κατεδυνάμου αὐτὸν ἐν ἀπο - στάσει καὶ τῇ , ἥτις ἐσπάρη ἐν . Καὶ ἐπλήθυνεν φαρμακεία καὶ ἡ μαγεία καὶ
ἐπίπαν τὰ πλεῖστα γίνεται , τά τε βρέφη , ὥσπερ ἐσπάρη τε καὶ κατὰ γαστρὸς ἑβδομάδι διῳκήθη , οὕτω καὶ
6173859 ἐκπυρωθηναι
Τυφῶν ἡ ἐκ τῆς ἀναθυμιάσεως συστροφὴ [ ] πρὸ τοῦ ἐκπυρωθῆναι , ὡς Πλάτων ἐν Φαίδρῳ [ ] . ὁ
ουσα . τυφὼς οὖν ἡ ἐκ τῆς ἀναθυμιάσεως συστροφὴ πρὶν ἐκπυρωθῆναι τὸν ἀέρα : βούλεται δὲ ἀπὸ μέρους τὸ πῦρ
6017784 γενετης
. ὣς μὲν καὶ Πηλῆϊ θεοὶ δόσαν ἀγλαὰ δῶρα ἐκ γενετῆς : πάντας γὰρ ἐπ ' ἀνθρώπους ἐκέκαστο ὄλβῳ τε
καὶ σωφρονικοὶ καὶ ἀνδρεῖοι : καὶ τἄλλα ἔχομεν εὐθὺς ἐκ γενετῆς τῆς μὲν φρονήσεως καὶ δεινότητος , ὥσπερ ἐν τοῖς
5787893 γεννηθηναι
τῆς μεταφράσεως . ἑξῆς φησιν ἀπὸ Γένους Αἰῶνος καὶ Πρωτογόνου γεννηθῆναι αὖθις παῖδας θνητούς , οἷς εἶναι ὀνόματα Φῶς καὶ
. . . τὴν δὲ τρίτην ἀρχὴν μετὰ τὰς δύο γεννηθῆναι μὲν ἐκ τούτων , ὕδατός φημι καὶ γῆς ,
5673761 γονου
ἐουσέων , φθοραὶ οὐκ ἐγγίγνονται οὐδὲ κακώσιες ἐν τῇ τοῦ γόνου ξυμπήξει , ἢν μή τινος ἀνάγκης βιαίου τύχῃ ἢ
ἀριθμοίη καὶ γενεαλογοίη ὁ ἐρευνῶν ἀπὸ τοῦ Ἐπάφου τοῦ πρώτου γόνου , τοῦ γεννηθέντος ἐκ τῆς Ἰοῦς , ποιούμενος τὴν
5541955 πεπρωμενης
συνεχῶς ἅπαντα τὸν αἰῶνα , τὸ ἐπιβάλλον ἑκάστοις ἐκ τῆς πεπρωμένης μερίζουσα , οἵ τε τὰς κοινὰς τῆς οἰκουμένης πράξεις
μεμορμένον καί τινας παραλόγους ἀνάγκας : εἰ γὰρ τὰ τῆς πεπρωμένης ἐν πᾶσι νικῴη , ἀφαιρεθείη δὲ τῶν ἀνθρώπων τὸ
5522507 αὐτοματων
τοὺς γεώργους ἐπ ' ἐνίων , ὅτι θᾶττον ἀπ ' αὐτομάτων παραγίνεται , καὶ διὰ τὸ μὴ εἶναι ῥᾳδίως ἐπί
τοῦτο δὲ ἄτοπον . μήποτ ' οὖν , ὥσπερ τῶν αὐτομάτων ζώων τε καὶ φυτῶν ἡ γένεσις οὐκ ἐκ προϋποκειμένης
5494903 ἀνακομιζομενων
δι ' ἀγρυπνίαν πυρεξάντων καὶ ἐπὶ λύπῃ καὶ ἐπὶ τῶν ἀνακομιζομένων ἐκ νόσου . λοιπὸν δὲ καὶ περὶ τῶν διὰ
μέρη γιγνομένην , ἀνατρέχει τὰ περιττώματα . Ἐπὶ δὲ τῶν ἀνακομιζομένων ἐκ νόσου ἐπέχεται ἡ γαστήρ , διὰ τὸ πλείστην
5384039 ἀνδροκτασιης
εὖτέ με τυτθὸν ἐόντα Μενοίτιος ἐξ Ὀπόεντος ἤγαγεν ὑμέτερόνδ ' ἀνδροκτασίης ὕπο λυγρῆς , ἤματι τῷ , ὅτε παῖδα κατέκτανον
με τυτθὸν ἐόντα Μενοίτιος ἐξ Ὀπόεντος ἤγαγεν ὑμέτερον δ ' ἀνδροκτασίης ὕπο λυγρῆς , ἤματι τῷ ὅτε παῖδα κατέκτανον Ἀμφιδάμαντος
5378023 κατακλυσμου
δὲ ἀνωτέρω τούτων σὺν ἀρετῇ τὸ πρᾶγμα μεταδιώξαντας ἡ τοῦ κατακλυσμοῦ σὺν τοῖς ἄλλοις ἠφάνισε λήθη : εἰ γὰρ αἰώνιος
ἐπιστάντα φάναι μηνὸς Δαισίου πέμπτῃ καὶ δεκάτῃ τοὺς ἀνθρώπους ὑπὸ κατακλυσμοῦ διαφθαρήσεσθαι . Κελεῦσαι οὖν διὰ γραμμάτων πάντων ἀρχὰς καὶ
5373904 τοκου
μυρίνης : μυρίκης . Λάχνη : δασυτάτη . Γενεῆς : τόκου . Ἥμεναι : καθήμεναι . Αὐτοῦ : ἐκεῖ .
τῶν γονέων αὐτοὺς ὡραΐσαι , οὕτως οἶμαι προσήκειν ἐκ τοῦ τόκου τὴν μητέρα σεμνῦναι . καὶ δικαιότερος ἐπαινέτης ὁ τὴν
5368625 διελθουσα
μυρίων , ἡ μὲν ἕως Φρυγίας ὡς δι ' οἰκείας διελθοῦσα , ἡ δὲ ὑπὲρ τὸν Εὐφράτην ὡς δι '
καὶ ξὺν ψόφῳ διελθεῖν ἢ αὐτοῦ ἀνειλέεσθαι : καὶ οὕτω διελθοῦσα σημαίνει ἢ πονέειν τι τὸν ἄνθρωπον , ἢ παραφρονέειν
5315604 διασεσωσθαι
γεγενῆσθαι , καὶ τοὺς διαφυγόντας ἐπὶ τοῖς ὑψηλοτάτοις ὄρεσιν αὐτοὺς διασεσῶσθαι . ἕτεροι δὲ λέγουσι γεγονέναι Δευκαλίωνα καὶ Πύρραν ,
γενόμενον κατακλυσμὸν ἐφθάρη τὰ πλεῖστα τῶν ζώιων , εἰκὸς μάλιστα διασεσῶσθαι τοὺς κατὰ τὴν Αἴγυπτον ὑπὸ τὴν μεσημβρίαν κατοικοῦντας ,
5312967 ταὐτοματου
γὰρ σφαῖραν ἐφέστηκε δύναμις ἡ κινοῦσα : οὔτε γὰρ ἀπὸ ταὐτομάτου ἐφήκει ἡ κίνησις οὔτε δὲ πάλιν δεῖ λέγειν ,
μαρτυρεῖν , τοὺς δὲ τὰς προκλήσεις μαρτυροῦντας , τοὺς ἀπὸ ταὐτομάτου προσστάντας , ἐν μάλθῃ γεγραμμένην τὴν μαρτυρίαν , ἵνα
5216896 πυκνοτερου
μίγματος , ὃ δὴ θερμόν , τὴν δὲ ἀπὸ τοῦ πυκνοτέρου , ὅπερ ψυχρόν . Θαλῆς γεοειδῆ τὸν ἥλιον .
