ , ὅταν δὲ ἄφρονι ἀνθρώπῳ
5274993 θελῃς
ἐπεύχεσθαι . τότ ' οὖν κακῶς πράσσει , ἄν τε θέλῃς ἄν τε μή , ὅταν ἀγνωμονῇ . Ὥστε Σωκράτης
μὴ γενόμενα εἴωθε πλεῖστον καταγέλωτα προσφέρειν . } Ὅταν εἰδέναι θέλῃς σεαυτὸν ὅστις εἶ , ἔμβλεψον εἰς τὰ μνήμαθ '
5167650 κινῃ
κινδύνου ? ? ? ? ? ? ? ? θ κινῇ ἐκ τοῦ τόπου ι οὐ βλάπτῃ . μὴ ἀγωνία
φροντίζων ἀγανακτεῖς , βαρέως ἔχεις . στρέφῃ ] περιστρεφῇ , κινῇ , κινῆσαι , κίνησιν ἔχεις . δέον . .
5117485 ἰδῃ
τὸ κάλλος , οὐκ ἐδεήθη βρόχου : ἀλλὰ κἂν ἵππον ἴδῃ ἱππικὸς ἀνὴρ καὶ τοῦ κάλλους ἐπαινέσῃ , καὶ κτήσασθαι
βοῦς ἔχρησεν αὐτῷ Ἀπόλλων ἐκεῖ κτίζειν πόλιν , ἔνθα ἂν ἴδῃ μίαν τῶν βοῶν αὐτοῦ πεσοῦσαν . μία οὖν τῶν
5069654 ἡκῃ
' οὗ ἠπάτηται ] : ἐπεὶ καί , ὅταν ἐκεῖνο ἥκῃ , ἀφίσταται ἀφ ' οὗ ἠπάτηται . Καὶ ἡ
Ἐπειδὴ τὰ τῆς αὐτῆς οὐσίας τυγχάνοντα σώματα διαφανῆ καθόσον ἂν ἥκῃ λεπτότητος , διαφανέστερα γίνεται , εἰκότως ἂν ἀφαιραῖτο ὧδε
4999674 λαμβανῃ
τέσσαρας ἀριθμοὺς ὅπως ἕκαστος παρὰ τῶν λοιπῶν τριῶν ὡς ἑνὸς λαμβάνῃ μέρος τὸ ἐπιταχθέν , καὶ γένωνται ἴσοι . Ἐπιτετάχθω
κρίνηται τὰ τῆς μάχης , ἀλλὰ δι ' ἡμέρας ὅλης λαμβάνῃ τὸ τέλος . Ὅτ ' ἂν δέ τις ἐμπέσῃ
4932583 παραγενηται
πειραθήσεται ἡ πόλις , καὶ μάλιστα ὅταν κατὰ τὰ τετράγωνα παραγένηται ἡ Σελήνη , συμβαίνει δὲ μὴ πάντας τοὺς ἐνοικοῦντας
ὅταν μὲν τὸ Ε τὴν ΕΘ διελθὸν ἐπὶ τὸ Θ παραγένηται , ἀνατέλλει ἡ ΕΓ περιφέρεια , ὅταν δὲ τὸ
4878432 ἰσχυῃ
μήτε λίην ὑποχωρέειν , ἵνα τὸ σίαλον ἀνιέναι δύνηται καὶ ἰσχύῃ ὁ κάμνων . Φάρμακα δὲ τῆς ἀναγωγῆς ἑκταίοισι καὶ
ἡ χροιὴ λευκὴ , ἐνίοτε ὑπόχλωρος . Ταύτῃ , ἢν ἰσχύῃ καὶ ᾖ νέη , καὶ τἄλλα φαίνηται , καταρχὰς
4851729 διαλυθῃ
, ἵνα μὴ ὕλη καὶ τῆς τούτου συστάσεως θελήσασα ἀποστῆναι διαλυθῇ εἰς τὴν ἑαυτῆς ἀταξίαν : ὅτε γὰρ ἦν ἀσώματος
τὴν τραγάκανθαν ᾠῶν ὠμῶν προϲφάτων τῷ λευκῷ , καὶ ὅταν διαλυθῇ , ἐπίβαλλε τρίψαϲ τῷ ϲικυοϲπέρμῳ προλειωθέντι καὶ μαλάξαϲ ἀνάπλαττε
4824766 μελλῃς
ἑαυτοῦ πατρίδα , ὡς ἔφαμεν , ἀπὸ τῆς ἀλλοδαπῆς ἀπαίρειν μέλλῃς . ἐρεῖς δὲ ἐν ἀρχῇ τοῦ δευτέρου μέρους τῆς
Ὁπόταν δὲ εἰσηγησάμενός τινα γνώμην διαμάρτῃς , εἶτα ἄλλην εἰσηγεῖσθαι μέλλῃς , ἁρμόσει σοι ἐσχηματισμένως τὸ ἐκ βαρύτητος θεώρημα ,
4823165 ποιησῃ
σφραγῖδα τρίγωνον καὶ ἐσφράγισε τὸ μνημεῖον , ἵνα μηδείς τι ποιήσῃ αὐτῷ ἐν ταῖς ἓξ ἡμέραις , ἕως οὗ ἀποστράφῃ
καὶ ὑπερβολὴν καὶ ἔλλειψιν τῷ μεμετρημένῳ , ἕως ἂν αὐτὸ ποιήσῃ αὐτῆς , ἀλλὰ μὴ αὐτοῦ ἔτι εἶναι , ὥσπερ
4787653 πεμπῃ
ἀφελεῖν τι τῆς ὑπερβολῆς , ὅπως τὸ σύμμετρον μὲν ἐκεῖσε πέμπῃ , παρ ' ἡμῖν δὲ ὕμνους ᾄδῃ τοῦ τὸ
ἐν πόλει πεφυκότα . τὰ μητέρων δὲ δάκρυ ' ὅταν πέμπῃ τέκνα , πολλοὺς ἐθήλυν ' εἰς μάχην ὁρμωμένους .
4760216 ἀπολογηται
γὰρ λέγουϲ ' οἱ πρεϲβύτεροι καθήμενοι , ὅταν κακῶϲ τιϲ ἀπολογῆται τὴν δίκην : ‚ ᾄδειϲ . ‚ ᾠδικόϲ .
