ποικίλως : ἔστεπται μὲν ἀπὸ χρυσοῦ καὶ λίθων πολυτίμων , ἔσταλται δ ' ἐς τὸν πάτριον τρόπον πορφύραν , ἀστέρων | ||
οὖν παρεῖναι καὶ Μάξιμον , ἀλλ ' ἐπὶ τὴν Ἔφεσον ἔσταλται . καὶ περὶ Πρίσκου τὰ ὅμοια διελέχθην ἄν , |
. οἷον διὰ τί τὰ μὴ λυγιζόμενα τῶν ζῴων οὐ λυγίζεται ; διότι ἐρείσματα ἔχει . κατὰ μέρος δὲ διὰ | ||
' ἀργαλέου ἐλυγίχθης Ἔρωτος καὶ ἐκάμφθης ; οἷον Εὔπολις : λυγίζεται καὶ συστρέφει τὸν αὐχένα . Ἔρωτος ὑπ ' ἀργαλέω |
φοίνικος : ψῆνας γὰρ δὴ φέρουσι ἐν τῷ καρπῷ οἱ ἔρσενες , κατά περ δὴ οἱ ὄλονθοι . Τὸ δὲ | ||
ᾠῶν ἀπορραίνουσι κατ ' ὀλίγους τῶν κέγχρων , οἱ δὲ ἔρσενες καταπίνουσι ἑπόμενοι . Εἰσὶ δὲ οἱ κέγχροι οὗτοι ἰχθύες |
δῃουμένη κεῖται , πέφρικαν δ ' ὥστε ληίου γύαι λόγχαις ἀποστίλβοντες . οἰμωγὴ δέ μοι ἐν ὠσὶ πύργων ἐξ ἄκρων | ||
κτήματ ' ἀπορραίσει . ” ὅθεν καὶ ὁ ῥαιστήρ . ἀποστίλβοντες ἀπολάμποντες . ἀπολείβεται ἀποστάζεται : “ καιροσέων δ ' |
ἄρθρα παραλύουϲιν . ἐπὶ πλέον δὲ ἅπτεται ϲμύρνα λίβανοϲ κιϲϲοῦ κόρυμβοι καὶ ταράττουϲι τὴν διάνοιαν ὁλοϲχοίνου καρπὸϲ κρόκοϲ πευκέδανον κυκλάμινοϲ | ||
ἐκ δ ' ἄρα κόρσης ἀμφὶ μέτωπα τριχῶν πυκινοὶ σείοιντο κόρυμβοι : ὄμμα τορόν , πυρσωπόν , ἐπισκυνίοισι δαφοινόν : |
βάλλων ἕωθεν χλιαρὸς ταγηνίας . ἦ πρεσβῦται πάνυ γηραλέοι σκήπτροισιν ἄκασκα προβῶντες . νῦν γὰρ δή σοι πάρα μὲν θεσμοὶ | ||
βραδέα . Κρατῖνος Νόμοις : ἦ πρεσβῦται πάνυ γηραλέοι σκήπτροισιν ἄκασκα προβῶντες . ἄκατος : φιάλη διὰ τὸ ἐοικέναι στρογγύλῳ |
πρὸς τὴν θεράπαιναν . καὶ τὰν θολίαν : καὶ τὸ σκιάδειον εὐκόσμως ἐπίθες . εἴρηται δὲ ἀπὸ τοῦ θόλῳ ἐοικέναι | ||
καυλὸν ἀνιεῖσα καὶ φύλλα ὥσπερ δαῦκον ἄγριον ἢ μάραθον : σκιάδειον δ ' ὡς ἀνήθου , τροχοειδές : ῥίζα δακτύλου |
μετηλλαχότας , φησίν , οὕτω πράττουσι . Ταῖς ἐκ τῶν παλιούρων λύγοις τὸν αὐχένα πρὸς τὰ σκέλη συνέδησαν , εἶτα | ||
Ἐρῶ δὲ πρότερον περὶ τῶν παρὰ Ἀλεξανδρεῦσι καλουμένων κοννάρων καὶ παλιούρων . Μνημονεύει δὲ αὐτῶν Ἀγαθοκλῆς ὁ Κυζικηνὸς , ἐν |
καὶ πᾶσαν μηχανὴν φορμάνων , ὡς οὐκ ὠφελήσουσαν ἀποστρέφεται . Ἧττον δ ' εἰς κακίαν μετὰ τὸν ἐλέφαντα , λέπρα | ||
μᾶλλον ἂν ἀλλοιωθείη καὶ ψυχρότητος καὶ ὠμοχυμίας ὑποδείξειεν οὖρα . Ἧττον δ ' αὖ ὅσα πεπλεονέκτηκεν ἐκείνων τὴν φυσικὴν θερμότητα |
ἀγαθὸς κρατερός τ ' αἰχμήτης . κραιπνά : ταχέα , ταχύτατα . ἄλκιμα : ἰσχυρὰ , καὶ στερεὰ τὴν ἰσχύν | ||
περικυκλώσαντες . δρίος : δάσος , ὄρος . Θοά : ταχύτατα . Ἠλέματα : ματαίως , ματαῖαι : ἠλέματον τὸ |
ἐν Ἔργοις καὶ Ἡμέραις : ἤματι χειμερίῳ , ὅτ ' ἀνόστεος ὃν πόδα τένδει ἐν τ ' ἀπύρῳ οἴκῳ καὶ | ||
καὶ παρ ' Ἡσιόδῳ τινὲς ὀρθῶς δοκοῦσι γράφειν ὅτ ' ἀνόστεος ὃν πόδα τένθει διὰ τοῦ θ . ὀτοτύζειν ] |
. οὗτος δέ , φησί , καλεῖται καὶ ὀξύρυγχος . κορακῖνος δ ' ὁ ἐκ τοῦ Νείλου : ἥττων δ | ||
περὶ ζῴων ἢ ἰχθύων . θρίσσα ἐγκρασίχολος , μεμβράς , κορακῖνος , ἐρυθρῖνος . τριχίδων δὲ Εὔπολις : ἐκεῖνος ἦν |
κάτωθεν , αἱ δὲ συμβολαὶ αἱ ἐν τῷ ἐπιμύειν γινόμεναι ταρσοί . αἱ δὲ τρίχες αἱ ἐκ τῶν βλεφάρων ἐκπεφυκυῖαι | ||
