καὶ χωρία ζευγῶν εἴκοσιν ἀροῦντα καὶ χρυσᾶς ἔχοντα φιάλας , Ἡγήμονα δὲ καὶ Καλλιμέδοντα , τὸν μὲν ἐν Πέλλῃ ,
πρὸς ἡμᾶς . ἐλθὼν δ ' ἐγὼ ἠγανάκτουν μὲν πρὸς Ἡγήμονα τὸν ἔχοντα τὴν τούτου θυγατέρα , λόγους δ '
6715050 ὠλισθεν
. εὑρέθη βοῦς : ἠκολούθει . ἦλθεν εἰς Θήβας , ὤλισθεν ἡ βοῦς , καὶ ὁ μὲν Κάδμος ἐκεῖ ᾤκησεν
βοῦς : ἠκολούθει οὖν αὐτῇ . ἦλθεν εἰς Θήβας , ὤλισθεν ἡ βοῦς , καὶ ὁ Κάδμος ἐκεῖ ᾤκησε ,
6685349 Κλειτοφωντα
Ἀλλὰ τοῦτό γε ῥᾴδιον , ” ἔφη , “ τὸν Κλειτοφῶντα ἀποφορτίσασθαι . ” ὁρῶν οὖν ὁ Μενέλαος τοῦ Χαρμίδου
ἐψηφίσασθε καὶ τὴν περὶ τούτου μοι γραφήν : ἔδοξεν ἀποθνῄσκειν Κλειτοφῶντα . ποῦ τοίνυν ὁ δήμιος ; ἀπαγέτω τοῦτον λαβών
6536502 διοιγειν
τό τε γὰρ εἰς ἔσχατον σφίγγειν τὴν ἕδραν καὶ τὸ διοίγειν ἐπὶ μέγιστον ὀδυνηρά , τό τε ἐκτείνειν ἐπὶ μήκιστον
τοῦ σώματος πρὸς τὸ συγκάμπτειν καὶ ἐκτείνειν καὶ συνάγειν καὶ διοίγειν εὖ ἔχει καὶ πρὸς τὸ τὰ δεξιὰ τοῖς ἀριστεροῖς
6467203 παραγενομενην
δὲ τὰ πρὸς τὴν πρεσβείαν τὴν ἐκ Συβάριδος εἰς Κρότωνα παραγενομένην ἐπὶ τὴν ἐξαίτησιν τῶν φυγάδων ὑπὸ Πυθαγόρου ῥηθέντα καὶ
. ποσάκις οἴει με , Λάμια , πρὸς αὐτὸν ἰδίᾳ παραγενομένην εἰπεῖν τί ποιεῖς Ἐπίκουρε ; οὐκ οἶσθα ὡς διακωμῳδεῖ
6447208 ἐπαραμενος
φορτία πάντα τεθεικὼς καὶ τὸν ὄνον , διαπλεῖ σινδόν ' ἐπαράμενος . ὥστε μάτην Τρίτωνες ἐν ὕδασι δόξαν ἔχουσιν ,
γενόμενος ὁ Παυσανίας δόξας τε κατ ' ἐπιβουλήν τινα εἰσεληλυθέναι ἐπαράμενος τὸ ξιφίδιον ἐπερόνησε τὴν κόρην καὶ ἀπέκτεινε . καὶ
6407440 αἰσθεται
† ψυχὴν ἄγει . } Ὁ πονηρὰ ποιῶν εὐθέως οὐκ αἴσθεται : τότ ' οἶδεν ὃ πεποίηκεν , ὅτε κολάζεται
, πᾶν δὲ ὂν ψυχὴ κινεῖ . πᾶν τὸ πάσχον αἴσθεται , πᾶν τὸ αἰσθόμενον πάσχει . πᾶν τὸ λυπούμενον
6402926 Ὀνῳ
ἂν ἡ παροιμία ἐπὶ τῶν ἀλλήλους ἐπὶ κακίᾳ γινωσκόντων . Ὄνῳ τὶς ἔλεγε μῦθον : ὁ δὲ τὰ ὦτα ἐκίνει
περιπεσόντων . Ὄνος λύρας ἀκούων : ἐπὶ τῶν ἀξυνέτων . Ὄνῳ τις ἔλεγε μῦθον , ὁ δὲ τὰ ὦτα ἐπέσειεν
6389779 συμμαθητας
δ ' ἂν ἐκ τούτων καὶ συντυχία . Πλάτων δὲ συμμαθητὰς ἔφη καὶ σύνοψιν οἰκειότητος . Εὔπολις δὲ συμβίοτοι συμπάροικοι
παιδεύεται . . ) . εἴσιθ ' ] πρὸς τοὺς συμμαθητὰς λέγει . εἴσιθ ' ] εἴσελθε . . .
6386465 Ἰοβατην
ἀποκτεῖναι , πέμπει δὲ αὐτὸν εἰς Λυκίαν πρὸς τὸν πενθερὸν Ἰοβάτην , ἀδοκήτως καθ ' ἑαυτοῦ κομίζοντα γράμματα . Ὁ
ᾧ πενθερῷ : ἡ διπλῆ , ὅτι τοῦτον οἱ νεώτεροι Ἰοβάτην φασίν . . . . ἐννῆμαρ ξείνισσε καὶ ἐννέα
6382168 τραμιν
: οὐκ εὐπόρως τε γὰρ ἔχω καὶ τὰ ἀμφὶ τὴν τράμιν μαλακίζομαι ἐπ ' ἀστράβης ὀχηθείς . ὁ γὰρ ἀστραβηλάτης
. Ὕδωρ ὕδωρ , ὦ γείτονες , πρὶν ἀντιλαβέσθαι τὴν τράμιν μου τῆς φλογός . Θάρρει . Τί θαρρῶ καταπεπυρπολημένος
6365107 Αἰξωνεα
. ὡς ἐπὶ ἀνθρώπων δὲ ποιεῖται τὴν κατηγορίαν . Γ Αἰξωνέα : ἀπὸ δήμου τῆς Πανδιονίδος φυλῆς ⌈ , Αἰξωνεὺς
πρὸς ταῦτά γ ' ἔχων εἰπεῖν , μή με εἴπῃς Αἰξωνέα εἶναι . ” Ἀκαδήμεια : τρία ὑπῆρχον γυμνάσια ,
6349282 Ἱερεμιαν
σύμβουλος τοῦ φωτὸς , μὴ μεριμνήσῃς τὸ πῶς ἀποστείλῃς πρὸς Ἱερεμίαν : ἔρχεται γὰρ πρός σε ὤρᾳ τοῦ φωτὸς αὔριον
ἀπὸ τοῦ βασιλέως τῶν Χαλδαίων , ἐλάλησεν ὁ θεὸς πρὸς Ἱερεμίαν λέγων : Ἱερεμία , ὁ ἐκλεκτός μου , ἀνάστα
6338681 ἐπωιδας
] λέγω . ἀγκαλέσαιτ ' ] ἀνακαλέσαιτο . ἐπαείδων ] ἐπωιδὰς λέγων . ἤγουν τὸν ὀρθῶς τὰ περὶ τούτων ἐπιστάμενον
τούτου ἐργασίας , ὧν θάτερον τὸν Χουσὼρ λόγους ἀσκῆσαι καὶ ἐπωιδὰς καὶ μαντείας . εἶναι δὲ τοῦτον τὸν Ἥφαιστον ,
