αἰχμαλώτων πλῆθος ἐπαγόμενος ἀπέπλευσεν εἰς τὰς Ἀθήνας , οὕτως εἴρηκεν ἐπιτροχάδην , περὶ μὲν τῶν ἐν Κυθήροις πραγμάτων : καὶ
ὅτε δὴ μύθους καὶ μήδεα πᾶσιν ὕφαινον ἤτοι μὲν Μενέλαος ἐπιτροχάδην ἀγόρευε , παῦρα μὲν ἀλλὰ μάλα λιγέως , ἐπεὶ
6752412 φρασεις
, ἐπιχειρήματα , ἐνθυμήματα , ὑπερβολαί , δεινώσεις δεινολογίαι , φράσεις ἐκφράσεις , οἰκτρολογίαι , παραδηλώσεις ὑποδηλώσεις , ἐπίλογοι .
ἀποκτενεῖς ἆρά μ ' , εἰ μὴ γνωρίμως μοι πάνυ φράσεις κρεῶν χύτραν . εὖ λέγεις . ξουθῆς μελίσσης νάμασιν
6688974 ἐξεβην
καὶ οὐκ εἰσβὰς πάλιν : ἐγὼ δὲ τὸ παράπαν οὐκ ἐξέβην ἐκ τοῦ πλοίου τῆς νυκτὸς ἐκείνης . Τῇ δ
τοῦ σώματος , ὥστε πολὺν χρόνον πάνυ τοῦ οἰκήματος οὐκ ἐξέβην οὗ κατεκείμην . ἐκέλευσε λούσασθαι τῷ ποταμῷ τῷ διὰ
6612927 ἀπορουσε
οἱ ποιηταὶ ταῦτ ' εἶπον : ” Ἠέλιος δ ' ἀπόρουσε λιπὼν πε - ρικαλλέα λίμνην ” , τὸν ὠκεανόν
, κούρην ταρχύσασθαι ἀπόπροθεν οὔ τι μεγαίρω . Ὣς εἰπὼν ἀπόρουσε θοῇ ἐναλίγκιος αὔρῃ : αἶψα δ ' ἐς Ἠλύσιον
6498052 λαρναξ
: λαρνακόγυιον δὲ τὸν Πᾶνα , ἐπεὶ χηλόπους ἐστί . λάρναξ δὲ ἡ χηλὸς καὶ ἡ κιβωτός : ταὐτὸν δ
, ῥαχίαι αἱ ὕφαλοι λέγονται πέτραι . κρωσσὸς δὲ καὶ λάρναξ καὶ ἀμφορεὺς καὶ κάλπις καὶ ξέστης τὸ αὐτό .
6465641 ἀμφεκαλυψεν
. . Ε . ἀλλὰ θέων περίβη καί οἱ σάκος ἀμφεκάλυψεν : ἡ διπλῆ πρὸς τὴν ἐξήγησιν τοῦ ὃς Χρύσην
τὴν μιαρὰν γαστέρα μαργοσύνῃ . οὕτως μὲν Θήρωνα τὸ δεύτερον ἀμφεκάλυψεν οὐλομένης πενίης κῦμα παλιρρόθιον . Εὐκτήμων δ ' ἐδάκρυε
6455769 ἐξεβημεν
τῆς Ἀσσυρίων βασιλείας ὡς ὑπὸ Μήδων κατελύθη προειρηκότες ἐπάνιμεν ὅθεν ἐξέβημεν . Ἐπεὶ δὲ διαφωνοῦσιν οἱ παλαιότατοι τῶν συγγραφέων περὶ
μὲν οὖν καὶ εἰς ὕστερον ἐπισκεψόμεθα , ἐπανιτέον δὲ ὅθενπερ ἐξέβημεν . πολλαχῶς τοίνυν τοῦ γίγνεσθαι λεγομένου καὶ τῶν μὲν
6401217 πεμψατε
ὡς ὁ ποιητής : εἰλύσω ψαμάθοις τόσην οἱ ἄσιν . πέμψατε . . . ὄλοιντο ] τὸ ἑξῆς οὕτως :
πέμψατε . . . ὄλοιντο ] τὸ ἑξῆς οὕτως : πέμψατε πόντονδε , ἔνθα ἀντήσαντες λαίλαπι χειμωνοτύπωι , βροντῆι ,
6378263 εὐηθικως
οὐκ ἄρα εἶμεν ἀμφότεροιοὐ γὰρ εἷς ἐσμεν , ἀλλὰ δύοοὕτως εὐηθικῶς εἴχομεν : νῦν δὲ παρὰ σοῦ ἤδη ἀνεδιδάχθημεν ὅτι
θεωρεῖν . ἴσως οὖν καλῶς ἡγῇ , ἐγὼ δ ' εὐηθικῶς . ἐγὼ γὰρ αὖ οὐ δύναμαι ἄλλο τι νομίσαι
6369738 ἐπανελθωμεν
μικρὸν ὕστερον εἰσόμεθα . νῦν δὲ ἐπὶ τὰ πρῶτα πάλιν ἐπανέλθωμεν . τίς ὁ νόμος καὶ ἡ κατὰ τοῦτον τάξις
τοῖς προοιμίοις ἐνασχολώμεθα , ὅπως ἐπὶ τὸ προκείμενον τοῦ σκοποῦ ἐπανέλθωμεν . ἔτι δὲ καὶ ἄλλην ἔφη θεάσασθαι πόλιν πρὸ
6364058 ἐκλινεν
Μύνης Μύνου καὶ Μύνητος : ὁ μὲν γὰρ Σοφοκλῆς Μύνου ἔκλινεν , ἐν Αἰχμαλωτίσιν εἰπὼν . Μύνου τ ' Ἐπιστρόφου
κυκλωθεῖσα διακοπείη , τὰ νῶτα δοῦσα καὶ αὕτη πρὸς φυγὴν ἔκλινεν . Ὅσοι μὲν οὖν ταῖς φάραγξι καὶ ταῖς λόχμαις
6336620 ἐθαν
ἀπομαστίδιόν γ ' ἐμῶν στέρνων . ἐπεὶ δ ' Ἰάσων ἔθαν ' ἐμός , μῆτερ , πατήρ , οἴμοι κακὰ
ἀλλήλους , καὶ γνώμεναι ὅς τε πεφεύγοι ὅς τ ' ἔθαν ' ἐν πολέμῳ : ἀλλ ' ἐσσυμένως ἐσέχυντο ἐς
6334241 κελετ
δοίη οἶκον δὲ φέρεσθαι . δμῳὰς δ ' ἐκκαλέσας λοῦσαι κέλετ ' ἀμφί τ ' ἀλεῖψαι νόσφιν ἀειράσας , ὡς
φωνήσας ' ἔπεα πτερόεντα προσηύδα : Ζεὺς σφὼ εἰς Ἴδην κέλετ ' ἐλθέμεν ὅττι τάχιστα : αὐτὰρ ἐπὴν ἔλθητε ,
6328932 Σιμμιας
δεῖ γὰρ καὶ Κέβητα πείθειν . Ἱκανῶς , ἔφη ὁ Σιμμίας , ὡς ἔγωγε οἶμαι : καίτοι καρτερώ - τατος
, τοῦτο πέπεισμαι . Καὶ ὀρθῶς γε , ἔφη ὁ Σιμμίας . Ἔτι τοίνυν , ἔφη , πάμμεγά τι εἶναι
6328550 πεπληγυια
τίς μιν ἀνήρ ” . . . . . ῥάβδῳ πεπληγυῖα . ὅτι παθητικῶς πεπληγυῖα ἀντὶ τοῦ πλήσσουσα . .
