. ἡ δ ' ἐξωμὶς καὶ περίβλημα ἦν καὶ χιτὼν ἑτερομάσχαλος . πορφυρομιγὴς δὲ ἐσθὴς καὶ χλαμὺς οὐχ ᾗ συνύφαντο | ||
ἐξωμίς : χιτὼν ἅμα τε καὶ ἱμάτιον : ἦν γὰρ ἑτερομάσχαλος καὶ ἀναβολὴν εἶχεν , ἣν ἀνεδοῦντο [ κοσύμβην ] |
γὰρ ἐμὴ φαύλη τις ἂν εἴη καὶ ἀμφισβητήσιμος . . ἀμφιμάσχαλος : χιτών , δύο χειρῖδας ἔχων , ὃς ἦν | ||
διπληγίδας καὶ διβόλους ὠνόμαζον . χιτὼν δ ' ἑτερομάσχαλος καὶ ἀμφιμάσχαλος , ὁ μὲν ἐλευθέρων σχῆμα , ὁ δ ' |
ὀφθαλμὸν μικρότερον . ἢ ὅτι περὶ Σκύθας ἀριμασπὸς λέγεται ὁ μονόφθαλμος : ἐκεῖνοι γὰρ λέγουσι τὸ ἀρὶ ἕν , καὶ | ||
. . . . : Ἀντίγονος δὲ ὁ Φιλίππου ὁ μονόφθαλμος βασιλεύων Μακεδόνων περὶ Φρυγίαν μαχόμενος Σελεύκῳ καὶ Λυσιμάχῳ τραύμασι |
ἡ μεγάλη πρὸ τοῦ ὑπὸ Περσῶν ἀφανισθῆναι κώμας μὲν εἶχε τρισμυρίας γτλ , ἀνθρώπων δὲ μυριάδας ψ , ἑκατὸν δὲ | ||
πρὶν δὲ ὑπὸ Περσῶν ἀφανισθῆναι φησὶ † Κάτων , ὅτι τρισμυρίας τρισχιλίας κώμας εἶχε καὶ τριάκοντα , ἀνθρώπων δὲ μυριάδας |
, τελευταία δὲ τῶν βασιλικῶν ἰλῶν ἧς Ἡγέλοχος ὁ Ἱπποστράτου ἰλάρχης ἦν . ξυμπάσης δὲ τῆς ἵππου τῶν ἑταίρων Φιλώτας | ||
, τῷ δὲ παρὰ τοῦτο τυφχ : ὁ δὲ α ἰλάρχης μεταξὺ μὲν ἔσται τῶν ↑ ↑ , ἐπ ' |
. . ἅλυσις : παρὰ τὸ λύω λύσω λύσις καὶ ἅλυσις , ἄλυτός τις οὖσα . ἢ ὅτι ἄλλη ἄλλης | ||
Σοφισταῖς Πλάτων ὀθόνιον πρόσωπον , καὶ κλῳὸς καὶ κλοιὸς καὶ ἅλυσις καὶ μονάλυσις . ἡ δὲ ἅλυσις οὐ μόνον ἐπὶ |
χάος ἀθρήσειε : καί ῥ ' ὁ μὲν ὑψικρεμὴς ὑπομάζιος ἀμνὸς ἀϋτεῖ : τοῦ δέ τε πειναλέην κραδίην ἐπάταξεν ἰωή | ||
δυνάμει εἴρηται κεράστης : τῇ γὰρ ἐνεργείᾳ ἄκερως . ἢ ἀμνὸς ἀντὶ τοῦ κριοῦ ἀμνὸς Χησιάδος : ἀμνός ἐστιν ὁ |
μῆκος διαιρέσεις ἐγχαράσσομεν . εἰ δὲ κατ ' ὠμο - πλάτην ἢ ὑπὸ κλεῖς ἀπόστημα συμβαίη , λοξὸν τὸ εἶδος | ||
δὲ ζύγ ' ἄξας , ὁ δ ' ἀφελὼν σκαλμοῦ πλάτην καθαιματώσει κρᾶτα πολεμίων ξένων ; ὀρθοὶ δ ' ἀνῆιξαν |
τῇ πρὸς τὴν Δημοσθένους γραφὴν ἀπολογίᾳ . ὅτι δὲ τὸ σκαφίον εἶδος κουρᾶς καὶ Ἀριστοφάνης Γήρᾳ . Σκευοποιοῦντα τὸ πρᾶγμα | ||
φησι Πάμφιλος . εἶναι δ ' αὐτὸ οἷόν ἐστι τὸ σκαφίον . ΚΕΛΕΒΗ . τούτου τοῦ ἐκπώματος Ἀνακρέων μνημονεύει : |
δασύς , ὃν οἱ Σειληνοὶ φοροῦσιν . κωμικὴ δὲ ἐσθὴς ἐξωμίς : ἔστι δὲ χιτὼν λευκὸς ἄσημος , κατὰ τὴν | ||
. ἔξω Γλαῦκε : χειμῶνα γὰρ σημαίνει ὁ θαλάττιος . ἐξωμίς : χιτὼν ἅμα τε καὶ ἱμάτιον : ἦν γὰρ |
καλεῖται Βόσπορος Θρᾴκιος . Ἐντεῦθεν δὲ ἤδη ὁ Πόντος αὐτὸς ἀνοίγεται διθάλασσος ὢν τρόπῳ τινί : κατὰ μέσον γὰρ αὐτοῦ | ||
ἄνωθεν . Ἀπολυθέντος οὖν τοῦ σφηνὸς , διὰ τοῦ ὕδατος ἀνοίγεται ὑπὸ τοῦ ῥεύματος αὐτοῦ ὥσπερ θύρα , πλήρης τοῦ |
τρίχας , καὶ ὑπόσπειραν εἶδος τριχῶν πλέγματος , ὥσπερ καὶ σπεῖραν . οὐ μὴν οὐδὲ ἡ τῶν κουρέων χειροτεχνία ἔξω | ||
κείροντ ' ὀδόντι καὶ λαφυστίαις γνάθοις . Λεύσσω πάλαι δὴ σπεῖραν ὁλκαίων κακῶν , σύρουσαν ἅλμῃ κἀπιροιζοῦσαν πάτρῃ δεινὰς ἀπειλὰς |
τοῦ λόγου πίστις : ἔνθα τραχύς ἐστι τῆς μήτρας ὁ χιτών , ἐκείνοις μόνοις συνδεῖται . ἔχει δ ' ὕλας | ||
τοὐντεῦθεν ἐπεκάλυπτε χλαῖνα τὰ κάτω τοῦ σώματος . λευκὸς ὁ χιτών : ἡ χλαῖνα πορφυρᾶ : τὸ δὲ σῶμα διὰ |
