καταγνῷς , ὦ βασιλεῦ , καὶ παρ ' ἐμοὶ τοῦτον ἡλωκέναι δεῖ , κἂν εἴπῃς : ὁ δεῖνα ἠδίκηκε ,
οὖν ἐς Σπάρτην ἀπ ' αὐτῶν ἐλθόντες Λακεδαιμονίοις Ἀριστομένην εὐηγγελίζοντο ἡλωκέναι : οἱ λοιποὶ δὲ ἀποχωροῦσιν ἐς ἀγρὸν τῶν ἐν
7016567 ἀφειλομην
σε καὶ ἱκέτευσα τὸν ζωῆς δοτῆρα , ᾗ ζωὴν οὐκ ἀφειλόμην . καὶ οὕτω κατῄδεσε τὸν θεὸν τῇ εὐχῇ ὥστε
καὶ σωθῆναι εἰς τὴν Ἑλλάδα . τοῦτον οὖν τοιοῦτον ὄντα ἀφειλόμην . εἰ δὲ σὺ ἦγες ἢ ἄλλος τις τῶν
6709755 περιφερομενοι
. χορευέμεν : κινεῖσθαι : γράφεται κορυσσόμενοι . χορεύμενοι : περιφερόμενοι . κελαινῷ : μέλανι , μελανοποιῷ , θανασίμῳ .
τῷ χρόνῳ ὃν διαλεγόμεθα οὐδὲν παυόμεθα εἰς τὸ αὐτὸ ἀεὶ περιφερόμενοι καὶ ἀγνοοῦντες ἀλλήλων ὅτι λέγομεν . ἐγὼ γοῦν σε
6685257 σασα
; ὦ φίλον Οἰδίπου τέκος , ἔδεις ' ἀκού - σασα τὸν ἁρματόκτυπον ὄτοβον ὄτοβον , ὅτε τε σύριγγες κλάγξαν
τοῦ βασιλέως τοὺς Κυρηναίους πικρῶς ἐχειρώσατο , καὶ ἀναχωρή - σασα εἰς Αἴγυπτον ἐτελεύτησε , καθὼς ἱστορεῖ Μενεκλῆς , ὁ
6680744 ἠλγησα
οὐκ ἂν ἐποιησάμην οὐδένα λόγον τοιοῦτον , εἰ μὴ σφόδρα ἤλγησα : ὥσπερ καὶ πρότερόν ποτε , ἀκούσας ὅτι καθυφίεμαι
εἰσηγούμενος . ἐγὼ δὲ ἥσθην μὲν ταῖς δεδομέναις ἀρχαῖς , ἤλγησα δὲ οὐ μικρῶς : τὸν γὰρ φίλτατον ἡμῖν Ἀρσένιον
6664784 Καταθου
δ ' ἔκλεπτον ἐπ ' ἀγαθῷ γε τῇ πόλει . Κατάθου ταχέως τὸν στέφανον , ἵν ' ἐγὼ τουτῳὶ αὐτὸν
μὲν οὖν , ἵνα σοι κατ ' ὀφθαλμοὺς λέγῃ . Κατάθου σὺ τὰ σκεύη ταχέως , χὤπως ἐρεῖς ἐνταῦθα μηδὲν
6649779 καταβληθεις
αὖ θέρμον εὐθὺς ἀπὸ τῆς ἅλω δι ' ὅτι μὴ καταβληθεὶς ἔτι θερμῆς οὔσης τῆς γῆς κακοβλαστὴς γίνεται . Τούτου
τὴν Ἰοκάστην . . ἵν ' ἐτράφη ] ὅπου σπέρμα καταβληθεὶς ηὐξήθη . . ῥίζαν ] γονήν . αἱματόεσσαν ]
6628922 καταφθορα
λείπει δὲ τὸ κατέλαβέ με . ὁ δὲ νοῦς : καταφθορὰ μὲν ζωῆς ἀβιωτοποιὸς κατέλαβέ με , κακῶν δὲ ὁ
ἐλπίς ἐστιν μετανοίας , ἐν ᾗ δύνανται ζῆσαι . ἡ καταφθορὰ οὖν ἐλπίδα ἔχει ἀνανεώσεώς τινα , ὁ δὲ θάνατος
6602905 πανδοκευς
, ἀλλὰ διὰ τοῦ κ , πανδοκεῖον καὶ πανδοκεύτρια καὶ πανδοκεύς . Τὴν φθεῖρα λέγουσί τινες καὶ τὴν κόριν :
. πανήμερος πάννυχος : τοῦτον δὲ πανεύφρονα Κρατῖνος καλεῖ . πανδοκεύς πανδοκεύτρια . καὶ ὡς Κρατῖνος παναγάθη , καὶ ὡς
6598568 ταπητος
καὶ δάπης , δάπηδος : οἱ μὲν Ἀττικοὶ τάπης , τάπητος γράφουσιν . . ὑφαίνειν : Ὑφαντὴς εἶναι . .