6335549 ὑφελοι
οὐκ ἐκφορά . Καὶ μὴν ὁπότε τι σκευάριον τοῦ δεσπότου ὑφέλοι ' , ἐγώ ς ' ἂν λανθάνειν ἐποίουν ἀεί
οὐ σωματικῇ οὔσῃφέρε , εἴ τις τὸν ὄγκον τοῦ σώματος ὑφέλοι , τηροῖ δὲ τὴν τοῦ φωτὸς δύναμιν , ἆρ
6324234 Θερσανδρον
χρόνος ἐγένετο τῇ τῆς χειρὸς πάλῃ , φιλονεικία λαμβάνει τὸν Θέρσανδρον ἐρωτική , καὶ τὴν μὲν λαιὰν ὑποβάλλει τῷ προσώπῳ
τῶν ἀπ ' Ἰωνίας τοὺς ἀρίστους ἀγωνιστὰς , αὐλητὰς μὲν Θέρσανδρον καὶ Φιλόξενον , ὑποκριτὰς δὲ Καλλιππίδην καὶ Νικόστρατον ,
6320916 Κνημων
' ὁ ποιμὴν καὶ καλεῖται γλυκύτατος . βούλει τι , Κνήμων ; εἰπέ μοι . Ἥλιε , σὲ γὰρ δεῖ
διακονεῖ κόρηι : πονηρόν . ἀλλά ς ' , ὦ Κνήμων , κακὸν κακῶς ἅπαντες ἀπολέσειαν οἱ θεοί . ἄκακον
6301851 Τεριναν
καὶ τὸ Γύθιον αὐτοὶ κατέσχον . Κλεανδρίδας ὁ Λάκων ἐπὶ Τέριναν ἄγων τὴν στρατιὰν ὁδὸν κοίλην λάθρα προσπεσεῖν ἐπεχείρησε τοῖς
' ὁ Λᾶρις ἐξερεύγονται ποτά . Λίγεια δ ' εἰς Τέριναν ἐκναυσθλώσεται , κλύδωνα χελλύσσουσα , τὴν δὲ ναυβάται κρόκαισι
6298835 Ξανθιαν
αὐτοῦ τήμερον ἐκπηνιεῖται ταῦτα προσκαλούμενος . Κάκιστ ' ἀπολοίμην , Ξανθίαν εἰ μὴ φιλῶ . Οἶδ ' οἶδα τὸν νοῦν
ὄψα ἐποίησε , δεσπότην πάλιν ἑαυτὸν ποιεῖ , τὸν δὲ Ξανθίαν δοῦλον . ἀποδέχεται δὲ τὸν Διόνυσον ὁ χορὸς ὡς
6289313 Ψυλλαν
. Μένιππος ἐν περίπλῳ τοῦ Πόντου ” ἀπὸ Κρηνίδων εἰς Ψύλλαν χωρίον στάδια κʹ , ἀπὸ Ψύλλης χωρίου εἰς Τίον
τάφους , πανώλεθρον κηλῖδα θωύξας γένει , ὁ τὴν πόδαργον Ψύλλαν ἡνιοστροφῶν καὶ τὴν ὁπλαῖς Ἅρπινναν Ἁρπυίαις ἴσην . τὸν
6282797 Κλεπτης
τέλος εἰς κάθαρσιν τῶν συγκομισθέντων πρὸς ἑτοιμοτέραν τροφῆς χρῆσιν . Κλέπτης δέ τίς ἐστι καὶ ὁ ἀνδραποδιστής , ἀλλὰ τοῦ
Μισοῦντ ' ἐμίσει , καὶ σὺ τοῦτ ' ἠπίστασο . Κλέπτης γὰρ αὐτοῦ ψηφοποιὸς ηὑρέθης . Ἐν τοῖς δικασταῖς ,
6275665 ἀγροτας
που πρόβατα νέμον λύκον ἐρχόμενον πρὸς διαφθορὰν ὁρῶν ἐπικαλούμενον τοὺς ἀγρότας ἔλεγε : ” βοηθεῖτε ὧδε , ἔρχεται λύκος .
: τίς ὅδ ' ἄρ ' ἀμφὶ μέλαθρον πολεῖ σὸν ἀγρότας ἀνήρ ; ἀπωλόμεσθ ' ἄρ ' , ὦ φίλαι
6265435 ἐπαϊοντος
. Νεκρῷ μῦθον εἰς οὖς ἔλεγεν : ἐπὶ τοῦ μὴ ἐπαΐοντος . καὶ ἐπὶ τῶν ἀναισθήτων . Νεφέλας ξαίνεις :
. Νεκρῷ μῦθον εἰς οὖς ἔλεγεν : ἐπὶ τοῦ μὴ ἐπαΐοντος . καὶ ἐπὶ τῶν ἀναισθήτων . Νέους φίλους ποιῶν
6249236 χρηζων
τὰς δισσὰς πέτρας , ὅπου ὁ θαλάσσιος κύων ἐξῆλθε * χρήζων * φαγεῖν Ἀνδρομέδαν , ἀντὶ δὲ Ἀνδρομέδας ὑπεχώρησε λαβὼν
: θεῖος : Κεῖος : ῥεῖος : χρεῖος , ὁ χρήζων : πλεῖος : λεῖος : τὸ νειὸς ὀξύτονον καὶ
6236880 Σχολαστικῳ
νῦν ὀργίζῃ ἐπὶ τῇ μητρί σου ἅπαξ με εὑρών ; Σχολαστικῷ πραγματευτὴς ἀπήγγειλεν , ὅτι τὸ χωρίον αὐτοῦ ὁ ποταμὸς
Τοῦτο , εἶπε , ποιῶ καθ ' ἑκάστην ἡμέραν . Σχολαστικῷ υἱὸς ἐγεννήθη . πυνθανομένων δέ τινων αὐτοῦ , ποῖον
6236064 ἀπηγετο
, ἠλέει δὲ αὐτὴν ὁ Κλυτός . Καὶ ἡ μὲν ἀπήγετο εἰς Ἰταλίαν , ἡ δὲ Ῥηναία ἐλ - θόντι
εἴθ ' ὡς ὁ Φάβιος παραδέδωκε δέσμιος εἰς τὴν Ἄλβαν ἀπήγετο . Ῥωμύλος δ ' ἐπειδὴ τὸ περὶ τὸν ἀδελφὸν
6226367 κακοπραγμων
. ἢ ἀπὸ τοῦ φαίνειν , ὅ ἐστι συκοφαντεῖν . κακοπράγμων γὰρ ἦν καὶ φιλόδικος . ἐν τἀγορᾷ ] ἐτυμολογεῖ
οὐ μέντοι ἔπειθέ γε τὸ μὴ οὐ μεγαλοπράγμων τε καὶ κακοπράγμων εἶναι . καὶ ἐκεῖνος μὲν κατεψηφίσθη καὶ ἀποθνῄσκει :
6224853 ψαλτην
ἱερῷ τοῦ Ὀσίριδος οὐκ ἔξεστιν οὔτε ᾠδὸν οὔτε αὐλητὴν οὔτε ψάλτην ἀπάρχεσθαι τῷ θεῷ , καθάπερ τοῖς ἄλλοις θεοῖς ἔθος
