καὶ δυσώδεις δοκήσεις καὶ ὕπνοι βαθεῖς παρὰ τὸ εἰωθὸς ἢ ἐπιπόλαιοι καὶ φαντασιώδεις καὶ ἐφιάλται συνεχῶς πνίγοντες πρὸς ἀφροδίσιά τε
, οὐκ ἂν εὐσχήμονα τὰ ὑπὸ τῷ στέρνῳ ἔδειξεν : ἐπιπόλαιοι γὰρ αἱ μιμήσεις τῶν ὑδάτων ἀπὸ τοῦ συνιζάνειν ἐν
7147575 στροφοι
πνεύματος δυσωδία , ὕπνοι μετέωροι καὶ ἀηδεῖς , ἐμπνευματώσεις καὶ στρόφοι . Δριμέσι κλυσμοῖς χρηστέον ἤτοι σκυβάλων ἕνεκα κομιδῆς ,
αὐθημερόν : χρονίζειν γὰρ ἐν τοῖσι τοιουτέοισι κακόν . Ὁκόσοισι στρόφοι , καὶ περὶ ὀμφαλὸν πόνοι , καὶ ὀσφύος ἄλγημα
7054160 κορυζαι
ἐπιληπτικὰ , καὶ αἵματος ῥύσιες , καὶ κυνάγχαι , καὶ κόρυζαι , καὶ βράγχοι , καὶ βῆχες , καὶ λέπραι
τὰ πρὸς ὑπόμνησιν . ἐπεὶ οὖν εἴρηται , βράγχοι καὶ κόρυζαι τοῖσι πάνυ πρεσβυτέροισιν οὐ πεπαίνονται , ἐνταῦθα δὲ λέγει
6869061 ψυχραι
εἰϲ τὴν χρῆϲιν εὔφοροι , ἥκιϲτα δὲ αἱ ξηραὶ καὶ ψυχραὶ καὶ ἡ μὲν τῶν ἀκμαζόντων εὔθετοϲ , ἡ δὲ
κατοπτῶσι τούς γε προϋπάρχοντας ἐν αὐτῷ χυμούς : αἱ δὲ ψυχραὶ παχὺν μὲν καὶ δύσρουν καὶ δυσκίνητον ἐργάζονται τὸν ἤδη
6862456 ὑγραι
ζῴων ἤτοι ξηραὶ καὶ ἀπέριττοι καὶ πεφθῆναι ῥᾴουϲ , ἢ ὑγραὶ καὶ περιττωματικαὶ καὶ δυϲπεπτότεραι γίγνονται . Περὶ χηνῶν καὶ
. Ταύρου δὲ αἱ μὲν πρῶται ηʹ Ἀφροδίτης πολύσπερμοι πολύγονοι ὑγραὶ καταφερεῖς † ἔλεγχοι μεσωνικώτεραι . αἱ δὲ ἑξῆς Ϛʹ
6724121 παχειαι
μεγάλῳ . ὄττιεϲ ἀχλυώδεεϲ , χαλκώδεεϲ : ὀφρύεϲ προβλῆτεϲ , παχεῖαι , ψιλαί , βρίθουϲαι κάτω , μεϲοφρύων ξυνηγμένων ὀχθώδεεϲ
, καὶ διὰ τοῦτο οὐ πονέει , καὶ ἐξ αὐτῆς παχεῖαι φλέβες τείνουσιν αἱ σφάγιαι καλεόμεναι , ἐς ἃς ταχέως
6706775 δριμυτεροι
τοὺς ἐνοχλοῦντας χυμούς . Οὐ δεῖ δὲ λανθάνειν ὡς ἐνίοτε δριμύτεροί τινες περὶ τὴν ἀκοὴν ἀτμοὶ ἀναδιδόμενοι οὐκ ἀπαξιολόγου ὕλης
σώματι , τὸ δ ' ἄκεντρον οἷον φλέγμα . οὗτοι δριμύτεροί εἰσιν ἐν δημοκρατίᾳ , ὡς ἂν καὶ ἄρχειν εἰθισμένοι
6678440 εὐστομοι
εἰσὶ δὲ σκληραὶ καὶ ὀλιγόχυλοι καὶ οὐκ ἄγαν δριμεῖαι , εὔστομοι δὲ καὶ εὐκατέργαστοι , ἑφθαὶ δὲ ποσῶς εὔστομοι .
. οὐχ ἅπασαι δ ' αἱ εὐώδεις ἢ γλυκεῖαι ἢ εὔστομοι καὶ ἐδώδιμοι , οὐδ ' αἱ πικραὶ ἄβρωτοι :
6662739 θανασιμοι
δ ' ἐν Γεωργικοῖς καταλέγει καὶ τίνες αὐτῶν εἰσιν οἱ θανάσιμοι , λέγων : ἐχθρὰ δ ' ἐλαίης ῥοιῆς τε
ἀβέβαια τὰ τοιαῦτα . Ψυχροὶ ἱδρῶτες ξὺν μὲν ὀξεῖ πυρετῷ θανάσιμοι , ξὺν δὲ πρηυτέρῳ μῆκος σημαίνουσι τῆς νούσου .
6642198 ξηραινονται
παρὰ τὸ γῇ αὔεσθαι : οἱ γὰρ νεκροὶ τῇ γῇ ξηραίνονται . * * ἐρυμνὸν ἄστυ λέγεται τὸ ἰσχυρὸν παρὰ
ἐν ἐμμήνοις οὖσα , τὰ δένδρα ἐν οἷς ἂν πλησιάζῃ ξηραίνονται , καὶ βρύσει ὕδατος ποιοῦσι βλάπτεσθαι αὐτὰ ἄνω καὶ
6633402 ἰϲχυραι
τι κωλύει καὶ τοῦτο . εἰ μὲν οὖν αἱ δυνάμειϲ ἰϲχυραὶ τύχοιεν οὖϲαι πᾶϲαι καὶ ὁ πυρετὸϲ διακαέϲτατοϲ καὶ τὰ
τῆϲ κεφαλῆϲ φύονται , πολλῷ μὲν οὖϲι θερμοτέροιϲ μέλαιναι καὶ ἰϲχυραὶ καὶ οὖλαι , μὴ πολλῷ δὲ ὑπόξανθοι μὲν τὸ
6593363 πλαδοωσιν
πάλιν δὲ εὐθέως ἀναδίδωσι καὶ γεμίζει τὸ κοίλωμα . * πλαδόωσιν . ἐξηνθημένοι εἰσίν ἐγείρονται διυγραίνουσι ὑγραίνονται * ὕπερθεν :
ἀντὶ τοῦ κεκαυμένου ὑπὸ πυρός . * πυρικμήτοιο : πυρικαύστου πλαδόωσιν : κυρίως τὸ μὴ ἀντίτυπον πλαδόεν καλεῖται . πλαδόωσιν
6571206 ἐκμαινονται
. κωμαστὴς : ὅτι καὶ οἱ μεθύοντες βακχεύονται καὶ ὥσπερ ἐκμαίνονται . ἀντεπίρρημα . τὸ ἀντεπίρρημα ὅμοιον τῷ ἐπιρρήματι .
