μὲν αὐτὸν καταφιλήσω , ὅτι ἀφεὶς περὶ ἃ οἱ ἄλλοι ἐπτόηνται καὶ τοὺς ἐκείνων φόβους περὶ τῶν ἰδίων ἔργων πεφρόντικεν
καὶ οὐχ οἷα τὰ χαμερπῆ καὶ περὶ ἃ οἱ πολλοὶ ἐπτόηνται κέρδη , ὅθεν αὐτὰ καὶ τοῖς ἑρμαίοις εἰκάσαμεν .
6603162 σφαλλονται
, τίς οὐκ οἶδεν ὅτι καὶ ἐν τούτῳ πολλοὶ μεγάλα σφάλλονται διὰ τὸ μὴ ὑγιαίνειν τὸ σῶμα ; καὶ λήθη
μᾶλλον οἱ ἄγνωστον αὐτὸν καὶ ἄδηλον θεολογοῦντες . ὅτι δὲ σφάλλονται οἱ Διόνυσον αὐτὸν εἶναι νομίζοντες . . . .
6429346 δριμεις
ὑπότριμμα : Ἀντὶ τοῦ δριμύ . οἱ γὰρ δικάζοντες ὀφείλουσι δριμεῖς εἶναι . στέργων : Ἡδόμενος σκορόδοις . καὶ τοῦτο
οὐ χειμερίῳ σφόδρα , οὔτε ὑπὸ θέρους διακαοῦς παραλαμβάνομεν τοὺς δριμεῖς κλυσμοὺς , ἐπειδὰν ἀποδοκιμάζωμεν τὰ δριμύτερα τῶν καθαρτηρίων .
6114384 ἀναστρεφομενοι
καὶ ἐπιφθόνως διευθύνουσιν : τινὲς δὲ στρατιωτικοὶ ἢ μεταξὺ τούτων ἀναστρεφόμενοι ἢ ἐν βασιλικαῖς αὐλαῖς καὶ δημοσίοις τόποις ὀψωνίων μετέχουσιν
πρὶν ἡμῖν πῆμα γενέσθαι . Οἶμαι δὲ ὡς οἱ ταλαιπωρότερον ἀναστρεφόμενοι τὸ ἀκριβὲς τοῦ λόγου οὐ διέγνωσανπρῶτον . γάρ ,
6077927 διαγουσι
ποτήριον ὕδατος , δεσμωτηρίου λέγεις δίαιταν πάντες οὗτοι οἱ σοφοὶ διάγουσι . καὶ μετ ' ὀλίγα : ἤδει δ '
πολλὰ μέρη τὴν κεφαλὴν ἀφίστασθαι , τοῖς δὲ χαλεπώτερον τούτων διάγουσι χολημεσία , παρακοπή , σπασμὸς ἕπεται , καὶ οἱ
6013974 τολμηροι
: κακόν . περὶ πάντων : περισσοτέρως . Θαρσαλέοι : τολμηροὶ , ἀναιδεῖς , ἀναίσχυντοι . ἀντιφέρονται : μάχονται ,
τὴν σὴν νεότητα πάντες ἢ τοὐμὸν γῆρας ᾐδέσθησαν . ὦ τολμηροὶ λόγοι : κεῖται Ῥουφῖνος , ὑμεῖς δὲ ἔτι νεανιεύεσθε
5998014 ἐσπουδακασι
οὐδέπω Θηβαίων οἱ λειπόμενοι μετὰ τὴν συμφορὰν ἑστίαν τὴν Ἀττικὴν ἐσπουδάκασι : καὶ τὴν τύχην φέρουσι μετριώτερον , Ἀθήνας ἔχοντες
τοίνυν αὐτοῖς συνεχῶς ἐπιτελῶν ὁ Νίγρος , περὶ ἃς μάλιστα ἐσπουδάκασι , καὶ διδοὺς ἄνεσιν ἐς τὸ ἑορτάξειν καὶ εὐφραίνεσθαι
5970518 φοβουνται
ἔχει . πολλάκις γάρ τινες ἀπὸ νόσου εἰσὶν ὑγιέες , φοβοῦνται δὲ ἀναστῆναι ἀπὸ τῆς κλίνης , χαίροντες αὐτῇ .
. ” Φερρέφαττα “ δέ : πολλοὶ μὲν καὶ τοῦτο φοβοῦνται τὸ ὄνομα καὶ τὸν ” Ἀπόλλω , “ ὑπὸ
5962490 ἐρρωμενοι
δὲ τοὺς τεθνεῶτας , ἀλλ ' εἰ μὲν εἶέν τινες ἐρρωμένοι , πρὸς ἐκείνους ἀγωνίζεσθαι περὶ τῆς νίκης : εἰ
ἀλλ ' οὐδὲν ὄφελος : ἀφίξονται γάρ τινες εὖ μάλα ἐρρωμένοι καὶ τῷ περὶ ἀρετὴν ζήλῳ κατεσχημένοι καὶ τὰ περικαλύμματα
5912720 φιληδονοι
τὰ ἐγκοίλια αὐτῆς τουτέστι τὰ ἐπεντρώματα , ἅ φασιν οἱ φιλήδονοι ἐπιλεάνσεις εἶναί τινας τῶν προηγουμένων ἡδονῶν , ἃ γίνεται
τροφὴν εὑρίσκοντες , ταῖς δὲ πράξεσι δοξαστικοί , πλούσιοι , φιλήδονοι , πραγματευταί , γεωργοί , ἐν παρύγροις τόποις διάγοντες
5903989 χρονισαντες
νόσος καὶ σπληνικὰ πάθη καὶ νεφριτικά . καὶ οὕτως δὲ χρονίσαντες καὶ μοχθήσαντες ἐν τῷ πάθει διασώζονται . ἐὰν δὲ
ἐπέχεται : διαφθείρονται γὰρ οἱ χυμοὶ κατὰ τὴν θερμὴν γαστέρα χρονίσαντες , ὡς δάκνειν τε αὐτὴν καὶ ἀναπέμπειν εἰς τὴν
