πήρᾳ ἔχεις . Θέρμους , εἰ θέλεις , καὶ τῆς Ἑκάτης τὸ δεῖπνον . Πόθεν τοῦτον ἡμῖν , ὦ Ἑρμῆ | ||
θυγατέρα Ἰφιγένειαν . τοῦ δὲ ἱεροῦ τῆς Εἰληθυίας πέραν ἐστὶν Ἑκάτης ναός , Σκόπα δὲ τὸ ἄγαλμα ἔργον . τοῦτο |
ἀγκάλαις τῆς Ἀφροδίτης , ὥσπερ καὶ ἐν ταῖς ἀγκάλαις τῆς Περσεφόνης . τοῦτο δὲ τὸ λεγόμενον τοιοῦτόν ἐστιν ἀληθῶς : | ||
. μηνίσασα : ὀργισθεῖσα . Δημήτηρ : ἡ μήτηρ τῆς Περσεφόνης . ἀμάθυνεν : ἠφάνισεν . ἐπεμβαίνουσα : τύπτουσα . |
τινὸς τετυχηκότες . Μεταποντῖνοί γε μὴν τὴν μὲν οἰκίαν αὐτοῦ Δήμητρος ἱερὸν ἐκάλουν , τὸν στενωπὸν δὲ μουσεῖον , ὥς | ||
ἁγνήν , ἱερὰν ὁσίοις μύσταις χορείαν . Ὦ πότνια πολυτίμητε Δήμητρος κόρη , ὡς ἡδύ μοι προσέπνευσε χοιρείων κρεῶν . |
μάλα ἀσμένως τῆς ὥρας ἐτρύγησα . ταῦτά σοι πρὸς τοῦ Πανὸς μυστήρια τὰ μεγάλα ἔστω . Ἡμέρων ὁ μαλακὸς φελλεῖ | ||
ἡ κωμῳδία μάχλον εἶπε τὸν ὑπὸ καταφερείας δίυγρον . καὶ Πανὸς δὲ λεγομένου τοῦ κατὰ κλῆσιν δαιμονίαν , ἕτεροι ἀπ |
Ἀθηνᾶς παρ ' Ὁμήρῳ , παρὰ δὲ τοῖς ἄλλοις καὶ Ἥρας καὶ Διός , οἷον Ἀλαλκομενεὺς Ζεύς : ἡ ἀπαλεξητικὴν | ||
φοβηθεὶς ὁ κιθαρῳδὸς σὺν αὐτῇ στολῇ κατέφυγεν ἐς τὸν τῆς Ἥρας βωμόν : οἳ δὲ οὐδὲ ἐνταῦθα ἐφείσαντο τοῦ κιθαρῳδοῦ |
Ἀρτέμιδος Ὀρθίας ἱερόν , καὶ ἀγάλματα Ἀπόλλωνος καὶ Λητοῦς καὶ Ἀρτέμιδος πεποίηται λευκοῦ λίθου : Πολυ - κλείτου δέ φασιν | ||
ἔπεισε δὴ τοὺς βαρβάρους , ὡς ἄρα τὸ ζῷον ἱερὸν Ἀρτέμιδος , καὶ ἡ θεὸς δι ' αὐτοῦ προλέγοι πάντα |
Ζεὺς δὲ ἐμέλλησε ῥίπτειν αὐτὸν εἰς Τάρταρον , δεηθείσης δὲ Λητοῦς ἐκέλευσεν αὐτὸν ἐνιαυτὸν ἀνδρὶ θητεῦσαι . ὁ δὲ παραγενόμενος | ||
εὐγενῆ , Σαπφόος Σαπφοῦς τὴν Σαπφόα τὴν Σαπφώ , Λητόος Λητοῦς τὴν Λητόα τὴν Λητώ : πρόσκειται δηλονότι ἐπὶ ἀρσενικῶν |
? Βρισῇδες : εἴρηται εἰς τὸ Νηρῇδες , . . Βριτόμαρτις : καὶ Ἄρτεμις καὶ νύμφη : Καλλίμαχος : ἑλλόφονον | ||
τῆς Ἀρτέμιδος τόνδε τόπον , ἐν ᾧ ἀφανὴς ἐγένετο ἡ Βριτόμαρτις , ἀφιέρωσαν Αἰγινῆται : καὶ ὠνόμασαν Ἀφαίην καὶ ἱρὰ |
τρίτος δέ ἐστιν Αἰγινήτου Κάλλωνος : ὑπὸ τούτῳ δὲ ἄγαλμα Κόρης τῆς Δήμητρος ἕστηκεν . Ἀρίστανδρος δὲ Πάριος καὶ Πολύκλειτος | ||
τὸν Πλούτωνα μεθ ' ἅρματος ἐπελθόντα ποιήσασθαι τὴν ἁρπαγὴν τῆς Κόρης . τὰ δὲ ἴα καὶ τῶν ἄλλων ἀνθῶν τὰ |
] φίλης ἁγνὰ λοετρὰ κόρης [ ] ν παιδὶ βαθυζώνοιο Διώνης ? ? ? [ νύμφην ] οὐκ ἐθέλουσα νυόν | ||
ἡ ἐπιθυμητὴ καὶ καλὴ χώρα τῆς Ἀφροδίτης , θυγατρὸς τῆς Διώνης . Ἐγγὺς δὲ τῆς Φοινίκης ἐν μεγάλῳ κόλπῳ , |
καὶ αἱ Φαρμακοῦσσαι , δύο νησία ὧν ἐν τῷ μείζονι Κίρκης τάφος δείκνυται . Ὑπὲρ δὲ τῆς ἀκτῆς ταύτης ὄρος | ||
γάρ πω ἐτέθαπτο ὑπὸ χθονὸς εὐρυοδείης : σῶμα γὰρ ἐν Κίρκης μεγάρῳ κατελείπομεν ἡμεῖς ἄκλαυτον καὶ ἄθαπτον , ἐπεὶ πόνος |
φιλοστοργίαν ἀθανάτων καταξιῶσαι τιμῶν , καταστερίσαντα τὸν ἐν οὐρανῷ στέφανον Ἀριάδνης . τοὺς δὲ περὶ τὸν Θησέα φασὶ διὰ τὴν | ||
τοῦ Θησέως ἐκεῖνο μιμησόμεθα καί τι λίνον παρὰ τῆς τραγικῆς Ἀριάδνης λαβόντες εἴσιμεν ἐς τὸν λαβύρινθον ἕκαστον , ὡς ἔχειν |
κεντός : καὶ ἀποβολῇ τοῦ ν , καὶ προσθέσει , κεστὸς ἀκεστός : καὶ τὸ θηλυκὸν ἀκεστὴ , καὶ τροπῇ | ||
