, ὥς τ ' ὄϊες πολυπάμονος ἀνδρὸς ἐν αὐλῇ μυρίαι ἑστήκασιν ἀμελγόμεναι γάλα λευκὸν ἀζηχὲς μεμακυῖαι ἀκούουσαι ὄπα ἀρνῶν ,
χεὶρ ἔξω ἢ αἱ δύο ἐκπίπτουσι τὰ δὲ σκέλη ἔνδοθεν ἑστήκασιν ἐπ ' ἀλλήλων . Τῶν δὲ λοιπῶν σχημάτων ἄμεινον
7779085 δορκαδες
σφῶν , ὥσπερ ἐκπεπληγμένα τοὺς ἀνθρώπους , ἔλαφοι δὲ καὶ δορκάδες καὶ στρουθοὶ καὶ ὄνοι πολλὰ μὲν καὶ ταῦτα ἑωρᾶτο
. Πάντα πέτρον κινήσω . Πάντα κάλων . Πρὸς λέοντα δορκάδες συνάπτουσι μάχας . Ῥόδιοι τὴν θυσίαν : ἐπὶ τῶν
7702112 ἀνδριαντες
χρήματα τῷ βασιλεῖ , [ καὶ ] ἵπποι δὲ καὶ ἀνδριάντες καὶ ἱματισμὸς διάφορος ἁπλοῦς . Ἐξάγεται δὲ ἐξ αὐτῆς
: καὶ γὰρ οἱ τοῖς νικηφόροις παρὰ τῶν ἄλλων ἀνιστάμενοι ἀνδριάντες ἢ ὑπὸ χρόνου ἢ ὑπὸ βασκάνων τινῶν καθαιροῦνται :
7516757 ἐλαφοι
τούτῳ καὶ ἡ δειλία τῶν φύσει αἱρετῶν ἐστιν , ἐπεὶ ἔλαφοι καὶ λαγῲ καὶ ἄλλα πλείονα ζῷα φυσικῶς ἐπ '
τὸ τῶν ἐλάφων πάσχομεν : ὅτε φοβοῦνται καὶ φεύγουσιν αἱ ἔλαφοι τὰ πτερά , ποῦ τρέπονται καὶ πρὸς τίνα ἀναχωροῦσιν
7514260 ὀρχουμενοι
' ἄττα φαίνεται , καὶ πάλιν ὁπηνικαάττ ' ὑμεῖς κοπιᾶτε ὀρχούμενοι . ἄτοπος . ἄτοπον τὸ θαυμαστὸν Πλάτων ἐν Θεαιτήτῳ
δὲ τοῦ ἑτέρου μέρους νέοι αὐλοῦντες ἤρχοντο : οἱ μὲν ὀρχούμενοι , οἱ δὲ παίζοντες καὶ γελῶντες : ἕκαστος δὲ
7403862 Βακχαι
Ἀλκιβιάδου οὐδὲν διάφορον τῶν Βακχῶν ἐπεπόνθειν . καὶ γὰρ αἱ Βάκχαι ἐπειδὰν ἔνθεοι γένωνται , ὅθεν οἱ ἄλλοι ἐκ τῶν
: αἵτινες , καὶ αὗται . Βάκχοιο : Διονύσου . Βάκχαι : τιθήναι παρδάλεις Διονύσου , καὶ δεῖγμα ταύταις τὸ
7393665 ἑστασιν
δὲ τὰς πυκνὰς περιόδους λεγόντων οὐδ ' αἱ κεφαλαὶ ῥᾳδίως ἑστᾶσιν , ὡς ἐπὶ τῶν οἰνωμένων , οἵ τε ἀκούοντες
Ἄρης κατέσκηψ ' , ἔς τε μονομάχου πάλης ἀγῶνα νῦν ἑστᾶσιν . Στίλβη θ ' ἣ κατὰ νύκτα μοι φλόγ
7382753 κρατηρες
καθήμενον τὸν Ἥφαιστον χαλκεύειν : καλεῖται δὲ ὁ τόπος οὗτος κρατῆρες , διὰ τὸ μεστὸς εἶναι πυρός † οὐκ ἔστιν
ἐπεσθίων τοῦ ἄρτου . ἐπειδὰν δὲ ἱκανῶς ἔχωσιν , ἐσφέρονται κρατῆρες ἀργυροῖ τε καὶ χρυσοῖ , δέκα συμπόταις ἀποχρῶν εἷς
7338016 ἠγειραν
ᾗσι φρεσὶν οὐνόματ ' εἴποι , ὅσσοι δὴ μετόπισθε μάχην ἤγειραν Ἀχαιῶν ; Τρῶες δὲ προὔτυψαν ἀολλέες : ἦρχε δ
ἄριστοι ἵππων τ ' ὠκυπόδων ἐπιβήτορες , οἵ κε τάχιστα ἤγειραν μέγα νεῖκος ἀπαιδεύτοισι θεαταῖς νηπιάχοις , ξυνὸν δὲ κακὸν
7284130 μελεαγριδες
. εἶτ ' ἐφέροντο ἐν ἀγγείοις ψιττακοί , ταοί , μελεαγρίδες , φασιανοί . εἵποντο δὲ καὶ πρόβατα Αἰθιοπικά ,
ὡς καὶ οἱ ἀλεκτρυόνες ἐν τῇ Περσίδι καὶ αἱ καλούμεναι μελεαγρίδες ἐν τῇ Αἰτωλίᾳ . διὸ καὶ Ἀντιφάνης ἐν τοῖς
7282826 ἀρκτοι
ὁ Ἀττικός . Ἑλίκη δὲ καὶ Κυνόσουρα ἐν οὐρανῷ δύο ἄρκτοι , Διὸς ἡ ἑτέρα τροφός , οἱ δ '
Ἀλλ ' ὅτε δὴ κεφαλὰς μὲν ἐπ ' ἀντολίην ἔχον ἄρκτοι δέγμεναι ἠελίοιο θοὸν φάος , ἔγρετο δ ' Ἠώς
7265201 ἐπεχραον
' ἐφ ' ἱππήεσσιν ὄρουσαν ἱππῆες , πεζοῖσι δ ' ἐπέχραον ἔθνεα πεζῶν , ἅρμασι δ ' ἅρμαθ ' ἵκοντο
ὀδόντας ὧς Ζήτης Κάλαΐς τε μάλα σχεδὸν ἀίσσοντες τάων ἀκροτάτῃσιν ἐπέχραον ἤλιθα χερσίν . καί νύ κε δή σφ '
7262595 ἀρσενες
: καλεῖται δὲ Γορτύνιος καὶ ὁ ποταμός . Ἀλέῳ δὲ ἄρσενες μὲν παῖδες Λυκοῦργός τε καὶ Ἀμφιδάμας καὶ Κηφεύς ,
ἀρτάβαι : σινήπυος σπέρματος τρίτον ἀρτάβης . πρόβατα , οἱ ἄρσενες τετρακόσιοι : βόες ἑκατόν : ἵπποι τριάκοντα : χῆνες
7258431 ἀσπιδες
δὲ τοῦτο διὰ τὸ περιφερεῖς εἶναι καὶ τούτους ὡς αἱ ἀσπίδες . γοργόνωτον ἀσπίδος κύκλον : περιφραστικῶς τὴν ἀσπίδα .
