κεράϲτου δηχθεῖϲι μεγάλωϲ βοηθεῖ . καταντλεῖν δὲ χρὴ τὸ ἕλκοϲ ἑψῶντα ἐν ὕδατι τὰ χαμαίμηλα καὶ τὴν τοῦ ὀξυλαπάθου ῥίζαν
καὶ ἐς ταῦτα διακρίνεται . Τῶν μὲν οὖν ἰσχυρῶν σιτίων ἑψῶντα πολλάκις καὶ διαψύχοντα τὴν δύναμιν ἀφαιρέειν , τῶν δὲ
7585118 ἐπιεικεστατοις
τὸν ὑπὸ τοῦ νόμου λόγον ὀρθὸν εἰρημένον , καὶ τοῖς ἐπιεικεστάτοις καὶ πρεσβυτάτοις δι ' ἐμπειρίαν συνδεδογμένον ὡς ὄντως ὀρθός
ἐν τῇ πόλει κατεδίκαζον θανάτῳ : καὶ μέχρι τούτου τοῖς ἐπιεικεστάτοις τῶν πολιτῶν εὐαρέστει τὰ γινόμενα . μετὰ δὲ ταῦτα
7540144 ἀργυριοις
' ἵν ' ἐκεῖνοι εἰδεῖεν εἰς τίνα δεῖ χρῆσθαι τοῖς ἀργυρίοις . ὀνειδιζόμενός ποτε ὅτι δίκην ἔχων ἐμισθώσατο ῥήτορα ,
ὡς Δημάδης σκώπτων Δημοσθένη συνάγχῃ λέγοντα εἰλῆφθαι καὶ ἐπὶ τοῖς ἀργυρίοις σιωπῶντα . ἀργυρίζεσθαι δέ , καὶ ἀργυρίδες φιάλαι ,
7415537 νεκρωθεν
ὡς δένδρον ὑπὸ τοῦ πικροῦ κρυσταλλωθὲν χειμῶνος καὶ μαρανθὲν καὶ νεκρωθέν , καὶ πάλιν ἀναζῆσαν παραδραμόντος τοῦ δεινοῦ τῆς χειμερίας
εἶθ ' οὕτως καὶ τοῖς οὔροις παρυφίστασθαι παραρρυέντα ἢ διὰ νεκρωθέν τε καὶ μεταβληθὲν αἷμα καὶ τοῖς οὔροις συνδιαδοθέν .
7180611 δουρικλυτοις
: οἱ γὰρ Πέρσαι Ἀσσύριοι ἐκαλοῦντο τὸ πρότερον . . δουρικλύτοις δὲ : τοῖς ἐνδόξοις κατὰ τὸ δόρυ , τοῖς
καὶ πολυναύτης , Σύριόν θ ' ἅρμα διώκων , ἐπάγει δουρικλύτοις ἀνδράσι τοξόδαμνον Ἄρη . δόκιμος δ ' οὔτις ὑποστὰς
7159800 συνδικοις
; πρὸς τοῖς “ θεσμοθέταις γραφὰς γραφόμενος , πρὸς τοῖς συνδίκοις ἀπογραφὰς ” ἀπογράφων . “ μήποτ ' οὖν ἀρχή
οὗτος ; πρὸς τοῖς θεσμοθέταις γραφὰς γραφόμενος , πρὸς τοῖς συνδίκοις ἀπογραφὰς ἀπογράφων . . . σύνδικοι . Εἰ γάρ
7150251 Ἀμπελωνας
δὲ τῶν κακοποιῶν τις ἐπίδῃ ἀνυπερθέτως τὸ τοιοῦτον συμβήσεται . Ἀμπελῶνας δὲ καὶ κήπους ἐν Ἰχθύσι καὶ Καρκίνῳ καὶ Ὑδροχόῳ
καὶ τῶν κακοποιῶν τις ἐπίδῃ ἀδηρίτως τὸ τοιοῦτον συμβήσεται . Ἀμπελῶνας δὲ καὶ κήπους ἐν Ἰχθύσιν , Καρκίνῳ , Ὑδροχόῳ
7146652 προσιουσιν
τοῦ ἰσοπέδου ἑαυτὴν μηδὲν ἀπειρόκαλον ἢ φορτικὸν φρονοῦσαν καὶ τοῖς προσιοῦσιν δημοτικῶς τε καὶ ἐκ τοῦ ὁμοίου προσφέρεσθαι καὶ δεξιώσεις
καὶ τὰς κόμας ἐτίλλοντο : οἳ δ ' ὑπήντων ἔτι προσιοῦσιν , οὐκ ἀναμένοντες , ἀλλ ' ἐπειγόμενοι μαθεῖν .
7126419 προεδροις
, τὴν δὲ πομπὴν πέμπουσι τῇ θεῷ , τοῖς δὲ προέδροις ἐν ἐκκλησίαις συγκαθίζουσιν , διακωλύοντες ἐπιχειροτονεῖν ὅσα μὴ συμφέρει
λόγων τούτων , Ἀλεξίμαχος ὁ Πήληξ δίδωσιν ἀναγνῶναι ψήφισμα τοῖς προέδροις , ἐν ᾧ ἐγέγραπτο ἀποδοῦναι τοὺς ὅρκους Φιλίππῳ μετὰ
7079809 ἀδικημασι
ἄλλῳ τοὐναντίον . . ἀποκήρυκτος μέν ἐστιν ὁ ἐπ ' ἀδικήμασί τισιν αἰτίας ἐκβληθεὶς ἐκ τοῦ οἴκου : ἐκποίητος δὲ
καὶ ἐκποίητος διαφέρει . ἀποκήρυκτος μέν ἐστιν ὁ ἐπ ' ἀδικήμασί τισι τῆς οἰκίας ἐκβληθείς : ἐκποίητος δὲ ὁ δοτὸς
7070590 ὑποτεταγμενοις
γὰρ ἔτι βασιλεύοντος ἦρχε τῶν Περσῶν Ὦχος καὶ προσεφέρετο τοῖς ὑποτεταγμένοις ὠμῶς καὶ βιαίως . μισουμένου δὲ αὐτοῦ διὰ τὴν
πᾶσαν δυσαρεστίαν καὶ ἀηδίαν ἐγγεννᾶν πάσῃ χώρᾳ καὶ βάρη τοῖς ὑποτεταγμένοις ἐπιβληθήσεσθαι ὡς τὰ κοινὰ θλιβῆναι καὶ τοὺς δυνάστας ἀποφυγεῖν
7055010 χρησομενοις
οὖν ὀνειροπολεῖν τὸν θάνατον , εἰδυῖαν ἐς ὅ τι τοῖς χρησομένοις αὐτῇ πέφυκε λυσιτελὴς εἶναι . ἐοίκασι δὲ τῇ ὑὶ
ἐκδιδοῦσα τὸ παράπαν , ἁλμυρὸν δὲ νόσου καὶ φθορᾶς τοῖς χρησομένοις αἴτιον . οὕτως γοῦν κατὰ ἀναγώγων καὶ ἀπαιδεύτων ὁ
7053228 διακονοις
μὴ αἴρειν τὸν λόγον , ἀλλὰ προσεπισχυρίζειν . μόνον οὖν διακόνοις ἐχρῶντο τοῖς λόγοις : οὐ γὰρ οἷόν τε ἦν
τοιαῦτα . ταχύ γ ' ἂν αὐτὸς διηκόνησεν ὁ τοῖς διακόνοις οὕτω χρώμενος , ἢ παρ ' ἃ βέλτιστα ἐνόμιζεν
7039142 ἀπυρετοις
αʹ . ὕδατι ἀναπλάττων τροχίσκους ἔχοντας ἀνὰ ⋖ αʹ . ἀπυρέτοις μετὰ οἴνου κεκραμένου δίδου , πυρέσσουσι μετὰ ὑδρομέλιτος .