5889389 ἀποθνῃσκουσιν
μὴ ὥσπερ νῦν διὰ τοῦτο ὑπ ' ἄλλων δίκην ἐπιτιθέντων ἀποθνῄσκουσιν οἱ ἄδικοι . Μὰ Δί ' , ἦ δ
ἔσονται πολὺν χρόνον , ἔσθ ' ὅτε καὶ ἐν εἱρκταῖς ἀποθνῄσκουσιν , καὶ μάλιστα ἀλλοτριωθέντων τῶν ἀγαθοποιῶν . συναπτούσης δὲ
5876681 χυμοι
μὲν ἐξ ἄλλου τινὸς μορίου ἢ τοῦ παντὸς σώματος οἱ χυμοὶ εἰς τὴν γαστέρα συρρέουσι , τοῦ πρωτοπαθοῦντος τὴν ἐπιμέλειαν
βλαβερὸν , αἷμα ἴδιον βλαβερὸν , χυμοὶ ἴδιοι βλαβεροὶ , χυμοὶ ἀλλότριοι βλαβεροὶ , χυμοὶ ἀλλότριοι ξυμφέροντες , χυμοὶ ἴδιοι
5846966 πενθουντες
ἠγανάκτει , χρηστόν , ὡς ἔφασαν οἱ ἰδόντες , γέροντα πενθοῦντες οὕτως ἀσεβῶς ἀπολωλότα . ὁ δὲ σοφὸς οὗτος Πρωτεὺς
ἔξυπνος γενόμενος ἦλθον πρὸς αὐτούς , καὶ πάντες συνηγμένοι ἐκάθηντο πενθοῦντες ἐν Ἐβελσατά , ἥτις ἐστὶν ἀνὰ μέσον τοῦ Λιβάνου
5827747 αἰσχροι
μὲν γὰρ καλοὶ τὰ τοιαῦτα οὐχ ὑπομένουσιν : οἱ δὲ αἰσχροὶ καὶ ἡδέως προσίενται , νομίζοντες διὰ τὴν ψυχὴν καλοὶ
φαῦλοι , μικροὶ τὸ σῶμα , δυσειδεῖς τὸ χρῶμα , αἰσχροὶ τὰς ὄψεις , ὑπὸ ζυγὸν δὲ ἐργαστικώτατοι . Μῆδοι
5808005 σκεπτικοι
οὐ πείθεται . πρὸς τούτοις , εἰ μὲν διισχυρίζοντο οἱ σκεπτικοὶ μετὰ συγκαταθέσεως περὶ τοῦ μηδὲν εἶναι ἀπόδειξιν , τάχα
, εἰ κελευσθείη , κρεουργεῖν τὸν πατέρα , φασὶν οἱ σκεπτικοὶ περὶ τῶν δογματικῶν ὡς δυνήσεται βιοῦν ζητήσεων ἀπέχων ,
5765422 διαγοντες
σωζομένων γινόμενα . ἵν ' οὖν μὴ ὥσπερ ἐν σκοτομήνῃ διάγοντες ἀλλην ἄλλως δοκῶμεν ταῦτα λέγειν , φέρε τῷ τῆς
, αἰδήμονες , μυστικοί , πολυμέριμνοι , ποικίλως τὸν βίον διάγοντες , ἀλλοτρίων χειρισταί , πιστικοί , ἀγαθοὶ οἰκονόμοι ,
5763034 ἐκλελυμενοι
νῦν , ἅτε , οἶμαι , ὑπὸ τρυφῆς καὶ μαλακίας ἐκλελυμένοι , ἐπὶ τοσοῦτον ἐκτετιμήκασι τοὺς ἀπὸ τῆς αἱρέσεως καὶ
γυναικῶν , Νέστωρ καὶ Φοῖνιξ . οὐ γὰρ ἦσαν οὗτοι ἐκλελυμένοι τοῖς σώμασιν ἐν τοῖς τῆς νεότητος χρόνοις ἢ διὰ
5740877 ἀκρατεις
καὶ ἐν τοῖς δικαστηρίοις ἀποδείκνυσθαι τὰ λῃστῶν : οὐδὲ τὸ ἀκρατεῖς καὶ μοιχοὺς καὶ φθορεῖς ἀπεργαζόμενον οὐδ ' ὅς '
. πρῶτον μὲν οὖν σκεπτέον , πότερον εἰδότες ἀκρατεύονται οἱ ἀκρατεῖς ἢ οὔ , καὶ πῶς εἰδότες : ἔπειτα περὶ
5739494 ἀγνοουντες
κήδεσθαι , οὐδέ τι φροντίζειν εἴτε χεῖρον εἴτε βέλτιον βιωσόμεθα ἀγνοοῦντες ὃ σὺ φῂς εἰδέναι . ἀλλ ' , ὠγαθέ
καὶ ἀγοραίως τοῖς ὀνόμασιν οἳ δὲ καὶ πανταχόθεν σχήματα συνάγουσιν ἀγνοοῦντες τὸν καιρὸν αὐτῶν , ὥςπερ καὶ τῶν ὀνομάτων .
5702875 ἀνιωσι
γὰρ ὁ θεός , τὴν ἡμετέραν ἐλεήσαντα φύσινἄλλαι γὰρ ἄλλους ἀνιῶσι φροντίδες , τὸν μὲν παίδων ἀποβολή , τὸν δὲ
βραχυλογώτατοι . οἱ οὖν ἀδολέσχαι : εἰ ἠνιῶντο , ὡς ἀνιῶσι , οὐκ ἂν ἐμακρηγόρουν . παʹ . τοῖς γνωρίμοις
5696346 γλιχονται
οἱ περὶ τὰ μαθήματα καὶ τὴν ἄλλην φιλοσοφίαν διατρίβοντες ἀναζητεῖν γλίχονται μηδὲν παρέντες τῶν εἰς εὕρεσιν καὶ [ τούτου ]
οὐδὲν περιεργαζόμενοι περὶ τὴν τροφήν , οἱ δὲ πάντως πολυτελοῦς γλίχονται καὶ περὶ τὴν πολυτέλειαν ἐπτόηνται ὄψων ἢ οἴνων .
