καὶ Σκορπίῳ καὶ Τοξότῃ ἱεροῖς τόποις καὶ κοινοῖς καὶ χώραις ἑλώδεσιν . τὰς δὲ ἐν τῷ αὐτῷ μηνὶ τῆς Σελήνης | ||
καὶ Σκορπίῳ καὶ Τοξότῃ ἱεροῖς τόποις καὶ κοινοῖς καὶ χώραις ἑλώδεσιν . τὰς δὲ ἐν τῷ αὐτῷ μηνὶ τῆς Σελήνης |
νόμου φανερῶς τὸν ἐκλαλήσαντά τι κατὰ τῶν μυστηρίων κολάζοντος . ΠΗΛΙΚΟΤΗΣ . Ἐντεῦθεν τῷ πηλίκῳ : κατασκευάσεις δὲ , ὡς | ||
χοὰς ὤφθης ποιῶν , ὑπεύθυνος ἄρα τυγχάνεις τῷ νόμῳ . ΠΗΛΙΚΟΤΗΣ : ἦ δεινὸν τοῦτο καὶ χαλεπὸν τὸ ἀλλοτρίοις τάφοις |
τὴν μαλακότητα τῶν ἐρίων . διειλημμένη δὲ πεδίοις ἀξιολόγοις καὶ γεωλόφοις , πόλιν ἔχει τὴν ὀνομαζομένην Ἔρεσον , ἄποικον Καρχηδονίων | ||
λευκήν , οἰνώδη , μῆκος δακτύλων τεσσάρων . φύεται ἐν γεωλόφοις . Ὀρίγανος Ἡρακλεωτική φύλλον ἔχει ἐμφερὲς ὑσσώπῳ , σκιάδειον |
Γάζαν μέρη καὶ τὴν Ἀζωτίων χώραν . Περιέχεται δὲ ἀσφαλείαις αὐτοφυέσι , δυσείσβολος οὖσα καὶ πλήθεσιν ἀπραγμάτευτος , διὰ τὸ | ||
, ἀγοραῖς , θεάτροις , περιβόλοις , λιμέσι , κάλλεσιν αὐτοφυέσι καὶ χειροποιήτοις ἁμιλλωμένοις . ἀργὸν δὲ οὐδέν ἐστι θεάματος |
, λευκότερα τῶν τοῦ πρασίου . φύεται ἐν ὀρεινοῖς καὶ τραχέσι χωρίοις . Στοιχὰς γεννᾶται μὲν ἐν ταῖς κατὰ Γαλατίαν | ||
κράσει καὶ παραθέσει συγκρύψαι τὴν παρακολουθοῦσαν αὐτῶν τισιν ἀτοπίαν , τραχέσι λεῖα μίσγοντα καὶ σκληροῖς μαλακὰ καὶ κακοφώνοις εὔφωνα καὶ |
ὁμόρους , τετάρτοις δὲ τοῖς περὶ τῶν ἰδιωτικῶν ἥκουσι , πέμπτοις δὲ τοῖς ἀντιλέγουσι περὶ τῆς καθόδου τῶν φυγάδων . | ||
πλεονάζειν δὲ τὰς ὑπὸ τὸν διὰ Θούλης τοῖς τέσσαρσιν ἑαυτῶν πέμπτοις , ὅσοις καὶ ὁ διὰ Ῥόδου πλεονάζει τοῦ διὰ |
σοφιστὰς τῶν Ἰνδῶν . . . , : πολλοῖς συμβαλὼν γυμνοσοφισταῖς ἐν Ἰνδοῖς καὶ ἱερεῦσιν ἐν Αἰγύπτωι καὶ ἀστρολόγοις καὶ | ||
ἐπῆλθεν ὁ Λυκοῦργος , καὶ περὶ τὴν Ἰνδικὴν πλανηθεὶς τοῖς γυμνοσοφισταῖς ὡμίλησεν , οὐδένα πλὴν Ἀριστοκράτη τὸν Ἱππάρχου Σπαρτιάτην εἰρηκότα |
Ἠιόνι τῇ πρὸς Ἀμφιπόλει πόλεμον , τριακοσίοις δ ' ἱππεῦσι πενέσταις ἰδίοις βοηθήσαντι , οὐκ ἐψηφίσαντο , αὐτὸν ἄν τις | ||
, ἔνθα τὸ δημόσιον ἀργύριον ἀπέκειτο καὶ ὁ φόρος . πενέσταις ] πενέσται παρὰ Θετταλοῖς καλοῦνται , ὅπερ παρὰ Λακεδαιμονίοις |
δὲ ἄρκτων ἀγνώστῳ γῇ . Τῶν δὲ ὀνομαζομένων ἐν τῇ Σαρματίᾳ πόλεων ἡ μὲν Ἑρμώνασσα τὴν μεγίστην ἡμέραν ἔχει ὡρῶν | ||
ἀγνώστῳ γῇ παρακειμένῃ ταῖς ἀρκτικωτάταις χώραις τῆς Μεγάλης Ἀσίας , Σαρματίᾳ καὶ Σκυθίᾳ , καὶ Σηρικῇ . Τῶν δὲ περιλαμβανομένων |
, σιγὴ , μὴ εἰπεῖν ἃ βούλεται . ηʹ . Λόγοις οὓς λέγει ἢ μεγάλοι ἢ πολλοὶ ἀτρεκέες , ἢ | ||
δόκει πονηρὸς ὤν . Λόγος τις εὐχάριστος ἀπόδοσις καλή . Λόγοις ἀμείβου τὸν λόγοις πείθοντά σε . Λάμβανε πρόνοιαν τοῦ |
. Σπασίνου χάραξ , πόλις ἐν τῇ μέσῃ τοῦ Τίγρητος Μεσήνῃ . ἡ δὲ τοῦ Σπασίνου εὐθεῖα Σπασίνης ἐστί . | ||
τὸ σοφιστεύειν ὥρμησε μειράκια σχολαστικὰ θηρεύων . καὶ σοφιστεύσας ἐν Μεσήνῃ καὶ Λαρίσῃ τῇ Θεσσαλικῇ καὶ πολλὰ ἐργασάμενος χρήματα , |
οἱ τῶν ἄλλων θεῶν τοῦ βασιλέως ἀνοίγοντός τε καὶ τιμῶντος ἀναθήμασι καὶ αὐτοῦ τε θύοντος καὶ τοὺς ἄλλους παρακαλοῦντος . | ||
καὶ τῆς χελώνης καὶ τοῦ ἀρνοῦ ἐν Λυδοῖς ἐπαλαμᾶτο . ἀναθήμασι σοβαροῖς ἐκόσμησε τὸν νεών . ὑπὲρ τῶν μελλόντων ἀτρέπτως |
. ταύτην λέγεται τὰς τῶν ἀνθρώπων θήρας φυλαττομένην ἐν σκοπέλοις παραθαλαττίοις νεοττοποιεῖσθαι . καὶ δήποτε τίκτειν μέλλουσα παρεγένετο εἴς τι | ||
