καὶ μένει . ταῦτ ' εἶπε δημοσίᾳ , ταῦτ ' ἐνέγραψε τοῖς ὑπομνήμασι . γενομένης δὲ τῆς γνώσεως τοιαύτης οἱ
τόδ ' ] ἔργον ὃ μέλλω ἐρεῖν . ὤπασε ] ἐνέγραψε . ὤπασε ] παρέσχεν . ὤπασε ] ἀνέγραψε .
6381516 σεισαχθειαν
νόμον ὁ Σόλων εἰς τὰς Ἀθήνας μετενεγκεῖν , ὃν ὠνόμασε σεισάχθειαν , ἀπολύσας τοὺς πολίτας ἅπαντας τῶν ἐπὶ τοῖς σώμασι
παρὰ σὲ οἰκήσομεν . Σόλων Ἐξηκεστίδου Σαλαμίνιος πρῶτον μὲν τὴν σεισάχθειαν εἰσηγήσατο Ἀθηναίοις : τὸ δὲ ἦν λύτρωσις σωμάτων τε
6370730 εἰσηνεγκεν
πολίτας εἰς τὰ τοιαῦτα εἰσφέρειν , ἐνθυμούμενος ὡς πολλὰ μὲν εἰσήνεγκεν ἡ πόλις , ὅτε Ἀρκάσιν ἐβοήθει ἐπὶ Λυσιστράτου ἡγουμένου
ἢ μὴ ἀδικήσουσιν ἢ δώσουσι δίκην ἀξίαν , καὶ νόμον εἰσήνεγκεν , εἰ μέν τις μεθ ' ἡμέραν ὑπὲρ πεντήκοντα
6266032 ἐδιδασκε
συνηδόμενοι τῶν γεγονότων Περσεῖ . ὁ δὲ Μάρκιος τοὺς πρέσβεις ἐδίδασκε Ῥοδίους πεῖσαι πέμψαντας ἐς Ῥώμην διαλῦσαι τὸν πόλεμον Ῥωμαίοις
ἐπιγραφὴν διασώζοντες : Ἀντιοχὶς ἐνίκα , Ἀριστείδης ἐχορήγει , Ἀρχέστρατος ἐδίδασκε . . . . , . . , .
6256989 Χιλωνα
Ἀθηναῖον , ὁ [ δὲ ] πρὸς [ ] [ Χίλωνα τὸν ] Λακεδαιμόνιον [ ] [ ] , ὁ
ἕξ , ὧν ἐκλέξασθαι τρεῖς , Ἀριστόδημον , Πάμφυλον , Χίλωνα Λακεδαιμόνιον , Κλεόβουλον , Ἀνάχαρσιν , Περίανδρον . :
6237346 ὑποσχομενος
μέλη διαιροῦσιν . Ὅτι Πτολεμαῖος ὁ βασιλεὺς πολλὰ τοῖς ἐλεφαντοφάγοις ὑποσχόμενος οὐκ ἔπεισεν ἀποσχέσθαι τῆς βρώσεως αὐτῶν . Ὅτι τούτους
τῆς προδοσίας . Δατάμης δὲ παρακαλέσας τοὺς μισθοφόρους καὶ δωρεὰς ὑποσχόμενος , ἀνέζευξε πρὸς τοὺς ἀφεστηκότας . καταλαβὼν δ '
6233145 ξενισας
, μακάριον δὲ ἡγήσῃ τῆς περὶ τὰ θεῖα κρίσεως . ξενίσας οὖν τὴν γενναίαν φύσιν καὶ συνευξάμενος αὐτῷ λυθῆναι πέμπε
καὶ φιλίας ὅρκια πρὸς τοὺς πρέσβεις τῶν Ῥωμαίων ποιησάμενος καὶ ξενίσας αὐτοὺς δῶρα τῇ πόλει φέρεσθαι δίδωσι τοὺς αἰχμαλώτους ἅπαντας
6179939 Λυσιππον
, παντὸς τοῦ πανταχόθεν κατακομιζομένου κεράμου τὴν ἰδέαν μιμούμενοι . Λύσιππον τὸν ἀνδριαντοποιόν φασι Κασάνδρῳ χαριζόμενον , ὅτε συνῴκισε τὴν
ἔχειν παῖδας Ϛʹ . Ἀλαλκομενέα , Φηρέα , Εὔδωρον , Λύσιππον , Ξάνθον , Ἀργεῖον . Θυγατέρας δὲ Ϛʹ .