οἷς ἔνεστιν ὁρᾶν λάμπουσαν τῷ βασιλεῖ τὴν φύσιν , ὅταν ἀπολογῆται μὲν ἐκ τῆς τῶν ἠδικηκότων κακίας , φάσκῃ δὲ
4757992 ἀρξηται
ἢν τό τε δάκρυον καὶ ἡ λήμη καὶ τὸ οἴδημα ἄρξηται ὁμοῦ γενόμενα . Ἢν δὲ τὸ μὲν δάκρυον τῇ
ὄρεξιν , εὐκράτῳ δεῖ κεχρῆσθαι πρότερον διαίτῃ , καὶ ἐπειδὰν ἄρξηται πέττεσθαι , τηνικαῦτα τῷ κάμνοντι συγχωρεῖσθαι λαμβάνειν τῶν ἠρέμα
4751498 ἰδῃς
κάτω τὴν μήλην , ἕως ἂν προκύψῃ : ἐπὴν δὲ ἴδῃς ἐν τῷ στόματι τῆς μήτρης , ἢν μὲν μὴ
ζέον τῶν πυρετῶν . ὅταν δέ ποτε ἐπ ' αὐτῶν ἴδῃς τὰ τῆς πέψεως τῶν χυμῶν σημεῖα , καὶ μήτε
4716703 ἀνυῃ
' ἑαυτῶν συνεισφέρειν , οὐχ ἵν ' ὃ βούλεται ῥᾷον ἀνύῃ , ἀλλ ' ἵν ' ἡμεῖς ἐθιζώμεθα τὸ δέον
. Πάντων τῶν ἐπὶ πλεῖστον χρονιζόντων παθῶν , ὅταν μηδὲν ἀνύῃ τὰ βοηθήματα , τὴν μετασυγκριτικὴν ὑπὸ τῶν μεθοδικῶν ὀνομαζομένην
4687628 διελθῃ
αὑτοὺς ὁμονοεῖν λέγετε , πρὶν ἂν ὑμῖν μάλιστα μὲν πολλαπλάσιος διέλθῃ χρόνος : εἰ δ ' οὖν , τοσοῦτος ὅσον
καταφύγῃ ; πῶς ἀλῄστευτος παρέλθῃ ; ποίαν συνοδίαν περιμείνας ἀσφαλῶς διέλθῃ ; τίνι προσκατατάξας ἑαυτόν ; τῷ δεῖνι , τῷ
4679964 ἀποβαλῃ
μὲν ὢν ἕστηκεν ἐν τῷ σπέρματι : ὅταν δ ' ἀποβάλῃ τοῦτο , πέτεται κοῦφος ὤν , δήπουθεν ὑπὸ τῶν
αὐτὸς ἔρημον καταλάβῃ Μακεδονίαν τῶν ἀμυνομένων ἢ τῇ βασιλείᾳ βοηθῶν ἀποβάλῃ τὰ κατὰ τὴν Ἑλλάδα πράγματα . ὁ δὲ Κάσανδρος
4669205 πυροϲ
τε καὶ κάμπαι θανάϲιμοι πλεονάζουϲιν , αἵτινεϲ ὑπὸ τῆϲ τοῦ πυρὸϲ ἀλέαϲ θερμαινόμεναι πίπτουϲιν ἐπὶ τῶν ὄψων ἢ τῶν ἄλλων
ἐχρηϲάμεθα καὶ αὐτὸ ὁμοίωϲ ἐπαχύνετο καὶ ϲυντόμωϲ φάναι ὥϲπερ ὑπὸ πυρὸϲ τὰ ὑγρὰ ϲυνεϲτρέφετο . πολλὰ οὖν καμόντεϲ , τῷ
4665303 δυνηται
καὶ ἡ μὲν ΔΕ τὸ τῶν περὶ τῆς ΑΓ εἶδος δύνηται , ἡ δὲ ΑΓ τὸ τῶν περὶ τὴν ΔΕ
πλουσίου . μὴ ἐπάναγκες ἔστω πίνειν , ἤν τις μὴ δύνηται . Ἐς τὸ συμπόσιον μήτε ὀρχηστὴν μήτε κιθαρισ -
4645545 ἐπελθῃ
χορὸν , εἰσιόντων τῶν ὑποκριτῶν ἐντὸς , ἄχρις ἄν τις ἐπέλθῃ ὑποκριτὴς ἕτερος . 〛 κακοδαίμων : Δυστυχής . ὡς
ἤγουν ἐμπλέων τοῖς κακοῖς , γινώσκει , ὅτι , ὅταν ἐπέλθῃ κλύδων καὶ ζάλη τῶν κακῶν τοῖς ἀνθρώποις , φιλεῖ
4641800 γνωρισωμεν
γνῶσις : τότε γὰρ εἰδέναι οἰόμεθα , ὅταν τὰ αἴτια γνωρίσωμεν καὶ τὰς ἀρχάς . [ ἢ ] τὸ οὖν
συμβαίνει περὶ πάσας τὰς μεθόδους , ὅταν τὰ αἴτια αὐτῶν γνωρίσωμεν καὶ τὰς ἀρχάς : εἰ δὲ ὑποθώμεθα εἶναι τὰ
4600338 λαβῃ
Ἀλκιβιάδης δεινὸς , βελτίων πάντων ἡμῶν εἶναι βουλόμενος , ἂν λάβῃ Σικελίαν , τίς ἔσται ; τίς ἐνέγκαι μετὰ ταῦτα
οὖν σπασθῇ ἐπιληπτικὸς καὶ πέσῃ χαμαὶ ἢ σκοτωματικὸς ἢ ἀποπληξία λάβῃ τινὰ καὶ κεῖται ὕπτιος ὁ ἄνθρωπος σπαραττόμενος , αἰφνίδιον
4571713 κατασχῃ
ἔνθεν καὶ ἔνθεν ἢ ὅσον ἂν τὸ σῶμα τοῦ ἀνθρώπου κατάσχῃ : ἔπειτεν ἀντία τὸν ἄνθρωπον ὕπτιον κατακλῖναι ἐπὶ τὴν
πάντα ἀναφέρεται , καὶ οὕτως ἔχει : ἐὰν γὰρ ἀπάθεια κατάσχῃ τὴν ψυχήν , τελέως εὐδαιμονήσει . ζητητέον δέ ,
4565295 βουλησθ
τοῦτ ' αὐτόθι . ἀπὸ στόματος ἅπαντ ' , ἐὰν βούλησθ ' , ἐρῶ . πανοικίᾳ τὸ κανοῦν δ '
, ἐπειδὰν περὶ τοῦ γένους εἴπω , τότε , ἂν βούλησθ ' ἀκούειν , ἐρῶ . νῦν δὲ τί δίκαιον
4514703 ἀναφερῃ
, ζῷον ἁπλῶς λέγεται , ὅταν δὲ πρὸς τῷ ὁρᾶν ἀναφέρῃ καὶ προσλογίζηται ὅτι μίμημά ἐστι τοῦδε τοῦ ἀληθοῦς ζῴου
