ἀγωνισάμενοι καὶ ἀποδείξαντες , ὅτι ἀσεβείας ἐστὶ τὸ εἰπεῖν καὶ ἐπινεῦσαι , καὶ οὕτω χρησόμεθα τῇ ἐπιφορᾷ : γνωστέον δὲ
καὶ τὸ ἐπισεῖσαι τὴν χεῖρα ἐντὸς τῶν ὅρων καὶ μικρὰ ἐπινεῦσαι τῇ κεφαλῇ καὶ ἐπιστενάξαι τοῖς λεγομένοις . τοιούτων ἠράσθη
6749537 Στατειρα
συνῆκε Δημήτριος καὶ τοῦτο ἐμήνυσε τῇ βασιλίδι . ἡ δὲ Στάτειρα προελθοῦσα τῆς σκηνῆς ἔδειξεν ἑαυτήν . εὐθὺς οὖν τὰ
φυλάττηται μέχρι τῆς δίκης . “ ἀσμένη τοῦτο ἤκουσεν ἡ Στάτειρα καὶ πᾶσαν ἀφεῖσα γυναικείαν φιλονεικίαν εὐνουστέρα τῇ Καλλιρόῃ διὰ
6559621 πυθομην
αἶθοψ , μούνοισι ξανθοῖς φοινισσόμενος στομάτεσσιν . ἔδρακον , οὐ πυθόμην , κεῖνόν ποτε θῆρα δαφοινόν , κοιρανικοῖς τ '
κεῖνος ἔβη κοίλην ἐπὶ νῆα μέλαιναν . εἰ γὰρ ἐγὼ πυθόμην ταύτην ὁδὸν ὁρμαίνοντα , τῶ κε μάλ ' ἤ
6556498 Παραλαβων
ἀφιερώθη , ᾧ χοὰς καὶ θυσίας οἱ παῖδες ἐτέλεσαν . Παραλαβὼν δὲ ὁ Οὐρανὸς τὴν τοῦ πατρὸς ἀρχὴν , ἄγεται
τε τῶν κατεστεώτων Τριηκοσίων καὶ τοῖσι ἐτύγχανον παῖδες ἐόντες . Παραλαβὼν δὲ ἀπίκετο καὶ Θηβαίων τοὺς ἐς τὸν ἀριθμὸν λογισάμενος
6539759 ἐπιμελειαϲ
Ἡροδότου . Διττόϲ ἐϲτιν ὁ τρόποϲ τῆϲ κατὰ τὴν ψῦξιν ἐπιμελείαϲ : καὶ γὰρ προφυλάξαϲθαι δεῖ μέλλουϲαν γίγνεϲθαι τὴν ψῦξιν
μὲν ἡ ἀπαλλαγὴ τοῦ πάθουϲ αἰπεῖα γίγνοιτο διὰ τῆϲ προϲηκούϲηϲ ἐπιμελείαϲ , ἀφανὴϲ ὁ ἄνθραξ γίγνεται . εἰ δὲ ἐπιμένοι
6533448 ϲαφη
τιϲ τὰ ἰϲχυρῶϲ διαφοροῦντα τοῖϲ ϲκιρρουμένοιϲ ϲώμαϲιν προϲφέρῃ φάρμακα , ϲαφῆ μείωϲιν ἐργαϲάμενοϲ τοῦ ϲκίρρου χρόνῳ βραχεῖ τὸ λοιπὸν τοῦ
πᾶϲι τοῖϲ ῥοώδεϲιν ἁρμόττει . Γιγγίδιον θερμαϲίαν μὲν οὐ πάνυ ϲαφῆ κέκτηται , ξηραίνει δὲ κατὰ τὴν δευτέραν ἀπόϲταϲιν καὶ
6514249 Μολις
τὰ μὲν ἔχοντες , εἰς δὲ τὰ βλέποντες μάχονται . Μόλις ἥψω τῶν σαυτοῦ καὶ γέγονας ἐπιστάτης τῶν τῇ σῇ
εἰσδέξασθαί τινας : οἷον καὶ καθ ' ἡμᾶς ἐγεγόνει . Μόλις γὰρ ἀνόπλους ὄντας ἡμᾶς δύο παρεδέξαντο πρὸς τὸ κατανοῆσαι
6511415 ἐρρωσο
διενυκτέρευσαν . σὺ δ ' ὡς ἐπὶ μήκιστον εὐτυχοίης . ἔρρωσο . καὶ τὸ μὲν μηδὲν παθεῖν τοιοῦτον οὐκ ἂν
τις οὕτως ἄθλιος ὡς τὸ αἰσχρὸν τοῦ καλοῦ προτιθέναι . ἔρρωσο . Ὅστις ἀρχαίως καὶ δοκίμως ἐθέλει διαλέγεσθαι , τάδε
6481217 Ἀραξον
περὶ συνουσίας καὶ δεῖται πείθεσθαι καὶ ἄνδρα ἔχειν ὑπισχνεῖτο καὶ Ἄραξον ἀποκτενεῖν . Δεινὸν ἐδόκει τοῦτο Ἁβροκόμῃ , καὶ πολλὰ
κόλπου : ἀπὸ [ δὲ τοῦ ] Ἰσθμοῦ ἐπὶ τὸν Ἄραξον τριάκοντα ἐπὶ τοῖς [ χιλίοις ] . ὡς μὲν
6473748 Φλεγρας
Δίδυμος δέ φησι , διὰ τὴν ὁμοιότητα τῶν ὀνομάτων τῆς Φλέγρας καὶ τῆς Νεφελοκοκκυγίας . κᾆθ ' ὑπερηκόντισαν : Δέον
' σθ ' ἅπαντα ; Καὶ λῷστον μὲν οὖν τὸ Φλέγρας πεδίον , ἵν ' οἱ θεοὶ τοὺς γηγενεῖς ἀλαζονευόμενοι
6461913 στυρακινου
. Ἐλαίου παλαιοῦ λι βʹ , ἰρίνου γο Ϛʹ , στυρακίνου γο Ϛʹ , δαφνίνου γο Ϛʹ , τερεβινθίνης ,
μυελοῦ ἐλαφείου γο δʹ , στύρακος γο αʹ , ἐλαίου στυρακίνου γο δʹ , ἐλαίου ἰρίνου γο Ϛʹ , πεπέρεως
6447982 Θερσανδρῳ