6165956 ἀπελιπε
μὴ συναπόληταί σφι . Ὁ δὲ ἀποπεμπόμενος αὐτὸς μὲν οὐκ ἀπέλιπε , τὸν δὲ παῖδα συστρατευόμενον , ἐόντα οἱ μουνογενέα
, καὶ τὴν τοῦ βίου τελευτὴν καλλίστην ὑπὲρ αὐτῆς ἀπολογίαν ἀπέλιπε . καὶ τῶν ἄλλων ἐπὶ τῶν ἀκουσίων τὴν συγγνώμην
6121592 ἀπεπεμψε
μένειν αὐτοῦ παρεσκευάδατο . Λέγεται δὲ καὶ ὡς αὐτός σφεας ἀπέπεμψε Λεωνίδης , μὴ ἀπόλωνται κηδόμενος : αὐτῷ δὲ καὶ
τοῖς πατρῴοις , τὰ δημόσια εἰς τὸ ταμιεῖον τῆς πόλεως ἀπέπεμψε . Παρῄνουν δὲ καὶ τότε αὐτῷ τῶν φίλων ἔνιοι
6109126 ἀναθεις
ὑφ ' ὃ κορωνὶς ἡ καὶ τὸ δρᾶμα ἀποτερματίζουσα . ἀναθεὶς ] ἀντὶ τοῦ ” ἐπιτρέψας “ . ἐπήρατε ]
, καὶ ὁ Σάμου τύραννος Πολυκράτης ὁ Ῥήνειαν ἑλὼν καὶ ἀναθεὶς τῷ Ἀπόλλωνι τῷ Δηλίῳ , καὶ οἱ Φωκαεῖς οἱ
6071025 Θρασυλλον
ἐγενήθη , εἰς δὲ τὸν πόλεμον Ἀθηναῖοι μὲν στρατηγοὺς κατέστησαν Θράσυλλον καὶ Θρασύβουλον , οἳ τὸν στόλον εἰς Σάμον ἀθροίσαντες
περιιδεῖν . ʃ περιφρονῆσαι , παραβλέψαι αὐτούς : Θρασύβουλον καὶ Θράσυλλον καὶ τοὺς ἄλλους . σφᾶς : τοὺς πλείονας .
6056763 ἐρουντα
ταῦτ ' εἰρηκότα , ἀλλ ' ὡς ἔοικεν εἰσέπειτ ' ἐροῦντα . φησὶ γοῦν ” Ἔστι δ ' οὐκ ἄδηλον
ῥήτορος τέχνην . πάντως δὲ οὐδέν σε δεῖ μισθοῦσθαι τὸν ἐροῦντα πολλοὺς αὐτὸν ἤδη σεσωκότα τῇ φωνῇ . Εἰ τὸ
6056762 ἐπεμψεν
. ὃν ἐλθόντα ὁ Κροῖσος εἰς θαῦμα θέλων κινῆσαι , ἔπεμψεν εἰς τοὺς θησαυροὺς αὐτοῦ , δεικνὺς αὐτῷ ὡς πολύχρυσος
ἠπείλει . Ἀντίγονος δείσας περὶ τοῖς ὁμη - ρεύουσι πρεσβευτὴν ἔπεμψεν , ὅσα αἰτοῦσι δώσειν ὑπισχνούμενος , εἰ πέμψειαν τοὺς
6036219 καλεσας
δὲ τὸν ἱππόδρομον ᾠκοδόμησε θεάτρων τε ἐνεστήσατο τέρψιν , Ῥωμάνην καλέσας τὴν θέαν , ἥτις ἐξ ἐκείνου καὶ εἰς τόδε
μαθὼν τὸν χρησμὸν θύσας τῷ Ποσειδῶνι πάντας ἐπὶ τὴν θυσίαν καλέσας εἶδε μονοκρήπιδα τὸν Ἰάσονα : διαπεραιούμενος γὰρ τὸν Ἄναυρον
6035866 Κορινθιον
. Θέωρος : ὁ ποιητὴς Θέωρος ἔφη εἰπεῖν τινα Κάρκινον Κορίνθιον ταῦτα . 〚 ἀποδέχεται δὲ αὐτοὺς πίνοντας ἕνεκα τοῦ