Ἐρχθέντας : κλεισθέντας , ζωγρηθέντας , κρατηθέντας , κυκλωθέντας . θήρειον : θηρευτικὸν , τὴν τοῦ θηρὸς , οἰκίαν . | ||
, οὕς φησιν ὁ Πλάτων δαίμονας . Ὅταν δὲ συνέπηταιτὴν θήρειον φύσιν ἑλομένηψυχὴ ἡ συνηρτημένη τῇ ὅτε ἄνθρωπος ἦν , |
ἢ τροχῷ δινευμένῳ , ἢ βέμβικι ἑλιϲϲομένῃ : ἄλλοτε δὲ ὄϲφρηϲιϲ βαρέων ὀϲμῶν κατέβαλε , ὥϲπερ τοῦ γαγάτου λίθου . | ||
' ἐπιχειροῦντεϲ γεύϲαϲθαι . καὶ ϲχεδὸν ἐπὶ πάντων ὁμολογοῦϲιν ἀλλήλαιϲ ὄϲφρηϲιϲ καὶ γεῦϲιϲ . εἰϲ δύο δὲ ταύταϲ ἀνάγομεν προϲηγορίαϲ |
τεῖχος καὶ πύργος καὶ φρυκτώριον καὶ διστεγία καὶ κεραυνοσκοπεῖον καὶ βροντεῖον καὶ θεολογεῖον καὶ γέρανος καὶ αἰῶραι καὶ καταβλήματα καὶ | ||
κατοπτεύουσιν ἢ γρᾴδια ἢ γύναια καταβλέπει . κεραυνοσκοπεῖον δὲ καὶ βροντεῖον , τὸ μέν ἐστι περίακτος ὑψηλή : τὸ δὲ |
ἐγκύμων ἐγκύμονος , κατάπυγος καταπύγων καταπύγονος : διὰ τοῦτο τὸ Ἀκταίων ἀναλογώτερόν ἐστι φυλάττον τὸ ω ἐν τῇ γενικῇ , | ||
ὀλίγου δεῖν ὑπὸ τῶν Κυνικῶν ἐγώ σοι διεσπάσθην ὥσπερ ὁ Ἀκταίων ὑπὸ τῶν κυνῶν ἢ ὁ ἀνεψιὸς αὐτοῦ ὁ Πενθεὺς |
εἰσιδὼν ὁ πρόσθε τρωθεὶς † στέρνα Πολυνείκους βίαι † διῆκε λόγχην , κἀπέδωκεν ἡδονὰς Κάδμου πολίταις , ἀπὸ δ ' | ||
ὡς δῶρα ἀλλήλοις ἀντέδοσαν , ὁ Μαῦρος μὲν τῷ Μαλχίωνι λόγχην , ὁ δὲ τῷ Μαυσάκᾳ πόρπην , καὶ ἄλλα |
τῇ τῶν ἀρχῶν ἐναλλαγῇ ὡς ὑπὸ τοπικοῦ ἅμματος κρατηθῇ ὁ τελαμών . τούτων δὲ τῶν ἀρχῶν καθειλκυσμένων , τοῦ πλατυτέρου | ||
, ταλαμών , καὶ τροπῇ τοῦ α εἰς ε , τελαμών . Τέρεν κατὰ δάκρυον εἴβει . παρὰ τὸ θέρω |
. . τοξεύειν . ” ὃς μέν κε βάλῃ τρήρωνα πέλειαν „ : ἡ διπλῆ ὅτι ἀπὸ τοῦ διηγηματικοῦ ἐπὶ | ||
κλειτὴν ἑκατόμβην . ὕψι δ ' ὑπὸ νεφέων εἶδε τρήρωνα πέλειαν : τῇ ῥ ' ὅ γε δινεύουσαν ὑπὸ πτέρυγος |
' , ἑλικ [ ! ! ! ! ] δὲ πορφυρέᾳ σὺν κρόκᾳτιν [ ! ! ] ? ? ? | ||
τῆς μελαίνης ἵππου τῆς τρισμυρίας θανὼν ἔτεγγε καὶ ἔβρεχεν ἐν πορφυρέᾳ βαφῇ , ἤτοι τῇ διὰ τοῦ αἵματος , τὴν |
τῶν δ ' ἄχρι μήνιγγος διασχόντων εἰ μὲν εἴη μόνη ῥωγμή , τοῖς εἰρημένοις ξυστῆρσι χρηστέον : εἰ δὲ μετὰ | ||
καὶ ἐν τοῖς λοιποῖς τρήμασιν , ἕως οὗ περιτρηθῇ ἡ ῥωγμή . αὐτάρκη δὲ διαστήματα ἔστω τὰ μεταξὺ τῶν τρημάτων |
μεθέπων οἰήϊα νηός : τῷ δ ' ἕτερος κατὰ νῶτον ἐρειδόμενος μετόπισθε δειρὴν ἠδὲ κάρηνον ὁμαρτεῖ ποντοπορεύων : ἄλλος δ | ||
περὶ πρέμνοισιν ἑλίσσεται ἔρνεϊ χαίρων . ἔνθεν ἔπειτ ' ἄκρῃσιν ἐρειδόμενος κοτύλῃσιν ὑψός ' ἀνερπύζει λελιημένος , ἀμφὶ δὲ χαίτας |
χολή , πρὸς δὲ τούτοις ἀπὸ τοῦ τραύματος μέλας ἀφρὸς ἀπέρρει καὶ σηπεδὼν ἐγεννᾶτο . αὕτη δὲ νεμομένη ταχέως ἐπέτρεχε | ||
ἀμπέλους , πλήρεις βοτρύων , παρὰ δὲ τὴν ῥίζαν ἑκάστην ἀπέρρει σταγὼν οἴνου διαυγοῦς , ἀφ ' ὧν ἐγίνετο ὁ |
' αὖ μὴ κάρτα κατατείνοιμι τὸν ἄνθρωπον , ὁ μὲν ἀσκὸς ὑπὸ τῆς φύσης ἐκυρτοῦτο , ὁ δὲ ἄνθρωπος πάντη | ||
, κατά τε τὴν παροιμίαν ἀεί ποτ ' εὖ μὲν ἀσκὸς εὖ δὲ θύλακος ἅνθρωπός ἐστι . ὡς εἶδε τὴν |
γὰρ οἱ Ἀραβικοὶ ἵπποι . . Χρυσεὺς ] ὄνομα . Μάταλλος ] ἐπίθετον . . ἵππου μελαίνης ] διὰ τὸ | ||
ἀλλὰ ποιητικῶς διαπέπλασται . . Χρυσεὺς Μάταλλος : καὶ ὁ Μάταλλος ὁ ἡγεμὼν καὶ ὁ κύριος καὶ ὁ ἄρχων τῆς |
