πρὸς ἀποτροπὴν τῶν δεινῶν , ἢ ὡς πατρῷον θεόν . ἐξωλέστερον : ἀπολέσθαι ὀφεῖλον ἢ ἐξολοθρευτικώτερον ἢ ἐξολέσαι δυνάμενον .
ὦ Διοσκόρω , τοῦτ ' αὖ πολὺ τούτου τὸ κακὸν ἐξωλέστερον . ἀτὰρ τί τὸ πρᾶγμ ' ἔστ ' ,
6729020 ἡμαρτηκοτας
μὴν χρήματα τῇδε ἀδικώτεροι : οὐ γὰρ μόνον τοὺς πολλὰ ἡμαρτηκότας , ἀλλ ' ἤδη τοὺς οὐδὲν ἠδικηκότας συλλαμβάνοντες ἀναγκάζουσι
, καὶ τοὺς ἡμαρτηκότας ἦσαν οἱ θηρεύοντες . οὐκοῦν τοὺς ἡμαρτηκότας , ἀλλ ' οὐ τὰς ἁμαρτούσας . οὔτε γὰρ
6711449 μελοποιϊαν
σέλας γὰρ ποιεῖ τὸν καπνόν . ὡς αὐστηροῦ κατὰ τὴν μελοποιΐαν ὄντος . τῶν μελέων Φιλοκλέους βεβρωκότες : ὡς τοῦ
τὴν χρῆσιν τοῦτο γένοιτ ' ἄν . καλοῦμεν δὲ τοῦτο μελοποιΐαν . ἡ μὲν οὖν περὶ τὸ ἡρμοσμένον πραγματεία διὰ
6666274 μιαρωτατον
; πρὸς ταῦτα χαλέπαινε καὶ πήδα , ἔφη , καὶ μιαρώτατον ἀνθρώπων ἐμὲ νόμιζε καὶ λοιδόρει πρὸς ἅπαντας , ἐὰν
δ ' ἐλθόντι συνέθεσθε . ὃ δ ' ἐστὶ πάντων μιαρώτατον , ὑπέστητε αὐτῷ μιᾶς ἡμέρας τοὺς Ἰταλιώτας ἅπαντας αὐτοῖς
6662431 ὑπαιτιος
ὁρμὴ καὶ τῆς ψυχῆς ἡ ἄλογος καὶ παρὰ φύσιν κίνησις ὑπαίτιος : ἑκάτερον γὰρ τούτων τί ἐστιν ἕτερον ἢ παλαιὸν
ἡ ὑποψία εἰς ἐμὲ ἰοῦσα , ἐγὼ δὲ ὑπὲρ ἐκείνων ὑπαίτιος ἐσόμενος σαφῶς ᾔδη . Τοῦ δὲ ἀκολούθου ἡ μαρτυρία
6624492 πορνους
εὐθὺς ἐξελεύσομαι . „ ἀπὸ τούτου καὶ συνέβη πάντας τοὺς πόρνους ἀναισχύντους εἶναι . τούτῳ τῷ λόγῳ χρήσαιτο ἄν τις
πρὸς τὸν χορὸν ἀνάπαιστον , ἐν ᾧ ἦν εἶναί τινας πόρνους μεγάλους Τιμαρχώδεις , οὐδεὶς ὑπελάμβανεν εἰς τὸ μειράκιον ,
6618513 Πληθει
δέ τι δεινόν συγκύρσηι , παῦροι πιστὸν ἔχουσι νόον . Πλήθει δ ' ἀνθρώπων ἀρετὴ μία γίνεται ἥδε , πλουτεῖν
, μέσος δίκαιος , πρεσβύτερος εὔλογος . Τελεύτα ἀλύπως . Πλήθει ἄρεσκε . Μὴ λάλει πρὸς ἡδονήν . Ὁμολογίαις ἔμμενε
6567634 ἐσκεμμαι
γε δυνατὰ οὐκ ἀνανεύσω πρὸς τὴν εὐχήν . Ἀλλὰ πάλαι ἔσκεμμαι . ἐρῶ γὰρ τὰ κοινὰ ταυτὶ καὶ πρόχειραπλοῦτον καὶ
, ἵνα σοι πεισθῶ τὸν Ἡρακλέα ἐξα - λεῖψαι . ἔσκεμμαι ἔφην . ἄκουε λόγον εἶπον , Δικαιοσύνη ἐνθάδε κατοικεῖ
6522646 θαλασσοκρατειν
Γ τῶν συμμάχων τ ' ἄρξεις : ἔπαιξε παρὰ τὸ θαλασσοκρατεῖν τοὺς Ἀθηναίους καὶ τοὺς νησιώτας ἔχειν ὑποτελεῖς φόρων .
οὐ παρὰ μέγα ἔσεσθαι τὸ πταῖσμα : καὶ ὣς γὰρ θαλασσοκρατεῖν τοὺς Πέρσας . καὶ αὐτὸς δὲ ἔφη ἐπιβῆναι ἐθέλειν
6521409 δεδιδακται
δὲ τοὺς τοῦ δράματος χρόνους οὐκ ἔστι λαβεῖν : οὐ δεδίδακται γὰρ Ἀθήνησιν . . . . . : ὅτι
οἷός τε ἐστίν : τεχνίτης δὲ γενόμενος οὐκέτι διδάσκεται ἀλλὰ δεδίδακται . Μετακτέον δὲ τὰς ἀπορίας ἐκ τῶν περὶ μεταβολῆς
6510691 Ἐργον
γεωργίας γλυκύ . Λυπεῖ με δοῦλος μεῖζον οἰκέτου φρονῶν . Ἔργον γυναικὸς ἐκ λόγου πίστιν λαβεῖν . Τοῦτ ' ἐστὶ
φίλους βλαπτόντων . Ἐῤῥίφθω κύβος : ἐπὶ τῶν διακινδυνευόντων . Ἔργον ὄνον ἀποτρέψαι κνώμενον : ἐπὶ τῶν ἀπάγειν τινὰς βουλομένων
6487168 ἐπιμελουμενων
ἀνάξιος νομισθῆναι . σκαιὸς γὰρ οὐδεὶς ἂν οὕτως γένοιτο τῶν ἐπιμελουμένων τῆς παιδός , ὡς ἐναντιωθῆναι πρὸς λιπαρεστέρας δεήσεις ,
' αὐτῶν δεινὰ πεπονθότα , μισόθεον δὲ μηδαμῶς , οὕτως ἐπιμελουμένων σου τῶν θεῶν . Ἀλλὰ σοὶ μέν , Ἑρμῆ
6484073 ἀπατεωνας
καὶ πιθανοὺς πιστεύεσθαι : τοὺς δὲ ἑτέρους σφαλερούς , καὶ ἀπατεῶνας , καὶ μηδὲν ὕπαρ ἐπὶ τὴν ψυχὴν φέροντας .
