καὶ πλούτους καταριθμησαμένων τελευταῖος ὁ Ἀρσακόμας αἰτήσας τὴν φιάλην οὐκ ἔσπεισεν , οὐ γὰρ ἔθος ἡμῖν ἐκχεῖν τὸν οἶνον , | ||
Λυκαίου Διὸς βρέφος ἤνεγκεν ἀνθρώπου καὶ ἔθυσε τὸ βρέφος καὶ ἔσπεισεν ἐπὶ τοῦ βωμοῦ τὸ αἷμα , καὶ αὐτὸν αὐτίκα |
Γράσος πεδία εἰσὶ Τροίας . * σκοπέλοισι : ὄρεσι * ἐπακτήρ : κυνηγός * Ἀμυκλαίῃσι : Λακωνικαῖς * κελεύων : | ||
διά , ἤτοι διὰ κνυζηθμὸν κυνὸς εὗρε τὴν βοτάνην ὁ ἐπακτήρ . θυμολέοντος δέ , τοῦ κυνὸς ἐπίθετον , καὶ |
μὲν οὖν ὄρνιθες ὡς ἐπὶ νεκρὸν ὥρμησαν , ὁ δὲ Φύλιος πιέσας τῶν σφυρῶν δύο καὶ κατασχὼν ἀπήνεγκε πρὸς τὸν | ||
μέχρι πρὸς τὸν βωμὸν τὸν τοῦ Διός . ὁ δὲ Φύλιος ἀμηχανῶν ὅτι χρήσεται πρὸς τὸ ἐπίταγμα ηὔξατο συλλαβέσθαι αὐτῷ |
ἐπὶ ἀργυρόποδος κλίνης ὑπεστρωμένης Σαρδιανῇ ψιλοτάπιδι τῶν πάνυ πολυτελῶν . ἐπεβέβλητο δ ' αὐτῷ πορφυροῦν ἀμφίταπον ἀμοργίνῳ καλύμματι περιειλημμένον . | ||
πήχεων , ὑπέστρωτο δ ' ἄρκτου δοράν , καὶ λεοντῆν ἐπεβέβλητο . ἓξ δὲ χοίνικας ἄρτου ἐσιτεῖτο , ὀκτὼ δὲ |
κυκώμενον ἄφρεεν ὕδωρ πορφύρεον , κοίλην δ ' ἄιξ ἁλὸς ἔκλυσε νῆα . γήθησαν δ ' ἥρωες : ὁ δ | ||
ῥόον : τουτέστιν ἀπέθανε καὶ διὰ τοῦ Ἀχέροντος διῆλθε . ἔκλυσε δίνα : ἤτοι περιέσχεν αὐτὸν ἡ τοῦ Ἀχέροντος δίνη |
τόδε σέλμα πελώριον ἐπὶ χθονὸς εἵσατο ; ποῖος κοίρανος ἀκαμάτοις πείσμασιν ἠγάγετο ; πῶς δὲ κατὰ δρυόχων ἐπάγη σανίς , | ||
τοῖς ἄλλοις , ὁπόσα ἐς τὸ πλεῖν εὕρηται , ξυνεῖχον πείσμασιν ἔς τε πνεῦσαι τὸν ἀπὸ τῆς γῆς ἄνεμον , |
οἷσπερ οὓς ἠγγυήσαντο . Ἡ δὲ βουλὴ ἐξελθοῦσα ἐν ἀπορρήτῳ συνέλαβεν ἡμᾶς καὶ ἔδησεν ἐν τοῖς ξύλοις . Ἀνακαλέσαντες δὲ | ||
γάμων καὶ τοῦ δείπνου τελεσθέντος εἰσῆλθεν Ἰωσὴφ πρὸς Ἀσενὲθ καὶ συνέλαβεν Ἀσενὲθ ἐκ τοῦ Ἰωσήφ . Καὶ ἔτεκε τὸν Μανασσῆ |
διαστᾶσα , ἔνθα ἐστὶν ἐν τῷ ἄλσει τῷ ἐν Λεβαδείᾳ βόθρος τε Ἀγαμήδους καλούμενος καὶ πρὸς αὐτῷ στήλη : τὴν | ||
λύρας ποίησιν χελώνην ᾑρηκώς . ἔστι δὲ ἔμπροσθεν τοῦ ναοῦ βόθρος πεποιημένα ἐν τύπῳ ταύρου μάχην ἔχων καὶ λύκου , |
ὑπετύψατο ] ἐλακτίσθη , ἐπατήθη , ἐτυπτήθη ὑπετύψατο ] ὑπεθλίβη ληνός ὅπου αἱ σταφυλαὶ πατοῦνται νύμφαις ] ἐν ὕδατι τήξαιο | ||
: παρὰ τὸ λεαίνω τὸ λεπτύνω λεανῶ λεανὸς καὶ κράσει ληνός . Λῃστής : ἀπὸ τοῦ ληΐζω τοῦ σημαίνοντος τὸ |
: τὸ ὑπὸ τῶν πολλῶν καλούμενον κοχλιάριον . Ὅμηρος μὲν λίστρον τὸν ξυστῆρα , οὗ ὑποκοριστικὸν λίστριον , οἷον ξυστηρίδιον | ||
τέλος ἔργου καρτερὸν οἰνοφόροιο πονεύμενος ἕρκος ἀλωῆς , ἤτοι ὃ λίστρον ἔμελλεν ἐπὶ προύχοντος ἐρείσας ἀνδήρου καταδῦναι ἃ καὶ πάρος |
κεφαλὰς ἔχων , καὶ τοὺς μὲν κατιόντας περὶ τὸν Ἅιδην ἔσαινε , τοὺς δὲ ἀνιόντας κατήσθιεν , ὃν ἐφόνευσεν ὁ | ||
τῶν κυνῶν ἄσημος ὑλακή . φησὶν οὖν , ὅτι παραγενομένην ἔσαινε τὴν Γαλάτειαν . ἐκνυζεῖτο : ἐκαναχίζετο ἡ κύων . |
Ἕστι δὲ χῆτις χήτεως . Ἀμφιδρόμια : ἑορτὴ ἦν Ἀθήνῃσι τελουμένη Διονύσῳ μετὰ τὴν γέννησιν τῶν παίδων . Κουρεότης Ἀπατουρίων | ||
τιμῆσαι αὐτόν , ἐὰν κρηήνῃ . Κάρνεα : Κάρνεια ἑορτὴ τελουμένη τῷ Καρνείῳ Ἀπόλλωνι κατὰ τὴν Πελοπόννησον , ἀπὸ Κάρνου |
πῆμα Πάρις θέτο Σιμιχίδας : ψυχὰν ᾇ , βροτοβάμων , στήτας οἶστρε Σαέττας , κλωποπάτωρ , ἀπάτωρ , λαρνακόγυιε , | ||