ὁμοῦ καὶ πέπηγεν αὐτοῦ τὰ πολλά , ὅσα εἶδε τὴν Μέδουσαν : ὁ δὲ λύσας τὰ δεσμὰ τῆς παρθένου , | ||
, , . . . . . : Φερεκύδης φησὶ Μέδουσαν εἶναι τὴν Πολύβου γυναῖκα , θυγατέρα δὲ Ὀρσιλόχου τοῦ |
τε τόνος περισπασθήσεται , οὐδενὸς ἐμποδίου ὄντος : εἰ δὲ ἀπεκόπη , τὸ μὲν ι οὐχ ἕξει , τὸν δὲ | ||
οὖν ὁ Ἰνδὸς καὶ τῶν σκελῶν ἓν ἀποκόψαι , καὶ ἀπεκόπη : ὃ δὲ ὡς ἐξ ἀρχῆς ἐνέφυ εἴχετο , |
καταληφθεὶς περὶ τὴν Χίον ὑπὸ Λακεδαιμονίων ἐχόντων εἴκοσι ναῦς , διωκόμενος ἐν γαλήνῃ , κύκλῳ τῶν ὁλκάδων φεύγων , ταχύτερα | ||
ἑαυτοῖς κακά . Ἐρήμη δίκη : ὅταν μὴ ἀπαντήσας ὁ διωκόμενος καταδικασθῇ . Ἑστίᾳ θύει : ἐπὶ τῶν πολλὰ ἑστιώντων |
ῥαγοειδοῦϲ εὑρήϲειϲ λευκήν : λευκὸϲ γάρ ἐϲτι τῇ χρόᾳ ὁ κερατοειδὴϲ χιτών , οὗ ῥαγέντοϲ προέπεϲεν ὁ ῥαγοειδήϲ . ἀλλὰ | ||
γίγνονται , αἱ δὲ ἐν βάθει . ϲυνέϲτηκε γὰρ ὁ κερατοειδὴϲ χιτὼν ἐκ τεϲϲάρων οἷον ὑμενωδῶν ϲωμάτων , πυκνοτάτων καὶ |
τὸ δὲ ἀντὶ τοῦ γάρ . ὁπλίτης ] ἱστάμενος . ὁπλίτης ] ὁπλοφόρος . ὁπλίτης ] ἤγουν ὡπλισμένος . προσαμβάσεις | ||
τὸν ἐφ ' ἵππων ὁπλίτην : κορυστὴς γὰρ ἀπὸ μέρους ὁπλίτης καὶ μαχητής . κήξ ο . . , : |
. ἐπιτήδειός γ ' ἂν ἦν τὴν τοῦ Πανόπτου διφθέραν ἐνημμένος εἴπερ τις ἄλλος βουκολεῖν τὸ δήμιον ἐπῄνες ' : | ||
ὄνομα τόπου . ἐκ τοῦ φελλέως ] ἐξάγῃς . διφθέραν ἐνημμένος : οὐχ ὑφαντὸν ἐνδεδυμένος ἱμάτιον , προβάτου δὲ δέρμα |
. ὅτι Ἀριούιστος , Γερμανῶν βασιλεὺς τῶν ὑπὲρ Ῥῆνον , ἐπιβαίνων τῆς πέραν Αἰδούοις ἔτι πρὸ τοῦ Καίσαρος ἐπολέμει , | ||
οἱ δὲ ἄλλοι φρύγανα ἐμβάλλουσι καὶ ξύλα ὤκιστα , ὧν ἐπιβαίνων , εἰλημμένος τε τοῦ ποδὸς μάλα ἐγκρατῶς τε καὶ |
. . . . τῶν ἄλλος μὲν σταθμὸν ἐυσταθέος μεγάροιο βεβλήκειν , ἄλλος δὲ θύρην πυκινῶς ἀραρυῖαν . ἄλλου δ | ||
ἐτώσια θῆκεν Ἀθήνη . τῶν ἄλλος μὲν σταθμὸν ἐϋσταθέος μεγάροιο βεβλήκειν , ἄλλος δὲ θύρην πυκινῶς ἀραρυῖαν : ἄλλου δ |
πεποιθώς . ἠΰτε κίρκος ὄρεσφιν ἐλαφρότατος πετεηνῶν ῥηϊδίως οἴμησε μετὰ τρήρωνα πέλειαν , ἣ δέ θ ' ὕπαιθα φοβεῖται , | ||
λαίλαπι , καὶ εἰς α τὴν αἰτιατικήν , οἷον Μέμνονα τρήρωνα Φοίνικα μάστιγα Ἕκτορα Δημήτερα Πέλοπα λαίλαπα , χωρὶς εἰ |
' αὖ φιλοσοφούντων τῷ χαίρειν ἐᾶν πώγωνα καὶ τρίβωνα καὶ βακτηρίαν . Εἴη σε τὴν στοὰν ταυτηνὶ τὴν εὐρεῖάν τε | ||
' ἀθάνατον ἕξειν ἔφη . ἐὰν ἐγὼ φῶ νῦν ἔχειν βακτηρίαν χρυσῆν , τί μοι σεμνότερον ἔσται τὸ ξύλον ; |
ὑπὸ δὲ κηρόπλαστος ] ὅτι μετὰ κηροῦ ἦν πεπλασμένος ὁ δόναξ . . ὑπὸ δὲ κηρόπλαστος ὀτοβεῖ δόναξ ] ὁ | ||
ἦν πεπλασμένος ὁ δόναξ . . ὑπὸ δὲ κηρόπλαστος ὀτοβεῖ δόναξ ] ὁ ἐν ταῖς ὀπαῖς παρακείμενον ἔχων κηρὸν ὑπηχεῖ |
ἢ ἧσσον , αὐτό τε ἐν ᾧπερ καὶ ῥήγνυσι τὴν ῥωγμὴν , καὶ τὰ περιέχοντα ὀστέα τὴν ῥωγμήν : εἷς | ||
μέλαιναν ἐπιξέειν κατὰ βάθος : καὶ ἢν μὲν ἐπιξύων τὴν ῥωγμὴν ἐξέλῃς καὶ ἀφανέα ποιήσῃς , φλάσις μὲν γεγένηται τοῦ |
Λαοδίκειαν , οὗ τοῦτο πολύ . ἔπεμψα δ ' οὖν διφθέραν , ἀντιλογίας τὰς μὲν ἀκριβῶς αὐτοῦ , τὰς δ | ||
ἔφη , κρεῖττον μηδὲν προστάττειν , ἀλλὰ μόνον αὐτὸν ζῆν διφθέραν ἔχοντα . Σύ , ἔφη , κελεύεις ἐμὲ διφθέραν |