τῇ παραληγούσῃ τὸ ι , οἷον Λάχητος λέβητος Δάρητος πένητος τάπητος : πρόσκειται ἀρσενική διὰ τὰ παρὰ τοῖς Δωριεῦσι θηλυκά
6580995 παραπολωλας
κοσμοῦσα τὸν ναόν , τέκνον . ὁρᾷς ; ἀκαρὴς γὰρ παραπόλωλας ἀρτίως . δαιμόνων ἀλαστόρων οὐδὲ λόγον ὑμῶν οὐδ '
κυρίως ἐπὶ οἱουδήποτε ἐλαχίστου : Μένανδρος : ὁρᾷς ; ἀκαρὴς παραπόλωλας ἀρτίως . παρὰ τὸν καιρὸν καὶ τὴν στέρησιν ἀκαίραιόν
6580586 παω
. βορῆς : τροφῆς . ἀπόπαστον : ἄγευστον ἀπὸ τοῦ πάω πῶ τὸ λαμβάνω . ἐρύκει : κωλύει , κρατεῖ
καὶ ἀνακτήσει τοῦ ὀστρέου . πάσαντο : ἔφαγον ἀπὸ τοῦ πάω ῶ . Τόφρα : ἕως τότε , τοσοῦτον ,
6549982 Ταχ
γέ ἐστι μᾶλλον [ ἢ ] τῆς ἡδονῆς συγγενῆ ; Τάχ ' ἄν . Πέμπτας τοίνυν , ἃς ἡδονὰς ἔθεμεν
ἴσως ἡμέτερον ἂν νομοθετεῖν ἔνιά γ ' αὐτῶν εἴη . Τάχ ' ἂν τὸν ἀριθμόν . Τὸν ἀριθμὸν δὴ λέγωμεν
6538630 ἀνεκλιθη
ὁ Ξάνθος παραγενάμενος μετὰ τῶν σχολαστικῶν ἐν τῷ οἴκῳ αὐτοῦ ἀνεκλίθη σὺν αὐτοῖς . καὶ μετὰ τὸ προπιεῖν λέγει “
ἐκ σίτου ; δείκνυσι δὲ ὡς μετὰ τελωνῶν καὶ εἰδωλολατρῶν ἀνεκλίθη . ὁμοίως δὲ καὶ [ ἐν ] τῆι οἰκίαι
6532644 ἐντετυλιγμενος
, καὶ κρατεῖ , περιέχεται , ἀντιλαμβάνεται . εἱλιγμένος : ἐντετυλιγμένος . Λείπωνται : ἐναπομείνωσιν . μοῦναιν : αἰολικὸν ,
ἀλλ ' εἰ δοκεῖ , ῥέγκωμεν ἐγκεκαλυμμένοι . ἐγκεκορδυλημένος : ἐντετυλιγμένος . ἰστέον , ὅτι λήγοντος τοῦ χειμῶνος , ἀρχομένου
6515202 Ἐτ
, ὡς μὴ τούτων ἐθέλειν εἶναι πανταχοῦ τὸ νικᾶν . Ἔτ ' οὖν πιστεύσεις ἐκείνοις τοῖς ὅτι σε ἐξηπάτων λέγουσιν
εὐθύς : οὗ τί ἂν εἴη πάθος δικασταῖς καταγελαστότατον . Ἔτ ' οὖν ποθεῖς σκέψασθαι περὶ Σωκράτους , εἰ ὀρθῶς
6501268 ἐφεκτικον
. ἢ ἢ ] ἐπίρρημα ἐπιτιμητικόν , ἐπιπληκτικόν , ἐπίρρημα ἐφεκτικόν , ἐπίρρημά ἐστιν ὥσπερ καὶ τὸ ἆ . ἦ
, ἆ : Ἐπιφώνημα , ἐπίρρημα ἐκπλήξεως . . ἐπίρρημα ἐφεκτικόν . μή μοι πρόσφερε Μηδαμῶς πλησίον ἐμοῦ φέρε .
6495811 Ἀραξον
περὶ συνουσίας καὶ δεῖται πείθεσθαι καὶ ἄνδρα ἔχειν ὑπισχνεῖτο καὶ Ἄραξον ἀποκτενεῖν . Δεινὸν ἐδόκει τοῦτο Ἁβροκόμῃ , καὶ πολλὰ
κόλπου : ἀπὸ [ δὲ τοῦ ] Ἰσθμοῦ ἐπὶ τὸν Ἄραξον τριάκοντα ἐπὶ τοῖς [ χιλίοις ] . ὡς μὲν
6492316 Πῃ
ἀλλ ' ἀπίθανος εἴη ὁ ἄγνωστα ἀναγκάζων αὐτὰ εἶναι . Πῇ δή , ὦ Παρμενίδη ; φάναι τὸν Σωκράτη .
. Οὐκοῦν καὶ ὅμοιά τε καὶ ἀνόμοια δόξει εἶναι ; Πῇ δή ; Οἷον ἐσκιαγραφημένα ἀποστάντι μὲν ἓν πάντα φαινόμενα
6489929 δειπνησεις
συμβαλὼν χαίρω : σὺ μᾶλλον ἢ γὺψ ἢ κόραξ με δειπνήσεις . χάριν δέ μοι δὸς ἀβλαβῆ τὲ καὶ κούφην
ἄρχειν ; Οὔποτε ποιήσεις τὸν καρκίνον ὀρθὰ βαδίζειν . Οὔποτε δειπνήσεις ἔτι τοῦ λοιποῦ ' ν πρυτανείῳ , οὐδ '
6486562 ἐκκοβαλικευεται
μάσθλης . Εἶδες οἷ ' ὑπέρχεται : ὡσπερεὶ γέροντας ἡμᾶς ἐκκοβαλικεύεται . Ὦ πόλις καὶ δῆμ ' , ὑφ '
ἐπιχειρεῖ ἀπατᾶν . κόβαλα γὰρ καλοῦσι τὰ πανουργήματα . ΓΘ ἐκκοβαλικεύεται : λῃστεύει : κόβαλοι γὰρ οἱ μετὰ ξύλου λῃσταί
6479748 Παντη
Ὅλοι λαγωοὶ συναχθέντες εἰς ἕνα βουλὴν βουλεύονται πάντες συμπνιγῆναι . Πάντη γάρ ἐστι δεινὸς ἡμῶν ὁ βίος . Γένος γὰρ
ἰσχύν : ἐνέρεισαν : ἐνέπηξαν τοὺς ὀδόντας , ἐπεστήριξαν . Πάντη : παντελῶς . πρίουσι : σχίζουσιν . ἄτρομοι :
6479080 ψευδιστατον
λαλίστερον εὕρηκά σε ” καὶ „ πτωχίστερον „ καὶ ” ψευδίστατον ” Ἀριστοφάνης . Πλάτων „ ἵν ' ἀπαλλαγῶμεν ἀνδρὸς
Ἀττικοὶ διὰ τοῦ ισ , ποτίστατον λέγοντες καὶ λαχνίστατον καὶ ψευδίστατον . Ἀριστοφάνης : ὦ θερμόταται γυναῖκες , ὦ ποτίσταται
6470755 τεινηται
ὑετοῖο . Εἴ γε μὲν ἠερόεσσα παρὲξ ὄρεος μεγάλοιο πυθμένα τείνηται νεφέλη , ἄκραι δὲ κολῶναι φαίνωνται καθαραί , μάλα
ὀπιϲθότονοϲ : ὅταν δὲ ἰϲοϲθενῶϲ ἐφ ' ἑκάτερα τὰ μέρη τείνηται , τότε τέτανοϲ ὀνο - μάζεται . τοὺϲ μὲν
6462049 ὡρικην
' ἥδιον , ὦ Φαλῆς Φαλῆς , κλέπτουσαν εὑρόνθ ' ὡρικὴν ὑληφόρον , τὴν Στρυμοδώρου Θρᾷτταν ἐκ τοῦ φελλέως ,