τροπικῶς , ἀπὸ τοῦ ὅλου τὸ μέρος . βοάγρια αἱ ἀσπίδες . ὁ δὲ Ἀπίων τὰ ἐκ βοῆς ἠγρευμένα ,
7258178 ἀνηγοντο
ἁλμυρὸν ἐπίνετο . ἅμα τε ὁ ἄνεμος ἐπαύσατο καὶ οἳ ἀνήγοντο . καὶ περαιωθέντες σταδίους ἐς ἑξήκοντα ὁρμίζονται πρὸς αἰγιαλῷ
τὰ ὄντα ἐπεδείκνυον , οὕτω δὴ ἐκ τῶν παρόντων ἐπισιτισάμενοι ἀνήγοντο , καὶ ὁρμίζονται πρὸς ἄκρην , ἥντινα οἱ ἐπιχώριοι
7257609 Γυναικες
ἡμᾶς : Κατὰ τῶν γυναικῶν . ὥσπερ πυρὸς καομένου : Γυναῖκές τινες ὑδροφοροῦσαι παρακελεύονται ἀλλήλαις . αἱ δὲ λοιπαί εἰσιν
ἡμᾶς : Κατὰ τῶν γυναικῶν . ὥσπερ πυρὸς καομένου : Γυναῖκές τινες ὑδροφοροῦσαι παρακελεύονται ἀλλήλαις . αἱ δὲ λοιπαί εἰσιν
7207143 αὐλωνες
. Ἐν δὲ τῷ Ἀντιταύρῳ τούτῳ βαθεῖς καὶ στενοί εἰσιν αὐλῶνες , ἐν οἷς ἵδρυται τὰ Κόμανα καὶ τὸ τῆς
τὰ γειτνιῶντα τοῖς Ἰνδοῖς κατὰ τὴν ἐνδοτάτω πλευρὰν φανοῦνταί φασιν αὐλῶνες δασύτατοι , καὶ καλεῖταί γε ὑπ ' Ἰνδῶν ὁ
7199500 τρυγονες
. ἐστὶ δ ' ἡ ματτύα φάτται , χῆνες , τρυγόνες , κίχλαι , κόσσυφοι , λαγῴ , ἄρνες ,
λαγωοὶ καὶ ἔριφοι καὶ ἕτεροι ἄρτοι πεπονημένοι καὶ περιστεραὶ καὶ τρυγόνες πέρδικές τε καὶ ὅσον ἄλλο πτηνῶν πλῆθος ἦν .
7148262 πιθηκοι
δὲ ἄλλως βροτῶν εἴδωλα καμόντων , Ἡσιόδου κηφῆνες , Ἀρχιλόχου πίθηκοι , δύο μορφὰς ἔχοντες ἀντὶ τριῶν , τῆς τραγικῆς
ὄντες γὰρ ταῖς μὲν ὄψεσιν ἄνθρωποι , ταῖς δὲ ψυχαῖς πίθηκοι , προσποιεῖσθε μὲν πάντα , γινώσκετε δὲ οὐδέν :
7130453 ἐσθητες
οὐκ ὀλίγος δὲ χρυσὸς διηρπάζετο , πολλαὶ δὲ καὶ πολυτελεῖς ἐσθῆτες , αἱ μὲν θαλασσίαις πορφύραις , αἱ δὲ χρυσοῖς
ἐν Πέρσαις δὲ τοῖς οἴκοι καὶ νῦν ἔτι πολὺ καὶ ἐσθῆτες φαυλότεραι καὶ δίαιται εὐτελέστεραι : ὁρῶν δὴ τὸν κόσμον
7124029 ἀρνεσσιν
' ἡγεμόνες Δαναῶν ἕλον ἄνδρα ἕκαστος . ὡς δὲ λύκοι ἄρνεσσιν ἐπέχραον ἢ ἐρίφοισι σίνται ὑπ ' ἐκ μήλων αἱρεύμενοι
ἅμα θυμικῶς καὶ ἰταμῶς πρασσομένην λύκοις εἴκασεν ὡς δὲ λύκοι ἄρνεσσιν ἐπέχραον ἢ ἐρίφοισι . τὸ δὲ ἄλκιμον καὶ ἄτρεπτον
7113494 ταοι
τῶν κατὰ τὸ ἱερὸν τῆς Σαμίας Ἥρας φησίν : Οἱ ταοὶ ἱεροί εἰσι τῆς Ἥρας , καὶ μήποτε πρώτιστοι καὶ
τῶν κατὰ τὸ ἱερὸν τῆς Σαμίας Ἥρας φησίν : οἱ ταοὶ ἱεροί εἰσι τῆς Ἥρας . καὶ μήποτε πρώτιστοι καὶ
7110551 ἐντιμοι
φαυλότερον . ἐφοίτων μὲν οὖν ἐπὶ τὰς θύρας Κύρου οἱ ἔντιμοι σὺν τοῖς ἵπποις καὶ ταῖς αἰχμαῖς , συνδόξαν πᾶσι
ὑμῶν . καὶ ἀπολοῦνται οἱ ἀγαπητοὶ ὑμῶν καὶ ἀποθανοῦνται οἱ ἔντιμοι ὑμῶν ἀπὸ πάσης τῆς γῆς , ὅτι πᾶσαι αἱ
7109688 στασιμοι
ἐόντα , καὶ φῦσαν ἐμποιέει : οἱ δὲ χιτῶνες αὐτέων στάσιμοι . Ἄκυλοι καὶ βάλανοι καὶ φηγοὶ στατικὰ ὠμὰ καὶ
, ταχέως , σπουδαίως : οἱ δὲ παλαισταὶ βαρεῖς , στάσιμοι , μόνιμοι , ὠμίαι , ἀντερειδόμενοι , συμπλεκόμενοι ,
7094396 ῥεουσιν
. . . Ϙθ νζ ∠ ʹ ἀφ ' ὧν ῥέουσιν ὅ τε Ῥυμμὸς καὶ ἄλλοι τινὲς εἰς τὸν Ῥᾶ
ᾐθριασμένα δίδου , πλὴν οἷσιν αἱ κοιλίαι μᾶλλον τοῦ δέοντος ῥέουσιν . Τοῦτο δὲ , γλήχους δραχμίδας τρεῖς , σελίνου
7093107 συριγγες
αἱ πλημμυρίδες τῶν ποταμῶν , πλῆμναι δὲ αἱ τῶν τροχῶν σύριγγες . πλῆθος καὶ ὄχλος διαφέρει . πλῆθος μὲν γάρ
. ‖ χνόαι : αἱ χοινικίδες , αἱ τοῦ ἄξονος σύριγγες . ‖ χνόην : τὸν τῶν ποδῶν ψόφον .