πᾶμα Πάρις θέτο Σιμιχίδας . ψυχὰν ᾇ , βροτοβάμων , στήτας οἶστρε Σαέττας , κλωποπάτωρ , ἀπάτωρ , λαρνακόγυιε , |
. Διόνυσε χαῖρε . μή τι πέντε καὶ δύο ; Αὐτοῦ τὴν χερνίβα παύσεις . Καὶ τῆς λοπάδος ἔνεισι δ | ||
ἀποτείνεται ὤμων ὄργυιαν : φαίης κεν ἀνιάζειν ἐπὶ παιδί . Αὐτοῦ γὰρ κἀκεῖνο κυλίνδεται αἰνὸν ἄγαλμα Ἀνδρομέδης ὑπὸ μητρὶ κεκασμένον |
νομίσματι . ΓΘ ἀρυβάλλῳ : πλεκτόν τι βαλλάντιόν ἐστιν ὁ ἀρύβαλλος , ὅπερ ἑλκόμενον κλείεται καὶ ἀνοίγεται , παρὰ τὸ | ||
λεύσομαι . γυναῖκας ναυτίδας ὀρνιθίων λεκάνην ἄλυπος ἄνεχε ἀνθήλιος ἀπωνηθήσεται ἀρύβαλλος αὐτόχειρα δουλοπρέπεια κατᾶραι κένταυρον κυνάριον λάβδα λοπάδα μεθύστρια πρωτόπειρον |
αὐτῶν , εἶτά μοι συρίττεσθαι συμβῇ πρὸς τῶν θεατῶν . Αὐτῷ σοι μελήσει , ὦ Πολύστρατε , ὅπως ἄριστα ὑποκρίνῃ | ||
ταύτῃ θύοντες οὐδὲν τῆς θυσίας ἐξέφερον . Ὁμοία τῇ , Αὐτῷ κανῷ κατέφαγε πάντα . Ἑτερομόλιος δίκη : εἰς ἣν |
ὤν , ὅθεν ἀφίενται οἱ ἵπποι εἰς τὸν δρόμον τοῦ Νεμείου ἀγῶνος , Ἀφέσας καὶ Ἀπέσας . Νέμεια δέ ἐστι | ||
ἀπέχει σταδίους πέντε που καὶ δέκα . ἐν δὲ αὐτῇ Νεμείου [ τε ] Διὸς ναός ἐστι θέας ἄξιος , |
ἀδελφὸν πλέων εἰς Ἰωνίαν ἀπελείφθην νεώς , εἶτα κέλητος ἐπέβην παραπλέοντος . τότε μὲν οὖν ὑπελάμβανον ἐμπόρους εἶναι , νῦν | ||
, ἡτοιμάζετο πρὸς ναυμαχίαν . διὸ καὶ τοῦ βασιλικοῦ στόλου παραπλέοντος εἰς Κίτιον , ἀπροσδοκήτως ἐπιπλεύσας ταῖς ναυσὶ [ συντεταγμέναις |
ἀντίθεον Πολύφημον , ὅου κράτος ἐστὶ μέγιστον πᾶσιν Κυκλώπεσσι : Θόωσα δέ μιν τέκε νύμφη , Φόρκυνος θυγάτηρ , ἁλὸς | ||
θάλασσαν . ἁ μάτηρ : ἡ Θόωσα . Ὅμηρος : Θόωσα δέ μιν τέκε μήτηρ . ἀδικεῖ με : ὅτι |
ὡς εἴρηταί μοι ἐν τοῖς Βυζαντιακοῖς . μέμνηται τούτων ὁ Φωκαεὺς Παρθένιος . Γούνας , κατοικία Συρίας , βαθύγειος καὶ | ||
ἐν Ἰωνίᾳ ἐμπορίᾳ χρώμενοι ἔκτισαν Μασσαλίαν . Εὔξενος δὲ ὁ Φωκαεὺς Νάνῳ τῷ βασιλεῖ ἦν ξένος . οὗτος ὁ Νάνος |
, τοὺς δὲ ἐχθροὺς μὴ κακῶς ποιεῖν , ἀλλὰ φίλους μεταγράφων , καὶ πρὸς τὸν ἀπειλήσαντα , ἂν μή σε | ||
ποιεῖν . ἐπηνώρθου δὲ τὸ μὲν φυλάττων , τὸ δὲ μεταγράφων : τὸ τοὺς μὲν φίλους εὖ ποιεῖν μεταγράφων , |
συστρατεύσαντας τῷ Μενελάῳ δηλοῖ ὁ ποιητής , τὸν δὲ [ Οἴτυλον ] καὶ συγκαταλέγει τῷ Λακωνικῷ καταλόγῳ , ἱδρυμένον [ | ||
Ὅμηρός φησιν ” οἵ τε Λάαν εἶχον , ἠδ ' Οἴτυλον ἀμφενέμοντο „ . κεῖται δὲ ἐπὶ πέτρας ὑψηλῆς , |
, ὁ δὲ Ἀμφιτρύων τῇ ἑξῆς τὸν Ἰφικλέα , καὶ ἐμίχθη τὰ γένη ἀμφοτέρων . οὐχὶ δὲ ὁ Ζεὺς παρεγένετο | ||
ἴσχειν εἰσορόωντα ἵππους : αὐτὸς δ ' αὖτις ἰὼν προμάχοισιν ἐμίχθη . Τεῦκρος δ ' ἄλλον ὀϊστὸν ἐφ ' Ἕκτορι |
Ἑρμῆς . τὸ ἐθνικὸν ὡς τὸ Βοίβη Βοίβιος , Ἀκτή Ἄκτιος , οὕτως Ἀλύχμη Ἀλύχμιος . . . ἀλύη : | ||
τοῦ Ἀττικοῦ , ὡς αὐλή αὐλίτης . ἔστι καὶ ” Ἄκτιος Αἰγεύς ” ὡς Εὐφορίων Διονύσῳ . ἔστι καὶ Ἀκτιάς |
τῶν ἐν Ὀλυμπίᾳ ἀγώνων : ἐκ γὰρ τοῦ κοτίνου ὁ Ὀλυμπιονίκης δηλοῦται : καὶ φύτευμα σκιαρὸν τῷ πανδόκῳ καὶ πάντας | ||
ης : πρόσκειται παρ ' οὐδετέρων συντεθειμένα διὰ τὸ νίκη Ὀλυμπιονίκης Ὀλυμπιονίκου : τοῦτο γὰρ καὶ εἰς ης ἐστὶ καὶ |