τὸ ἀρκοῦν : ἡ δόσις καρύου ποντικοῦ μετὰ κονδίτου τοῖς ἀπυρέτοις : τοῖς δὲ πυρέττουσιν , ἐν μελικράτῳ . Ἄλλο
7038249 Οὐιεντανοις
τὰ πρὸς τὴν ἄλλην ἐστραμμένα Τυρρηνίαν , ἔνθα ἦν τοῖς Οὐιεντανοῖς τὰ βοσκήματα , οὐδέποτε στρατὸν ἥξειν Ῥωμαίων ἐκεῖ προσδεχομένοις
: δυσὶ ταῖς ἐπιφανεστάταις πόλεσι Τυρρηνῶν , Ταρκυνιήταις τε καὶ Οὐιεντανοῖς κατάγειν βουλομένοις τοὺς βασιλεῖς μεγάλῃ στρατιᾷ , παρακινδυνεύσαντες ὀλίγοι
7036118 ἐπεξιοντων
στράτευμα καὶ ἐπ ' αὐτῷ καὶ λοιμοῦ , ἀνεχώρησεν , ἐπεξιόντων Περσῶν , ὡςανεὶ ἡττημένῳ . Ἐπανελθόντα δὲ αὐτὸν ἐκ
καὶ αὐτοὶ τὰ ἴσα δρᾶν ἐσπούδαζον . ὁπλιζομένων ἀνθωπλίζοντο , ἐπεξιόντων ἀντεπεξῄεσαν , ἀναπαυομένων ἀντανεπαύοντο . Κλεομένης λάθρα παράγγελμα ἔδωκεν
7027612 φαεσι
βασκαίνω . ἢ παρὰ τὸ φασκαίνω , † ὅτι τοῖς φάεσι † καίνει , ὅ ἐστι φθείρων διὰ τοῦ βλέμματος
φόνων αἴτιον εἶναι . εἴγε βάσκανος , παρὰ τὸ τοῖς φάεσι καίνειν , φάσκανός τις ὤν . Φύλλον . φύω
7018663 τεθνεωσι
. πάντων δ ' ἀνθρώπων σχεδὸν ἀκούειν ἔστι μεταδιδόντων τοῖς τεθνεῶσι τῆς τῶν ἀπογόνων τύχης καὶ προαιρέσεως . καὶ γὰρ
πρόσωπον πλάττομεν . εἰδωλοποιίαν δέ φασιν ἐκεῖνο , ὅταν τοῖς τεθνεῶσι λόγους περιάπτωμεν , ὥσπερ Ἀριστείδης ἐν τῷ Πρὸς Πλάτωνα
7007524 ὁμοφυλοις
δὲ τίθετε τοσοῦτον κακόν , μικρᾶς προθυμίας μέγαν προξενοῦντες τοῖς ὁμοφύλοις τὸν ὄλεθρον ; εἴπατε οὖν ὁποτέρῳ τούτων στοιχεῖτε ,
ἀντὶ τοῦ φανερῶς . Δημοσθένης : καὶ ἄντικρυς ἦν τοῖς ὁμοφύλοις ἐχθρός . . . , . . . :
6978474 εἰσηρρησεν
φθορᾶς παρεγένετο . Γ εἰσήρρησεν ] μετὰ φθορᾶς εἰσῆλθε . εἰσήρρησεν ] μετὰ φθορᾶς παρεγένετο , ὡς ἀναιδῶς ἐλθόντος .
εἰσελθεῖν . ΓΘ ἄλλως : μετὰ φθορᾶς παρεγένετο . Γ εἰσήρρησεν ] μετὰ φθορᾶς εἰσῆλθε . εἰσήρρησεν ] μετὰ φθορᾶς
6971703 διαγραψαι
ἔχουσα καὶ ῥυθμὸν βεβαίαν ἐντίθησι μνήμην . οὐκοῦν ἀνάγκη πᾶσαν διαγράψαι ποιητικήν , εἰ τοῖς τῶν ἐντυγχανόντων λυμαίνεται τρόποις ;
τὰς ταύτῃ ὁμοίως ἡμαρτημένας τοῦ καταλόγου τῶν ὑγιῶς προφερομένων προτάσεων διαγράψαι : εἰ γὰρ δεῖ καὶ τὴν περὶ τούτων τεχνολογίαν
6967063 πραχθεισι
ἀνῃρημένους διάδημα καὶ νομίζων μήτε δυνάμεσι μήτε χώρᾳ μήτε τοῖς πραχθεῖσι λείπεσθαι τούτων ἑαυτὸν ἀνηγόρευσε βασιλέα . καὶ διάδημα μὲν
τοῖς Κύρου παισὶν οὖσαν . Λυπηθεὶς δὲ πάνυ ἐπὶ τοῖς πραχθεῖσι καὶ ἔτι μᾶλλον ὀργισθεὶς , ὥστε μηκέτι προσίεσθαι τὸν
6962220 γειτοσι
ποιεῖ , Λακεδαιμονίοις , Κορινθίοις , Πελοποννησίοις , Μεγαρεῦσι τοῖς γείτοσι : καὶ ὅτι διαπρεσβεύονται πρὸς αὐτὸν ἅπαντες : ὥστε
πόλει παρέχεις πολίτην κακὸν καὶ τοῖς συγγενέσι συγγενῆ καὶ τοῖς γείτοσι γείτονα . σὺ οὖν τίς εἶ ; ἐνταῦθα μέγα
6954798 σκοποις
ἢ ἐκτεμεῖν . ἔνιοι μὲν οὖν ὄγκοι τοῖς τρισὶν ὑποπίπτουσι σκοποῖς , ὅσοι λεπτότερον ὑγρὸν ἔχουσιν , ὡς ἡ μελικηρίς
παρακμὴν ποικιλωτέραν , πυνθάνεσθαι δεῖ αὐτοὺς , πῶς χρήσονται τοῖς σκοποῖς , ἂν δύο τινὲς ὦσιν οἱ νοσοῦντες , ὁ
6947648 κημοις
“ τίς ἀψήφιστος ; ἀνιστάσθω . ” κἀπισταίην ἐπὶ τοῖς κημοῖς ψηφιζομένων ὁ τελευταῖος . “ σπεῦδ ' , ὦ
ἔθει χαλινῷ ἄρχειν αὐτῶν καὶ ῥυθμίζειν αὐτοὺς καὶ ἰθύνειν , κημοῖς δὲ ἄρα κεντρωτοῖς : ἀκόλαστόν τε ἔχουσι τὴν γλῶτταν
6944390 παρῳδιαν
ἄγων ἔρως ζηλωτὸς ἀνθρώποισιν , ὧν εἴην ἐγώ . Κατὰ παρῳδίαν δέ , ὅταν μέρος εἰπὼν τοῦ ἔπους παρ '
λέγειν ἅμα καὶ σκώπτειν ἀρχαίως τρεῖς μέθοδοι : τὸ κατὰ παρῳδίαν σχῆμα , τὸ παρὰ προσδοκίαν , τὸ ἐναντίας ποιεῖσθαι
6944323 κακωδεσι
οὐ γὰρ πᾶσιν αἱ αὐταὶ προσφιλεῖς ἀλλὰ μᾶλλον ἐν ταῖς κακώδεσι καὶ βαρείαις ὧν ἔνιαί γε κοιναὶ πᾶσιν οἷον αἱ
μὴ λουέσθω , σιτίοισιν ὀλίγοισι χρήσθω , τὰ αἰδοῖα τοῖσι κακώδεσι θυμιήσθω , καὶ ἐπὴν ἄρχηται περιχωρέειν , τὴν σφενδόνην
6936318 πυρεσσουσι
δίδου κοχλιάριον ἓν ἢ δύο ἀπυρέκτοις μετ ' οἴνου , πυρέσσουσι δὲ μεθ ' ὕδατος . Ῥόας ὀξείας καὶ γλυκείας
προσφάτους , κενταυρίου τοῦ μεγάλου ⋖ β διδόμεναι τοῖς μὲν πυρέσσουσι μεθ ' ὕδατος , τοῖς δ ' ἀπυρέτοις μετ
6932506 ἐχιου
κόστου , εὐζώμου σπέρματος , ἠρυγγίου ῥίζης , πολίου , ἐχίου , εὐπατορίου , ἀρκευθίδων ἴσα ἀναλάμβανε μέλιτι ἀπέφθῳ .