7087003 βοες
ἡ ὁπλὴ τοῦ ἵππου ὥσπερ ὄνυξ ἐστίν : οἱ γὰρ βόες χηλὰς ἔχουσιν . μῶλυ φυτὸν ἀλεξιφάρμακον . οἱ μὲν
πρόβατα αὐτῶν ὡς ἄρνες , καὶ οἱ ὄνοι καὶ αἱ βόες σχεδὸν ὅσον κριοί , καὶ οἱ ἵπποι αὐτῶν καὶ
7078199 ἀκται
κατὰ τὸ θυρῶν ἀρασσομένων . νωλεμές : συχνῶς . ἁλιμυρέες ἀκταί : αἱ ὑπὸ θαλάσσης περιρρεόμεναι ἢ περιρραινόμεναι . θελήμονα
πετράων νωλεμὲς οὔατ ' ἔβαλλε , βόων δ ' ἁλιμυρέες ἀκταί : δὴ τότ ' ἔπειθ ' ὁ μὲν ὦρτο
7077926 Σαυρομαται
ἁπάντων ὁρώντων διανήχεται εἰς τοὺς πολεμίους : καὶ οἱ μὲν Σαυρομάται διηρμένοι τοὺς ἄκοντας ὥρμησαν ἐπ ' αὐτὸν ὡς κατακεντήσοντες
τὸ ἐθνικὸν „ Σαυρανῶν δ ' οἱ κορυφαιότατοι ” . Σαυρομάται , ἔθνος Ἰνδικόν . καὶ Σαχαλίτης κόλπος . ”
7073733 κηλουνται
πιθανῶν λόγων , ὅτι οἱ πολλοὶ τούτοις μὲν ἄγονται καὶ κηλοῦνται καὶ τὰ ὦτα ὑπέχουσι , τοὺς δὲ ἀληθεῖς οὐ
καὶ τῇ ἀκοῇ θέλγονται , καὶ τῇ ὄψει τῆς ὀρχήσεως κηλοῦνται καὶ προσίασιν ἐγγυτέρω : οἱ δὲ ὑπαναχωροῦσιν ἡσυχῆ καὶ
7072674 Ταυροι
δὲ πλείστην μέχρι τοῦ ἰσθμοῦ καὶ τοῦ κόλπου τοῦ Καρκινίτου Ταῦροι , Σκυθικὸν ἔθνος : καὶ ἐκαλεῖτο ἡ χώρα πᾶσα
κρύπτεσθαι . Τὴν δὲ δαίμονα ταύτην τῇ θύουσι λέγουσι αὐτοὶ Ταῦροι Ἰφιγένειαν τὴν Ἀγαμέμνονος εἶναι . Πολεμίους δὲ ἄνδρας τοὺς
7071912 πολιχναι
τισὶ δικαίοις , ἔπειτα Καμαρῖνοι , αἷς ἠκολούθησαν ἄλλαι τινὲς πολίχναι μικραὶ καὶ φρούρια ἐχυρά . ἐφ ' οἷς ταραχθέντες
τὴν παλαιὰν εὐανδρίαν . ἔξω γὰρ τῆς Σπάρτης αἱ λοιπαὶ πολίχναι τινές εἰσι περὶ τριάκοντα τὸν ἀριθμόν : τὸ δὲ
7070013 ἐνδεδυκοτες
στεγνοὶ καὶ ἀνώμαλοι ἐν ἀνέσει καὶ ἐπιτάσει . καὶ σφυγμοὶ ἐνδεδυκότες , πυκνοὶ καὶ ἄτακτοι : τούτοις οὖν ἁρμόσει πάντως
τὰς κρίσεις ἐποιοῦντο , ἁλουργὰ μὲν ἀμπεχόμενοι περιβόλαια καὶ χιτῶνας ἐνδεδυκότες περιπορφύρους . ὑπεδέδεντο δὲ καὶ πολυσχιδῆ σανδάλια τοῦ θέρους
7063231 χαραδραι
, ὅν ῥ ' ἀπὸ πέτρης χειμερίου ποταμοῖο κάτω σύρουσι χαράδραι . αἰεὶ δ ' αὖ λιαροῖο γεγηθότες ἐξ ἀνέμοιο
τοῦ δ ' ὑπὸ ποσσὶν ἄγκεα κίνυτο μακρὰ βαθύρρωχμοί τε χαράδραι καὶ ποταμοὶ καὶ πάντες ἀπειρέσιοι πόδες Ἴδης . Καί
7062951 ἀνεχουσι
πάλιν ὀρθοτονοῦνται , καθὸ συνδεθεῖσαι πρός τι πτωτικὸν τὸν λόγον ἀνέχουσι . . Φησὶ δέ που καὶ ὁ Ἅβρων οὐ
ἀντολίην ὁρόωσαι : μέσσαι δ ' ἔνθα καὶ ἔνθα δύω ἀνέχουσι κολῶναι , ἡ μὲν ὑπαινοτίη , τήν τε κλείουσι
7060949 λοφοι
κατὰ τὰ Περσικά : ὑπέρκεινται δ ' αὐτῆς δύο λεγόμενοι λόφοι τραχῶνες : ἔπειτα πρὸς τὰ Ἀράβων μέρη καὶ τῶν
ποιοῦσι παρῳδοῦντες . ἀμβλύτερος : Θουκυδίδης . ἄμβωνες : οἱ λόφοι τῶν ὀρῶν καὶ [ ἡ ] ἴτυς πᾶσα καὶ
7038719 Ἠσαν
ἀποτετυχηκώς , ἐπὶ δὲ τὸ ἓν πολλὰ † κατανείμας . Ἦσάν τινες ἴσως οἳ καὶ τὰς τῶν ὅλων ἀρχὰς ἀτελεστέρας
, ” ἀμφιβολία ἐστὶν , τίς θεὸς κελεύει φυλάττεσθαι . Ἦσάν τῳ δύο παῖδες : τοῦτό ἐστιν οὐ τὸ τυχὸν
7034870 νοθαι
νωτιαίου νεύρων , ἐπειδὴ πρὸς τὸ στέρνον οὐκ ἐξήκουσιν αἱ νόθαι , βραχὺ μέν τι τῷ καθ ' ἑαυτὴν ἑκάστη
ὀϲτώδειϲ κατὰ πᾶν μέροϲ ὑπομένουϲιν τὴν ῥῆξιν , αἱ δὲ νόθαι κατὰ μόνα τὰ πρὸϲ τῇ ῥάχει : καὶ γὰρ
7034151 ἐπλισσοντο
τὸ πήδημα . καὶ Ὅμηρος : “ εὖ δ ' ἐπλίσσοντο πόδεσσιν ” . νῦν δ ' ἐπειδὴ στερρόν :
διέβαινον , ἀπὸ τῆς πλιχάδος : “ εὖ δ ' ἐπλίσσοντο πόδεσσι . ” τῶν δ ' ἅπαξ εἰρημένων .