: τὰς γαίας . Ἀκήν : ἡσυχίαν . κεστούς : κεστὸς ἔνδυμα Ἀφροδίτης . Ἐχθαίρω : νεμεσῶ . Ποντογενείας : |
ὠνομάσθη δὲ οὕτως διὰ τὸ Ἄψυρτον τὸν Αἰήτου υἱὸν ὑπὸ Μηδείας καὶ Ἰάσονος ἐν τῇ φυγῇ ἐκεῖ κατατμηθῆναι . ἔστι | ||
ἐς γὰρ ταύτην ἔρριψεν αὑτήν , ὡς λέγουσι , τῶν Μηδείας ἔσεσθαι φαρμάκων τὸ ὕδωρ νομίζουσα ἴαμα . ὑπὲρ ταύτην |
αὐτῷ τὸν ἀγῶνα ἄγουσι . τὴν μὲν δὴ Μολουρίδα πέτραν Λευκοθέας καὶ Παλαίμονος ἱερὰν ἥγηντο : τὰς δὲ μετὰ ταύτην | ||
σχεδίας , νηχόμενος , ὑποβαλλούσης αὐτῷ κρή - δεμνον τῆς Λευκοθέας , ἐκπεσὼν εἰς τὴν Φαιάκων γῆν , ἱκετεύσας βασιλικὴν |
] Ἀντὶ τοῦ κρίκωσον . ἐρρωμένως νῦν θεῖνε : Τοῦ Ἡφαίστου εἰπόντος ὅτι καλῶς ἤδη πέπρακται τὸ ἔργον ἅπαν , | ||
κατὰ δὲ τὸ πλάτος ἐννεαπήχεις . Ἀφροδίτη γυνὴ ἦν τοῦ Ἡφαίστου . ταύτης ἠράσθη ὁ Ἄρης , καὶ ἐμοίχευσεν αὐτήν |
. Ἔνιφεν ὁ Ζεύς : αἰπόλος δέ τις φεύγων εἰς ἄντρον εἰσήλαυνε τῶν ἀοικήτων τὰς αἶγας ἁδρῇ χιόνι λευκανθιζούσας . | ||
ἀλλὰ καὶ τὴν εὐωδίαν προσηνεστάτην . εἰς τοῦτο οὖν τὸ ἄντρον τὸν Ἄμμωνα παραγενόμενον παραθέσθαι τὸν παῖδα καὶ παραδοῦναι τρέφειν |
τῆς οἰκίας , ὅτε ἐτίκτετο , καὶ τύμπανα ἠκούετο ἐκ Ῥέας , ἐλέγοντο δὲ καὶ αἱ Νύμφαι χορεῦσαί οἱ καὶ | ||
κατὰ τὴν νύκτα , τὴν σεμνὴν θεόν . λέγεται δὲ Ῥέας ἱερὸν πλησίον τῶν Πινδάρου οἴκων εἶναι . φησὶν οὖν |
αὐτοὺς κεκλήκασι καὶ Λευκοθέαν ἀπὸ τοῦ τῆς θαλάσσης ἀφροῦ τὴν Ἰνώ . ἦν δὲ Ἰνοῦς θυγάτηρ Εὐρύκλεια . θρέξεις : | ||
καὶ τὴν μὲν Ἀκταίων ' Ἀρισταίωι ποτὲ τεκοῦσαν εἶδον Αὐτονόην Ἰνώ θ ' ἅμα ἔτ ' ἀμφὶ δρυμοὺς οἰστροπλῆγας ἀθλίας |
ἐπὶ θρόνων Ὥρας ἐποίησεν Αἰγινήτης Σμῖλις . παρὰ δὲ αὐτὰς Θέμιδος ἅτε μητρὸς τῶν Ὡρῶν ἄγαλμα ἕστηκε Δορυκλείδου τέχνη , | ||
ὑπὲρ χθονός ὑπέρ ] ? τ ' ὠκεανοῦ ⌊ ⌋ Θέμιδος ? ? ? [ ! λ ? [ εχε |
: ἴσασι γὰρ Ἔρωτες καὶ ὑπὲρ πελάγη τοξεύοντες πῦρ ἐγεῖραι γαμήλιον . Δηιάνειραν μὲν δὴ τὴν Οἰνέως Ἡρακλεῖ συνάπτων ὁ | ||
οὐδένα ἀνθρώπων ἢ θεῶν , οὔτε Δία γενέθλιον οὔτε Ἥραν γαμήλιον οὔτε Μοίρας τελεσφόρους ἢ λοχίαν Ἄρτεμιν ἢ μητέρα Ῥέαν |
ὕλη . ἀλλ ' οὔ οἱ τότε γε χραῖσμ ' Ἄρτεμις ἰοχέαιρα . ἡ διπλῆ , ὅτι σαφῶς τὸ βάλλειν | ||
λοιμὸς γὰρ ἐγένετο , αἴτιοι δὲ τῶν λοιμῶν Ἀπόλλων καὶ Ἄρτεμις . λοιμοῦ οὖν γενομένου συναπήλαυσαν οἱ μηδὲν αἴτιοι . |
δὲ ἔμπροσθεν χρόνον οἱ Λακεδαιμόνιοι μηδὲν ἔξω Πελοποννήσου περιεργαζόμενοι τῆς Ἀργείας ἀεί τι ἀπετέμνοντο , ἢ οἱ Ἀργεῖοι τετραμμένων πρὸς | ||
Ἔχεμον λέγουσιν . Ἡ δὲ Κορινθία χώρα μοῖρα οὖσα τῆς Ἀργείας ἀπὸ Κορίνθου τὸ ὄνομα ἔσχηκε . Διὸς δὲ εἶναι |
: οὐδὲ ὑπαιδουμένη τὸ ὑπὸ τοῖς βλεφάροις φοινικοῦν ἐρύθημα τῆς παρθενίας : φέρομαι βάκχα νεκύων : παρόσον αἱ βάκχαι ἀπογυμνούμεναι | ||
εἶπε Λία : Ἱκανούσθω σοι , ὅτι ἔλαβες τὸν ἄνδρα παρθενίας μου : μὴ καὶ ταῦτα λήψῃ ; Ἡ δὲ |
. α , . , . . Ἀντιάνειρα : ἐπίθετον Ἀμαζόνος , οἱονεὶ αἱ ἐναντιούμεναι ἀνδράσιν , ἐξ οὗ πολεμικαί | ||
πρῶνας δυσβάτους Τυλησίους Λίνου θ ' ἁλισμήκτοιο δειραίαν ἄκραν , Ἀμαζόνος σύγκληρον ἄρσονται πέδον , δούλης γυναικὸς ζεῦγλαν ἐνδεδεγμένοι . |
εʹ , γʹ . Ἀπὸ δὲ τοῦ ἱεροῦ εἰς λιμένα Δάφνης τῆς Μαινομένης τὸν νῦν λεγόμενον Σωσθένην στάδιοι μʹ , | ||