5685686 ἀνιατους
ἀποθνῄσκειν ἐάσουσιν , τοὺς δὲ κατὰ τὴν ψυχὴν κακοφυεῖς καὶ ἀνιάτους αὐτοὶ ἀποκτενοῦσιν ; Τὸ γοῦν ἄριστον , ἔφη ,
ἀφυῶς ἔχουσι κολάσεις καὶ τιμωρίας ἐπιτιθέναι , τοὺς δ ' ἀνιάτους ἐξορίζειν τοῦ χοροῦ τῶν ὑγιαινόντων ἢ δυναμένων : προσήκει
5657890 ἰατροι
. . . . ἀμβλῶσαι : τὸ ἀτελὲς , οἱ ἰατροί . ἀπὸ μεταφορᾶς τῶν ἀμπέλων : ὁπόταν γὰρ τὰ
, ἀξίαν ἔχοντες ἐν ζώνῃ , εὐπαίδευτοι , γραμματικοί , ἰατροί , πραγματευταί , ἀπὸ δόσεως καὶ λήψεως τὸν βίον
5644104 χρῃζοντες
καὶ τὰς ἀρχὰς ἐξανίστη , ὡς οὔτε ἀρχῶν οὔτε τεχνῶν χρῄζοντες ἐν ἀπορούσῃ καὶ λῃστευομένῃ πόλει . Λευκίῳ δὲ ὄντι
] τιμωρός . ἐκεῖνον ] τὸν Ξέρξην . κεχρημένοι ] χρῄζοντες . πινύσκετ ' ] νουθετεῖτε . εὐλόγοισι ] †
5636512 δειλοι
καὶ πάντα ὑπονοοῦσιν : ὀφθαλμοὶ δὲ μέλανες μαρμαρύσσοντες κάκιστοι καὶ δειλοὶ καὶ κακομήχανοι σφόδρα , καὶ τοιούτους εἶναι δηλοῦσι τοὺς
: τότε : ἐν τῷ πρὸς ὀρέστην πολέμῳ ἐφάνημεν διαπρεπόντως δειλοὶ οἱ φρύγες : ἢ τότε ἐν τῷ τρωικῷ πολέμῳ
5627885 φιλοπλουτοι
καὶ χαίροντες γάμοις οὐχ οὕτως εἶδον ἀσμένως γυναῖκας , καὶ φιλόπλουτοι φύντες οὐ παραπλησίως ἔστερξαν χρήματα , καὶ φίλοπλοι καὶ
τιμήν . διὸ καὶ οἱ μὲν φιλήδονοι , οἱ δὲ φιλόπλουτοι , οἱ δὲ φιλότιμοι ἤτοι φιλόδοξοι δείκνυνται , ὅπερ
5606266 φιλοδοξοι
οἷα θρεμμάτων ποιμένες , τῶν μὲν ἐκτὸς οἱ φιλοχρήματοι καὶ φιλόδοξοι καὶ στρατηγιῶντες καὶ ὅσοι τὴν ἐπὶ τοῖς πλήθεσι δυναστείαν
πρῶτα κτηθέντα μειοῦντες , πάλιν κτώμενοι , ἐχθρῶν καθυπερτεροῦντες , φιλόδοξοι , εὐεργετικοί , ἐπίσημοι , αἰνιγματωδῶς διαπλέκοντες τὰ πράγματα
5604859 γιγνωσκουσι
τῶν θεῶν καὶ ἃ αἰτοῦσι καὶ ἃ εὔχονται καὶ ἃ γιγνώσκουσι περὶ αὐτῶν , οὐκ οἶδα εἴ τις οὕτως κατηφής
Πῶς , ὦ Σώκρατες ; Ἐγὼ ἐρῶ , ἔφη . γιγνώσκουσι γάρ , ἦ δ ' ὅς , οἱ φιλομαθεῖς
5569790 κοποι
ἀπλήρωτοι , ἀσήμαντοι , ἀφανεῖς , ἄδηλοι . ἄεθλοι : κόποι , ἀγῶνες . Ἄεθλοι : παράγεται ἐκ τοῦ α
. δίαιτα δὲ προήγηται τοῦ τοιούτου ῥεύματος ἐδεσμάτων μελαγχολικῶν καὶ κόποι ὑπέρμετροι : χωρίον δὲ ἐπιτήδειον ψυχρὸν καὶ ξηρὸν καὶ
5568843 μοχθηροι
καὶ τὸν θεὸν καὶ τὴν νόσον , καλλωπίζονται μὲν οἱ μοχθηροὶ ἐρασταὶ διὰ τὴν πρὸς τὸν θεὸν ὁμωνυμίαν , ἀπιστοῦνται
οὕτως ἀναφαινομένους λέγεται , ὅτι ἀγνοοῦσι μὲν ὡς ἀληθῶς οἱ μοχθηροὶ τὸ συμφέρον αὑτοῖς : οὐ μὴν διὰ τὴν τοιαύτην
5559181 ἐξαμαρτανοιεν
, ἀλλὰ καὶ οἱ φίλοι τοὺς φίλους , εἴ τι ἐξαμαρτάνοιεν εἰς τὴν πόλιν . Ἐκεῖθεν δὲ τοῦτο γνώσεσθε .
' ὑπὲρ μὲν τῶν παίδων τῶν ἡμετέρων , εἴπερ τινὲς ἐξαμαρτάνοιεν , οὐκ ἂν ἐθελήσαιμεν δίκας ὑποσχεῖν , ὑπὲρ δὲ
5552377 κακοι
τέμενος καθιέρωσαν τὸ Τευτάμειον λεγόμενον . ἀπεφθέγξατο : οἱ πλεῖστοι κακοί . Κλεόβουλος Εὐαγόρου Λίνδιος , ὡς δὲ Δοῦρις ,
μὲν γὰρ οὐκέτ ' εἰσὶν , οἱ δ ' ὄντες κακοί . Οἴκοι τὰ Μιλήσια : μὴ γὰρ ἐνθάδε :
5520773 ἠθικοι
τίμα , τοὺς δὲ φίλους αἰσχύνου ” . οὗτοι γὰρ ἠθικοὶ λόγοι τε καὶ νόμοι ὑπάρχουσι . καὶ δικάζει δ
τε λόγοι ῥηθήσονται καὶ παρορμῶντες εἰς ἀρετήν . Διαλόγου πλοκὴ ἠθικοὶ λόγοι καὶ ζητητικοί . ὅταν ἀναμίξῃς προσδιαλεγόμενος καὶ ζητῶν
5520140 διαμενοντες
τὰς στήλας ἄνθεσιν , εὐήθεις ἔτι καὶ παρὰ τὴν τελευτὴν διαμένοντες . εἰκάζειν οὖν ἠξίου , τί πέπρακται τούτοις παρὰ
τούτων φειδόμενοι καὶ σφαλλομένων πολλάκις , τὰς δὲ ψυχὰς ἀήττητοι διαμένοντες , καὶ οὕτως ὅλον τὸν ἴδιον αἰῶνα μοχθοῦντες ἐναγώνιόν
5514412 στατικοι
διαχωρέουσιν : οἱ δὲ χυλοὶ τῶν μήλων πρὸς τοὺς ἐμέτους στατικοὶ καὶ οὐρητικοί : καὶ ὀδμαὶ πρὸς τοὺς ἐμέτους :
πολύτροφοι , ἔτι δὲ βαρεῖς καὶ δυσοικονόμητοι διψώδεις τε καὶ στατικοὶ κοιλίας . ἡμεῖς δέ , φησὶν οὗτος , ἑταῖρε
5510515 κατεχομενοι
τοῖς ἀνδρώδεσι καὶ τῇ νίκῃ , οἱ δὲ τῷ ἐπιθυμητικῷ κατεχόμενοι τῇ γλυκυθυμίᾳ καὶ τοῖς προσηνέσι λόγοις . σλʹ Λόγων
κατ ' ἀρχὰς μὲν ἀπὸ Λακεδαιμονίων δεινὸν ἦν οὐδέν : κατεχόμενοι γὰρ οἱ Λακεδαιμόνιοι φόβῳ τῷ Θηβαίων Μεσσήνης τε ἠνείχοντο
5501211 αὐχμηροι
τὸ μύρον διὰ τὰ ἀρώματα ξηραντικόν ἐστι , διὸ καὶ αὐχμηροὶ οἱ μυριζόμενοι : ὁ δὲ αὐχμὸς πολιωτέρους ποιεῖ .
