ἐπί τε τούτων ἐξεταστέον αὐτὸν καὶ ἐπὶ τῶν κατὰ τὴν ἠπειρῶτιν παραλίαν καὶ τοὺς ἄλλους τοὺς οὕτω γνωρίμους τόπους :
' ἅτινα πάντα , λέγω δὲ διὰ τὸ εἶναι ταύτην ἠπειρῶτιν καὶ διὰ τὸ εἶναι κοινωνοῦσαν τοῦ φόνου τοῦ σοῦ
5319022 Ἀριμασπους
Σκυθέων ἡμεῖς οἱ ἄλλοι νενομίκαμεν , καὶ ὀνομάζομεν αὐτοὺς σκυθιστὶ Ἀριμασπούς : ἄριμα γὰρ ἓν καλέουσι Σκύθαι , σποῦ δὲ
Ἴστρου καὶ τοῦ Ἀδρίου κατοικοῦντας Ὑπερβορέους ἔλεγον καὶ Σαυρομάτας καὶ Ἀριμασπούς , τοὺς δὲ πέραν τῆς Κασπίας θαλάττης τοὺς μὲν
5237448 ἀφητε
' ἀποῦσι μὲν τοῖς τριάκοντα ἐπιβουλεύετε , παρόντας δ ' ἀφῆτε : μηδὲ τῆς τύχης , ἣ τούτους παρέδωκε τῇ
. ἐπεὶ δίδωμι χιλίας δραχμάς , ἐάν με τῶν ἀρχῶν ἀφῆτε . δεχόμεθα : δισχίλιαι γάρ εἰσι σὺν ταῖς Νικίου
5204101 περικλυστον
ἐχρῆν ὅτε δάμαρτι σᾶι φόνον ὁμοσπόρων ἔμολες ἐκπράξας , Ταφίων περίκλυστον ἄστυ πέρσας . φυγὰν φυγάν , γέροντες , ἀποπρὸ
τῇ μνήμῃ κύκλῳ περιιών . Καὶ πρῶτον μὲν τῷ ὠκεανῷ περίκλυστον , ὥσπερ ἔστιν , ἀπέφαινεν αὐτήν : ἔπειτα δὲ
5170139 προεστησαν
αὐτὸν ποιῆσαι , καὶ διὰ τοῦτο στεφανίτης πρῶτον ἐκλήθη . προέστησαν δὲ τοῦ ἀγῶνος καὶ Ἀργεῖοι καὶ Κορίνθιοι καὶ Κλεωναῖοι
τὴν μάχην ὑπὲρ ἡμῶν κατωρθώκασιν , αὐτοὶ τῆς κοινῆς ἐλευθερίας προέστησαν . Λαβών τις ἐπὶ προδοσίᾳ χρήματα ἔδωκε τοῖς στρατιώταις
5146108 ἑρμηνευουσιν
τοῖς μήλοις σῦκα . αἱ δὲ μελιχραί : τινὲς οὕτως ἑρμηνεύουσιν : αἱ μὲν ἔχουσι λεπτὸν λέπυρον : αἱ δὲ
ὄγδοος δὲ ἐγένετο ἐπὶ τούτοις ὁ Ἔσμουνος , ὃν Ἀσκληπιὸν ἑρμηνεύουσιν . οὗτος κάλλιστος ὢν θέαν καὶ νεανίας ἰδεῖν ἀξιάγαστος
5117189 Ἰσσηδονων
μὲν Ἀριμασπῶν ἐξωθέεσθαι ἐκ τῆς χώρης Ἰσσηδόνας , ὑπὸ δὲ Ἰσσηδόνων Σκύθας , Κιμμερίους δὲ οἰκέοντας ἐπὶ τῇ νοτίῃ θαλάσσῃ
περ ὀλίγῳ πρότερον τούτων μνήμην ἐποιεύμην , οὐδὲ οὗτος προσωτέρω Ἰσσηδόνων αὐτὸς ἐν τοῖσι ἔπεσι ποιέων ἔφησε ἀπικέσθαι , ἀλλὰ
5113627 Ἰσσηδονας
Δαμάστης δ ' ἐν τῷ Περὶ ἐθνῶν : Ἄνω Σκυθῶν Ἰσσηδόνας οἰκεῖν , τούτων δ ' ἀνωτέρω Ἀριμάσπους , ἄνω
Δαμάστης δ ' ἐν τῷ περὶ ἐθνῶν , ἄνω Σκυθῶν Ἰσσηδόνας οἰκεῖν , τούτων δ ' ἀνωτέρω Ἀριμασπούς , ἄνω
5074677 γνωριζομενων
πλείω γράφειν , μή ποτε καλλωπίζεσθαι δόξω περὶ τῶν ἀκριβῶς γνωριζομένων ὡς οὐχ ὁμολογουμένων πίστεις ἐπιφέρων . διόπερ ἀφήσω ,
τῶν ταύτηι τόπων ὅτι μὲν πέπλασται , φανερὸν ἐκ τῶν γνωριζομένων χωρίων : κατέψευσται γὰρ αὐτῶν τὰ πλεῖστα , ὥσπερ
5035595 Ῥηνος
πάλιν ὃ τοῖς ἀετοῖς ὁ ἥλιος καὶ τοῖς Κελτοῖς ὁ Ῥῆνος , τοῖς Πυθαγορείοις τὰ ὀνείρατα , τῷ Πλά -
, καὶ ἄλλο δυτικώτερον , ἀφ ' οὗ ῥεῖ ὁ Ῥῆνος ποταμός . † Ἄλπιος δὲ λέγεται ἀπό τινος Ἄλπιδος
4996072 θεριζοντων
ἢ τὰ ἐν τῇ ἀσπίδι μιμήματα λέγεις τῶν ἀρούντων καὶ θεριζόντων καὶ τρυγώντων ; Ἥκιστά γε , εἶπεν ὁ Ἀλέξανδρος
Γ θερίδδειν ] θερίζειν , καταβάλλειν . ἀπὸ μεταφορᾶς τῶν θεριζόντων ὅτι τὰ δράγματα καταβάλλουσιν ἔνθα βούλονται , ἢ ὅτι
4984604 προσβορρους
παῖδ ' Ἐρεχθέως Φοῖβος ἔζευξεν γάμοις βίαι Κρέουσαν , ἔνθα προσβόρρους πέτρας Παλλάδος ὑπ ' ὄχθωι τῆς Ἀθηναίων χθονὸς Μακρὰς
τοὺς Καλλαϊκοὺς ἀθέους φασί , τοὺς δὲ Κελτίβηρας καὶ τοὺς προσβόρρους τῶν ὁμόρων αὐτοῖς ἀνωνύμῳ τινὶ θεῷ [ θύειν ]
4969725 ἐτυμου
ἄρα πάντα θεμείλια χεῦε θύραζε . [ ἔχεταί τινος ἀποκεκρυμμένου ἐτύμου αὐτή τε καὶ ὁ Τρίτων καὶ Ἀμφιτρίτη , εἴτουν
μὲν Ὄσιριν , τὴν δὲ Ἶσιν ὀνομάσαι , ἀπό τινος ἐτύμου τεθείσης ἑκατέρας τῆς προσηγορίας ταύτης . μεθερμηνευομένων γὰρ τούτων
4950735 ἑπομαι
εἰ μή σοι ξυνέτυχον , οὐδὲ τὸν νοῦν ἐγίγνωσκον , ἕπομαι μὲν γὰρ αὐτῷ θᾶττον ἢ ἑαυτῷ τις , εἰ
μᾶλλον εἰκὸς τὸν οἶκον αὔξεσθαι . Ἀλλὰ μέχρι μὲν τούτου ἕπομαι , ἔφην ἐγώ , ὦ Ἰσχόμαχε , ὅτι ἐκπονοῦντα
4947481 ὑποληψομεθα
οὐδ ' ὅτι διαφέρει εἰσόμεθα , ἀλλὰ ταὐτὸν ἐκείνῳ εἶναι ὑποληψόμεθα . ῥητέον δὲ καὶ ἑτέρως . καίτοι ἀδύνατόν φασί
εἰ εὐθύς , ὥσπερ ἁφῆς μετεδώκαμεν , οὕτω καὶ φαντασίαν ὑποληψόμεθα , οὐκ ἂν εἴη ἐπεσκεμμένον . ἐνίοις δὲ πρὸς
4935099 Ἀπεννινον
' ἧς , ὡς εἶπον , ἐπὶ μῆκος τέταται τὸ Ἀπέννινον ὄρος ὅσον ἑπτακισχιλίων , πλάτος δ ' ἀνώμαλον .