τοῖς ὀφιοδήκτοις βοηθούς ἔνθα δύο ἐχίεια : ἤγουν δύο εἴδη ἐχίου . οὕτω δὲ ὠνόμασται διὰ τὴν ἐξ αὐτῶν ὠφέλειαν
6918569 Λιβυρνοις
. τὸ ἐθνικὸν Συρρέντιος . Συώπιοι , ἔθνος προσεχὲς τοῖς Λιβυρνοῖς , ὡς Ἑκαταῖος Εὐρώπῃ . Σφακτήρια , οὐδετέρως .
δὲ τὴν Ἀσπληδόνα Ὑηττὸν ἐκάλεσαν . Ὑθμῖται , ἔθνος πρὸς Λιβυρνοῖς καὶ Συωπίοις , ὥς φησιν Ἑκαταῖος Εὐρώπῃ . Ὕκαρον
6909104 ὀλιγαρχικοις
ἡ μετὰ τῶν ὅπλων φρουρά . Φυλακτέον δὴ τοῖς μὲν ὀλιγαρχικοῖς καὶ τοῖς τὴν ἄνισον πολιτείαν πολιτευομένοις τοὺς ἐν χειρῶν
καὶ στάσεις , μάλιστα δὲ αἱ κατὰ τὴν Πελοπόννησον . ὀλιγαρχικοῖς γὰρ πολιτεύμασι κεχρημέναι , καὶ ταῖς τῆς δημοκρατίας ἐξουσίαις
6906862 ἀπολωλοσι
βοάν τε δῆμον ] ἐμφύλιον μάχην , τὴν ἐπὶ τοῖς ἀπολωλόσι βοήν . ἀπ ' ἀστῶν ] ἄποθεν τοῦ κράτους
τοῖς βουλομένοις τὸ ἔχειν εὖ ποιεῖν ἡμᾶς οὐχ ὑπῆρχεν ἅπαξ ἀπολωλόσι , καὶ ὅσῳ δυστυχῆσαι μὲν μᾶλλον οὐκ εἴχομεν τἀναντία
6906100 γηρωσιν
καὶ ἐρωτικὰς συμπαθείας : μάλιστα τὴν ἔντασιν παρέχει τοῖς ἤδη γηρῶσιν τοῖς τε θέλουσιν πολλὰ συνουσιάζειν . ποιεῖ δὲ καὶ
τοὺς γονεῖς γηροβοσκοῦσι . γηράντεσσι : ⌊ ἀντὶ τοῦ τοῖς γηρῶσιν ⌋ : ἀπὸ τοῦ γήρημι γέγονεν . Ὅμηρος :
6888957 στρωτηρ
δὲ θάτερα τὸ ἄλλο σῶμα . ὕψος δὲ ἔχων ὁ στρωτὴρ προσδεδέσθω , ὥστε μετέωρον τὸ ἄλλο σῶμα εἶναι .