ἐπεὶ δῶκέν τε καὶ ἔκπιον , αὐτίκ ' ἔπειτα ῥάβδῳ πεπληγυῖα κατὰ συφεοῖσιν ἐέργνυ . οἱ δὲ συῶν μὲν ἔχον
6327773 προθυμεισθε
καὶ τὴν Ἰώ φησιν ὁ Προμηθεὺς , ἐπεὶ θέλετε καὶ προθυμεῖσθε μαθεῖν , οὐκ ἀντιστῶ ὑμῖν εἰς τὸ μὴ εἰπεῖν
πάντως , ὦ δήμαρχοι , ψῆφον ἐπενεχθῆναι περὶ τοῦ ἀνδρὸς προθυμεῖσθε , μηθὲν ἔξω τοῦ ἐγκλήματος κατηγορεῖτε : ἀλλ '
6326991 ἐρεων
Φοίνικες λέγουσι . Ἐγὼ δὲ περὶ μὲν τούτων οὐκ ἔρχομαι ἐρέων ὡς οὕτως ἢ ἄλλως κως ταῦτα ἐγένετο , τὸν
λέγουσά ἐστι , τὸ δὲ ἀπὸ τοῦδε αἰγυπτίους ἔρχομαι λόγους ἐρέων κατὰ [ τὰ ] ἤκουον : προσέσται δέ τι
6281360 εἰσηι
ἢ νέκυν ἔνερθεν ἢ πτανὸν ὄνειρον ; δυστυχὲς ἀγγελίας ἔπος εἴσηι , πάτερ : οὐκέτι σοι τέκνα λεύσσει φάος οὐδ
τῶι προτέρωι τῆς Ἀληθείας οὕτω λέγων : ταῦτα δὲ γνοὺς εἴσηι ἕν τι οὐδὲν ὂν αὐτῶι οὔτε ὧν ὄψει ὁρᾶι
6279921 Τρηχινα
συγγνώμη [ βουσὶ λέοντα φυγεῖν . * ⌊ Ἡράκλεες , Τρηχῖνα πολύλλιθον ὅς τε καὶ Οἴτην καὶ βαθὺν εὐδένδρου πρῶνα
πεσεῖν ἄν . Οἱ δὲ ταῦτα πυνθανόμενοι ἐβοήθεον ἐς τὴν Τρηχῖνα . Τούτοισι ἦσαν μέν νυν καὶ ἄλλοι στρατηγοὶ κατὰ
6276109 προσευχομενου
ἐκείνων . καὶ [ ἔχαιρον ] αἱ παρθένοι οὕτω μου προσευχομένου . καὶ ἔμεινα ἐκεῖ μέχρι τῆς αὔριον ἕως ὥρας
οὓς καὶ πρότερον ἑωράκειν , καὶ ἐπεστάθη μοι καὶ κατηκροᾶτο προσευχομένου καὶ ἐξομολογουμένου τῷ κυρίῳ τὰς ἁμαρτίας μου . καὶ
6267720 δεδειπναμεν
οὐ χρήσομαι . ἐπὶ τούτοις ὁ Οὐλπιανὸς ἔφη : ἐπεὶ δεδείπναμεν : ἐπεὶ πάλαι δεδείπναμεν , Εὔβουλος Προκρίδι : ἡμεῖς
' αὐτοῦ τῷ Μεγαλλίῳ μύρῳ . Ἡμεῖς δ ' οὐδέπω δεδείπναμεν . Ὃν χρὴ δεδειπνάναι πάλαι . Ἀγαπῶν τε κἂν
6266934 ἀπεβη
μὲν οὖν ἐρρήθη τὰ δίκαια καὶ τὰ συμφέροντα ὑμῖν , ἀπέβη δὲ οὐχ ὡς ἡμεῖς ηὐχόμεθα , ἀλλ ' ὡς
ὅτι ἄλλα μὲν καθ ' ὕπνους ἑώρακας , ἄλλα δὲ ἀπέβη : οὐ γὰρ ἦν ὁ πρότερος ὃν ἐθεάσω ,
6265505 τριτατῳ
: μᾶλλον δὲ δυεῖν εἰς ταὐτὸν ἰόντων ἐλπωρὴ τελέθοι : τριτάτῳ δέ κε θαρσήσειας . Αἰεὶ δ ' ἂν παριόντος
' ἐκείνη χήρη πατρῴους αὖθις ἐσῆλθε δόμους , δαιμονίη , τριτάτῳ δὲ κατέφθιτο μηνὶ δυσαίων οὐλομένῃ ψυχῆς δύσφρονι τηκεδόνι .
6263663 ὑπερωϊον
ἡ βαρεῖα εἰς περισπωμένην συνέρχεται , οἷον Ἀχελώϊος Ἀχελῷος , ὑπερώϊον ὑπερῷον . περὶ δὲ τοῦ αἰζήϊος λέγει ὁ Τεχνικός
Ἄρηος οὓς τέκεν Ἀστυόχη δόμῳ Ἄκτορος Ἀζεΐδαο , παρθένος αἰδοίη ὑπερώϊον εἰσαναβᾶσα Ἄρηϊ κρατερῷ : ὃ δέ οἱ παρελέξατο λάθρῃ
6259188 θρηνητικως
] ἀλλὰ μὴ ἐν θρήνοις καὶ οἰμωγαῖς . φιλοστόνως ] θρηνητικῶς . θΞ φιλοστόνως ] θρηνωδῶς . ματαίοις ] ἀνωφελέσι
. . τοιαῦτα ] οἷα ἐμοῦ ἤκουσας . φιλοστόνως ] θρηνητικῶς . . ματαίοις ] ἀνωφελέσι . ποιφύγμασιν ] θρήνοις
6248239 Ἀντιφος
' Ἀνθεμίδην Σιμοείσιον ἐξενάριξεν Αἴας διογενής : τοῦ δ ' Ἄντιφος αἰολοθώρηξ Πριαμίδης καθ ' ὅμιλον ἀκόντισεν ὀξέϊ δουρί .