χρῆσθαι διδάσκοντες . εἶτα μάντεις , μάντεων δὲ τοὺς μὴ ἀπατεῶνας μηδὲ ψευδομάντεις . ὅσα γὰρ ἂν λέγωσι Πυθαγορισταὶ φυσιογνωμονικοὶ
6473827 θελησαντας
ἄρρενα . καλὸν δ ' οἶμαι , μὴ φιλαύτως ἀπολαῦσαι θελήσαντας , ὅπως ἰδίᾳ τι χρηστὸν ἀποίσονται σκοπεῖν ὅλην παρά
πάθος . λέγεται δὲ ὁ λόγος πρὸς τοὺς ἄλλα μὲν θελήσαντας ἄλλων δὲ τυχόντας . λέγει δὲ Ἔφορος αὐτὸν λιμῶι
6467714 ἀπαιτουντας
οἶμαι , τὸν μὲν ἡσυχάζειν , ἡμᾶς δὲ εἶναι τοὺς ἀπαιτοῦντας τὴν δίκην , καὶ πρὶν ἐκεῖνον , ἥτις ἐστὶν
πότους ἐμέ - μνητο πολλάκις , ὡς ἀστείως διακρουσάμενος τοὺς ἀπαιτοῦντας . Φίλιππος ἐν Χαιρωνείᾳ γιγνώσκων τοὺς μὲν Ἀθηναίους ὀξεῖς
6453129 γνωριζομενων
πλείω γράφειν , μή ποτε καλλωπίζεσθαι δόξω περὶ τῶν ἀκριβῶς γνωριζομένων ὡς οὐχ ὁμολογουμένων πίστεις ἐπιφέρων . διόπερ ἀφήσω ,
τῶν ταύτηι τόπων ὅτι μὲν πέπλασται , φανερὸν ἐκ τῶν γνωριζομένων χωρίων : κατέψευσται γὰρ αὐτῶν τὰ πλεῖστα , ὥσπερ
6453007 κομψοτερος
οὓς ἔλεγεν παρερχόμενος , καὶ εἰπεῖν ὅτι πόσῳ σοῦ ἐγὼ κομψότερος μάντις εἰμί . Τί οὖν ; ἐγὼ λέγω ,
ἄλλῳ , ἀλλὰ τούτῳ γε , ὡς ἔοικεν , εἰμὶ κομψότερος : προῖκα γὰρ ἐμαυτὸν ἐπαινεῖν ἀξιῶ , καὶ ταῦθ
6450291 σκυτεας
τῶν αὐτῶν . Νὴ τοὺς θεούς , ἀτεχνῶς γε ἀεὶ σκυτέας τε καὶ κναφέας καὶ μαγείρους λέγων καὶ ἰατροὺς οὐδὲν
συνέβη τοὺς τεχνίτας ἅπαντας ψεύδεσθαι , μάλιστα δὲ πάντων τοὺς σκυτέας . ὁ μῦθος πρὸς ψευδολόγους τεχνίτας . Ζεὺς καὶ
6443846 δικαιοτερους
ὥστε εἰ σύ , ὦ Καλλία , μέγα φρονεῖς ὅτι δικαιοτέρους δύνασαι ποιεῖν , ἐγὼ πρὸς πᾶσαν ἀρετὴν δικαιότερος σοῦ
δοκεῖ : τοὺς γὰρ πλείστους ἔστιν ἰδεῖν νομίζοντας τοὺς πλουτοῦντας δικαιοτέρους εἶναι τῶν πενομένων . εἰ δέ τις πάλιν ἀποφαίνοι
6435687 φιλοδικους
Γ ψήφῳ δακεῖν : οἷον καταδικάζειν . πανταχοῦ δὲ ὡς φιλοδίκους καὶ πρὸς τὸ καταδικάζειν ἑτοίμους τοὺς Ἀθηναίους κωμῳδεῖ .
ἐστρατευμένους καὶ ἐπαίνου ἀξίους : τοὺς δὲ διαδιδράσκοντας τὰς στρατείας φιλοδίκους εἶναι καὶ συκοφάντας . ἢ τὸ ἐναντίον , ἵνα
6428083 μετρητης
ἐννέα ὀβολῶν Ἀλεξανδρεινῶν : τοῦ δ ' οἴνου δραχμῆς ὁ μετρητὴς καὶ ἔριφος ὁ μέτριος ὀβολοῦ καὶ λαγώς . τῶν
. παρεκόπην διχοινίκῳ : ἀντὶ τοῦ “ ἐπλάνησέ με ὁ μετρητὴς μετρῶν τῇ ποσότητι δύο χοίνικας ” . οὐ τοῦτ
6411441 νικον
„ ὕδατα δινήεντος ἀμευσάμενος Ἀθύραο „ . τὸ ἐθ - νικὸν διὰ τῆς αι διφθόγγου Ἀθυραῖος , ὡς Ῥήβας Ῥηβαῖος
, ὅτι τὸ παλαιὸν βασιλεῖς πολυθρέμμονες , καὶ ποιμε - νικὸν ἔζων βίον : μῆλον δὲ λέγεται τὸ πρόβατον Αἰολικῶς
6405411 Τιμοκλης
υἱεῖς Ἀθηναίους , ὅτι εἰσήγαγεν τάριχος . [ οὓς καὶ Τιμοκλῆς ἰδὼν ἐπὶ τῶν ἵππων δύο σκόμβρους ἔφη ἐν τοῖς
καὶ τίς ὁ Τηλέμαχος . καὶ ὁ Δημόκριτος ἔφη : Τιμοκλῆς ὁ τῆς κωμῳδίας ποιητὴς ἐν μὲν δράματι Λήθῃ φησί
6386734 Ἀνδανιος
δὲ τοῖς τόποις τούτοις νῆσος Ὀοράχθα . Ἀπὸ δὲ τοῦ Ἀνδάνιος ποταμοῦ ἐπὶ Σαγάνου ποταμοῦ ἐκβολὰς στάδιοι υʹ . Ἀπὸ
ἐπιφανέστατος στρατηγός . . . . . λέγεται δὲ καὶ Ἀνδάνιος ὡς Ῥιανός . . . . . Ἀρσινόη :
6384980 μαιωτας
, ὧν μνημονεύει Ἄρχιππος ἐν Ἰχθύσι διὰ τούτων : τοὺς μαιώτας καὶ σαπέρδας καὶ γλάνιδας . εἰσὶ δὲ πολλοὶ περὶ
καὶ τοὺς λάβρακας ἐντερεύων , ὡς λέγουσιν ἡμῖν . τοὺς μαιώτας καὶ σαπέρδας καὶ γλάνιδας ἀποδοῦναι δ ' ὅσα ἔχομεν
6372998 νεικειεσκε
Ἀχιλῆι μάλιστ ' ἦν ἠδ ' Ὀδυσῆι : τοὺς γὰρ νεικείεσκε . τότ ' αὖτ ' Ἀγαμέμνονι δίῳ ὀξέα κεκληγὼς
Ἀχιλῆι μάλιστ ' ἦν ἠδ ' Ὀδυσῆι . τὼ γὰρ νεικείεσκε : τότ ' αὖ Ἀγαμέμνονι δίῳ ὀξέα κεκληγὼς λέγ
6368734 ἀδικησεις
δὲ ἀδύνατον . ἀγωνιζόμενος ὑπὲρ οὗ ἀδίκως ἔπραξας , δὶς ἀδικήσεις . ἄρχων μὲν ἐπιτήδευε πρᾷος εἶναι , ἀρχόμενος δὲ
καὶ Πέρσαις πάλιν μετὰ τὸ τρόπαιον , καὶ τοὺς Ἀθηναίους ἀδικήσεις καὶ δεύτερον : ἀλλ ' οὐκ ἐπιτρέψω σοι τότε
6366647 ἰσοτιμως
, τοὺς πλείους τῶν συμμάχων ἔχοντες ὑπηκόους , ἡμῖν δὲ ἰσοτίμως προσφερόμενοι εἰκότως ἤχθοντο , τῶν μὲν πλειόνων συμμάχων εἰκόντων
ἢ κατὰ τὴν γινωσκομένην φύσιν αὐτὸ οἶδεν ἢ χειρόνως ἢ ἰσοτίμως , οἷον ὁ ἄνθρωπος τὸ λευκὸν τὸ ἐν τῷ
6358582 δραστικως
ὀξυπόρῳ τινὶ ἔμιξαν . καθόλου δ ' ἐπὶ πάντων τῶν δραστικῶς καθαιρόντων ἀπαγορεύομεν τοῖς φαρμακευομένοις ὑπνοῦν μέχρι παντελοῦς καθάρσεως .
