. Δακτύλου δὲ ἄρθρον , ὀλισθὸν μὲν , εὔσημον . Ἐμβολὴ δὲ , κατατείναντα ἐς ἰθὺ , τὸ μὲν ἐξέχον | ||
καὶ ὁ μηρὸς καὶ κνήμης τὸ ἀντίον τοῦ ὀλισθήματος . Ἐμβολὴ δὲ ἄλλη , ὥσπερ καρποῦ , κατάτασις δὲ ἰσχυρή |
κατάρα . ἰαμβικὸς τρίμετρος ἐν ἄλλῳ . μέλαινα ] ἡ μελαίνουσα ταῖς συμφοραῖς τοὺς κολαζομένους ἢ ἡ ἀφανῶς ἐπιοῦσα . | ||
. Ἡ ἀφανὴς καὶ ἀπροόρατος Εἱμαρμένη , ἡ κοροῦσα καὶ μελαίνουσα τὸν νοῦν , καὶ σκιάζουσα . . ΟΥΡΑΝΟΘΕΝ ΔΕ |
δὲ ἐκεῖ καὶ νεύρων χονδρώδης σύνδεσμος καὶ ἐπάνω τούτων ἡ ἐπιγονατίς , ἥτις καὶ μύλη καλεῖται . αὕτη μὲν αὐτοῦ | ||
πλατὺ καὶ περιφερὲς ὀστοῦν , ὥσπερ φράγμα τοῦ γόνατος , ἐπιγονατίς τε καὶ κόγχη καὶ κόγχος καὶ μύλη , κατὰ |
τοὺς ἔλλοπας ἀγρεύων . ἔστι δὲ πεποιημένον ἢ κύριον . Ὄλπις δὲ τὸ ὄνομα τοῦ ἁλιέως , ἤγουν παρὰ τὴν | ||
λήκυθον , ὡς εἶναι παρὰ τὴν σμικρότητα τὸ ὄνομα . Ὄλπις ὁ τοὺς ἔλλοπας ἀγρεύων , ἵν ' ᾖ ἐπίθετον |
, εἰς ὃ ἔγκειται τὸ ἱερὸν ὀστοῦν , ὅπερ καὶ γλουτὸς καλεῖται καὶ κοτύλη παρὰ τὸ κοῖλον εἶναι . κοτύλαι | ||
ἄρθρου ἐπὶ τῆς κοτύλης ὀχέεται . Ἔξωθέν τε αὖ ὁ γλουτὸς κοῖλος φαίνεται , ἅτε ἔσω ῥεψάσης τῆς κεφαλῆς τοῦ |
αὐτὴν ἐπιφάνειαν ἴσχουσα τοῖς πελάγεσι . συγκρύπτοιτο γὰρ ἂν τὸ ἐξέχον τῆς γῆς ἐν τῷ τοσούτῳ μεγέθει μικρὸν ὂν καὶ | ||
δὲ αὐτοῦ ἥδε : κατατείναντα ἐς ἰθὺ , τὸ μὲν ἐξέχον ἀπωθέειν , τὸ δὲ ἐναντίον ἀντωθέειν . Ἴησις δὲ |
σπουδήν . ὁ δὲ Σύλλας τῆς ἐπιούσης τόν τε ταξίαρχον ἐστεφάνου καὶ τοῖς ἄλλοις ἀριστεῖα ἐδίδου . καὶ τὴν Βοιωτίαν | ||
μὲν κατηγόρει , τοὺς δὲ οὐκ ἔψεγε , σὲ δὲ ἐστεφάνου λέγων μὲν οὐδὲν καινόν , οὐ γὰρ ἀφῆκεν ἡ |
ἄκρον , εἶτα αἰεὶ μᾶλλον , ὁμοῦ τε ἐπιστρέφειν καὶ ἀπωθέειν κυκλόσε τὸ δαίδιον : καὶ ὁκόταν σμικρὸν προσδέξηται , | ||
. Τουτέοισι κατάτασις ἰσχυρὴ ποιητέη , καὶ τὸ μὲν ἐξέχον ἀπωθέειν , τὸ δ ' ἕτερον ἀντωθέειν , δύο εἴδεα |
ἐθεᾶτο ἁμιλλωμένους ἐπὶ τὰ θηρία καὶ φιλονικοῦντας καὶ διώκοντας καὶ ἀκοντίζοντας . καὶ Κύρῳ ἥδετο οὐ δυναμένῳ σιγᾶν ὑπὸ τῆς | ||
Τυδέα καὶ παρασπιστὰς πυκνοὺς Αἰτωλίσιν λόγχαισιν εἰς ἄκρον στόμα πύργων ἀκοντίζοντας , ὥστ ' ἐπάλξεων λιπεῖν ἐρίπνας φύλακας : ἀλλά |
Βοιωτοί τινες ἀφείλοντό μου τὸ ζεῦγος τῶν βοῶν . Γ Βοιωτίους ] πολέμιοι γὰρ αὐτῶν ἦσαν . ὅτι πολέμιοι ἦσαν | ||
Βοιωτίοισιν ἐν σκύφοισιν οἶνος ἡδύς . διήνεγκαν δὲ μετὰ τοὺς Βοιωτίους οἱ Ῥοδιακοὶ λεγόμενοι Δαμοκράτους δημιουργήσαντος . τρίτοι δ ' |
, παράλυσις , πρόπτωσις , ἐκτροπή . περὶ δὲ τοὺς κανθοὺς , ἐγκανθὶς ἀγκύλη , πτερύγιον , ῥοιὰς , πρόσφυσις | ||
' ἰθὺ ᾗ αἱ ὀφρύες συγκλείονται καὶ τελευτῶσιν ἐς τοὺς κανθοὺς τῶν ὀφθαλμῶν , μία δὲ ἀπὸ τῆς κορυφῆς ἐς |
ἀλκίμους , οὐ πρότερον μεθιέντας τὸ δηχθὲν πρὶν εἰς τοὺς ῥώθωνας ὕδωρ καταχυθῆναι : ἐνίους δ ' ὑπὸ προθυμίας ἐν | ||
ἀλκίμους , οὐ πρότερον μεθιέντας τὸ δηχθὲν πρὶν εἰς τοὺς ῥώθωνας ὕδωρ καταχυθῆναι : ἐνίοις δ ' ὑπὸ προθυμίας ἐν |
μᾶλλον δὲ καὶ σκληροτάτους πάντων : ἄμφω δὲ πυκνοὺς καὶ κερατώδεις καὶ τῷ χρώματι ξανθοὺς καὶ δᾳδώδεις . ὅταν δὲ | ||