, ἀπόνως μὲν λιπαροὶ διὰ νεότητος τρεφόμενοι , ἐπιπόνως δὲ αὐχμηροὶ διὰ γήρως περῶντες , τοῖς μὲν πεπραγμένοις αἰσχυνόμενοι ,
5490431 μιμηται
δύο ἀνομοίως : ὁ μὲν ἕκτος καὶ ὁ ἕβδομος ἀληθινοὶ μιμηταὶ ὄντες ταύτῃ διαφέρουσιν ὅτι ὃ μὲν διὰ λόγων μιμεῖται
μιμητέον : τῶν δὲ τῆς ἐναντίας φύσεως θεαταὶ μὲν καὶ μιμηταὶ γενέσθων οἱ ἀγελαῖοι , καὶ τούτων οὔτε πασῶν οὔτε
5488429 ἰσχναινουσι
εὐαγέα καὶ εὐήκοα παρασκευάζουσι , καὶ τὴν κοιλίην λύουσιν : ἰσχναίνουσι μὲν , διότι κινούμενον τὸ σῶμα θερμαίνεται , καὶ
οἱ θαλάσσιοι , καὶ οὐρέεται . Οἱ τάριχοι ξηραίνουσι καὶ ἰσχναίνουσι : τὰ δὲ πίονα διαχωρέει ἐπιεικέως : ξηρότατοι μὲν
5486644 ἱλαροι
οἱ φύϲει ὀργίλοι , ὀξύθυμοι , ῥέκται , εὐμαρέεϲ , ἱλαροί , παιδιώδεεϲ : ἀτὰρ καὶ οἷϲι ἐϲ ἐναντίην ἰδέην
, στυγνοί εἰσι καὶ κατηφεῖς , οἱ δὲ τὰ εἰρηνικὰ ἱλαροί . τίλλονθ ' ἑαυτὸν : τίλλειν ἑαυτὸν λέγεται τὸ
5486615 ἐγερσις
ἡ ἀντίληψις καὶ τὸ θάμβος , καὶ τοῦ ἔρωτος ἡ ἔγερσις : τὸ δ ' ἀγαθόν , ἅτε πάλαι παρὸν
τις προσέχων πειρῷτο μνημονεύειν ἃ πάσχομεν ἐγειρόμενοι , ὅταν ἡ ἔγερσις γένηται πλησίον τῆς καταφορᾶς . ἐνίοτε γὰρ τὰ φαινόμενα
5484632 νοσουντες
πρὸς τὴν εὐεκτικὴν θρέψιν . καὶ γὰρ τῶν τελείων οἱ νοσοῦντες ἀτροφοῦσιν καὶ τῆς ἀρίστης τροφῆς μεταλαμβάνοντες , τοῦ σώματος
καὶ γὰρ οἱ πυρέττοντες πάντες νοσοῦσιν , οὐ μέντοι οἱ νοσοῦντες πάντες πυρέττουσιν οὐδὲ ποδαγρῶσιν οὐδέ γε ὀφθαλμιῶσιν , οἶμαι
5483716 ἀχλυωδεις
, εὐλαβῆ καὶ δειλὸν καὶ φειδόμενον δηλοῦσιν , οἱ δὲ ἀχλυώδεις δολερούς , ἀπίστους , ἀκολάστους . Οἱ εὐφεγγεῖς ὀφθαλμοὶ
κινήσεως μέσα πάντων ὧν εἶπον σημαίνει . ὀφθαλμοὶ πάντη περιθέοντες ἀχλυώδεις μαργοσύνης κατήγοροι . ὀφθαλμοῖς μεγάλοις τρέμουσιν ἀποπληξίαν καὶ μαργοσύνην
5481052 δριμυτερους
. μὴ προσόντος δὲ βαλανείου , τοὺς μὲν δακνομένους καὶ δριμυτέρους ἐπαντλεῖν ὕδατι γλυκυτάτῳ θερμῷ καὶ ἀλείφειν τὸ σῶμα ὅλον
παροξύνειν . οὗτοι τοίνυν μέγιστα τοὺς οὕτω κάμνοντας βλάπτουσι , δριμυτέρους αὐτοὺς ἑαυτῶν ἀποτελοῦντες , καὶ τῇ ἀπὸ τοῦ πυρετοῦ
5472772 ἀραιοι
τοῖς ἐπιληπτικοῖς καὶ τοῖς μαινομένοις εἰς ῥῖνας καὶ ὀρθοπνοϊκοῖς καὶ ἀραιοῖ τοὺς πόρους καὶ θεραπεύει . δεῖ δὲ ἐννοεῖν τὰ
ἀπαλλάττονται τῆϲ νύξεωϲ . Περὶ τοῦ λευκοῦ τοῦ ὠοῦ . ἀραιοῖ μὲν γὰρ τοὺϲ πόρουϲ τὸ τοῦ ὠοῦ λευκὸν καὶ
5472218 ὑφιστανται
αἱ διαφοραὶ τῶν πρώτων στοιχείων καὶ τῶν ἐκ τούτων συγκριμάτων ὑφίστανται . ἀίδιοι δέ εἰσιν οἱ ἀριθμοὶ οὗτοι καὶ οἱ
, ὧν ἕνεκα καὶ παρ ' ἡγεμόνων κρίνονται καὶ φόβους ὑφίστανται : ἄλλοι τῆς πατρίδος ἐξελαύνονται , καὶ μᾶλλον ἡνίκα
5470901 δυσφθαρτοι
ἀποδιωθοῦσι τὴν τροφὴν εἰς τὸ κύτος τῆς κοιλίας χρήσιμοι , δύσφθαρτοί τε ὄντες . τὰ γὰρ ὁμολογουμένως εὔπεπτα κατὰ τοὐναντίον
' ἕτεροι μᾶλλον ἂν τοῖς τὴν γαστέρα χολουμένοις λυσιτελήσαιεν , δύσφθαρτοί πως ὄντες , καὶ τῷ στύφειν τονοῦντες τὴν γαστέρα
5454661 ἀκαθεκτοι
μάλιστα ἐπειδὰν μὴ ὀργαὶ ἀτίθασοι ἢ λελυττηκότες ἔρωτες ἢ ἐπιθυμίαι ἀκάθεκτοι τὴν διάνοιαν ἐκμήνωσιν , ὡς ἀγνοῆσαι τὰ λεγόμενα καὶ