δὲ πολλὴ καὶ νομώδης εἴη ἡ διάβρωσις , θαυμαστὸν ὅπως δραστικῶς βοηθεῖ , ὡς καὶ πολλάκις ἀπιστηθῆναι ὅτι ἦν κακόηθες
6357051 ἀφετας
δευτέρῳ Μεσσηνιακῶν Πολλάκις ἠλευθέρωσαν Λακεδαιμόνιοι δούλους , καὶ οὓς μὲν ἀφέτας ἐκάλεσαν , οὓς δὲ ἀδεσπότους , οὓς δὲ ἐρυκτῆρας
τὸ πᾶν τοῦτο κεφάλαιον ἔκ τε ἀφετικῶν τόπων καὶ τῶν ἀφέτας ἔχειν δυναμένων πρὸς ζωὴν καὶ ἔμπαλιν τῶν ἀναιρεῖν δυναμένων
6354673 δικανικους
ἔστιν , ὥσπερ ἐκείνη , καὶ συγκεκροτημένη καὶ πρὸς ἀγῶνας δικανικοὺς εὔθετος , ὑπτία δέ ἐστι μᾶλλον καὶ κεχυμένη πλουσίως
ται , τάχα δ ' ἂν οὐδ ' εἶναι τούτους δικανικοὺς φύσει νομίσειέ τις . ὁ μέντοι μὴ τοιοῦτος ἀλλ
6352067 Ὁδι
. Οἴμοι τάλας , ὡς ὠχρίας ' αὐτὴν ἰδών . Ὁδὶ δὲ δείσας ὑπερεπυρρίασέ σου . Οἴμοι , πόθεν μοι
Νοεῖ μὲν ἕτερ ' ἕτερα δὲ τῇ γλώττῃ λέγει . Ὁδὶ μὲν Ἀναγυράσιος ὀρφώς ἐστί σοι . τούτῳ φίλος Μυνίσκος
6351035 βαρειν
γυναῖκας : βρίθω γὰρ τὸ βαρῶ . ἢ παρὰ τὸ βαρεῖν τοὺς Ἕλληνας : ἐβάρησε γὰρ καὶ ἔβλαψε τοὺς Ἕλληνας
ἐστι χρείαν παρασχέσθαι . Μεμπτικὸς δέ ἐστιν ὁ μὴ νομίζεσθαι βαρεῖν προσδεχόμενος . οἷον : Εἰ μὴ παραδέδωκέ σοι μηδέπω
6344677 ἐπαρατος
ὁ μὲν ζηλωτός , ὁ δὲ ἐλεεινός : ὁ μὲν ἐπάρατος , ὁ δὲ ἐπαινετός : ὁ μὲν μοιχικός ,
τοῦτο . παρ ' αὐτῷ δὲ καὶ λιμὴν ὁ καλούμενος ἐπάρατος καὶ ἐξάγιστος . . . ἐξάγιστος ] ὁ ἄγαν
6343198 κιμβιξ
καὶ ἐκτοπιστικὸν εἶναι τὴν θυννίδα . Ἀρχέστρατος δ ' ὁ κίμβιξ φησί : καὶ θύννης οὐραῖον ἔχειντὴν θυννίδα φωνῶ τὴν
, ὀβολοστάτης , καὶ ἡ γυνὴ ὀβολοστάτις : ὁ γὰρ κίμβιξ καὶ κυμινοπρίστης οὐκ ἀνεκτά . φαίης δ ' ἂν
6332164 κακηγορους
βλασφήμους . ὁ δὲ νοῦς : ἀκέρδεια εἴληχε πυκνῶς τοὺς κακηγόρους : ὅ ἐστιν , οἱ κακήγοροι τῶν ἀνθρώπων πυκνῶς
. ἔλαχεν , ἐκληρώσατο . . Κακηγόρος ] ἀντὶ τοῦ κακηγόρους ἐκβολῇ τοῦ υ Δωρικῶς ὡς τὸ ἐπιτηδές . .
