| ' ἐμοί . ἰὼ ἰώ , δυστόνων κακῶν ἄναξ , Ἐτεόκλεις ἀρχαγέτα . . . . . . ἰώ , | ||
| τὸν ἀδελφὸν οὗτος ἐξήλασεν . θ οἱ προστιθέντες ἐνταῦθα τὸ Ἐτεόκλεις ἀρχηγέτα ἀμαθεῖς εἰσι καὶ τῶν μέτρων καὶ τῆς ὀρθῆς |
| γάρ που ἐν ἑαυτῷ ὅλῳ τὸ ἓν ἐφάνη ὄν . Ὀρθῶς . Οὐκοῦν καὶ ἐν τοῖς ἄλλοις τὸ ἕν ; | ||
| μήτε πλῆθος μηδὲν μηδέποτε ἐᾶν δρᾶν μηδ ' ὁτιοῦν . Ὀρθῶς . Οὐκοῦν μιμήματα μὲν ἂν ἑκάστων ταῦτα εἴη τῆς |
| ἀλλὰ βοῦν σίτου καὶ οἴνου τράγον καὶ τοιαῦτα τοιούτων ἢ ὠνοῦμαι ἢ αὐτὸς ἀποδίδομαι σμικρὰ εἰπών τε καὶ ἀκούσας . | ||
| πλωϊζόμενον ; Πάνσεμνα φὴς καὶ ὀνησιφόρα τὰ μαθήματα , ὥστε ὠνοῦμαι αὐτὸν τῶν εἴκοσιν . Εἶεν . Τίς λοιπὸς ἡμῖν |
| κακοτεχνίαν εἶπεν : ” ἀλλ ' , ὦ οὗτος , πέπαυσο . ἐν σοὶ γάρ ἐστι τοῦτο , ὃ ἔχεις | ||
| ἀκούσασα ἔφη : „ ἀλλ ' , ὦ αὕτη , πέπαυσο ἐπὶ τούτῳ σεμνυνομένη : ὅσῳ γὰρ ἂν πλείονα τίκτῃς |
| ἑκάεργος Ἀπόλλων , ἀλλὰ χολωσαμένη Διὸς αἰδοίη παράκοιτις νείκεσεν ἰοχέαιραν ὀνειδείοις ἐπέεσσι : πῶς δὲ σὺ νῦν μέμονας κύον ἀδεὲς | ||
| μισγέσκετο καὶ φιλέεσκεν . ἥ ῥ ' Ὀδυσῆ ' ἐνένιπεν ὀνειδείοις ' ἐπέεσσι : “ ξεῖνε τάλαν , σύ γέ |
| δὲ τὴν τάξιν , “ νῦν δὲ φίλως χ ' ὁρόω καὶ εἰ δέκα πύργοι Ἀχαιῶν , ” καὶ ἐπιρρηματικῶς | ||
| καλουμένας Σηστὸν καὶ Ἄβυδον . καὶ Ὅμηρος „ ἄνδρ ' ὁρόω κρατερὼ ἐπὶ σοὶ μεμαῶτε μάχεσθαι , / ἶν ' |
| λέξον . ἀμφιπύλου γὰρ ἔσω μελάθρου γόον ἔκλυον , οὐδὲ συνήδομαι , ὦ γύναι , ἄλγεσι δώματος , ἐπεί μοι | ||
| τὸν ποτούμενον παρ ' ἐλπίδα θηρεύει . Νῦν τῇ τύχῃ συνήδομαι . Καὶ οὐκ ἄρα σκαιὸς ἦν ὁ ἄνεμος , |
| . ” ἀκράαντα ἀτελείωτα : “ αὕτως ἀκράαντον . ” ἀκριτόμυθε ἄκριτα καὶ ἀδιάστατα λαλῶν : “ Θερσῖτ ' ἀκριτόμυθε | ||
| γὰρ νῦν ὁ ὀξύς . καὶ Ὅμηρος : Θερσῖτ ' ἀκριτόμυθε , λιγύς περ ἐὼν ἀγορητής , ἴσχεο . οὐ |
| Ἱππόκρατες ; ἐγὼ δὲ , οὐδὲν , ἔφην , ὦ Δημόκριτε , ἀλλ ' οὐκ οἶδ ' ὅπως προὔπεσον : | ||
| καὶ τυγχάνω ἐκ πατέρων ἴδιος ξένος : ἀλλὰ σὺ , Δημόκριτε , τῇ κρείσσονί με ξενίῃ δέχου , καὶ πρῶτόν |
| , τὴν ἐμὴν αἰδῶ μεθείς . δίομαι μὲν χαρίσασθαι , δίομαι δ ' ἀντία φάσθαι , λέξας δύσλεκτα φίλοισιν . | ||
| χαρίσασθαι ] τὰ πρὸς χάριν εἰπεῖν δέδια μέν σοι . δίομαι ] δέδια . ἀντία ] ἀληθεῦσαι : λυπηθήσῃ γάρ |
| δωροῦμαι , εἰς δῶρον αἱρῶ καὶ εἰς δῶρον αἱροῦμαι , ἀποτρέπομαι , εὐωχοῦμαι , καταρῶμαι , ἐκλαλῶ , ἀλλοτριοῦμαι , | ||
| ἀθυμίαν παρέσχεν , ἅπαντ ' ἐρῶ πρὸς ὑμᾶς καὶ οὐκ ἀποτρέπομαι , ὅτι πολλῶν καὶ μεγάλων καὶ καλῶν ὄντων ὧν |
| . ἀλλ ' ἤδη αὐτὰ ἀφαιροῦμαι : οἷον , οὐ διστάζω . ἐπεὶ εἶπε σπουδάσεις , λέγει οὐ σπουδάσω λόγοις | ||
| ' εἰκών : φέρ ' ἰδώμεθα , μὴ Βερενίκας : διστάζω , ποτέρᾳ φῇ τις ὁμοιοτέραν . Λύσιππε , πλάστα |
| εἶναι . Νῦν δ ' ἴομεν ποτὶ κοῖτον , ἐπεὶ χατέοντι μάχεσθαι βέλτερον ὑπνώειν ἢ ἐπὶ πλέον εἰλαπινάζειν . Ὣς | ||
