| Ὦ τέκνα , τέκνα , πῶς ἄν , εἴ τις ἔντοπος , τὸν πάντ ' ἄριστον δεῦρο Θησέα πόροι ; | ||
| . φροντίδας νέας : ὡς οὐκ ἔξεδρος , ἀλλ ' ἔντοπος ἁνήρ , οὐ μολπὰν σύριγγος ἔχων , ὡς ποιμὴν |
| δ ' ἀστός , ἐπιχώριος , ἐγχώριος , ἡμεδαπός , ὁμόφυλος , ἐγγενής , ἔντοπος : τὸ γὰρ ἐνδάπιος ποιητικόν | ||
| Πτολεμαΐδα . ἀπὸ δὲ φυλῶν τὸ φυλοκρινεῖν ὠνομάσθη , καὶ ὁμόφυλος ἀλλόφυλος , φυλέτης , φυλίων θεῶν ἱερά , ἐμφύλιον |
| δὲ καὶ αὐτοὶ ἀμφίβιοι : καί πού τις ἀνὴρ ἴδεν ἀγροιώτης γηπόνος , ἀγχιάλοισι φυτηκομίῃσι μεμηλώς , ὀσμύλον εὐκάρποις ἢ | ||
| τοῦ ἀγροῦ , ἀγροώτης , καὶ πλεονασμῷ τοῦ ί , ἀγροιώτης . . . ΑΥΤΗι ΜΕΝ ΓΑΡ ΝΥΚΤΙ . Ἐν |
| , τὸ δὲ νῦν κακὸν πῶς οἴσω μακρὸν γιγνόμενον ; ἐξάγιστος ἡ πόλις , ὡς ὁ Κιρραίων λιμήν , ἐπάρατος | ||
| ἀρά . τάχα δὲ τῷ ἐπαράτῳ προσήκοι ἂν καὶ ὁ ἐξάγιστος , ἐξώλης προώλης πανώλης . τὸ μέντοι ἐπαρασαμένους ἀναλύειν |
| . Ὦ βασιλεῦ , ὁρέω σε ἀνδρὸς ἐνδεκόμενον λόγους ὃς φθονέει τοι εὖ πρήσσοντι ἢ καὶ προδιδοῖ πρήγματα τὰ σά | ||
| : παρὰ τὸ Ἡσιόδου [ . ] καὶ πτωχὸς πτωχῷ φθονέει καὶ ἀοιδὸς ἀοιδῷ : ναυτίλους θοαί : καὶ δύο |
| ἔχοντας , ὥστε μὴ παρελθεῖν μηδένα . Πανταλέοντος δὲ μνημονεύει Θεόγνητος ἐν Φιλοδεσπότῳ : ὁ Πανταλέων μὲν αὐτὸς αὐτοὺς τοὺς | ||
| καὶ ἀπὸ κοινοῦ τὸ κατελέγχεις . ὁ δὲ Κλειτόμαχος καὶ Θεόγνητος θεῖοι τοῦ νικηφόρου : Ὀλυμπιονίκης δὲ ὁ Θεόγνητος , |
| ἀντὶ Ἐπειῶν ἀπὸ τοῦ Ἠλείου μεταβεβλήκασιν . Ἠλείου δὲ ἦν Αὐγέας : οἱ δὲ ἀποσεμνύνοντες τὰ ἐς αὐτόν , παρατρέψαντες | ||
| ἐξειργάσατο ἐκτρέψας τοῦ Μηνίου τὸ ῥεῦμα ἐς τὴν κόπρον : Αὐγέας δέ , ὅτι τῷ Ἡρακλεῖ σοφίᾳ πλέον καὶ οὐ |
| ' αὐτὸ τῆς ὥρας τὸ χειμέριον , ὅτε τοῖς ὀφθαλμοῖς ἄμοχθος ἡ τῶν ἰχνῶν θεωρία πρόκειται , τοῦτο μὲν τῇ | ||
| κακῶς πράσσουσιν ἡδὺ καὶ βραχὺν χρόνον λαθέσθαι τῶν παρεστώτων κακῶν ἄμοχθος γὰρ οὐδείς : ὁ δ ' ἥκιστ ' ἔχων |
| ' οἶσθ ' ὃ δράσεις . Γ προειρήκαμεν , ὅτι χρησμολόγος ὁ Ἱεροκλῆς : διόπερ νῦν χρησμοῦ τινος αὐτὸν προσάγει | ||
| ἀλλ ' Ἱεροκλέης οὗτός γέ πού ' σθ ' ὁ χρησμολόγος οὑξ Ὠρεοῦ . Τί ποτ ' ἄρα λέξει ; |
| πάντων ] βασιλεύς , τρῖς δὲ πόντω [ γᾶμε ] μέδων Ποτιδάων [ , τᾶν ] δὲ δουῖν Φῦβος λέκτρα | ||
| καὶ τὸ μεγάλως . καὶ τὸ κατὰ ἡλικίαν ἐξαίρετον . μέδων : ὁ βασιλεύς . καὶ κύριον . μενεαίνειν : |
| τοῖς ἀργιλώδεσι . Πολυειδὴς δὲ ὁ κιττός : καὶ γὰρ ἐπίγειος , ὁ δὲ εἰς ὕψος αἰρόμενος : καὶ τῶν | ||
| ἐλάᾳ , ὁ δὲ μέλας οἷον ἡ μυρίκη σαρκῶδες : ἐπίγειος δὲ μᾶλλον ὁ λευκός : ἔστι δὲ ὀσμώδης , |
| καὶ Θέογνις δέ φησιν : ἥκω δ ' ὡς οἶνος χαριέστατος ἀνδρὶ πεπόσθαι , οὔτε τι νήφων εἴμ ' οὔτε | ||
| , ὁ περὶ τῶν ἀτελειῶν , ὃν αὐτὸς διέθετο , χαριέστατος ἁπάντων τῶν λόγων καὶ γραφικώτατος . ἐπὶ δὲ Διοτίμου |
| ὠμογέροντα καλοῦσιν , εἶτα γέρων , εἶτα πρεσβύτης , εἶτα ἐσχατόγηρως ⌊ ⌋ . γελοῖον καὶ εὐτράπελον διαφέρει . γελοῖον | ||
| καὶ ὠμογέροντα καλοῦσιν , γέρων , εἶτα πρεσβύτης , εἶτα ἐσχατόγηρως . . . . . . : Τὰ τέλεια |