δύσφθαρτος , οὔτε εὐστόμαχος οὔτε εὔχυλος . βελόναι , ῥάμφος κερατώδεις , οὐκ εὐστόμαχοι , κακόχυλοι , ἄτροφοι , εὔφθαρτοι |
ἱερὸν ἀρχαῖον τῆς Παφίας Ἀφροδίτης : εἶτ ' ἄκρα Ζεφυρία πρόσορμον ἔχουσα , καὶ ἄλλη Ἀρσινόη ὁμοίως πρόσορμον ἔχουσα καὶ | ||
ἄλλο Δράκανον ὁμώνυμον τῇ ἄκρᾳ ἐφ ' ᾗ ἵδρυται , πρόσορμον ἔχον : ἡ δὲ ἄκρα διέχει τῆς Σαμίων ἄκρας |
ὅτι παρετυμολογεῖ τὴν ναῦν ἀπὸ τοῦ νῆσαι , ὅ ἐστι σωρεῦσαι . καὶ ἐν Ὀδυσσείᾳ τὰ ὀνόματα ἀπὸ τοῦ ἑτοίμου | ||
: κέραμοι σεσωρευμένοι : ἢ πεπληρωμένοι . νηῆσαι γὰρ τὸ σωρεῦσαι . ἀμφορεῖς ] μεγαρικοὶ κέραμοι . ᾀστέον : τὸ |
μηδ ' ἀγόμφιόν ποτε αἰῶνα τρίψει . ἀργυροθήκη . ΔΙΟΚΛΕΟΥϹ Θάλαττα [ ] ΚΛΕΟΥϹ [ ] ατων ? εκτονοφεπει ? | ||
τουτέστι ποιὰ κατὰ διάλεκτον , οἷον κατὰ μὲν τὴν Ἀτθίδα Θάλαττα , κατὰ δὲ τὴν Ἰάδα Ἡμέρη . Τῆς δὲ |
, ἀφ ' ὧν καὶ ὁ ἰξός . ἀγκύλη σκληρότης τυλώδης ἐν ἄρθροις , μάλιστα ἐν δακτύλοις χειρῶν κατὰ τὸ | ||
κεχωρισμένος τῶν κατὰ φύσιν ὡς ἀλλόκοτος οὐσία , ὁ δὲ τυλώδης προσφυὴς συνημμένος . δεῖ δὲ τὰ ἐπικείμενα τῷ ὄγκῳ |
βρέγμα καὶ χιασθεῖσαι διακρατείσθωσαν , ἄλλη δὲ μεσότης ὑπὸ τὸ σφαίριον τῆς ῥινός . αἱ δ ' ἀρχαὶ καὶ ὑπὸ | ||
, οὗπερ ἡλίου περιδινηθέντος εἰς τὸ ὑπὸ γῆν ἡμι - σφαίριον γίνεται νύξ , ἀπὸ δὲ τοῦ ὑπὸ θάλασσαν καὶ |
βελτίων ἀλλὰ καὶ χείρων γίνεται , ἐὰν δὲ θερισθεὶς εἰς θωμοὺς συντεθῇ ἁδρότερος καὶ βελτίων : ἔνιοι δὲ καὶ ῥαίνουσιν | ||
συνεξάγει τὴν οἰκείαν ὑγρότητα καὶ ἰσχάνει : ὅταν δὲ εἰς θωμοὺς συντεθῇ συνικμάζεταί τι καὶ ἡ ἀναγομένη ἀτμὶς λεπτὴ καὶ |
τοῦ ἄλδω τὸ αὐξάνω , τοῦτο δ ' ἐκ τοῦ ἅλλομαι τὸ πηδῶ πλεονασμῷ τοῦ δ , καὶ ἐξ αὐτοῦ | ||
πρὸ φωνήεντος ὄντα κατὰ διάστασιν ψιλοῦται . ὁμοίως καὶ τὸ ἅλλομαι τὸ πηδῶ δασυνόμενον ποιεῖ μέσον ἀόριστον πρῶτον τὸ ἥλατο |
διεχέοντο , οἱ δὲ δυνάμενοι παρακελευσάμενοι αὑτοῖς καθίσταντο εἰς τοὺς ἐπαρίτους , ὅπως μὴ αὐτοὶ ἐπ ' ἐκείνοις , ἀλλ | ||
τῶν ἐν τοῖς Ἀρκάσιν ἀρχόντων , καὶ ἀπὸ τούτων τοὺς ἐπαρίτους τρεφόντων , πρῶτοι Μαντινεῖς ἀπεψηφίσαντο μὴ χρῆσθαι τοῖς ἱεροῖς |
ταῖς διώξεσι μὴ διαλύειν τὴν τάξιν αὐτῶν , εὐκόλως τοὺς νώτους αὐτῶν προδιδόασι τοῖς κατ ' αὐτῶν ὑποστρέφουσιν . Ὥσπερ | ||
γινώσκουσιν μὴ ἐγκρύμματά εἰσιν ἐχθρῶν ἢ δένδρα ἵστανται κατὰ τοὺς νώτους αὐτῶν πεπρισμένα , ἐγγὺς ὄντα καὶ σχηματικῶς ἱστάμενα , |
Οὕτω δὴ καὶ ἐν τῷ παντί , εἰς ὃ ἂν φθάνῃ , ἐν ἄλλῳ καὶ ἄλλῳ μέρει φυτοῦ καὶ ἀποτετμημένου | ||
ὡς ζυγὰ ἐξ ἴσης ἀφιέμενα , ἵνα πάντως ἐπιτύχῃ καὶ φθάνῃ τὴν ἐπὶ τὸ τεῖχος φορὰν αὐτοῦ περισπῶντα : καὶ |
καὶ αἰθερίους καλοῦμεν , τοὺς δὲ οὐρανίους , τοὺς δὲ ἐπιγείους , τοὺς δὲ θαλασσίους καὶ ποταμίους , τοὺς δὲ | ||
μεταβάλλοντας . . . . , ἄλλους δὲ ἐκ τούτων ἐπιγείους γενέσθαι φασίν , ὑπάρξαντας μὲν θνητούς , διὰ δὲ |
οἵ τε Βόιοι καὶ Σκορδίσκοι καὶ Ταυρίσκοι . τοὺς δὲ Σκορδίσκους ἔνιοι Σκορδίστας καλοῦσι : καὶ τοὺς Ταυρίσκους δὲ Τευρίσκους | ||
ἐκ τοῦ Ἀλβίου ὄρους Κόλαπιν συμβάλλει τῷ Δανουίῳ κατὰ τοὺς Σκορδίσκους . ὁ δὲ πλοῦς τὰ πολλὰ τοῖς ποταμοῖς ἐπὶ |