φάναι , Χαλεπὰ τὰ καλά . φασὶ δὲ Περίανδρον τὸν Κορίνθιον καταρχὰς μὲν εἶναι δημοτικόν , ὕστερον δὲ τὴν προαίρεσιν
6029561 Ἱππιαν
Ἐμπεδοκλῆς δὲ ὁ Ἀκραγαντῖνος ἁλουργεῖ ἐχρήσατο καὶ ὑποδήμασι χαλκοῖς . Ἱππίαν δὲ καὶ Γοργίαν ἐν πορφυραῖς ἐσθῆσι προϊέναι διαρρεῖ λόγος
καὶ ἀστρονομίαν καὶ γεωμετρίαν καὶ μουσικὴν διδάσκοντεςκαὶ ἅμα εἰς τὸν Ἱππίαν ἀπέβλεψενπαρὰ δ ' ἐμὲ ἀφικόμενος μαθήσεται οὐ περὶ ἄλλου
6028997 τετηρηκε
ὦ στρατιώτην τηρήσας ἡμῖν , ὃν ὁ δῆμος αὑτῷ μὴ τετήρηκε , καὶ φυλάξας ἄνθρωπον , ὃν εἰς σφαγὴν ἅπαντες
, ὁ δὲ κατ ' Αἴγυπτον ἀκέραιον τὴν ὅλην κατασκευὴν τετήρηκε μέχρι τοῦ κατ ' ἡμᾶς βίου 〛 . μετὰ
6011208 Τοξεα
. : Κρεώφυλος δὲ βʹ , Ἀριστοκράτης δὲ γʹ , Τοξέα , Κλύτιον , Δηίονα . . . . :
τήν τε πόλιν εἷλε καὶ τοὺς Εὐρύτου παῖδας ἀπέκτεινε , Τοξέα καὶ Μολίονα καὶ Κλυτίον . λαβὼν δὲ καὶ τὴν
5994130 ἀπεστειλεν
ἐπ ' αὐτὴν διὰ τὸ ὑπερβάλλον κάλλος αὐτῆς . Καὶ ἀπέστειλεν ὁ υἱὸς Φαραὼ ἀγγέλους καὶ προσεκαλέσατο τὸν Συμεὼν καὶ
. Τοσοῦτον ἴσχυσεν ὁ τῶν παθῶν ἑρμηνεὺς λόγος , ὃν ἀπέστειλεν Ὅμηρος αὐτῷ τῆς ἱκετείας παράκλητον . Ἆρ ' οὐκ
5972960 ἀποπεμπει
ἀχρείους ἐς τὰ πολέμια ὄντας παραλύει μὲν τῆς στρατιᾶς , ἀποπέμπει δὲ ἐς τὰ σφέτερα ἤθη , ἐπιδώσει δὲ [
εὐνούχῳ εὖ λέγειν , καὶ τῆς γνώμης τὸν βάρβαρον ἀποδεξάμενος ἀποπέμπει μετὰ τὸ δεῖπνον καὶ ἐπὶ βασιλέα φέρει τὴν βουλήν
5960377 Ἀριστοδημον
ἀπέ - στειλεν ὑπὲρ αὑτοῦ , τὸν Νεοπτόλεμον , τὸν Ἀριστόδημον , τὸν Κτησιφῶντα : ἐπειδὴ δ ' ἤλθομεν ὡς
[ , ] , Λεώφαντον , Φερεκύδην [ ] , Ἀριστόδημον , Πυθαγόραν , Λᾶσον Χαρμαντίδου ἢ Σισυμβρίνου , ἢ
5953327 Σιταλκην
πείσειαν αὐτὸν χρήματά τε παρασχεῖν καὶ ξυμπολεμεῖν , ἀφικνοῦνται ὡς Σιτάλκην πρῶτον τὸν Τήρεω ἐς Θρᾴκην , βουλόμενοι πεῖσαί τε
Περδίκκας ἀπεξήλασεν τὸν ἀδελφὸν αὑτοῦ Φίλιππον . ὁ δὲ ἐπὶ Σιτάλκην τὸν βασιλέα τῶν Θρᾳκῶν καταφυγὼν ἐδεῖτο καταγαγεῖν αὐτὸν καὶ