, τὴν καλουμένην οἴϲει μανίαν , ἐφ ' ᾗ θηριωδῶϲ ἐκμαίνονται , ὥϲτε καὶ τοὺϲ ἀμελέϲτερον προϲτυγχάνονταϲ αὐτοῖϲ διαχειρίζεϲθαι .
6570132 πελαγιοι
τῆς Σάμου ναυσὶν αἰσθόμενοι ἔπλευσαν μὲν βουλόμενοι φθάσαι καὶ ἐπεφάνησαν πελάγιοι , ὑστερήσαντες δὲ οὐ πολλῷ τὸ μὲν παραχρῆμα ἀπέπλευσαν
πόλεις . ἀνήγοντο δὲ καὶ οἱ Ἀθηναῖοι ἐκ τῆς Χίου πελάγιοι : ἡ γὰρ Ἀσία πολεμία αὐτοῖς ἦν . Λύσανδρος
6550123 οὐρητικαι
εὐκατέργαστοι , ἑφθαὶ δὲ ποσῶς εὔστομοι . αἱ δὲ πίνναι οὐρητικαὶ , τρόφιμοι , δύσπεπτοι , δυσανάδοτοι . ἐοίκασι δ
μὲν οὖν δύσπεπτον αὐταῖς ὁμοίως ὑπάρχει ταῖς ἄλλαις ῥίζαις : οὐρητικαὶ δ ' εἰσί , καὶ εἰ πλεονάζοι τις αὐτῶν
6542377 ἀραιαι
ἀργοί . ” ἀραιαί : “ ὑπὸ δὲ κνῆμαι ῥώοντο ἀραιαί . ” ἐπὶ δὲ τοῦ λεπτοῦ καὶ στενοῦ “
ἐντιθέναι , καὶ λεπτύνειν μέσως : αἱ γὰρ λίην λεπτυνόμεναι ἀραιαί εἰσι καὶ ἐκτιτρώσκουσιν . Εἰ δὲ οὐ δέχεται ἡ
6534874 κεφαλαλγιαι
] Ἐπεὶ δὲ καὶ διά τινα συμπτώματα καὶ πληγὰς γίνονται κεφαλαλγίαι , χρήσιμον βραχέα καὶ πρὸς ταῦτα ὑποσχέσθαι . ἁρμόζει
ῥῖγος ἵστησιν . Ἐξ αἱμοῤῥαγίης ῥίγεα , μακρά . Οἷσι κεφαλαλγίαι καὶ τραχήλου πόνοι , καὶ ὅλου δέ τις ἀκράτεια
6533804 ἐξιστανται
κλαγγώδεες , γλώσσῃ σπασμώδεες , καὶ αὐτοὶ τρομώδεες γινόμενοι , ἐξίστανται : σκληρυσμὸς τούτοισιν ὀλέθριον . Αἱ προεξαδυνατησάντων παραφροσύναι ,
τὰ περὶ τὰ σφυρὰ λέγει νεῦρα , ἃ καὶ ὄπισθεν ἐξίστανται . Ἠνορέῃ : δυνάμει . τανύονται : ὀγκοῦνται .
6533376 ἀμορφοι
μυωποί , γρυπαί , ἄρρωστοι , ψιλαί , αἰσχραί , ἄμορφοι , ἀσύντακτοι τὰ σώματα , διάστροφοι τοὺς πόδας ,
ἦσαν καὶ καλοὶ καὶ εὐειδεῖς , οἱ δὲ μικροὶ καὶ ἄμορφοι , καὶ οἱ μὲν χρύσεοι , ὡς ἐδόκουν ,
6525394 χαλαρα
σχηματιζομένων μορίων ἐν ταῖς κινήσεσιν , ἀναγκαῖον ἔσται ποτὲ μὲν χαλαρὰ περαιτέρω τοῦ προσήκοντος , αὖθις δὲ θλίβοντα γίνεσθαι τὰ
περιτείνεται καρφαλέα καὶ ξηρὰ ἄνευ ἱδρῶτος τελευτῶσιν , οἷσι δὲ χαλαρὰ σὺν ἱδρῶτι . Εἴρηται οὗτος ὁ λόγος πολλοῖς τόποις
6517408 εὐιατοι
αἷμα τοῖϲ αὐτοῖϲ ἀκτέον τότε τρέφειν μόνον ϲυχνῶϲ φυλαττομένουϲ : εὐίατοι γάρ εἰϲιν οὗτοι , καθότι καὶ τὰ προπινόμενα τῶν
εἰϲ ὀϲτέον λήγουϲα καὶ πολυϲχιδήϲ : αἱ δὲ λοιπαὶ τοὐπίπαν εὐίατοι . χειρουργοῦμεν δὲ αὐτὰϲ οὕτωϲ : ὑπτίου τοῦ κάμνοντοϲ
6506625 προσδεχου
οἱ πόνοι περὶ τοὺς ἔσω τόπους γίγνονται καὶ τὰ ἀποστήματα προσδέχου εἴσω . ἢν οὐρέῃ αἷμα καὶ θρόμβους καὶ στραγγουρίην
, καὶ ὄψις ἀμαυροῦται , καὶ μᾶλλον εἰς ταῦτα προσγίνεσθαι προσδέχου τὴν ῥῆξιν , ἡλικίῃσι δὲ πέντε καὶ τριήκοντα ἐτέων
6498026 ἀστομοι
αἱ δ ' ἀπ ' αἰγιαλῶν σκληρόσαρκοι καὶ κακόχυλοι , ἄστομοι . βούγλωσσοι , ψῆσσαι σκληρόσαρκοι , δύσφθαρτοι , εὔχυλοι
ἀποστεροῦνται τῆς ἐργασίας διὰ τὸ μικρόν : αἱ δὲ γρυπαὶ ἄστομοι καὶ διὰ τοῦτο οὐ κατέχουσι τὸν λαγῶ : αἱ
6497614 τραχηλοι
ἀκούειν δύνασθαι . Καὶ τοὺς πελεκίνους , οἷς εἰσιν οἱ τράχηλοι μήκιστοι , τροφῆς ἔχει πόθος οὐ μείων , ἀλλ
. λέπαδνα ] οἱ παχεῖς ἱμάντες , οἷς ἀναδεσμοῦνται οἱ τράχηλοι τῶν ἵππων πρὸς τὸν ζυγόν . ἐτυμολογεῖται δὲ ἀπὸ
6495376 στασιμοι
ἐόντα , καὶ φῦσαν ἐμποιέει : οἱ δὲ χιτῶνες αὐτέων στάσιμοι . Ἄκυλοι καὶ βάλανοι καὶ φηγοὶ στατικὰ ὠμὰ καὶ
, ταχέως , σπουδαίως : οἱ δὲ παλαισταὶ βαρεῖς , στάσιμοι , μόνιμοι , ὠμίαι , ἀντερειδόμενοι , συμπλεκόμενοι ,
6486265 τροφιμωτεραι
Αἱ δ ' ὑπέρυθροί τε καὶ ἐρυθραὶ ῥίζαι τοῦ τεύτλου τροφιμώτεραί τε καὶ παχύτερον αἷμα πολλῷ τῶν φύλλων γεννῶσι ,