ἑψόμενα ἐσθίεται . Ἀρτεμισία φύεται μὲν ὡς τὸ πολὺ ἐν παραθαλαττίοις τόποις : πόα θαμνοειδής , παρόμοιος ἀψινθίῳ , μείζων |
τὸ καὶ χάριν αἰτεῖν ἤδη . ἔστι δὲ ἡ χάρις Μαρκελλῖνον καὶ Κάρτιον τῆς σῆς ἀπολαύειν εὐνοίας χρηστούς τε ὄντας | ||
μάντις γεγένημαι . Τοῖς παρ ' ἐμοῦ πρὸς τὸν ἄριστον Μαρκελλῖνον γράμμασι πρόσθες τι παρὰ σαυτοῦ καὶ ποίησον ἡμῖν ἰσχυρὰν |
. Εὐγενὴς ἵππος σκύβαλον ἑτέρου ἵππου οὐκ ἂν προσενέγκοιτο . Γῦπες ὄρεσιν οὐκ ἐπινοσσοποιήσονται , ὀρθίοις κλαδίοισι * βλέποντες . | ||
Λεοντίνου Γοργίου γελᾶται γράφοντος Ξέρξης ὁ τῶν Περσῶν Ζεὺς καὶ Γῦπες ἔμψυχοι τάφοι . . . . , [ , |
καὶ τοὺς ἐκείνων πρὸς τοὺς τούτων . . ἄγκεσι ] συνδένδροις καὶ ὑλώδεσι τόποις . . μυχοῖς ] καταδύσεις . | ||
τὰ πτηνὰ ἀπὸ τοῦ κνώσσειν ἐν τοῖς δάλοις καὶ τοῖς συνδένδροις τόποις : κνώδαλα τὰ θαλάσσια παρὰ τὸ κινεῖσθαι διὰ |
' εἰς δεσμοὺς τὰ τῶν ὑποχρέων ἀπῆγον σώματα καὶ ὥσπερ ἀργυρωνήτοις αὐτοῖς ἐχρῶντο . ταῦτα δὴ μαθὼν ἔπεμψεν ὁ Ταρκύνιος | ||
τε ἄρχεσθαι καὶ ἑαυτοῖς ἄρχειν . ὅτι πρῶτοι Ἑλλήνων Χῖοι ἀργυρωνήτοις ἐχρήσαντο δούλοις μετὰ Θετταλοὺς καὶ Λακεδαιμονίους , ὥς φησι |
καὶ τὴν ἀρτηρίαν χαράττοντα . Χαμαίδρωψ φύεται ἐν τραχέσι καὶ πετρώδεσι χωρίοις . θαμνίσκος περὶ σπιθαμήν , φύλλα ἔχων μικρά | ||
Θεόφραστος δὲ λέγει τὸ ἱπποσέλινον , ὃ καὶ ἐν τοῖς πετρώδεσι τόποις γίνεσθαί φησιν . ὠνόμασται δὲ διὰ τὸ μέγα |
Ῥοδίων χρησμός : ἐπὶ τῶν περιεργότερον πυνθανομένων . Ῥόδον ἀνεμώνῃ συγκρίνεις : ἐπὶ τῶν τὰ ἀνόμοια συμβαλλόντων . Σαμιακὴ λαύρα | ||
ὁ δὲ ὀργισθεὶς ἀπεφήνατο , μηδὲ ἑτέραν . Ῥόδον ἀνεμώνῃ συγκρίνεις : ἐπὶ τῶν ἀνόμοια συμβαλλόντων καὶ συγκρινόντων . Ῥόδα |
, Ὑακίνθια , Ὀσχοφόρια πλὴν τοῦ Αἰάκεια , Κυδωνίδεια , Ἀντιγόνεια , Δημήτρεια , Διόμεια , Διϊπόλεια , Ἡράκλεια , | ||
Κασάνδρεια δ ' ὠνομασμένη . Ἐν τῇ μεσογείῳ δ ' Ἀντιγόνεια λεγομένη : Ὄλυνθος ὕστερον δὲ γενομένη πόλις , ἣν |
οὗτος δέ φησιν ὡς ἐνιαχοῦ καὶ πόλεσιν ὅλαις ἐψηφίζοντο τὴν ἰσοτέλειαν Ἀθηναῖοι , ὥσπερ Ὀλυνθίοις τε καὶ Θηβαίοις . ἔστι | ||
σπονδάς , ὁμολογίας , φιλίας , συμ - μαχίαν , ἰσοτέλειαν , ἰσοπολιτείαν : τὸ γὰρ ὁμαιχμίαν μοχθηρόν , ὁρκίσαι |
εἶτα ἱερέων τε καὶ ἱερειῶν εὐχὰς ποιησομένων ἐπὶ τοῖς πρώτοις θύμασι καὶ δευτέροις καὶ μέχρι τριῶν , τὸν πριάμενον ἢ | ||
ἐπειδὴ αὐτοῖς ἐν Θήβαις ἡ Τύχη προσεμειδίασε , πανδήμοις εὐφραίνοντο θύμασι καὶ μεστὸν ἦν τὸ ἄστυ διηγημάτων εὐφήμων : ἡδὺ |
ἀμφιλαφέσι , παραδείσοις ποικίλοις , ὕδασιν ἀπείροις , τοῖς μὲν πηγαίοις , τοῖς δὲ ποταμίοις , οἷς αἱ λόχμαι τοῦ | ||
ἐστι φύσει . ὥστε διὰ ταῦτα δεῖ χρῆσθαί σε τοῖς πηγαίοις καὶ τούτοις διυλισμένοις καὶ πλείω τούτων μεταλαμβάνειν ἢ οἴνου |
σέλας πέμπουσιν ὀπωπαῖς ὀξύτατον : καί πού τιν ' ὑποπτήσσοντα χαράδραις καί τιν ' ὑπὸ ψαμάθοις εἰλυμένον ἔδρακον ἰχθύν . | ||
κλειτῆς πολυαρκέος ἄγρης , ἄρμενα καὶ θήρεσσι καὶ ἔθνεσιν ἠδὲ χαράδραις , μυρία : τίς κεν ἅπαντα μιῇ φρενὶ χωρήσειεν |
ἄκρα ἑλισσέσθω σχοίνοις κανναβίνοις καὶ ἀνασφηνούσθω τὰ ξύλα ὑπὸ τοῖς σχοίνοις σφησὶ λελειωμένοις , ἵνα μὴ κόπτῃ τὰ σχοινία ἡ | ||
λόγοι . δονάκεσσι : καλάμοις . λίνοισι : δικτύοις καὶ σχοίνοις . κάρτος : τὴν ἰσχὺν , ἰωνικῶς . Οὐ |