ὁ αὐτὸς : τὸν τάριχον τουτονί πλύνων . ταρροὶ καὶ ταρσοί : τάλαροι καὶ τὰ πλατύσματα τῶν κωπῶν , αὐτὸ |
δὴ καὶ τὰ λοιπὰ τοῦ ἄθλου μετὰ τῆς αὐτῆς ἐπιστήμης ἄνυε , καὶ καλὰ καλοῖς ἀκολουθείτω καὶ φαινέσθω μιᾶς γνώμης | ||
πέτρᾳ ἐπερειδόμενος , ὅθεν ἡ πηγὴ χεῖται . ἐκ ποδὸς ἄνυε : ἢ ἐκ βάθους ἢ ἀφ ' ὑψηλοῦ : |
εἰσελήλυθ ' , εὐθὺς ἥρπακας . πέρδικα δ ' ἢ κίχλην γε νὴ Δί ' οὐκ ἔτι ἔστιν δι ' | ||
τάλαινα τεοῦ κάτα τυμβοχόησα ἢ ὕκην ἢ ἵππον ἢ ὃν κίχλην καλέουσιν πιπὼ ] παιπαλέη ? τῆι τε πτερὰ [ |
βάλανον ἐσδύνων καὶ μὴ ἀπορρέῃ ὁ καρπὸς τοῦ φοίνικος : ψῆνας γὰρ δὴ φέρουσι ἐν τῷ καρπῷ οἱ ἔρσενες , | ||
πρὸς τόκον . ἀπὸ μεταφορᾶς τῶν σύκων τῶν διὰ τοὺς ψῆνας πεπείρων . Ὑποβολιμαῖος εἶ : ἐπὶ τῶν εὐτελῶν : |
ἔχουσαι τὴν τοῦ θηρίου φύσιν ἀποτυποῦνται . γίνονται δὲ καὶ τραγέλαφοι καὶ βούβαλοι καὶ ἄλλα πλείω γένη δίμορφα ζῴων καὶ | ||
πνικτὰ Σικελὰ πατανίων σωρεύματα ἀλλ ' εἰσὶ φιάλαι πέντε , τραγέλαφοι δύο . ἀλλὰ παραλαβὼν ἀκράτῳ κροῦε καὶ δίδου πυκνὰς |
δέ τε φαίνεται αὐγή , ὣς τῶν ἐρχομένων ἀπὸ χαλκοῦ θεσπεσίοιο αἴγλη παμφανόωσα δι ' αἰθέρος οὐρανὸν ἷκε . Τῶν | ||
λασίην ὑπὸ γαστέρ ' ἐλυσθεὶς κείμην : αὐτὰρ χερσὶν ἀώτου θεσπεσίοιο νωλεμέως στρεφθεὶς ἐχόμην τετληότι θυμῷ . ὣς τότε μὲν |
, ὄρκυνες : καὶ πρὸς τούτοις ὀρνιθαρίων ἀφάτων πλῆθος , νηττῶν , φαττῶν : χῆνες , στρουθοί , κίχλαι , | ||
, ὄρκυνες : καὶ πρὸς τούτοις ὀρνιθαρίων ἄφατον πλῆθος , νηττῶν , φαττῶν : χῆνες , στρουθοί , κίχλαι , |
εὔτροφοι καὶ ἡδεῖαι . τούτοις ἀναλογεῖ καὶ ὁ ῥόμβος . θυννὶς καὶ θύννος βαρεῖς καὶ πολύτροφοι . ὁ ἀκαρνὰν γλυκὺς | ||
Κρατῖνος δ ' ἐν Πλούτοις φησίν : ἐγὼ γάρ εἰμι θυννὶς ἡ μέλαινά σοι καὶ θύννος , ὀρφώς , γλαῦκος |
τρέφει , πεποίηνται δὲ αὐτοὺς ὁμωνύμους τοῦ ὄρνιθος , ἐπεὶ κυάνεοι μὲν αὐτοῖς οἱ λόφοι , στικταὶ δὲ αἱ φολίδες | ||
: στίγματα δ ' ὣς ἐπέφαντο ἰδεῖν δεινοῖσι δράκουσι : κυάνεοι κατὰ νῶτα , μελάνθησαν δὲ γένεια . Ἐν δὲ |
χρυσοκόλλητον δέπας μεστόν , κύκλῳ χορεῦον , ἕλκουσι γνάθοις ὁλκοῖς ἀπαύστοις , παντελῶς ἐστραμμένον τἄνω κάτω δεικνύντες . Ἐὰν μὲν | ||
καὶ σιτίων ἀναλόγως τῇ κρατούσῃ κακοχυμίᾳ . δίψεσι δ ' ἀπαύστοις καταληφθέντας . . . ἐξ ὧνπερ καὶ ἀπέθανον . |
. ἀνέρος : ἁλιέως . ἀλκῇ : δυνάμει . Ἐπὶ ξιφίῃ : κατὰ ξιφίου . ὁπλίζονται : τεχνῶνται , μηχανῶνται | ||
, πάντες ἀταρτηροῖς ὑπὸ νύγμασιν ἰὸν ἱέντες . Τρυγόνι δὲ ξιφίῃ τε θεὸς κρατερώτατα δῶρα γυίοις ἐγκατέθηκεν , ὑπέρβιον ὅπλον |
ὄστρεια , κτένες , ὄρκυνες : καὶ πρὸς τούτοις ὀρνιθαρίων ἀφάτων πλῆθος , νηττῶν , φαττῶν : χῆνες , στρουθοί | ||
σήσαμα , κήρυκες , ἅλες : καὶ πρὸς τούτοις ὀρνιθαρίων ἀφάτων πλῆθος , νηττῶν , φαττῶν : χῆνες , κίτται |
ὅτ ' ἐς χορὸν ἐντύνοιτο ἢ ὅτε φαιδρύνοιτο χρόα προχοῇσιν ἀναύρων ἢ ὁπότ ' ἐκ λειμῶνος ἐύπνοα λείρι ' ἀμέργοι | ||
τῶν ἐλεφάντων ἀποξύουσιν , ἄλλοι δὲ ἐπὶ ταῖς προόδοις τῶν ἀναύρων , ὅ ἐστι τῶν μὴ ἐχόντων ποταμῶν , αὔρας |
θαμνομήκης ῥάβδος ἥ τ ' Αἰγυπτία βόσκει λινουλκὸς χλαῖνα θήραγρος πέδη εἰ δ ' ἐγὼ ὀρθὸς ἰδεῖν βίον ἀνέρος , | ||
