δύο : τούτῳ δὲ τῷ διαστήματι μέχρι τῆς δευτέρας ἑβδομάδος ἐπιμείνας , ἀπὸ ταύτης ὑφαιρείτω πάλιν τὸ ἀνάλογον καὶ εἰς
ὁ ἐπιμείνας χειμαζομένῃ νηὶ δεσπότης ἔστω τῆς νεώς , ἀποκήρυκτος ἐπιμείνας πατρῴᾳ νηὶ χειμαζομένῃ κωλύεται δεσπόζειν αὐτῆς . ἡ προβολὴ
6575554 Ἰογορθας
ἔχοντας . ὁμοίως δὲ καὶ τούτων ἀπράκτων ἐπανελθόντων , ὁ Ἰογόρθας περιταφρεύσας τὴν πόλιν ἐνδείᾳ κατεπόνησε τοὺς ἐν τῇ πόλει
βασιλείας . εὐδοκιμοῦντος δὲ αὐτοῦ καθ ' ὑπερβολήν , ὁ Ἰογόρθας μισθωσάμενός τινας σφαγεῖς τοῦτον μὲν ἐδολοφόνησεν , αὐτὸς δὲ
6544300 Μαυσωλος
τὴν πόλιν κενὴν , ἀνεῳγμένων τῶν πυλῶν , καὶ ὁ Μαύσωλος ἐπιστρέψας εἰσῆλθε μετὰ τῆς δυνάμεως ἁπάσης καὶ Λάτμου κύριος
: φανήσεται δ ' ὁ μὲν πρυτανεύσας ταῦτα καὶ πείσας Μαύσωλος , φίλος εἶναι φάσκων Ῥοδίων , τὴν ἐλευθερίαν αὐτῶν
6305775 ἐπιχειροτονιαν
νενικηκέναι γνώμη τὰ στρατιωτικὰ θεωρικαὶ γενέσθαι . μεθ ' ἣν ἐπιχειροτονίαν οὐκέτι μὲν ἀντιλέγειν δύναται τῷ λαμβάνειν , συντρέχων δὲ
ἅπασα . ἐὰν δέ τις τῶν προέδρων δῷ τινι τὴν ἐπιχειροτονίαν , ἢ αὐτῷ τῷ ὠφληκότι ἢ ἄλλῳ ὑπὲρ ἐκείνου
6303458 συνετριβετο
περὶ τοῦτο . ἐπετρίβετο ] ἐμαστίζετο , ἠφανίζετο . , συνετρίβετο . τυπτόμενος ] δαιρόμενος . πολλὰς ] πληγὰς μεγίστας
: τὰς ρʹ κεφαλὰς , τὰς κράτας , περιστυφελίζετο : συνετρίβετο , προσεκρούετο , ἐταράσσετο . Ξαινόμενος : συρόμενος ,
6277762 Μακρινος
καὶ αὐτομολοῦντας φοιτᾶν πρὸς τὸν νέον Ἀντωνῖνον . ὁ δὲ Μακρῖνος καταφρονῶν τοῦ πράγματος ὡς παιδαριώδους , χρώμενός τε τῇ
ἐπιέναι ἕκαστοι ἐπανῆλθον ἐς τὰ ἑαυτῶν στρατόπεδα . ὁ δὲ Μακρῖνος συνεὶς ὅτι οὐκ ἄλλως Ἀρτάβανος ἐκθύμως τε μάχεται καὶ
6227446 συμπιπτῃ
ἀπὸ δὲ τῆς κορυφῆς εὐθεῖα ἀναχθῇ παρὰ τεταγμένως κατηγμένην καὶ συμπίπτῃ τῇ διὰ τῆς ἁφῆς καὶ τοῦ κέντρου ἠγμένῃ εὐθείᾳ
ἕν . εἰ δὲ ἡ ΒΓ τῇ Δ τομῇ μὴ συμπίπτῃ , ὡς ἐπὶ τοῦ τρίτου σχήματος , διὰ μὲν
6221396 ἀποκηρυκτος
ῥᾳδίως , μηδὲ τῶν νηῶν καταφρονεῖν : ταῦτα μὲν ὁ ἀποκήρυκτος : ἀκολούθου δὲ ὄντος καὶ τὴν ἑτέραν ἀποδοῦναι γνώμην
ὁμολογούμενος : διὸ καὶ τὴν καταφορὰν οἰκείαν ἕξει . Ὁ ἀποκήρυκτος ἐπιείκειαν ὑποκρίνεται τῷ λόγῳ , καὶ πρὸς τοὺς δικαστὰς
6219794 ἑωρταζον
Τύρος ἑαλώκει . Τύρου δὲ ἁλούσης οἱ μὲν ἄλλοι πάντες ἑώρταζον , μόνος δὲ Χαιρέας οὔτε ἔθυσεν οὔτε ἐστεφανώσατο .
τεσσαράκοντα ἐποιήσαντο ἡμερῶν σπονδάς : καὶ αὐτοὶ μὲν ἀναχωρήσαντες οἴκαδε ἑώρταζον , Κρῆτες δὲ τοξόταιμετεπέμψαντο γὰρ ἔκ τε Λύκτου καὶ
6208002 Ἁλικαρνασον
' ἐκ τοῦ ζῆν καὶ τούτου κατεῖχεν ὁ σατράπης τὴν Ἁλικαρνασὸν ἔχων Ἄδαν γυναῖκα , ἥτις θυγάτηρ ἦν Πιξωδάρου ἐξ
διαδεξάμενος . Ἄνθης δ ' ὁ προ - κατέχων πλεύσας Ἁλικαρνασὸν ἔκτισεν : ἐροῦμεν δ ' ἐν τοῖς Καρικοῖς .
