: ἐξορμήσων αὐτὴν τῆς σῆς χειρὸς , τουτέστιν ἀφαιρησόμενος : ἐπικαλοῦ βοηθούς σοι γενέσθαι τοὺς οὐρανίους καὶ καταχθονίους θεούς :
ἅψον κανδήλαν καὶ μὴ ἐπιλάθου τὴν ἡμέραν καὶ κατὰ χρόνον ἐπικαλοῦ τὸν ἅγιον Δημούσαριν καὶ Ἄρσον , φυλάξοντας τὰ κτήνη
6616849 ἀταφους
θέσιν γὰρ περανεῖ , ἐρεῖ γὰρ ὅτι καλὸν τὸ τοὺς ἀτάφους θάπτειν . Ἐὰν δὲ ἐν πάθεσι , συγγνωμονικῶς ἡ
ἐν πενθίμοις , δεόμενοι δὲ τοῦ δήμου τιμωρήσασθαι τοὺς περιεωρακότας ἀτάφους τοὺς ὑπὲρ τῆς πατρίδος προθύμως τετελευτηκότας . τέλος δ
6446403 ὑπηρετουντας
ἁμαρτάνοντας , πάνυ ἀγαπητόν : ἐὰν δὲ καὶ πάνυ καλῶς ὑπηρετοῦντας σῴζῃ , πολλὴ χάρις , ἔφη , τοῖς θεοῖς
τὸν μὲν βασιλέα τῶν ἐγκλημάτων ἐξαιρούμενος , εἰς δὲ τοὺς ὑπηρετοῦντας καὶ διδάξαντας τὰ φαῦλα καὶ τὴν βλάβην καὶ τὴν
6334773 ἀπημαντον
οἱ πολλὰ δόσαν πέμπειν τέ μιν ἤθελον αὐτοὶ οἴκαδ ' ἀπήμαντον . καί κεν πάλαι ἐνθάδ ' Ὀδυσσεὺς ἤην :
αὐτοὺς ἐπαίροι εἰς δόξαν καὶ τὴν πατρίδα αὐτῶν Αἴγιναν . ἀπήμαντον : ὁ Ζεὺς ἐπάγων ἀπήμαντον βίον αὐτούς τε αὔξοι
6310410 ἀποκτειναντας
' ἂν καὶ τοὺς ἐκείνου φίλους καὶ αὐτὸν τὸν Φίλιππον ἀποκτείναντας , φίλους πεποίηνται , φασὶ δὲ καὶ συμμάχους ποιήσεσθαι
Λακεδαιμονίοις καὶ ὧν Θρασύβουλον ἐδέξαντο ἀποδεδωκέναι χάριν αὐτάρκη , Λύσανδρον ἀποκτείναντας καὶ τἄλλα ὅσα σύνιστε συμπράξαντας : Λακεδαιμονίοις δ '
6240327 σχολαζειν
ἐπιτρέψασι . καὶ χειροτονούμενος ἐξόμνυσθαι τὰς ἀρχάς , οὐ φάσκων σχολάζειν . καὶ προσελθεῖν πρότερος οὐδενὶ θελῆσαι . καὶ τοὺς
διὰ τὸ τρέχειν τὸν ἀέρα . Σχολαστικός : διὰ τὸ σχολάζειν τοῖς ἀστικοῖς ἢ τῷ δικαίῳ . Σχολεῖον : διὰ
6233935 ἐχθιστους
ἐν ᾧ χρόνῳ ὑπὸ ἀμηχανίας δουλεύων ἠναγκάσθη μὲν θεραπεύειν τοὺς ἐχθίστους , κινδυνεύων ἀεὶ παρ ' ἑκάστην ἡμέραν ἀπολέσθαι :
οἰκτίρειν σε γῆν , οὐ τἀμὰ λέκτρα : τοὺς γὰρ ἐχθίστους ἐμοὶ καὶ σοὶ γάμοισι τοῖς ἐμοῖς διαφθερῶ . ὡς
6228840 ὑποστησεσθαι
, νόμοις καὶ χάρισι καὶ φιλανθρωπίαις βεβαιωσάμενος : ὧν τίνας ὑποστήσεσθαι δοκεῖτε ἀφαιρουμένους , ἃ ἔλαβον , εἰ μὴ πάντα
καθὰ καὶ Τιγράνης ἀφίκετο , τοῦτο μὲν οὐκ ἔφη ποτὲ ὑποστήσεσθαι , Μιθριδάτης γε ὤν , πέμψειν δὲ τῶν παίδων
6170263 νομιμως
τινων εἰς τοὺς πολλοὺς ἐξενεχθῆναι τὸ σιωπώμενον . φασὶ γὰρ νομίμως βασιλεύοντα τῆς Αἰγύπτου τὸν Ὄσιριν ὑπὸ Τυφῶνος ἀναιρεθῆναι τἀδελφοῦ
ἔφη . Ὁ ἄρα τὰ περὶ τοὺς θεοὺς νόμιμα εἰδὼς νομίμως ἂν τοὺς θεοὺς τιμῴη ; Πάνυ μὲν οὖν .
6140492 ἀπειθουντας
ἐπὶ ταύτην τὴν πρᾶξιν ἀφιγμένου : ὧν πλείστους Ῥωμαῖοι ἀπέκτειναν ἀπειθοῦντας πρὸς τὴν ἔκδοσιν , ἐν οἷς καὶ τῶν βασιλικῶν
ἄρχουσιν αὖθις , ὃ δοκοίη δίκαιον εἶναι , καὶ τοὺς ἀπειθοῦντας ἐς αὐτὸ συναναγκάσειν , ἐκάλουν ἐπὶ ταῦτα τοὺς περὶ
6082029 ἀπεστερουν
φανερόν , ὡς ἔοικεν , οἳ καὶ τὸν τούτου πατέρα ἀπεστέρουν ὄντα ἐπίτιμον , ὅτι ἡμῖν ἑκόντες οὐκ ἂν ἀπέδοσαν
φανερόν , [ ὡς ] οἵ γε τὸν τούτου πατέρα ἀπεστέρουν ὄντα ἐπίτιμον , ὅτι ἡμῖν ἑκόντες οὐκ ἂν ἀπέδοσαν
6058950 ἀνδραγαθησαντας
Λακεδαιμόνιοι ταῖς ναυμαχίαις τοὺς Ἀθηναίους ἐνίκησαν . Ὡς Συρακόσιοι τοὺς ἀνδραγαθήσαντας κατὰ τὸν πόλεμον ἀξιολόγοις δωρεαῖς ἐτίμησαν . Ὡς Διοκλῆς
ταῖς διανομαῖς τῶν λαφύρων καὶ κατ ' ἀξίαν τιμῶν τοὺς ἀνδραγαθήσαντας ἐξαιρέτοις δώροις , ἔτι δὲ οὐδὲν ἁπλῶς ἐκ τῶν
6056549 τιμαορον
ἀπόμαχος . ἀγωνίους ] τοὺς ἅμα ἑνὶ τόπωι ἱδρυμένους . τιμάορον ] βοηθόν . ἀντήλιοι ] οἱ εἰς ἀνατολὴν ὁρῶντες
μία τις περισώζει τὴν ναῦν . κἀπαγώνιος ] ἀπόμαχος . τιμάορον ] βοηθόν . ἀντήλιοι ] οἱ εἰς ἀνατολὴν ὁρῶντες
5974793 ἀποκηρυκτους
μὲν γὰρ διώκων ἐρεῖ , ὅτι διὰ τοῦτο ἐλαύνει τοὺς ἀποκηρύκτους τῶν πατρῴων ὁ νόμος , καθάπαξ ἡγησάμενος ἀναξίους εἶναι
παρασχέσθαι τὸν ἀντίδικον ἀξιώσομεν λέγοντες , ὅτι ἐξῆν τρέφειν τοὺς ἀποκηρύκτους καὶ οὐδεὶς κωλύει νόμος : ἐπειδὴ γὰρ οὐκ ἔχει
5962027 ἐφηδομενους
, ἃ πόρρωθεν ἔξεστι φυλάξασθαι , καὶ τοὺς νῦν περιοφθέντας ἐφηδομένους ὕστερον ἕξεθ ' οἷς ἂν πάσχητε . Περὶ μὲν
, αὐτὸς μετὰ τῶν δορυφόρων ἐπεξελθὼν ἅπασιν ἐφάνη καὶ τοὺς ἐφηδομένους ἀπαχθῆναι προσέταξεν . Διονύσιος Καρχηδονίους ἐπὶ μεγάλοις λύτροις ἀπεδίδου
5960983 κολακευοντας
ἢ τοῖς κολακεύουσιν : ὡς δὲ ἐχθρῶν χείρονας ἐκτρέπου τοὺς κολακεύοντας . χαλεπὸν πολλὰς ὁδοὺς ἅμα τοῦ βίου βαδίζειν .