5928302 ἐπεμψε
ἀγωνίσονται ἐξ ὑποστροφῆς , ἀντέπρασσε . κεκυρωμένων δὲ οὐδὲν ἰσχύων ἔπεμψε κρύφα Ξέρξηι δηλῶν ὅτι μέλλουσιν οἱ Ἕλληνες λύειν τὸ
ἐπιτάφιον ἀγῶνα ποιῶν πρώτῃ μὲν ἡμέρᾳ τῶν Ἑλλήνων ὡπλισμένων πομπὴν ἔπεμψε , δευτέρᾳ δὲ τῶν βαρβάρων : καὶ δὴ συνέταξε
5898786 ἐμηνυε
δ ' αὐτῷ τῶν Καστακαίων ἐχόντων παρεστρατοπέδευε : καὶ τοῦτο ἐμήνυε τῷ Σκιπίωνι . ὃ δὲ προπέμψας τινὰ παρασκευὴν πολιορκίας
. Καὶ τάδε πάντα ἔτι ἀγνοούμενα Φουλβία γύναιον οὐκ ἀφανὲς ἐμήνυε τῷ Κικέρωνι : ἧς ἐρῶν Κόιντος Κούριος , ἀνὴρ
5894699 ἐξαπεστειλε
αὐτοῦ καταφυγὼν εἰς Κίρταν , καὶ συγκλεισθεὶς εἰς πολιορκίαν , ἐξαπέστειλε πρεσβευτὰς εἰς Ῥώμην μὴ περιιδεῖν βασιλέα φίλον καὶ σύμμαχον
, πάντων σπανίζοντες , τῇ πέμπτῃ δ ' Ἀντίγονος πρεσβευτὰς ἐξαπέστειλε πρός τε τοὺς σατράπας καὶ τοὺς Μακεδόνας , ἀξιῶν
5890520 λοισθον
. τὸν δὲ λοῖσθον : παίζει ὁ Λυκόφρων εἰς τὸ λοῖσθον ποτήριον . φησὶν οὖν τὸν ἔσχατον σκύφον πιὼν τοῦ
τὴν ἱστορίαν ὄπισθεν εἰς πλάτος εἶπον * . τὸν δὲ λοῖσθον ἐκπιὼν σκύφον καὶ ποτήριον τοῦ Νηρέως ἢ τὸν δὲ
5889949 καταφαγοντα
καὶ αὐτὸν Πλάτωνα χρυσοῦν , καὶ Ἀριστοτέλην ἄσωτον , ὃν καταφαγόντα τὴν πατρῴαν οὐσίαν στρατεύεσθαι καὶ φαρμακοπωλεῖν : φορμοφόρον τε
καὶ αὐτὸν Πλάτωνα χρυσοῦν , καὶ Ἀριστοτέλη ἄσωτον , ὃν καταφαγόντα τὴν πατρῴαν οὐσίαν στρατεύεσθαι καὶ φαρμακοπωλεῖν : φορμοφόρον τε
5889177 ἀπηγαγεν
ποτε τριῶν ἑταιρῶν οὐσῶν μίαν ἐκλέξασθαι κελεύσαντος , τὰς τρεῖς ἀπήγαγεν εἰπών , “ οὐδὲ τῷ Πάριδι συνήνεγκε μίαν προκρῖναι
περιοῦσι Ῥηγίνων , τοὺς δὲ φρουροὺς ἅπαντα καταλιπεῖν αὐτόθι κελεύσας ἀπήγαγεν οὐδὲν ἐπιφερομένους ἔξω τῶν ὅπλων : ἐξ ὧν τοὺς
5888341 Τηιον
ἐν πρώτωι Περὶ ποιητῶν [ . ] Ἀλεξαμενὸν Στυρέα ἢ Τήιον . . . . , [ . . ]
. Ἀριστοτέλης δὲ ἐν πρώτῳ Περὶ ποιητῶν Ἀλεξαμενὸν Στυρέα ἢ Τήιον , ὡς καὶ Φαβωρῖνος ἐν Ἀπομνημονεύμασιν . . .