6197138 Οὐεργινιος
καὶ τὰς συμμαχικὰς ἀναλαβόντες δυνάμεις ἐξῆγον εἰς τὴν ὕπαιθρον , Οὐεργίνιος μὲν ἐπὶ τὰς Αἰκανῶν πόλεις , Κάσσιος δ '
τὴν ἰδίαν ἀρετὴν καὶ τὰ πολέμια πάνυ ἀγαθός : Σπόριος Οὐεργίνιος ἦν ὄνομα αὐτῷ . οὗτος ἔφη Μάρκον Ἰκίλλιον ,
6192998 Καλλικρατιδας
ὁμοῦ νεανίαι ὡπλισμένοι τοὺς φύλακας ἀποσφάξαντες τὴν ἄκραν κατέσχον . Καλλικρατίδας ἐν Μαγνησίᾳ πολιορκούμενος τῶν πολεμίων κριοὺς προσαγόντων τοῖς τείχεσιν
διὰ τὸ βέλτιον πλεῖν . εἶχε δὲ τὸ δεξιὸν κέρας Καλλικρατίδας . Ἕρμων δὲ Μεγαρεὺς ὁ τῷ Καλλικρατίδᾳ κυβερνῶν εἶπε
6183432 ὀφλῃ
, τίμημα δὲ ὅτι χρὴ πάσχειν ἢ ἀποτίνειν , ἐὰν ὄφλῃ . Κλοπὴ μὲν χρημάτων ἀνελεύθερον , ἁρπαγὴ δὲ ἀναίσχυντον
' ἐκείνης κελεύοντα τῆς ἡμέρας ὀφείλειν ἀφ ' ἧς ἂν ὄφλῃ , ἐάν τε ἐγγεγραμμένος ᾖ , ἐάν τε μή
6179634 Γναιος
δὲ Ῥωμαίων ἐν Ἰβηρίᾳ , Πούπλιός τε Κορνήλιος Σκιπίων καὶ Γναῖος Κορνήλιος Σκιπίων , ἀλλήλοιν ἀδελφώ , λαμπρὰ ἔργα ἀποδεικνυμένω
ἔστε ἐπανέλθοιεν ἐς Ῥώμην . ἐπὶ δὲ τῷ Μετέλλῳ καὶ Γναῖος Πομπήιος , ὁ μετ ' οὐ πολὺ Μέγας παρονομασθείς
6164144 Ἱδριευς
τάφος : φθίσει δ ' ἀποθανούσης διὰ πένθος τοῦ ἀνδρὸς Ἱδριεὺς ἦρξε : καὶ τοῦτον ἡ γυνὴ Ἄδα διεδέξατο νόσῳ
ὢν κατὰ νόμον τῶν Καρῶν ξυνῴκει . καὶ ὁ μὲν Ἱδριεὺς τελευτῶν ταύτῃ ἐπέτρεψε τὰ πράγματα , νενομισμένον ἐν τῇ
6144380 παραβεβασται
τὸ ῥητὸν , ὅτι τὸν κατακοιμηθέντα λέγει , καὶ αὐτὸ παραβέβασται : ἐν δὲ τῷ συλλογισμῷ οὐχ ὡμολόγηται , ὅτι
τὸ λοιπὸν οὐδεμίαν ἐγκλήματος ἐπιδέχεται χώραν . ἐνταῦθα δὲ οὐδέπω παραβέβασται , ἀλλ ' εἰ χρὴ παραβῆναι ζητεῖται : καὶ
6138472 ὑπατικην
' ἄρχοντος δ ' Ἀθήνησιν Ἀριστοφῶντος ἐν Ῥώμῃ διεδέξαντο τὴν ὑπατικὴν ἀρχὴν Γάιος Δομέττιος καὶ Αὖλος Κορνήλιος . ἐπὶ δὲ
ὢν ἐκ τούτων Ἀννίβας τῶν προοιμίων συνέμιξε τῷ Φλαμινίῳ τὴν ὑπατικὴν στρατιὰν ἄγοντι , καὶ αὐτόν τε καὶ τὸ σὺν
6124557 Ἀκουετε
. . Ἀθήνηθεν εἰς Αἴγυπτον καὶ ἐξ Αἰγύπτου Ἀθήναζε . Ἀκούετε , ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι : Ἀθήνηθεν , φησίν ,
. εἰ δὲ παραβαίην , ἑνὶ κριτῇ νικᾶν μόνον . Ἀκούετε λεῴ : τοὺς ὁπλίτας νυνμενὶ ἀνελομένους θὤπλ ' ἀπιέναι
6122461 Ἀπελθε
ἄκακον νοήσας ταῦτα πρὸς αὐτὸν οὕτως ἐβόα , λέγων : Ἄπελθε , ὦ παῖ , καὶ σῴζου μετ ' εἰρήνης
τόδε . Μακρὸς τὸ κρῖναι ταῦτα χὠ λοιπὸς χρόνος . Ἄπελθε : σοὶ γὰρ ὠφέλησις οὐκ ἔνι . Ἔνεστιν :
6110657 νυκτηγορεισθαι
περὶ τοῦ πολέμου . νυκτηγορεῖσθαι ] κατὰ νύκτα συναθροισθῆναι . νυκτηγορεῖσθαι ] ἐν νυκτὶ βουλεύεσθαι . νυκτηγορεῖσθαι ] νυκτὶ βουλεύεσθαι
ἐπανάληψις . νυκτηγορεῖσθαι ] ἐν νυκτὶ ἀγορεύεσθαι καὶ βουλεύεσθαι . νυκτηγορεῖσθαι ] ἤγουν κρυφίως καὶ λαθραίως σκοπεῖν καὶ βουλεύεσθαι περὶ
6110312 Πλειστοανακτος
. ἡγεῖτο δὲ τῆς ἐσβολῆς ταύτης Κλεομένης ὑπὲρ Παυσανίου τοῦ Πλειστοάνακτος υἱέος βασιλέως ὄντος καὶ νεωτέρου ἔτι , πατρὸς δὲ
Ἀθηναίους . Λακεδαιμόνιοι δὲ τοῦ αὐτοῦ θέρους πανδημεὶ ἐστράτευσαν , Πλειστοάνακτος τοῦ Παυσανίου Λακεδαιμονίων Βασιλέως ἡγουμένου , τῆς Ἀρκαδίας ἐς
6106363 Μενηνιος
ἔτυχε δ ' οὐ μακρὰν κατεστρατοπεδευκὼς ὁ ἕτερος τῶν ὑπάτων Μενήνιος οὐκ ἐν ἀσφαλεῖ χωρίῳ : καὶ ὅτε ἡ Φαβίων
πολλῷ δ ' ὕστερον χρόνῳ τῆς ἑορτῆς τῶν ὑπατικῶν εἷς Μενήνιος Ἀγρίππας ἐτελεύτησε τὸν βίον , ὁ νικήσας Σαβίνους καὶ
6105599 ἐρημωσιν
δόξασμα Θεοῦ ἕως τοῦ αἰῶνος . Καὶ οὐκέτι ὑπομένει Ἱερουσαλὴμ ἐρήμωσιν , οὐδὲ αἰχμαλωτίζεται Ἰσραήλ , ὅτι Κύριος ἔσται ἐμμέσῳ
δὲ λέγεται σφάξ . λεύσσουσαν ἄτην τὴν πόρθησιν καὶ τὴν ἐρήμωσιν τῆς πατρίδος πλησίον τῶν ποδῶν αὐτῆς ὁρῶσαν . ἄλμα
6105257 ἀποβιβασας
μὲν ἐκπολιορκήσας πολλῶν σωμάτων ἐκυρίευσεν , εἰς δὲ τὴν Πεπάρηθον ἀποβιβάσας μισθοφόρους στρατιώτας ἐπολιόρκει τὴν πόλιν . Ἀθηναίων δὲ βοηθησάντων
κινδύνου ἐντίθησι . Βάρκας δὲ νυκτὸς καταπλεύσας καὶ τὴν δύναμιν ἀποβιβάσας , αὐτὸς πρῶτος ἡγησάμενος τῆς ἀναβάσεως τῆς πρὸς Ἔρυκα
6091717 Ἀμιλκας
. . . . . . . . . α Ἀμίλκας . . . . . . . . .