Καμπανίας διέτεινε καὶ Σαυνιτῶν καὶ Πελίγνων καὶ ἄλλων τῶν τὸ Ἀπέννινον κατοικούντων . Ἅπασα δ ' ἐστὶν εὐδαίμων καὶ παμφόρος
4929744 μαστευοντες
πάντοτε αὐτὸν ἐπιζητεῖν . πλεονάζει δὲ ἡ ἀπὸ πρόθεσις . μαστεύοντες : ζητοῦντες : ἐξ οὗ καὶ μαστὺς ἡ ζήτησις
. Κόλχοι δ ' αὖτ ' , ἄλλοι μὲν ἐτώσια μαστεύοντες Κυανέας Πόντοιο διὲκ πέτρας ἐπέρησαν , ἄλλοι δ '
4918003 γαλακτοφαγους
, ὡς αὐτὸς οὗτος ἔφη : ὃν τρόπον καὶ εἰς γαλακτοφάγους τὸν Δία τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ . καθάπαξ μὲν γὰρ
Ἴστρον . οὐ γὰρ διὰ σημείων μὲν τοὺς νομάδας εἴρηκε γαλακτοφάγους ἀβίους τε , δικαιοτάτους ἀνθρώπους , καὶ ἔτι ἀγαυοὺς
4917558 Βοιον
. ἐς Δωριᾶς : τὸ Δωριᾶς Ἀττικῶς ἀντὶ τοῦ Δωριέας Βοιὸν καὶ Κυτίνιον καὶ Ἐρινεόν : αὗται αἱ τρεῖς πόλεις
μὲν Λακεδαιμονίων , οἰκοῦντας δὲ πόλεις τρεῖς , Κυτίνιον καὶ Βοιὸν καὶ Ἐρινεόν , κειμένας ὑπὸ τὸν λόφον τὸν ὀνομαζόμενον
4884728 ἀσυλους
, οὐδὲ δίκην ἐπαγαγών . “ Πότεροι οὖν ἐς τοὺς ἀσύλους ἡμάρτανον ; ἢ Καῖσαρ μὲν ἱερὸς καὶ ἄσυλος ,
εἶναι καὶ ἱερὰν καὶ ἄσυλον ἀπεφήνατε , ἀλλὰ καὶ τοὺς ἀσύλους εἴδετε τὴν ἀρχὴν τὴν ἄσυλον καὶ τὴν ἐσθῆτα τὴν
4866961 κολουρων
. Πάλιν δὲ ὁ Εὔδοξος διασαφεῖ καὶ τοὺς ἐπὶ τῶν κολούρων λεγομένων κύκλων κειμένους ἀστέρας καί φησιν ἐπὶ μὲν τοῦ
δὲ τέμνοντες τὴν σφαῖραν διὰ τῶν πόλων ὥσπερ διὰ τῶν κολούρων τὰ μεταξὺ τῶν παραλλήλων διαστήματα κατὰ πλάτος οὐκ εἰς
4865429 δωρηματος
Ἀλλ ' οὐ φθονῶ σοι , φησί , τούτου τοῦ δωρήματος , δηλονότι τοῦ μαθεῖν σε ἀπ ' ἐμοῦ τὰς
θέρει σπεῖραι . . ΤΟΥ ΚΕΚΟΡΕΣΣΑΜΕΝΟΣ . Οὗ τινος δὴ δωρήματος καὶ βίου τοῦ ἐκτῆς γεωργίας κορεσθεὶς , ΟΦΕΛΛΟΙΣ ,
4863834 Βιθυνους
Κάλητος , ὡς εἶναι ὁμόρους τούς τε Θυνοὺς καὶ τοὺς Βιθυνούς , οὕτω καλουμένους ἀπό τινων ἀδελφῶν ἐπιφανῶν Θυνοῦ καὶ
μὲν γένος ἐστὶ Βιθυνός , οἶσθα δὲ ὅπως ἔχω πρὸς Βιθυνούς , μουσείων δὲ τῶν Ἀθήνησι μετέσχε . τὸν νοῦν
4853457 ἐγκαλεισθαι
τοιοῦτον συμβουλεύω , διὰ τὸ τοιοῦτον εἶναι Χριστιανόν , μὴ ἐγκαλεῖσθαι . Εἰ δὲ εὑρεθείη τις ἐγκαλῶν τῷ Χριστιανῷ ὅτι
τοιαῦθ ' οἷς ἔξεστι νέμειν , ποῦ ταῦτ ' ἐστὶν ἐγκαλεῖσθαι δίκαιος ; ὥσπερ ἂν εἰ καὶ ἰατρὸν ἠξίους κακίζειν
4846616 ἀφεστηκεναι
τὴν λῃτουργίαν . καίτοι πῶς οὐκ ἄδικον τῶν μὲν ἀναλωμάτων ἀφεστηκέναι , τῶν δὲ γιγνομένων δι ' ἐκεῖνα τιμῶν ἀξιοῦν
ἐνοεῖτο , ἡ δὲ ἑρμηνεία διεσπάσθαι τε ἐδόκει καὶ ῥυθμοῦ ἀφεστηκέναι . ἐδόκει δὲ ἐπιτηδειότερος γεγονέναι τοῖς ἀρχομένοις τῶν νέων
4842801 Μαμερτινους
τῶν πόλεων τούτων , καὶ εἰς στενὴν χώραν συνήλασε τοὺς Μαμερτίνους . ἀπὸ μὲν γὰρ τοῦ Σικελικοῦ πελάγους τὴν ἐγγὺς
ἔσχεν . ὁ δὲ Ἀννίβας παρελθὼν εἰς Μεσσήνην καὶ καταλαβὼν Μαμερτίνους μέλλοντας παραδιδόναι τὴν πόλιν ἀνέπεισε , καὶ προσποιησάμενος βοήθειαν
4836521 προσηγορευθησαν
ἀρχαίαν Ἀβοριγίνων ὀνομασίαν διέσωζον , Λατίνου δὲ βασιλεύσαντος , οὕτω προσηγορεύθησαν . Τὰ αὐτὰ καὶ Χάραξ . : Ἄλβα ,
γε ὅμοιαι ταῖς ὑπατοειδέσιν , αἳ καὶ τῷ γένει λιχανοὶ προσηγορεύθησαν , ὁμωνύμως τῷ πλήττοντι δακτύλῳ τὴν ἠχοῦσαν αὐτὰς χορδὴν
4831346 Αὐτοθι
Ἡ ἱστορία παρὰ Ἀνδροτίωνι . . . . . : Αὐτόθι φασὶ Ποσειδῶνα πρῶτον ἵππους ζεῦξαι καὶ χαλινῶσαι . .