φίλου γνώμῃ παρεγένετο εἰς τὴν Σάμον . καὶ τὸν μὲν ψάλτην εὔκνημον ὄντα λευκοὺς ὑπενέδυσε χιτῶνας καὶ ὑποδήματα , καὶ
6224826 ἀλεκτρυαιναν
, ὅτι βούλεται ἀπελθεῖν εἰς τὸν οἶκον λαβεῖν ἀλέκτορα καὶ ἀλεκτρύαιναν δεῖξαι τῷ Φειδιππίδῃ καὶ ἐρωτῆσαι αὐτόν , πῶς ταῦτα
ἐγγὺς ὄντι τοῦ ἀποθανεῖν . τουτονὶ ] ἀλεκτρυόνα ἐκφέρει καὶ ἀλεκτρύαιναν . ἀντὶ τοῦ “ οὕτω καλέσῃς ” . παρὰ
6217539 ἐπικληθεντα
λόγων γενόμενον : μαθητὴν δ ' ἔσχεν ἀξιόλογον Διονύσιον τὸν ἐπικληθέντα Ἀττικόν , πολίτην αὐτοῦ : καὶ γὰρ σοφιστὴς ἦν
οἰκίας ἐξ ἁπάσης τῆς πόλεως . Ἀρταξέρξην τὸν καὶ Ὦχον ἐπικληθέντα , ὅτε ἐπε - βούλευσεν αὐτῷ Βαγώας ὁ εὐνοῦχος
6215644 Ψιμυθιον
δάκνει : διαφορητικὸν δ ' ἱκανῶς ἐστι καὶ ξηραντικόν . Ψιμύθιον ἐμπλαστικόν τε καὶ ἐμψυκτικόν ἐστι , καιόμενον δ '
τῆς ἑψήσεως . Μόλυβδος κεκαυμένος μεσούσης τῆς ἑψήσεως ἐμβάλλεται . Ψιμύθιον ἐμβάλλεται εἰς μὲν τὰς λευκὰς ἐμπλάστρους ἐπὶ τέλει ,
6215039 Φιλοκρατη
, ὃς δεινότατος ἐδόκει εἶναι τῶν ἐν τῆι πόλει : Φιλοκράτη τὸν Ἁγνούσιον , ὃς θρασύτατα καὶ ἀσελγέστατα τῆι πολιτείᾳ
Ἡφαιστόδωρον , Κηφισόδωρον , ἑαυτόν , Διόγνητον , Σμινδυρίδην , Φιλοκράτη , Ἀντιφῶντα , Τείσαρχον , Παντακλέα . Μέμνησθε δέ
6211361 συμφευγουσιν
Ἀγησίλαος ἐν Κορωνείᾳ Θηβαίους ἐνίκησεν . ἤγγειλέ τις οἱ πολέμιοι συμφεύγουσιν εἰς τὸν νεών : ὁ δὲ προσέταξεν ἐᾶν αὐτοὺς
εὔκαιρα φρέατα , καὶ ταῦτα πεποιηκότες τοῖς ἀλλοεθνέσιν ἄγνωστα , συμφεύγουσιν εἰς τὴν χώραν ταύτην ἀκινδύνως . αὐτοὶ μὲν γὰρ
6207607 Τεισις
, ἀπεδύσατο μὲν εἰς τὴν αὐτὴν παλαίστραν , οὗπερ καὶ Τεῖσις ὁ φεύγων τὴν δίκην : ὀργῆς δὲ γενομένης εἰς
ὑμᾶςἐπίτροπος δὲ ὑπὸ τοῦ πατρὸς καταλελειμμένος . οὗτος , ἐπειδὴ Τεῖσις πρὸς αὐτὸν τὴν ἐν τῇ παλαίστρᾳ λοιδορίαν διηγήσατο ,
6199249 καπηλειῳ
, οὕτω γὰρ ἄμεινον εἰπεῖν , ἃς οὐδ ' ἐν καπηλείῳ τῶν τις ἀγοραίων ἐφ ' ἕτερον τῶν ἴσων .
νέους ταῖς κόραις . ὅτι οἱ Ἀρεοπαγῖται ἀριστήσαντά τινα ἐν καπηλείῳ ἐκώλυον ἀνιέναι εἰς τὸν Ἄρειον πάγον . ὅτι Ἀριστοφάνης
6198981 Πυθοκλεα
] μικρᾶς ἕνεκεν ἐλαττώσεως [ ] [ ? ] πρὸς Πυθοκλέα ? [ ] ? [ ἔλεγεν ] : ἂν
ἂν ὑμεῖς καὶ Θεμίστα παρακαλῆτε , ὠθεῖσθαι . πρὸς δὲ Πυθοκλέα ὡραῖον ὄντα Καθεδοῦμαι , φησί , προσδοκῶν τὴν ἱμερτὴν
6198366 σωματεμπορος
καὶ μὰ τὴν Ἶσιν πολύ σε ὠφελήσω . “ ὁ σωματέμπορος : ” καὶ τί με ἔχεις ὠφελῆσαι , ἵνα
δὸς ὃ θέλεις . “ δοὺς δὲ ὀλίγον τι ὁ σωματέμπορος ἠγόρακεν αὐτόν . Εἰσιὼν δὲ εἰς τὴν πόλιν εἰσήγαγεν
6196003 Ἀπολλωνιδην
: τόν τε γὰρ εὖ ἄρχοντα εὔαρχον ἔλεγον καὶ τὸν Ἀπολλωνίδην . τὸν αὐτὸν δὲ τρόπον καὶ τῶν ἄλλων σχεδὸν
τῶν τὸν μὲν Λασθένην ἵππαρχον χειροτονησάντων , τὸν δ ' Ἀπολλωνίδην ἐκβαλόντων . μωρία καὶ κακία τὰ τοιαῦτ ' ἐλπίζειν
6194587 ἀλιτηριον
δέ εἰμι ξύλον εὐμέγεθες ἀνελόμενος κατὰ τοῦ βρέγματος πατάξαι τὸν ἀλιτήριον : ἃ γὰρ οὐδ ' οἱ τρέφοντες παίζουσι ,
ἤδη . Δέδοικε δὲ οὐδεὶς οὐ παλαμναῖον λογιστήν , οὐκ ἀλιτήριον ἐκλογέα , οὐ τοὺς καταράτους πευθῆνας , οὐ τοὺς
6193462 καταμαθετε
ἔαρι φαίνεσθαι ἡ χελιδών . ΓΘ σκέψασθε ] θεάσασθε , καταμάθετε , κατανοήσατε . Γ σκέψασθε ] ἴδετε , καταμάθετε
, καταμάθετε , κατανοήσατε . Γ σκέψασθε ] ἴδετε , καταμάθετε . χελιδών ] δοκεῖ γάρ πως ἅμα τῷ ἔαρι
6193111 ἀνθρ
μηνυταῖς ἐνίους τῶν πολιτῶν χρηστοὺς ὄντας κατέδουν διὰ πον . ἀνθρ . πίστιν : πιστεύοντες πονηροῖς ἀνθρώποις μηνυταῖς . χρησιμώτερον
] ? ? ? θεόϲ ? ] ! [ ] ἀνθρ [ ! ] : ο [ ] το ?