μετὰ μῆνας ἑπτὰ ἀνεχώρησαν ἄπρακτοι , πολλοὺς στρατιώτας ἀποβαλόντες . Ἀμίλκας δὲ τοῖς Ῥωμαίοις συναντήσας εἰς Θέρμας καὶ πολεμήσας ,
6082978 ἐπυργουτο
' ὑπ ' αὐχένων τίθησι . χἠ μὲν τῇδ ' ἐπυργοῦτο στολῇ ἐν ἡνίαισί τ ' εἶχεν εὔαρκτον στόμα ,
χἡ μὲν ] καὶ ἡ μὲν , ἤγουν Ἀσία , ἐπυργοῦτο καὶ ἐκοσμεῖτο καὶ ᾔρετο τῇ στολῇ τῇδε . δεικτικῶς
6076360 Δολοβελλας
, ἐς τὴν Σμύρναν ἐπανῆλθον . καὶ τοὺς ὀλίγους ὁ Δολοβέλλας ἐνεδρεύσας τε καὶ περιλαβὼν ἔκτεινε καὶ ἦλθε τῆς αὐτῆς
δὴ καὶ Μακεδονίαν εὖ ποιοῦντες οἱ ὕπατοι , σὺ καὶ Δολοβέλλας , καθισταμένων ἄρτι τῶν πραγμάτων περιεσπάσατε ἐς ἑαυτούς .
6068938 παραθαρρυνας
τάξεων , καὶ δὴ καὶ στρατιώτας αὐτοὺς παροξύνας τε καὶ παραθαρρύνας ἐς τὸ πολεμεῖν καὶ παρακελευσάμενος ἄνδρας ἀγαθοὺς φανῆναι προσέβαλε
μόνος ὁ Δημοσθένης συνεβούλευε τῶν Θηβαίων ἔχεσθαι : καὶ τἆλλα παραθαρρύνας καὶ μετεωρίσας , ὥσπερ εἰώθει , ταῖς ἐλπίσι τὸν
6055193 φανερᾳ
. παρῄνει γε μὴν ἔτι τέχνῃ καὶ ἀνεξικακίᾳ μᾶλλον ἢ φανερᾷ θρασύτητί πω χρῆσθαι . καὶ ὁ Καῖσαρ ἐπαινέσας καὶ
' οὐκ ἔστι μὲν ὅτε τις ἡμῶν κενούμενος ἐν ἐλπίδι φανερᾷ τοῦ πληρωθήσεσθαι καθέστηκε , τοτὲ δὲ τοὐναντίον ἀνελπίστως ἔχει
6055085 πρωτοτοκος
κέκληνται . καὶ ὁ μὲν ἔχων τὸν αʹ ὡροσκοποῦντα ἔσται πρωτότοκος ἢ πρωτότροφος , φρόνιμος , βαθύς , πεπαιδευμένος ,
αὐτοὺς ⌈ ἀπὸ τοῦ τείχους ⌉ ὁ υἱὸς Φαραὼ ὁ πρωτότοκος . Καὶ ἰδὼν τὴν Ἀσενὲθ ἐμμανὴς ἐγένετο ἐπ '
6052520 ἀπειθων
εἰσάγοι τις εἰς δικαστήριον , ὅτι οὐ νομίζω θεοὺς εἶναι ἀπειθῶν τῇ μαντείᾳ καὶ δεδιὼς θάνατον καὶ οἰόμενος σοφὸς εἶναι
ὅτι ἐλάττων : οὐχ ἁπλῶς ἀπειθῶν πείθεται , ἀλλὰ τὶ ἀπειθῶν τὶ πείθεται . ὅμοιος δ ' ὁ λόγος καὶ
6051140 μουνιχιωνος
ἐμπόροις τῶν δικῶν ἔμμηνοί εἰσιν ἀπὸ τοῦ βοηδρομιῶνος μέχρι τοῦ μουνιχιῶνος , ἵνα παραχρῆμα τῶν δικαίων τυχόντες ἀνάγωνται . εἰ
τὰ τεθέντα πρὸς τοὺς λογισμούς . Ἐπὶ Σωκρατίδου γὰρ ἄρχοντος μουνιχιῶνος μηνὸς μέλλων ἐκπλεῖν τὸν ὕστερον ἔκπλουν Τιμόθεος οὑτοσί ,
6036061 ἐκβας
ἕτερον πλοῖον , ἐπίνομεν . Καὶ ὁ μέν ἐστι φανερὸς ἐκβὰς ἐκ τοῦ πλοίου καὶ οὐκ εἰσβὰς πάλιν : ἐγὼ
νηστείας [ ! ! ! ! ! ! ] ου ἐκβὰς εὐσέβειας [ ἔξω ] ? οἴκων ᾔτει . [
6031314 Σαλουιος
. , . . ) Ὁ δὲ τὴν Μοργαντίνην πολιορκήσας Σάλουιος , ἐπιδραμὼν τὴν χώραν μέχρι τοῦ Λεοντίνου πεδίου ,
κηρύγματος φιλανθρωπίαν , ἑάλωσαν δὲ περὶ τετρακισχιλίους . ὁ δὲ Σάλουιος , πολλῶν πρὸς αὐτὸν ἀπὸ τοῦ κατορθώματος συρρεόντων ,
6028901 Γλαυκιαν
δὲ ἐπέστη κόπτουσα τὴν θύραν ἐκείνη καὶ εἰσελθοῦσα περιβάλλει τὸν Γλαυκίαν ὡς ἂν ἐκμανέστατα ἐρῶσα καὶ συνῆν ἄχρι δὴ ἀλεκτρυόνων
τὴν πόλιν τὸ πρῶτον καταφυγὼν ἐμπρήσας τὴν πόλιν ἀπηλλάγη παρὰ Γλαυκίαν ἐς Ταυλαντίους . Ἐν τούτῳ δὲ τῶν φυγάδων τινὲς
6023939 προσπλευσας
ἀνέζευξεν καὶ ἐρευνησάμενος καὶ εὑρὼν πάντας διέφθειρεν . Ὅτι Ἀλκιβιάδης προσπλεύσας πολεμίᾳ πόλει τοὺς στρατιώτας ἀποβιβάσας νύκτα καὶ ἡμέραν ἀναμείνας
ἔθηκαν εἰς τὴν ἀγορὰν καὶ ἐκλιπόντες τὴν Σέριφον ᾤχοντο . προσπλεύσας οὖν πάλιν ὁ Περσεὺς ἐπὶ τὴν ἀπαίτησιν τῶν χρημάτων