τοὺς νόμους ἀναγνόντες , καθ ' οὓς οὐδεὶς ἔτι τῷ Θερσάνδρῳ λόγος πρὸς ἡμᾶς ἦν , νεὼς ἐπιβάντες καὶ οὐρίῳ
, ” ἔφην , “ ληροῦσι πάντες , καὶ οἱ Θερσάνδρῳ καὶ οἱ Μελίτῃ συνειπόντες : ἐγὼ δὲ πᾶσαν ὑμῖν
6440495 ὑποθηκη
ὥστε αὐτοῦ μένειν . Κάρτα τε τῷ Θεμιστοκλέϊ ἤρεσε ἡ ὑποθήκη καὶ οὐδὲν πρὸς ταῦτα ἀμειψάμενος ἤιε ἐπὶ τὴν νέα
. ὁ δὲ δὴ πρεσβύτερος κτλ . χρηστομαθές παραίνεσις καὶ ὑποθήκη . ἀμέλει . τοιγαροῦν . τὰς ἀρχούσας . σημείωσαι
6436804 μεταμελησαι
, ἀνάδυσις , ἀναχώρησις . καὶ τὰ ἀπαρέμφατα μετανοῆσαι , μεταμελῆσαι , μεταγνῶναι , γνωσιμαχῆσαι , ἀναλογίσασθαι , ἐπιθεάσασθαι ,
καὶ τείχη ἡμῖν καὶ χώραν καὶ δύναμιν πειράσομαι ποιεῖν μὴ μεταμελῆσαι τῆς πρὸς ἐμὲ ὁδοῦ . καὶ τὸ μέγιστον δή
6433332 θεσφατ
μὲν ἔβη δόμον Ἄϊδος εἴσω Τειρεσίαο ἄνακτος , ἐπεὶ κατὰ θέσφατ ' ἔλεξεν : αὐτὰρ ἐγὼν αὐτοῦ μένον ἔμπεδον ,
βασιλέων θάνατον . θ θέσφατ ' ] τὰ μαντεύματα . θέσφατ ' ] τὰ θεσπίσματα τοῦ Ἀπόλλωνος . θέσφατ '
6419526 αἰτησοντες
δοκιμώτατοι ἐν τῷ στρατοπέδῳ . Ἐπέμποντο δὲ οὗτοι παρὰ Ἀμύντην αἰτήσοντες γῆν τε καὶ ὕδωρ Δαρείῳ βασιλέϊ . Ἔστι δὲ
μὴ καὶ τῷ πάππῳ τὴν ἀκοὴν εὐφρᾶναι . Ἐπέμψαμεν οὐκ αἰτήσοντες χάριν , ἀλλ ' ἀπαιτήσοντες ὑπόσχεσιν . σὺ γὰρ
6416060 μορμολυττεσθαι
Φέρ ' ἴδω , πότερα Λυδὸν ἢ Φρύγα ταυτὶ λέγουσα μορμολύττεσθαι δοκεῖς ; Ἆρ ' οἶσθ ' ὅτι Ζεὺς εἴ
δέρεις : ἐπὶ τῶν ἀνοήτως σφόδρα τι ποιούντων . Ἀσκῷ μορμολύττεσθαι : ἐπὶ τῶν εἰκῆ δεδιττομένων . Ἀτρέως ὄμματα :
6382843 Χωρει
ὦνδρες , αὐτοὶ δὴ μόνοι λαβώμεθ ' οἱ γεωργοί . Χωρεῖ γέ τοι τὸ πρᾶγμα πολλῷ μᾶλλον , ὦνδρες ,
λύραν , ἔργον Εὐδόξου , τιταίνει ψίθυρον εὐήθη νόμον . Χωρεῖ ' πὶ γραμμὴν λορδὸς ὡς εἰς ἐμβολήν . Ὃς
6378297 Λογχατης
, ὁπλῖται δὲ καὶ πεζοὶ συναμφότεροι δισμύριοι . ὁ δὲ Λογχάτης ἀγνοούμενος παρελθὼν ἐς τὸν Βόσπορον προσέρχεται τῷ βασιλεῖ διοικουμένῳ
χαίροντες . ” “ Οὐ μόνον , ” ἐπεῖπεν ὁ Λογχάτης , “ ἀλλὰ ἕκαστος ἡμῶν ὅλος ὕβρισται , ὁπότε
6367883 Φοιβιδας
ὑμῶν . ἀναμνῆσαι δ ' ὑμᾶς πρῶτον βούλομαι , ὅτε Φοιβίδας ἠγγέλθη τὴν Καδμείαν κατειληφὼςὁ δὲ Φοιβίδας ἐστί μοι Λακεδαιμόνιοιπῶς
Θηβαίων γίγνεσθαι δεῖν οἴεται . Ἐγὼ δ ' ὅτι μὲν Φοιβίδας ὁ ταῦτα πράξας ἦν καὶ οὐδὲν ἐπράχθη τούτων ἀπὸ
6350477 μετανοησωσιν
ἑαυτοὺς ἀπὸ πάσης ἐπιθυμίας τοῦ αἰῶνος τούτου . ὅταν οὖν μετανοήσωσιν καὶ καθαρισθῶσιν , τότε ἀποστήσεται ὁ ἄγγελος τῆς τιμωρίας
, ἐὰν μετανοήσωσιν . οἱ οὖν μέλλοντες μετανοεῖν , ἐὰν μετανοήσωσιν , ἰσχυροὶ ἔσονται ἐν τῇ πίστει , ἐὰν νῦν
6349941 Πρηξασπεα
περὶ ἑωυτῷ μή μιν ἀποκτείνας ὁ ἀδελφεὸς ἄρχῃ , πέμπει Πρηξάσπεα ἐς Πέρσας , ὃς ἦν οἱ ἀνὴρ Περσέων πιστότατος
, τίνα εἶδες ἤδη πάντων ἀνθρώπων οὕτω ἐπίσκοπα τοξεύοντα ; Πρηξάσπεα δὲ ὁρῶντα ἄνδρα οὐ φρενήρεα καὶ περὶ ἑωυτῷ δειμαίνοντα
6343522 ἀνακοινωσασθαι
τῆς σφαγῆς . ΛΥσεις τῇ μεταλήψει τῇ ὅτι ἔδει σε ἀνακοινώσασθαι τῷ δήμῳ : οἷον ἄξιος ἦν , φημὶ ,