αὐτὰρ ὁ βῆ ῥ ' Ἶσόν τε καὶ Ἄντιφον ἐξεναρίξων Ἄντιφος αὖ παρέβασκε περικλυτός : ὥ ποτ ' Ἀχιλλεύς Ἴδης
6239617 δυσμικωτατον
ἐλεφάντινον . μετὰ δὲ Κυλλήνην ἀκρωτήριόν ἐστιν ὁ Χελωνάτας , δυσμικώτατον τῆς Πελοποννήσου σημεῖον . πρόκειται δ ' αὐτοῦ νησίον
μοίρας . καὶ παραθέντες τοὺς ἀριθμοὺς ἀπὸ τῆς κατὰ τὸν δυσμικώτατον μεσημβρινὸν ἀρχῆς παροίσομεν ἀεὶ τὴν τοῦ κανονίου πλευρὰν ἐπὶ
6239290 ἱρην
ἄλλο μὲν οὐδὲν ἀμείβεται τὸν πατέρα , ἔφη δέ μιν ἱρὴν ζημίην ὀφείλειν τῷ θεῷ ἑωυτῷ ἐς λόγους ἀπικόμενον .
ὑπεδέξατο . καὶ αὐτίκα ὑγιέα γενομένην ὁ ἀνὴρ ἐς τὴν ἱρὴν πόλιν ἔπεμπε , σὺν δὲ οἱ καὶ χρήματα καὶ
6239038 ἀπιθησε
ἁρπάξαις ἀρούρας δεξιτερᾷ προτυχὸν ξένιον μάστευσε δοῦναι , οὐδ ' ἀπίθησέ ἱν , ἀλλ ' ἥρως ἐπ ' ἀκταῖσιν θορών
τῆς νεὼς τὴν βῶλον παρὰ Τρίτωνος λαβεῖν . οὐδ ' ἀπίθησέ νιν : παθητικῶς : οὐκ ἀπειθῆ αὐτὸν πεποίηκε πρὸς
6229467 περιστερια
ποτ ' , ἄνδρες , τὴν χύτραν οἶμαι λέγων . περιστέρια γὰρ εἰσάγων καὶ στρουθία κακομαθής τὴν ἐκ Κορίνθου Λαΐδ
ὀχθοίβους , ὄλεθρον , ἑλλέβορον , πομφόλυγας , βάραθρον , περιστέρια , σαμάκια , σισύμβριον , σισάριον , ὧν οὐ
6221350 ἀναγνωσομαι
ἐστὶν αὐτὴν ἀποφαίνεσθαι , ἐὰν θέλῃς οὐκ ἀναγινώσκω ἢ οὐκ ἀναγνώσομαι , καὶ μάλιστά γε ἐπὶ ἐνεστῶτος καὶ μέλλοντος :
: δηλοῖ γὰρ δισταγμόν , ὡς ἐν τῷ ἐὰν ὑγιάνω ἀναγνώσομαι : δηλοῖ δὲ καὶ ἀποτελεσμόν , ὡς ἐν τῷ
6207939 βεβηκει
κάλυψε , ψυχὴ δ ' ἐκ ῥεθέων πταμένη Ἄϊδος δὲ βεβήκει ὃν πότμον γοόωσα λιποῦς ' ἀνδροτῆτα καὶ ἥβην .
κατένευσε σιωπῇ . ἦ τοι ὁ καννεύσας κοίλην ἐπὶ νῆα βεβήκει , ἡ δ ' ἐμὲ χειρὸς ἑλοῦσα δόμων ἐξῆγε
6198115 Ἐπανειμι
σταδίους ρκʹ . Ἐκ Καρύστου εἰς Πεταλίας σταδίους ρʹ . Ἐπάνειμι πάλιν ἐπὶ τὰ ἐκ Δήλου διαστήματα πρὸς νήσους τάσδε
στάδιοι ωʹ . Ἐκ Δήλου εἰς Πάρον στάδιοι υʹ . Ἐπάνειμι πάλιν εἰς Μύνδον , ἀφ ' ἧς κατέλιπον .
6196201 Ἐριβωτης
τάφον πτερόεν βέλος εἰσορόωντες . καὶ τὸ μὲν ἐξείρυσσε παρεδριόων Ἐριβώτης , ἕλκος δὲ ξυνέδησεν , ἀπὸ σφετέρου κολεοῖο λυσάμενος
δ ' Ἴρου Ἀκτορίδαο : ἤτοι ὁ μὲν Τελέοντος ἐυκλειὴς Ἐριβώτης , Ἴρου δ ' Εὐρυτίων . σὺν καὶ τρίτος
6192014 ἁμαρτεν
ὥστε ὅμοιον εἶναι τῷ : ὁ δὲ ἀποπλέων Σκύρου μὲν ἅμαρτεν , ἵκοντο δὲ εἰς Ἔφυραν , ἀντὶ τοῦ ἵκετο
ἐμμενὲς αἰεί . ἀλλ ' ὅ γε καὶ τόθ ' ἅμαρτεν , ὃ δ ' Ἀσκάλαφον βάλε δουρὶ υἱὸν Ἐνυαλίοιο
6185562 Μηκιστευς
ἀμφεκάλυψε . τὸν μὲν ἔπειθ ' ὑποδύντε δύω ἐρίηρες ἑταῖροι Μηκιστεὺς Ἐχίοιο πάϊς καὶ δῖος Ἀλάστωρ νῆας ἔπι γλαφυρὰς φερέτην
οὗ καὶ Λυσιμάχης τῆς Ἄβαντος τοῦ Μελάμποδος Ἄδραστος Παρθενοπαῖος Πρῶναξ Μηκιστεὺς Ἀριστόμαχος Ἐριφύλη , ἣν Ἀμφιάραος γαμεῖ . Παρθενοπαίου δὲ
6183750 ἀϊξασα
τε κοτέσσεται ὀβριμοπάτρη , βῆ δὲ κατ ' Οὐλύμποιο καρήνων ἀΐξασα , στῆ δ ' Ἰθάκης ἐνὶ δήμῳ ἐπὶ προθύροις
θεὰ γλαυκῶπις Ἀθήνη , βῆ δὲ κατ ' Οὐλύμποιο καρήνων ἀΐξασα : καρπαλίμως δ ' ἵκανε θοὰς ἐπὶ νῆας Ἀχαιῶν
6182818 ἀναβησομαι
ὅθεν τὰς ἐπὶ τῶν τοίχων ἱστορίας παραδραμὼν ἐπὶ τὸν ὄροφον ἀναβήσομαι . Ἄρτι γάρ τις ὑπόπτερος ἐξ οὐρανοῦ καταβὰς τῷ
περιχαρείας , φησίν , ὦ αἶγες , εἰς τὸν οὐρανὸν ἀναβήσομαι . ἐς οὐρανὸν ὔμμιν ἁλεῦμαι : εἰς οὐρανὸν σὺν
6177077 ἐλεγ
ὑμήν , οὐκέτ ' ἄειδεν ἑὸν μέλος , ἀλλ ' ἔλεγ ' , αἰαῖ αἰαῖ , καὶ τὸν Ἄδωνιν ἔτι
τὴν οἰκίαν βαδιεῖσθε ; οὐχὶ συλλήψεσθε ; καὶ ταῦτ ' ἔλεγ ' ἡ μιαρὰ καὶ ἀναιδὴς αὕτη κεφαλή , ἐξεληλυθὼς
6173940 Φαιδωνος
μὴ μετοχικὴν κλίσιν ἀναδέξονται , οἷον κώδων κώδωνος , Φαίδων Φαίδωνος , χλίδων χλίδωνος . Τὸ Λάδων ὑπὸ Ἀντιμάχου διὰ
τούτων φλεδόνων μέλει , οὐδὲ γὰρ ἄλλου οὐδενός , οὐ Φαίδωνος ὅτις γένετ ' , οὐδ ' ἐριδάντεω Εὐκλείδεω ,
6165700 μεταγραφει
ὣς δὲ καὶ ἀνθρώπων γενεὴ καὶ φῦλον ἑλίσσει , Ὅμηρος μεταγράφει : φύλλα τὰ μὲν κτλ . [ Ζ .