εδη δισύλλαβα διὰ τοῦ ε ψιλοῦ γράφονται : οἷον , πέδη : Νέδη . Τὰ διὰ τοῦ ιδη δισύλλαβα διὰ |
. καὶ τῆς τοι πεδίον περιώσιον , ἔνθα τε πολλοὶ ἀκρόκομοι φοίνικες ἐπηρεφέες πεφύασιν . ναὶ μὴν καὶ χρυσοῖο φέρει | ||
κινοῦνται . . . . ἀκρόκομοι : οἷον : Θρήϊκες ἀκρόκομοι , ἤτοι ἀκειρόκομοι . ἢ ἄκρως κομῶντες , τουτέστι |
προπαροξύνεται ἐν τῇ καθόλου [ . , ] : κεδρωτὰ παστάδων : τὰ ἐκ κέδρου ξύλα . παστάδων δὲ τῶν | ||
οὖν φησιν , ὡς ὑπερπεπηδηκὼς τῶν ἔσω τινὰς οἴκων . παστάδων γὰρ τῶν θαλάμων . Αἰσχίνης δὲ τὴν ὑπέρ ἀντὶ |
ψήφοις , κεῖται δὲ ὑπὸ θεωρῶν κραυγῇ , καὶ οἱ ῥαβδοῦχοι περιεστᾶσιν ἕτοιμοι τὰς δεξιάς . Ἦ πού τις ὑμῶν | ||
ἐλεφάντινον ἔχων ἐπὶ θρόνου ἐκαθέζετο ἐλεφαντίνου , καὶ οἱ δώδεκα ῥαβδοῦχοι τοὺς πελέκεις φέροντες ἅμα ταῖς ῥάβδοις δικάζοντί τε αὐτῷ |
ἐρεπτόμενοι ἐλεόθρεπτόν τε σέλινον ἕστασαν : ἅρματα δ ' εὖ πεπυκασμένα κεῖτο ἀνάκτων ἐν κλισίῃς : οἳ δ ' ἀρχὸν | ||
κύαμον δέ τις ἐν πυρὶ φρυξεῖ . χἀ στιβὰς ἐσσεῖται πεπυκασμένα ἔστ ' ἐπὶ πᾶχυν κνύζᾳ τ ' ἀσφοδέλῳ τε |
κύειν τῶν κεστρέων οἱ μὲν χελλῶνες Ποσειδεῶνος μηνὸς καὶ ὁ σαργὸς καὶ ὁ μύξος καλούμενος καὶ ὁ κέφαλος : κύουσι | ||
τὸν ἐκκρινόμενον θορὸν λάπτουσι καὶ οὕτως συλλαμβάνονται . Ὅτι ὁ σαργὸς καὶ ὁ κόσσυφος πολλὰς γαμετὰς ἔχουσιν , οἱ δὲ |
σ καταλήγουσαν , διὰ τοῦ ι γράφονται : οἷον , κυπάρισσος : νάρκισσος : Μέλισσος : Κύρμισσος : Πόλισσος : | ||
γένηται . χαίρει δὲ μᾶλλον καθύγροις καὶ σκεπηνοῖς τόποις . κυπάρισσος δὲ ὁ ἄρρην ἄγονός ἐστιν . Μυρσίνη παῖς ἦν |
ἡμέραν λαμβανέτωσαν καὶ τῶν ὄρνεων μὴ τῶν λιπαρῶν πάνυ . ἐσθιέτωσαν δὲ καὶ περδίκων καὶ ἀτταγήνων τὰ στήθη . προσφερέσθωσαν | ||
. ἢ ἐρυθροδάνου τριώβολον ἢ στρουθίου βραχὺ μετὰ σύκου ξηροῦ ἐσθιέτωσαν ἢ φοίνικος . ἢ θείου ἀπύρου ⋖ α ἐν |
τε μῆλον , ὅ τ ' ἀργιλώδεσιν ὄχθαις πορφύρεον ἐλαχείῃ ἐνιτρέφεται Σιδόεντι . Χρειὼ πάντ ' ἐδίδαξε : τί δ | ||
εὐμενέται βασιλῆες , Ὀλύμπια τείχεα γαίης . Κήτεα μεσσοπόροις μὲν ἐνιτρέφεται πελάγεσσι πλεῖστά τε καὶ περίμετρα : τὰ δ ' |
ἐμψύχοιο : ἀενάῳ δ ' ἐνὶ πέτρον ἐχέφρονα πίδακι λούων φάρεσιν ἐν μαλακοῖσιν ἅτε βρέφος ἀλδήσασκε , καὶ θεὸν ὣς | ||
: ἀενάῳ δ ' ἐνὶ πέτρον ἐχέφρονα πίδακι λούων , φάρεσιν ἐν λιπαροῖσιν , ἅτε βρέφος , ἀλδήσασκε , καὶ |
ὅλως τὸ τὰ ἀδύνατα καὶ ἄπιστα τερατεύεσθαι . τὸ μέντοι ἄταλλε δὲ κήτε ' ὑπ ' αὐτοῦ καὶ ὅσα τοιαῦτα | ||
τότ ' ἐρχομένοιο γαληνιάασκε θάλασσα , κήτεα δ ' ἀμφὶς ἄταλλε Διὸς προπάροιθε ποδοῖιν , γηθόσυνος δ ' ὑπὲρ οἶδμα |
κότταβον ἐνθάδε σοι τρίτον ἑστάναι οἱ δυσέρωτες ἡμεῖς προστίθεμεν γυμνασίῳ Βρομίου κώρυκον . οἱ δὲ παρόντες ἐνείρετε χεῖρας ἅπαντες ἐς | ||
? , σάτυρον ὑπὸ πίτυν , Ἄττιν ? ἡμιγύνην λυθέντα Βρομίου Θῆβαι / εἶδον ἀπολλύμενον [ γάμον ] ἔναιμον ? |
βελόνη καὶ ἀβλενής , δύσπεπτος , ὑγρός , εὐκοίλιος . θρίσσα , χαλκίς , εὐανάδοτα . κεστρεύς ἐστι καὶ θαλάσσιος | ||
καὶ φαγρώριος ὃν καὶ φάγρον καλοῦσιν , ἔτι σίλουρος κιθαρὸς θρίσσα κεστρεὺς λύχνος φῦσα βοῦς : ὀστρακίων δὲ κοχλίαι μεγάλοι |