ταῦτα ἐμπεσεῖται ἡ μετάληψις . ἔδει τῷ δήμῳ περὶ αὐτῶν ἀνακοινώσασθαι . Ἡ ΛΥσις ἐκ τῶν ἤδη πραχθέντων ἐστὶ τῆς
6343236 Πατρεων
δὲ καὶ οὐ Ποσειδῶνα ὄνομα αὐτῷ τίθενται , μετὰ τὴν Πατρέων προσοίκησιν τὸ ὄνομα τοῦ Σατράπου διδαχθέντες : Κορύβαντός τε
οὐ πόρρω δὲ αὐτῆς ποταμὸς Γλαῦκος ἐκδίδωσιν ἐς θάλασσαν . Πατρέων δὲ οἱ τὰ ἀρχαιότατα μνημονεύοντές φασιν Εὔμηλον αὐτόχθονα οἰκῆσαι
6339866 νευσας
στέφανον καὶ τὴν ἐσθῆτα . ἄκαιρον δ ' εἶναι εἰπόντος νεύσας εἰσαγαγεῖν ἐκέλευσε τὰ ἀκούσματα , ἐν οἷς καὶ ἡ
τὴν δαπάνην καὶ τὴν ἐπὶ ταύτῃ νυκτερινὴν ἀθυμίαν διεξελθὼν καὶ νεύσας τῇ γυναικὶ πάλαι μου προμαθούσῃ τὴν γνώμην κοινωνῆσαί μοι
6337921 Φειδιππιδου
μεμάθηκεν . ⌈ ἤγουν καλῶς ἔχει τὰ περὶ ⌈ τοῦ Φειδιππίδου ἢ τὰ περὶ ἐμοῦ , ὦ ἀπάτη πάντων ⌈
τὸ ” κρέμαιό γε “ . ὡς ἀτάκτως εἰπόντος τοῦ Φειδιππίδου . ἰδοὺ κρέμαιο : τὴν φωνὴν μιμούμενος ὁ Σωκράτης
6335177 ἐνυπνιοις
περὶ ὀνείρατος ὁ παρὼν λόγος , ἀλλὰ περὶ πραγμάτων ἐοικότων ἐνυπνίοις : ἃ τοῖς μὴ λίαν κεκαθαρμένοις μεγάλα καὶ λαμπρὰ
, ἀχρήστους δὲ τῷ βίῳ ὁμοίους ἔφησεν εἶναι τοῖς ἀγαθοῖς ἐνυπνίοις . Ἐρασίστρατος ὁ ἰατρὸς καταλαβών τινα πυρέττοντα καὶ ἐσθίοντα
6330053 φανω
κρυπτὰ εἶδεν ἡ ἐμὴ φρήν . * : Φαίνω , φανῶ , πέφαγκα , πέφαμμαι : καὶ τροπῇ Δωρικῇ τοῦ
τῶν δεόντων ἢ ] περί τινος τῶν μὴ πάνυ ἀναγκαίων φανῶ λέγων , δικαίως ἂν ἀμφότερά φημι δόξειν , ἅμα
6325207 Ψιμμυθιου
χρόνια καὶ σηπεδονώδη τῶν ἑλκῶν : ἔχει δὲ οὕτως . Ψιμμυθίου , κηροῦ , ἀνὰ λίτρας δύο , ἐλαίου παλαιοῦ
δὲ πρὶν πεπανθῆναι τὸ ἀπόστημα : ῥήσσει καὶ χοιράδας . Ψιμμυθίου οὐγγίας κ , ἁλῶν ὀρυκτῶν δραχμὰς ζ , νίτρου
6319414 ἀπιστοτατον
εἰσι παχεῖαι , καὶ μιαρίας . στεναὶ καὶ λεπταὶ χεῖρες ἀπιστότατον δηλοῦσιν ἄνδρα . παχεῖαι χεῖρες κοντοὺς ἔχουσαι δακτύλους ἄπληστον
ἀνοδίαις ἴσχυσεν ἀπλανεῖς καὶ λεωφόρους ὁδοὺς ἀνατεμεῖν , ἵνατὸ πάντων ἀπιστότατον πραγμάτωνἡ χερσαία φύσις διὰ πλωτῆς οἵα τε ᾖ περαιοῦσθαι
6318766 ἐσιωπων
καὶ πρὸς τοὺς ἄλλους ῥήτορας ἀφορᾶν , οἳ τὴν ἀρχὴν ἐσιώπων ἄν , εἰ νενικήκει καὶ παρ ' αὐτοῖς τὸ
' εἰ ἦν , φησὶν , ἀποθανοῦσα , οὐκ ἂν ἐσιώπων ἐν τοῖς οἴκοις : οὐ δὴ πρὸ τῶν οἴκων
6317567 ἐξηγαγον
γάρ . στάσεις : λέγει δὲ νῦν τὸν θυμόν . ἐξήγαγον τοῦ καθεστηκότος . . Καὶ γὰρ ὁ οἰκιστὴς ταύτης
κινηθεὶς καὶ τοῦ τοῖς θεοῖς ὡσπερεὶ τετελεσμένου ἐπὶ πλεῖον ἴσως ἐξήγαγον : καί μοι συγγνώμη καὶ παρ ' αὐτοῦ τοῦ
6306843 Πασαργαδας
γεγένησθε ; Διὰ τοῦτο ὁ Περσῶν βασιλεὺς , ἐπειδὰν εἰς Πασαργάδας ἀφίκηται , χρυσὸν δωρεῖται ταῖς Περσίσι γυναιξί : καὶ
ἀνάθημα ἐκ τῆς Ἑλλάδος Ξέρξης ἀνεκόμισεν ἐς Βαβυλῶνα ἢ ἐς Πασαργάδας ἢ ἐς Σοῦσα ἢ ὅπῃ ἄλλῃ τῆς Ἀσίας ,
6302072 ἀποπεμψεις
οἴκαδε ἀπόπλουν ἡμᾶς τε εὖ πεποιηκὼς ἔσῃ καὶ ἅμα ἄγγελον ἀποπέμψεις πρὸς τοὺς σεαυτοῦ οἴκαδε τῶν σοὶ προσόντων κακῶν .