? [ ] ἐνδιδοὺς [ ] ῥυθμόν ? ? . Αὐτόθι δ ' ὡς παραφρονοίη [ ] τε φωνεῖν τὸν
4819383 Στερνοφθαλμους
' Ἀλκμᾶνος Στεγανόποδας ἱστοροῦντος , οὐδ ' Αἰσχύλου Κυνοκεφάλους καὶ Στερνοφθάλμους καὶ Μονομμάτους : ὅπου γε οὐδὲ τοῖς πεζῇ συγγράφουσιν
Πυγμαίους : Ἀλκμᾶνα δὲ Στεγανόποδας : Αἰσχύλον δὲ Κυνοκεφάλους καὶ Στερνοφθάλμους καὶ Μονομμάτους καὶ ἄλλα μυρία . Ἀπὸ δὲ τούτων
4808161 Ἰστροι
χώρας κατοικῆσαί τε περὶ τὸν Ἀδρίαν . Ἐνετῶν ἔχονται Θρᾷκες Ἴστροι λεγόμενοι . Δύο δὲ κατ ' αὐτούς εἰσι νῆσοι
ἐν περίπλῳ αὐτῆς . τὸ ἐθνικὸν Ἰστριανηνός ἢ Ἰστριανίτης . Ἴστροι , ἔθνος ἐν τῷ Ἰονίῳ κόλπῳ . Ἑκαταῖος Εὐρώπῃ
4805553 Ἀδριου
μεσημβρίας ὑπὸ τοῦ Ἀφρικανοῦ , ἀπὸ δὲ ἀνατολῶν ὑπὸ τοῦ Ἀδρίου πελάγους . Καὶ ἡ μὲν παράλιος αὐτῆς ἔχει περιγραφὴν
[ διήκοντες ] . Ἐνταῦθα δέ ἐστιν ὁ μυχὸς τοῦ Ἀδρίου κόλπου . ΕΝΕΤΟΙ . Μετὰ δὲ Κελτοὺς Ἐνετοί εἰσιν
4803597 δεω
τῶι δὲ ἄλλα . καὶ σοφίαν καὶ σοφὸν ἄνδρα πολλοῦ δέω τὸ μὴ φάναι εἶναι , ἀλλ ' αὐτὸν τοῦτον
ἀρετῆς ἁπάσης ἐρασταί τε καὶ ἀσκηταὶ πάντες εἰσίν , ὀλίγου δέω φάναι , πένητες , ἀφανεῖς , ἄδοξοι , ταπεινοί
4798790 δεικνυεις
εὐδιεινὰ , ευδιαδί . σήματα : γνωρίσματα . φαίνεις : δεικνύεις . Καὶ μὲν δή : σὺν τούτοις . ἀλλὰ
] σεμνὸν καὶ ἔντιμον φαίνη ἔχων τὸ πρόσωπον , σεμνὸν δεικνύεις τὸ πρόσωπον . , μέγα φρονεῖς , καυχᾶσαι .
4798729 ἱππημολγους
κατὰ τῶν ὀνοματικῶς λεγομένων Ἀγαυῶν πάντα ἐπίθετα λέγεσθαι , τοὺς ἱππημολγούς , τοὺς δικαιοτάτους καὶ ἀβίους γλακτοφάγους . ὁ δὲ
, Αἰθίοπάς ⌋ τε Λίβυς τε ἰδὲ Σκύθας ⌊ ⌋ ἱππημολγούς ⌊ ⌋ . Σκύθης μὲν γένεθ ] ' υἱὸς
4791428 Καθαιρει
τὰ πλάγια , καὶ τὴν ἀνάνευσιν καὶ τὴν ἐπίνευσιν . Καθαιρεῖ δὲ ἀπὸ ἑβδομηκονταπήχους ὕψους , καὶ εἰς τὰ πλάγια
τὰ πλάγια , καὶ τὴν ἀνάνευσιν καὶ τὴν ἐπίνευσιν . Καθαιρεῖ δὲ ἀπὸ ἑβδομηκονταπήχους ὕψους , καὶ εἰς τὰ πλάγια
4781946 ἐξεληλεγκτο
βαδιστὰ τὰ ταύτῃ , ὑπ ' Ἀλεξάνδρου ἂν τῆς πολυπραγμοσύνης ἐξελήλεγκτο πλωτά τε καὶ βαδιστὰ ἐόντα . καὶ Ἄννων δὲ
ἐλέγχῳ παρῆν , πῶς οὐκ ἔπληξεν ; εἰ δὲ οὐδεὶς ἐξελήλεγκτο , τί παρῆν ; ἢ ἵνα ἐλέγξειεν ; καὶ
4779363 δυναστευσαι
δὲ δεξαμένους ἐπήλυδας [ ἀνθρώπους ] , δι ' ἐκείνων δυναστεῦσαι : ὅθεν [ οὐδ ' ἀρχηγέτας ] νομισθῆναι ὅπερ
Πηνελόπης πατρὸς υἱεῖς γενέσθαι δύο , Ἀλυζέα καὶ Λευκάδιον , δυναστεῦσαι δ ' ἐν τῆι Ἀκαρνανίαι τούτους μετὰ τοῦ πατρός
4761580 τηκων
μέλδειν τήκειν : “ κνίσῃ μελδόμενος , ” ὅ ἐστι τήκων . μελεδήματα μεριμνήματα , ἀπὸ τοῦ τὸν μεριμνῶντα οἷον
θάλασσα . κατασμύχων : λεπτύνων , καίων , ξαίνων , τήκων . τὸ πᾶν λίθος : ὅλη λευκὴ οἷον ἄγαλμα
4755720 Μονομματους
Στεγανόποδας ἱστοροῦντος , οὐδ ' Αἰσχύλου Κυνοκεφάλους καὶ Στερνοφθάλμους καὶ Μονομμάτους : ὅπου γε οὐδὲ τοῖς πεζῇ συγγράφουσιν ἐν ἱστορίας
δ ' ὥστ ' ἀνασπᾶν δένδρα καὶ ῥήττειν νευράν : Μονομμάτους δὲ ἄλλους , ὦτα μὲν ἔχοντας κυνὸς , ἐν
4755211 ἀφεστηκασι
: τοῦτο τὸ ἑξάγωνον ἀναιρετικὸν γίγνεται ὅτι κατ ' ἴσον ἀφεστήκασι τοῦ ἰσημερινοῦ καὶ ἑξηκοντάμοιρον ἔχει διάστασιν . ὁμοίως ἐπὶ
καὶ οἱ πόδες οἰδαίνουσι τρόπῳ τοιούτῳ : οἱ πόδες πολὺ ἀφεστήκασι τῆς καρδίας καὶ ἄσαρκοι σχεδόν εἰσιν : ὀστώδεις γάρ
4752627 ἐξισαζοντος
βέλτιστα : Ὑπερίδης δὲ ἐν τῷ ὑπὲρ Φρύνης τῆς ἑταίρας ἐξισάζοντος αὐτῷ τοῦ , ὅτι καὶ Εὐθίας ὁ κατήγορος αὐτῆς
Θηβαῖοι , τοῦτο δὲ οὐ συμφέρει , ἐπήγαγεν ἀπὸ τοῦ ἐξισάζοντος τὸ ἀντίστροφον οὐδὲ γὰρ Λακεδαιμονίους αὐξηθῆναι συμφέρει . τὸ