εἴτε τοὺς Ἄραβας . ὁ μὲν οὖν Ζήνων ὁ ἡμέτερος μεταγράφει οὕτως „ καὶ Σιδονίους ” Ἄραβάς τε . „
6154732 Κολωνας
φασίν . Ἀναξιμένης δὲ καὶ ἐν τῇ Ἐρυθραίᾳ φησὶ λέγεσθαι Κολωνὰς καὶ ἐν τῇ Φωκίδι καὶ ἐν Θετταλίᾳ : ἐν
ἐκπολιορκηθεὶς ἐς μὲν τὴν Σπάρτην οὐκ ἐπανεχώρει , ἐς δὲ Κολωνὰς τὰς Τρῳάδας ἱδρυθεὶς πράσσων τε ἐσηγγέλλετο αὐτοῖς ἐς τοὺς
6153639 εἰδομενη
' αὐλείου : παλάμῃ δ ' ἔχε χάλκεον ἔγχος , εἰδομένη ξείνῳ , Ταφίων ἡγήτορι , Μέντῃ . εὗρε δ
. . ὁπλότερος . Δ Ξ , . . . εἰδομένη γαλόῳ : ἡ διπλῆ διὰ τὸ γαλόῳ . .
6151794 Ἀντρωνα
καλουμένη . . . . . . ἀγχίαλόν τ ' Ἀντρῶνα : ἡ διπλῆ περιεστιγμένη , ὅτι Ζηνόδοτος γράφει ἀγχιάλην
ἡ διπλῆ περιεστιγμένη , ὅτι Ζηνόδοτος γράφει ἀγχιάλην τ ' Ἀντρῶνα . καὶ εἰ θηλυκῶς δὲ λέγεται ἡ Ἀντρών ,
6148313 Μηδοσαδην
κρατεῖς ἔσεσθαι παρὰ σοῦ . ἐπὶ τούτοις πάλιν ἤρετο τὸν Μηδοσάδην εἰ ἔλεγε ταῦτα . ὁ δὲ συνέφη καὶ ταῦτα
, ὡς ἔφη Μηδοσάδης οὗτος . ταῦτα εἰπὼν ἐπήρετο τὸν Μηδοσάδην εἰ ἀληθῆ ταῦτα εἴη . ὁ δ ' ἔφη
6145909 Ἑρμιονευς
ἀπὸ ἀγγείων [ καὶ μεγεθῶν ] . Λᾶσος δὲ ὁ Ἑρμιονεύς , ὥς φασι , καὶ οἱ περὶ τὸν Μεταποντῖνον
ἀπὸ ἀγγείων [ καὶ μεγεθῶν ] . Λᾶσος δὲ ὁ Ἑρμιονεύς , ὥς φασι , καὶ οἱ περὶ τὸν Μεταποντῖνον
6145325 ἐκπερσαντ
σχέτλιος , ὃς τότε μέν μοι ὑπέσχετο καὶ κατένευσεν Ἴλιον ἐκπέρσαντ ' εὐτείχεον ἀπονέεσθαι , νῦν δὲ κακὴν ἀπάτην βουλεύσατο
σχέτλιος , ὃς πρὶν μέν μοι ὑπέσχετο καὶ κατένευσεν Ἴλιον ἐκπέρσαντ ' εὐτείχεον ἀπονέεσθαι , νῦν δὲ κακὴν ἀπάτην βουλεύσατο
6142070 ὐμμες
Οἰκεῦντα : ἐν Μιλήτῳ τόπος , ἔνθα ἱερὸν Ἀφροδίτης . ὔμμες δ ' Ὑετίδος καὶ Βυβλίδος : πρὸς τοὺς Ἔρωτας
θεοεικέλοις [ . Σαπφοῦς [ μελῶν β ἆς θέλετ ' ὔμμες ἔγω δ ' ἐπὶ μολθάκαν τύλαν κασπολέω † μέλεα
6138894 χολωσαμενος
Εὔρυτος οὐδ ' ἐπὶ γῆρας ἵκετ ' ἐνὶ μεγάροισι : χολωσάμενος γὰρ Ἀπόλλων ἔκτανεν , οὕνεκά μιν προκαλίζετο τοξάζεσθαι .
