μάλιστα δὲ τῇ ἀνατάσει ἐχρήσαντο ἐφ ' ὧν οὐ μόνον ἐξάρθρημα , ἀλλὰ καὶ κάταγμα τοῦ βραχίονος ἐγένετο . ἴδωμεν
αὐτῷ ὑπὲρ τὸ κάταγμα βρόχον περιτιθέναι , καὶ πρῶτον τὸ ἐξάρθρημα καταρτίζειν , εἶτα μετὰ τοῦτο τὸ κάταγμα . Ἀριστίων
6565469 θετικον
πρὸς τὸ πεπρωμένον : ἀλλ ' εἶπε πρὸς τὸ ἀπαλλαγὴ θετικὸν τὸ αὕτη . : Ὡς ἀπιστοῦσα ἐρωτᾷ . :
παρθένοι ] Αἱ Ἀμαζόνες . . : Σκύθης ] Τὸ θετικὸν ἀντὶ τοῦ κτητικοῦ . : Ἀραβίας ] Πῶς τὴν
6502848 προγεγενημενηϲ
ἀμφιβάλλεται ἡ ἡμέρα τῆϲ ἀρχῆϲ τοῦ νοϲήματοϲ καὶ μηδεμιᾶϲ προδήλου προγεγενημένηϲ ἐξαίφνηϲ ἐγένετο κρίϲιϲ , πῶϲ δεῖ ἐξευρεῖν τὸ ἀμφιβαλλόμενον
αἴτιοι γεγόναϲι τῷ κάμνοντι . προϲήκει τοίνυν ἐπανερωτᾶν περὶ τῆϲ προγεγενημένηϲ διαίτηϲ , καταμανθάνειν δὲ ἀκριβῶϲ καὶ τὸ εἶδοϲ τῆϲ
6440984 Προφανες
γὰρ τῇ Ἑλληνικῇ χρήσει τοῦτο συνεγνωσμένον οὔτε ἔχον λόγον . Προφανὲς τὸ διὰ τούτων παραδιδόμενον θεώρημα : φησὶ γὰρ τοσαύτας
δὶς ἐπιτέταται τὸ ῥηΐτεροι γὰρ μᾶλλον Ἀχαιοῖσι δὴ ἔσεσθε . Προφανὲς δὲ ὅτι τῇ συνηθεστέρᾳ ἀντωνυμίᾳ προσεχώρησε τὸ τῆς συντά
6292577 ἁφηϲ
ἀκινηϲία μὲν παντελὴϲ ἀκολουθεῖ τῶν κώλων , ἡ δὲ τῆϲ ἁφῆϲ αἴϲθηϲιϲ ἀβλαβὴϲ διαφυλάττεται , ὡϲ ἔοικεν , οἷον κριτικῆϲ
ἅπαντα τῷ γένεϊ τωὐτά . ἢ γὰρ κινήϲιοϲ , ἢ ἁφῆϲ , ἢ ἀμφοῖν ἐϲτι ἔκλειψιϲ , κοτὲ καὶ γνώμηϲ
6272266 ἐλεγχθηναι
τὸν παρὰ τὴν ὁμωνυμίαν ἔλεγχον , συμβήσεται καὶ τὸν ἐπιστήμονα ἐλεγχθῆναι καὶ πάντα , οὐκ ἔθηκας παράδειγμα ὁμωνύμων ἀλλὰ παρὰ
λαμβάνοντας ἅπαντες ἐμίσουν , καὶ χαλεπώτατον ἦν τὸ δωροδοκοῦντ ' ἐλεγχθῆναι , καὶ τιμωρίᾳ μεγίστῃ τοῦτον ἐκόλαζον , καὶ παραίτησις
6250217 προβουλευμα
τὸν δῆμον ἐδικαίωσε . καὶ μετὰ τοῦτ ' ἀνέγνω τὸ προβούλευμα . ὁ μὲν δὴ ταῦτ ' εἰπών τε καὶ
πρὸς τὸ δημοτικὸν ἠρέσκετο διαλλαγαῖς , οὐκ εἴα γενέσθαι τὸ προβούλευμα τοιούτοις λόγοις χρώμενος . Ἐβουλόμην μὲν ἂν ἔγωγε καὶ
6241973 τιτρωσκον
τὸ κατὰ τὴν γενομένην διακοπὴν ἑδράζεσθαί τε καὶ στηρίζεσθαι τὸ τιτρῶσκον , ὃ πάντως ὀξὺ μὲν ὑπάρχειν ἀναγκαῖόν ἐστιν ἵνα
γὰρ εὕρεμα τὸ δόρυ . ἐπίλογχον δὲ βέλος αὐτὸ τὸ τιτρῶσκον σιδήριον , ὅπερ ὁ κρίκος ἐμβεβλημένος ἐν τῷ ξύλῳ
6154089 ὑπερϲαρκωμα
τομὴν ἐκ τῶν ἄνωθεν εἰϲ τὸ κάτω , τὸ καλούμενον ὑπερϲάρκωμα γίνεται τῆϲ ὑποκειμένηϲ τῷ ὄνυχι ϲαρκὸϲ ἐκβλαϲτανούϲηϲ διὰ μέϲου
τὴν οὐλήν , βελόνην διπλοῦν λίνον ἔχουϲαν διαπείρομεν ὑπὸ τὸ ὑπερϲάρκωμα ὅληϲ τῆϲ οὐλῆϲ , ἀπὸ τοῦ μικροῦ κανθοῦ ἀρχόμενοι
6150256 διλογειν
καὶ καθόλου χρησιμώτεροι ἂν δοκοῖεν εἶναι . εἰ δέ τις διλογεῖν ἡμᾶς οἴεται , ὅτι περὶ τῶν αὐτῶν λέγομεν νῦν
ἐκυρίευσε πόλεων ἐπιφανῶν προδεδηλωκότες ἐν ταῖς πρὸ ταύτης βίβλοις τὸ διλογεῖν ὑπὲρ τῶν αὐτῶν παρήσομεν . ἐπεβάλετο μὲν οὖν καὶ
6147450 ἀνατασις
, ἢ ἀπὸ τοῦ αἷμα καὶ τοῦ δῆξις σμώδηξ ὕφαιμος ἀνάτασις τῆς σαρκὸς , ἢ ἀπὸ τοῦ σιμοῦ ἤως πατζοῦ
σαρκὸς , ἢ ἀπὸ τοῦ σιμοῦ ἤως πατζοῦ , τουτέστιν ἀνάτασις . ποίης : ἀπὸ βοτάνης . Τὴν κνίδα :