ἀποθνῄσκοντας , πολεμοῦντας , ἑορτάζοντας , ἐμπορευομένους , γεωργοῦντας , κολακεύοντας , αὐθαδιζομένους , ὑποπτεύοντας , ἐπιβουλεύοντας , ἀποθανεῖν τινας
5953424 ἀρξαντας
, ὅπου καὶ τοὺς πλουσιωτάτους καὶ τὰς ἀρχὰς τὰς μεγίστας ἄρξαντας καὶ αὐτοὺς τοὺς βασιλεῖς καὶ τυράννους δεῖ κατελθεῖν ,
γὰρ εἶχον ὅντινα δέοι μιμήσασθαι : τὸ δὲ τοὺς ὕστερον ἄρξαντας ἀπολείπεσθαι δείκνυσιν πᾶσαν ὑμᾶς νικῶντας παράθεσιν , ὡς ἐξεῖναί
5948926 ἀντευποιειν
ἀδικεῖ : ἐπεὶ δὲ καὶ φυσικὸς νόμος ἐστὶ τοὺς εὐεργέτας ἀντευποιεῖν , καὶ μὴ ἀγνοῶν , ἅτε φυσικὸν ὄντα ,
ἀντευποιήσει , λυθείη ἂν ἡ φιλία : διὰ γὰρ τὸ ἀντευποιεῖν καὶ ἀντιπάσχειν φιλοῦσι . τοῖς μὲν δὴ πρὸς χρῆσιν
5923019 θεσμους
καὶ νεανίσκων ἔρωτες νυκτερινοί , καὶ ὁ τοῖς ἄλλοις τιθέμενος θεσμοὺς Δημήτριος καὶ τοὺς βίους τάττων ἀνομοθέτητον ἑαυτῷ τὸν βίον
καταποντοῦσι τὴν εἰκόνα ἐπακολουθήσαντες γνώμῃ τῇ Δράκοντος , ὃς Ἀθηναίοις θεσμοὺς γράψας φονικοὺς ὑπερώρισε καὶ τὰ ἄψυχα , εἴγε ἐμπεσόν
5922062 πτωχους
βασιλικώτατον τῶν θηρίων μεταβαλόντα οὐκ ἀξιῶ ἀγείρειν , καθάπερ τοὺς πτωχοὺς τῶν ἀνθρώπων . ἐντεῦθεν οἱ ἱερεῖς ξυνελθόντες ἔθυσαν τῷ
, ὧι βούλεται πολλοῦ ἄξιος φαίνεσθαι , προσαιτεῖν ὥσπερ τοὺς πτωχοὺς ἱκετεύοντα καὶ δεόμενον προσδοῦναι , καὶ ταῦτα μηδενὸς ἀγαθοῦ
5909861 ἐπιτηρειν
μεγάλην στάσιν καὶ ἔριν καὶ ἀπώλειαν . Τὴν δὲ Σελήνην ἐπιτηρεῖν δεῖ ἐν τῇ κρισίμῳ ἡμέρᾳ , καὶ ἐὰν τύχῃ
ἐνομοθέτησε γὰρ τοῖς Κείοις κατ ' ἐνιαυτὸν μεθ ' ὅπλων ἐπιτηρεῖν τὴν ἐπιτολὴν τοῦ Κυνὸς καὶ θύειν αὐτῷ . ὅθεν
5900311 οἰκτειρε
γένους . θρόνους ἔχειν ] ὡς αὐτοῦ ἤδη καθεσθέντος . οἴκτειρε μὴ ἀπολωλότας ] μὴ μετὰ τὸ ἀπολέσαι οἰκτειρήσηις ἡμᾶς
μηδ ' ἃ δεῖ σπεύδειν μένε . Μὴ τοὺς κακοὺς οἴκτειρε πράττοντας κακῶς . Μισῶ πένητα πλουσίῳ δωρούμενον . Μέγιστον
5871683 ἀθλιους
ὀρέγεσθαι καὶ πράγματα ἔχειν : ἄλλους δὲ ἀπλήστους τε καὶ ἀθλίους ὄντας , φοβουμένους μήποτε αὐτοῖς ἐλλίπῃ , πρὸς αὑτοὺς
καρποῦσθαι βίον . ὁρῶ γὰρ οἷς μὲν οὐκ ἔφυσαν , ἀθλίους : ὅσοισι δ ' εἰσίν , οὐδὲν εὐτυχεστέρους .