6312410 ἀτιμητος
τιμᾶσθαι ὅ τι χρὴ παθεῖν ἢ ἀποτῖσαι : ὁ δὲ ἀτίμητος τοὐναντίον ᾧ πρόσεστιν ἐκ τῶν νόμων ὡρισμένον τίμημα ,
κατὰ πάντων ἐμφανὲς εἴη ὅτι ὁ ἀγαθόν τι εἰσηγούμενος οὐκ ἀτίμητος ἔσται , πολλοὺς ἂν καὶ τοῦτο ἐξορμήσειεν ἔργον ποιεῖσθαι
6304372 γλυκυτατος
ποταμοῦ θυγατέρας ἔφημεν τὰς σειρῆνας . ὁ δὲ Ἀχελῶος ὁ γλυκύτατος τῶν ἁπάντων ποταμῶν - μεταξὺ Αἰτωλίας καὶ Κουρήτιδος τῆς
Μουσῶν κῆρυξ τῶν τε ἐπισήμων καὶ ἄγαν εὐφήμων ὕμνων κρατὴρ γλυκύτατος . ἠυκόμων : καὶ νῦν τοῦτο σημαίνει : οἷον
6293846 σιδηροπληκτοι
ἔχουσι ] + ἤγουν τεθνήκασι . σιδαρόπληκτοι ] τάφοι . σιδηρόπληκτοι ] + τοὺς τάφους λέγει οὓς διὰ σιδήρου κατασκευάζουσιν
. τάχ ' ἄν τις εἴποι : τίνες αὐτοὺς περιμένουσι σιδηρόπληκτοι ; τοῦτο δὲ τοῦ ἑνὸς ἡμιχορίου εἰπόντος ἀποκρίνεται τὸ
6293561 ἐπιγειους
καὶ αἰθερίους καλοῦμεν , τοὺς δὲ οὐρανίους , τοὺς δὲ ἐπιγείους , τοὺς δὲ θαλασσίους καὶ ποταμίους , τοὺς δὲ
μεταβάλλοντας . . . . , ἄλλους δὲ ἐκ τούτων ἐπιγείους γενέσθαι φασίν , ὑπάρξαντας μὲν θνητούς , διὰ δὲ
6291606 γριφους
τὸ παιπάλημα καὶ τὸ κίναδος , ὥσπερ τινὰ αἰνίγματα καὶ γρίφους ἀκούσας : ἄγνωστα γάρ σοι τῶν σῶν ἔργων τὰ
λύπης καὶ φροντίδος προσίεσθαι . τῷ δὲ Θεοδέκτῃ παραπλησίως ἔπαιζε γρίφους καὶ Δρομέας ὁ Κῷος , ὥς φησι Κλέαρχος ,
6285705 ἐκλειχομενον
καὶ μάλιϲτα τῶν ὀδοντοφυούντων παιδίων , καὶ τὰ κατὰ θώρακα ἐκλειχόμενον ϲυμπέττει . Βούφθαλμον ὅμοιον μὲν ἔχει τῷ χαμαιμήλῳ τὸ
, μετὰ τοῦ καὶ πέττειν . αὐτὸ μὲν οὖν μόνον ἐκλειχόμενον πέττει μὲν μᾶλλον , ἀνάγει δὲ ἧττον , ἅμα
6280712 συγχωρεις
, ἀλλ ' ὅτι πάσχει πάσχον ἐστίν : ἢ οὐ συγχωρεῖς οὕτω ; Ἔγωγε . Οὐκοῦν καὶ τὸ φιλούμενον ἢ
κἀμοί : καὶ ὅτι τοὺς δύο ἀνελὼν οὐδὲν ἐμοὶ ζῇν συγχωρεῖς : καὶ ἡ σφαγὴ τῶν πρώτων συνήθειαν πεποίηκε ,
6280658 ἐφαινεθ
. καὶ μὴν κἀκείνων ἠκούετε τῶν νόμων οἷς ἐναντίος ὢν ἐφαίνεθ ' ὁ τούτου : καὶ τούτους ὅτι πρὶν λῦσαι
δ ' ἐν Μετιόντι ἢ Ζωμίῳ : ἰχθὺς τί σοι ἐφαίνεθ ' οὑφθός ; μικρὸς ἦν , ἀκήκοας ; ἅλμη
6277899 ἀπολαβε
ὁ πεπαιδευμένος καὶ αἰδήμων λέγει : δὸς ὃ θέλεις : ἀπόλαβε ὃ θέλεις . λέγει δὲ τοῦτο οὐ καταθρασυνόμενος ,
. ἀνίστασο δέ , φιλτάτη , καὶ ἄπιθι χαίρουσα : ἀπόλαβε καὶ σὺ τὸν ἄνδρα τὸν σεαυτῆς : ζῇ γὰρ
6268009 τἀπορρητα
ἔξω ἀφιεῖν . ὡς γοῦν αὐτὰ ἐκφέροντος κατηγορεῖ . ΓΘ τἀπόρρητα ] ἀπηγορευμένα τῇ πόλει . καὶ τέμαχος : ἰχθῦς
' οὐκ ἀνεῖχες αὐτὸν ὥσπερ εἰκὸς ἦν . οὕτως τι τἀπόρρητα δρᾶν ἐστι μέλει . γίγνωσκε τὸν ἄλεισόν τε καὶ
6267675 ἀχαριστους
καὶ μὴ διδόντας ἰσχυρῶς εὐθύνων καὶ κολάζων . / τοὺς ἀχαρίστους οἴονται καὶ γὰρ πρὸς τὴν πατρίδα / καὶ πρὸς
καὶ τρία γὰρ τὰ μέγιστα ὀνείδη κτᾶται , φθονεροὺς ἀπίστους ἀχαρίστους εἶναι δοκεῖν . [ , ] τὸ μὲν οὖν
6253100 δακνωδων
μόνον οὐδὲν ὠφελούντων , ἀλλὰ καὶ συναυξανόντων τὴν ποιότητα τῶν δακνωδῶν χυμῶν : ἡ δὲ τῶν χαλαστικῶν τὲ καὶ διαφορητικῶν
τῷ ὕδατι , τὸ δὲ σμᾶσθαι διὰ ῥυμμάτων γίνεται , δακνωδῶν ἁπάντων ὄντων καὶ ξηραντικῶν , ὥστε ἐναντιώτατόν ἐστι τοῦτο
6251572 Ἀκουετ
πόλιν πολλῷ τῶν προεστηκότων μᾶλλον . λέγε τὰς μαντείας . Ἀκούετ ' , ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι , τῶν θεῶν οἷ
' αὐτῆς πάντα κατ ' ἀνθρώπους ἄρτια καὶ πινυτά . Ἀκούετ ' , ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι , περὶ τῶν τοιούτων