φιλοπόλεμος οὗτος . Γ Λαμάχων ] οὗτος Ἀθηναίων στρατηγός . ὡρικὴν ὑληφόρον : ἀντὶ τοῦ ὡραίαν καὶ ἀκμαίαν . ὥρα
6459193 γενεσια
ἐστιν ἡ δι ' ἐνιαυτοῦ ἐπιφοιτῶσα τοῦ τεχθέντος ἑορτή , γενέσια δὲ ἡ δι ' ἐνιαυτοῦ ἐπιφοιτῶσα τοῦ τεθνεῶτος μνήμη
τὰ συμπτώματα Νοῦς ἄφρων μάτην τὸ λαθεῖν ἐθελήσας . Ὀφθαλμῶν γενέσια ψυχῆς ὀδύνη . Ἑρμηνεία . Τέρψις ὀφθαλμῶν ἀλλοτρίας ἑορτῆς
6456402 δυσποτμως
ἣν λάβωσιν ἐν ταφῇ χθονός , πατρὸς κατ ' εὐχὰς δυσπότμως φορούμενοι . ὦ μεγάλε Ζεῦ καὶ πολιοῦχοι δαίμονες ,
] τὴν Ἑλληνικήν . πλήθουσι ] † πλήρεις εἰσί . δυσπότμως ] ἀθλίως , δυστυχῶς . ἐφθαρμένων ] † ἀποθανόντων
6448750 παρακαλεσωμεν
: δεῦρο , Μιχαὴλ ἀρχιστράτηγε τῶν ἄνω δυνάμεων , δεῦρο παρακαλέσωμεν τὸν θεὸν μετὰ δακρύων , ὅπως ἀφήσει μοι τὸ
σου , ἀρχάγγελε , εἰσάκουσον τῆς δεήσεώς μου , καὶ παρακαλέσωμεν ἔτι τὸν κύριον καὶ προσπέσωμεν τοῖς οἰκτιρμοῖς αὐτοῦ καὶ
6440597 ὀδυρωμαι
ἀνὴρ χρηστός . τί πρῶτον ἐννοήσω καὶ διὰ τί πρῶτον ὀδύρωμαι ; ὡς ἓν ἡμᾶς οἴκημα εἶχεν Ἀθήνησιν ; ὡς
ἢ ποῦ : ἔξεισί τις ἀγγέλλων αὐτὴν ζῆν ἢ θανοῦσαν ὀδύρωμαι : πόριζε : ἀπὸ κοινοῦ τὸ μηχανάν : καὶ
6439773 λελογχα
, λειώσας . Λελογχώς : ἐκ τοῦ λήχω ἔλογχα καὶ λέλογχα . Λέπαδνα : οἱ περὶ τὰ στήθη τῶν ἵππων
ὀνύχεσσι δίπτυχον παρειάν . ἰώ μοί μοι . μυσαρῶι δολίωι λέλογχα φωτὶ δουλεύειν , πολεμίωι δίκας , παρανόμωι δάκει ,
6439690 χαριζοισθε
τε ἀναίτιοι . Ὑμεῖς δ ' ἄν μοι τάδε ποιεῦντες χαρίζοισθε : ἐπεὰν ὑμῖν σημήνω τὸν χρόνον ἐς τὸν ἥκειν
τε ἀναίτιοι . ὑμεῖς δ ' ἄν μοι τάδε ποιοῦντες χαρίζοισθε : ἐπειδὰν ὑμῖν σημήνω τὸν χρόνον , εἰς ὃν
6432172 μαμμαν
. μαμμίαν : Ἀττικοὶ τὴν μητέρα ἀπὸ τοῦ τὰ παιδία μαμμᾶν τὸ φαγεῖν λέγειν . μανδύας : Περσικὸν ὄνομα .
ταὐτῷ μυχῷ Μεγαρικαὶ σφίγγες μετάλλου στόμιον Βολβός βουβωνιᾶν δοκησιδέξιον ἐλλεβοριᾶν μαμμᾶν στρηνόφωνος Κέρδος αἰσχύνης ἄμεινον : ἕλκε μοιχὸν ἐς μυχόν
6428129 ἀπολολυξω
. ἀπολολύξω ] εὔξομαι . ἀπολολύξω ] παιανίσω . θ ἀπολολύξω ] καὶ θαυμάσω καὶ ᾄσω . Ξ ἀσινεῖ ]
+ ποῖον ἕτερον ποιήσω δηλονότι . ἀπολολύξω ] ὑμνήσω . ἀπολολύξω ] εὔξομαι . ἀπολολύξω ] παιανίσω . θ ἀπολολύξω
6425093 παμβασιλει
, ἀρτίως δὲ ἀντὶ τοῦ ” πρὸ ὀλίγου “ . παμβασίλει ' Ἀπαιόλη : πέπλακεν ὄνομα δαίμονος , σωματοποιήσας αὐτήν
. εὖ γ ' ] καλῶς ἔχει τὰ ἐμά . παμβασίλει ' ] πάντων βασιλεύουσα ἰσχύουσα , βασίλισσα τοῦ παντός
6420101 Ζηνας
Ἴδας Βρασίδας . τὸ μέντοι Θευδᾶς περισπᾶται , ὡς Μητρᾶς Ζηνᾶς Πυθᾶς : τὸ δὲ Κερκιδᾶς ἀπὸ συναλοιφῆς . Τὰ
” ἐλθὲ πρὸς τὰ παρακείμενα κτήματα . “ ὁ δὲ Ζηνᾶς ἤνεγκεν αὐτὸν εἰς τὸν ἀγρὸν καί φησιν ” ἀπελθέτω
6411400 Ἀοιον
φαίνεται δὲ τετελευτηκὼς ἐκ τούτων . παίζων οὖν ὁ Ἀριστοφάνης Ἀοῖον αὐτόν φησιν ἀστέρα κληθῆναι . περιβόητος δὲ ἐγένετο .
μελῶν ποιητής . ἐποίησε δὲ ὠιδήν , ἧς ἡ ἀρχὴ Ἀοῖον ἀεροφοίταν ἀστέρα μείνωμεν ἀελίου λευκῆι πτέρυγι πρόδρομον . φαίνεται
6410976 εἰκοσιοκτω
οὖν τὴν σφαῖραν κατορύξας , εἰς γῆν κατατίθεται ἐπὶ ἡμέρας εἰκοσιοκτώ , ἐν ὅσαις καὶ ἡ σελήνη ἡμέραις τὰ δώδεκα
, αἱ δὲ παραδεδομέναι συλλήβδην καθ ' ἕκαστον τῶν γενῶν εἰκοσιοκτώ . τούτων δέ εἰσιν ὀνομασίαι αἵδε : προσλαμβανόμενος ,
6404942 ναυαγησεις
φόβου ἐρώτησον καὶ ἀκούεις ἀλήθειαν θ ἐὰν πλεύσῃς ἄρτι , ναυαγήσεις ι ὁ ἀπόδημος ἀπέθανεν α οὐ πρεσβεύεις , οὐχ
ἐὰν πιστεύσῃς α πρεσβεύεις καὶ κινδυνεύεις β ἐὰν πλεύσῃς , ναυαγήσεις γ ὁ ἀσθενῶν σωθήσεται δ οὐ λαμβάνεις τὴν παραθήκην
6402340 προστροπαιον
Αἰσχίνης Περὶ τῆς πρεσβείας : ἐάσετε οὖν αὐτὸν τὸ τοιοῦτον προστρόπαιον , ἀντὶ τοῦ ἄγος καὶ τὸ μίασμα . καὶ
οἱονεὶ τὸν φονεύσαντα : αὐθέντης γὰρ λέγεται ὁ φονευτής . προστρόπαιον ] ἱκετεύοντα . σημείωσαι . ἀργῆτι ] λευκῶι .