τὴν ἠχὴν εἰς τὰς ἡμετέρας φθάνειν ἀκοάς , ἔρωτες ἂν ἀκάθεκτοι καὶ λελυττηκότες ἵμεροι καὶ ἄπαυστοι καὶ μανιώδεις | ἐγίνοντο
5453757 ἁρπαγες
Καρκίνῳ νωχελεῖς καὶ δολεροί , ἐν δὲ Λέοντι γενναῖοι καὶ ἅρπαγες καὶ ἀδηφάγοι , κακοστόμαχοι δέ : ἐν Παρθένῳ συνετὸν
, ἔπειτα ἐκεῖνοι τοὺς ἡμετέρους πολίτας λοιδορῶσι λέγοντες ὅτι εἰσὶν ἅρπαγες , ἄπιστοι , πῶς οἴσετε ; οὐχ ἕξετε χαλεπῶς
5451221 θορυβωδεις
τὴν κεφαλὴν καὶ μᾶλλον τὰ ὦτα , σκοτόδινοί τε καὶ θορυβώδεις καὶ κωματώδεις ὕπνοι , καὶ ἀλλόκοτα ἐνύπνια , μακρὸν
καὶ εἴ ποτε μέλλοι ἐς ἄστυ ἀνιέναι , φασὶ τοὺς θορυβώδεις πάντας καὶ προυνίκους ὑποστέλλειν αὐτοῦ τῇ παρόδῳ . καί
5438165 ἀγαμενοι
καὶ ἦσαν ἅπαντες ἐν ἑορταῖς καὶ εὐπαθείαις τόν τε Μάρκιον ἀγάμενοι καὶ ὑμνοῦντες διετέλουν , ὡς εἴη τά τε πολέμια
οἱ δὲ Οὐολοῦσκοι λέγοντός τε τοῦ ἀνδρὸς ἔτι δῆλοι ἦσαν ἀγάμενοι τοὺς λόγους , καὶ ἐπειδὴ ἐπαύσατο μεγάλῃ βοῇ πάντες
5434570 ὑγροι
δὲ βορραῖοι ὑγιεινότατοι , οἱ δὲ ζέφυροι πνέοντες ἀπὸ δυσμῶν ὑγροί τε καὶ προσηνεῖς , ὑγιεινοὶ μὲν ἧσσον ἤπερ ὁ
φέρῃ . συχνοὺς γὰρ ἄν τις ἴδοι , οἳ οὕτως ὑγροί εἰσιν , ὥστε , ὁπόταν ἐθέλωσιν , ἐξίσταται ἀνωδύνως
5433983 αἰσθανομενοι
ἀπῆλθόν τινες οἴκαδε αὐτῶν . ὁρῶντες δὲ τοὺς τυραννεύοντας , αἰσθανόμενοι δὲ ἀφανιζομένην τὴν πόλιν διὰ τὸ καὶ ὅρους ἀνασπᾶσθαι
ὄντων τῶν ἐκεῖ ὡς ἑπτακοσίων , τεθνηκότας περὶ τετρακοσίους , αἰσθανόμενοι δὲ τοὺς συμμάχους πάντας μὲν ἀθύμως ἔχοντας πρὸς τὸ
5432793 εὐφορα
. ἐγυμνάζοντο δὲ οἱ παλαιοὶ οἱ μὲν ἄχθη φέροντες οὐκ εὔφορα , οἱ δὲ ὑπὲρ τάχους ἁμιλλώμενοι πρὸς ἵππους καὶ
περιεσκληκότα δὲ σὺν γραμμαῖς , ἰσχυρά τε γὰρ ταῦτα καὶ εὔφορα καὶ παλαῖσαι μὲν ἥττονα , παλαιστικώτερα δὲ τῶν ἄλλων
5429853 διψωντες
δὲ προσεχώρουν , ἅτε μελισσῶν σμήνη , τοῦ ἡμετέρου λίαν διψῶντες αἵματος καὶ πάντας ἄρδην καταπιεῖν γλιχόμενοι . Τῇ πόλει
γῆς . διαλέγονται δὲ ἀεὶ περὶ χρημάτων , ὥσπερ οἱ διψῶντες περὶ πηγῶν . μακαρίζουσιν οὐ Νέστορα , οὐκ Ἀργανθώνιον
5428523 φρονιμοι
οὐδενός . „ ὁ μῦθος δηλοῖ , ὅτι οὕτως οἱ φρόνιμοι τῶν ἀνθρώπων ἐκ τεκμηρίων προορώμενοι τοὺς κινδύνους ἐκφεύγουσιν .
καλῶς γὰρ οἶμαι : τοῦτο δὲ λέγε . Οἴδασιν οἱ φρόνιμοι ἐκ τεκμηρίων φεύγειν ὕφαλα πανοῦργα τῶν δυναστῶν . Λέων
5428509 αἰπολοι
ῥιπισθῇ , τῇ στενότητι τῶν φύλλων σχιζομένης τῆς πνοῆς . αἰπόλοι δέ εἰσιν οἱ ἐν τοῖς αἴπεσι , τουτέστιν ὑψηλοῖς
ἀφόρητός ἐστιν εὐτυχῶν μαστιγίας . βασιλεῖς ἐγένοντο χοἰ πρὶν ὄντες αἰπόλοι . ἔνθα ταθεὶς φρές μ ' ὡς τὸ μειρακύλλιον
5427722 ἀναισθησιας
. Καταφέρονται τοίνυν βαθέως αἱ τοιαῦται μετ ' ἀφωνίας καὶ ἀναισθησίας καὶ ἀκινησίας , εἶτα διαλυομένων τῶν αἰτίων ἄρχεται τονοῦσθαι
γείτονας μάλιστα καλεῖν : τοῦτο γὰρ ὡς ἀληθῶς ἀροτικῆς ἐστιν ἀναισθησίας συμπόσιον καὶ τῇ μισανθρωποτάτῃ τῶν προοιμιῶν ἁρμόττον : τηλοῦ
5425274 ἡδεις
ἐλάττω . ἡδυεπῆ δὲ λέγει τὸν ὅμηρον , ἢ ὡς ἡδεῖς λέγοντα λόγους , ἢ ὡς καλοὺς λόγους λέγοντα περὶ
εὐφραντικούς , παίκτας , ἀδόλους , ἐν ὑγροῖς ὀχλουμένους , ἡδεῖς , εὐπραγοῦντας παρ ' ὑπερέχουσι καὶ ὅπλοις ἐνδόξους .