6187500 Ἀβαριν
ἐξέπεμπον τῶν καρπῶν ἁπάντων τὰς ἀπαρχάς . ὅτε δὴ καὶ Ἄβαρίν φασι τὸν Ὑπερβόρειον ἐλθόντα θεωρὸν εἰς τὴν Ἑλλάδα ,
ἄνθρωποι τῶν καρπῶν ἁπάντων τὰς ἀπαρχάς . ὅτε δὴ καὶ Ἄβαρίν φασι τὸν Ὑπερβόρειον ἐλθόντα ἐπὶ ἱστορίᾳ τῆς Ἑλλάδος Ἀπόλλωνι
6185713 ἀπεπλευσε
δὲ ἑβδόμῃ καὶ δεκάτῃ ἡμέρᾳ μετὰ τὴν εἰσβολὴν εἰς Ἔφεσον ἀπέπλευσε , καὶ τοὺς μὲν ὁπλίτας πρὸς τὸν Κορησσὸν ἀποβιβάσας
αὐτὸν τὸ Ταυρομένιον . μετὰ δὲ τὰς συνθήκας Μάγων μὲν ἀπέπλευσε , Διονύσιος δὲ παραλαβὼν τὸ Ταυρομένιον τοὺς μὲν πλείστους
6181813 μητραλοιας
ἀλοᾶν καὶ τὸ ἐπιτρίβειν τύπτοντα : ἔνθεν καὶ πατραλοίας καὶ μητραλοίας , ὁ τὸν πατέρα καὶ τὴν μητέρα ἀλοῶν ,
: τὰ τῶν Μηδῶν φρονῶ . καὶ μηδίσαντες . . μητραλοίας : ὁ τὴν μητέρα τύπτων . καὶ μετραλῴας ὁ
6181500 παραγενωμαι
συμπόσιον ἦλθον καὶ προμελετήσας , ἵνα κἀγὼ τὸ στεγανόμιον κομίζων παραγένωμαι . ἄκαπνα γὰρ αἰὲν ἀοιδοὶ θύομεν . ὅτι τὸ
καί σύνδεσμον ὑπερβιβαστέον : καὶ πρὸς τὸ τῶν ἀνδρῶν γένος παραγένωμαι , τουτέστι μνημονεύσω καὶ τῶν προγόνων αὐτοῦ . ἀνέφερε
6180733 ἰπνον
ἄρειεν , οὔτε κόπρον ἐξ οἴκου βάλοι , οὔτε πρὸς ἰπνὸν ἀσβόλην ἀλεομένη ἵζοιτ ' . ἀνάγκηι δ ' ἄνδρα
εἰς λάσανα , εἰς κοπρῶνα . τὸν δὲ κοπρῶνα καὶ ἰπνὸν Ἀριστοφάνης καλεῖ . τὸ δ ' ἔργον ἀποπατῆσαι ,
6178425 νεκυομαντειον
τῶν ἀποπιπτόντων φύλλων ἐμπίπτειν εἰς αὐτήν . εἶναι δὲ καὶ νεκυομαντεῖον ἐν ταύτῃ τῇ λίμνῃ Σοφοκλῆς ἱστορεῖ . ἀπ '
τὰ περὶ τὴν νεκυῖαν τὴν Ὁμηρικήν : καὶ δὴ καὶ νεκυομαντεῖον ἱστοροῦσιν ἐνταῦθα γενέσθαι καὶ Ὀδυσσέα εἰς τοῦτ ' ἀφικέσθαι
6174250 Πετρα
καὶ μνῆμα τῷ Πύρρωνι οὐ πόρρω τοῦ Ἠλείων ἄστεως : Πέτρα μὲν τῷ χωρίῳ τὸ ὄνομα , λέγεται δὲ ὡς
γʹ καὶ ιεʹ : Τῆς δὲ Πετραίας Ἀραβίας ἡ μὲν Πέτρα τὴν μεγίστην ἡμέραν ἔχει ὡρῶν ιδ , καὶ διέστηκεν
6170934 ἀπαγ
. ὢ δυστυχής , ὢ δυστυχής , ὢ δυστυχής . ἄπαγ ' εἰς τὸ βάραθρον : τοῦ γέροντός τις γυνὴ
; δρᾶ δ ' , εἴ τι δράσεις , ἢ ἄπαγ ' οἴκαδε στρατόν , τὰ τῶν Ἀτρειδῶν μὴ μένων
6164058 κατηντησε
, καὶ οἰστρηλατουμένη , ἐλθοῦσα καὶ ἑτέρους διαφόρους τόπους , κατήντησε καὶ ἔνθα ἦν Προμηθεὺς δεδεμένος : καὶ ἰδοῦσα αὐτὸν
τοῦ Μενοιτίου παῖς σὺν τοῖς Ἀτρέως παισὶ συστρατεύσας εἰς Μυσίαν κατήντησε , καὶ Τηλέφου τοῦ Μυσῶν βασιλέως πάντας τρέψαντος εἰς
6163192 σακταν
. καταλελειμμένον : Ἐγκαταλειφθέν . . ἐναπολειφθέν . . εἰς σάκταν τινά : ἀρσενικῶς δὲ ὁ σάκτας , ὡς αἱ
ὀνομάζετε , τὸν ἀλεκτρυόνα δὲ ὀρτάλιχον . τὸν ἰατρὸν δὲ σάκταν , βλέφυραν δὲ τὴν γέφυραν , τῦκα δὲ τὰ
6156418 Στρουθιον
ταῦτα χἠμεῖς ἐνθάδε : Ἢν ἀποκτείνῃ τις ὑμῶν Φιλοκράτη τὸν Στρούθιον , λήψεται τάλαντον , ἢν δὲ ζῶντ ' ἀπαγάγῃ
Στρούθιον : Ἄνω [ ] εἶπεν ἐκ τῶν ὀρνέων . Στρούθιον δὲ εἶπεν , ὡς Μήλιον . διὸ καὶ οὕτω