: τούτων δηλονότι . ὅσα : προσεφέρετο . λεῖα : λιτά , πρὸς ἀντιδιαστολὴν τῶν ὑφαντῶν καὶ πεποικιλμένων Ὀδρυσῶν : | ||
Λακωνικαί , καὶ θῆραι , καὶ δρόμοι , καὶ δεῖπνα λιτά , καὶ στιβάδες εὐτελεῖς : ἀλλ ' ὁρῶ καὶ |
. καὶ ὁ Λυκόφρων ” ὑπὲρ Καλυδνῶν “ λευκὰ φαίνουσαι πτίλα , ” ἤγουν τὰ ἱστία ὑπεράνω τῶν Καλυδνῶν φέρουσαι | ||
. ἔστι δὲ καὶ μυῶν τι πτηνὸν γένος οἷς οὔτε πτίλα πέφυκεν ὄντα οὔτε πτερά : μόνῃ δὲ τῇ οὐρᾷ |
ἀμφὶς ὁδοῦ δραμέτην . ” ἀμαλλοδετῆρες οἱ τὰς ἀμάλλας τῶν ἀσταχύων δεσμεύοντες . ἀμύντορας βοηθούς : “ ἤ τινας ἐκ | ||
δέδιθι , σωφρονέστερον γὰρ αὐτῷ χρήσῃ . μὴ τέμνε τῶν ἀσταχύων τοὺς ὑψηλούς τε καὶ ὑπεραίροντας , ἄδικος γὰρ ὁ |
. λέγεται δὲ καὶ ἐπὶ τοῦ ποιητικοῦ αἰτίου , ὅτι τεκταίνεται τὴν οἰκίαν , καθὸ οἰκοδόμος , οὐ καθὸ φαλακρὸς | ||
ὡς πρὸς τὰς φύσας ἐπήνεγκεν . ἔστι δὲ ὅμοιον τῷ τεκταίνεται . πάντα δέ , φησί , πράττεται τῷ Κλέωνι |
, ᾧ ξέουσι τὸν πηλόν . πελεκᾶντες : Παρὰ τὸ πελεκᾶν τὰ ξύλα , τῷ ὀνόματι τοῦ ὄρνιθος πιθανῶς παίζων | ||
, ᾧ ξέουσι τὸν πηλόν . πελεκᾶντες : Παρὰ τὸ πελεκᾶν τὰ ξύλα , τῷ ὀνόματι τοῦ ὄρνιθος πιθανῶς παίζων |
θηρίον τῶν δυναμένων ἀδικεῖν τοὺς ἰχθῦς . τὰ λεπίδας ἔχοντα ᾠοτοκεῖ . μόνη χελώνη τῶν ᾠοτοκούντων κύστιν ἔχει . οὐδὲν | ||
Ἐπεὶ οὖν ἃ μὲν τῶν ζῴων ζῳοτοκεῖ , ἃ δὲ ᾠοτοκεῖ , ἃ δὲ σκωληκοτοκεῖ , πειράσομαι μὲν ἐν τούτῳ |
+ * . . Ἀνεκυμβαλίαζον : ἀνεκρότουν ἢ ἀνετρέποντο : δίφροι δ ' ἀνεκυμβαλίαζον , . + . . . | ||
ἦν καὶ πεποίκιλτο χρυσοῖς ἀγάλμασιν , οἱ δὲ τῶν ἄλλων δίφροι χαλκοῖ μέν , ἄσημοι δὲ ἦσαν , ὑψηλοὶ δὲ |
. καὶ χρόμιν δὲ τὸ αὐτὸ ποιεῖν καὶ φάγρον καὶ σκίαιναν πέπυσμαι : ἔχειν γάρ τοι ὅμοιον λίθον καὶ ταῦτα | ||
αὖ ποιῇσιν ἐπίχλοοι ὑγρὰ μέτωπα πέτραι σαργὸν ἔχουσιν ἐφέστιον ἠδὲ σκίαιναν χαλκέα καὶ κορακῖνον ἐπώνυμον αἴθοπι χροιῇ , καὶ σκάρον |
γεωδεστέραν οὐσίαν ἐπικρατοῦσαν κέκτηται , βραχέος τινὸς μεμιγμένου λεπτομεροῦς . Ὑδροπέπερι θερμὸν μέν , ἀλλ ' οὐκ εἰς ὅσον πέπερι | ||
καὶ χρῶνται πρὸς ὅσα ψῦξαί τε καὶ στῦψαι δέονται . Ὑδροπέπερι θερμαίνει μέν , ἀλλ ' οὐκ εἰς ὅσον πέπερι |
Βοιώτιαι μὲν ἐγχέλεις , μῦς Ποντικοί , θύννοι Μεγαρικοί , μαινίδες Καρύστιαι , φάγροι δ ' Ἐρετρικοί , Σκύριοι δὲ | ||
λόγῳ ἐν τῷ πρώτῳ βιβλίῳ ἐπεμνήσθην , οἷον χαλκίδες τριχίαι μαινίδες ψηστοὶ ἀφύαι . ἤδη δέ τι καὶ κατ ' |
μοῦναιν : αἰολικὸν , ἰωνικόν . κοτυληδόνες : φολίδες , πλόκαμοι , πλεκτάναι , τὰ καρφία , αἱ κοιλότητες τῶν | ||
ἢ χρυσόπαστον . Τρίχες δὲ τῶν ἵππων οὐραῖαι διαπλέκονται καθάπερ πλόκαμοι γυναικῶν καὶ διαδοῦνται καὶ περισφίγγονται πορφυραῖς τε καὶ ποικίλαις |
πρῆσαι . Γόου δὲ μηδὲν εἰσίτω δάκρυ , ἀλλ ' ἀστένακτος κἀδάκρυτος , εἴπερ εἶ τοῦδ ' ἀνδρός , ἔρξον | ||
ἄλλο μαλακὸν οὐθὲν ἐνδούς , ἀλλ ' ἄδακρύς τε καὶ ἀστένακτος καὶ ἀτενὴς διαμένων εὐκαρδίως ἤνεγκε τὴν συμφοράν . οὕτως |
ἄγρην πόρεν : ἐκ δέ νυ πάντων εὐαγέως ἱερῷ ἀνὰ διπλόα μηρία βωμῷ καῖον , ἐπικλείοντες Ἑώιον Ἀπόλλωνα . ἀμφὶ | ||