6020616 Λευκολλῳ
νεώτερος , ὁ τὴν Καρχηδόνα ὕστερον ἑλών , ὑποστρατευόμενος τότε Λευκόλλῳ Κελτίβηρσι πολεμοῦντι , ἐς τὸν Μασσανάσσην ἀφικνεῖτο , πεμφθεὶς
, ἀλλὰ καὶ ἃ παρεσκεύαστο πέμπειν τοῖς Μιθριδατείοις , ἐξαπέστειλε Λευκόλλῳ . Ταῦτα οἱ περὶ Κλεοχάρην θεασάμενοι , καὶ τέλεον
6013778 Χειρισοφος
λείψανόν τι ταύτης ἐν τῇ συνθέσει ὁρᾶται : οἷον , Χειρίσοφος : νυκτίλοχος : Σωσθένης : Σωκράτης : Ἱπποκράτης :
ὡς ἐν τοῖς στρατοπέδοις Ξενοφῶν μὲν οὐραγεῖ , ἡγεῖται δὲ Χειρίσοφος : ὥστε καὶ στρατηγίας τακτικῆς μεταποιεῖται ταυτὶ τὰ θηρία
6011322 ἐγκαταστησας
, ἐπισκευάσας τέ τινα τῶν αὐτοῦ φρουρίων καλῶς καὶ φυλακὰς ἐγκαταστήσας αὐτοῖς αὐτὸς ἐς Μαντίνειαν ἀπελθών , πολίχνην παράλιον ,
, εἰς τρία δὲ μερίσας τοὺς ἀποστάτας καὶ ἴσους ἡγεμόνας ἐγκαταστήσας ταῖς μερίσι προσέταξεν ἐπιέναι τὴν χώραν καὶ πρὸς ἕνα
6009948 Γαβινιος
καὶ γαλακτοποτεῖν καὶ κρεωφαγεῖν , καίπερ ταυτοκλινεῖς ὄντας . καὶ Γαβίνιος δὲ ὁ τῶν Ῥωμαίων συγγραφεὺς οὐκ ἀπέχεται τῆς τερατολογίας
χειμῶνος ἄκρου , σπείρας δὲ πεζοῦ πεντεκαίδεκα καὶ τρισχιλίους ἱππέας Γαβίνιος ἦγεν αὐτῷ διὰ τῆς Ἰλλυρίδος , περιοδεύων τὸν Ἰόνιον
5992989 Ιωβαβ
Ιωβαβ πρὶν ἢ ὀνομάσαι με ὁ Κύριος Ιωβ . ὅτε Ιωβαβ ἐκαλούμην , ᾤκουν τὸ πρὶν ἔγγιστα εἰδωλίου θρησκευομένου :
κοιμωμένου μου ἦλθέν μοι μεγάλη φωνὴ ἐν μείζονι φωτὶ λέγουσα Ιωβαβ Ιωβαβ . καὶ εἶπον Ἰδοὺ ἐγώ . καὶ εἶπεν
5992885 ἡσυχαζων
. καὶ ὀξυνόμενον . ἀκέων βʹ : ἡσύχως . καὶ ἡσυχάζων . οἶμαι ἀκέων καὶ ὁ λυπούμενος . ἀκήριος βʹ
ὄντας , καὶ τοὺς Σαμίους καταστήσας εἰς πολιορκίαν , οὐχ ἡσυχάζων , ἀλλ ' ἐκπλέων μέρει τινὶ τῶν νεῶν ἐπὶ
5986336 σογʹ
τῶν ὁλοκλήρων ἐτῶν νβʹ τὰς ἀνὰ εʹ δʹ : γίνονται σογʹ : καὶ ἀπὸ Μεχὶρ ιβʹ ἕως Παϋνὶ ιεʹ :
σταδίων ͵γτʹ . Ἔχει δὲ ἔθνη νεʹ , πόλεις ἐπισήμους σογʹ , ὄρη ἐπίσημα εʹ , ποταμοὺς ἐπισήμους κγʹ ,
5985827 ρλγʹ
ἔθνει καὶ καταντικρὺ κειμένην , στάδια ͵α : γίνονται μίλια ρλγʹ , Ϙʹ Ϛʹ . Ἀπὸ δὲ Ἡρακλείας πόλεως ἐπὶ
τὸ πείθειν . Μανθάνειν δὲ , τὴν ἐμὴν τέχνην . ρλγʹ Ἀλλ ' εἴ τις ἐμῇ ξυμβουλῇ Ἀλλ ' εἴ
5985487 πραττεσθω
δίδωσί σοι , καθάπερ ἐπέστειλας : ἀλλὰ τὰ ἀπὸ σοῦ πραττέσθω διὰ τάχους . ἐνεγέγραπτο μὲν ταῦτα : καί μοι
ἀπομνημονεῦσαι καὶ τηρῆσαι καιρὸν ἀμοιβῶν καὶ σπεῦσαι λαμπρότερον ἀποδοῦναι . πραττέσθω δὴ νῦν , εἰ καὶ μὴ πρότερον . δύο
5985216 Ἀμφισσευσι
, ἐδῄωσαν γὰρ καὶ Εὐβοέων τὴν χώραν , τρίτην δὲ Ἀμφισσεῦσι , τεμόντες καὶ τὴν Ἀμφισσέων περὶ ἀκμὴν σίτου .
προστάγματα τῶν Ἀμφικτυόνων . τὰ δ ' αὐτὰ καὶ τοῖς Ἀμφισσεῦσι συνέβη . Λοκρῶν δ ' εἰσὶν οὗτοι τῶν Ὀζολῶν
5983317 ἀποπλευσας
καταλιπὼν δὲ Βυζαντίου καὶ Καλχηδόνος Σθενέλαον ἁρμοστὴν Λάκωνα , αὐτὸς ἀποπλεύσας εἰς Λάμψακον τὰς ναῦς ἐπεσκεύαζεν . Ἐν δὲ ταῖς
τὸ τῶν Ἀμεριτῶν Ἰνδῶν βασίλειον ὑπ ' αὐτόν . Καὶ ἀποπλεύσας ὁ πρεσβευτὴς Ῥωμαίων ἐπὶ Ἀλεξανδρείαν διὰ τοῦ Νείλου ποταμοῦ
5962649 Ἀριαιος
αὐτὸς εἰς ἐκεῖνον , ἀμφότεροι σιωπῆι . φθάνει δὲ βαλὼν Ἀριαῖος ὁ Κύρου φίλος βασιλέα , καὶ οὐκ ἔτρωσε .