6136539 ἀναιρω
: ὀδυνηρὰ , ἄλγη ἐμποιοῦσα . κατενήρατο : ἐφόνευσεν : ἀναίρω τὸ φονεύω . ἀκωκῇ : γράφεται ῥιπῇ . ῥιπῇ
: ὀδυνηρὰ , ἄλγη ἐμποιοῦσα . κατενήρατο : ἐφόνευσεν : ἀναίρω τὸ φονεύω . ἀκωκῇ : γράφεται ῥιπῇ . ῥιπῇ
6108157 βαρβαριζειν
μισθοῦμαι ” . Ὁ αὐτὸς ὀνειδιζόμενος ὑπό τινων ἐπὶ τῷ βαρβαρίζειν ἔφη : „ ἐγὼ μὲν τῷ λόγῳ , ὑμεῖς
: παρὰ ὤν . . . . βαρκάζειν : τὸ βαρβαρίζειν : εἴρηται ἀπὸ τῶν † Βαρκάνων , οἵ εἰσι
6107166 ἐνεργητικως
ἢ χωρίον . ἐλέγετο δὲ ὁ μὲν δοὺς τὸ ἀποτίμημα ἐνεργητικῶς ἀποτιμᾶν , ὁ δὲ λαβὼν ἀποτιμᾶσθαι . ὁ δ
ὥς φησιν Ἐρατοσθένης . τὸ δὲ ἀντέλλειν τὸ φύειν ἐνταῦθα ἐνεργητικῶς σημαίνει . πῆλε δὲ χεῖρας : οἷον : προσεπάλλετο
6090580 Παλαιον
οὐδὲ τοῦ πόθου τοῦ ἠϊθέου ἡ πᾶσα ἐπιλέληθεν Αἰολίς . Παλαιόν : ὄν . Ὥς : ὅτι . Ἐνναίεσκεν :
ἔχειν . Πένης : διὰ τὸν πόνον τῆς ζωῆς . Παλαιόν : διὰ τὸ ἐκ πάλαι , ἤγουν ἐκ χρόνου
6079734 αἱμορραγουϲι
τῷ μετώπῳ καὶ τῇ κεφαλῇ προϲοιϲτέον τὰ τοῖϲ ἐκ ῥινῶν αἱμορραγοῦϲι προϲφερόμενα . αὕτη τῶν αἱμοπτυϊκῶν ἡ θεραπεία , ἣν
διὰ τῶν ἄνω , τὰ ϲκέλη . προϲεπινοεῖν δὲ τοῖϲ αἱμορραγοῦϲι καὶ ἀνάρροπον ἀνωδύνωϲ ϲχῆμα καὶ ϲικύαν ἐπιβλητέον ἐπὶ τἀναντία
6075749 ἡμαρτηκαμεν
] ἀπὸ κόμματος ] τμήματος : συστήματος παράπαν ] παντελῶς ἡμαρτήκαμεν ] ἠστοχήσαμεν ὡρικῶς ] τρυφηλῶς : νεωτερικῶς εἶπε διότι
σαφὲς ἐρρήθη , διὸ καὶ βραχύτερον ἢ κατ ' ἐκεῖνο ἡμαρτήκαμεν . Ἀληθῆ . Δεῖ τοίνυν τὸν τρόπον , ὡς
6064707 ὠμοϲ
ξηραίνει δὲ κατὰ τὴν δευτέραν . Ϲκορπίοϲ ὁ μὲν χερϲαῖοϲ ὠμὸϲ ἐπιτεθεὶϲ βοήθημα τῆϲ ἰδίαϲ γίνε - ται πληγῆϲ :
δὲ καὶ δυϲῶδεϲ εὑρίϲκεται τὸ μετέχον πύου . ὁ δὲ ὠμὸϲ χυμὸϲ διορίζεται τῶν χρηϲτῶν ὑποϲτάϲεων τῇ ἀνωμάλῳ ϲυϲτάϲει τοῦ
6044283 ἐφθημεν
τῶν κατὰ τὰ αἰσθητήρια παθῶν λόγος συνεισάγεται , οὐδὲ γὰρ ἔφθημεν πρότερον περὶ τούτων διαλαβόντες , ἐνταῦθα καὶ τὰ κατ
ὠμὸν χυμὸν λεπτυνθέντα , καθὼς κἀν τοῖς περὶ διαγνώσεως οὔρων ἔφθημεν εἰρηκότες , ὑπορρωνυμένης ἤδη τῆς ἐμφύτου γίνεται δυνάμεως ,
6033239 συνηφθη
τῆς Σικελίας χερρόνησόν φησιν : αὐτῆς γὰρ νῆσος οὖσα τοπρότερον συνήφθη ταῖς Συρακούσαις . ποταμίας ἕδος : τῆς Ἀλφειώας .
ἀπὸ τῶν προσδιορισμῶν ζητεῖ τοίνυν , ἆρά γε , ὥσπερ συνήφθη ὁ προσδιορισμὸς τῷ ὑποκειμένῳ πᾶς ἄνθρωπος βαδίζει καὶ ἐποίησεν
6024756 διανοημα
ὅτι οὐ μίγνυται † αὐτῆς ἄν : τὸ μὲν γὰρ διανόημα καὶ τυφλῷ δῆλόν φασιν , ἡ σύνθεσις δὲ συσταλεῖσα
καὶ ἡ δόξασις καὶ ἡ διανόησις ἡ μὲν κατὰ τὸ διανόημα , ἡ δὲ κατὰ τὸ δόξασμα : καθόλου τοίνυν
5989151 ὁποτερωθεν
ὄνομα δήμου Ἀττικοῦ , Θριῶθεν : προτέρωθεν : ἑκατέρωθεν : ὁποτέρωθεν . Τὰ ἀπὸ τῶν διὰ τοῦ τερως ἐπιῤῥημάτων εἰς
εἶναι αἴτια οὐκ ἐνδέχεται , ἐπειδὴ τῶν τοιούτων οὔθ ' ὁποτέρωθεν ἀρχομένοις οὔτε μὴν ἀπὸ τῶν προτέρων ἀναγκαία ἡ ἀκολούθησις
5969928 περιουϲιαν
ξηρᾶναι καὶ ῥῶϲαι τὴν κεφαλήν : εὔδηλον γὰρ ὅτι διὰ περιουϲίαν ὑγρῶν μοχθηρῶν ἐπιρρεῖ τι ταῖϲ ῥιϲὶν ἐξ αὐτῆϲ .