6401747 Ματην
ἂν σύμμαχος ἐκ θεῶν ἀθανάτων ἔλθοι ξὺν ἀδίκοις ἔργοις ; Μάτην λαλεῖτε : τήνδ ' ἐγὼ οὐκ ἀφήσω . Ἀλλ
] Τεθεώρηται . τὸ δέ , ὀχλεῖς μάτην με : Μάτην με , φησί , βιάζῃ , ὥσπερ εἰς κῦμα
6399528 πυρφορει
ἤγουν ἄλλα τῆς πόλεως μέρη . πυρφορεῖ ] καυθήσεται . πυρφορεῖ ] πυρὶ καίεται . πυρφορεῖ ] καίει . πυρφορεῖ
ἀνάπτεται . πυρφορεῖ ] καίει ἢ πῦρ φέρουσι . θ πυρφορεῖ ] + πῦρ φέρει ἤγουν καίεται πυρὸς ἐμβληθέντος αὐτοῖς
6397833 Ἀμυκλαιῳ
ἔχουσαν λύραν , Σπάρτην δῆθεν , Πολύκλειτος δὲ Ἀφροδίτην παρὰ Ἀμυκλαίῳ καλουμένην . οὗτοι δὲ οἱ τρίποδες μεγέθει τε ὑπὲρ
καὶ Ἰσθμοῖ καὶ Ἀθήνησιν ἐν πόλει καὶ ἐν Λακεδαίμονι ἐν Ἀμυκλαίῳ . εἰ δέ τι ἀμνημονοῦσιν ὁποτεροιοῦν καὶ ὅτου πέρι
6392964 Ὁπλα
εἰσαγομένων ἐπιστολῶν εἶναι ἐπισκόπησιν , πρὸς οὓς οἰσθήσεται πρότερον . Ὅπλα οἷς ἐστιν ἑνὸς πλείω ἀπογράφεσθαι , καὶ ἐξάγειν μηδένα
ἂν καὶ ὠμῶν ἐσθίειν αὐτῶν . πάλιν οὖν ἐρωτώντων : Ὅπλα δὲ πόθεν ἔφασαν λήψεσθαι ; τὸν δ ' εἰπεῖν
6392249 ἐντειναμενος
καὶ ζυγώσας , ἔπειτα κολλάβους ἐμπήξας καὶ μαγάδιον ὑποθεὶς καὶ ἐντεινάμενος ἑπτὰ χορδὰς μελῳδεῖ πάνυ γλαφυρόν , ὦ Ἥφαιστε ,
ὡς ὄνος [ δίκην ὄνου ] ἔτυψας , ὥσπερ λὰξ ἐντεινάμενος . ἔκρουσας . . καὶ φροντίδα : φροντὶς παρὰ
6390437 Πυκνον
ἀλλήλοισι : κατ ' ἀλλήλων . νόημα : μηχάνημα . Πυκνόν : συνετόν . ἔην : ἐστίν . μῆτις :
: γεμίζει , γεμίζεται , πληροῦται , τῶν ἰχθύων . Πυκνόν : συχνὸν , πολὺ , πυκνῶς . πυκνῶς :
6390173 Κοροιβον
τότ ' ἦσθα , πῶς ἂν ἀπεφήνω ; Μελιτίδην ἢ Κόροιβον οἴει με πρὸς θεῶν , ἵνα τοῖς ὑπὸ σοῦ
Ποινῆς . ἐς μὲν δὴ τὸ Ἄργος ἀναστρέφειν οὐκ εἴα Κόροιβον ἡ Πυθία , τρίποδα δὲ ἀράμενον φέρειν ἐκέλευεν ἐκ
6388645 παχυνθεντα
' ὄξους τὰ ξηρὰ ἐφ ' ἱκανὰς ἡμέρας , καὶ παχυνθέντα εἰς γλοιώδη σύστασιν ἀναλαμβάνεται τῇ κηρωτῇ . ἐπὶ μὲν
διπλώματοϲ ἑψηθέντα μέχρι μετρίαϲ ϲυϲτάϲεωϲ . τὰ γὰρ ἐπὶ πλέον παχυνθέντα παραπλήϲια τοῖϲ ἑψηθεῖϲι καὶ ὀπτηθεῖϲι γίγνεται . τὸ αὐτὸ
6387027 περιπατουσης
: ! Καὶ πλατύνονται . Τοῦτο δὲ τὸ σχῆμα καὶ περιπατούσης καὶ ἱσταμένης τῆς παρατάξεως δύναται γίνεσθαι τῶν δύο κεράτων
μῆνας καὶ τῆς τροφοῦ διακρατούσης ἐν ταῖς ἀγκάλαις αὐτὸ καὶ περιπατούσης ἢ διὰ ζεύγους αἰωρουμένης . τὸ γὰρ βαστάζειν ἐπὶ
6381713 παλινδρομος
καὶ διαρκῆ ἔχω τὰ ἄλφιτα παρὰ τῆς δικέλλης . ὥστε παλίνδρομος ἄπιθι , ὦ Ἑρμῆ , τὸν Πλοῦτον ἀπαγαγὼν τῷ
κατά . Δαισάμενος : φαγών . παλίνορσος : ὀπισθόρμητος . παλίνδρομος : ὀπισθόδρομος . ἀνέδραμεν : ἀνεχώρησεν . Κυρτεύς :
6381347 τετρυπημενην
ἢ καταδικάσαι . Γ τηνδὶ λαβὼν τὴν ψῆφον : τὴν τετρυπημένην αὐτῷ δείκνυσι ψῆφον . Γ δύο ⌈ γὰρ ἀμφορεῖς
δὲ αἱ πλήρεις . δεῖται οὖν αὐτοῦ , ἵνα τὴν τετρυπημένην εἰς τὸν ὕστερον τὸν ἄκυρον καταθῇ καὶ ἀπολύσῃ τὸν
6376747 προσμεινον
καρτέρησον , ἀνάμεινον , κράτησον . τὸν σὸν λόγον , πρόσμεινον . σχέω , σχῶ καὶ ῥῆμα εἰς μι σχῆμι
χάλα καὶ δεῖξον : ἐν ταύτηι περιφέρεις γάρ . βραχὺ πρόσμεινον , ἱκετεύω ς ' , ἵν ' ἀποδῶι .
