ἀπεῖπεν ἐν τοῖς μάλιστα τὴν ἐπιθυμίαν ὥς τινα τῆς ψυχῆς ἑλέπολιν , ἧς ἀναιρεθείσης ἢ πειθαρχούσης κυβερνήτῃ λογισμῷ πάντα διὰ
ταχὺ δὲ πάντων εὐτρεπῶν αὐτῷ γενομένων συνέπηξε μηχανὴν τὴν ὀνομαζομένην ἑλέπολιν , τὸ πλάτος ἔχουσαν ἑκάστην πλευρὰν τεσσαράκοντα καὶ πέντε
7430131 δυσπροσιτον
εἴποις , καὶ ἔτι ἀπότομον , ἀπόκρημνον , κρημνῶδες , δυσπρόσιτον , ἀνεπιβούλευτον , δυσεπίβατον , δυσπρόσβα - τον ,
ἐρυμνόν , ἰσχυρόν , καρτερόν , δύσμαχον , ἀπρόσιτον , δυσπρόσιτον , δύσληπτον , δυσαίρετον , ὀχυρόν , ὠχυρωμένον ,
7401686 Σελινουντιων
χώρας ἱππεῖς ἄγοντες πρὸς τὸν Γέλωνα βιβλιαφόρον ἐπιστολὰς κομίζοντα παρὰ Σελινουντίων , ἐν αἷς ἦν γεγραμμένον , ὅτι πρὸς ἣν
ἅμ ' ἡμέρᾳ πρὸς τὴν ναυτικὴν στρατοπεδείαν , ὡς ὄντας Σελινουντίων συμμάχους , γενομένους δ ' ἐντὸς τοῦ ξυλίνου τείχους
7358046 προσκειμενων
παθόντες ἀνεχώρησαν . [ Ὅτι Βρασίδας ] ἐν τόπῳ στενῷ προσκειμένων κατὰ τὴν οὐραγίαν τῶν πολεμίων ἐκέλευσεν ἀπὸ λόφου κόπτοντας
τόξα ἀναλαβόντι αὐτῶν , ἐόντων τε ἀγχοῦ τῶν πολεμίων καὶ προσκειμένων , ἦν χρηστὰ οὐδέν : ὁ δ ' ἕτερος
7281774 ἀφιεμενοις
πετροβόλους οὖ προαιροῦνται . δεῖ δὲ εἶναι τὰς θυρίδας τοῖς ἀφιεμένοις καταπάλταις καὶ πετροβόλοις ἐν τοῖς τοίχοις τῶν πύργων ,
ἀνιέναι δι ' αὐτῶν ἐπειρῶντο , τοῖς ἀπὸ τῶν πετροβόλων ἀφιεμένοις λίθοις τὸ ἀσφαλὲς ἑαυτοῖς συντηρούμενοι : οὐ γὰρ εἴων
7279700 ἐπιπλευσαι
πάντας τοὺς ἐμπίπτοντας αὐτοῖς συνελάμβανον , ἵνα μὴ ἐπαγγείλωσιν αὐτοὺς ἐπιπλεῦσαι . αὐτούς : τοὺς ἑαλωκότας . καὶ οἱ μὲν
: ταῖς δὲ Λημνίαις ἐμίγησαν , πρὶν εἰς τὸν πόντον ἐπιπλεῦσαι . ἀλλ ' ἵνα ἐπὶ τὴν τοῦ γένους ἀρχὴν
7246899 λεηλατησαι
Ἀρταφρένης ἔχων ἀνδρῶν δύναμιν οὐκ ὀλίγην . Τὸ δὲ μὴ λεηλατῆσαι ἑλόντας σφέας τὴν πόλιν ἔσχε τόδε . Ἦσαν ἐν
ἧκεν ἔχων ἱππέας καὶ πεζούς . ἐβουλεύσατο οὖν κράτιστον εἶναι λεηλατῆσαι ἐκ τῆς Μηδικῆς , καὶ λαμπρότερόν τ ' ἂν
7243558 κοντοις
αὐτοὺς ἐξαγκωνίζοντες ἐνεπίμπρασαν , ὕλῃ χρώμενοι πηδαλίοις , οἴαξι , κοντοῖς καὶ ταῖς ἐπὶ τῶν καταστρωμάτων σανίσι . τοῖς δὲ
ἐκεῖ , ἐκεῖσε . ἰφθίμοις : ἰσχυροτάτοις . Δούρασι : κοντοῖς . καταΐγδην : συντόμως . Πέφνουσι : βάλλουσιν .
7225881 πεζικην
. Ὥστε ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῆς συμβολῆς μὴ σπουδάζειν τὴν πεζικὴν παράταξιν ἐπὶ πολὺ διάστημα κινεῖν περαιτέρω δύο μιλίων ἔξωθεν
λογχοφόροι οἱ γυμνῆτες δρόμωι ἑπέσθωσαν . μένειν δὲ μηδὲ τὴν πεζικὴν τάξιν ἐν χώραι ἔτι , ἀλλὰ προχωρεῖν θᾶττον ἢ
7156816 ὁπλισιν
ἄνδρες ὧδε ὀνομάζονται . τὴν μὲν γὰρ σκευὴν κλητέον καὶ ὅπλισιν καὶ ἐξοπλισίαν καὶ σάγην κατ ' εἶδος μάχης ,
τοῦ μὴ ἐπιδεῖξαι τοῖς ἐναντίοις τὸ ἴδιον πλῆθος καὶ τὴν ὅπλισιν αὐτῶν : τοῦτο γάρ ἐστιν ἄνευ προόψεως : καταφρονηθήσεσθαι
7152490 ὑποτροχον
οἷον πρόχυμα , βάσιν οὐκ ἔχον , ἀλλὰ ⌈ κάτωθεν ὑπότροχον [ στρογγύλον κάτω ] . “ στράτιον ” δὲ
αὐτὸ διαστήσαντα καταλιπεῖν , κατὰ πρόβασιν δὲ καὶ πρὸς δίφρον ὑπότροχον . οὕτως ἐκ τῆς κατὰ βραχὺ συναυξήσεως μελετήσει τὴν
7150603 πυλιδες
ἢ δοκῶν ἐπιτεθεισῶν οἰκοδομεῖται φυλακτήρια : ἐπὶ δὲ τῶν διεξόδων πυλίδες ἐπιτίθενται . κατὰ δὲ τὸ μέσον αὐτῶν πύργοι [
ἕδραν αἱμοῤῥοΐδες τυφλαὶ , ῥαγάδες , πρόπτωσις , κονδυλώματα , πυλίδες . γίνεται δὲ καὶ μήτρας ὅλης πρόπτωσις εἰς τὰ
7141736 ἡθροισθησαν
τὸν ἐλάττω ἔχοντα δύναμιν . Ὁ δὲ Φοιβίδας , ἐπεὶ ἡθροίσθησαν αὐτῷ οἱ ὑπολειφθέντες τοῦ Εὐδαμίδου , λαβὼν αὐτοὺς ἐπορεύετο
τῶν Θηβαίων ἱππεῖς ἐπὶ νάπῃ ἀδιαβάτῳ ἐγίγνοντο , πρῶτον μὲν ἡθροίσθησαν , ἔπειτα δὲ ἀνέστρεφον διὰ τὸ ἀπορεῖν ὅπῃ διαβαῖεν
7124634 ληιου
παρέφρασεν : ἰάνθη δ ' ὡσεί τε περὶ σταχύεσσιν ἐέρση ληίου ἀλδήσκοντος . τὸ μὲν οὖν τηκόμενον πάντως καὶ ἰαίνεται
ἀσταχύων ὑπερέχοντα , κολούων δὲ ἔρριπτε , ἐς ὃ τοῦ ληίου τὸ κάλλιστόν τε καὶ βαθύτατον διέφθειρε τρόπῳ τοιούτῳ .