δέ , ὅ τι ἂν φθέγξῃ πρὸς αὐτόν , θαυμάζοντα ἀποπέμψεις . Οὗ μάλιστα ἐπεθύμεις , ἐπεθύμεις δέ , οἶμαι
6282877 καταλυεις
λόγων , κλέπτεις τὴν ἀκρόασιν , βλάπτεις τὴν πόλιν , καταλύεις τὴν δημοκρατίαν . Τίς οὖν ἐστιν ἀποτροπὴ τῶν τοιούτων
σοφίσματα . γίνονται δὲ οὕτως : ἆρ ' ἔστιν οὖ καταλύεις οἰκία ; ναί . τὸ οὐ καταλύεις οὐκ ἀπόφασίς
6281871 Ἀκαδημαϊκοι
τῶν κακῶν κρίσει . ἀγαθὸν γὰρ τί φασιν εἶναι οἱ Ἀκαδημαϊκοὶ καὶ κακὸν οὐχ ὡς ἡμεῖς , ἀλλὰ μετὰ τοῦ
λαβεῖν . Ποῦ τὰ δύο τάλαντα ; δείξομεν γὰρ οἱ Ἀκαδημαϊκοὶ ὅσον τῶν ἄλλων ἐσμὲν ἐριστικώτεροι . Οὐχ ἡμῶν γε
6277646 Φραωτης
τὴν πρὸς τὸν Ἰάρχαν ἐπιστολὴν γεγραμμένην ὧδε : „ Βασιλεὺς Φραώτης Ἰάρχᾳ διδασκάλῳ καὶ τοῖς περὶ αὐτὸν χαίρειν . Ἀπολλώνιος
ὄγκου μεστός . ἀχθεσθεὶς οὖν ὁ Ἰάρχας „ εἰ δὲ Φραώτης „ ἔφη ” καταλύων ἐτύγχανεν , εἶδες ἂν ὥσπερ
6269953 Δερκυλον
δὲ οὗτος καὶ συκοφάντης . φίλο ] φιλόδικος . πρὸς Δερκύλον : οὗτος ὡς κάπηλος ἢ ⌈ μεθυστής [ μέθυσος
ἐστιν ἀρχὴ τοῦ κακοῦ . ὁδὶ δέ φησι Σωσίας πρὸς Δερκύλον εἶναι φιλοπότην αὐτόν . οὐδαμῶς γ ' , ἐπεὶ
6262130 κινηϲιοϲ
, παράλυϲιϲ , ἅπαντα τῷ γένεϊ τωὐτά . ἢ γὰρ κινήϲιοϲ , ἢ ἁφῆϲ , ἢ ἀμφοῖν ἐϲτι ἔκλειψιϲ ,
, εὖτε καὶ αἰώρηϲ χρέοϲ καὶ τρίψιοϲ καὶ πάϲηϲ προϲηνοῦϲ κινήϲιοϲ . Θεραπεία μαραϲμοῦ . Τοιϲίδε μέντοι , κἢν μαραϲμὸϲ
6257403 πιθανωτεραν
. Τὸ ψεῦδος ἰσχὺν τῆς ἀληθείας ἔχει ἐνίοτε μείζω καὶ πιθανωτέραν ὄχλου . Τοὺς τὸν ἴδιον δαπανῶντας ἀλογίστως βίον τὸ
ταῖς ἱεραῖς γραφαῖς ἐντυγχανόντων ἐπιζητήσειν : ἐὰν μὲν οὖν ἐπισκεψάμενοι πιθανωτέραν αἰτίαν εὕρωσιν , ἑαυτούς τε καὶ ἡμᾶς ὠφελήσουσιν :
6255907 ἐξωγκωμενοι
ᾠδήκας τοῦ ᾠδήκαντος , ἡ δοτικὴ ᾠδήκαντι . ᾠδήκαντι : ἐξωγκωμένοι ἦσαν : τοιοῦτοι γὰρ οἱ κοπιῶντες . ἶνες :
ἅμα . ] ὡς καὶ σὺ σός τ ' ἀδελφὸς ἐξωγκωμένοι Τροίαι κάθησθε τῆι τ ' ἐκεῖ στρατηγίαι , μόχθοισιν
6254779 διαϲτοληϲ
τινὰϲ δὲ μή . καὶ κατὰ τὸ ποϲὸν δὲ τῆϲ διαϲτολῆϲ ἡ ἐν πλείοϲι μορίοιϲ ἀνωμαλία ϲαφήϲ ἐϲτιν , ἐξ
ϲυϲτολῆϲ , ἑτέραν δὲ τὴν μετὰ τὴν ϲυϲτολὴν πρὸ τῆϲ διαϲτολῆϲ , ἥτιϲ καὶ ἀνεπαίϲθητοϲ εἶναι τοῖϲ πολλοῖϲ ἔδοξεν :
6249469 σκαληνος
, καλείσθω δὲ ἡ τοιαύτη τομὴ ὑπεναντία . ἔστω κῶνος σκαληνός , οὗ κορυφὴ μὲν τὸ Α σημεῖον , βάσις
αὐτῷ , ὃν καὶ νῦν Σωκράτης παίζων Εὐθύφρονα προάγει . σκαληνός . τὸ σκαληνὸν γὰρ τρίγωνόν ἐστιν ἐκ τριῶν ἀνίσων
6248236 προὐκαλουμην
παρέχεται Ἀπολλόδωρος . Λέγε δὴ αὐτὴν τὴν πρόκλησιν , ἣν προὐκαλούμην ἐγὼ Στέφανον τουτονί . Τάδε προὐκαλεῖτο Ἀπολλόδωρος Στέφανον περὶ
αὐτάς , εἰ ταῦτ ' ἀληθῆ ἐστι , καὶ ὡς προὐκαλούμην , λαβέ μοι τὴν μαρτυρίαν . Μαρτυροῦσι παρεῖναι ὅτε
6247577 λοιμωι
τοῖς Ἕλλησι θεοφιλέστατος εἶναι ὑπελήφθη . ὅτε καὶ Ἀθηναίοις τότε λοιμῶι κατεχομένοις ἔχρησεν ἡ Πυθία καθῆραι τὴν πόλιν : οἱ
μὲν δεινὸς τὰ θεῖα , ὥστε τὴν Ἀθηναίων πόλιν κακουμένην λοιμῶι καὶ στάσει διεσώσατο ἐκθυσάμενος : δεινὸς δὲ ἦν ταῦτα
6243586 ἐντειλασθαι
ὁδοὺς ἃς δυσπόρους ἀκούομεν εἶναι ταῖς παρὰ θάλατταν οἰκούσαις πόλεσιν ἐντείλασθαι ὁδοποιεῖν : πείσονται γὰρ καὶ διὰ τὸ φοβεῖσθαι καὶ
εἵλοντο ἐτράποντο , Δαρεῖον δὲ συνήνεικε πρῆγμα τοιόνδε ἰδόμενον ἐπιθυμῆσαι ἐντείλασθαι Μεγαβάζῳ Παίονας ἑλόντα ἀνασπάστους ποιῆσαι ἐκ τῆς Εὐρώπης ἐς
6242493 Υἱῳ
ἀνθρώποις κακόν . Ὑπὸ τῆς ἀνάγκης πολλὰ γίγνεται κακά . Υἱῷ μέγιστον ἀγαθόν ἐστ ' ἔμφρων πατήρ . Φίλους ἔχων
γίγνεται κακά . Ὑπερήφανον πρᾶγμ ' ἐστὶν ὡραία γυνή . Υἱῷ μέγιστον ἀγαθόν ἐστ ' ἔμφρων πατήρ . Ὕπνος πέφυκε
6237012 μετειμι
ἑβδόμης , ἅπερ σύμπαντα τείνει πρὸς εὐσέβειαν καὶ ὁσιότητα , μέτειμι ἐπὶ τὸ πέμπτον τὸ περὶ γονέων τιμῆς , ὅ
ἁπλοῖς ἐπιδέσμοις ἐπὶ τῆς κεφαλῆς χρώμεθα . ἐπὶ τοὺς ποικίλους μέτειμι . Οὗτος ὁ ἐπίδεσμος εὐθετεῖ ἐπὶ τῶν κατὰ τὰς
6236498 Βυζαντις
Ἀκάμαντος διὰ τῆς ει διφθόγγου . λέγεται καὶ Ἀκαμαντίς ὡς Βυζαντίς . Παρθένιος δ ' ἐν Ἀφροδίτῃ Ἀκαμαντίδα αὐτήν φησι
. τὸ δὲ κτητικὸν Βυζαντιακός . λέγεται καὶ Βυζαντιάς καὶ Βυζαντίς . ἔστι καὶ ἐπὶ τῆς χώρας Βυζάντεια διὰ διφθόγγου
6236269 Σαλουστιος
δίδωσι : καὶ φοβηθέντες πάσης ἀδικίας ἀπέσχοντο . [ . Σαλούστιος . , , . προθέματα , , . ]
ὡς χαλεπωτάτου ὄντος τοῦ πράγματος . , . . Σαλούστιος Σαλούστιος , φιλόσοφος : ὃς ἔφη ἀνθρώποις οὐ ῥᾴδιον εἶναι
6235931 εἰσηρρησεν
φθορᾶς παρεγένετο . Γ εἰσήρρησεν ] μετὰ φθορᾶς εἰσῆλθε . εἰσήρρησεν ] μετὰ φθορᾶς παρεγένετο , ὡς ἀναιδῶς ἐλθόντος .