ἀγαθῆς χαρᾶς καὶ ἀφανίζεται , ὁπόταν εἰς ὕψος τὴν εὐδαιμονίαν ἀναφέρῃ ἡ μοῖρα [ καὶ ὅταν τὴν εὐδαιμονίαν εἰς ὕψος
4510550 ἰχωραϲ
ἐξομαλίϲομεν , ὑπηρέτου παρ ' ὅλην τὴν καῦϲιν ῥάκει τοὺϲ ἰχῶραϲ ἐκμάττοντοϲ , ἕωϲ τότε κατὰ βάθοϲ καίοντεϲ , ἕωϲ
ἔχοντοϲ ἐνειμένην πρὸϲ μὲν τὸ ἀπορρύψαι τοὺϲ κατὰ τὸν κόλπον ἰχῶραϲ μελικράτῳ ὑδαρεῖ , ὡϲ ἂν πίοι τιϲ , κλυϲτέον
4500340 ποιησῃς
τί εἶπεν καὶ ἐπιφέρει . Ἐὰν ᾖς νοήμων , καὶ ποιήσῃς ὡς γέγραπται , ἔσῃ μακάριος . Καὶ τί ἀλλαχοῦ
. Εἴρηκε γὰρ ὑποκατιὼν οὕτως : Ἐὰν ᾖς νοήμων καὶ ποιήσῃς ὡς γέγραπται , ἔσῃ μακάριος : νικήσεις γὰρ μεθόδῳ
4497081 ἀνακαθαρθῃ
τὸ ῥεῦμα , χρῶ μετὰ γάλακτος : ὅταν δ ' ἀνακαθαρθῇ , καὶ παχὺ ῥεῦμα διαλῦσαι θέλῃς , δι '
, τὰ κοῖλα τῶν κακοήθων ἑλκῶν μονογενῶς ἀναπληροῖ , ἐπὰν ἀνακαθαρθῇ , μαλακὰ τὰ χείλη ποιοῦσα καὶ εὐθὺς ἀπουλοῦσα :
4477406 τυγχανῃς
; σοῦ γὰρ ἐξηρτήμεθα δρῶμέν τε τοιαῦθ ' ἃν σὺ τυγχάνῃς θέλων . Οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ Ξενοφάνης καὶ Ζήνων
: ἀλλ ' ὅταν τὴν ἔνθεσιν ἐντὸς ἤδη τῶν ὀδόντων τυγχάνῃς κατεσπακώς , τοῦτ ' | ἐν ἀσφαλεῖ νόμιζε τῶν
4476982 ἐχῃς
περιπατοῦντα κατέλιπον . Μένανδρος : οὐ γαμεῖς , ἂν νοῦν ἔχῃς . γεγάμηκα γὰρ αὐτός . διὰ τοῦτό σοι παραινῶ
δι ' αὐτοῦ καὶ ἀθάνατος ἔσῃ εἰς τὸν αἰῶνα , ἔχῃς δὲ τὸν πόλεμον ὃν ἔθετο ὁ ἐχθρὸς ἐν σοί
4462565 γενηται
ὅ τι τοῦ βέλεος ἕδρη , ἢν μὴ κάρτα μεγάλη γένηται ἡ ἕδρη . Προσγίνεται δὲ καὶ ῥῆξις τῇ ἕδρῃ
λείπει αὐτῷ , ὁ δέ , ἵνα πλείων ἡ περιβολὴ γένηται , καὶ τὸ ἐναντίον παραθεὶς ἐπανέλαβε . τί δὲ
4461430 σκεπασας
, λαβὼν στρουθίον εἰς τὴν χεῖρα καὶ τοῦτο τῷ ἱματίῳ σκεπάσας ἧκεν εἰς τὸ ἱερὸν καὶ στὰς ἄντικρυς ἐπηρώτα ,
ἐλαίῳ ἰρίνῳ αὐτὴν πληρώσας καὶ τῷ ἐξ αὐτῆς ἐκτμηθέντι πώματι σκεπάσας , ἔα ἡμέραν καὶ νύκτα : εἶτα ἐπιθεὶς τὴν
4460603 γιγνηται
Πολλή γε . Καὶ μὴν ἀνόμοιόν γε καὶ ὅμοιον ὅταν γίγνηται , ὁμοιοῦσθαί τε καὶ ἀνομοιοῦσθαι ; Ναί . Καὶ
λήγῃ μὲν ἡ ῥώμη , πολιτικῶν δὲ καὶ στρατειῶν ἐκτὸς γίγνηται , τότε ἤδη ἀφέτους νέμεσθαι καὶ μηδὲν ἄλλο πράττειν
4458987 κινηται
. ἐὰν δὲ αὐτὴ ἡ ☾ ἀνεπιθεώρητος πάντα ᾖ , κινῆται δὲ ἐπὶ τὰ μεγάλα , ἐπὶ τὴν ☍ ἐλθοῦσα
σώματι ἰσχυρῷ κινουμένῳ συμβαίνει σφάλλεσθαι ἰσχυρῶς , ὅταν ἄνευ ὄψεως κινῆται , οὕτω καὶ τὰς τοιαύτας ἕξεις ἄνευ νοῦ πονηρὰς
4456628 φθασῃ
. ἐν ταύτῃ δ ' ἦν γεγραμμένον ὅτι ἐὰν παραγενόμενος φθάσῃ τοὺς ἐπιβαλλομένους διατηρῆσαι Δαρείῳ τὴν Περσέπολιν , κύριος ἔσται
ἰδίαν ἐρημίαν τῶν βοηθούντων . οἱ δὲ Καρχηδόνιοι φοβούμενοι μὴ φθάσῃ διαβὰς εἰς Λιβύην Γέλων , εὐθὺς ἐξέπεμψαν πρὸς αὐτὸν
4456414 ἀφελῃς
, τότε κατὰ συμβεβηκὸς γέγονεν ἡ ἀπόδοσις : οἷον ἐὰν ἀφέλῃς τοῦ ἀνθρώπου τὸ δεσπότην εἶναι καὶ εἴπῃς ὁ δοῦλος
τὴν τύχην , τὸν στρατιώτην ἐξοπλίζεις : κἂν τὸν στρατιώτην ἀφέλῃς , ἀποχειροτονεῖς τὸν στρατηγόν : τιμιώτερον δὲ καὶ στρατιώτης
4441567 φαινηται
δὲ ὅτι καὶ τὸν Ἥλιον οἱ προσκυνοῦντες , ἔνθα ἂν φαίνηται τοῦ οὐρανοῦ , ἐκεῖσε τὰς χεῖρας ἐκτείνουσι . καίτοι
λʹ : ὑπόκειται γάρ , ὅταν ἡ σελήνη διχότομος ἡμῖν φαίνηται , ἀπέχειν ἀπὸ τοῦ ἡλίου ἔλασσον τεταρτημορίου τῷ τοῦ