6143350 ἐσοφιζετο
καὶ προκαλουμένων ἐς δίκην περὶ τοῦδε , ἕτερα αὖ πολλὰ ἐσοφίζετο ὁ Μάνιος , ἕως οἱ μὲν ἀπῆλθον ἄπρακτοι ,
ὡς ὁ Ζάμολξις ἐδούλευσε Πυθαγόραι Μνησάρχου Σαμίωι καὶ ἐλευθερωθεὶς ταῦτα ἐσοφίζετο . ἀλλὰ πολὺ πρότερός μοι δοκεῖ ὁ Ζάμολξις Πυθαγόρου
6143170 Νικοφων
υἱόν . τὸ δὲ ζῷον ἐπὶ λαγνείας συμβολικῶς παρείληπται . Νικοφῶν ἐν Χειρογάστορσι : τοὺς ἑψητοὺς καὶ τοὺς πέρδικας ἐκείνους
. Εὔβουλος : ἠσθένουν φαγοῦσα πρῴην σῦκα τῆς μεσημβρίας . Νικοφῶν : ἐὰν δέ γ ' ἡμῶν σῦκά τις μεσημβρίας
6142625 βεβαλανωκε
μοι τὸ λοιπὸν ἡ κόπρος . νῦν μὲν γὰρ οὗτος βεβαλάνωκε τὴν θύραν , ὅστις ποτ ' ἔσθ ' ἅνθρωπος
εἰς ἐμὲ πρὶν δεδειπνάναι . δακτύλιον χαλκοῦν φέρων ἀπείρονα οὐδεὶς βεβαλάνωκε τὴν θύραν λύσας ἴσως ἂν τὸν λαγὼν ξυναρπάσειεν ἡμῶν
6141855 Πτωον
θεραπευόμενον . ] ὅτι τοῦτον Ἀθάμαντος καὶ Θεμιστοῦς φασι τὸν Πτῶον . Πίνδαρος δὲ ἐν ὕμνοις Ἀπόλλωνος καὶ τῆς Ἀθάμαντος
, διαλέκτῳ τῇ Καρικῇ . ὑπερβαλόντων δὲ τὸ ὄρος τὸ Πτῶον ἔστιν ἐπὶ θαλάσσης Βοιωτῶν πόλις Λάρυμνα , γενέσθαι δὲ
6139863 ἀφροντιστως
τοῖς σχέτλια πάσχουσιν . γέλωτα πάνυ κινεῖ τῆς μὲν κεφαλῆς ἀφροντίστως ἔχων , τῆς δὲ χύτρας προνοούμενος , ἐν ᾗ
λαμβάνειν . Ἄιδεις ὥσπερ εἰς Δῆλον πλέων : ἐπὶ τῶν ἀφροντίστως καὶ φιληδόνως βιούντων . Ἅλα καὶ κύαμον : ἐπὶ
6133249 ἀπολολυξω
. ἀπολολύξω ] εὔξομαι . ἀπολολύξω ] παιανίσω . θ ἀπολολύξω ] καὶ θαυμάσω καὶ ᾄσω . Ξ ἀσινεῖ ]
+ ποῖον ἕτερον ποιήσω δηλονότι . ἀπολολύξω ] ὑμνήσω . ἀπολολύξω ] εὔξομαι . ἀπολολύξω ] παιανίσω . θ ἀπολολύξω
6130924 Νεκρῳ
πόντῳ οὐχὶ πλωΐμη : ἐπὶ τῶν εἰς μηδὲν συντελούντων . Νεκρῷ λέγουσα μύθους εἰς οὖς : ἐπὶ τῶν ἀναισθήτων .
. Νῷ πείθου : ὁμοία τῇ : θεῷ ἕπου . Νεκρῷ μῦθον εἰς οὖς ἔλεγεν : ἐπὶ τοῦ μὴ ἐπαΐοντος
6130540 Πειθωνα
χώρας ἔστε ἐπὶ θάλασσαν σατράπην ἀπέδειξεν [ Ὀξυάρτην καὶ ] Πείθωνα ξὺν τῇ παραλίᾳ πάσῃ τῆς Ἰνδῶν γῆς . Καὶ
ἐπιταχῦναι πρὸς τοὺς βασιλέας . οὔπω δὲ καταλαβόντος ἡ Εὐρυδίκη Πείθωνα καὶ Ἀρριδαῖον μηδὲν ἄνευ αὑτῆς ἠξίου πράττειν . οἱ
6126069 Σωσθενην
τοῦ ἱεροῦ εἰς λιμένα Δάφνης τῆς Μαινομένης τὸν νῦν λεγόμενον Σωσθένην στάδιοι μʹ , μίλια εʹ , γʹ . Ἀπὸ
σου ταῦτα τὰ δάκρυα ἰάσομαι . ” εἶτα πρὸς τὸν Σωσθένην πάλιν , ἐξιών , “ Ὅπως εἴπῃς τὰ εἰκότα
6114797 Ἀργιοπην
τριστοίχοις δεῖμα φέρον κεφαλαῖς . Ἔνθεν ἀοιδιάων μεγάλους ἀνέπεισεν ἄνακτας Ἀργιόπην μαλακοῦ πνεῦμα λαβεῖν βιότου . Οὐ μὴν οὐδ '
αὐτὸν Φιλάμμωνος καὶ Ἀργιόπης τῆς νύμφης εἶναι . τὴν δὲ Ἀργιόπην τέως μὲν περὶ τὸν Παρνασσὸν οἰκεῖν , ἐπεὶ δὲ
6112949 ἀμητα
: ἄμητες , ἄμυλοι . Μένανδρος ἐν Ὑποβολιμαίῳ : τὸν ἄμητα , Χαίριππ ' , οὐκ ἐᾷς πέττειν τινά .