: τῶν δὲ ἄλλων τὸ πλῆθος ἐς τὰς ναῦς ἐσβὰν ἀπεκομίσθη ἐπ ' οἴκου . τοῦ δὲ Δηλίου ἑπτακαιδεκάτῃ ἡμέρᾳ | ||
ὀρθῶς . εἰ γὰρ ἐμέμνητο τοῦ χρησμοῦ , οὐκ ἂν ἀπεκομίσθη ὁ Ὀδυσσεύς . . θ . Ποσειδάων ' ἀγάσασθαι |
ἴσου ποιήσαντος ἐκλέξασθαι παρῄνει αὐτοῖς . ὁ δὲ λέων ἀγανακτήσας κατεθοινήσατο τὸν ὄνον : εἶτα προσέταξε τῇ ἀλώπεκι μοιράσαι . | ||
εὐπροσώπων ἀπολογιῶν , ἔγωγε μέντοι ἄτροφος οὐ μενῶ ” τοῦτον κατεθοινήσατο . ὁ μῦθος δηλοῖ , ὅτι ἡ πονηρὰ φύσις |
ζύμη : ζύθος , ὁ ἐκ κριθῆς οἶνος : ζύγλορον κιβωτός : ζυχεινεῖ τὸ μύει . Πᾶσα λέξις ἀπὸ τῆς | ||
καὶ χρυσοῦ , ἡ κιβωτός . ΓΘ διενήνοχε κίστη καὶ κιβωτός . καὶ ὅτι ἡ μὲν εἰς ὑποδοχήν ἐστιν ἐδεσμάτων |
δύο συμφώνων , κύρια ὄντα ἢ ἐπίθετα , προπαροξύνεται : ἄρταμος ὄρχαμος Πέργαμος ἐμπέραμος . τὸ μέντοι σχινδαλαμός ὀξύνεται προσηγορικὸν | ||
ἄνυμφον ἀολλεῖς ἀπαιόλημα ἁπαλά ἀπάνθρωπος ἀπολωπίσαι ἀπόμορφα ἀποφανῶσαι Ἀργειφόντης ἀρραγῶς ἄρταμος ἀτιμαγέλης ἀτιμοσύνη αὐλῶπιν ἀυπνίαν αὐτάγγελτος αὐτόπαιδα ἀφαιᾶσαι ἀχανές βαῖται |
τότε Κρῖσαν καλουμένην , καὶ παῖς αὐτῷ ἐξ Ἀντιφατείας τῆς Ναυβόλου Στρόφιος ἐγένετο , οὗ Ἀστυδάμεια καὶ Πυλάδης ἐκ Κυδραγόρας | ||
ἐκλήθησαν ἀπὸ Φώκου τοῦ Αἰακοῦ . τὸν δὲ Ἴφιτον γενεαλογοῦσι Ναυβόλου καὶ Περινείκης τῆς Ἱππομάχου . ἡ δὲ Πυθὼ πόλις |
πικρὸν ὀϊστόν , εὔχετο δ ' Ἀπόλλωνι Λυκηγενέϊ κλυτοτόξῳ ἀρνῶν πρωτογόνων ῥέξειν κλειτὴν ἑκατόμβην οἴκαδε νοστήσας ἱερῆς εἰς ἄστυ Ζελείης | ||
ὄντα τοῦ μέσου ἐν ᾧ τὸ ἔμφυτον θερμόν . * πρωτογόνων δ ' ἐρίφων , ἕως τοῦ ὑετοῦ ἀμφιβάλῃ ἀλέην |
φησὶ τοῦ Αὐγείου . γέγραπται δὲ καὶ Λυκομήδης παρὰ τὸν Μέγητα ὁ Κρέοντος , ἔχων τραῦμα ἐπὶ τῷ καρπῷ : | ||
τοῦ ἐν πολέμῳ ἔργου . . . . Φυλείδην τε Μέγητα . Φυλείδην τε Μέγην τε . . Κ Ν |
δὲ χέζει , μῆλα δὲ χρέμπτεται . Ἀντιφάνης Δευκαλίωνι : σησαμίδας ἢ μελίπηκτα ἢ τοιοῦτό τι . μνημονεύει αὐτῶν καὶ | ||
καὶ σησάμων πεφρυγμένων καὶ ἐλαίου σφαιροειδῆ πέμματα . Εὔπολις : σησαμίδας ὄζει , μῆλα δὲ χρέμπτεται . ἐχῖνος . Ἀττικὸς |
ἐπὶ ἀμβροσίας ἔταξεν . ΓΘ ἀρυβάλλῳ ] ἀγγείῳ . Γ κατασπένδειν ] καταχέειν : καὶ τοῦτο οὐ μόνον ἐπὶ ὑγροῦ | ||
' ἔχειν ἐν ἑτοίμῳ πρὸς τὰ ἀβούλητα , καὶ τὸ κατασπένδειν αὑτοὺς οἷς ἂν προσθῶνται , ὥστε ἀποθνήσκειν αὐτοὺς ὑπὲρ |
πολυώνυμος , ὡς πολυίστωρ „ γῆ Ὀλυμπία Ὠκεανία Ἐσχατιά Κορυφή Ἑσπερία Ὀρτυγία Ἀμμωνίς Αἰθιοπία Κυρήνη Ὀφιοῦσσα Λιβύη Κηφηνία Ἀερία ” | ||
Ἑρχιᾶσιν . Ἕσδητες , ἔθνος Ἰβηρικόν , Ἑκαταῖος Εὐρώπῃ . Ἑσπερία , ἡ δύσις καὶ τὸ δυτικὸν μέρος . τὸ |
] [ πόντῳ ] νᾶσος , [ ὦ ] Διὸς Ἑλλανίου φαεννὸν ἄστρον . οὕνεκεν οὔ σε παιηόνων ἄδορπον εὐνάξομεν | ||
ἐὰν ἐν Αἰγίνῃ [ καὶ ] ἐπὶ τοῦ Διὸς τοῦ Ἑλλανίου νεφέλη καθίζηται ὡς τὰ πολλὰ ὕδωρ γίνεται . Ἐὰν |
καὶ οὐ Λαίς . Ἰσοκράτης δὲ καὶ Λαγίσκαν τὴν ἑταίραν ἀνελάβετο εἰς τὴν οἰκίαν . Δημοσθένη δὲ τὸν ῥήτορα καὶ | ||
καὶ ἡμᾶς παίζει . ὁ δὲ θεωρήσας τὸν παῖδα αὐτοῦ ἀνελάβετο καὶ εὐθὺς ἔλαβον αὐτόν . Παλαμήδης * δὲ * |
τόσον δέ μοι ἔφρασε μῦθον : μέλπειν μοι , φίλε βοῦτα , λαβὼν τὸν Ἔρωτα δίδασκε . ὣς λέγε : | ||