ἄλλοις ἐπισιτιζομένοις . ἐπειδὴ δὲ ἔστησαν εἰς ἐπήκοον , εἶπεν Ἀριαῖος τάδε . Κλέαρχος μέν , ὦ ἄνδρες Ἕλληνες ,
5962244 Ἀρτασυρας
τὸν ἄνθρωπον ἀνήιρηκεν . ἤδη δ ' αὐτοῦ τεθνηκότος , Ἀρτασύρας ὁ βασιλέως ὀφθαλμὸς ἔτυχεν ἵππωι παρεξελαύνων . γνωρίσας οὖν
, ὦ Ἀρτασύρα , Κῦρον τεθνηκότα ; θαυμάσας οὖν ὁ Ἀρτασύρας τῶι μὲν εὐνούχωι θαρρεῖν παρεκελεύσατο , καὶ φυλάττειν τὸν
5954690 σωσον
τοῦ ἀνδρὸς παρουσίᾳ πρὸς τὸ εὐθυμότερον μετατεθεὶς ἀνέκραγον , „ σῶσον „ εἰπών , ” ὅστις εἶ , πρὸς θεοῦ
ἥκω δεῦρ ' ὑποστρέψας πάλιν λέξω : γυναῖκα τήνδε μοι σῶσον λαβών , ἕως ἂν ἵππους δεῦρο Θρηικίας ἄγων ἔλθω
5952774 Παπιριος
τριακοσίοις ἀπῳκισμένους σημείοις , τὴν στρατιὰν ἐκίνησαν , ἦς ἀφηγεῖτο Παπίριος Κούρσωρ , τὴν τῆς δικτατωρίας ἔχων ἐξουσίαν . Χρείας
τὴν γῆν ἅμα τῷ νεωτέρῳ Γράκχῳ διανέμειν Φούλβιος Φλάκκος καὶ Παπίριος Κάρβων , ἀμελούντων δὲ τῶν κεκτημένων αὐτὴν ἀπογράφεσθαι κατηγόρους
5946770 σεληνιακῃ
ὡροσκοποῦντι εὗρον περὶ μοίρας αʹ βʹ : τῇ δὲ κηʹ σεληνιακῇ μοίρᾳ ἐν Ταύρῳ παράκειται Κριός . ἐν Κριῷ τὴν
αὐτῆς ἐνδοτέρω γίνεται τοῦ κατὰ τοὺς ἐκλειπτικοὺς ὅρους πέρατος μιᾷ σεληνιακῇ διαμέτρῳ καὶ ἔτι τετάρτῳ μέρει αὐτῆς , τουτέστιν ὅταν
5946596 Μυτιληναιων
ἐκπέμπουσιν . οἱ δὲ Ἀθηναῖοι πολὺ ἐπιρρωσθέντες διὰ τὴν τῶν Μυτιληναίων ἡσυχίαν ξυμμάχους τε προσεκάλουν , οἳ πολὺ θᾶσσον παρῆσαν
κόπτῃ . ἐγὼ δὴ τοῦτο πρῶτον ἐρῶ . ἐμοὶ δοκεῖ Μυτιληναίων ὁ δῆμος ἠδικῆσθαι , καὶ δίκην ὑμῖν ὑπὲρ αὐτοῦ
5942335 ἰσημερια
. καὶ ἣ μέν ἐστιν ἐαρινή , ἣ δὲ μετοπωρινὴ ἰσημερία , ἐαρινὴ μὲν ἐν Κριῶι , ὅτε ἐφάπτεται τοῦ
ἰκτῖνος φαίνεται , καὶ βορρᾶς πνεῖ . κϚʹ . ἐαρινὴ ἰσημερία . ὡρῶν ιδ : ὁ λαμπρὸς τοῦ βορείου Στεφάνου
5935935 Ψαυμιδι
Δωριεῖ . τέλος θεοξενίων . Ψαύμιδι Καμαριναίῳ ἅρματι . . Ψαύμιδι Καμαριναίῳ ἵπποις . Ψαύμιδι Καμαριναίῳ ἵπποις νικήσαντι τὴν ὀγδοηκοστὴν
καὶ τοῦ συνδέσμου παρὰ τῷ Δωριεῖ . τέλος θεοξενίων . Ψαύμιδι Καμαριναίῳ ἅρματι . . Ψαύμιδι Καμαριναίῳ ἵπποις . Ψαύμιδι
5935565 Κοιντιος
φιλελευθέρῳ τῆς γνώμης ἐκάθισε . μετὰ δὲ τοῦτον ἀναστὰς Λεύκιος Κοίντιος ὁ καλούμενος Κικιννᾶ - τος καὶ Τίτος Κοίντιος Καπετωλῖνος
ἐπειδὴ τὸν ἄνδρα τόνδε ὀνομασθέντα ἤκουσαν παραλαμβάνουσι τὴν ὑπατείαν Τῖτος Κοίντιος Καπιτωλῖνος καὶ Ἄππιος Κλαύδιος Σαβῖνος , οὔτε τὰς φύσεις
5928103 θερμαναϲ
οἰνομέλιτοϲ καὶ ἔα βρέχεϲθαι νύκτα καὶ ἡμέραν καὶ μετὰ ταῦτα θερμάναϲ δίδου καὶ καθαίρει . ἔπειτα καὶ τὴν κεφαλὴν δι
ἤχουϲ καὶ ϲυριϲμούϲ . εὐφόρβιον μετὰ κυπρίνου ἐλαίου λειώϲαϲ καὶ θερμάναϲ χρῶ : ἐφ ' ὧν δὲ διὰ πολλὴν ϲυναίϲθηϲιν
5927602 ἀποξηρανθῃ
δύναιντο σῆψαι τὰ δὲ ἀσθενῆ κίνδυνος μὴ πρὸ τῆς βλαστήσεως ἀποξηρανθῇ . Παραλλάττουσι δὲ καὶ οἱ χρόνοι τῆς φυτείας καθ
, ἐσιέναι οἶνον καὶ ἔλαιον χλιήνας , ὡς μὴ ἐξαπίνης ἀποξηρανθῇ , καὶ μοτοῦν ὀθονίῳ : ἐξιεὶς δὲ τὸ ἐγκεχυμένον
5926620 συνῳκει
τῆς δόσεως ἔχειν αὐτήν , ἔλαβεν ὁ Εὔξενος γυναῖκα καὶ συνῴκει μεταθέμενος τοὔνομα Ἀριστοξένην . καὶ ἔστι γένος ἐν Μασσαλίᾳ
ἀδελφαῖν τῇ μὲν ἑτέρᾳ , ᾗ [ ὁ ] Χαιρέας συνῴκει , οὐκ ἦν ἄρρεν παιδίον οὐδὲ ἐγένετο πολλὰ ἔτη
5925733 Φοιβιδας
ὑμῶν . ἀναμνῆσαι δ ' ὑμᾶς πρῶτον βούλομαι , ὅτε Φοιβίδας ἠγγέλθη τὴν Καδμείαν κατειληφὼςὁ δὲ Φοιβίδας ἐστί μοι Λακεδαιμόνιοιπῶς
Θηβαίων γίγνεσθαι δεῖν οἴεται . Ἐγὼ δ ' ὅτι μὲν Φοιβίδας ὁ ταῦτα πράξας ἦν καὶ οὐδὲν ἐπράχθη τούτων ἀπὸ
5921137 βουλευτης
τῆς γυναικός ε οὐ λήσεται σου ὁ δρασμός Ϛ γενήσῃ βουλευτής , ἄρτι δὲ οὔ ζ πρεσβεύσεις , οὐ μόνος
προκόπτεις ἄρτι ι ἐὰν κοινωνήσῃς , βλάπτῃ α οὐ γίνῃ βουλευτής β πρεσβεύεις . ἑτοιμάζου γ οὐ φυγαδεύῃ . μὴ
5919118 Τελευτιας
: Λακεδαιμόνιοι δ ' αὐτὸ παρέλαβον . μετὰ δὲ τοῦτο Τελευτίας ἐπὶ τὰς Ἡριππίδου ναῦς ἦλθε , καὶ οὗτος αὖ
τὰς πύλας τῶν Ὀλυνθίων ἤλασεν . ἐπῄει δὲ καὶ ὁ Τελευτίας σὺν τοῖς περὶ ἑαυτὸν ἐν τάξει . ὡς δὲ
5918053 Λογχατης
, ὁπλῖται δὲ καὶ πεζοὶ συναμφότεροι δισμύριοι . ὁ δὲ Λογχάτης ἀγνοούμενος παρελθὼν ἐς τὸν Βόσπορον προσέρχεται τῷ βασιλεῖ διοικουμένῳ
χαίροντες . ” “ Οὐ μόνον , ” ἐπεῖπεν ὁ Λογχάτης , “ ἀλλὰ ἕκαστος ἡμῶν ὅλος ὕβρισται , ὁπότε
5916008 Ἀκουσατε
Λεωκράτους ἐν Μεγάροις τὰ ἀνδράποδα Ἀμύντας καὶ τὴν οἰκίαν . Ἀκούσατε δὲ καὶ ὡς ἀπέλαβε τετταράκοντα μνᾶς παρ ' Ἀμύντου
, εἰ δοκεῖ , ἐκεῖνοι δὲ μὴ κληρονομείτωσαν μόνον . Ἀκούσατε ὡς ἔχει ὑμῖν τὰ πράγματα . μικρὸν μὲν ὑμῖν
5911479 Ἐμπιπτει
κτῆσις τοῦ κοινοῦ δημοσία , ταὐτὸν τρόπον ἡ στέρησις . Ἐμπίπτει κἀν τῇ συγγνώμῃ ὁ ὅρος , ὡς ἐπ '
κακοπαθοῦσιν . Ἀφροσύνῃ : ἀγνωσίᾳ . ἵμερος : ἐπιθυμία . Ἐμπίπτει : ἔγκειται , ἐπέρχεται . λίνου : δικτύου .