' οὐ πάντες ἀκούσαμεν , οἷον ἔειπεν . μή τι χολωσάμενος ῥέξῃ κακὸν υἷας Ἀχαιῶν . θυμὸς δὲ μέγας ἐστὶ
6136188 ἀναγνωσεται
ἵνα δὲ μὴ λέγων παραλίπω τι τῶν πεπραγμένων αὐτῷ , ἀναγνώσεται γεγραμμένας ὑμῖν τάς τε ναῦς ὅσας ἔλαβεν καὶ οὗ
, δηλοῖ † μέναρχος † ἐν τῷ Κατὰ Κλεομέδοντος λέγων ἀναγνώσεται δὲ τῶν μὲν ἐπιδημούντων τὰς μαρτυρίας , τῶν δὲ
6133533 ἐξετραπομην
δύο . Ἐπάνειμι δὲ πάλιν ἐπὶ τὴν ἤπειρον , ὅθεν ἐξετραπόμην . ΕΠΙΔΑΥΡΟΣ . Μετὰ δὲ Τροιζηνίαν πόλις Ἐπίδαυρος καὶ
ἐτράπη “ μετὰ τοῦ ἵνα : ὡσαύτως καὶ τὸ ” ἐξετραπόμην “ μετὰ τῆς ἐξ προθέσεως . τρέψεται : οὕτως
6123587 ἐφαν
πειρώμενοι παύειν τῆς ἀκολάστου γλώσσης ἐκεῖνον : οὐ καλῶς , ἔφαν , ποιεῖς , ὦ φιλόσοφε , ταῖς σαῖς διδασκαλίαις
παρηγορέων : οἱ δ ' ἔστυγον εἰσαΐοντες , οὐ γὰρ ἔφαν τεύξεσθαι ἐνηέος Αἰήταο κῶας ἄγειν κριοῖο μεμαότες : ὧδε
6120062 Κλεοφαντος
ἐν τῇ κυοφορήσει μήτρας τὴν σύγκρισιν ; | ὁ δὲ Κλεόφαντος ἐν τῷ πρώτῳ τῶν Γυναικείων εἰπὼν τὰς πρωτοτόκους δυστοκεῖν
πατέρες αʹ Θεμιστοκλῆς βʹ Ἀριστείδης γʹ Περικλῆς δʹ Θουκυδίδης υἱοί Κλεόφαντος Λυσίμαχος Πάραλος καὶ Ξάνθιππος Μελησίας καὶ Στέφανος . οἷ
6119255 Ἀτυμνιον
προσλάβοιεν ῥῆμα : Νεστορίδαι δ ' ὁ μὲν οὔτας ' Ἀτύμνιον . προφανῶς γὰρ πάλιν τὸ ὁ ἀντὶ τοῦ ὅς
πτῶσις ἐνηλλάγη , Νεστορίδαι δ ' ὁ μὲν οὔτας ' Ἀτύμνιον , ὁ δ ' ἀπέλαβεν τὸν ἀδελφόν , ἀλλὰ
6118781 ἀναλαβωμεν
οὐ πάσης , ἀλλὰ τοῦ μέρους . ὅταν δὲ ὅλον ἀναλάβωμεν δηλονότι ἀπολέσαντες , μάθησις : δὶς γὰρ μαθεῖν καὶ
καλῶς διαρθρωθείη , τὸν περὶ τῶν μορίων τῆς ψυχῆς λόγον ἀναλάβωμεν . τὸ μὲν οὖν θρεπτικὸν ἀναγκαίως ἐν παντὶ ἐμψύχῳ
6113920 κατεβα
ἂν τὴν διπλοΐδα , ἣν Ὅμηρός φησι δίπλακα μαρμαρέην . κατέβα τοι : ἀντὶ τοῦ : διὰ πόσου σοι ἀπὸ
ἅλιξιν εὑρέσθαι σὺν ἄλλοις . ἐς δ ' Ἰαολκὸν ἐπεὶ κατέβα ναυτᾶν ἄωτος , λέξατο πάντας ἐπαινήσαις Ἰάσων . καί
6110756 ἐλεγειας
κατ ' Ἀναξίμανδρον ἦν . γέγραφε δὲ ἐν ἔπεσι καὶ ἐλεγείας καὶ ἰάμβους καθ ' Ἡσιόδου καὶ Ὁμήρου , ἐπικόπτων
καὶ ἄλλοι τρεῖς Ἀρκεσίλαοι : ποιητὴς ἀρχαίας κωμῳδίας , ἄλλος ἐλεγείας , ἕτερος ἀγαλματοποιός : εἰς ὃν καὶ Σιμωνίδης ἐποίησεν
6109481 πετου
τῶν ἱππέων . Ἀλλ ' ὦ περιστέριον ὅμοιον Κλεισθένει , πέτου , κόμισον δέ μ ' εἰς Κύθηρα καὶ Κύπρον
ἀλλήλαις . αἱ δὲ λοιπαί εἰσιν ἐν τῇ ἀκροπόλει . πέτου πέτου : Νῦν ἐστιν ἡμιχόριον τὸ λέγον ἐκ γυναικῶν
6103670 ἐφαμην
ἀπόφασθε : φημί , τὸ λέγω , φήσω πέφηκα πέφαμαι ἐφάμην ἔφασο ἔφατο : ἐκ δὲ τοῦ ἔφασο καὶ τὸ
ἦν οὖν ἐθέμην ἐὰν θῶμαι , ἐδόμην ἐὰν δῶμαι , ἐφάμην ἐὰν φῶμαι . Δυϊκά . Ἐὰν θώμεθονθῆσθονθῆσθον . Πληθ
6101153 σκυταλον
πρὸς τοὺς κατοιχομένους πορεύεται , λαβὼν τὸ δέρμα καὶ τὸ σκύταλον , ἀναγαγεῖν θέλων Εὐριπίδην : λίμνην τε διέβαινεν κάτω
τουτὶ καθεύδοντος λάθρᾳ . τοῦτ ' ἔστ ' ἐκείνου τὸ σκύταλον , ὃς πέρδεται . νὴ τὸν Δία τὸν σωτῆρ
6098871 ἀπικεσθαι
Πελοπόννησον ὡς ἐπισιτιεύμενοι ἀπεκεκληίατο ὑπὸ τῆς ἵππου , οὐ δυνάμενοι ἀπικέσθαι ἐς τὸ στρατόπεδον . Βουλευομένοισι δὲ τοῖσι στρατηγοῖσι ἔδοξε
γεγενῆσθαι . Σὺ ὦν μὴ βούλεο ἐς κίνδυνον μηδένα τοιοῦτον ἀπικέσθαι μηδεμιῆς ἀνάγκης ἐούσης , ἀλλὰ ἐμοὶ πείθεο : νῦν
6094535 καρδοπην
λέγει ὁ Στρεψιάδης πρὸς τὸν δανειστήν . εἶτα ἀπέρχεται λαβεῖν καρδόπην δεῖξαι τῷ δανειστῇ καὶ ἐρωτῆσαι αὐτόν , πῶς ταύτην
μωρῶς λίαν , ἰδιωτικῶς . τὴν κάρδοπον ] ἤγουν τὴν καρδόπην κάρδοπον . ἔα ] φεῦ , θαυμαστικόν . ἦ