εἰσελθεῖν . ΓΘ ἄλλως : μετὰ φθορᾶς παρεγένετο . Γ εἰσήρρησεν ] μετὰ φθορᾶς εἰσῆλθε . εἰσήρρησεν ] μετὰ φθορᾶς
6235286 διαλλακτας
. καὶ διαλλακτάς : λείπει τὸ χρή : καὶ χρὴ διαλλακτάς : ἀπὸ κοινοῦ δὲ ἀκουστέον τὸ ὡς ἐγὼ κρίνω
ξύμπαντες κινδυνεύομεν : ξυμμάχους δὲ οὐδέποτε τὸ λοιπὸν ἐπαξόμεθα οὐδὲ διαλλακτάς . τάδε γὰρ ποιοῦντες ἔν τε τῷ παρόντι δυοῖν
6234911 Βουλεσθε
κρίνεται , ὅτι ταῦτα πράξας παρὰ τοὺς νόμους ἐδημηγόρει . Βούλεσθε οὖν τὸ ὅλον πρᾶγμα ἀφῶμεν καὶ μὴ ζητῶμεν ;
ἡμῶν ; Πάνυ μὲν οὖν , ἔφη ὁ Πρωταγόρας . Βούλεσθε οὖν , ὁ Καλλίας ἔφη , συνέδριον κατασκευάσωμεν ,
6234625 συναγορευοντες
ταυτὸν ἔθνος λέγω , πλήν γε δὴ οἱ μὲν Ἀλκιβιάδῃ συναγορεύοντες , οἱ ὕστερον , οἱ δὲ τότε ἀντέλεγον τῷ
δὴ οὕτως εἶπεν . ἀνίσταντο δὲ καὶ ἄλλοι πολλοὶ ἑκατέρων συναγορεύοντες . ἔδοξε κατὰ τὴν ἀξίαν τιμᾶσθαι ἕκαστον , Κῦρον
6234115 Ἐρεις
ἀσέβειαι πρὸς τὸ μὴ δύνασθαί σε ὁρᾶν τὸν θεόν . Ἐρεῖς οὖν μοι : “ Σὺ ὁ βλέπων διήγησαί μοι
εἴσπραξις , ἀπαίτησις : ὁ γὰρ κατενεχυρασμὸς φαῦλον ὄνομα . Ἐρεῖς δὲ ἐκληρώθη τὸ δικαστήριον , ἐκάθισε ἐνεκληρώθη , συνέστη
6231017 Συρακοσιας
, ναὶ μὰ τὴν Κόρην . εὖ δὲ τὸ τὰς Συρακοσίας ταύτην ὀμνύναι : φασὶ γὰρ τὸν Δία τῇ Περσεφόνῃ
ἑπτακοσίων , ἡ δ ' ἀπὸ Λιλυβαίου μέχρι Παχύνου τῆς Συρακοσίας χώρας σταδίων χιλίων καὶ πεντακοσίων , ἡ δ '
6228452 τρυπην
ἀστρῷον τοὺς καρχάρους . ἤγουν ἀστέρα κύνα . Ῥωχμόν : τρυπήν . καταδύεται : εἰσέρχεται . Ἄζης : ἤγουν καταδύεται
ἀστρῷον τοὺς καρχάρους . ἤγουν ἀστέρα κύνα . Ῥωχμόν : τρυπήν . καταδύεται : εἰσέρχεται . Ἄζης : ἤγουν καταδύεται
6225475 Οἱαν
. Ὅμως δ ' ἀπόδειξον ταῦτα τῇ γυναικί σου . Οἵαν ἀδικῶ γυναῖχ ' ὁ δυσδαίμων ἐγώ . Ὁ δ
. Ζεῦ τέλει ' ] Ζεῦ πληρέστατε . Τοιαύτην ] Οἵαν νῦν ἔχουσιν . Ἀμένα ] τοῦ Ἀμένου ποταμοῦ Σικελίας
6216072 μετανοησαι
πονηρά . ἐὰν δὲ μὴ ἀναβῇ ἐπὶ τὴν καρδίαν αὐτῶν μετανοῆσαι οὐ σώζονται διὰ τὴν σκληροκαρδίαν αὐτῶν . Ὅτε οὖν
ὡς [ οὐ καταπεπληγμένοι ] οὐδὲ κεκακωμένοι [ ] ὡς μετανοῆσαι . ἐπιφέρει γοῦν [ ὅτι ἡ ] νεότης οὐκ
6212479 καταφθορα
λείπει δὲ τὸ κατέλαβέ με . ὁ δὲ νοῦς : καταφθορὰ μὲν ζωῆς ἀβιωτοποιὸς κατέλαβέ με , κακῶν δὲ ὁ
ἐλπίς ἐστιν μετανοίας , ἐν ᾗ δύνανται ζῆσαι . ἡ καταφθορὰ οὖν ἐλπίδα ἔχει ἀνανεώσεώς τινα , ὁ δὲ θάνατος
6212478 ξενικαι
τότε κρατήσας τῶν ἐχθρῶν μεθ ' ὑμῶν , εἰ μὴ ξενικαὶ ἐρινύες ἐκώλυσαν , κατέστησα ἂν ᾗπερ καὶ διενοούμην ,
εἰ μὴ ξενικαὶ ἐρινύες ἐκώλυσαν . ἀλλαχοῦ : εἰ μὴ ξενικαὶ ἐρινύες ἐκώλυσαν . ἐπὶ νῷ ἐγίγνετο . γρ .
6210351 μεταβουλευσασθαι
πειρῶ διαχέαι τὰ βεβουλευμένα , ἤν κως δύνῃ ἀναγνῶσαι Εὐρυβιάδην μεταβουλεύσασθαι ὥστε αὐτοῦ μένειν . Κάρτα τε τῷ Θεμιστοκλέϊ ἤρεσε
καὶ τὰς κεκινημένας ἤδη ψήφους διορθούντων . Πλάτων δὲ τὸ μεταβουλεύσασθαι καὶ μεταγνῶναι . . . ἀνεπάγγελτος : ἄκλητος .
6210000 ἀπεδημει
, φησί [ . . . . ] , καὶ ἀπεδήμει , μηδενὶ προειπών , καὶ συνερέμβετο οἷστισιν ἤθελεν .