γε μὰν ἁδεῖα : ἦλθεν ἡ ἡδυτάτη καί φησι : βοῦτα , ὑπ ' ἀργαλέου ἐλυγίχθης Ἔρωτος καὶ ἐκάμφθης ; |
δὲ ἡ παντελὴς ἀνεπιστημοσύνη τοῦ προκειμένου πράγματος . Αἶθος καὶ αἰθὸς διαφέρει . αἶθος μέν ἐστιν ὁ αἴθων , παρὰ | ||
ὁ αἴθων , παρὰ τὸ αἴθω , τὸ καίω , αἰθὸς δὲ ὁ αἰθόμενος . οὕτως Φιλόξενος εἰς τὸ Ῥηματικὸν |
. θεατροπώλης μυάγρα τὸν Φρύγα , τὸν αὐλητῆρα , τὸν Σαβάζιον . ἐμοὶ κράτιστόν ἐστιν εἰς τὸ Θησεῖον δραμεῖν , | ||
τις ἐκ Σαβαζίου . τὸν αὐτὸν ἄρ ' ἐμοὶ βουκολεῖς Σαβάζιον . κἀμοὶ γὰρ ἀρτίως ἐπεστρατεύσατο Μῆδός τις ἐπὶ τὰ |
Ἀρφαξὰθ δὲ ἐτέκνωσεν Σαλὰ ὢν ἐτῶν ρλεʹ , ὁ δὲ Σαλὰ ἐτέκνωσεν ὢν ἐτῶν ρλʹ , τούτου δὲ υἱὸς Ἕβερ | ||
ὢν ἐτῶν ρʹ ἐτέκνωσεν τὸν Ἀρφαξάθ , Ἀρφαξὰθ δὲ ἐτέκνωσεν Σαλὰ ὢν ἐτῶν ρλεʹ , ὁ δὲ Σαλὰ ἐτέκνωσεν ὢν |
. Ὣς ἔφατ ' , ὦρτο δ ' ἔπειτα βίη Τεύκροιο ἄνακτος , ἂν δ ' ἄρα Μηριόνης θεράπων ἐῢς | ||
, τεῦξ ' , οὐ σποδεύνας ἶνις Ἐμπούσας , μόρος Τεύκροιο βούτα καὶ κυνὸς τεκνώματος , Χρύσας δ ' ἀίτας |
ὡς Ἀντίπατρος πάρεστι , διαπορήσας ὦσεν ὑπὸ τὴν κλίνην τὸν ἄβακα . : Εἰς τοσοῦτον δὲ Ἀλέξανδρος ἐμέθυεν , ὥς | ||
ἀρτοποιῷ καὶ μαγείρῳ σκεῦος , ἀπὸ τοῦ δεύειν ὠνομασμένον . ἄβακα δ ' εἰ βούλοιό τι τῶν τοῦ μαγείρου σκευῶν |
Ἡ ἱστορία παρὰ Διονυσίῳ . . : Ἔνθα νῦν ἡ Χώνη ἐστὶ , χωρίον ἦν πρῶτον λεγόμενον Οἰνωτρία , ὅπου | ||
τὸ γὰρ ν στερητικόν . νωθὲς δὲ τὸ ζῶον . Χώνη . χοάνη τις ἐστὶ , δι ' ἧς χεῖται |
μὲν ἀρτιασμὸν ἔλεγον , τὸ δὲ τρόπα , τὸ δὲ ὤμιλλαν . ἀρτιασμὸς μὲν οὖν ἐστὶ τὸ δραξάμενον ἀστραγάλων ἤ | ||
Χρυσῷ γένει : κἄπειτ ' εἴσειμ ' ἐνθάδε μείνας εἰς ὤμιλλαν , κἂν μὴ μεθιῇ . ὠμογέρων : ὁ παρ |
λόγῳ χρεωμένοισι οὐκ Ἰὰς αὕτη ἡ ἐσθὴς τὸ παλαιὸν ἀλλὰ Κάειρα , ἐπεὶ ἥ γε Ἑλληνικὴ ἐσθὴς πᾶσα ἡ ἀρχαίη | ||
ρ : οἷον , σώτειρα : εὐπάτειρα : δότειρα : Κάειρα : μάκαιρα : ἀντιάνειρα : κυδιάνειρα : κτεάνειρα . |
μοι ἔξωθεν στηθέων ἐκθρώσκει . ” ἀλυσκάζων ἐκκλίνων . ἀλαστήσας δεινοπαθήσας , χαλεπήνας , στενάξας . ἄλαστα γὰρ τὰ χαλεπά | ||
ἀρσενικοῦ , ἀλεκτορὶς δὲ θηλυκόν . ἀλαστήσας : σχετλιάσας , δεινοπαθήσας : ἀπὸ τοῦ ἀλαστῶ ἀλαστήσω . . . . |
ἐγίνετο καὶ ὁ μὲν ἀπήλαυνε παραδοὺς τῷ Μακέντῃ ἄγειν τὴν Μαζαίαν παρθένον ἔτι οὖσαν . ὁ δὲ ἡμέρας μὲν ἐπὶ | ||
μῆνα ὑπερήμεροι ἐγεγένηντο . ἐν τῷ δείπνῳ οὖν ἰδὼν τὴν Μαζαίαν μεγάλην καὶ καλὴν παρθένον ἤρα καὶ πονηρῶς εἶχε . |
εἰς τὸ θεῖναι καὶ εἶναι , . . . . Βλαισός : παραλυτικός , οὕτως εἰς τὸ Ῥητορικόν . ὁ | ||
εἰς τὸ θεῖναι καὶ εἶναι , . . . . Βλαισός : παραλυτικός , οὕτως εἰς τὸ Ῥητορικόν . ὁ |
τῇ ἀριστερᾷ θύρσον ἐστεμμένον μίτραις . αὕτη δ ' ἐστεφάνωτο κισσίνῳ χρυσῷ καὶ βότρυσι διαλίθοις πολυτελέσιν . εἶχε δὲ σκιάδα | ||
, στέφανον ἔχων χρυσοῦν , Πριάπου αὐτῷ παρεστῶτος ἐστεφανωμένου χρυσῷ κισσίνῳ . τὸ δὲ τῆς Ἥρας ἄγαλμα στεφάνην εἶχε χρυσῆν |
καὶ Σθένελος : παρῆν δὲ ἔτι καὶ ἐπὶ τούτων Εὐρύαλος Μηκιστέως καὶ Πολυνείκους Ἄδραστος καὶ Τιμέας . τῶν δὲ ἀνδριάντων | ||
δ ' ἅμ ' Εὐρύπυλος τρίτατος κίεν ἰσόθεος φώς , Μηκιστέως υἱὸς Ταλαϊονίδαο ἄνακτος . ἐκ πάντων δ ' ἡγεῖτο |