6093259 Ζωιλος
, μὴ αἰδούμενον δὲ μηδὲ χαριζόμενον ὑμῖν ἀχάριστον δόξαι . Ζωίλος ὁ Ἀμφιπολίτης ὁ καὶ ἐς Ὅμηρον γράψας καὶ ἐς
μὲν μὴ καθάπερ τὰ πολλὰ παρ ' ἡμῶν γράμματα καὶ Ζωίλος ᾖ μάτην ἀφιγμέ - νος , οὕτως ἡμᾶς ἀπέρριψας
6093113 παροιτατος
, ἐπὶ δέ σφισιν ἤλυθε κούρη φραζομένοις . Πηλεὺς δὲ παροίτατος ἔκφατο μῦθον : “ Ἤδη νῦν κέλομαι νύκτωρ ἔτι
: τάχα δ ' ἐγγύθεν ἀντεβόλησαν ἀλλήλοις . Ἄργος δὲ παροίτατος ἔκφατο μῦθον : “ Ἀντόμεθα πρὸς Ζηνὸς Ἐποψίου ,
6091627 ἐγνωρισα
ὅτι φαλακρὸς καὶ προγάστωρ ἦν : τὸν Πλάτωνα δὲ οὐκ ἐγνώρισα : χρὴ γάρ , οἶμαι , πρὸς φίλους ἄνδρας
ἔφην ἔνερθεν ] ὑποκάτω χθονός ] τῆς γῆς ὠφελήματα ] ἐγνώρισα ἀπὸ κοινοῦ φήσειεν ] εἴποι πάροιθεν ] πρότερον σάφ
6089772 Πιερια
ἐπήτριμοι : στοιχηδόν εἰσι καὶ ἑξῆς πυκναί . Πιερίηθεν : Πιερία ὄρος Θρᾴκης , ἐν ᾗ διέτριβεν Ὀρφεύς . φησὶ
, Φλεγύας δὲ τοὺς Γυρτωνίους : ἐπὶ δὲ θάτερα ἡ Πιερία . . Ὅτι ὁ Πηνειὸς ποταμός , ῥέων διὰ
6087516 Παριανης
. . Ἄβαρνος : πόλις καὶ χώρα καὶ ἄκρα τῆς Παριανῆς . . . Ἑκαταῖος . . . Λαμψάκου ἄκρην
Ἄβαρνος , πόλις καὶ χώρα [ καὶ ] ἄκρα τῆς Παριανῆς . Ἡρωδιανὸς δὲ ἐν τετάρτῃ φησὶν ὅτι Ἀβαρνίς λέγεται
6086426 Λελεγες
' ἡμέρας . Οὗτοι κατοικοῦσιν δὲ πρὸς μεσημβρίαν Αἰτωλίας , Λέλεγες τὸ πρὶν κεκλημένοι . Ἔπειτα Φωκεῖς εἰσι Λοκρῶν ἐχόμενοι
φυσικός ] : Φύσκος δέ , ἀφ ' οὗ οἱ Λέλεγες οἱ νῦν Λοκροί . Ῥιανὸς δὲ Φυσκέας αὐτοὺς καλεῖ
6085892 ῥαπτομεν
ἀνιηθεὶς σὴν πατρίδα γαῖαν ἵκοιο . εἰνάετες γάρ σφιν κακὰ ῥάπτομεν ἀμφιέποντες παντοίοισι δόλοισι , μόγις δ ' ἐτέλεσσε Κρονίων
πονούμενοι , οἷον ἐνεργοῦντες : “ εἰνάετες γάρ σφιν κακὰ ῥάπτομεν ἀμφιέποντες . ” ἀμφαφόωντα διὰ χειρὸς ἔχοντα , ψηλαφῶντα
6080470 Κοϊ
διδῷς . Αὐτὸς δ ' ἐρώτη . Χύρρε χύρρε . Κοῒ κοΐ . Τρώγοιτ ' ἂν ἐρεβίνθους ; Κοῒ κοῒ
χύρρε . Κοῒ κοΐ . Τρώγοιτ ' ἂν ἐρεβίνθους ; Κοῒ κοῒ κοΐ . Τί δαί ; Φιβάλεως ἰσχάδας ;
6078927 γραψεις
τὰς παραβολάς : τὰ δὲ ἕτερα καθώς σοι δείξω οὕτως γράψεις : διὰ τοῦτο , φησίν , ἐντέλλομαί σοι πρῶτον
εἰσενηνοχὼς εἴκοσι τάλαντ ' ἔχεις . ἢ πολεμεῖν μὲν οὐ γράψεις , ἀποδιδόναι δὲ κατὰ τὸ γεγραμμένον ὑπὸ σοῦ ψήφισμα
6076178 Οὐλυμπον
φυλόπιδος : μάλα δ ' ὦκα διακρινθέντας ὀΐω ἂψ ἴμεν Οὔλυμπον δὲ θεῶν μεθ ' ὁμήγυριν ἄλλων ἡμετέρῃς ὑπὸ χερσὶν
παιδὶ κλυτὰ τεύχε ' ἐνείκαι . Τὴν μὲν ἄρ ' Οὔλυμπον δὲ πόδες φέρον : αὐτὰρ Ἀχαιοὶ θεσπεσίῳ ἀλαλητῷ ὑφ
6073013 Λινος
, ὄρους , εἰ δὲ Τυλησίας , πόλεως . * Λῖνος καὶ Λῖνον διαφέρει οὐδέτερον δὲ ἀκρωτήριον τῆς Ἰταλίας *
Παλαίφατος : Οὐρανίας καὶ Ἀπόλλωνος , ἢ Πιέρου γηγενοῦς , Λῖνος : Μελπομένης δὲ , ἢ κατά τινας Τερψιχόρης καὶ
6070409 Κεραμβος
τι καὶ ἄπιστον χρῆμα χειμῶνος ἐπεῖναι μέλλειν . ὁ δὲ Κέραμβος ὑπὸ μεγαλαυχίας ἐκ νεότητος οἷα θεοβλαβὴς ἀπελαύνειν μὲν ἐκ
, Φαίδων Λευκανοὶ Ὄκκελος καὶ Ὄκκιλος ἀδελφοί , Ἀρέσανδρος , Κέραμβος Δαρδανεὺς Μαλίων Ἀργεῖοι Ἱππομέδων , Τιμοσθένης , Εὐέλθων ,
6068987 ἑρπεις
ὅλης ψυχῆς : ἐν πόστῳ δὲ βωλαρίῳ τῆς ὅλης γῆς ἕρπεις . πάντα ταῦτα ἐνθυμούμενος μηδὲν μέγα φαντάζου ἢ τό
σφυρὰ κόλπον ἀνεῖσαι στήθεσι φαινομένοις λιγυρᾶς ἀρξεύμεθ ' ἀοιδᾶς . ἕρπεις , ὦ φίλ ' Ἄδωνι , καὶ ἐνθάδε κἠς
6067447 Κυπαρισσηεντα
, καὶ Κυπάρισσος ἀπὸ τῶν κυπαρίσσων : Ὅμηρος : καὶ Κυπαρισσήεντα καὶ Ἀμφιγένειαν ἔναιον , . , . * .