θάτερα δὲ τὸ ἄλλο σῶμα . Ὕψος δὲ ἔχων ὁ στρωτὴρ προσδεδέσθω , ὥστε μετέωρον τὸ ἄλλο σῶμα εἶναι ἐπ
6877587 Ἑρμαρχῳ
φιλοσοφούντων μετ ' αὐτοῦ , οὔσης αὐτῆς εὐτάκτου καὶ πειθαρχούσης Ἑρμάρχῳ . διδότωσαν δὲ Ἀμυνόμαχος καὶ Τιμοκράτης ἐκ τῶν ὑπαρχουσῶν
ᾧ τε τὸν μὲν κῆπον καὶ τὰ προσόντα αὐτῷ παρέξουσιν Ἑρμάρχῳ Ἀγεμόρτου Μυτιληναίῳ καὶ τοῖς συμφιλοσοφοῦσιν αὐτῷ καὶ οἷς ἂν
6873125 διακεκομμενοις
Σαλαμῖνι καὶ Πλαταιαῖς . ἀντὶ τοῦ προσβολαῖς . δυσθρήνητον . διακεκομμένοις . ἡμῖν τοῖς δηΐοις στυγνότητος αἴτιαι πάρεισιν εἰς μνήμην
ἀντὶ τοῦ προσβολαῖς . δυσαιανῆ ] δυσθρήνητον . δαΐοις ] διακεκομμένοις . στυγναὶ δ ' Ἀθᾶναι ] ἡμῖν τοῖς δηΐοις
6869633 Σοφου
κακός . ! ! ! σοι φρ ! ! [ Σοφοῦ παρ ' ἀνδρὸς προσδέχου συμβουλίαν . μὴ πᾶσιν εἰκῆ
τὸ σοφὸν οὐκ αἰνῶ τόδε . Ἐκ τοῦ Ῥήσου : Σοφοῦ παρ ' ἀνδρὸς χρὴ σοφόν τι μανθάνειν . Ἐκ
6869583 καυσουμενοις
. ποιεῖ δὲ καὶ εἰς ἄλλα πολλά : ἐπὶ γὰρ καυσουμένοις ἐμπυρέτοις καὶ διψῶσιν ἀμέτρως καὶ ἀγρυπνοῦσι καὶ ἱδροῦσιν ἐπί
ὀξέως νοσοῦσιν οἱ κατάγειοι τῶν οἴκων ἐπιτήδειοι , καὶ μάλιστα καυσουμένοις τε καὶ συγκοπτομένοις : καὶ γὰρ εὐψυχέστεροι τῶν ὑπερῴων
6868437 συνηθεσι
. ἔπειτα λοιπὸν ἄγειν αὐτοὺς ἐπὶ βαλανεῖον καὶ σμήχειν τοῖς συνήθεσι μηδὲν ὑφορώμενον . τοιαύτην δεῖ ποιεῖσθαι καὶ ἐπὶ τῶν
τὸ πολλοὺς χαίρειν ταῖς ξενιζούσαις τῶν λέξεων μᾶλλον ἤπερ ταῖς συνήθεσι . . . , : [ τὸ δὲ ἐών
6861579 στυφουσιν
τὴν ἀρχὴν τοῖς παρηγοροῦσι καὶ ψύχουσι μέν , οὐκέτι δὲ στύφουσιν : δυσδιαφόρητον γὰρ ἡ στῦψις ἐργάζεται τὸν ὄγκον ,
ἀφθῶν , ἐν ἀρχῇ μὲν τοῖς μετρίως ψύχουσί τε καὶ στύφουσιν , ἐφεξῆς δὲ τοῖς διαφοροῦσιν ἀδήκτως , ὑποξάνθων δέ
6857349 ἡμιεργον
ἣν οὕτως εὐήθη λέγουσιν ὡς ἀπὸ τοῦ ἱστοῦ θοἰμάτιον καθελομένην ἡμίεργον ἀμφιέσασθαι , εἴς τε τὸ κάτοπτρον βλέπουσαν πρὸς τὴν
θυμῷ δυνατωτέρῳ χρησάμενοι λογισμοῦ , δρᾶσαι τὸν φόνον , ὡς ἡμίεργον τὴν πρᾶξιν εἶναι , τῆς διανοίας μὴ προκατεσχημένης ἐκ
6853821 ὑπερηφανοις
] τοῖς ὑπερβαίνουσι τὴν τῶν ἀνδρῶν ἡλικίαν . ἢ τοῖς ὑπερηφάνοις . ἢ τοῖς τούτων ἰσχυροτέροις καὶ μᾶλλον ἀκμάζουσιν .
ἅπαντα φέροιτο . καὶ γάρ , εἴ τι τῶν δημοσίων ὑπερηφάνοις ᾠκοδομεῖτο δαπάναις , ἐκάλει δὲ τοὺς οἰκήτορας ὁ κῆρυξ
6853458 νεμετωρ
ὑπέραυχα βάζουσιν ἐπὶ πτόλει μαινομένᾳ φρενί , τώς νιν Ζεὺς νεμέτωρ ἐπίδοι κοταίνων . τέταρτος ἄλλος , γείτονας πύλας ἔχων
καὶ κακῶς διατίθεται ἐπὶ τοῖς παρ ' ἀξίαν νεμομένοις . νεμέτωρ ] ὁ πάντα διανέμων καὶ διοικῶν . νεμέτωρ ]
6845621 ἀγροικοις
θερμοτέραις τῶν γυναικῶν καὶ ταῖς ὑπὲρ τὸ δέον γυμναζομέναις καὶ ἀγροίκοις , οὐ πάνυ δαψιλεῖς αἱ καθάρσεις γίνονται . ὅταν
δῶρα κομισάντων ἐπὶ ταῖς διαλλαγαῖς καὶ τὴν θεὰν ἀνυμνησάντων ταῖς ἀγροίκοις ἐκείνων ᾠδαῖς τόπον ὕστερον ἔδωκαν καὶ συνήθειαν . ὅτι
6845564 κατατριβεις
τῆς πενίας ἅπαντ ' ἐπήσθιεν . Ἐν θέρει τὴν χλαῖναν κατατρίβεις : ἐπὶ τῶν μὴ καθ ' ὥραν τοῖς ἀναγκαίοις
τῆς πενίας ἅπαντ ' ἐπήσθιεν . Ἐν θέρει τὴν χλαῖναν κατατρίβεις : ἐπὶ τῶν μὴ καθ ' ὥραν τοῖς ἀναγκαίοις
6840933 βρεχομαι
' ] † βρέχε τοὺς ὀφθαλμούς . τέγγομαι ] † βρέχομαι τοῖς δάκρυσι . βόα ] θρήνει . νυν ]
βρέχε . * τώ , ἤγουν τοὺς ὀφθαλμοὺς . * βρέχομαι τοῖς δάκρυσι δηλονότι . * καὶ ἰσόγοα ἤγουν διατόρως
6833886 ἀδακρυτοις
] + ἐκ παραλλήλου . ξηροῖς ] ἀνύδροις , τοῖς ἀδακρύτοις , τοῖς ἀσυμπαθέσι . Ξ ἀκλαύστοις ] ἀναλγήτοις .
τελεία ] τελεσθῆναι δυναμένη . Ξ ἀρά ] κατάρα . ἀδακρύτοις , ἀναλγήτοις διὰ τὸ τυφλοὺς εἶναι τοὺς ὀφθαλμοὺς τοῦ
6821985 καταγιγαρτισαι
βʹ ἰαμβικὰ δίμετρα , τὸ δὲ ἓν μονόμετρον . Γ καταγιγαρτίσαι : ἀντὶ τοῦ κατὰ τῶν γεωργικῶν γιγάρτων βαλεῖν καὶ
τοῦ φελλέως , μέσην λαβόντ ' , ἄραντα , καταβαλόντα καταγιγαρτίσαι . Φαλῆς Φαλῆς , ἐὰν μεθ ' ἡμῶν ξυμπίῃς
6817982 βουλευμασι
ἄμφω τρέφειν ἐβούλετο . ἔτρεφε δὲ οὐκ ἐφ ' ὁμοίοις βουλεύμασι : τὸν μὲν γὰρ ᾠδῆς , τὸν δὲ τραπέζης
ἐπικότοισι μήδεσι ] . , . : Τῆς Ἥρας , βουλεύμασι τῆς Ἥρας . . , . : δυσδαιμόνων δὲ
6813978 ὀψωνουντας
κλίνειν τ ' ἀναγκάζει φύσιν . πρὸς δὲ τοὺς περιέργως ὀψωνοῦντας τάδε φησὶν Ἄλεξις ἐν Ἐπικλήρῳ : ὅστις ἀγοράζει πτωχὸς
πρέσβειρα πεντήκοντα Κωπαΐδων κορᾶν . ὀψωνοῦντας : εὐκαίρως τὸ “ ὀψωνοῦντας ” προσέθηκε πρὸς ἀντιδιαστολὴν τοῦ πολέμου , ἐν ᾧ
6812998 μεθυουσι
καὶ ἀναπτύξαντες ἀναγινώσκουσι νύκτωρ ἐπίθεσθε τοῖς πολεμίοις διὰ τὴν ἑορτὴν μεθύουσι καὶ καθεύδουσι καὶ ἀφυλάκτοις . οἱ στρατηγοὶ ταῦτα μαθόντες
καθίσας εὐθέως κατέβη φήσας εὐλαβεῖσθαι μὴ ἱπποτυφίᾳ ληφθῇ . τοῖς μεθύουσι συνεβούλευε κατοπτρίζεσθαι : ἀποστήσεσθαι γὰρ τῆς τοιαύτης ἀσχημοσύνης .