ἐσομένην . ἡ δὲ Μελίτη θαρρήσασα τῷ παρ ' ὃν ἀπεδήμει χρόνον ὁ Θέρσανδρος μηδέν μοι κοινὸν πρὸς αὐτὴν γεγονέναι
6198484 φρουρησω
μετὰ ταῦτα ἐρεῖς : ἐγὼ τηρήσω τὸν νόμον , ἐγὼ φρουρήσω τὴν ἀκρόπολιν , ἐγὼ πάλιν ἐγγυῶμαι τὰ δεύτερα ,
ἱκανὸς φρουρὸς , καὶ ὅτι αὐτὸς ἐγὼ δι ' ἐμαυτοῦ φρουρήσω , οὐκ ἐπαγόμενος πλούτῳ καὶ περιουσίᾳ , οὐδὲ τρυφῇ
6195962 ἀπεσχισας
τὸν πατέρα κολάζειν , ὅπου , ἀφ ' οὗ . ἀπέσχισάς ] ἔκοψας . μέτειμι ] ἐπανέλθω . παῖδά ]
καὶ νῦν φρόντιζε . ἀντὶ τοῦ ” βλαβῆναι “ . ἀπέσχισάς με ] ἐκώλυσας , ἐχώρισας . παρὰ τὰ ἐξ
6192469 πριωμαι
τῷδε ; ὥστε ματαία ἡ παρατήρησις τῷ Συμμάχῳ . ἐγὼ πρίωμαι τῷδε : ἴσον τῷ ὠνήσωμαι . θοαῖσιν ἵπποις :
βάκχαριν . ὦ λακκόπρωκτε , βάκχαριν τοῖς σοῖς ποσὶν ἐγὼ πρίωμαι ; λαικάσομἄρα βάκχαριν ; Ἀναξανδρίδης Πρωτεσιλάῳ : μύρον τε
6183759 Φημ
, τὰ τριώβολα . Ἅπαντα τἄρ ' αὐτῷ ταμιεύει ; Φήμ ' ἐγώ . Ἥν γ ' ἢν σὺ παρ
ἀνειληφόσι . φυσικῶς δέ πως ἐν τῷ διαλέγεσθαι ἐχρῆτο τῷ Φήμ ' ἐγώ , καί , Οὐ συγκαταθήσεται τούτοις ὁ
6183636 τετελειωμενον
ἅψητον λύχνον δυνατώτερον . Εἶθ ' οὕτως εὑρήσεις τὸ ξηρίον τετελειωμένον , τῇ χροιᾷ ὀξυπόρφυρον . Τρίψας δὲ αὐτὸ ,
τὸν ὑπὸ τὴν γένεσιν ἐν σπαργάνοις ἐκτεθέντα , νῦν δὲ τετελειωμένον κατὰ τὴν ἡλικίαν , ἐπιγινώσκεσθαι παρὰ τοῦ πατρός ;
6180147 προσπολοις
ταῦτα καὶ πολὺς γέλως . ] ἀνοιγέτω τις δῶμα : προσπόλοις λέγω ὠθεῖν πύλας τάσδ ' , ὡς ἂν ἀλλὰ
χρὴ τήνδε δέξασθαι δόμοις . οὐκ ἂν μεθείην σοῖς γυναῖκα προσπόλοις . σὺ δ ' αὐτὸς αὐτὴν εἴσαγ ' ,
6178903 προιαψαι
τοῦ καιροῦ πέμψαι . προιάψαι ] πέμψαι , δοῦναι . προιάψαι ] δοῦναι . θ προιάψαι ] παραπέμψαι . δορὸς
] πέμψαι , δοῦναι . προιάψαι ] δοῦναι . θ προιάψαι ] παραπέμψαι . δορὸς ἄγραν ] διὰ δόρατος ἀγρευθεῖσαν
6175323 τυφλωττοντες
λήμαις : Τζίμβλαις . . λημῶντες : Τυφλώττοντες . . τυφλώττοντες ἢ τετυφλωμένοι ὄντες . Θ . τυφλώττοντες , βεβλαμμένοι
εἰς λιμένα κατᾶραι μηδ ' ἐνορμίσασθαι βεβαίως ἀληθείᾳ δυνάμενοι , τυφλώττοντες περὶ τὸ θέας ἄξιον , πρὸς ὃ μόνον ὀξυδορκεῖν
6173823 ἡμιδραχμον
ὁ φάτριος Ζεὺς ἤγουν ὁ πάτριος . τὸ δὲ τριώβολον ἡμίδραχμόν ἐστιν . ἡλιασταί ] Ἡλιαία μέγιστον δικαστήριον Ἀθήνησιν .
ὁ φάτριος Ζεὺς καὶ ὁ πάτριος . τὸ δὲ τριώβολον ἡμίδραχμόν ἐστιν . Ἡλιαία δὲ καλεῖται διὰ τὸ ὑπαίθριον αὐτὴν
6173777 θεολογικα
ἠβουλήθησαν ἐπιπηδῆσαι . ἀπὸ οὖν τοῦ μαθηματικοῦ δεῖ ἐπὶ τὰ θεολογικὰ ἔρχεσθαι . ὅτι δὲ τοῦτο ἀληθές ἐστιν , δηλοῖ
αὐτοῦ ὡς τὰ Ὀπτικὰ καὶ Μηχανικὰ αὐτῷ βιβλία γεγραμμένα , θεολογικὰ δὲ ὡς τὰ Μετὰ τὰ φυσικὰ περὶ ἀρχῆς ζητήματα
6172858 ἀποτρεχειν
μὲν ἀκούειν , τὰ δὲ λέγειν αὐτούς , ὥστε τεθηρευμένους ἀποτρέχειν ἅπαντας . . . : Φύλαρχος δ ' ἐν
: οἱ δὲ ἐπέκειντο αὐτοῖς . ὡς δὲ οὐκ ἐδύναντο ἀποτρέχειν , πέμπουσι πρὸς Ξενοφῶντα : ὁ δὲ ἡγεῖτο τοῖς
6169571 Σεκουνδε
ὁμοίως ἐσιώπα . ὁ δὲ Ἀδριανός φησιν αὐτῷ : “ Σεκοῦνδε , πρίν με ἐλθεῖν καλῶς ἐσιώπας : οὐ γὰρ
δὲ τὸ ξίφος ἐνδεικνύμενος ὁ σπεκουλάτωρ φησί : “ ὦ Σεκοῦνδε , ἀγόρασον φωνῇ σου τὸν θάνατον . ” ὁ
6169078 τοισδεσι
ἐΰξοον ἐντανύεσθαι . οὐ γάρ τις μέτα τοῖος ἀνὴρ ἐν τοίσδεσι πᾶσιν , οἷος Ὀδυσσεὺς ἔσκεν : ἐγὼ δέ μιν