Θρύον , Ἀλφειοῖο ” πόρον , καὶ ἐύκτιτον Αἶπυ καὶ Κυπαρισσήεντα „ καὶ Ἀμφιγένειαν ἔναιον καὶ Πτελεὸν καὶ Ἕλος καὶ
6065096 ὀτριχας
τοῦ α εἰς ο ὅσιος . . . , : ὄτριχας οἰέτεας : οἷον ὁμότριχας . καὶ ἐν τῷ οἰέτεας
' ὀπισθίδια . ἐνθάδε ὦν κἠγὼ παρ ' ὑμὲ τοὺς ὄτριχας ἐξορμίζομαι πλόον δοκάζων : ποντίναι γὰρ ἤδη τοῖς ταλικοῖσδε
6064315 ἐνισπω
ὅπως ἂν ἔχοιμεν ὀϊζύος ἀτρεκὲς ἄλκαρ . Γηθόσυνοι δέχνυσθε βροτοίπινυτοῖσιν ἐνίσπω , οἷς ἀγαθὴ κραδίη καὶ πείθεται ἀθανάτοισι : νηπυτίοισι
ποιεῖ : τέκω , τίκτω : ἔπω , ἴσπω , ἐνίσπω : βλάβω βλάπτω : ἐπεισόδῳ τοῦ τ , καὶ
6058525 ἐνετυχες
. πάντως γὰρ καὶ αὐτός , φιλομαθέστατε ἀνδρῶν , εἴπερ ἐνέτυχές τισιν ἐξ αὐτῶν , ἔν τε τῇ Δαμασκῷ καὶ
. πάντως γὰρ καὶ αὐτός , φιλομαθέστατε ἀνδρῶν , εἴπερ ἐνέτυχές τισιν ἐξ αὐτῶν , ἔν τε τῇ Δαμασκῷ καὶ
6057617 Μαια
: ὄνομα ἔθνους . Μοῦσα : ὄνομα κύριον θεᾶς . Μαῖα : ἡ μάμμη . Σφαῖρα : τὸ στρογγυλοειδές .
γάρ μοι θῦμος ὔμνην , τὸν κορύφαισιν † αὐγαῖς † Μαῖα γέννατο Κρονίδαι μίγεισα παμβασίληϊ τὸ γὰρ θέων ἰότατι ὔμμε
6056090 Διομηδεος
, παῖς πάϊς . τινὲς δὲ καὶ τὸ βέλεος καὶ Διομήδεος διαίρεσιν λέγουσιν . Συναλοιφή ἐστι δύο συλλαβῶν κατὰ τὰ
δὲ νῆες σμερδαλέον κονάβησαν ἀϋσάντων ὑπ ' Ἀχαιῶν μῦθον ἀγασσαμένοι Διομήδεος ἱπποδάμοιο . διαφέρει δὲ τῆς ἀναστροφῆς , ὅτι ἡ
6055593 Ἐπιγενης
. . . . . . . . οὐχὶ καὶ Ἐπιγένης ἐν τῶι Περὶ τῆς Ὀρφέως ποιήσεως τὰ ἰδιάζοντα παρ
Πελίου μὲν ἆθλον , Κάστορος δ ' ἔργον ποδῶν . Ἐπιγένης μὲν οὖν ἀκούει τὸ ἄμφωτον ποτήριον , εἰς ὃ
6053626 Ἀριστ
ψυχῆς πέρι διαπεράνηται καὶ δείξῃ πρότερον ὂν ψυχὴν σώματος . Ἄριστ ' , ὦ ξένε , δοκεῖς ἡμῖν εἰρηκέναι ,
ποικίλοις οὖσιν ἕπεσθαι τὸν νομοθέτην μηδὲν ὁμοίαις ζημίαις ζημιοῦντα ; Ἄριστ ' , ὦ Κλεινία : σχεδόν τοί με ὥσπερ
6053054 ἐϋπλοκαμος
νῦν πῖνε καθήμενος αἴθοπα οἶνον εἰς ὅ κε θερμὰ λοετρὰ ἐϋπλόκαμος Ἑκαμήδη θερμήνῃ καὶ λούσῃ ἄπο βρότον αἱματόεντα : αὐτὰρ
ἕλετο ῥοδοδάκτυλος Ἠώς : ὡς δ ' ὁπότ ' Ἰασίωνι ἐϋπλόκαμος Δημήτηρ , ὡς αὖ νῦν μοι ἀγᾶσθε θεοὶ βροτὸν
6052907 καθευδ
πάρος κοιμᾶθ ' ὅτε μιν γλυκὺς ὕπνος ἱκάνοι : ἔνθα καθεῦδ ' ἀναβάς , παρὰ δὲ χρυσόθρονος Ἥρη . Ἄλλοι
καὶ οὐδετέρου . . . . . . . ἔνθα καθεῦδ ' ἀναβάς : ὅτι Ζηνόδοτος γράφει ἐνθ ' ἐκάθευδ
6052722 κομισον
φυγὰς ἦν : ἀνακόμισον οὖν αὐτὸν εἰς τὴν πατρίδα . κόμισον : αὔξησον . εὔχεται τοὺς ἀπογόνους Θήρωνος ἄρχειν τῶν
εἰπεῖν εὔφρονα πρὸς τὸ ἄρουραν , εὔφρων εἶπε πρὸς τὸ κόμισον . λέγει δὲ ὅτι εἰ καὶ οἱ πατέρες τοῦ
6052712 Ἀμφιγενειαν
καὶ Θρύον Ἀλφειοῖο πόρον καὶ ἐΰκτιτον Αἰπὺ καὶ Κυπαρισσήεντα καὶ Ἀμφιγένειαν ἔναιον καὶ Πτελεὸν καὶ Ἕλος καὶ Δώριον , ἔνθά
Κυπάρισσος ἀπὸ τῶν κυπαρίσσων : Ὅμηρος : καὶ Κυπαρισσήεντα καὶ Ἀμφιγένειαν ἔναιον , . , . * . Ἀλινδεῖσθαι :
6049294 ἰφθιμος
δ ' ἀνθρώπων πυκινὰς φρένας , οὐδέ τίς ἐστιν οὕτως ἴφθιμος καὶ σοφὸς ὥστε φυγεῖν . Πολλὰ φέρειν εἴωθε λόγος
κλῖνε δ ' ἄρα μάστιγα ποτὶ ζυγόν : οὐδὲ μάτησεν ἴφθιμος Σθένελος , ἀλλ ' ἐσσυμένως λάβ ' ἄεθλον ,
6049259 βοσκομεναων
τ ' ὀρνίθων πετεηνῶν αἰετὸς αἴθων ἔθνος ἐφορμᾶται ποταμὸν πάρα βοσκομενάων χηνῶν ἢ γεράνων ἢ κύκνων δουλιχοδείρων , ὣς Ἕκτωρ
θήλειαι , πώλοισιν ἀγαλλόμεναι ἀταλῇσι . τάων καὶ Βορέης ἠράσσατο βοσκομενάων , ἵππῳ δ ' εἰσάμενος παρελέξατο κυανοχαίτῃ : αἳ
6047857 Τεττιξ
τὸ βούκεντρον . Οἰστροπλήξ : ὁ τῇ μανίᾳ πεπληγώς . Τέττιξ : ἀηδών . Ὁμῆλιξ : συνηλικιώτης . τῆς αὐτῆς
λέγεται καὶ πτὼξ , καὶ δασύπους , καὶ ταχείνας . Τέττιξ : ἀχέτας . Κοχλίας : φερέοικος . Ἀλώπηξ :
6042038 Κελαινω
καὶ Ἠλέκτρη κυανῶπις , Ἀλκυόνη τε καὶ Ἀστερόπη δίη τε Κελαινώ , Μαῖά τε καὶ Μερόπη , τὰς γείνατο φαίδιμος
: ἑπτὰ δ ' ἐκεῖναι ἐπιρρήδην καλέονται Ἀλκυόνη Μερόπη τε Κελαινώ τ ' Ἠλέκτρη τε καὶ Στερόπη καὶ Τηϋγέτη καὶ
6039495 ἠνωχλησεν
- ] [ οὐδὲ ματαίως ] ἑαυτὸν [ ] [ ἠνώχλησεν ] : ΕΥΦ ! [ ! ] ! !