* . Ἄμης : ποιός τις πλακοῦς : Ἀριστοφάνης : ἄμητα προσαπέπεμψεν ἡμῖν τουτονί . ἀπὸ τοῦ ἐξαμᾶσθαι αὐτὸν σπουδαίως
6111531 Κορωνην
. γελῶ τὸ πρὸς τὸν Κύπριον ἐννοούμενος . Χρυσίδα , Κορώνην , Ἀντίκυραν , Ἰσχάδα , καὶ Ναννάριον ἔσχηκας ὡραίαν
πάλαι τηροῦντ ' ἐνεδρεύσας πάντ ' ἔχει . Χρυσίδα , Κορώνην , Ἀντίκυραν , Ἰσχάδα , καὶ Ναννάριον ἔσχηκας ὡραίαν
6108751 Δημαδην
τὴν ἀπόλυσιν τοῦ βίου Ἀθηναῖοι μὲν ἐξέπεμψαν πρεσβευτὴν πρὸς Ἀντίπατρον Δημάδην , δοκοῦντα καλῶς πολιτεύεσθαι τὰ πρὸς τοὺς Μακεδόνας ,
τοὺς λόγους ἀλλ ' ὕδωρ πίνων : ᾗ καὶ τὸν Δημάδην παῖξαί φασιν εἰς ταύτην αὐτοῦ τὴν ὑδροποσίαν , ὡς
6101836 Παιζει
ἐπίτηδες ἀδιανόητα . διόλου ἀνοηταίνει . . ὁ κύκλος : Παίζει . ἀδύνατον γὰρ τὸν κύκλον γενέσθαι τετράγωνον . λείπει
τῶν κακῶν : οὐκ ἂν ἀναβάλοιο . 〛 ταύτην : Παίζει : αὐτίκα γὰρ τῷ Ἑρμοῦ λόγῳ ἀπέπαρδε . Θ
6096855 δανειζοντα
, ὅταν δὲ ληξίφωτος ἔμπαλιν ὁ μὲν Ἥλιος εἰς τὸν δανείζοντα ἐκλαμβάνεται , ἡ δὲ Σελήνη εἰς τὸν δανειζόμενον .
λοιπόν ἐστι , φανερὸν δήπου . γελοῖον γὰρ ἀργύριον μὲν δανείζοντα τοῖς πέλας μὴ ῥᾳδίως ἄν τινα πιστεῦσαι λόγῳ μόνῳ
6088914 κακαβον
πρόσβαλε τὸ μέλι , κἀπειδὰν ἑψηθῇ καὶ μέλλῃς αἴρειν τὴν κάκαβον , τότε πάλιν ἐπίβαλε τὰ ξηρὰ καὶ ἕψε ,
: ταχὺ γὰρ πήγνυται . εἶτα πάλιν ἀνάλαβε εἰς τὴν κάκαβον καὶ πάλιν διήθησον καὶ οὕτω ποίει θερμαίνων , ἕως
6086160 ἐγκωμιαζω
καὶ τοῖς ἄλλοις παρακελεύομαι , καὶ νῦν τε καὶ ἀεὶ ἐγκωμιάζω τὴν δύναμιν καὶ ἀνδρείαν τοῦ Ἔρωτος καθ ' ὅσον
Ζηνόβιος καὶ ἐμονῴδουν ἀπελθὼν τοῦ τάφου . καὶ μικρὸν ὕστερον ἐγκωμιάζω τὸν διδάσκαλον μακροτέρῳ λόγῳ καὶ ἔδοξεν οὐ φαύλους κεκομίσθαι
6083364 ταινιδιῳ
καὶ εἰς ὀθόνιον ἐμπλάσας ἐπιτίθει κατὰ τῶν πονούντων τόπων καὶ ταινιδίῳ περιειλήσας ἔα : καὶ τοῦτο ποίει ἐπὶ δύο καὶ
τὰ ὦτα . τὸ δ ' ἑταιρίδιον ἀκαλλώπιστόν ἐστι , ταινιδίῳ τὴν κεφαλὴν περιεσφιγμένον . ἡ δὲ διάχρυσος ἑταίρα πολὺν
6082271 δεδοικοτος
ζητεῖ τὸ βλάσφημον , καὶ ἔστιν ἀγωνιῶντος τὰ ῥήματα καὶ δεδοικότος τὸ μέλλον . εἶτα θελήσας εἰπεῖν ἥξει Φίλιππος ἐπὶ
ἀναρρώσεως καὶ μάλιστα εἰ πολλὴν ὁ ἰατρὸς ἕξιν ἔχει ἢ δεδοικότος δι ' ἀπώλειαν ἀκούσεσθαί τι φαῦλον παρὰ τοῦ ἰατροῦ
6079596 εὐφημησαι
ὡς παιδεραστὴς οὗτος ὁ πρεσβύτης διεβάλλετο . Βακχέβακχον ᾆσαι : εὐφημῆσαι τὸν Διόνυσον καὶ ἀνυμνῆσαι . Βάκχον δὲ οὐ τὸν
τὴν πήραν ἐνθέμενος οὐ πρόσθεν ἀπῆλθε , πρὶν τὰς Νύμφας εὐφημῆσαι καὶ αὐτὴν τὴν θάλασσαν : καίπερ γὰρ αἰπόλος ὤν
6077409 Παιωνα
τῶν ἀπηρχαιωμένων τούτων περάνῃς , τὸν Τελαμῶνα , μηδὲ τὸν Παιῶνα , μηδ ' Ἁρμόδιον . . , : Πόθεν
μηδὲν τῶν ἀπηρχαιωμένων τούτων περάνῃς , τὸν Τελαμῶνα μηδὲ τὸν Παιῶνα μηδ ' Ἁρμόδιον . ΩΙΟΣΚΥΦΙΑ . περὶ τῆς ἰδέας
6076270 ἐμβαπτειν
χρῶ καὶ πρὸς τὴν εἰρημένην διάθεσιν . λοιπὸν καὶ ῥαφανῖδας ἐμβάπτειν εἰς αὐτὸ προσήκει καὶ ἔμετον ποιεῖν . καὶ τὸ
δὲ καὶ κικίδα μικρὴν , καὶ βάλανον ποιέειν , καὶ ἐμβάπτειν ἔς τι τῶν ὑγρῶν , καὶ προστιθέναι , κἄπειτα
6069839 Ἀκαστον
σωφροσύνην τοῦ ἀνδρός , συνελθεῖν αὑτῇ , καταψεύδεται αὐτοῦ πρὸς Ἄκαστον ὡς ἀποπειραθέντος αὑτῆς καὶ βίαν ἐπαγαγεῖν ἐπιχειρήσαντος . Ὁ
οὖν ὁ Πηλεὺς ἐκ Φθίας φυγών , εἰς Ἰωλκὸν πρὸς Ἄκαστον ἀφικνεῖται καὶ καθαίρεται ὑπ ' αὐτοῦ . Ἀστυδάμεια δὲ
6069717 μανῃ
συμμιγέντος , Ἥρα ἀπεθηρίωσεν αὐτήν , καὶ ὅτι ἡνίκα ἂν μανῇ , τοὺς ὀφθαλμοὺς ἐξαιρεῖ καὶ εἰς κοτύλην βάλλει ,
. ἐν δὲ τοῖς πνευματώδεσι καὶ ψυχροῖς καὶ τῇ φυτείᾳ μανῇ ἀναυξέστερα μέν , πυκνότερα δὲ καὶ ξηρότερα . συνίστησι