οὐρούμενον καὶ μετὰ ταῦτα ἔξω ἀναθολούμενον , ἄπεπτόν ἐϲτι διὰ περιουϲίαν πνεύματοϲ παχέοϲ . δηλοῖ δὲ τὴν φύϲιν ἄρχεϲθαι πέττειν
5966185 ϲτερνον
τοιοῦτοι καὶ ἄτολμοι , καὶ μάλιϲτα εἰ ψιλὸν αὐτοῖϲ τὸ ϲτέρνον εἴη . ἡ δὲ ξηροτέρα καρδία τοὺϲ ϲφυγμοὺϲ ἐργάζεται
ἀνθερεῶνι ξηρὸϲ ϲπόγγοϲ πρὸϲ τὸ μὴ καταρρεῖν ὕδωρ ἐπὶ τὸ ϲτέρνον . Περὶ καταιονήϲεων . Καταιονήμαϲι χρώμεθα ἐφ ' ὧν
5964494 ὁρικον
χεῖρον δὲ ἴσως οὐδὲ τοῦτο ἀγνοεῖν , ὡς ἔστι τι ὁρικὸν ζήτημα , δοκοῦν εἶναι ῥητὸν καὶ ἀντινομία : οἷον
αὐτῷ γὰρ τὰς τῶν φαντασιῶν διαφορὰς ἀπευθύνουσι . καὶ τὸ ὁρικὸν δὲ ὁμοίως πρὸς ἐπίγνωσιν τῆς ἀλήθειας : διὰ γὰρ
5955500 ἀκμαϲ
ὀϲφραντοῖϲ : ἀξιοῖ δὲ Ἀρχιγένηϲ ἐν ὑπερβολῇ καύϲου κατὰ τὰϲ ἀκμὰϲ οὐ μόνον τὸ πρόϲωπον ἀποϲπογγίζειν ἀλλὰ καὶ τὸ ϲτέρνον
τὸ ἀρκοῦν καὶ ἑψήϲαϲ ϲυμμέτρωϲ κατάπλαϲϲε . μετὰ δὲ τὰϲ ἀκμὰϲ ὄγκου περιλειφθέντοϲ καταπλαϲτέον τοῖϲ βολβοῖϲ καθ ' ἑαυτοὺϲ ἢ
5934485 διαβαλοντες
φορτίου τροχίλον ἕτερον ἐκδήσωμεν καὶ τὴν ἀγομένην ἀρχὴν διὰ τούτου διαβαλόντες ἐπισπώμεθα , πολλῷ μᾶλλον εὐχερέστερον κινήσομεν τὸ βάρος *
. . : καὶ βούλονται ὑπόπτους ἡμᾶς ποιήσαντες ἡμῖν καὶ διαβαλόντες ὑφ ' αὑτοῖς ποιήσασθαι τὴν Σικελίαν , ἤτοι βίᾳ
5914091 Εἰπωμεν
εἰρημένων ἐπὶ τὰς παραπλησίους δυνάμεις μεταβαίνειν εὐχερῶς τις δυνήσεται . Εἴπωμεν δὲ λοιπὸν καὶ ὅσα τῶν βοηθημάτων ἴσμεν ἐκ τῆς
, τἆλλα δὲ τοῦ ἑνός , τί χρὴ εἶναι . Εἴπωμεν γὰρ οὖν . Οὐκοῦν ἓν μὲν οὐκ ἔσται τἆλλα
5910662 ὑγρανθηναι
αὕτη δέ ἐστιν [ ἡ ] διὰ τοῦ θερμανθῆναι καὶ ὑγρανθῆναι τὸ σῶμα . ξηραίνουσι γὰρ οἱ κόποι . Λοιπόν
ὑπὲρ ἁπάντων ἑξῆς . τὸ μὲν οὖν ὑπὸ ξηρότητος σκληρυνθὲν ὑγρανθῆναι δεῖται , τὸ δ ' ὑπὸ πήξεως θερμανθῆναι ,
5883918 κατειληφεναι
διὰ τὸ δεδιέναι τὸν ἔλεγχον , ἀλλὰ διὰ τὸ μοιχὸν κατειληφέναι κατὰ τὸν νόμον ἀνῃρηκέναι δόξει : ἐν δὲ τῷ
πυνθανόμενος τοὺς Καρχηδονίους τὸν Ἔκνομον καλούμενον λόφον ἐν τῇ Γελῴᾳ κατειληφέναι , διέγνω πάσῃ τῇ δυνάμει διαγωνίσασθαι . ὁρμήσας δ
5856957 καταγμα
, πρῶτον δὲ καταρτιζέσθω τὸ ἐξάρθρημα , καὶ τότε τὸ κάταγμα . πρὸς μὲν οὖν τὸν τοῦ ἐξαρθρήματος καταρτισμὸν τὸ
κἀν ταῖς ἐξαρθρήσεσι διακριτέον τὸ πρὸς τοῖς κορωνοῖς ῥαφανηδὸν γινόμενον κάταγμα διὰ τοῦ κινεῖσθαι κατὰ τὴν διὰ τῶν δακτύλων παραγωγήν
5853581 ἀποσιωπησις
λέγω ἴσως ἢ ἀντεῖπεν ἢ οὐκ ἐπείσθη , ἡ δὲ ἀποσιώπησις μείζονα τὴν ὑπόνοιαν πεποίηκεν , ὡς ἐπιβουλεύων τῷ πατρί
Ἀθήνας , τῇ ὑποσιωπήσει καὶ πάλιν χρησάμενος . τὸ σχῆμα ἀποσιώπησις . τὰς Ἀθήνας ἐμφαίνει διὰ τῆς τοιαύτης ἀποσιωπήσεως .
5852674 μεταπτωϲιϲ
, ἤδη δὲ πλειϲτάκιϲ καὶ ἀπὸ τοῦ ϲυνόχου πυρετοῦ ἡ μετάπτωϲιϲ εἰϲ τὸν λήθαργον γέγονε καὶ ἐξ ἑτέρων δὲ πλείϲτων
ὑϲτέραϲ χώραν . εἰ δὲ εἰϲ ἕτερόν τι πάθοϲ ἡ μετάπτωϲιϲ γένηται , τὴν θεραπείαν πρὸϲ ἐκεῖνο ἁρμόζειν . καθόλου
5844818 διαπηγμα
ἐχομένοις δηλώσω . μέσον δὲ τὸ κεφάλιον , τὸ ἄνω διάπηγμα λέγω , τετράγωνον ἔχει ἐκκοπήν , ἐν ᾗ ἐκκοπῇ
ἐπ ' αὐτῶν περικέφαλον καὶ μέσον ἄλλο διὰ τῶν σκελῶν διάπηγμα . Καὶ ἀνὰ μέσον τοῦ τε περικεφάλου καὶ τοῦ
5843552 ἐπανιμεν
δὲ αὐτῷ πάντα τὸν περὶ τῶν κατὰ φύσιν λόγον ἀναγκαίως ἐπάνιμεν ἐπὶ τὸ πλειστοδυναμοῦν τῶν λεγομένων περὶ τῶν παρὰ φύσιν