τί μάντεως ἔδει ; Καὶ τοὺς ἁλιέας εἰς τὸ βάραθρον ἐμβαλῶ . ἀπελευθέρων ὀψάρια θηρεύουσί μοι , τριχίδια καὶ σηπίδια | ||
εἰπέ , τὸν ξυνήγορον ; Ἄρας μετέωρον εἰς τὸ βάραθρον ἐμβαλῶ , ἐκ τοῦ λάρυγγος ἐκκρεμάσας Ὑπέρβολον . Τουτὶ μὲν |
καὶ βίας ἐλαθεισῶν τῶν νεῶν αἱ μὲν παρέσυρον ἀλλήλων τοὺς ταρσούς , ὥστε πρὸς φυγὴν καὶ διωγμὸν ἀχρήστους γίνεσθαι καὶ | ||
δεξιῷ σκέλει τέμνομεν φλέβα , κατὰ σφυρὰ ἢ ἰγνύαν ἢ ταρσούς . μετὰ δὲ τὴν φλεβοτομίαν εἰ ἔτι παραμένοιεν αἱ |
δεήσει καὶ τὸν ἕτερον προσεκκόψαι , κἂν ὁ εἷς ποὺς κυλλός , καὶ τὸν ἕτερον ἀνάπηρον ποιεῖν , κἂν ἕνα | ||
ὕῤῥας : μικκός : φρίσσω : ψύλλος : σκύλλος : κυλλός : βιλλός : ὁ μαλλός : τίλλω : μίλλα |
. μήποτε ὁ φραγμός , τουτέστι τὸ περίφραγμα καὶ ἡ αἱμασιά , οὕτω καλεῖται , παρὰ τὸ ἐρύκειν ἢ παρὰ | ||
πηγή : ταύτης τὰ μὲν πρὸς τοῦ ναοῦ λίθων ἀνέστηκεν αἱμασιά , κατὰ δὲ τὸ ἐκτὸς κάθοδος ἐς αὐτὴν πεποίηται |
ὁρμῶ καὶ τοῦ ἅλλω τὸ πηδῶ , καὶ σημαίνει τὸ αὐξάνω . ὅσα δρυός : πάντα , φησί , τὰ | ||
. , . , . Βλώσκω : σημαίνει δὲ τὸ αὐξάνω . παρὰ τὸ μολῶ γίνεται παράγωγον μολίσκω , ὡς |
ἄρδω , ὁ μέλλων ἄρσω , ἐξ αὐτοῦ ἄλσος . ἄλδω , τὸ αὐξάνω , παράγωγον ἀλδάνω , ὡς αὐξάνω | ||
ἐστιν ὑψηλόν . . . . ἄλσος : παρὰ τὸ ἄλδω , τὸ αὔξω , ἄλσω ἄλσος . ἢ παρὰ |
, κόπτων τὰ ὦτα , τὸ ἐκ Δωδώνης χαλκεῖον , μακρό - τερα τῆς Ἰλιάδος λαλῶν , Ἀλκίνου ἀπόλογος , | ||
οὕτω καὶ Θουκυδίδης : ἐκ δὲ τεκμηρίων , ὧν ἐπὶ μακρό - τατον σκοποῦντί μοι πιστεῦσαι ξυμβαίνει , οὐ μεγάλα |
ὀξέος τοῦ ἐν τῷ κοίλῳ τοῦ βραχίονος , ἐς εὐθὺ κατατείναντα , τὸ ἐξέχον ἀπωθεῖν ὀπίσω καὶ ἐς τὸ πλάγιον | ||
, οὐ δεῖ γράφειν . Ἐμβολὴ δὲ αὐτοῦ ἥδε : κατατείναντα ἐς ἰθὺ , τὸ μὲν ἐξέχον ἀπωθέειν , τὸ |
δ ' ἄλλαι ὑπὸ λοβοὺς ἐπὶ ἰνίον , ἀπὸ ἰνίου χιασθεῖσαι . εἰ μὲν βραχύτεραι εἶεν ἐπὶ ἰνίον πρὸς τὰς | ||
δ ' ἀρχαὶ ἐπὶ τοὺς ἔξω κανθοὺς ἐπὶ βρέγμα καὶ χιασθεῖσαι διακρατείσθωσαν , ἄλλη δὲ μεσότης ὑπὸ τὸ σφαίριον τῆς |
εἰ λεῖον καὶ ὁμαλὸν καὶ συνεχὲς ἑαυτῷ . τὸ γὰρ ἰνῶδες καὶ διαφύσεις ἔχον ἐρυθρὰς ἢ σαρκοειδεῖς ἄπεπτον . πήξεως | ||
τοῦ ἡλίου θεωρῆται . ἐὰν μὲν γάρ τι φαίνηται διατρέχον ἰνῶδες καὶ ὕφαιμον , γόνιμόν ἐστι τὸ ἐνόν . ἐὰν |
Ἀσία : ὄνομα τόπου . Ἄστυ : ἡ πόλις . Ἀστράγαλος : τὸ παρὰ τὸν πόδα ὀστοῦν . Ἀσάμινθος : | ||
δεξιὸν ὠφέλειαν δηλοῖ : τὸ δὲ ἀριστερὸν ἀγαθὸν δηλοῖ . Ἀστράγαλος ἀριστερὸς τοὺς ὑπεναντίους νικήσειν σημαίνει . ὁ δὲ δεξιὸς |
Καθ ' ὃ δὲ διέστηκε τὰ κάτω ζυγὰ τὰ τοὺς μεσοστάτας δεξάμενα , τρόχιλοι ἐντίθενται ὑψηλότεροι ἐκ τοῦ κάτω μέρους | ||
ὁρᾶν τι πλινθίον , καὶ τοὺς μὲν παραστάτας καὶ τοὺς μεσοστάτας [ καὶ ] τοῖς παρ ' ἡμῖν ὁμοίους ὑπάρχειν |
ὁκόταν ἀναξηρανθέντα τὰ φλέβια ἐν θερινῇ ὥρῃ ἐπισπάσηται δριμέας καὶ χολώδεας ἰχῶρας . ταῦτα πυρετὸς ἴσχει , τό σῶμα ὥσπερ | ||
οὖν οἱ πυρετοὶ ἔχουσιν ἰσχυροὶ καὶ καῦμα λαμβάνει „ τοὺς χολώδεας . καὶ πάλιν : ” Ἢν δὲ τὴν τροφὴν |
καὶ μὴ εἰκαῖον μηδ ' ἐπισεσυρμένον ; ἂν μιμῆται τοὺς κυβεύοντας . αἱ ψῆφοι ἀδιάφοροι , οἱ κύβοι ἀδιάφοροι : | ||