[ ὁ Διόνυσος ] . ” ἐκαλεῖτο δὲ παρὰ μὲν Σικυωνίοις Ἀκρωρείτης , παρὰ δὲ Μεταποντίνοις Ἐρίφιος ” Ἀπολλόδωρός φησιν | ||
ὄρθιον ἑτέραν ἐπορεύοντο : τοῖς δὲ Βοιωτοῖς καὶ Μεγαρεῦσι καὶ Σικυωνίοις εἴρητο τὴν ἐπὶ Νεμέας ὁδὸν καταβαίνειν , ᾗ οἱ |
δὲ τούτου τὴν αἰτίαν αὐτός : μὴ γὰρ κατομβρεῖσθαι τοῖς ἀρκτικοῖς μέρεσι , καθάπερ οὐδὲ τὴν Αἰθιοπίαν φασί : διὸ | ||
δὲ λέγειν τὰ παρὰ τοὺς ἡλίους : ταῦτα δὲ πάντες ἀρκτικοῖς καὶ μεσημβρινοῖς κλίμασιν ἀφορίζουσι : καὶ μὴν ἀνατολικά τε |
δισώμῳ δὲ ἢ πολυμόρφῳ πάλιν ἢ καὶ πλείοσιν ἑῴοις συσχηματισθεὶς πολυγάμους . Κρόνου μὲν οὖν ὡσαύτως τῷ μὲν ἡλίῳ συσχηματισθέντος | ||
ἢ καὶ πλείοσιν ἐν τῷ αὐτῷ ζῳδίῳ τὴν συναφὴν ἐπέχουσα πολυγάμους . κἂν μὲν οἱ τὰς συναφὰς ἐπέχοντες τῶν ἀστέρων |
. ἔστι καὶ Μαιναλία πόλις Γαλατίας . Μαινόβωρα , πόλις Μαστιηνῶν . Ἑκαταῖος Εὐρώπῃ . τὸ ἐθνικὸν Μαινοβωραῖος . Μαιονία | ||
εἴρηται δὲ ἀπὸ Μαστίας πόλεως . . Μαινοβώρα : πόλις Μαστιηνῶν . Ἑκαταῖος Εὐρώπηι . τὸ ἐθνικὸν Μαινοβωραῖος . . |
νῦν καλεομένην Τυρσηνίην ἔκτισαν . Μυρσίλος δὲ τὰ ἔμπαλιν ἀποφαινόμενος Ἑλλανίκωι τοὺς Τυρρηνούς φησιν , ἐπειδὴ τὴν ἑαυτῶν ἐξέλιπον , | ||
καὶ τοῖς τραγικοῖς ποιηταῖς ἢ Κτησίαι τε καὶ Ἡροδότωι καὶ Ἑλλανίκωι καὶ ἄλλοις τοιούτοις . . . . , : |
τοὺς πάλαι προφήτας τὴν μέσην τῆς ὀροφῆς περιτρέχοντας χώραν . Τήνδε σοι γράφω τοῦ τεμένους εἰκόνα χρώμασι μουσικοῖς , καὶ | ||
ἐμοὶ δοκεῖ , καὶ ἑτέραν ἀπόδειξιν . Τίνα ταύτην ; Τήνδε . τριῶν ὄντων τριτταὶ καὶ ἡδοναί μοι φαίνονται , |
δὲ ἱστὸς ἦν αὐτῆς ἑβδομήκοντα πηχῶν , βύσσινον ἔχων ἱστίον ἁλουργεῖ παρασείῳ κεκοσμημένον . πᾶς δ ' ὁ τοῦ βασιλέως | ||
ἱστὸς ἦν αὐτῆς ἑβδομήκοντα πηχῶν , βύσσινον ἔχων ἱστίον , ἁλουργεῖ παρασείρῳ κεκοσμημένον . : Θαυμασάντων δὲ τῶν δαιτυμόνων τήν |
μὲν τῷ ποδὶ προσβαίνοντες , ἀναλωθέντων δὲ τῶν οἰστῶν σκυτάλαις ξυλίναις διαγωνίζονται . καθοπλίζουσι δὲ καὶ τὰς γυναῖκας , ὁρίζοντες | ||
καὶ φασὶν , ὅτι ζηλοτυποῦσαι αἱ Θετταλαὶ γυναῖκες ἐφόνευσαν αὐτὴν ξυλίναις χελώναις τύπτουσαι ἐν τῷ ἱερῷ τῆς Ἀφροδίτης , πανηγύρεως |
Διόνυσον : ὃς ἀκμάσας εἰς τιμὴν τῆς μητρὸς τὸν λόφον Ἄργιλλον μετωνόμασε : στρατολογήσας δὲ Πᾶνας καὶ Σατύρους , ἰδίοις | ||
Ἄργην νύμφην ἁρπάσας , ἀπήνεγκεν εἰς ὄρος τῆς Αἰγύπτου , Ἄργιλλον καλούμενον : καὶ ἐγέννησεν ἐξ αὐτῆς υἱὸν , καλούμενον |
ἀκούοντας . ποιφύγμασι ] φυσήμασι . ποιφύγμασι ] στεναγμοῖς . ποιφύγμασι ] ἐν φοβήμασιν . ποιφύγμασι ] θρήνοις , βοαῖς | ||
. ποιφύγμασι ] στεναγμοῖς . ποιφύγμασι ] ἐν φοβήμασιν . ποιφύγμασι ] θρήνοις , βοαῖς . θ ποιφύγμασι ] θορύβοις |
[ κδʹ . Πρὸς τὰς ἐκ τοκετοῦ χλωράς . ] Πάνακος ῥίζας τρίψας ἐν οἴνῳ γλυκεῖ δίδου πιεῖν νηστικῇ . | ||
νίτρου λεάνας , δίδου πίνειν μεθ ' ὕδατος θαρρῶν . Πάνακος ῥίζης , κυμίνου , ἀνὰ δραχμὰς δύο , νίτρου |
Πολυνείκης . ἐπακτὸν ] ξένον . ἐπακτὸν ] ἀλλότριον , ὑποβολιμαῖον . ἐπακτὸν ] ἀλλότριον . ἐμβαλὼν ] ἐπαγαγών . | ||
μοι εἰπέ , σὺ ἐκεῖνος εἶ Ἀλέξανδρος , ὃν λέγουσιν ὑποβολιμαῖον ; καὶ ὃς ἀκούσας ἠρυθρίασε μὲν καὶ ὠργίσθη , |
διαφέρουσαν τὴν συνδρομὴν ἔχειν δοκοῦσιν . ἀλλ ' εἰδὼς ὁ Λογικὸς , φέρε , ὅτι πλῆθος αἵματος τὸ αἴτιον , | ||