τῶν δὲ ἀπίων αἱ μεγάλαι καὶ πέπειροι πρὸϲ τούτοιϲ καὶ τροφιμώτεραί εἰϲιν . αἱ δὲ ῥοιαὶ ψύχουϲί τε καὶ ὀλιγότροφοί
6484008 δυσεκκριτοι
δὲ πρός τινων καλούμεναι πελώριαί τε λεγόμεναι , τρόφιμοι , δυσέκκριτοι , εὔχυλοι , εὐστόμαχοι , καὶ μάλιστα αἱ μείζους
, αἱ καὶ βασιλικαὶ καὶ πελώριαι λεγόμεναι , τρόφιμοι , δυσέκκριτοι , εὔχυλοι , εὐστόμαχοι , καὶ μάλιστα αἱ μείζους
6476301 δραστηριοι
πόλεμοι οἱ λαιψηροί , ἤγουν οἱ σφοδροὶ τὴν ὁρμὴν καὶ δραστήριοι : ὑπὸ σοῦ κυβερνῶνται καὶ αἱ ἀγοραὶ αἱ βουληφόροι
δὲ ἐπὶ τοὺς θεοὺς καταφεύγειν ἐδόκει , καὶ ἄνδρες οὕτω δραστήριοι καὶ πεῖραν ἔχοντες , καὶ συνενεγκόντες εἰς ταὐτὸ τὴν
6474818 σκληραι
μακρὰ κατὰ γῆς , στρυφνά , καὶ πρὸς αὐτὰ ἄκανθαι σκληραί . φύεται παρὰ ποταμοῖς καὶ οἰκοπέδοις . ὁ δέ
, χοιράδες , ἄκραι χειμέριοι , κατήνεμοι , ὀξεῖαι , σκληραί , περιπετεῖς , ἁλιτενεῖς , ἀπορρῶγες , ἀπρόσμικτοι ,
6472835 εὐτονοι
καὶ τοῖς ὄγκοις εἰσὶ συνεσταλμένοι καὶ διὰ τὴν συνεχῆ γυμνασίαν εὔτονοι : τῆς γὰρ κατὰ τὴν τρυφὴν ῥᾳστώνης πολὺ κεχωρισμένοι
ϲιτία καὶ μὴ ἐμέῃ , ϲφυγμοὶ δὲ μεγάλοι τε καὶ εὔτονοι ἔωϲι καὶ ἡ ξύνταϲιϲ ἀπολείπῃ , θέρμη δὲ πάντα
6471057 ῥυσιες
, καὶ πυρετοὶ χρόνιοι μᾶλλον , καὶ ἐκ ῥινῶν αἵματος ῥύσιες . Τὰ δὲ πλεῖστα τοῖσι παιδίοισι πάθεα κρίνεται ,
ῥηγνύμενα ὑδατώδεα , φλαῦρα . Τῇσιν ἐπιφόροισι κατὰ φάρυγγα ἁλμυρώδεες ῥύσιες , πονηρόν . Τὸ πρὸ τῶν τόκων ἐπιῤῥιγοῦν ,
6470252 ἑλκωϲιϲ
ἑλκώϲειϲ διαφόρωϲ ὀνομάζονται : ἡ μὲν γὰρ ἀχλὺϲ ἐπιπόλαιόϲ ἐϲτιν ἕλκωϲιϲ ἐπὶ τοῦ μέλανοϲ γιγνομένη , παραπληϲία ἀχλυώδει ἀέρι τῷ
περὶ δὲ τὸν κερατοειδῆ χιτῶνα ϲυνίϲταται ἀχλὺϲ νεφέλιον ἄργεμον ἐπίκαυϲιϲ ἕλκωϲιϲ κοίλωμα βόθριον ῥῆξιϲ πρόπτωϲιϲ ὀνύχια πύωϲιϲ φλύκταιναι ἄνθρακεϲ καρκινώδειϲ
6470157 ποιεουσι
τὰ θάλλειν ποιέοντα , ἰσχναίνοντά τε , ταῦτα τὸ σῶμα ποιέουσι , καὶ τἄλλα πάντα τὰ ὑπεναντία τούτοισι πάσχοντα .
ξυνιστᾶσι , καὶ εὔτονα καὶ εὐκίνητα καὶ εὔχροα καὶ εὐηκοώτερα ποιέουσι , καὶ τὰς κοιλίας ξηραίνουσι , καὶ τὰ ὄμματα
6465402 χολωδεες
ὀλέθρια . Πτυάλου ἀναχρέμψιες ἐν πυρετῷ πελιδναὶ , μέλαιναι , χολώδεες , ἐπιστᾶσαι μὲν , κακόν : ἀποχωρέουσαι δὲ κατὰ
τούτων ἐναντία δυσχερέα , καὶ πτύαλον γλυκαινόμενον . Αἱ δὲ χολώδεες ἅμα καὶ αἱματώδεες πλευρί - τιδες , ὡς ἐπὶ
6464110 πλουσιωτεροι
νῦν τοῖς βασιλεῦσιν ἡ πολυδωρία . τίνι μὲν γὰρ φίλοι πλουσιώτεροι ὄντες φανεροὶ ἢ Περσῶν βασιλεῖ ; τίς δὲ κοσμῶν
κρατήσοι , Ἀθηναίων ἔσται Ῥόδος ἅπασα , εἰ δὲ οἱ πλουσιώτεροι , ἑαυτῶν , ἐπλήρωσαν αὐτοῖς ναῦς ὀκτώ , ναύαρχον
6463984 φαγεδαινας
, ἐφεξῆς δὲ τούτῳ κατά γε τὸ πάχος ὁ τὰς φαγεδαίνας ὀνομαζομένας , αἳ σὺν τῷ δέρματι καὶ τῶν ὑποκειμένων
ψυχροῦ καὶ ἐπίδει ἐπιτεταμένως ἀλλάσσων τῷ φαρμάκῳ . Ἀδαμαντίου πρὸς φαγεδαίνας καὶ παλαιὰ καὶ δυσεπούλωτα . Βολβοῦ σκίλλης ἑνὸς τὸ
6463945 καυστικοι
ἀπὸ τοῦ πτύειν τὴν ἅλα . αἰθυντῆρες : ὁρμητικοὶ , καυστικοὶ , διάπυροι : αἰθύσσω γὰρ τὸ διαπύρως καὶ ὀξέως
[ κωματώδεες ] ἐξ ἀρχῆς ἐφιδρώσαντες , οὔροισι πέποσι , καυστικοὶ , ἀκρίτως δὲ περιψύχοντες , διὰ ταχέων περικαέες ,
6462662 αἱμοῤῥαγιαι
ἐστιν : ἄλλοι δ ' αἱμοῤῥαγοῦσιν , αἱ δ ' αἱμοῤῥαγίαι ῥύσεις εἰσί : ἀλλὰ παρὰ τὴν διαφορὰν τῶν παθῶν
κατ ' ὀλίγον . Περὶ δὲ τὴν ἑξηκοστὴν αἱ μὲν αἱμοῤῥαγίαι ἀπεπαύσαντο : ἰσχίου δὲ δεξιοῦ ὀδύνη ἰσχυρὴ , καὶ
6453085 ἀσωδεες
σμικρὸν ἄνωθεν τοῦ ὀμφαλοῦ ἐν δεξιᾷ , ὀδυνώδεες αὗται καὶ ἀσώδεες , καὶ κοπριήμετοι , οἷον καὶ τὸ Πιττακοῦ :