4410582 καινην
εἴ τις ἄλλος δημιουργὸς τῆς περὶ τὰς λέξεις χρήσεως , καινήν τινα μὴ καιναῖς κεχρημένος λέξεσι φαντασίαν πέμπουσαν ἀποτελεῖ τὴν
, καὶ ἄλλοις μυρίοις ] . ὁ δὲ Ἀλεξανδρεὺς Ἡρακλείδης καινήν τινα περιεργίαν ἑτεροίαν ὑποβάλλει ἐν οἷς γράφει οὕτως :
4408280 ἀραϲ
ἐφ ' ἡμέραϲ πέντε . Ἄλλο . αἰγὸϲ πρόϲφατον ἐϲφαγμένηϲ ἄραϲ τὸ κέραϲ πλήρωϲον οὔρου αἰγόϲ , μάλιϲτα μὲν τοῦ
αἰρῶν ἔμπλαϲτρον ἐμπλάϲαϲ ἐπιτίθει καὶ ὅταν ἐκκενωθῇ τὰ ὑγρά , ἄραϲ ταύτην ἐπιτίθει τοῦ μυρϲινάτου λεγομένου . Πρὸϲ τὰ ἐξέρυθρα
4385259 ἀρχηται
κιττώδους καὶ βραχύτεροι καὶ παχύτεροι . καὶ ὁ κιττὸς ὅταν ἄρχηται σπερμοῦσθαι μετέωρον ἔχει καὶ ὀρθὸν τὸν βλαστόν . Πολύρριζος
νοσήσωσιν . Ἰῶνται δὲ σφᾶς αὐτέους τρόπῳ τοιῷδε : ὁκόταν ἄρχηται ἡ νοῦσος , ὄπισθεν τοῦ ὠτὸς ἑκατέρην φλέβα τάμνουσιν
4381964 βουληθωμεν
ἕξομεν χρῆσθαι . μετὰ δὲ τὴν ἕψησιν , ὅταν ἐργάσασθαι βουληθῶμεν ὕδωρ ψυχρότατον , ἔχοντες μὲν χιόνα , προθερμάναντες αὐτό
ἀνὴρ ἐν περιουσίᾳ τοσαύτῃ τῶν ἀρετῶν ; Οὐδὲ ἐπιλελῆσθαι κἂν βουληθῶμεν ἔχομεν : τι γὰρ φιλίας ἰσχυρότερον , ἣν ἐποίησε
4358787 περιεχῃ
καὶ πινέτω μὴ ἔλασσον δώδεκα κοτυλῶν : ἢν δὲ ῥώμη περιέχῃ , πλεῖον ἑκκαίδεκα . Σύναγχος δὲ γίνεται , ὁκόταν
καὶ πλατεῖαν εἶναι τὴν ὀθόνην , ἵνα τὸν πῆχυν ὅλον περιέχῃ , καὶ μηδὲ ἐπὶ τὰ ἄνω μηδὲ ἐπὶ τὰ
4347257 ἀναλωθῃ
καὶ ἑψεῖται διπλῷ σκεύει ὥρας ε ἢ Ϛ , ἕως ἀναλωθῇ ἡ τῶν βοτανῶν ὑγρότης καὶ αὐταὶ καπυρωθῶσιν , καὶ
. . . . ξεστ . ηʹ ἕψε , ἕως ἀναλωθῇ τὸ ἥμισυ , εἶτ ' ἐπίχεε πίσσης ὑγρᾶς .
4346159 εὑρῃς
εἶναι κατελθὼν ἐς τὴν σεωυτοῦ : ἢν δὲ τὴν κάμινον εὕρῃς πλέην ἀμφορέων , μὴ ἐξοπτήσῃς τοὺς ἀμφορέας ἀλλ '
καὶ ὅταν , φησίν , τοὺς τόπους τούτους πάντας ἐρήμους εὕρῃς ἀπὸ τῶν τριῶν ἀστέρων Ἄρεως , Ἀφροδίτης , Ἑρμοῦ
4332987 δεῃ
βοΐ ; Βοΐ ; μηδαμῶς , ἵνα μὴ βοηθεῖν ποι δέῃ . Ἀλλ ' ὑὶ παχείᾳ καὶ μεγάλῃ ; Μὴ
διὰ τὸ ὕψος ἀκροβαρῆσαν περινεύσῃ τὸ ἔργον . Πύργους ἐὰν δέῃ παροικοδομεῖν τοῖς τείχεσιν , ἀφεστῶτας ὥστε βάρη ἐπ '
4330452 κἀπειτα
ταῖς δι ' αἰώρας , φορείῳ τὸ πρῶτον καὶ καθέδρᾳ κἄπειτα ζευκτῷ , καὶ περιπάτοις ἀναφωνήσεσίν τε καὶ ἀναγνώσεσιν μετὰ
ἀκριβῶς , εἰ πάντα κεκόμισται καὶ μηδὲν ἔνδον ὑπολέλειπται , κἄπειτα καὶ τὸ χορίον εὐθὺς ἐκλαμβάνειν . Τὸ Χορίον καὶ
4298004 προσβαλῃ
τὴν ἤπειρον ἔταξε , προειπὼν ἀμύνασθαι τὸν πεζόν , ἢν προσβάλῃ : αὐτὸς δὲ ἀπολεξάμενος ἐκ πάντων ἑξήκοντα ὁπλίτας καὶ
ὄντα τὰ φυτὰ τῶν ἀμπέλων , ἐὰν μείζοσι καὶ ἰσχυροτέραις προσβάλῃ ῥίζαις , θλίβεται καὶ ἐνοχλεῖται : διὸ δεῖ μεταξὺ
4294638 ἀπογνῳς
πατὴρ ἔφη , Μὴ παντάπασιν , ὦ παῖ , σεαυτὸν ἀπογνῷς , νέος ὢν , καὶ πολλοῦ σοι ἔτι ὄντος
καὶ πρῶτον μὲν κατάγνωθι τῶν γιγνομένων , εἶτα καταγνοὺς μὴ ἀπογνῷς σεαυτοῦ μηδὲ πάθῃς τὸ τῶν ἀγεννῶν ἀνθρώπων , οἳ
4289991 παυσηται
τὴν ἄμμον πρόσεισι . γίνεται δὲ ἐδώδιμος ὅταν τοῦ οἴστρου παύσηται . μίσγεται δὲ μετὰ τὴν φωλείαν , ὥς φησι
τὸν καιρὸν τοῦτον ἤδη παχύνεται κατὰ βραχύ , μέχρις ἂν παύσηται τελέως : ἔστι δέ , ὥσπερ ὑγρότατον , οὕτω
4269338 ὀργιζηται
μοι Γλυκέρα , ἅπαξ αὐτὴν ἁρπάσας κατεφίλησα : ἂν ἔτι ὀργίζηται , μᾶλλον αὐτὴν ἐβιασάμην : κἂν βαρυθύμως ἔχῃ ,