| τοῖσδ ' ἐπέεσσιν : “ Οὐκ ἂν δὴ ξείνῳ τλαίης χατέοντι καὶ αὐτῷ ἢ δόλον ἤ τινα μῆτιν ἐπιφράσσασθαι ἀέθλου |
| ζάψ . Πτωκὰς κύπειρος Μᾶτερ ὦ ποντία κλῦθι Νυμφᾶν ἁβρᾶν Δῶρι , κυμοκτύπων τ ' ἤραν ' ἁλίων μυχῶν . | ||
| δ ' ἐν Μνηματίῳ φησίν : ψῦξον τὸν οἶνον , Δῶρι . Πρωταγορίδης δ ' ἐν βʹ τῶν κωμικῶν ἱστοριῶν |
| , οὔτ ' ἔπειτα γενήσεται οὔτε γενηθήσεται οὔτε ἔσται . Ἀληθέστατα . Ἔστιν οὖν οὐσίας ὅπως ἄν τι μετάσχοι ἄλλως | ||
| ὃς ἂν τὰ ὀνόματα εἰδῇ εἴσεται καὶ τὰ πράγματα . Ἀληθέστατα λέγεις . Ἔχε δή , ἴδωμεν τίς ποτ ' |
| ἀναβιβάζει τὸν τόνον , πλὴν τῶν παρὰ τὸ φρήν , Ἀγάμεμνον κακόδαιμον χαμαίλεον : δαΐφρον δὲ καὶ περίφρον παροξυτόνως : | ||
| : κρῖν ' ἄνδρας κατὰ φῦλα , κατὰ φρήτρας , Ἀγάμεμνον : ὣς φρήτρη φρήτρῃφιν ἀρήγει , φῦλα δὲ φύλοις |
| φίλα . [ καὶ δή ς ' ἐρωτῶ πρῶτον ὧν χρήιζω τυχεῖν : ] τί τὸ στέρεσθαι πατρίδος ; ἦ | ||
| εἰδέναι , κἀγὼ λέγειν τὰ μὴ φίλ ' οὐ ] χρήιζω δόμοις . μή νύν με κρύψηις , εἴ τι |
| μεγίστου ἡ σκέψις , ἀγαθοῦ τε βίου καὶ κακοῦ . Ὀρθότατα , ἦ δ ' ὅς . Σκόπει δὴ εἰ | ||
| ἢ τὴν τοῦ ἀγαθοῦ μοῖραν αὐτὴν τιθέντες ὀρθῶς θήσομεν ; Ὀρθότατα μὲν οὖν . Οὐκοῦν ὅπερ ἀρχόμενος εἶπον τούτου τοῦ |
| καρποῖς ἡ πάχνη λυμαίνεται , καὶ τοὺς ἱδρῶτας τοῖς ἀνέμοις χαρίζομαι . ἄνδρες δικασταί φθεγγομένους διηνεκῶς ἡ τῶν γεωργῶν τάξις | ||
| πράξω δὲ ὅμως τὸ τοιοῦτον , εἰ καὶ μὴ πᾶσι χαρίζομαι . σπουδάζουσιν εἰς ὑπεροχὴν ἔχειν : διὸ οὐδ ' |
| μεγίστην , μείζονα καὶ ἔξοχον . ὑπέρτατον ] γρ . ὑπέρτονον . ἰὼ ] ἐπὶ χαρᾶς εἴληπται , εἰς χαράν | ||
| ἐκθέσει ἰαμβεῖα τρίμετρα ἀκατάληκτα . βοάσομαι . . . τὰν ὑπέρτονον : παρὰ τὰ ἐκ Πηλέως Εὐριπίδου . ἐπιφέρει γὰρ |
| εὑρόντες ἐπειθόμεθ ' ἄν , ἄμουσον δέ , ἠπιστοῦμεν ; Ἀληθῆ . Νῦν δέ γ ' , οἶμαι , εἴ | ||
| οἶμαι οὕτω καλῶς ὡς δρεπάνῳ τῷ ἐπὶ τούτῳ ἐργασθέντι . Ἀληθῆ . Ἆρ ' οὖν οὐ τοῦτο τούτου ἔργον θήσομεν |
| ἠξίουν δούλους φονεύειν φασγάνοις ἐλευθέροις . τύχην τοιαύτην σῶν κασιγνήτων κλύεις . ἐγὼ μὲν οὖν οὐκ οἶδ ' ὅτῳ σκοπεῖν | ||
| ἀθυμίας : καὶ παραλύεταί μου τὰ μέλη ἐλαύνομαι ] διώκομαι κλύεις ] † ἤγουν ἤκουσας πραχθέντ ' ] ἃ ἐπράχθη |
| ' αὖθις φράσον . Φονέα σέ φημι τἀνδρὸς οὗ ζητεῖς κυρεῖν . Ἀλλ ' οὔ τι χαίρων δίς γε πημονὰς | ||
| × – ἐγὼ μάγειρος ἀρτύσω σοφῶς ἔχε τὸ δελήτιον Βουθοία κυρεῖν δρῶντα ? ? δηλοῦν τί ; χρη [ Ƨἐργάτην |
| αὐτὸς θεασάμενός τινα ὀργιζόμενον καὶ διὰ τῶν λόγων σφοδρῶς χαλεπαίνοντα ὑποτυχὼν ἔφη : ” μὴ τοὺς λόγους δι ' ὀργῆς | ||
| αὐτὸν ἄρτῳ τὸ αἷμα ἐκμάξαντα τῷ δακόντι κυνὶ βαλεῖν , ὑποτυχὼν ἔφη : „ ἀλλ ' ἐὰν τοῦτο πράξω , |
| ” παίζων εἴρηκεν : ἔστι γὰρ ἡ κλητικὴ “ ὦ Στρεψιάδη ” , οὐ “ Στρεψίαδες ” . Στρεψίαδες ] | ||
| εἰς η αὐτὴν ἔχειν : τὸ γὰρ Στρεψιάδης Στρεψιάδου ὦ Στρεψιάδη καὶ Ἡρακλείδης Ἡρακλείδου ὦ Ἡρακλείδη γενόμενα Στρεψίαδες καὶ Ἡράκλειδες |