κατεῤῥωγυίης , ἐρυθρὰ διελθόντα περὶ κρίσιν ὠφελέει . Κωματώδεες , ἀσώδεες , ὑποχόνδριον ὀδυνώδεες , σμικρὰ ἐμετώδεες , τὰ παρ
6452474 φλεγματωδεες
: ὁκόσων δὲ μαλθακαὶ αἱ νηδύες καὶ ὑγραί εἰσι καὶ φλεγματώδεες , τουτέοισι δὲ τὰ σκληρότατα καὶ ἀτεραμνότατα καὶ τὰ
ἐγκέφαλος διαθερμαίνηται : τοῦτο δὲ πάσχουσιν οἱ χολώδεες , οἱ φλεγματώδεες δὲ οὔ : διαθερμαίνεται δὲ καὶ ἐπὴν τὸ αἷμα
6438107 δασειαι
. μυΐσκαι στρογγυλώτεραι μέν εἰσι μυάκων , μικρότεραι δὲ καὶ δασεῖαι , ὄστρακά τε λεπτὰ φέρουσαι τὰς σάρκας τε ἁπαλώτεραι
σπέρματι περιεχόμενος λεπτῷ : ῥίζαι ἁπαλαὶ ὕπεισι , πολλαί , δασεῖαι , λευκαί , πάχος δακτύλου . Ἄρον τὸ καλούμενον
6435843 ἀνυποδητοι
οἰκοδομησάμενοι οἰκίας , θέρους μὲν τὰ πολλὰ γυμνοί τε καὶ ἀνυπόδητοι ἐργάσονται , τοῦ δὲ χειμῶνος ἠμφιεσμένοι τε καὶ ὑποδεδεμένοι
εἰ μὴ νύκτωρ . ἦσαν δὲ κεκαρμέναι , μονοχίτωνες καὶ ἀνυπόδητοι . πρῶται δὲ τῶν Λοκρίδων παρθένων Περίβοια καὶ Κλεοπάτρα
6432863 τροφιμοι
. ὧν λεπτότεραι αἱ βασιλικαὶ καὶ διαχωρητικαὶ καὶ κοῦφαι καὶ τρόφιμοι , αἱ δὲ ποτάμιαι γλυκύτεραι . οἱ δὲ μύες
οὐ διαχωρέει , ἀλλ ' ἵστησιν : ἐπὶ δὲ γάλακτι τρόφιμοι μὲν πάντες , πλὴν ἀλλὰ τὸ μὲν ὄϊον ἵστησι
6429382 δριμυτεροιϲ
καθ ' ἡμέραν μεγάλωϲ ὀνίνηϲι . καὶ κλύϲμαϲι δὲ χρηϲτέον δριμυτέροιϲ , πλὴν εἰ μὴ τὰ τῆϲ γαϲτρὸϲ αὐτομάτωϲ ἐξυγραίνοιτο
ϲώματοϲ τὴν φλέβα τέμνειν ἀφορῶνταϲ τῇ δυνάμει καὶ κλύϲμαϲι χρῆϲθαι δριμυτέροιϲ : εἰ δὲ πλεονάζειν ἔτι τὸ αἷμα φαίνοιτο ,
6423439 βοηθουμενοι
καὶ ἐν ταῖς ἀπολογίαις ὁμοίως τὰς ἐπιεικείας ἢ ἀπὸ ἱστορίας βοηθούμενοι τιθέντες ἢ κατὰ παράλειψιν εἰσάγοντες . ποιοῦσι δὲ τὰς
κατὰ χεῖρα ἁρμοδίως τῷ σκουταρίῳ σκεπόμενοι καὶ ὑπὸ τῶν ἄνωθεν βοηθούμενοι δύνανται ἀπωθεῖν τὰ μάγγανα : ἔχειν δὲ ταῦτα πύλας
6419492 εὐκινητοι
ἢ τοῦτο : ὅτι εὐκίνητοί εἰσιν οἱ δάκτυλοι καὶ ὡς εὐκίνητοι τῇ κινήσει θάλπονται : ἢ ὅτι τὰ πέρατα τῶν
προῃρημένων : τούτων γὰρ οὓς μὲν λυθῆναι σημαίνει , ἵνα εὐκίνητοι γένωνται , οὓς δὲ κινεῖ τῆς ἕδρας καὶ ἐξάγει
6418196 πυκνουνται
καὶ βραδύτητος , ἀλλ ' ὅσῳ μὲν ἐπὶ τῶν παροξυσμῶν πυκνοῦνται καὶ ταχύνονται . καὶ δύναιτο ἄν τις αὐτοὺς λέγειν
εἰκάζει ἀλφίτοις καὶ μάζῃ διὰ τὸ πυκνόν . Γ ἐπειδὴ πυκνοῦνται ὅπου μὲν τὰ ἄλφιτα , ὅπου δὲ οἱ ἑστιώμενοι
6416874 ἀτονοι
καὶ ῥοώδεις καὶ χολερικὰ πάθη καὶ κοιλίας ῥύσεις καὶ σφυγμοὶ ἄτονοι , ἁρμόσει οὖν τούτοις πάντα τὰ ψύχοντα καὶ στεγνοῦντα
φλέβεϲ φαίνωνται , ἐφ ' ᾧ ταχέωϲ ἀϲθενεῖϲ τε καὶ ἄτονοι γίνονται μὴ δυναμένηϲ τῆϲ φύϲεωϲ φέρειν τὸ βάροϲ ὥϲπερ
6416737 ἀπεριττοι
μέντοι ἐκ λίμνης παραιτείσθωσαν : ἔστωσαν δὲ πάντων αἱ ἀρτύσεις ἀπέριττοι μήτε ἐλαίου πολὺ μήτε τῶν δριμέων σπερμάτων προσλαμβάνουσαι .
ξηρῷ . τροφαὶ δὲ ταῖϲ μὲν ὑπερκενουμέναιϲ ὀλίγαιμοί τε καὶ ἀπέριττοι ἁρμόζουϲι καὶ ξηραντικαὶ καὶ ϲτύφουϲαι , οἷόϲ ἐϲτιν ὅ
6415571 ἐναλγεις
ῥύσεως ὑγρῶν καὶ λεπτῶν ῥευμάτων καὶ δριμέων . ἔσονται δὲ ἐναλγεῖς τοῖς ἄρθροις καὶ ῥιγοπυρετοῖς σχεθή - σονται καὶ ἐπισημασίαι
, ὥστε καὶ τὰ περιβόλαια ἀποῤῥίπτειν καὶ περὶ τὰ κῶλα ἐναλγεῖς μετανιστάμενοι πυκνότερον μάλιστα ἀπὸ ☍ , διὸ δεῖ μὴ
6413429 βαθυζωνοι
πρέπον . πάντας ] ἡμᾶς . ἔτι ὁ χορὸς . βαθύζωνοι αἱ Περσίδες διὰ τὸ κροσσωτὰς ζώνας ἔχειν . αὕτη
φησιν : ὦ χαῖρε βασίλισσα τῶν Περσίδων τῶν βαθυζώνων . βαθύζωνοι δὲ αἱ Περσίδες διὰ τὸ κροσσωτὰς ζώνας ἔχειν .