ἐόντος , ἐπὴν πληρωθῇ , ἰσχυροτέρου τε καὶ στερεωτέρου καὶ πυκνοτέρου ἐόντος , ἢ εἰ λοχίων ἔμπειρος γένοιτο , καὶ
5207524 ἐκκομιζεσθαι
ἐπιπλέοντα : τὸν ἔξωθεν ἐρχόμενον . ἐξαιρεῖσθαι : ἐκβάλλειν , ἐκκομίζεσθαι . ʃ ἐκκεκομίσθαι διεθρόει : θροῦν ἐποίει διὰ τῆς
χωρίῳ καθαρῷ , ἔνθα τὴν ἱερὰν ἀπὸ τοῦ βωμοῦ τέφραν ἐκκομίζεσθαι συμβέβηκε . τὰ δ ' αὐτὰ νομοθετεῖ καὶ περὶ
5192546 ὀπωρῃ
κείνου ἔχει κορυφὴν οὔτ ' ἐν θέρει οὔτ ' ἐν ὀπώρῃ : οὐδέ κεν ἀμβαίη βροτὸς ἀνὴρ οὐδ ' ἐπιβαίη
. Ὡς δ ' ὅτ ' ἐν οἰνοπέδῳ τις ἐπαΐσσοντας ὀπώρῃ σφῆκας τερσομένῃσι παρὰ σταφυλῇσι δαμάσσῃ , οἳ δ '
5186462 ῥευματοϲ
δὲ ϲυμβαίνει μονιμωτέραν γενέϲθαι τὴν εἰρημένην διάθεϲιν καὶ τὴν τοῦ ῥεύματοϲ οὐϲίαν ἐπὶ τὸ ψυχρότερον ἀχθῆναι μᾶλλον , τὸ τηνικαῦτα
Ἱκεϲίου καὶ ἡ δι ' αἰρῶν . εἰ δὲ φόβοϲ ῥεύματοϲ εἴη , καὶ ἡ Θραϲέα ἐπιτήδειοϲ . ἐγὼ δὲ
5182264 γενετηϲ
τινα τὴν διὰ τῆϲ χειρουργίαϲ αἱρεῖϲθαι βάϲανον . Πολλοῖϲ ἐκ γενετῆϲ ἡ βάλανοϲ οὐ τέτρηται , ἀλλ ' ὑπὸ τῷ
ἐμπλάϲϲουϲι χρηϲόμεθα . Περὶ μυωπίαϲ . μύωπεϲ λέγονται οἱ ἐκ γενετῆϲ τὰ μὲν ϲμικρὰ καὶ ϲύνεγγυϲ βλέποντεϲ , τὰ δὲ
5174327 ἐπτοηθη
γαλαθηνὸν ὅς τ ' ἐν ὕληι κεροέσσης ἀπολειφθεὶς ἀπὸ μητρὸς ἐπτοήθη . καθαρῆι δ ' ἐν κελέβηι πέντε τε καὶ
, ὅς τ ' ἐν ὕλῃ κεροέσσης ἀπολειφθεὶς ἀπὸ μητρὸς ἐπτοήθη . Κράτης Γείτοσι : νῦν μὲν γὰρ ἡμῖν .
5168434 ἀνομβριας
γινομένην προλέγειν τὰ μέλλοντα ἀποβήσεσθαι , οἷον ὄμβρους μεγάλους καὶ ἀνομβρίας , ἔτι δὲ σεισμούς τε καὶ λοιμοὺς καὶ τὰ
στερητικοῦ α ἀΰω καὶ κατὰ συναίρεσιν αὔω , τὸ ἐξ ἀνομβρίας γινόμενον ' . . . . αὔας : ξηράς
5126681 Πανταχοθεν
ἐν ταῖς εἰσβολαῖς καὶ ἐν ταῖς ἀναβάσεσι τῶν παροξυσμῶν . Πανταχόθεν δὲ κατὰ τοὺς πόρους ἰσχόμενος θλίβει τε καὶ βαρύνει
' ἐν τοῖς οὖσι νόμοις , κἂν τοῦτο ποιῆσαι . Πανταχόθεν μὲν τοίνυν δῆλός ἐσθ ' ὅτι ταῦτ ' ἔγραψ
5111944 θηλαζεσθαι
θηλάζουσαι : θηλάζειν γὰρ καλεῖται τὸ τὸν μαστὸν ἐπισχεῖν , θηλάζεσθαι δὲ τὸ ἕλκειν τὸ γάλα ἐκ τῶν μαστῶν .