6069282 ἰξευτης
γράφεται : οἷον , ἰξός : ἴξαλος : ἰξεύω : ἰξευτής : ἰξύς : ἴξω : σχίζω : καὶ τὸ
γράφεται : οἷον , ἰξός : ἴξαλος : ἰξεύω : ἰξευτής : ἰξύς : ἴξω : σχίζω : καὶ τὸ
6064207 Ἀλεξιδαμος
προὔθηκε . τὴν δὲ κόρην ταύτην τῶν Τελεσικράτους τις προγόνων Ἀλεξίδαμος μνηστευσάμενος καὶ νικήσας τὸν δρόμον ἔγημεν . ἢ ὅτι
, παρόσον οἱ διωκόμενοι ἐπιτείνουσι τὸν δρόμον . ἐνταῦθα ὁ Ἀλεξίδαμος , ἐπειδὴ τὸν ταχὺν δρόμον ἐξέφυγε καὶ ἐνίκησε ,
6059176 Χρυσον
ἄρα ἐστίν , ἀλλ ' ἆθλα τῶν νικᾶν ἐπισταμένων . Χρυσὸν δ ' Ἀχιλεὺς ἐκόμισσε δαΐφρων . καὶ οὐδὲν θαυμαστὸν
, εἰς δὲ τὸ εὐδαιμονῆσαι λογισμοῦ δεῖ καὶ τύχης . Χρυσὸν κηλιδοῦν καὶ φιλοσοφίαν ψέγειν ταὐτόν ἐστιν . Ἐπὶ μὲν
6059081 Χαιριππ
δυσπαρακολούθητόν τι πρᾶγμ ' ἐστὶν τύχη . τὸν ἄμητα , Χαίριππ ' , οὐ καθ ' Ἅιδην πέμπετε ; }
δυσπαρακολούθητόν τι πρᾶγμ ' ἐστὶν τύχη . τὸν ἄμητα , Χαίριππ ' , οὐκ ἐᾷς πέττειν τινά . ὡς μηδὲν
6058311 Χαιρεφωντα
, νομίσαι δὲ ταῦτα χρὴ μυστήρια . ἀνήρετ ' ἄρτι Χαιρεφῶντα Σωκράτης ψύλλαν ὁπόσους ἅλλοιτο τοὺς αὑτῆς πόδας . δακοῦσα
οἰκίας ἐξετάζων ὅπου δεῖπνα λαμπρὰ παρασκευάζεται , ὑπὲρ τὸν Ἀθηναῖον Χαιρεφῶντα ἐκεῖνον , περὶ οὗ φησιν Ἄλεξις ἐν Φυγάδι :
6052644 καταντησας
τέττιγα φαίνεσθαι κατὰ τὴν χώραν . Ὁ δ ' Ἡρακλῆς καταντήσας ἐπὶ τὸν πορθμὸν κατὰ τὸ στενώτατον τῆς θαλάττης τὰς
ἁπάσης τῆς Ἀσίας κρατήσας μόνους τοὺς Γανδαρίδας οὐκ ἐπολέμησε : καταντήσας γὰρ ἐπὶ τὸν Γάγγην ποταμὸν μετὰ πάσης τῆς δυνάμεως
6035306 Κατω
οἰκῶν τε τὴν Φόρκυνος ἀπ ' αὐτοῦ καλουμένην βῆσσαν . Κάτω φανὲν αὐτῷ καταλιπεῖν τὰς τρίβους ταύτας , ἀφίκετο εἰς
ὡς διὰ τὴν γαστριμαργίαν προδιδόντα τὸν Δία . κάτω : Κάτω τοῦ οὐρανοῦ ὑμᾶς ὄντας , καὶ λέγει πῶς .
6030501 Μηναν
οἱ δ ' εἴς τινα τῶν παλαιῶν βασιλέων τὸν ὀνομαζόμενον Μηνᾶν . οἱ δ ' ἱερεῖς εὑρετὴν τῶν μὲν παιδειῶν
. μετὰ τοὺς θεοὺς τοίνυν πρῶτόν φασι βασιλεῦσαι τῆς Αἰγύπτου Μηνᾶν , καὶ καταδεῖξαι τοῖς λαοῖς θεούς τε σέβεσθαι καὶ
6028987 Φιλους
. Φάγει με ἡ διαφορά , καὶ μὴ ἀλλότριος . Φίλους κτίζε , καὶ μὴ χρήματα . Χωλῷ παροικήσας ὑποσκάζειν
τοὺς φίλους ἡ δικαιοσύνη , βλάπτειν δὲ τοὺς ἐχθρούς . Φίλους δὲ λέγεις εἶναι πότερον τοὺς δοκοῦντας ἑκάστῳ χρηστοὺς εἶναι
6022964 Διελων
οὐσίαι λέγονται . ὡσαύτως δὲ καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων . Διελὼν τὴν οὐσίαν εἴς τε τὴν πρώτην καὶ τὴν δευτέραν
λογικὸν ὑπὸ τὸ ζῷον . ταῦτα ἔχει ἡ πρᾶξις . Διελὼν ὁ Ἀριστοτέλης τὰ λεγόμενα εἰς τὰ μετὰ συμπλοκῆς καὶ
6019115 ἀπειποι
χρὴ φυλάττειν καὶ ἐπανορθοῦν νόμους , οὐκ ἄν ποτε λέγων ἀπείποι τὸ τοιοῦτον πρὶν ἐπὶ τέλος ἐλθεῖν ; Πῶς γὰρ
δραμάτων , νικᾷ δὲ τὰς σκηνὰς τὰ νεώτερα ; καὶ ἀπείποι ἄν τις ἄνωθεν ἐπιὼν τὰ μειράκια τὰ Θήβησι ,
6017991 ἡλικιωτην
Ἑρμόλαον ἀλγήσαντα τῇ ὕβρει φράσαι πρὸς Σώστρατον τὸν Ἀμύντου , ἡλικιώτην τε ἑαυτοῦ καὶ ἐραστὴν ὄντα , ὅτι οὐ βιωτόν
Τυχιάδη , καὶ τὸν Πέλλιχον σκῶπτε κἀμὲ ὥσπερ τοῦ Μίνωος ἡλικιώτην παραπαίειν ἤδη δόκει . ” “ Ἀλλ ' ,
6015437 εἰσελθωμεν
. Τῆς δὲ Παρθένου ζῴδιον πληρώσαντες εὐθέως πρὸς τὸν Ζυγὸν εἰσέλθωμεν , ὃν καὶ Χηλὰς καλοῦσι . φύσει δ '
εἰσαγώγιμον τὴν δίκην οὖσαν . ἀλλ ' εἰς ποῖον δικαστήριον εἰσέλθωμεν , ἄνδρες δικασταί , εἰ μὴ πρὸς ὑμᾶς ,
6015285 μοναυλον
. τὸν μόναυλον ποῖ τέτροφας ; οὗτος Σύρε . ποῖον μόναυλον ; τὸν κάλαμον . ὅστις γαμεῖν βουλεύετ ' ,
κούφως ἀνήλλετο . Ἀναξανδρίδης δ ' ἐν Θησαυρῷ : ἀναλαβὼν μόναυλον ηὔλουν τὸν ὑμέναιον . καὶ ἐν Φιαληφόρῳ : .