5904348 πατρῳᾳ
τῶν ἀστέρων , ὅ ἐστιν ὁ λάμπων ἀστὴρ , τῇ πατρῴᾳ γῇ μεγάλην ἐλπίδα παρεχόμενον : Μενέλαός εἰμι : περισσὸν
πολεμίους τρεψάμενος , φαρμάκοις ἡλίσκετο , ἀφύλακτος , ὡς ἐν πατρῴᾳ διάγων ἑστίᾳ : δεινὸν δὲ οὐδὲν πείσεσθαι προορώμενος :
5903492 Ἐπισχες
ἂν ᾖ τῶν ἀσπίδων τῶν ἐκ Πύλου τι λοιπόν . Ἐπίσχες ἐν ταῖς ἀσπίσιν : λαβὴν γὰρ ἐνδέδωκας . Οὐ
ὑμῖν ] γέγον ' ὡς πεφενάκικεν ὑμᾶς . λέγε . Ἐπίσχες . ἐνθυμεῖσθ ' ὅτι γράψας μὲν ὡς ἀποδώσει Χερρόνησον
5897514 Μινδαρος
ἑάλωσαν εἰς Ἀθήνας λέγοντα τάδε : Ἔρρει τὰ κᾶλα . Μίνδαρος ἀπεσσύα . πεινῶντι τὤνδρες . ἀπορίομες τί χρὴ δρᾶν
συνήγαγον καὶ πρὸς τῷ προτέρῳ τροπαίῳ πάλιν ἕτερον ἔστησαν . Μίνδαρος δὲ νυκτὸς περὶ πρώτην φυλακὴν εἰς Ἄβυδον ἀναχθεὶς τάς
5897297 ἐκπλεων
μὲν Θεστορίδης , ὡς τάχιστα ἐπύθετο αὐτὸν παρεόντα , ᾤχετο ἐκπλέων ἐκ τῆς Χίου . κεʹ . Χρόνου δὲ προιόντος
' ἔχων καὶ παρθένου μιᾶς πατὴρ ὤν : ὧι κατέλιπεν ἐκπλέων ὁ μειρακίσκος τὴν ἀδελφήν : σύντροφοι αὗται θ '
5893465 πρωτοτοκον
ἐπάταξα πᾶν πρωτότοκον ἐν γῇ Αἰγύπτῳ , ἡγίασα ἐμοὶ πᾶν πρωτότοκον ἐν Ἰσραήλ ” . ὁ καταπεφευγὼς ἐπὶ θεὸν καὶ
λίθου Βενιαμήν . Καὶ ἐπένθησε Φαραὼ τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν πρωτότοκον καὶ ἐκ τῆς λύπης ἐμαλακίσθη . Καὶ ἀπέθανεν Φαραὼ
5890735 Λεντλος
συνωμοσίαν ἐπήχθησαν ὡς ἀναστήσοντες ἐπὶ Ῥωμαίους τὴν Γαλατίαν . καὶ Λέντλος μὲν αὐτοῖς συνέπεμπεν ἐς Κατιλίναν Βουλτούρκιον , ἄνδρα Κροτωνιάτην
καὶ συμμάχους τῆς ἡγεμονίας ἀνηγόρευεν ἄκυρον δὲ τὸ δόγμα ἐποίησε Λέντλος ὁ ἐπικαλούμενος Σπινθήρ . οἱ δὲ Κρῆτες ἀπηλλάγησαν .
5889148 Θανατε
ἀρκτέον τὸ πρᾶγμα σὺν τάχει τινί . Ὦ Θάνατε , Θάνατε , νῦν μ ' ἐπίσκεψαι μολών : καίτοι σὲ
χρόνον τρέφοιτε τήνδε τὴν νόσον ; Ὤμοι μοι . Ὦ Θάνατε Θάνατε , πῶς ἀεὶ καλούμενος οὕτω κατ ' ἦμαρ
5886035 Φουριος
τάχους οἱ ὕπατοι διακληρωσάμενοι τὰ στρατεύματα ἐξῄεσαν , Σπόριος μὲν Φούριος ἐπὶ τὰς Αἰκανῶν πόλεις , Καίσων δὲ Φάβιος ἐπὶ
Ἀθήνησιν Εὐφήμου ἐν Ῥώμῃ κατεστάθησαν ἀντὶ τῶν ὑπάτων χιλίαρχοι Λεύκιος Φούριος , Λεύκιος Κοΐντιος , Αὖλος Σεμπρώνιος . ἐπὶ δὲ
5885743 Μαζαιος
φεύγων ξὺν τῇ στρατιᾷ πάσῃ . καὶ εὐθὺς ὡς ἔφυγε Μαζαῖος ἐπεβλήθησαν αἱ γέφυραι τῇ ὄχθῃ τῇ πέραν καὶ διέβη
τῶν μαστίγων συνεχὴς ψόφος ἐγίνετο . ἅμα δὲ τούτοις πραττομένοις Μαζαῖος ὁ τοῦ δεξιοῦ κέρατος ἡγούμενος , πλείστους ἔχων καὶ
5884649 κολεῳ
διέτμαγεν ἀρθμήσαντε . Ὣς ἄρα φωνήσας δῶκε ξίφος ἀργυρόηλον σὺν κολεῷ τε φέρων καὶ ἐϋτμήτῳ τελαμῶνι : Αἴας δὲ ζωστῆρα
δὲ δεῖ τοὺς ἐξιόντας τόξα καὶ παρὰ τὴν φαρέτραν ἐν κολεῷ κοπίδα ἢ σάγαριν , ἔτι δὲ γέρρον καὶ παλτὰ
5880271 ἐπεστραφη
. ὤφειλε γὰρ οὕτως : ἐζήτησε δὲ αὐτόν , ἤγουν ἐπεστράφη αὐτοῦ χρηματισμὸς τοῦ πατρὸς ἀψευδῆ χρηματίζων , καὶ ἀντεφθέγξατο
ἀναστρέφειν ὅλον τὸ σύνταγμα , τοῦτ ' ἔστιν ὥσπερ πυκνωθὲν ἐπεστράφη καὶ εἰς τὰ δεξιὰ μέρη ἔνευσεν , οὕτως ὅλον
5876235 ἐπεψηφισεν
Ἴουλον ἀξιοῦντα τὴν πατρῴαν ἀρχὴν διαδέξασθαι . τὴν δὲ δίκην ἐπεψήφισεν ὁ δῆμος ἄλλοις τε ὑπαχθεὶς λόγοις καὶ οὐχ ἥκιστα
ἴσην ἀπολάβοιεν . εἰσηγήσατο τὸν νόμον Τίμων Ἐχεκρατίδου Κολλυτεύς , ἐπεψήφισεν τῇ ἐκκλησίᾳ Τίμων ὁ αὐτός . “ Εἶἑν ,
5872708 ἐκυρουτο
χρήμασι τῶν δημάρχων ὑπ ' Ἀντωνίου καὶ κατασιωπώντων ὁ νόμος ἐκυροῦτο , καὶ ὁ στρατὸς Ἀντωνίῳ μετ ' αἰτίας εὐπρεποῦς
. τί οὖν ἄν τις ἐσθίοι ; καὶ μετὰ τοῦτο ἐκυροῦτο ἡ ἀσιτία καὶ ὁ ἱερεὺς ἐδόκει μου τὰ χείλη
5868185 ἀπηγε
παρούσῃ ἐξείη ἄλλοσε χρῆσθαι στρατιᾷ : καὶ ἅμα ταῦτα λέγων ἀπῆγε τὸ στράτευμα , φρουροὺς ἐν ταῖς ἄκραις καταλιπών .