ἑῇ φέρε χειρὶ μεμαρπώς Εὔφημος : γαίης δ ' ἀπὸ διπλόα πείσματ ' ἔλυσαν . οὐδ ' ἄρ ' Ἀθηναίην |
τὰ ἀδύνατα καὶ ἄπιστα τερατεύεσθαι . τὸ μέντοι ἄταλλε δὲ κήτε ' ὑπ ' αὐτοῦ καὶ ὅσα τοιαῦτα ποιητικὰ μὲν | ||
βῆ δ ' ἐλάαν ἐπὶ κύματ ' : ἄταλλε δὲ κήτε ' ὑπ ' αὐτοῦ πάντοθεν ἐκ κευθμῶν , οὐδ |
παρὰ τὸ ἀμφέχειν τὰς τρίχας τῆς κεφαλῆς , ἄμφυξ καὶ ἄμπυξ : ἡ ἄνω πυκάζουσα καὶ ἀνέχουσα : τὰς αἰθήρας | ||
διαδήματα : ἴσως καὶ διὰ τὸ ἀμπέχειν τὰς κόμας . ἄμπυξ δὲ καὶ εἶδος χαλινοῦ , ὅθεν καὶ τὸ χρυσάμπυκας |
ἀρδομέναν ἱερὰν χθόνα καὶ ποταμῶν ζαθέων κελαδήματα καὶ πόντον κελάδοντα βαρύβρομον : ὄμμα γὰρ αἰθέρος ἀκάματον σελαγεῖται μαρμαρέαισιν αὐγαῖς . | ||
τε Κλυμένοι ' ἄλοχον μελιβόαν ὕμνον ἀναγνέων Αἰολίδ ' ἂμ βαρύβρομον ἁρμονίαν . εὕρημά τι Μοισᾶν . μὴ κατέναντα λέοντος |
περ ἀμύνων . ὡς δ ' ὁπότ ' ἀμφ ' ἀγέλῃσι νεηγενέεσσιν ἰώπων ἠὲ φάγροι ἢ σκῶπες ἀρείονες ἠὲ καὶ | ||
καὶ Νίκανδρος : ὡς δ ' ὁπότ ' ἀμφ ' ἀγέλῃσι νεηγενέεσσιν ἰώπων . ὅτι τοὺς εἰς τὸ ἀπανθρακίζειν ἐπιτηδείους |
κάτα τυμβοχόησα ἢ ὕκην ἢ ἵππον ἢ ὃν κίχλην καλέουσιν πιπὼ ] παιπαλέη ? τῆι τε πτερὰ [ – ˘˘ | ||
τὸ κῆτος πιποῦς δὲ ὄρνεον μικρὸν θαλάσσιον εὐειδές . * πιπὼ ὄρνεόν ἐστι θαλάσσιον εὐπρεπές , νῦν δὲ τὴν Ἡσιόνην |
σκαπτοῦχος ὁ Δωρικός . ἀλλά , Πόσειδον , σῷζε διὰ γλαυκῶν σέλμα τόδε ῥοθίων . * Λύχνε , σὲ γὰρ | ||
μὲν αὐτῶν τὰς οἰνάνθας οἱ πάρνοπες οὐ κατέδονται , ἀλλὰ γλαυκῶν λόχος εἷς αὐτοὺς καὶ κερχνῄδων ἐπιτρίψει . Εἶθ ' |
φάτο : τοὶ δ ' ἔσχοντο πονεύμενοι . Ἐκ δὲ μετώπων χερσὶν ἄδην μόρξαντο κατεσσύμενόν περ ἱδρῶτα : κύσσαν δ | ||
κεράτων : ἦν δ ' ἀμφίπλεκτοι κλίμακες , ἦν δὲ μετώπων ὀλόεντα πλήγματα καὶ στόνος ἀμφοῖν . Ἁ δ ' |
, ποία ταῦτα ἦν ἐλευθερία , ἧς οὐδ ' ἐλπὶς ὑπεφαίνετο ἔτι ; τί δὲ οἱ τοῦ δήμου προστάται Καισήτιος | ||
σωτηρίας ἐλπὶς τὴν πόλιν ἀπελελοίπει , μία δέ τις ἡμῖν ὑπεφαίνετο τὴν ἐμὴν ἀπαιτοῦσα γονήν , παρεχώρησα τῆς παιδός , |
Τῶν δ ' ὀσπρίων μάλιστα ἐρυσιβᾷ κύαμος καὶ διὰ τὸ πολύφυλλος εἶναι πολλαχόθεν καὶ διὰ τὸ πυκνοσπορεῖσθαι καὶ διὰ τὸ | ||
εὐαυξὴς καὶ ὑψηλὸς καὶ παχύς . ὁ δὲ λεπτὸς καὶ πολύφυλλος , ὁ δὲ ὀλιγόφυλλος καὶ μονόφυλλος . ὅλως δὲ |
τὸν κρόταφον , . . . . . , : κόρσην κεφαλήν . ἐπὶ νηυσὶ χόλον θυμαλγέα πέσσει : ἡ | ||
ὠκειάων . τόν ῥ ' Ὀδυσεὺς ἑτάροιο χολωσάμενος βάλε δουρὶ κόρσην : ἣ δ ' ἑτέροιο διὰ κροτάφοιο πέρησεν αἰχμὴ |
. . κἀκεῖνο δέ τινες ὀρθοτονοῦσι προσπνέοντες , φρίξας εὗ λοφιήν : ἀντὶ τοῦ τὴν αὑτοῦ . Ἡ ἕο κατ | ||
ἀνίσταται τοῦ ὕδατος . ὑπερτέλλοιτο : ἀνατέλλοιτο , ἀναφαίνοιτο . λοφιήν : κεφαλήν , ῥάχιν . φαείνων : δεικνύων . |
' Ἔρως καὶ θαλεραὶ Χάριτες , εἴην καὶ κίχλη καὶ κόσσυφος , ὡς ἂν ἐκείνου ἐν χερὶ καὶ φθογγὴν καὶ | ||
τῷ περὶ ζωικῶν : καὶ τὰ μὲν μελανόστικτα , ὥσπερ κόσσυφος , τὰ δὲ ποικιλόστικτα , ὥσπερ κίχλη . Παγκράτης |
[ , ἥδε μὲν ἡ ὁ ] δὸς εἰς Αἴγυπτον ὁδεύει [ , εἰ δὲ ] ὁδεύεις εἴκοσιν ἡμέρας [ | ||
ἀεὶ τηροῦντα νόμοισιν , οἷσιν ἄνωθε φέρων μέγαν οὐρανὸν αὐτὸς ὁδεύει , καὶ φθόνον † οὐ δίκαιον † ῥοίζου τρόπον |