7116519 βαπτισας
, οἶμαι , χρηστότητος εἵνεκα . εἶτ ' ἐλευθέραν ἀφῆκε βαπτίσας ἐρρωμένως . τὸ τέλος ἅπασίν ἐστι τοῖς πτωχοῖσι νύξ
κρινομένοις τὰ παραδείγματα . οἷον ὁ διαῤῥήξας τὸ σκάφος ἢ βαπτίσας τοῖς κύμασιν , εἶτα λέγει κρινόμενος , μήτε κυβερνῆσαι
7110538 ἐστρατοπεδευσεν
οὐκ ἐγνώκει μὲν αὐτῷ τότε συμπλέκεσθαι , διὸ καὶ ἀμελῶς ἐστρατοπέδευσεν , ἐπιόντος δὲ ἤδη τῆς δυσχωρίας ὀψὲ καὶ μόγις
διὰ τοὺς ἵππους , χαράδραν δὲ ὕδατος ἐν προβολῇ θέμενος ἐστρατοπέδευσεν . ἀπορῶν δ ' ἀγορᾶς ἐς Καππαδοκίαν ἔπεμπεν ἐπὶ
7094332 καμηλοις
ἕως ἐπαύσατο πίνων : | καὶ εἶπε : καὶ ταῖς καμήλοις σου ὑδρεύσομαι , ἕως ἂν πᾶσαι πίωσι . καὶ
φιλόδωρον , ὅτε αὐτὸν πληροῖ ποτίσασα , ὑπισχνεῖται καὶ ταῖς καμήλοις ὑδρεύσεσθαι , ἃς συμβολικῶς μνήμας εἶναί φαμεν : μηρυκᾶται
7090990 πυρριχην
ἐν πείρᾳ πραγμάτων γεγονέναι πολλῇ . . κεκτημένον . . πυρρίχην ] εἶδος ὀρχήσεως . . Σινωπεῖς ἄποικοι μηλἠῖων .
ὕστερον δὲ καὶ Πύρριχον συντάξαντα τὴν κληθεῖσαν ἀπ ' αὐτοῦ πυρρίχην , ὥστε μηδὲ τὴν παιδιὰν ἄμοιρον εἶναι τῶν πρὸς
7082233 περιβαλουμεν
ϲημείωϲιν : ἔπειτα τὸ μέϲον ἀνατείναντεϲ ἀγκίϲτρῳ λίνον ἢ νεῦρον περιβαλοῦμεν περὶ τὴν ἐγχάραξιν ἀγκύλην κατὰ τῆϲ ἐφάψεωϲ τάττοντεϲ .
τῆς σαρκὸς ὑπεροχὰς ἀποξύσομεν . μετὰ δὲ τοῦτο μολύβδου σωλῆνα περιβαλοῦμεν τῇ βαλάνῳ πάσῃ , κατειλήσαντες αὐτὴν ἐσκελετευμένῃ παπύρῳ :
7079240 ἀποκρημνα
νέων ἐκέλευσε τὰς βοῦς ἐλαύνειν μετὰ σπουδῆς ἄνω πρὸς τὰ ἀπόκρημνα , ἃ ἦν ἐν μέσῳ τοῦ τε Φαβίου καὶ
Νέφεριν ὁδεύοντος ἐπὶ Ἀσρούβαν ἐδυσχέραινεν ὁ Σκιπίων , ὁρῶν πάντα ἀπόκρημνα καὶ φάραγγας καὶ λόχμας καὶ τὰ ὑψηλὰ προειλημμένα .
7047594 ἀκροβολιζεσθαι
' ἐπάλξεων λιθὰς ] βαλλομένων κατὰ τὸ ἄκρον . . ἀκροβολίζεσθαί ἐστι τὸ ἐν πολέμοις κατάρχεσθαι . λιθὰς ] λιθὰς
διὰ τὸ ἐν ἄκραις τῶν τειχῶν καὶ ἄνωθεν ἵστασθαι . ἀκροβολίζεσθαί ἐστι τὸ ἐν πολέμῳ συμβολῆς προκατάρχεσθαι . ἀκροβόλων ]
7040654 ἐξειργασμενην
λέγει : αὔην δὲ τὴν χερσεύουσαν λέγει καὶ διερὴν τὴν ἐξειργασμένην , τὴν μήτε ξηρὰν οὖσαν μήτε ὑγράν . αὔην
ἐπεὶ δὲ ἀπέβη , ἐκράτει τε τῆς γῆς καὶ ἐδῄου ἐξειργασμένην μὲν παγκάλως καὶ πεφυτευμένην τὴν χώραν , μεγαλοπρεπεῖς δὲ
7033529 σχοινιοις
μέρεσι ἀπὸ μεταφορᾶς τῶν ποδήρεις ἐχόντων χιτῶνας . ποδωτοῖς * σχοινίοις * . Θρῇσσαι δὲ αἱ Θρᾳκικαὶ γυναῖκες ἀπὸ τοῦ
: προθυμουμένη λαβεῖν . Θείνουσι : τύπτουσιν . Βροχίδεσσιν : σχοινίοις . μεθέπουσιν : σύρουσιν , Ὡς δ ' ὅτε
7025863 πολεμικην
καττίτερος καὶ τἄλλα τὰ πρὸς κόσμον τε καὶ χρείαν καὶ πολεμικὴν παρασκευὴν ἀνήκοντα . χωρὶς δὲ τῶν δημητριακῶν καρπῶν φύεται
Μηνόδωρεἀνδρῶν πολεμικῶν τληπαθείας . Οὐκοῦν καὶ τόδε προστακτέον τοῖς τὴν πολεμικὴν μετιοῦσιν ἐπιστήμην ; Προστακτέον μὲν οὖν . Οὐκοῦν κἀκεῖνο
7017222 ἀνοπλοις
παθεῖν δεινὸν ὑπ ' ἐκείνων : μάχονται γοῦν ὥσπερ ὡπλισμένοι ἀνόπλοις . καὶ γὰρ ἐν τοῖς τοιούτοις ἀγῶσιν οὐχ οἱ
μὲν τοῖς προενδημήσασι ξένοις ἐπὶ τὸ μέλλον καὶ πολιτῶν τοῖς ἀνόπλοις τε καὶ συνεργοῖς ἐσομένοις εἰσεκομίσθησαν θώρακες λίνεοι καὶ στολίδια
7010006 κατακληρουχησαντες
δ ' ἐκ τῶν συμμάχων καταλέξαντες , καὶ τὴν χώραν κατακληρουχήσαντες μέχρι μέν τινος ἐκράτουν τῶν Θρᾳκῶν , ὕστερον δὲ
εἶναι δοκούντων , κατελάβοντο μὲν τῆς Αἰθιοπίας τὴν κρατίστην , κατακληρουχήσαντες δὲ πολλὴν χώραν ἐν ταύτῃ κατῴκησαν . ὁ δὲ
7008638 παρεπλεον
τῶν καταλειπομένων , ἐνήδρευεν ὡς ἐδύνατο ἀφανέστατα . ἐπεὶ δὲ παρέπλεον , ἐδίωκεν : οἱ δὲ ἰδόντες ἔφευγον . τὰς
ἀπαντῶντες διὰ τὸ μὴ ἔχειν αὐτὰς τὸ Ἀττικὸν σημεῖον ἀμφιγνοοῦντες παρέπλεον . οἱ δὲ τῶν Ἀθηναίων κατὰ τὸ παράγγελμα [
7005280 ἐπετρεχον
ἀντὶ τοῦ μάρτυρα , οἷον συνθηκοφύλακα . . ἵπποις ὠκυπόδεσσιν ἐπέτρεχον : ὅτι τὰ ἅρματα ἐπέτρεχον καὶ οὐκ ἐπέτρεχεν .