| , φιλοκερδής , φιλόδωρος , φιλόπαις φιλότεκνος φιλόστοργος φιλογύνης , φιλόθηρος φιλόμουσος , φιλοσώματος φιλόψυχος , φιλόξενος φιλοικτίρμων φιλόπλουτος , | ||
| τῶν περὶ τὰ πολεμικά , φιλογυμναστής τέ τις ὢν καὶ φιλόθηρος . Ἔστι γάρ , ἔφη , τοῦτο τὸ ἦθος |
| ὑπερφίαλοι κατὰ δῆμον : καί νύ τις ὧδ ' εἴπῃσι κακώτερος ἀντιβολήσας : τίς δ ' ὅδε Ναυσικάᾳ ἕπεται καλός | ||
| αἰσχυνόμενοι φάτιν ἀνδρῶν ἠδὲ γυναικῶν , μή ποτέ τις εἴπῃσι κακώτερος ἄλλος Ἀχαιῶν : ἦ πολὺ χείρονες ἄνδρες ἀμύμονος ἀνδρὸς |
| . ἔστι δὲ πόλις Λακωνική . τὸ ἐθνικὸν ὁμοίως . Ἐτεωνός , πόλις Εὐβοίας . Ὅμηρος ” πολύκνημόν τ ' | ||
| Κολωνός : μελλεδωνὸς ὁ φροντιστής : Ἠδωνὸς ὄνομα ἔθνους : Ἐτεωνός : Καννωνός : Ὀθρωνὸς ὄνομα ἔθνους : Κορωνός . |
| δὲ ἐκεραύνωσε . : , , , , . . Χαδισία : πόλις Λευκοσύρων . Ἑκαταῖος Γενεαλογιῶν β ἡ δὲ | ||
| Ἶριν ποταμὸν στάδια ἑκατόν ” . οἱ πολῖται Χαδίσιοι καὶ Χαδισία τὸ θηλυκόν . Ἀπολλώνιος βʹ ” νόσφι δ ' |
| ἐπισημότατοι διθυραμβοποιοί , Φιλόξενος Κυθήριος , Τιμόθεος Μιλήσιος , Τελέστης Σελινούντιος , Πολύειδος , ὃς καὶ ζωγραφικῆς καὶ μουσικῆς εἶχεν | ||
| ἄλλη πλησίον τοῦ Ἀραβικοῦ κόλπου . ὁ πολίτης Τραπεζούντιος ὡς Σελινούντιος , καὶ ἡ χώρα Τραπεζουντία . λέγεται καὶ Τραπεζούσιος |
| οἴσους ' ἐπὶ τὸν Ἴστρον , Ὄφρα τις ἐρρίγῃσι καὶ ὀψιγόνων ἀνθρώπων ξεινοδόχον κακὰ ῥέξαι , ὅ κεν φιλότητα παράσχῃ | ||
| τε μέγαν τε ἄλκιμος ἔσς ' ἵνα τίς σε καὶ ὀψιγόνων εὖ εἴπῃ . † ) καὶ παρὰ Ἀριστοφάνει προηθετοῦντο |
| Γ τὸν μισθὸν ] τὸν δικαστικόν . Γ Λυσίστρατος : σκωπτικός . Γ καὶ ἐν Ἀχαρνεῦσι Λυσίστρατός τ ' ἐν | ||
| λοπίδας μοι παρέσχηκε κεστρέως “ . ὁ σκωπτόλης ] ὁ σκωπτικός . δραχμὴν μετ ' ἐμοῦ λαβὼν : καθὸ εἰς |
| ἀμειδέα θύσθλα φέρουσι Μουνυχίῃ , βροτέῳ δ ' ἐπιδεύεται αἵματι κρητήρ : ἂν δ ' ἄρ ' Ὑπερβορέους , Νομάδας | ||
| , ὁ μέλλων κεράσω , συγκοπῇ κράσω , κρατήρ καὶ κρητήρ : ἐκ δὲ τοῦ κεράσω γίνεται κρατός ἄκρατος καὶ |
| Ἀλόπας : Ἀλόπη Κερκυόνος θυγάτηρ , ᾗ καὶ Ποσειδῶνος υἱὸς Ἱπποθόων . 〛 θύειν ὄρνισι : Πρὸ τῶν θεῶν . | ||
| π . μον . λέξ . Εὔμολπος Δόλιχός τε καὶ Ἱπποθόων μεγάθυμος . . Ξ ἰδὼν δ ' ἱππηλάτα Κῆρυξ |
| καὶ ἕτερα πολλὰ τῶν ἐν τοῖς παλαιοτάτοις χρόνοις πραχθέντων . Γέγονε μὲν οὖν πλείω γένη γυναικῶν κατὰ τὴν Λιβύην μάχιμα | ||
| σῳζόμενον τῷ ἄλλῳ πολέμιόν ἐστιν ὑφ ' οὗ σῴζεται . Γέγονε δὲ οὐ λογισμῷ τοῦ δεῖν γενέσθαι , ἀλλὰ φύσεως |
| ἡ δ ' ἀνδρὶ ἰκέλη Τρώων κατεδύσεθ ' ὅμιλον , Λαοδόκῳ Ἀντηνορίδῃ κρατερῷ αἰχμητῇ , Πάνδαρον ἀντίθεον διζημένη , εἴ | ||
| : καταλέλοιπε δὲ τὸ διζημένη . ἀγνοεῖ δὲ ὅτι ὁμοιωθεῖσα Λαοδόκῳ ἀνάγκην εἶχεν ἀνθρώπινα ἐπιτηδεύειν . . . . ἀμφὶ |
| Δείναρχος ἐν τῷ κατὰ Πυθέου ξενίας . τὸ θηλυκὸν τοῦ Αἰγινήτης Αἰγινῆτις . σπάνια δὲ τὰ εἰς της ἐθνικὰ τῷ | ||
| πολίτης Αἰγινεύς , ὡς Στράβων , ὡς οἱ πολλοί , Αἰγινήτης . . . Αἰγιναῖος δὲ ὁ ἔποικος ἢ κέραμος |
| γενέσθαι . Ὣς ἔφατ ' , ὀξὺ δ ' ἄκουσεν Ὀϊλῆος ταχὺς Αἴας : πρῶτος δ ' ἀντίος ἦλθε θέων | ||
| ἱπποδάμου υἱὸς κρατερὸς Διομήδης . Τὸν δ ' αἰσχρῶς ἐνένιπεν Ὀϊλῆος ταχὺς Αἴας : Ἰδομενεῦ τί πάρος λαβρεύεαι ; αἳ |