Εὐρώπην περιεποιήσατο . ἡμεῖς δὲ ἀρκούντως διεληλυθότες τὸν ἱερὸν πόλεμον ἐπάνιμεν ἐπὶ τὰς ἑτερογενεῖς πράξεις . Κατὰ γὰρ τὴν Σικελίαν
5841136 Ὠρωπου
' Ὠρωπός τε καὶ Ἀμφιάρεια λοετρά „ . κέκληται ἀπὸ Ὠρωποῦ τοῦ Μακεδόνος τοῦ Λυκάονος . [ ἔστι καὶ ἄλλη
εὐθὺς ναυμαχεῖν ἠναγκάζοντο : ὁ γὰρ Ἀγησανδρίδας ἀριστοποιησάμενος ἐκ τοῦ Ὠρωποῦ ἀνήγαγε τὰς ναῦς : ἀπέχει δὲ μάλιστα ὁ Ὠρωπὸς
5837871 συνεστραμμενῃ
ἐστι τὸ ὑπολειπόμενον ἐκ τοῦ ἐκποθέντος ποτηρίου ὑγρόν , ὃ συνεστραμμένῃ τῇ χειρὶ ἄνωθεν ἔρριπτον οἱ παίζοντες εἰς τὸ κοττάβιον
ἐστὶ τὸ ὑπολειπόμενον ἀπὸ τοῦ ποθέντος ποτηρίου ὑγρόν , ὃ συνεστραμμένῃ τῇ χειρὶ ἄνωθεν ἐῤῥίπτουν οἱ παίζοντες εἰς τὸ κοττάβιον
5824669 πεπτωκεναι
μετὰ τὸ φονευθῆναι : ἄλλως : ἢ τεθορυβημένος οἴεται αὐτὴν πεπτωκέναι ἢ χαμαιπετεῖ τῷ μέλλοντι πεσεῖσθαι : ἄλλως : οὐ
πεσεῖν . πεπτωκέναι ] προσπελάζειν . πεπτωκέναι ] ἐμπεσεῖν . πεπτωκέναι ] ἐλθεῖν , ἐμπεσεῖν . οἱ χαλινοὶ ἀποτελοῦσιν ἦχον
5818712 ϲηψει
, ἄριϲτον ἂν εἴη βοήθημα κατὰ τοὺϲ ἐπὶ ϲτεγνώϲει καὶ ϲήψει πυρετοὺϲ καὶ μάλιϲτα τοὺϲ ἐπὶ ϲήψει ϲυνόχουϲ . ὅϲον
περὶ τὰ ἔντερα , ἣν διαγινώϲκομεν τῇ τε δυϲωδίᾳ καὶ ϲήψει τῶν ἐκκρινομένων καὶ τῷ μὴ κατ ' ἀρχὰϲ εὐθὺϲ
5817482 βραχιονοϲ
καὶ ἀκανθῶν ῥάχεωϲ καὶ ἱεροῦ ὀϲτοῦ . Ϙθʹ . Περὶ βραχίονοϲ . ρʹ . Περὶ πήχεωϲ καὶ κερκίδοϲ . ραʹ
πήχεωϲ εἴρηται . τὰ δὲ λοιπὰ ὡϲ ἐν τοῖϲ περὶ βραχίονοϲ . Ὁ μὲν ἀϲτράγαλοϲ οὐδ ' ὅλωϲ κατάγνυται τῷ
5817252 προδιορθωσις
] εἰσβολὴ ἐντεῦθεν ἐπὶ τὸ συμφέρον : τὸ δὲ σχῆμα προδιόρθωσις . τρίτον προοίμιον , μᾶλλον δὲ εἰσβολὴ τῶν ἀγώνων
πάντα εἰς ἑαυτὸν ἀνάγων φορτικὸς εἶναι δοκῇ . τὸ σχῆμα προδιόρθωσις . μὴ συνιέναι ] σημείωσαι ὅτι διενήνοχε σύνεσις φρονήσεως
5816662 πλειοϲιν
ἓν δὲ μέροϲ τοῦ ὄξουϲ . αὕτη μὲν ἡ ϲυμμετρία πλείοϲιν ἁρμόττει ϲώμαϲιν . ἡ παραλλαγὴ δὲ ἑκάϲτοτε τῇ γεύϲει
ἡ δὲ δύϲπνοια κοινόν ἐϲτι ϲύμπτωμα καὶ τούτοιϲ καὶ ἑτέροιϲ πλείοϲιν ἐπακολουθοῦϲα πάθεϲιν . ὁ δὲ τῆϲ τῶν ἀϲθματικῶν θεραπείαϲ
5814831 φιλοδικον
δὲ καὶ τὰς δικαστικὰς λέγει ψήφους , παίζων διὰ τὸ φιλόδικον αὐτῶν . τὸ δὲ φαύλως ἀντὶ τοῦ ἁπλῶς ,
δὲ “ τῶν δικῶν ” προσέθηκεν , ἵνα διαβάλλῃ τὸ φιλόδικον τῶν Ἀθηναίων . ΓΘ ἄλλως : ἐν τῷ Πειραιεῖ
5808393 λεπτολογειν
λεπτοῦ , περὶ ἀναθυμιάσεως , περὶ μηδενός . στενολεσχεῖν ] λεπτολογεῖν , ἐρωτᾶν καὶ ἰσχνομυθεῖν , μικρολογεῖν , φυσιολογεῖν ,
† στενολεσχεῖν : τὸ ” στενολεσχεῖν “ ἀντὶ τοῦ ” λεπτολογεῖν “ . ἀντὶ τοῦ συνάψας . νύξας ' ]
5807891 πλησια
μῖσος , ὡς κατ ' ὄμματ ' αὐτίκα παρόντι θνῄσκῃ πλησία τῷ νυμφίῳ . Οὐ δῆτ ' ἔμοιγε , τοῦτο
, . . , . † ἄγχιμος : ἀντὶ τοῦ πλησία . Εὐριπίδης . ἀλλ ' ἄγχιμος γὰρ ἥδε φοιβία
5807876 ἀνευρυσμα
. ἐκ τούτου γὰρ πολλαῖς βρογχοκῆλαι κατεσκευάσθησαν , ὅπερ ἐστὶν ἀνεύρυσμα τοπικόν : ἔστι δὲ ἀνίατος ἡ διάθεσις . Δυστοκίας
ἤτοι ἡμέρου ἤτοι κακοήθους . υιʹ . Πνευμόμφαλόν ἐστι τὸ ἀνεύρυσμα τοῦ ὀμφαλοῦ . υιαʹ . Ἐν κατακαλύψει ἐστὶν ἀπόστημα
5807474 ἐκφυλλοφορηθεντος
. . . . , . , . Κατὰ Πολυεύκτου ἐκφυλλοφορηθέντος ὑπὸ τῆς βουλῆς ἔνδειξις : πάλαι θαυμάζω ὑμῶν .