6238134 ξυνηκα
οὐ βάραθρον εὐλαβούμενος καὶ μηδὲν ἄβατον μηδ ' ἀθέατον καταλιπεῖν ξυνῆκα γὰρ τοὺς Ταντάλου κήπους τρυγῶν . οὕτως ἀράττει τῇ
ζῶντα καίνειν τοὺς τεθνηκότας λέγω . οἲ ' γώ , ξυνῆκα τοὔπος ἐξ αἰνιγμάτων . δόλοις ὀλούμεθ ' , ὥσπερ
6236658 προκαλουμαι
, ” ἔφη , “ λόγων δεῖ . δύο γὰρ προκαλοῦμαι προκλήσεις , Μελίτην τε ταύτην καὶ τὴν δοκοῦσαν εἶναι
τι . οὐδὲ ὅπλα ἐστί μοι τεταγμένα , ἐν οἷς προκαλοῦμαι τοὺς πολεμίους μάχεσθαι , ἀλλ ' ὅντινα ἐθέλει τις
6234558 Χαρισιου
δὲ Κοραξοί „ . Χαρισίαι , πόλις Ἀρκαδίας , ἀπὸ Χαρισίου παιδὸς Λυκάονος . Παυσανίας ὀγδόῳ „ ὠνομάσθησαν δὲ [
Ἑπτὰ γὰρ ταύτας παιδίσκας ἐκ μικρῶν παιδίων ἐκτήσατο Νικαρέτη , Χαρισίου μὲν οὖσα τοῦ Ἠλείου ἀπελευθέρα , Ἱππίου δὲ τοῦ
6231294 ἑψητων
ἔραμαι τέττιγα φαγεῖν καὶ κερκώπην θηρευσαμένη καλάμῳ λεπτῷ . οὐχ ἑψητῶν λοπάς ἐστιν . καὶ μὴν χθές γ ' ἦν
ἐπὶ τοῦ λυχνιδίου . οὐδὲν μὰ Δί ' ἐρῶ λοπάδος ἑψητῶν . ὁ δ ' εἰς τὸ πλινθεῖον γενόμενος ἐξέτρεψε
6230944 ἐμφραττε
κεφαλὴν κέλευε . διαδέσμει δὲ χεῖρας καὶ πόδας καὶ ὦτα ἔμφραττε . ἄλλο . γύψῳ ἢ πηλῷ κεραμικῷ τὸ μέτωπον
, πταρμικὸν ἐνθεὶϲ ταῖϲ ῥιϲὶ τὸ ϲτόμα καὶ τοὺϲ ῥώθωναϲ ἔμφραττε . εἰ δὲ μηδενὶ τούτων ὑπείκοι , πρὶν ἢ
6226732 ἀποιητα
γὰρ πλάσματα τὴν νυκτ ' ἠγρυπνήκαμεν : καὶ νῦν ἔτι ἀποίητα πάμπολλ ' ἐστὶν ἡμῖν . πολλὰ μὲν ἐπιθεῖναι πέμματα
, τὴν νύκτα τ ' ἠγρυπνήκαμεν : καὶ νῦν ἔτι ἀποίητα πάμπολλ ' ἐστὶν ἡμῖν . Μακάριος ὅστις οὐσίαν καὶ
6224423 εὐοσμια
. πνεῖ εὐῶδες , καὶ εὔπνουν , καὶ εὔπνοια , εὐοσμία , εὔοσμον , δυσῶδες , ἀῶδες , δύσοσμον ,
ἐπὶ τὸ πᾶν ἔν τε τῶν οἰνωδῶν τισι καρπῶν ἡ εὐοσμία , τοιοῦτο γὰρ καὶ τὸ μῆλον καὶ τὸ ἄπιον
6221953 συκοφαντρια
γυναιξὶ πονηρὰ εἶ ; ὥσπερ δὲ πανδοκεύτρια , οὕτω καὶ συκοφάντρια . ἦπου : Ὄντως ἄρα . συκοφάντρια : Ἤγουν
. Τί δ ' ἐστίν ; ἦ που καὶ σὺ συκοφάντρια ἐν ταῖς γυναιξὶν ἦσθα ; Μὰ Δί ' ἐγὼ
6204991 τριβωνας
ποτὲ τοὺς Πυθαγοριστὰς γινομένους οὕτως ῥυπᾶν ἑκόντας , ἢ φορεῖν τρίβωνας ἡδέως ; οὐκ ἔστι τούτων οὐδέν , ὡς ἐμοὶ
οἰόμεθα τοὺς πάλαι ποτὲ τοὺς Πυθαγοριστὰς ῥυπᾶν ἕκοντας ἢ φορεῖν τρίβωνας ἡδέως ; οὐκ ἔστι τούτων οὐδὲ ἕν , τῆς
6203378 ἐπιμελομενους
τοὺς γῆν πολλὴν κτωμένους τοῖς υἱέσιν , αὐτῶν δὲ μὴ ἐπιμελομένους . ἃ γὰρ κεκτήσονται , πολλοῦ ἄξια νομισθήσεται ,
ἱππῶνας τοσοῦτον διαλείποντας καὶ ἵππους ἐν αὐτοῖς κατέστησε καὶ τοὺς ἐπιμελομένους τούτων , καὶ ἄνδρα ἐφ ' ἑκάστῳ τῶν τόπων
6195599 ἀποστερεις
τοὺς ἀναξίους μόνους , ἀλλὰ καὶ τοὺς ἀξίους ἁπλῶς ἀτελείας ἀποστερεῖς ; εἰ γὰρ τῷ ὄντι μόνοις τουτοισὶ δυσχεραίνεις ,
' ἑτέρου μετεῖναι σαφῶς γε οὑτωσί . πῶς οὖν ἀμφοτέρων ἀποστερεῖς αὐτούς ; καὶ μὴν εἴ γε καὶ δικαίως ἀποστερεῖς
6195062 Στρατιωτῃ
ἄλλα πώλει πάντα πλὴν τῶν μυρτίνων . ΦΙΛΥΡΙΝΟΣ . Ξέναρχος Στρατιώτῃ : φιλύρας εἶχε γὰρ ὁ παῖς ἀφύλλου στέφανον ἀμφικείμενον
ἡ τυραννὶς ἐδεῖτο . Ἀντιφάνης δ ' ὁ κωμῳδιοποιὸς ἐν Στρατιώτῃ τὰ ὅμοια λέγει περὶ τῆς τῶν ἐν Κύπρῳ βασιλέων
6190324 Ἐρετρικου
ἐπικαλούμενος Ἴαμβος ἐν τῷ περὶ διαλέκτων γράφει : ἀκήκοα ἁλίεως Ἐρετρικοῦ τὸν ἱερὸν ἰχθῦν καὶ ἄλλων πολλῶν ἁλιέων καλούντων τὸν
τῶν ἑπτὰ δὲ τοὺς πλείστους Περσαῖός φησι Πασιφῶντος εἶναι τοῦ Ἐρετρικοῦ , εἰς τοὺς Αἰσχίνου δὲ κατατάξαι . ̈ .