5879235 Ἐφεσιον
οὐδὲ Ἐφέσιον εἶναί τινα πείθομαι , εἰ μὴ ὡς κύνα Ἐφέσιον ἢ βοῦν : ἀνὴρ δὲ Ἐφέσιος , εἰ ἀγαθός
τούτου γενομένου καὶ λυθέντων αὐτῶν τριακοντάκις τὸ ἑξῆς πεσεῖν τὸν Ἐφέσιον . ἐφθάραται φησὶ Θουκυδίδης καὶ τετάχαται . πάντα τὰ
5874542 ἀπεστειλε
βασιλεὺς τῆς Κορίνθου Αἰήτης , ὁ πόσις τῆς Εἰδυίας , ἀπέστειλε τὴν θυγατέρα αὐτοῦ Μήδειαν διώξαντας . Εἰδυῖα δὲ ὄνομα
λογισθέντες ὑπ ' αὐτοῦ ἔγνωσαν πατρὸς μυστήρια . οὗ χάριν ἀπέστειλε λόγον , ἵνα κόσμῳ φανῇ , ὃς ὑπὸ λαοῦ
5871426 ἐπιμελητην
οὓς εἱλόμεθα νομοθέτας περὶ τὰ μουσικὰ καὶ τὸν τῆς παιδείας ἐπιμελητήν . τί οὖν ; ὃ πολλάκις ἐρωτῶ , κείσθω
, ἀντὶ τοῦ μάρτυρα , συνθηκοφύλακα . λέγει δὲ νῦν ἐπιμελητήν , κατάσκοπον . Λιβύῃ μηλοτρόφῳ : ἀντὶ τοῦ Λιβύης
5870790 ἀπεστελλεν
σῶμα τῇ οὐσίᾳ παρεχόμενος : στερεωτέρας γὰρ τετυχηκὼς φύσεως τρυφερότητος ἀπέστελλεν αἴσθησιν εἰς ἀραιόν τινα σώματος ὄγκον διαχεόμενος . μετεχειρίζετο
τὰ πλοῖα πάντα γεμίσας τῶν τε ἀνδραπόδων καὶ τῶν χρημάτων ἀπέστελλεν : αὐτὸς δὲ σύν τε τοῖς ἐπιβάταις καὶ τοῖς
5855136 ἐπεκαλειτο
, ἀλλ ' ἐμμελῶν μεθ ' ἑαυτόν . ἔνθεν παναρμόνιος ἐπεκαλεῖτο ὑπὸ τῶν ἀνδρῶν ἡ ὀγδοὰς διὰ τὴν ὑπερφυῆ καθάρμοσιν
φορτίον . οὐχ ὅστις αὐτῆς ἐστιν ἐμπείρως ἔχων . Ἁρμόδιος ἐπεκαλεῖτο , παιὰν ᾔδετο , μεγάλην Διὸς σωτῆρος ἄκατον ἦρέ
5855111 Σαλομωνα
ξύλα κυπαρίσσινα καὶ κέδρινα . Καὶ αὐτὸν μὲν τελευτῆσαι , Σαλομῶνα δὲ βασιλεύειν , καὶ γράψαι πρὸς Οὐαφρῆν τὸν Αἰγύπτου
τοῦ Διός . Θεόφιλος δέ φησι τὸν περισσεύσαντα χρυσὸν τὸν Σαλομῶνα τῷ Τυρίων βασιλεῖ πέμψαι : τὸν δὲ εἰκόνα τῆς
5845118 θερμηνας
πτισάνης χυλόν , τρῖβε : καὶ ὅταν μέλαν γένηται , θερμήνας κατάχριε . ὄρυζαν , κυάμους ἐρειχθέντας , πτισάνην ἕψει
μαστίχης . ἐκ γὰρ τούτων ἁπάντων ἀναπλάσας τὸ κολλύριον καὶ θερμήνας πυρί , σιάλῳ τὴν σφραγῖδα προχρίσας ἐπετίθει καὶ ἀπέματτε
5828282 Βιαντα
διαφέροντι [ ] τῶν ἄλλων , ὁ δὲ ἀπέπεμψε πρὸς Βίαντα τὸν Πριηνέα , ὁ δὲ πρὸς Περίανδρον τὸν Κορίνθιον
, ὡς καὶ Φανόδικοςεἰς τὴν ἐκκλησίαν , καὶ εἰπεῖν τὸν Βίαντα σοφόν , διηγησαμένας τὰ καθ ' ἑαυτάς . καὶ
5828195 Καλλιαν
