ἔοικεν παρὰ τὸ αὐτὸ καὶ τὸ ἔντης , ὁ ἑαυτὸν ἐπαφεὶς εἰς πάντα καὶ ὢν αὐτεξούσιος καὶ μὴ ἄλλου ἀλλ | ||
ἦν ἐραστὴν οὐ κτησάμενος : ἀλλ ' ἐπὶ πηγὴν ἑαυτὸν ἐπαφεὶς , ἔστεργε μὲν τὴν σκιὰν ὡς ἐρώμενος : ἑαυτοῦ |
ὁ κατὰ τῶν ἀγαθῶν λόγος ἰσχύει . κολακευτικῶς καὶ δολίως ὑπερχόμενος . πρός . τοὺς ἀκούοντας τὴν τῶν ἀγαθῶν κατηγορίαν | ||
ἐναντίων ποιοτήτων συγκείμενος , μοχθηρὸς ὑπάρχει , μήτε ἀναδιδόμενος μήτε ὑπερχόμενος , ἀλλ ' ἐπὶ πλέον τε παραμένων ἐν τῇ |
λεόντων συγκρίσει λύκος γίνῃ . ” Λέων τις ἐβασίλευεν οὐχὶ θυμώδης οὐδ ' ὠμὸς οὐδὲ πάντα τῇ βίῃ χαίρων , | ||
μέν ἐστιν ἀγνώμων , ἄρκτος δὲ νωθής , πάρδαλις δὲ θυμώδης , τίγρις δ ' ἀλαζὼν καὶ τὸ πᾶν ἐρημαίη |
. Δούλῳ γενομένῳ σὺ δουλεύειν φοβοῦ : Ἀμνημονεῖ γὰρ ταῦρος ἀργήσας ζυγοῦ . Εὐημερῶν μέμνησο καὶ τοῦ θανάτου . Ἑρμηνεία | ||
γενομένῳ , δοῦλε , δουλεύων φοβοῦ : ἀμνημονεῖ γὰρ ταῦρος ἀργήσας ζυγοῦ . Ἐλεύθερος πᾶς ἑνὶ δεδούλωται , νόμῳ , |
πάρος , ἐκ Μοισᾶν ξεινήιον ὤπασεν ἦμεν . χὢ μὲν ἀποκλίνας ἐπ ' ἀριστερὰ τὰν ἐπὶ Πύξας εἷρφ ' ὁδόν | ||
ἀμυθήτους ἰδιότητας τέχνῃ δαιμονίῳ πεποικιλμένας , τὴν δ ' ὄψιν ἀποκλίνας ἀπὸ τῶν ἡμέρων ἐν μέρει πάλιν αἰγείρους , κέδρους |
: ὥστε αὖ πάλιν ἡ μὲν ἥδετο , Δάφνις δὲ ἐλυπεῖτο . Ηὔχοντο δὲ δὴ ταχέως παύσασθαι τὸν τρυγητὸν καὶ | ||
τριήρη , Χαιρέᾳ δὲ βοηθοῦσαν ἑαυτήν . ὁ δὲ Διονύσιος ἐλυπεῖτο μὲν ὁρῶν τρυχομένην τὴν γυναῖκα , μὴ ἄρα τι |
Ἀβδηριτῶν καταλειφθήσεσθαι . Ἐκλαθόμενος γὰρ ἁπάντων καὶ ἑωυτοῦ πρότερον , ἐγρηγορὼς καὶ νύκτα καὶ ἡμέρην , γελῶν ἕκαστα μικρὰ καὶ | ||
καθ ' ὕπνον δὲ οἷόν πού τις ἢ καὶ ὕπαρ ἐγρηγορὼς ὠνείρωξεν μαντευόμενος αὐτότὸ δ ' οὖν δόγμα περὶ αὐτοῦ |
ἡλίῳ καὶ σελήνῃ καὶ τῇ τῶν ἄλλων ἀστέρων ἱερωτάτῃ καὶ παναρμονίῳ στρατιᾷ , ταξιαρχοῦντος καὶ ἡγεμονεύοντος τοῦ θεοῦ τοῦ τὴν | ||
Ἄγαμαι δὲ κἀκεῖνον τὸν νόμον , ὃς καθάπερ ἐν χορῷ παναρμονίῳ συνᾴδων τοῖς προτέροις διαγορεύει , βοῦν ἀλοῶντα μὴ φιμοῦν |
ἧκε μετὰ τῶν ἄλλων σατραπῶν : ὁ δὲ ἵππος αὐτοῦ γνωρίσας τὸν τόπον τῆς συνουσίας ἐρωτικόν τι παθὼν πρῶτος ἐχρεμέτισεν | ||
ἄχρι λιμένων τῶν κατὰ πόλεις καὶ ὑποδρόμων λεωφόρους ἀνατεμὼν καὶ γνωρίσας ἠπειρώτας νησιώτας οὐκ ἄν ποτ ' εἰς ἑαυτοὺς ἐλθόντας |
καὶ διαγγέλλει τὰ τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ νοῦ ἐνθυμήματα . Ἀργειφόντης δὲ , ὡς ἀργὸς καὶ καθαρὸς φόνου : παιδεύει | ||
τῷ περὶ σχημάτων . . . . . , : Ἀργειφόντης . παρὰ γὰρ [ τὸ ] ἐναργεῖς τὰς φαντασίας |
] ἐσκοτισμένῃ . Ξ δίδυμα ] τοὺς δύο ὀφθαλμοὺς ἑαυτοῦ ἐτύφλωσεν . δίδυμα ] διπλᾶ . δίδυμα ] διπλᾶ , | ||
, ὅτι τὴν μὲν μίαν ἐκαρατόμησε , τὰς δὲ δύο ἐτύφλωσεν : ὀφθαλμῷ γὰρ αἱ τρεῖς ἐχρῶντο ἑνί . εὐπάραον |
χαριέντως δὲ καὶ παρ ' ὑπόνοιαν εἶπε τὸ “ ὡς ἀπολούμενος ” . οἱ γὰρ στρατευόμενοι τυρὸν καὶ ἄλφιτα ἑαυτοῖς | ||
αὐτῷ θανάτου ποτὲ ἄξιον ἐργάσασθαι , προύφερέ τε ὡς ἀπεστέλλετο ἀπολούμενος . καὶ τῆς μὲν τῶν Ἑλλήνων δουλώσεως ὀλίγον ἑαυτῷ |
τοῦτο , κρύφα Πηλέως εἰς τὸ πῦρ ἐγκρύβουσα τῆς νυκτὸς ἔφθειρεν ὃ ἦν αὐτῷ θνητὸν πατρῷον , μεθ ' ἡμέραν | ||