. οἷον γυνὴ ἔδοξε περὶ μαζὸν ἔχουσα φλεγμονὴν ὑπὸ προβάτου θηλάζεσθαι . ἀρνόγλωσσον καταπλασαμένη ἰάθη [ διὰ τὸ τὸ ὄνομα
5108666 μεταπτωσεως
λοξοῦ πόλους γινομένῃ : συνάγει γὰρ ἐν τῷ Περὶ τῆς μεταπτώσεως τῶν τροπικῶν καὶ ἰσημερινῶν σημείων πάλιν αὐτὸν τὸν Στάχυν
τρὶς μόνον ἐπ ' εὐδαιμονίᾳ μακαριζομένους , ἀδήλου τοῦ τῆς μεταπτώσεως καὶ μεταβολῆς ἔτι ὑπάρχοντος , τοὺς δὲ τεθνεῶτας βεβαίως
5106301 Ὀδομαντων
τοῦτο ψεύδεται , ὡς ἀσθενῶν ἢ ὀλίγων ὄντων . Γ Ὀδομάντων στρατός : Ὀδόμαντες ἔθνος Θρᾳκικόν : φασὶ δὲ αὐτοὺς
; εἰπέ μοι , τουτὶ τί ἦν ; Τίς τῶν Ὀδομάντων τὸ πέος ἀποτεθρίακεν ; Τούτοις ἐάν τις δύο δραχμὰς
5096950 Μωϋσης
ἀνθρωπίνων ἐπιμελεῖσθαι πραγμάτων . Διὰ τί τὴν κοσμοποιΐαν ἐπιλογιζόμενός φησιν Μωϋσῆς αὕτη ἡ βίβλος γενέσεως οὐρανοῦ καὶ γῆς , ὅτε
Μάλχος , ὁ ἱστορῶν τὰ περὶ Ἰουδαίων , καθὼς καὶ Μωϋσῆς ἱστόρησεν ὁ νομοθέτης αὐτῶν , ὅτι ἐκ τῆς Χετούρας
5088282 ἀπεψιων
ἔχει πρὸς τὴν τοιαύτην κάθαρσιν : οἵ τε γὰρ ἐξ ἀπεψιῶν πολλῶν ἢ γλίσχρων ἢ παχέων ἐδεσμάτων ὄντες , ὡσαύτως
χυμῶν ἅμα τῷ κεκακῶϲθαι τὸ ϲτόμα τῆϲ γαϲτρὸϲ ἤτοι ἐξ ἀπεψιῶν ἢ ἄλλωϲ : ἐμπεφύϲηταί τε τούτοιϲ τὸ ὑποχόνδριον ἐν
5082413 πιομεν
τῆς τροφῆς ὀνίνησι τὰ θρέμματα τὸ πιεῖν . Ὅμηρος : πιόμεν ' ἐκ βοτάνης . καὶ τὸν ἐνόρχαν : ἢ
ἐπιόντος . . ὡς εἴ τε μετὰ κτίλον ἕσπετο μῆλα πιόμεν ' ἐκ βοτάνης : ἡ διπλῆ ὅτι ἐκ βοτάνης
5080981 ὠδινων
ἐπιθαρρεῖν παραινετέον ὡς ἐν ἀκινδύνῳ τυγχάνουσαν , τὴν δὲ ἄπειρον ὠδίνων διδακτέον ἐντόνως μάλιστα τὸ πνεῦμα κατέχειν καὶ πρὸς τὴν
οὐχ ὅτι χρηστῶν ἀπέλαυσαν τῶν ὡρῶν ἢ τῶν τῆς γῆς ὠδίνων καλῶν , καὶ γὰρ ἐκείνη ἡ πέρυσι διψῶσα οὐκ
5064661 προαγγειλαι
καὶ κύουσαν αὐτὴν ἐκ μὴ οὕτως ἐχούσης καταστῆσαί τε καὶ προαγγεῖλαι διὰ τῆς προφήτιδος . τοῦτο μὲν οὖν οὐδαμῶς δεῖ
καὶ κύουσαν αὐτὴν ἐκ μὴ οὕτως ἐχούσης καταστῆσαί τε καὶ προαγγεῖλαι διὰ τῆς προφήτιδος . δεδείξεται μετὰ μαρτύρων σοφῶν καὶ
5054153 ἀναθυμιαϲεων
ἀτμὶϲ ἀναχεῖται τῷ περιέχοντι δροϲώδηϲ . ἐκ τούτων τῶν δ ἀναθυμιάϲεων ϲυγκρινομένων δρόϲοι καὶ ὄμβροι καταφέρονται : πηγνυμένων δέ ,
ποτε καὶ δι ' ἀκρίβειαν τῆϲ ἀκουϲτικῆϲ αἰϲθήϲεωϲ ἐκ τῶν ἀναθυμιάϲεων . ἡ δὲ διάγνωϲίϲ ϲοι ἔϲτω πρῶτον μὲν ἐκ
5052734 προφητιδος
ἐκ μὴ οὕτως ἐχούσης καταστῆσαί τε καὶ προαγγεῖλαι διὰ τῆς προφήτιδος . . . : Αἰγοκέρω . οὗτός ἐστι τῶι
ἀνδράσι Μωυσέως τοῦ προφήτου , ταῖς δὲ γυναιξὶ Μαριὰμ τῆς προφήτιδος . τούτῳ μάλιστα ἀπεικονισθεὶς ὁ τῶν θεραπευτῶν καὶ θεραπευτρίδων
5048646 νοθου
ποιοτήτων μὴ δυναμένων τοιούτων ἀποτίκτεσθαι πνευμάτων . Πνεύματος γὰρ αὗται νόθου σύμβολα , καθὼς ἐν τοῖς περὶ αἰτίας οὔρων γράψομεν
. Ἢν δὲ τύχῃ διαφθαρέν , ἢ συσσαπὲν ἀπό τινος νόθου θερμότητος , ἢ κακοχύμων ἐδεσμάτων , μετρίως μὲν τοῦτο
5034664 μυστικης
λαμπάσιν ἀκταῖς ταῖς λαμπαδευομέναις καὶ καταλαμπομέναις καὶ δαιδουχουμέναις ὑπὸ τῆς μυστικῆς φλογὸς καὶ τῶν ἱερῶν δάιδων , περὶ ὧν Αἰσχύλος
καὶ δόξης , καὶ γυναικὸς περὶ θεμελίων καὶ κτημάτων καὶ μυστικῆς ἐγχειρήσεως καὶ γονέων τόπος . ὁ ιαʹ περὶ ἀγαθοῦ
5032013 προφανους
ἄφαρκτον , ἥδιον διὰ τὴν πίστιν ἐτιμωρεῖτο ἢ ἀπὸ τοῦ προφανοῦς , καὶ τό τε ἀσφαλὲς ἐλογίζετο καὶ ὅτι ἀπάτῃ
; τρόπῳ : τίνα τρόπον , λαθὼν ἢ ἐκ τοῦ προφανοῦς βιασάμενος ἢ ἀπατήσας ; τόπῳ , ἐν ἄστει :
5013114 διῳκηθη
ὅλοις ἔτεσι διακοσίοις τεσσαράκοντα καὶ τρισὶ , τὰ τῆς Ῥώμης διῳκήθη πράγματα . Μικρὰ δὲ ἦν ἔτι τὰ τῆς δυνάμεως
ἐτελέσθη ἐξετελέσθη συνετελέσθη , ἐτελεσιουργήθη συνετελεσιουργήθη , ἐκβέβηκεν ἀποβέβηκε , διῳκήθη : τὸ γὰρ ἐδράσθη καὶ ἐτολμήθη ἑτέρας ἐστὶ χρείας
5010012 ἀνετεθησαν
ἀλλ ' αὔξει τὰ ἀναθήματα διὰ τὰς πράξεις ἐξ ὧν ἀνετέθησαν : ὁ γὰρ Ξέρξου δίφρος καὶ ὁ ἀκινάκης Μαρδονίου
εἰκάζομεν παράλιόν ποτε τὸν τόπον γενέσθαι , οἵ τε δελφῖνες ἀνετέθησαν καὶ ἡ ἐπιγραφὴ ἐγένετο ὑπὸ Κυρηναίων θεωρῶν ; συγχωρήσας
5009383 ἀναζευξαντος