δυνάμεσιν , ἄλλα δὲ τοῖς πάσχουσιν αὐτοῖς . ταῦτα ὁ Λογικὸς διακρίνει πάντα , καὶ οἶδεν , ἐφ ' οἷς |
ἐν ὀστρακίνῳ ἀγγείῳ . Γεράνιον : τὸ μὲν φύλλον ὅμοιον ἀνεμώνῃ , ἐσχισμένον , μακρότερον δέ : ῥίζαν ἔχει στρογγύλην | ||
ἀντὶ ἀλφίτων : ἐπὶ τοῦ προϊεμένου φωνὰς μόνας . Ῥόδον ἀνεμώνῃ συγκρίνεις : ἐπὶ τῶν τὰ ἀνόμοια συμβαλλόντων . Ῥόδον |
, ὁ δὲ οἰκειότατος ; καὶ ὁ μὲν ἐν πανηγύρει φοβερώτατος , ὁ δὲ εἰρηναιότατος ; Δοκοῦσι δέ μοι μηδὲ | ||
εὐθυμίας ἅμα καὶ δέους ἐμπίπλαται . φιλανθρωπότατος γὰρ θεῶν καὶ φοβερώτατος αὐτὸς , τὸν λυσιτελῆ φόβον ἀνθρώποις ἔχων , ὅπως |
καὶ παρὰ λίμναις , ἔχον φύλλα παραπλήσια τῷ προειρημένῳ , στρογγυλώτερα δέ , καρπὸν στρογγύλον , ἀποκρεμάμενον ὡς ἀκροχορδόνας . | ||
: φέρειν δὲ σῦκα ἐρυθρὰ ἡλίκα ἐλαία τὸ μέγεθος , στρογγυλώτερα δέ , εἶναι δὲ τὴν γεῦσιν μεσπιλώδη . περὶ |
ὧνπερ καὶ ἡ σκληρότης . Ἐν δὲ τοῖς ἑλώδεσι καὶ ἐφύδροις ἀχρεῖα τὸ ὅλον : οὐ γὰρ ἐνδιδοῖ βρεχόμενα δι | ||
τὸ τοῦ λίνου σπέρμα . φύεται δὲ καὶ ἐπὶ τοῖς ἐφύδροις καὶ ἐν τοῖς ξηροῖς , ὥσπερ ὁ βάτος . |
φθορὰν αὐτῷ τῷ δυνάστῃ καὶ νόσον χαλεπήν , Κύπρον δὲ ἀκρίδα πολλὴν λυμανεῖσθαι προμηνύει , ἐν δὲ τῇ τρίτῃ τριώρῳ | ||
λεπτὴ καὶ μέλαινα , λέγει ὅτι μάντις καλαμαία . τὴν ἀκρίδα οὖν φησι καλαμαίαν , [ ἢ ] ὅτι ἐν |
πλουσίοις δὲ κακὸν λόγῳ τῷδε . ἐοίκασιν οἱ πένητες χωρίοις λιτοῖς καὶ ἀσήμοις , εἰς ἃ κόπρια ῥίπτεται ἢ ἄλλο | ||
νέου . ἐζηλώσαμεν τὴν αὐτάρκειαν οὐχ ὅπως τοῖς εὐτελέσι καὶ λιτοῖς πάντως χρώμεθα , ἀλλ ' ὅπως θαρρῶμεν πρὸς αὐτά |
διαρρήξαντες μὲν πρῶτον ἁπάσας τὰς ῥαφάς , μετὰ δὲ ταῦτα παμπόλλοις τοῖς διακρατοῦσιν ὅλον τὸ σῶμα χρησάμενοι πρὸς τὸ μετεωρίσαι | ||
ἀστραγάλοις τοιούτοις . Πλάτων Λύσιδι : „ η ἀρτιάζων ἀστραγάλοις παμπόλλοις ἐκ φορμίσκων τινῶν προορώμενοι . „ Ἀρύτεσθαι σὺν τῷ |
ὃς εἰς Κυταίαν τὴν Λιβυστίνην μολών ” . [ οἱ Λιβυστῖνοι γὰρ ἔθνος παρακείμενον Κόλχοις . ] λέγεται καὶ Κυταιίς | ||
Ἀστεροδείης τῆς Ὠκεανοῦ καὶ Τηθύος θυγατρός . . . : Λιβυστῖνοι , ἔθνος παρακείμενον Κόλχοις , ὡς Διόφαντος ἐν Πολιτικοῖς |
ἐρυθρὸν καὶ λευκόν . Εἶναι δέ τινα λόγον πρὸς τὸν καττίτερον : συμβάλλεσθαι δ ' οὐ μεγέθους χάριν ἀλλὰ τῆς | ||
ἐπ ' αὐτοῖς . ὁπότε δὲ ἐκ τούτων ἀρξάμενον ἐτόλμησε καττίτερον εἰπεῖν καὶ κάττυμα καὶ πίτταν , εἶτα ἀπερυθριᾶσαν καὶ |
ἀναγορεῦσαι τὸν στέφανον ἐν τῷ θεάτρῳ , Διονυσίοις , τραγῳδοῖς καινοῖς , τῆς δὲ ἀναγορεύσεως τοῦ στεφάνου ἐπιμεληθῆναι τὴν πρυτανεύουσαν | ||
ᾗ Ξενοκράτης καθ ' ἕκαστον ἔτος εἰς ἄστυ κατῄει Διονυσίων καινοῖς τραγῳδοῖς ἐπικοσμῶν , ὡς ἔφασαν , τὴν ἑορτήν . |
ἐν ἀκρωρείαις ὄρους Ἀμυκλαίου , ὅπερ ἀπ ' αὐτῆς Ταΰγετον προσωνομάσθη . Γεννᾶται δ ' ἐν αὐτῷ βοτάνη , καλουμένη | ||
νεανίσκος καὶ πολλῶν διαφέρων κάλλει τε καὶ ῥώμῃ αὖθις Ἀλέξανδρος προσωνομάσθη , λῃστὰς ἀμυνόμενος καὶ τοῖς ποιμνίοις ἀλεξήσας . καὶ |
Οὐδ ' ὁπωστιοῦν , ἔφη . Ἀλλὰ [ καὶ ] διειλημμένην γε οἶμαι ὑπὸ τοῦ σωματοειδοῦς , ὃ αὐτῇ ἡ | ||
δὲ τὴν πομπὴν πέμπουσιν ἕπονται τελείαν ἐξ ἀγέλης βοῦν ἄγοντες διειλημμένην δεσμοῖς τε καὶ ὑβρίζουσαν ἔτι ὑπὸ ἀγριότητος . ἐλάσαντες |
μέσον ὁρῶσά σε κείμενον . ἐν οἷς γὰρ ἀνθεῖν ἐδόκεις πολιτεύμασι καὶ πολὺς ἔπνεις ἐναντιούμενος ὑπὲρ τῆς ἀριστοκρατίας τοῖς δημοτικοῖς | ||