κρέμαται . Δυσπαίπαλος : δυσκίνητος . Λάπτει : δάκει . ἀπείριτα : χωρὶς πέρατος . Κεραΐζει : τυπεῖ , οὐτᾷ | ||
βαρύθων ἔστη κρατερῆς ὑπ ' ἀνάγκης , δάπτει δὲ στομάτεσσιν ἀπείριτα δήϊα φῦλα βεβρυχὼς ὀδύνῃσιν : ἐπιστροφάδην δ ' ἑκάτερθεν |
πληρωσάμενος . οὐκ ἐμπλησθεὶς ἀλλὰ προσδεὴς ὤν . χαραδριοῦ . χαραδριὸς ὄρνις τις ὃς ἅμα τῷ ἐσθίειν ἐκκρίνει . εἰς | ||
κράζειν . [ ἐνταῦθα δὲ ἀντὶ τοῦ ἐκρύπτετο . ] χαραδριὸς δέ ἐστιν εἶδος ὀρνέου μεταβαλλομένου εἰς τὰ προκείμενα . |
εὐφυεῖς ἄνδρας δηλοῦσιν , οἱ δὲ στενοὶ καὶ προμήκεις καὶ κυρτοὶ ἀναισθήτους καὶ θηριώδεις , οἱ δὲ σκολιοὶ [ καὶ | ||
κατόπιν κάμπτεται . ἢν δὲ ἐϲ τὸ ἔμπροϲθεν ἕλκωνται , κυρτοὶ μὲν τὰ νῶτα : ἐπ ' ἶϲον τοῖϲι μεταφρένοιϲι |
, καὶ σμίλακα τὴν πολύφυλλον , κότινον , σχῖνον , μελίαν , πεύκην , ἀρίαν , δρῦν , κιττόν , | ||
, σοφίᾳ δὲ πλεῖστα τοὺς Ἕλληνας ὠφελῶν ὑπὲρ τὴν Ἀχιλλέως μελίαν καὶ τὴν Αἴαντος ἀσπίδα καὶ τὸ δόρυ τοῦ Διομήδους |
: παρὰ δέ σφιν ἑκάστῳ δίζυγες ἵπποι ἑστᾶσι κρῖ λευκὸν ἐρεπτόμενοι καὶ ὀλύρας . ἦ μέν μοι μάλα πολλὰ γέρων | ||
τῆς ἔρας ἐσθίοντες , ὅ ἐστι κυρίως : “ λωτὸν ἐρεπτόμενοι . ” ἐρετμόν κώπην . ἔρεσσον ἐκωπηλάτουν , ἀντὶ |
τὰς βόας ὧδε νομεύων , Δάφνις ὁ τὼς ταύρως καὶ πόρτιας ὧδε ποτίσδων . ἄρχετε βουκολικᾶς , Μοῖσαι , πάλιν | ||
κνυζεῖ τε κεχαρμένος , οἷά τε τυτθαὶ σκιρτεῦσιν δαμάλαι περὶ πόρτιας οὐθατοέσσας : ὣς καὶ τῷ μάλα θυμὸς ἐχήρατο , |
ἐπήνεγκεν . ὁ γὰρ κελαινὸς καὶ μέλας ἀετὸς καὶ ὁ ἐξόπιν ἀργίας , ἤγουν ὁ πύγαργος , φανέντες τοῖς βασιλεῦσι | ||
. Ἵετο δ ' ὠκύπομπον δόρυ : σόει νιν βορεὰς ἐξόπιν πνέους ' ἀήτα : τρέσσαν δ ' Ἀθαναίων ἠϊθέων |
θνατὸς οὔπω τις πρότερον . δύο δ ' αὐτὸν ἔρεψαν πλόκοι σελίνων ἐν Ἰσθμιάδεσσιν φανέντα : Νέμεά τ ' οὐκ | ||
: μακροὶ , προτεταμέναι , ἀπῃωρημένοι , καὶ ἐξηπλωμένοι . πλόκοι : σχοινία , πλόκαμοι . Ὁρμιῇσιν : ὁρμιδίοις : |
γαστέρα λαμβανόμενα πάντα τὰ ὀστρακόδερμα , οἷον πορφύρα κῆρυξ ὄστρεον στρόμβος ἐχῖνος μῦς πελωρὶς χήμη κτένες [ καρκινάδες ] καὶ | ||
+ . * + . . . Βέμβιξ : ὁ στρόμβος , ὃν οἱ παῖδες περιστρέφοντες καὶ παίοντες ἱμάντι παίζουσι |
, ὡς ὅτε κῦμα πολυφλοίσβοιο θαλάσσης αἰγιαλῷ μεγάλῳ βρέμεται , σμαραγεῖ δέ τε πόντος . Ἄλλοι μέν ῥ ' ἕζοντο | ||
δὲ κλάγξας πέτετο πνοιῇς ἀνέμοιο . Αἰγιαλῷ μεγάλῳ βρέμεται , σμαραγεῖ δέ τε πόντος . Σκέπτετ ' ὀιστῶν τε ῥοῖζον |
δῶρα : παλαιστάς . ἔστι δὲ τετραδάκτυλον μέτρον παλαιστοῦ ἤτοι σπιθαμήν ἐπὶ τρεῖς σπιθαμάς μῆκός τε καὶ ἰθύν : ἐκ | ||
ἐκταθεῖσαι , οὐκ ἀφικνοῦνται τῶν γονάτων , ἀλλ ' ἀποδέουσι σπιθαμήν . διὸ καὶ τοῦ μακρόχειρα δόξαντα κεχρῆ - σθαι |
ἡ δὲ ξὺν τῷ αἵματι πάντῃ φοιτῇ : διὰ τόδε μελάγχλωροι ἀπὸ ϲπληνὸϲ ἴκτεροι . ἀτὰρ καὶ ἐπὶ τοῖϲι ϲκυβάλοιϲι | ||
ἐπανθέει . ὁκόϲοιϲι μὲν ὦν μέλαϲ ὁ ἴκτεροϲ , χροιῇ μελάγχλωροι , ῥιγώδεεϲ , ἀδρανέεϲ , ὄκνῳ εἴκοντεϲ , ἄθυμοι |
τοῦ κολυμβᾶν εἶπε : κολυμβᾷ γὰρ τὸ ζῷον . * χιλοί : χιλὸς κυρίως ὁ χόρτος τῶν βοσκημάτων * χλοάζουσι | ||