εἰσὶ καὶ γοργότερον τὸν ἵππον ἀποδεικνύουσι . καὶ γὰρ ὅταν ὀργίζηται ἵππος ἵππῳ ἢ ἐν ἱππασίᾳ θυμῶται , εὐρύνει μᾶλλον
4254340 ἑωθεν
μετὰ τὸ ϲυμμέτρωϲ δειπνῆϲαι : ὁ δὲ ϲφοδρότερον κενοῦϲθαι δεόμενοϲ ἕωθεν ἐπιθύμου πινέτω δραχμὴν ἐν ὀξυμέλιτι ἦροϲ ὥρᾳ . Ἐπὶ
εἴς τι κοῖλον χωρίον παρὰ τὴν πόλιν , αὐτὸς δὲ ἕωθεν διπλοΐδα Φρυγίαν τραχεῖαν καὶ ῥυπῶσαν περιβαλόμενος , πίλιον [
4248404 χυτραν
τι τῆς δυσωδίας ὑπολείπηται , ἀνελόμενος τὸ προειρημένον εἰς ἑτέραν χύτραν καινὴν προσεπίχεον οἶνον εὐώδη καὶ τὰ αὐτὰ τοῖς προειρημένοις
ὑποδηλοῖ δὲ Εὔνικος ἐν Ἀντείᾳ λαβοῦσα τῶν ὤτων φίλησον τὴν χύτραν . οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ βαῦνον ἂν εἴποις τὸν
4245089 ἰσχαιμον
τὰ ὑπερσαρκοῦντα , χνοῦς δὲ διὰ μήλης κατουλοῖ . Ἄλλο ἴσχαιμον . Μίσυος ὠμοῦ # α , πολυγόνου χυλοῦ ξηροῦ
δ ' αἷμα : Διοκλῆς ἐπαοιδὴν παρέδωκε τὴν παρηγορίαν : ἴσχαιμον γὰρ εἶναι ταύτην , ὅταν τὸ πνεῦμα τοῦ τετρωμένου
4240158 μελανθῃ
ϲφαιρώματοϲ ὅλου καὶ τοῦ μηροῦ καὶ ἐάϲαντα , ἕωϲ οὗ μελανθῇ ἢ πάντωϲ γε πελιδνὴ γένηται ἡ ἐπιδερμίϲ , λαβεῖν
κεχρισμένον : ἤν τε γὰρ σὰρξ , ἤν τε νεῦρον μελανθῇ , προσεκπεσεῖται : τὰ γὰρ τοιαῦτα οὐ χρὴ δριμέσιν
4237690 ἐξελῃς
ἄν τινος πολιτείας τὸ κομίζεσθαι τοὺς εὔνους τοῖς καθεστῶσιν χάριν ἐξέλῃς , οὐ μικρὰν φυλακὴν αὐτῶν ταύτην ἀφῃρηκὼς ἔσει .
κατὰ μικρὸν , συμφύειν τὸ ἕλκος , ἔστ ' ἂν ἐξέλῃς τὸν μοτόν . Σημήϊον δὲ ἢν μέλλῃ ἐκφεύξεσθαι ,
4236621 λαμβανε
μέλιτι καὶ πεπέρει τῷ ἀρκοῦντι , καὶ ποιήσας ὡς ἔκλειγμα λάμβανε ὀψὲ μετὰ τὸν δεῖπνον , ὅσον αἴροις τοῖς τρισὶ
” μὰ ⌈ τὸν Δία “ ” ναί “ ἔξωθεν λάμβανε λέγων οὕτως : ναὶ ὤμνυον : οὐ γὰρ ἠπίστατο
4207696 λαβῃς
βιβλίοις ἐξετάσας ὡς καὶ ἡμεῖς στεφάνῳ εὑρήσεις . * μὴ λάβῃς εἰς τὸ τῶν ἔξωθεν τὸ ἀπό , ἀλλὰ πρὸς
οὔ τοι πλέον γ ' : ἐάν τε νῦν αὐτὴν λάβῃς , ἐάν τε γεγηρακυῖαν , ἔχοις ἄν τι πλέον
4205301 φλεγμαινῃ
καὶ διαφανὴς , καὶ ἐπιλαμβάνει τὴν πνοιὴν , καὶ ἢν φλεγμαίνῃ τὰ σιαγόνια ἔνθεν καὶ ἔνθεν , ἀποπνίγεται : ἢν
ῥινῶν κολιάνδρου χυλόν , ἢ ὀπὸν χυλισθέντα . Ἐὰν ὀφθαλμὸς φλεγμαίνῃ , λιβανωτοῦ ἄῤῥενος , ἐν ἄλλῳ δέ , ἀρνείου
4195650 λουσησθε
' ἄτθ ' ὑμεῖς κοπιᾶτ ' ὀρχούμενοι . . . λούσησθε καὶ κτενίσησθε πρὸς τὸν ἥλιον ἵνα μὴ καταγῇς τὸ
γυνή . ὁ γὰρ δίαυλός ἐστιν αἰσχύνην ἔχων . Ἐὰν λούσησθε νῦν ῥάφανόν τε πολλὴν ἐντράγητε , παύσετε τὸ βάρος
4183093 ἑωθινην
διὰ τὸν ἀπὸ τῶν θηρίων φόβον , ὑπὸ δὲ τὴν ἑωθινὴν πρὸς τὰς συρρύσεις τῶν ὑδάτων μεθ ' ὅπλων φοιτῶντες
. ἐκ δὲ μέσων νυκτῶν αὐτὸς ἐπέπλει καὶ περὶ τὴν ἑωθινὴν φυλακὴν ἐπέπιπτεν ἔτι κοιμωμένῳ . ὃ δὲ ἐν αἰφνιδίῳ
4176960 θερμανθῃ
, ἀνάγκη καὶ τὴν κύστιν τὠυτὸ πάσχειν : ὁκόταν γὰρ θερμανθῇ μᾶλλον τῆς φύσιος , ἐφλέγμηνεν αὐτέης ὁ στόμαχος :
φλοιὸν ἕψει ἐπὶ μαλακῆς τέφρας , ἔστ ' ἂν καλῶς θερμανθῇ . τοῦτο διδόναι πίνειν οἷς τε ἄγειν οὐκ ἰσχυρῶς
4173800 ἐχῃ
τῶν μητρέων , ἀλλ ' ἀνακεχώρηκεν ἰσχυρῶς . Ὁκόταν οὕτως ἔχῃ , φάρμακον χρὴ πῖσαι ὑφ ' οὗ καθαίρεται ἄνω
κόσμον ἐπὶ πολὺ συνηχεῖ , καὶ μάλιστ ' ἂν μὴ ἔχῃ φυσῶδές τι καὶ ἄμουσον ἀλλ ' ἡδέως κεκραμένον .