ἀνθρώπου ἐπιμελῶς ἐπὶ τὰ πονηρὰ ἐκ νεότητος , πρῶτον μὲν ἔφθειρεν τὸ γένος κατακλυσμῷ , μετὰ δὲ ταῦτά φησιν μηκέτι |
ὡς περισσάρτιος , καθάπερ εἴπομεν . δεῖν οὖν ἐν ταύτῃ δαμάζειν ἡμιόνους ἐπιβάλλοντα τὼ χεῖρε καὶ πωλοδαμνοῦντα τοῦτο τὸ ζῷον | ||
πρὸς αὐτὴν ἡ ἡμίονος . τῇ δὲ δυοκαιδεκάτῃ προσέταξε ταύτας δαμάζειν , ἵνα πραότεραι γίνωνται , διότι τὸ στάσιμον ἡ |
ἑνὸς , ἤγουν Διός . . τεοῖσι ] ἰδίοις . ἐπικότως ] ὀργίλως . . ἐπὶ σκότος ] γρ . | ||
] τοῖς σοῖς ὅ δ ' ] ἤγουν ὁ Ζεύς ἐπικότως ] ὀργίλως θέμενος ] εἰς ἑαυτόν ἄγναπτον ] ἀκαμπῆ |
τοῖς εἰδόσιν πονηρεύωνται , ἀνόνητοι τῶν τεχνασμάτων γίνονται . λύκος λιμώττων περιῄει ζητῶν ἑαυτῷ τροφήν . ὡς δὲ ἐγένετο κατά | ||
ὥρᾳ τῶν σίτων βραχέντων οἱ μύρμηκες ἔψυχον . τέττιξ δὲ λιμώττων ᾔτει αὐτοὺς τροφήν . οἱ δὲ μύρμηκες εἶπον αὐτῷ |
περιεργίαν . νῦν μέντοι τὴν τέχνην δηλῶν φησι : σοφίην παιδεύεται . σκέπαρνος : εἶδός ἐστι δεσμοῦ ὁ σκέπαρνος , | ||
λοιπῶν ζώιων τοῦτο ὁρᾶσθαι συμβαῖνον , ὅσα ὑπ ' ἀνθρώπων παιδεύεται , ἀλλ ' εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς τόν τε σκύλακα |
: ἡ ἐκ θεοῦ , φησίν , ἀπάτη ὡς φιλόφρων σαίνουσα καὶ ὑποθέλγουσα κατὰ τὴν ἀρχὴν ἐμβιβάζει τὸν ἄνθρωπον εἰς | ||
ἀπατᾷ τοὺς θηρευτὰς κύνας δι ' ἀνέμου γαστρὸς πλανῶσα καὶ σαίνουσα εἰς συνουσίαν : συγγινομένη γὰρ κυνὶ τίκτει τὸν καλούμενον |
λέγει δὲ κυνικῷ , οἷον πονηρῷ καὶ βιαίῳ . ΓΘ κυνοκεφάλῳ ] πονηρῷ δαίμονι καὶ βιαίῳ . πῶς , φησίν | ||
Ὦ παμπόνηρε , πῶς οὖν κυνὸς βορὰν σιτούμενος μαχεῖ σὺ κυνοκεφάλῳ ; Καὶ νὴ Δί ' ἄλλα γ ' ἐστί |
κεκορυθμένος αἴθοπι χαλκῷ . οὐδ ' ἔλαθ ' Ἀγχίσαο πάϊς λευκώλενον Ἥρην ἀντία Πηλεΐωνος ἰὼν ἀνὰ οὐλαμὸν ἀνδρῶν : ἣ | ||
ἔσχατα : ἵνα μὴ τὸν Ὅμηρον αὖθίς σοι προφέρω , λευκώλενον τὴν Ἥραν λέγοντα , καὶ ῥοδόπηχυν τὴν Ἠώ , |
. Ἔρως θεῶν πανουργότατε , τοῖς μὲν ὀφθαλμοῖς ἥδιστε , ἐκπέμπων δὲ ἀφανῶς δι ' αὐτῶν ἐπὶ τὴν ψυχὴν τὸ | ||
ὑψηλοῖς καὶ τῆς γῆς ὑπεραιρομένοις τόποις πιστὸς καὶ θαρρῶν καὶ ἐκπέμπων βέλος πύρπνοον , καὶ πυρὸς πνέον . οὐδὲν γὰρ |
δὲ περὶ τὸν ἔξω ῥέοντα λόγον : ὁ δὲ Μόρυχος γάστρις τις ἄνθρωπος καὶ ἡ κωμῳδία αὐτὸν ὡς γαστρίμαργον διαβάλλει | ||
τύχης εὐκληρίαν , ἕως ὁ Σαρδανάπαλος ἦρξε τῶν Ἀσσυρίων , γάστρις ἀνὴρ καὶ τρυφηλός , λαγνὸς καὶ γυναικίας , ὃς |
φίλον Ἱέρωνα , ὃς καὶ ταῖς Συρακούσαις βασιλεύει τοῖς πολίταις πρᾳότατος ὢν καὶ ἀνεπαχθὴς καὶ τοῖς ἀγαθοῖς οὐ διαφθονῶν , | ||
ταῦτα Κρατερῷ ἀγαθὴν δόξαν , πεπίστευται δὲ σωφρονέστατος γενέσθαι καὶ πρᾳότατος καὶ φιλίας κοινωνῆσαι βεβαιότατος , οἷα δὴ τὸ φιλέταιρον |
, λαμβάνει τι ὧν δεῖται , ὅταν δὲ ἀμελῇ , κολάζεται . ἀνθρώπους δ ' ἔστι πιθανωτέρους ποιεῖν καὶ λόγῳ | ||
δωρεὰν , εἰ γὰρ , φησὶν , ὁ λιπὼν τάξιν κολάζεται , δῆλον ὅτι ὁ ἀριστεύσας τιμηθήσεται . Ἐὰν μὲν |
διὰ τοῦ ι , παρὰ τὸ βρίζειν ἐστὶν , ὁ ὁρμητικός : εἰ δὲ διὰ τοῦ η , ἀπὸ ἄκρας | ||
τραχὺς ] ἀλαζονικὸς ὑπάρχει . τραχὺς ] + ἀναιδής , ὁρμητικός . δῆμος ] τὸ πλῆθος . δῆμος ] ὁ |