πολλάκις , τηρήσας δὲ τὴν τῶν προγόνων γνώμην ἐν τοῖς πολιτεύμασι , καὶ πολεμήσας μὲν Φιλίππῳ τοῖς λόγοις , οὐκ |
, μὴ τοῖς δράμασι μόνον ἀλλὰ καὶ τῇ τοῦ βίου συμπάσῃ τραγῳδίᾳ καὶ κωμῳδίᾳ , λύπας ἡδοναῖς ἅμα κεράννυσθαι , | ||
τῇ πόλει , τάχα δὲ καὶ ἐν τῇ Ῥωμαίων πολιτείᾳ συμπάσῃ . καὶ γὰρ ἦν τῶν Ῥωμαϊκῶν πατέρων εἷς καὶ |
λείπει τὰ κρέα . Γ θυμέ ] ψυχή . Γ βωμολόχον ] πανοῦργον , λῃστρικόν . Γ ἔξευρέ τι ] | ||
Φιλόχορος β Ἀτθίδος οὐ γὰρ , ὥσπερ ἔνιοι λέγουσιν , βωμολόχον τινὰ καὶ κόβαλον γίνεσθαι νομιστέον τὸν Διόνυσον . . |
Ἀντιφάνης φησίν . ὅτι Ξενοκράτης ὁ Χαλκηδόνιος καὶ Σπεύσιππος ὁ Ἀκαδημαικὸς καὶ Ἀριστοτέλης βασιλικοὺς νόμους ἔγραψε . ἀλλὰ μὴν καὶ | ||
ξηρὰ σιτούμενος καὶ μὴ πίνων . Πολέμων δ ' ὁ Ἀκαδημαικὸς ἀρξάμενος ἀπὸ τριάκοντα ἐτῶν ὑδροπότησε μέχρι θανάτου , ὡς |
. Φυγαδεῦσαι καὶ φυγαδευθῆναι : ἐπισκέψεως πολλῆς δεῖται , εἰ ἐγκριτέον τοὔνομα τοῖς δοκίμοις . εἰ τοίνυν εὕροις , βεβαιώσεις | ||
δ ' ὅλος ὁ θάμνος σὺν τῇ ῥίζῃ ἀγάσυλλος : ἐγκριτέον δὲ τὸ εὔχρουν καὶ ἄξυλον , λιβανίζον τοῖς χόνδροις |
Μητρὸς δέ ἐστιν ἱερόν , καὶ ἄγαλμα Μητρὸς πεποίηται . Θεμισώνιον δὲ τὸ ὑπὲρ Λαοδικείας Φρύγες μὲν καὶ τοῦτο οἰκοῦσιν | ||
παιδός , ὃν λύκοι διεχρήσαντο . ὁ πολίτης Θεμισσεύς . Θεμισώνιον , χωρίον Φρυγίας . Ἀρτεμίδωρος ἐν ἐπιτομῇ . τὸ |
καὶ καθ ' ἑκάτερον μέρος τῆς ἐκβολῆς ζεύγμασι καὶ φυλακαῖς εὐκαίροις διειλημμένη . ἀπὸ δὲ τοῦ Πηλουσιακοῦ στόματος διῶρύξ ἐστι | ||
τὴν μὲν προσηγορίαν ἔχουσα Γαῦλος , πελαγία δὲ καὶ λιμέσιν εὐκαίροις κεκοσμη - μένη , Φοινίκων ἄποικος . ἑξῆς δ |
Ἀμφεύς . καὶ ὁ τύπος γὰρ Ἀρκάς , ὡς τὸ Ἡραιεύς . Ἀμφιγένεια , πόλις Μεσσηνιακή . Στράβων ὀγδόῃ . | ||
. κεῖται δὲ κατὰ Μεσσήνην πρὸς Πελοπόννησον . τὸ ἐθνικὸν Ἡραιεύς . λέγεται καὶ χωρὶς τοῦ ι ὡς Νικαεύς . |
] μερίζει , ἀποκληροῖ . ἐπινωμᾷ ] μερίζει . Ξ ἐπινωμᾷ ] διαμερίζει . ἐπινωμᾷ ] ἐπιμερίζει . θ ἐπινωμᾷ | ||
δ ' ἔρις ἅδ ' ὀτρύνει . ξένος δὲ κλήρους ἐπινωμᾷ Χάλυβος Σκυθῶν ἄποικος , κτεάνων χρηματοδαίτας πικρός , ὠμόφρων |
, οὐδὲ Πομπήιος Μιθριδάτῃ , οὐδὲ Καῖσαρ Γαλάταις οὐδὲ ἱππάρχων Σαυρομάταις . ἀναστῆσαι δὲ τούτους ἐπτηχότας καὶ ἀνεγεῖραι αὐτῶν τὰ | ||
, ὡς ἱστορεῖ Ἰσίγονος . Ἡρακλείδης ὁ Ποντικὸς λίμνην ἐν Σαυρομάταις φησὶν εἶναι , περὶ ἣν τὰ πετασθέντα τῶν ὀρνέων |
εὖρον , ὃς ἔσχατα φυκία κινεῖ , ἁλκυόνες , γλαυκαῖς Νηρηίσι ταί τε μάλιστα ὀρνίχων ἐφίληθεν , ὅσοις τέ περ | ||
τε πάτριοι ἢ μαντευτοὶ αὐτῷ καὶ Ποσειδῶνι καὶ Ἀμφιτρίτῃ καὶ Νηρηίσι καὶ αὐτῷ τῷ Ὠκεανῷ , καὶ τῷ Ὑδάσπῃ ποταμῷ |
συνίστατο , ἐδήλωσεν εἰρηκὼς , τέλη καὶ ἅρματα δηλαδὴ , ἐξορμῶσι τῶν Σάρδεων τέθριππα καὶ ἑξάϊππα . ἐκ τούτου δὲ | ||
ὁ . ἡγεμόνες , ἐπόπται , ἐπιτηρηταὶ . ἐπόπται . ἐξορμῶσι δηλονότι . ἀπὸ κοινοῦ . Σάρδεις ] αἱ . |
κύριος τοῦ ὑψώματος Ἑρμῆς Τοξότῃ εὑρέθη μεσουρανῶν τῷ κλήρῳ καὶ ὕψωσε τὴν γένεσιν περὶ τὸν βίον . ὁμοίως δὲ καὶ | ||
, τουτέστιν ὑψηλότατον , ὥρμησεν , ἀντὶ τοῦ ἀνεβίβασεν , ὕψωσε κλέος . ὀλίγοι δέ τινες , ἀντὶ τοῦ οὐδέ |
. καὶ στήλη δέ , φησίν , ἕστηκεν ἐν τῇ Κοίλῃ , Θουκυδίδης Ὀλόρου Ἁλιμούσιος ἔχουσα ἐπίγραμμα . τινὲς δὲ | ||