τῷ δυναστεύσαντι ἐν Πίσῃ Λεύκιππος ἦν υἱός . οὗτος ἐρασθεὶς Δάφνης ὁ Λεύκιππος ἐκ μὲν τοῦ εὐθέος μνώμενος γυναῖκα ἕξειν |
* * * ἄγοις , ὦ κλυτά , θεράποντα , Λατοῖ * * * ἀγοράζειν Ὦ Πάν , Ἀρκαδίας μεδέων | ||
οἷον Ὁ Μουσαγέτας με καλεῖ χορεῦσαι ἄγοις ὦ κλυτὰ θεράποντα Λατοῖ . Ἐπιωνικὸν δὲ ἀπὸ μείζονος τρίμετρον καταληκτικόν ἐστι , |
σχεδὸν Αἰγύπτοιο ῥοάων . τραφέντα δ ' αὐτὸν ὑπὸ τῶν νυμφῶν ἐν τῇ Νύσῃ φασὶν εὑρετήν τε τοῦ οἴνου γενέσθαι | ||
ὥστε πηρωθῆναι αὐτόν . καὶ Πίνδαρος δέ φησι , περὶ νυμφῶν ποιούμενος τὸν λόγον : ἰσοδένδρου τέκμαρ αἰῶνος λαχοῦσα . |
Κένταυρος ἀλεξίπονον μερόπεσσιν , [ ἰὴ Παιάν , ] παῖδα Κορωνίδος , ἤπιον ἀνδράσι [ ] , δαίμονα σεμνότατον [ | ||
Χαρίτων γενέσεως ὡς Διονύσου ? [ εἰσὶ ] ? καὶ Κορωνίδος [ ] νύμφης Ναξίας , αὐτὸς προειπὼν ὡς παρ |
ἀστραπῆς αἴτιον ἐπίνειμαι , ἤγουν ἐπέξελθε , τόξευσον , τουτέστιν ὕμνησον τοιοῖσδε μέλεσιν , ἤτοι διὰ τοιούτων ποιημάτων , καὶ | ||
ὡς ἐξευμενίζων ὁ θρῆνος τοὺς θεούς . Ξ παιάνισον ] ὕμνησον . Ξ παιάνισον ] κρότησον . Ξ παιάνισον ] |
Ἰοῦς , Ἰὼ δὲ Ἰνάχου τοῦ ἐν Ἄργει ποταμοῦ καὶ νύμφης : οὗτος οὖν ὁ Ἔπαφος ἐβασίλευσεν Αἰγύπτου , Ἀργεῖος | ||
τὸ ὄνομα ἀπὸ Ἀσπληδόνος τῇ πόλει : τοῦτον δὲ εἶναι νύμφης τε Μιδείας καὶ Ποσειδῶνος : ὁμολογεῖ δὲ καὶ ἔπη |
Διός , Ἡλίου , Ἑρμοῦ , Ἀπόλλωνος , Πανός , Εἰλειθυίας , ἄλλων πλειόνων . τὸν δ ' ἀέρα προσαγορεῦσαί | ||
πολιορκῶν οὐδὲν ἀνύσει διὰ τὸ ἐπικοινωνεῖν τῷ Αἰγοκέρωτι τὸ τῆς Εἰλειθυίας ζῴδιον ἀκέφαλον ὄν , ἐν δὲ ταῖς τελευταίαις ὥραις |
, αὐταῖς τ ' εἶναι λουτρὸν ῥυτὸν καὶ Νηρηίδας παρὰ Νηρέως δέξασθαι δι ' ὀλίγου . ῥεῖ δὲ ὁ Μέλης | ||
μελανόφθαλμον , γερανόφθαλμον , μελανόμματον . νηρηΐνην : τὴν τοῦ Νηρέως θυγατέρα : τρεῖς τύποι τῶν πατρωνυμικῶν ἀρσενικῶν : ὁ |
τὸ Στυγὸς ὕδωρ . Καλλίμαχος δ ' ἐν τῷ περὶ Νυμφῶν συγγράμματι καὶ τὸ ἰδίωμα τοῦ ὕδατος ἀφηγεῖται , λέγων | ||
Ὕλαν καὶ Ἡρακλέα : τοῦ μὲν Ὕλα τὴν ὑπὸ τῶν Νυμφῶν ἁρπαγήν , τοῦ δὲ Ἡρακλέους τὴν πλάνην καὶ τὴν |
φασί , νηπίους δὲ ἔτι ὄντας ἐπικατέσφαξε τοῖς γονεῦσιν Αἴγισθοςκαὶ Ἠλέκτρας : Πυλάδηι γὰρ συνώικησεν Ὀρέστου δόντος . Ἑλλάνικος δὲ | ||
Τροίαν ἔπλει , ἄρσενά τ ' Ὀρέστην θῆλύ τ ' Ἠλέκτρας θάλος , τὸν μὲν πατρὸς γεραιὸς ἐκκλέπτει τροφεὺς μέλλοντ |
τυχὼν οὔτε πορθήσας τὴν πόλιν , νέος δέ τις τῆς παρθένου πολίτης ἐκτόπως ταύτης ἐρῶν οὐ φέρων τὸ πάθος ἑαυτὸν | ||
γονῇ : καὶ τριχοῦται ἡ ἥβη τοῦ παιδὸς καὶ τῆς παρθένου , ἀραιῆς τῆς ἐπιδερμίδος γενομένης : καὶ ἅμα ἡ |
τὸν κεραυνοφόρον θεὸν τῷ σῷ πρηστῆρι βαλὼν καὶ πόθῳ κόρης Σεμέλης δουλωσάμενος . Τοιαῦτά σου τὰ βέλη καυστικά τε καὶ | ||
δείκνυσιν ὁ περιάγων ἐν ἀμυδροῖς τοῖς γνωρίσμασιν , οὑτοσὶ μὲν Σεμέλης θάλαμος , οὑτοσὶ δὲ Ἁρμονίας , ἢ Λήδας , |
ἕπονται . Τοῖσι δ ' ἄρ ' εὐπλοΐην πόσις ὤπασεν Ἀμφιτρίτης προφρονέως : μάλα γάρ οἱ ἐνὶ φρεσὶ μέμβλετ ' | ||
ἄγρης ἰχθυβόλοι σπεύδουσιν , ἐπευξάμενοι μακάρεσσι κητοφόνοις ἀλεγεινὸν ἑλεῖν τέρας Ἀμφιτρίτης . ὡς δ ' ὅτε δυσμενέων βριαρὸς λόχος ἀντιβίοισι |