| θαυμάζων ἱππέων ἔφοδον . προφάσεις δὲ ἐξευρίσκουσι γελοίως . κρομμύων ὀσφραίνομαι : Τοῦτο γὰρ συμβαίνει , τὸ δακρύειν ἀκουσίως , | ||
| ἐστιν ; Ἱππέας ὁρῶ . Τί δῆτα κλάεις ; Κρομμύων ὀσφραίνομαι . Ἐπεὶ προτιμᾷς γ ' οὐδέν ; Οὐδέν μοι |
| ἀντίδοσιν , οἷον ὅτι τοσάδε σοι μέλλω δοῦναι ὑπὲρ ὧν μαθήσομαι καὶ τοσάδε ὑπὲρ ὧν τερφθήσομαι . ἡ μὲν οὖν | ||
| τίνος ἀκούσω : τίνος κλύω : ἀπὸ τίνος ἀκούσω καὶ μαθήσομαι τὸ συμβάν σοι αἴτιον ὅθεν ἀπώλου : ἦ , |
| ! ] . ἔζεσθε ? ? [ ] ? , Μητροῖ ? ? ? . Πίστε [ , ! ! | ||
| ἄξεις τότ ' ἀμελιτῖτιν ἐορτὴν ἐξ ἐορτῆς . κάθησο , Μητροῖ ? . τῆι γυναικὶ θὲς δίφρον ἀνασταθεῖσα ? ? |
| . καὶ γὰρ εἰ πράττει κακῶς , τοῦτό γε οὐκ ἀρνοῦμαι , ἄλλως θ ' ὅτε ἀδικεῖ μὲν οὐδέν , | ||
| ἐκ τοῦ πράγματος γιγνομένας πρὸς ἑτέρους φιλονεικίας καὶ μάχας οὐκ ἀρνοῦμαι μὴ οὐχὶ συμβεβηκέναι μοι . Περὶ δὲ τῶν ποιημάτων |
| , σάφ ' ἴσθι , λευσίμους ἀράς . σὺ ταῦτα φωνεῖς νερτέρᾳ προσήμενος κώπῃ , κρατούντων τῶν ἐπὶ ζυγῷ δορός | ||
| . Τίν ' αὖ σὺ τήνδε πρὸς θυρῶνος ἐξόδοις ἐλθοῦσα φωνεῖς , ὦ κασιγνήτη , φάτιν , κοὐδ ' ἐν |
| γὰρ δικαία γλῶσς ' ἔχει κράτος μέγα ὦ παῖ , σιώπα : πόλλ ' ἔχει σιγὴ καλά τί ταῦτα πολλῶν | ||
| ἔχωδιαρρήξας τὸ ἱμάτιον αὐτοῦ εἶπε : Λάβε καὶ ἐργάζου καὶ σιώπα . Δύσκολόν τις ἠρώτα : Ποῦ μένεις ; ὁ |
| . [ πόλει δὲ καὶ σοὶ ταῦτ ' ἐπισκήπτω , Κρέον : ἤνπερ κρατήσηι τἀμά , Πολυνείκους νέκυν μήποτε ταφῆναι | ||
| ' ὅμως : τίνος μ ' ἕκατι γῆς ἀποστέλλεις , Κρέον ; δέδοικά ς ' , οὐδὲν δεῖ παραμπίσχειν λόγους |
| ὀρθοῖς ὄμμασιν οὐκ ἐάσει προσβλέπειν , κἂν δυνηθῶ λανθάνειν : λήσομαι δ ' οὐδαμῶς : εἰσὶ γὰρ ἐξετασταὶ μυρίοι τῶν | ||
| [ μηρῶν μεταξύ , [ ] ! τομηι [ ] λήσομαι : ἐσθλὴν γὰρ ἄλλην οἶδα τοιούτου ⌋ φυτοῦ ἴησιν |
| εἰ δὲ δή τι κἀμοὶ λόγου πρόσεστιν ἄξιον καὶ παιδεύειν ἐπιχειρῶ , οὐ πατήρ , ὡς ἔοικε , μόνον , | ||
| καὶ τὴν γλῶτταν ἀπολλύουσιν ὑπὸ τῆς σοφίας . Ἐγὼ δὲ ἐπιχειρῶ μέν , ὦ ἄνδρες , καὶ προθυμοῦμαι εἰς τὴν |
| Πατὴρ δέ σοι τίς ἐστιν ; Ἐμοί ; Μιαρώτατος . Οὔτοι μὰ τὴν Γῆν ἔσθ ' ὅπως οὐκ ἀποθανεῖ , | ||
| Τί ῥέξοντες ἀλλοκότῳ γνώμᾳ τῶν πάρος , ὧν προὔφαινες ; Οὔτοι νεμεσητὸν ἀλύοντα χειμερίῳ λύπᾳ καὶ παρὰ νοῦν θροεῖν . |
| μὲν , ἀλλὰ νῦν γε αὐτοὺς οὐχ ὁρῶ . . ἴστον : ἀντὶ τοῦ ἐγνώκατε . τὸ δὲ ἴστον δυϊκόν | ||
| ' ἐγὼ γὰρ ὁ βλέπων . Ἄφετόν με νῦν : ἴστον γὰρ ἤδη τἀπ ' ἐμοῦ . Μὰ Δί ' |
| διενυκτέρευσαν . σὺ δ ' ὡς ἐπὶ μήκιστον εὐτυχοίης . ἔρρωσο . καὶ τὸ μὲν μηδὲν παθεῖν τοιοῦτον οὐκ ἂν | ||
| τις οὕτως ἄθλιος ὡς τὸ αἰσχρὸν τοῦ καλοῦ προτιθέναι . ἔρρωσο . Ὅστις ἀρχαίως καὶ δοκίμως ἐθέλει διαλέγεσθαι , τάδε |
| ? ! [ Λυκουργ [ γυνὴ δ [ οὐκ ἐν ξεν ? [ πρὸς δ ' ἀ [ ἥκιστα [ | ||