. τανυσθείς : ἐξαπλωθείς . Ἐπιτρέψας : καὶ δοὺς , ἐνδούς . κεκαφηότα : ἐκπεπνευκότα , κεκοπιακότα , ἠσθενηκότα ἀπὸ | ||
τῆς καθεξούσης τὸν οἶκον ἐρημίας οὔτ ' ἄλλο μαλακὸν οὐθὲν ἐνδούς , ἀλλ ' ἄδακρύς τε καὶ ἀστένακτος καὶ ἀτενὴς |
νύκτας πορευόμενος , τὰς δὲ ἡμέρας καταδύνων ἐς ὕλην καὶ αὐλιζόμενος . Οὕτω ὥστε Λακεδαιμονίων πανδημεὶ διζημένων τρίτῃ εὐφρόνῃ γενέσθαι | ||
πρὸς τὸν πόλεμον . Ὁ δὲ Ταγγρολίπηξ ἐς τὸ βάθος αὐλιζόμενος τῆς ἐρήμου , ἐπείπερ ἔγνω τὴν κατ ' αὐτοῦ |
χρή , ὅτι οἶνος χωριζόμενος τῆς τρεφούσης αὐτὸν τρυγός , λεπτομερέστερος καὶ ἀσθενέστερος γίνεται . προνοητέον οὖν , ἵνα χειμῶνος | ||
ἔστι δὲ καὶ λεπτομερές . ὁ δ ' ὀπὸς αὐτοῦ λεπτομερέστερος , οὐ μὴν εἰς τοσοῦτόν γε θερμός , εἰς |
ἀνάγκη συμβαίνειν ; Ναί , τοῦτό γε οὕτως ἔχει . Τοὐναντίον δέ γε αὖ μεταβαλόντα , εἰ ἄρα δεῖ τινα | ||
οὐ σωφρονοῦσιν οὕτω πράττοντες ; Συνδοκεῖ μοι , ἔφη . Τοὐναντίον ἄρα ἐστὶν τὸ ἀφρόνως πράττειν τῷ σωφρόνως ; Ἔφη |
Λήναις σύν ποτε καὶ Σατύροις , οἷον ὁ τεχνήεις Πυλάδης ὠρχήσατο κεῖνον ὀρθὰ κατὰ τραγικῶν τέθμια μουσοπόλων , παυσαμένη ζήλου | ||
Πινδάρου μετέβαλες . ἐκείνου μὲν γὰρ ὁ Πὰν τὸν παιᾶνα ὠρχήσατο , ὡς λόγος , ἐγὼ δὲ , εἰ θέμις |
, ὦ γενναῖε , ἀλλ ' ὥσπερ τι καλὸν ἐξειργασμένος ὑψαυχενῶν καὶ μεγαληγορῶν περιέρχῃ καὶ μηδὲν ὑφεῖναι τοῦ φρονήματος ἀπομαχόμενος | ||
δὲ ἐν τοῖς ὤμοις ὑποκινούμενος , ὀρθὸς δὲ ὢν καὶ ὑψαυχενῶν ἀπειθὴς καὶ αὐθάδης καὶ ὑβριστής , ὡς γὰρ ταὐτὸ |
διενεχθείς τινι τῶν ἀπὸ τοῦ ὁρατικοῦ καὶ ἐπιστημονικοῦ γένους , ἀκράτωρ ὑπ ' ὀργῆς αὐτὸς αὑτοῦ γενόμενος καὶ ἅμα τῆς | ||
τέκνον , πείσθητι : προσπίτνω σε γόνασι , καίπερ ὢν ἀκράτωρ ὁ τλήμων , χωλός . Ἀλλὰ μή μ ' |
ἀσπίδα , ἀλλ ' ἀριστεῦσαι , οὐκ ἰσχυρῶς δέ : ἀναισχυντεῖ γὰρ , ὁμολογεῖν μὲν ῥίψασπις εἶναι : ἐπειδὴ δὲ | ||
, ὡς εἴρηται . ὡς ] ὄντως . ἀναιδεύεται ] ἀναισχυντεῖ . Κρατίνου κῴδιον : κῴδιόν ἐστι τὸ ἅμα τοῖς |
. ἐδόκουν δὲ βαδίζειν ὁδόν τινα δι ' ἐμαυτοῦ χωρίου προσορῶν τῷ ἀστέρι ἄρτι ἥκοντι , καὶ γὰρ εἶναι πορείαν | ||
λόγον . ἰδοὺ ] ? γελᾶι ? μου ? [ προσορῶν ? ] ? × × ] ! ὁ ? |
τὴν πᾶσαν Ἑλλάδα , ἔτι δὲ πρὸς τούτοις τὸν ἀδικοῦντα τιμωρούμενος ; εἰ δὲ φθόνωι ἢ κακοτεχνίαι ἢ πανουργίαι συνέθηκε | ||
οὔσας τὰς ἀποδείξεις ἔδωκεν : οὔτε γὰρ εἴδομεν τίς ὁ τιμωρούμενος , οὔτε ἠκούσαμεν γόων οὐδ ' ὀλοφυρμῶν : τὰς |
' ὁ θεὸς εὐμάρειαν ἐπεδίδου χεροῖν . Ἰνὼ δὲ τἀπὶ θάτερ ' ἐξηργάζετο ῥηγνῦσα σάρκας , Αὐτονόη τ ' ὄχλος | ||
τὰ τεῦτλα . ἰχθὺ βάδιζε . ἀλλ ' οὐδέπω τἀπὶ θάτερ ' ὀπτός εἰμί . οὐκοῦν μεταστρέψας σεαυτὸν ἄλειφε . |
ἀκίνητον νοεῖσθαι . [ , . ] ἐν δὲ τῶι Πειρίθωι δράματι ὁ αὐτὸς καὶ τάδε τραγωιδεῖ : σὲ . | ||
καὶ δεδεμένωι αἰδοῦς ἀχαλκεύτοισιν ἔζευκται πέδαις . . , Εὐριπίδου Πειρίθωι : ὁ πρῶτος εἰπὼν οὐκ ἀγυμνάστωι φρενί ἔρριψεν , |
Ὀρμενίδαο , ὅς μοι παλλακίδος περιχώσατο καλλικόμοιο , τὴν αὐτὸς φιλέεσκεν , ἀτιμάζεσκε δ ' ἄκοιτιν μητέρ ' ἐμήν : | ||
διπλῆ , ὅτι ἀντὶ τοῦ ἔπαισε . . πάντας γὰρ φιλέεσκεν ὁδῷ ἔπι οἴκια ναίων : ἡ διπλῆ , ὅτι |
. τῆς δὲ ὄρνιθος ἀπολωλυίας , ἐπῳάζει αὐτός , καὶ ἐκλέπει τὰ ἐξ ἑαυτοῦ νεόττια σιωπῶν : οὐ γὰρ ᾄδει | ||