| [ Μεσσήνιος ἀπὸ Σικελίας πάλην : ] / Ἀρίστων [ Ἐπιδαύριος πύξ : ] / Δαμάγητος [ Ῥόδιος παγκράτιον : | ||
| ἐμβεβληκότων . Ἐπὶ τέγει λήϊον : ἐπὶ τῶν ἀνωφελῶν . Ἐπιδαύριος ἵππος : καί : Ἐρετριακὸς κύων : ἐπὶ τῶν |
| ἐπὶ δὲ τοῦ μισεῖσθαι “ νῦν δ ' ἐμὲ μὲν στυγέει : ” ἀφ ' οὗ καὶ τὴν στυγερὴν μισητήν | ||
| Στυγὸς ὕδατος αἰπὰ ῥέεθρα . νῦν δ ' ἐμὲ μὲν στυγέει , Θέτιδος δ ' ἐξήνυσε βουλάς , ἥ οἱ |
| , ᾡπόλοι ἦνθον : πάντες ἀνηρώτευν τί πάθοι κακόν . ἦνθ ' ὁ Πρίηπος κἤφα Δάφνι τάλαν , τί τὺ | ||
| οἷον βέλτιστος βέντιστος , φίλτατος φίντατος , ἦλθεν ἦνθεν . ἦνθ ' ὁ Πρίηπος : οἰκείως : ἀγροικικὸς γὰρ ἦν |
| , Χίλων δὲ Λακεδαιμονίους , Μυτιληναίους γε μὴν Πιττακός , Κλεόβουλος δὲ Ῥοδίους . καὶ Ἀναξίμανδρος δὲ ἡγήσατο τῆς ἐς | ||
| ὁ ἐμὸς μὲν διδάσκαλος , σὸς δὲ καὶ ἐμὸς φίλος Κλεόβουλος , αὐτὸς ἐν οἷς ἔγραψεν ἐδί - δαξεν . |
| , ὡς Ἀλέξανδρός φησι . πρότερον δὲ Ὀλβία ἐκαλεῖτο καὶ Ὑρία . οἱ πολῖται ἀπὸ τῆς Ὑρίας Ὑριεῖς , καὶ | ||
| νῆσος παρὰ τῇ Κερκύρᾳ . τὸ ἐθνικὸν Πτυχιεύς , ὡς Ὑρία Ὑριεύς . Πύγελα , πόλις Ἰωνίας . ὁ πολίτης |
| ὡσαύτως καὶ Ἀττικοί . ὁ δὲ μετὰ ταῦτα μειράκιον ἢ μεῖραξ , εἶτα νεανίσκος καὶ νεανίας , εἶτα ἀνὴρ μέσος | ||
| δρόμον μετέχειν . ἡ δὲ μετὰ ταῦτα μειράκιον , εἶτα μεῖραξ , εἶτα νεανίσκος , εἶτα νεανίας , εἶτα ἀνὴρ |
| , παράνομα , ἄδικα : ὃς οὐκ ὄθετ ' αἴσυλα ῥέζων . παρὰ τὴν αἶσαν , ἢ παρὰ τὸ ἄσω | ||
| οὔ νύ τ ' Ὀδυσσεὺς Ἀργείων παρὰ νηυσὶ χαρίζετο ἱερὰ ῥέζων Τροίῃ ἐν εὐρείῃ ; τί νύ οἱ τόσον ὠδύσαο |
| Ἀθηναίων τὸ γένος ὄντες , ἐκαλεῖτο δὲ τὸ μὲν παλαιὸν Αἰγιάλεια καὶ οἱ ἐνοικοῦντες Αἰγιαλεῖς , ὕστερον δ ' ἀπ | ||
| Ἀδράστου δὲ καὶ Ἀμφιθέας τῆς Πρώνακτος θυγατέρες μὲν Ἀργεία Δηιπύλη Αἰγιάλεια , παῖδες δὲ Αἰγιαλεὺς καὶ Κυάνιππος . Φέρης δὲ |
| πολυτελής . Ἅβρων γάρ τις ἐγένετο πλούσιος : ὅθεν καὶ ἁβροδίαιτος . Ἀεὶ γεωμόρος εἰς νέωτα πλούσιος . Ἀδεὲς δέος | ||
| λόγῳ δὲ τῆς ἀρετῆς ἀντιλαμβανόμενος ἐπέγραψε τοῖς αὐτοῦ ἔργοις : ἁβροδίαιτος ἀνὴρ ἀρετήν τε σέβων τάδε ἔγραψεν . καί τις |
| Νεφέλαις τούτου μέμνηται . Ἀμυνίας μὲν : ὧδε μὲν ὡς φιλόκυβος ⌈ ὁ Ἀμυνίας κωμῳδεῖται : ἐν ⌈ δὲ Σεριφίοις | ||
| φιλόξενος φιλοικτίρμων φιλόπλουτος , φίλυπνος , φιλοκυνηγέτης , φιλογεωργός , φιλόκυβος , φιλοχωρῶν φίλιππος , φιλοφροσύνη , τάχα καὶ φιλόφρων |
| ἀντ ' αὐτῶν ἀράμενος φέρει . γέγραπται δὲ ἐνταῦθα καὶ Μέθη , Παυσίου καὶ τοῦτο ἔργον , ἐξ ὑαλίνης φιάλης | ||
| εἰσὶν ἐπηγγελμέναι . καί μοι ταύτας ἀνάδος τῶν γραφῶν . Μέθη κατὰ τῆς Ἀκαδημείας περὶ Πολέμωνος ἀνδραποδισμοῦ . Ἑπτὰ κλήρωσον |
| ὁμόκλεον ἐν μεγάροισι : πρῶτος τήν γ ' ἐνένιπε Δαμαστορίδης Ἀγέλαος : “ Μέντορ , μή ς ' ἐπέεσσι παραιπεπίθῃσιν | ||
| ἱμάντας ἔχων περὶ χερσὶ θοῇσι , τούς οἱ ἐπισταμένως Εὐηνορίδης Ἀγέλαος ἀμφέβαλεν παλάμῃσιν ἐποτρύνων βασιλῆα . Ὣς δ ' αὕτως |
| τὸ σκόλιον Αἰσχίνου , ⌈ ἐπειδὴ Γ [ ἐπεὶ ] κομπαστὴς ἦν . Γ χρήματα : † πλουσίου ὧ δήματο | ||