| ον πᾱ [ ˘˘˘˘ – – – ] ων : ξεν [ – ˘˘˘ – – ] έμμεν ἁλίῳ ? |
| καὶ ἀκοῦσαι ; “ τί φήσομεν , ὦ Ἱππία ; Πάντως δήπου φήσομεν , ὦ Σώκρατες , καὶ ἐν τοῖς | ||
| ὅσον γέ με εἰδέναι . Ἆρ ' οὐδὲ γεωμετρικός ; Πάντως δήπου , ὦ Σώκρατες . Ἦ καὶ ἀστρονομικὸς καὶ |
| ἔνθεν ῥυῇ , καὶ ἠσθένησε τὰ τῆς δυνάμεως , ἐκεῖ ἐπίσχες . οὐ γὰρ πᾶν τὸ σῶμα ἠσθένησεν , ἀλλὰ | ||
| , τῶι δὲ πεῖσαι τὸν τρόπον . μικρὸν δ ' ἐπίσχες : οὐ μάτην γὰρ ἥκομεν , ἀλλ ' ὥσπερ |
| ἢ ἐννοίᾳ ἢ πράξει : ἀντὶ τοῦ : κατὰ τὴν σαυτῆς καρδίαν καὶ τὸν λογισμόν . προσλήψῃ σχήσεις : τέκνοις | ||
| αὐτὴν συνείς : “ Ἀλλὰ σύ γε οὐδενὸς μετέχεις τῶν σαυτῆς , ἀλλ ' ἔοικας τοῖς ἐν γραφαῖς ἐσθίουσιν . |
| ἄγχομαι , [ φλυαρῶ , περιβάλλομαι , ] κατατυγχάνω , προσλαλῶ , συνεπερείδομαι , συλλαλῶ , κατατυγχάνω , καταμέμφομαι , | ||
| ἔρχομαι , προσέρχομαι δὲ Ἀπολλωνίῳ , πρὸς Τρύφωνα λαλῶ καὶ προσλαλῶ Τρύφωνι , καὶ ἔστι μέν που καταφέρω οἶνον , |
| ] μάρτυρες . τελευταῖος τῶν τριμέτρων ἰάμβων . # . βοάσομαι : μέλος καὶ κομμάτιον . εἴσθεσις διπλῆς κώλων κʹ | ||
| ἐδανειζόμην ; πολλῷ γε μᾶλλον , κἂν παρῶσι χίλιοι . βοάσομαι τἄρα τὰν ὑπέρτονον βοάν . ἰώ , κλάετ ' |
| ' ἀνδρῶν ἐκ χερῶν μιαιφόνων [ καὶ τὴν τάλαιναν ἀθλίαν δάμαρτ ' ἐμὴν λάβωμεν , ἧι δεῖ ξυνθανεῖν ἐμῆι χερὶ | ||
| ὄντι δοὺς πόσει τάδε πάλιν πρὸς οἴκους σπεῦδ ' ἐμὴν δάμαρτ ' ἔχων , ὡς τοὺς γάμους τοὺς τῆσδε συνδαίσας |
| τῶν γὰρ οὐ δεῖται πόλις . ἴδοιτο δῆτ ' ἄνατον φυγὰν ἱκεσία Θέμις Διὸς κλαρίου . σὺ δὲ παρ ' | ||
| , ἐπεὶ προθυμῆι τῆσδε κοινοῦσθαι φυγῆς . ἴθ ' ἐς φυγὰν τάλαιναν : ὄρεγε χέρα φίλαν , πάτερ γεραιέ , |
| φόνῳ , τοῖον δ ' ἐπὶ μῦθον ἔειπεν : Ὦ κύον , ὥς τοι ἔγωγε φόνον στονόεντ ' ἐφέηκα σήμερον | ||
| κύων . κἄπειτ ' ἐκεῖνος εἶπεν : “ ὦ κύον κύον , εἰ νὴ Δί ' ἀντὶ τῆς κακῆς γλώττης |
| θεῶν δρᾶτε [ μηδαμῶς τάδε . σὼ δ ' αὐταδέλφω χερμάδ [ ' αἴρουσιν χεροῖν λέγουσί θ ' ὡς ἔφυσαν | ||
| γένωμαι ; τοὶ δ ' ἐπ ' ἀμφιβόλοισιν ἰάπτουσι πολῖται χερμάδ ' ὀκριόεσσαν . παντὶ τρόπῳ , Διογενεῖς θεοί , |
| ὡς καὶ Ὅμηρος : ὅς τις ἐπίσταιτο ᾗσι φρεσὶν ἄρτια βάζειν . ἐπιεικῶς : ἱκανῶς . καὶ ἐπιεικῆ τὸν ἱκανὸν | ||
| δ ' ἀνδρογόνος : φιλέοι δ ' ὅ γε κέρτομα βάζειν ψεύδεά θ ' αἱμυλίους τε λόγους κρυφίους τ ' |
| καὶ τὸ μὲν μέμηνας ἀντὶ τοῦ ἐκμαίνῃ , τὸ δὲ μέμονας ἀντὶ τοῦ μένῃς εἰς ταύτην τὴν γνώμην καὶ οὐκ | ||
| καὶ Μηριόνης πρότερος πρὸς μῦθον ἔειπε : Δευκαλίδη πῇ τὰρ μέμονας καταδῦναι ὅμιλον ; ἢ ἐπὶ δεξιόφιν παντὸς στρατοῦ , |
| ὁ πατήρ , φησίν , ὁ Ποσειδῶν ἰάσεται σε . Θάρρει , ὦ τέκνον : ἀμυνοῦμαι γὰρ αὐτόν , ὡς | ||
| ἤδη ἀκροάσασθαι αὐτοῦ , μὴ καὶ λάθω τελέως ἀπολειφθείς . Θάρρει , ὦγαθέ . τὸ τήμερον γὰρ ἐκεχειρία ἐπήγγελται . |
| μυρίων μῆτερ τροπαίων , Ἕκτορος φίλον σάκος , στεφανοῦ : θανῆι γὰρ οὐ θανοῦσα σὺν νεκρῶι : ἐπεὶ σὲ πολλῶι | ||