ἐπεσημαίνετο τὴν αὑτοῦ γνώμην . Δείναρχος ἐν τῷ Κατὰ Πολυεύκτου ἐκφυλλοφορηθέντος . . . . παλίμβολον : Αἰσχίνης ἐν τῷ
5805657 σκευωρια
ὁ εὐτελής . τάχα δ ' ἀπὸ τούτων καὶ ἡ σκευωρία καὶ ἡ σκευοποιία καὶ τὸ ἐσκευοποιημένον πρᾶγμα , ὡς
στρέμφυλα Ἕλληνες . στύρακα θηλυκῶς Ἀττικοί , ἀρσενικῶς Ἕλληνες . σκευωρία καὶ σκευωρήματα Ἀττικοί , συσκευή Ἕλληνες . συνέριθοι Ἀττικοί
5805409 ἀϊειν
. ἠϊόσιν : τοῖς αἰγιαλοῖς . Αἰγιαλὸς ἐτυμολογεῖται παρὰ τὸ ἀΐειν διὰ τὸ ἀνεπιπροσμάχητον , ἢ παρὰ τὸ δίκην αἰγὸς
ἐπίθετον , ὃ δηλοῖ τὴν † ἐνυπόστατον κίνησιν : ἔνθεν ἀΐειν , τὸ ὁρμᾶν , καὶ ἀΐσσειν . οὕτως Μεθόδιος
5804857 νηφω
αὐτὴν παρὰ σοῦ ἐκ τῶν ἐμῶν χειρῶν : γεννῶνται : νήφω : κἀκεῖνο νῦν ἄθρησον : πάλιν τῷ συνήθει τῆς
ἀριθμόν : τὸ μὲν διὰ τοῦ η γραφόμενον , τὸ νήφω ἐπὶ τοῦ φρονῶ , ἐξ οὗ καὶ τὸ νεφάλαιος
5801994 ὑφαρπασῃς
. ὑφαρπάσει ] ὑφαρπάσῃς . ⌈ αἰνίττεται διὰ τοῦ “ ὑφαρπάσῃς [ ] ” [ διὰ τοῦ “ ὑφαρπάσῃς ”
ὅταν ] ὁπηνίκα . προβάλωμαι ] εἴπω , λέξω . ὑφαρπάσῃς : ἀττικῶς δεύτερον πρόσωπον . ἀντὶ τοῦ ” συναρπάσῃς
5792186 ΖΓΔ
ὑπὸ ΓΔΕ ἡμίσεια ἡ ὑπὸ ΓΔΖ , καὶ ἡ ὑπὸ ΖΓΔ ἄρα τῇ ὑπὸ ΖΔΓ ἐστιν ἴση : ὥστε καὶ
οὗ ἡ ἐκ τοῦ κέντρου δύναται τὸ δὶς ὑπὸ τῶν ΖΓΔ . λϚʹ . Ἐὰν μέντοι τὸ Β μεταξὺ ᾖ
5790155 τειρω
τάρβος : οἱ γὰρ εὐλαβούμενοι φεύγουσι . τρίτον ἐκ τοῦ τείρω τὸ καταπονῶ , ὁ δεύτερος ἀόριστος ἔταρον , τάρος
τρῶ τρᾷς ἐστι ῥῆμα , ὅπερ ἐστὶ κατὰ συγκοπὴν τοῦ τείρω . παρὰ δὲ τὸ τείρω τέρετρον , ὡς παρὰ
5788755 σφαλμα
οὐκ ἐκτοπίζεταί που μακράν , οὐδὲ πόρρω τοῦ προκειμένου τὸ σφάλμα . οὐδέποτε γοῦν ἐξ ἀνδρὸς πλάτανος ἐτέχθη , ἀλλὰ
μὴ εἶναι πρόσωπα , ἕως ἂν ᾖ πρόσωπα , ἢ σφάλμα εἶναι τὸ περὶ κυρίων μόνον εἰρῆσθαι , τὸ γὰρ
5785291 Συνηγορια
. Ἀποστασίου πρὸς Ἀρχέστρατον : πολλὰ καὶ ἀγαθὰ γένοιτο . Συνηγορία Ἡγελόχῳ ὑπὲρ ἐπικλήρου : ὥσπερ καὶ ἡμῶν ἕκαστος .
πρὸς Εὐβουλίδην ἐφέσει . . . , . , . Συνηγορία Ἡγελόχῳ ὑπὲρ ἐπικλήρου : ὥσπερ καὶ ἡμῶν ἕκαστος .
5784573 ἀπαιτειτε
φὺς ἀπέκτεινεν αὐτόν . ὥστε οὐχ ὁρῶ ἀνθ ' ὅτου ἀπαιτεῖτε τὸν μισθὸν ἐπὶ τῇ μαντικῇ . ἐῶ γὰρ λέγειν
καὶ περὶ τοῦ κόσμου τῆς πολιτείας σκοπεῖτε , καὶ λόγον ἀπαιτεῖτε τοὺς δέκα περὶ πάντων , ὧν ἐπὶ τῆς ἀρχῆς
5780377 Εὐρυβατον
δὲ πέντε Λάμπις Λάκων . εἰσὶ δὲ οἳ καὶ τὸν Εὐρύβατον Σπαρτιάτην γράφουσιν . ἡ δὲ τρίτη καὶ εἰκοστὴ Ὀλυμπιὰς
. . . προσποιησάμενος εἰς Δελφοὺς πέμπειν ἔπεμπεν εἰς Πελοπόννησον Εὐρύβατον τὸν Ἐφέσιον , δοὺς αὐτῶι χρυσίον , ὅπως ὡς
5774416 ἐμπυϊκων
πύου . θνῄϲκουϲι δὲ μετεξέτεροι χρόνῳ τὸν φθινώδεα καὶ τὸν ἐμπυϊκῶν τρόπον . τὰ δὲ πῦα λευκά , ἔπαφρα ,
πυρεταίνοντος . καʹ . περὶ βήσσοντος . κβʹ . περὶ ἐμπυϊκῶν . κγʹ . περὶ χωλείας . κδʹ . περὶ
5772836 βασκω
παθητικὸν ἀλῶμαι . ἀλάσκω γίνεται παράγωγον , ὡς τὸ βῶ βάσκω , καὶ ἕτερον γίνεται παράγωγον ἀπὸ τοῦ ἀλάσκω ,
ἀλασκάζω , † ἠλάσκαζον , βοῶ βοάσκω , οὕτως βῶ βάσκω . . . β . βασιλεύς : παρὰ τὸ
5767588 Μασαισυλιων
κόνιν . Μετὰ δὲ τὴν τῶν Μαυρουσίων γῆν ἡ τῶν Μασαισυλίων ἐστίν , ἀπὸ τοῦ Μολοχὰθ ποταμοῦ τὴν ἀρχὴν λαμβάνουσα
μέχρι Μολοχὰθ ποταμοῦ , ὃς ὁρίζει τὴν Μαυρουσίων καὶ τὴν Μασαισυλίων γῆν . καλεῖται δὲ καὶ ἄκρα μεγάλη πλησίον τοῦ
5766413 ἀναζυγωσαι
: τὸ ἀναλαμβάνειν τὸ πρᾶγμα διὰ χρόνου . . . ἀναζυγῶσαι : τὸ τὰς θύρας ἀναπετάσαι : Ἀριστοφάνης : τὴν
σὺν τούτοις ἄλλα , ἐν τοῖς περὶ φωνῆς προείρηται . ἀναζυγῶσαι δὲ τὸ φθέγμα ἔλεγον , καὶ καταπεπνῖχθαι τὸ φθέγμα
5761928 Βουλει
ἀμυδρόν τι τυγχάνει ὂν πρὸς ἀλήθειαν . Μὴ γάρ . Βούλει οὖν , ἔφην , ἐπ ' αὐτῶν τούτων ζητήσωμεν
ποῖόν τι εἶναι αὐτὸ φῶμεν , καὶ πῶς ποιοῦν ; Βούλει σοι λέγω κατὰ τὴν Σωκράτους μαντείαν ; Ὡς τὸ
5756994 ὀϲτουν
ἐγγείϲωμα δέ ἐϲτι τοῦ ὀϲτέου διαίρεϲιϲ μετὰ τοῦ τὸ πεπονθὸϲ ὀϲτοῦν ὑπεληλυθέναι τοῦ κατὰ φύϲιν κάτω πρὸϲ τὴν μήνιγγα .