ἐργάζεσθαί τε ἔφη καὶ ἐργάτας ἀγαθοὺς εἶναι , τοὺς δὲ κυβεύοντας ἤ τι ἄλλο πονηρὸν καὶ ἐπιζήμιον ποιοῦντας ἀργοὺς ἀπεκάλει |
, πρὸς τὸ παρῳχημένον σύντασσε . ἅπαντες : οἱ ξύμμαχοι βεβαιότεροι : ἐπιστεύομεν ἂν αὐτοῖς βεβαίως μηδὲν καινοτομήσειν εἰς ἡμᾶς | ||
γενομένων , οὓς οἱ τῆς φύσεως νόμοι τῶν κάτωθεν ὄντες βεβαιότεροι γράφουσιν ἐλευθέρους . ἤδη δέ τινες καὶ προσυπερβάλλοντες εἰς |
ἢ ἐπ ' οὐράν , ὅτ ' ἂν κατὰ τοὺς οὐραγούς : ὀρθία δὲ εἰ φέροιτο καὶ τὸ λοχαγοῦν ζυγόν | ||
ἡσυχίαν γίνεσθαι ἐν τῷ στρατῷ καὶ παραγγέλλεσθαι τοὺς ἑκάστης ἀκίας οὐραγούς , ἵνα ἕως ψιθυρισμοῦ ἐὰν ἀκούσωσι παρά τινος τῶν |
. . . πλείους Στρατονίκου τοὺς μαθητάς μοι δοκεῖ ἕξειν Πατανίων . πεπωκέναι δοκεῖ τὸν κατὰ δύο καὶ τρεῖς ἀκράτου | ||
Πατανίων προσελθέτω . Πλείους Στρατονίκου τοὺς μαθητάς μοι δοκεῖ ἕξειν Πατανίων . Πεπωκέναι δοκεῖ τὸν κατὰ δύο καὶ τρεῖς ἀκράτου |
κοιλᾶναι . ἀεῖραι : παρατρέψαι . Μαινομένην : ἐρῶσαν . ἐξεκύλισας : ἐξέφυγες . Ἀντεβόλησας : ἐξ ἐναντίας ἦλθες , | ||
ἐλέους τυχεῖν ἄξιε , σὺ μὲν ἐμὲ ἐξήλικας , καὶ ἐξεκύλισας ἐκ τῶν ἐμῶν ἤτοι τῆς περιουσίας με ἀπεστέρησας . |
ἀνισταμένας : ὑψηλὰς , ἐξεχούσας . κροτάφοισιν : ἐξοχαῖς : κρόταφος ἀπὸ τοῦ κηρύσσειν τὸν τάφον , ἢ παρὰ τὸ | ||
] : ἔσχατον δὲ μεσουρανοῦσι τοῦ τε Δράκοντος ὁ νοτιώτερος κρόταφος , καὶ τοῦ Ὄφεως , ὃν ἔχει ὁ Ὀφιοῦχος |
ἐκ παραλλήλου φύλλα σαμψύχου κύτισόν τε ἕως τοῦ τιθυ - μάλλους : Ἀμφίλοχος ἐν τῷ περὶ κυτίσου φυτόν φησιν ὠφέλιμον | ||
ἐκ παραλλήλου φύλλα σαμψύχου κύτισόν τε ἕως τοῦ τιθυ - μάλλους : Ἀμφίλοχος ἐν τῷ περὶ κυτίσου φυτόν φησιν ὠφέλιμον |
τιάρα καὶ κίδαρις καὶ καυσία καὶ κυνῆ καὶ στεφάνη καὶ περικεφαλαία καὶ ἐπικρατὶς καὶ καμαλαύχιον καυμελαύκιον λέγεται . τὸ κεφαλοδέσμιον | ||
' ἀντίφρασιν οὕτως τὸ ἀσθενέστατον , οἷον εὔθλαστον . ἄφαλος περικεφαλαία μὴ ἔχουσα φάλους : τοὺς δὲ φάλους οἱ μὲν |
. καὶ τὴν θεὸν Δινδυμήνην . ὅτι καὶ Δινδυμηνός καὶ Δινδυμηνή καὶ Δινδύμιος καὶ Δινδυμία . ἐκ τόπου Δινδυμόθεν . | ||
ὑπερκείμενον τῆς πόλεως τὸ Δίνδυμον , ἀφ ' οὗ ἡ Δινδυμηνή , καθάπερ ἀπὸ τῶν Κυβέλων ἡ Κυβέλη . πλησίον |
βλασφήμους . ὁ δὲ νοῦς : ἀκέρδεια εἴληχε πυκνῶς τοὺς κακηγόρους : ὅ ἐστιν , οἱ κακήγοροι τῶν ἀνθρώπων πυκνῶς | ||
. ἔλαχεν , ἐκληρώσατο . . Κακηγόρος ] ἀντὶ τοῦ κακηγόρους ἐκβολῇ τοῦ υ Δωρικῶς ὡς τὸ ἐπιτηδές . . |
κάρα . κρόταφος : ἀπὸ τοῦ κηρύσσειν τὸν τάφον . φενάκη : τὸ προκόμιον , οἷον τοῦ φαινομένου κρανίου τὸ | ||
νᾶπυ ] δριμὺ καὶ ὀργίλον . φενακισμοῖσιν ] ἀπατήμασι . φενάκη γάρ ἐστι προσθετὴ κόμη . Γ φενακισμοῖσιν ] ἀπατήμασι |
ὁ λόγος διήνυσται , καιρὸς διαγράψαι καρχαρόδοντάς τε θῆρας καὶ χαυλιόδοντας . Γινέσθω δὲ ἡμῖν ὁ λέων τοῦ περὶ αὐτῶν | ||
ὡς καὶ βοῦς , σιμόν , λοφιὴν ἔχον ἵππου , χαυλιόδοντας φαῖνον , οὐρὴν ἵππου καὶ φωνήν , μέγαθος ὅσον |
. ῥίζαι δὲ λεπταί , μέλαιναι , οἱονεὶ ἀπό τινος κεφαλίου κρομμυώδους ἠρτημέναι , ὧν καὶ ἡ χρῆσις . φύεται | ||