ἔτι ὑπήκοον ἐσβαλόντες Αὐλωνίαν τε εἷλον καὶ τὴν Βρυττίων γῆν ἐπέτρεχον καὶ Τάραντα , φρουρουμένην ὑπὸ Καρθάλωνος , ἐκ γῆς
7004099 ὀργαδα
καὶ τὰ ἁμαρτήματα τὰ εἰς Ἐλευσῖνα : ἔτεμον γὰρ τὴν ὀργάδα : εἶτα τὸ Περικλέους ψήφισμα . καὶ ὅτι ἐπείσθη
' ἰδίαν [ καὶ ] ἔχθραν , οὐχὶ διὰ τὴν ὀργάδα κατ ' αὐτῶν ἔγραψε τὸ ψήφισμα . τοῦτο δὲ
7003534 ἀποσκευην
. Λαμβανέτω δὲ τὴν θεραπείαν καὶ τὰ ὑποζύγια καὶ τὴν ἀποσκευὴν ἅπασαν ἐν μέσῃ τῇ δυνάμει καὶ μὴ χωρίς :
ἄλλαις παντελῶς ἀνεπίμικτον . πᾶσαν οὖν ἐκείνην ἀνάλωσαν εἰς τὴν ἀποσκευὴν τὴν ἡμέραν . τῇ δ ' ἑξῆς ἐξῆλθον τῆς
7002807 καταπληκτικην
δὲ Ἀλέξανδρος πλησίον τῆς πόλεως στρατοπεδεύσας συνεστήσατο πολιορκίαν ἐνεργὸν καὶ καταπληκτικήν . τὸ μὲν γὰρ πρῶτον τοῖς τείχεσι προσβολὰς συνεχεῖς
τινι μετεώρωι πεδίωι πέτραν τῶι τε ὕψει καὶ τῶι μεγέθει καταπληκτικήν : ἐνταῦθ ' οὖν ἕτερον παράδεισον ὑπερμεγέθη κατεσκεύασεν ,
6995308 λεπτοδομοις
ἀφριζομένης , δηλαδὴ τῇ κωπηλασίᾳ , πίσυνοι καὶ θαρροῦντες πείσμασι λεπτοδόμοις : τοῖς λεπτῶς κατεσκευασμένοις ἤτοι ταῖς ναυσί . πλὴν
, διὰ τοῦτο πόντιον εἶπεν . πίσυνοι ] θαρροῦντες . λεπτοδόμοις ] λεπτοῖς . πείσμασιν ] σχοινίοις . μηχαναῖς ]
6988029 ῥοιαν
δὲ τὸν καρπὸν τῶν μήλων λέγει , καθὰ καὶ Μίλων ῥοιὰν ἔχων ἠγωνίζετο . τὸ λυσσᾶν ἴδιον τῶν κυνῶν :
. λεʹ . ῥοιὰν πολὺν καρπὸν φέρειν . λϚʹ . ῥοιὰν ἀπὸ δένδρου λαβόντα εἰπεῖν , πόσους κόκκους ἔχει .
6959816 θριγκον
τούτοις . δύναται δὲ καὶ ὁ Πλάτων καὶ ὅτε λέγει θριγκὸν τὴν διαλεκτικὴν τῶν ὄντων πάντων ὄργανον λέγειν τὴν λογικὴν
οὐχὶ συνεῖναι αὐτῇ , τὸν Δρόμωνα ἐκέλευσα παρακύψαντα παρὰ τὸν θριγκὸν τῆς αὐλῆς , ᾗ ταπεινότατον ἦν , ἀναδέξασθαί με
6957952 διηνυον
τοῦ . . ΖΩΕΣΚΟΝ . Ἤγουν ἔζων , τὴν ζωὴν διήνυον . Ζῶ κοινὸν , ἀφ ' οὗ ζώω παρὰ
ἐπὶ ζευγῶν πορευόμενοι , τὴν ἡμερησίαν πορείαν ἐν τρισὶν ἡμέραις διήνυον . ἦσαν δέ τινες αὐτοῖς καὶ τῶν εἰς τοὺς
6954552 ἀραιουσθαι
τὴν τάξιν τῶν πεζῶν ὑπὲρ τὸ μέτρον μὴ διαλύεσθαι ἤτοι ἀραιοῦσθαι . Αὕτη ἡ τάξις ἀναγκαῖα ἐστι καὶ πεζῶν συνόντων
ἄροσιν ἐπιτηδεία : παρὰ τὸ ἀροῦν , ἢ παρὰ τὸ ἀραιοῦσθαι τὴν γεωργουμένην γῆν , . , , . .