6376193 μυκω
, καὶ μηκῶ ἐπ ' αἰγὸς διὰ τοῦ η , μυκῶ δ ' ἐπὶ βοὸς διὰ τοῦ υ ψιλοῦ ,
, καμύσαι : σημαίνει δὲ τὸ ἠχῆσαι : ἀπὸ τοῦ μυκῶ μυκήσω μεμύκηκα : ὁ μέσος μέμυκα : τὸ τρίτον
6371488 Ψωφις
Δαρδάνου . Σειρῶν μὲν δὴ σταδίοις ἐστὶν ἀπωτέρω τριάκοντα ἡ Ψωφίς : παρὰ δὲ αὐτὴν ὅ τε Ἀροάνιος ποταμὸς καὶ
πόλιν Φήγειαν , ἣ πρὶν Ἐρύμανθος ἐκαλεῖτο , ὕστερον δὲ Ψωφίς ὠνομάσθη , ὡς ἐροῦμεν , ἀπὸ τῆς μητρός .
6366197 διαπνειν
καλαμίνου , ἄνωθέν τε αὐτῆς ἐπίρριψον σκεπάσματα πρὸς τὸ μὴ διαπνεῖν τὸ ὄξος , ὡς ἂν διαλυθεῖσα καὶ διαρρεύσασα καταπέσῃ
' αὐτοῦ πνεῖν , ἀναπνεῖν , ἀποπνεῖν , ἐκπνεῖν , διαπνεῖν , πνέων , ἀποπνέων , ἐκπνέων , διαπνέων ,
6363476 Παντελως
τε καὶ ἀγαθοῦ ἤθους , ἀδελφά τε καὶ μιμήματα . Παντελῶς μὲν οὖν , ἔφη . Ἆρ ' οὖν τοῖς
, ὥστε καὶ ἐῤῥωμένη οὖσα ὁμαλοὺς ποιήσεται τοὺς σφυγμούς . Παντελῶς γὰρ ἐξ αὐτῶν ὀλίγοι τινὲς τὴν κατὰ μίαν πληγὴν
6360517 Ἐμαυτῳ
ποιεῖς : ἐπὶ τῶν τὰ μικρὰ ἐπαιρόντων τῷ λόγῳ . Ἐμαυτῷ βαλανεύσω : ἐμαυτῷ διακονήσω . Εἰς ἀσθενοῦντας ἀσθενῶν ἐλήλυθας
ποιεῖς : ἐπὶ τῶν τὰ μικρὰ ἐπαιρόντων τῷ λόγῳ . Ἐμαυτῷ βαλανεύσω : ἀντὶ τοῦ , ἐμαυτῷ διακονήσω . Εἰς
6360087 παρεταθη
. καὶ ἀναχθεὶς πρὸς τὸ ναυμαχῆσαι , ἐπειδὴ ἐπὶ πολὺ παρετάθη ὁ καιρὸς καὶ οὐ συνέβαλον , σημεῖον ἄρας τοῦ
, ὅτι ἔγραφον , ἀλλ ' ὅτι ἔγραψα : ἐπειδὴ παρετάθη μοι ἡ γραφὴ καὶ ἀπλήρωτος ἔμεινα διὰ τοῦτο παρατατικὸς
6359091 νοσσια
τὴν βοτάνην , ἀνοίξει ἅπαντα ταῦτα πάραυτα καὶ αἴρει τὰ νοσσία αὑτοῦ . ἐὰν οὖν τις τὴν βοτάνην ταύτην ἐπιτύχῃ
δηλονότι : πρῶτος γὰρ ὁ ἀετὸς ἠδίκησεν αὐτὸν φαγὼν τὰ νοσσία . τραγικώτερος : πρακτικώτερος ἢ ἀξιοπιστότερος , ἢ ἀτυχέστερος
6358854 ὀρτω
ὄνομα ῥηματικὸν ὄρτος , καὶ ὀρτῶ ῥῆμα . τὸ δὲ ὀρτῶ ῥῆμα ποιεῖ τὸ ὀρτίζω , καὶ πλεονασμῷ τῆς αλ
Ζεύς ” , ἀφ ' οὗ ὄνομα ῥηματικὸν ὀρτὸς καὶ ὀρτῶ ῥῆμα . τὸ δὲ ὀρτῶ ῥῆμα ποιεῖ τὸ ὀρτίζω
6358052 ἀσμενον
τε δὴ καὶ ποῖ τελευτᾶν ; ἔστι τις σωτηρία ; ἄσμενον μολεῖν γέφυραν γαῖν δυοῖν ζευκτηρίαν . καὶ πρὸς ἤπειρον
χλανιδίων αὐτῷ διαρρηγνυμένων : ἀλλ ' οὐκ ἂν ἀπορρίψαι αὐτὰ ἄσμενον , καὶ παραδοῦναι τὸ σῶμα τῷ ἀέρι , γυμνὸν
6355155 ἀφειλω
φοβερᾷ φονευόμενον ἰδοῦσα πλησίον σου μειράκιον καλόν , ἐρωτικόν : ἀφείλω μου τὸν ἡλικιώτην , τὸν πολίτην , τὸν ἐραστήν
. πλὴν εἰκόνα μοι δέδωκας ἀνδρὸς φιλτάτου καὶ ὅλον οὐκ ἀφείλω μου Χαιρέαν . δὸς δή μοι γενέσθαι τὸν υἱὸν
6354813 τυψει
τῶν ἑνικῶν τοῦ ὁριστικοῦ πρώτου μέλλοντος , λέγω δὴ τοῦ τύψει , προσθήκῃ τοῦ ν : τὸ γὰρ τύψει προσλαβὸν
ω ἢ τῷ ο , γυψώσω ἀρόσω . τύψεις , τύψει . Δυϊκά . Τύψετον , τύψετον . Πληθ .
6353833 πολυπλασιαζομενος
πέντε λήγει . τετράγωνον δὲ λέγεται , ἐπειδὴ πᾶς ἀριθμὸς πολυπλασιαζόμενος τετράγωνον ἀριθμὸν ἀποτελεῖ , οἷον τρὶς τρεῖς ἐννέα ,
τὸν τετραγωνισμόν . πᾶς δὲ ἀριθμὸς ὁ ὑφ ' ἑαυτὸν πολυπλασιαζόμενος τετράγωνος λέγεται , ὡς τὸ τρὶς τρεῖς ἐννέα .