παρὰ τοῖς ἀκρωμίοις περικοπῆς ἀναιρεῖν . εἰ δὲ μείζονος τοῦ κεφαλίου ὑπάρχοντος ἡ σφήνωσις ἀποτελοῖτο , διὰ τοῦ ἐμβρυοτόμου ἢ |
κάγκελα , δρυόφρακτός τις ὤν , τουτέστιν ὁ ἐκ δρυῶν φραγμός . οἱ γὰρ ἀρχαῖοι πᾶν δένδρον δρῦν ἐκάλουν , | ||
* ἤμυνεν : ἔσωσε εὐρρήχου : ῥῆχος δέ ἐστιν ὁ φραγμός : εὔρρηχος οὖν ἡ καλῶς περιφράσσουσα , τουτέστι πρὸς |
. ὅτε ἦλθεν ἐπὶ τὸν Κέρβερον . . ἡ ἑτέρα πανδοκεύτρια . . τῷ Διονύσῳ δηλονότι . . . ἀντὶ | ||
οὐκ ἐρεῖς , ἀλλὰ διὰ τοῦ κ , πανδοκεῖον καὶ πανδοκεύτρια καὶ πανδοκεύς . Τὴν φθεῖρα λέγουσί τινες καὶ τὴν |
τῷ σώματι , καὶ προσπίπτων πρὸς τοὺς πόρους τοῦ σώματος ἐξωθεῖ τὰ περιεχόμενα περιττώματα καὶ ποιεῖ τοὺς ἱδρῶτας : οὕτω | ||
οὐκοῦν ἡ ἐπίφυσις τοῦ νέου κέρατος τὸ πρεσβύτερον ὡς ἀλλότριον ἐξωθεῖ θλίβοντος τοῦ ἔνδοθεν καὶ ἀνωθεῖν τοῦτο ἐθέλοντος καὶ ὀδυνῶντος |
θαλασσίους οἱ στρατιῶται , καὶ ὄστρεια δὲ καὶ τοὺς σωλῆνας καλεομένους , ἄτοπα τὸ μέγεθος , ὡς τοῖσιν ἐν τῇδε | ||
] ἐν τῇ Ἐρυθρῇ θαλάσσῃ , ἐν τῇσι τοὺς ἀνασπάστους καλεομένους κατοικίζει βασιλεύς , ἀπὸ τούτων πάντων ἑξακόσια τάλαντα ἐγίνετο |
ἐπὶ ἄθλησιν προτέτραπται . μᾶζα δὲ τὸ νεόμακτον καὶ νεοφύρατον ψώμιον . τηνεὶ καὶ τὸν ταῦρον : ἐκεῖ , φησίν | ||
ἐπὶ ἄθλησιν προτέτραπται . μᾶζα δὲ τὸ νεόμακτον καὶ νεοφύρατον ψώμιον . τηνεὶ καὶ τὸν ταῦρον : ἐκεῖ , φησίν |
δυσνόητα . * τὸ δὲ ποδηγετεῖ δὲ ἀπὸ τῶν κυνηγῶν μετηνέχθη . ἕπονται γὰρ οἱ κύνες τοῖς τῶν θηρίων ἴχνεσιν | ||
ἐνῶρτο γέλως . τὸ γὰρ ἄσβεστον ἀπὸ ἀψύχου τοῦ πυρὸς μετηνέχθη ἐπὶ ἔμψυχον τὸν γέλωτα , καὶ τοῦτο κατ ' |
. οὕτω Φιλόξενος . Λύπη : παρὰ τὸ λύειν τοὺς ὦπας , ἤγουν τοὺς ὀφθαλμούς : ἢ παρὰ τὸ λύω | ||
πλεονασμὸν τοῦ α : εἴρηται γὰρ παρὰ τὸ στεριάκειν τοὺς ὦπας τὸ ὁρᾶν διὰ τῆς ἀντιτύποσης λαμπηδόνος . Ἀζηχής , |
φοροῦντα καὶ ἐν πᾶσι φιλητόν . ποιεῖ καὶ πρὸς τοὺς πυρέσσοντας ἐὰν εἰς ἔλαιον βληθῇ καὶ συγχρίσῃς τοῦ ἐλαίου πρὸς | ||
δ ' ἀπυρετοῦσι μὲν ἐν κυάθοις τρισὶ γλυκέος Κρητικοῦ , πυρέσσοντας δ ' ὕδατι θερμῷ . ἡ δόσις ⋖ α |
ὄιες πολυπάμμονος ἀνδρὸς ἐν αὐλῇ . πεπαμένη πῶ τὸ κτῶμαι πάσω πέπακα πέπαμαι πεπαμένη ὅθεν ἓν μ γραπτέον : οἱ | ||
οἷον ζεύξω ζεύγλη , τρώξω τρώγλη . οὕτως οὖν καὶ πάσω πάλη καὶ κατὰ ἀναδιπλασιασμὸν παπάλη καὶ τροπῇ τοῦ α |
, κωφότης . κυψέλη δὲ τὸ ἐμφράττον τὴν ἀκοὴν καὶ κυψελίς : πεφράχθαι τὰ ὦτα , καὶ ἐπιλαβεῖν τὰ ὦτα | ||
δ ' ἔνδον κυψέλη , ἀφ ' ἧς ὁ ῥύπος κυψελίς , τὸ δὲ κοῖλον ἀστακός , τὸ δ ' |
τὸ ἀπὸ φόνου ἀνθρώπου καὶ τὸν μολυσμόν . βρύκειν καὶ βρύχειν διαφέρει . τὸ μὲν γὰρ βρύκειν σημαίνει τὸ τρύζειν | ||
μαθεῖν ταχύς . βρύκειν μὲν τὸ πρίειν τοῖς ὀδοῦσιν : βρύχειν δὲ ἐπὶ τοῦ λεόντος τὸ βρυχᾶσθαι . ἐξελεύθερος καὶ |
κατατείνειν αὐτὴν , τὴν δὲ πτέρνην ἐς τὴν μασχάλην ἐμβάλλοντα ἀντωθέειν , τῇ μὲν δεξιῇ ἐς τὴν δεξιὴν , τῇ | ||
καὶ τὸ μὲν ἐξέχον ἀπωθέειν , τὸ δ ' ἕτερον ἀντωθέειν , δύο εἴδεα ἅμα , καὶ ἐς τοὐπίσω καὶ |