ὄφρα σε Λιμὸς ἐχθαίρῃ , φιλέῃ δέ ς ' ἐυστέφανος Δημήτηρ αἰδοίη , βιότου δὲ τεὴν πιμπλῇσι καλιήν : Λιμὸς | ||
ἴουλος ἡ ἐκ τῶν δραγμάτων συναγομένη δέσμη καὶ Οὐλὼ ἡ Δημήτηρ . λέγεται δὲ ἴουλος καὶ ζῷόν τι , θηρίδιον |
οὐκ εἶναι τὰ θεῶν δῶρα οἶσθά που ἐξ ἑνὸς τῶν Καλλιόπης θιασωτῶν ἀκούσας . ὁρᾷς γὰρ καὶ τὰς μελίττας , | ||
. ἔτι δὲ Κρόνου τινές , ἄλλοι δὲ Διὸς καὶ Καλλιόπης φασὶ τοὺς Κορύβαντας τοὺς αὐτοὺς τοῖς Καβείροις ὄντας , |
: ζητεῖ γὰρ αὐτὸς μᾶλλον , οὐ ζητεῖται ὑπὸ τῆς Νύμφης . ἢ καὶ παρηγορητικὸς ὁ λόγος . τὸ δὲ | ||
αὐτῇ , στερηθῆναι τῆς ὁράσεως κατὰ τὴν γεγενημένην ὑπὸ τῆς Νύμφης πρόρρησιν . Καὶ περὶ μὲν Δάφνιδος ἱκανῶς ἡμῖν [ |
ἐν θήρεσσιν ἐπ ' ἀγλαΐῃ κομόωσιν ἄρσενες εὐκέραοι , πολυδαίδαλον ἔρνος ἔχοντες : ἦ γὰρ ἐϋσχιδέων κεράων ὥρησι πεσόντων , | ||
, ἀπὸ τοῦ παρακολουθοῦντος : οἷον τῶν στεφάνων κατασχεῖν . ἔρνος δὲ Ἀλφειοῦ τὴν ἐλαίαν λέγει , ἀφ ' ἧς |
Λύκος βασιλεὺς ἦν θεῖος τῆς Ἀντιόπης . Ἡ δὲ αὐτὴ Ἀντιόπη ἐγέννησε δίδυμα , οὕστινας ἐκάλεσεν Ἀμφίονα καὶ Ζῆθον . | ||
ὦ γύναι , αὐτὴ ταῦτά γ ' ἐν ὀφθαλμοῖσιν ὅρηαι Ἀντιόπη κρείουσα παλαιοῦ Ναυβολίδαο . Νέστωρ δ ' οἶος ἄλυξεν |
καὶ Ἑλένη καὶ γάμον ἐδαίσαντο σφῶν Ποσειδῶν τε αὐτὸς καὶ Ἀμφιτρίτη Νηρηίδες τε ξύμπασαι καὶ ὁπόσοι ποταμοὶ καὶ δαίμονες ἔρχονται | ||
: ὦ γεραιά , ὡς τὸ [ ε ] κλυτὸς Ἀμφιτρίτη : λείπει ἡ διά : ἤκουσά του λέγοντος : |
τοῦ † ἀργήπου τοῦ Κηφέως τοῦ Ποσειδῶνος , μητρὸς δὲ Ἀταλάντης τῆς Ἰάσου : Ἀταλάντης γόνος : ταύτην Μειλανίων ἔγημε | ||
Κηφέως τοῦ Ποσειδῶνος , μητρὸς δὲ Ἀταλάντης τῆς Ἰάσου : Ἀταλάντης γόνος : ταύτην Μειλανίων ἔγημε τῇ τέχνῃ τῶν μήλων |
δὲ αὐτὸν Ἀριστοφάνης ὡς παρασίτους ἔχοντα , καὶ διὰ τὸν Λαΐδος ἔρωτα . κωμῳδεῖται δὲ ὡς συώδης ἐν τοῖς ἑταίροις | ||
τοῖς προτέροις ποσίν . ἔστι δὲ καὶ ἄλλο ἐν Θεσσαλίᾳ Λαΐδος φάμενον μνῆμα εἶναι : παρεγένετο γὰρ καὶ ἐς Θεσσαλίαν |
τὸ αὐτὸ σημαίνει . τινὲς δὲ τὸ ὀρνιθόγονον ἐπὶ τῆς Λήδας ἐξεδέξαντο . φασὶ γὰρ αὐτὴν εἰς Νέμεσιν μεταβληθεῖσαν οὕτω | ||
οἱ μὲν λέγουσι τῆς Νεμέσεως , οἱ δέ , τῆς Λήδας , βουλόμενος συγγενέσθαι αὐτῇ καὶ μὴ ὁραθῆναι ὑπὸ τῆς |
αὐτὸν ὡς πάντα ἐν ὅπλοις καὶ πολεμικῇ θεῷ , τῆς Οὐρανίας τὸ ἄγαλμα μετεπέμψατο , σεβόντων αὐτὸ ὑπερφυῶς Καρχηδονίων τε | ||
ἀπὸ Σκανδείας στάδια ὡς δέκα . τὸ δὲ ἱερὸν τῆς Οὐρανίας ἁγιώτατον καὶ ἱερῶν ὁπόσα Ἀφροδίτης παρ ' Ἕλλησίν ἐστιν |
: ἢ γὰρ τὸν οὐρανὸν προσαράξειν ἢ τὰ κρυπτὰ τῆς Ἴσιδος ἐκφανεῖν ἢ τὸ ἐν Ἀβύδῳ ἀπόρρητον δείξειν ἢ στήσειν | ||
ζῴοις ὅμοιον : εἶτ ' ἄλλο ὄρος ἱερὸν ἔχον τῆς Ἴσιδος , Σεσώστριος ἀφίδρυμα : εἶτα νῆσος ἐλαίᾳ κατάφυτος ἐπικλυζομένη |
. . . διὰ τὸ τὴν Λητὼ τεκοῦσαν καὶ τὴν Ἄρτεμιν κομίζουσαν γενομένην κατὰ τὸν τόπον , οὗ νῦν βωμὸς | ||
Λητὼ καὶ δάφνης καὶ φοίνικος πρῶτον ἐκεῖ φανέντων ἁψαμένη τὴν Ἄρτεμιν γεννᾷ , ἡ δὲ ταύτην μαιεύει , καὶ τίκτει |
ἣ δακρυόεσσα φύγεν , λίπε δ ' αὐτόθι τόξα . Λητὼ δὲ προσέειπε διάκτορος Ἀργειφόντης : Λητοῖ ἐγὼ δέ τοι | ||
παρέξει τὴν χρείαν αὐτῷ ἀναφανεῖσα καὶ μηκέτι πλέουσα ; Τὴν Λητὼ ἐπ ' αὐτῆς δεῖ ἀποκυῆσαι : ἤδη δὲ πονήρως |