δὲ ἐπὶ τοῦ μεσεμβολήματος γεννώμενος ἔσται τερατώδης , ἐκβολιμαῖος οἷον σατυρίσκος ἢ ἑρμαφρόδιτος , ὁλόλευκος , δίδυμος ἢ δικέφαλος . | ||
. Τὰ εἰς ΣΚΟΣ Ι ἢ Υ παραληγόμενα παροξύνεται : σατυρίσκος νεανίσκος παιδίσκος . τὸ μέντοι Δαμασκός καὶ Ἀρδησκός ὀξύνεται |
: ἀράχνου : ἀπ ' εὐθείας ὁ ἀράχνης . Αἰσχύλος Λαΐωι . Κατάλογ . : Οἰδίπους . Κατάλογ . : | ||
καὶ πρὶν ἐς φῶς μητρὸς ἐκ γονῆς μολεῖν ἄγονον Ἀπόλλων Λαΐωι μ ' ἐθέσπισεν φονέα γενέσθαι πατρός : ὦ τάλας |
τροφὸς , ζῴων λέγω καὶ σπερμάτων καὶ ἀνθρώπων . . πανόπτην ] τὸν πάντ ' ἐφορῶντα , τὸν πάντα βλέποντα | ||
κυμάτων ἀνήριθμον γέλασμα , παμμῆτόρ τε γῆ , καὶ τὸν πανόπτην κύκλον ἡλίου καλῶ : ἴδεσθέ μ ' οἷα πρὸς |
λάσανα : ὡς ἡμεῖς , ἐφ ' ὧν ἀποπατοῦμεν . λίστριον : τὸ ὑπὸ τῶν πολλῶν καλούμενον κοχλιάριον . Ὅμηρος | ||
κοχλιάριον . Ὅμηρος μὲν λίστρον τὸν ξυστῆρα , οὗ ὑποκοριστικὸν λίστριον , οἷον ξυστηρίδιον . ἔοικεν οὖν τὸ πρῶτον τοιοῦτο |
ὁ βοηθός : ἐκ τοῦ ἀμύνω . . . . ἀμύξ : ἐπίρρημα : καὶ σημαίνει τὸ ἀμυκτικῶς ἤγουν σπαρακτικῶς | ||
, ὡς ἀπὸ τοῦ δήκω δήξω δάξω δάξ , κλάζω ἀμύξ . . . . ἀμύσσω : παρὰ εἰς υ |
πολεμιστήρια . ἄραξε συνέτριψε , κατέβαλεν . ἀράρισκεν ἥρμοζεν . ἄργματα ἀπαρχάς . ἀρετήν τὴν κατὰ πόλεμον ἀνδρείαν . ὁτὲ | ||
παρὰ τὸ ἄρχω ἦργμαι ἄργμα καὶ ἄπαργμα : Ὅμηρος : ἄργματα θῦσε θεοῖς αἰειγενέτῃσι . . . . ἀπαιωρήσας : |
ἕλκειν τε καὶ σπαράττειν τῷ λόγῳ τοὺς πλησίον ἀεί . Ὑπερφυῶς μὲν οὖν , ἔφη . Οὐκοῦν ὅταν δὴ πολλοὺς | ||
ἐμποδὼν εἶναι ἢ τὴν ἀνεπιστημοσύνην ; Σκοπῶμεν νὴ Δία . Ὑπερφυῶς μὲν οὖν , τὸ λεγόμενόν γε , πάντα κάλων |
καὶ πολυπράγμων . πυτιναῖα μόνον ἔχων : Ὄρνεον μικρὸν ἡ πυτίνη . . ὄρνεον μικρόν . πυτίνη δὲ πλέγμα ἐστίν | ||
δειπνοφόρος . ἵνα δ ' ὁ οἶνος , λάγυνος , πυτίνη , ἀσκός , κρατήρ , προχοίδιον , κάδος καδίσκος |
τοῦ μ γράφουσι τὸν ποταμὸν , Βιμβλίνην : καὶ τὸν Νάξιον οἶνον διὰ τοῦ μ , Βίμβλινον . . . | ||
ἐλασίχθων ἀγὼν μνασιστέφανος μναστὴρ στεφάνων Ἀὼς λιτά τόσσαι καλῶν ἀμεύσεσθαι Νάξιον Τείσανδρον ἀμευσιεπῆ φροντίδα πέδοικος πεδὰ στόμα φλέγει πεδασχεῖν Ἰσμηνὸν |
ἱεροῖς ' ἐν δώμασι Κίρκης , ψύχεος ἱμείρων , κατελέξατο οἰνοβαρείων : κινυμένων δ ' ἑτάρων ὅμαδον καὶ δοῦπον ἀκούσας | ||
. θ . . Ξ . ὁ δ ' ἐρεύγετο οἰνοβαρείων . , ὡς περὶ ἑτέρου . . . Π |
Ἀστυπαλαίας τῆς Φοίνικος καὶ Ποσειδῶνος , Ἐργῖνος δὲ Κλυμένου τοῦ Πρέσβωνος καὶ Βουζύγης τῆς Λύκου . ὁ δὲ Μίλητος , | ||
. . Ἀσπληδών : φασὶ γὰρ εἶναι Σπληδόνα τὸν τοῦ Πρέσβωνος καὶ Στερόπης . Ἀπολλόδωρος δὲ τοῦτό φησι , καὶ |
χρησμῶν τοῦ Ἀπόλλωνος παράβασιν . παραιβασίαν ] τὴν παρανομίαν . παραιβασίαν ] παράβασιν . θ παραιβασίαν ] + ἀντὶ μιᾶς | ||
παραιβασίαν ] τὴν παρανομίαν . παραιβασίαν ] παράβασιν . θ παραιβασίαν ] + ἀντὶ μιᾶς . ὃν ταχέως ὁ Ἀπόλλων |
ὀρρὸν ὑποδέχονται καὶ τὰ αὐτῶν κἂν μέτρια ᾖ , ἐνίοτε ὑποδεικνύουσιν οἷόν τινα μισθὸν τοῦτο πλέον τῶν ἄλλων ἀπειληφότα μορίων | ||
θεούς . ἐννόει δὲ ὅτι καὶ αὐτοὶ οἱ θεοὶ οὕτως ὑποδεικνύουσιν : οἵ τε γὰρ ἄλλοι ἡμῖν τἀγαθὰ διδόντες οὐδὲν |