6951340 ἑκηβολοις
, ὅτιπερ ἄνευ θώρακος καὶ ἀσπίδος καὶ κνημῖδος καὶ κράνους ἑκηβόλοις τοῖς ὅπλοις διαχρώμενον , τοξεύμασιν ἢ ἀκοντίοις ἢ σφενδόναις
ἔκγονος , ἐπίσημ ' ἔχων οἰκεῖον ἐν μέσωι σάκει , ἑκηβόλοις τόξοισιν Ἀταλάντην κάπρον χειρουμένην Αἰτωλόν . ἐς δὲ Προιτίδας
6950821 συναθροισαι
ἐλλιπῶς . Συστρέψαι τὸ σῶμα , συνελκύσαι , συναγαγεῖν , συναθροῖσαι , συστεῖλαι , συσπειρᾶσαι , συγκάμψαι . παραπλήσιον δέ
: προδότης , ὃς λαβὼν παρὰ Κροίσου χρήματα , ὥστε συναθροῖσαι στρατόπεδον , ηὐτομόλησε πρὸς Κῦρον . Οἱ δέ φασιν
6950498 συγκροτειν
, ἔδει προςιέναι τῷ δήμῳ , ἔδει κατ ' ἐμοῦ συγκροτεῖν δικαστήριον , καὶ ὅσα τοιαῦτα . Ὁ Ἐπίλογος καταφορικὸς
συνδραμὼν τῷ ' μῷ σκοπῷ [ καὶ ] μὴ κατόκνει συγκροτεῖν ξένους [ ] ποτέ . [ ἁγίως ] ὁ
6949443 Κασσανδρον
τοῦ Σικελιώτου . : Θεόφραστος δ ' ἐν τῷ πρὸς Κάσσανδρον Περὶ βασιλείας , τοὺς Περσῶν φησι βασιλεῖς ὑπὸ τρυφῆς
τὸν Κηφισὸν νέμονται μάλιστα ὀρνίθων . Ἐλατεῦσι δὲ ἐξεγένετο μὲν Κάσσανδρον καὶ τὴν Μακεδόνων ἀπώσασθαι στρατιάν , ὑπῆρξε δὲ καὶ
6943067 ἐστιγμενην
Οἷον τὸ ΠΟΙΚΙΛΟΔΕΙΡΟΝ , τὴν ποικιλόφωνον λέγει , ἢ τὴν ἐστιγμένην καὶ ποικίλην ἔχουσαν τὴν δειρὴν , ἤγουν τὸν τράχηλον
Θρᾷσσαν καὶ Δαρδανίδα τὴν αὐλητρίδα . ἢ τὴν αὐλητρίδα φησὶν ἐστιγμένην διὰ τὸ κεκαλλωπισμένην εἶναι καὶ διὰ τὸ κατέχειν δᾷδας
6941432 ἀτραπων
προσκύνει . δʹ . Τὰς λεωφόρους ὁδοὺς ἐκκλίνων διὰ τῶν ἀτραπῶν βάδιζε . εʹ . Μελανούρου ἀπέχου : χθονίων γάρ
τεσσάρων ἡμερῶν κομίζειν ἤγαγε τὴν στρατιὰν διά τε ἐρημίας καὶ ἀτραπῶν παρακρήμνων καὶ ἀπροσδοκήτως ἐπιφανεὶς αἱρεῖ Δαμασκὸν , Δίωνος οὐ
6934131 στρατηγιδα
ὁ πλείων λόγος κατέχει , καὶ αὐτόν τε κυβερνῶντα τὴν στρατηγίδα ναῦν διαβάλλειν καὶ , ἐπειδὴ κατὰ μέσον τὸν πόρον
δὲ ἔφερον τὰ σημεῖα τὰ βασιλικά , αἵτινες καὶ τὴν στρατηγίδα κάλοις μακροῖς ἐξηρτημένην ἐφεῖλκον . εἶχε δὲ ἡ ναῦς
6923938 ῥιψοπλον
ἀνδρολέτειραν ] φθοράν . ἀνδρολέτειραν ] ἀνδροφόνον . Ξ τὰν ῥίψοπλον ἄταν ] τὴν δειλίαν . ῥίψοπλον ] τὴν ποιοῦσαν
πολιοῦχοι θεοί , τοῖσι μὲν ἔξω πύργων ἀνδρολέτειραν κάκαν , ῥίψοπλον ἄταν , ἐμβαλόντες ἄροισθε κῦδος τοῖσδε πολίταις . καὶ
6921219 κωλυσειν
ὃ δὲ Ῥωμαίους οἱ μόνους αὐξομένῳ μάλιστα ἐμποδὼν ἔσεσθαι καὶ κωλύσειν ἐς τὴν Εὐρώπην περαιούμενον . οὐδενὸς δέ πω φανεροῦ
προενστατέον καὶ προαγορευτέον : οὕτω γὰρ ἂν μάλιστα τὸν πυνθανόμενον κωλύσειν Εἰ προαισθάνηται , φησίν , ὁ ἐρωτῶν ὅτι μεταφέρεις
6918632 τετρυπημενην
ἢ καταδικάσαι . Γ τηνδὶ λαβὼν τὴν ψῆφον : τὴν τετρυπημένην αὐτῷ δείκνυσι ψῆφον . Γ δύο ⌈ γὰρ ἀμφορεῖς
δὲ αἱ πλήρεις . δεῖται οὖν αὐτοῦ , ἵνα τὴν τετρυπημένην εἰς τὸν ὕστερον τὸν ἄκυρον καταθῇ καὶ ἀπολύσῃ τὸν
6918531 προφασιζεται
οὐ θέλει αὐτὸν ὁρᾶν μισοῦσα ὡς φονεύσαντα τὸν υἱὸν , προφασίζεται δὲ διὰ τὴν δυστυχίαν ἐρυθριᾶν : ᾧ τινι γὰρ
τοῦ περαιτέρω , εἰς τὸ βέλτιον : ἐπίσχες παύου : προφασίζεται πλαττόμενος . οὐκ ἐβούλετο γὰρ ὀφθῆναι τῇ Ἑκάβῃ ,
6917757 δυσχωριαν
πρὸς ἕω μᾶλλον . τῷ δὲ οὐδὲ τοῦτο εὐμαρὲς διὰ δυσχωρίαν ξυνέβη : ἀλλὰ ἦγε γὰρ αὐτὸν ταύτῃ τὸ δαιμόνιον
περιεποιήσατο . τῶν δὲ Θετταλῶν ἱππέων προσμαχομένων καὶ διὰ τὴν δυσχωρίαν ἀπράκτων γινομένων οἱ μὲν Ἕλληνες τρόπαιον στήσαντες καὶ τῶν
6908647 ἀκοντισταις
στρατιωτῶν ἑτοίμῃ τῇ ἀγορᾷ χρησαμένων ἀναχθεὶς αὐτίκα σὺν τοξόταις καὶ ἀκοντισταῖς ἐπὶ τῶν καταστρωμάτων πολλοῖς , προσπεσὼν ἄφνω τοῖς Ἀθηναίοις
ἀκοντιστὰς μὲν ἐπὶ τοῖς θωρακοφόροις τάξω , ἐπὶ δὲ τοῖς ἀκοντισταῖς τοὺς τοξότας . τούτους γὰρ πρωτοστάτας μὲν τί ἄν