6412969 σκληροτεραι
λεπτοὶ δὲ θέρους εἰσίν . πορφύραι δ ' αἱ μείζους σκληρότεραι καὶ τοῖς ἑαυτῶν μέρεσιν οὐ μετρίαν διαφορὰν ἔχουσαι :
πρὸ μιᾶς ἡμέρας καὶ νυκτός , ἂν δὲ ξηρότεραι καὶ σκληρότεραι , πλείονι χρόνῳ τῆς μιᾶς ἡμέρας . ἄμεινόν γε
6400812 πληκτικοι
καὶ τὰς νύκτας πληγώδεις . οἱ δὲ κεκονιαμένοι στιλπνῷ κονιάματι πληκτικοὶ καὶ ἀπηνεῖς : ἔτι δ ' ἀπηνέστεροι οἱ ἀλιθοκόλλητοι
ἐπιτάσει τὴν διάθεσιν οὐ βίας δεομένης , ἀλλὰ πραϋσμοῦ . πληκτικοὶ δὲ καὶ οἱ ψόφοι καὶ οἱ τῶν χαλκωμάτων ἦχοι
6396483 Πτισανη
μὲν ξηραινόντων , ἀλλ ' ἤτοι μᾶλλον ἢ ἧττον . Πτισάνη , κολοκύντη ἑφθή , πέπονες , μηλοπέπονες , σίκυοι
μὲν ξηραινόντων , ἀλλ ' ἤτοι μᾶλλον ἢ ἧττον . Πτισάνη , κολοκύντη ἑφθή , πέπονες , μηλοπέπονες , σίκυες
6390330 ϲμικραι
ἡ τῶν ἐν λίμναιϲ διαιτωμένων ϲάρξ . εἰ δὲ καὶ ϲμικραί τινεϲ αἱ λίμναι τύχοιεν οὖϲαι καὶ μήτε ποταμοὺϲ μεγάλουϲ
μετεξετέροιϲι δὲ πυρετοὶ ἀμαυροὶ ἐγκαταλείπονται , καί πῃ καὶ φλεγμαϲίαι ϲμικραί , καὶ γλῶϲϲα ξηρή . ἄνικμοι , ῥιγώδεεϲ ,
6389521 Γινονται
, Παροπανισαδῶν , Δραγγιανῆς , Ἀραχωσίας , Γεδρωσίας . [ Γίνονται ἐπαρχίαι κα , πίνακες ε . ] Ἡ Ἀσσυρία
τεσσάρων : τοῖς γὰρ ἀμφὶ τὸν Θεμιστοκλέα περιῆψε λόγους . Γίνονται δὲ ἠθοποιίαι καὶ ὡρισμένων καὶ ἀορίστων προσώπων : ἀορίστων
6388611 ἀβεβαιοι
καθόλου εἰς τὸν περὶ γυναικὸς τόπον καὶ τέκνων καὶ σωμάτων ἀβέβαιοι καὶ ἐπίλυποι γενήσονται . Ζεὺς Ἥλιος Σελήνη ἐνδόξους ,
καὶ ἐπὶ τὸν Δία ἐρχομένην : οὕτω γὰρ ἀνάρμοστοι καὶ ἀβέβαιοι οἱ γάμοι ἔρχονται τοῖς συνερχομένοις : ἔσονται γὰρ καὶ
6375556 πυκνοτατοι
ἔντερον τῶν ὑγρῶν μετοχετεύϲιοϲ : ἀφωνίη : ϲφυγμοὶ ϲμικρότατοι καὶ πυκνότατοι , ὁκόϲοι ἐπὶ ξυγκοπῇ : ἐντάϲιεϲ ἐμέτου ξυνεχέεϲ ,
λειπόμενος . ἐπὶ μὲν γὰρ τῶν νηπίων οἱ ταχύτατοι καὶ πυκνότατοι , ἐπὶ δὲ τῶν γηραιῶν βραδύτατοι καὶ ἀραιότατοι .
6368878 ἀκανθαι
, ἀκάνθας ἔχουσι : κόμαι γὰρ ῥάμνου καὶ ἀσπαλάθου αἱ ἄκανθαι . ἀσπάλαθοι : εἶδος ἀκάνθης , ᾗ πληγέντες οἱ
. ἀσκάντης Ἀττικοί , κράβατος Ἕλληνες . ἀσπάλαθοι Ἀττικοί , ἄκανθαι Ἕλληνες . αὐτοδίκην Ἀττικοί , αὐθέντην Ἕλληνες . ἀχανής
6366805 ὀλιγοτροφοι
, ὥς φησιν Ἱκέσιος , εὐστομίᾳ διαφέροντες , εὐέκκριτοι , ὀλιγότροφοι , κακόχυμοι . διαφέρουσι δ ' εὐστομίᾳ οἱ λευκότεροι
κέχρηνται . οἱ δὲ ἐχῖνοι ψυκτικοί τε μετρίωϲ εἰϲὶ καὶ ὀλιγότροφοι καὶ διουρητικοί . Τὰ δὲ μαλάκια , οἷον πολύποδεϲ
6365051 μετριαι
ὁποῖαι δή τινες ἀλλοιώσεις περὶ τουτὶ τὸ πνεῦμα γίνονται : μέτριαι μὲν ἐπὶ μετρίοις πλημμελήμασιν , οὐκ ἀγεννεῖς δὲ ἐπὶ
ϲφοδρόταται μὲν οὖν κεφαλαλγίαι γίγνονται κατὰ θερμότητα καὶ ψυχρότητα , μέτριαι δὲ κατὰ ξηρότητα , ταῖϲ δὲ ὑγρότηϲιν οὐδεὶϲ ἕπεται
6363659 φλεγμαινουσαι
ἐν ὀφθαλμοῖς φλύκταιναι . αἱ μὲν οὖν πρόσφατοι καὶ ἔτι φλεγμαίνουσαι τοῖς διὰ σμύρνης καὶ λιβανωτοῦ καὶ κρόκου καθίστανται :
κατὰ φύσιν χροιὰν ἀποκαθίσταται . αἱ δ ' ὀχθώδεις ὑπεροχαὶ φλεγμαίνουσαι ἢ εἱλκωμέναι καταχριέσθωσαν λυκίῳ Ἰνδικῷ ἢ γλαυκίῳ ἢ ἀλόῃ
6361764 καταῤῥηγνυνται
; ἦρά τι καὶ ἐπιῤῥιγέουσιν ; ἦρά γε αἱ κοιλίαι καταῤῥήγνυνται ; καί τι καὶ κωματώδεες ; ἆρα καὶ τὸ
, σμικρὰ διαδιδούσης , ὀσφυαλγήσασι μετὰ κρίσιν , τουτέοισι κοιλίαι καταῤῥήγνυνται : οἱ δὲ περικαέες πρὸς χεῖρα , νωθροὶ ,
6355694 ἐλεγχουσι
Ὅταν οὖν οἱ κροκόδειλοι τέκωσι , τὸν δὲ τὸν τρόπον ἐλέγχουσι τὸ γνήσιον καὶ τὸ νόθον . ἐάν τι παραχρῆμα
λύπης εἰσὶ σημαντικοί . κακούργους δὲ δεσμεύουσι καὶ τὰ κρυπτὰ ἐλέγχουσι : τοῖς γὰρ ἐληλεγμένοις καὶ καταφώροις γεγονόσι προσίασι .