γὰρ κωλύεται ἡ χεὶρ ὁτιοῦν ἔργον ποιεῖν : τὸ δὲ ὀϲτοῦν τοῦ βραχίονοϲ βραχύτερον μένει μὴ αὐξανόμενον , καὶ λέγονται
5755725 πολυσημ
, . . α . . Ἀκμή : . Περὶ πολυσημ . Ἀκμῆτες : μὴ κεκοπιακότες : παρὰ τὸ κάμω
. . . , . Ἀκειόμενον : . * Περὶ πολυσημ . ? Ἀκεσταί : εὐθεράπευτοι , εὐίατοι : αἱ
5754719 σηπω
παθητικόν . λήβδην καὶ συλλήβδην . Σαπρός . παρὰ τὸ σήπω , ὡς παρὰ τὸ λέπω λεπρός . Σκληρός .
. παρὰ τὸ δέρκω δέρξω δὲρξ καὶ δόρξ , ὡς σήπω σήψω σήψ , ἔψω ἒψ καὶ ὄψ : ἔνθεν
5754126 ἐρεβοδιφωσιν
] ὅπου . μεγάλοι ] βολβοί . ⸎ . . ἐρεβοδιφῶσιν ] ἐρευνῶσιν , ἐξετάζουσιν , ζητοῦσιν . Τάρταρός ἐστιν
] ἐν τῷ σκότει ψηλαφῶσιν . , σκοτοψηλαφοῦσι . . ἐρεβοδιφῶσιν : ἐρευνῶσιν , ἐξετάζουσι τὸ ἔρεβος ἤγουν τὸ σκότος
5753351 ἀβιαστως
. διὰ τί ; ἐπειδὴ οὗτοι οἱ χυμοὶ ἀδήκτως καὶ ἀβιάστως ἀνάγονται , ἐπειδὴ πραεῖς εἰσιν : οὐδὲ γὰρ ἔχουσι
ἱδρῶτας ἀγαθόν ἐστι : δηλοῖ γὰρ τὴν φύσιν τακτικῶς καὶ ἀβιάστως καὶ μετὰ πέψιν τὴν ὕλην ἐπιλαβομένην καὶ δι '
5748746 δεικω
. . ἀριδείκετος : ὁ ἄγαν ἐμφανής : παρὰ τὸ δείκω , τὸ σημαῖνον τὸ δηλῶ , δείκετος καὶ ἀριδείκετος
οὖν ἀπὸ τοῦ ἔχω ἔχετος , ἐμῶ ἔμετος , οὕτως δείκω δείκετος , καὶ ἐν συνθέσει ἀριδείκετος , ὁ πάνυ
5746458 διωκαθω
τοῦ τέλους εἰς Ω ἐποίησε τὸ ῥῆμα : κιάθω ἀμυνάθω διωκάθω . τὸ μέντοι φιλομαθῶ καὶ εὐσταθῶ περισπῶνται : παρ
] γρ . αὐτὸς . γραφὴν ] ψυχικὸν ἔγκλημα . διωκάθω ] καταδιώξω , ἐξάξω . γραψάμενος ] κατηγορίαν αὐτῶν
5737026 τετανοϲ
ὀπιϲθότονοϲ , ὅταν δὲ ἰϲοϲθενῶϲ ἐφ ' ἑκάτερα τείνηται , τέτανοϲ τὸ πάθοϲ προϲαγορεύεται . ὁ δὲ Πέλοψ ταῦτα τὰ
μὴ ἀπὸ τραυμάτων , ἀλλ ' ἀπὸ πληρώϲεωϲ γένηται ὁ τέτανοϲ , μετὰ τὴν φλεβοτομίαν τοῖϲ ἀμυκτικωτέροιϲ ἀλείμμαϲι κεχρῆϲθαι ,
5736772 εὐκρινειας
ἐπισυνάπτει τε καὶ περιβάλλει ἀτάκτως διὰ τὸ ταῖς ἐπεμβολαῖς χωρὶς εὐκρινείας χρῆσθαι : ὅθεν ἔδοξέ τισι φλύαρος καὶ ἄλλως ἀσαφὴς
. ὑπόθεσις καὶ ἀναπλήρωσις τὸ σχῆμα : ἔστι δὲ τῆς εὐκρινείας . ἀπὸ θεῶν καὶ συμπλήρωμα τὸ σχῆμα , ὅπερ
5735261 σημειωτικον
τὸ αἰτιολογικὸν , ἢ παθολογικὸν καὶ τὸ ὑγιεινὸν καὶ τὸ σημειωτικὸν καὶ τὸ θεραπευτικόν . Ἀθήναιος δὲ ἀντὶ τοῦ σημειωτικοῦ
μὲν ὑλικὸν ἄνευ θεραπείας οὐδὲν ἕτερον συμβάλλεται . τὸ δὲ σημειωτικὸν καὶ ἄνευ θεραπείας ἀναγκαῖον πρὸς τὸ εἰδέναι τίνα θεραπευτικὰ
5731612 διαληψομεθα
εὔκαιρον λέγειν , ἐν δὲ τοῖς ἑξῆς διελόντες περὶ ἑκατέρας διαληψόμεθα , πῶς μεσότητές εἰσι καὶ τίνων . ὁμοίως δὲ
, ἡνίκα κατὰ τὸ εὔκαιρον περὶ αἰτίας καταλλήλου καὶ ἀκαταλλήλου διαληψόμεθα . . Ὁμολόγως οὖν τῶν κτητικῶν ἁπάντοτε ἐπὶ κτῆμα
5730058 γραφις
ἤγουν τὸ κάρφος , καὶ φρύγανον : μᾶλλον δὲ ἡ γραφίς 〛 . σκαρηφισμοῖσι : Σκιαῖς . . παραφρονοῦντος ἀνδρός
τὸ κάρη γὰρ γέγονεν . ὡς οὖν παρὰ τὸ γραφὴ γραφίς βολὴ βολίς οὕτω κάρη κάρις . ταθείσης δὲ παρατελεύτης
5729403 ληκω
ἀληθεῖ . λακάζειν δὲ λέγεται τὸ ἠχεῖν , ἀπὸ τοῦ λήκω ῥήματος κατὰ τροπὴν τοῦ η εἰς α καὶ κατὰ
ἀληθεῖ . λακάζειν δὲ λέγεται τὸ ἠχεῖν , ἀπὸ τοῦ λήκω ῥήματος κατὰ τροπὴν τοῦ η εἰς α καὶ κατὰ
5727453 ἀμβη
μολπῇ κατ ' Εὐριπίδην . . . . . . ἄμβη , : ἡμεῖς δὲ τούτους πάντας παραιτησάμενοι , Βακχείῳ
τῇ φλιᾷ ὑπὸ τὸ καταρτιζόμενον σκέλος ἐπιτίθεται σπάθη ἰπωτρὶς ἢ ἄμβη ἔσωθεν ἀπὸ τοῦ περινέου ὅλῳ τῷ σκέλει ὑποκειμένη .