7021248 κληϊδες
γίνεται , καὶ ἡ ὄσχη διαφανὴς γίνεται , καὶ αἱ κληῗδες καὶ ὁ τράχηλος καὶ τὰ στήθεα καταλεπτύνεται : τήκεται
ὠχρὴ γίνεται , καὶ ὀδύνη ἰσχυρὴ ἐμπίπτει , καὶ αἱ κληῗδες λεπτύνονται , καὶ τὰ σιτία οὐχ ἁμαλῶς προσίεται ὥσπερ
7016123 χελωναι
, ἑλεπόλεις , μηχαναί , καὶ καταπάλται Μακεδονικοί , καὶ χελῶναι . χρεία δ ' εἰς τοὺς πολέμους σκευοφόρων μὲν
βάρος ἔχειν πολύ . αἱ δ ' ἐπὶ τῶν λέμβων χελῶναι κατασκευάζονται περιφερεῖς ἄνωθεν ἐκ σανίδων ἰσχυρῶν συμπηγνύμεναι , ὑπόφαυσιν
7013421 λαμπαδες
Βούδορον καλούμενον κενάς : τῶν ἀνδρῶν δηλονότι . φρυκτοί : λαμπάδες πολεμίους δηλοῦσαι ʃ φρυκτοί εἰσι λαμπάδες τινὲς ἀπὸ ξύλων
γένει τὸν Ἕλληνα κλητέον . καὶ δὴ δύ ' αὗται λαμπάδες ῥητορικῆς ἀνίσχουσιν , ἡ μὲν τὴν Εὐρώπην , ἡ
7009535 περιστεραι
πέρδικες , ἀτταγῆνες , ἀλε - κτρυόνες , ἀλεκτορίδες , περιστεραὶ καὶ τῶν φασιανῶν ζώων πλῆθος καὶ τῶν στρουθῶν καὶ
πάντως , τὸ δὲ δεύτερον θῆλυ . τίκτουσι δὲ αἱ περιστεραὶ κατὰ πᾶσαν ὥραν τοῦ ἔτους : ἔνθεν τοι καὶ
7009209 κοιμωνται
ταρρὸς μετέωρόν τι ἰκρίον , ἐφ ' οὗ αἱ ἀλεκτρυονίδες κοιμῶνται . τοιαύτην δή τινα ὑποληπτέον τὴν κρεμάστραν ἐσκευάσθαι .
Πρωτέως ἢ Νηρέως , τί ποιοῦσιν οἱ ἰχθύες ἢ πῶς κοιμῶνται ἢ πῶς διαιτῶνται . τοιαῦτα γὰρ συνέγραψεν ὡς εἶναι
7000405 περοναι
δὲ δύο κάτω : καὶ πρὸς μὲν τὸν ἀγκῶνα δύο περόναι πεφυκυῖαι ἄνω ἐκ τοῦ ὀστέου πεφύκασιν , αὗται σὺν
ὀργάνοις τισὶ πρὸς ἄλλας μοχλείας κατεσκευασμέναι . ῥίζαι δὲ καὶ περόναι ἐν τοῖς ὀργάνοις πλείστας ἔχουσι χρείας . εὐθέως μέντοι
6999798 ἀλεκτρυονες
: καὶ ἀπὸ τῶν ὤτων ἑκατέρωθεν εἶχε κρεμάμενα ὥσπερ οἱ ἀλεκτρυόνες τὰ κάλλαια : βαρεῖα δ ' ἦν ἡ φωνή
ὡς πατραλοίας τοῦτον ἀποδέχεται τὸν νόμον . τοιοῦτοι δὲ οἱ ἀλεκτρυόνες . . τὸν ὄρνιν ἐκεῖνον . . ἀντὶ τοῦ
6991758 κωπαι
σκεύη κάλοι , ἱστία , κρίκοι , ἡνία , κωπίς κῶπαι , οἴακες , πηδάλια , πλῆκτρα , ὡς Σοφοκλῆς
νηῦς ἐρέτῃσιν , δὶς τόσον ἂψ ἀπόρουσεν , ἐπεγνάμπτοντο δὲ κῶπαι ἠύτε καμπύλα τόξα , βιαζομένων ἡρώων . ἔνθεν δ
6991602 χειριστοι
τοῖς ἀργυρείοις τούτοις χρῶνται πρὸς τὴν πρώτην τούτων ἕψησιν . χείριστοι δὲ τούτων οἱ δρύϊνοι : γεωδέστατοι γάρ : χείρους
ἄνθρωποι , καὶ τὰ βλέφαρα σφέων ἀναπέπταται , πάντων οὗτοι χείριστοι : λύκων γὰρ καὶ ὑῶν ἀγρίων τοιαῦτα εἴδη ,
6990388 ὑψηλαι
πάντας παλαιστρίτας εἶναι : αἱ σοφίαι δὲ μεγάλαι εἰσὶν ἢ ὑψηλαί , ὡς εἶναι τὴν ἐπ ' αὐτῶν ὁδὸν δυσχερῆ
ὅμως . νῆσοι ἦσαν ἐπιμήκεις μέν , οὐ πάνυ δὲ ὑψηλαί , ὅσον ἑκατὸν σταδίων ἑκάστη τὸ περίμετρον : ἐπὶ
6990275 Ζακυνθος
τὰ Πύρρω . αἰνέω τάν τε ΚρότωναΚαλὰ πόλις ἅ τε Ζάκυνθος . . . καὶ τὸ ποταῷον τὸ Λακίνιον ,
. Εἶτα προπέπτωκεν ἄκρον Ἰχθὺς , καθ ' ὃν κεῖται Ζάκυνθος , καὶ ἕτερον ὁ Χελωνάτας : τελευταῖον δὲ ἄκρον
6987110 γειτονες
' αὐτὸν μετ ' ἐμοῦ παρὰ τὴν θύραν παριόντα : γείτονες γὰρ ἀλλήλων τυγχάνουσιν ὄντες : τὸ μὲν πρῶτον συνδειπνεῖν
μεσόγειοι πόλεις ἀκινδύνως βιοῦσιν . ὧν ἧς ἂν ἐθέλητε , γείτονες ἔσεσθε , ἵνα τὴν ἐρεθίζουσαν ὑμᾶς ὄψιν τε καὶ
6976072 σιμοι
τῶν σφυρῶν αὐτοῖς , καὶ παχύ . αὐτοὶ δέ εἰσι σιμοί τε καὶ αἰσχροὶ καὶ οὐδὲν ἐοικότες τοῖς ἄλλοις Ἰνδοῖς
καὶ δειλοὶ καὶ παῖκται καὶ αἰσχρολόγοι . τοῦ δὲ Ταύρου σιμοί , ταυρόφθαλμοι , ὑπομέλανες , πλατυμέτωποι , πλατύρρινοι ,
6975621 πωλια
ω εἰς α . καὶ ἀκρίδες : ἀκρίδες λέγονται τὰ πωλία τὰ καθήμενα εἰς τὰ ἄκρα τῶν δένδρων καταχρηστικῶς :
οὖν εἰκοστῇ ἡμέρᾳ περιαιρῶν τὸ κέλυφος , καὶ ψωμίσας τὰ πωλία ἔμβαλε εἰς κόφινον ἔχοντα ὀρνίθων πτερά . τῇ δὲ
6973863 πολιες
τὰ Ἡράκλεια . αἱ ἐν Σικελίᾳ πόλεις . * * πόλιες ] συνίζησις . ἔργα τῶν Ὀλιγαιθιδῶν . * μείζω
ὅθεν ἕκαστος ἦν τῶν ἀδικεόντων . Καὶ οὕτω ἔτι αἱ πόλιες ἐγένοντο ὑψηλότεραι : τὸ μὲν γὰρ πρῶτον ἐχώσθησαν ὑπὸ
6971653 λιθολογοι
, περιειργάσαντο . οἱ δὲ πρὸς τοῦτο ἐπιτήδειοι λιθοδόμοι , λιθολόγοι , τέκτονες , τειχοδόμοι , τειχοποιοί : καλοῦνται δ
, ἀλλ ' ὑπὸ σπουδῆς , ἐπεὶ οὐδ ' οἱ λιθολόγοι ταῦτ ' ἔδρων ἑκόντες : ἀλλ ' ὁ τοῦ
6970518 ἀσημοι
οὔσης τῆς τὴν σφαγὴν δεχομένης φλεβός . θΞ κορκορυγαὶ ] ἄσημοι βοαί . θΞ πτόλιν ] + ἐκ παραλλήλου .