| διὰ τοῦτο τὰς ἐκεῖθεν προσδοκᾷ γυναῖκας . ὁ δὲ Θεογένης κομπαστὴς Ἀχαρνεύς . ἐπειδὴ δὲ κέλητα εἶπεν , ἐπήγαγεν ἀκάτιον |
| ἀποδείξεις τῶν μᾶλλον πολεμικῶν ἀνδρῶν . δορὶ σὺν ἀσπίδι : Ἀχαιοῦ ἐστιν ἐκ Μώμου . οὐδὲν δὲ χεῖρον ὁλόκληρον θεῖναι | ||
| , δορὸς ἄγραν δουλίαν , ψαφαρᾷ σποδῷ ὑπ ' ἀνδρὸς Ἀχαιοῦ θεόθεν περθομέναν ἀτίμως , τὰς δὲ κεχειρωμένας ἄγεσθαι , |
| καὶ ἑτέρας εἶναι χρείας κομψός χαρίεις στωμύλος , καὶ ἄλλης φιλοσκώμμων εὐσκώμμων σκωπτικός , τωθαστικός . καὶ τὰ ἐπιρρήματα φιλοπαιγμόνως | ||
| δὲ ἰδιώτης , φησίν , ἦν , φιλοπότης ἦν καὶ φιλοσκώμμων καὶ οὐ κατεσπουδασμένος ἀνήρ . Νικόλαος δὲ Σύλλαν φησὶ |
| τοῦ Ω μεγάλου γράφονται : τὰ μέντοιγε σύνθετα οἷον τὸ ἀπάτωρ , ἀμήτωρ , αὐτοκράτωρ , μονοκράτωρ , σεβαστοκρά - | ||
| οὐ πατήρ ἐστιν , ὥστε σύ , ὦ Σώκρατες , ἀπάτωρ εἶ . Καὶ ὁ Κτήσιππος ἐκδεξάμενος , Ὁ δὲ |
| – – – – ] ἆγον , πατὴρ δ ' εὔβουλος ἥρως πάντα σάμαινεν Πριάμῳ βασιλεῖ παίδεσσί τε μῦθον Ἀχαιῶν | ||
| εἰς τὸν ἐκείνου ἀπαρτισμὸν συμβαλλόμενον . ἔστι τοίνυν ἁπλῶς μὲν εὔβουλος ὅ τε ἀπλανῶς τὸ ἁπλῶς τέλος εἰδὼς καὶ ὀρθῶς |
| ἐπήρθη τοῖς πεπραγμένοις , οὐδ ' ἐξύβρισεν , οὐδ ' ἐφρόνησε μεῖζον οὐδὲν ἢ πρὸ τῆς μάχης . οὕτως εὔτακτος | ||
| . Μνησάρχῳ γοῦν τῷ Στωϊκῷ σχολάσας ἐναντία Φίλωνι τῷ καθηγητῇ ἐφρόνησε , μυρία τε ξένα προσῆψε τῇ Ἀκαδημίᾳ . . |
| πλάττουσι γὰρ τὸν Ἀρράβιον ἄμφω . Βασσιανὸς καὶ ἡ τούτου τηθὶς συγγενεῖς τε ἄμφω μοι καὶ τιμῆς ἀξίω καὶ ὅ | ||
| μάμμη , καὶ μαῖα , ἡ τοῦ πατρὸς μήτηρ : τηθὶς , ἡ μητρὸς ἢ πατρὸς ἀδελφή . Πίνδαρος δὲ |
| , εἶτα ἀνὴρ μέσος , εἶτα προβεβηκώς , ὃν καὶ ὠμογέροντα καλοῦσιν , γέρων , εἶτα πρεσβύτης , εἶτα ἐσχατόγηρως | ||
| , εἶτα ἀνὴρ μέσος , εἶτα προβεβηκώς , ὃν καὶ ὠμογέροντα καλοῦσιν , εἶτα γέρων , εἶτα πρεσβύτης , εἶτα |
| . ὠνομάσθη δὲ οὕτως ἀπὸ τῆς Σκιράδος Ἀθηνᾶς . καὶ Σκίρος ἑορτὴ Ἀθήνῃσιν . χρὴ σχεῖν . γρ . δεῖ | ||
| , τῆς δὲ Δῶρος ὁμοίως Δωρίτης , [ ὡς ] Σκίρος Σκιρίτης , χῶρος χωρίτης , μέσος μεσίτης , Κοπτός |
| ] τοῦ Διός Λέρνης ] Λέρνη πηγὴ Ἄργους βαθὺν ] ποιώδη λειμῶνα ] ἄλσος βουστάσεις ] τὰς τῶν βοῶν μάνδρας | ||
| δ ' ὥσπερ ποιώδη τὰ δὲ λοχμώδη . λέγω δὲ ποιώδη μὲν οἷον τὸ σέλινον τὸ ἕλειον καὶ ὅσα ἄλλα |
| τὴν Παφίην . Οὔτε σε Πραξιτέλης τεχνάσατο οὔθ ' ὁ σίδαρος : ἀλλ ' οὕτως ἔστης ὥς ποτε κρινομένη . | ||
| Πραξιτέλης ; Οὔτε σε Πραξιτέλης τεχνάσατο , οὔθ ' ὁ σίδαρος : ἀλλ ' οὕτως ἔστης , ὥς ποτε κρινομένη |
| τῆς Ἐρεχθηίδος φυλῆς , ἧς ὁ δημότης Ἀναγυράσιος . καὶ Ἀναγυράσιος δαίμων . καὶ τέμενος Ἀναγύρου ἐν τῷ δήμῳ τῶν | ||
| κατ ' Εὐέργου καὶ Μνησιβούλου . στρατηγὸς οὗτός ἐστιν , Ἀναγυράσιος τῶν δήμων , στρατηγήσας ἐν τῶι πρὸς Φίλιππον πολέμωι |
| ἁλιήων αὐτός , ἄναξ , πρώτιστος ἐμήσαο καὶ τέλος ἄγρης παντοίης ἀνέφηνας , ἐπ ' ἰχθύσι κῆρας ὑφαίνων . Πανὶ | ||
| ἀπ ' ἀνθρώπων ἐδάην , τοῖσιν τὰ μέμηλεν , αἰόλα παντοίης ἐρατῆς μυστήρια τέχνης , ἱμείρων τάδε πάντα Σεουήρου Διὸς |
| τοῦτό φησι Καλλικλῆς καθ ' ὁμοιότητα Σωκράτους . Ἀλωπεκῆθεν . Ἀλωπεκὴ δῆμος Ἀντιοχίδος , ἐξ οὗ Σωκράτης . ἐναντία . | ||