, ἀπὸ δὲ τῆς τρίτης ὥρας ἕως ἑβδόμης ἐκλείπουσαν τῇ Κοίλῃ Συρίᾳ καὶ Φοινίκῃ καὶ Λιβύῃ καὶ Αἰγύπτῳ ἄνεσιν ποιῆσαι |
ἦν , εἶχον δὲ ἀδυνάτως κινεῖσθαι , ὥστε καὶ τὰς ἀναστάσεις ὤκνουν : ὁ δ ' ἐπιτάττει . βέλτιον δ | ||
Πέρσαις πολέμους πυργοδαΐκτους διέπειν ἱππιοχάρμας τε κλόνους πόλεών τ ' ἀναστάσεις . ἔμαθον δ ' εὐρυπόροιο θαλάσσας πολιαινομένας πνεύματι λάβρῳ |
εἶναι τὸν φιλοσοφοῦντα καὶ μηδὲν ὑπὲρ τὴν πήραν φρονεῖν . Ἐπαινῶ ταῦτά σου , ὦ Θρασύκλεις : πρὸ δ ' | ||
, καὶ κύμινον ὁμοίως : μιγνύσθω δὲ καὶ ἔλαιον . Ἐπαινῶ μὲν τὴν ψυχρολουσίαν , οὔ φημι δὲ συμφέρειν αὐτὴν |
σχολῆς φράζουσιν , οὓς ἂν βούλωνται ὁμοίους αὑτοῖς ποιῆσαι . Ποίοις μαθηταῖς , ὦ δαιμόνιε ; οὐδὲ γίγνεται τῶν τοιούτων | ||
. Ταῦτ ' ἐγὼ μαρτύρομαι καὶ τοῖς θεοῖσιν ἐπιτρέπω . Ποίοις θεοῖς ; Τὸ δὲ προσδοκῆσαί ς ' οὐκ ἀνόητον |
ἀφ ' οὗ καὶ ἡ δαίμων . [ ἄλλοι δὲ Μελισσέως μὲν τοῦ Κρητὸς , ἀδελφὴν Κυνοσούρας , Διὸς τροφόν | ||
. καὶ τοῦτον μὲν δίδωσι τρέφεσθαι Κούρησί τε καὶ ταῖς Μελισσέως παισὶ νύμφαις , Ἀδραστείᾳ τε καὶ Ἴδῃ . αὗται |
ἔξωρον . πλήν γε εἰσὶν οἵ φασιν αὐτὸν καὶ ἑτέρας συγγεγραφέναι πραγματείας , ὧν ἡμεῖς οὐδὲν οὐδέπω ἴσμεν . Ἐπιτομὴν | ||
πρότερον συγγραψάντων περὶ διαίτης ἀνθρωπίνης τῆς πρὸς ὑγίειαν ὀρθῶς ἐγνωκὼς συγγεγραφέναι πάντα διὰ παντὸς . . . ἱκανῶς ἂν εἶχέ |
τούτου μονόλιθος ἦν ὀροφή , φάτναις διαγεγλυμμένη καὶ γραφαῖς διαφόροις πεποικιλμένη . εἶχε δὲ τῆς πατρίδος τῆς ἑκάστου τῶν βασιλέων | ||
ποικίλον πᾶσιν ἄνθεσι πεποικιλμένον , οὕτω καὶ αὕτη πᾶσιν ἤθεσιν πεποικιλμένη καλλίστη ἂν φαίνοιτο . καὶ ἴσως μέν , ἦν |
πως καὶ ἀμελέστερον χρῆσθαι , ὥσπερ ὅταν μονώτατος λέγῃ καὶ γαλεάγρα καὶ ἐκκοκκύζειν καὶ ἐστηλοκόπηται καὶ ἐπήβολος καὶ ὅσα τοιαῦτα | ||
ἐπιπλέων μόρος , ὄρνεον ξύλινον , πελάγιος ἵππος , ἠνεωγμένη γαλεάγρα , ἄδηλος σωτηρία , προσδοκώμενος θάνατος , ἐγκύματος ὁδοιπόρος |
αὐτῷ καὶ σιτήσει καὶ ὅπλοις καὶ μηχαναῖς καὶ πᾶσιν ἄλλοις ἐπισκευάζει καλῶς : τάς τε ἄλλας πόλεις ἃς εἰλήφει , | ||
δὲ καὶ τάδε διαδικάζειν , εἴ τις τὴν ναῦν μὴ ἐπισκευάζει ἢ κατοικοδομεῖ τι δημόσιον : πρὸς δὲ τούτοις χορηγοῖς |
προσθήκης μέρει γεγένησθε , ἀγαπῶντες ἐὰν μεταδιδῶσι θεωρικῶν ὑμῖν ἢ Βοηδρόμια πέμψωσιν οὗτοι , καὶ τὸ πάντων ἀνδρειότατον , τῶν | ||
ἃς διείλοντο κατὰ φυλάς . ἢ βοΐδια ] γράφεται καὶ Βοηδρόμια . καὶ γάρ φασιν , ὅτε ἔπεμψε τὴν λείαν |
- ταις καὶ χοιρείοις ποσὶ καὶ ἀκροκωλίοις καὶ ὀρνιθίοις πιοτέροις ἐριφείοις τε κρέασι καὶ οἴνῳ γλυκεῖ . εἰ δὲ παχύτερον | ||
. τὰ δὲ δὴ δένδρη τἀν τοῖς ὄρεσιν χορδαῖς ὀπταῖς ἐριφείοις φυλλοροήσει , καὶ τευθιδίοις ἁπαλοῖσι κίχλαις τ ' ἀναβράστοις |
τε . πεπέδηται : δεδέσμηται . Γόμφοισιν : ἥλοις , καρφίοις : γόμφος κυρίως τὸ ξύλινον καρφίον παρὰ τὸ κόπτω | ||
καὶ ἔκπληξιν ἐμποιοῦντα τοῖς βλέπουσι . . γόμφοις ] ἐν καρφίοις . . ἥλοις . λαμπρὸν ] χρυσοειδές . ἔκκρουστον |
μηδὲ τῶν ἄλλων μηδενὶ τῶν τοιούτων ὀργάνων , ἑτέροις δὲ οἰκοδομήμασι παραβάλλων , ὁμοίως ἴσως κἂν εἴ τις ἢ νόμους | ||
καὶ ἀνελεύθερον καὶ ἄσχημον μήτε ἐν εἰκόσι ζῴων μήτε ἐν οἰκοδομήμασι μήτε ἐν ἄλλῳ μηδενὶ δημιουργουμένῳ ἐμποιεῖν , ἢ ὁ |
ἀντορχούμενον ὥσπερ ὁ νυκτικόραξ ἁλίσκεται . διὸ τοὺς χαύνους καὶ κενοδόξους ὤτους καλοῦσιν . . . , : Κατὰ δὲ | ||