5836432 δοντας
τι τὸ αἴτιον τῆς πονηρίας , προσληπτέον δὲ καὶ τοὺς δόντας συναιτίους ὡσαύτως γενομένους . Εἰ δ ' ἐκ πόνων
πρὶν μιγεὶς ταύτῃ , πρὶν εἰς τέλος ἀφανίσαι Ταφίους δίκην δόντας τῶν φόνων τῶν τῆς Ἀλκμήνης ἀδελφῶν . Μίγνυται δὲ
5808911 ἀσεβουντας
παραπληξίαν γάρ φησι καὶ ἀορασίαν καὶ ἔκστασιν διανοίας καταλήψεσθαι τοὺς ἀσεβοῦντας , ὡς μηδὲν διοίσειν τυφλῶν ἐν μεσημβρίᾳ καθάπερ ἐν
τερατεύονται , φείδεσθαι μὲν αὐτὴν τῶν ἀγαθῶν , τοὺς δὲ ἀσεβοῦντας ἀποκτιννύναι . εἰ δὲ ταῦθ ' οὕτως ἔχει ,
5792530 ἀπολωλοτα
, νήματα , ἔρια , τάπητας , κεφαλοδέσμια λέγε τὰ ἀπολωλότα , Σελήνης ἐν Ταύρῳ χρυσός , ἄργυρος , ἐσθής
κρατοῦντι δέχεσθαι . τοῖς οὖν ἱππεῦσιν ἀπαντήσας σὺν βοῇ τὸν ἀπολωλότα ζητοῦσι καὶ δίκην τὴν ἀξίαν ἐπιθεὶς τοῖς οὐκ ἐπαμύνασι
5772465 σπουδαιοτατους
ἄλλα πρὸς τοῦτο χρήσιμα , ἄρχοντας ἐπιστήσας τοῖς ἔργοις τοὺς σπουδαιοτάτους τε καὶ ἐμπειροτάτους ἐντειλάμενος τὴν ταχίστην ἅπαντά οἱ εὐτρεπῆ
μισοῦντες , ἀλλὰ καὶ γελῶντες καὶ ἐλεοῦντες , τοὺς δὲ σπουδαιοτάτους καὶ ἐπιεικεστάτους στέργειν , ὡς τούτων μὲν τὸν βίον
5760315 γνωστικους
δὲ τριγωνίζοντας ἀλλήλους ἴδοι ὁ Ἑρμῆς , μυστικοὺς σημαίνει καὶ γνωστικοὺς ἢ βασιλεῦσιν ὑπηρετουμένους ἢ πόλεσιν ἢ λειτουργοὺς καὶ θύτας
μὲν εἰκόνας εἶναι τῶν πρώτων τοὺς ἐν τῇ ψυχῇ καὶ γνωστικοὺς τῶν πραγμάτων , τοὺς δὲ ἀρχέτυπα καὶ ποιητικούς .
5756773 φθονει
εὐτυχεῖν ἀεί . ἐστὶ πολυτελὴς τῷ βίῳ τις , οὐ φθονεῖ , μετέχειν δὲ τούτων εὔχετ ' αὐτῷ συμπάρων .
. βεβαιώσασθαι : βεβαιότατα σχεῖν ἢ περιποιήσασθαι εἴ τέ τις φθονεῖ μὲν . . . : εἴ τις ὁμοῦ μὲν
5753136 παραμειναντας
, ὅσασπερ ᾐτήσαντο , ἀξιοῦν διδόναι αὐτοὺς τροφήν , καὶ παραμείναντας Σελινουντίους ἢ βίᾳ ἢ ξυμβάσει διαλλάξαι αὐτοῖς , καὶ
ἐλεύθερον : καὶ τοὺς φορεαφόρους Ὠφελίωνα καὶ Ποσειδώνιον τέτταρα ἔτη παραμείναντας . δίδωμι δὲ καὶ Δημητρίῳ καὶ Κρίτωνι καὶ Σύρῳ
5745742 ἐπεξιοντας
Καῖσαρ τὸν τόπον , ὅτι ἐνταῦθα ἐνίκα τῇ μάχῃ τοὺς ἐπεξιόντας ἐπ ' αὐτὸν μετὰ Ἀντωνίου , καὶ λαβὼν ἐξ
ἔχειν χώραν τὴν γεωργουμένην . εἰκὸς οὖν ἦν τοὺς Ἀθηναίους ἐπεξιόντας αὐτοῖς κωλύειν τὴν παρ ' αὐτοῖς γῆν γεωργεῖν .
5744709 παννυχισι
τοὺς μεθημερίνους , καὶ νὴ Δία γε τοὺς ἐπὶ ταῖς παννυχίσι , καὶ μήτε ποιητὰς εἶναι τούτων μήτε ἀγωνιστὰς ,
, κολάζει δὲ οὐδαμῶς , ἐπειδὴ τὰ πραττόμενα ἐν ταῖς παννυχίσι γνώριμα μὲν τοῖς συναναστρεφομένοις ἐστί , κἂν ἀκόλαστα ᾖ
5737734 τιμωντας
γῆν , ὁ δ ' ἠσκάριζε κἀπέπαρδεν . Ὑπερβορέους αἴθρια τιμῶντας στέφη . Ἐτήσιοι γὰρ πρόσιτ ' ἀεὶ πρὸς τὴν
Ἀπόλλωνος , ἤτοι τοὺς ἐκεῖ ὄντας ἄνδρας καὶ τὸν Ἀπόλλωνα τιμῶντας , πιστὰ φρονέων αὐτοῖς , ἤτοι φίλος ὢν αὐτοῖς
5726467 νικηφορους
? ἀνθολόφον ? ? ? ? ? ? τοὺς εὐμενεῖς νικηφόρους στρατηλάτας αἰὲν ἀγαλλε ? ? ? [ ! !
, τοὺς δὲ τῶν μεγίστων καὶ ἀληθινῶν ἔργων ἀγωνιστὰς καὶ νικηφόρους ἐσομένους ὁπόσοις ἂν τύχῃ νικᾶν ὑπὲρ ἀρχῆς τοιαύτης ,
5724947 μαλαττοντα
τῶν θερμαινόντων καὶ λεπτυνόντων ἰασόμεθα φαρμάκων , ἐπιμιγνύντες αὐτοῖς τὰ μαλάττοντα . τῆς δ ' ἀτονίας τοῦ ἥπατος δυσκρασίαι μέν
μὲν ὑγραίνοντα χαλᾷ , τὰ δὲ θερμαίνοντα , τὰ δὲ μαλάττοντα , τὰ δὲ κενοῦντα , τὰ δὲ τοὺς παρὰ
5722079 πορθμεας
τοῦ Διὸς στρατιώτας , ὑπηρέτας , τελώνας , πανδοκέας , πορθμέας , φυσιουργούς . πάλιν δὲ δύο τῶν τὰς πράξεις
εἶχον καλεῖν , καὶ τοῦ πρὸς ἡμέραν ὑπηρέτας ὥσπερ τοὺς πορθμέας , οὐ μόνον , εἰ βούλει , τοὺς κυβερνήτας