6812097 ἀδιαφοροις
αὐτῇ στῆναι πρῶτον τῶν ἀδιαφόρων ἓν γέγονεν , οὕτω πλείοσιν ἀδιαφόροις , τουτέστιν εἴδεσιν , ἃ ἐν τοῖς καθ '
αὐτῶν τᾶς ἀπαθείας ἐκλύει τᾶς ἀρετᾶς τὸ γενναῖον , αἴκα ἀδιαφόροις καὶ μὴ κακοῖς θανάτῳ τε καὶ ἀλγηδόνι καὶ πενίᾳ
6796582 περδεσθαι
. παρέπεται δὲ καὶ τοῖς τρυφῶσι καὶ πολλὰ ἐσθίουσι τὸ πέρδεσθαι . ἢ ὡς εὐρύπρωκτον αὐτὸν , ἢ ὡς τοῦτο
οὐρὰν ἐστραμμένον , καὶ τὸν ὄνον ἀλγεῖν ὑπὲρ αὐτοῦ καὶ πέρδεσθαι . Δημόκριτος δέ φησι , τὸν πληγέντα ὑπὸ σκορπίου
6786027 κορακινιδιοις
δὲ ὠνόμασεν αὐτοὺς Φερεκράτης ἐν Ἐπιλήσμονι : τοῖς σοῖσι συνὼν κορακινιδίοις καὶ μαινιδίοις . Ἄμφις δ ' ἐν Ἰαλέμῳ :
θρᾴττης ὄνομα παρ ' οὐδενὶ τῶν Ἀττικῶν . Ἀναξανδρίδης : κορακινιδίοις μετὰ περκιδίων καὶ θρᾳττιδίων . Ἀντιφάνης : θρᾷτταν ἢ
6782986 Κοπος
καὶ οὐ στυγητὸν κτῆμα . Θεῷ προσφιλὲς τετιμηκότα τιμᾶν . Κόπος οὐκ ἔχων ἰσόρροπον τὸ κέρδος Ἀθυμίαν δίδωσι τοῖς μόχθοις
οἱ ἱδρῶτες . Τί ἐστιν ὑλικὸν αἴτιον τῶν ἱδρώτων ; Κόπος . Τελικὸν δὲ αἴτιον τῶν ἱδρώτων , ἡ ἑπομένη
6779676 γυμναζομενοις
πίστιν ἐπὶ τοῖς φυσικοῖς κριτηρίοις , ἀλλ ' ἐφεστῶτες αὐτοῖς γυμναζομένοις ἄχρι περ ἂν ἀναμαρτήτους ἀποδείξωσι τὰς κατὰ μέρος ἐνεργείας
ἁπάντων δὲ τῶν εἰρημένων ἰχθύων ἡ τροφὴ τοῖς τε μὴ γυμναζομένοις ἐστὶν ἁρμοδία καὶ ἀργοῦσι καὶ ἀσθενέσι καὶ τοῖς ἐκνοσηλευομένοις
6774582 εὐχαριστησει
: καὶ γὰρ ἡ μήτηρ μου πολύ σοι πρὸς τοῦτο εὐχαριστήσει . ὁ δὲ ὑπακούσας , καταλιπὼν τὴν ὄνον διεπαρθενεύσατο
δωρεᾶς εἶχε , τὸ ὑψηλὸν καὶ ὑπέραυχον φρόνημα διώσεται καὶ εὐχαριστήσει τῷ τῆς κρείττονος αἰτίῳ μεταβολῆς . ψυχὴ δὲ εὐχάριστος
6774428 τετολμημενοις
τοὺς ἄρχοντας αἰδοῦς . τὸ γὰρ μήτε τοῖς οὕτως ὠμῶς τετολμημένοις ἐν φόνῳ τῷ βασιλικῷ ἐπεξιέναι τινά , μήτε τὴν
. καὶ τῷ βασιλεῖ δυσχεραίνοντες κατὰ τὴν Ἀλεξάνδρειαν ἐπὶ τοῖς τετολμημένοις κατὰ τἀδελφοῦ , τήν τε θεραπείαν τὴν βασιλικὴν περιέσπασαν
6773183 κατακαυματων
Πρὸϲ τοὺϲ ὑπὸ μαϲτίγων πληγένταϲ . ιγʹ . Τρίχαϲ ἐκ κατακαυμάτων φυῆναι . ιδʹ . Πρὸϲ ἀποϲύρματα . ιεʹ .
ποιεῖ καὶ πρὸς ἐρυσιπέλατα καὶ πρὸς ἄλλας πλείστας διαθέσεις δίχα κατακαυμάτων . μίσυος , χαλκίτεως , ἰοῦ , ψιμυθίου ,
6767005 ὀργιζομενοις
⌈ ἤγουν παυσάμενος τῆς ὀργῆς . Γ ἔθος γὰρ τοῖς ὀργιζομένοις αἴρειν τὰς ὀφρῦς . ὡς πρὸς τὸ φιλόδικον εἶπεν
μαντείαν . περιθύμως ] ὑπερβαλλόντως . τοῖς κτανοῦσι ] τοῖς ὀργιζομένοις νεκροῖς ἄχαριν ἢ ἐμοὶ ἀηδῶς ὑπηρετούσηι αὐτῆι . ἰὼ
6765658 πλεονεκτημασιν
, οὐ φανερὸς δυσμενὴς ὁ μὴ τοῖς τοῦ πλουσίου ἐπιβουλεύσας πλεονεκτήμασιν . εἶτα τῶν τοιούτων ὄντων ἐχθρῶν καὶ νομιζομένων παρὰ
πολεμικόν ; ἡ γὰρ πρὸς τὸ χεῖρον παράθεσις ὀλίγοις ἀρέσκεται πλεονεκτήμασιν . ἀλλ ' εἴ τις ἀγαθοῖς ἀνδράσι κυκλούμενος καὶ
6758009 παυεσθω
: ἐπειδὰν δέ σοι καιρὸς δοκέῃ εἶναι , τῆς πόσιος παυέσθω , καὶ μετὰ τὴν κάθαρσιν σιτίοισι χρεέσθω , ἀπεχομένη
μὲν ἐπὶ τῶν γυμναζομένων τε καὶ ῥαθυμούντων κατὰ τὰ οὖρα παυέσθω λόγος . μετιτέον δ ' ἐφεξῆς ἐπὶ τῶν κατὰ
6757985 ἐπιμελουμενοις
. σταθῆναι δὲ ὅπου ἂν δοκῇ τοῖς καὶ τῶν ἄλλων ἐπιμελουμένοις τῶν ἐν τῇ διαθήκῃ γεγραμμένων . καὶ τὰ μὲν
τρέφοντας , ὅταν δὲ ἐπιλίπῃ τὰ ἐπιτήδεια , τροφῇ τοῖς ἐπιμελουμένοις χρῆται . Ἐκ τοῦ αὐτοῦ : ὥσπερ βλάπτει τοὺς
6755568 ἐρημωθηναι
ἀναστήσας εἰς Βαβυλῶνα μετῴκισεν . Συνέβη δὲ καὶ τὴν πόλιν ἐρημωθῆναι χρόνον ἐτῶν ἑβδομήκοντα μέχρι Κύρου τοῦ Περσῶν βασιλέως .