. ἔχεται δὲ τῆς ἀγορᾶς ναὸς ἀρχαῖος στοαῖς ἐν κύκλῳ περίστυλος , ὁ δὲ ὄροφος κατερρύηκε τῷ ναῷ καὶ ἄγαλμα | ||
τοῖς ἐπιγενομένοις . εἰσελθόντι μὲν γὰρ τὸν περίβολον οἶκος ἦν περίστυλος , ἑκάστης πλευρᾶς ἐκ τετταράκοντα κιόνων ἀναπληρουμένης , καὶ |
, κυανέου πεφυλαγμέναι ὠκεανοῖο . Αὐτὰρ ὅγ ' ἄλλης μὲν νεάτῃ ἐπιτείνεται οὐρῇ , ἄλλην δὲ σπείρῃ περιτέμνεται : ἡ | ||
, ἀθρόος ἔνδοθεν ὦκα μέλας καταλείβεται ἰχώρ , ὅστε γυναικοφόνος νεάτῃ μίμνων ἐνὶ γαστρὶ κέκληται . Τότε δ ' αὐτὸν |
δὲ εὑρεθῇ , διώκεται . ἐὰν μὲν οὖν εἰς τὴν ἄρκυν ἐμπίπτῃ , τὸν ἀρκυωρὸν ἀναλαβόντα τὸ προβόλιον προσιέναι καὶ | ||
: τοῦ λίνου τὸ περίφραγμα : γράφεται ἄρκυν ὀλέθρου . ἄρκυν : ἕρκος , βρόχον , δίκτυον . Τεχνάζει : |
τριακοσίας ναῦς Ἀθηναίων κατεναυμάχησας , ἥρπασε δέ σου τὴν θυγατέρα κέλης μικρὸς καὶ οὐδέν μοι βοηθεῖς . ἐπὶ ξένην ἄγομαι | ||
τέθριππον : ] / Αἰγία να ? [ * * κέλης ] . / πβ : Λύκων [ Λαρισαῖος στάδιον |
καὶ εἰς α τὴν αἰτιατικήν , οἷον Μέμνονα τρήρωνα Φοίνικα μάστιγα Ἕκτορα Δημήτερα Πέλοπα λαίλαπα , χωρὶς εἰ μὴ πάθῃ | ||
μὲν τοῦ ἑτέρου λέβητα , ἐπὶ θατέρου δὲ παῖδα κρατοῦντα μάστιγα , ἧς τοὺς ἱμάντας χαλκέου ὄντας σειομένους ὑπ ' |
βόας ἁμάξῃ συνδέουσι καὶ βάρος ἐπιβάλλουσιν αὐτῇ , ὁ δὲ γρὺψ καὶ βοῦν σθένων ἁρπάσαι τοὺς ὄνυχας περιελίσσει . οὓς | ||
' αὐτὸς ἐπιπετόμενος ἀπέλαυον ἁπάντων ἐς κόρον . καὶ ἐπεὶ γρὺψ ὑπόπτερον θηρίον ἢ φοῖνιξ ὄρνεον ἐν Ἰνδοῖς ἀθέατον τοῖς |
ἡ διπλῆ , ὅτι καὶ Ἀγαμέμνονος καὶ Νέστορος ὁμώνυμος ἦν ἡνίοχος Εὐρυμέδων . . . Θ Λ . καί ῥ | ||
δὲ καὶ θεὸς ἦν . σὺ δ ' εἰ μὲν ἡνίοχος ἡμῖν ἦσθα καί σοι παρεδίδομεν ἵππους ἐπὶ παιδείᾳ κακῶς |
ἵππου ψυχρὸν ἐφαπλώσας δολιχὸν σθένος : ὑψιτενὴς δὲ χερσὶ χαλινοφόροισι ταθεὶς ἔσφιγξεν ἱμάντας . καὶ κεψαλὴν ἔκλινε καὶ αὐχένα πῶλος | ||
ποδήρης , ἄνωθεν ἀπὸ τῶν μετὰ σελήνην ἄχρι τῶν γῆς ταθεὶς περάτων , πάντῃ κεχυμένος : ὅθεν καὶ ὁ χιτὼν |
. Ἔστι δ ' ὥσπερ χερρονήσου μεγάλης ἰσθμὸς οὗτος , σφιγγόμενος θαλάτταις δυσὶ τῇ τε τοῦ Ἰσσικοῦ κόλπου μέχρι τῆς | ||
ἐπιστάντος ῥᾳδίως ἄπεισιν , ὡς ἂν οὐκέτι βίᾳ κρατούμενος οὐδὲ σφιγγόμενος . ἐκ τούτων ἐνίοτε οἱ θεοί τινας καὶ παρέδρους |
στοχασμὸς ἐκ μόνων προσώπων οὐκ ἔστι κατά γε ἐμέ , διπλοῦς δὲ ἔστι . πρῶτον δὲ περὶ τοῦ τελείου διπλοῦ | ||
παριέντες ἑτέρου ἐπιδέσμου . ἀρχαὶ κατ ' ἐπιγαστρίου καὶ συντελεῖται διπλοῦς βουβωνίσκος τῶν κάτω παρειμένων ταινιδίων πτυσσομένων ὡς ἐπὶ τοῦ |
ὑποκλινθεὶς τοῖς ἀνέμοις ῥᾳδίως διεσώθη : ἡ δὲ ἐλαία ἐπειδὴ ἀντέτεινε τοῖς ἀνέμοις , κατεκλάσθη [ τῇ βίᾳ ] . | ||
παρέδωκεν αὐτὸν ἡ Ἄτροπος , παρ ' ὅλην τὴν ὁδὸν ἀντέτεινε καὶ ἀντέσπα , καὶ τὼ πόδε ἀντερείδων πρὸς τὸ |
ἐαθῆναι καὶ πολλὰς πέρδικας προσάξει τῷ κυνηγέτῃ . ὁ δὲ κυνηγός : „ διὰ τοῦτο μᾶλλόν σε ἐγὼ θύσω , | ||
: ποδηγός ποδηγῶ , φορτηγός φορτηγῶ , στρατηγός στρατηγῶ , κυνηγός κυνηγῶ . τὸ δὲ ἀρήγω οὐκ ἀπὸ τοῦ ἀρηγός |