, τοσοῦτον ὑψηλότερός ἐστι τῶν κάτωθεν περιπατούντων : ἀεὶ δὲ ὑψηλοτέρους τοὺς εὐδαιμονεστέρους καλοῦμεν . ἀγαθὸν δὲ μὴ ἐν τῇ | ||
, τὴν δὲ τῶν συμμάχων . κατασκευάσας δὲ πύργους ξυλίνους ὑψηλοτέρους τῶν τειχῶν προσῆγε τῇ πόλει κατὰ τοὺς εὐθέτους τόπους |
εὔτονος . . . . λεπτότερον καὶ εὐτονώτερον . ὑγρὸς ἄκανθος : ὁ ἄκανθος εἶδός ἐστι φυτοῦ χαμαιζήλου , ὑγρὸς | ||
πλέγματι γαθεῖ . παντᾷ δ ' ἀμφὶ δέπας περιπέπταται ὑγρὸς ἄκανθος , αἰπολικὸν θάημα : τέρας κέ τυ θυμὸν ἀτύξαι |
πίνος γάρ ἐστιν ὁ ῥύπος καὶ πιναρόν τὸ ῥυπαρόν . αἰρόπινον οὖν τὸ κόσκινον τὸ τὰς αἴρας , ὅπερ ἐστὶ | ||
. ὁ δὲ Ἀριστοφάνης ἐν Σκηνὰς καταλαμβανούσαις ἔφη ὥσπερ κόσκινον αἰρόπινον τέτρηται . Λύχνοιδ ' ἐπὶ τούτοις , καὶ λύχνοι |
ψαμάθοις ἁλίῃσιν : ἄμαθον δὲ τὴν κόνιν : τύχε γὰρ ἀμάθοιο βαθείης . ὥρα δασέως τοῦ ἔτους καὶ τῆς ἡμέρας | ||
. Ἄμαθος : ἡ ψάμμος : τύχε γάρ ῥ ' ἀμάθοιο βαθείης . παρὰ τὸ ψάμαθος καὶ ἀποβολῇ τοῦ ψ |
δήδῳ τῷ κάτω ῥίπτουσιν : οἱ δὲ περιελθόντες τοὺς μὲν ἀθέρας ἀποκόπτουσιν , ἐκλέπουσι δὲ τὰς τὸν πυρὸν στεγούσας καὶ | ||
ἀθερειγενέος , ἐπειδὴ τοῦ κυμίνου ὁ στάχυς καὶ ὁ καρπὸς ἀθέρας ἔχει , καθάπερ ἡ κριθή . * θερειγενέος : |
εἰς φ , ἔνθεν καὶ φρήν . ἄλλο ἁπαντοῦ παράγωγον φραπὶς , ὡς λέπω λεπίς . οὐδὲν γὰρ εἰς ην | ||
ιν εὐθεῖαν ἔχει εἰς σν καὶ ἐκτέταται . φρῶ οὖν φραπὶς καὶ πραπίς . ἀφ ' ἧς προΐεται τὰ βουλεύματα |
: ἀμφότερα δὲ τὸν χωλὸν σημαίνει . χαλαίποδος διὰ τὸ κεχαλασμένους τοὺς πόδας ταῖς ἁρμονίαις ἔχειν . Ἡφαίστου νῆσον τὴν | ||
. αἱ δὲ ἔριθοι δι ' αὐτῶν βαδίζουσι τείνουσαι τοὺς κεχαλασμένους τῶν μίτων . ἀλλὰ καὶ μισθὸν ἄρνυνται τοῦ ὑφαίνειν |
ποσὶν , ὀσφύϊ , κνήμῃ : βραχὺ βουβῶνες , γαστὴρ σκληρὴ , καὶ ἔντασις ἤτρου ἡ πᾶσα , καὶ ὀδυνώδης | ||
ἄγνοια , παραληρήσεις συχναὶ καὶ ὑποστροφαί : ἡ δὲ γλῶσσα σκληρὴ , καὶ εἰ μὴ διακλύσαιτο , λαλεῖν οὐχ οἷός |
ἔτι δὲ καὶ πρὸς ψύλλας , καὶ κόρεις , καὶ κώνωπας , καὶ πρὸς ἕτερα τοιαῦτα λυμαινόμενα θηρία θεραπείαν . | ||
. τὰς ἐμπίδας ] τὰ κανάρια . , διὰ τοὺς κώνωπας . κατὰ τὸ στόμ ' ] ἀπὸ τοῦ στόματος |
ἐστι κομιζόμενος ἐκ τῆς βαρβάρου , ὑπόξανθος , παχύς , στύφων ἱκανῶς κατὰ τὴν γεῦσιν . Μαλαβάθρου φύλλον ἐστὶ καλὸν | ||
ἀμπέλου , ἢ βάτου , ἢ κυνοσβάτου , ἢ μήλων στύφων , ἢ οὔων ἀώρων , ἢ ῥοῦ , τοῦ |
τὴν μέν : τὴν ἀμφίσβαιναν * ἁδρύνηται : αὔξηται , παχυνθῇ , αὐξηθῇ , παχυνθῇ αὐξάνηται ῥωμαλέος δὲ ἐκβαίνεται ῥωμαλέα | ||
. δεῖ οὖν , ἐὰν μὲν τὰ βλέφαρα ἅμα ἔνδοθεν παχυνθῇ , ἐκϲτρέφυντα παρατρίβειν κατὰ τὸ ἔθοϲ τοῖϲ τραχωματικοῖϲ κολλυρίοιϲ |
ἄμφωτον . Σιμάριστος δὲ παρὰ Κυπρίοις τὸ δίωτον ποτήριον . κύμβη κύλικος εἶδος ὃ Πάφιοι κύμβαν καλοῦσιν . κώθων Λακωνικὸν | ||
ποτήριον καὶ στενὸν τῷ σχήματι , παρόμοιον πλοίῳ ὃ καλεῖται κύμβη . καὶ Ἀναξανδρίδης ἐν Ἀγροίκοις : μεγάλ ' ἴσως |
συμφορήσασθαι , συνερανίσαι . τὰ δὲ πράγματα ἀγερμὸς συναγερμός , ἄθροισις συνάθροισις , συναθροισμὸς ἀθροισμός , πόρος , συναγωγή , | ||
ρ καὶ τοῦ σ εἰς τὸ θ ἀριθμός , ἡ ἄθροισις , . , . , . Ἀρίστυλλος : ὄνομα |