6905178 στρατοπεδειαν
πρότερον καταπεπληγμένους τὰς τῶν Καρχηδονίων δυνάμεις . αὐτὸς μὲν γὰρ στρατοπεδείαν οἰκείαν βαλόμενος τῶν περὶ τὴν πόλιν τόπων , ταύτην
πλησίον τόπους καὶ προσελαύνειν ἅμ ' ἡμέρᾳ πρὸς τὴν ναυτικὴν στρατοπεδείαν , ὡς ὄντας Σελινουντίων συμμάχους , γενομένους δ '
6896192 ἀπαρασκευαστος
ἔχων ἀπαράσκευος ἂν λέγοιτο , ὁ δὲ δι ' ἑτέρου ἀπαρασκεύαστος . . . . . ὁ μὲν γὰρ ἄρχων
ἀνέχων ἀπαράσκευος ἂν λέγοιτο : ὁ δὲ δι ' ἑτέρου ἀπαρασκεύαστος . ὁ μὲν γὰρ ἀρχιερεὺς ὁ μονομάχους δοῦναι θέλων
6895618 Μακεδονικην
Ἀρσάμου τὸν βασιλέα , καὶ ἅπασαν τὴν Περσίδα παραστησάμενος ἐς Μακεδονικὴν τὰ πράγματα μετέθηκε πολιτείαν . Οὕτω γὰρ ἦν μεγαλουργὸς
τὴν ἐπιφερομένην πληγὴν ἐξένευσεν . εἶθ ' ὁ μὲν τὴν Μακεδονικὴν σάρισαν προβεβλημένος ἐπεπορεύετο , ὁ δ ' ἐγγίσαντος αὐτοῦ
6894203 ψητταν
κυνόγλωσσοί τ ' , ἐνῆν δὲ σκιαθίδες . Ἀττικοὶ δὲ ψῆτταν αὐτὴν καλοῦσιν . ΓΟΓΓΡΟΙ . τούτους Ἱκέσιος σκληροτέρους τῶν
. . περὶ Χαλκίδα κεδνήν . Ῥωμαῖοι δὲ καλοῦσι τὴν ψῆτταν ῥόμβον , καί ἐστι τὸ ὄνομα Ἑλληνικόν . Ναυσικράτης
6890898 χρησιμοις
δὲ λευκά , πολλαὶ δὲ σκηναὶ χρυσαῖ κατεσκευασμέναι πᾶσι τοῖς χρησίμοις , πολλαὶ δὲ καὶ ξυστίδες καὶ κλῖναι πολυτελεῖς ;
' ἐν ταῖς ἐξουσίαις οὐ τοῖς αὐτοῖς χρῶνται φίλοις ὡς χρησίμοις καὶ ὡς ἡδέσιν . ἄλλοι γάρ εἰσιν αὐτοῖς χρήσιμοι
6889340 κακωδεσι
οὐ γὰρ πᾶσιν αἱ αὐταὶ προσφιλεῖς ἀλλὰ μᾶλλον ἐν ταῖς κακώδεσι καὶ βαρείαις ὧν ἔνιαί γε κοιναὶ πᾶσιν οἷον αἱ
μὴ λουέσθω , σιτίοισιν ὀλίγοισι χρήσθω , τὰ αἰδοῖα τοῖσι κακώδεσι θυμιήσθω , καὶ ἐπὴν ἄρχηται περιχωρέειν , τὴν σφενδόνην
6885628 ἀρουσιν
: Πάτερ , ἄνοιξον , ἵνα σε ἀπολαύσω πρίν σε ἀροῦσιν ἀπ ' ἐμοῦ . ἀνέστη δὲ Ἁβραὰμ καὶ ἤνοιξεν
καταβληθησομένων δεδιώς . ὀνειδιστέον καὶ τοῖς σκληρὰν καὶ λιθώδη γῆν ἀροῦσιν : οὗτοι δὲ τίνες ἂν εἶεν ἢ οἱ στείραις
6884774 καταξας
ἀγροῦ κατιόντων εἰς πόλιν . ἀγκυρίσας : ὑποσκελίσας , 〚 κατάξας , μετακαλεσάμενος 〛 , οἷον τῇ ἀγκύλῃ καταβαλών .
Λυρνησσῷ . οὐκ ἔλαβε δὲ αὐτὴν ἐν Λυρνησσῷ ἀλλὰ πρότερον κατάξας τῷ Ἀγαμέμνονι ἐξαίρετον ἔλαβεν αὐτὴν γέρας . . :
6872610 ἁλισκομενου
Ἀθηναίων , καθεῖλε δὲ ὅμως καὶ τὴν Λαχάρους τυραννίδα : ἁλισκομένου δὲ τοῦ τείχους ἐκδιδράσκει Λαχάρης ἐς Βοιωτούς , ἅτε
ἄλλους τε καὶ Λυσίστρατον ἐν τοῖς δοκιμωτάτοις ὄντα Ἀργείων : ἁλισκομένου δὲ τοῦ τείχους οὗτοι μὲν γυναῖκας ἐς τὰ πλοῖα
6861215 ἐσθιομενην
, μακρότερον δέ : ῥίζαν ἔχει στρογγύλην , γλυκεῖαν , ἐσθιομένην . Γλαύκιον χυλός ἐστι βοτάνης καθ ' Ἱερὰν πόλιν
Φρύνιχος : κωμῳδίας ποιητὴς ὁ Φρύνιχος , ὃς εἰσήγαγε γραῦν ἐσθιομένην ὑπὸ κήτους κατὰ μίμησιν Ἀνδρομέδας διὰ γέλωτα τῶν θεωμένων
6857855 προσορμιζεσθαι
εἶναι μεγάλην ᾠήθησαν . διὸ δὴ προσέμενον ὡς μελλούσης αὐτῆς προσορμίζεσθαι . ἐπεὶ δὲ ὑπὸ ἀνέμου φερόμενα τὰ φρύγανα ἐγγυτέρω
ὁ Δᾶτις προπλώσας οὐκ ἔα τὰς νέας πρὸς τὴν Δῆλον προσορμίζεσθαι , ἀλλὰ πέρην ἐν τῇ Ῥηναίῃ : αὐτὸς δὲ
6853203 Πρωμοναν
ἔπεμψε μέν , καὶ προ - ηγόρευσε τοῖς ἔχουσι τὴν Πρωμόναν ἀποδοῦναι τοῖς Λιβυρνοῖς : οὐ φροντισάντων δὲ ἐκείνων τέλος
τότε μάλιστα διευτύχουν , Λιβυρνούς , ἕτερον ἔθνος Ἰλλυριῶν , Πρωμόναν πόλιν ἀφείλοντο . οἳ δὲ σφᾶς Ῥωμαίοις ἐπιτρέποντες ἐπὶ
6840272 κοντων
βουλησόμεθα ἐλθεῖν ἐφ ' ἡμᾶς , τῶν νῦν ἀνθελ - κόντων ἐκποδὼν γενομένων . ἐγκλήματα δ ' , ὦ ἄνδρες
. ἐδόκει . . . . φὴν . . . κόντων χρόνων . . . μένον καὶ . . .