, οἷς ἐνέβαλλον ταῖς τῶν πολεμίων ναυσὶ καὶ κατέδυον : ἠμφίεστο δὲ ταῦτα χαλκῷ ἢ σιδήρῳ , τύπον ἀποτελοῦντα κριῶν | ||
ἃ χρόνου δεῖται εἰς τὸ θαυμάσαι καὶ ὀφθαλμῶν ἀκριβεστέρων . ἠμφίεστο δὲ λευκόν τινα κόσμον † ἰκέον † διαφανῶν καὶ |
τῆς ἀνέμου πνοῆς ἐκ παντὸς εἴδους ἀναδιδόμενος ῥύπος ἀκαθαρσίας . ἀφυσγετός : συρφετὸς , ῥῦπος , καὶ ἰλύς . ἐξ | ||
ἀφυλίσαι ' . . . . ἀφυσγετόν : τὸ ἰλυῶδες ἀφυσγετός ' . . . . ἀφύη : ἰχθύδιον μικρόν |
. πρόσταξις ἧκεν ἀδελφὴ τῆς προτέρας προστιθεῖσα θαλαττίῳ χλαμύδος βαφῇ λιθοκόλλητον ταινίαν φέρουσάν τι καὶ αὐτὴν καρποῦ θαλαττίου . ὁ | ||
τὸ ἄγαλμα τοῦτο Ἀφροδίτης εἶναι , καὶ πελειάδα αὐτῇ παρέστησε λιθοκόλλητον : καὶ ἀνὰ πᾶσαν ἡμέραν θυσίαις τε ἱλεοῦτο καὶ |
χηραμούς τε καὶ φωλεοὺς ἕρπουσαι . ὁ γοῦν ἀνιστάμενος οὔτε ἐμβαίνει τινὶ αὐτῶν οὔτε περιπίπτει . . : . , | ||
παρ ' ὠκίμων πέταλα καὶ θριδακινίδων εὐόσμων τε σελίνων βοῦς ἐμβαίνει μέγας γαλῇ χιτώνιον ἀπεμυθήσω γελάσιμον διατράμιν δυσόμοια λελεπασμένον ὁμοπτέρους |
μελικράτου . εἰ δὲ ξανθὴν χολὴν εὕροιϲ ϲυνυποκειμένην τοῖϲ ἄλλοιϲ δυϲὶ χυμοῖϲ , προϲτίθει τῇ δόϲει ἐπὶ τῆϲ χρείαϲ καὶ | ||
περικρανίου καὶ ὀϲτέου , καὶ μείζων ὁ ὄγκοϲ εἴη , δυϲὶ κεχρήμεθα διαιρέϲεϲι τεμνούϲαιϲ κατὰ μέϲον ἀλλήλαϲ , εἰ δ |
Εὐκίνητος δὲ τὸ μετὰ τοῦτο πάντως ἔστω καὶ τὸ σῶμα λελυμένος τε ἅμα καὶ συμπεπηγώς , ὡς λυγίζεσθαί τε ὅπη | ||
ἐκεῖνος ὁ φαλακρὸς καὶ σμικρός , ὁ νεωστὶ τῶν δεσμῶν λελυμένος , ὁ τὸ σεμνὸν ἱμάτιον περι - θέμενος μέλλων |
, Χεροννήσοιο γένεθλα , αἰπεινὴν τοὶ Πέλλαν ἐΰκτιτον ἀμφινέμονται , αἴθωνες , κρατεροί , μεγαλήτορες , εὐρυμέτωποι , ἄγραυλοι , | ||
Ἄσιος ὄρχαμος ἀνδρῶν , Ἄσιος Ὑρτακίδης ὃν Ἀρίσβηθεν φέρον ἵπποι αἴθωνες μεγάλοι ποταμοῦ ἄπο Σελλήεντος . Ἱππόθοος δ ' ἄγε |
– ] οὐριοστάτης [ ] ! ατ ? ' : εὔκερως δὲ ? βοῦς ? [ ] πρόσθιον γόνυ ? | ||
διὰ τοῦ Ω μεγάλου γράφονται οἷον μονόκερως , ὑψίκερως , εὔκερως : ὁμοίως καὶ τὰ ἐν τῷ μέσῳ ἔχοντα τὸ |
ποτὲ μὲν κυκλοειδεῖς φαίνονται , ποτὲ δὲ παρεσπασμένοι . ἔστω τροχὸς ὁ ΑΒΓΔ , καὶ διήχθωσαν διάμετροι αἱ ΒΑ , | ||
. Ἔστι καὶ ἰχθὺς ῥόμβος λεγόμενος : ἔστι καί τις τροχὸς ῥόμβος λεγόμενος , ὃν στρέφοντες καὶ ἱμαντίῳ τύπτοντες ἐκτύπουν |
, ἤγουν γνωστὸς τῷ Διΐ : ἐπεὶ ὁ Ἰόλαος οὐ κατήγετο ἀπὸ τοῦ Διὸς , εἰ μή τις τὸ ἀνέκαθεν | ||
πεντηρικῶν ξυλείᾳ , ὑπὸ δὲ ὄχλου μετὰ βοῆς καὶ σαλπίγγων κατήγετο . Ὕστερον δὲ τῶν ἀπὸ Φοινίκης τις ἐπενόησε τὴν |
ἐσημάνθη οἷς εἴρητο οὓς ἔδει ἀποκτεῖναι , σπασάμενοι τὰ ξίφη ἔπαιον τὸν μέν τινα συνεστηκότα ἐν κύκλῳ , τὸν δὲ | ||
εἰσιέναι τῶν μὴ τετιμημένων : μαστιγοφόροι δὲ καθέστασαν , οἳ ἔπαιον εἴ τις ἐνοχλοίη . ἕστασαν δὲ πρῶτον μὲν τῶν |
οἱ μὲν γλωσσογράφοι ταῖς θριξὶν ἀγαλλόμενε : κέρα γὰρ τὴν τρίχα λέγεσθαι . ὁ δὲ Ἀρίσταρχος κυρίως ἀκούει τὸ τοῦ | ||
δεικνύμενος Αἰακόν τε ἄγων εἰς ἀκμὴν καὶ νεότητα δευτέραν καὶ τρίχα τὴν ταύτης , ἣν παρ ' Ὁμήρου λαβὼν ἡμῖν |
σκηνὰς τὰς βαρβαρικὰς καλεῖ . σίσυρνα δὲ χιτὼν σκύτινος ἔντριχος χειριδωτός : Σκυθικὸν τὸ χρῆμα . ἡ δὲ σισύρα περίβλημα | ||