ἐπὶ τοῦ Ἀρχιδάμου τοῦ διὰ τὸν χειμῶνα καὶ τοὺς σκηπτοὺς ἀναζεύξαντος ἐκ Πλαταιῶν : φέρει γὰρ συγγνώμη ἐπὶ πρόσωπον ,
μεταστάσει εὑρίσκομεν εὐεργέτημα ἐξ αὐτοῦ τοῦ ἀδικήματος ὡς ἐπὶ τοῦ ἀναζεύξαντος Ἀρχιδάμου ἐν τῇ νόσῳ , ἀπὸ γὰρ τῆς ἀναχωρήσεως
5009128 Καλλιρροη
, Σκάμανδρε , τὴν παρθενίαν . Ἐν δὴ ταῖς ἄλλαις Καλλιρρόη ὄνομα παρθένος μεγάλη , πατρὸς δὲ οὐ τῶν ἐπιφανῶν
τὰς θυσίας γίνεσθαι καλλίρροον αὐτὴν ὠνόμασεν . . καλλιρρόου ] Καλλιρρόη , ὄνομα πηγῆς , ἀφ ' ἧς οἱ μέλλοντες
4996057 καθαρσιων
λευκὸν ἑλλέβορον ἔτρεχον , ἡνίκα μηδὲν ἀξιόλογον ὑπὸ τῶν ἄλλων καθαρσίων ἐθεώρουν τὸ πάθος μειούμενον , ἀλλ ' ἔγωγε τοῦ
: τὸ γὰρ ὅμοιον χαίρει τῷ ὁμοίῳ . εὐχέσθω δὲ καθαρσίων μεταλαχὼν ἰαθῆναι τὰ ὦτα , δι ' ὧν αἱ
4989037 διωκομενην
αὐτὴν ὠνομάσθαι Δίκτυνναν ἀπὸ τοῦ συμφυγεῖν εἰς ἁλιευτικὰ δίκτυα , διωκομένην ὑπὸ Μίνω συνουσίας ἕνεκα , διημαρτηκέναι τῆς ἀληθείας :
Ἀρτέμιδός ἐστι φίλη . ταύτης ἠράσθη Ζεὺς καὶ αὐτὴν Ἄρτεμις διωκομένην εἰς ἔλαφον μεταβάλλει : ὅθεν καὶ εἰς ὑπόμνημα τοῦ
4983352 προσαγωγης
ἐφαπτομένης μέχρι τοῦ περιγείου αἱ ὑπεροχαὶ ὁμοίως τῶν ἀποστημάτων ἐκ προσαγωγῆς ἐλάττους γίνονται τῶν πρότερον , ἄχρι τῆς συστάσεως τῆς
, ὥσπερ καὶ δίαιται καὶ ψῦχος καὶ θάλπος μάλιστα ἐκ προσαγωγῆς , καὶ ἡλικίαι οὕτω μεταβαλλόμεναι . Φύσιες δὲ ὡς
4943331 Ὑπιος
ἔστιν εἰπεῖν , ὅτι ὥσπερ παρὰ τὴν ὑπό πρόθεσιν γίνεται Ὕπιος , οἷον Ὕπιος Ζεύς , ἔστι δὲ καὶ ὄνομα
ἐστὶν Ἡράκλεια Ἑλληνὶς , καὶ ποταμὸς Λύκος καὶ ἄλλος ποταμὸς Ὕπιος . ΒΙΘΥΝΟΙ . Μετὰ δὲ Μαριανδύνους εἰσὶ Θρᾷκες Βιθυνοὶ
4934887 φυγαδευθεις
, ὃς καὶ αὐτὸς ἀνάστατος γέγονε τῆς πατρίδος , καὶ φυγαδευθεὶς ἔρχεται εἰς Θήβας καὶ ἀξιοῖ τὸν Πίνδαρον , ὥστε
τῇ περὶ Σαλαμῖνα ναυμαχίᾳ τοὺς βαρβάρους , εἶθ ' ὕστερον φυγαδευθεὶς ὑπὸ τῶν Ἀθηναίων ἐπὶ προδοσίας αἰτίᾳ ψευδεῖ , κατέφυγε
4932117 προσηγορευθη
ἔφη καὶ αὐτὸς βούλεσθαι ὁμηρεῖν : ὅθεν ἀντὶ Μελησιγένους Ὅμηρος προσηγορεύθη . γενόμενος δὲ ἐν ἡλικίᾳ καὶ δόξαν ἐπὶ ποιητικῇ
, ἀπὸ Βύβλης τῆς Μιλήτου θυγατρός . ” Βύβλος δὲ προσηγορεύθη ἐκ τοῦ πάσης ἀρχαίης βίβλου φυλακὴν ἀσινέα ἐν ταύτῃ
4916349 κατακλυσμον
κατακλυσμοῦ , * * * φησι . μετὰ δὲ τὸν κατακλυσμὸν γένος παρῆλθεν εἰς τὸν βίον ἱερόν , τὸ τῶν
διεσώθησαν , οἱ ἐν τῇ κιβωτῷ εὑρεθέντες . Τὸν δὲ κατακλυσμὸν ἐσήμανεν ὁ Μωσῆς ἐπὶ ἡμέρας τεσσαράκοντα καὶ νύκτας τεσσαράκοντα
4915264 διαλειμματων
τῶν ποδαγρικῶν ἐτῶν ἤδη τριῶν ἢ τεϲϲάρων ἐνοχλουμένουϲ ἀλγήμαϲιν ἐκ διαλειμμάτων ἰαϲάμην , ἤτοι καθαίρων τὸν πλεονάζοντα χυμὸν ἐν ἀρχῇ
παραιτεῖϲθαι καὶ τὰ πυριαϲτήρια καὶ ἡλιώϲειϲ : ἐμέτοιϲ δὲ ἐκ διαλειμμάτων χρῆϲθαι νῆϲτιϲ ἀπὸ ῥαφανίδων καθεψομένων , ἐπιδεδεμένου τοῦ ὀφθαλμοῦ
4914042 Δικαιαρχειας
τῇ ἱστορίᾳ : καὶ ἡμεῖς εἴδομεν πολλοὺς κατὰ τὸν ἀπὸ Δικαιαρχείας πλοῦν ἐπὶ Νέαν πόλιν . νῆσος γάρ ἐστιν οὐ
ἐστιν οὐ μακρὰν τῆς γῆς κατὰ τὰ τελευταῖς μέρη τῆς Δικαιαρχείας ὑπ ' ὀλίγων μὲν κατοικουμένη , πολλοὺς δὲ ἔχουσα
4901846 Ἀλκηστιδος
πορευόμενον ἐξένισεν Ἄδμητος . ὀδυρομένου δὲ Ἀδμήτου τὴν συμφορὰν τῆς Ἀλκήστιδος ἀνακτησάμενος Ἡρακλῆς ἐπιτίθεται τῷ Ἀκάστῳ καὶ τὴν στρατιὰν αὐτοῦ
. Ἀλκήστιδος ἀνδρεία : ἐπὶ τῶν καρτερῶν . Καί : Ἀλκήστιδος ἀναβίωσις : ἐπὶ τῶν ἀδυνάτων καὶ ἀπίστων ⋮ Λέγεται
4898714 Ἰαμος
προσεῖπεν αὐτὸν , ἐφθέγξατο μὲν ὁ Ἀπόλλων , ὁ δὲ Ἴαμος ἐζήτησε τὸν φθεγξάμενον τίς ἦν . τὸ δὲ ἑξῆς
ἄλλως : μαντεῖον ἦν ἐν Ὀλυμπίᾳ , οὗ ἀρχηγὸς γέγονεν Ἴαμος τῇ διὰ τῶν ἐμπύρων μαντείᾳ : ᾗ καὶ μέχρι
4883804 Τριπτολεμου
ποιεῖσθαι πέμματα ἐς τὰς θυσίας καθέστηκεν . ἐνταῦθα ἅλως καλουμένη Τριπτολέμου καὶ βωμὸς δείκνυται : τὰ δὲ ἐντὸς τοῦ τείχους
ὁ Κάσος ἢ εὖ ποιεῖν ἠπίστατο . καὶ κατιδὼν τῶν Τριπτολέμου νομίμων τὰ πολλὰ μεθεστηκότα ταῦτά τε ἐπανήγαγε καὶ τὴν
4881741 ὀλουμαι
ων ? ? γὰρ ὑπὸ ταύτηϲ ἐγὼ κάκιϲτ ] ' ὀλοῦμαι , προαπολῶ ταύτην ἐγὼ [ ] ! ! !