6837849 ζαπληθη
Μάταλλος μυριόνταρχος θανών , ἵππου μελαίνης ἡγεμὼν τρισμυρίας , πυρσὴν ζαπληθῆ δάσκιον γενειάδα ἔτεγγ ' , ἀμείβων χρῶτα πορφυρᾷ βαφῇ
μυριόνταρχος ] μυρίων ἄρχων ἀνδρῶν . πυρρὰν ] ξανθήν . ζαπληθῆ ] πολλὴν . δάσκιον ] μεγίστην διὰ τὸ πλῆθος
6827115 κατελαβετο
δὴ ἄλλα τῆς πόλεως ἐπόρθουν , Τιμοκλείας δὲ τὴν οἰκίαν κατελάβετο Θρᾷξ ἵππαρχος . οὗτος ὁ Θρᾷξ μετὰ τὸ δεῖπνον
κουριδίου ταύτῃ τέλος ἔσχεν . Κυάνιππος δέ , ὡς ἐπελθὼν κατελάβετο λελωβημένην τὴν Λευκώνην , μεγάλῳ τε ἄχει ἐπληρώθη καὶ
6826572 θρυψιν
τύπτουσαι τὸν ἀέρα , κἂν τῇ ταχυτῆτι προλαμβάνουσαι αὐτοῦ τὴν θρύψιν , ὥσπερ καὶ εἰ ἄμμου σωρὸν φερόμενον παίσοι τις
ψοφεῖ : δεῖ γὰρ φθάσαι τὴν κίνησιν τοῦ ῥαπίζοντος τὴν θρύψιν τοῦ ἀέρος , ὥσπερ ἂν εἰ σωρὸν ἢ ὁρμαθὸν
6823173 συντεταγμενην
πόλιν : ἦν δὲ καὶ αὕτη τοῦ Λατίνων γένους : συντεταγμένην ἔχων τὴν στρατιὰν ἀφικνεῖται καὶ αὐτὴν ἅμα τῷ πλησιάσαι
, τὴν εὔζωνον ἀναλαβόντες νεότητα , ἥν τ ' αὐτοὶ συντεταγμένην εἶχον καὶ τὴν παρὰ τῶν πλησιοχώρων παροῦσαν , ἐμβάλλουσιν
6816275 διπλαις
στασιάζειν οὖν ἐπεπόλασε παρ ' αὐτοῖς ἡ μάστιξ , ὥστε διπλαῖς χρῆσθαι μεγάλαις ἢ ὅτι οἱ Κορκυραῖοι χαλεπῶς τύπτουσιν .
γὰρ βούλεται ὁποῖος ἂν εἴη ὁ τοῦ φιλοσόφου βίος . διπλαῖς τε χρῆται ταῖς ἐπιγραφαῖς καθ ' ἑκάστου τῶν βιβλίων
6813502 ἐστρατοπεδευεν
Οὐρίατθος ἔκτεινε χωρὶς ὀλίγων . καὶ τὸν Τάγον ποταμὸν διαβὰς ἐστρατοπέδευεν ἐν ὄρει περιφύτῳ μὲν ἐλάαις , Ἀφροδίτης δ '
οὗ Πινάριος ἡγεῖτο , αὐτὸς δὲ μάλα θρασέως πολὺ προελθὼν ἐστρατοπέδευεν ἐν τῷ πεδίῳ , σταδίους ὀκτὼ μόνους ἀποσχὼν ἀπὸ
6811957 νευουσαν
. Τῆς δ ' ὅλης Ἀραβίας τὴν μὲν ἐπὶ μεσημβρίαν νεύουσαν εὐδαίμονα προσαγορεύουσι , τὴν δ ' ἐνδοτέρω κειμένην νέμεται
ἐπικύκλου πάλιν ὁμαλῶς καὶ πρὸς τὴν ἐπὶ τὸ Δ κέντρον νεύουσαν πάντοτε διάμετρον ποιούμενον τὰς ἀποκαταστάσεις ἀκολούθως τῇ μέσῃ περιόδῳ
6808206 ἐπλησιασε
βαίνουσιν : κἀκεῖνος γὰρ ὁ τόπος τοιοῦτος . προσέκελσε : ἐπλησίασε , προσώκειλεν , ἐνελλιμένισε , προσεπέλασε , κατέλαβεν .
στήλας καὶ ἐπιγεγράφθαι ΣΚΗΠΤΟΥΧΩΝ . ] ὁ δὲ Κῦρος ὡς ἐπλησίασε τῷ πάθει ἀγασθείς τε τὴν γυναῖκα καὶ κατολοφυράμενος ἀπῄει
6807592 κατηρεφεις
ὥστ ' ἀντὶ γυμνητῶν καὶ ψιλῶν θηλυστολεῖν ὑπέμειναν , καὶ κατηρεφεῖς εἶναι τοῖς σκεπάσμασι . Τινὲς δὲ Μήδειαν καταδεῖξαι τὴν
τέμνοντες δὲ ἅμ ' ἠργάζοντο νεωσοίκους κοίλους διπλοῦς ἐντός , κατηρεφεῖς αὐτῇ τῇ πέτρᾳ . καὶ τῶν οἰκοδομημάτων τὰ μὲν
6807189 ἐκταξας
ἐκ Μιτυλήνης μετεπέμψατο τοὺς ὁπλίτας , καὶ πρὸ τῆς πόλεως ἐκτάξας τὴν δύναμιν προεκαλεῖτο τοὺς Κυμαίους εἰς μάχην : οὐδενὸς
ἴλην , ὃ δὴ τὸ καθαρώτατον ἦν τοῦ στρατοῦ . ἐκτάξας δὲ οὕτω τὴν κατὰ γῆν στρατιὰν καὶ πανταχόθεν τὸ
6806733 πτερωτῳ
ὥρμησα ἀπέδιλος ] ἀνυπόδητος , γυμνοὺς ἔχουσα τοὺς πόδας ὄχῳ πτερωτῷ ] ἐν ἅρματι ἢ ἐν πτεροῖς : ὄχημα γὰρ
τολμηρότερον ἐνταῦθα παρεῖναι : ἦλθον δὲ καὶ ὥρμησα ἀπέδιλος ὄχῳ πτερωτῷ . διὰ τοῦτο δὲ δηλοῖ ὅτι σπουδαίως παρεγένοντο ,
6806666 παρηγγελτο
καὶ ἐς αὐτὴν οἱ πλεῖστοι ξυνειλεγμένοι ἦσαν τῶν βαρβάρων . παρήγγελτο δὲ αὐτῷ στρατοπεδεῦσαι πλησίον τῆς πόλεως καὶ τάφρον τε
καὶ διεξέπεσε διὰ τῶν τάξεων : διέσχον γάρ , ὥσπερ παρήγγελτο αὐτοῖς , ἵνα προσέπιπτε τὰ ἅρματα : καὶ ταύτῃ
6802595 μηλινας
καὶ κοῦφον , ἔτι δὲ καὶ εὐθρυβῆ , διαφύσεις τε μηλίνας ἔχοντα διὰ βάθους . Λίθος αἱματίτης ἄριστός ἐστιν ὁ
τε καὶ κοῦφον , ἔτι δ ' εὐθρυβῆ καὶ διαφύσεις μηλίνας ἔχοντα διὰ βάθους : τὸ δ ' ἄνθος αὐτοῦ
6800682 δικελλαις
τοὺς καταβαλλομένους ἐνδρομίδας ἔχοντας ὑποβαίνειν καὶ τὰς μὲν προπειράζοντας ταῖς δικέλλαις ἀνα - σκάπτειν , τοὺς δὲ τοῖς κηπουρικοῖς κτεσὶν
. ΧΑΛΚΩι Δ ' ΕΡΓΑΖΟΝΤΟ . Ἐν χαλκῷ ἐργαλείῳ : δικέλλαις , ἀξίναις , καὶ λοιποῖς . . ΣΦΕΤΕΡΗιΣΙ .