ἱκανοὶ γὰρ οἱ γενιῶντες πρὸς τὸ λέγειν . Σωρανός . Πρόσωπον . ἀπὸ τοῦ πρόσω καὶ ἔμπροσθεν τοὺς ὦπας ἔχειν | ||
, οὐ δεδορκότες , κίνησις σχολαία , φωνὴ ἠπία . Πρόσωπον ἀνιαροῦ ἰσχνόν , μέτωπον ῥυσσόν , ὀφρύες ἀπεστραμμέναι , |
τοῦ ἀδάμαντος καθημένη , Διὸς θυγάτηρ Ἀλήθεια : ἡ δὲ ἐπικλίνουσα τὴν κεφαλὴν αὕτη καὶ ἐπαναπαυομένη καλεῖται μὲν Εὔνοια , | ||
τῷ τῆς ἑτέρας ἀγκῶνι , τῇ δεξιᾷ δὲ τὴν παρειὰν ἐπικλίνουσα . τίς ἄρα τῶν γεγραμμένων ὁ νοῦς ; ἢ |
βλαστεῖα , καὶ τοὺς τῆς σίδης ἤτοι τῆς ῥοιᾶς πρωτογόνους κυτίνους , τὸν ἀνθήμονα καρπόν , μετὰ οἴνου τρίψας πάρασχε | ||
, φύλλα ὅμοια σμίλακι , σπέρμα μέλαν , καὶ τοὺς κυτίνους σκληροὺς καὶ ἀκανθώδεις : ὁ δέ τις ἄνθη μηλοειδῆ |
ιβʹ . χρῶ . Ἄλλο θαυμαστόν . Ἀσφοδέλου ῥίζας λαβὼν ξέε τὸ ἐπιπολῆς καὶ συγκόψας ἕψε σὺν ἐλαίῳ ἀρκοῦντι καὶ | ||
Τζέτζης λέγει : ἀλλ ' οὐδαμῶς , ἄνθρωπε : μηδαμῶς ξέε : οὕτω γάρ , οἶδα , Ἀττικοῦ τρόπου λόγος |
τοῦ μολύβδου ἀρίστη . Ἐπειδὴ δὲ καὶ τὰ ἀντισπόδια ἱκανῶς εὐχρηστεῖ , ὑστερούσης πολλάκις σποδοῦ , τὰ ἰσοδυναμοῦντα ἀναγκαῖόν ἐστιν | ||
δὲ τῶν ἀγκυλῶν διπλοῦν εὑρεθῇ τὸ τῆς καιρίας χάλασμα . εὐχρηστεῖ δ ' οὗτος ὁ βρόχος πρὸς τοὺς καταρτισμοὺς τῶν |
' ἢ Σκαμάνδρους ἢ τάφρους ἢ ' π ' ἀσπίδων ἐπόντας γρυπαιέτους χαλκηλάτους καὶ ῥήμαθ ' ἱππόκρημνα , ἃ ξυμβαλεῖν | ||
. παρατηρητέον οὖν καθόλου μὲν τὸν ἀνατολικὸν ὁρίζοντα καὶ τοὺς ἐπόντας ἢ τοὺς τὴν οἰκοδεσποτείαν αὐτοῦ λαμβάνοντας τῶν πλανωμένων καθ |
ταῦτα τὰ ἀγαπώμενα μόρια , σάρδιά τε καὶ ἰάσπιδας καὶ σμαράγδους καὶ πάντα τὰ τοιαῦτα : ἐκεῖ δὲ οὐδὲν ὅτι | ||
στέφανον δάφνης χρυσῆς κάλλιστον , ὡς ἀντὶ καρποῦ τῆς δάφνης σμαράγδους εἶναι ἰσομεγέθεις τῷ καρπῷ : τὴν μέν γε κιθάραν |
προσαχθήσεται δέ , εἰ μὲν τὸ δεξιὸν μέρος εἴη τὸ ἐξεστηκὸς , ἐντεῦθεν μὲν ἀρχομένων , ἐπὶ δὲ τὸ ἀριστερὸν | ||
αὐτὸν τρόπον , καὶ τὰς ἀρχὰς ὡσαύτως βαλλόμενον κατὰ τὸ ἐξεστηκὸς , καὶ τὰς περιβολὰς τὰς πρώτας πλείστας κατὰ τοῦτο |
οἰκῶν τῶν ἀγρῶν . ἀλλ ' εἰπέ μοι τὸ πρᾶγμα τοὐξημβλωμένον . ἀλλ ' οὐ θέμις πλὴν τοῖς μαθηταῖσιν λέγειν | ||
, ὅπερ οὕτως ἔχει τηλοῦ γὰρ οἰκῶν βίοτον ἐξιδρυσάμην . τοὐξημβλωμένον ] τὸ ἀπολωλὸς καὶ διεφθαρμένον . ἀλλ ' οὐ |
] . συμμέτρως οὖν κατακλινέσθω τὸ βρέφος , οἷον κατὰ προσκεφαλαίου πεπληρωμένου κναφάλλων , εἰ δὲ μή , χόρτου ἁπαλοῦ | ||
. ἀλλ ' οὐ δέομαι πανικτὸν ἔχων τὸν πρωκτὸν [ προσκεφαλαίου ] . Χία δὲ κύλιξ ὑψοῦ κρέμαται περὶ πασσαλόφιν |
. ἀποκαταστῆσαι δὲ ὅταν βουληθῶμεν , παραγγελοῦμεν ἐξελίσσειν τοὺς μετατεταγμένους παραστάτας εἰς οὓς προεῖχον τόπους . ἔνιοι δὲ τοὺς τοιούτους | ||
Δ . καὶ τὸ θῆλυ προΐεσθαι σπέρμα : ἔχει γὰρ παραστάτας ἀπεστραμμένους : διὰ τοῦτο καὶ ὄρεξιν ἔχει περὶ τὰς |
τροφῆς μοῖραν ἔλαχεν . βασιλεύων δὲ Εὐρυσθεὺς Ἡρακλεῖ τοὺς ἄθλους ἐπέτασσεν , οὓς τελειώσας κατὰ Ἀθηνᾶς καὶ Ἀπόλλωνος ὑποθήκας ἀθανασίας | ||
δὲ τοῖς περὶ τὸν Μαλιακὸν κόλπον οἰκοῦσι ζευγνύναι τὸν Σπερχειὸν ἐπέτασσεν : οἱ δὲ ἤνυον τὸ ἔργον σπουδῇ , τῷ |