' ] ἀργόν , ἀληθῶς . ἀπὸ . . . ὀλοῦμαι ] ἡ ἀπό καθ ' ὑπερβασίαν συντάσσεται . γλωττοστροφεῖν
4880983 κατεχομενην
οὐκ ἐσήκουον , εὐθὺς στρατεύει ἐπὶ Τορώνην τὴν Χαλκιδικήν , κατεχομένην ὑπὸ Ἀθηναίων : καὶ αὐτὸν ἄνδρες ὀλίγοι ἐπήγοντο ,
ἅπασαν καὶ μὴ θαρρήσαντες ἐπελθεῖν ἄλλην ὁδὸν ἐτράποντο τὴν οὐ κατεχομένην ὑπὸ τῶν πολεμίων . Εὐμένης τοὺς στρατιώτας ἁρπάσαι βουλομένους
4870137 κλαπεντα
Λυκόφρων φησὶ τῶν γοργόνων εἶναι τὸν ὀφθαλμὸν τὸν ὑπὸ Περσέως κλαπέντα , ἐγὼ δὲ εἶπον ὅτι τῶν Φορκίδων , αἵτινες
: Ἄδικός ἐστιν ἡ κρίσις σου , ὅτι καὶ τὸν κλαπέντα ἐλεύθερον τιμωρεῖς , ὡς ἀδικήσαντα . Ὡς δὲ οὐκ
4868357 βυθου
ἐξελθὼν ἐπάνω τῆς θαλάσσης καυθῇ , καὶ ὑπεισέρχεται ἔνδον τοῦ βυθοῦ , καὶ κεῖται ἐκεῖ ὅλον τὸν ὀπωρινὸν καιρὸν ,
εἰ δὲ καὶ μέχρι δεῦρο , οὔ γε καὶ κατὰ βυθοῦ ὥστε πόρον γενέσθαι πλωτόν : ὅπου Ἀλέξαρχον τὸν Ἀντιπάτρου
4858381 ῥᾳστου
διανοίᾳ παντὸς τοῦ μελετωμένου καὶ σφραγῖδας ἐνεποίησεν , ἐκ τοῦ ῥᾴστου καὶ ἀπὸ τῆς ἕξεως αὐτὰ ᾔδει ποιεῖν . οἷόν
δέ : ἐξ ἑτοίμου , ἐξ εὐκόλου , ἐκ τοῦ ῥᾴστου , ἐκ τοῦ προχειροτάτου , ἐκ τοῦ παραπεσόντος ,
4852193 παραλογου
οὐκ ἀγνοήσας . Οἱ δ ' ἀμφὶ τὸν Βροῦτον ἐκ παραλόγου τόλμης ἐς Φιλίππους παρῆλθον , ἔνθα αὐτοῖς καὶ ὁ
τὴν ἐκ λογισμοῦ σωτηρίαν , ἐκ δὲ τοῦ παραδόξου καὶ παραλόγου , ἐὰν ἄρα σωθῇ , σῴζεται . τίς ἂν
4851586 Φοινικης
, ἔθνος Σκυθικόν . Ἑκαταῖος Ἀσίᾳ . Ἰάμνια , πολίχνιον Φοινίκης . Στράβων δὲ κώμην φησίν „ ἀπὸ Ἰάμνου ,
, ὕστερον δὲ Ἱστιαιῶτις μετωνομάσθη „ . Δῶρος , πόλις Φοινίκης . Ἑκαταῖος Ἀσίᾳ ” μετὰ δὲ ἡ πάλαι Δῶρος
4838526 φωλεων
, καὶ μεσοῦντος θέρους ὁσημέραι μετὰ πλήθουσαν ἀγορὰν ἐξέρπειν τῶν φωλεῶν . καὶ παρὰ τῷ ποταμῷ τῷ καλουμένῳ Ῥυνδάκῳ τὸ
ἀϲπίδοϲ βρέξαϲ εἰϲ ἔλαιον [ ἄλλο ] θυμία ἐγγὺϲ τῶν φωλεῶν καὶ εὐθέωϲ ἀναβήϲονται . ἄλλο καταφέρον καὶ ϲκορπίουϲ καὶ
4828858 πορνης
λαμπρύνειν τοὺς αὐτὴν κεκτημένους . * λίπτοντα ἐπιθυμοῦντα * τῆς πόρνης ἢ τῆς νεοττείας καὶ τῆς τεκνογονίας χωρίσας σε περιστερᾶς
παρ ' αὐτοῖς πόρνη Πελλήνη τοὔνομα . ἐπιθυμοῦσιν οὖν τῆς πόρνης , ἤγουν τῆς πόλεως Πελλήνης . ἀντεποιοῦντο γὰρ αὐτῆς
4825389 διαδοχης
ῥαγδαῖος , ἄμαχος , πρᾶγμα μεῖζον ἢ δοκεῖς . ἐκ διαδοχῆς καθαρὸς δοῦλος μεῖζον μεῖζον , μικρὸν μικρόν ἐπίδημος ἀνακάμψει
: οἱ δὲ νῦν εὐδοκιμοῦντες παραλαβόντες παρὰ πολλῶν οἷον ἐκ διαδοχῆς κατὰ μέρος προσαγόντων οὕτως ηὐξήκασι , Τισίας μὲν μετὰ
4822269 παρθενιος
ἀπαλλάττειν ἐστὶ ῥάμνος ἀνθρώπους ἱκανή . Ἔτι μὴν καὶ ἡ παρθένιος , ἐπειδὰν ἐν ἄνθει οὔσης αὐτῆς τοῖς κλάδοις προσχρήσῃ
. τῶν ἅπαξ εἰρημένων . παρμέμβλωκεν παραμεμόληκεν , συμπάρεστιν . παρθένιος ὁ ἐξ ἀνεκδότου λαθραίως γενόμενος , ἀπὸ τοῦ δοκεῖν
4809854 θεληματος
τὰς πύλας : εἰ δ ' ἀπετύγχανεν ὁ πυλωρὸς τοῦ θελήματος οὐδὲν προσάψας ἀφῆκεν τὸ λίνον , ὥστε τὸν Τήμενον
εἰργαζόμην . ὑμῶν ] ὑμῖν . ἑκὼν ] μετὰ οἰκείου θελήματος , οἰκειοθελής . , ἐθελουσίως . . προδώσω ]
4801928 ῥοφουμενα
πινόμενοϲ ᾠά τε κενωθέντα ἐπὶ τὸ αὐτὸ λειανθέντα ϲὺν ἅλμῃ ῥοφούμενα , καὶ ἡ ἅλμη δὲ πινομένη καὶ ζωμὸϲ ἁλμυρὸϲ
ταχέωϲ καὶ διεξέρχεται τοὺϲ πόρουϲ : τὰ δὲ ἐϲθιόμενα ἢ ῥοφούμενα , ἐπὶ πλέον ἐν τῇ γαϲτρὶ διαμένοντα , καταψύχει
4800582 ἠωθι