6800503 καταπελταις
καὶ ὅταν Ἀθήνας πολιορκῇ , μυρίαις πανοπλίαις καὶ τοῖς ἴσοις καταπέλταις καὶ πᾶσι τοῖς ἄλλοις βέλεσιν εἰς τὸν πόλεμον ἱκανοῖς
γὰρ αὐτοῖς οἱ ἀπὸ τῶν τειχῶν συναγωνιζόμενοι καὶ τοῖς ὀξυβελέσι καταπέλταις οὓς μὲν ἀπέκτεινον τῶν πολεμίων , οὓς δὲ κατετίτρωσκον
6795791 ἀποτελουσαν
ζαπληθῆ ] πολλὴν . δάσκιον ] μεγίστην διὰ τὸ πλῆθος ἀποτελοῦσαν σκιάν . ἔτεγγ ' ] ἔβρεχεν . ἀμείβων ]
διέχοντα , εἶτα πάλιν συναγομένην εἰς μίαν ” κορυφήν , ἀποτελοῦσαν τὸ πᾶν ὕψος δυεῖν πλέθρων „ καὶ πεντεκαίδεκα πηχῶν
6788351 ἐπιπεμψας
Εὐμένους ἀνὰ τὸ πεδίον ἔκταξιν οὐκ ὀχυρὰν , τοῖς ὀπισθοφυλακοῦσιν ἐπιπέμψας ἱππικὰ στίφη πολὺ μέρος τῆς ἀποσκευῆς αὐτοῦ ἔλαβεν .
ἐς Λάμψακον ἐσφυγόντας , ἔτι τοῦ Λουκούλλου περικαθημένου , ναῦς ἐπιπέμψας ἐξεκόμισε σὺν αὐτοῖς Λαμψακηνοῖς : μυρίους δ ' ἐπιλέκτους
6788260 Φιδηναιων
οὗτος ὁ γάμος Ῥωμαίοις ἀρχὴ παιδοποιΐας ἐγένετο . Ῥωμύλος τῆς Φιδηναίων πόλεως ἀποσχὼν δέκα που στάδια κατεστρατοπέδευσε . νύκτωρ δὲ
τὴν κρατίστην δύναμιν ἔχων καὶ ἦν ἐν τῇ πόλει τῶν Φιδηναίων εὐτρεπής . ἐπεὶ δ ' ἕτοιμα τὰ πρὸς τὸν
6785594 Ταξιν
γὰρ ἂν μόνως ὧν κεκτήμεθα ἀγαθῶν αὐτῷ φανούμεθα τιμιώτατοι . Τάξιν μὲν οὖν καὶ κόσμον εἰς τὴν γερουσίαν ὑμῖν ἐπανακτέον
ὅ τι θανάσιμον : ὀξὺ , ὅ τι περιεστικόν . Τάξιν τῶν κρισίμων ἐκ τουτέων σκοπεῖσθαι , καὶ τὸ προλέγειν
6785361 συντετριμμενην
. πῶς οὖν οἶσθα ; ἔχων τὴν ἀσπίδα ἔκειτο : συντετριμμένην δέ μοι δοκεῖ οὐκ ἔλαβεν αὐτὴν οὐδὲ εἷς τῶν
. Θ . . ἐρρωγυῖαν : Τεθραυσμένην . Θ . συντετριμμένην . ἆρά γε : Συμπέρασμα εἰρωνικόν . Θ .
6781687 ἀνεπλευσεν
τὸν Ἀχιλλέα ᾤετο καὶ πριάμενος τὴν κόρην ἐς τὴν νῆσον ἀνέπλευσεν , ὁ δὲ Ἀχιλλεὺς ἐπαινέσας αὐτὸν ἥκοντα τὴν μὲν
τὰ πρυμνήσια τὸ σκάφος ἐπανήγαγε καὶ τοὺς ναύτας προσνηξαμένους ἀναλαβὼν ἀνέπλευσεν ὡς Διονύσιον . Ἄννων Καρχηδόνιος ἀνακομιζόμενος παρέπλει Σικελίαν .
6777298 ἐπιῤῥοφειν
ἄλλην ἡμέρην ὕσσωπον ἐν ὄξει καὶ μέλιτι καὶ ὕδατι ἀναζέσας ἐπιῤῥοφεῖν . Τοῦτο καὶ τοῖσι ῥέγχουσι διδόναι καὶ μὴ δυναμένοισι
ὀλίγον καὶ μέλι καὶ ὄξος καὶ ὕδωρ μίξας τοῦτο χλιαρὸν ἐπιῤῥοφεῖν : τὴν δὲ ἄλλην ἡμέρην ὕσσωπον ἐν ὄξει καὶ
6770728 ὀλολυγην
ὁ Ἀπόλλων . ποταμοῦ γένος ἀρχαίοιο : τοῦ Ἰνωποῦ . ὀλολυγήν : τὴν μετὰ εὐφημίας λέγει εὐχήν . τροχόεσσα .
ὁ Ἀπόλλων . ποταμοῦ γένος ἀρχαίοιο : τοῦ Ἰνωποῦ . ὀλολυγήν : τὴν μετὰ εὐφημίας λέγει εὐχήν . τροχόεσσα .
6767008 ὑπερπηδαν
εὖρος καὶ βάθος καὶ σκόλοψι κύκλῳ διαλαμβάνειν , ὡς μήτε ὑπερπηδᾶν τινα διὰ πλάτος μήτε διὰ βάθος κατιέναι δύνασθαι ,
φορὰν οὔτε τούτους οἷός τ ' ἦν παύειν οὔθ ' ὑπερπηδᾶν Ῥουφῖνον . οὕτω δὴ καλῶ καὶ ὑπήκουσε . τοῦ
6766223 ὑπερδεξιον
μόνον τὸ καλυπτόμενον ἐν ταῖς πλημμυρίσι , τὸ δ ' ὑπερδέξιον καὶ μετεωρότερον τοῦ ῥεύματος πᾶν ἀοίκητον διεξιὼν ἑκατέρωθεν καὶ
ἑαυτὸν δηλώσας ἐπηγγείλατο καθηγήσεσθαι διὰ τῆς δυσχωρίας καὶ ποιήσειν αὐτὸν ὑπερδέξιον γενέσθαι τῶν κατειλημμένων τὴν πέτραν βαρβάρων . ὁ δὲ
6762257 παρατασσεσθαι
στόλου μείζονος καταλιπόντες τὴν πόλιν ᾤχοντο . Ὅτι Τριβαλλοῖς Σκύθαι παρατάσσεσθαι μέλλοντες παρήγγειλαν τοῖς γεωργοῖς καὶ τοῖς ἱπποφορβοῖς , ἐπειδὰν
τῶν νυκτῶν μηδεμίαν συνθήκην πρὸς αὐτοὺς πεποιῆσθαι . Σκύθαι Τριβαλλοῖς παρατάσσεσθαι μέλλοντες παρήγγειλαν τοῖς γεωργοῖς καὶ τοῖς ἱπποφορβοῖς , ἐπειδὰν
6757681 στενοχωρουμενος