| φεῦγ ' ὡς τάχιστα τῆσδ ' ἀπαλλαχθεὶς χθονός . ] θανῆι πρὸς ἀνδρὸς οὗ τάδ ' ἐστὶ δώματα . τί |
| γενομένης ἔνδον ὁ αὐλητὴς ᾄσῃ . . . Φθιῶτ ' Ἀχιλεῦ : Εὐριπίδης ἐστὶ τὰ Αἰσχύλου λέγων . ἔστι δὲ | ||
| . Τὸν δὲ βαρὺ στενάχων προσέφης Πατρόκλεες ἱππεῦ : ὦ Ἀχιλεῦ Πηλῆος υἱὲ μέγα φέρτατ ' Ἀχαιῶν μὴ νεμέσα : |
| εἰ δοίης γέ μοι τοὺς Φασιανοὺς οὓς τρέφει Λεωγόρας . ἴθ ' , ἀντιβολῶ ς ' , ὦ φίλτατ ' | ||
| ' ἔασον κἀποκλαύσασθαι κακά . Ἴθ ' , ὦναξ , ἴθ ' , ὦ γονῇ γενναῖε : χερσί τἂν θιγὼν |
| Οἰδίπου , λόγων ἄκουσον : ἀρχὰς τῆσδε γῆς ἔδωκέ μοι Ἐτεοκλέης παῖς σός , γάμων φερνὰς διδοὺς Αἵμονι κόρης τε | ||
| ' ἱδρὼς ἢ τοῖσι δρῶσι διὰ φίλων ὀρρωδίαν . ] Ἐτεοκλέης δὲ ποδὶ μεταψαίρων πέτρον ἴχνους ὑπόδρομον , κῶλον ἐκτὸς |
| ἐπ ' ἀμφιρύτην . Σῆμα καταφθιμένοιο Μεγακλέος εὖτ ' ἂν ἴδωμαι , οἰκτείρω σε , τάλαν Καλλία , οἷ ' | ||
| . ἀλλ ' ἄγε δὴ τὰ χρήματ ' ἀριθμήσω καὶ ἴδωμαι , μή τί μοι οἴχωνται κοίλης ἐπὶ νηὸς ἄγοντες |
| Αἰγύπτιος , ὡς ἔχει τὸ ἰαμβεῖον δεινοὶ πλ . τοι μηχ . Αἰγ . . . . . : ἔπειτα | ||
| , ὡς καὶ Αἰσχύλος φησίν : δεινοὶ πλ . τοι μηχ . Αἰγ . . . . . : . |
| σπερμάτων σωτηρίαν . τῶν δ ' εὐσεβούντων ἐκφορωτέρα πέλοις . στέργω γάρ , ἀνδρὸς φιτυποίμενος δίκην , τὸ τῶν δικαίων | ||
| ἑτέρας ἐστὶ χρείας . Φιλῶ τὸν δεῖνα , ὑπερφιλῶ , στέργω , ὑπερστέργω , ἀγαπῶ , ὑπεραγαπῶ , ἄγαμαι , |
| πόνος δύεται εἰς ὄνυχα . οἴχομ ' , Ἔρωτες , ὄλωλα , διοίχομαι : εἰς γὰρ ἑταίραν νυστάζων ἐπέβην ἠδ | ||
| φασίν : τὴν θεράπαιναν δείκνυσιν : ὁ Πολυμήστωρ : † ὄλωλα κοὐδέν : ὄλωλα , φησὶν , ὑπὸ τῶν κακῶν |
| διφθόγγῳ , μὴ τῇ ΑΙ ἢ ΕΙ , περισπᾶται : ἐρευνῶ θοινῶ χαυνῶ κοινῶ οἰνῶ , χωρὶς τοῦ ἐλαύνω . | ||
| ἐπένθεσιν ἐρεύω ὡς χέω χεύω , ἀφ ' οὗ τὸ ἐρευνῶ , ὡς οἴχω οἰχνῶ , ἵκω ἱκνῶ . . |
| φθέγγεσθαι ; Τέλος γοῦν ἂν ἀπορίας ὁ λόγος ἔχοι . Μήπω μέγ ' εἴπῃς : ἔτι γάρ , ὦ μακάριε | ||
| ' ἐστί σοι τοῦτ ' , Οἰδίπους , ἐνθύμιον ; Μήπω μ ' ἐρώτα : τὸν δὲ Λάϊον φύσιν τίν |
| ἀκράαντον . ” ἀκριτόμυθε ἄκριτα καὶ ἀδιάστατα λαλῶν : “ Θερσῖτ ' ἀκριτόμυθε . ” ἀκριτόφυλλον πολύφυλλον , οὗ τὰ | ||
| Ὀδυσσεύς , καί μιν ὑπόδρα ἰδὼν χαλεπῷ ἠνίπαπε μύθῳ : Θερσῖτ ' ἀκριτόμυθε , λιγύς περ ἐὼν ἀγορητής , ἴσχεο |
| . ἀμφίβληϲτρον . ἀναργυρία . ἀνωφέλητοϲ καὶ θεοῖϲ ἐχθρόϲ . ϲαυτὸν δ ' ἀποφαίνειϲ κενότερον λεβηρίδοϲ . ] φανῆναι [ | ||
| προϲέχειν δεῖ ἀεὶ τῶν ϲφυγμῶν ἐφαπτόμενον , ὡϲ μήποτε λάθοιϲ ϲαυτὸν ἀντὶ λειποθυμίαϲ θάνατον ἐργαζόμενοϲ . Περὶ ἀρτηροτομίαϲ Γαληνοῦ . |
| βλέπεις [ βλέμμα ] καὶ ἀναστένεις ; πέπαυσο , Κέκροψ ἄθλιε , καὶ τρέπου κατὰ σεαυτόν , ὦ πρέσβυ , | ||
| . Ἀλλ ' ἔμελλες καὶ αὐτὸς οὐκ εἰς μακρὰν , ἄθλιε , τῆς παρανομίας κομίσασθαι τὰ ἐπίχειρα οὕτω σοι τῆς |