καὶ αὐτῇ . ἀλλ ' ἄγ ' ἐπότρυνον πατέρα κλυτὸν ἠῶθι πρὸ ἡμιόνους καὶ ἄμαξαν ἐφοπλίσαι , ἥ κεν ἄγῃσι
καὶ ἠελίοιο σελήνη . Οὐδ ' ὅτε οἱ ἐπέχοντι φανήμεναι ἠῶθι πρὸ φαίνωνται νεφέλαι ὑπερευθέες ἄλλοθεν ἄλλαι , ἄρραντοι γίνονται
4795521 ἐπεγειρομενη
ἡ καθεκτικὴ δύναμις , διὰ πλημμελῆ βλάβην , πρὸ πέψεως ἐπεγειρομένη καὶ ἐξεῶσα πρὸ τοῦ δέοντος καιροῦ . ἢ διὰ
τὰ ἔντερα καὶ δάκνουσι καὶ ἀνιῶσι , καὶ πρὸ ὥρας ἐπεγειρομένη ἡ ἀποκριτικὴ δύναμις ποιεῖ τὴν διάρροιαν . ἢ καὶ
4775551 Τιτανων
, δι ' οὗ τὸν υἱὸν Ὧρον , ὑπὸ τῶν Τιτάνων ἐπιβουλευθέντα καὶ νεκρὸν εὑρεθέντα καθ ' ὕδατος , μὴ
Ἡρακλῆς . . . : Τιτανὶς ] Ἡ μία τῶν Τιτάνων . : Τιτᾶνες ἐκαλοῦντο οἱ ἀπὸ τοῦ Οὐρανοῦ καὶ
4775039 σπαργανων
ἐπειράθησαν πρότερον μὲν Μάρκος ὕστερον δὲ Περτίναξ , ἐξ ἰδιωτικῶν σπαργάνων ἐπὶ τοῦτο ἐλθόντες . γένους γὰρ ἔνδοξον ἀρχὴν αὐτὸν
ὁ πολύευκτος , ὁ σεβαστὸς ἐκ τοῦ λίκνου καὶ τῶν σπαργάνων , οὗ τὸ μὲν σῶμα ἐν αὔξῃ ἐστίν ,
4764539 ποινηλατουμενος
, ὅμως οὐκ ἐφείσατο , ἀλλ ' ἔτεμε καὶ ἔμεινε ποινηλατούμενος καὶ τῶν ἀναγκαίων τροφῶν δεόμενος , καὶ εἴ ποτε
ἐκίνουν τοῦτον καθ ' αὑτοῦ συγκατασπᾶν καὶ ξέειν . οὕτω ποινηλατούμενος ὁ στρατηγὸς ὁ μέγας τὸν βίον ἐξαπέπνευσεν ἠθλιωμένῳ τέλει
4759582 Βερμιον
λέγεται ὑπὸ Μακεδόνων : ὑπὲρ δὲ τῶν κήπων ὄρος κεῖται Βέρμιον οὔνομα , ἄβατον ὑπὸ χειμῶνος . Ἐνθεῦτεν δὲ ὁρμώμενοι
πάλαι μεταλλείας : ὁ δὲ Μίδου ἐκ τῶν περὶ τὸ Βέρμιον ὄρος : ὁ δὲ Γύγου καὶ Ἀλυάττου καὶ Κροίσου
4757297 Σταγειρων
Στάγειρα ἦλθον διὰ τὸν βασιλέα τὸν μέγαν : ἐκ δὲ Σταγείρων εἰς Ἀθήνας διὰ τὸν χειμῶνα τὸν μέγαν . καταλήξας
. : Ἀριστοτέλης ὁ Νικομάχου κατὰ μέν τινας Μακεδὼν ἀπὸ Σταγείρων , ὡς δὲ ἔνιοι Θρᾷξ ἦν τὸ γένος .
4751173 μανδραις
Καὶ ἔστι τὰ μὲν παρὰ θάλασσαν Ἰχθυοφάγων [ ἐν ] μάνδραις ᾠκοδομημέναις ἐν στενώμασι σποράδην διοικούντων , τὰ δὲ μεσόγεια
τῇ γλώσσῃ διαλάσσοντα . Τούτων τὰ παρὰ θάλασσαν ὁμοίως Ἰχθυοφάγων μάνδραις διείληπται , τὰ δὲ ἐπάνω κατὰ κώμας καὶ νομαδίας
4747848 γεγεννησθαι
αὐτῷ γενέσθαι καὶ τὴν γυναῖκα κυοῦσαν ἔχων , Ἱπποκένταυρον αὐτῷ γεγεννῆσθαι . δίδυμα αὐτῷ ἐγεννήθη βρέφη : δύο γὰρ σώματα
Πύρρας Δευκαλίωνι παῖδες Ἕλλην μὲν πρῶτος , ὃν ἐκ Διὸς γεγεννῆσθαι ἔνιοι λέγουσι , δεύτερος δὲ Ἀμφικτύων ὁ μετὰ Κραναὸν
4734724 Δολοπιας
' ὑπὸ [ Πρωτε - σιλάῳ ] τῆς Φθίας ἀπὸ Δολοπίας καὶ τῆς Πίνδου μέχρι τῆς Μαγνητικῆς θαλάττης : μέχρι
ὕπαρξιν ἐπιφανέστερα γεγονότα φυγάδων γενομένων ; ἢ οὐ Φοῖνιξ ἐκ Δολοπίας ἐκπεσὼν ὑπὸ Ἀμύντορος εἰς Θετταλίαν φεύγει ; Πηλέα δ
4722006 διαβρωϲιοϲ
ἀναγωγῆϲ τάμνειν φλέβα : ἤν τε γὰρ ἐκ ῥήξιοϲ ἢ διαβρώϲιοϲ , εὐάρμοϲτοϲ φλεβοτομίη , ἤν τε ἐπ ' ἀραιώϲει
τῇ ἀρτηρίῃ λάβρωϲ τὸ αἷμα ἐκχέεται . ἢν δὲ ἀπὸ διαβρώϲιοϲ , χρὴ ἐπανερωτῆν , εἴ κοτε πρόϲθεν ἔβηξε ὥνθρωποϲ
4718015 εἰλημμενη
, ἐὰν ἀληθὴς ᾖ καὶ διὰ τῶν ἐξ ἀρχῆς ὑποθέσεων εἰλημμένη . ἐνταῦθα ἀπὸ τῆς ὕλης λαμβάνει τὴν διαφορὰν τῆς
ὀφθαλμοὺς ἔχει . αὕτη μὲν οὖν ἡ διαφορὰ αὐτῶν ἔστω εἰλημμένη ἀπὸ τοῦ γιγνώσκοντος : εἴληπται γὰρ ἀπὸ τῶν τῆς
4716562 ἀρξαμενη
, οὕτως ἡ Τύχη τῶν ὁμιλητῶν τοὺς ἀρίστους ἥρπασεν , ἀρξαμένη μὲν ἀπὸ τῶν ἐν Βιθυνίᾳ διατριβῶν , προελθοῦσα δὲ