4165477 ἀνακινησας
ἐπίπασσε τὴν σάνδυκα καὶ τὴν σανδαράχην λειότατα γενόμενα , καὶ ἀνακινήσας ἕως καλῶς ἀναμιχθῇ καὶ ἄρας ἀπὸ τοῦ πυρὸς ἐπίπασσε
ἐλλεβόρου μέλανος ⋖ α , σκαμμωνίας ⋖ α , καὶ ἀνακινήσας καρφίῳ ἀνήθου ἀνάπλασσε , ὥς ἐστι θερμόν , Ποντικοῦ
4165296 καθεψηθῃ
καὶ τὸν χυλὸν ἕψε , ἕως ἂν τὸ τέταρτον μέρος καθεψηθῇ , καὶ τότε ἀπόθου εἰς ἄγγος κασσιτέρινον : χρῶ
ἐπίπλασσε καὶ ἕψει μαλακῷ πυρὶ ἐπὶ πλεῖστον , καὶ ὅταν καθεψηθῇ , ὁλμοκοπήσας ἐπιτίθει , μὴ λύων μέχρι τῆς τρίτης
4161738 ῥευσῃ
τε λίην ὕδρωπος ἔμπλεαί εἰσιν . Ἢν δ ' ὀλίγον ῥεύσῃ , ἰσχιάδα καὶ κέδματα ἐποίησεν , ἐπὴν ῥέον παύσηται
, καὶ μὴ ἀποτρέπειν : ἢν γὰρ ἀποτρεφθὲν ἄλλῃ πη ῥεύσῃ , πάντη τὸ ῥέον μέζονα νόσον ποιέοι . Ὁπόταν
4158198 ἀποδειχθεισαν
τῇ διαιρέσει τῶν τόπων καὶ τὴν ἐσχάτην ὑπὸ τῶν ὀρνίθων ἀποδειχθεῖσαν ἄμπελον ὑπελθὼν εὑρίσκει βότρυος ἄπιστόν τι χρῆμα καὶ αὐτὸν
ἐλπίσιν ἐπάρας ἀρχηγοὺς ἀνοσίου ἔργου γενέσθαι , παρῆν εἰς τὴν ἀποδειχθεῖσαν ἀγορὰν καὶ παρελθὼν ἐπὶ τὸ βῆμα πολλῇ κατηγορίᾳ ἐχρήσατο
4149361 κλαυσιαν
ὑπανοῖξαι αὐτήν , ὥστε εἰσελθεῖν ἢ ἐξελθεῖν ἀποτελέσαι κτύπον : κλαυσιᾶν δὲ τὸ ὑπ ' ἀνέμων ῥιπιζομένην αὐτὴν καὶ τῇδε
κλαίων , κλαυθμυριζόμενος . κλαυσεῖσθαι δὲ οἱ κωμικοί . καὶ κλαυσιᾶν τὸ κλαῦσαι θέλειν , κλαιήσειν δὲ Δημοσθένης . παρὰ
4149202 προσδεξηται
τοὺς ἀνθρώπους τῇ πραΰτητι τῆς ὄψεως , ἡνίκα ἂν αὐτοὺς προσδέξηται , ἀπαγριουμένη διαφθείρει . ἡ δὲ ὁμοιωθεῖσα γυναικὶ ἔφη
ἔσω τοῦ στόματος τῶν ὑστερέων γένηται : ὅταν δὲ τοῦτο προσδέξηται , τὸ μετὰ τοῦτο προστιθέναι , ὁμοῦ τὸ προσκείμενον
4148371 εὐθεωϲ
αὐτῶν εἴρηται : κατάλοιποϲ δέ ἐϲτιν , ὅταν ἐξ ἀρχῆϲ εὐθέωϲ εἰϲβάλλωϲι τὴν πρώτην γένεϲιν ὁμοίαν ποιηϲάμενοι τοῖϲ ἐφημέροιϲ ἐπὶ
καὶ τὰ τῆϲ ἀλθαίαϲ φύλλα λεῖα : προϲαγέϲθω δὲ ταῦτα εὐθέωϲ μετὰ τὰϲ ἀνέϲειϲ τῶν παροξυϲμῶν . χρόνου δὲ προϊόντοϲ
4146610 ἀγγοϲ
τοῦ λαχχᾶ καὶ ἔα ξηρανθῆναι , ἔπειτα βαλὼν εἰϲ ὀϲτράκινον ἄγγοϲ καὶ φιμώϲαϲ ὄπτα : καὶ ἔϲται ῥοιδάριον καλόν .