4747999 πολυφαρμακον
κεραὴ πόδας ὠκέα Μήνη . θηλυτέρη δ ' εἴ κεν πολυφάρμακον ἀμφιβεβῶσα καπνὸν ὑπὸ σπλάγχνοισιν ἀναΐσσοντα δέχηται , ἀθρόος ἔνδοθεν
πεδίου φεύγουσαν , ἐκχυθέντων τῶν φαρμάκων , ποιῆσαι Θετταλίαν ἅπασαν πολυφάρμακον , οὕτως ἡ τούτων ἐπιστήμη τε καὶ φιλανθρωπία χυθεῖσα
4744151 ὀξυην
, ἐτυμολογοῦντες καὶ τὸ ὄνομα τὸ τῶν Μυσῶν ὅτι τὴν ὀξύην οὕτως ὀνομάζουσιν οἱ Λυδοί : πολλὴ δ ' ἡ
τοῦ φυτοῦ τῆς μυσῆς ἢ τοῦ μυσοῦ , ὅπερ τὴν ὀξύην δηλοῖ κατὰ τὴν γλῶσσαν τῶν Λυδῶν , ὡς καὶ
4743909 ἐρα
καὶ μὴ πάθει πάντα ποιῶν . Ἤριον . ἐκ τοῦ ἔρα ἡ γῆ . Ἠκέστας . κεντῶ ἐστὶ ῥῆμα ,
σε δεῖ ; παρθένον ἔνδον ἔχεις ἄλλην καλήν : ταύτης ἔρα , ταύτην βλέπε , ταύτην ἔξεστί σοι γαμεῖν .
4731445 περαιαν
τὰ ἔθνη ταῦτα Θρᾴκιά τις εἰκάζοι ἂν διὰ τὸ τὴν περαίαν νέμεσθαι τούτους καὶ διὰ τὸ μὴ πολὺ ἐξαλλάττειν ἀλλήλων
καλεῖ δ ' ὁ ποιητὴς αὐτὴν ἀκτὴν ἠπείροιο , τὴν περαίαν τῆς Ἰθάκης καὶ τῆς Κεφαλληνίας ἤπειρον καλῶν : αὕτη
4716655 Ζελη
Ἀγαμμείτης , ὡς Ζελείτης . εἴρηται γὰρ ἡ Ζέλεια καὶ Ζέλη . ὥστε εἶναι τοῦ Ἀγάμμεια τὸ Ἀγαμμειάτης , ὡς
ψιλοῦ : οἷον , ἔλη : Πέλη , πόλις Θετταλίας Ζέλη : κελή : τοῦτο τὴν γραφὴν φυλάξαν τὸν τόνον
4713951 ὑψηλοτεροι
ὑφίστασθαι καὶ βαρεῖσθαι ὑπὸ δυσχερείας τόπου , οἱ ὄπισθεν ἀγνώστως ὑψηλότεροι γινόμενοι κατὰ τοῦ νώτου τῶν ἐχθρῶν ἔρχονται : ὥσπερ
τοῖχος οὗτος καὶ ὀρθὸς μένῃ . ἐπὶ ταύταις ἐφεστῶτες διαμαχήσονται ὑψηλότεροι κατὰ μέτωπον [ μετὰ ] τῶν πολεμίων ἐπάλξεις προκειμένας
4709487 διηγομεν
. τοιαῦτ ' ἦν τὰ λεχθέντα καὶ ἐδόκει γεγράφθαι : διήγομεν δὴ καὶ τότε περὶ τὸ ἱερὸν τοῦ Διὸς τοῦ
ἦν ἂν ἢ τὰ νῦν , εἰ μεταβαλόντες τὸν βίον διήγομεν : πίνειν Ἀθηναίους ἅπαντας τοὺς μέχρι ἐτῶν τριάκοντ '
4706913 ἐκκλινε
φασίν , ἄλευ ἆ δᾶ , ἀντὶ τοῦ ἀναχώρει καὶ ἔκκλινε : τοῦτο γὰρ δηλοῖ τὸ ἄλευ : τὸ δὲ
ζέσιν , Καὶ μᾶλλον οἷαι λασιότριχες πλέον . Καὶ οἰκίας ἔκκλινε δυσωδεστέρας Ἀεί τε καὶ μάλιστα καύματος χρόνῳ : Μετὰ
4699981 κοινωνησαντα
τοῦ καθελεῖν τὸν ὄντα κοινωνὸν τῆς ἀρχῆς τὸ προσελέσθαι τὸν κοινωνήσαντα . οὕτω καὶ ἑκατέρῳ χωρὶς καὶ ἀμφοῖν ἅμα νικᾶν
τὸν θυμὸν τοῦ τοιούτου ; ταῖς δ ' ἐπιθυμίαις αὐτὸν κοινωνήσαντα , αἱροῦντος λόγου μὴ δεῖν ἀντιπράττειν , οἶμαί σε
4686755 ἠλαττουντο
' ἂν ἐλπίσαι τοὺς συγκεκλεισμένους τηλικαῦτα τολμήσειν , οὐ μετρίως ἠλαττοῦντο : εἰς ἕνα γὰρ τόπον ὀκτὼ μυριάδων συνδραμουσῶν ἀτάκτως
τοῦ στρατηγοῦ τελευτὴν ἐπύθοντο καὶ διὰ τὸν θόρυβον ἀλλήλοις ἐμπίπτοντες ἠλαττοῦντο μεγάλως , τότε δὴ τελέως ἀθυμήσαντες ἐτράπησαν . πολλῶν
4685774 νεμομενους
ἀρνοὺς ἔῤῥιπτε νεκροὺς κατὰ γῆς , ἔπειτα ζῶντας ἐτίθει καὶ νεμομένους ὥσπερ καὶ πρότερον . Εἶδες δ ' ἂν αὐτὸν
ἢ κηρωτῇ μυρσίνῃ ἀντὶ πηγάνου . Ἄλλη πρὸς τοὺς ὀξέως νεμομένους . Σιδίων γλυκείας ῥοᾶς ⋖ Ϛ , λιθαργύρου ⋖
4679956 τεμνομενην
ἔχειν πρὸς τὸ τέμνειν , οὖσαν ἀμερῆ , μήτε τὴν τεμνομένην πρὸς τὸ τέμνεσθαι τῷ παντὸς ἐστερῆσθαι μέρους . καὶ
Τὴν δὲ πεζονομικήν , καθάπερ ἄρτι τὸν ἀριθμόν , δεῖ τεμνομένην δίχα ἀποφαίνειν . Δῆλον . Καὶ μὴν ἐφ '
4676544 Ναυσιφανης
δὴ Ἀπολλόδοτος ὁ Κυζικηνὸς τὴν ψυχαγωγίαν [ , ] καθάπερ Ναυσιφάνης τὴν ἀκαταπληξίαν [ ] : ταύτην γὰρ ἔφη ὑπὸ
περὶ αὐτοῦ διήκουσε τοῦ Πύρρωνος . . . ἔτι τε Ναυσιφάνης ὁ Τήιος , οὗ φασί τινες ἀκοῦσαι Ἐπίκουρον .