λιμναῖόν ἐστι : τίκτει μὲν γὰρ ᾠὰ ἐν γῇ καὶ ἐκλέπει καὶ τὸ πολλὸν τῆς ἡμέρης διατρίβει ἐν τῷ ξηρῷ |
χρυσίον εὑρίσκεται τίμιον , ὀφθαλμῶν τε φάρμακόν ἐστιν . ὁ νησιώτης Δημονήσιος . Δῆμος , παρ ' Ἀθηναίοις ἡ κώμη | ||
, Λιβύης , ὡς πολυίστωρ ἐν τρίτῳ Λιβυκῶν . ὁ νησιώτης Δρακοντονήσιος ἢ Δρακοντονησίτης . Δρεπάνη , ἡ Φαιακία . |
αὐτοῖς τὸν νοῦν προσέχειν : ὡς ἐὰν μὲν κλάοντας αὐτοὺς καθίσω , αὐτὸς γελάσομαι ἀργύριον λαμβάνων , ἐὰν δὲ γελῶντας | ||
τὴν δὲ σοῦ λύπην ἐπιστρέψω εἰς χαράν , καὶ ἐπιστρέψας καθίσω σε εἰς τὴν ἀρχήν σου ἐπὶ τὸν θρόνον τοῦ |
καὶ Ἀγρίππα : καὶ γὰρ οὗτος ἐπὶ ὕλην ἐπεπόρευτο . γαυρούμενος δὲ ὁ Μηνόδωρος ἐξώκειλέ ποτε τὴν ναῦν ἑκὼν ἐς | ||
ἀνακινεῖν , ὥσπερ οἱ τὸν σῖτον καθαίροντες . Βρενθυόμενος . γαυρούμενος καὶ ὀγκυλόμενος μετὰ βάρους . Βρενθυόμενος , ἐπαιρόμενος , |
τύχης ἐπηρκότα , τούτου ταχεῖαν νέμεσιν εὐθὺς προσδόκα . } Δούλῳ γενομένῳ , δοῦλε , δουλεύειν φοβοῦ . ἀμνημονεῖ γὰρ | ||
ἔφη , τῷ ὀρεοκόμῳ . Δούλῳ ὄντι ἢ ἐλευθέρῳ ; Δούλῳ , ἔφη . Καὶ δοῦλον , ὡς ἔοικεν , |
τρόπον αἰκιζόμενος , ἅμα κήρυκος συνακολουθοῦντος ὅτι τὸν ἄνδρα Διονύσιος τιμωρεῖται παρηλλαγμένως , ὅτι τὴν πόλιν ἔπεισεν ἑλέσθαι τὸν πόλεμον | ||
τοῦ παρακειμένου ὕδατος , πίπτει ἡ πέτρα ἐπάνω αὐτοῦ καὶ τιμωρεῖται ἐκ τούτου , ὅτι λιμῷ καὶ δίψει τήκεται . |
γενέσθαι ἢ ἀνελθεῖν εἰς τὸν οὐρανόν . ἀπέρχεται : δηλονότι ἀπέπτη . ὁ οἰκέτης πρὸς τοὺς παῖδας ἐκείνου λέγει , | ||
χειρῶν . δοκεῖ γὰρ ἄντικρυς κρατεῖν αὐτήν . βέβακεν ] ἀπέπτη . ὄψις ] ἡ φαντασία . οὐ μεθύστερον ] |
συλλαβὴ λύει τὴν αἰτίαν , ἵνα ᾖ : τῆνον ἂν ἔκλαυσεν , εἰ ἐν Σικελίᾳ λέων ἦν . πολλαί οἱ | ||
καὶ αὐτὸς σφόδρα : καὶ Μιχαὴλ ἰδὼν αὐτοὺς κλαίοντας , ἔκλαυσεν καὶ αὐτός : καὶ ἔπεσαν τὰ δάκρυα Μιχαὴλ ἐπὶ |
πρὸς τὰς Νύμφας τὸν Δάφνιν καὶ ἀπονίπτει τε τὸ πρόσωπον ᾑμαγμένον ἐκ τῶν ῥινῶν ῥαγεισῶν ὑπὸ πληγῆς τινος , καὶ | ||
, ὡς ἐπ ' ἐκείνου πεφώραταί τις ἐν ἐρημίᾳ ξίφος ᾑμαγμένον κατέχων καὶ κρίνεται φόνου , ἐρεῖ γὰρ ὡς θηρίον |
φύσει Θηραμένους . Οὐ γὰρ ἂν γέλοιον ἦν , εἰ Ξανθίας μὲν δοῦλος ὢν ἐν στρώμασιν Μιλησίοις ἀνατετραμμένος κυνῶν ὀρχηστρίδ | ||
λοιπὸν τὰ πράγματα . ἦ Ξανθίας : Ὄντως ὑπάρχει ὁ Ξανθίας , ὃν ὁρῶ ; . ἰαῦ : 〚 Μίμημά |
τάφους λουτρά . Χύτραν ποικίλλειν : ἐπὶ τῶν ἀδυνάτων . Χυτρεοῦς : ἤτοι ὀστράκινος , εὐτελής . Χρυσὸς Κολοφώνιος : | ||
: ἐπὶ τῶν ἀδυνάτων . Χυτρεοῦς θεός . καί : Χυτρεοῦς ἄνθρωπος : ὀστράκινος , εὐτελής . Χωρὶς τὰ Μυσῶν |
ἡ δὲ γνοῦσα τοῦ υἱωνοῦ αὐτῆς τὸ παιδίον ἐκόμισε καὶ ἀνέθρεψεν . ἁλούσης δὲ τῆς Τροίας ἀναγνωρισθεῖσα τῷ Ἀκάμαντι ἀπῇρε | ||
αἰῶνα πολύθρηνον καὶ μέλεον αἷμα ἀνατλᾶσα . ἔθρεψεν ] ἤγουν ἀνέθρεψεν αὐτὸν τὸν Ἀλέξανδρον τις ἐκτεθέντα . σαίνων ] τὸ |
Ἀριστάρχου γοῦν τινος ἐρασθεὶς μειρακίου , καὶ δι ' αὐτὸ παροινήσας εἰς Νικόδημον , ἐξέκοψεν αὐτοῦ τοὺς ὀφθαλμούς . Παραδέδοται | ||
ἐπαινεθῆναι , μείνας ἐντὸς τῶν τῆς ὀρχήσεως ὅρων καὶ μὴ παροινήσας εἰς τὴν ὑπόκρισιν . Ταῦτά σοι , ὦ φιλότης |