| καὶ μίνθῃ παραλεξάμενος καὶ ἐλαίῳ . Ἦ πρεσβῦται πάνυ γηραλέοι σκήπτροισιν ἄκασκα προβῶντες . Οὐκ ἀπερρήσεις σὺ θᾶττον ; ἀποτιλῶ | ||
| δρόσον βάλλων ἕωθεν χλιαρὸς ταγηνίας . ἦ πρεσβῦται πάνυ γηραλέοι σκήπτροισιν ἄκασκα προβῶντες . νῦν γὰρ δή σοι πάρα μὲν |
| βάζει . οὔτω τί σοι δοίησαν αἰ φίλαι Μοῦσαι , Λαμπρίσκε , τερπνὸν τῆς ζοῆς τ ' ἐπαυρέσθαι , τοῦτον | ||
| πρήσσων . οὐκέτ ' οὐκέτι πρήξω , ὄμνυμί σοι , Λαμπρίσκε , τὰς φίλας Μούσας . ὄσσην δὲ καὶ τὴν |
| ἣ . . . πλεῖστον ] ἤγουν εἰς ἣν πολλὰ ἐμόγησα . φορτικῶν ] δυσκόλων καὶ βασκάνων . οὐκ ἄξιος | ||
| . ἦ τάχα Κύπρις ἔχει Χαρίτων μίαν ὁπλοτεράων . παπταίνων ἐμόγησα , κόρον δ ' οὐχ εὗρον ὀπωπῆς . αὐτίκα |
| καὶ λίθων ἐκάθισέ σε . κἂν βλακεύῃ τις , οὐκ ἐπιτρέπεις , ἀλλὰ καὶ φωνῇ καὶ ὀφθαλμῷ τέκτονα ἐπεγείρεις . | ||
| δεῖ πρὸς ἡμᾶς . ἔστιν ὅτῳ ἄλλῳ τῶν σπουδαίων πλείω ἐπιτρέπεις ἢ τῇ γυναικί ; Οὐδενί , ἔφη . Ἔστι |
| ἐκλαλῶ , ἀλλοτριοῦμαι , ἐκπαλαίω , μυθολογῶ , λαλῶ , συρίζω , ἀπατῶ , μωραίνω , κλέπτω , κατασκευάζω , | ||
| τ τρέπουσι , τύ λέγοντες ἀντὶ τοῦ σύ . Τὸ συρίζω τυρίσδω λέγουσιν : ἐπὶ δὲ τοῦ δευτέρου καὶ τρίτου |
| ξύμπαντι , ᾧ τῶν θεῶν μοίρᾳ μουσικὴν συνέβη ἐπιτηδευθῆναι . Οὔτι τοι λέγω τὴν δι ' αὐλῶν καὶ ᾠδῇς καὶ | ||
| , τίς ἐμοὶ κείσεται χάρις παρὰ σοί ; Κἀκεῖνος : Οὔτι μέμψῃ , ἔφη , μεθέξεις γὰρ τῆς ἀρχῆς οὐκ |
| ! [ [ ] ! ! η χρυσοπέδιλλος [ ] Αὔως [ [ ] ! — στίχοι ρλ [ ] | ||
| Ὅτε σὺν τῆι Σεβαστῆι Σαβείνηι ἐγενόμην παρὰ τῶι Μέμνονι . Αὔως καὶ γεράρω , Μέμνον , πάι Τιθώνοιο , Θηβάας |
| ἤμβροτες , οὐδ ' ἄρα πώ τι θεοῖς ἐπιείκελ ' Ἀχιλλεῦ ἐκ Διὸς ἠείδης τὸν ἐμὸν μόρον , ἦ τοι | ||
| ἀμφιπένονται ἕλκε ' ἀκειόμενοι : σὺ δ ' ἀμήχανος ἔπλευ Ἀχιλλεῦ . μὴ ἐμέ γ ' οὖν οὗτός γε λάβοι |
| : περιπλέκομαι , ἐπιλαμβάνομαι ἐπιφύομαι , ἐπιτυγχάνω , παραχρῶμαι , ἀποστρέφομαι , ἄγχομαι , [ φλυαρῶ , περιβάλλομαι , ] | ||
| , , : κολακεύω , ξενίζομαι , ἐναντοιοῦμαι ζημιῶ ἀντιδικῶ ἀποστρέφομαι , ζηλῶ φθονῶ , χαλκολογῶ , ἀλογοῦμαι , διαμάχομαι |
| Μοίριχος τὴν Θεσπικήν : κἄπειτεν αἰτήσασαν αὐτὸν μνᾶν μίαν ὁ Μοίριχος μέγ ' , εἶπεν : οὐ πρῴην δύο χρυσοῦς | ||
| , πάνυ χόρτον , φησί , καταβεβρωκέναι . Φρύνην ἐπείρα Μοίριχος τὴν Θεσπικήν : κἄπειτεν αἰτήσασαν αὐτὸν μνᾶν μίαν ὁ |
| ἐτῶν οὖσα τέξεται „ ; μὴ μέντοι νομίσῃς , ὦ γενναῖε , τὸ ” εἰπεῖν ” οὐχὶ τῷ στόματι , | ||
| ἕκαστον βραβευόμενον ἐπαινετῶς ἐξορθοῦσθαι πέφυκεν . Ἔπειτ ' , ὦ γενναῖε , μὴ νομίσῃς ἀλυσιτελὲς ἐπίκαιρον εἶναι τυραννίδα . οὐδὲ |
| ὑπολαβόντα φῆσαι τὸν Δημόκριτον , εἰ τριῶν ἀπενθήτων ὀνόματα τῶι τάφωι τῆς γυναικὸς ἐπιγράψειεν , εὐθὺς αὐτὴν ἀναβιώσεσθαι τῶι τῆς | ||
| δέμας ; δοῦναι κελεύσω πορθμίδ ' , ἧι καθήσομεν κόσμον τάφωι σῶι πελαγίους ἐς ἀγκάλας . ὡς εὖ τόδ ' |