, κατὰ τοὺς ὤμους ἐναπτόμενος . κάπυρις δὲ Περσικὸς χιτὼν χειριδωτός . ἦ που δὲ καὶ καυνάκης Περσῶν : ἐν |
κινήσεται καὶ τὸ ἐκ πέντε : ἰσχυρότερα γάρ ἐστι τὰ τέσσαρ ' ἀμερῆ , μεθ ' ὧν πρότερον ἐκινεῖτο , | ||
οἱ ἀρχαῖοι . . . . οὔατα δ ' αὐτοῦ τέσσαρ ' ἔσαν , δοιαὶ δὲ πελειάδες ἀμφὶς ἕκαστον χρύσειαι |
ἔπραττεν , ἀλλὰ καὶ βάλλων καὶ φυλαττόμενος βέλη καὶ ἀσπίδα ἀντερείδων καὶ διώκων στῖφος . ἐξέπλευσαν μὲν δὴ χαίροντες ἀλλήλοις | ||
, ὑπηρέτης παρεστὼς πλατείᾳ τῇ χειρὶ ἀνατρεπέτω τὴν ὠμοπλάτην , ἀντερείδων τὴν χεῖρα τῇ ὠμοπλάτῃ , ἵνα μὴ ἐκλύηται ἡ |
φυλάσσομαι πύλης ἄναξ θυρωρέ Ἄθως σκιάζει νῶτα Λημνίας βοός τρύχει καλυφθεὶς Θεσσαλῆς ἁπληγίδος ἢ σφηκιὰν βλίττουσιν εὑρόντες τινά ἐγὼ δὲ | ||
ἱμάτιον , ὅπερ Ὅμηρος ἁπλοΐδα καλεῖ : Σοφοκλῆς : τρύχει καλυφθεὶς † Θεσσαλικῇ πληγίδι † : παρὰ τὸ ἁπλῆ ἁπληΐς |
τι τοῦθ ' ἡγούμενον . ξεναγὸς οὗτος , ὅστις ἂν θώρακ ' ἔχῃ φολιδωτὸν ἢ δράκοντα σεσιδηρωμένον , ἐφάνη Βριάρεως | ||
πάντα τοῦθ ' ἡγούμενον . ξεναγὸς οὗτος , ὅστις ἂν θώρακ ' ἔχῃ φολιδωτὸν ἢ δράκοντα σεσιδηρωμένον , ἐφάνη Βριάρεως |
τῶν ζῴων , ἐλέφαντας , περὶ νῶτα καὶ νηδὺν ἅπασαν εἱλεῖσθαι , φλέβα δ ' ἣν ἂν τύχῃ διελόντας ἐμπίνειν | ||
δὲ τὸ † συνηθροισμένον , γίνεται δὲ παρὰ τὸ ὁμοῦ εἱλεῖσθαι , τοῦ α τὸ ὁμοῦ σημαίνοντος : ἀπὸ γὰρ |
καναχηδὸν ἐπ ' ἀλλήλῃσι φέρεσθαι . ἐκ δὲ τοῦ οἰγόμενος παραπέπταται ἐγγύθι Πόντος πολλὸς ἐὼν καὶ πολλὸν ἐπ ' ἀντολίης | ||
βεβλημένος ἄλλος Ὀϊστὸς αὐτὸς ἄτερ τόξου : ὁ δέ οἱ παραπέπταται Ὄρνις ἀσσότερος βορέω . Σχεδόθεν δέ οἱ ἄλλος ἄηται |
καταλείποντες ἐπιτηδεύματα καὶ τοῖς μηδὲν προσήκουσιν ἐπιχειροῦντες εἰκότως δυστυχοῦσιν . κάμηλος θεασαμένη ταῦρον ἐπὶ τοῖς κέρασιν ἀγαλλόμενον φθονήσασα αὐτῷ ἠβουλήθη | ||
τὸν Κιθαιρῶνα . οὐκ ἂν γοῦν ποτε τῇ τεκούσῃ ὁμιλήσειε κάμηλος . ὁ δέ τοι νομεὺς τῆς ἀγέλης κατακαλύψας τὸν |
γνώμης . λύκῳ ] διὰ τὸ ἁρπακτικόν . κομήτην ] δασύτριχον , κόμην ἔχοντα . . ἄγριόν ] ἀκόλαστον , | ||
, τὴν πυρρὰν γενειάδα τὴν ζαπληθῆ καὶ ἄγαν πολλὴν καὶ δασύτριχον . τινὲς δὲ ἀντὶ γενικῆς , πυρρᾶς γενειάδος , |
δὲ εὔκυκλος , ἡ δὲ κυκλικὴ ἐπίδεσις , ἄλλη δὲ σκέπαρνος . στεφανιαία μὲν οὖν ἐστιν ἡ κατὰ τοῦ βρέγματος | ||
: σοφίην παιδεύεται . σκέπαρνος : εἶδός ἐστι δεσμοῦ ὁ σκέπαρνος , ὅταν ὁ ἐπίδεσμος πλάγιος δεθῇ . μαρτυρεῖ δὲ |
Ὀρχομενίων καὶ Φενεατῶν τε καὶ Καφυατῶν ὅροι τῆς γῆς . ἀνατείνει δὲ ὑπὲρ τοὺς ὅρους κρημνὸς ὑψηλός : πέτραν Καφυατικὴν | ||
ἰᾶται τοὺς ταύτῃ καὶ τιμὰς παρὰ τῶν προσοίκων ἔχει . ἀνατείνει δὲ ὑπὲρ τὰς κώμας ὄρος Πάρνων , καὶ Λακεδαιμονίων |
, θαλάσσια δὲ ἀλκυὼν κήρυλος αἴθυια λάρος χαραδριὸς καταρράκτης κέπφος κίγκλος . ὑπὲρ δὲ τοῦ βίου τούτων καὶ τῆς μορφῆς | ||
τῷ Ἀμφιαράῳ λέγων ὀσφὺν δ ' ἐξ ἄκρων διακίγκλισον ἠύτε κίγκλος ἀνδρὸς πρεσβύτου , τελέειν δ ' ἀγαθὴν ἐπαοιδήν . |
γὰρ ἐν Ὀλυμπίᾳ τρέχει τὸ τέλειον ἅρμα , τὸ δὲ πωλικὸν ὀκτώ . ἵππων φυτεῦσαι : τὸ Πάνθειον , ἐν | ||
! ] Θεσσαλοῦ συνωρίς . | [ Βιλιστίχης Μακετίδος ] πωλικὸν [ ] | [ τέθριππον ] : αὕτη Πτολεμαίου |