6355661 ὀξειαι
οὖν καὶ τειχομαχίαι τινὲς αὐτόθι καρτεραὶ καὶ πρὸ τῶν ἐρυμάτων ὀξεῖαι μάχαι : οὐ μὴν ἑάλω γε τὸ τεῖχος ἀπὸ
πλευρῖτις , περιπλευμονίη , καῦσος , φρενῖτις , αὗται καλέονται ὀξεῖαι , καὶ γίνονται μὲν μάλιστα καὶ ἰσχυρόταται τοῦ χειμῶνος
6338094 σκηναι
ἐρεῖν χαίρετε καὶ λεγόντων πηδᾶτε καὶ ὃ τοῖς ἄλλοις αἱ σκηναί , τοῦθ ' ὑμῖν οἱ τῶν λόγων ἀγῶνες .
ἥδιστον ὑμῖν : σῶαι μὲν γὰρ ὑμῖν καὶ ἀκέραιοι αἱ σκηναί : παρεσκεύασται δὲ καὶ ὑμῖν ἐνθάδε ὥσπερ καὶ τούτοις
6335878 ὑψηλαι
πάντας παλαιστρίτας εἶναι : αἱ σοφίαι δὲ μεγάλαι εἰσὶν ἢ ὑψηλαί , ὡς εἶναι τὴν ἐπ ' αὐτῶν ὁδὸν δυσχερῆ
ὅμως . νῆσοι ἦσαν ἐπιμήκεις μέν , οὐ πάνυ δὲ ὑψηλαί , ὅσον ἑκατὸν σταδίων ἑκάστη τὸ περίμετρον : ἐπὶ
6335224 αὐϲτηραι
πέψιν καὶ ἀνάδοϲιν καὶ θρέψιν , αἵ τε ὀξεῖαι καὶ αὐϲτηραὶ ϲταφυλαὶ καὶ αἱ τὸ περικείμενον δέρμα παχύτερον ἔχουϲαι .
γλυκεῖαι τῶν ἄλλων ἧϲϲον ἄμφω κέκτηνται , αἱ δ ' αὐϲτηραὶ μᾶλλον μὲν ψύχουϲι , ξηρότεραι δέ εἰϲι καὶ εὐϲτόμαχοι
6332966 παραφροσυναι
. ἐν αὐταῖς δὲ ταῖς κρίσεσιν , ἀναισθησίαι τε καὶ παραφροσύναι καὶ λειποψυχίαι καὶ πᾶν ὅτι , χείριστον ἐν συμπτώμασι
γέροντες πολλῷ βραδύτερον : οἵ τε γὰρ πυρετοὶ καὶ αἱ παραφροσύναι ἧσσον αὐτέοισιν ἐπιγίγνονται , καὶ τὰ ὦτα διὰ τοῦτο
6327051 εὐχυλοι
τῶν οἴνων ὀσμὴν μὲν ἔχουσιν ἔνιοι σκληροὶ δὲ καὶ οὐκ εὔχυλοι . Ἐξ ἁπάντων οὖν τούτων δῆλον ὡς ἕτερον τὸ
πλατὺ ὄστρακον ἔχουσαι καὶ διαυγές , εὔπεπτοι , εὔτροφοι , εὔχυλοι , γλυκεῖαι , οὐκ ἀπηνεῖς στομάχῳ . ὀπῷ δὲ
6326314 κορυζαιϲ
ἀπέριττοί τε τὰϲ ἐκροάϲ , ἐνίοτε δὲ κατάρροιϲ τε καὶ κορύζαιϲ ἐπὶ μικροῖϲ αἰτίοιϲ ἑτοίμωϲ ἁλιϲκόμενοι . αἱ δὲ αἰϲθήϲειϲ
εὐψύκτουϲ τε καὶ εὐπληρώτουϲ τὴν κεφαλὴν εὐαλώτουϲ τε κατάρροιϲ καὶ κορύζαιϲ : οὐ μὴν φαλακροῦνταί γε οἱ τοιοῦτοι . Γαϲτρὸϲ
6324050 βορειοι
͵Ϛ . καλοῦνται δὲ οἱ μὲν ἐπὶ τοῦ αὐτοῦ ἡμισφαιρίου βόρειοί τε καὶ νοτιώτεροι κατοικοῦντες αὐτόχθονες , οἱ δὲ ἐφ
͵Ϛ . καλοῦνται δὲ οἱ μὲν ἐπὶ τοῦ αὐτοῦ ἡμισφαιρίου βόρειοί τε καὶ νότιοι κατοικοῦντες αὐτόχθονες , οἱ δ '
6323917 λεπτυνουσι
: διὸ καὶ ἀμμώδη πολλὰ τῶν νεφρῶν ἐκκρίνει . ἰσχάδες λεπτύνουσι καὶ τέμνουσι καὶ νεφροὺς ἐκκαθαίρουσιν . ἀμύγδαλα ῥύπτει καὶ
προσήκει , τὰ δὲ παχέα καὶ τούτοις μὲν καὶ τοῖς λεπτύνουσι δέ , τὰ δὲ δριμέα τοῖς ἀμαυροῦν τὴν δῆξιν
6322765 χρονιαι
τῶν ἀνιάτων εἰϲίν , αἱ δὲ μὴ παντελεῖϲ μέν , χρόνιαι δέ , καὶ αὐταὶ τῶν ἀνιάτων ἢ δεινῶϲ εἰϲι
ἠλεκτρώδης ἡ τοιαύτη ἔκκρισις . κέδματα : κέδματα λέγονται αἱ χρόνιαι περὶ τὰ ἄρθρα διαθέσεις . κυκεών : πόμα μετ
6317298 ἐλαχισται
Νάρκαι ἐς ἀμφότερα ταχὺ μεταπίπτουσαι , κακόν . Στάξιες αἱ ἐλάχισται , κακαί . Κακὸν δὲ πάντως ἐν ὀξεῖ δίψα
δοκεῖ ἥ τε πόλις ἄριστα διοικεῖσθαι , αἵ τε κρίσεις ἐλάχισται γίγνεσθαι . Ἐπειδὴ δὲ πάντα τὰ πρότερον ὡμολογημένα καλῶς
6316480 πατουντες
εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς πάλιν . ὑπ ' ἀναδενδράδων ἁπαλὰς ἀσπαλάθους πατοῦντες ἐν λειμῶνι λωτοφόρῳ , κύπειρόν τε δροσώδη , κἀνθρύσκου
αὐτὸν ἀναφερομένους Μεταλλεῖς φησιν : ὑπ ' ἀναδενδράδων ἁπαλὰς ἀσπαλάθους πατοῦντες ἐν λειμῶνι λωτοφόρῳ κύπειρόν τε δροσώδη κἀνθρύσκου μαλακῶν τ
6314674 δυϲπεπτοι