| ὀρφανήν . εἰ δὲ μὴ δύναμαι ζῆν ὡς εὐγενής , αἱροῦμαι θάνατον ἐλεύθερον . ” τούτων ἀκούων δὲ ἔκλαιε προφάσει | ||
| τουτέστιν ἐκ δειλίας κινεῖ με ὁ φόβος φθέγξασθαι ἃ μὴ αἱροῦμαι . ὤπασας ] παρέσχες τοῖς ἀνδράσιν . ὤπασας ] |
| , σὸν τὸ νικητήριον . Ὦ χαῖρε καλλίνικε : καὶ μέμνης ' ὅτι ἀνὴρ γεγένησαι δι ' ἐμέ : καί | ||
| τοῦτο καρπὸν τὸ δάκρυον . χαλκοῦς ὀφείλεις πέντε μοι . μέμνης ' ; ἐγὼ σοὶ πέντε χαλκοῦς , σὺ δέ |
| ἐόντα λάθρῃ ὀπιπεύσας , ἀλλ ' ἀμφαδόν , αἴ κε τύχωμι . Ἦ ῥα , καὶ ἀμπεπαλὼν προΐει δολιχόσκιον ἔγχος | ||
| ἐόντα λάθρῃ ὀπιπεύσας , ἀλλ ' ἀμφαδόν , αἴ κε τύχωμι τὸ μέν : τὸ βίᾳ ἐμφανεῖ τὸ δέ : |
| νόσος πρὸς ὑγίειαν , καὶ ἡ κακία πρὸς ἀρετήν . Σφόδρα δυσπείστως εἶχεν καὶ πρὸς τούτους τοὺς λόγους , εἰ | ||
| χρόνον ἐστίν , περὶ δὲ τὸν μέλλοντα οὐκ ἔστιν ; Σφόδρα γε . Ἆρα σφόδρα λέγεις , ὅτι πάντ ' |
| παῖ Ἱερωνύμου Ἱππόθαλες , τοῦτο μὲν μηκέτι εἴπῃς , εἴτε ἐρᾷς του εἴτε μή : οἶδα γὰρ ὅτι οὐ μόνον | ||
| γενέσεως , “ τούτου μέντοι ” , φάναι , “ ἐρᾷς , ὦ νεανίσκε , καλοῦ δὲ οὐδενός ” . |
| ? ευατον ! ! ! ! ! ! ? ? δοκεῖϲ [ ] ! [ ! ] ! ! ! | ||
| δὲ κλαύϲεται [ . τίνα περιβάλλειν καὶ φιλεῖν οὗτοϲ [ δοκεῖϲ ; οὑμὸϲ ] πατήρ γε ! ! ! [ |
| ] . ὄσην δὲ καὶ τὴν γλάσσαν , οὖτος , ἔσχηκας . Κύδιλλα , κοῦ ' στι Πυρρίης , κάλει | ||
| . ἐμοὶ μὲν οὐδεὶς δοκεῖ κρείσσονα ἐσχηκέναι περίστασιν ἧς σὺ ἔσχηκας , ἂν θέλῃς ὡς ἀθλητὴς νεανίσκῳ χρῆσθαι . καὶ |
| τῆς θ ' ὁμοσπόρου ? [ ˘ – × ] ἐξελαύνεις ? δωμάτων τ˘ [ × – – × ] | ||
| ἄκοντα κατέχεις , ἀδικεῖς , εἴθ ' ἑκόντα καθήμενον οὐκ ἐξελαύνεις , ἀδικεῖς . ἀλλ ' ἐκεῖνος ἡμῖν μὴ γένοιτο |
| πρὸς τοῦ δοκοῦντος οὐδὲν εἰδέναι κακόν . Ὄλοιομήπω , πρὶν μάθοιμ ' εἰ καὶ πάλιν γνώμην μετοίσεις : εἰ δὲ | ||
| γηγενεῖς ; χἄτερά γε πόλλ ' : ἀλλ ' ὅτι μάθοιμ ' ἑκάστοτε ἐπελανθανόμην ἂν εὐθὺς ὑπὸ πλήθους ἐτῶν . |
| ἡμᾶς εὑρίσκειν , ὑπομνήσομέν σε τὰ παρὰ Ἀντιφάνει λεγόμενα ἐν Ποιήσει τόνδε τὸν τρόπον : μακάριόν ἐστιν ἡ τραγῳδία ποίημα | ||
| φαμέν , ἡνίας τε γράψει καὶ χαλινόν ; Ναί . Ποιήσει δέ γε σκυτοτόμος καὶ χαλκεύς ; Πάνυ γε . |
| . . . . . ἀλλ ' οἶσθ ' ὃ δρᾶσον ] ἀλλ ' οἶσθ ' ὃ δράσεις . Γ | ||
| δεσπότης : ἐτάγη , ἐχειροτονήθη : τὰ καλὰ τῶν ἀντιγράφων δρᾶσον ἔχει : οἶδας οὖν τί δρᾶσαι ὀφείλεις : μὴ |
| πλεύσῃς ἄρτι , ναυαγήσεις ι ὁ ἀπόδημος ἀπέθανεν α οὐ πρεσβεύεις , οὐχ ἁμαρτών β οὐ φυγαδεύῃ , ὑβρίζῃ δέ | ||
| λανθάνει σου ὁ δρασμός γ γίνῃ βουλευτὴς καὶ ἄρχων δ πρεσβεύεις , οὐ μόνος δέ ε οὐ φυγαδεύῃ . μὴ |
| χεῖρας . Ἀριστοφάνης Ἀχαρνεῦσι : „ στέλω , κέχηνα , σκορδινῶμαι , πέρδομαι . „ ὅπερ καὶ περὶ τοὺς ἄλλως | ||
| οἱ νεοσσοὶ κεχήνασι δεόμενοι τῆς τροφῆς . τὸ δὲ “ σκορδινῶμαι ” ἀντὶ τοῦ κλῶμαι καὶ σπασμῷ συνέχομαι . οἱ |