4675309 ὑληματων
πως τούτῳ εἰ ἔστι μὲν τῶν δένδρων καὶ ὅλως τῶν ὑλημάτων εὔοσμα πολλὰ ζῶον δὲ οὐδὲν εἰ μὴ τὴν πάρδαλίν
τὰ μὲν δένδρων τὰ δὲ θάμνων τὰ δ ' ἄλλων ὑλημάτων . ἀλλὰ γὰρ περὶ μὲν τῆς ἰδιότητος εἴρηται πλεονάκις
4675279 Σολυμα
Σόλυμοι ἔθνος βαρβαρικόν . ἔστι δὲ καὶ κατὰ Πισιδίαν ὄρη Σόλυμα καλούμενα . σόλος Ἀπίων δίσκος σιδηροῦς , ὁτὲ δὲ
Ἱεροκολπίτης . Ἱεροσόλυμα , ἡ μητρόπολις τῆς Ἰουδαίας , ἣ Σόλυμα ἐκαλεῖτο , ἀπὸ τῶν Σολύμων ὀρῶν . ὁ πολίτης
4672277 ἀποκτεινωσιν
Τρώων ἀναιρεθέντες . ἂν δ ' αὐτοὺς οἱ Τρῶες μὴ ἀποκτείνωσιν , οὐ μὴ ἀποθάνωσιν ; ναί , ἀλλ '
ὅτι τὴν πόλιν αἱρήσουσιν ἐὰν μὴ τὸν βασιλέα τὸν Ἀθηναίων ἀποκτείνωσιν , ἐστράτευον ἐπὶ τὰς Ἀθήνας . Κλεόμαντις δὲ τῶν
4670033 ἁλματων
ἕκηλος λέγεται ὁ ἥσυχος ἀπὸ τοῦ ἑκὰς καὶ πόρρω εἶναι ἁλμάτων καὶ ταραχῶν . . εὔκηλος ἴσθι ] ἥσυχος ἔσο
λέγεται ὁ ἥσυχος ἀπὸ τοῦ ἑκὰς καὶ τοῦ πόρρω εἶναι ἁλμάτων καὶ ταραχῶν , καὶ πλεονασμῷ τοῦ υ εὔκηλος .
4661418 ἱστορουντος
τοῦ βασιλέως τὴν προσηγορίαν ἔσχε τὸ ἔκπωμα , προείρηται , ἱστοροῦντος τοῦτο καὶ Ἀπολλοδώρου τοῦ Ἀθηναίου . Πολέμων δ '
Σελεύκου τοῦ βασιλέως τὴν προσηγορίαν ἔσχεν τὸ ἔκπωμα προείρηται , ἱστοροῦντος τοῦτο καὶ Ἀπολλοδώρου τοῦ Ἀθηναίου . Πολέμων δ '
4653599 πολιορκησαι
περιτειχίσαι , μαθόντας δὲ ὕστερον ἀποστῆναι αὐτῶν ἀποστεῖλαι στρατὸν καὶ πολιορκῆσαι καὶ ἀποτειχίσαι αὖθις , ὡς τὸ πρότερον . τηρεῖν
στενῶν καὶ ἀποκρήμνων ὁδῶν ἐπορεύθησαν , βουλόμενοι Λᾶον πόλιν εὐδαίμονα πολιορκῆσαι . ἐπειδὴ δὲ παρεγενήθησαν εἴς τι πεδίον κύκλῳ λόφοις
4651135 Βουδινοι
καὶ τὰς ἐπωνυμίας ἔχουσι , νόμοισι δὲ Σκυθικοῖσι χρέωνται . Βουδῖνοι δέ , ἔθνος ἐὸν μέγα καὶ πολλόν , γλαυκόν
Γελωνοί , οὐδὲ δίαιτα ἡ αὐτή : οἱ μὲν γὰρ Βουδῖνοι ἐόντες αὐτόχθονες νομάδες τέ εἰσι καὶ φθειροτραγέουσι μοῦνοι τῶν
4643749 σιγατε
βασιλεύσει ἡμῶν καὶ ἐπιτάξει ὅτι ἂν βούληται ἀποκρίνεσθαι . τί σιγᾶτε ; οὔ τί που , ὦ Θεόδωρε , ἐγὼ
. . καὶ περὶ τοῦ Εὐριπίδου Ὀρέστην : ἆ ἆ σιγᾶτε , μὴ ψοφῆτε , μηδὲ ἔστω κτύπος ἐπὶ λεπτὸν
4642090 καλεσω
ἴδω , φοβοῦμαι τὸ σῶμα καὶ οὐκ οἶδα ὅπως αὐτὸ καλέσω , ἄνθρωπον ἢ κύνα ἢ λύκον ἢ ταῦρον ἢ
. Πρὸς τῶν θεῶν νυν ἐκκάλεσόν μοι Μυρρίνην . Ἰδοὺ καλέσω ' γὼ Μυρρίνην σοι ; Σὺ δὲ τίς εἶ
4641612 ἐπαρξαι
παμπόλλων ὄντων Σκυθῶν ἄλλου μὲν οὐδενὸς δύναιτ ' ἂν ἔθνους ἐπάρξαι , ἀγαπῴη δ ' ἂν εἰ τοῦ ἑαυτοῦ ἔθνους
. ὁρῶντα δὲ Ἀντήνορα Αἰνείαν στελλόμενον καὶ αὐτὸν ἐπιθυμῆσαι Εὐρώπης ἐπάρξαι , καὶ γενέσθαι στόλον ἄλλον τοιοῦτον . πρὸς δὲ
4623533 πρεσβευς
γράφε : ἄλλως δὲ μικρὸν οὐχ ἁμαρτήσεις γράφων πρεσβευσάμενος : πρεσβεὺς ὢν αὐτός . κατὰ βορέαν ἑστηκώς : οὐχ ὁ
προβεβηκέναι καὶ παρελθεῖν τὴν ἥβην . Πρεσβεύω , πρεσβεύσω , πρεσβεὺς , ὡς ἱππεύω , ἱππεύσω , ἱππεύς . Πῦρ
4622999 φασιανον
μνημονεύει δ ' αὐτῶν καὶ Σπεύσιππος ἐν δευτέρῳ Ὁμοίων . φασιανὸν δὲ οὗτοι κεκλήκασιν αὐτὸν καὶ οὐ φασιανικόν . Ἀγαθαρχίδης
' ὁ Εὐεργέτης ἐν δευτέρῳ ὑπομνημάτων τέταρόν φησιν ὀνομάζεσθαι τὸν φασιανὸν ὄρνιν . τοσαῦτά σοι περὶ τῶν φασιανικῶν ὀρνίθων ἔχων
4620894 Σιδονιους