φυϲῶδεϲ ἀποτίθενται , δύϲπεπτοι δέ εἰϲιν . οἱ δὲ θέρμοι δύϲπεπτοί τε καὶ δυϲυποβίβαϲτοι καὶ ὠμοῦ χυμοῦ γεννητικοί . ἡ
καὶ πυκνῶϲαι καὶ πιλῆϲαι χρῄζομεν . ἅπαντεϲ δὲ οἱ φοίνικεϲ δύϲπεπτοί τέ εἰϲι καὶ κεφαλαλγεῖϲ πλείονεϲ βρωθέντεϲ . ἔνιοι δὲ
6311421 ἐλαφραι
αἴγλη . ἀλλ ' ἔμπης κἀκεῖναι ἐπόψιαι : οὐ γὰρ ἐλαφραί . Ἀμφότεραι δ ' Ὄφιος πεπονείαται ὅς ῥά τε
γυῖα φίλος πόδες , οὐδέ τι χεῖρες ὤμων ἀμφοτέρωθεν ἐπαΐσσονται ἐλαφραί . εἴθ ' ὣς ἡβώοιμι βίη τέ μοι ἔμπεδος
6308617 παχυμερηϲ
, ὡϲ ἐπὶ τῶν ἁλυκῶν καὶ μάλιϲτα τῶν ϲτρυφνῶν . παχυμερὴϲ γὰρ καὶ ψυχρὰ ἡ οὐϲία τῶν ϲτρυφνῶν , ὥϲτε
ϲτυπτηριῶν ἡ ϲχιϲτή , μετὰ δὲ ταύτην ἡ ϲτρογγύλη . παχυμερὴϲ δὲ ἱκανῶϲ ἥ τε ὑγρὰ καὶ ἡ πλακῖτιϲ τε
6305868 ὑγραινονται
μάλιστα δὲ τοῖσι φθινώδεσι τῶν μακρῶν , καὶ οἷσι κοιλίαι ὑγραίνονται . Τοῖσιν ἀλυσμώδεσιν ἐν ὑποχονδρίῳ τὰ παρ ' οὖς
αἱ βύρσαι αὐτῶν . * πλαδόωσιν : οἰδαίνουσιν , ὄζουσιν ὑγραίνονται ἐν τῷ σώματι ὄζουσιν . * τοῖα : οὕτως
6302352 δυσεντεριαι
τι πλανώδεες , καὶ ἀπόσιτοι , καὶ χολώδεες : καὶ δυσεντερίαι , ἀπόσιτοι , πυρώδεες . Περὶ πληϊάδων δύσιας ,
, ὅσον ἐγὼ οἶδα : ἰῶνται δὲ τούτους ἄριστα μὲν δυσεντερίαι , ἢν ἐπιγένωνται , ἀτὰρ καὶ ἄλλαι ἐκτήξιες ὠφελέουσι
6299381 σωληνες
λαῶν αἰπὺ δ ' ἄρ ' ἐκπτύουσι διὰ χθονὸς ὑδροχόοισι σωλῆνες τοῖσιν ἕδος μακαριστὸν ὅλης μέγας ἔκτισεν ἄκτωρ ὕψιστος καὶ
Τὰ κομψὰ μὲν δὴ ταῦτα νωγαλεύματα , κόγχαι τε καὶ σωλῆνες , αἵ τε καμπύλαι καρῖδες ἐξήλλοντο δελφίνων δίκην εἰς
6296244 φθισιες
, καὶ βράγχοι , καὶ κόρυζαι , ἐνίοισι δὲ καὶ φθίσιες . Ἢν δὲ βόρειον ᾖ καὶ ἄνυδρον , τοῖσι
καὶ πλανῆτες , καὶ σπλῆνες , καὶ ὕδρωπες , καὶ φθίσιες , καὶ στραγγουρίαι , καὶ λειεντερίαι , καὶ δυσεντερίαι
6291569 ἀμφιβολοι
. οἳ δ ' ἔπιπτον ἤδη λάβρως καὶ ἀθρόως , ἀμφίβολοι γεγονότες : καὶ ἀπέθανον αὐτῶν ἐς ὀκτακισχιλίους καὶ ὁ
ἔχω οὐκ ἀμαυρᾶς , ὅτι καλῶς μοι ἕξει . . ἀμφίβολοι : πανταχόθεν βαλλόμενοι . . . . . .
6278326 ἐπισημασιαι
παρατηρήσεις γεγόνασι καὶ τῶν ἀέρων μεταβολαί . Διόπερ οὐδὲ πᾶσαι ἐπισημασίαι ἐν τοῖς παραπήγμασιν ἀγόμεναι ἀεὶ συμφωνοῦσιν . Ἀλλ '
εἰς χειμέριον μεταβολὴν ἐχώρησεν . ὁμοίως δὲ καὶ αἱ λοιπαὶ ἐπισημασίαι τῶν ἀστέρων καὶ δύσεις οὐ κατὰ τὰ αὐτὰ γενήσονται
6278211 ϲυμπαϲα
ϲτενότηϲ φλεβῶν , φλέγμα πλέον , αἷμα ψυχρότερον , ἡ ϲύμπαϲα τοῦ ϲώματοϲ ἕξιϲ ψυχροτέρα , χωρὶϲ εἰ μή τι
τὴν πρώτην , εὐτονήϲαντι δὲ τὸ ὅλον . ἡ δὲ ϲύμπαϲα θεραπεία ἀπὸ κεφαλῆϲ ἄρχεϲθαι δεήϲει : αὕτη γὰρ ῥίζα
6274773 αἱμοῤῥοει
ἐς τὴν αὔριον , ἐφιδρώσαντα , κατενεχθέντα , παρακρούσαντα , αἱμοῤῥοεῖ λαύρως , καὶ λύει τὰ πάθεα : τὸ ὑδατῶδες
αἱμοῤῥαγίῃ λάβρῳ πυκνῇ μετὰ μελάνων συχνὴ διαχώρησις , ἐπιστάσης δὲ αἱμοῤῥοεῖ , οὗτοι κοιλίας ὀδυνώδεες , ἅμα δέ τισι φύσῃσιν
6268654 ὑδρωπες
γὰρ βίης ῥήγματα ἴσχουσι καὶ σπάσματα . Τοῖσι δὲ παιδίοισιν ὕδρωπες ἐγγίγνονται ἐν τοῖσιν ὄρχεσιν , ἕως σμικρὰ ᾖ :
ἧπαρ καυθεῖσιν οἷον ἀμόργη ἔρχεται , θανάσιμον . Οἱ δὲ ὕδρωπες οἱ ἐκ τῶν ὀξέων νοσημάτων , ἐπίπονοι γίνονται καὶ
6267301 χρυσοφορουσι
τὴν δ ' ὑπόδεσιν ἔχουσι σανδάλια ποικίλα φιλοτέχνως εἰργασμένα : χρυσοφοροῦσι δ ' ὁμοίως ταῖς γυναιξὶ πλὴν τῶν ἐνωτίων .