σφισιν , εἰ καταλαμβάνοι τὸ χρεὼν ἤδη καὶ τὰς Ἀθήνας ἐρημωθῆναι , τούτοις ἔχρησεν ἡ Πυθία τὰ ἐς τὸν ἀσκὸν
6752748 Παιοσιν
οὖν ἐπαινῇ , συχνά τε ἄλλα καὶ ὅτι διατρίβων ἐν Παίοσιν οὐκ ἐπελάθου τῶν τῇδε , ἀλλ ' ὡς ἄν
βασιλέα τῶν Παιόνων Ἆγιν τετελευτηκέναι ὑπέλαβε καιρὸν ἔχειν ἐπιθέσθαι τοῖς Παίοσιν . στρατεύσας οὖν εἰς τὴν Παιονίαν καὶ παρατάξει τοὺς
6750711 ἀκαταγωνιστος
δὲ ὅτι τὴν ἐπιβάλλουσαν ἰσχὺν περιπεποίηται , ἀήττητος ὢν καὶ ἀκαταγώνιστος , παρ ' ὃ καὶ οὔτε ἀναγκάζεται ὑπό τινος
ὀφθαλμὸν ἐμβάλλῃς τοῖς προειρημένοις καὶ φορῇς , ἔσῃ εἰς πάντα ἀκαταγώνιστος , νικῶν εἰς πᾶν πρᾶγμα καὶ ἐπιτυγχάνων . φεύξεται
6745836 σωτηρσι
, καὶ γὰρ τὸν ὄρνιν ἐγνώρισε , τοιαύτας ἀποδίδως τοῖς σωτῆρσι τὰς χάριτας ; ἀλλὰ πῶς ἂν καὶ ἄλλος σπουδὴν
. ἐκ δὲ τούτου θύοντες καὶ τοῖς ἀποτροπαίοις καὶ τοῖς σωτῆρσι , καὶ μόλις καλλιερήσαντες , ἐπαύσαντο . ληγούσης δὲ
6745683 ἀριστευσασιν
, αἰεὶ παρακαλούντων : ὃ δὲ καὶ λάβοι , τοῖς ἀριστεύσασιν ἐδίδου . ὅθεν αὐτῷ , δυσχερέστατον ἔργον καὶ οὐδενί
λοιπὰ ἀποδόμενος τὴν τιμὴν ἐπιδιεῖλε τῷ στρατῷ καὶ δῶρα τοῖς ἀριστεύσασιν ἐδίδου καὶ Μασσανάσσην ἐστεφάνου καὶ τότε . καὶ τὰς
6743528 ποδανιπτρον
' ἅττ ' ἂν καταπέσῃ τῆς τραπέζης ἐντός . μήτε ποδάνιπτρον θύραζ ' ἐκχεῖτε μήτε λούτριον . κἀπὸ τῆς Διειτρέφους
' ἅττ ' ἂν καταπέσῃ τῆς τραπέζης ἐντός . Μήτε ποδάνιπτρον θύραζ ' ἐκχεῖτε μήτε λούτριον . Κἀπὸ τῆς Διϊτρέφους
6742642 μανδατων
. ΙΑʹ . Περὶ μανδάτων καθολικῶν . ΙΒʹ . Περὶ μανδάτων τοῖς τῆς πρώτης τάξεως διδομένων . ΙΓʹ . Περὶ
. Περὶ μανδάτων τοῖς ὑπερκερασταῖς διδομένων . ΙΕʹ . Περὶ μανδάτων τῇ δευτέρᾳ τάξει διδομένων . ΙϚʹ . Περὶ μανδάτων
6739998 προσεγγισας
τῶν τῆς βασιλείας σκήπτρων γενόμενος ἐγκρατής , καίτοι τοῖς οὐδοῖς προσεγγίσας τοῦ γήραος , μᾶλλον δὲ καὶ τούτων ἔνδον γενόμενος
ὁ ἄνθρωπος οὗτος : προσελεύσομαι πρὸς αὐτόν . ” εἶτα προσεγγίσας λέγει “ πατερίων , χαίροις . ” ὁ ἄγροικος
6730240 μετεμελε
. Τοῖσι δὲ Θεσσαλίης ἡγεομένοισι οὔτε τὰ πρὸ τοῦ πεπρηγμένα μετέμελε οὐδὲν πολλῷ τε μᾶλλον ἐπῆγον τὸν Πέρσην , καὶ
, σατράπαι , πένητες , πλούσιοι , πτωχοί , καὶ μετέμελε πᾶσι τῶν τετολμημένων . ἐνίους δὲ αὐτῶν καὶ ἐγνωρίσαμεν
6727127 ἐλεοισιν
: “ αὐτὰρ ἐπεί ῥ ' ὤπτησέν τε καὶ εἰν ἐλεοῖσιν ἔχευεν . ” ἑλέτην εἷλον , ἔλαβον , δυϊκῶς
γὰρ λέγονται αἱ μαγειρικαὶ τράπεζαι . καὶ Ὅμηρος “ εἰν ἐλεοῖσιν ἔθηκεν ” . τοὐλεόν ] τὸ μαγειρικὸν τραπέζιον .
6726984 ὀψαριοις
Οὐχ ἑψητῶν λοπάς ἐστιν . Εἰ μὴ παραμυθεῖ μ ' ὀψαρίοις ἑκάστοτε . Πλὴν ἀλεύρου καὶ ῥόας . Καὶ μὴν
πᾶσαν . . τὴν ἡδονήν . Θερμοτέροις χαίρεις ἀεί τοῖς ὀψαρίοις , ἢ τὸ μέσον ἢ κατωτέρω ; κατωτέρω .