6353766 καταπολεμησαντες
Λακεδαιμόνιοι διὰ τοιαύτας αἰτίας . ἐν τῷ Λευκτρικῷ πολέμῳ Θηβαῖοι καταπολεμήσαντες τοὺς πολεμίους δίκην ἐπήνεγκαν εἰς Ἀμφικτύονας κατὰ τῶν Σπαρτιατῶν
ἐκπεσεῖν καὶ διασπαρῆναι . τοὺς οὖν τότε κατοικήσαντας ὕστερον Ἐγχελεῖς καταπολεμήσαντες ἐξέβαλον , ὅτε δὴ συνέβη καὶ τοὺς περὶ Κάδμον
6349931 πριωμαι
τῷδε ; ὥστε ματαία ἡ παρατήρησις τῷ Συμμάχῳ . ἐγὼ πρίωμαι τῷδε : ἴσον τῷ ὠνήσωμαι . θοαῖσιν ἵπποις :
βάκχαριν . ὦ λακκόπρωκτε , βάκχαριν τοῖς σοῖς ποσὶν ἐγὼ πρίωμαι ; λαικάσομἄρα βάκχαριν ; Ἀναξανδρίδης Πρωτεσιλάῳ : μύρον τε
6347867 Κωλον
παιωνικαί ἐστι ὅτε καὶ ἰαμβικαὶ σπονδιακαὶ δὲ μᾶλλον . ‚ Κῶλον τοίνυν ἐστὶ μόριον λόγου συγκείμενον ἐκ δύο ἢ καὶ
ἐναρίθμιον : ὁμοίαν . αἶσαν : μοῖραν , τάξιν . Κῶλον : σῶμα , πόδες , καὶ ἡ σάρξ ,
6346900 ὑπερορᾳς
φαύλῃ προφάσει . νῦν οὖν ἄνω ποταμῶν : σὺ μὲν ὑπερορᾷς , ἐγὼ δὲ ἐρῶ . καὶ μεταπεσόντος ὀστράκου φεύγεις
, ὑβρίζεσθαι δοκῶν εἰ τὸν μὲν ἀπόντα περισπούδαστον ὑπολαμβάνεις , ὑπερορᾷς δὲ παρόντος αὐτοῦ . κρεῖττον οὖν μοι δοκεῖ πρὸ
6345735 περιστερεωνι
μηδὲν ὠφελεῖν καὶ τὰ προσόντα ἀφαιρεῖται . κολοιὸς ἔν τινι περιστερεῶνι περιστερὰς ἰδὼν καλῶς τρεφομένας λευκάνας ἑαυτὸν ἦλθεν ὡς καὶ
πράγμασιν ἐγχειροῦντες ἐμβάλλουσιν ἑαυτοὺς εἰς ὄλεθρον . περιστερὰ ἔν τινι περιστερεῶνι τρεφομένη ἐπὶ πολυτεκνίᾳ ἐφρυάττετο . κορώνη δὲ ἀκούσασα αὐτῆς
6345594 ὀπισθορμητος
: γράφεται ἄψ . παλινόστιμος : ὀπισθόδρομος , μεθυποστρέψιμος , ὀπισθόρμητος . ὁρμή : κίνησις . Ἀνύουσι : διέρχονται ,
ὁδόν : κατά . Δαισάμενος : φαγών . παλίνορσος : ὀπισθόρμητος . παλίνδρομος : ὀπισθόδρομος . ἀνέδραμεν : ἀνεχώρησεν .
6345572 διατριβω
τῆλ ' Ἰθάκης ἢ ἔφθιται ἢ ἀλάληται , οὔ τι διατρίβω μητρὸς γάμον , ἀλλὰ κελεύω γήμασθ ' ᾧ κ
καὶ μειρακίου παρ ' ὑμῖν , οὐκ ἀφανεῖς δὲ διατριβὰς διατρίβω , ἀλλ ' ἐν ταῖς ἐκκλησίαις μεθ ' ὑμῶν
6345268 ἠριστηκοτας
' εἴσιθι : μὴ μέλλε , χώρει : δεῖ γὰρ ἠριστηκότας πάσχειν , ἐάν τι καὶ παθεῖν ἡμᾶς δέῃ .
' εἴσιθι : μὴ μέλλε , χώρει : δεῖ γὰρ ἠριστηκότας πάσχειν , ἐάν τι καὶ παθεῖν ἡμᾶς δέῃ .
6340498 ἀϊσθω
* + , . † Αἶσθα : εἴρηται εἰς τὸ ἀΐσθω , . . Αἰσιμία : ἡ μαντεία , ἢ
] γίνεται ῥῆμα ἀϊστῶ καὶ τροπῇ τοῦ τ εἰς θ ἀΐσθω , ἐξ οὗ ἡ μετοχὴ ἀΐσθων καὶ κατὰ συναίρεσιν
6338010 ὠιδη
ιϚʹ . ἡμέτερον + βᾶτ ' ἐν δόμωι : ἡ ὠιδὴ καὶ στροφὴ αὕτη ἡ ἐν ἐκθέσει τοῦ δράματος κώλων
. Κύκλωπος ἔσω βλεφάρων ὤσας λαμπρὰν ὄψιν διακναίσει ; [ ὠιδὴ ἔνδοθεν . ] σίγα σίγα . καὶ δὴ μεθύων
6334491 κρουω
ἐστι ῥῆμα , παράγωγον κρύω , πλεονασμῷ τοῦ ο , κρούω , ὡς ὄρω ὀρύω ὀρούω . Κλύω . παρὰ
γὰρ Ἡρακλέους τὸ ἐπίθετον . ἐξαράττω : λοιδορῶ αὐτόν , κρούω , πλήττω πολλοῖς κακοῖς . ταράττω . Πγ πρὸς
6333674 κωλυε
μὴ γενέσθαι τελείαν τὴν ῥῆξιν τοῦ περιχυθέντος , ἐχίνου μὴ κώλυε λαμβάνειν ὀλίγον : ἔχει γάρ τι καὶ ἀναστομοῦν καὶ
ἀμοιβήν : τίσιν : ἐναλλαγήν . ἔεργ ' ἀεσίφρονα : κώλυε τὸν μετέωρον . * κὰδ δύναμιν δ ' ἔρδειν
6333162 ἀκαρης
κυρίως καὶ ἐπὶ οἱουδήποτε ἐλαχίστου : Μένανδρος : ὁρᾷς ; ἀκαρὴς παραπόλωλας ἀρτίως : καὶ Ἀριστοφάνης : γυμνὸς † θυράζων
, οὐκ εἴμ ' ἐν ἐμαυτοῦ , μαίνομαι δ ' ἀκαρὴς πάνυ : ὁ καλὸς ἀδελφὸς εἰς τοσαύτην ἔκστασιν ἤδη
6329460 κρινοις
οὐ συνάπτει τῇ γῇ , τὴν μὲν φύσιν ὅμοιον τοῖς κρίνοις , πολυφυλλότερον δὲ καὶ παρ ' ἄλληλα τὰ φύλλα
οἶδ ' ἐγώ ; τί δ ' ἄν με καὶ κρίνοις ; ἴσως γέννημα τῶν ἐκεῖθεν οὐκ ἐν ὑστάτοις .