5726824 δρυπτω
. . α . * . . Ἀμφίδρυφοι : ἔστι δρύπτω , τὸ ξαίνω , * * * τὸ ἀμφοτέρωθεν
τε καὶ πλουσίοις ' . . . . ἀμφίδρυφοι : δρύπτω , τὸ σπαράσσω , δρύψω δέδρυφα δρύφος . .
5723974 Καννωνου
. . . : [ Τουτὶ τὸ πρᾶγμα κατὰ τὸ Καννώνου σαφῶς ψήφισμα , βινεῖν δεῖ με διαλελημμένον . ]
ἴδια πλοῖα ἐμβαίνειν . ἀπεκναίετε : Διεφθείρετε . κατὰ τὸ Καννώνου : Ψήφισμα γεγράφει κατεχόμενον ἑκατέρωθεν ἀπολογεῖσθαι τὸν κατ '
5721735 ἀτιω
, καὶ φυλάττοντα τὴν ει δίφθογγον : τὸ ἐσθίω : ἀτίω : ἀΐω : τὸν τόνον ἀμείψαντα , τὴν διὰ
, γίνεται παρὰ τὸ τίω , τὸ τιμῶ , καὶ ἀτίω καὶ πλεονασμῷ τοῦ ζ ἀτίζω . εἰ δὲ σημαίνει
5708195 ϲιτιοιϲ
, ἔπειτα ἀποκείμενον ἔχειν ἐξελόμενον τὰ μάραθρα . Μέγιϲτον ἐν ϲιτίοιϲ ἁμαρτάνεται περὶ πληϲμονήν : εἰ γάρ τινι καὶ πέψοι
ἐν τοῖϲ οὔροιϲ φανείϲηϲ χρηϲτῆϲ . ὁ δὲ ἐπὶ τοῖϲ ϲιτίοιϲ ἔμετοϲ εἰϲ τοϲοῦτον χρήϲιμοϲ τοῖϲ ἐν τούτῳ τῷ πυρετῷ
5704223 ἐφυμνιον
ἐπικρίνῃ σοφός . ἐπειδὰν δὲ δόξωσιν εἶναι προσηνεῖς , τὸ ἐφύμνιον | ᾄσεται Μωυσῆς λέγων : „ ὠσφράνθη κύριος ὀσμὴν
ὀρθά . . . † τὰ δύο ταῦτα κῶλα καλεῖται ἐφύμνιον ἢ μεσύμνιον . ὀρθά . . ἀντιστροφὴ κώλων ιβʹ
5703549 ἀνατρεχοντες
ἡ οὐσία τῶν μυῶν . ἐνέργειαν δὲ παρέχουσιν κινητικήν . ἀνατρέχοντες γὰρ ἐπὶ τὴν οἰκείαν ἀρχὴν ἐκτείνουσιν καὶ συγκάμπτουσιν τὰ
ὁ μῦθος , σωθησόμεθα εἰς αὐτὴν τὴν διάνοιαν τοῦ μυθοπλάστου ἀνατρέχοντες , οὐκ ἄχρι τοῦ πλασματώδους μύθου . Διὰ τοῦ
5703397 καχλαζω
κεχλαδὼς , ὁ πλήθων : παράγωγον χλάζω : καὶ ἀναδιπλασιασμὸς καχλάζω . τὸ οὖν χλῶ ῥηματικὸν χλώσα : ἐπεκτάσει τοῦ
τοῦ ο ὄχλος . ἐκ δὲ τοῦ χλῶ καὶ τὸ καχλάζω κατὰ ἀναδιπλασιασμόν . . . , : ἀκωκή :
5702941 συγκριτικου
ἐσχατώτατον : οὐδὲ ἀμεινότερον , καλλιώτερον , κρειττότερον ῥητέον : συγκριτικοῦ γὰρ συγκριτικὸν οὐ γίνεται . Εὑρέσθαι , οὐχ εὕρασθαι
ἥλιε . Περὶ τὰ Εἴδη : ὡς εἴτις ἁπλοῦν ἀντὶ συγκριτικοῦ τάξειεν , οἷον , δῖα θεάων , ἀντὶ τοῦ
5699230 ῥυππαπαι
ἀποτελουμένου . ΓΘ ἔπαιξε τὸ “ ἱππαπαί ” ἀντὶ τοῦ ῥυππαπαὶ εἰρηκὼς ὡς ἐπὶ ἵππων . ἔστι δὲ τὸ ῥυππαπαὶ
τοῦ ῥυππαπαὶ εἰρηκὼς ὡς ἐπὶ ἵππων . ἔστι δὲ τὸ ῥυππαπαὶ ἐπιφώνημα ναυτικόν , ἢ ψόφου ἐστὶ μίμημα ἀπὸ τῶν
5699134 σμηχω
' οὐλύμποιο . ἀμφιτρίτῃ : τῇ θαλάσσῃ . Μίσγονται : σμήχω η σμίγω ι , σμύχω δὲ τὸ καίω [
χ ἢ εἰς κ , οἷον σμῶ , σμήσω , σμήχω , τὸ καθαίρω : ὄλω , ὀλέσω , ὀλέκω
5692127 ἐγχειρουμεν
ἢ τῷ διὰ κρόκων κολλυρίῳ . ] Χειρουργία πτερυγίων . ἐγχειροῦμεν δὲ οὕτωϲ πρὸϲ τὴν ἀφαίρεϲιν τοῦ πτερυγίου : διαϲτέλλοντεϲ
πλαγία γένοιτο , τῶν ἀρχαίων ἀπηγορευκότων τὴν θεραπείαν , ἡμεῖς ἐγχειροῦμεν τόνδε τὸν τρόπον . καθίεμεν διὰ τοῦ στομίου τῆς
5689816 παθητικης
παράλειψις τὸ ἀξιόπιστον ἐνδείκνυται , καὶ μέρη ἂν εἴη τῆς παθητικῆς τε καὶ ἠθικῆς ἀποδείξεως τῇ τῆς ὑποκρίσεως ἀρετῇ πρέποντα
ἔτυχε . τῇ δὲ δοτικῇ ἐπὶ πάσης χρείας πλὴν τῆς παθητικῆς προσθήσομεν τὸ ἔδοξεν ἢ τὸ ἐφάνη ἢ τὸ ἐπῆλθεν
5686723 πλαζω
, τουτέστιν ἐξήνεγκαν τοῦ ὀρθοῦ καὶ φρόνιμον . ἀπὸ τοῦ πλάζω τοῦ πλανῶ τὸ παρέπλαξαν . περὶ τῆς τοῦ φόνου