τοῦ κολυμβᾶν εἶπε : κολυμβᾷ γὰρ τὸ ζῷον . * χιλοί : χιλὸς κυρίως ὁ χόρτος τῶν βοσκημάτων * χλοάζουσι |
. Διόνυσε χαῖρε . μή τι πέντε καὶ δύο ; Αὐτοῦ τὴν χερνίβα παύσεις . Καὶ τῆς λοπάδος ἔνεισι δ | ||
ἀποτείνεται ὤμων ὄργυιαν : φαίης κεν ἀνιάζειν ἐπὶ παιδί . Αὐτοῦ γὰρ κἀκεῖνο κυλίνδεται αἰνὸν ἄγαλμα Ἀνδρομέδης ὑπὸ μητρὶ κεκασμένον |
ὕλην , οἷ αὐτῇ μέγ ' ἄγαλμα , τρέφει παρὰ πίδακι γαῖα : τοίη Πενθεσίλεια κατ ' ὠκέος ἤριπεν ἵππου | ||
πεπτηυῖαι ἄπλητον μεμάασιν ἐπήτριμοιὧς τότ ' ἀολλεῖς πετραίῃ Μινύαι περὶ πίδακι δινεύεσκον . καί πού τις διεροῖς ἐπὶ χείλεσιν εἶπεν |
διερὰ γὰρ τὰ δίυγρα . τῶν ἄνδηρα παρ ' αἱμασιαῖσι πεφύκει : ὧντινων , τῆς κυνοσβάτου καὶ τῆς ἀνεμώνης , | ||
τᾷ ματρὶ κατ ' εὐνὰν ὀρθρευοίσᾳ . Οὐδὲν ποττὸν ἔρωτα πεφύκει φάρμακον ἄλλο , Νικία , οὔτ ' ἔγχριστον , |
, τροφώδεις δὲ καὶ πρὸς τὰς ἐκκρίσεις εὖ ἔχουσιν . σάλπαι αἱ πελάγιαι δριμεῖαι , εὔστομοι , δύσφθαρτοι , δυσδιαχώρητοι | ||
καλαμῆες σαῦρον κικλήσκουσι καὶ αἰολίην , ὀρφίσκον πιότατον κεφαλῇ . σάλπαι τ ' ἰσομήκεες ἰχθῦς , ἅς τε βόας πορκῆες |
μέλανας βότρυας μεγάλων ἀπὸ ὄρχων , βριθομένων φύλλοισι καὶ ἀργυρέῃς ἑλίκεσσιν . ] οἳ δ ' αὖτ ' ἐς ταλάρους | ||
ἀμετάτροπον ἀμφιπολεύων , ἐνδοπαγῆ ξύμπαντα λαχὼν ἔντοσθεν ἀείρει , κυκλώσας ἑλίκεσσιν ὅλην φύσιν . Ἔξοχα δ ' ἄλλων ἀμφιθαλῆ χαρίεσσαν |
μέγα νήπιοι οὐκ ἐπίθοντο . ἔνθα δὲ πολλὸν μὲν μέθυ πίνετο , πολλὰ δὲ μῆλα ἔσφαζον παρὰ θῖνα καὶ εἰλίποδας | ||
Φιλόξενος δ ' ὁ Κυθήριος ἐν τῷ ἐπιγραφομένῳ Δείπνῳ φησίν πίνετο νεκτάρεον πῶμ ' ἐν χρυσέαις προτομαῖς ταύρων κεραστῶν , |
τε τραχυδέρμονες . Ἀριστοτέλης δ ' ἐν πέμπτῳ ζῴων μορίων σελάχη φησὶν εἶναι βάτον , τρυγόνα βοῦν , ἀμίαν , | ||
, χαλκίδες καὶ τὰ τοιαῦτα , ἐν δὲ τοῖς ζωικοῖς σελάχη , φησί , βοῦς τρύγων , νάρκη , βατίς |
ῥόπαλόν τε τινάσσων , παῖς Διός : οἳ τότ ' ἀολλεῖς ἴσαν ἐς μέσον ἱέμενοι λεχέων : μόνα δ ' | ||
κύματος ἀγῇ , ἔνθεν ὀρύξασθαι θέμεναί τ ' εἰς ἄγγος ἀολλεῖς . ἄλλοτ ' ἐρυθρὸν κόκκυγ ' ἢ ὀλίγας πεμφηρίδας |
ψιαθῶδές τι πλέγμα ἐν ᾧ τοὺς στάχυας ἐμβάλλουσιν . ἢ φορυτῷ τῇ ἐκ φρυγάνων στρωμνῇ . τὴν ἔπαλξιν ] τὸ | ||
Οὐδ ' αἶγες πρίνοιο περισπεύδουσαι ἀκάνθαις εὔδιοι , οὐδὲ σύες φορυτῷ ἔπι μαργαίνουσαι . Καὶ λύκος ὁππότε μακρὰ μονόλυκος ὠρύηται |
μετὰ ταύτην ἴντυβοι . οἱ εὐώδειϲ οἶνοι εὔχυμοι : τῶν εὐχυμοτάτων δέ ἐϲτιν ὁ Φαλερῖνοϲ ὁ γλυκὺϲ καὶ ὁ Τμωλίτηϲ | ||
δείπνῳ διάβροχον ἄρτον οἴνῳ κεκραμένῳ λαμβάνειν ἤ τι ἄλλο τῶν εὐχυμοτάτων καὶ δυσφθάρτων . οὔτε δ ' οἴνου παχυχύμου προσφέρεσθαι |
εἰς ὁρμαθὸν συντιθείς . 〛 σπίνους : Εἶδος ὀρνέου ὁ σπίνος . τρία δὲ αὐτοὺς λυπεῖ , ὅτι θηρεύει , | ||
Καὶ ἐὰν ἐκ πελάγους ὄρνιθες φεύγωσι χειμῶνα σημαίνουσι . Καὶ σπίνος ἐν οἰκίᾳ οἰκουμένῃ φθεγγόμενος χειμέριον . Ὅσα ὕδωρ σημαίνει |
: καυλὸν δ ' ὄρθιον , τραχύν , σκιάδειον ἔχοντα ἀνήθῳ παραπλήσιον , ἐφ ' οὗ ἄνθη λευκά , ἐν | ||
καὶ ἑρπετὰ τεῖδε πάρεστι : χλωραὶ δὲ σκιάδες μαλακῷ βρίθοισαι ἀνήθῳ δέδμανθ ' : οἱ δέ τε κῶροι ὑπερπωτῶνται Ἔρωτες |