δεινὸς γενόμενος , ἐπειδή τις αὐτὸν μῶμος ἐκ φιλοψόγου γλώττης ἠνώχλησεν , εἰς πολλὰς ἰδέας μερίσας τοὺς λόγους , ἵνα
6037390 Λυκαονες
ἔθνη τὰ ἀπὸ τῆς ἀνατολῆς Παφλαγόνες τε καὶ Φρύγες καὶ Λυκάονες , ἔπειτα Βιθυνοὶ καὶ Μυσοὶ καὶ ἡ Ἐπίκτητος ,
ταύτην φησίν . οἱ οἰκοῦντες Κατάονες , ὡς τῆς Λυκαονίας Λυκάονες . Καταννοί , ἔθνος πρὸς τῇ Κασπίᾳ θαλάσσῃ .
6035396 μετιουσαν
, τὴν αὐτῆς τῆς γνώσεως τῶν κατὰ τὴν ἐπιστήμην ἕνεκεν μετιοῦσαν αὐτὰ καὶ αἱρουμένην , ἀλλὰ μὴ διά τινα ἀποβαίνοντα
, εἶτα ἐκ τούτου κατὰ βραχὺ εἰς μικρὰς ῥανίδας δροσιζούσας μετιοῦσαν : ὅταν ὁ ἥλιος γένηται ἐν δυσμῇ , τότε
6035142 ἀορτας
δὲ ἀορταὶ εἴρηνται ἐν Ποσειδίππου Ἐπιστάθμῳ : σκηνὰς ὄχους ῥίσκους ἀορτὰς τάχανα λαμπήνας ὄνους : τὸ γὰρ ἐν Μισογύνῃ Μενάνδρου
δὲ ἀορταὶ εἴρηνται ἐν Ποσειδίππου Ἐπιστάθμῳ : σκηνὰς ὄχους ῥίσκους ἀορτὰς τάχανα λαμπήνας ὄνους : τὸ γὰρ ἐν Μισογύνῃ Μενάνδρου
6032552 παρεπλευσαν
Ῥίῳ καὶ ναῦν ἀναθέντες τῷ Ποσειδῶνι ἀνεχώρησαν ἐς Ναύπακτον . παρέπλευσαν δὲ καὶ οἱ Πελοποννήσιοι εὐθὺς ταῖς περιλοίποις τῶν νεῶν
καὶ πλωτῆρες ἄκραν ἱερὸν ἔχουσαν , οὗ θύειν εἰώθεσαν , παρέπλευσαν οὐκ ἀποβάντες κωλυούσης αἰγίδος . πρὸς μὲν οὖν ἄλλον
6031425 λιπε
] περιδώμεεν Ἄτης , ὃς δὴ Λαομέδοντι [ κακορρέκτηι ] λίπε τιμήν , ὃς πρῶτος ψυθίοισι [ θεοὺς ] ληΐσσατο
βάλοιμι καὶ ἀθάνατόν περ ἐόντα . Ὣς εἰπὼν ἀπάτερθε θεὸν λίπε , βῆ δ ' ἐπὶ Τρῶας οἵ ῥ '
6024584 Εὐθυκλης
ὅτι ἐπὶ ἓξ ταῖς σελήναις ἐπεθύετο οὗτος ἕβδομος , ὡς Εὐθυκλῆς ἐν Ἀταλάντῃ . ὁμοίως δὲ καὶ αἱ σελῆναι πέμματα
ὤν . Ἤδη μηκέτι τοῖς ἑαυτοῦ χαλέπαινε , Ἑρμόδωρε . Εὐθυκλῆς ὁ Νικοφῶντος τοῦ συλήσαντος προπέρυσι τὴν θεὸν ἀσεβείας με
6024021 γενομαν
ἄλοχον . ἔστιν εὐπορῆσαι καὶ ἄλλων γρίφων : ἐν Φανερᾷ γενόμαν , πάτραν δέ μου ἁλμυρὸν ὕδωρ ἀμφὶς ἔχει :
ποίην δ ' ἦλθες ἐς ἡλικίην ; ἑπταέτις τρὶς ἑνὸς γενόμαν ἔτι . ἦ ῥά γ ' ἄτεκνος ; οὔκ
6023032 εἰπους
ἐπὶ κνέφας ἱερὸν ἔλθῃ . ἣ μὲν ἄρ ' ὣς εἰποῦς ' ἀπέβη πόδας ὠκέα Ἶρις , Ἕκτωρ δ '
' ἵππους ἑλέειν οὔτε κλυτὰ τεύχεα τοῖο . ” Ὣς εἰποῦς ' ἐς δίφρον ἐβήσατο δῖα θεάων , νίκην ἀθανάτῃς
6020858 ἀναμνησθωμεν
τὴν περίοδον . Ἔτι δὲ σμικρὸν ἐπανελθόντες πως τοῖς λόγοις ἀναμνησθῶμεν ὅτι καὶ μάλ ' ὀρθῶς ἐνοήσαμεν ὡς , εἴπερ
πάνυ πολλῶν : λεγέσθω δὲ πρότερον ὑπὲρ τῆς κινήσεως . ἀναμνησθῶμεν πρῶτον ἐπὶ τοῦ παντὸς σώματος δυοῖν τούτων κινήσεων ἀλλήλαις

Back