αὐτοῦ κατὰ τὸ μέσον τοῦ στόματος , ὁ δὲ κάραβος στενοχωρούμενος ἄλλοτε μὲν νήχεται , ἄλλοτε δ ' ἠρεμεῖ ,
ἡνίκα ἂν ἑαυτοῦ μάλιστα ὑποπλησθεὶς εἶτα ἐς τὴν θάλατταν οἱονεὶ στενοχωρούμενος ὠθῆται . φιλεῖ δὲ ἄρα δρᾶν τοῦτο ἤδη ὥρας
6755589 Φαμεας
. Ῥωμαίοις δ ' ἀναζευγνύουσι μὲν ἀπὸ τοῦ Ἀσρούβα ἐπέκειτο Φαμέας , διὰ τὸ πταῖσμα θορυβουμένοις : ἐσιοῦσι δὲ οἱ
οὐ μὴν ἐδέησεν οὐδ ' ἐπαγγελίας : ὁ γάρ τοι Φαμέας , ὡς ἧκεν εἰς τὸ συγκείμενον , περὶ μὲν
6752551 δεκαταιος
ὄρος . διαβὰς δὲ τὸν Νέστον ποταμὸν λέγουσιν , ὅτι δεκαταῖος ἀφίκετο ἐπὶ τὸ ὄρος τὸν Αἶμον . καὶ ἐνταῦθα
γένηται δεκαταῖος , καὶ μοτοῦν ὠμολίνῳ : ἐπὴν δὲ γένηται δεκαταῖος , ἐξιεὶς τὸ πῦον πᾶν , ἐσιέναι οἶνον καὶ
6747770 ἀπλετῳ
τῇσι γυναιξὶ κόπτονταί τε τὰ μέτωπα προθύμως καὶ οἰμωγῇ διαχρέωνται ἀπλέτῳ , φάμενοι τὸν ὕστατον αἰεὶ ἀπογενόμενον τῶν βασιλέων ,
κείροντες καὶ τοὺς ἵππους καὶ τὰ ὑποζύγια οἰμωγῇ τε χρεώμενοι ἀπλέτῳ : ἅπασαν γὰρ τὴν Βοιωτίην κατεῖχε ἠχὼ ὡς ἀνδρὸς
6740401 πελασαντες
δὲ ἐπὶ τοῦ φρουρίου τῇ καταλήψει ὀλίγαις ἡμέραις ὕστερον Ζαριάσποις πελάσαντες τῇ μὲν πόλει προσβαλεῖν ἀπέγνωσαν , λείαν δὲ πολλὴν
. μάχονται δὲ ἀπὸ ἵππων , σειρὰς ἱμάντων ἑλίσσοντες : πελάσαντες δὲ τοῖς πολεμίοις ἐφιᾶσι τοὺς ἀπὸ τῶν ἱμάντων βρόχους
6736203 ἀναδειξαντες
] , ὧν μίαν οὐδέ τινα συμφανεστάτην εἶναι δοκοῦσαν συντεθείκασιν ἀναδείξαντες χρησίμην οὖσαν . αἱ δὲ προτάσεις αὐτῶν εἰσιν :
κεφαλὴν οἱ Βουργουζίωνες ἀποτεμόντες καὶ τοῖς ἀμφ ' αὐτὸν στρατεύμασιν ἀναδείξαντες ψοφοδεεῖς αὐτίκα πεποίηνται ἅπαντας καὶ δυσέλπιδας , καὶ κατεάγη
6731840 Ἀχραδινης
τὰς ἐλπίδας ἐν αὐτοῖς ἔχων τοῖς μισθοφόροις , τῆς μὲν Ἀχραδινῆς καὶ τῆς Νήσου κύριος ἦν , τὸ δὲ λοιπὸν
τοῖς παισὶ παραδοῦναι τὸ σῶμα , κελεύσαντας ἕλκειν διὰ τῆς Ἀχραδινῆς , καὶ καταβαλεῖν εἰς τὰς Λατομίας . . .
6728025 Χαλκιδικην
κατὰ γῆν καὶ ταῖς ναυσὶν ἅμα ἐστράτευσαν ἐπὶ Νάξον τὴν Χαλκιδικὴν ὅμορον οὖσαν . καὶ τῇ πρώτῃ ἡμέρᾳ τειχήρεις ποιήσαντες
πῶς ὁ Φορμίων τὸ πρὸς τῇ Παλλήνῃ τεῖχος φυλάσσων τὴν Χαλκιδικὴν καὶ Βοττικὴν γῆν ἐδῄου καὶ οὐχὶ μᾶλλον τὸ ἕτερον
6726953 Δολοβελλας
, ἐς τὴν Σμύρναν ἐπανῆλθον . καὶ τοὺς ὀλίγους ὁ Δολοβέλλας ἐνεδρεύσας τε καὶ περιλαβὼν ἔκτεινε καὶ ἦλθε τῆς αὐτῆς
δὴ καὶ Μακεδονίαν εὖ ποιοῦντες οἱ ὕπατοι , σὺ καὶ Δολοβέλλας , καθισταμένων ἄρτι τῶν πραγμάτων περιεσπάσατε ἐς ἑαυτούς .
6725547 μοχλοις
λελημμένος . τέλος δὲ δρυΐνοις συντριαινοῦσαι κλάδοις ῥίζας ἀνεσπάρασσον ἀσιδήροις μοχλοῖς . ἐπεὶ δὲ μόχθων τέρματ ' οὐκ ἐξήνυτον ,
τοῖς Μοχλικοῖς ἀπεδείξαμεν , διὰ δὲ τὸ ὅμοιον καὶ τοῖς μοχλοῖς ῥᾷον κινοῦσι τὰ βάρη , ὅταν ὡς ἐγγύτατα τοῦ
6725228 ζευγματος
μίαν ὑπ ' αὐτοῦ φαίνεσθαι καὶ τὸ μὲν ὑποπλεῖται τοῦ ζεύγματος , τὸ δὲ ἁμαξεύεται : ὁρᾷς γάρ που τοὺς
ὑποκυμαίνων , διαβαίνουσι δ ' αὐτὸν αἰπόλοι καὶ νομεῖς ἐπὶ ζεύγματος . εἰ δὲ τῶν αἰγῶν ἐπαινοίης τὸν ζωγράφον ,
6725125 ὑπερκειμενην
ὑπερφυεῖς δέκα ἢ δώδεκα , ὕψος ὀργυιᾶς ἔχοντας : κεφαλὴν ὑπερκειμένην ὥσπερ ἐλαίαν , δασυτέραν δ ' ὡς πλατάνου σφαιρία
ἀρκτέον . τὰ μὲν δὴ πρῶτα μέρη τὰ περὶ Σούνιον ὑπερκειμένην ἔχει τὴν Ἀττικὴν σὺν τῇ Μεγαρικῇ μέχρι τοῦ Κρισαίου
6724921 ἐπακτηρ
Γράσος πεδία εἰσὶ Τροίας . * σκοπέλοισι : ὄρεσι * ἐπακτήρ : κυνηγός * Ἀμυκλαίῃσι : Λακωνικαῖς * κελεύων :
διά , ἤτοι διὰ κνυζηθμὸν κυνὸς εὗρε τὴν βοτάνην ὁ ἐπακτήρ . θυμολέοντος δέ , τοῦ κυνὸς ἐπίθετον , καὶ

Back