ἐκ Κυΐνδων χρυσίον , Περσικαὶ στολαὶ δὲ κεῖνται πορφυραῖ , τορεύματα ἔνδον ἔστ ' , ἄνδρες , ποτηρίδια , τορεύματα | ||
' ἐν Σαβαῖς , ἐν ᾗ τὰ βασίλεια κεῖται , τορεύματα μὲν ἀργυρᾶ τε καὶ χρυσᾶ παντοδαπῶν ἐκπωμάτων ἔχουσι , |
οἷον λέβητι λέβησι Αἴασι , δυνάμει δέ , οἷον κόραξι Κύκλωψιν . ἐπεὶ οὖν τὸ καλοῖς οὐδετέρων οὐδέποτε λήγει εἰς | ||
νῦν δ ' οὐδ ' ἀφύην κινεῖν δοκεῖς . Καλλίας Κύκλωψιν : πρὸς τῆς ἀφύης τῆς ἡδίστης . Ἀριστώνυμος Ἡλίῳ |
σκεύη ἄκμων ἀκμοθέτης , ῥαιστήρ , πυράγρα , φῦσαι φυσητήρ ἀκροφύσιον , χοάναι , ἀκόναι θηγάναι , ἐσχαρίδες , κροταφίδες | ||
, καὶ ἐπ ' ἄκραν λέβητά τε ἤρτησαν ἁλύσεσι καὶ ἀκροφύσιον ἀπὸ τῆς κεραίας σιδηροῦν ἐς αὐτὸν νεῦον καθεῖτο , |
ἀλίγκιος : ὅμοιος . Οἰκείῃσιν : τοῖς ἰδίοις ἔργοις . ἐπικλέα : κλῆσιν ἔχοντα , ὀνομαζόμενον , ἐπώνυμον . ναυτιλίῃσι | ||
βιβρώσκειν : τὸ γὰρ λα τῶν ἐπιτατικῶν μορίων ἐστίν . ἐπικλέα : ἐπώνυμον , καλούμενον . λαβροσύνῃσιν : λαιμαργίαις , |
καὶ χοίρειος καὶ αἴγειος ποιεῖ . δέρμα παλαιὸν ἀπὸ τῶν καττυμάτων καυθὲν τὰ φλεγμαίνοντα μὲν οὐκ ὠφελεῖ , παυσάμενα δὲ | ||
τε καὶ χοίρειος καὶ αἴγειος ποιεῖ . τὸ ἀπὸ τῶν καττυμάτων δέρμα καυθὲν φλεγμαίνοντα μὲν οὐκ ὠφελεῖ , παυσάμενα δὲ |
, διὰ τὸν ἀριθμὸν τῶν εἰκοσιτεσσάρων . πορφυρὶς : Ἡ πορφυρὶς ἀναγέγραπται , κερχνῂς δὲ οὐκ ἀναγέγραπται , ἀλλὰ κέρχνη | ||
ἐχθαίρει γὰρ τοὺς προσιόντας αὐτοῦ τῇ τροφῇ . ἡ δὲ πορφυρὶς διίσταται πορφυρίωνος . μνημονεύει δὲ αὐτοῦ Ἀριστοφάνης ἐν Ὄρνισι |
ἑαυτὸν καὶ ἀποβλέπων ἐς τὴν ναῦν , ἐσθὴς δὲ αὐτῷ φοινικὶς ἐξ ὤμου ἄκρου ἐς τὴν ἀριστερὰν ἀνειλημμένη χεῖρα καὶ | ||
κιονοκράνων . ἐπάνω δὲ τῆς καμάρας κατὰ μέσην τὴν κορυφὴν φοινικὶς ὑπῆρχεν ὑπαίθριος , ἔχουσα χρυσοῦν στέφανον ἐλαίας εὐμεγέθη , |
κατέκτα . Ὣς Ἕκτωρ ἀγόρευ ' , ἐπὶ δὲ Τρῶες κελάδησαν νήπιοι : ἐκ γάρ σφεων φρένας εἵλετο Παλλὰς Ἀθήνη | ||
Ὣς φάτο Θέστορος υἱὸς ἐύφρονος : ἀμφὶ δὲ λαοὶ γηθόσυνοι κελάδησαν , ἐπεί σφισιν ἦτορ ἐώλπει Κάλχαντος φάτιν ἔμμεν ἐτήτυμον |
ἐοικώς , ὅς τε κατὰ δεινοὺς κόλπους ἁλὸς ἀτρυγέτοιο ἰχθῦς ἀγρώσσων πυκινὰ πτερὰ δεύεται ἅλμῃ . ἤτοι γὰρ τὸ πυκινὰ | ||
: ἀπὸ τοῦ ἀγρώσσω ῥήματος πέπτωκεν . Ὅμηρος : ἰχθῦς ἀγρώσσων πυκινὰ πτερὰ δεύεται ἅλμῃ . ἀχαιϊνέην : Ἀχαία ἐστὶ |
Ἀντίμαχος εἶπε τοῖσι δ ' ἀν ' ὑλήεντα διὰ πλόον ἐρχομένοισιν . καὶ Ἀριστοφάνης ἐν τῷ Γήρᾳ γυναῖκα ποιήσας ἐπὶ | ||
ἧχι κέλευθος ἐκτέτατ ' ἐς βορέην τε καὶ ἐς νότον ἐρχομένοισιν , ἡ μὲν ἐς Ὑρκανίους , ἡ δ ' |
ἕδραν , ἤγουν καθέδραν , τόπον καλλίπωλον , τουτέστιν ἵπποις κομῶντα , ἢ καλλίβωλον , ἤτοι εὔγειον , τῶν τοῦ | ||
Θ . ἰδὼν τὸν Νικήρατον ἡττημένον ὑπὸ Πράτυος ῥαψωιδοῦντα , κομῶντα δὲ καὶ αὐχμηρὸν ἔτι . . ὡς Κόνων Θρασύβουλον |
ἡ παροιμία σαφής : γέγονε δὲ ἐντεῦθεν . φασὶ τοὺς ἀττάγας ὄρνιθας μετακομισθέντας εἰς Αἴγυπτον ἐκ Λυδίας καὶ ἀφεθέντας εἰς | ||
ἀτταγᾶς τυρβάσεις βαδίζων . καὶ αἱ πλάγιοι ἀτταγᾶν . καὶ ἀττάγας πληθυντικῶς . , . ἀττικισμός : ἡ πρὸς τοὺς |