6190288 Λεωγορας
τούς γε πρεσβυτέρους ὑμῶν ὅτι ὁ τοῦ ἐμοῦ πατρὸς πάππος Λεωγόρας στασιάσας πρὸς τοὺς τυράννους ὑπὲρ τοῦ δήμου , ἐξὸν
καὶ ἵππους τρέφειν καὶ ὄρνεις φασιανούς . κωμῳδεῖται γὰρ ὁ Λεωγόρας ὡς γαστρίμαργος ὑπὸ Πλάτωνος ἐν Περιαλγεῖ . Μνησίμαχος δ
6186355 Ἰαμιδας
λόγος . εἰ δὲ χωρὶς τοῦ ἄρθρου , πρὸς τοὺς Ἰαμίδας νοήσεις : καὶ τὸ τεκμαίρει χρῆμ ' ἕκαστον ἢ
τῶν προγόνων αὐτοῦ . ἀνέφερε δὲ ὁ Ἀγησίας εἰς τοὺς Ἰαμίδας τὸ γένος . ἔνιοι δὲ τὸν καί σύνδεσμον περισσὸν
6185796 εὐδαιμονικον
. . . . [ . ] Ἀνάξαρχόν φησι τὸν εὐδαιμονικὸν φιλόσοφον ἕνα τῶν Ἀλεξάνδρου γενέσθαι κολάκων καὶ συνοδεύοντα τῶι
. Σάτυρος δ ' ἐν τοῖς βίοις Ἀνάξαρχόν φησι τὸν εὐδαιμονικὸν φιλόσοφον ἕνα τῶν Ἀλεξάνδρου γενέσθαι κολάκων καὶ συνοδεύοντα τῷ
6184003 ἀκροαμα
ἀναβὰς ἑαυτὸν ἐγκωμιάσει , βαρύτερον τῶν ἔργων ὧν πεπόνθαμεν τὸ ἀκρόαμα γίγνεται . Ὅπου γὰρ τοὺς μὲν ὄντως ἄνδρας ἀγαθοὺς
παραλλήλου τέθεικε τὰς λέξεις μόνος γὰρ ἦν λέγων ἄκουσμα καὶ ἀκρόαμα . , . . , . ἀκούεις ἃ λέγει
6181902 παντολμος
. καὶ φιλοκίνδυνος , ῥιψοκίνδυνος , θρασύς , τολμηρός , πάντολμος , παρακινδυνευτικός , ἐθελοκίνδυνος , ῥᾳδιουργός , θερμουργός ,
, οὔτε ἀπιστῷ κομιδῇ . Τί γὰρ οὐκ ἂν ἐθελήσασα πάντολμος ψυχὴ ἐπιτεχνήσαιτο ; Διὰ μέσου δὴ ἥκων πίστεως καὶ
6181351 ἀποδιοπομπεισθαι
κακά , βλαβερά . ταλάντατον . ἀτυχέστατον . ἀποδιοπομπησόμεθα . ἀποδιοπομπεῖσθαί φασι ἀποτρέπεσθαι τὸν προστρόπαιον Δία καὶ οἱονεὶ καθαίρεσθαι τὰ
κακά , βλαβερά . ταλάντατον . ἀτυχέστατον . ἀποδιοπομπησόμεθα . ἀποδιοπομπεῖσθαί φασι ἀποτρέπεσθαι τὸν προστρόπαιον Δία καὶ οἱονεὶ καθαίρεσθαι τὰ
6180832 ποησει
ὦνδρες , ἥκει ἄγων ὁ δεσπότης , ὃς ὑμᾶς πλουσίους ποήσει . Ὄντως γὰρ ἔστι πλουσίοις ἡμῖν ἅπασιν εἶναι ;
ἐνημμένῳ κάλλιστα χρήσομαι τάλας ; Οὗτος μὲν οὐ μή σοι ποήσει ζημίαν . Ἀλλ ' αἶρέ μοι τοῦτόν γε τῆς
6178901 ἐξωλης
παραδείγματα βλασφημιῶν τῶν ἀπὸ ἀριθμοῦ : οἷον τριςεξώλης ὁ πάνυ ἐξώλης , καὶ τριπέδων ὁ πολλάκις πεδηθεὶς κακοῦργος δοῦλος ,
. καὶ τὰ παρὰ τὸ „ ὀλῶ „ συντεθειμένα : ἐξώλης ἐξῶλες , πανώλης πανῶλες . τὰ δὲ ἄλλα προπαροξύνονται
6172275 ἀγυρτων
τὰ οἰκεῖα ἐλαττώματα . Ἡ παναγαία Ἄρτεμις : ἐπὶ τῶν ἀγύρτων καὶ πενήτων . παρόσον καὶ ἡ θεὸς ἀγείρειν καὶ
τὰ οἰκεῖα ἐλαττώματα . Ἡ παναγαία Ἄρτεμις : ἐπὶ τῶν ἀγύρτων καὶ πενήτων . παρόσον καὶ ἡ θεὸς ἀγείρειν καὶ
6167336 ἀλογιου
βλέπων ἀπιστίαν . Ὡρᾳζομένη καὶ θρυπτομένη . Καὶ γὰρ αἰσχρὸν ἀλογίου ' στ ' ὀφλεῖν . Ὥσπερ ἀνέμου ' ξαίφνης
κατηγοροῦνται οἵτινες ἂν ἑαυτοὺς ἐκ τῶν ἐγγεγραμμένων ἐξαλείφωσιν . καὶ ἀλογίου δὲ δίκη ἦν κατὰ τῶν οὐκ ἀποδιδόντων λογισμοὺς ὧν
6166696 κυβευοντας
καὶ μὴ εἰκαῖον μηδ ' ἐπισεσυρμένον ; ἂν μιμῆται τοὺς κυβεύοντας . αἱ ψῆφοι ἀδιάφοροι , οἱ κύβοι ἀδιάφοροι :
ἐργάζεσθαί τε ἔφη καὶ ἐργάτας ἀγαθοὺς εἶναι , τοὺς δὲ κυβεύοντας ἤ τι ἄλλο πονηρὸν καὶ ἐπιζήμιον ποιοῦντας ἀργοὺς ἀπεκάλει
6164977 Προτερον
, παρ ' Εἱμαρμένης βουλὴν , ἀλλὰ τῆς προτέρας . Πρότερον γὰρ ἡμῖν εἱμαρμένον εἶναί φησι , ζῇν , ὡς
τιμίους λίθους τοῖς τε ἐσθήμασι καὶ τοῖς ὑποδήμασιν ἐνήρμοσε . Πρότερον δὲ τὸ διαφέρον τῆς βασιλικῆς περιβολῆς ἀπὸ τῆς ἁλουργίδος
6162861 ἐπενοησας
παύσονται τῆς προνικότητος . “ ὁ σωματέμπορος : ” ὡραίως ἐπενόησας , μὰ τὴν σκοτίαν σου . “ ἐπιστραφεὶς δὲ
ὁρῶσιν οἱ θεοί . Ἰοῦ ἰοῦ : εὖ γ ' ἐπενόησας αὐτὸ καὶ προμηθικῶς . Ὑπόδυθι ταχὺ δὴ κᾆτα θαρρήσας
6155826 γους
γίνεται κατὰ κρᾶσιν τῶν δύο οο εἰς τὴν ου δίφθογγον γοῦς καὶ θοῦς . Καὶ περὶ μὲν τοῦ γόος ἔστιν
⌊ . [ νεκρῶν ] ? ! [ [ ] γοῦς ὑπ [ [ ] αφρόνω [ [ ] !