ἐξήγησιν ἐφεξῆς ἐξετάσωμεν . Τῶν γὰρ φωνῶν αἱ μέν εἰσιν ἄσημοι , οἷον κνὰξ βλίτυρι σκινδαψός , αἱ δὲ σημαντικαί
6970332 ἐσκευασμενοι
ἐστάλατο . Κύπριοι δὲ παρείχοντο νέας πεντήκοντα καὶ ἑκατόν , ἐσκευασμένοι ὧδε : τὰς μὲν κεφαλὰς εἱλίχατο μίτρῃσι οἱ βασιλέες
ἑβδομήκοντα καὶ ὀλίγῳ πλεόνων πάντες πλὴν θαλαμιῶν , ὡς ἕκαστοι ἐσκευασμένοι , τοξόται δὲ ὀκτακόσιοι καὶ πελτασταὶ οὐκ ἐλάσσους τούτων
6970187 Λαιστρυγονες
παλαίτατοι μὲν λέγονται ἐν μέρει τινὶ τῆς χώρας Κύκλωπες καὶ Λαιστρυγόνες οἰκῆσαι , ὧν ἐγὼ οὔτε γένος ἔχω εἰπεῖν οὔτε
: ἐν Ὀδυσσείᾳ δὲ ἔγραψε μὲν ὡς ταῖς Ὀδυσσέως ναυσὶ Λαιστρυγόνες ἐπέλθοιεν γίγασι καὶ οὐκ ἀνδράσιν εἰκασμένοι , ἐποίησε δὲ
6969917 Κνιδος
Λίνδος καὶ Ἰήλυσός τε καὶ Κάμειρος καὶ Κῶς τε καὶ Κνίδος , ἐξεκλήισαν τῆς μετοχῆς τὴν ἕκτην πόλιν Ἁλικαρνησσόν .
ἐπ ' ἀλλοτρίας γῆς ἀπειλήμμεθα καὶ πλεονέκτημα Χαρικλέους ἐστὶν ἡ Κνίδος , ὅμως τἀληθὲς οὐ προδώσομεν νικηθέντες ὄκνῳ . μόνον
6968421 χοροι
πανταχόθεν περιπτύσσει καὶ γέγηθε : σὲ δὲ καὶ Νηρηΐδων ἁλιπορφύρων χοροὶ ἄκροις ἐπισκιρτῶντες τοῖς κύμασι κύκλῳ περὶ πᾶσαν χορεύουσι :
θεοῦ : καὶ τοῦτ ' ἐστιν Ἰνδῶν καὶ εὐχὴ καὶ χοροὶ καὶ θυσία . διὸ καὶ τούτοις ἱλεοῦνται τὸν θεὸν
6965535 ἑστηκασι
τῶν ὅπλων καὶ τῶν στρατιωτῶν , καὶ οἱ μὲν ὁπλῖται ἑστήκασι κεκλιμένοι ἐπὶ τῶν ἀσπίδων , οἱ δὲ ἱππεῖς ἐγκεχαλινωμένοι
ἐπιτεχνήσεις , παντοῖα δὲ ἀνθρώποις ἀνευρημένα ἐς λόγους ἐστίν . ἑστήκασι δὲ καὶ ἀνδριάντες ἐν οἰκήματι , Καλλιγνώτου τε καὶ
6960896 προσοικοι
Ἀλεξάνδρῳ τῆς ὁδοῦ τὴν βραχύ - τητα . Σουσίοις δὲ πρόσοικοι ὅτι εἰσὶν Οὔξιοι λέλεκταί μοι , κατάπερ Μάρδοι μὲν
τῶν Ἰνδῶν Κασπατύρῳ τε πόλι καὶ τῇ Πακτυϊκῇ χώρῃ εἰσὶ πρόσοικοι , πρὸς ἄρκτου τε καὶ βορέω ἀνέμου κατοικημένοι τῶν
6958067 ἀλετρευουσι
. πεντήκοντα δέ οἱ δμῳαὶ κατὰ δῶμα γυναῖκες αἱ μὲν ἀλετρεύουσι μύλῃς ' ἔπι μήλοπα καρπόν , αἱ δ '
. , ζ ? πεντήκοντα δέ οἱ δμῳαὶ αἱ μὲν ἀλετρεύουσι , αἱ δὲ ἵστους ὑφῶσι . . , .