5716731 ἀπεωσατο
τὸ μάλιστα ἐρρωμένον τῆς κατηγορίας τὸν περὶ τῶν σπονδῶν λόγον ἀπεώσατο περίνοιαν ἐγκαταμίξας τῷ πάθει : „ τίσι γὰρ ”
ἀνεσώζοντο χάρακα . Ὁ δ ' ὕπατος ἐπειδὴ τὸ δεινὸν ἀπεώσατο , παρεβοήθει πάλιν τοῖς ἐν τῷ πεδίῳ . αὕτη
5708951 ἐμμενοντας
ὡς μηδαμοῦ παραβαίνειν τὸ ἀκόλουθον . ταύταις οὖν ταῖς ἀρχαῖς ἐμμένοντας δεῖ τὴν Πυθαγορικὴν μαθηματικὴν ἀνιχνεύειν . ἐξαίρετα δὲ αὐτῆς
Σύλλας ἐπετείχιζε φρούρια , τοῦ μὴ διαδιδράσκειν , ἀλλ ' ἐμμένοντας ὑπὸ τοῦ πλήθους μᾶλλον ἐνοχλεῖσθαι , τῷ δὲ Πειραιεῖ
5698636 ἐνοχλουντας
καὶ ἀπεμάχοντο ὁμοῦ τοὺς περὶ τὸν Φάννιον ἀπὸ τῆς γῆς ἐνοχλοῦντας καὶ τὸν Κάσσιον τοῖς πρὸς θαλάσσῃ τείχεσι τὸ ναυτικὸν
ἀπελθοῦσα ἄφωνος μενεῖς ; εἰώθαμεν δὲ τοιούτοις λόγοις πρὸς τοὺς ἐνοχλοῦντας κεχρῆσθαι . θ ἀνασχήσει ] οὐχ ὑπομενεῖς . Ξ
5686450 σεβου
ποιεῖ . Ἡ γλῶσς ' ἁμαρτάνουσα τἀληθῆ λέγει . Θεὸν σέβου καὶ πάντα πράξεις ἐνθέως . Θεὸν προτίμα , δεύτερον
δὲ σιγᾶν κρεῖττον ἢ κεκραγέναι . Ξένος πεφυκὼς τοὺς ξενίζοντας σέβου . Ξένων ἀκούειν μὴ † παραδεχθῇς ποτε . Ξένον
5678598 βιωσεσθαι
τὸν κόσμον καὶ δὴ καὶ ζῴων ἁπάντων γένεσιν , ὅσα βιώσεσθαι ἀπὸ γῆς ἔμελλε καὶ κοσμήσειν αὐτήν . διαιροῦνται οὖν
; πάνυ γάρ , εἴποιμ ' ἂν , ἀθλίως ἔμελλε βιώσεσθαι , εἰ σὲ φρουρὸν καὶ φύλακα ἡ φύσις ἀγαθοῦ
5675876 φιλανθρωπιαις
ὑπήκουσεν εἰς τὴν στρατείαν , διανοούμενος τοὺς μὲν Ἕλληνας ταῖς φιλανθρωπίαις προσάγεσθαι , τὴν δὲ δύναμιν τῇ τούτων συμμαχίᾳ μεγάλην
τὸν ἔτι τούτου χαλεπώτερον , μὴ ταῖς παρὰ τῶν τυράννων φιλανθρωπίαις ἐξαπατηθεὶς κατὰ τῶν πατρικίων ἄρηται τὰ ὅπλα καὶ συγκαταγάγῃ
5664485 θελοντας
, τί ποτέ μ ' ἐργάσῃ ; μοχθεῖν ἀνάγκη τοὺς θέλοντας εὐτυχεῖν . τόλμα σὺ κἄν τι τραχὺ νείμωσιν θεοί
εἶναι τοὺς ἐχθροὺς ἢ μένοντας ἐνοχλεῖνἀνοίξαντες τὰς πύλας ἀφῆκαν τοὺς θέλοντας ἀπιέναι , οἰκίας δ ' αὐτῶν καὶ κλήρους καὶ
5661848 συλλαμβανομενοι
. ἐπίκουροι μὲν γάρ εἰσιν οἱ τοῖς πολεμουμένοις ἐπικουροῦντες καὶ συλλαμβανόμενοι , βοηθοὶ δὲ καὶ σύμμαχοι τῶν πολεμούντων . Ὅμηρος
ἰδεῖν ἢ τοὺς ἐναντίους : κακοὶ γάρ εἰσιν οἱ μὴ συλλαμβανόμενοι ταῖς τέχναις , οἷον ὑδραγωγοῖς ὁ Ἥφαιστος καὶ χαλκεῦσιν
5661201 ἐπιτιθεμενους
, τοῦτο δέ , ἂν συμβῇ τι πταῖσμα χαίροντας καὶ ἐπιτιθεμένους . οὐ γάρ ἐστιν οὐδεὶς ἀσθενὴς οὕτως οὐδὲ ἀδύνατος
ὑπὸ δὲ τῶν Σιμῶν ὀνομαζομένων Αἰθιόπων πολεμούμενοι διακινδυνεύουσι πρὸς τοὺς ἐπιτιθεμένους , ὅπλοις ἀμυντηρίοις χρώμενοι τοῖς τῶν ὀρύγων κέρασι :
5658600 ὑβριζοντας
ἂν δὲ μή , πολλοὺς τοὺς ἀσελγεῖς εὑρήσετε καὶ τοὺς ὑβρίζοντας ὑμᾶς ἐπὶ τῇ τοῦ φιλοτιμεῖσθαι προφάσει . Ἵνα δὲ
τῷ φρονίμῳ τῆς γνώμης παύοντες τὸ ἄφρον ὑβρισταὶ εἰς τοὺς ὑβρίζοντας κόσμιοι εἰς τοὺς κοσμίους ἄφοβοι εἰς τοὺς ἀφόβους δεινοὶ
5657599 ἐπιστατουσαν
, ὡς ἂν αὐτὴν τῷ παρὰ φύσιν καὶ κατὰ φύσιν ἐπιστατοῦσαν . Εἰ δέ τις πρὸς τὸ πρότερον λέγοι ἀρκεῖν
τόκους θεὰς , καὶ Ἀφροδίτην τὴν συνουσίαν , καὶ τὴν ἐπιστατοῦσαν ταύτῃ θεόν . Κατὰ τοῦτο καὶ Μούσας ἔλεγον τάς
5654587 ἀνελοντι
οὐ διηκόνησά σοι προθύμως : τῷ δέ μοι τοὺς ἀδελφοὺς ἀνελόντι , κἂν ἐπιτρέψῃς , ὦ πάτερ , οὐ πείσομαι
τούτῳ , ὡς ἀληθῶς τοὺς δικάζοντας ἠπάτησε . νῦν δὲ ἀνελόντι πιστεύειν καὶ συγχωρεῖν τὴν αἵρεσιν : εἶτα ὅσα ἐκ
5654244 οὐρανους
τε καὶ φθορᾶς , ἐξ οὗ δή φησι τούς τε οὐρανοὺς ἀποκεκρίσθαι καὶ καθόλου τοὺς ἅπαντας ἀπείρους ὄντας κόσμους .