φυγών . ἐκράτει τοίνυν ὁ μὲν παρών , σὺ δὲ ἀπών . δῆλον τοίνυν ὅτι μέλει τοῖς θεοῖς τῶν ἐν | ||
οὐδὲν καινόν , εἰ ᾧ παρὼν ἔχαιρες , τούτῳ γράφεις ἀπών . ἀναμιμνήσκου γάρ , ὅπως ἑσπέρας ἡδίων ἐγίγνου προσιόντος |
φροντίδι εἰσὶ , φροντίζονται . δολόφρονα μῆτιν : δόλον . ὑφαίνων : ποιῶν . Ἀναψάμενος : δεσμήσας . ἀκροτάτοιο : | ||
ἔπεμψεν ἐπιστολήν , δι ' ἑνὸς δὲ ῥήματος πᾶσαν ἦλθεν ὑφαίνων , ὥστε με καὶ πρὸς γέλωτα ὑπενεχθῆναι . διὰ |
αὐτοῦ ὁ Ἑρμῆς , “ παῦε παῦε ” φησὶν ὁ Τρυγαῖος . Γ παῦε παῦ ' , ὦ δέσποθ ' | ||
Διὶ φράσαι σπεύδων τὰ κατ ' ἀνθρώπους [ κακὰ ] Τρυγαῖος ἐθέλων ἀναπετέσθ ' ὡς τοὺς θεοὺς ἐξέτρεφεν ὄρνιθ ' |
ἀνήκεστον πρᾶξαι κατὰ τῆς πατρίδος . ὁ δὲ τυραννικῶς ἤδη διεξάγων αὐτὸν μὲν προέωσε πρηνῆ ἐπὶ τὴν γῆν , τοῖς | ||
] στρέφων . νωμῶν ] καὶ μαντευόμενος . νωμῶν ] διεξάγων . θΞ φρεσὶ ] διανοίᾳ . φρεσὶ ] ἐν |
καί οἱ ὕλας ] οὗτος Ἡρακλέους ἐρώμενος , υἱὸς δὲ Θειοδάμαντος τοῦ Δρύοπος . καὶ Μνασέας μὲν οὕτως : Ἑλλάνικος | ||
Ἡρακλεῖ γέγονεν ὁ πρὸς τοὺς Δρύοπας πόλεμος . τοῦ γὰρ Θειοδάμαντος ἀνελθόντος εἰς τὴν πόλιν , καὶ εἰπόντος ὡς Πολέμιος |
τῶν πραγμάτων ἔλαχεν ἐπιτροπὴν καὶ πλείστων τῶν εὖ βουλευθέντων ἐκείνῳ καθηγητὴς ἐγένετο : ὃς καὶ Πρίσκον τὸν συγγραφέα τῶν τῆς | ||
. ὁ Χῖος . ̈ . , Μ . ὁ καθηγητὴς Ἐπικούρου φησὶν ἄτοπον εἶναι ἐν μεγάλωι πεδίωι ἕνα στάχυν |
μηκέτ ' ἀελίου σκόπει ἄλλο θαλπνότερον ἐν ἁμέρᾳ φαεννὸν ἄστρον ἐρήμας δι ' αἰθέρος , μηδ ' Ὀλυμπίας ἀγῶνα φέρτερον | ||
ἐρήμας ᾤεθ ' οὕτω : παροιμία ⌈ ἐστὶ τὸ “ ἐρήμας τρυγήσεις ” ἐπὶ τῶν ἀδεῶς ⌈ τι Γ πραττόντων |
λέγοντος ὑπὲρ αὑτοῦ ἔπαινόν τινα τοιοῦτον , ὅτι πάσης φιλοσοφίας πεπείραται : Ἐὰν Ἀριστοτέλης με καλῇ ἐπὶ τὸ Λύκειον , | ||
ἐξηγκωνισμένος καὶ ἐν ἀσχήμονί τινι προσόψει τῶν τῆς αἰχμαλωσίας οἰκτρῶν πεπείραται , καθαπερεὶ τῆς τύχης ἐν τῷ τούτου βίῳ τὴν |
τῶν ἀδιασκέπτως τι ποιούντων καὶ τὸ κατόπιν μὴ προορωμένων . Ἀσκὸν δαίρεις : ἐπὶ τῶν ἀνοήτως τι ποιούντων . Ἀσκῷ | ||
ἄμφω δεῖ βασιλεύειν , μετέχειν δὲ ἑκάτερον τῆς ἀρχῆς . Ἀσκὸν δαίρειν : ἐπὶ τῶν ἀνοήτως σφόδρα τι ποιούντων : |
] θαρσαλέος , βέβαιος ὤν . τινάσσων ] κινῶν . πυρπνόον βέλος ] τὸν κεραυνόν . . ταῦτ ' ] | ||
ἤγουν διὰ τὸ ποιεῖν βροντὰς , μεγαλυνόμενος καὶ ἐκπέμπων βέλος πυρπνόον καὶ πυρὸς πνέον : λέγει δὲ τὸν κεραυνόν : |
μετὰ πολλῆς χαρᾶς κατῆλθεν εἰς τὸν ὑποδειχθέντα αὐτῷ τόπον δρομαίως ψηλαφῶν τὸ χρυσίον . περιτυχὼν δὲ ἐκεῖσε λῃσταῖς συνελήφθη ὑπ | ||
Ξέρξης ἢ αὖθις καὶ πάλιν ἄγχι παμφαλώμενος καὶ περιβλέπων καὶ ψηλαφῶν μόσυνα φηγότευκτον ἤτοι ναῦν , οὕτω δὲ ψηλαφῶν ναῦν |
μέγας καλεῖται , ὃν κύκνῳ εἰκάζουσιν : τούτῳ Ζεὺς ὁμοιωθεὶς κατέπτη εἰς Ῥαμνοῦντα τῆς Ἀττικῆς , κἀκεῖ Νέμεσιν ἔφθειρεν : | ||
ἀσπίδα ] ? εἰς θάλασσαν [ ] [ ἔχων ] κατέπτη . εἴπερ [ ! ! ] ! [ ! |
εὔμορφος καὶ ἐπέραστος . ὁ δὲ ἐραστὴς μόλις ἀνελθὼν καὶ πλησιάσας τῇ θύρᾳ τεθηπέτω ἀφορῶν εἰς τὸ χρυσίον . παραλαβοῦσα | ||
εὐνῇ : σκύλακες , τὰ μικρὰ σκυλακία . Ἐγχρίψας : πλησιάσας , προσεγγίσας , προσπελασθείς . πάρος : ἔμπροσθεν , |