| τοῦτό φησι Καλλικλῆς καθ ' ὁμοιότητα Σωκράτους . Ἀλωπεκῆθεν . Ἀλωπεκὴ δῆμος Ἀντιοχίδος , ἐξ οὗ Σωκράτης . ἐναντία . |
| κακά ἐστι καὶ ἐκείνης οἰκεῖα καὶ οὐ τῆς ἀμείνονος . κοτέει : ἁμιλλᾶται : χαλεπαίνει : ὀργίζεται . * ὦ | ||
| τῶν ἐπ ' ὀλέθρῳ οἰκείῳ διακονούντων . Καὶ κεραμεὺς κεραμεῖ κοτέει : ἐπὶ τῶν ὁμοτέχνων διαφθονουμένων . Κακοῦ γὰρ ἀνδρὸς |
| ' ὥσπερ τοῖς ζωγραφεῖν βουλομένοις οὐδὲν ὄφελος κατανοεῖν τά τε Ἀπελλοῦ καὶ Πρωτογένους καὶ Ἀντιφίλου ἔργα , ἐὰν μὴ καὶ | ||
| οὖσι καὶ τοῖς ἐν ὑστέρῳ ἐσομένοις . μονιμωτέρα γοῦν τῶν Ἀπελλοῦ καὶ Παρρασίου καὶ Πολυγνώτου γένοιτ ' ἄν , καὶ |
| ὁ μὲν ζηλωτός , ὁ δὲ ἐλεεινός : ὁ μὲν ἐπάρατος , ὁ δὲ ἐπαινετός : ὁ μὲν μοιχικός , | ||
| τοῦτο . παρ ' αὐτῷ δὲ καὶ λιμὴν ὁ καλούμενος ἐπάρατος καὶ ἐξάγιστος . . . ἐξάγιστος ] ὁ ἄγαν |
| αἶα καὶ πολὺς πλούτου λιμήν , ὡς ἐν μιᾷ πληγῇ κατέφθαρται πολὺς ὄλβος , τὸ Περσῶν δ ' ἄνθος οἴχεται | ||
| πόλει ; οὐδαμῶς : ἀλλ ' ἀμφ ' Ἀθήνας πᾶς κατέφθαρται στρατός . τίς δ ' ἐμῶν ἐκεῖσε παίδων ἐστρατηλάτει |
| εὐώδης μετά τινος δριμύτητος : τοιαύτη δ ' ἐστὶν ἡ Κιλίκιος καὶ Συριακὴ καὶ ἡ ἀπὸ τῶν Κυκλάδων νήσων . | ||
| τὴν ἰλὺν ταλαιπωρῶν , ὡς φησὶν Ἀριστοτέλης περὶ ζώων . Κιλίκιος ὄλεθρος : ὁ πονηρός : πονηροὶ γὰρ οἱ Κίλικες |
| συγγενὴς λέγεται , καὶ ὁ παρὰ τῇ συνηθείᾳ λεγόμενος . Ἑταῖρος ὁ συμπολίτης . Ξένος δὲ ὁ ἀφ ' ἑτέρας | ||
| ὡς τάσσω τάξω , τακτὸς , ἄτακτος , ἀτακτῶ . Ἑταῖρος . ἔθος ἐθαῖος ὁ συνήθης , καὶ πλεονασμῷ τοῦ |
| Κερκυόνος θυγάτηρ , ἐξ ἧς καὶ Ποσειδῶνος Ἱπποθόων ὁ τῆς Ἱπποθοωντίδος φυλῆς ἐπώνυμος , ὡς Ἑλλάνικός τε ἐν β Ἀτθίδος | ||
| Ἐλαιέως . : Ἐροιάδαι . Οἱ Ἐροιάδαι δῆμός ἐστι τῆς Ἱπποθοωντίδος , ὥς φησι Διόδωρος . : Θυμαιτάδαι . . |
| πολύχαλκος , πολύπυρος πολύοινος πολύσιτος , πολυπότης , πολυάνθρωπος πολυπρόβατος πολυθρέμμων πολύδουλος , πολύανδρος πολυγύνης πολύπαις , πολύπους , πολυάδελφος | ||
| ' ἐλατὴρ Σοσθάνης . ἄλλους δ ' ὁ μέγας καὶ πολυθρέμμων Νεῖλος ἔπεμψεν : Σουσισκάνης , Πηγασταγὼν Αἰγυπτογενής , ὅ |
| ἀνὴρ Ὀρχομένιος : Ἐκ δὲ Ποσειδάωνος ἀγακλειτῆς τε Μιδείας Ἀσπληδὼν γένεθ ' υἱὸς ἀν ' εὐρύχορον πτολίεθρον . Τοῦδε τοῦ | ||
| τῶν δικῶν ἤκους ' ἀντιλεγόντων , ὡς εἰ μὴ ' γένεθ ' οὗτος ἐν τῇ πόλει μέγας , οὐκ ἂν |
| τῶν ἐν Ὀλυμπίᾳ ἀγώνων : ἐκ γὰρ τοῦ κοτίνου ὁ Ὀλυμπιονίκης δηλοῦται : καὶ φύτευμα σκιαρὸν τῷ πανδόκῳ καὶ πάντας | ||
| ης : πρόσκειται παρ ' οὐδετέρων συντεθειμένα διὰ τὸ νίκη Ὀλυμπιονίκης Ὀλυμπιονίκου : τοῦτο γὰρ καὶ εἰς ης ἐστὶ καὶ |
| Θεανὼ ἡ Ἀντήνορος γυνή . Ὅμηρος [ Ε ] : Πηδαῖον δ ' ἂρ ἔπεφνε Μέγης , Ἀντήνορος υἱὸν , | ||
| Θεανὼ ἡ Ἀντήνορος γυνή . Ὅμηρος [ Ε ] : Πηδαῖον δ ' ἂρ ἔπεφνε Μέγης , Ἀντήνορος υἱὸν , |
| . Μ : μόνος θεῶν . . Θάνατος οὐ δώρων ἐρᾶι Αἰσχύλος φησί . . . . : . . | ||
| . . Αἰσχύλος : μόνος θεῶν γὰρ Θάνατος οὐ δώρων ἐρᾶι . Μ : μόνος θεῶν . . Θάνατος οὐ |
| ? τετελεσμένος φύσει [ ἄκριτος ] ἔφυς τὰ διπλᾶ τῶν ἀρετάων , [ νεώτερος ] πανέντιμος [ ] τύχης [ | ||