6011758 ΗΜΛ
ἤχθω τεταγμένως ἡ ΜΕ : ἔστιν ἄρα ὡς τὸ ὑπὸ ΗΜΛ πρὸς τὸ ἀπὸ ΜΕ , ἡ πλαγία πρὸς τὴν
δὴ δειχθήσεται καὶ ἑκάστη τῶν ὑπὸ ΚΘΗ , ΘΗΜ , ΗΜΛ ἑκατέρᾳ τῶν ὑπὸ ΘΚΛ , ΚΛΜ ἴση : αἱ
6009150 ἀνυποδητον
ἐμμελῶς πάντων ἔχοντα , τὸν δὲ ἄνθρωπον γυμνόν τε καὶ ἀνυπόδητον καὶ ἄστρωτον καὶ ἄοπλον : ἤδη δὲ καὶ ἡ
† ἀνεγκαῖον , ὅπερ ἐστὶ τὸ Διοσκούρειον . . . ἀνυπόδητον : διὰ τοῦ η . . . ἀνθρώπινον καὶ
6006779 περιισταμεθα
πλὴν ἀναιδείας οὐδέν . βασιλεὺς ἐπέσταλκε σὺν ἀμηχάνῳ κάλλει καὶ περιιστάμεθα τὰς ἐπιστολάς . χωρεῖ παρὰ τὴν μητέρα τῶν θεῶν
πάντες ἦμεν ὕστεροι , καὶ ὁπότε εἰσίοι τι λέξων , περιιστάμεθα τὸν θρόνον οἱ διεσπαρμένοι : τοσοῦτον δεινότητος ἐν τοῖς
6004894 Ἡμιθεαν
Κολῶναι κατὰ νῆσον κείμεναι Λεύκοφρυν . ἔχοντος δὲ θυγατέρα ὄνομα Ἡμιθέαν τοῦ Κύκνου καὶ υἱὸν καλούμενον Τέννην ἐκ Προκλείαςἣ Κλυτίου
ὢν ὁ Ποσειδῶνος ἔσχε παῖδας δύο ἐκ Προκλείας Τέννην καὶ Ἡμιθέαν . ἀποθανούσης δὲ Προκλείας ἐπέγημεν ὁ Κύκνος Φυλονόμην τὴν
6002592 Δικαιοπολις
ἔλεγε σωρόν . Γ μόλις γ ' ἐνέδησα : ὁ Δικαιόπολις λέγει τὸν συκοφάντην . διπλῆ καὶ ἔκθεσις εἰς ἰάμβους
ἐπεὶ οὐκέτι τοῖσιν ἐῴκει ” . Γ οὗτος ] ὁ Δικαιόπολις . Γ Ἡράκλεις : διπλῆ : εἶτα ἕπεται δυὰς
6001320 τυπτησειν
: τούς τε προσερχομένους εἰς τὸ τεῖχος εἰς τὰ ψιλὰ τυπτήσειν καὶ αὐτοὺς εὐχερῶς ὑπεξελεύσεσθαι καὶ πάλιν τὰς ἀποχωρήσεις ἀσφαλῶς
Ἕλληνες . τῖφυν Ἀττικοί , ἐφιάλτην ἢ ἐπιάλτην Ἕλληνες . τυπτήσειν Ἀττικοί , παίσειν Ἕλληνες . τροπίαν καὶ ἐντροπίαν Ἕλληνες
6000073 κυψελην
Γ ἑξμέδιμνον Γ κυψέλην Γ : ἓξ μεδίμνους χωροῦσαν Γ κυψέλην . Γ ἑξμέδιμνον κυψέλην : κυψέλη ἐστὶν εἶδος δεκτικὸν
ἢ ἵνα φαίνηται ἀγανακτῶν ἐν λόγοις . Γ ἑξμέδιμνον Γ κυψέλην Γ : ἓξ μεδίμνους χωροῦσαν Γ κυψέλην . Γ
5999615 ἐσχιζον
ἕνεκεν . τῶν συγγενῶν . . ἔσχων ] ἔσχαζον ἤγουν ἔσχιζον ; ἔσχον ] ἔσχιζον . ἐφυσσᾶτ ' ] ὠγκοῦτο
νεῶν . κυρίως δὲ ἐρείπιον ἐπὶ οἴκου . ἔκρουον . ἔσχιζον . θρῆνος . ἐκράτει . σκοτεινῆς . ὄμμ '
5995929 τραπειη
. Πρὸς τὸν πρῶτον δὲ ἔφη : Πῶς ἂν μὴ τραπείη [ τις ] εἰς ὑπερηφανίαν ; Ἀπεκρίθη δέ :
πλὴν εἰ μή πω ψιλὸν ὂν διὰ ἀσυνταξίαν εἰς δασὺ τραπείη , οἷον κέκαρται κέκαρθε , τέτιλται τέτιλθε : νένυκται
5994944 Πεισθεταιρος
ἐμῆς πόλεως . ὡς βλακικῶς : Ἀντὶ τοῦ βραδέως . Πεισθέταιρος πρὸς τὸν Μανῆν . σὺ δ ' αὖτις ἐξόρμα
Κυρηναϊκόν . τὸ δὲ ὅλον πρόσκνισμα τοῦ Ἡρακλέους ποιῶν ὁ Πεισθέταιρος , δοκεῖ πρὸς μάγειρον οἰκεῖον διαλέγεσθαι ἐπὶ τῷ εὐτρεπίσαι
5991773 ἐξαλισας
. . : Στρεψιάδης ὁ προλογίζων . ἄπαγε τὸν ἵππον ἐξαλίσας : καὶ τοῦτο ὀνειροπολούμενος ὁ νεανίσκος λέγει . ἀλλ
ἀλίσω ἤλισα καὶ ἀλίσαι , οἷον : ἄπαγε τὸν ἵππον ἐξαλίσας οἴκαδε , . , . . Ἀλίωσε : μάταιον

Back