τότε καὶ | τὰ κρέα διδόνταϲ καὶ ὥϲπερ εἰϲ ἄψυχον ἄγγοϲ εἰϲχέονταϲ τὰϲ τροφάϲ . τῷ μὲν οὖν καλῶϲ κατὰ
4140273 γινηται
πάσχουσα συλλαβὴ σύγκρουσιν εἰς μέρος λόγου τε λήγῃ καὶ διφθόγγων γίνηται τῶν κατὰ συμπλοκήν , ἀπὸ δὲ τῶν βραχειῶν ,
εἰ μὴ καὶ τὸ οὗ ἐστιν αἴτιον . κἂν οὖν γίνηται αἴτιον , καὶ τὸ αἰτιατὸν γίνεται , κἂν γέγονε
4137538 τηνικαυτα
τὸν μῆνα χειμεριώτερον , κατὰ τρίτον δὲ τοῦ μᾶλλον ῥεῖν τηνικαῦτα τὸν ποταμόν . Περὶ δὲ αἰτίου καὶ οὗ αἴτιον
φλεγμονὴν ἢ ὅτι ὑπόκειται προπεπονθὼς ὁ ὑπεζωκώς : καὶ τὸ τηνικαῦτα ἐπειδὴ πέπονθεν , ἀπεπτεῖται τὸ λόγῳ τροφῆς φερόμενον ἐν
4134346 ποιησον
Ξάνθος λέγει ” ἔπαρε τὰ σανδάλιά μου καὶ τὰ ἑξῆς ποίησον . “ εἶτα λέγει τοῖς ἑαυτοῦ φίλοις ” ἄνδρες
καλῶς περισκεπάσας . ὅταν οὖν βούλῃ ἔνδειξιν μεγίστην ποιῆσαι , ποίησον οὕτως : λύχνου τεθέντος , ἐὰν στέαρ οἵου βούλει
4133050 εὑρῃ
μίμνοι καὶ θεόπαις Βαβύλων . ἡδονὴν ἔχει , ὅταν τις εὕρῃ καινὸν ἐνθύμημά τι , δηλοῦν ἅπασιν : οἱ δ
ἐπράϋνε καὶ κατεγοήτευσε τῷ σιάλῳ τὸ δεινόν . ἐὰν δὲ εὕρῃ δυσανασχετοῦντα καὶ ἀτλήτως φέροντα , ὕδωρ ἀθρόον σπάσας εἴσω
4121378 ὑσῃ
προῃρημένοι ; Ἔθος τοῦτο Αἰγύπτιον . ὅταν κατὰ τὴν Αἴγυπτον ὕσῃ , μύες παραχρῆμα τίκτονται . οὐκοῦν κατὰ τὰς ἀρούρας
ὅτι δοκεῖ σημεῖον εἶναι , ὅταν ἐπιψεκάσῃ , οὐχ ὅταν ὕσῃ : καὶ ὅτι τὸ ἔμελλε πάλιν ἀντὶ τοῦ ἐῴκει
4113788 θαυμαζῃς
περὶ τούτων , ὦ Γοργία : ἀλλ ' ἵνα μὴ θαυμάζῃς ἐὰν καὶ ὀλίγον ὕστερον τοιοῦτόν τί σε ἀνέρωμαι ,
ἦθος χρηστότητι κοινωνίας λαμπρύνειν φιλοκάλου ἅμα καὶ φιλανθρώπου . Ἐὰν θαυμάζῃς τὰ μικρὰ πρὸ τῶν μεγάλων , καταφρονήσῃ : ἐὰν
4110280 ἀτμοϲ
κάμνοντεϲ ἐπιδιδόντοϲ τοῦ παροξυϲμοῦ καὶ θερμότεροι ἐκτὸϲ γίγνοιντο καί τιϲ ἀτμὸϲ ἀνίηϲιν ἐκ τοῦ ϲώματοϲ θερμόϲ , οἷοϲ οὐ πρόϲθεν
περίτρηϲον αὐτῆϲ τὸ πῶμα , ἵνα δι ' αὐτῶν ὁ ἀτμὸϲ διαϲημήνῃ ϲοι τὸ μέτρον τῆϲ ὀπτήϲεωϲ . τὸ μὲν
4106749 βραχῃ
ποτε ἐκχέοιτο ἀπόνιπτρα ἀπὸ τῶν θυρίδων , ἵνα μή τις βραχῇ τῶν παριόντων , “ ἐξίστω ” λέγειν . παίζει
μελίλωτα , μήκωνος σπέρμα λεάνας σὺν γλυκεῖ , καὶ ὅταν βραχῇ ἑψήσας καὶ σὺν λεκίθοις ὠῶν λεάνας ἐπιτίθει : ἢ
4105192 ποιησηται
τύπτειν , ὅπως διὰ τὸν ψόφον πτυρόμενα τὴν εἰς τοὐπίσω ποιήσηται φοράν , τοῖς δὲ βιαζομένοις διδόναι διαστήματα , δι
ἀγαθοποιὸς ἢ κακοποιός , ἐὰν φάσιν ἐν τῷ αὐτῷ ζῳδίῳ ποιήσηται : ἐὰν δὲ παροδεύῃ , ἄτονος : ἐὰν δέ
4102864 εὐθεως
δ ' ἄνευ τοῦ προηγήσασθαι πιμελώδεις ἐκκρίσεις ἐπὶ ταῖς χολώδεσιν εὐθέως αἱ ξυσματώδεις γίνωνται , μετὰ δήξεως μὲν πάντως ,
. ] Κόριδας ἀπὸ κλίνης λειώσας κατάχριε τὸν οὐρητήρα καὶ εὐθέως οὐρήσει . τοῦτο δὲ καὶ παιδίοις μὴ δυναμένοις οὐρῆσαι
4098713 σχῃ
σὰρξ αὕτη , δουλεύσασα τῷ [ πνεύματι ] ἀμέμπτως , σχῇ τόπον τινὰ κατασκηνώσεως , καὶ μὴ δόξῃ τὸν μισθὸν
καὶ ἔτι μᾶλλον εἴσεσθε , ὅταν τὰ κατ ' ἐμὲ σχῇ τέλος . ἐπεὶ δ ' ἡ Οὐαλερίου γνώμη νικᾷ
4095875 ψυγηναι
Ἀττικοί , διὰ τοῦ ε Ἕλληνες . ψυχῆναι Ἀττικοί , ψυγῆναι Ἕλληνες . ψαθάλλειν Ἀττικοί , ψηλαφᾶν Ἕλληνες . ψεδνός
εἰς ζεστὸν ὕδωρ ἀποτεθλιμμένον καὶ ῥάκει περιειλημένον , ὥστε μὴ ψυγῆναι ἐκ τῆς νοτίδος τοὺς τόπους , παρηγορηθῆναι δὲ πειθηνίως
4094290 κατερασας
τήξας τὰ τηκτὰ ἐπίπασσε τὰ ξηρὰ λειότατα κατὰ βραχὺ καὶ κατεράσας εἰς θυείαν νενοτισμένην ὀξυκράτῳ καὶ ἀναμαλάξας χρῶ . τινὲς
: εἶτα ἕψε ἕως οὗ λυθῇ ὁ κηρός , καὶ κατεράσας εἰς θυσίαν λειοῦ . ἔχε εὖ μάλα . τοῦτο
4080282 μεινῃ
διὰ τὸ ἐπίπονον αὐτὰ γίγνεσθαι * * * ἐὰν δὲ μείνῃ ἐννέα μῆνας ἐν τῇ μήτρᾳ [ ποιεῖ ] ,
ἐπὶ προκαταρκτικῇ αἰτίᾳ γέγονε νεκρῶδες τὸ πρόσωπον . εἰ δὲ μείνῃ ὡσαύτως ἔχον , ἥ τε ἀγρυπνία καὶ ἡ γαστρόρροια
4079902 παγῃ
χρὴ παρασκευάσασθαι , καὶ πάγας ὅπως ἱστάναι τοῖς θηρίοις ὅσα πάγῃ ἁλωτά . καὶ περὶ λαγωῶν δὲ λέλεκται , ἥτις
ὅτι ” καὶ ταῦτα εὑρήσεις : γέρων πίθηκος οὐχ ἁλίσκεται πάγῃ : ἁλίσκεται μέν , μετὰ χρόνον δ ' ἁλίσκεται
4075351 ἀπαλλαγῃ
ἡ δὲ πολυφωνίας καὶ πολυεργίας καὶ διαφωνίας . Ἐπειδὰν γὰρ ἀπαλλαγῇ ψυχὴ ἐνθένδε ἐκεῖσε , ἀποδυσαμένη τὸ σῶμα , καὶ
ὁλόκληρος γενόμενος : ὑγιὴς μὲν τῇ τῶν παθῶν ὡς νοσημάτων ἀπαλλαγῇ , ὃ διὰ τῆς πολιτικῆς ἀρετῆς παραγίνεται , ὁλόκληρος
4070583 ἀφικηται
Φιλώνδας , ᾧ συνέστησεν τὸν πατέρα τὸν ἐμόν , ἐπειδὰν ἀφίκηται ἄγων τὰ ξύλα , τὸ ναῦλον παρασχεῖν , εἰς
ἄκρας ἐπιφανείας ἀνακάμπτει πάλιν , ἄχρις ἂν ἐπὶ τὸν αὐτὸν ἀφίκηται τόπον , ἀφ ' οὗ τὸ πρῶτον ὡρμήθη :
4061205 ἐλθῃ
εἴϲω διαφέρει . ἢν ὦν πρὸϲ ἅπαντα μὲν ὄκνοϲ καταπόϲιοϲ ἔλθῃ , θᾶϲϲον ἐκθανεῖν ἀνάγκη νόϲῳ τε καὶ λιμῷ .