πεπαλαγμένον ἄζῃ , ἀντὶ τοῦ κεχρωσμένον ὑπὸ μελανίας . * περιστιγές : καὶ ἔχον γραμμάς αἰθαλέη δὲ ἤγουν τεφρώδης . | ||
δὲ τοῦ πεπιλημένου δηλωθήσεται τὸ στερεόδερμον τοῦ θηρίου . * περιστιγές : κατάστικτον * ἔρφος : δέρμα στέρφος δερῶν * |
τὸν μέγαν δάκτυλον κάμπτων τοῦ ποδός , ἕτερος δ ' ἰσχνὸς τὸν μικρὸν ἐκτὸς ἀπάγων , ὁ δέ γε τρίτος | ||
εὔσαρκος , ἀγαθογνώμων . ἐὰν δὲ ὁ τοῦ Ἑρμοῦ ἔσται ἰσχνὸς ὁ κλέπτης , ὑπόξηρος , σύμμετρος , οὐλόθριξ , |
, καὶ παρέκειτο καὶ τούτῳ [ σπάργανα ] γνωρίσματα : μίτρα διάχρυσος , ὑποδήματα ἐπίχρυσα , περισκελίδες χρυσαῖ . Θεῖον | ||
μοι ; πέπλοι ποδήρεις : ἐπὶ κάραι δ ' ἔσται μίτρα . ἦ καί τι πρὸς τοῖσδ ' ἄλλο προσθήσεις |
αὐτὸς ὑποδεχόμενος τὰ εἴδη τῶν ψόφων διὰ τὸ εἷς καὶ ἤρεμος καὶ ἄθρυπτος εἶναι τῇ αἰσθητικῇ ἀρχῇ διαπέμπει . ὅτι | ||
κρατερῶν σύνθημα λοχαγῶν ; πολλάκι καὶ δῆριν ἀνδρῶν ἐπελάσσατο πύργοις ἤρεμος ἀσπιδόεσσαν ὑπόπτερον , εὖτε βροτοῖσιν ἀσπὶς ὑπὲρ κεφαλῆς ἐπικάρσιον |
κοινολεκτούμενα ἀποστρέφονται τὴν ει δίφθογγον , κρηπίς ῥανίς σανίς βολίς θυρίς ἁψίς . πρόσκειται ὀξύτονα διὰ τὸ κατάκλεις καὶ ἀντήρεις | ||
δὲ τὴν θυρίδα τὴν δέσποιναν . ὅπου δὲ μὴ ἔστι θυρίς , ὁ μὲν μέσος τὸν δεσπότην ὁ δὲ δεξιὸς |
, οὐδὲ δόκωσις παρὰ τάς πως διακειμένας δοκούς , οὐδὲ πυγμὴ παρὰ τήν πως ἐσχηματισμένην χεῖρα , οὕτως εἰ οὐδὲν | ||
ἀτελοῦς πυγμῆς συγκείμενος . καὶ δήλη μὲν ἡ πάλη , πυγμὴ δὲ τὸ πρὶν ἐσκευάζετο οὕτως . εἰς στρόφιον ὅ |
στατῆρες Κυζικηνοὶ περιγένοιντο , καὶ τοῦτο τὸ χρυσίον δεδανεικὼς εἴη ἁδελφὸς αὐτοῦ ἐν τῷ Πόντῳ ναυκλήρῳ τινὶ Φασηλίτῃ , πολίτῃ | ||
πῶς λέγεις , ὦ Εὐθύδημε ; οὐ δοκεῖ σοι ὀρθῶς ἁδελφὸς λέγειν ὁ πάντ ' εἰδώς ; Ἀδελφὸς γάρ , |
περίβολον οἶκος ἦν περίστυλος , ἑκάστης πλευρᾶς ἐκ τετταράκοντα κιόνων ἀναπληρουμένης , καὶ τούτου μονόλιθος ἦν ὀροφή , φάτναις διαγεγλυμμένη | ||
περίβολον οἶκος ἦν περίστυλος , ἑκάστης πλευρᾶς ἐκ τετταράκοντα κιόνων ἀναπληρουμένης , καὶ τούτου μονόλιθος ἦν ὀροφή , φάτναις διαγεγλυμμένη |
ἐπιβὰς ἀνήχθη , καὶ διαβαλὼν ἐς Μακεδονίαν ἦν παρὰ Φιλίππῳ κορυφαῖος τῶν φίλων Ἡρακλείδης . Ῥόδιοι βασιλεῖ Πτολεμαίῳ πολεμοῦντες περὶ | ||
τι ἂν αὐτῶν κάλλιστον εἴη , ταχέως ὁ τοῦ χοροῦ κορυφαῖος Σοῦμμος ἐφάνη χρυσίου πληγαῖς ἄτρωτος ὢν προσαγαγών τε ἡμῖν |
ἀλέτων ὄνος , ποτάμιος ἵππος , τοῖχος , ὁ Σελεύκου τίγρις . ἔχων δὲ καὶ ἄλλα μαρτύρια ἀνατίθεμαι τὰ νῦν | ||
, καὶ θραγμὸν κυάμων ἐρεικομένων τὰ θαλάττια κήτη , καὶ τίγρις ψόφον τυμπάνου . καὶ ἄλλα δὲ πλείω τούτων ἔνεστι |
[ δὲ ] ὁ λόγος ἤδη μοι : παλαίων δὲ κατέβαλεν Ἠλεῖον Παιά - νιον ὀλυμπιάδα πάλῃ τὴν προτέραν ἀνῃρημένον | ||
. δύο δὲ αὐτῶι ἀπαντησάντων πολεμίων τὸν μὲν ἕνα πατάξας κατέβαλεν , ὑπὸ δὲ τοῦ ἑτέρου ἀγνοηθεὶς ὅστις ἦν πληγεὶς |
: μέλους γάρ τινος αἰσθομένη χαροποῦ γάννυται καὶ σκιρτᾷ . κατακλᾶται δὲ πάλιν καὶ σκυθρωπάζει τούτου πρὸς τὸ σκυθρωπότερον τετραμμένου | ||