γραμμὰς , ἀπὸ δὲ μεσημβρίας Δραγγιανῇ κατὰ γραμμὴν , ἥτις ἀρξαμένη ἀπὸ τοῦ εἰρημένου πρὸς τῇ Καρμανίᾳ πέρατος καὶ κυρτωθεῖσα
4712880 Τυρρηνιᾳ
] . τούτους δ ' ἔνιοί φασιν ἀπὸ τῶν ἐν Τυρρηνίᾳ δώδεκα πόλεων ἀποικαισθῆναι : τινὲς δέ φασι Πελασγοὺς πρὸ
Βαΐαις , ἃ διωνόμασται πολὺ πάντων μάλιστα . Τῇ δὲ Τυρρηνίᾳ παραβέβληται κατὰ τὸ πρὸς ἕω μέρος ἡ Ὀμβρική ,
4702610 Σκειρωνιδων
καλούμενα Ὄνεια ὄρη διατείνοντα μέχρι Βοιωτίας καὶ Κιθαιρῶνος ἀπὸ τῶν Σκειρωνίδων πετρῶν , ἀπὸ τῆς παρὰ ταύτας ὁδοῦ πρὸς τὴν
τῆς Ἰνοῦς παιδίον ἐπὶ τὸν Ἰσθμὸν ἐκομίσατε ὑποδεξάμενοι ἀπὸ τῶν Σκειρωνίδων μετὰ τῆς μητρὸς ἐμπεσόν , καὶ νῦν σὺ τὸν
4700986 Γανυμηδους
ὀξυωπέστερος , ἀνδρειότερος δὲ τοῦ Κροτωνιάτου Μίλωνος , καλλίων δὲ Γανυμήδους , “ ὃν καὶ ἀνηρείψαντο θεοὶ Διὶ οἰνοχοεύειν ,
οὐδεὶς ἄνθρωπος πάρεστι τῷ συλλόγῳ ἔξω Ἡρακλέους καὶ Διονύσου καὶ Γανυμήδους καὶ Ἀσκληπιοῦ , τῶν παρεγγράπτων τούτωνἀπόκριναι μετ ' ἀληθείας
4700915 λοιμων
. εὔτακτός τε ἦν τὴν δίαιταν οὕτως ὥστε πολλάκις Ἀθήνησι λοιμῶν γενομένων μόνος οὐκ ἐνόσησε . Φησὶ δ ' Ἀριστοτέλης
καὶ ἐν ταῖς ὀδύναις καὶ νόσοις σοφιστὴς ἄκρος . ὃς λοιμῶν ἐπιδημίας ἔσβεσεν , καὶ τὴν ἀμφὶ τὸν κύνα τὸν
4698133 σταγονων
δὲ ὁ Ῥόδιος ἐν τῆι τῆς Ἀλεξανδρείας Κτίσει ἀπὸ τῶν σταγόνων τοῦ τῆς Γοργόνος αἵματος . . . . .
δῖναι . τοῦτο δέ φησιν , ἐπειδὴ τῶν ἐξ ὑετοῦ σταγόνων πιπτουσῶν ἐν τῷ πηγῶν ἢ λιμνῶν ὕδατι πομφόλυγες ἤτοι
4696685 Τροιζηνος
τὴν τοῦ Καλυδωνίου κάπρου θήραν , καὶ Θησέα παραγενόμενον ἐκ Τροιζῆνος εἰς Ἰσθμὸν καθᾶραι . : Οὐκ εὖ δὲ Νεοκλῆς
τὸν Ἄθων . τὸ ἐθνικὸν Σαρταῖος . Σάρων , τόπος Τροιζῆνος . Σαρώνιος οὖν καὶ Σαρωνία καὶ Σαρωνικός καὶ Σαρωνική
4694653 Πλεων
καὶ τῶν τοιούτων κατάστασιν χρηστὴν , καὶ τὰ τοιαῦτα . Πλέων τις μετὰ θυγατρὸς ὑπὸ λῃσταῖς ἐγένετο : μετὰ ταῦτα
οἱ δημηγόροι καὶ οἱ ῥήτορες δοῦλοι τοῦ πλήθους εἰσί . Πλέων Ἀρίστιππος χειμῶνος ἐπιγενομένου πάνυ σφόδρα ἐταράττετο . ἔφη δέ
4694329 τοκετων
καὶ νεφριτικῶν καὶ αἱμοπτυϊκῶν διαθέσεων καὶ αἱμορραγιῶν καὶ ἐκτρωσμῶν καὶ τοκετῶν καὶ ἐρυσιπελάτων καὶ ὀλέθρων , καὶ ὅσα τῶν νοσημάτων
τὸ δειλὸν παραμυθεῖσθαι τῆς κυοφορούσης , κἂν μὴ πεπειραμέναι τῶν τοκετῶν τυγχάνωσιν , ὧν δύο μὲν ἑκατέρωθεν , μία δὲ
4691905 ἀναθορων
θηρατὰς καὶ κύνας καὶ ἵππους , ἐπί τινα λόφον ὑψηλὸν ἀναθορὼν καὶ ἑαυτὸν ἀναστήσας ἐπὶ τῶν κατόπιν ποδῶν , οἷον
πληθὺς αἰδουμένη παλίωξίν τε εἰργάσαντο . καὶ τῆς νίκης ἀρχομένης ἀναθορὼν αὖθις ἐπὶ τὸν ἵππον ἐπῄνει τὸν στρατὸν περιιὼν καὶ
4682852 Ἑλλῃ
. εἷς οὖν κριὸς ἀνθρωπίνῃ φωνῇ χρησάμενος λέγει Φρύξῳ καὶ Ἕλλῃ περὶ τῆς σφαγῆς . φευγόντων οὖν τούτων μετὰ τοῦ
: εἷς οὖν κριὸς ἀνθρωπίνῃ φωνῇ χρησάμενος λέγει Φρύξῳ καὶ Ἕλλῃ περὶ τῆς σφαγῆς . φευγόντων οὖν τούτων μετὰ τοῦ
4669952 λαμπομεναων
τοῦ ἀπὸ τῶν [ πρεσβυτάτων ] , ὡς δαΐδων ὕπο λαμπομενάων [ ] οἱ πολέμιοι ἐσβάλοιεν : ἀντὶ τοῦ ἐσέβαλλον
ταμεσίχροας : ὄσσε δ ' ἄμερδεν αὐγὴ χαλκείη κορύθων ἄπο λαμπομενάων θωρήκων τε νεοσμήκτων σακέων τε φαεινῶν ἐρχομένων ἄμυδις :
4664545 γεννηθεντος
Καινοῖ τῆς Κρήτης ἐκ Διὸς καὶ Κάρμης τῆς Εὐβούλου τοῦ γεννηθέντος ἐκ Δήμητρος : ταύτην δ ' εὑρέτιν γενομένην δικτύων