6155577 πιθοιο
θεῶν ἀνώμοτος φίλος γένοι ' ἂν κἀπικηρυκεύμασιν τάχ ' ἂν πίθοιο : τἀμὰ μὲν γὰρ ἀσθενῆ , τοῖς δ '
θεῶν πρὸς μῦθον ἔειπε : ἦ ῥά νύ μοί τι πίθοιο φίλον τέκος ὅττί κεν εἴπω , ἦέ κεν ἀρνήσαιο
6152981 κεφαλαιωδης
τὴν δὲ τελεωτέραν διδασκαλίαν ὕστερον εἴσῃ . Γνώμη ἐστὶ λόγος κεφαλαιώδης ἐν ἀποφάνσει καθολικῇ ἀποτρέπων τι ἢ προτρέπων ἐπί τι
, ῥοῦν δὲ πολὺν καὶ σφοδρόν . ἡ μὲν οὖν κεφαλαιώδης τοῦ κόλπου τούτου θέσις ὑπάρχει τοιαύτη . ἡμεῖς δ
6147106 ἀνεπινοητος
ὑπὸ τῶν δογματικῶν , οὐ μόνον ἀκατάληπτος , ἀλλὰ καὶ ἀνεπινόητος εἶναι . ἀκούομεν γοῦν τοῦ παρὰ Πλάτωνι Σωκράτους διαρρήδην
μὲν οὔτε αἱ ποιότητες οὔτε αἱ οὐσίαι ἀναμίγνυνται ἀλλήλοις , ἀνεπινόητος ἔσται ἡ κρᾶσις : πῶς γὰρ μία αἴσθησις ἀπὸ
6146904 εὐδιοικητον
, καὶ τοῖϲ ἐρρίνοιϲ κεχρῆϲθαι . δίαιταν δὲ θετέον λεπτοτέραν εὐδιοίκητον εὐκοίλιον ἄφυϲον κατακεραϲτικήν , οἴνου δὲ ϲπάνιοϲ ἡ χρῆϲιϲ
ὀλίγον καὶ μὴ ἀθρόωϲ . τροφὴν δὲ λαμβάνειν ὀλίγην , εὐδιοίκητον , ὑγροτέραν μᾶλλον ἢ ϲιτωδεϲτέραν . Εἴ τινι περιτετύχηκάϲ
6141657 ᾀσματοκαμπτας
, Θουριομάντεις , ἰατροτέχνας , σφραγιδονυχαργοκομήτας : κυκλίων τε χορῶν ᾀσματοκάμπτας , ἄνδρας μετεωροφένακας , οὐδὲν δρῶντας βόσκους ' ἀργούς
ἀκολουθοῦντες τῷ ᾄσματι . λέγει οὖν τοὺς τοιούτους ποιητὰς ” ᾀσματοκάμπτας . “ κυκλίων τε χορῶν ] τοὺς διθυραμβοποιοὺς λέγει
6141280 κατηγορουντας
φαινόντων τοὺς ἐξάγοντας συκοφαντῶν κληθέντων , συνέβη καὶ τοὺς ὁπωσοῦν κατηγοροῦντάς τινων φιλαπεχθημόνως οὕτως προσαγορευθῆναι . ὡς ἔπος εἰπεῖν .
οὐ δικαίως κατηγοροῦμαι , ἐπιδέδεικταί μοι : ἐθέλω δὲ τοὺς κατηγοροῦντάς μου πᾶσιν οἷς ἐγκαλοῦσιν ἐνόχους αὐτοὺς ὄντας ἀποδεῖξαι .
6140576 εἰρωνευομενος
: ὁ δὲ ἔλαβε τὴν παρὰ τῶν θεῶν μάχαιραν . εἰρωνευόμενος ὁ ἄδικος λόγος τὸν δίκαιόν φησιν , ὅτι ἀστεῖον
] αὐτοῦ . . λέγει δὲ τοῦτ ' ἔπος ] εἰρωνευόμενος . . προσφιλές ] εὐαπόδεκτον . . ἀκοῦσαι ]
6140507 ἐπιμεμιγμενον
στροφὴ κώλων ιβʹ , ὧν τὸ αʹ χοριαμβικὸν δίμετρον ἀκατάληκτον ἐπιμεμιγμένον διιάμβῳ : τὸ βʹ ὅμοιον : τὸ γʹ δίμετρον
βούλει , δακτυλικὸν πεντάμετρον : τὸ θʹ ὅμοιον τῷ αʹ ἐπιμεμιγμένον ἐπιτρίτῳ τρίτῳ : τὸ ιʹ ὅμοιον ἐπιμεμιγμένον δισπονδείῳ :
6140388 ἀποτρεπομαι
δωροῦμαι , εἰς δῶρον αἱρῶ καὶ εἰς δῶρον αἱροῦμαι , ἀποτρέπομαι , εὐωχοῦμαι , καταρῶμαι , ἐκλαλῶ , ἀλλοτριοῦμαι ,
ἀθυμίαν παρέσχεν , ἅπαντ ' ἐρῶ πρὸς ὑμᾶς καὶ οὐκ ἀποτρέπομαι , ὅτι πολλῶν καὶ μεγάλων καὶ καλῶν ὄντων ὧν
6140064 ταὡς
, φασίν , ὀρνίθων γένος , τοὺς καλλιμόρφους καὶ περιβλέπτους ταὧς . Πῶς γὰρ ἄν τις εὐγενὴς γεγὼς δύναιτ '
δ ' ἰχθῦς ἐν μέσοισι τηγάνοις . Καὶ γὰρ ὁ ταὧς διὰ τὸ σπάνιον θαυμάζεται . Καὶ γὰρ πόσῳ κάλλιον
6134911 παιδευτης
οὐδὲν προσηκόντων ὀνομάτων καὶ πραγμάτων ; Καὶ νῦν ἐγὼ μὲν παιδευτής εἰμι ὑμέτερος , ὑμεῖς δὲ παρ ' ἐμοὶ παιδεύεσθε
πρεσβύταις ἀναμεῖναι ταλαιπωρίαν . ἄνευ δὲ τούτων , ὅσων γέγονε παιδευτής , τοσούτων ὑπῆρχε πατὴρ ἴσα καὶ τέκνα τοὺς φοιτητὰς
6134382 ὑποδικους
' οἱ εἰσιόντες εἰς ὑμᾶς ἀδικῶνται , διὰ ταῦτα αὐτοὺς ὑποδίκους ἐποίησεν ὁ νομοθέτης . δέομαι δὲ ὑμῶν καὶ ἐγὼ
οὖν δίκαιόν ἐστιν , ἐὰν μὲν μηδὲν καταλίπωσιν , ἡμᾶς ὑποδίκους εἶναι τῆς κακώσεως , ἐὰν μὴ τρέφωμεν , εἰ
6133026 Τυφλον
πράσσοντι πᾶσα γῆ πατρίς . Τρόπος δίκαιος κτῆμα τιμιώτατον . Τυφλὸν δὲ καὶ δύστηνον ἀνθρώποις τύχη . Τὰ δ '
ὁρᾷ . Τύχη τέχνην ὤρθωσεν , οὐ τέχνη τύχην . Τυφλὸν δὲ καὶ δύστηνον ἀνθρώποις βίος . Τὸ γὰρ θανεῖν
6132552 Νοσηματα
αὐχμοὶ τῶν ἐπομβριῶν εἰσιν ὑγιεινότεροι , καὶ ἧσσον θανατώδεες . Νοσήματα δὲ ἐν μὲν τῇσιν ἐπομβρίῃσιν ὡς τὰ πολλὰ γίνεται
τὰ δὲ μακρόβια καὶ βραχύβια διὰ τῶν εἰρημένων θεωρητέον . Νοσήματα δὲ τοῖς μὲν ἀγρίοις οὔ φασι ξυμβαίνειν ὑφ '
6132523 βοακας
τε τριγκούς τε . Σπεύσιππος δὲ καὶ οἱ ἄλλοι Ἀττικοὶ βόακας . Ἀριστοφάνης Σκηνὰς καταλαμβανούσαις : ἀλλ ' ἔχουσα γαστέρα
σε πείσῃ μηδὲ εἷς , πρὸς τῶν θεῶν , τοὺς βόακας , ἄν ποτ ' ἔλθῃ , λευκομαινίδας καλεῖν .