6721678 φοβουμενοις
προσκτήσεώς εἰσι σημαντικαί , καθότι καὶ τοῖς λυπουμένοις καὶ τοῖς φοβουμένοις ἄφοβοι καὶ ἄλυποι τετήρηνται : οὐ γὰρ ἔνεστι παννυχίζειν
ποιῆσαί τι τὴν πόλιν ἀγαθόν ; νῦν δὲ πολλοῖς τοῦτο φοβουμένοις , λέγειν μὲν ἴσως οὐ δεινοῖς , βελτίοσι δὲ
6720574 χαιρησεις
. Ἔτι γὰρ μένεις ; Ἄπειμι : σὺ δὲ οὐ χαιρήσεις οὕτω σκαιὸς ἐκ χρηστοῦ γενόμενος . Τίς οὗτός ἐστιν
ἐκκαυλίζων καταβροχθίζει , κἀμφοῖν χειροῖν μυστιλᾶται τῶν δημοσίων . Οὐ χαιρήσεις , ἀλλά σε κλέπτονθ ' αἱρήσω ' γὼ τρεῖς
6719694 ἑξετει
ἑξέτει ] οὕτω βαρέως Ἀττικοί . οὕτως Ἀττικοὶ βαρύνουσιν “ ἑξέτει ” . τραυλίσαντι : ψελλίσαντι , ἄσημον ἀφέντι φωνήν
τὸ “ τοι ” ἀντὶ τοῦ “ δή ” . ἑξέτει ] οὕτω βαρέως Ἀττικοί . οὕτως Ἀττικοὶ βαρύνουσιν “
6715920 Στυπτηριαν
. [ στʹ . Πρὸς τερηδόνας καὶ πυοῤῥοοῦντας . ] Στυπτηρίαν σχιστὴν μετ ' ὄξους καὶ γλυκέος ἑψήσας ἔνσταζε ποιῶν
ἐντίθει . [ δʹ . Πρὸς ὦτα πυοῤῥοοῦντα . ] Στυπτηρίαν ὑγρὰν ἀνεὶς ὕδατι ἔμβαλον εἰς ὑέλινον ἀγγεῖον καὶ λειάνας
6711841 ΕΒΛ
ἔστιν ὀρθὴ ἡ Λ : καὶ λοιπὴ ἄρα ἡ ὑπὸ ΕΒΛ γωνία δοθεῖσά ἐστιν . δέδοται ἄρα τῷ εἴδει τὸ
περιφέρεια τοιούτων ἐστὶν α λβ , οἵων ὁ περὶ τὸ ΕΒΛ ὀρθογώνιον κύκλος τξ , ἡ δὲ ὑπ ' αὐτὴν
6709850 συγκαταλεγονται
καὶ τοῖς Κίλιξι , ζητοῦσιν αἰτίαν δι ' ἣν οὐ συγκαταλέγονται καὶ οὗτοι ἐν τῷ καταλόγῳ . εἰκὸς δὲ διὰ
καὶ Ῥαδαμάνθυϊ . * συνάπτονται , συναριθμοῦνται : * * συγκαταλέγονται . ἐνέβαλεν ἐνταῦθα . τοῦ Διός . παρακλήσεσι .
6706993 λοχαγοις
ξεναγῆσαι ἐπὶ πότιμον ὕδωρ . τὴν δὲ ἀβλαβῆ χάριν τοῖς λοχαγοῖς ἀπονεῖμαι βουληθεῖσαν καταλιπεῖν ἐπί τινα τόπον τὸν Ἀρχέμορον Λυκούργου
τοὺς Καρδούχους ἀντία τὰ ὅπλα ἔθετο , καὶ παρήγγειλε τοῖς λοχαγοῖς κατ ' ἐνωμοτίας ποιήσασθαι ἕκαστον τὸν ἑαυτοῦ λόχον ,
6705539 ἀσκηταις
φιλοθεάμοσι καὶ τὰ ἀσώματα ὁρᾶν γλιχομένοις , ἅτε ἀτυφίας οὖσιν ἀσκηταῖς , πορρωτάτω τοῦ σώματος ἔθος διοικίζεσθαι . εὔχου δὴ
ὅμως οὐδενὸς δεῖται : χαίρει δὲ φιλοθέοις γνώμαις καὶ ἀνδράσιν ἀσκηταῖς ὁσιότητος , παρ ' ὧν ψαιστὰ καὶ κριθὰς καὶ
6699037 Ποτημα
αἵ τε ἀντίδοτοι , καὶ πάντων μᾶλλον ἡ θηριακή . Πότημα πρὸς κοιλιακούς . Ῥοιῶν γ συμμέτρων ἕψεται σίδια ,
καὶ καταπεσεῖται εἴπερ ἑάλῳ τῷ πάθει . [ ηʹ . Πότημα πρὸς τὸ γνῶναι εἰ ἀθεράπευτοί εἰσιν οἱ ἐπιληπτικοί .
6698175 συνεισελθειν
τινα τῶν ἰδιωτῶν καὶ ἀμαθῶν ἀνδρῶν ἐᾶσαι πρὸς τὴν σὴν συνεισελθεῖν εὐωχίαν , ἀλλ ' ἢ τοὺς σοφοὺς μόνους ”
λατρείαν ἀπεμπολήσας εἰσίῃς : οὐ γὰρ ἐθελήσει σοι ἡ Ἐλευθερία συνεισελθεῖν ἐφ ' οὕτως ἀγεννῆ πράγματα καὶ ταπεινὰ εἰσιόντι .
6697625 ποτιζομενην
φησὶν , ἀρδείας δὲ καὶ φυτείας δεῖσθαι ἀπὸ τῶν κλειστῶν ποτιζομένην ὑδάτων . . . . . : Ῥωμαῖοι πολεμοῦντες
δὲ καὶ φυτείας [ μὴ ] δεῖσθαι ἀπὸ τῶν κλειστῶν ποτιζομένην ὑδάτων . περὶ δὲ τοῦ βοσμόρου φησὶν Ὀνησίκριτος διότι
6695076 τυχἀγαθῃ
ἔγχεον . λαβὲ τῆς Ὑγιείας δὴ σύ . φέρε , τύχἀγαθῇ . τύχη τὰ θνητῶν πράγμαθ ' , ἡ πρόνοια
ἔγχεον . λαβὲ τῆς ὑγιείας δὴ σύ . φέρε , τύχἀγαθῇ . τύχη τὰ θνητῶν πράγμαθ ' , ἡ πρόνοια
6694415 τεθορυβημενος
ἀφανὴς ἐγένετο : χαμαιπετεῖ οὖν ἢ τῷ μέλλοντι πεσεῖν ἢ τεθορυβημένος οὐκ ἀκριβολογεῖται : ἄθυρσοι δ ' οἷά νιν :
τοσούτους τεθνάναι : ταῦτα ὡς ἐπὶ τῶν ἐν Ἰλίῳ λέγει τεθορυβημένος καὶ οὐ δεόντως ἀπαγγέλλων . οἱ δὲ μὴ νοήσαντες
6693631 εὐκοπιαν
ὅταν δόξῃ συμφέρειν . καθόλου δὲ τοσαύτην τοῖς μὲν ἔργοις εὐκοπίαν παρέχεται , τοῖς δ ' ἀνθρώποις λυσιτέλειαν , ὥστε