ἰσχία . Ἀποτελεῖ δὲ εὔχροας , εὐακεῖς , εὐπαθεῖς , κενοδόξους , φιλοκαθαρίους , θρασυδείλους . καὶ ἐπὶ μὲν τοῦ |
. προσπεσόντες δὲ συντεταγμένοι μὲν ἀσυντάκτοις , ἕτοιμοι δ ' ἀπαρασκεύοις , τῆς τε παρεμβολῆς ἐκράτησαν καὶ τῶν στρατιωτῶν πολλοὺς | ||
πολεμεῖν . δεδογμένον δὲ αὐτοῖς εὐθὺς μὲν ἀδύνατα ἦν ἐπιχειρεῖν ἀπαρασκεύοις οὖσιν , ἐκπορίζεσθαι δὲ ἐδόκει ἑκάστοις ἃ πρόσφορα ἦν |
. λέγ ' ἄλλο τι . Σικελικὰ προσκεφάλαια πέντε . Φηγούς , κάρυα Καρύστια . Ἀμφιδρομίων ὄντων , ἐν οἷς | ||
μερίζοιτο . Ἐνηής : πρᾷος . Πολυκνήμοισι : πολυδένδροις . Φηγούς : κέδρους . κοτίνους : ἀγριελαίους . Ἐξετάνυσσεν : |
. ἀλλ ' Ἀθήνησιν , οὐ μόνον Ἀμφίπολιν καὶ τὴν Καρδιανῶν χώραν ἀπεστερηκότος Φιλίππου , ἀλλὰ καὶ κατασκευάζοντος ὑμῖν ἐπιτείχισμα | ||
, τὸν Κερσοβλέπτην αὐτόν ; οὐ νῦν τὴν πόλιν τὴν Καρδιανῶν ἔχει καὶ ὁμολογεῖ ; τί ποτ ' οὖν ἐκείνως |
τούτων ἀνελόμενος δημόσιον ἔργον εἴθ ' ἑκὼν εἴτε προσταχθὲν καλῶς ἐξεργάσηται , τὰς τιμάς , οἳ δὴ μισθοὶ πολεμικοῖς ἀνδράσιν | ||
θαλαττίας ἐπελάβετο , μὴ ἀφῶμεν αὐτὸν ἀπελθεῖν ἡμῖν , πρὶν ἐξεργάσηται σαφῶς τὴν γραφήν , εἰκάζων τὴν Ἐπικούρου φιλοσοφίαν βασιλικῇ |
ἔλθῃ καὶ ἄρῃ αὐτά ; ἀλλὰ σὺ πλακοῦντα δεικνύων ἀνθρώποις λίχνοις καὶ μόνος αὐτὸν καταπίνων οὐ θέλεις ἵνα αὐτὸν ἁρπάσωσι | ||
σφὰς Ἀγασσαίους ὀνόμηναν . τῶν ἤτοι μέγεθος μὲν ὁμοίϊον οὐτιδανοῖσι λίχνοις οἰκιδίοισι τραπεζήεσσι κύνεσσι , γυρόν , ἀσαρκότατον , λασιότριχον |
θεοῦ καὶ βασιλέως καὶ μαντικῆς καὶ χρηματιστικῆς , ἀδελφῶν δὲ γαμοστόλος καὶ γονέων περὶ σίνους καὶ πάθους καὶ κακωτικῆς αἰτίας | ||
, ἐπὶ θυγατρὶ ψο - γισθήσεται . ἐὰν δὲ ὁ γαμοστόλος γένηται πρὸς Κρόνον καὶ αὐτὸς κυριεύσῃ τοῦ δαίμονος ἢ |
κήρυκα . . ᾑρημένην : κεχειροτονημένην . . κατωνάκη : δουλικὸς καὶ ἀνελεύθερος χιτών . προχειριοῦμαι : Εὐτρεπίσω . κἀξετάσω | ||
περὶ ΔΑΜΟΦΙΛΟΥ λέγων τοῦ Σικελιώτου , δι ' ὃν ὁ δουλικὸς ἐκινήθη πόλεμος , ὅτι τρυφῆς ἦν οἰκεῖος , γράφει |
, καὶ Κορινθίοις πέντε καὶ δέκα , Ἀρκάσι δὲ καὶ Πελληνεῦσι καὶ Σικυωνίοις δέκα , Μεγαρεῦσι δὲ καὶ Τροιζηνίοις καὶ | ||
δὲ αἰσθόμενοι τὴν σπουδὴν τῶν Φλειασίων ἡμιλλῶντο ὅπως φθάσειαν τοῖς Πελληνεῦσι βοηθήσαντες . ἀφικόμενοι δὲ πρότεροι οἱ ἱππεῖς ἐμβάλλουσι τοῖς |
Σαλαμῖνι καὶ Πλαταιαῖς . ἀντὶ τοῦ προσβολαῖς . δυσθρήνητον . διακεκομμένοις . ἡμῖν τοῖς δηΐοις στυγνότητος αἴτιαι πάρεισιν εἰς μνήμην | ||
ἀντὶ τοῦ προσβολαῖς . δυσαιανῆ ] δυσθρήνητον . δαΐοις ] διακεκομμένοις . στυγναὶ δ ' Ἀθᾶναι ] ἡμῖν τοῖς δηΐοις |
κοιτάζεσθαί τε ἔνθα καὶ πρότερον ἐν τῷ αὐτῷ δωματίῳ . Νόμῳ τε μόνον ἀνὴρ ἦν , τὰ δ ' ἄλλα | ||
οὐ νόμοις ἐγγράφοις χρῶνται ὥσπερ οἱ βάρβαροι . Νομισθέντος . Νόμῳ κρατήσαντος : νόμῳ γὰρ κρατεῖ τὰ ἐν πόλει δίκαια |
ἐν τῷ ξηρῷ καὶ ψυχρῷ . ὁ δὲ τοῦ Διὸς οἰκοδεσποτήσας τοὺς προκειμένους τόπους ἀνατολικὸς τῇ μὲν μορφῇ ποιεῖ λευκοὺς | ||
προκειμένου λεκτέον . Κρόνος τὴν ὥραν λαχὼν ἢ τὸν κλῆρον οἰκοδεσποτήσας μὴ ἐναντιουμένου τοῦ Ἄρεως : ὁ τοιοῦτος εὐδαιμονήσει περὶ |
μνημεῖον . Πρότερον μὲν οὖν φασι τοὺς κατὰ τὴν Ἀπολλωνίαν Ἐλαφηβολιῶνος τὰ νόμιμα συντελεῖν τοῖς τελευτήσασι , νῦν δὲ Ἀνθεστηριῶνος | ||