μὲν ἐν κόλποισι Διωνύσοιο φυλάσσων , κρατὶ δ ' ἔχων λεύκαν , Ἡρακλέος ἱερὸν ἔρνος , πάντοθι πορφυρέαισι περὶ ζώστραισιν | ||
οἵ ποτε Κύπρις ἑλοῖσα μῆλα Διωνύσου δῶκεν ἀπὸ κροτάφων . λεύκαν Ἡρακλέος : Ἐρατοσθένης ἐν πρώτῳ Ὀλυμπιονικῶν φησι τὸν Ἡρακλέα |
παρ ' αὐτὴν ἱερὸν Κλαρίου , καὶ τὸ ὄνομα ἀπὸ Κλάρου ἐτέθη τούτῳ τῷ μαντείῳ , ὅτι δὴ ὁ χῶρος | ||
θεοῦ , ὑπὸ Μαντοῦς τῆς Τειρεσίου θυγατρὸς καθιδρυμένον ἢ ὑπὸ Κλάρου τινὸς ἥρωος , ὡς Θεόπομπος . Νέαρχος δὲ . |
Κάδμος ὁ Ἀγήνορος ἐφιλοποιήσατο : καὶ ἀποθανούσης Τηλεψάης γαμεῖ τὴν Ἁρμονίαν ὁ Κάδμος καὶ ἀποστέλλει τὸν Δάρδανον εἰς τὴν Ἀσίαν | ||
φυτευθῆναι . ὅπου αἱ δυνάμεις τῶν ἐννέα Μουσῶν : ξανθὰν Ἁρμονίαν : ἔνιοι λέγουσι τὸν Εὐριπίδην τὰς Μούσας λέγειν Ἁρμονίας |
ταῖς ὄχθαις τοῦ Σαγγαρίου ἔρρηξε τοὺς δεσμοὺς τοῦ Διὸς ὁ Διόνυσος ἤδη τρόφιμος ὤν . : ἐνάπτεσθαι δὲ καὶ καθάπτεσθαι | ||
Οὕτω γὰρ τοὺς λόγους ποιεῖς ὡς πάντα προσδέχεσθαι . . Διόνυσος , ὃς : Ὑψιπύλης ἡ ἀρχή . 〚 κάθαπτος |
δὲ Οὐρανίας μὲν Λίνον , Καλλιόπης δὲ , Ὀρφέα , Μελπομένης δὲ Θάμυριν , Εὐτέρπης δὲ Ῥῆσον , Τερψιχόρης δὲ | ||
παντὸς συνταξάμενος . Σειρῆνες δὲ καὶ Μέλπος τῆς Τερψιχόρης καὶ Μελπομένης , ὡς χορείας καὶ μολπῶν εὑρεταί . Ἐρατοῦς δὲ |
, ἐπὶ τοσοῦτον ἦλθεν ἡδυπαθείας ὡς καὶ τοὺς περὶ τὴν Σκύλλαν ἰχθῦς κατὰ σπουδὴν γράψαι . περὶ δὲ Φιλοξένου τοῦ | ||
τριῶν καὶ τεττάρων πλέθρων οὐκ ἐπινεῖ περαιτέρω , πλὴν εἰ Σκύλλαν εἴποις : οὐδὲ ὅταν ἐκβῇ τῆς θαλάττης ἢ τῆς |
ἱερὸν ἀνιόντι ἔστιν ἐν δεξιᾷ τῆς ὁδοῦ τὸ ὕδωρ τῆς Κασταλίας , καὶ πιεῖν ἡδὺ καὶ λοῦσθαι καλόν . δοῦναι | ||
Πˈρόφασιν Βαττιδᾶν ἀφίκετο δόμους θεμισκρεόντων : ἀλλ ' ἀρισθάρματον ὕδατι Κασταλίας ξενωθεὶς γέρας ἀμφέβαλε τεαῖσιν κόμαις , ἀκηράτοις ἁνίαις ποδαρκέων |
περικλυτός ὅν ποτε Βάκχῳ νύμφη ὑποκλινθεῖσα παρ ' Ἀσωποῖο ῥοῇσι τίκτεν , ἄμωμον ἔχοντα δέμας καὶ ἐπίφρονα μῆτιν . Κηφεύς | ||
Διονύσου Βακχῶν : Θυὰς γὰρ ἡ Βάκχη . Μόνον ἀθανάτα τίκτεν ] * Ὅσους παῖδας ἡ Θέτις ἐγέννα , ἐν |
νιν ] ὁ Δαλογενὴς [ ] υἱὸς βαθυζώνοιο [ ] Λατοῦς δέκτο [ ] βλεφάρῳ [ ] : πολέες δ | ||
φωνὰν ἀκαμάταν κατθεμένα πρὸ ποδῶν : „ Αἰθοπίᾳ με κόρᾳ Λατοῦς ἀνέθηκεν Ἀρίστα Ἑρμοκλειδαία τῶ Σαϋναϊάδα , σὰ πρόπολος , |
εἷλκον ἀκάνθας . ἡ δὲ Φαληρικὴ ἦλθ ' ἀφύη , Τρίτωνος ἑταίρη , ἄντα παρειάων σχομένη ῥυπαρὰ κρήδεμνα τοὺς δ | ||
: αὔξεται γὰρ ὑπὸ τῆς κατασυρομένης ἰλύος τῆς Νείλου . Τρίτωνος ἐκβολαῖσιν τοῦ Νείλου ταῖς ἐκχύσεσι καὶ ταῖς ἀναβάσεσι . |
λέγειν ὅτι οὐκ οἴδαμεν , εἰ ἔστι τις Δημήτηρ ἢ Κόρη ἢ Πλούτων : ἵνα μὴ λέγω , ὅτι νυκτὸς | ||
μὲν ἡ γῆ καλεῖται , ὅτι πάντων ἡ γῆ μήτηρ Κόρη δὲ νῦν καὶ Περσεφόνη , τὰ ἐκ τῆς γῆς |
. τὴν δὲ Μετώπην φασὶ γήμαντα Ἀσωπὸν τὸν Ὠκεανοῦ , Λάδωνος οὖσαν θυγατέρα , τεκνῶσαι Κέρκυραν , Αἴγιναν , Σαλαμῖνα | ||
μήτηρ ἤτοι τῶν Θηβῶν . . Ἡ Μετώπη θυγάτηρ ἦν Λάδωνος τοῦ ποταμοῦ , γυνὴ δὲ Ἀσωποῦ τοῦ ἐν Θήβαις |
. . . . . . . . . . Ἄντρον ἦν τι περὶ Θήβας τὰς Αἰγυπτίας προσεικασμένον σύριγγι εἰς | ||
, Ἰήσονα κυδαίνουσα . κεῖνο καὶ εἰσέτι νῦν ἱερὸν κληίζεται Ἄντρον Μηδείης , ὅθι τούσγε σὺν ἀλλήλοισιν ἔμειξαν , τεινάμεναι |