5420437 ἀκολαστοι
ἀλλὰ καὶ ἀποστρεφόμεθα , οὕτω καὶ οἱ τοιοῦτοι ἐρασταὶ οἱ ἀκόλαστοι ἔχουσι πρὸς τὰ παιδικά . ξαʹ Τοῦτο ἐκεῖνο Ἐπειδὴ
πᾶσα ἡδονὴ οὐκ ἀγαθόν ἐστιν , ἀλλ ' αἱ μὲν ἀκόλαστοι καὶ ἀκάθαρτοι οὐκ ἀγαθαί , αἱ δὲ ἐπὶ ταῖς
5414522 φιλοτιμοι
τι ἱππικοί , οὐδὲ ἧττόν τι ἀκοντιστικοί , οὐδὲ ἧττον φιλότιμοι . κατάδηλοι δ ' ἐγίγνοντο καὶ ἐν τοῖς πολέμοις
δεινοὶ μόνον ἦσαν , ἀλλὰ καὶ τὰ ἤθη γενναῖοι καὶ φιλότιμοι καὶ σώφρονες , οἵ γε τῶν μὲν κοινῶν μᾶλλον
5411849 ὠφελουνται
ἐν ταῖς πράξεσιν ἐπιτεύξονται καὶ ἐξ ἐμπορικῶν ἢ κοινωνικῶν ἔργων ὠφελοῦνται , ἐπί τε οἴκῳ καὶ παντὶ πράγματι ἐπίχαριν ποιήσει
καὶ τὸ κατὰ βραχὺ ἀφιϲτάμενον ψαλίδι ἀφαιρεῖν . πάνυ δὲ ὠφελοῦνται καταπλαϲϲόμενοι βολβίτοιϲ ἀγελαίαϲ βοὸϲ ξηροῖϲ ἐμπαϲϲομένοιϲ ὀξυμέλιτι καὶ βολβοὶ
5409621 ὀργιλοι
σώματι λεῖοι , λεπτόκνημοι , λεπτόποδες , φύσει βιαῖοι , ὀργίλοι , τολμηροί , τοιαῦτα ὅμοια τῷ λέοντι : εὐρύστηθοι
νυττομένου ἐξ αὐτῆϲ ἔνδοθεν τοῦ ἐγκεφάλου καὶ τῶν μηνίγγων , ὀργίλοι καὶ θραϲεῖϲ γίνονται καὶ πλῆκται καὶ ὑβριϲταί . ἐφ
5406252 ἐπιθυμηται
τοῦ αὐτοῦ δήμου . τοῦ πονεῖν ἐρασταὶ : Τοῦ κοπιᾶν ἐπιθυμηταί . . ἴτ ' , ἐγκονεῖτε : Ἀντὶ τοῦ
οὐδαμόσε , οὔτε θεωρῆσαι ὅσων δὴ καὶ οἱ ἄλλοι ἐλεύθεροι ἐπιθυμηταί εἰσιν , καταδεδυκὼς δὲ ἐν τῇ οἰκίᾳ τὰ πολλὰ
5403761 φανταζονται
ἄλλων σωμάτων τὰς δυνάμεις : ἀλλὰ ἤδη ἀπειρίᾳ δυνάμεως ἀληθινῆς φαντάζονται καίουσαι καὶ φθείρουσαι καὶ θλίβουσαι καὶ πρὸς γένεσιν τῶν
οὐδενὸϲ τῶν πρόϲθεν γεγενημένων μνημονεύουϲιν ὀρθῶϲ , ἀλλ ' οὐδὲ φαντάζονται οὐδὲ κρίνουϲιν ὀρθῶϲ ὡϲ ἐπίπαν . προϲήκει τοίνυν τῷ
5400814 μαλακοι
γυναῖκες καταφερεῖς καὶ μοιχάδες καὶ πορνικώταται , οἱ δὲ ἄνδρες μαλακοὶ καὶ θρασεῖς πρὸς τὰς παρὰ φύσιν συνουσίας καὶ γυναικῶν
ἀλλ ' εἰϲ ὀργὴν μόνον ἕτοιμοι . οἱ ϲφυγμοὶ δὲ μαλακοὶ καὶ μεγάλοι καὶ ταχεῖϲ καὶ πυκνοί . Ψυχρᾶϲ καὶ
5396448 μετανοει
καὶ λυπεῖται ἐπὶ τῇ πράξει αὐτοῦ ᾗ ἔπραξε , καὶ μετανοεῖ ὅτι πονηρὸν εἰργάσατο . αὕτη οὖν ἡ λύπη δοκεῖ
δεδορκόσι τοῖς ὀφθαλμοῖς ταῦτα ποιῇ , προβουλεύει κακὰ μᾶλλον ἢ μετανοεῖ . πνεῦμα λεῖον σχολῇ καὶ ἀψοφητὶ χωροῦν τὴν γνώμην
5394082 φερομενοι
καὶ οἱ Κυζικηνοὶ ἐξορμήσαντες ἐπ ' αὐτὸν ἐβοηδρόμουν , πρόκροσσοι φερόμενοι ἐπὶ τὸν κίνδυνον . τιμᾶται δὲ παρὰ Λαμψακηνοῖς ὁ
οἱ θύννοι δ ' ὅσῳ πλέον συνεγγίζουσι ταῖς στήλαις ἔξωθεν φερόμενοι , τοσῷδ ' ἰσχναίνονται πλέον τῆς τροφῆς ἐπιλειπούσης :
5393317 ζηλουσι
τὸν αὐστηρὸν καὶ σκληροδίαιτον βίον , ἐγκράτειαν καὶ καρτερίαν , ζηλοῦσι σὺν εὐτελείᾳ καὶ ὀλιγοδεΐᾳ , δι ' ὧν τὸ
ἀπὸ τῶν πλουσίων δὴ καὶ μακαρίων δοκούντων , οὓς αὐτοὶ ζηλοῦσι καὶ σμικρὸν διαφέρειν οἴονται τῶν θεῶν εὐδαιμονίας ἕνεκεν :
5391367 ῥιζοτομοι
λέγουσι διαφοράς . Ἔτι δὲ ὅσα οἱ φαρμακοπῶλαι καὶ οἱ ῥιζοτόμοι τὰ μὲν ἴσως οἰκείως τὰ δὲ καὶ ἐπιτραγωδοῦντες λέγουσι
σχεδὸν πόας καλοῦσιν , ὥσπερ εἴρηται μικρῷ πρότερον , οἱ ῥιζοτόμοι . Ὁ μὲν οὖν ὀπισμὸς γίνεται τῶν ὀπιζομένων ὡς
5391360 πλανωμενοι
χαροπὸν οἶδμα καὶ ἀνέμων βίας . θνητοὶ δὲ πολλοὶ καρδίᾳ πλανώμενοι ἱδρυσάμεσθα πημάτων παραψυχήν θεῶν ἀγάλματ ' ἐκ λίθων ἢ
Κιννάβαρι οἴονταί τινες τὸ αὐτὸ ὑπάρχειν τῷ καλουμένῳ μινίῳ , πλανώμενοι : τὸ μὲν γὰρ μίνιον σκευάζεται ἐν Σπανίᾳ ἐκ
5386819 σφαλλομενοι
ἑκάστου : οὐδὲν δὲ ἀπεικὸς πεπόνθασιν ἐν ἀνυποστάτοις τάχα πράγμασι σφαλλόμενοι . ὅτι γὰρ οὐδὲν τῇ φύσει ἐστὶν ἀγαθὸν ἢ
ἀσθενές , καὶ κομιδῇ τρέμει , οἵ τε πόδες φέρειν σφαλλόμενοι τοῦτο ἥκιστα δύνανται , καὶ ἁπλῶς ἔοικεν ἀεὶ μέλλοντι
5376168 ἀδικουντες