προσθέσθω δὲ λουσαμένη . Ἰχῶρα ὕφαιμον δυνάμενον ἄγειν : ξὺν τοίσδεσι μίσγειν σμύρναν , ἅλας , κύμινον , χολὴν ταυρείην
6165789 Νικοφημου
] εἰς Σάμον κληρούχους ἔπεμψαν Ἀθηναῖοι ἐπ ' ἄρχοντος Ἀθήνησι Νικοφήμου . . . . ὡς γὰρ ἀπηλλάγη ] ἄλλο
ἐπιπλεύσας , ἔπειτα σφαλέντος τῷ βουλεύματι . . . . Νικοφήμου ] οὗτος ἦρξε πρὸ Θεμιστοκλέους , ἐφ ' οὗ
6165610 ἐγκαλουσα
δίκαια καὶ ἵνα μηδετέρα πολέμου ἄρχῃ : ἡ δ ' ἐγκαλοῦσα ὅ τι δή ποτε ἀδίκημα δίκας αἰτοῖ παρὰ τῆς
ἦν ἡ δίκη , πλὴν εἰ μὴ δούλη τις ἦν ἐγκαλοῦσα τῷ δεσπότῃ . ταύτην δὲ ἐξῆν ἱκετεύειν τὴν θεόν
6165506 ἀφειλω
φοβερᾷ φονευόμενον ἰδοῦσα πλησίον σου μειράκιον καλόν , ἐρωτικόν : ἀφείλω μου τὸν ἡλικιώτην , τὸν πολίτην , τὸν ἐραστήν
. πλὴν εἰκόνα μοι δέδωκας ἀνδρὸς φιλτάτου καὶ ὅλον οὐκ ἀφείλω μου Χαιρέαν . δὸς δή μοι γενέσθαι τὸν υἱὸν
6165063 ἐρευνητεον
. μεμάντευμαι : ἐμαντευσάμην δὲ εἰς Δελφοὺς ἐλθὼν , εἰ ἐρευνητέον τι τούτων καὶ φροντιστέον , τουτέστιν εἰ πρακτέον :
φιλαρέτου πρόχειρος ἔπαινος εἴρηται , τὸ δὲ κατὰ σύμβολον μηνυόμενον ἐρευνητέον . εἰδέναι δὲ νῦν προσήκει , ὅτι ὁ θεῖος
6163474 μεταληπτικη
Δευτέρα ἀντίθεσις . ἀλλ ' ὑπὲρ ὑμῶν πεποιήκαμεν . ΛΥσις μεταληπτική : ἔδει οὖν εὐθὺς ἀποδιδόναι . ἔδει μὴ ἀναμεῖναι
' ὀργῇ , φησὶ , τοῦτο τετόλμηκας . Ἡ Λύσις μεταληπτική : πρῶτον δὲ κατὰ ἀναίρεσιν θετικῶς : ὅτι ἔδει
6162552 Ἐοικα
ἀρετὴν ὡς ἀληθῶς ἠσκημένους ταῖς ὑπὲρ αὑτῶν εὐφημίαις ἐρυθριᾶν . Ἔοικα δὲ τοῦ γάμου τὸ πάντων ἥδιστον παρατρέχειν . τί
ὕβρεως , ἀλλὰ καὶ ψιλῇ κατηγορίᾳ πρὸς δικαστήριον ἄγεται . Ἔοικα δὲ τὸ μέγιστον οὔπω διάφορον εἰρηκέναι . τί οὖν
6157449 ἐβοησα
ἔτυχεν φροντιζούσῃ τὸ ἑξῆς : πώλοισι χόρτον ἀφθόνῳ μετρῶ χειρί ἐβόησα λείπει τὸ ἔλεγον ὄνειρος τοὺς ἵππους : κεῖται γὰρ
τοῦ θεοῦ . καὶ ἔκλαυσα ἐκ τοῦ φόβου , καὶ ἐβόησα πρὸς τὸν υἱόν μου Σὴθ λέγουσα : ἀνάστα Σὴθ
6156482 παραπρεσβευσαι
πρέσβευσις , πρεσβεῦσαι , διαπρεσβεύσασθαι , ἐπιπρεσβεῦσαι , διαπρεσβεῦσαι , παραπρεσβεῦσαι , ἐπιπρεσβεύσασθαι , παραπρεσβεύσασθαι , ᾧ μᾶλλον κέχρηται Δημοσθένης
ἀμφοτέρων χρηστέον διττῶς : οἷον ἐγὼ μὲν οὐκ ἂν ἐβουλήθην παραπρεσβεῦσαι διὰ τόδε : σὺ μέντοι ἐβουλήθης ἂν διὰ τόδε
6151864 Ἀλητου
Ἀντιόχου τοῦ Ἡρακλέους , οὗτος ἐκράτησε Κορίνθου . διόπερ παῖδας Ἀλήτου εἶπε τοὺς Κορινθίους ὡς ἀπογόνους . ἄλλως : Ἀλήτου
παῖδας δὲ Ἀλήτου εἶπε τοὺς Κορινθίους . πῶς δὲ παῖδες Ἀλήτου οἱ Κορίνθιοι ; Ἀλήτης Ἱππότου τοῦ Φύλαντος τοῦ Ἀντιόχου
6150637 πεπορισθαι
τις βεβαίως ἔχηται τοῦ προκειμένου σκοποῦ . ἐπὶ τούτοις δεῖ πεπορίσθαι τὸ ἀπαραλόγιστον , ἵνα μὴ ὑπό τινος σοφιστοῦ παρενεχθέντες
ἄλλων σπλάγχνων οὐδενός . ἄριστον οὖν ἑκάστου τῶν μορίων ἴδια πεπορίσθαι τῆς κράσεως καὶ τῆς κατασκευῆς γνωρίσματα . Κατανοῆσαι δεῖ
6147763 Ἀρας
καλεῖ αὐτὴν Ἀνακρέων . ἐκλήθη δὲ ἀπὸ τῆς Ἀθάμαντος θυγατρὸς Ἀρᾶς . σκοπουμένου γὰρ τοῦ Ἀθάμαντος ἔνθα ἱδρύ - σει
ᾗ ὁ Ζεὺς ὑπεγράφετο τὰ γινόμενα , παμπάλαιος ἦν . Ἀρᾶς ἱερόν : ἐπὶ τῶν πολλὰ ἀρωμένων ἐπὶ χρηστοῖς ἢ
6147382 ζαργαναι
. ἀμφότεραι : δύο γένη εἰσὶ σφυραινῶν . Σφύραιναι : ζαργάναι , οἱ ζαργάναι καλούμεναι . δολιχαί : μακραί .