Θεμιστοῦς γενέσθαι παῖδας , Σχοινέα , Ἐρύθριον , Λεύκωνα , Πτῷον : νεωτάτους δὲ Φρίξον καὶ Ἕλλην : οὓς διὰ | ||
ἀνώροφον στέγην εἱρκτῆς ἁλιβδύσασα λυγαίας δέμας , ἡ τὸν Θοραῖον Πτῷον Ὡρίτην θεὸν λίπτοντ ' ἀλέκτρων ἐκβαλοῦσα δεμνίων , ὡς |
περὶ αὐτὴν ὄρνιθες . . . Ἰδίως δὲ Μνασέας φησὶ Στυμφάλου τινὸς ἥρωος καὶ Ὄρνιθος γυναικὸς γενέσθαι Στυμφαλίδας θυγατέρας : | ||
, τὴν δὲ λίμνην συσταλῆναι : τὸν Ἐρασῖνον δὲ παρὰ Στυμφάλου ῥέοντα ὑποδύντα ὑπὸ τὸ ὄρος ἐν τῇ Ἀργείᾳ πάλιν |
οὐ μόνον δὲ τῇ γλώττῃ προσέπαιξε , τῇ παρονομασίᾳ τοῦ βρέτας , ἀλλὰ καὶ φησὶν ὅτι εἰ μὴ ἦσαν θεοί | ||
' ἐμμανῆ πλανώμενον . ἐλθὼν δ ' Ἀθήνας Παλλάδος σεμνὸν βρέτας πρόσπτυξον : εἴρξει γάρ νιν ἐπτοημένας δεινοῖς δράκουσιν ὥστε |
ἔστιν οὖν κατ ' ἔμφασιν ἡ ἶρις . Πλάτων φησὶ Θαύμαντος αὐτὴν γενεαλογῆσαι τοὺς ἀνθρώπους διὰ τὸ θαυμάσαι ταύτην . | ||
σε θαυμάζειν . ” διὸ καὶ τὴν Ἶριν ὁ ποιητὴς Θαύμαντος θυγατέρα εἶπε . φιλόμυθος δὲ ὁ φιλόσοφός πώς ἐστιν |
] , οἱ πολλοὶ δὲ Κισσέως . ἔνιοι δὲ γράφουσιν Ἑκάβης παῖς γεγὼς τῆς Κισσίας καὶ στοχάζονται ἀπὸ γένους τινὸς | ||
Καὶ τότε λευγαλέοις ἐπὶ πένθεσι κύντερον ἄλγος τλήμονος ἐς κραδίην Ἑκάβης πέσεν : ἐν δέ οἱ ἦτορ μνήσατ ' ὀιζυροῖο |
' πολακτίσῃς λέχος τὸ Ζηνός , ἀλλ ' ἔξελθε πρὸς Λέρνης βαθὺν λειμῶνα , ποίμνας βουστάσεις τε πρὸς πατρός , | ||
ναῦται πρῶτα Καρνῖται κύνες , οἳ τὴν βοῶπιν ταυροπάρθενον κόρην Λέρνης ἀνηρείψαντο , φορτηγοὶ λύκοι , πλᾶτιν πορεῦσαι κῆρα Μεμφίτῃ |
ὅτι τῇ τοῦ Ἡλίου ἀντίμιμον ἐποιήσατο διφρείαν ὑποζεύξας ἵππους λευκοὺς ἀνήγαγεν εἰς τὰ ἄστρα : πρῶτόν τε Ἀθηνᾷ πομπὴν ἤγαγεν | ||
ἐκ τοῦ οὖν Θησέως ἔλαβεν αὐτὴν ὁ Διόνυσος , καὶ ἀνήγαγεν αὐτὴν ἐν τῇ Νάξῳ , καὶ συνεμίγη αὐτῇ . |
ἐτέων ὢν πέντ ' ἐπὶ πεντήκοντα . κλυτομήτης Φλεγύα ] κούρα περιώνυμε μᾶτερ ἀλεξιπόνοιο [ ] [ ] θεοῦ ﹙ | ||
τοῖσιν ἂν δαίμων θέλῃ . Ταῦτ ' οὐκ ἐπιλεξαμένα Θεστίου κούρα δαΐφρων μάτηρ κακόποτμος ἐμοὶ βούλευσεν ὄλεθρον ἀτάρβακτος γυνά , |
ἀντὶ τοῦ ἀγαθὸν καὶ μεμουσωμένον . Κυδωνικὸν δὲ ἀντὶ τοῦ Κρητικὸν ἀπὸ τόπου . καὶ Ὅμηρος : ἐν δὲ Κρῆτες | ||
ἐς πῦρ καὶ ἀριπρεπὲς ἔργον ἔτευξαν . Δικταῖον : τὸ Κρητικὸν σπήλαιον : Δίκτη γὰρ ὄρος Κρήτης . ἀμφοτέρῃσιν : |
δὲ οὐχ ἧσσον τὸ Κηφισοδότου : καὶ γὰρ οὗτος τῆς Εἰρήνης τὸ ἄγαλμα Ἀθηναίοις Πλοῦτον ἔχουσαν πεποίηκεν . Ἀφροδίτης δὲ | ||
Ἄρηος πλήγματα [ ] ? καὶ σακέων ἐστόρεσεν πάταγον , Εἰρήνης μόχθους εὐώπιδος ἔνθα κλαδεύσας γῆν ἐπὶ Νειλῶτιν νίσετο γηθαλέος |
περίβολός ἐστι λίθων , καὶ τὸν Πλούτωνα ἁρπάσαντα ὡς λέγεται Κόρην τὴν Δήμητρος καταβῆναι ταύτῃ φασὶν ἐς τὴν ὑπόγεων νομιζομένην | ||
χερσὶν ἁτεχνησάμην , τὰ δ ' οἷα πάσχω συγκατοικτιουμένη . Κόρην γάρ , οἶμαι δ ' οὐκέτ ' , ἀλλ |
συγκόπτεσθαι ξένον , ἐπεὶ οὕτως ἔχει τὸ σπάργανον , τὸ ἕδνον , τὸ τέκνον , τὸ δάκνω , τὸ Ἐριχθονίδαι | ||
ὁ Πέλοψ ἐξαίρετον εἴληφε παρὰ τῆς Ἱπποδαμείας νικήσας τὸν Οἰνόμαον ἕδνον . ἔπελθε . ὕμνησον . ἀκρωτήριον Ἄλιδος : τὴν |