οἴκησιν , ὃν τρόπον χρῆται καὶ τοῖς θάμνοις πρὸς τὸ ἐγκαθεύδειν . Ὕδρῳ δὲ ἐοικώς , τὸ καθαρὸν καὶ ἐπὶ | ||
λόγοι γίνωνται σὺν τοῖς συνιοῦσιν ἐπωφελεῖς . εἰώθεισαν δὲ καὶ ἐγκαθεύδειν τινὲς τοῖς χαλκείοις κρυμῶν ὄντων καὶ ἐν τοῖς ἄλλοις |
οὐδενός . θάρρει οὖν , ὦ Ξανθίππη , καὶ μηδὲν καταβάλῃς τῶν Σωκράτους καλῶν , εἰδυῖα ὡς μέγα τι ἡμῖν | ||
οὐκ ἀποπίπτουσιν , εἰ περὶ τὴν ῥίζαν κόψας ἁλὸς χοίνικα καταβάλῃς , καὶ τῇ γῇ καταχώσῃς . Τὰ σῦκα οὐ |
καὶ Ἑλείτης ὁ τὸ Ἕλος οἰκῶν , Ὠρεός Ὠρεΐτης καὶ Ὠρείτης . ἔδει οὖν εἶναι Βορυσθενείτης , οὐ γὰρ ὅμοιον | ||
πράγματος λέγω . . . . Χαριδήμου ] οὗτός ἐστιν Ὠρείτης γένος , δημοποίητος Ἀθηναῖος , στρατηγὸς ὑπ ' Ἀθηναίων |
' ἀκροπόρους ὀβελοὺς ἐν χερσὶν ἔχοντες . τόφρα δὲ Τηλέμαχον λοῦσεν καλὴ Πολυκάστη , Νέστορος ὁπλοτάτη θυγάτηρ Νηληϊάδαο . αὐτὰρ | ||
κρατὸς ἐλευθερίαν . Τῶνδέ ποτ ' ἐν στέρνοισι τανυγλώχινας ὀιστοὺς λοῦσεν φοινίσσᾳ θοῦρος Ἄρης ψακάδι . ἀντὶ δ ' ἀκοντοδόκων |
' ἑκάτερθε καὶ ἀργύρεοι κύνες ἦσαν , οὓς Ἥφαιστος ἔτευξεν ἰδυίῃσι πραπίδεσσι δῶμα φυλασσέμεναι μεγαλήτορος Ἀλκινόοιο , ἀθανάτους ὄντας καὶ | ||
δὲ ἕκαστος , ἧχι ἑκάστῳ δῶμα περικλυτὸς ἀμφιγυήεις Ἥφαιστος ποίησεν ἰδυίῃσι πραπίδεσσι : Ζεὺς δὲ πρὸς ὃν λέχος ἤϊ ' |
δρυῶν καὶ δρυμῶν : ἀπὸ τούτου καλεῖται τὸ δάσος . ἀΐουσα : ἀκούουσα . Ἰάνθη : εὐφράνθη , ηὐφράνθη . | ||
, οἷα τιναχθεὶς Ὀρτυγίῃ ταύτης ἦλθε διὰ πτόλεως γιγνώσκεις , ἀΐουσα μέγαν πόθον ὃν Γαλατείη αὐτοῖς μηλείοις θήκαθ ' ὑπὸ |
μὲν πρῶτος αὐτῶν ὀνομάζεται σιλιγνίτης : ὁ δὲ ἐφεξῆς αὐτῷ σεμιδαλίτης . τρίτος δὲ ὁ αὐτόπυρος , ὃς καὶ συγκόμιστος | ||
καὶ ἐπιμονώτατος καὶ δυναμώτατος , δεύτερος δὲ κατὰ πάντα ὁ σεμιδαλίτης . ἥττων δὲ τούτων ὁ μέσος καὶ συγκόμιστος . |
πέρασας εἰς τὸ πέρας τῆς γῆς διεπέρασας , ἐπώλησας . περιρρηδής περιρρησσόμενος , περικεκλασμένος . βέλτιον δὲ μεταφορικῶς περιρρεόμενος : | ||
περιχαρής ] : ὀργιζόμενος . Θουκυδίδης ἐν τετάρτῃ εἴρηκεν . περιρρηδής : ἐρραντισμένος αἵματι καὶ ἀμφιρρηδής . περιωπή καὶ πίσυνοι |
γυναῖκα τὴν τὰ ἔρια ἐργαζομένην , γίνεται ἀπὸ τοῦ ἔριος ἔριθος . Ἰστέον δὲ ὅτι φησὶν ὁ Ὧρος ὅμοιον εἶναι | ||
ὅτι δεῖπνον τὸ ὑφ ' ἡμῶν ἄριστον , καὶ ὅτι ἔριθος πᾶς ὁ μισθοῦ ἐργαζόμενος . . ἱμερόεν κιθάριζε , |
εἶναι τὸ σῶμα : ἔμφρων δέ . Χλιάσμασι καὶ μελικρήτῳ χλιηρῷ ἐχάλασε τριταίη σχε - δὸν , καὶ μετὰ ταῦτα | ||
, λούεσθαι κατὰ κεφαλῆς πολλῷ , μὴ θερμῷ , ἀλλὰ χλιηρῷ : ὁ οἶνος λευκός : ὕπνῳ μὴ πολλῷ χρῆσθαι |
πολύστονα γυῖα πεδήσῃ : βρώμην μέν τ ' ὀρέγουσιν ἐΰδροσον ἀνθεμόεσσαν , δρεψάμενοι στομάτεσσι : ποτὸν δ ' ἄρα χείλεσιν | ||
ἔργων μνησάμεναι Δηοῖ πολυωπέας ἤνυσαν ὄμπας βοσκόμεναι θύμα ποσσὶ καὶ ἀνθεμόεσσαν ἐρείκην . δήποτε δ ' ἢ ῥοδέοιο νέον θύος |
περάασκε καθήμενος , ἄτρομος ἦτορ , ἀείδων , καὶ πότμον ὑπέκφυγε ληϊστήρων Ταιναρίῃ τ ' ἐπέλασσεν ἐπὶ προβολῇσι Λακώνων . | ||
ἀσεβείας γράψασθαι Δηοῦς μύστιδος ὢν πρόπολος , ἀλλὰ πιὼν ἀκόνιτον ὑπέκφυγε : τοῦτ ' ἀκονιτὶ ἦν ἄρα νικῆσαι συκοφάσεις ἀδίκους |