ἐκκλησίαν αὐτοῦ , ἣν καὶ ηὐλόγησεν , ἰδοὺ μεθιστάνει τοὺς οὐρανοὺς καὶ τὰ ὄρη καὶ τοὺς βουνοὺς καὶ τὰς θαλάσσας
5653103 φοβηθηναι
δὴ τοῦτο γῇ κρύψαντες ἐξαρκεῖν , ἀλλὰ τοσοῦτον ἀπέσχον τοῦ φοβηθῆναι μὴ ἄρα τοὺς ἄλλους ἐξ ἴσου σφίσι ποιήσωσιν ,
διὰ τὸ αἰσχυνθῆναι ἐρυθρίας λέγεται οὔτε ὁ ὠχριῶν διὰ τὸ φοβηθῆναι ὠχρίας , ἀλλὰ μᾶλλον τὸ πεπονθέναι τι . ὥστε
5653080 διερριμμενους
δὲ τὸν προειρημένον τρόπον καταστρατηγήσας τοὺς πολεμίους μετεπέμπετο πανταχόθεν τοὺς διερριμμένους τῶν στρατιωτῶν καὶ χειμάζοντας ἐν ταῖς κώμαις . βαλόμενος
ἐλήφθησαν ὑπὸ τοῦ Ἀννίβου . Τερέντιος δὲ στρατὸν ἀγείρας τοὺς διερριμμένους ἐπειρᾶτο παραθαρρύνειν καὶ στρατηγὸν αὐτοῖς ἐπιστήσας τῶν χιλιάρχων τινὰ
5647815 στεργων
ἂν ἐξείποιμί τῳ , οὔτ ' ἂν τέκνοισι τοῖς ἐμοῖς στέργων ὅμως . Ἀλλ ' αὐτὸς αἰεὶ σῷζε , χὤταν
ἀπὸ δεινῶν λόγων ; εἰκὸς πέπονθα : τὸν ὁμόθεν πεφυκότα στέργων μετέπεσον . ἀνδρὸς οὐ κακοῦ τρόποι τοιοίδε , χρῆσθαι
5643094 σωθησομενους
ἄλλως ἄχθη , ἀλλὰ ἄνδρες οἵους δεῖ ἐν πόλει τοὺς σωθησομένους . λεκτέον οὖν τὸ ἀληθές , ὅτι τοσούτῳ μᾶλλόν
καὶ δόξῃ , καθόλου δ ' εἰπεῖν ἀναγκαῖον εἶναι τοὺς σωθησομένους τῶν νέων προσέχειν ταῖς τῶν πρεσβυτέρων τε καὶ καλῶς
5639384 κοιμωμενους
πολλοὺς ἐγᾦδα κοὐ κατὰ σὲ νεανίας φρουροῦντας ἀτεχνῶς κἀν σάμακι κοιμωμένους . τοῖς δὲ δεσπόταις , τῷ μὲν ἀνδρὶ καὶ
ἀναθεῖναι . Τῷ δὲ ὀνειροπομπὸν αὐτὸν εἶναι , καὶ τοὺς κοιμωμένους αὐτῷ εὔχεσθαι , καὶ αὐτὸν ἀναμένειν , εἵλοντο ἐν
5635143 ἀπαντωντας
ἄνω , ἕτερος δ ' ἐν τοῖς στενωποῖς κατὰ τοὺς ἀπαντῶντας . στόνου δὲ καὶ οἰμωγῆς καὶ βοῆς πάντα καὶ
τἄλλα πρὸς τοῦτ ' εὐπορεῖ , τῆς νυκτὸς οὗτος τοὺς ἀπαντῶντας ποιεῖ γυμνοὺς ἅπαντας . εἶτ ' ἐπάν τις ἐκδυθῇ
5635047 κινδυνευσειαν
διελέγοντο ἀλλήλοις παραιτησαμένου τοῦ Μουσωνίου τοῦτο , ὡς μὴ ἄμφω κινδυνεύσειαν , ἐπιστολιμαίους δὲ τὰς ξυνουσίας ἐποιοῦντο φοιτῶντος ἐς τὸ
κακοὺς λοιδόρει τε καὶ κόλαζε : οὕτως γὰρ ἂν ἄριστα κινδυνεύσειαν οἱ στρατιῶται πάντες . ἁλισκομένης δὲ τῆς πόλεως φοβοῦ
5632371 ἐπιβουλευοντας
, εἰ ἐπιθέμενος τῇ ἀρχῇ ἐκείνους μὲν ἀναστείλαιμι καὶ παύσαιμι ἐπιβουλεύοντας , τὴν πόλιν δὲ σωφρονεῖν καταναγκάσαιμι : καὶ ἦσαν
αὐτοῦ τὴν γνώμην οἱ Συρακόσιοι , οἳ δὲ καὶ τοὺς ἐπιβουλεύοντας παρέδοσαν αὐτῷ κολάσαι καὶ τὴν ἀρχὴν ἔδωκαν . ὃ
5630602 παραμενειν
ἀπὸ τοῦ πραΰνειν τὸ μένος , ἢ διὰ τὸ πολυχρόνιον παραμένειν , ἢ ἐν Πραμνίᾳ πέτρᾳ γινομένου , ἣ πρὸς
ἀπ ' ἀρχῆς προσπίπτει τῇ αἰσθήσει , τοιοῦτος ἄχρι τέλους παραμένειν πέφυκεν , ἀλλὰ κατὰ παράτασιν ἑτεροιοῦται , ὁ δὲ
5628073 ἀνδροκμητας
εἶτα παράγραφος . στροφὴ ἑτέρα κώλων ιβʹ . ἡμέτερα + ἀνδροκμήτας : στροφὴ ἑτέρα κώλων χοριαμβικῶν ιβʹ . ἐπὶ τῶι
αὕτη τῆς ἄνω ἐστὶ στροφῆς , ἧς ἡ ἀρχὴ ” ἀνδροκμήτας “ : κώλων γάρ ἐστι καὶ αὕτη ιβʹ .