βασιλεῖς ᾑροῦντο διὰ τὸ δοκεῖν τρυφᾶν καὶ μαλακοὺς γεγονέναι . Ἱππομένης δὲ εἷς τῶν Κοδριδῶν βουλόμενος ἀπώσασθαι τὴν διαβολήν , | ||
τοῦ πλησιάσω . ἐντεῦθεν ἄρχεται τῆς ᾠδῆς . Ἱππομένης : Ἱππομένης ὁ υἱὸς Μεγαρέως τῆς Σχοινέως Ἀταλάντης τῆς δρομαίας ἐρασθεὶς |
' αὐτῷ , παραγίνεται ἢ φοιτήσοι , ἔρχεται . , φοιτητὴς γενήσεται , παραγένηται , ἀπέρχηται , παραγίνεται , ἀπέρχεται | ||
ἀπόδος καὶ γυναικὶ καὶ τέκνοις καὶ ἐμοὶ καὶ Ὀλυμπίοις . φοιτητὴς δὲ οὑμός , ὃν οἶσθα , θήγει μετὰ τῆς |
ἢ κρύφα ἢ φανερῶς ἐπιβουλευθεὶς ἀπολεῖται . ἐὰν δὲ Κρόνος στηρίζων τὴν Σελήνην ἴδῃ ἢ συναφὴν αὐτῆς ἐπέχῃ αὐτοχειρίᾳ ὁ | ||
ἢ κρύφα ἢ φανερῶς ἐπιβουλευθεὶς ἀπολεῖται . ἐὰν δὲ Κρόνος στηρίζων τὴν Σελήνην ἴδῃ ἢ συναφὴν αὐτῆς ἐπέχῃ αὐτοχειρίᾳ ὁ |
ΡΟΣ δισύλλαβα τριγενῆ ἔχοντα δασὺ πρὸ τοῦ Ρ ὀξύνεται : νωθρός σαθρός ψυχρός ἐχθρός αἰσχρός στιφρός . σεσημείωται τὸ γλίσχρος | ||
νω στερητικοῦ μορίου καὶ τοῦ θορῶ τὸ πηδῶ νωθορὸς καὶ νωθρός . Εἰλεῦνται : δωρικῶς καὶ αἰολικῶς , καὶ κινοῦνται |
καὶ σύγχριε τοὺς λουομένους καὶ τοὺς ἀλουτοῦντας . Ῥῆγμα καὶ σπάσμα τὸ μὲν ἐν σαρκώδει μορίῳ , τὸ δ ' | ||
| ἀπομυλλήνῃ : τοῦτο γίνεται , ὅταν διαστροφὴ καὶ οἷον σπάσμα περὶ τὴν γένυν μετὰ παρέσεως σχῇ , μάλιστα δ |
καὶ τοὺς ἐπὶ τῶν δωμάτων κόρακας ἐκ πολλῆς τῆς κατηχήσεως κράζειν τὴν κατ ' αὐτὸν τοῦ συνημμένου κρίσιν , εἴποι | ||
Γ πῶς δ ' ἂν πεποιθοίη τις : διὰ τὸ κράζειν καὶ βοᾶν τὸν συκοφάντην λέγει ὁ χορὸς ὅτι πῶς |
. ἀτενὴς καὶ ἀτεράμων ἄνθρωπος : ταὐτὸν ὁ ἀτενής τῷ ἀτεράμων . τὸ μέντοι ἀτεράμων κυρίως ἐπὶ τῶν δυσεψήτων ὀσπρίων | ||
μή τις ἐγγίγνηται τῶν πολιτῶν ἡμῖν οἷον κερασβόλος , ὃς ἀτεράμων εἰς τοσοῦτον φύσει γίγνοιτ ' ἂν ὥστε μὴ τήκεσθαι |
ἀποστρεφόμενος τῇ τε ἠρεμίᾳ ἡδόμενος καὶ ὕπνῳ καὶ καύματι πολλῷ κατεχόμενος ἀνέλπιστος . Καὶ ὑπολυσσέων ἄτρεμα καὶ ἀγνοέων καὶ μὴ | ||
τοῦτο πᾶσιν ἐγκατασπείραντος , ἵνα μὴ φύγωσι βίον ταλαίπωρον . κατεχόμενος οὖν τῷ δίψει ταύτην πρώτην ἀφῆκε φωνὴν “ ποτόν |
ἢ ὅτι οὐδὲ ὅλως ἐτίμας αὐτήν : ἢ οὕτως : ἐμίσησέ σε σωφρονοῦντα διότι ἐμέμφθη ὑπὸ σοῦ καὶ οὐκ ἠξιώθη | ||
ἢ ὅτι οὐδὲ ὅλως ἐτίμας αὐτήν : ἢ οὕτως : ἐμίσησέ σε σωφρονοῦντα διότι ἐμέμφθη ὑπὸ σοῦ καὶ οὐκ ἠξιώθη |
λύκου τοῦτο καταψεύσασθε . ὁ μὲν οὖν ἀκάθαρτος παῖς ἐμὸς ὀνηλάτης ἔχαιρε καί με αὐτίκα ἤθελεν ἀποσφάττειν . ἀλλ ' | ||
αὐτοῦ τοὺς λόγους ὁ μὲν κατακρημνισθεὶς διερράγη , ὁ δὲ ὀνηλάτης ἀπορῶν , ὅτι ποιήσει , οὐ μόνον τοῦ ὄνου |
αὐτοῦ στοχάζονται σφαίραις ἢ λίθοις : ὁ δ ' οὐκ ἀνατρέψας τὸν ἀνατρέψαντα φέρει , τοὺς ὀφθαλμοὺς ἐπειλημμένος ὑπ ' | ||
τὴν πολιορκίαν . ὁ δὲ στρατηγὸς μετὰ ταῦτα τὴν ἐλευθερίαν ἀνατρέψας αὐτομολῆσαι τοὺς πλείστους παρεσκεύασε τοῖς ἀποστάταις . Περὶ δὲ |
ξείνης γαίης ἔπι : ἐπὶ γῆς ἀλλοτρίας . τεκοῦσα : γεννήσασα , γεννήματα . Ἀσπασίως : χαριέντως , περιχαρῶς , | ||
ἀγελαστικὸν γὰρ καὶ σύννομον ζῷον τὸ ἡμερώτατον ἄνθρωπον ἡ φύσις γεννήσασα πρὸς ὁμόνοιαν καὶ κοινωνίαν ἐκάλεσε , λόγον δοῦσα συναγωγὸν |