τόφρα δὲ Τηλέμαχον λοῦσεν καλὴ Πολυκάστη , Νέστορος ὁπλοτάτη θυγάτηρ Νηληϊάδαο . αὐτὰρ ἐπεὶ λοῦσέν τε καὶ ἔχρισεν λίπ ' | ||
δ ' ἄρ ' ἔτικτεν ἐύζωνος Πολυκάστη Νέστορος ὁπλοτάτη κούρη Νηληϊάδαο Περσέπολιν μιχθεῖσα διὰ χρυσῆν Ἀφροδίτην , π . μον |
παίδων τὰ ὀνόματά εἰσι ταῦτα : Κέρκαφος , Ὀχιμος , Ἀκτίς , Μακαρεύς , Τενάγης , Τριόπης , Φαέθων . | ||
Ῥόδηςοὕτω γὰρ αὐτὴν Ἑλλάνικος καλεῖἑπτὰ γίνονται παῖδες : Ὄχιμος Κέρκαφος Ἀκτίς Μάκαρος Κάνδαλος Τριόπης Φαέθων ὁ νεώτατος , ὃν οἱ |
στεφανούμενος ἀναιρήσεται νίκας . τὰ μέντοι ἐπιφανέστατα ἐς δρόμον Λεωνίδᾳ Ῥοδίῳ ἐστίν : ἐπὶ γὰρ τέσσαρας ὀλυμπιάδας ἀκμάζων τε τῇ | ||
τὴν παροῦσαν πραγματείαν ἔπεμψεν αὐτὴν Εὐδήμῳ τῷ ἑταίρῳ αὐτοῦ τῷ Ῥοδίῳ , εἶτα ἐκεῖνος ἐνόμισε μὴ εἶναι καλόν , ὡς |
δ ' ἔπλετο θαῦμα , οὕνεκα δὴ ῥυτῆρος ἀπεκρέμαθ ' αἱματόεσσα , Ἄρεος ἐννεσίῃσι φόβον δηίοισι φέρουσα : φαίης κεν | ||
ἠδ ' ἄρρηκτος , ὑπαὶ δέ οἱ ἔσκε τένοντος σύριγξ αἱματόεσσα κατὰ σφυρόν : ἀμφ ' ἄρα τήνγε λεπτὸς ὑμὴν |
, τούτων μὲν ἐφ ' ἵππου καθήμενός ἐστιν ἑκάτερος , Μεγαπένθην δὲ τὸν Μενελάου καὶ Νικόστρατον ἵππος εἷς φέρων ἐστίν | ||
αὐτοῦ τετελευτηκότος , παραγενόμενος εἰς Τίρυνθα πρὸς τὸν Προίτου παῖδα Μεγαπένθην ἠλλάξατο , τούτῳ τε τὸ Ἄργος ἐνεχείρισε . καὶ |
τῷ Ἀλκινόου λόγῳ ὑπὸ τοῦ Ὀδυσσέως ῥηθέντι ὁ ὑπὸ τοῦ Ἠρός . πλὴν ἐκεῖ μὲν ὁ Ἀλκίνους πρὸς εἰρήνην ὑπόκειται | ||
τῷ Ἀλκινόου λόγῳ ὑπὸ τοῦ Ὀδυσσέως ῥηθέντι ὁ ὑπὸ τοῦ Ἠρός . πλὴν ἐκεῖ μὲν ὁ Ἀλκίνους πρὸς εἰρήνην ὑπόκειται |
τοῖς κέρασι τύπτοντα , μάχιμον . λευκίτας δὲ ὁ λευκὸς παραγωγῶς ὡς ἀπὸ τοῦ ὁδὸς ὁδίτης , κορυπτίλος ὁ κεράστης | ||
Ὀπόεντά τε Καλλίαρόν τε . ἀλκήεις Ἐριβώτης : ἰσχυρός : παραγωγῶς δὲ ἐσχημάτισται παρὰ τὴν ἀλκήν , ὡς φωνήεις παρὰ |
ὑδρωπικοί πίθου ] τοῦ ἀγγείου φλογιῇ ] πυρί θάλψας ] θερμάνας κύτος ] τὸ βάθος , τὸ πλάτος . τὸ | ||
τῷ δακτυλίῳ . ἄλλο . σκορόδου σκελιδόνιον αʹ . κονίᾳ θερμάνας θὲς εἰς τὸν δακτύλιον καὶ σκύβαλα κατασπάσας ὑγίασται . |
μακρᾷ παραλήγεται διὰ τῆς ει διφθόγγου Εὐήρης Εὐήρους Εὐηρείδης , Εὐκλῆς Εὐκλοῦς Εὐκλείδης , Ἡρακλῆς Ἡρακλοῦς Ἡρακλείδης : χωρὶς τριῶν | ||
. Ἐπειδὴ δὲ οὐδεὶς ὑπήκουεν καὶ ᾤχετο εἰσιὼν ὁ ἐπεξελθὼν Εὐκλῆς οὑτοσί καί μοι κάλει αὐτόν . Πρῶτα μὲν οὖν |
καθᾶραι αὐτήν . ἐκείνους δὲ ἐπὶ τὴν Ἀχερουσίαν λίμνην ἀπαγαγόντας ἁγνίσαι . ὅθεν τὴν θεὸν ἀποκεκληρῶσθαι τοῖς τεθνεῶσι καὶ καταχθονίοις | ||
τῶι Ἰξίονι ἐνέπεσε διὰ τοῦτο , καὶ οὐδεὶς αὐτὸν ἤθελεν ἁγνίσαι , οὔτε θεῶν οὔτε ἀνθρώπων : πρῶτος γὰρ ἐμφύλιον |
πλάγια , ὥσπερ οἱ καρκίνοι . μετὰ δὲ Αἴπυτον ἔσχεν Ἄλεος τὴν ἀρχήν : Ἀγαμήδης μὲν γὰρ καὶ Γόρτυς οἱ | ||
βασιλέων δυνατώτατος καὶ Κλείτορα ᾤκισεν ἀφ ' αὑτοῦ πόλιν , Ἄλεος δὲ εἶχε τὴν πατρῴαν λῆξιν : ἀπὸ δὲ Ἐλάτου |
Λυκόφρων : ἀπαρκτίαις πρηστῆρος αἴθωνος πνοαῖς . . . . ἀπάργματα : αἱ μεγάλαι ἀπαρχαὶ τῶν θυσιῶν : παρὰ τὸ | ||
ὀθνείων βρόχων ληῖτιν ἐμπταίσασαν ἰξευτοῦ πτερῷ , Θύσῃσιν ἁρμοῖ μηλάτων ἀπάργματα φλέγουσαν ἐν κρόκῃσι καὶ Βύνῃ θεᾷ , θρέξεις ὑπὲρ |
εἴσω τοῦ ποδός : οὐ γὰρ ἂν ἐμβαίη ἑκών . Ἕπου νῦν , δραπέτα : δέχου τοῦτον σύ , πορθμεῦ | ||