εἰς τὴν αὑτῶν χώραν , λῃζόμενοι δὲ τὴν ἀλλοτρίαν καὶ ἀδικοῦντες τὸν ἄργυρον οὐ παραλείπουσι . τὸ δ ' ἔθνος
παύονται ταῦτα ἀμφισβητοῦντες καὶ ἄλλοθι καὶ ἐν τοῖς δικαστηρίοις : ἀδικοῦντες γὰρ πάμπολλα , πάντα ποιοῦσι καὶ λέγουσι φεύγοντες τὴν
5372701 ἰχωρες
καὶ ἐρυθρά , μικραῖς θηλαῖς παραπλήσια , ἀφ ' ὧν ἰχῶρες ἀπορρέουσι . καὶ ὁ καλούμενος δὲ ἰχὼρ λεπτοῖς πάνυ
τοῖς καμπύλοις ἐξ ἄκρου μὴ λίην στενοῖς : ἐνίοτε γὰρ ἰχῶρες ἔρχονται γλίσχροι καὶ παχεῖς , κίνδυνος οὖν ἐστιν ὑποστῆναι
5365129 ἀναγκαζονται
ἐλάττονος πλάνης ἔμπλεῳ τῶν ἑτέρων ; ἢ οὐ καὶ οὗτοι ἀναγκάζονται ὁμολογεῖν ἡδονὰς εἶναι κακάς ; Σφόδρα γε . Συμβαίνει
Πῶς ; Τῷ τε ” εἶναί “ που περὶ πάντα ἀναγκάζονται χρῆσθαι καὶ τῷ ” χωρὶς “ καὶ τῷ ”
5364668 ἐρωντες
, μάστιγας , χαλιναγωγεῖν οὐ δεδύνηνται . πόσας οἱ γυναικῶν ἐρῶντες κοσμίων ἐπάγουσι προσβολὰς ταῖς ἐρωμέναις , ἱκετείας , δάκρυα
, δῆλον ὡς κατεγίνωσκον ἂν αὑτῶν ἀμβλυώττοντες τὰ τηλικαῦτα καὶ ἐρῶντες ἀνεράστων καὶ ἀμόρφων πραγμάτων . Τί οὖν ὅτι καὶ
5364154 προαιρουμενοι
φεύγοντες ἐπὶ τοιαύταις αἰτίαις , ὡς τὰ τῶν πολεμίων ἀεὶ προαιρούμενοι , καὶ παντελῶς δεικνύουσι καὶ τοὺς τρόπους καὶ τὰς
τὰ χρέα καὶ τὰς καταδίκας καὶ τὰς προσδοκωμένας ἀνάγκας διαφυγεῖν προαιρούμενοι συνέρρεον ὡς αὐτούς , ἀλλὰ καὶ τῶν ἄλλων ,
5363488 ἀφυεις
. λεῖοι δὲ , ὀξεῖς πρὸς δρόμον , βαδίσαι δὲ ἀφυεῖς . Καππάδοκες δὲ Ἀρμένιοι εἶναί μοι δοκοῦσιν καὶ Φρύγες
τῶν ἀρνῶν κώδια . ὄνοι κανθήλιοι . οἱ βραδεῖς ἢ ἀφυεῖς , ἀπὸ κάνθωνος ὄνου , ὃς οὕτως ὠνομάσθη ἀπὸ
5359837 ἀποδεχονται
ἢ πλουσίους ἢ σοφοὺς ἢ ἀγαθοὺς ἢ ἀνδρείους γενομένους οὐκ ἀποδέχονται ἡδέως οἱ ἄνθρωποι . εἰ δὴ ταῦτα ἀληθῆ λέγομεν
ὅσα καλλωπίζει τὴν ὄψιν : ἀλήθειάν τε ὁμοίως καὶ ἀρετὴν ἀποδέχονται : διόπερ οὐδὲ τῇ ἡλικίᾳ τῶν γερόντων προνομίαν διδόασιν
5358073 καλλωσον
τὴν σάρκα . γαστὴρ δύσπεπτος , ἔντερα , μήτρα , καλλῶσον , καρδία , ἧπαρ , ὦτα , οὐραί ,
τένοντες καὶ ἀπονευρώσεις καὶ τὰ περὶ τὰ χείλη μόρια , καλλῶσον , χοίρειον πᾶν κρέας καὶ ἡ τῶν ἀρνῶν σάρξ
5357785 τοιουτοι
' αὖ πόσιν σὸν ἄγριον εἰς ἡμᾶς ἔχεις ; τρόποι τοιοῦτοι : καὶ σὺ δ ' αὐθάδης ἔφυς . ἀλγῶ
Ἡρακλέους βίας ἐξανέςτη | ; . οὗτοι μὲν οὖν καὶ τοιοῦτοι φίλοι : ὁ δὲ ἐμὸς φίλος | ἐμὲ μὲν
5345194 λεπτοι
, καὶ εἰρεσίης μνώοντο . Ἀπροφάτως δ ' ἀπὸ γῆς λεπτοὶ λύοντο κάλωες πείσματα δ ' ἡπλώθη : κραιπνὸν δ
δὲ λεπτοὶ οὐρέονται μᾶλλον : καὶ οἱ λευκοὶ καὶ οἱ λεπτοὶ γλυκέες οὐρέονται μᾶλλον ἢ διαχωρέουσι , καὶ ψύχουσι μὲν
5343775 νουθετουσιν
ἀρξάμενοι , μέχρι οὗπερ ἂν ζῶσι , καὶ διδάσκουσι καὶ νουθετοῦσιν . ἐπειδὰν θᾶττον συνιῇ τις τὰ λεγόμενα , καὶ
, ἢ καταγελῶσιν ἢ χαλεπαίνουσιν , καὶ οἱ οἰκεῖοι προσιόντες νουθετοῦσιν ὡς μαινόμενον : ἐν δὲ δικαιοσύνῃ καὶ ἐν τῇ
5337936 παχεις
τούτων δ ' ἧττον τρέφουσιν οἱ λευκοί τε ἅμα καὶ παχεῖς καὶ αὐστηροί , πάντων δ ' ἧττον οἱ λευκοὶ
τοῦτο γὰρ καὶ τοῖς κέρατα φοροῦσι ζῴοις συμβαίνει . Ὦμοι παχεῖς καὶ εὔσαρκοι πᾶσιν ἀγαθοὶ πλὴν τῶν ἐν δεσμοῖς ὄντων
5335403 ὀλεθριοι
διὰ ταχέων περικαέες , νωθροὶ , κωματώδεες , σπασμώδεες , ὀλέθριοι . Οἱ κωματώδεες ὕπνοι , καὶ αἱ καταψύξιες ,
χρόνοις ἢ καὶ τὰ γένη μεταβάλλουσαι φοβεραί τέ εἰσι καὶ ὀλέθριοι . ἔν γε μὴν ταῖς πορείαις τοὺς μὲν εὐμήκη
5331129 ἐμεσαντες
τούτοισιν ἦν . Οὗτοι , ἐκ θωρήξιος ἢ ἐμέτου χρηστῶς ἐμέσαντες , ᾤδεον . Ὁ δὲ κατὰ Μηδοσάδεω , ᾧ
, καί ποτε μὲν μάτην σπαράττονται , ἔστι δὲ ὅτε ἐμέσαντες ὀλίγα τῶν συρρευσάντων εἰς τὴν γαστέρα χολωδῶν ἢ φλέγμα
5329175 φιλομαθεις
ἀναγεγραμμένην ὑποτάξω , ὅπως καὶ τὰ δοκοῦντα ἑτέροις τίμια οἱ φιλομαθεῖς δι ' ἡμῶν ἐπιγνόντες καὶ τὰς δυνάμεις συγκομίσαντες ἀείμνηστον