5627767 ἠσεβηκοτας
- στηρίῳ τὰ διὰ τῶν κεραμίδων τραύματα , τοὺς δὲ ἠσεβηκότας πολλαὶ πρὸς τὴν θήραν ὁδοί , κατήγοροι δὲ ἀλλήλων
μὲν καταφρονοῦντας τῶν νόμων τῶν ὑμετέρων , ἀναιδῶς δ ' ἠσεβηκότας εἰς τοὺς θεοὺς ἄξιον τιμωρήσασθαι δυοῖν ἕνεκα , ἵνα
5627453 κακοπαθουντας
ἐφ ' οἷς αὐτοὺς ἡ βουλὴ πάνυ νομίζουσα τετρῦσθαι προσεδόκα κακοπαθοῦντας ἐνδώσειν περὶ τῆς ἡγεμονίας . οἳ δὲ τὰ μὲν
, κατὰ τὸν ὀπωρινὸν καιρόν . μογεόντας : πονοῦντας , κακοπαθοῦντας . Ἀνιηραί : λυπηραί . Ἀνιηραὶ θέρεος : ὥσπερ
5626488 ἐφορους
τὴν πρὸς Θηβαίους ἔχθραν οὐκ ἔμελλεν , ἀλλὰ πείσας τοὺς ἐφόρους εὐθὺς ἐθύετο . ἐπειδὴ δὲ ἐγένετο τὰ διαβατήρια ,
διὰ πυρός . . χρηστηρίους ὄρνιθας ] τοὺς τῆς μαντείας ἐφόρους καὶ συντελεῖς . . οὗτος ] σκόπει τὴν σύνταξιν
5611977 εὐνουστερους
προτιμᾶσθαι τῶν ἄλλων Ἑλλήνων . ὥστε πῶς ἂν δικαίως ἑτέρους εὐνουστέρους ἡμῶν νομίζοιτε ; οὐ γὰρ ἄλλα μὲν ἡμᾶς ἆθλα
δέ τις ἢ φροίμιον εἴπῃ πρὸ τοῦ λόγου , ὡς εὐνουστέρους ἀπεργάσαιτο αὐτούς , ἢ οἶκτον ἢ δείνωσιν ἔξωθεν ἐπάγῃ
5604079 οἰσειν
ἐς τὴν ξυμφορὰν ὡς ἐκ τῶν παρόντων κόσμον μάλιστα μέλλῃ οἴσειν . τοὺς δὲ λόγους μακροτέρους οὐ παρὰ τὸ εἰωθὸς
εἱλόμην ταῦτα , ἃ ἐμοὶ μὲν λύπας ἐπὶ χρόνον πλεῖστον οἴσειν ἔμελλεν , ὑμῖν δὲ ταχίστην τοῦ παρόντος τότε κακοῦ
5599500 ἐγγονους
πρὸς αὐτοὺς καὶ πάντων δὲ τῶν προγόνων ἡ πρὸς τοὺς ἐγγόνους φιλία καὶ τὸ δίκαιον ἐν ὑπεροχῇ πάντων , καὶ
κα - ] ‖ ταλέλοιπε καὶ [ θεῶν - ] ἐγγόνους ? καὶ [ δαίμονας - ] αὐτοὺς ? [
5598529 οὐρανιους
ἔτι δὲ καὶ τὸ τῶν χθονίων καὶ ὅσους αὖ θεοὺς οὐρανίους ἐπονομαστέον καὶ τὸ τῶν τούτοις ἑπομένων οὐ συμμεικτέον ἀλλὰ
παρεῖχεν αὐτῷ τὰ δίκαια ἡ πόλις , ἐπικαλεσάμενος τούς τε οὐρανίους καὶ καταχθονίους θεοὺς ἀπῄει , τοσοῦτο μόνον εἰπὼν ὅτι
5592243 στρατηλατας
. κώμωι μόνον θυραμάχοις τε πυγμαχίαισι νέων θέλοι παροίνων ἔμμεναι στρατηλάτας . παῖε τὸν φρυνεοῦ ποικίλου πνοὰν ἔχοντα , φλέγε
ἐπίκουρος πόλει . ὡς σὺν θεοῖσι τοὺς σοφοὺς κινεῖν δόρυ στρατηλάτας χρή , τῶν θεῶν δὲ μὴ βίᾳ . οὐδεὶς
5586223 ὑποπτησσων
τῶν ἐκ τοῦ πολλοῦ δήμου εἷς , ἀεὶ τὸν προὔχοντα ὑποπτήσσων καὶ τὸν λέγειν δυνάμενον θεραπεύων , λαγὼ βίον ζῶν
ἀλλὰ ξένον αὐτῷ δοκεῖ τὸ πρᾶγμα , πένης ἄνθρωπος οὐχ ὑποπτήσσων , τὸ δὲ παριστάμενον ἐλευθέρως λέγων . μεμνήσεται δ
5583101 νικωντας
Ἰλιάδι : ἵνα ἐν τῷ λέγειν , λήροις ἀναδῶν τοὺς νικῶντας , δοκῇ διχῶς νοεῖν , ἢ ὅτι ἀνθηρῷ στεφάνῳ
δι ' ἔτους πέμπτου ξυναγείρει , ἀνεκήρυττεν τῶν ἀσκητῶν τοὺς νικῶντας στεφανώσας κοτίνου στεφάνῳ ; Καίτοι χρυσῷ μᾶλλον ἐχρῆν ,
5581351 ὑπηρετας
τοὺς ἐπὶ τὴν ἐκκλησίαν συνεληλυθότας , ἔπειτ ' ἐκάλεσαν τοὺς ὑπηρέτας ἔχοντας ξίφη , οἳ πάντας τοὺς ἐνόχους ταῖς αἰτίαις
τῶν ἐπηγγελμένων , πάλιν ἀκούσας τούτων μετενόησε καὶ μετακαλεσάμενος τοὺς ὑπηρέτας ἀφεῖναι προσέταξε καὶ τὴν δεξιὰν ἔδωκε τῷ Θετταλίωνι :
5579881 ἱκετευοντας
: 〚 Πάμφιλος ζωγράφος ἦν , ὅστις τοὺς Ἡρακλείδας ἔγραψεν ἱκετεύοντας τὸν τῶν Ἀθηναίων δῆμον : 〛 οὗτος τραγῳδοποιός :
ἐνώπιον τῶν θεῶν ἱστάμενοι ἱκετεύομεν : διὸ καὶ αἰδούμεθα τοὺς ἱκετεύοντας . οὐ νηούς : οὐ γὰρ ναός μοί ἐστι
5578218 φοβουμενους
ἄλλου μέν φησιν ὀρέγεσθαι τοὺς φθονοῦντας , ἄλλου δὲ τοὺς φοβουμένους , ἀλλ ' ἑνὸς ἀμφοτέρους , τοῦ κακωθῆναι δηλονότι
βασιλεῖ τὴν πόλιν πείθοντας , ὑπὲρ δὲ τοῦ Ῥοδίων δήμου φοβουμένους τὸν ἄνδρα τοῦτον . καίτοι τοὺς μὲν Ἕλληνας ὄντας
5572577 ὠμνυ
, „ εἶπεν „ ἀλλὰ θεῖος καὶ ἀτεχνῶς σοφός , ὤμνυ γὰρ ταῦτα οὐχ ' ὡς θεούς , ἀλλ '
μή με μηνύσῃς . ” ὁ δ ' οὐ προδώσειν ὤμνυ ' : ἡ δ ' ἀπεκρύφθη . ἦλθεν κυνηγός
5570524 καταστρατηγησας
ἐκ τῆς κακοπαθίας ἀναλαβεῖν . Εὐμενὴς δὲ τὸν προειρημένον τρόπον καταστρατηγήσας τοὺς πολεμίους μετεπέμπετο πανταχόθεν τοὺς διερριμμένους τῶν στρατιωτῶν καὶ