: μίλτος ἀναμεμειγμένη , οὗ τὴν ἐργασίαν φασὶ πρῶτον εὑρεῖν Καλλίαν Ἀθηναῖον . Τιθωνοῦ γῆρας : παροιμία ἐπὶ τῶν πολυχρονίων
ἀφ ' οὗ πολλὰ ἐκμαθὼν εὐπορήσεις προβλημάτων . καὶ γὰρ Καλλίαν ἱστορεῖ τὸν Ἀθηναῖον γραμματικὴν συνθεῖναι τραγῳδίαν , ἀφ '
5813294 μετῳκισε
γυναικός , παιδὸς δὲ Φιλίππου τοῦ Ἀμύντου , ὠνόμασε : μετῴκισε δὲ τὰ πέριξ πολίχνια εἰς αὐτήν , οἷον Χαλάστραν
παρέλαβε τὴν πόλιν καὶ πάντας . . . ἀνεῖλε . μετῴκισε δὲ τοὺς λοιποὺς εἰς τὰ Δρέπανα . Ἐν παντὶ
5810030 ἠθροικως
τὴν ἡμέραν ταύτην εἰς τὸ ᾠδεῖον ἑπτακαίδεκα εἴη τοὺς σύμπαντας ἠθροικώς . καὶ μέντοι καὶ ἦρξεν αὐτῷ σωφροσύνης ἐκείνη ἡ
τῆς χώρας σατράπης Δατάμης ἀντεστρατοπέδευσεν αὐτῷ , πολλοὺς μὲν ἱππεῖς ἠθροικώς , δισμυρίους δὲ πεζοὺς μισθοφόρους ἔχων [ αὑτῷ ]
5808256 Ἀρκαδα
τοῦ Δαφναίου Ἀπόλλωνος , ᾧ περιάπτουσιν Ἀσσύριοι τὸν μῦθον τὸν Ἀρκάδα : τὴν γὰρ τοῦ Λάδωνος Δάφνην ἐκεῖ μεταφῦναι λέγουσι
δὲ ἐκ Στίλβης ἔσχε Καλλιστώ . ταύτην φασὶν ἐκ Διὸς Ἀρκάδα πεποιη - κέναι , ὃς ἄρξας τῆς χώρας Ἀρκαδίαν
5805251 Κυρηναιον
τέκμαρ εὗρε , λόγων πολλὰς εὑρόμενος διόδους . Ἄνδρα δὲ Κυρηναῖον ἔσω πόθος ἔσπασεν Ἰσθμοῦ δεινός , ὅτ ' Ἀπιδανῆς
ὑπομνήματα καὶ διαλόγους πλείονας , ἐν οἷς καὶ Ἀρίστιππον τὸν Κυρηναῖον , Περὶ πλούτου αʹ , Περὶ ἡδονῆς αʹ ,
5801900 Τυριους
ἀεὶ τὴν ἀγαθὴν ἐλπίδα . τούτους δὲ ἐγώ σοι τοὺς Τυρίους , τοὺς νῦν καταγελῶντας , γυμνοὺς ἐν πέδαις παραστήσω
ἐχειρώσατο , ὀργιζόμενός τε ἐν τῶι ἐπὶ πλέον ἀντιτάξασθαι τοὺς Τυρίους διέγνω πάντας ἡβηδὸν ἀναιρεῖν . τινῶν δὲ ἀναιρεθέντων τῆς
5797623 ὁμηρον
ἴσως καὶ τὸ Ῥωμαίων σέσωκε φιλάνθρωπον . ἕξω δὲ αὐτὸν ὅμηρον , οὐ παρ ' ὑμῶν καθ ' ὁμολογίαν ,
καθεικότος τυράννου . πάλιν ἡ Τιργαταὼ τὸν πόλεμον ἐξήνεγκε τὸν ὅμηρον ἀποκτείνασα καὶ πάντων τῶν δεινῶν ἁρπαγῆς καὶ φόνου πληροῦσα
5797037 κατηγαγεν
ἐγώ μιν ἀμειβόμενος προσέειπον : μῆτερ ἐμή , χρειώ με κατήγαγεν εἰς Ἀΐδαο ψυχῇ χρησόμενον Θηβαίου Τειρεσίαο : οὐ γάρ
ἀρχῆς Ἀριαράθην ἐκβαλὼν Ὀλοφέρνην ἐπὶ χιλίοις ταλάντοις ἀντ ' αὐτοῦ κατήγαγεν , ἀδελφὸν εἶναι δοκοῦντα Ἀριαράθου . καὶ Ῥωμαίοις ἐδόκει