τεχνικὸν καὶ ἀστεῖον καὶ περίλαλον . φιλομαθές . ὅτι οἱ φιλομαθεῖς φιλόσοφοι . προὔργου . πρὸ ἔργου , συμφέρον ,
5327158 ἀγνωμονες
, ἀλλὰ τῶν τὰς τιμὰς παρεχόντων , ἵνα , κἂν ἀγνώμονες ὦσι , διά γε τοὺς νόμους ἀμοιβὴν ἀπονέμοιεν τοῖς
γενέσθαι παρὰ τῆς σῆς ἀρχῆς ἀγαθόν . καὶ γὰρ εἰ ἀγνώμονες , ἀλλ ' ἑταῖροι . Θεῶν τις δοκεῖ μοι
5325342 ζημιουνται
μὲν γὰρ οὐχ ὅτι δεύτεροι τῆς πόλεως ἀκούουσι , τοῦτο ζημιοῦνται , ἀλλ ' ὅτι πρὸς τὴν πόλιν κρίνονται ,
Οὔκ , ἀλλὰ ζημιώσεσθαι λέγω . Ὑπὸ τοῦ κέρδους οὖν ζημιοῦνται ἢ ὑπὸ τῆς ζημίας ἄνθρωποι ; Ὑπὸ ἀμφοτέρων :
5324646 σκληροι
λευκήν , γλυκεῖαν ἔχουσι σάρκα . τράχηλοι μὲν γὰρ αὐτῶν σκληροί , δύσπεπτοι , δυσδιαίρετοι , δύσφθαρτοι : τὸ δὲ
τῷ φυσήματι ἀκούω . Ἀτρέως ὄμματα : οἷον ἄτρεπτοι καὶ σκληροί . εἴρηται δὲ ἀπὸ τῆς Ἀτρέως παρανομίας : ὃς
5310923 κολασται
δ ' ἀποτελοῦντες , θεράποντες μὲν τῶν ἀδίκως δυστυχούντων , κολασταὶ δὲ τῶν ἀδίκως εὐτυχούντων , αὐθάδεις πρὸς τὸ συμφέρον
τισι Ποιναῖς ἐλαύνοιν - το θανατῶντες ; ἔφεδροι γὰρ καταστειχόντων κολασταὶ μυρίοι , καὶ δι ' ἑαυτῶν ἠκονημένοι καὶ νόμων
5300894 πονηροι
δὲ τροφῆς ἀπορεῖς . „ οὕτω καὶ τῶν ἀνθρώπων οἱ πονηροί , ὅταν παρὰ τοῖς εἰδόσιν πονηρεύωνται , ἀνόνητοι τῶν
μιαρὲ καὶ Φρυνώνδα καὶ πονηρέ . Εὐρύβατοι δύο ἐγένοντο ἄμφω πονηροί , ἄπιστοι , πανοῦργοι . . ὁ μὲν Εὐρύβατος
5298166 ἐπιστημονες
γὰρ αὐτῶν οἱ μὲν γεηπόνοι τῶν περὶ σπορὰν καὶ φυτουργίαν ἐπιστήμονες , οἱ δὲ ἀγελάρχαι , παντοδαπῶν θρεμμάτων ἡγεμόνες ,
μὲν ἐπιπόλαιος ἡ λύσις . ἀκριβεστέρα δὲ ἡ ὕστερον : ἐπιστήμονες γὰρ λεγόμεθα , φησίν , οὐ τῷ μετέχειν ἁπλῶς
5295424 ἀσκηται
τῆς τεταγμένης διαίτης , μεγάλα καὶ σφόδρα νοσοῦσιν οὗτοι οἱ ἀσκηταί ; Ὁρῶ . Κομψοτέρας δή τινος , ἦν δ
ἐνεργείαις συνηχοῦσαι : μεμελετήκαμεν γάρ , εἴ γε ἀρετῆς ἐσμεν ἀσκηταί , μελέτην ἀναγκαίαν , ἣν καὶ Ἰακὼβ ἐμελέτησεν ,
5295258 ἐνοχλουμενοι
βέβαιον οὐδὲ κεκριμένον τέλος ἔληξεν : ἀφισταμένης γὰρ τῆς Ἰταλίας ἐνοχλούμενοι καὶ λῃστευομένης τῆς θαλάσσης λιμῷ πιεζόμενοι οὐκ ἐν καιρῷ
καὶ κοιλιακῇ διαθέϲει ῥᾷον ἁλιϲκόμενοι , οἵ τε κοιλιακῇ διαθέϲει ἐνοχλούμενοι , πάντεϲ οὗτοι πρὸϲ κάθαρϲιν ἀνεπιτήδειοι . ἀρκτέον τοίνυν
5293867 κολακευομενοι
ὑπὸ τοῦ ἰδίου ἤθους κατεσθίεσθαι . . , . κακοὶ κολακευόμενοι κακώτεροι γίνονται . . . . , . κρεῖττον
καὶ ἄσκησιν σωματικὴν ἢ μουσικὴν τρέπονται καὶ μεθ ' ἡδονῆς κολακευόμενοι τῇ μελλούσῃ ἐλπίδι ἀκοπίαστον ἡγοῦνται τὴν ἀνίαν , οἱ
5293339 λογικοι
ἐπὶ τὸν ὅμοιον ζῆλον ἀγαγεῖν . οἱ γὰρ ἔμψυχοι καὶ λογικοὶ νόμοι ἄνδρες ἐκεῖνοι γεγόνασιν , οὓς δυοῖν χάριν ἐσέμνυνεν
προσκυνοῦσιν , οἱ ἥμεροι τὰ ἀνήμερα καὶ ἀτίθασα καὶ οἱ λογικοὶ τὰ ἄλογα καὶ οἱ συγγένειαν ἔχοντες πρὸς τὸ θεῖον
5289820 ἐπιτηδειοτεροι
. Τίνεϲ μᾶλλον ἐπιτήδειοι πρὸϲ ἐλλέβορον . Ἄνδρεϲ πρὸϲ ἐλλέβορον ἐπιτηδειότεροι τῶν γυναικῶν καὶ τούτων αὐτῶν οἱ ἰϲχυρότεροι τὴν ἕξιν
κότατοι τῶν ἵππων γίγνονται . καὶ χαλινοὶ δὲ οἱ λεῖοι ἐπιτηδειότεροι τῶν τραχέων . ἐὰν δὲ καὶ τραχὺς ἐμβληθῇ ,
5281872 διακρινουσιν
, ὡς ἐνεδείξαμεν . ἢ ὅτι ἀμφότερα καὶ συγκρίνουσι καὶ διακρίνουσιν , ὡς εἴρηται ἐν τῇ Περὶ γενέσεως καὶ φθορᾶς
. ἴθι δὴ καὶ τόδε πειράθητι εἰπεῖν . τί ποιοῦντες διακρίνουσιν οἱ μετρηταὶ περὶ τῶν μεγάλων καὶ σμικρῶν ; ἆρ
5276163 φαυλοι
, ὠγαθὲ Ἑρμόγενες , οἱ πρῶτοι τὰ ὀνόματα τιθέμενοι οὐ φαῦλοι εἶναι ἀλλὰ μετεωρολόγοι καὶ ἀδολέσχαι τινές . Τί δή
καὶ τῶν ἐθῶν οἱ μὲν ἐνάρετοι γίνονται , οἱ δὲ φαῦλοι , φανερὸν ὡς οὐκ ἔστι φύσει οὔτε ἡ ἀρετὴ

Back