| τῶν νεωτέρων κακῶν . τί δ ' ἔστιν , ὦ γεραιέ ; μὴ φθόνει φράσαι . οὐδέν : μετέγνων καὶ | ||
| ἐμπλῆσαι χαρᾶς , ἔνσπονδος . οὗτος δ ' , ὦ γεραιέ , τίς κυρεῖ , ὃς ἅρμα λευκὸν ἡνιοστροφεῖ βεβώς |
| δὲ βαθὺ κνώσσοντι θεὰ μενέδουπος Ἀθήνη ἄγχι παρισταμένη παρ ' ἐτήτυμα σήματ ' ἔφαινεν : ὧδε δ ' ὁμοκλήσασα θεηγόρον | ||
| . Ἐνταῦθα δὲ προσθήκη γίνεται συλλαβῆς , ὡς ἐν τῷ ἐτήτυμα καὶ ἑτέροις . . ΑΓΟΡΗΣ . Ἀντὶ τοῦ τῶν |
| ' ὧν εὐηργέτεις ἡμᾶς . οὕτω γοῦν καὶ τὴν Λυρνησὸν εἷλες ἐν τῷ πλήθει τῶν ἄλλων χωρίων . Οὐκοῦν οὐ | ||
| κακῶν ; οὐ γάρ ποτ ' ἂν σύ μ ' εἷλες ὧδε σὺν δόλωι . θανοῦσα δ ' ἢ ζῶς |
| τέσσαρα : δαίω , τὸ κόπτω : δαίω , τὸ εὐωχοῦμαι : δαίω , τὸ καίω : δαίω , τὸ | ||
| καὶ ὁ μισθός . ἔνθου ἀπὸ τοῦ θῶ , τὸ εὐωχοῦμαι . ὁ μέλλων θώσω . τὸ ἔνθω ἀφ ' |
| : μὴ πύθῃ τὸ δεύτερον . Μῶν εὐθὺ Πελλήνης πέτεσθαι διανοεῖ ; Μὰ Δί ' , ἀλλὰ κλητήρ εἰμι νησιωτικὸς | ||
| τὸν μὲν οὖν ἀβέλτερον . σὺ δ ' οὐ καταθεῖναι διανοεῖ ; φυλάξομαι , πρὶν ἄν γ ' ἴδω τὸ |
| μάλιστα σὺ ποθεῖς , ἡμῖν ἀντὶ τείχους καὶ δορυφόρων . Εἰκὸς μὲν ἥκειν ὡς ὑμᾶς λόγον τῶν ἔργων , οἷς | ||
| ἢ εἰς ἄγαν δουλείαν μεταβάλλειν καὶ ἰδιώτῃ καὶ πόλει . Εἰκὸς γάρ . Εἰκότως τοίνυν , εἶπον , οὐκ ἐξ |
| ' , ὡς κέν μιν ἀρεσσάμενοι πεπίθοιμεν δώροισίν τ ' ἀγανοῖσιν ἔπεσσί τε μειλιχίοισιν . καὶ πείθεται τούτοις ὁ Ἀγαμέμνων | ||
| δ ' αἶψα πορεῖν , αὐτοσχεδόν . ἡ δ ' ἀγανοῖσιν ἀντομένη μύθοισιν ἐπειρύσσασα παρειάς κύσσε ποτισχομένη , καὶ ἀμείβετο |
| νῦν μοι Μοῦσαι Ὀλύμπια δώματ ' ἔχουσαι . . . μνῆσαι πατρὸς σεῖο , θεοῖς ἐπιείκελ ' Ἀχιλλεῦ . ἐν | ||
| : καί μοι δοκῶ βασιλέως ἀκούειν λέγοντος : νόστου δὴ μνῆσαι μεγαθύμου , φαίδιμ ' Ὀδυσσεῦ . διόπερ τήνδε μὲν |
| τόνδε μολοβρὸν ἄγεις , ἀμέγαρτε συβῶτα , πτωχὸν ἀνιηρόν , δαιτῶν ἀπολυμαντῆρα ; ὃς πολλῇς φλιῇσι παραστὰς φλίψεται ὤμους , | ||
| ἢ ἀπὸ τοῦ πτώσσειν , ὡς Ὅμηρος : πτωχὸν ἀνιηρὸν δαιτῶν ἀπολυμαντῆρα , καὶ ἐτυμολογῶν φησιν ἀλλὰ πτώσσων βούλεται αἰτίζων |
| τόδ ' εἶναι ? ; πότερ ' ἀγρεύομεν [ λυγρὰν φάλαιναν ἢ ζύγαιναν ἢ κιρράν ? [ τινα ; ἄναξ | ||
| τί φῶ τόδ ' εἶναι ? ; πότερα ! [ φάλαιναν ? ? ἢ ζύγαιναν ἢ κ ! [ ἄναξ |
| ; παιδίον Κράτεια . [ τίς ] καλεῖ με ; πάππα ⌊ χαῖρε πολλὰ φίλτατε [ ] ⌊ ἔχω ⌋ | ||
| τάλαινα ? τῆς ἐμῆς ἐγὼ τύχης : ὡς οἰκτρά , πάππα φίλτατε , πεπόνθαμεν . τέθνηκε . ὑφ ' οὗ |
| ἐπηύξατο Οἰδίπους ἐλθεῖν τοῖς ἑαυτοῦ παισί . πέφρικα ταύτην καὶ πτοοῦμαι τελέσαι καὶ πληρῶσαι τὰς ὀργίλους κατάρας τοῦ Οἰδίποδος τοῦ | ||
| πενθῶ ; ἀστράπτω , ὑπορθῶ ; δογματίζω , αὐξάνω ; πτοοῦμαι , νέμω ; ἵστημι , ἵσταμαι . θέλω , |
| ! ! [ ] νον ? ἐπόθειϲ ἀεὶ ] ν οὑτοϲὶ δαμοξεν ? [ ] νον ? ἐπόθειϲ ἀεὶ [ | ||
| ἐϲθ ' ἅνθρωποϲ εἰϲεληλυθώϲ : τοὔνομα [ ] λέγει γὰρ οὑτοϲὶ τὸν Δημέαν . ὦ [ Ἡράκλειϲ ] : ἀνθρωπίνωϲ |