6129515 φιλογεωργος
, οἷον εἰ πορνοβοσκὸς ὤν τις πάσας ἔχοι θηλείας ἢ φιλογέωργος ὢν πάντας ἄρρενας : ἐπὶ γὰρ τούτων οἱ μὲν
Ἀριστοτέλης φησὶ τιθεὶς ἐπὶ Ἀγκαίου τὴν παροιμίαν , ὅτι γέγονε φιλογέωργος Ἀγκαῖος καὶ πολλὰς ἐφύτευσεν ἀμπέλους . εἰπόντος δὲ αὐτῷ
6128446 συγγνωστος
λιμὸν καὶ τὴν τῶν ἀναγκαίων ἐπιθυμίαν τε καὶ ἀπορίαν ἁμαρτάνων συγγνωστός , ὁ δὲ τοιᾶσδέ τινος ἐπιθυμίᾳ τροφῆς καὶ τοιοῦδέ
δύο μακρῶν καὶ βραχείας , – – ˘ , οἷον συγγνωστός : μολοττὸς , ὁ ἐκ τριῶν μακρῶν , –
6126128 ἐκλεγομενον
δή Τοῦτο [ μὲν ] καταγέλαστον εἰς τοὺς πλείστους ὁρᾶν ἐκλεγόμενόν τι καὶ μὴ εἰς τοὺς ὀλιγωτέρους . Καὶ γὰρ
δή Τοῦτο [ μὲν ] καταγέλαστον εἰς τοὺς πλείστους ὁρᾶν ἐκλεγόμενόν τι καὶ μὴ εἰς τοὺς ὀλιγωτέρους . Καὶ γὰρ
6125516 Δικαια
δεῖ φιλοσοφίαν οὐ λόγῳ , ἀλλ ' ἔργῳ ἑλέσθαι . Δίκαια μὲν δὴ καὶ οἱ πάλαι ἔπραξαν ἄνθρωποι ἐφ '
πράττουσιν ἢ ἄδικα , ὅταν τὰ αὑτῶν ἕκαστοι πράττωσιν ; Δίκαια : πῶς γὰρ οὔ ; Τὰ δίκαια οὖν πραττόντων
6125381 Πυγμαιους
καὶ τερατολογεῖν , Ἡσίοδον μὲν Ἡμίκυνας λέγοντα καὶ Μεγαλοκεφάλους καὶ Πυγμαίους , Ἀλκμᾶνα δὲ Στεγανόποδας , Αἰσχύλον δὲ Κυνοκεφάλους καὶ
ἄν τις αἰτιάσαιτο ἄγνοιαν , Ἡμίκυνας λέγοντος καὶ Μακροκεφάλους καὶ Πυγμαίους : οὐδὲ γὰρ αὐτοῦ Ὁμήρου ταῦτα μυθεύοντος : ὧν
6121634 ἀδηκτοτερα
μεμάθηκας δὲ καὶ ὅτι πάντα τὰ κεκαυμένα πλυνόμενα μετριώτερα καὶ ἀδηκτότερα γίνεται . Χαλκὸς κεκαυμένος ἔχει μέν τι καὶ δριμύ
τε καὶ χρυϲόκολλα καὶ χαλκῖτιϲ καὶ μίϲυ , καυθέντα δὲ ἀδηκτότερα , καὶ τοῦ χαλκοῦ τὸ ἄνθοϲ ὁμοίωϲ : ὁ
6117063 ἐοικ
εἰσὶ γὰρ Φαληρικοί . ἄλλοι δ ' ἐπώλουν , ὡς ἔοικ ' , Ὀτρυνικούς . μὴ μεστὰς ἀεὶ ἕλκωμεν ,
[ δ ' ] οὐθέν [ ] , ὥστ ' ἔοικ [ ] ? ' ἐ - [ πάγειν ]
6116428 λουσαμενους
οἱ δὲ σὺν πολλῷ πόνῳ ἡμέρωσαν . τῆς ὑστεραίας ἐκέλευσε λουσαμένους ἥκειν . ἐπεὶ δὲ ἧκον , προέθηκεν αὐτοῖς εὐωχίαν
ἱστορεῖ κρήνην ἐν Χρωψὶ τῆς Θράικης , ἐξ ἧς τοὺς λουσαμένους παραχρῆμα μεταλλάσσειν . . : . . . .
6116328 βρωμωδης
λεγόμενοι ταριχευθέντες εἰσὶ μέσοι . ξανθίας δ ' ἐπὶ ποσὸν βρωμώδης ἐστὶν καὶ ἁπαλώτερος τοῦ ὀρκύνου . ταῦτα μὲν οὖν
πολύχυλος , εὔτροφος . τράγος οὐκ εὔχυλος , ἄπεπτος , βρωμώδης . ψῆττα , βούγλωσσοι εὔτροφοι καὶ ἡδεῖαι . τούτοις
6110955 ὀζεις
θεὸς ἐπεφάνης . δεύτερος πλοῦς καὶ τὸ κεράμιον ἀνέῳχας : ὄζεις , ἱερόσυλ ' , οἴνου πολύ . μικρά γε
αὐτὸν ἰδιώτης ἔφη μακάριος εἶ , ὦ βασιλεῦ , πολυτελὲς ὄζεις . καὶ ὃς ἡσθεὶς ἐγώ σε , φησίν ,

Back