| ἀμφεβόησε καὶ ὤμοσε καρτερὸν ὅρκον παντοίης μεθέπεις ὁτ ' ἀμετρήτων ἀρετάων ἀτρεκέως Φαέθοντος ἐράσσατο , τίκτε σε μήτηρ . τούνομά |
| καὶ τραγήματα . Οἶνος Λέσβιος , ὃν αὐτὸς ἐποίησεν ὁ Μάρων ἐμοὶ δοκῶ . νῦν μὲν γὰρ ἡμῖν παιδικῶν ἅλις | ||
| Ταρρακωνήσιος . τὸ ἐθνικὸν Ταρρακωνίτης , ὡς Ἀσκάλων Ἀσκαλωνίτης καὶ Μάρων Μαρωνίτης καὶ Καύκων Καυκωνίτης . Ταρραχίνη , πόλις Ἰταλίας |
| εἰς υ ῥύαξ . οὕτω Φιλόξενος ἐν τῷ Περὶ τῆς Ἰάδος διαλέκτου . . . , : κόρυς : παρὰ | ||
| ποιητῶν , κατοικῶν δ ' ἐν Ὠλένῳ τῆς τότε μὲν Ἰάδος , νῦν δ ' Ἀχαΐας καλουμένης . εἶχε δὲ |
| ἐκφέρειν τὰς νοήσεις , ἀλλ ' ἐπὶ τὸ σεμνότερον καὶ ποιητικώτερον ἐκβιβάζειν τὴν ὀνομασίαν παρὰ τῆς πολιτικῆς δυνάμεως μάλιστα ἀπαιτοῦμεν | ||
| ἀλλόδημος , ἀλλόγλωσσος , ἔπηλυς , ἐπηλύτης , ὀθνεῖος : ποιητικώτερον , Πλάτων δ ' αὐτῷ κέχρηται . μέτοικος ὁ |
| πότην : ποτὸν τὸ πινόμενον , πότης ὁ πίνων , συμπότης ὁ συμπίνων . δεῦρ ' ] ἐλθέ , ἔπελθε | ||
| ὑπηρέτης κατ ' ἐκεῖνο τοῦ καιροῦ , ἀλλ ' οὐ συμπότης ὤν . ἐπεὶ δὲ τοῖς χείλεσι τὴν κύλικα προσῆγεν |
| καὶ μέντοι καὶ ἀποδυθέντι πληγὰς ἐνεφόρει . ὁ δ ' ἀγρότης καθ ' ἑαυτὸν ἔλεγε : ” τὸ μὲν ἔδεσμα | ||
| μικροῦ γραφόμενα : τὸ ὁμότης καὶ ξυνωμότης : δεσπότης : ἀγρότης : τοξότης : δημότης : ἱππότης : ἀκρότης . |
| μακρᾷ παραλήγεται διὰ τῆς ει διφθόγγου Εὐήρης Εὐήρους Εὐηρείδης , Εὐκλῆς Εὐκλοῦς Εὐκλείδης , Ἡρακλῆς Ἡρακλοῦς Ἡρακλείδης : χωρὶς τριῶν | ||
| . Ἐπειδὴ δὲ οὐδεὶς ὑπήκουεν καὶ ᾤχετο εἰσιὼν ὁ ἐπεξελθὼν Εὐκλῆς οὑτοσί καί μοι κάλει αὐτόν . Πρῶτα μὲν οὖν |
| παραδείγματα τῶν παρωνύμων , ἱερός Ἱέρων Ἱέρωνος , ἁβρός Ἅβρων Ἅβρωνος , πλατύς Πλάτων Πλάτωνος , κράτος , Κράτων Κράτωνος | ||
| . καὶ αὐτὸς γάρ εἰμι τοῦ γένους τοῦ Βουσέλου . Ἅβρωνος γὰρ τοῦ Βουσέλου υἱέος ἔλαβεν τὴν θυγατριδῆν Καλλίστρατος , |
| ἐν τῷ α , οὐχὶ σινόμωρος , ὁ λίχνος καὶ ἁψίκορος . σκορδινᾶσθαι : τὸ παρὰ φύσιν ἀποτείνειν τὰ μέλη | ||
| ἀδιόρθωτος ἐνδεὴς ἀεὶ ἀβέβαιος ἀλήτης ἐπτοημένος φορᾷ χρώμενος εὐεπιχείρητος ἐπιμανὴς ἁψίκορος φιλόζωος δοξοκόπος βαρύμηνις βαρύσπλαγχνος βαρύθυμος βαρυπενθὴς δυσόργητος ψοφοδεὴς ὑπερθετικὸς |
| τόδε Φωκυλίδου : πόλις ἐν σκοπέλῳ κατὰ κόσμον οἰκεῦσα σμικρὴ κρέσσων Νίνου ἀφραινούσης . ἀλλ ' οὐ πρὸς ὅλην Ἰλιάδα | ||
| Εὐνίκα δὲ μόνα τὸν βουκόλον οὐκ ἐφίλασεν , ἁ Κυβέλας κρέσσων καὶ Κύπριδος ἠδὲ Σελάνας . μηκέτι μηδ ' ἅ |
| εἰ τουτονὶ κεχειροτονήκας ' οἱ θεοί ; Ἕξεις ἀτρέμας ; Οἴμωζε : πολὺ γὰρ δή ς ' ἐγὼ ἑόρακα πάντων | ||
| ὁ Ζεὺς ποεῖ ; Ἀπαιθριάζει τὰς νεφέλας ἢ ξυννέφει ; Οἴμωζε μεγάλ ' . Οὕτω μὲν ἐκκεκαλύψομαι . Ὦ φίλε |
| Φιλόξενος εἰς τὸ Ῥηματικὸν αὑτοῦ . . . . . αἰνετός , , , . . , . : αἰνετός | ||
| . μετὰ ταύτην ἄλκιμα τέκνα , Λυγκεὺς καὶ Βαλίος πόδας αἰνετός , ἠδ ' Ἀμάρυνθος . καὶ οὓς ὀνομαστὶ διήνεγκεν |
| τῷ τελειωθέντι ἐξ ἀσκήσεως Ἰακὼβ τὴν ποιμενικὴν ἐπιστήμην περιῆψε : ποιμαίνει γὰρ οὗτος τὰ πρόβατα Λάβαν , τῆς τοῦ ἄφρονος | ||
| ? [ . . . . . . | τέχνη ποιμαίνει καὶ κατευθύνει τὰ θρέμματα πόλεως [ . . . |