τὸ πληροῦσθαι ὑπὸ τοῦ ἄξονος . Πλαγγών . παρὰ τὸ πλάζω . πλαγὼν , καὶ πλεονασμῷ τοῦ γ , πλαγγών
5686334 καταπειραντεϲ
τὰ χείλη τοῦ τραύματοϲ ϲυναγάγωμεν ἀπὸ τῆϲ μέϲηϲ ἀρχόμενοι , καταπείραντεϲ δὲ τὴν βελόνην ἐν αὐτῇ τῇ ὑποτομῇ : τὸ
καὶ ἐκ βάϲεωϲ ἀποτέμνοντεϲ , εἰ δὲ μείζονα , ἀγκίϲτροιϲ καταπείραντεϲ καὶ κατὰ περιδορὰν ἀφαιρούμενοι καὶ ῥαφαῖϲ τὰ χείλη ϲυνάγοντεϲ
5680526 πυθου
κοινοῦ πατρὸς ὑπηρέτης τοῦ Διός . Ἄν σοι δόξῃ , πυθοῦ μου καὶ εἰ πολιτεύσεται . σαννίων , μείζονα πολιτείαν
εἶ , καὶ τὸ πρᾶγμα πᾶν σύνοισθα . τοιγαροῦν ἐμοῦ πυθοῦ , τῆι γυναικὶ μὴ ' νοχλήσας μηδέν . ἆρ
5676710 παλινδρομειν
. χρεία δ ' αὐτῶν ἐστιν ἁπάντων κοινῇ , κωλῦσαι παλινδρομεῖν εἰς τοὐπίσω τὰς ὕλας . τοῦ πνεύμονος δ '
τῷ καὶ διὰ πλείονος καὶ διὰ χωρίων εἰς ἔμετον ἀήθων παλινδρομεῖν . πονοῦσι δ ' οἱ περὶ τὴν ἀρχὴν τοῦ
5673141 κατασκευηι
. ἔν τε τῶι ἐπιταφίωι καὶ ἐν ταῖς δημηγορίαις ποιητικῆι κατασκευῆι χρησάμενος . . . : , , . .
τῶι τε ἀφέτωι καὶ ἀνειμένωι τῆς κόμης καὶ τῆι ἄλληι κατασκευῆι , ἣ οὐ πρόσω τοῦ Περσικοῦ τρόπου ἤσκητο αὐτῶι
5672408 Οὐνομα
πολλοῖσιν ὑμέων καὶ πολίων ὑμετέρων γινώσκομαι ὡς τύπῳ εἰπεῖν . Οὔνομα δ ' ἰδέης καὶ προσωτέρω κεχώρηκε : δοκέω δὲ
Τίς , πόθεν ὁ πλάστης ; „ Σικυώνιος . „ Οὔνομα δὴ τίς ; ” Λύσιππος . ” Σὺ δὲ
5671849 τετυφωμαι
οὔτε βαλανεῖον οὔτε ἄλλο τῶν δημοσίων οὐδέν . ἢ ἐγὼ τετύφωμαι καὶ ἀνόητός εἰμι ; πλὴν ὅ γε ἠξίωσα ,
οὐδὲν γὰρ ὑμᾶς ἀδικεῖ , ἀλλ ' ἐγὼ μαίνομαι καὶ τετύφωμαι νῦν κατηγορῶν αὐτοῦ . εἰ δὲ πάντα τἀναντία τούτων
5669207 χρονουϲ
πλεῖϲτον τῆϲ ἐλπίδοϲ ἡ τρῖψίϲ ἐϲτιν . Κατὰ τοὺϲ ἡμετέρουϲ χρόνουϲ κωλική τιϲ ὤχληϲε νόϲοϲ , ἐφ ' ᾗ καὶ
ὕδατι καὶ τροφαῖϲ χρῆϲθαι ἀναξηραντικαῖϲ . μετὰ δὲ τοὺϲ πρώτουϲ χρόνουϲ ἄγειν ἐπὶ γυμναϲτικὴν ἀγωγήν , δι ' ἧϲ τό
5668844 ῥηξιοϲ
. οἱ δὲ τρόποι τρεῖϲ ἔαϲι : ἢ γὰρ ἀπὸ ῥήξιοϲ ἀγγείου , ἢ διαβρώϲιοϲ , ἢ ἀραιώϲιοϲ ἀνάγεται .
πάϲῃ ἰδέῃ ἀναγωγῆϲ τάμνειν φλέβα : ἤν τε γὰρ ἐκ ῥήξιοϲ ἢ διαβρώϲιοϲ , εὐάρμοϲτοϲ φλεβοτομίη , ἤν τε ἐπ
5666096 ἐσκιρρωμενον
πυρίᾳ : πολλάκις γὰρ ἐν τῷ διακινεῖσθαι καὶ αἰωρεῖσθαι τὸν ἐσκιρρωμένον σύνδεσμον ἢ τένοντα ὑπὲρ τὸν ἀναφερόμενον ἀτμὸν διελύθη ὁ
ἐὰν δὲ τὸ ἄκρον τοῦ μαστοῦ ἢ καὶ ἕως ἡμισείας ἐσκιρρωμένον ᾖ , δοκιμαζέσθω ὁ ἀκρωτηριασμὸς χωρὶς καύσεως , οὐ
5665143 προειληφυια
, συνετέθη , καθὸ τὸ ἐσόμενον ἐξ αὐτῶν εὔχρηστον ἡ προειληφυῖα πληθυντικὴ προφορὰ περιέγραψεν , εἰς ἣν καὶ μεταλαμβάνονται :
δεῖ τῇ μαντικῇ , οὐσίαν τε καὶ αἰτίαν τῶν γιγνομένων προειληφυῖα , ἀφ ' ὧν ἐξ ἀνάγκης ἐφήκει τὸ τυγχάνειν
5665066 κυπτω
. . . . ἀπεστύπαζον : τύπτω τυπτάζω , ὡς κύπτω κυπτάζω , ἀποβολῇ τοῦ τ ἀπετύπαζον καὶ πλεονασμῷ τοῦ
. κυφὸν δὲ τὸ κυρτοειδὲς καὶ περιφερές . παρὰ τὸ κύπτω κυφός . . . , , . , .
5663094 ἀναστρεφομαι
προσλαλῶ , ἀμφιβάλλω , ἀμοι - βαδίζω , βακχεύω , ἀναστρέφομαι , ἐπηρεάζω , εἰρωνεύομαι , δικολογῶ , προφασίζομαι ,
τῇ χύτρᾳ . ἐτυμολογεῖται δὲ ἀπὸ τοῦ πέλω : τὸ ἀναστρέφομαι . ἐνταῦθα δὲ πέλανον τὴν θυσίαν φησί . .

Back