Περικλύμενόν τ ' ἀγέρωχον ὄλβιον , ᾧ πόρε δῶρα Ποσειδάων Ἐνοσίχθων παντοῖ ' : ἄλλοτε μὲν γὰρ ἐν ὀρνίθεσσι φάνεσκεν | ||
τῷ κινητικῷ θεῷ προσήκουσαν ἡμέρανὃς καὶ τὴν ἀκίνητον γῆν κινεῖ Ἐνοσίχθων καλούμενοςοἰκείωσαν ταῦτα τὰ ζῷα ὁρμητικὰ ὄντα , καὶ μήποτε |
. ΛΕΞ . . . , : Θυηλαί : Φιλόχορος Γῆς παῖδας εἶναι Θυηλάς , ἃς πρῶτον θύουσιν . 〚 | ||
. . . Ὁ δὲ τὸ Ἐξηγητικὸν ποιήσας Οὐρανοῦ καὶ Γῆς φησὶν αὐτοὺς εἶναι παῖδας , ὀνόματα δὲ αὐτοῖς Κόττον |
: πόλις τοῦ Πόντου ἡ Σινώπη , ὠνομασμένη ἀπὸ τῆς Ἀσωποῦ θυγατρὸς Σινώπης , ἣν ἁρπάσας Ἀπόλλων ἀπὸ Ὑρίας ἐκόμισεν | ||
Διονύσου τελετὰς ᾆδε , μήτε τριετηρίδας ἑορτὰς , μὴ χοροὺς Ἀσωποῦ , μὴ πλοῦν Ἀργοῦς , μὴ γένος ἡρωϊκὸν , |
μνησάμεναι Δηοῖ πολυωπέας ἤνυσαν ὄμπας βοσκόμεναι θύμα ποσσὶ καὶ ἀνθεμόεσσαν ἐρείκην . δήποτε δ ' ἢ ῥοδέοιο νέον θύος εὔτριχι | ||
νομὸν στείβουσι δράκοντε . λάζεο δ ' ἀνθεμόεσσαν ἄφαρ τανύφυλλον ἐρείκην , ἥν τε μελισσαῖος περιβόσκεται οὐλαμὸς ἕρπων : καὶ |
κυκλώπων ἕδος τραπεζίτην Πάριν φοινικελίκτην καὶ λόγων ἀλαζόνα χαλκόδοντας στόλους χθονίαν λώβαν χθονίους Ἰναχίδας . . χρωματισθεὶς εὐθὺς ἐξ εὐνῆς | ||
ὕμνον προσυμνήσω , ὦ Σελήνη , καὶ τῇ Ἑκάτῃ . χθονίαν δὲ τὴν Ἑκάτην φησί , παρόσον Περσεφόνης τροφός , |
Ἀλκμήνης λίθον καὶ αὐτὸν ἐξελόντες ἔστησαν ἐν τῷ ἄλσει , ὅθιπέρ ἐστι τὸ ἡρῷον τὸ τῆς Ἀλκμήνης ἐν Θήβαις . | ||
δὲ Βριτόμαρτις ἀποβᾶσα ἐκ τοῦ πλοίου κατέφυγεν εἰς ἄλσος , ὅθιπέρ ἐστι νῦν αὐτῆς τὸ ἱερόν , κἀνταῦθα ἐγένετο ἀφανής |
ἔτι νέα οὖσα καὶ Σκιώνη καὶ Ἱππάφεσις καὶ Θεόκλεια καὶ Ψαμάθη καὶ Λαγίσκα καὶ Ἄνθεια καὶ Ἀριστόκλεια . Δημοσθένη δὲ | ||
ἐκεῖνα ἐλυμαίνετο . Θέτιδος δὲ δεηθείσης ἀπελίθωσε τοῦτον πάλιν ἡ Ψαμάθη περὶ οὓς εἴπομεν τόπους . ζήτει δὲ ἐν τῇ |
νήησαν , ἀπειρεσίην χύσιν ἄγρης . οἷον δ ' ἐργατίναι Δηοῦς πόνον ἐκτελέσαντες , πνοιῇς χερσαίοις τε διακρίναντες ἐρετμοῖς καρπόν | ||
Ἀχελωίῳ εὐνηθεῖσα γείνατο Τερψιχόρη , Μουσέων μία , καί ποτε Δηοῦς θυγατέρ ' ἰφθίμην , ἀδμῆτ ' ἔτι , πορσαίνεσκον |
γάρ σε φυγεῖν Κέκροπος πόλις : ἀλλὰ σὺ μέν που Παλλάδος ἄστυ φύγες , Πλουτέα δ ' οὐκ ἔφυγες . | ||
κελαινὸν εἰς ἕδρανα λάϊνα δάπεδά τε , φονέα πατρίδι , Παλλάδος θέσαν θεᾶς . ἐπὶ δὲ πόνωι καὶ χαρᾶι νύχιον |
πᾶσαι βοῶνται . καὶ ἡ Δῆλος οὖν οὐχ , ὡς μεμύθευται , ἀπὸ τῆς Ἀστερίας μεταμορφώσεως τῆς Λητοῦς ἀδελφῆς , | ||
, πολύθρηνος καὶ πολύδακρυς , περὶ ἧς δὴ παλαιὸς ἀνθρώποις μεμύθευται λόγος : φασὶ γυναῖκά ποτε οὖσαν Αἰόλου τοῦ Ἕλληνος |
δὲ ἐν πρώτῃ περὶ Κυζίκου φησὶν ὅτι ” κτίσμα ἐστὶ Φερσεφόνης καὶ ὄνομα ἔχει Γίγαντος . οἱ γὰρ Γίγαντες ἀπορρήξαντες | ||
ἔθρεψε Γέλα , ὃς πολλοὺς μογεροῖσι μαραινομένους καμάτοισιν φῶτας ἀπέστρεψεν Φερσεφόνης ἀδύτων . . ἄκρον ἰατρὸν Ἄκρων ' Ἀκραγαντῖνον πατρὸς |
[ φασίν ] . Μάκριν δὲ ἀπὸ Μάκριδος τῆς Διονύσου τροφοῦ , Κέρκυραν δὲ ἀπὸ Κερκύρας τῆς Ἀσωποῦ θυγατρός . | ||
ἱκανῆς οὐ μεταλαμβάνει τροφῆς , ὥσπερ οὐδὲ δύο βρέφη ὑπὸ τροφοῦ μιᾶς ἐκτρεφόμενα . Τὰ ἔνριζα φυτὰ τῶν ἀμπέλων κατὰ |
τὰ θρυλλούμενα ἐν τῇ πόλει περὶ τῆς αὐτοῦ γυναικὸς ἰδίας Φαίδρας , ἐλυπεῖτο πρὸς αὐτήν : καὶ ἀγανακτήσας κατὰ τοῦ | ||