τε καὶ Αἰγυπτίους ἐπαληθεὶς ” Αἰθίοπας θ ' ἱκόμην καὶ Σιδονίους καὶ Ἐρεμβοὺς „ καὶ Λιβύην , ἵνα τ '
μοχθηρόν , ὅταν βορρᾶς καταπνεύσῃ . εἶτα Σάκας ἀφικνεῖ καὶ Σιδονίους καὶ Ἐρεμβούς , ἔς τε πόλιν δούλων , ἀνδρῶν
4620601 ἀττικιζειν
παῖδες οὐ παρὰ τῶν πατέρων , παρὰ δὲ τῶν Σύρων ἀττικίζειν ἀξιοῦσι μανθάνειν : οὐκέτι γοῦν εἰς τὸν Πειραιᾶ καταίρουσι
τοῦ τρίτου , Βέλτιον , ἔφη , καὶ ἐνταῦθα μὴ ἀττικίζειν καταρώμενον . καὶ πρὸς τὸν εἰπόντα δὲ στοχάζομαι αὐτοῦ
4615632 Παμφυλους
μετέπειτα μέντοι λόγον σφίσι δόντες μετέβαλον ἐς τοὺς Ὑλλέας καὶ Παμφύλους καὶ Δυμανάτας : τετάρτους δὲ αὐτοῖσι προσέθεντο ἐπὶ τοῦ
Σολύμους καὶ Κίλικας τοὺς ἐκ Θήβης πεδίου καὶ Λέλεγας : Παμφύλους δὲ καὶ Βιθυνοὺς καὶ Μαριανδυνοὺς καὶ Πισίδας καὶ Χάλυβας
4615273 ἐσχηματικεν
οὐχ ὑπακουσομένους . τοῦτο λαβὼν τὸ νόημα κατεσκεύακέν τε καὶ ἐσχημάτικεν οὕτως : Τότε δέ , ἐὰν ἄρα ἃ νῦν
. ὅτι Ζηνόδοτος γράφει μάρτυρες : ὁ δὲ Ὅμηρος οὕτως ἐσχημάτικεν . . α . . . πέμψαι ‖ Δουλίχιόνδ
4612897 Πυγμαιους
καὶ τερατολογεῖν , Ἡσίοδον μὲν Ἡμίκυνας λέγοντα καὶ Μεγαλοκεφάλους καὶ Πυγμαίους , Ἀλκμᾶνα δὲ Στεγανόποδας , Αἰσχύλον δὲ Κυνοκεφάλους καὶ
ἄν τις αἰτιάσαιτο ἄγνοιαν , Ἡμίκυνας λέγοντος καὶ Μακροκεφάλους καὶ Πυγμαίους : οὐδὲ γὰρ αὐτοῦ Ὁμήρου ταῦτα μυθεύοντος : ὧν
4606536 ἐγκωμιαστεον
ὁ ῥήτωρ . οἵ τε μὴ εἰδότες ἐφ ' οἷς ἐγκωμιαστέον ἐστὶν οὐδὲ ἐγκωμιάζειν δύνανται : οἱ δέ γε ῥήτορες
μὲν ἔνδοξος εἴη ὁ κατοικίσας , τά τε ἄλλα αὐτοῦ ἐγκωμιαστέον ἐν βραχυτάτοις , καὶ ὅτι τὴν πόλιν ᾤκισεν ἣν
4602713 Βυζαντος
καὶ τόσον ἀνθρώποισιν ὁμόφρονα θυμὸν ἔχοντας Θρήϊκες ὑβρισταὶ καὶ ὅσοι Βύζαντος ἔχουσιν ἄστυ σιδηρείοισι νοήμασιν ἀγρώσσουσιν : ἦ μέγ '
μεταξὺ Ἀνάπλου καὶ τοῦ Λεωσθενείου . ἔνθα φασὶ τὴν γυναῖκα Βύζαντος Φιδάλειαν διώξασαν ἅμα ταῖς γυναιξὶ τοὺς μετὰ Στροίβου τοῦ
4599379 Μαιονος
. , : Μῄονες δὲ λέγονται ἀπό τινος Μῄονος ἢ Μαίονος , τραπέντος μὲν τοῦ α εἰς η , τοῦ
ἂν κοσμοπολίτης λέγοιτο . οἱ μὲν οὖν Σμυρναῖον αὐτὸν ἀποφαινόμενοι Μαίονος μὲν πατρὸς λέγουσιν εἶναι , γεννηθῆναι δὲ ἐπὶ Μέλητος
4599337 βοθροις
ἐπικουρεῖν . Οἱ δὲ Λαζοὶ βόθρους ὀρύξαντες καὶ δόρατα τοῖς βόθροις ἐγκαταπήξαντες τάρσοις καλάμων καὶ ὕλῃ μὴ βεβαίαν ἐχούσῃ βάσιν
, καὶ καλάμου ἢ ἄλλου τινὸς εὐθραύστου ξύλου δοκίδας τοῖς βόθροις ἐπιτείναντες , καὶ τῆς ἀκινήτου γῆς ἐπιφορήσαντες καὶ πόαν
4597930 ὑπῃνιττετο
: καὶ γὰρ νῦν φθονεῖν τινὰς αὑτῷ τῶν συμπρέσβεων . ὑπῃνίττετο δ ' οὕτω καὶ παρεδήλου τὸν Ὠρωπόν . εὐδοκιμῶν
φρονήματος ὑποπλησθεῖσα καὶ παρρησίας ὅσα κατ ' εἰρωνείαν πρότερον ὑπούλως ὑπῃνίττετο , ταῦτα ἀπ ' εὐτολμοτέρου θράσους ἐκλαλεῖ καὶ ἀναισχυντοῦσα
4597784 Ἀσιανων
πέμψας ἀνῴκισεν αὐτὴν , καὶ σύνοδον ποιήσας ἐν τῇ Ἐφέσῳ Ἀσιανῶν ἀνδρῶν ἀνενέωσεν αὐτήν . ἐπαιδεύθη καὶ ἐν Ἀθή -
ἀπὸ τῶν πηγῶν ἀνίσχει , καὶ πεντεκαίδεκα ποταμοὺς πάντας τῶν Ἀσιανῶν μείζονας παραλαβὼν , καὶ τῇ ἐπωνυμίᾳ κρατήσας , οὕτως
4595066 προσσχοντας
δὲ οὐκ ἐθέλειν νήσοις προσίσχειν τοὺς ναύτας οἷα πρότερόν τε προσσχόντας καὶ τῶν ἐνοικούντων οὐκ ἀπείρως ἔχοντας , βιασθῆναι δ