αὐτῶν , πῶς αὐτὰ μὲν ἰσχυρὰ καὶ ἐμβριθῆ ὄντα οὕτως κατακλᾶται , οἱ δὲ λεπτοὶ καὶ ἀσθενεῖς ὄντες οὐδὲν πάσχουσι |
, πολέμοις τε συνεχέσι τῆς Μακεδόνων δυνάμεως ἐξασθενούσης , πρῶτος Ἀρσάκης λέγεται , τὸ γένος Παρθυαῖος , ἀναπεῖσαι τοὺς ἐπέκεινα | ||
δὲ ἑάλω καὶ διεφθάρη ὑπὸ τῶν Φαρνάκου τοῦ βασιλέως παίδων Ἀρσάκης , δυναστεύων καὶ νεωτερίζων , ἐπιτρέψαντος οὐδενὸς τῶν ἡγεμόνων |
ὤν , πρεσβύτερος δὲ φαινόμενος . τὸ δ ' ἐναντίον σκληφρός , ὃς πρεσβύτερος ὢν νέος δοκεῖ . οὕτω καὶ | ||
εἰ μέν τι . γρ . εἰ μέντοι τι . σκληφρός . . . προφερής . σκληφρὸς ὁ τῷ μὲν |
ἐκεῖνος γάρ τινα δὲ τοῖς Ἀχαιοῖς λέγει : ἔστι δὲ πλαγιασμός . . τρόχιν ] ἄγγελον , ἀπὸ τοῦ τρέχειν | ||
Αἰσχίνης ; Ἀμύντου μὲν γὰρ νεωστὶ τετελευτηκότος , καὶ ἄλλος πλαγιασμός , καὶ Ἀλεξάνδρου τοῦ πρεσβυτέρου τῶν ἀδελφῶν , Περδίκκου |
αἰτιατικῆς , Δεξιάδην ἀντὶ τοῦ Δεξιάδου : . . . λύντο δὲ γυῖα : . . . Ἴλιον εἰς ἱερήν | ||
ὦμον : ὁ δ ' ἐξ ἵππων χαμάδις πέσε , λύντο δὲ γυῖα . . . : ἡ διπλῆ , |
ὀπιπεύειν . ἔνθεν καὶ οἰφόλις γυνή καὶ ἡ παροιμία ἄριστα χωλὸς οἰφεῖ , ἥν φασι διαδοθῆναι , ἐπεὶ οἱ χωλοὶ | ||
οὐ νόμιμον εἰς τὸ ἱερὸν αὐλητὴν εἰσιέναι . ὅτι Ἀμαυρὸς χωλὸς τοὺς πόδας ἐβασίλευσε ταύτης . νόμον δέ τινά φασι |
περικαλλέϊ φηγῷ : ἐκ δ ' ἄρα οἱ μηροῦ δόρυ μείλινον ὦσε θύραζε ἴφθιμος Πελάγων , ὅς οἱ φίλος ἦεν | ||
, μεσσοπαγὲς δ ' ἄρ ' ἔθηκε κατ ' ὄχθης μείλινον ἔγχος . Πηλεΐδης δ ' ἄορ ὀξὺ ἐρυσσάμενος παρὰ |
χειρουργίης : τούτου γὰρ ὑπάρξαντος , οὐκ ἂν παραλίποιτο τρωματίας ἀγνοηθεὶς ὅταν χειρουργῆται μὴ προσηκόντως : μόνος δ ' ἂν | ||
τὸν μὲν ἕνα πατάξας κατέβαλεν , ὑπὸ δὲ τοῦ ἑτέρου ἀγνοηθεὶς ὅστις ἦν πληγεὶς ἀπέθανε , καταλιπὼν τὴν ἀρχὴν Μέδοντι |
γὰρ τὸν ὄπιθεν τῆς φάλαγγος μεταλαμβάνει τόπον , ὡς ὁ Μακεδονικός , οὔτε τὸν ἔμπροσθεν , ὡς ὁ Λακωνικός , | ||
ἡ πλείστη γίνεται : ψυχρὸς δὲ καὶ ὁ Ὄλυμπος ὁ Μακεδονικός : καὶ γὰρ ἐνταῦθα γίνεται πλὴν οὐ μεγάλη : |
συνήθους τροφῆς πάλιν καλὸν ἐγεγόνει καὶ τὸ δέρμα ἐπανθούσῃ τῇ τριχὶ ἀπέστιλβεν . οἱ δὲ γενναιότατοι μέγαν τέ με καὶ | ||
ἑλκούσας ὡς αὑτὰς τοὺς παριόντας καὶ πολιτῶν καὶ ξένων καὶ τριχὶ καὶ ὄμματι καὶ παρειᾷ καὶ χροιᾷ . κἀν ταύταις |
ἡ Μακεδονικὴ φάλαγξ ἐν τούτοις παρετάσσετο . Τί παρέχει ὁ οὐραγός . Περὶ τῶν ψιλῶν : πῶς αὐτοὺς δεῖ τετάχθαι | ||
καὶ ὅταν τέλος ἡ σκηνὴ ἔχῃ , ἐξάγει μὲν ὁ οὐραγός , ἔφη , ὁ τοῦ τελευταίου λόχου τὸν λόχον |
πλέον ἴσχυε . „ Καὶ σὺ γὰρ οὕτως ἤλυθες οὐδὲ θύρην πρὸς μίαν ἡσύχασας , τῇδε τοσοῦτ ' ἐβόησα βεβρεγμένος | ||
ἀμείνων . ἀλλ ' ἴθι , δῖ ' Εὔμαιε , θύρην ἐπίθες θαλάμοιο , καὶ φράσαι , ἤ τις ἄρ |
, ἢ τῷ ἰσχίῳ ἐμπύημα ᾖ , ἡ ἐν κύστει ὦσις εἴργεται , κἄπειτα τὸ βάρος τε καὶ ὁ ὄγκος | ||
ἀλωήν ) , ἅλως καλεῖται . ἐὰν δὲ ἀπὸ ἀστέρων ὦσις τοῦ φωτὸς γένηται ἐπὶ τὰ κάτω , καλοῦνται ῥυμοὶ |
δὲ τοῖς κέρασι κατακόπτει ὡς πελέκεσιν . εἰ γὰρ καὶ φορίνην ὁ ῥινόκερως ἔχει στερεὰν καὶ δυσδιακόντιστον , ἀλλ ' | ||
φορίνης : ὅτι γὰρ καὶ ἐπ ' ἀνθρώπων τάσσουσι τὴν φορίνην δῆλον ποιεῖ Ἀντιφῶν ἐν βʹ Ἀληθείας . Πηγαί : |