6950778 Ἀραβες
ἀλλὰ κεχωρισμένως οἱ μὲν ἐν τῇ ἠπείρῳ , οἱ νῦν Ἄραβες καλούμενοι , αὐτοὶ γὰρ καὶ Σύριοι λέγονται : οἱ
στρατιᾶς κατέμειναν ἐν τῇ νήσῳ , τὸ δὲ παλαιὸν καὶ Ἄραβες οἱ Κάδμῳ συνδιαβάντες . αἱ δ ' οὖν πόλεις
6946844 Ὠρειται
, ἔσχατοι Ἰνδῶν ταύτῃ ᾠκισμένοι , τὰ δὲ ἀπὸ τοῦδε Ὠρεῖται ἐπεῖχον . ὁρμηθέντες δὲ ἐκ τῶν ἐκβολῶν τοῦ Ἀράβιος
ἦν τῆς Ὠρειτῶν γῆς : Μάλανα τῷ χώρῳ ὄνομα . Ὠρεῖται δὲ ὅσοι ἄνω ἀπὸ θαλάσσης οἰκέουσιν , ἐσταλμένοι μὲν
6943235 φωκαι
. αἵ τ ' ἐπ ' ἀρσένων : * αἱ φῶκαί τε αἱ θουρῶσαι καὶ ἐρωτικῶς ὁρμῶσαι ἐπὶ τὰ λέκτρα
τε πετρηγενέες τε μυίσκοι καὶ γυροὶ δελφῖνες ἀεὶ ναύτῃσιν ἑταῖροι φῶκαί τε κριοί τε καὶ αἰόλα κήτεα πόντου : ὧν
6931943 θαπτονται
θάνατος : ἐπὶ τοῦ χαλεποῦ : παρόσον οἱ κύνες οὐ θάπτονται . Κύων παρ ' ἐντέροις : ἐπὶ τῶν μὴ
εὔρωστοι διεκόμιζον ἐς τὸ πεδίον τὸ Ἄρειον , ἔνθα βασιλέες θάπτονται μόνοι : καὶ τὸ πῦρ οἵ τε ἱππέες καὶ
6922397 ἠιθεοι
κοῦραι σὺν εὐθυμίᾳ νεοκτίτῳ ὠλόλυξαν , ἔκλαγεν δὲ πόντος : ἠίθεοι δ ' ἐγγύθεν νέοι παιάνιξαν ἐρατᾷ ὀπί . Δάλιε
. , : Παρὰ Σαυνίταις κατ ' ἔτος οἵ τε ἠίθεοι κρίνονται δημοσίᾳ καὶ αἱ παρθένοι , ὁ δὲ κριθεὶς
6920453 προσαγορευομεναι
λειτουργοῦσιν ἐπὶ τῶν Ἑλληνικῶν ἱερῶν , ταῦτα παρὰ Ῥωμαίοις αἱ προσαγορευόμεναι τουτολᾶται συντελοῦσι στεφάναις κοσμούμεναι τὰς κεφαλάς , οἵαις κοσμεῖται
δὲ τὴν παραλίαν ταύτην τῶν Κυπαρισσιέων πελάγιαι πρόκεινται δύο νῆσοι προσαγορευόμεναι Στροφάδες , τετρακοσίους ἀπέχουσαι μάλιστά πως τῆς ἠπείρου σταδίους
6919916 Μαραθωνομαχαι
Μαραθῶνος τόπος τῆς Ἀττικῆς , καὶ οἱ ἐκεῖσε μαχησάμενοι ἐκλήθησαν Μαραθωνομάχαι . μαραθωνομάχους ] τοὺς ἐν τῷ Μαραθῶνι μαχεσαμένους ἀγωνισαμένους
ἢ κατακρημνιεῖ ἢ πεινῆν ποιήσει . ταῦτ ' ᾖδον οἱ Μαραθωνομάχαι οὐ δημοσίᾳ μόνον , ἀλλὰ καὶ κατ ' οἰκίαν
6909790 πορναι
δ ' ἄρρηκτος , χάλκεον δέ μοι ἦτορ ἐνείη . πόρναι δ ' εἰσῆλθον , κοῦραι δύο θαυματοποιοί , ἃς
κυνὸς ὡς ἀκτῖνες ἔλαμπον . Γ Κύννα δὲ καὶ Σαλαβακχὼ πόρναι Ἀθήνησιν . Γ τὴν ἀναίδειαν αὐτοῦ καὶ τὴν τραχύτητα
6908935 Ἐπικνημιδιοι
δὲ ἔθνη τῶν Ὑπερβορέων . . . , Ἐπιζεφύριοι καὶ Ἐπικνημίδιοι καὶ Ὀζόλαι . . , . τῶν γὰρ τὰς
ἔθνη τῶν Λοκρῶν : Ἐπικνημίδιοι καὶ Ὀζόλαι καὶ Ἐπιζεφύριοι : Ἐπικνημίδιοι μὲν οἱ μετὰ τοῦ Ὀιλέως Αἴαντος εἰς Ἴλιον παραγενόμενοι
6907251 νεβροι
ἐντυχεῖν ἐστιν ἀφανής , μόνον δὲ ἀναπνεῖ . οὐκοῦν οἱ νεβροὶ καὶ δορκάδες καὶ τὰ τοιαῦτα τῶν ζῴων , ὡς
ἐντυχεῖν ἐστιν ἀφανής , μόνον δὲ ἀναπνεῖ . οὐκοῦν οἱ νεβροὶ καὶ δορκάδες καὶ αἶγες αἱ ἄγριαι καὶ τὰ τοιαῦτα
6905447 ἀθροιζονται
τῶν καθόλου , τὰ καθόλου δὲ ἐκ τῶν κατὰ μέρος ἀθροίζονται , οὐδὲ τῆς ἐνεργείας τοῦ νοῦ γένεσίς ἐστιν ἢ
τῶν ἄλλων θεῶν δεῖ τιμῆσαι τὴν πόλιν , πᾶσαι πανταχόθεν ἀθροίζονται , οὐκ ἐξ Ἑλικῶνος μόνον καὶ Πιερίας , οὔτε
6902373 ἐλαυνονται
σύριγγες ] περιφραστικῶς . σύριγγες ] τῆς γὰρ σύριγγος ἠχούσης ἐλαύνονται καὶ ὁρμῶνται τὰ ἅρματα καὶ οἱ τροχοί . σύριγγες
τοῖς ποσὶ κατὰ τὰς πτέρνας οἱ ἱππεύοντες περιεδοῦντο , οἷς ἐλαύνονται οἱ ἵπποι . ἐγ κοτύλῃ : παιδιά τις ,
6900759 ἐμαντευοντο
ᾔδοντο ἐν πολλοῖς χωρίοις , καὶ θειασμοῖς κάτοχοι γυναῖκες οἰκτρὰς ἐμαντεύοντο καὶ δεινὰς τῇ πόλει τύχας . ἥψατο δέ τις
πόλιν . . Τὸ μαντείῳ λέγει διότι ἐνταῦθα οἱ Ἰαμίδαι ἐμαντεύοντο , ὡς καὶ αὐτὸς προϊὼν ἐρεῖ . * *
6900148 τοιχοι
ἦ μέγα θαῦμα τόδ ' ὀφθαλμοῖσιν ὁρῶμαι : ἔμπης μοι τοῖχοι μεγάρων καλαί τε μεσόδμαι εἰλάτιναί τε δοκοὶ καὶ κίονες
, καὶ πάσης θέρμης πόῤῥω ἔστω . Χριέσθωσαν δὲ οἱ τοῖχοι πηλῷ μιχθέντι θριξὶν ἀντὶ ἀχύρων , ἔπειτα τῇ λεγομένῃ
6898153 ἱπποται
μὲν οὖν μαχηταὶ πάντες τῇ φύσει , κρείττους δ ' ἱππόται ἢ πεζοί , καὶ ἔστι Ῥωμαίοις τῆς ἱππείας ἀρίστη
μὴ ἰδοίατο οἱ Πέρσαι ἐξορμωμένους καί σφεας ἑπόμενοι ταράσσοιεν οἱ ἱππόται : ἀπικομένων δὲ ἐς τὸν χῶρον τοῦτον , τὸν
6897669 φηγοι
ἀκτῆς . τῷ μὲν ὑπὸ Ζωναῖον ὄρος δρύες ἀμφί τε φηγοί ῥιζόθι δινήθησαν ἀνέστησάν τε χορείην οἷά τε παρθενικαί .