τί δ ' ἔστι , Φαίδρα : περὶ τὴν τῆς Φαίδρας ἀγωνίαν καταγινόμενος ὁ χορὸς οὐκ ἐπαισθάνεται τῶν τοῦ Ἱππολύτου |
ποδώκεας ὄρνιθας ὥς . ὄστρεά τ ' ἤνεικεν , Θέτιδος Νηρηίδος ὕδνα σόγκους δ ' οὐκ ἂν ἐγὼ μυθήσομαι οὐδ | ||
ἐμὴν ἐπεὶ γαμεῖς παῖδ ' , ὦ θεᾶς παῖ ποντίας Νηρηίδος . ποίους γάμους φήις ; ἀφασία μ ' ἔχει |
. μὴ κάρχαρον πορθεῖ με δῆγμα Κερβέρου ; μὴ τῆς Ἐχίδνης ἰὸς ἀμφιβόσκεται , ἢ διαβραχεὶς ἰχῶρι Κενταύρου πέπλος ; | ||
λῦσαι τῶν δεσμῶν . Φερεκύδης δὲ ἐν βʹ Τυφῶνος καὶ Ἐχίδνης τῆς Φόρκυνός φησι τὸν ἀετὸν τὸν ἐπιπεμφθέντα Προμηθεῖ . |
τοῦ οὐρανοῦ καὶ ὀξυτάτης ταύτης πάσης κινήσεως : διὸ καὶ Ἰαπετὸν κληθῆναι παρὰ τὸ ἴεσθαι καὶ πέτεσθαι , ὑπὸ τῶν | ||
. . ἀποθραυσθῇς ] τῆς κοσμιότητος καὶ σεμνότητος ἀποπέσῃς . Ἰαπετὸν ] ἀρχαῖον ⌈ καὶ / μωρόν : ὁ γὰρ |
τὸ ταχὺ τῶν ἀνέμων . . Φόρκυνι δ ' αὖ Κητώ . ἡ Κητὼ δὲ συνελθοῦσα τῷ Φόρκυνι ἐγέννησε τὰς | ||
. Στεψαμένη θαλεροῖσι συνήντετο δικτάμνοισι . Ὅσσους εὐρυκόωσα Τυφάονι κύσατο Κητώ . Ἀελλόποδός θ ' ἁρπυίας Βουκολέων Τρηχινίδα Τυμφρηστοῖο αἰπῆς |
' ὀνείρατα . ὁ δ ' ἔς τε Πυθὼ κἀπὶ Δωδώνης πυκνοὺς θεοπρόπους ἴαλλεν , ὡς μάθοι τί χρὴ δρῶντ | ||
ἐκ δὲ τῆσδε ποῖ περῶ ; Θεσπρωτὸν οὖδας . σεμνὰ Δωδώνης βάθρα ; ἔγνως . τί δὴ τόδ ' ἔρυμά |
εἶναι παῖδας , ὃς Εὐρύπυλος γήμας Στερόπην τὴν Ἡλίου , Πασιφάης δὲ ἀδελφὴν γεννᾷ Λυκάονα καὶ Λεύκιππον ὃς Εὐρύπυλος καὶ | ||
ἤτοι ἐξάδελφοι . ἀδελφῶν γὰρ , ὡς ἔφην , παῖδες Πασιφάης ὁ Γλαῦκος , Αἰήτου ὁ Ἄψυρτος , Κίρκης δὲ |
δὲ προσηγορίᾳ τὸν οἰκεῖον λόγον ἀπονέμοντές φασιν ὠνομάσθαι τὴν μὲν Κλειὼ διὰ τὸ τὸν ἐκ τῆς ποιήσεως τῶν ἐγκωμιαζομένων ἔπαινον | ||
τὰ ἐκ τοῦ Ἑλικῶνος ἀγαθὰ ἔχουσα , οὐχ ὥσπερ ἡ Κλειὼ καὶ ἡ Πολύμνια καὶ ἡ Καλλιόπη καὶ αἱ ἄλλαι |
Πυθιονίκαν σὺν βαθυζώνοισιν ἀγγέλλων Τελεσικˈράτη Χαρίτεσσι γεγωνεῖν ὄλβιον ἄνδρα διωξίππου στεφάνωμα Κυράνας : τὰν ὁ χαιτάεις ἀνεμοσφαράγων ἐκ Παλίου κόλπων | ||
δέξαι σὺν εὐμενείᾳ , ἤγουν εὐμενῶς ὑπόδεξαι , τόδε τὸ στεφάνωμα τοῦ ἐνδόξου μίδα τὸ ἐκ πυθῶνος , ἤτοι τὸν |
περιφανὲς τὸ τοῖς μαθηταῖς ἐνδιδόναι μικρὰν ἐντεῦθεν ἔχειν ῥᾳστώνην εἴτε πανδήμου τινὸς ἑορτῆς ἀγομένης εἴτε σύγγραμμα νέου πεπληρωκότος , ἐφ | ||
κατεῖχε καὶ σκότος . Ἑταίρα ὄνομα , οὐκ ἐκ τοῦ πανδήμου καὶ ἀσελγοῦς ἐπιτηδεύματος . αἰσχύνασαι τὴν λατρείαν τὴν περὶ |
μεταφορᾶς τῶν τὰς φιλίας δι ' ὅρκου ποιούντων . ἡ Χρυσόθεμις ἀπελθοῦσα θῦσαι τῷ πατρὶ καὶ τὸν Ὀρέστου πλόκαμον ἐνταῦθα | ||
περισσά , οἷς ὁμόθεν εἶ καὶ γονᾷ ξύναιμος , οἵα Χρυσόθεμις ζώει καὶ Ἰφιάνασσα , κρυπτᾷ τ ' ἀχέων ἐν |
Διώνυσον Σεμέλη τέκε χάρμα βροτοῖσιν : οὐδ ' ὅτε Δήμητρος καλλιπλοκάμοιο ἀνάσσης , οὐδ ' ὁπότε Λητοῦς ἐρικυδέος , οὐδὲ | ||
ἴδον αἰνὰ πέλωρα . ἔσταν δ ' ἐν προθύροισι θεᾶς καλλιπλοκάμοιο , Κίρκης δ ' ἔνδον ἄκουον ἀειδούσης ὀπὶ καλῇ |
ἥ τ ' ἐπιχώριος ἡμετέρα θεὸς αἰγίδος ἡνίοχος , πολιοῦχος Ἀθάνα : Παρνασσίαν θ ' ὃς κατέχων πέτραν σὺν πεύκαις | ||
παραὶ Δία παμβασιλῆα : ] τόκα δὴ γλαυκῶπις ] ? Ἀθάνα φάτ ' ἐυφραδέως ] ποτὶ ὃν κρατερόφρονα πάτρω ' |