μυωπίασις , γάγγραινα , σηπεδὼν , ἕλκος , σῦριγξ , ξηροφθαλμία , ψωροφθαλμία , σκληροφθαλμία , πρόπτωσις , ἀτροφία . | ||
ἐρυθρὸς ᾖ , ἀλλὰ καὶ ὅταν πολὺ δάκρυον ἐκκρίνῃ . ξηροφθαλμία δέ ἐστιν , ὅταν οἱ κανθοὶ ἑλκώδεις καὶ τραχύτεροι |
ἀπὸ τοῦ ἄσω μέλλοντος , τοῦ δηλοῦντος τὸ βλάψω . Ἀφρός , ἀπὸ τοῦ φρῶ . Ἀκέραιος , παρὰ τὸ | ||
ἀφραδέοντι , ἀσυνετοῦντι , . , . . . . Ἀφρός : παρὰ τὸ φρῶ ῥῆμα γέγονε φρός καὶ μετὰ |
] νιφάδα φησὶ τὸ τῶν πολεμίων πλῆθος . . ὀλοὴν νιφάδα λέγει τὴν σύρρευσιν καὶ συνέχειαν τῶν βελῶν . . | ||
ἐχρήσατο : τὸ μὲν σκέπασμα σκέπα καλῶν , τὴν δὲ νιφάδα νίφα , τὸ δὲ γλαφυρὸν γλάφυ : δι ' |
τῆς παλιγγενεσίας † εἰς ὃν ὑπεμνηματισάμην † ἵνα μὴ ὦμεν διάβολοι τοῦ παντὸς εἰς τοὺς πολλούς , † εἰς οὓς | ||
ὥσπερ καὶ οἱ πολλοὶ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ τυραννικοί τινες καὶ διάβολοι γενόμενοι . Εὐφραῖος μὲν γὰρ παρὰ Περδίκκᾳ τῷ βασιλεῖ |
διενέμοντο : ξύλινοι δ ' ἦσαν . μυστίλη μὲν οὖν ψωμὸς κοῖλος εἰς ἔτνος ἢ ζωμὸν βαθυνθείς , ἀφ ' | ||
πίθον : κάβος γὰρ σίτου μέτρον . ὁ δὲ μέγας ψωμὸς ἐκαλεῖτο Θετταλικὴ ἔνθεσις . καὶ τὸ μὲν πιεῖν ἐθέλειν |
ὑβρίζοντες , κεντοῦντες αὐτὰς ὑπὸ τοῖς ὄνυξι τοῖς τῶν χειρῶν βελόναις ἀπέκτειναν . τὰ δὲ ὀστᾶ κατέκοψαν ἐν ὅλμοις , | ||
Ἄρχιππος ἐν Ἰχθύσι : λεπάσιν , ἐχίνοις , ἐσχάραις , βελόναις τε τοῖς κτεσίν τε . αἱ δὲ βάλανοι καλούμεναι |
ψῆφον μήτε πᾶσι τοῖς ἄλλοις Ἀθηναίοις , ἀλλ ' ὁμοθυμαδὸν καταψηφισαμένους πάντας παραδοῦναι τοῖς ἐπὶ τοῦτο τεταγμένοις θανάτῳ ζημιῶσαι , | ||
εἰ μὲν οὖν τετιμώρηται παρ ' ὑμῶν , εἰπάτω τοὺς καταψηφισαμένους δικαστὰς τὴν τιμωρίαν , ἣν τοῖς δικάζουσιν ἡμῖν παρέσχον |
μέγεθος , ἥτις τοὺς ἐν αὐτῇ λουομένους εἰς τὸ ξηρὸν ἐκρίπτει ὡς ἀπ ' ὀργάνου τινός , ὥς φησιν Ἀριστοτέλης | ||
ἀναρρίπτει , ἀλλὰ καὶ ἄλλο ὅ τι ἂν ἦι ζῶιον ἐκρίπτει εἰς τὸ ξηρὸν καὶ ζῶν καὶ τεθνηκός , καὶ |
οὕτω Φιλόξενος . . , : ψιλός : παρὰ τὸ ψῶ , ὅθεν καὶ τὸ καταψῶ : οὗ πᾶν ὁτιοῦν | ||
ποδὶ κατὰ τὸ λεληθὸς , οἱονεὶ παρασύρων : ἀπὸ τοῦ ψῶ , οὗ παράγωγον τὸ ψαύω . καὶ οἱ ναῦται |
ποιοῦντος συλλαβήν : συλλαβῆς μέν , οἷον ὁμόπατρος ὄπατρος , ὁμότριχας ὄτριχας , ὁμοέτεας οἰέτεας . φωνήεντος δέ , οἷον | ||
τῶν γερόντων : ἐνθάδε ὦν κἠγὼ παρ ' ὕμμε τοὺς ὁμότριχας ἐξορμίζομαι , πλόον δοκάζων πόντιον . ναὶ γὰρ ἤδη |
τεθνεῶτας . : Φερεκύδης ἐν τῇ ἱστορίᾳ τοὺς ἐν Δελφοῖς θνήσκοντας αὐτὸν ἀναβιώσκειν . . . . Λ , : | ||
τῆς ταλαιπωρίας . καὶ ἐδείκνυ δὴ λέγων αὐτοῖς οἷς εὐπόρουν θνήσκοντας τοὺς εὐπόρους καλοῦντας ἐφ ' ἑαυτοὺς τὰ τῶν κακούργων |
τῆς ἀνέμου πνοῆς ἐκ παντὸς εἴδους ἀναδιδόμενος ῥύπος ἀκαθαρσίας . ἀφυσγετός : συρφετὸς , ῥῦπος , καὶ ἰλύς . ἐξ | ||
ἀφυλίσαι ' . . . . ἀφυσγετόν : τὸ ἰλυῶδες ἀφυσγετός ' . . . . ἀφύη : ἰχθύδιον μικρόν |
κἀνταῦθα δεήσομαι αὐτοῦ ἐπιδοῦναί μοι τῶν ἐπῶν , ἵνα μὴ διαφθείρω τὸν ἔπαινον ψιλῷ λόγῳ : ἔξοχα δή σε βροτῶν | ||
οὐδένα : ἀλλ ' ἢ οὐ διαφθείρω , ἢ εἰ διαφθείρω , ἄκων , ὥστε σύ γε κατ ' ἀμφότερα |