. Ἡ παράπεμψις καὶ οἷον φυλακή . Ἐπὶ Χαιρωνίδου , Ἐλαφηβολιῶνος ἕκτῃ ἱσταμένου . Ἐλαφηβολιών : μὴν παρ ' Ἀθηναίοις |
πομπίλοι , ἱεροὶ ἰχθῦς εὔομφος . . Τίμαιος : Ἀνδρομάχου Ταυρομενίτης , ὃν Ἀθηναῖοι Ἐπιτίμαιον ὠνόμασαν , Φιλίσκου μαθητὴς τοῦ | ||
μαίας . . , . : Τίμαιος δ ' ὁ Ταυρομενίτης ἐν τῆι ἐνάτηι τῶν Ἱστοριῶν περὶ αὐτοῦ γράφει οὕτως |
πολλὰ κατὰ μικρόν . Διυλίζεται τὸ ὕδωρ τὸ μὲν τοῖς στακτοῖς λεγομένοις , καθάπερ ἐν Ἀλεξανδρείᾳ : διυλίζεται δὲ καὶ | ||
. . ὑφαίνειν : Ὑφαντὴς εἶναι . . μύροισι μυρίσαι στακτοῖς : Τοῖς ὑγροῖς καὶ χρισίμοις , πρὸς ἀντιδιαστολὴν τῶν |
Ἡρακλείᾳ τῇ Ποντικῇ καὶ Εἵλωτες ἐν Λακεδαίμονι καὶ ἐν Θετταλίᾳ Πενέσται καὶ Καλλικύριοι ἐν Συρακούσαις . κλεισίαι : αὔλειοι πυλῶνες | ||
τῆς χώρας . καὶ ἀπὸ τοῦ μεῖναι Μενέσται καλούμενοι ὕστερον Πενέσται μετωνομάσθησαν παραφθαρέντος τοῦ χαρακτῆρος . περὶ ὄνου σκιᾶς : |
οὖν αἱ ἐπεμβάσεις τῶν ἀστέρων κριθήσονται , ὁπόταν τῶν χρόνων δεσπόζοντες ἐπεμβῶσι τοῖς τόποις ἢ καὶ εἰσὶ τούτων τετράγωνοι ἢ | ||
μὲν ἀκρίτους ἀπέκτειναν , πολλοὺς δὲ ἐφυγάδευσαν . πικρότερον δὲ δεσπόζοντες οὐκ ἦσαν ἀνεκτοὶ καὶ αὐτὸς ὁ δῆμος ἔφυγεν εἴς |
τιμᾶται Καούσιος , ὡς Παυσανίας ὀγδόῳ . Κάπαι , πόλις Ἑλλησποντία . Ἀνδροτίων γʹ Ἀτθίδος . τὸ ἐθνικὸν Καπαῖος ὡς | ||
ὡπλισμένη , οὐδὲ Λυδία ᾄδουσα , οὐκ Ἰωνική , οὐχ Ἑλλησποντία : ἀλλ ' ἐπὶ Ἄμηστριν ἧξεν τὴν τοῦ παιδὸς |
κατεῖχον αὐτήν . οἱ δὲ ὑπερτείνοντες οὐρανίσκοι διάχρυσοι ποικίλμασιν ἐκπεπονημένοι πολυτελέσιν ἐσκέπαζον τὸν ἄνω τόπον . καὶ πρῶτοι μὲν Πέρσαι | ||
προσφιλοκαλοῦντες τὰ ἐν ταῖς εὐτελεστέραις οὐσίαις τεχνικώτερα τῶν ἐν ταῖς πολυτελέσιν εἰργάσαντο βουληθέντες προσθήκῃ τοῦ ἐπιστημονικοῦ τὸ κατὰ τὴν ὕλην |
γὰρ σημαίνουσι πονηροῖς ἀνθρώποις καὶ ὠμοῖς . Ἀκρίδες δὲ καὶ πάρνοπες καὶ οἱ λεγόμενοι μάστακες γεωργοῖς μὲν ἀφορίαν ἢ φθορὰν | ||
γέγραπται ” ὥσπερ παρνόπων : “ εἰσὶ δ ' οἱ πάρνοπες εἶδος ἀκρίδος . Ἀραφήνιος : Ἰσαῖος ἐν τῷ κατ |
† , ὅς ς ' ἐπὶ Μίλητον δὲ κατάξει πήματα Καρσί . καὶ ἄλλως εἴρηται ἐκ τοῦ Ῥητορικοῦ λεξικοῦ : | ||
τὸ ἑτέροις γένεσι περιέχεσθαι , ὡς Ἰδριεῖς μὲν καὶ Τερμίλαι Καρσί , Δολίονες δὲ καὶ Βέβρυκες Φρυξί . Φαίνεται δ |
ἔχει . Ἀπὸ τοῦ ἀνατολικοῦ στόματος τοῦ Τίγριδος ποταμοῦ ἐπὶ Χάρακα Πασίνου στάδιοι πʹ . Κατὰ τοῦτο τὸ μέρος νῆσος | ||
ἐστι νόμιμον , λεγόμενον ἡ Ἀπολόγου , κειμένη κατὰ Πασίνου Χάρακα καὶ ποταμὸν Εὐφράτην . Παραπλεύσαντι δὲ τοῦτο τὸ στόμα |
τελευταῖαι ἐπεισῆλθον ἐπιδόρπιαι τράπεζαι , τραγήματά τ ' ἐν πλεκτοῖς ἐλεφαντίνοις ἐπεδόθη πᾶσι καὶ πλακοῦντες ἕκαστα γένη , Κρητικῶν καὶ | ||
πολλοῖς καὶ μεγάλοις ἀργυροῖς καὶ χρυσοῖς , ἔτι δ ' ἐλεφαντίνοις , καὶ κολοττικῶν ἀνδριάντων πλήθει , πρὸς δὲ τούτοις |
Αἰσχίνης , Θεογένης , Κλεομήδης , Ἐρασίστρατος , Φείδων , Δρακοντίδης , Εὐμάθης , Ἀριστοτέλης , Ἱππόμαχος , Μνησιθείδης . | ||
τριάκοντα ἀνδράσιν ἐπιτρέψαι τὴν πόλιν καὶ τῇ πολιτείᾳ χρῆσθαι ἣν Δρακοντίδης ἀπέφαινεν . ὑμεῖς δ ' ὅμως καὶ οὕτω διακείμενοι |
πολεμιστήρια . ἄραξε συνέτριψε , κατέβαλεν . ἀράρισκεν ἥρμοζεν . ἄργματα ἀπαρχάς . ἀρετήν τὴν κατὰ πόλεμον ἀνδρείαν . ὁτὲ | ||
παρὰ τὸ ἄρχω ἦργμαι ἄργμα καὶ ἄπαργμα : Ὅμηρος : ἄργματα θῦσε θεοῖς αἰειγενέτῃσι . . . . ἀπαιωρήσας : |