μόρον ἀγρευτῆρος : τὸν ἀπ ' ἀγρευτῆρος . Σφύραιναι : ζαργάναι . ἐνιπλήξωσι : ἐμπέωσι , πελάσωσιν . Διζόμεναι :
6147161 Ὀροντας
περὶ ἐμὲ ἄδικος γεγενῆσθαι ; Ἦ γὰρ ἀνάγκη , ἔφη Ὀρόντας . ἐκ τούτου πάλιν ἠρώτησεν ὁ Κῦρος : Ἔτι
Τισσαφέρνης ἔχων τὴν ἑαυτοῦ δύναμιν ὡς εἰς οἶκον ἀπιὼν καὶ Ὀρόντας τὴν ἑαυτοῦ δύναμιν : ἦγε δὲ καὶ τὴν θυγατέρα
6145007 ῥαθυμειν
Τῆς γνώμης τὸ ῥάθυμον ἐκφυγεῖν πρέπει . Ἑρμηνείς . Ὁ ῥαθυμεῖν ἐθέλων ἐν τοῖς πρακτέοις Σκοτεινὸν ἕξει καὶ λυπηρὸν τὸν
δὲ τῷ συμφέροντι περὶ τοῦ μήτε δεῖν πρεσβείαν πέμπεσθαι μήτε ῥαθυμεῖν τῶν ἀπαγγελλομένων , ἔργοις τε προθέσθαι κωλῦσαι μᾶλλον ἢ
6143373 ἑψωμενον
διαχωρητικὸν κοιλίας , θερμὸν γευόμενον : σὺν δὲ τῇ μήκωνι ἑψώμενον κιρρό - τερον καὶ ἰλυῶδες . ὅλοι δὲ καθεψηθέντες
ἔστω δὲ τὸ πινόμενον ὕδωρ οἷον τὸ ἄριστον , καὶ ἑψώμενον ἐπ ' ἀνθράκων ἐν ἀγγείῳ κεραμέῳ : ἡμεῖς δ
6142332 ἐθορυβησαν
, ἡ δὲ κατὰ τὸ τέλος ἔσω . ἀπολογοῦνται διότι ἐθορύβησαν . φίλον ] προσφιλές . φίλον ] ἐμοί .
διὰ ταύτης ἀδεῶς τῆς γῆς ἐπὶ τὴν Ῥώμην ἀφικνοῦντο . ἐθορύβησαν μὲν οὖν ἱκανῶς τὴν πόλιν , οὐ μὴν κρατῆσαί
6140768 ἐρετην
ἐπιγελάσαι λέγεται τῇ νεότητι τοῦ ὑπάτου καὶ εἰπεῖν : ” ἐρέτην δεῖ πρῶτα γενέσθαι , πρὶν πηδαλίοις ἐπιχειρεῖν . “
μετήνεγκας ἀπὸ τῶν ἐλαττόνων ἐπὶ τὰ μείζω τὴν ἐμπειρίαν . ἐρέτην δὲ ἔφη δεῖν ἡ κωμῳδία πρῶτα γενέσθαι , πρὶν
6140276 Θρηιξι
δὲ ἀκούειν ἑκατέρωθεν τοὺς νομεῖς πεφευγότας . οὔτ ' οὖν Θρήιξι : τοῖς ἐπὶ τῆς Εὐρώπης Θρᾳξὶν ὅμοροί εἰσιν οἱ
, ἀπιὼν οὐκ ἀπέλαβε , ἀλλὰ δόντες οἱ Παίονες τοῖσι Θρήιξι ἀπαιτέοντος Ξέρξεω ἔφασαν νεμομένας ἁρπασθῆναι ὑπὸ τῶν ἄνω Θρηίκων
6137521 τευχηστην
μηχανῆς πεποιημένον . . χρυσήλατον ] ἐκ χρυσοῦ κατεσκευασμένον . τευχηστὴν ] ὡπλισμένον . . ἡγουμένη ] προοδοποιοῦσα . .
] ἐκ χρυσοῦ κατεσκευασμένον . θ τευχηστὴν ] ὁπλίτην . τευχηστὴν ] στρατιώτην , ὁπλίτην . τευχηστὴν ] στρατιώτην .
6137236 Γυναι
Κῶ εἶχε ὁ Πέρσης . Ὁ δὲ ἀμείβεται τοῖσδε : Γύναι , θάρσεε : καὶ ὡς ἱκέτις καὶ εἰ δὴ
πρός με βαί ' , ἀεὶ δ ' ὑμνούμενα : Γύναι , γυναιξὶ κόσμον ἡ σιγὴ φέρει . Κἀγὼ μαθοῦς
6133938 χεσαι
ἀπάρτι . χεσείω ] ὀρέγομαι χεσεῖν : αἰολικῶς , ἐπιθυμῶ χέσαι . , παίζω . . ⌈ χεσείω ⌈ αἰολικὸν
. καὶ εἰ εὐσεβές ἐστι καὶ εἰ μὴ εὐσεβές , χέσαι ἔχω . ὡς ὑπὸ τοῦ φόβου προειλημμένος καὶ μὴ
6132801 Ἀρσακομᾳ
ἐπιστὰς ἀποθνήσκει , ὁ δὲ Μακέντης ἐγχειρίσας τὴν Μαζαίαν τῷ Ἀρσακόμᾳ , “ Δέδεξο , ” εἶπεν , “ καὶ
πολλοῦ διεστῶτας . ἐπὶ τούτοις ἐπείσθημεν , δόξαν πολὺ πρότερον Ἀρσακόμᾳ καὶ Λογχάτῃ , καὶ ἐγένετο εἰρήνη ἐκείνων πρυτανευόντων ἕκαστα
6132427 ἀγαθε
, τοὺς ἄλλους λαθών : “ οὐ σώσεις , ὦ ἀγαθέ , τὴν πατρίδα ; ” ὃ δὲ καὶ τοῦτ
ἀδελφιδοῦς ἐπιμελεῖσθαι τούτου τοῦ παιδίου ; Ἀλλ ' , ὦ ἀγαθέ , τοῦτο μὲν καὶ λαθεῖν φήσαιτ ' ἂν ὑμᾶς
6130254 ἐπιστελλω
, ὡς ἐπὶ τοῦ νέμω νόμος , λέγω λόγος , ἐπιστέλλω ἐπιστολή : διαλέκτου δέ , ὡς ἐπὶ τοῦ ὄνειρος
, ἔρχῃ , πορεύεις . τὸ στέλλω σημαίνει δʹ τὸ ἐπιστέλλω , ἐξ οὗ καὶ ἐπιστολὴ , τὸ πλέω ,
6129834 ξυμμαχος
Φορμίωνος . οὕτω μὲν Σιτάλκης τε ὁ Τήρεω Θρᾳκῶν βασιλεὺς ξύμμαχος ἐγένετο Ἀθηναίοις καὶ Περδίκκας ὁ Ἀλεξάνδρου Μακεδόνων βασιλεύς .
τῷ Κοαλέμῳ : χὤπως ἀμυνεῖ τὸν ἄνδρα . Καὶ τίς ξύμμαχος γενήσεταί μοι ; Καὶ γὰρ οἵ τε πλούσιοι δεδίασιν

Back