: ὁπόταν δὲ φοβηθῇ , οὐ συμφέρεται τῷ ἀρμένῳ , βαρυνόμενος δὲ καθέλκεται , κατασύρεται , κατασπᾶται , κατέρχεται , | ||
δή τις ὑποστατικὸς νωταγωγῶν τῷ τῆς ψυχῆς ἤθει καὶ οὐ βαρυνόμενος οὐδενὶ τῶν αἰσχρῶν . Οὐκ ἂν διαμάρτανοι δέ τις |
ἀγκὰς ἄκοιτιν : βῆ δὲ θέειν ἐπὶ νῆας Ἀχαιῶν νήδυμος Ὕπνος ἀγγελίην ἐρέων γαιηόχῳ ἐννοσιγαίῳ : ἀγχοῦ δ ' ἱστάμενος | ||
ἐστ ' ἔμφρων πατήρ . Ὕπνος πέφυκε σωμάτων σωτηρία . Ὕπνος δὲ πεῖναν τὴν κατ ' ἔσχατον δαμᾷ . Ὑπὲρ |
ταῖς λέξεσιν ἀφειδέστερόν πως καὶ ἀμελέστερον χρῆσθαι , ὥσπερ ὅταν μονώτατος λέγῃ καὶ γαλεάγρα καὶ ἐκκοκκύζειν καὶ ἐστηλοκόπηται καὶ ἐπήβολος | ||
τῷ πάθει καὶ ἀλγυνόμενος , χρόνον δὲ συχνὸν ἐνδιατρίψας δεῦρο μονώτατος καὶ δαψιλεστέραις τροφαῖς ἑαυτὸν κρατυνόμενος καὶ πρὸς δεύτερον ἀγῶνα |
Μεγαρέων ἢ Αἰγιέων οὐδεὶς λόγος , εὐδοκιμεῖ δὲ τὰ νῦν Γρυλλίων μόνος καὶ κατέχει τὸ ἄστυ , καὶ πᾶσα αὐτῷ | ||
πρὸς ἑταίρους πρόφασιν ἐπὶ κῶμον τινάς , ὅπερ ποιεῖν εἴωθε Γρυλλίων ἀεί . Ἀριστόδημος δ ' ἐν βʹ γελοίων ἀπομνημονευμάτων |
θερινοῦ , τοῦ ἐν τῷ θέρει φαινομένου , ἤως τοῦ κυνάστρου . Ὀπωρινοῖο κυνὸς εἶπεν ὁ ποιητὴς , ὅτι ὁ | ||
. ὑπερτείνασα ] ὑπερδραμοῦσα , διελθοῦσα . σειρίου ] τοῦ κυνάστρου : ἤγουν μὴ ξηρανθεῖσα ὑπὸ τοῦ ἐν τούτωι καύματος |
κατηγόρησεν αὐτοῦ . . . . αἱ ἀπάται ] ἃς ἠπάτησε Φίλιππος δηλονότι διὰ τῆς ἐπιστολῆς . . . . | ||
κρίνεται ἀπάτης ὑπὸ τοῦ δήμου : ζητοῦμεν οὖν ἐνταῦθα εἰ ἠπάτησε : λέξει γὰρ ὁ κατήγορος , ὅτι ἐχθρὸς ὢν |
γράφειν , ἵν ' εἴη σαφὴς ὁ λόγος οὕτως : ἔκρυψε δὲ τὴν ἐν τοῖς κόλποις ὠδῖνα ἐν τῇ παρθενίᾳ | ||
. Τὸν Φάωνα κάλλιστον ὄντα ἀνθρώπων ἡ Ἀφροδίτη ἐν θριδακίναις ἔκρυψε . λόγος δὲ ἕτερος ὅτι ἦν πορθμεὺς καὶ εἶχε |
δένδρου τὰ φύλλα ἢ ὁ φλοῦς θυμιώμενος , πᾶν κακὸν ἀποδιώκει . Πτίλον δὲ περιστερᾶς ἔχον αἷμα θερμὸν καὶ ἐνσταζόμενον | ||
ὑπομένει . ἀποστέγει ] ἀποδιώκει . ἀποστέγει ] ὑπομένει ἢ ἀποδιώκει . ἀποστέγει ] ἀποτρέπει . ἀποστέγει ] ἤγουν ἀπὸ |
δὲ ὢν καὶ τῷ Διὶ ἐξισοῦσθαι θέλων διὰ τὴν ἀσέβειαν ἐκολάσθη : ἔλεγε γὰρ ἑαυτὸν εἶναι Δία , καὶ τὰς | ||
τοῦτον τὸν λόγον ἔρχεται . τό τις ἢ τὸ ποιήσας ἐκολάσθη , λύσις ὡς εἰπεῖν αὕτη γέγονε τοῦ πονηρεύματος : |
τῶν Δημητρίων Ἀθήνησιν ἐγράφετο ἐπὶ τοῦ προσκηνίου ἐπὶ τῆς Οἰκουμένης ὀχούμενος . ὅτι Παυσανίας περὶ Πλαταιὰς νικήσας Μαρδόνιον , τὰ | ||
τῶν Δημητρίων Ἀθήνησιν ἐγράφετο ἐπὶ τοῦ προσκηνίου ἐπὶ τῆς Οἰκουμένης ὀχούμενος . Νύμφις δ ' ὁ Ἡρακλεώτης ἐν ἕκτῳ τῶν |
ἧς συμβουλεύω σοι ἀπεσθίειν . καὶ ὃς οὐδὲν μελλήσας ἀνελόμενος ἤσθιεν . γελασάντων δὲ πάντων ἔφη ὁ Δημόκριτος : ἀλλ | ||
νεύματα . ὁ δὲ ὠχρὸς ἐγίνετο κατὰ μικρὸν καὶ ὀκνηρότερον ἤσθιεν , ἤδη δὲ καὶ τρόμος εἶχεν αὐτόν . ὡς |
ἐρᾷ τοῦ δεσπότου δριμύτατα , καὶ προσιόντος ἐφριμάττετο καὶ ἐπικροτοῦντος ἐφρυάττετο , καὶ ἀναβαίνοντος ἑαυτὸν παρεῖχεν εὐπειθῆ , καὶ παρεστῶτος | ||
συνεστηκότες ἐπὶ ταῖς ἐκ τῶν πολέμων ὠφελείαις : οἷς ἐπαιρόμενος ἐφρυάττετο καὶ λαμπρὸς ἦν καὶ προῆλθεν ἐπὶ μήκιστον ἐπιφανείας . |
καὶ τὴν τροπαῖαν πνεῖν περὶ Μακεδονίαν ὥσπερ σύμπτωμα θετέον . Πανταχοῦ γὰρ τῆς μεσημβρίας ἀπολήγει τὰ πνεύματα διὰ τὸν ἥλιον | ||