πρὸς τὴν δύσιν κειμένων : ὅπου καὶ τοῦ ἐν Θήβῃ γεννηθέντος Διονύσου αἱ στῆλαι περὶ τὰ ἔσχατα τοῦ ὠκεανοῦ ἵστανται
4663699 Ἀριμνηστου
σφι τυγχάνουσι ἐόντες . Ἀποθνῄ - σκει δὲ Μαρδόνιος ὑπὸ Ἀριμνήστου ἀνδρὸς ἐν Σπάρτῃ λογίμου , ὃς χρόνῳ ὕστερον μετὰ
γραφαί , κεῖται δὲ τοῦ ἀγάλματος πρὸς τοῖς ποσὶν εἰκὼν Ἀριμνήστου : ὁ δὲ Ἀρίμνηστος ἔν τε τῇ πρὸς Μαρδόνιον
4657122 Ναξου
δι ' αὐτοῦ κατέλθωσι ἐς τὴν πόλιν , ἄρξει τῆς Νάξου , σκῆψιν δὲ ποιεύμενος τὴν ξεινίην τὴν Ἱστιαίου ,
ἐν Ἄργει τὸ ἐπίγραμμα τὸ ἐπ ' αὐτῷ μηνύει . Νάξου δὲ οἰκισθείσης ποτὲ ἐν Σικελίᾳ ὑπὸ Χαλκιδέων τῶν ἐπὶ
4656009 ὀρυμαγδου
γε καὶ ὀψέ περ υἷας Ἀχαιῶν τειρομένους ἐρύεσθαι ὑπὸ Τρώων ὀρυμαγδοῦ . αὐτῷ τοι μετόπισθ ' ἄχος ἔσσεται , οὐδέ
μηδ ' ἐνὶ πάτρῃ μίμνοντες κτεινώμεθ ' ὑπ ' Ἀργείων ὀρυμαγδοῦ : ἀλλ ' ἤδη Δαναοῖσι , καὶ εἰ βραδύ
4654462 ὑστεριζοντας
ὀρυγμάτων μετρίων , διὰ τὸ ἐπιγινώσκοντας δι ' αὐτῶν τοὺς ὑστερίζοντας ἐκ τοῦ στρατοῦ μὴ πλανᾶσθαι τὸν ὁδόν . Χρὴ
ὕπνον τράπωνται . Ἤδη δὲ τῶν πρώτων ἀναβεβηκότων καὶ τοὺς ὑστερίζοντας ἀναδεχομένων , ἵνα πλείους γενόμενοι τότε ἀποσφάξωσι τοὺς ἐν
4649587 ἐνοχλουμενων
. αʹ Περὶ καρδιακῶν βʹ Περὶ τῶν ὑπὸ μελαίνης χολῆς ἐνοχλουμένων τὸν στόμαχον Ἡροδότου γʹ Πρὸς τοὺς χολὴν μάλιστα ξανθὴν
μόλις ὄψεταί τις οἰκίαν πάντα θέουσαν ἐξ οὐρίας ἄλλων ἄλλοις ἐνοχλουμένων ἀνιαροῖς . ἵνα δὲ γίνηταί τις ἐκεχειρία τῶν ἀνθρωπίνων
4648785 γηρως
εἰς ὕβριν ἀγομένους καὶ γονεῖς δούλους ἀντ ' ἐλευθέρων ἐπὶ γήρως ὀδῷ γινομένους . καὶ ἅμα διδάσκετε τὴν βουλήν ,
ἐστι μωρίας , ἵν ' ᾖ τὸ μὲν προειρημένον τοῦ γήρως , τοῦτο δὲ τοῦ τρόπου . . . τὰ
4641724 Φαρνακου
ἀναλαβὼν προῆγεν ὡς ὑπερβησόμενος τὸν Ταῦρον ἐπὶ τὴν βοήθειαν τοῦ Φαρνάκου : ἔννοιαν δὲ λαβὼν τῶν πρὸς Ῥωμαίους τῷ πατρὶ
Λακεδαιμονίων καὶ τῶν ξυμμάχων πρὸς Τισσαφέρνην καὶ Ἱεραμένη καὶ τοὺς Φαρνάκου παῖδας περὶ τῶν βασιλέως πραγμάτων καὶ Λακεδαιμονίων καὶ τῶν
4641712 κραατος
ἦγ ' ἅλαδε προτέρωσε . δέμας δέ οἱ ἐξ ὑπάτοιο κράατος ἀμφί τε νῶτα καὶ ἰξύας ἔστ ' ἐπὶ νηδύν
φολίδεσσι : ταῖς στίξεσι , τοῖς ποικίλμασι τῶν πτερῶν . κράατος ὑπάτοιο δὲ ἄκρας κεφαλῆς . οὐδὲ μὲν οὐδ '
4639891 Ἰασιωνος
τοὺς πλουτοῦντας ὁρῶμεν πηροῦσθαι τὴν διάνοιαν . Δήμητρος δὲ καὶ Ἰασίωνος αὐτόν φασιν , ἐπεὶ τῇ τῶν καρπῶν εὐφορίᾳ ἰᾶται
Ἀθηνᾶς τὸ Παλλάδιον ἀράμενος ἀφίκετο εἰς Σαμοθρᾴκην μετὰ Ἁρμονίας καὶ Ἰασίωνος , τῶν ἀδελφῶν : κἀκεῖ διάγοντα Κάδμος ὁ Ἀγήνορος
4633067 παραγινεται
καθάπερ ἡ τάξις ἡ ἐν τῷ στρατοπέδῳ οὐκ ἀπὸ ταὐτομάτου παραγίνεται , ἀλλ ' ἀπὸ τοῦ στρατηγοῦ , οὕτω καὶ
αὐτός , τὸ βουλεύεσθαι καὶ λέγειν καὶ πράττειν τὰ συμφέροντα παραγίνεται τοῖς μαθοῦσιν . ἐπιφανέστατος δὲ γενόμενος τῶν κατὰ τὸν
4632047 τυφλωσαι
τότε τις σοφὸς ἀνὴρ ἐπέστησεν , ὡς δεῖ ψευδεῖ λόγῳ τυφλῶσαι τὴν ἀλήθειαν καὶ πεῖσαι τοὺς ἀνθρώπους ὡς ἔστι δαίμων
λύσαντα τὸ αἴνιγμα γνωρισθῆναι . οἱ δὲ τὸν Πόλυβον αὐτὸν τυφλῶσαι τοὺς περὶ τῆς πατροκτονίας χρησμοὺς ἀκούσαντα . τινὲς δὲ
4630107 Κυζικου
γάρ ἐστιν ὁ Κυζίκου λιμήν . Αἰσήποιο : ποταμὸς πέραν Κυζίκου . Γηγενέες : τούτων καὶ Ἡρόδωρος μνημονεύει ἐν τοῖς
. διὰ δὲ τούτου οὐδὲν ἕτερον ἢ τὴν ἀπραγμοσύνην τοῦ Κυζίκου ἐμφαίνει . ἠοῖ δ ' εἰσανέβαν : ἡ εἰς

Back