κύαμοι , ἰσχάδες , φάσηλοι , μῆλα , μύρτα , φηγοί , καὶ ὅσα τοιαῦτα . Ἀκρόδρυα καταχρηστικῶς λέγονται καὶ
6897308 κεκληνται
οἱ δὲ κύνες οἱ Ψυλλικοὶ καλούμενοι ἀπὸ πόλεως Ἀχαϊκῆς ἀρχαίας κέκληνται , ὥσπερ οἱ Ἐλυμαῖοι ἀπὸ ἔθνους μεταξὺ Βάκτρων καὶ
καὶ τῶν θηλειῶν ἀμέλγουσι τὸ γάλα , καὶ ἐκ τούτου κέκληνται : πίνουσι γὰρ αὐτό , ὥσπερ οὖν ἡμεῖς τὸ
6894231 ᾀδονται
μέντοι ἐξάντεις γίνονται τοῦ κακοῦ . ἀλεκτρυόνα ἀθλητὴν Ταναγραῖον . ᾄδονται δὲ εὐγενεῖς οὗτοι . ὃ δὲ ἐμοὶ δοκεῖν ὁρμῇ
τὸν ἀπώτερον , καὶ τὴν αὐτὴν ἐκείνῳ δύναμιν ἔχει . ᾄδονται δὲ αἱ μὲν διὰ πέντε καὶ διὰ τεσσάρων συμφωνίαι
6886732 Ἐχιναδες
τὸ μὲν γὰρ ὑπὸ Μέγητι εἴρηται , καὶ αἱ λοιπαὶ Ἐχινάδες οἵ τε ἐνοικοῦντες Ἐπειοί [ τε ] ἐξ Ἤλιδος
Τὸ μὲν γὰρ ὑπὸ Μέγητι εἴρηται καὶ αἱ λοιπαὶ αἱ Ἐχινάδες , οἵ τε ἐνοικοῦντες Ἐπειοί τε ἐξ Ἤλιδος ἀφιγμένοι
6880822 ἀετοι
καὶ ὁπόσων ἐστὲ καλῶν κἀγαθῶν ἄξιαι : εἰς δὲ πτηνὰ ἀετοί , διότι οὐδὲν τῶν ὁμογενῶν οὔτε ἐκβοήσουσιν οὔτε θοινήσονται
γῆς . ὧν εἰκόνες οἱ χρυσοῖ ἀνέκειντο παρὰ τὸν ὀμφαλὸν ἀετοί : ἤρθησαν δὲ ἐν τῷ Φωκικῷ πολέμῳ , ὃν
6880348 πορφυραι
καὶ σπερματίαν ὠνόμαζον . τήθη , κογχύλια , ὄστρεα , πορφύραι , κήρυκες , κάραβος , ἀστακός , χῆμαι ,
ληφθέντα συνδιαφθείρει καὶ τὰ ἄλλα . Τὰ μικρὰ χημία , πορφύραι καὶ κήρυκες ὅσα τε ἄλλα τῶν ὀστρακοδέρμων σκληρὰν ἔχει
6880233 πολυπληθειᾳ
ἀνθρώποις ἐπεκτείνειν οὐκ ἂν οἶμαι τῇ τῶν ἀγγέλων καὶ δαιμόνων πολυπληθείᾳ τῶν ἀνθρώπων αἱ ψυχαὶ γένοιντ ' ἂν ἰσάριθμοι .
τὰς πολιτείας καὶ τὰς πολιτικὰς πράξεις , ὅτε μὴ μόνον πολυπληθείᾳ ἀνθρώπων ἀλλὰ καὶ ἀνδρείᾳ χορηγοῦνται . ὅθεν ἁμαρτάνουσι πολλοί
6879920 Ἀρμενιοι
αὐτίκα δεῆσον διώκειν , ἐπειδὰν ὑπαγάγωσι τοὺς πολεμίους ὑποφεύγοντες οἱ Ἀρμένιοι ὥστ ' ἐγγὺς ἡμῖν γενέσθαι . οὕτω δὴ ἡγοῦντο
ἅμα τῇ χώρῃ καὶ τὸ οὔνομα μετέβαλον ἐς Φρύγας . Ἀρμένιοι δὲ κατά περ Φρύγες ἐσεσάχατο , ἐόντες Φρυγῶν ἄποικοι
6879343 ναοι
ἡ οἰκουμένη τὰς ἰσολυμπίους αὐτῷ τιμὰς ἐψηφίσαντο . καὶ μαρτυροῦσι ναοί , προπύλαια , προτεμενίσματα , στοαί , ὡς ὅσαι
δωρήματα “ δακτυλικὸν ὅμοιον τῷ ηʹ : τὸ θʹ ” ναοί θ ' ὑψερεφεῖς καὶ ἀγάλματα “ δακτυλικὸν ὅμοιον τῷ
6878590 ἀστομοι
αἱ δ ' ἀπ ' αἰγιαλῶν σκληρόσαρκοι καὶ κακόχυλοι , ἄστομοι . βούγλωσσοι , ψῆσσαι σκληρόσαρκοι , δύσφθαρτοι , εὔχυλοι
ἀποστεροῦνται τῆς ἐργασίας διὰ τὸ μικρόν : αἱ δὲ γρυπαὶ ἄστομοι καὶ διὰ τοῦτο οὐ κατέχουσι τὸν λαγῶ : αἱ
6874361 ὑπερκεινται
πεδία καὶ τὰ ὑπερκείμενα ὄρη κατοικοῦσι , τῶν δὲ Καουάρων ὑπέρκεινται Ὀυοκόντιοί τε καὶ Τρικόριοι καὶ Ἰκόνιοι καὶ Μέδυλλοι .