| Πάρος , Ἄνδρος , Ἴκαρος , Σκῦρος , Ῥήνεια , Ῥήνη , Δῆλος , Νάξος , Σίφνος , Κέως , | ||
| ΗΝΗ μονογενῆ δισύλλαβα βαρύνεται , εἰ μὴ περιεκτικὰ εἴη : Ῥήνη Σήνη φήνη γλήνη . τὸ μέντοι σκηνή ὀξύνεται ὡς |
| τ ' ἀφνειοί τε , καί τ ' ἐργαζόμενος πολὺ φίλτερος ἀθανάτοισιν [ ἔσσεαι ἠδὲ βροτοῖς : μάλα γὰρ στυγέουσιν | ||
| ἐσθλὸς ἔχει γέρας , ἀλλὰ χερείων τιμήεις τε πέλει καὶ φίλτερος : ἦ γὰρ Ὀδυσσεὺς τίετ ' ἐν Ἀργείοισιν , |
| δὲ λανθάνον οὐ φαίνεται : ὑποβαίνων γὰρ ἐρεῖ ὧδέ που μεθύει τῷ μεγέθει τῶν πεπραγμένων Φίλιππος , ὥρμητο δὲ τὸ | ||
| περὶ Ἠλείων λέγων παρατίθεται τόδε τὸ ἐπίγραμμα : Ἦλις καὶ μεθύει καὶ ψεύδεται : οἷος ἑκάστου οἶκος , τοιαύτη καὶ |
| . Τεσσαρεσκαιδεκάτη Νάξος . Πεντεκαιδεκάτη Κῶς . Ἑξκαιδεκάτη Ζάκυνθος . Ἑπτακαιδεκάτη Λῆμνος . Ὀκτωκαιδεκάτη Αἴγινα . Ἐννακαιδεκάτη Ἴμβρος . Εἰκοστὴ | ||
| Ὁμοῦ οἱ ποιμένες καὶ οἱ Θηβαῖοι ϘϚʹ . . : Ἑπτακαιδεκάτη δυναστεία ποιμένες ἦσαν ἀδελφοὶ Φοίνικες ξένοι βασιλεῖς , οἳ |
| , κατεπτηχώς , ἀγεννής , εὐλαβής , περίφοβος , φιλόψυχος φιλοσώματος , ἄτολμος , καταπλήξ : ὁ γὰρ ἄψυχος ἰδιωτικόν | ||
| φιλόδωρος , φιλόπαις φιλότεκνος φιλόστοργος φιλογύνης , φιλόθηρος φιλόμουσος , φιλοσώματος φιλόψυχος , φιλόξενος φιλοικτίρμων φιλόπλουτος , φίλυπνος , φιλοκυνηγέτης |
| : διὸ ἡ διπλῆ . τόφρα δὲ Τηλέμαχον λοῦσεν καλὴ Πολυκάστη . * ) ὅτι ὑπὸ παρθένων ἔθος ἦν τοὺς | ||
| ὀβελοὺς ἐν χερσὶν ἔχοντες . τόφρα δὲ Τηλέμαχον λοῦσεν καλὴ Πολυκάστη , Νέστορος ὁπλοτάτη θυγάτηρ Νηληϊάδαο . αὐτὰρ ἐπεὶ λοῦσέν |
| ἰδοίατο νοστήσαντα . ” τὸν δ ' αὖτ ' Ἀλκίνοος ἀπαμείβετο φώνησέν τε : “ ὦ Ὀδυσεῦ , τὸ μὲν | ||
| υἷα Ἥρη ἀκηχεμένη . Ὃ δ ' ἄρ ' οὐκ ἀπαμείβετο μύθῳ : ἅζετο γὰρ παράκοιτιν ἑοῦ πατρὸς ἀκαμάτοιο , |
| κρότων ζῶόν ἐστι ἐν τοῖς κυσὶ καὶ βουσὶ γινόμενον . Κύλλου πήραν : κυλλοὺς Ἀττικοὶ καὶ ἐπὶ τῶν ποδῶν καὶ | ||
| νώτου . Κυκλώπειος δωρεά : ἡ ὄψιμος καὶ ὀλεθρία . Κύλλου Πήραν : ἡ Πήρα χωρίον πρὸς τῷ Ὑμηττῷ , |
| ἐπὶ τῶν διὰ πλοῦτον εὐγενῶν εἶναι δοκούντων . Γέροντος πόστης δρυϊνὸς πάτταλος : δημώδης . Γέρανοι , λίθου καταπεπτωκότος : | ||
| ἐπὶ τῶν διὰ πλοῦτον εὐγενῶν εἶναι δοκούντων . Γέροντος πόστης δρυϊνὸς πάτταλος : δημώδης . Γέρανοι , λίθου καταπεπτωκότος : |
| Ἰσαῖος , κλαυθμός : παρὰ δὲ Πλάτωνι καὶ κλαυθμονή . ἄκλαυτος δὲ παρ ' Ὁμήρῳ καὶ Σοφοκλεῖ . δακρύων , | ||
| ' ἐν πόντου σάλωι , πολλοῖς διαύλοις κυμάτων φορούμενος , ἄκλαυτος ἄταφος : νῦν δ ' ὑπὲρ μητρὸς φίλης Ἑκάβης |
| ἰωνικοῦ καὶ τῆς συζυγίας καταληκτικῆς ἤτοι κρητικοῦ , ὅς ἐστιν ἀμφίμακρος : εἰ δὲ βούλει , ἰαμβικὸν δίμετρον βραχυκατάληκτον , | ||
| – – καὶ ˘ , πεντάχρονος , οἷον Ἥφαιστος : ἀμφίμακρος ἐκ – καὶ ˘ καὶ – , πεντάχρονος , |
| Κυδαντίδαι . Κυθήριος : Δημοσθένης ἐν τῷ πρὸς Φαίνιππον . Κύθηρος δῆμος τῆς Πανδιονίδος , ἀφ ' οὗ ὁ δημότης | ||
| τῶν διαβολῶν καὶ οἰκέτης τοῦ πρεσβύτου μάγειρος , ᾧ ἐπωνυμία Κύθηρος , ὑποθωπεύων , ὥσπερ ἐν δράματι , τὸν δεσπότην |