παῖδες δὲ εἶεν τῶν ἐν τῇ Ἀργοῖ πλεόντων ἡρώων : προσσχόντας γὰρ τούτους ἐς Λῆμνον φυτεῦσαι σφέας . Οἱ δὲ
4594989 Καρησος
ἅλαδε προρρέουσιν [ ] , Ῥῆσός θ ' Ἑπτάπορός τε Κάρησός τε Ῥοδίος τε , Γρήνικός τε καὶ Αἴσηπος δῖός
ὃν ὠνόμακεν ὁ ποιητής „ Ῥῆσός θ ' Ἑπτάπορός τε Κάρησός τε Ῥοδίος τε : τὴν ” δὲ πόλιν κατεσπάσθαι
4586802 Ἀριστοφανειος
, τὸ μῦμα φέρω . περὶ οὗ Ἀρτεμίδωρος μὲν ὁ Ἀριστοφάνειος ἐν Ὀψαρτυτικαῖς Γλώσσαις φησὶν ὅτι σκευάζεται ἐκ κρεῶν καὶ
, Πίνδαρος δὲ ἀγησίχορα τὰ προοίμια . Διόδωρος δὲ ὁ Ἀριστοφάνειος ὅλον τε τὸν γάμον περιγράφει καὶ κελεύει γράφειν :
4586303 Γεωργους
: σημαίνει γὰρ νῦν τὸ ἐπιπόνους . 〛 πονήρους : Γεωργοὺς ἀσθενεῖς . πόνηρον : Γεωργόν . . ξυμμάχους :
ποταμὸν , τοὺς τὴν λεγομένην Ὕλαιαν οἰκοῦντας Σκύθας εἶναι , Γεωργοὺς δ ' ἐχομένους τούτων ἄνω : ἔπειτα πάλιν ἔρημον
4585535 Ἰναρω
ὀξύνεται ὁμοίως τε τοῖς Ἀττικοῖς κλίνεται , ὁ Ἰναρώς τοῦ Ἰναρώ , ὁ Νεκώς τοῦ Νεκώ , ὁ Περιμαζώς τοῦ
φορολογοῦντας τὴν Αἴγυπτον τῶν Περσῶν ἐκβαλόντες κατέστησαν βασιλέα τὸν ὀνομαζόμενον Ἰναρώ . οὗτος δὲ τὸ μὲν πρῶτον ἐκ τῶν ἐγχωρίων
4585350 Ἁλιζωνους
ὡς ἔοικεν , ἀποδεξάμενος οὔτε τῶν περὶ τὴν Παλλήνην τοὺς Ἁλιζώνους ὑπολαβόντων . . . ὁμοίως διαπορεῖ καὶ πῶς ἐκ
νῦν δὲ λεκτέον . οὐ γὰρ οἴεται δεῖν δέχεσθαι τοὺς Ἁλιζώνους ἐκτὸς τοῦ Ἅλυος : μηδεμίαν γὰρ συμμαχίαν ἀφῖχθαι τοῖς
4582729 ψευδιστατον
λαλίστερον εὕρηκά σε ” καὶ „ πτωχίστερον „ καὶ ” ψευδίστατον ” Ἀριστοφάνης . Πλάτων „ ἵν ' ἀπαλλαγῶμεν ἀνδρὸς
Ἀττικοὶ διὰ τοῦ ισ , ποτίστατον λέγοντες καὶ λαχνίστατον καὶ ψευδίστατον . Ἀριστοφάνης : ὦ θερμόταται γυναῖκες , ὦ ποτίσταται
4582185 Σκεψαι
τίνα τρόπον καλεῖται ; Μὰ Δί ' οὐκ ἔγωγε . Σκέψαι δὴ ὃ ἐγὼ ὑποπτεύω περὶ αὐτοῦ . ἐννοῶ γὰρ
ἀρχὴν καὶ μέσα καὶ τέλος ἔχοντα καὶ τάξιν . ρξζʹ Σκέψαι τοίνυν Ὅτι οὔτε ὡρίσατο περὶ ποίου διαλέγεται ἔρωτος ,
4575536 Ἡμικυνας
ἔτι νεωτέρους ἐκείνου πολλὰ ἀγνοεῖν καὶ τερατολογεῖν : Ἡσίοδον μὲν Ἡμίκυνας λέγοντα καὶ Μεγαλοκεφάλους καὶ Πυγμαίους , Ἀλκμᾶνα δὲ Στεγανόποδας
. Ἡσιόδου δ ' οὐκ ἄν τις αἰτιάσαιτο ἄγνοιαν , Ἡμίκυνας λέγοντος καὶ Μακροκεφάλους καὶ Πυγμαίους : οὐδὲ γὰρ αὐτοῦ
4575276 σωφρονουσης
Αὗται μὲν οὖν πᾶσαι αἱ εἰρημέναι μανίαι κρείττους εἰσι τῆς σωφρονούσης ψυχῆς . Ἔστι μέντοι τις τῇ σωφροσύνῃ σύστοιχος μανίας
σοὶ δ ' οὐ πολλῶν ἂν δέοι πρὸς οὐδένα ῥημάτων σωφρονούσης τε τῆς Αἰγύπτου καὶ ποιούσης ἅ σοι δόξειεν ὁρώσης
4574464 Ὑψικρατης
ἐπιόντας ἢ κωλῦσαι τὴν ἔφοδον : καθάπερ Ἄσανδρον ποιῆσαί φησιν Ὑψικράτης , ἀποτειχίσαντα τὸν ἰσθμὸν τῆς χερρονήσου τὸν πρὸς τῇ
. Γεγόνασι παρ ' αὐτοῖς τρεῖς ἄνδρες , Θεόδοτος , Ὑψικράτης , Μῶχος . Τούτων τὰς βίβλους εἰς Ἑλληνίδα κατέταξε
4574446 ποταμοιϲ
καὶ ψῆτται . καὶ τούτων δ ' ἔνιοι μὲν ἐν ποταμοῖϲ καὶ λίμναιϲ γίγνονται , ἔνιοι δ ' ἐν θαλάττῃ
, αἵματοϲ λεπτοτέρου ἐϲτὶ γεννητική : εἰ δὲ ἐπαναβαίνοι τοῖϲ ποταμοῖϲ γίγνεται παραπλήϲιοϲ τῷ κεφάλῳ . Τρίγλα . Καὶ αὕτη
4573385 Πυρηνην