αὐτῶν διαφέροντες , τινὲς δὲ μηδέτερον τούτων , ἀλλ ' ὑπέρκεινται πάσης ἁπλῶς ἀποδείξεως , διάφορα κατ ' εἶδος λοιπὸν
6871363 ἐκειντο
ὕδατι . Κιρραῖοι πιόντες διαφθείρονται τὰς γαστέρας καὶ πάντες ἐκλυθέντες ἔκειντο : Ἀμφικτύονες ἀπονητὶ τὴν πόλιν ἔλαβον κειμένων τῶν πολεμίων
καὶ πρὸ ποδῶν ἕτερον οἴκημα τρίκλινον , οὗ τάλαντα τρισχίλια ἔκειντο ἀργυρίου , καὶ προσηγορεύετο βασιλικὸν ὑποπόδιον . ἦν δ
6870657 παλαιφατοι
δὲ δῆμος τῆς Ἀττικῆς , ὅθεν ἦν ὁ Τιμόδημος . παλαίφατοι δὲ ἀντὶ τοῦ ἐξ ἀρχῆς λέγονται . ὅσσα δ
εἰσίν . παλαίφατοι ] αἱ πάλαι χρησμοδοθεῖσαι τῷ Λαΐῳ . παλαίφατοι ] αἱ πάλαι λεχθεῖσαι . παλαίφατοι ] παλαιαί .
6868527 πορδαλιες
ἀμφὶ δὲ θῶες σμερδαλέοι καὶ λυγρὸν ὑπ ' ὀφρύσι μειδιόωσαι πορδάλιες : τῶν δ ' ἄγχι λύκοι ἔσαν ὀβριμόθυμοι καὶ
θήκατο φῦλα . αἱ δὲ θεοῦ βουλῇσιν ἀμειψάμεναι χρόα καλὸν πορδάλιες Πενθῆα παρὰ σκοπέλοισι δάσαντο . τοιάδ ' ἀείδοιμεν ,
6866982 ἠμφιεσμενοι
οἱ τὸν ὄχλον ἀνείργοντες Σιληνοί , πορφυρᾶς χλανίδας ἢ φοινικίδας ἠμφιεσμένοι . τούτοις ἐπηκολούθουν λαμπάδας φέροντες κισσίνας διαχρύσους . μεθ
αἱ δὲ πλευραὶ τῶν στοῶν αἱ μέν εἰσι τοῖχοι πλάκας ἠμφιεσμένοι τῇ μὲν τέχνῃ μιᾷ συνεχομένας ἁρμονίᾳ , τῇ δὲ
6864800 Ἰβηρες
ποταμῷ , θαλάσσῃ δὲ ἐσχάτῃ τῆς ὑπὸ ἀνθρώπων πλεομένης προσοικοῦσιν Ἴβηρες καὶ Κελτοί , καὶ νῆσον Ὠκεανὸς ἔχει τὴν Βρεττανῶν
: ὡς δ ' ἐν χερσὶν ἐγένοντο , οἱ μὲν Ἴβηρες αὐταῖς βουσὶν ἐξῆψαν τὰς ἁμάξας καὶ ἐξώτρυ - ναν
6860794 καμον
' ἄπρηκτος ὀρώρει . Ἀλλ ' ὅτε δὴ μάλα πολλὰ κάμον περὶ τείχεα Τροίης αἰχμηταὶ Δαναοί , πολέμου δ '
ἠδ ' ὑπένερθε ζῶμά τε καὶ μίτρην , τὴν χαλκῆες κάμον ἄνδρες . αὐτὰρ ἐπεὶ ἴδεν ἕλκος ὅθ ' ἔμπεσε
6858118 Ἀραβιοι
φλέβες , ταύτηι τοι καὶ ἐρρωμέναι ἧττον . ὅσαι δὲ Ἀράβιοι βόες θήλειαι μέν εἰσι τὸ γένος , εὐφυεῖς δὲ
λήδανον . Ταῦτα πάντα πλὴν τῆς σμύρνης δυσπετέως κτῶνται οἱ Ἀράβιοι . Τὸν μέν γε λιβανωτὸν συλλέγουσι τὴν στύρακα θυμιῶντες
6855438 βοωσι
ποιηταὶ κατατρέχοντές που τῆς ἡδονῆς καὶ ἀκρασίας ἐπικούρους καὶ βοηθοὺς βοῶσι . Πλάτων μὲν δυσχεραίνοντά τινα ποιήσας πατέρα τῷ τοῦ
γρυλλιξεῖτε : χοίρων φωνὴν μιμήσεσθε . ΓΓ οὕτω γάρ πως βοῶσι τὰ δελφάκια κοΐ , καὶ ἔστι ποιὰ φωνή .
6854957 τροχοι
χρῆν ἀναγινώσκειν ὡς ἀξιοῖ ὁ Ἀσκαλωνίτης . τροχοὶ ὀξυτόνως καὶ τρόχοι βαρυτόνως διαφέρουσι παρὰ τοῖς Ἀττικοῖς , φησὶ Τρύφων ἐν
τὸ παιδίον . τρόχοι βαρυτόνως καὶ τροχοὶ ὀξυτόνως διαφέρει . τρόχοι μὲν βαρυτόνως τοὺς δρόμους : Εὐριπίδης : ὁρῶ μὲν
6854291 ἐξηρτηνται
δὲ καλέονται , καὶ διὰ τοῦτο κινέονται , ὅτι ἐντεῦθεν ἐξήρτηνται : ἐν γὰρ τῇ ἐδωδῇ , καὶ ἐν τῇ
Ἐπίκουρον ψευδῆ λέγοντα ἐλεγχθῆναι οὕτως ἀθλίως διάκεινται καὶ ἐπὶ τοσοῦτον ἐξήρτηνται τῆς ἡδονῆς , ὡς καὶ τὸν συνήγορον αὐτῆς ὑπὲρ
6849586 ὀνομαζομενοι
νόμος ἐστὶν ἡμῖν εὔχεσθαι , οἵτινές τε καὶ ὁπόθεν χαίρουσιν ὀνομαζόμενοι , ταῦτα καὶ ἡμᾶς αὐτοὺς καλεῖν , ὡς ἄλλο
καὶ παρὰ γνώμην ἐξενεχθεῖεν . Ταὐτὸν δὲ καὶ οἱ θρᾷκες ὀνομαζόμενοι καὶ οἱ δυτῖνοι ποιοῦσιν ὄρνεις ἐπὶ τὴν γῆν μόνον
6845751 πληθουσι
τε [ ἄνδρες ] . Νυμφίε , σεῖο γάμοι χαρίτων πλήθουσι χορείης , σωφροσύνης μετὰ κάλλους ? ἀεὶ μεθέπουσιν ἀρωγήν
φησὶ χώραν Ἑλλάδα . λέγει δὲ τὰς Ἀθήνας . . πλήθουσι νεκρῶν : αἱ ἀκταὶ καὶ οἱ αἰγιαλοὶ τῆς Σαλαμῖνος

Back