| ἦσαν δ ' οὖν διωρισμένοι , προσεκτήσατο δ ' αὐτοὺς Ἀριαράθης ὁ πρῶτος προσαγορευθεὶς Καππαδόκων βασιλεύς . Ἔστι δ ' | ||
| Τρόκμοι καὶ Τολιστόβιοι , καὶ Καππαδόκαι τινές , οὓς ἔπεμψεν Ἀριαράθης , καὶ μιγάδες ἄλλοι ξένοι κατάφρακτός τε ἵππος ἐπὶ |
| ἥ τε προσεχὴς τῷ κρημνῷ νάπη πυκνοῖς καὶ μεγάλοις δένδρεσιν ἐπίσκιος . ἔνθα βωμὸν ἱδρυσάμενοι τῷ θεῷ τὴν πάτριον θυσίαν | ||
| εἶπον ἐγώ , δύσβατός γέ τις ὁ τόπος φαίνεται καὶ ἐπίσκιος : ἔστι γοῦν σκοτεινὸς καὶ δυσδιερεύνητος . ἀλλὰ γὰρ |
| προαίρεσιν . τίς γὰρ οὐκ ἂν γένοιτο φιλόπολίς τε καὶ φιλόδημος ἢ τίς οὐκ ἂν ἐπιτηδεύσειε τὴν πολιτικὴν καλοκἀγαθίαν ἀναγνοὺς | ||
| . ἔπαινος δὲ ῥήτορος καὶ δημαγωγοῦ εὔνους , φιλόπολις , φιλόδημος , δημοτικός , νομικός , νόμιμος , δημοκρατικός , |
| , ὡς ὁ μῦθος ἀνθρώπων ἔχει , Λακεδαίμον ' , ἀνθηρὸς μὲν εἱμάτων στολῆι χρυσῶι τε λαμπρός , βαρβάρωι χλιδήματι | ||
| : Εὐφραίνεσθαι ὁμοῦ . . τρέφεσθαι . . ἀντὶ τοῦ ἀνθηρὸς , παρὰ τὸ λίπος : στίλβει γὰρ τὸ ἔλαιον |
| γνώσω γνώμων γνώμονος καὶ ἐν συνθέσει ἐπιγνώμων ἐπιγνώμονος , νοήσω νοήμων νοήμονος , ἐλεήσω ἐλεήμων ἐλεήμονος , παλαίσω Παλαίμων Παλαίμονος | ||
| ἔσμεν νοήμονες . Εἴρηκε γὰρ ὑποκατιὼν οὕτως : Ἐὰν ᾖς νοήμων καὶ ποιήσῃς ὡς γέγραπται , ἔσῃ μακάριος : νικήσεις |
| ἔχει ὧδε : Ἐπ ' Ἀῤῥενίδου ἄρχοντος , ἐπὶ τῆς Ἀκαμαντίδος πέμπτης πρυτανείας , Μαιμακτηριῶνος δεκάτῃ ὑστέρᾳ , τρίτῃ καὶ | ||
| , ἔνθα ἄγεται καὶ Ἀπολλώνια . δῆμος οἱ Κικυννῆς τῆς Ἀκαμαντίδος φυλῆς , ἔνθα ἄγεται καὶ Ἀπολλώνια . ἀμαθής ] |
| διὰ τῆς αι διφθόγγου γράφονται : οἷον , ἀγοραῖος : Ἀμυκλαῖος : Ἀθηναῖος : κορυφαῖος : Δερκεταῖος : Ἀριδαῖος : | ||
| αὐτοῦ , ὡς Κρηταῖος Κρηταιεύς . καὶ τὸ θηλυκὸν τοῦ Ἀμυκλαῖος Ἀμυκλαία καὶ Ἀμυκλαΐς . λέγεται καὶ Ἀμυκλαΐτης ὡς Θηβαΐτης |
| στέφανον ὑπισχνούμενος φιλοτιμίας μισθόνεἰ τοίνυν πάνδημον εἰσφορὰν τῆς χρείας εἰσπραττομένης φιλόδωρός τις ἀνὴρ καὶ πλούτῳ πολὺς ἧκεν οἴκοθεν ἄγων τὸν | ||
| αἰδοῦς τε σοβαρωτέραις . , . . Θεαγένης ἦν γὰρ φιλόδωρός τε καὶ μεγαλόδωρος εἰς ὑπερβολήν . ἀναλοῦτο δὲ αὐτῷ |
| ἦσαν υἱεῖς , ἐπαινετὴ δὲ καὶ ἡ Νιόβη , ὅτι πολύτεκνος . ἐναντίως τε εἰ ἡ ἀμορφία καὶ πενία ψεκτόν | ||
| Καὶ ἡ γυνὴ ὁμοίως . Ἐὰν εἰς τὰς χεῖρας , πολύτεκνος ἔσται . Καὶ ἡ γυνὴ ὁμοίως . Ἐὰν εἰς |
| τὴν προθυμίαν τῶν μαθημάτων . Αὐτοκράτορσιν Μάρκῳ Αὐρηλίῳ Ἀντωνίνῳ καὶ Λουκίῳ Αὐρηλίῳ Κομόδῳ Ἀρμενιακοῖς Σαρματικοῖς , τὸ δὲ μέγιστον φιλοσόφοις | ||
| πλήθους , ὅτι δὴ Μογοντιακὸν τὴν πόλιν , ἥτις τυραννήσαντι Λουκίῳ Αἰλιανῷ συνεπολέμησε , μετὰ τὴν νίκην οὐκ ἐπέτρεψε πολιορκηθῆναι |
| . Βούβαστος : πόλις Αἰγύπτου . . . καὶ νομὸς Βουβαστίτης . λέγεται καὶ Βουβάστιος παρὰ Θεοπόμπωι . . Βουθία | ||
| ἣν Ἡρόδοτος Βούβαστιν φησὶ διὰ τοῦ ι . τὸ ἐθνικὸν Βουβαστίτης , καὶ ἡ πολῖτις Βουβαστῖτις . ” Βούβαστός τε |
| μὲν δή τις ὁ πραγματικὸς Θεοπόμπου χαρακτήρ . ὁ δὲ λεκτικὸς Ἰσοκράτει μάλιστα ἔοικε : καθαρά τε γὰρ ἡ λέξις | ||
| καὶ ὁ μὲν πραγματικὸς τύπος αὐτῷ τοιοῦτος . ὁ δὲ λεκτικὸς πῇ μὲν ὅμοιος Ἡροδότου , πῇ δὲ ἐν - |