κόλπων σφιγγομένου , οἱ δὲ νῦν ὅριον αὐτῆς τίθενται τὴν Πυρήνην , συνωνύμως τε τὴν αὐτὴν Ἰβηρίαν λέγουσι καὶ Ἱσπανίαν
ἑσπέριον ἄκρον τῆς νήσου τὸ κατὰ τὴν Ἀκυιτανίαν καὶ τὴν Πυρήνην ἀντικείμενον . τοῦτο μὲν δὴ τοὐλάχιστον διάστημα ἀπὸ τῆς
4572847 Τηλεκλειδης
τὰς μεσημβρίας : κᾷτα σφακέλιζε καὶ πέπρησο καὶ βόα . Τηλεκλείδης : ὡς καλοὶ καὶ φιβαλέοι . καὶ μυρρίνας δὲ
, ἐργοδότας εἴρηκε Ξενοφῶν . τοὺς δὲ ἐργολάβους καὶ ἐργολήπτας Τηλεκλείδης ὁ κωμικός . οἱ μέντοι ῥήτορες τὸ ἐργολαβεῖν ἐπὶ
4571634 ἐπιβυσας
σμικροῦ πάνυ ] ὀλίγου πράγματος καὶ ἀναλώματος . ἐν συντόμῳ ἐπιβύσας κέρμασιν ] ἐπιφράξας τοῖς κέρδεσιν . ἐμφράξας κέρδεσι ,
πυθέσθαι : Μαθεῖν , ἀκοῦσαι . . τὸ στόμ ' ἐπιβύσας : ἐπιβύσας : ἀντὶ τοῦ ἐπιπλήσας . ὡς Ὅμηρος
4571400 διαβεβοημενης
ἐλευθερίαν ἐξαιρούμενος : οὗτος ὁ μὴ ἀπαρρησιάστου τυχὼν εὐεργεσίας ἀλλὰ διαβεβοημένης καὶ περιηγγελμένης πάντῃ διὰ τὴν τοῦ προασπίζοντος ἐξουσίαν ,
δόξαν τῆς φάλαγγος , ὡς ἀμάχου δὴ ἐς τὸ τότε διαβεβοημένης , μὴ ἀφανίσαι . καί τι καὶ τοῖς γένεσι
4567715 ἀληθευω
ὅτι τὸ παιδίον ἄνθρωπος οὐ δίκαιός ἐστιν : ἐνταῦθα γὰρ ἀληθεύω , ἐπειδὴ τὸ παιδίον ἄνθρωπος μέν ἐστι , δίκαιος
γάρ , εἰ καὶ μὴ πρὸς τὸ αὐτό , καὶ ἀληθεύω καὶ ψεύδομαι . καὶ διὰ τὸ μὴ εἶναι εὐθεώρητον
4562241 ἐπιταφιων
ταφῆναι θέλοντος . ἤδη πάλαι παρελήλυθεν ὁ καιρὸς τῶν ὑμετέρων ἐπιταφίων : πάλαι γάρ , πάλαι τέθαπται Καλλίμαχος ὑπὸ τῶν
νομίμου πόσῳ μᾶλλον ἦσαν ἐπιτηδειότεροι τυγχάνειν οἴκτων τε καὶ κόσμων ἐπιταφίων ; ὃ δ ' οὕτως ἠμέληκε τῶν ἀνδρῶν ,
4560493 ληρωδες
ἀκούω ἐπὶ γενικὴν φέρεσθαι . . Ἔστιν δὲ τὸ τοιοῦτο ληρῶδες . ὡς γὰρ προείπομεν , πάντως τὰ προαιρετικὰ ἐπ
λείπεται τοίνυν τὰ ὀνόματα νοεῖν αὐτούς . ὃ πάλιν ἐστὶ ληρῶδες . πρῶτον μὲν γὰρ οὐδὲν ἔχουσι τεχνικὸν εἰς τὸ
4556950 πυρσοις
ἐπιπυρσείας ἀπατήσαντες Θηβαίους ἔπεισαν ἀποστῆναι τῆς συμμαχίας ἀμφιδοξήσαντας τοῖς ἐναντίοις πυρσοῖς . Ὅτι Νικίας μετ ' ὀλίγων στρατιωτῶν ἀπολειφθεὶς [
Ἕκτορ , πᾶσαν ἀν ' ὄρφναν , διειπετῆ δὲ ναῶν πυρσοῖς σταθμά . πᾶς δ ' Ἀγαμεμνονίαν προσέβα στρατὸς ἐννύχιος
4556853 κατεδεχοντο
ἐκ τῆς Κορίνθου : οἱ δ ' ἄλλοι πολῖται ἑκόντες κατεδέχοντο τοὺς πρόσθεν φεύγοντας . Ἐπεὶ δὲ ταῦτ ' ἐπράχθη
[ . ] φησιν , ὅτι τὰς Διονύσου τελετὰς οὐ κατεδέχοντο , ὡς δὲ Ἀ . λέγει , διότι τὸ
4556013 κηπωρος
ἀδικοῦντα . κηπωροῦ κύων εἰς φρέαρ κατέπεσεν . ὁ δὲ κηπωρὸς βουλόμενος αὐτὸν ἐκεῖθεν ἀνενεγκεῖν κατῆλθε καὶ αὐτὸς εἰς τὸ
Οὐρανός . ἀπὸ τοῦ οὐρεῖν καὶ φυλάττειν πάντα , καὶ κηπωρὸς , καὶ θυρωρὸς , παρὰ τὸ οὐρεῖν . Ἡσίοδος
4555837 διηγγειλεν
ὑπερηφάνως προέστησαν ὥστε οὐδένων ἄδακρυς ἡ τῆς δουλείας ὑπουργία γιγνομένη διήγγειλεν εἰς τοὺς ἐπιγινομένους τὴν ἀπὸ Σκυθῶν ῥῆσιν οἵα τις
εὐλαβείας ἄξιον ὄν . Εἶτα οὐκ ἔνδον ἀλλ ' ἔξω διήγγειλεν . ̂ : Ὅπερ ἐμφαίνει ‖ τὸ μὴ ἀκη
4555396 Τραχις
ἔτι καὶ νῦν Πεδιανοί , ὀφεῖλον Πεδιεῖς ὡς Σουνιεῖς . Τραχίς , πόλις Θεσσαλίας ὑπὸ τὴν Οἴτην , ὑπὸ Ἡρακλέους
πλήν γε δὴ Ἐλατείας τὰ πρότερα οὐκ ἐπιφανεῖς ἦσαν , Τραχίς τε ἡ Φωκικὴ καὶ Μεδεὼν ὁ Φωκικὸς καὶ Ἐχεδάμεια

Back