Καρχηδόνιοι μεγάλαις δυνάμεσιν ἐστράτευσαν εἰς τὴν Σικελίαν . Ὡς Γέλων καταστρατηγήσας τοὺς βαρβάρους τοὺς μὲν αὐτῶν κατέκοψε , τοὺς δ
5570046 νοουντας
τὰ γένη συνάψαι τοῖς γένεσιν . Οὐκοῦν τὰ μὲν εἴδη νοοῦντας παρατρέχειν , τὰ δὲ γένη λαμβάνοντας αὐτὰ συνάψαι κατὰ
ὀρνεοσκόπους , θύτας , προγινώσκοντας τὸ μέλλον , περισσότερον ἀνθρώπων νοοῦντας . τετράγωνος δὲ ποικιλωτέρους τῶν προειρημένων ποιήσει : ποιεῖ
5569122 συστρατευειν
οἰκέτας . ἀκούσαντες ταῦτα οἱ Αἰγύπτιοι τὸ μὲν ἐπὶ Κροῖσον συστρατεύειν ἀφελεῖν σφίσιν ἐδεήθησαν : τούτῳ γὰρ μόνῳ γιγνώσκεσθαι ἔφασαν
τῆς ψυχῆς μεγαλοπρεπὲς τροφάς τε παρέχεσθαι τοῖς ἀνθρώποις δαψιλεῖς καὶ συστρατεύειν προθυμότατα . συνεγγιζούσης δὲ τῆς δυνάμεως τῆι πόλει τῶν
5553198 ἀποθανουμενους
τὴν μὲν κατάστασιν τῆς πόλεως ὅλην μὴ κινεῖν , ὡς ἀποθανουμένους , ὃς ἂν τοῦτο δρᾷ : ὃς δ '
. Οἱ δὲ τρεῖς ἄνδρες ἐφ ' ἑαυτῶν γενόμενοι τοὺς ἀποθανουμένους συνέγραφον , τούς τε δυνατοὺς ὑφορώμενοι καὶ τοὺς ἰδίους
5552924 εὐνουστατους
καὶ εἴ τινων ἄλλων ἡγεμόνων προσδεῖν αὐτῷ δόξαι , τοὺς εὐνουστάτους τῇ πατρίδι , πιστοτάτους , εὐρωστοτάτους , ἔνθεν δ
τοὺς τὸν αὐτὸν ἐχθρὸν καὶ φίλον κρινεῖν ὀμωμοκότας νομίζετ ' εὐνουστάτους , τῶν δὲ πολιτευομένων οὓς ἴστε σαφῶς τοὺς τῆς
5550645 ὑπαρχους
, φυτεύων ἡμῖν ἄπαυστον , δι ' ἣν πάντας μὲν ὑπάρχους , πάντας δὲ ἡγεμόνας πολεμίους ἕξομεν , ὡς ἐκ
χαίρειν . Βασιλεὺς μέγας Ἀρταξέρξης σοῦ χρῄζων ἔπεμψε πρὸς ἡμέας ὑπάρχους , κελεύων σοι ἀργύριον καὶ χρυσὸν καὶ τὰ ἄλλα
5550460 οἰκειοτατους
πατρὸς δεδιέναι τοὺς ἐκείνῳ πολεμιωτάτους , ἀποθανόντος δὲ τοὺς ἑαυτῷ οἰκειοτάτους . ” ἀποθανοῦμαι δὲ „ εἶπε „ τίνα τρόπον
κτεινέτω μὴ μόνον ἀλλοτρίους ἀλλὰ καὶ φίλων καὶ συγγενῶν τοὺς οἰκειοτάτους ἐπιστροφάδην , εὐαγέστατον κρίνων τὸ ἔργον ὑπὲρ ἀληθείας καὶ
5549773 ἰσοθεους
ἀνεῖλον , τὰ δὲ ὀστᾶ μεταστειλάμενοι καὶ τὸ Θησεῖον οἰκοδομήσαντες ἰσοθέους οὕτω τιμὰς διανέμουσι . διανομαὶ δὲ καὶ εὐωχίαι τοῖς
. Νέος ὢν ἀκούειν τῶν γεραιτέρων θέλε . Νόμος γονεῦσιν ἰσοθέους τιμὰς νέμειν . Νόμιζε σαυτῷ τοὺς γονεῖς εἶναι θεούς
5543385 ὀψοποιους
τῇ μνήμῃ πατρίδα καὶ βασιλικὴν ἑστίαν , κατάλογον ἐρωμένων , ὀψοποιούς τε καὶ οἰνοχόους καὶ ἄλλην ἀκόλαστον δίαιταν , ᾗ
δημιουργοὺς ἀγαλμάτων , ἐπὶ εὐφροσύνῃ ὀφθαλμῶν : μυροπώλας δὲ καὶ ὀψοποιούς , χυμῶν καὶ ὀδμῶν δημιουργοὺς γενναίους : καὶ ὅσαι
5540072 ἀλλοφυλῳ
: ᾔδει γάρ , οἶμαι , μὴ δώσοντα τὸ θυγάτριον ἀλλοφύλῳ . εἶτα πάντες μὲν οὕτως , ἐγὼ δὲ τὸν
βαρβάρῳ στρατῷ . ἑτεροφώνῳ ] ἀλλογλώσσῳ . θ ἑτεροφώνῳ ] ἀλλοφύλῳ . κλύετε πανδίκως : κλύετε ἡμῶν δικαίως εἰς οὐρανὸν
5539203 τετελευτηκοτας
σάλπιγγι τοὺς Μακεδόνας καὶ στήσας τρόπαιον ἔθαψεν τῶν ἰδίων τοὺς τετελευτηκότας , οἱ δ ' Ἰλλυριοὶ διαπρεσβευσάμενοι καὶ τῶν Μακεδονικῶν
ἀλλὰ τὸν ἕτερον , καὶ περὶ γονέας καὶ ζῶντας καὶ τετελευτηκότας καὶ περὶ θεούς : ἃ δὴ προστέτακται τῇ μαντικῇ
5537556 λαλησας
ἡ χρηστότης πρὸς πάντα καὶ θαυμαστὸν ἐφόδιον βίῳ . τούτῳ λαλήσας ἡμέρας σμικρὸν μέρος εὔνους ἐγὼ νῦν εἰμι . πειστικὸν
ὀρθῶς , ζήσεται τῷ θεῷ . ταῦτά μοι δείξας καὶ λαλήσας πάντα λέγει μοι : Τὰ δὲ λοιπά σοι δείξω
5536622 ἐνοχους
ποιήσεσθε , τούτους παρέντες ἀτιμωρήτους τοὺς ἐναγεῖς καὶ ταῖς ἀραῖς ἐνόχους . Οὐ γὰρ δι ' αἰνιγμῶν , ἀλλ '
τι τῶν τῆς Φέρσεως χρημάτων , ἐὰν μὴ καταθῶσιν , ἐνόχους εἶναι θανάτου . , . . ) Ὅτι μετὰ
5533899 κλεπτοντας
ἑαυτῷ τοιοῦτόν τι διαπεπραγμένῳ : ὥσπερ οὐ πάντας καὶ τοὺς κλέπτοντας καὶ ἱεροσυλοῦντας τούτῳ τῷ τεκμηρίῳ χρωμένους . οὐ γὰρ
μὴ καλῶς ὑπηρετοῦντα . κἀκεῖνοι οὖν τοὺς ἁλισκομένους ὡς κακῶς κλέπτοντας τιμωροῦνται . [ καὶ ὡς πλείστους δὴ ἁρπάσαι τυροὺς
5529849 γεωργουντας
τοῖς ἐσχάτοις τῆς Εὐβοίας συκοφαντοῦσι , τοὺς δὲ τὸ γυμνάσιον γεωργοῦντας καὶ τὴν ἀγορὰν κατανέμοντας οὐδὲν οἴονται ποιεῖν δεινόν .