ἂν τύχωσι παιδοποιίας ἕνεκα , πάσης ἀσχολίας ἀπολελυμένοι διὰ τὴν εὐκοπίαν καὶ τὴν ἑτοιμότητα τῆς τροφῆς . τῇ δὲ πέμπτῃ
6693087 φορτικων
ἐπαγκρατίαζε , καὶ τὴν μάχην τοῦ σοφοῦ ἔνιοι τῶν ἐπιτυχόντων φορτικῶν ἀνδρῶν διέλυον . ἔδει δέ , εἴπερ ἀρετῇ συνετέθραπτο
ἁπάντων καὶ τρυφάτω μόνος καθ ' ἑαυτὸν κολακείας καὶ ἐπαίνων φορτικῶν ἀπηλλαγμένος : καὶ θεοῖς θυέτω καὶ εὐωχείτω μόνος ,
6692350 προσεπαιζε
ἐπιτιμῶντος αὐτῷ , ὅτι ἐγέλα τὰ πολλὰ καὶ τοῖς ἀνθρώποις προσέπαιζε , καὶ λέγοντος , Δημῶναξ , οὐ κυνᾷς ;
ἐπιτιμῶντος αὐτῷ , ὅτι ἐγέλα τὰ πολλὰ καὶ τοῖς ἀνθρώποις προσέπαιζε , καὶ λέγοντος , Δημῶναξ , οὐ κυνᾷς ,
6691809 καθευδ
πάρος κοιμᾶθ ' ὅτε μιν γλυκὺς ὕπνος ἱκάνοι : ἔνθα καθεῦδ ' ἀναβάς , παρὰ δὲ χρυσόθρονος Ἥρη . Ἄλλοι
καὶ οὐδετέρου . . . . . . . ἔνθα καθεῦδ ' ἀναβάς : ὅτι Ζηνόδοτος γράφει ἐνθ ' ἐκάθευδ
6691431 συωδης
μετὰ θορύβου . καὶ συρβηνέων χορός , ὁ τεταραγμένος καὶ συώδης : ἀπὸ τοῦ τοῖς κυσὶν ἐπιφωνουμένου συρβάβυττα τὸν τάραχον
αἷμα ὥσπερ ἐκ πηγῆς ἐκδίδοται . γέγραπται δὲ ὠμὸς καὶ συώδης τὸ εἶδος , οἷος σιτεῖσθαι μᾶλλον τοὺς ξένους ἢ
6691220 Ποτειδεατων
: ὀμόσαι γὰρ αὐτοῖς ὅρκους ἰδίᾳ τε , ὅτε μετὰ Ποτειδεατῶν τὸ πρῶτον ἀφίσταντο , καὶ ἄλλους ὕστερον . οὔκουν
οἱ Κορίνθιοι . αὐτοῖς : τοῖς ἐπὶ Θρᾴκης . μετὰ Ποτειδεατῶν : ἀφισταμένων . ἀφίσταντο : οἱ ἐπὶ τῆς Θρᾴκης
6690860 ἁλμασιν
δέος μή τι πρὸς ἐπιβουλὴν ἀφανῶς ἐπικρύπτηται , ὅπερ ἢ ἅλμασιν ἢ μακραῖς διαβάσεσιν ἔμελλε διελέγχεσθαι . πόσων ἄρα κακῶν
ἐχρῶντο οἱ παλαιοὶ καὶ τοῖς εἰς ἀναστόμωσιν βρώμασιν ὡς ταῖς ἅλμασιν ἐλαίαις , ἃς κολυμβάδας καλοῦσιν . Ἀριστοφάνης γοῦν φησιν
6690597 Μανιου
ἐπιτελεσθῆναι , καὶ τρεῖς ἡμέρας ἔθηκεν εἰς ταῦτα ἱεράς . Μανίου δὲ Τυλλίου θατέρου τῶν ὑπάτων ἐν τοῖς ἱεροῖς καὶ
Μιθριδάτης ἐς αὐτὸν ἀναχθέντας ἀπέλυσε , καταδημοκοπῶν τοὺς πολεμίους . Μανίου δ ' ἐλήφθη καὶ τὸ στρατόπεδον , καὶ φεύγων
6689544 πελασαντες
δὲ ἐπὶ τοῦ φρουρίου τῇ καταλήψει ὀλίγαις ἡμέραις ὕστερον Ζαριάσποις πελάσαντες τῇ μὲν πόλει προσβαλεῖν ἀπέγνωσαν , λείαν δὲ πολλὴν
. μάχονται δὲ ἀπὸ ἵππων , σειρὰς ἱμάντων ἑλίσσοντες : πελάσαντες δὲ τοῖς πολεμίοις ἐφιᾶσι τοὺς ἀπὸ τῶν ἱμάντων βρόχους
6687489 Πομα
μέρος ʹʹ . μετὰ ὀξυμέλιτος πότιζε . [ λστʹ . Πόμα πρὸς ῥοῦν γυναικεῖον . ] Πευκεδάνου ῥίζαν καὶ κυπαρίσσου
ἔστω καὶ τρόφιμον , ἥκιστα δὲ γλίσχρον καὶ περιττωματικόν . Πόμα δὲ οἶνος ὁ λευκὸς τῇ χροιᾷ καὶ λεπτὸς τῇ
6682923 πταισμασι
αἱρήσεσθαι βουληθείς . . . ἀλλαξάμενος . Βολοῦσκοι δὲ τοῖς πταίσμασι τῶν γειτόνων οὐ καταπλαγέντες ἐστράτευον ἐπὶ Ῥωμαίους καὶ ἐπολιόρκουν
, προδιδάσκων τὰ συγγενικὰ δίκαια μὴ λύειν μηδ ' ἐπιβαίνειν πταίσμασι τῆς οὕτως ἡνωμένης κατὰ γένος μηδ ' ἐναβρύνεσθαι καὶ
6679094 ἰκτερικουϲ
χάλκανθον λεάναϲ ἔγχεε : καὶ καθαίρει κάλλιϲτα , μάλιϲτα τοὺϲ ἰκτερικούϲ . Ἄλλο . μελανθίου λείου ⋖ η ἀφρονίτρου ⋖
δὲ αὐτοῦ εἰϲ ὀξυωπίαϲ ἐϲτὶ χρήϲιμοϲ , ἡ δὲ ῥίζα ἰκτερικούϲ τε ϲὺν οἴνῳ ἐκφράττει καὶ ἀνίϲῳ πινομένη , μαϲωμένη
6677903 ἀκμαζουσι
. πλεονάζει τοῖς μὲν νέοις τὸ αἷμα , τοῖς δὲ ἀκμάζουσι ξανθὴ χολὴ , τοῖς δὲ μέσοις ἢ παρακμάζουσιν ἡ
τὰς ἐπιστήμας , [ ἀσκοῦσι καὶ νεάζουσιν ] ἐναποματτόμενοι λογισμοὺς ἀκμάζουσι παίδων , ἀλλὰ καὶ τὰ ἀναγκαιότατα τῶν πρὸς αἱρέσεις
6672693 θιγε
ἐνδήσας καὶ εἰς ζέον ὕδωρ ἀποβάπτων ἡσυχῇ ἀποπυρία καὶ πελιώματα θίγε . ἄλλο . ἄλευρον ἴριδος μίξας τῷ μέλιτι καὶ
δριμύτερον εἰπεῖν . τότε δὲ πρόσαγε τὴν δευτέραν μηχανήν . θίγε χειρός , θλῖψον δάκτυλον , θλίβων στέναξον . ἢν

Back