νίκην κατάγοντες θριάμβου παρὰ τῆς βουλῆς ἀξιωθῶσι , τότε καὶ χρυσοφοροῦσι καὶ ποικίλαις ἁλουργίσιν ἀμφιέννυνται . ὁ μὲν οὖν πρὸς
6263312 δισεφθοι
σὰρξ ἐπισχετικὴ γίνεται γαστρός . καὶ φακὴ δὲ καὶ κράμβαι δίσεφθοι γενόμεναι καὶ τὸν χυμὸν ἀποθέμεναι γαστρὸς ἐφεκτικαὶ γίνονται :
ἣν καὶ βουνιάδα καλοῦσιν . βολβοὶ τροφιμώτατοι , καὶ μᾶλλον δίσεφθοι . μέλι τὸ ἀπαφρισθὲν ἐπιτήδειον πρός τε ἀνάδοσιν καὶ
6260922 ἀνωδυνως
καὶ ῥίζιον ὠκίμου δώῃς κρατεῖν δυστοκούσῃ γυναικί , πάραυτα τέξεται ἀνωδύνως . Πτερὸν δὲ τοῦ ζῴου εἴπερ βάλλῃς εἰς οἷον
τὸ στόμα . αἱ δὲ περιβολαὶ τῶν ὀθονίων σφιγγέτωσαν μὲν ἀνωδύνως τὸν πυθμένα τοῦ κόλπου , κατὰ βραχὺ δ '
6259745 ταινιαι
ἀδρανέες μελάνουροι τραχούρων τ ' ἀγέλαι βούγλωσσά τε καὶ πλατύουροι ταινίαι ἀβληχραὶ καὶ μορμύρος , αἰόλος ἰχθύς , σκόμβροι κυπρῖνοί
εἶναι τὸν ἔκπλουν δυνατόν : βραχέα γὰρ καὶ διθάλαττα καὶ ταινίαι μακραὶ μέχρι πολλοῦ διήκουσαι παντάπασιν ἄπορον καὶ δύσκολον παρέχουσι
6259445 πολυτροφοι
ὀγδόης καὶ αὐτῆς καὶ τῆς τρεισκαιδεκάτης τῆς Ἀφροδίτης λέγεται , πολύτροφοι τυγχάνουν καὶ πόνοι καὶ ἐπίτροποι γυναικῶν μεγιστάνων , ἀπὸ
, κοῦφοι , ὀλιγότροφοι , οἱ δὲ πελάγιοι δυσφθαρτότεροι , πολύτροφοι , δυσοικονόμητοι . τῶν δὲ κωβιῶν οἱ μικροὶ καὶ
6258902 λυμαινονται
, οἳ ἐπὶ πολὺν ἤδη χρόνον συνεργοῦντές τισι τῶν ῥητόρων λυμαίνονται τὴν πολιτείαν , μήτε τὰς τῶν ξένων δεήσεις ,
μύες παραχρῆμα τίκτονται . οὐκοῦν κατὰ τὰς ἀρούρας πλανώμενοι οὗτοι λυμαίνονται τοῖς ληίοις ὑποτέμνοντες τοὺς στάχυς καὶ ὑποκείροντες , ἤδη
6256930 ῥικνοι
καὶ οἷς ἡ φλὲψ ἐν τῷ βραχίονι , καὶ οἱ ῥικνοὶ τὰς κνήμας . Λάλου σημεῖα : οἱ τὰ ἄνω
πίονες εὔσαρκοί τε καὶ εὐεξίᾳ μάλιστα θάλλοντες οὕτως αἰφνίδιον ἐκτακέντες ῥικνοὶ γεγόνασιν ἶνες αὐτὸ μόνον καὶ λεπτὴ δορά , καὶ
6252344 ἀμαυραι
Φάτνης καὶ τῶν ὁμοίων , ἐπὰν αἰθρίας οὔσης αἱ συστάσεις ἀμαυραὶ καὶ ὥσπερ ἀφανεῖς ἢ πεπαχυμέναι θεωρῶνται , φορᾶς ὑδάτων
τῆς Φάτνης καὶ τῶν ὁμοίων ἐπὰν αἰθρίας οὔσης αἱ συστάσεις ἀμαυραὶ καὶ ὥσπερ ἀφανεῖς πεπαχυμέναι θεωρῶνται , φορᾶς ὑδάτων εἰσὶ
6247116 ἐπεφυκεσαν
ἐκ τῶν στιλπνοτάτων καὶ ἰσομεγεθῶν μαργαριτῶν , οὕτως ἐπὶ στίχου ἐπεφύκεσαν : ἐκοσμοῦντο δὲ μάλιστα τῷ τῶν χειλῶν ἐρυθήματι .
αὐτῇ . οἱ μὲν γὰρ ἐκ τῶν κοίλων τῆς γῆς ἐπεφύκεσαν καὶ τῶν ἀλογωτάτων , ἡ δὲ ἐκ τοῦ καθαρωτάτου
6246208 σμηκτικοι
πεφρυγμένους . Δίφιλος δέ φησιν : οἱ ἐρέβινθοι δύσπεπτοι , σμηκτικοί , οὐρητικοί , πνευματικοί . κατὰ δὲ Διοκλέα ζυμωτικοὶ
τῶν θαλασσίων ἰχθύων , οἱ πετραῖοι εὔφθαρτοι , εὔχυλοι , σμηκτικοί , κοῦφοι , ὀλιγότροφοι , οἱ δὲ πελάγιοι δυσφθαρτότεροι
6243798 εἰσβαλλουσι
? ? ? ? ? ! ! ! ] ˈ εἰσβάλλουσι ? ? ? ? ? ? ? μετὰ τῶν
ἀλλὰ νῦν ὁρῶμεν ὅτι οἱ πλανῆται διάφοροι ἢ καὶ πολλοὶ εἰσβάλλουσι , καὶ ἀτάκτως καὶ ἀλληνάλλως ὑπαντῶσιν οἱ παροξυσμοὶ ἐπὶ
6238841 πεποιημεναι
γὰρ ἦσαν , ἐπειδὴ ἐπέλιπε τὰ ἀρχαῖα ὑποδήματα , καρβάτιναι πεποιημέναι ἐκ τῶν νεοδάρτων βοῶν . διὰ τὰς τοιαύτας οὖν
ταῖς ἰδέαις : καὶ γὰρ αἱ γλωττηματικαὶ καὶ ξέναι καὶ πεποιημέναι λέξεις ἐν ταύταις μάλιστα ἐπιπολάζουσι , καὶ τὰ πολύπλοκα
6238045 ὠμαι
χειμέριοι πέπειροι διαχωρέουσι καὶ τῆς κοιλίης καθαρτικαί : αἱ δὲ ὠμαὶ στάσιμοι . Μῆλα γλυκέα δύσπεπτα , τὰ δὲ ὀξέα
μὲν οὖσαι καὶ σύμμετροι , οὐδέν τι καινὸν σημαίνουσιν , ὠμαὶ δ ' αὖ οὖσαι καὶ διάφοροι τῷ μὲν εἴδει

Back