δὲ τούτου τούς τε παρὰ τὸν αἰγιαλὸν διατρίβοντας καὶ τοὺς γεωργοῦντας τὴν παραθαλάττιον παραδόξως συναρπάζεσθαι : πρὸς δὲ τούτοις λοιμὸν
5529681 ἀπολουμενους
οἷά περ ἐν τῇσι φρενίτισι γίγνεται . Τοὺς δ ' ἀπολουμένους τε καὶ περιεσομένους τῶν παιδίων τε καὶ τῶν ἄλλων
ἄλλων φρονεῖν . τοὺς δ ' ἰχθυοπώλας τοὺς κάκιστ ' ἀπολουμένους ἐπὰν ἴδω κάτω βλέποντας , τὰς δ ' ὀφρῦς
5528785 ἀδικησαντας
εἰ τοῖς ὅπλοις κρείττων ἐφάνης . οὐ γὰρ ἀνῄρηκας τοὺς ἀδικήσαντας , ἀλλ ' ἐκτήσω , οὐδ ' ἐζημίωσας γῆν
μίμησαι δὴ πόλιν , ἣν τὸ οἰκτείρειν τοὺς εἰς αὐτὴν ἀδικήσαντας ἐποίησεν ἔνδοξον : μᾶλλον δὲ ἀκολούθησον σαυτοῦ φιλανθρωπίαις ,
5528325 δεομενους
, χρηστότης ἐπέτριψεν αὐτὸν καὶ φιλανθρωπία καὶ ὁ πρὸς τοὺς δεομένους ἅπαντας οἶκτος , ὡς δὲ ἀληθεῖ λόγῳ , ἄνοια
καὶ οὗτος ἄδικος ἐς αὐτὸν φανείς : πορθμεύοντος γὰρ τοὺς δεομένους τούτου ἐπιστὰς ὁ Ἡρακλῆς ξὺν τῇ γυναικὶ Δηιανείρᾳ καὶ
5523990 ὑπευθυνους
' ὃν χρόνον ὑπεύθυνος ἦν , κωλύοντος τοῦ νόμου τοὺς ὑπευθύνους στεφανοῦν . τὸ γὰρ ἐκ τῶν πρὸς ἄλληλα τοῦτ
. ὡς τοίνυν ] ἐπλήρωσε τὸν νόμον τὸν κελεύοντα τοὺς ὑπευθύνους μὴ στεφανοῦν . ἄρχεται δὲ ἐντεῦθεν τοῦ ἑτέρου νόμου
5523702 σιτοποιους
μαλακῶς καθῆσθαι ἐπιμέλονται . καὶ τοὺς θυρωροὺς δὲ καὶ τοὺς σιτοποιοὺς καὶ τοὺς ὀψοποιοὺς καὶ οἰνοχόους καὶ παρατιθέντας καὶ ἀναιροῦντας
ὁλκάσι , πυροὺς καὶ πεφρυγμένας κριθάς , ἄγειν , καὶ σιτοποιοὺς ἐκ τῶν μυλώνων πρὸς μέρος ἠναγκασμένους ἐμμίσθους , ἵνα
5518781 εὐωχουμενους
ἡδομένους , πενθοῦντας , γελῶντας , πολεμοῦντας , ὀργιζομένους , εὐωχουμένους , πλέοντας : ὥστε ἔγωγε εἰς τὰς Ὁμήρου φωνὰς
ἐν θρόνοις χρυσοῖς καθημένους καὶ οἰκίας μεγάλας οἰκοῦντας καὶ πολυτελῶς εὐωχουμένους . καὶ γὰρ δὴ τοῦτον εἰκός ἐστι πᾶσαν ἀρχὴν
5515698 μεμφου
, Ἡρακλῆς δὲ ἐπετάττετο , παρ ' αὐτοῦ μαθὼν μὴ μέμφου τὸ γενόμενόν μοι δέος μηδ ' ὑβρίσθαι νόμιζε πρὸς
' ἀξίου ὅμοιον εἶναι τοῖς ἄλλοις ἢ τῇ φύσει μου μέμφου , ὅτι με διαφέροντα παρὰ τοὺς ἄλλους ἐποίησεν .
5511737 ἀνῃρημενους
ὡς οἱ στρατηγοὶ οἱ μὴ θάψαντες τοὺς εἰς τὸ πέλαγος ἀνῃρημένους : καὶ πάλιν ὡς ὁ ῥήτωρ ὁ ἀναγκασθεὶς καὶ
τοὺς πεσόντας ἐπῄει , θεώμενος δὲ τῶν φίλων τοὺς ἀρίστους ἀνῃρημένους ᾤμωξε καὶ δακρύσας εἶπεν οὐ χρῄζειν ἑτέρας τοιᾶσδε νίκης
5509716 ἀρηξατε
] βοηθήσατε . Ξ ἀρήξατε ] τὴν πόλιν δηλονότι . ἀρήξατε ] ἡμῖν . θ ] ἀντὶ μιᾶς . τῶν
μελόμενοι ] φροντίζοντες . Ξ μελόμενοι ] φροντίδα ἔχοντες . ἀρήξατε ] βοηθήσατε . Ξ ἀρήξατε ] τὴν πόλιν δηλονότι
5508066 φυλαττοντας
θεοί ; Πολύ γε . Τοὺς δὴ κάλλιστά τε πράγματα φυλάττοντας , διαφέροντάς τε αὐτοὺς φυλακῇ πρὸς ἀρετήν , κυνῶν
εἰς ἀκρόπολιν , ὁ τῶν δορυφόρων γυμνώσας , ὁ τοὺς φυλάττοντας αὐτὸν ἀπελάσας , ὁ ὑποχείριον τοῖς τυραννουμένοις καταστήσας :
5499415 ἀνοιγεις
κυρίοις γ δίδεις τὰ γράμματα δ ἔχεις χρόνον ζωῆς ε ἀνοίγεις ἐργαστήριον Ϛ σώζῃ τῆς ἀσθενείας βραδύ ζ ὑπάγεις εἰς
ζ ἀγορανομεῖς καὶ εὐημερεῖς η οὐ καταλλάσσῃ τοῖς κυρίοις θ ἀνοίγεις ἐργαστήριον ι μένεις ὀλίγον χρόνον καὶ ἀναχωρεῖς α οὐκ
5497520 κολασθησομενους
αὐτοὺς καὶ τοὺς ἀπὸ τῆς πόλεως προσελθόντας συνέλαβέν τε καὶ κολασθησομένους Ἀθηναίοις ἔπεμψεν . Ὅτι Ἠλεῖοι Ξενίαν τὸν προεστηκότα τῆς
γίνεται τῶν πταισάντων μακροβιώτερα , οὐδὲ εἰσπράττῃ δίκας ἀδικημάτων τοὺς κολασθησομένους προγενεστέρων . Πλέομεν δὲ ὥσπερ ἐν νηὶ δυοῖν κυβερνήταιν
5493066 ἀθῳους
τὴν φυλακὴν , τὸ τοὺς πονηροὺς ἁλισκομένους παρ ' ὑμῶν ἀθῴους μὴ παραπέμπεσθαι . Νόμος τὸν βιασάμενον κόρην διδόναι χιλίας
, ἀλλὰ τούς γε ὀρεῖς καὶ τοὺς κύνας τί τοὺς ἀθῴους ὁ ὀϊστὸς ἐν τοῖς πρώτοις ἐπεπορεύετο ; ἀλλὰ διδάσκει

Back