πρὸς τῶν θεῶν , τοὺς βόακας , ἄν ποτ ' ἔλθῃ , λαυκομαινίδας καλεῖν . μεμαγμένην μικρὰν μελαγχρῆ μᾶζαν ἠχυρωμένην
4056452 ἀπαλλαττωνται
. οὕτω γὰρ καὶ οἱ ἀρχαῖοι εὑρίσκονται λέγοντες , ἐπειδὰν ἀπαλλάττωνται ἀλλήλων . Σημᾶναι ἐσήμαναν καὶ θερμᾶναι ἐθέρμαναν καὶ καθᾶραι
ἐπὶ φιλοσοφίαν ὁρμήσαντες μὴ τοῦ πεπαιδεῦσθαι ἕνεκα ἁψάμενοι νέοι ὄντες ἀπαλλάττωνται , ἀλλὰ μακρότερον ἐνδιατρίψωσιν , τοὺς μὲν πλείστους καὶ
4052191 ἀρθῃ
τριηραρχῶν βιβλίον ἄγραφον ἐσφραγισμένον ἑκάστῳ ἔδωκε προστάξας , ἐπειδὰν ἀναχθέντων ἀρθῇ τὸ σημεῖον , τότε λύειν τὰ βιβλία καὶ μαθόντας
ϲπλῆνα καὶ ἧπαρ . τὸ μελίκρατον ἀνεπιτήδειον οἷϲ εἰϲ ὄγκον ἀρθῇ τὰ ϲπλάγχνα ϲκιρρούμενα καὶ οἰδιϲκόμενα καὶ φλεγμαίνοντα . οἱ
4047004 ἐπανελθῃ
σωτηρίαν καὶ πάντα τρόπον βοηθοῦσιν , ἵνα αὐτοῖς τὰ χρήματα ἐπανέλθῃ , οἱ δὲ ὀφείλοντες οἷς ὀφείλουσιν οὐκέτι : βούλοιντο
σώματα νοσοῦσιν , οὕτω πάλιν ἵνα εἰς τὸ κατὰ φύσιν ἐπανέλθῃ , τῶν ἰσχυροτέρων ἐξ ἀνάγκης δεῖται πάλιν . τὰ
4041635 οὑτωϲ
ὕδατι ὀλίγῳ , εἶτα λεαίνεται ἐν θυίᾳ , κἄπειθ ' οὕτωϲ αὐτοῦ καταχεῖται ἡ ἔμπλαϲτροϲ . θαψία ἐμπλάϲϲεται τελευταία .
αἱ βόεϲ καὶ ξηράναϲ ἀπέθετο . καὶ πρὸϲ χοιράδαϲ δὲ οὕτωϲ αὐτὸϲ ἐχρῆτο καὶ τῶν ϲκιρρωδῶν ὄγκων ἁπάντων ϲὺν ὄξει
4038859 κακωσῃ
ὁ δὲ κύριος αὐτῆς δεδυκὼς ἢ κακοδαιμονῶν ἢ φθοροποιὸς αὐτὴν κακώσῃ ἢ φαύλως ᾖ κείμενος , ἀτυχεῖς περὶ τοὺς γάμους
δὲ τῶν λοιπῶν οὕτως ὄντων καὶ ὁ Ἑρμῆς τὴν Σελήνην κακώσῃ μείζονα τὰ κακὰ ἔσται , ἔσθ ' ὅτε δὲ
4025725 ἀναδραμῃ
, καὶ ἐάσας τὴν εὐθεῖαν ὁδὸν , πρὸς τὴν ἀκανθώδη ἀναδράμῃ πλάνην . Τὸ δὲ ἐν ἀγγείοις ἀποκείμενα τὰ ὀστράκινα
δὲ ὅτι , ὅτε τὰ προελθόντα εἰς τὰς οἰκείας ἀρχὰς ἀναδράμῃ , εἰς τὰς ὁμοίας λαβὰς λέγεται ἰέναι , ὡς
4019762 ἀνελομενοϲ
' ὅληϲ ἡμέραϲ κινῶν ϲυνεχῶϲ . καὶ ὅταν καπυρὰ γένηται ἀνελόμενοϲ ἀπόθου , ὡϲ εἴρηται . ἐκλαμβάνεται δὲ καὶ λιγνὺϲ
δίκην τῷ ἀγγείῳ κόϲκινον ἐν ἡλίῳ ἀπόθου . ξηρανθὲν δὲ ἀνελόμενοϲ χρῶ ἐπὶ τῶν ἐχεοδήκτων , ὡϲ εἴρηται , ⋖
4013908 μελλωμεν
. χρόνου δὲ προϊόντος ὅταν ἐκβαίνοντες τῆς παιδικῆς ἡλικίας μειρακιοῦσθαι μέλλωμεν , τὸ δίδυμον στέλεχος εὐθὺς ἐκ μιᾶς , ἀρετὴ
ἀλλὰ περιμένειν τὴν ἀκρόασιν οὕτω διηγεῖσθαι . Ὁπόταν πάθος τι μέλλωμεν διεξιέναι , οἷον λοιμώδη φθορὰν ἤ τι τοιοῦτον ,

Back