6328400 Μελησαγορου
Φιλόχορος , Φύλαρχος . . . . , , : Μελησαγόρου γὰρ ἔκλεψεν . . . καὶ Ἀνδροτίων καὶ Φιλόχορος
. . . . , . , ̈ . : Μελησαγόρου γὰρ ἔκλεψεν Γοργίας . . . καὶ Εὔδημος .
6327590 Μιν
ἱκανὸν γὰρ ἦν εἰπεῖν : Εἰς Ἀΐδαο δόμον κατέβη . Μιν ] Αὐτὸν τὸν Ἀπόλλωνα : τὸ δὲ χόλος μέχρι
ἁπαλή . μελέῃσι : ματαίαις . ἐλπωρῇσι : ἐλπίσιν . Μιν : αὐτόν . ἐρυσσάμενος : ἑλκύσας . Ἀνέδυ :
6327342 χεσειν
ἐνταῦθα , ἐν αὐτῷ τῷ τόπῳ . κακκᾶν ] τὸ χέσειν : ἤγουν ἐνταῦθα ἔχεσα . πηδᾶν ] κινεῖσθαι .
' ] καὶ κράζοντα , φωνοῦντα . χεζητιῴην ] ὀρέγομαι χέσειν , ἐπιθυμῶ . βούλομαι χέσαι . , χέσαι θέλω
6324331 Ἀνδραιμων
τοῦτον Θυρέα καὶ Κλύμενον , καὶ θυγατέρα Γόργην , ἣν Ἀνδραίμων ἔγημε , καὶ Δηιάνειραν , ἣν Ἀλθαίαν λέγουσιν ἐκ
ἀρχῆς καὶ τὴν Λέβεδον ἐνέμοντο οἱ Κᾶρες , ἐς ὃ Ἀνδραίμων σφᾶς ὁ Κόδρου καὶ Ἴωνες ἐλαύνουσι . τῷ δὲ
6321140 Ἐκεισε
, μέχρις ὅτου πρὸς τὸ ἐν Γαβαδονίᾳ πολίχνιον ἐγένετο . Ἐκεῖσε δ ' αὐτοῦ γενομένου συνέθεον ἅπαντες οἱ ἐγχώριοι ,
καλοῦσι Βασιλεία , πλεῖον ἢ τεσσαράκοντα σταδίων Νικαίας ἀπέχον . Ἐκεῖσε δὲ γενομένῳ συνεβούλευον ὅ τε Παλαιολόγος καὶ ὁ τούτου
6320506 ἐξεπιπολης
ἄπειμ ' ἐξ ὀμμάτων ” . ἐπιπολῆς λέγουσιν , οὐκ ἐξεπιπολῆς . „ τοὺς ἐπιπολῆς οὖν ἔργον ἀφελεῖν ἦν μέγα
οὗ καὶ αἱ ὄψεις ἀντιλαμβάνονται , τὸ ἐν ἐπιφανείᾳ καὶ ἐξεπιπολῆς , οὐ τὸ ἐν βάθει . εἰ γὰρ καὶ
6318637 Μἀλλα
Ζεῦ : καὶ παρακούων δεσποτῶν ἅττ ' ἂν λαλῶσι ; Μἀλλὰ πλεῖν ἢ μαίνομαι . Τί δὲ τοῖς θύραζε ταῦτα
; Αὖθις εἰς τὸ πρόσθεν οἴχεται . Οὐκ ἐγγεταυθί . Μἀλλὰ δεῦρ ' ἥκει πάλιν . Ἰσθμόν τιν ' ἔχεις
6317251 ἀποξηρανθῃ
δύναιντο σῆψαι τὰ δὲ ἀσθενῆ κίνδυνος μὴ πρὸ τῆς βλαστήσεως ἀποξηρανθῇ . Παραλλάττουσι δὲ καὶ οἱ χρόνοι τῆς φυτείας καθ
, ἐσιέναι οἶνον καὶ ἔλαιον χλιήνας , ὡς μὴ ἐξαπίνης ἀποξηρανθῇ , καὶ μοτοῦν ὀθονίῳ : ἐξιεὶς δὲ τὸ ἐγκεχυμένον
6316528 πολυπενθη
γόοις ἀκορεστοτάτοις . κἀγὼ δὲ μόρον τῶν οἰχομένων αἴρω δοκίμως πολυπενθῆ . νῦν γὰρ δὴ πρόπασα μὲν στένει γαῖ '
κἀγὼ δὲ διὰ τὸν μόρον τῶν οἰχομένων αἴρω καὶ κινῶ πολυπενθῆ δηλονότι γόον . λείπει δὲ τοῦτο . . αἴρω
6312290 κἠπι
. θριδακίσκας τε καὶ κριβανωτώς . κἠπὶ τᾶι μύλαι δρυφήται κἠπὶ ταῖς συναικλίαις , αἶκλον Ἀλκμάων ἁρμόξατο . ἤδη παρεξεῖ
δ ' ὦτα νωθρίη θλίβει . ἀλλ ' ἠμέρη τε κἠπὶ μέζον ὠθεῖται : αὔτη σύ , μεῖνον : ἠ
6310318 Ποσου
Ἀλλ ' οὖν ἔγωγέ σοι λέγω Μαρικᾶντα μὴ κολάζειν . Πόσου χρόνου γὰρ συγγεγένησαι Νικίᾳ ; οὐδ ' εἶδον ,
νῦν αὖος γέγονε τὰ τῆς δικαίας Ἀφροδίτης ἀναγκασθεὶς ἀφεῖναι . Πόσου ποτ ' ἂν ἐπρίω λαβεῖν χρῄζοντά σου τὸν χρηστὸν
6308543 προὐνοησεν
τί δὲ νυκτὸς μὲν καὶ τοῦ μὴ ἀνείμονά τινα κοιμηθῆναι προὐνόησεν , ἡμέρας δὲ καὶ τοῦ μὴ ἐγρηγορότα γυμνὸν ἀσχημονεῖν
δέ , ” ἔφη , “ καὶ τὸ αὐτόματον ἡμῶν προὐνόησεν . ἡ γὰρ τὸν θάλαμον αὐτῆς πεπιστευμένη Κλειὼ κεκοινώνηκέ
6308448 μελετηθῃ
καθεστήκῃ ἐν τοῖσιν αὐτοῖσιν ἄρθροισιν : ἢν δὲ μὴ οὕτω μελετηθῇ , τὸ λοιπὸν τηκόμενος θνήσκει : ἡ γὰρ νοῦσος
ἑξάμηνος : ἢν δὲ ἀμελείη τις ἐγγένηται καὶ μὴ παραχρῆμα μελετηθῇ , ἐν τάχει ἀποθνήσκει . Καὶ τὸν καταλεπτυνόμενον τοῖσιν
6305748 σπιδεος
Πυλίοισι μέγα κράτος ἐγγυάλιξε : τόφρα γὰρ οὖν ἑπόμεσθα διὰ σπιδέος πεδίοιο κτείνοντές τ ' αὐτοὺς ἀνά τ ' ἔντεα
δὲ συναινεῖ τῆι δίχα τοῦ α γραφῆι , καὶ φησὶ σπιδέος τοῦ ἀπόρου καὶ τραχέος . . . . .