μὲν οἱ ἄνθρωποι περὶ τῶν ὅρων τῆς γῆς διετάξαντο . Πανταχοῦ δὲ τοῦ ἀκαμάτου , ὃ ἔστι τοῦ ἀεικινήτου , |
. ὁ δὲ Πολύτεχνος παραλαβὼν τὴν κόρην ᾔσχυνεν ἐν τῇ λόχμῃ καὶ ἄλλοις ἠμφίεσεν αὐτὴν ἐσθήμασι κἀκ τῆς κεφαλῆς ἀπέκειρε | ||
τοῦτον . ἐκείνη ἡ πάρδαλις τροφῆς δεομένη ἑαυτὴν ὑποκρύπτει ἢ λόχμῃ πολλῇ ἢ φυλλάδι βαθείᾳ , καὶ ἐντυχεῖν ἐστιν ἀφανής |
λεγομένου καὶ γραφομένου τοῦ πλούτου τυφλότερος ἐραστής , περὶ πάντα λυττῶν κτήματα καὶ οὐδὲν ἀπόβλητον ἡγούμενος , οὐχ ὥσπερ τὴν | ||
ὁ δακὼν κύων , ζήϲεται τὸ ὀρνίθιον , εἰ δὲ λυττῶν , τῇ ἐπιούϲῃ τεθνήξεται : καὶ τότε πρὸϲ ἀναϲτόμωϲιν |
λόγους καὶ τὴν ἀψευδῆ φρόνησιν τῶν μαντευμάτων ἐγχρίσας φήμην γὰρ διήγειρεν ὁ Ἀπόλλων ὅτι Κασσάνδρα οὐκ ἔστι μάντις , ἀλλὰ | ||
ἡ φωνὴ λέγεται δὲ ἐπὶ τῶν κυνῶν * ἐπήισε : διήγειρεν * ἐπώρινε : ἐφώρμησε , ἐποίησε ἐφώρμησε * ἀργός |
δὲ ἐν ἔργοις , ἀβλαβὴς μὲν συνοδοιπόρος ὅτῳ γένοιτο ἢ σύμπλους , ἀγαθὸς δὲ σύμβολος θύουσι φανείς , οὐ στάσιν | ||
σε δεῖ τεῖσαι λέγω σοι παισί . φημὶ γάρ ποτε σύμπλους γενέσθαι τῶνδ ' ὑπασπίζων πατρὶ ζωστῆρα Θησεῖ τὸν πολυκτόνον |
: ἀμείλικτον : δμηθήτω : Ἀΐδης τοι ἀμείλικτος ἠδ ' ἀδάμαστος . ἐν Ἅιδου ἀδάμαντα ἀκουστέον τὸν στερρότατον . ταῦτα | ||
εἰδέναι λέοντα ὑπὸ ἀνθρώπου χαλινοῦσθαι , ἵνα μὴ κακὸς καὶ ἀδάμαστος ᾖς . „ [ πολλάκις οὖν τέχνης λόγος τρέχει |
, ὡς εἰπόντος περὶ τοῦ φόνου . καὶ τίς ὁ δεσμώτης οὗτος , ὃς τῷ στρατηγῷ μὲν οὐδὲν εἶπε , | ||
ἐκ τούτου τὸ δεύτερον ἐξετάζεται ζήτημα , πότερον μοιχὸς ὁ δεσμώτης ἢ οὐ . Δεύτερος δὲ τῶν συνεζευγμένων ἐστὶν ὁ |
γῆς , ἣν ἐκ τεθρίππων ἁρμάτων πρώτην χθόνα Ἥλιος ἀνίσχων χρυσέᾳ βάλλει φλογί . καλοῦσι δ ' αὐτὴν γείτονες μελάμβροτοι | ||
ἦ γὰρ σοφὸς [ ] ἢ Χαρίτων τιμὰν λελογχὼς ἐλπίδι χρυσέᾳ τέθαλεν ἤ τινα θευπροπίαν ἰδώς : ἕτερος δ ' |
Μεγαρικὸν καὶ Ἀττικὸν καὶ τὸ ἐν Κιλικίᾳ γεννώμενον . Λαγωὸς θαλάττιος ἔοικε μὲν μικρᾷ τευθίδι , δύναται δὲ λεῖος καταχρισθεὶς | ||
ἐξίλλειν ἔλεγον . ἔξω Γλαῦκε : χειμῶνα γὰρ σημαίνει ὁ θαλάττιος . ἐξωμίς : χιτὼν ἅμα τε καὶ ἱμάτιον : |
ὁ σὸς οὐ πρῶτος οὐδὲ μόνος , οὐδ ' αὑτὸν ὑβρίζων οὐδ ' ὑμᾶς τοὺς υἱεῖς , ἀλλὰ μόνην ὁρῶν | ||
ἁδρόν . ὁ μὲν οὖν ὄχλος ἐνέπαιζε , στρατιωτικὴν ὕβριν ὑβρίζων εἰδεχθῆ καὶ τῷ τρόπῳ σκαιὸν ἐχθρόν . ἆρά γε |
τις αὐτὸν δονοίη ταῖς χερσί , καθάπερ κρότον ἀποτελῶν . τρανὸς οὖν ἔσῃ , φησί , καὶ τὴν φωνὴν διηρθρωμένος | ||
πρῶτον μὲν διάκτορος κέκληται ἤτοι ἀπὸ τοῦ διάτορος εἶναι καὶ τρανὸς ἢ ἀπὸ τοῦ διάγειν τὰ νοήματα ἡμῶν εἰς τὰς |
ἀντὶ Διὸς ὁ Κρόνος κατέπιεν ἐπέδωκε : παρὰ τὸ βαίτη βαίτυλος , βαίτη δὲ λέγεται ἡ διφθέρα . . . | ||
βαίτῃ αἰγὸς σπαργανώσασα τῷ Κρόνῳ ἐπέδωκεν : παρὰ τὴν βαίτην βαίτυλος , βαίτη δὲ σημαίνει τὴν διφθέραν , . , |
καὶ ἐπὶ τῶν πτερῶν ὁμοίως , ὅτι ἀναπαυόμενος ἵπτατο καὶ ἱπτάμενος ἀνεπαύετο . Τοῖς δὲ λοιποῖς θεοῖς δύο ἑκάστῳ πτερώματα | ||
ποιεῖ ἄκρως . Λαμπυρὶς σκώληξ ἐστὶ πτερωτός , τῷ θέρει ἱπτάμενος : καὶ λάμπει ὥσπερ ἀστὴρ τὴν νύκτα . ἔχει |