γυναικὶ προσιέναι : ὅταν φάναι μάλιστα τυγχάνηις βλαβῆναι βουλόμενος . Ἕπου θεῷ . γνῶθι σαυτόν . πατρίδα τὸν κόσμον ἡγοῦ |
δ ' ἄρ ' ἐν μέσσοισι δύο χρυσοῖο τάλαντα . διτάλαντον δ ' ἂν εἴποις κατὰ Δημοσθένην καὶ τριτάλαντον καὶ | ||
τὰ δὲ ἐκπώματα οὐ κοῦφα ὡς τὰ Ἐχεκράτους , ἀλλὰ διτάλαντον ἕκαστον τὴν ὁλκήν . Εἶτα πῶς ὁ οἰνοχόος ὀρέξει |
. Γόννοι , πόλις Περραιβίας , ἀπὸ Γουνέως κληθεῖσα τοῦ ἀπογόνου Κύφου . οὕτως φησὶν Ὅμηρος . ὁ πολίτης Γούνιος | ||
τὸν Περσέα ἀπὸ χρυσοῦ γεγενῆσθαι : ὃ καὶ βέλτιον . ἀπογόνου γοῦν φησὶ τῆς Περσέως γενεᾶς , ἢ τῆς τῶν |
παρνάσσιος μυχὸς ἤτοι ἡ πυθὼ ὕπατον καὶ ἔξοχον αὐτὸν τῶν διαυλοδρόμων παίδων ἀνηγόρευσεν : ἰδίως τοῦτο λέγει , καὶ ἐπιφωνεῖ | ||
, ἤτοι ἡ Πυθώ , ὕπατον καὶ ἔξοχον αὐτὸν τῶν διαυλοδρόμων παίδων ἀνηγόρευσεν . Ὀλυμπιονίκα δὶς ἐν πολεμαδόκοις Ἄρεος ὅπλοις |
νιν ἀμφέβαλεν ἀϊόνα πορφυρέαν , κόμαισί τ ' ἐπέθηκεν οὔλαις ἀμεμφέα πλόκον , τόν ποτέ οἱ ἐν γάμῳ δῶκε δόλιος | ||
Αἰγίνης ἀκτῇσιν ἐπέσχεθον . αἶψα δὲ τοίγε ὑδρείης πέρι δῆριν ἀμεμφέα δηρίσαντο , ὅς κεν ἀφυσσάμενος φθαίη μετὰ νῆάδ ' |
Ἁγνίου , ὁ δὲ Θεόπομπος ὅτι οὐκ ἐνίκησεν , ἀλλὰ παρεκρούσατο , οὐκ ὢν ἐκ τοῦ οἴκου τὸ παράπαν τοῦ | ||
ἑαυτοῦ πανοπλίαν καὶ τὸν ἵππον , ἔτι δὲ τὴν ἐσθῆτα παρεκρούσατο τοὺς ἐπὶ τὴν ἀναίρεσιν ἀποσταλέντας . αὐτὸς δὲ ῥάκη |
λέοντα ] τὸν Ἀλέξανδρον λέγει . σίνιν ] βλαπτικόν , φθορέα . ἀγάλακτον ] μήπω κεκορεσμένον γάλακτος : βρέφος γὰρ | ||
τὸν ἐπιόντα . καὶ αὐτὴν ὁ πατὴρ ὑπολαβὼν εἶναι τὸν φθορέα πατάξας μαχαίρᾳ καταβάλλει . τῆς δὲ περιωδύνου γενομένης καὶ |
ἦν δὲ καὶ κωμαστικὴ μάχην καὶ πληγὰς ἔχουσα , καὶ ἡδύκωμος ἡδίων , καὶ κνισμὸς καὶ ὄκλασμα : οὕτω γὰρ | ||
τετράκωμος , ἐπίφαλλος , χορεῖος , καλλίνικος , πολεμικόν , ἡδύκωμος , σικιννοτύρβη , θυροκοπικόν , κνισμός , μόθων . |
τῷ Διὶ ἁγισθέντες βωμοὶ τὴν θυηπολίαν νοοῦσι τοῦ Διός : ἁγισθέντων γὰρ εἶπεν ἀντὶ τοῦ κατασεβασθέντων ταῖς θυσίαις . ἤδη | ||
τῷ ἀγῶνι . . Τὸ αὐτῷ μὴ μόνον πρὸς τὸ ἁγισθέντων , ἀλλὰ καὶ πρὸς τὸ πατρὶ συναπτέον , ἵν |
δυξ , καὶ δι ' εὐφωνίαν προσῆλθε τὸ ι , δοίδυξ , ὁ ταρακτικὸς ὤν . Δύστηνος . παρὰ τὸ | ||
. Ἔστωσαν δὲ ἐν τῇ τοιαύτῃ σφαιροποιΐᾳ ἐργαλεῖα τοιαῦτα : δοίδυξ ἀργυροῦς , λαβὶς ἀργυρᾶ , χειροδάκτυλοι ἀργυροῖ : καὶ |
τινος κερδαίνειν σπουδαζόντων : ἐρίθακος δέ ἐστιν ὄρνεον μονῆρες καὶ μονότροπον . Μικρὸς ἡλίκος Μόλων : ἐπὶ τῶν πάνυ βραχέων | ||
μικροῦ κερδαίνειν σπουδαζόντων . ἐρίθακος δέ ἐστιν ὄρνεον μονῆρες καὶ μονότροπον . Μηδικὴ τράπεζα : ἐπὶ τῶν εὐπόρων . Μὴ |
κάτα τυμβοχόησα ἢ ὕκην ἢ ἵππον ἢ ὃν κίχλην καλέουσιν πιπὼ ] παιπαλέη ? τῆι τε πτερὰ [ – ˘˘ | ||
τὸ κῆτος πιποῦς δὲ ὄρνεον μικρὸν θαλάσσιον εὐειδές . * πιπὼ ὄρνεόν ἐστι θαλάσσιον εὐπρεπές , νῦν δὲ τὴν Ἡσιόνην |
ἐπὶ συνουσίας εἶπεν ἐκπλύνειέ σε . . αἰσχρῶς νοητέον τὸ ἐκπλύνειέ σε ἐπὶ συνουσίᾳ . Θ . καπηλικῶς ἔχει : | ||
ἐκπλύνειέ σε . . . ἀποκαθαρεῖ . ἐπὶ συνουσίας εἶπεν ἐκπλύνειέ σε . . αἰσχρῶς νοητέον τὸ ἐκπλύνειέ σε ἐπὶ |