6302842 Ἐγων
: ἀπὸ γὰρ τοῦ λαιμοῦ ὁ λευκὸς ἀφρὸς γίνεται . Ἐγών : ἐγώ . ἀθεμίστερον : ἀδικώτερον . Κακοφροσύνῃ :
: ἀπὸ γὰρ τοῦ λαιμοῦ ὁ λευκὸς ἀφρὸς γίνεται . Ἐγών : ἐγώ . ἀθεμίστερον : ἀδικώτερον . Κακοφροσύνῃ :
6299549 ἐπιμεμπτον
θυμῷ . νωθὴς Ὑδροχόος , τὸ δέ τοι τέλος οὐκ ἐπίμεμπτον . Ἰχθύσι δ ' αὖ κίνδυνα , νόσον τ
αὐτὸν τρόπον καὶ τὸ χρῆσι χρή ἐγένετο ἀποκοπέν . ὅπερ ἐπίμεμπτον ἐν τῇ κατὰ τὸν παρατατικὸν προφορᾷ κατὰ τάσιν ,
6298107 ἀπεπτυς
ἰδίαι . πριστοῖσι λόγχης θέλγεται ῥινήμασιν . λοχαῖον σῖτον ψυκτήρ ἀπέπτυς ' ἐχθροῦ φωτὸς ἔχθιστον τέκος . πρὸς ταῦθ '
ἡμεῖς ἰδίᾳ . πριστοῖσι λόγχης θέλγεται ῥινήμασιν λοχαῖον σῖτον ψυκτήρ ἀπέπτυς ' ἐχθροῦ φωτὸς ἔχθιστον τέκος . . . φιλεῖ
6291827 υνʹ
εἰς Πάταρα στάδιοι ψʹ . Ἐκ Ῥόδου εἰς Καῦνον στάδιοι υνʹ . Ἐκ Ῥόδου εἰς νῆσον Ῥόπουσαν στάδιοι τνʹ .
εἰς Σιγνάτιος ποταμοῦ ἐκβολὰς στάδιοι φʹ , [ στάδιοι ] υνʹ . Ἀπὸ δὲ Σιγνάτιος ποταμοῦ ἐκβολῶν εἰς Κουρίαννον ἀκρωτήριον
6290525 Φαιεν
δέ ; οὐ σοφὰ καὶ περὶ σοφῶν ἥκουσιν ἀκουσόμενοι ; Φαῖεν ἄν , ὥς μοι δοκοῦσιν . Ἀλλὰ μὴ τὸν
, ὅτι ταῦτα ἀγαθὰ μέν ἐστιν , ἀνιαρὰ δέ ; Φαῖεν ἄν ; Συνεδόκει . Πότερον οὖν κατὰ τόδε ἀγαθὰ
6289607 Συνηγορια
. Ἀποστασίου πρὸς Ἀρχέστρατον : πολλὰ καὶ ἀγαθὰ γένοιτο . Συνηγορία Ἡγελόχῳ ὑπὲρ ἐπικλήρου : ὥσπερ καὶ ἡμῶν ἕκαστος .
πρὸς Εὐβουλίδην ἐφέσει . . . , . , . Συνηγορία Ἡγελόχῳ ὑπὲρ ἐπικλήρου : ὥσπερ καὶ ἡμῶν ἕκαστος .
6289183 παμων
πῶ γὰρ τὸ κτῶμαι καὶ πάσω μέλλων , ὄνομα ῥηματικὸν πάμων καὶ πολυπάμων . . . . . . πολυπάμων
γὰρ τὸ κτῶμαι , ὅθεν πάσω μέλλων , ῥηματικὸν ὄνομα πάμων καὶ πολυπάμων . . . , : πραπίδες :
6287109 σοβαρως
τὸ ξίφος . ἔθαψάν τε ἐκείνους αὐτόθι σεμνῶς τε καὶ σοβαρῶς ἐπιστήματα ἐπέστησαν . νεανία ἤστην , ὃ μὲν ἤδη
. τῇ πέμπτῃ δὲ ὁ Δομίτιος ἐξέτασσεν αὖθις καὶ ἐπέβαινε σοβαρῶς . οὐκ ἀντεπιόντος δὲ τοῦ Ἀντιόχου τότε μὲν ἐγγυτέρω
6285204 λυπηθησῃ
αὐτῷ ἃ μέλλει ποιῆσαι . ἀχθέσῃ : ἀντὶ τοῦ ” λυπηθήσῃ ποτέ “ , ἐὰν μάθω δηλονότι . τοῦτο λέγει
θέλξαι τὴν σὴν ψυχὴν , δέδοικα δὲ καὶ ἀληθεῦσαι : λυπηθήσῃ γάρ . . δείομαι μὲν ] ὀκνῶ τὸ σὸν
6282182 σηθειν
ἀντὶ τοῦ διαμωκᾶσθαι καὶ διαπαίζειν . διαττᾶν Ἀττικοὶ λέγουσι τὸ σήθειν , καὶ διηττημένον τὸ σεσησμένον . διδυμάονε : οἱ
δὲ αὐτὸ ψύχειν καλῶς καὶ μετὰ τὸ ψυγῆναι κόπτειν καὶ σήθειν καὶ οὕτω διδόναι τοῖς ἔχουσι λίθον . καὶ τοὺς

Back