ἡγούμεσθ ' εὖ κἀνδρείως πολλῷ πάντων προέχοντες . τὸν δέλφακα ἀπῆγε σιγῇ . ὁρᾶτε τὸ διῆρες ὑπερῷον . μόνος δ
5867725 Κυρια
, ἵνα χαρῇς μετὰ τῶν ἁγίων . λέγω αὐτῇ : Κυρία , ἐπεὶ ἅπαξ ἄξιόν με ἡγήσω τοῦ πάντα μοι
ἐτελέσθη ἡ οἰκοδομὴ τοῦ πύργου . ἐπηρώτησα αὐτὴν λέγων : Κυρία , ἤθελον γνῶναι τῶν λίθων τὴν ἔξοδον καὶ τὴν
5862170 Δαταμης
τὸν δὴ χειμῶνα ὅλον οἱ στρατιῶται ἡσύχασαν οὐκ ἀπαιτοῦντες . Δατάμης ἐπιβουλεύων Σινωπεῦσι ναυτικὸν ἔχουσιν αὐτὸς ναυπηγῶν καὶ τεκτόνων ἀπορούμενος
δῆμος ἐλέγχῳ φανερῷ μαθὼν ἀρκαδίζοντα θάνατον αὐτοῦ κατεχειροτόνησεν . Ὅτι Δατάμης ὁρῶν ἀπόμοιράν τινα τῶν αὑτοῦ ἱππέων τοῖς πολεμίοις προστεθεῖσαν
5861347 ναυαγησας
Πλάτων διάλογον . πλέοντος δ ' αὐτοῦ εἰς Σικελίαν ἐτελεύτησεν ναυαγήσας ἐτῶν Ϛʹ , σοφιστεύσας ἔτη μʹ . Πρόδικος .
γὰρ ὁ Ἀσωπόδωρος Θήβηθεν ἐν Ὀρχομενῷ ἐπολιτογραφήθη . ἄλλως . ναυαγήσας ὁ Ἀσωπόδωρος ἐν Ὀρχομενῷ ἐξερρίφη . ἅ νιν ἐρειδόμενον
5860298 Πολλιων
οἱ μὲν ἐπαίροντές φασι δισμυρίους ἐπὶ πεντακισχιλίοις , Ἀσίνιος δὲ Πολλίων , ὑπὸ Καίσαρι τῆς μάχης ἐκείνης στρατηγῶν , ἑξακισχιλίους
. Λέπιδός τε ἔχων ἐν Ἰβηρίᾳ τέσσαρα τέλη καὶ Ἀσίνιος Πολλίων δύο καὶ Πλάγκος ἐν τῇ ἑτέρᾳ Κελτικῇ τρία ἐδόκουν
5859120 προσεκυνησεν
δὲ πατέρα σχεδόν τι καὶ ἠγνόει . ὁ δὲ καὶ προσεκύνησεν αὐτήν , οὕτως ἄλλην τινὰ ὁρᾶν ἔδοξεν . ὡς
ὁ δὲ Τιγράνης ἦλθε καὶ τὸν Πομπήιον ὡς κρείττονα βαρβαρικῶς προσεκύνησεν . εἰσὶ δ ' οἳ λέγουσιν ὑπὸ ῥαβδούχοις αὐτὸν
5855104 Ἰσος
ἰχθύν . Ὀλοοῖσι : ὀλεθρίοις . παρήπαφον : ἠπάτησαν . Ἴσος : ὅμοιος . Κατεντύνουσιν : εὐτρεπίζουσι , κατασκευάζουσιν .
τόπος τῆς Βοιωτίας , ἴχνη πόλεως ἔχων , ὁ καλούμενος Ἴσος συστέλλοντι τὴν πρώτην συλλαβήν . οἴονται δέ τινες δεῖν
5854978 ἠγγυατο
ἠγγυᾶτο διαφέρει . ἠγγύα μὲν γὰρ ἤγουν ὡμολόγει δώσειν , ἠγγυᾶτο δὲ ὁ λαμβάνων . ἡμέρα ἠοῦς διαφέρει . ἡμέρα
ἐγώ , ἔφης σύ , ἔφη ἐκεῖνος . ἠγγύα καὶ ἠγγυᾶτο διαφέρει . ἠγγύα , ὡμολόγει δώσειν : ἠγγυᾶτο ὁ
5849643 ἡμερινῃ
τρίτον γένος ἐὰν ἐπικείμενον τῷ ὡροσκόπῳ ἢ τῷ μεσουρανήματι ἀστέρα ἡμερινῇ μὲν γενέσει ἡμερινοί , νυκτερινῇ δὲ νυκτερινοὶ δορυφορήσωσι προηγούμενοι
ὥρης ἄτερ ἄστρασιν ἄλλοις σκεπτόμενος Μήνην καὶ μέγαν Ἠέλιον . ἡμερινῇ γενέσει μὲν ἀπ ' Ἠελίοιο νοήσας οἴκου δεσπόζων ἔνθα
5847415 Αἰνιανας
πανδάλητος ἄμμορος καύης . καύης δὲ ὁ λάρος κατ ' Αἰνιᾶνάς ἐστιν . ἐρινοῦ : ἐρινεοῦ καὶ ἐν συγκοπῇ ἐρινοῦ
πανδάλητος ἄμμορος καύης . καύης δὲ ὁ λάρος κατ ' Αἰνιᾶνάς ἐστιν . ἐρινοῦ : ἐρινεοῦ καὶ ἐν συγκοπῇ ἐρινοῦ
5846546 Κλωδιος
τάδε πράξας ἀνήγετο ταῖς τε ἰδίαις καὶ ταῖς τριάκοντα , Κλώδιος δὲ ἐκ Βρούτου πεμφθεὶς ἐς Ῥόδον ἐπὶ νεῶν τρισκαίδεκα
μάλιστα Καίσαρος ἐχθροί , Καννούτιός τε καὶ Γάιος Φλάυιος καὶ Κλώδιος ὁ Βιθυνικὸς καὶ ἕτεροι . τοῦτο μὲν δὴ τέλος
5844845 ἐξελειπεν
τοὺς πλείστους αὐτέων ἔτι νοσέειν : τοῖσι δὲ πλείστοισιν ἀκρίτως ἐξέλειπεν : ὁμοίως δὲ ταῦτα ξυνέπιπτε τοῖσι περιγινομένοισι καὶ τοῖσιν
ἐπηρείαις τὸ τῶν ἐπιμιξιῶν ἡδύ τε καὶ χρήσιμον τὰς πόλεις ἐξέλειπεν : ἡδὺ μὲν γὰρ ἐκδημοῦντας ἱστορῆσαι γείτονα πόλιν ,
5835605 Σατανας
εὐλογημένον . Τῶν οὖν ὑπαρχόντων μοι πάντων ἀπολομένων ἔμαθεν ὁ Σατανᾶς ὅτι οὐδὲν δύναταί με εἰς ὀλιγωρίαν τρέψαι : καὶ
ἀρτοπρατῶν ἕως ἂν προσενέγκῃ μοι καὶ φάγομαι . Καὶ ὁ Σατανᾶς τοῦτο γνοὺς μετεσχηματίσθη εἰς πράτην : καὶ ἐγένετο κατὰ
5830825 συγκαταλυσαι
δ ' ἐκ Λαρίσσης εἰς Μακεδονίαν ἔπεισαν Ἀλέξανδρον τὸν βασιλέα συγκαταλῦσαι τὸν τύραννον . τούτων δὲ περὶ ταῦτα διατριβόντων ,
, [ ἣν ἐκεῖνοι ] προεκέκτηντο : καὶ δὴ καὶ συγκαταλῦσαι τὸν Φείδωνα : τοὺς δὲ συγκατασκευάσαι τοῖς Ἠλείοις τήν
5830474 ἐστρατοπεδευεν
Οὐρίατθος ἔκτεινε χωρὶς ὀλίγων . καὶ τὸν Τάγον ποταμὸν διαβὰς ἐστρατοπέδευεν ἐν ὄρει περιφύτῳ μὲν ἐλάαις , Ἀφροδίτης δ '
οὗ Πινάριος ἡγεῖτο , αὐτὸς δὲ μάλα θρασέως πολὺ προελθὼν ἐστρατοπέδευεν ἐν τῷ πεδίῳ , σταδίους ὀκτὼ μόνους ἀποσχὼν ἀπὸ
5829340 Σαρματιᾳ
δὲ ἄρκτων ἀγνώστῳ γῇ . Τῶν δὲ ὀνομαζομένων ἐν τῇ Σαρματίᾳ πόλεων ἡ μὲν Ἑρμώνασσα τὴν μεγίστην ἡμέραν ἔχει ὡρῶν
ἀγνώστῳ γῇ παρακειμένῃ ταῖς ἀρκτικωτάταις χώραις τῆς Μεγάλης Ἀσίας , Σαρματίᾳ καὶ Σκυθίᾳ , καὶ Σηρικῇ . Τῶν δὲ περιλαμβανομένων
5826923 Δικαιοπολι
ὠνούμενοι . Γ πημανεῖται ] βλάψει , λυπήσει , ὦ Δικαιόπολι . Γ ἐξομόρξεται : ἐναποψήσεται , ἐναπομάξει . ὡς
. Κλάων μεγαριεῖς . Οὐκ ἀφήσεις τὸν σάκον ; Δικαιόπολι Δικαιόπολι , φαντάδδομαι . Ὑπὸ τοῦ ; Τίς ὁ φαίνων
5823848 Ποτειδαια
ἦτ ' ἀπηλλαγμένοι πραγμάτων . καὶ πάλιν ἡνίκα Πύδνα , Ποτείδαια , Μεθώνη , Παγασαί , τἄλλα , ἵνα μὴ
[ τεῖχος ] . καὶ οὕτως ἤδη κατὰ κράτος ἡ Ποτείδαια ἀμφοτέρωθεν ἐπολιορκεῖτο καὶ ἐκ θαλάσσης ναυσὶν ἅμα ἐφορμούσαις .
5812620 μετοπωρινη
πρώταις ἡμῖν τετηρημένων ἰσημεριῶν μία τῶν ἀκριβέστατα ληφθεισῶν γέγονεν ἰσημερία μετοπωρινὴ τῷ ιζʹ ἔτει Ἀδριανοῦ κατ ' Αἰγυπτίους Ἀθὺρ ζʹ
Ϙʹ , Καλλίππῳ Ϙβʹ . . . . κη : μετοπωρινὴ ἰσημερία . Αἰγυπτίοις καὶ Εὐδόξῳ ἐπισημαίνει . . .
5807272 Παπιριον
Ἀθήνησι Κράτητος Ῥωμαῖοι κατέστησαν ὑπάτους Κόιντον Φούριον Φόσον καὶ Μάνιον Παπίριον Κράσσον . ἐπὶ δὲ τούτων κατὰ τὴν Ἰταλίαν οἱ
σύγκλητον ὡς ἐπὶ ἄλλο συναγαγεῖν καὶ κτεῖναι Πόπλιον Ἀντίστιον καὶ Παπίριον Κάρβωνα ἕτερον καὶ Λεύκιον Δομίτιον καὶ Μούκιον Σκαιόλαν ,
5805177 ἐφηδρευε
καταπλεύσας εἰς τὴν Τύρον καὶ ἐκμαθὼν τὴν τοῦ πατρὸς οἰκίαν ἐφήδρευε ταῖς γυναιξίν . αἱ δὲ ὀψόμεναι τὴν θυσίαν ἐξῄεσαν
κράτος ἐκπεφευγότα τὰς ἐν τῷ θνητῷ βίῳ κῆρας . | ἐφήδρευε δ ' ἄρα μοι τὸ κακῶν ἀργαλεώτατον , ὁ
5803817 Μυτιληνην
εἶναι , καὶ ἐμοὶ ὁμοίως . Καὶ εἴς τε τὴν Μυτιλήνην ἐγὼ αἴτιος ἦ πεμφθῆναι ἄγγελον , καὶ τῇ ἐμῇ
: Ἀλκίδα καὶ Λακεδαιμόνιοι , ἐμοὶ δοκεῖ πλεῖν ἡμᾶς ἐπὶ Μυτιλήνην . καὶ Μένανδρος ἐν τοῖς Ἐπιτρέπουσι τὴν δίκην ἄνευ
5800618 Καταντικρυ
χωρίου ἐπὶ Κάραμβιν ἀκρωτήριον ὑψηλὸν καὶ μέγα στάδιοι ρʹ . Καταντικρὺ δὲ τῆς Καράμβιδος ἄκρας ἐν τῇ Εὐρώπῃ κεῖται μέγιστον
, καταφερές . Καταντικρύ , κατ ' ἐναντίον . „ Καταντικρὺ καὶ κατευθὺ τῇ τὰ οἰκεῖα συναγούση ἀποτυπώματα . ”

Back