5791753 ἱκετευσε
τῷ τόπῳ . . . . . ἐς Πηλῆ ' ἱκέτευσε καὶ ἐς Θέτιν ἀργυρόπεζαν : ἡ διπλῆ ὅτι οὐκ
ἀτὰρ τότε γ ' ἐσθλὸν ἀνεψιὸν ἐξεναρίξας ἐς Πηλῆ ' ἱκέτευσε καὶ ἐς Θέτιν ἀργυρόπεζαν : οἳ δ ' ἅμ
5791391 Κριτωνα
καὶ καλῶς βεβιωκότων ὀνόματα . Γιγνώσκετε , ὦ Ἀθηναῖοι , Κρίτωνα τὸν Ἀστυόχου καὶ Περικλείδην τὸν Περιθοίδην καὶ Πολεμαγένην καὶ
ἁρπάζειν προσαιτεῖν καὶ δανείζεσθαι : καὶ ὁ Πλάτων δὲ πεποίηκε Κρίτωνα συμβουλεύοντα , καὶ ὅμως οὐ φυγὴν , ἀλλ '
5789570 Ἀρτεμωνι
: ἐγὼ δέ , ὦ ἄνδρες δικασταί , χρήματα δανείσας Ἀρτέμωνι τῷ τούτου ἀδελφῷ κατὰ τοὺς ἐμπορικοὺς νόμους , εἰς
συγγραφὴν ταύτην , ὦ ἄνδρες δικασταί , ἐδάνεισα τὰ χρήματα Ἀρτέμωνι τῷ τούτου ἀδελφῷ , κελεύοντος τούτου καὶ ἀναδεχομένου ἅπαντα
5786620 Βοιωτον
ὅταν περὶ μικρῶν δοκῇς σπουδάζειν , ὡς ἐν τῷ πρὸς Βοιωτὸν περὶ τοῦ ὀνόματος : ἢ ὅταν ἀτοπίαν ἔχειν δόξῃ
Ἴωνα ἐν Κλάρῳ , ἢ Λύκιον ἐν Ξάνθῳ , ἢ Βοιωτὸν ἐν Ἰσμημίου , τούτους ἅπαντας οὐ θαυμάζεις τῷ δαιμονίῳ
5782406 Πολυιδον
μένος οὐκέτ ' ὀπήδει . Αὐτὰρ Ὀδυσσεὺς Αἶνον ἐνήρατο καὶ Πολύιδον ἄμφω Κητείους , τὸν μὲν δορί , τὸν δ
καὶ Σερῆνος ἐν τῆι Ἐπιτομῆι τῶν Φίλωνος Περὶ πόλεων , Πολύιδον λέγων τὸν λαβόντα τὸν χρησμόν . . . .
5778347 οἰκοδομησας
ἅμα καὶ ὄλβιος ὢν ἀνὴρ καὶ στρατηγὸς Ἀθηναίων , τεῖχος οἰκοδομήσας μέγα καὶ θαυμαστόν , εἰς τοσοῦτον ἤρθη τῆς τύχης
, καὶ τὰ Προπύλαια καὶ τὸ Ὠιδεῖον καὶ τὸ Ἑκατόμπεδον οἰκοδομήσας , καὶ μύρια τάλαντα ἀργυρίου εἰς τὴν ἀκρόπολιν ἀνενεγκών
5777545 πρεσβευοντα
τε καὶ παῖδας . ἠγάσθη αὐτὸν καὶ Ἀδριανὸς ὁ αὐτοκράτωρ πρεσβεύοντα ὑπὲρ Βυζαντίων , ἐπιτηδειότατος τῶν πάλαι βασιλέων γενόμενος ἀρετὰς
ὁ δὲ ἀνὴρ οὗτος ἐκεῖνός ἐστιν , ὅν ποτε ἐνθένδε πρεσβεύοντα ἡδέως εἶδες ἐν Βιθυνίᾳ καὶ μαθὼν ὧν ἀπεστέρητο κατέστησας
5776480 Τιτον
δ ' Ἀθήνησι Λυσανίου Ῥωμαῖοι κατέστησαν ὑπάτους Ἄππιον Κλαύδιον καὶ Τίτον Κοΐντιον Καπιτώλιον . ἐπὶ δὲ τούτων Θρασύβουλος ὁ τῶν
τοῖς Ἰατρικοῖς Δυρραχηνὸν ἀναγράφει Φιλωνίδην οὕτως ” Ἀσκληπιάδης ἀκουστὰς ἔσχε Τίτον Αὐφίδιον Σικελὸν καὶ Φιλωνίδην Δυρραχηνὸν καὶ Νίκωνα Ἀκραγαντῖνον ”
5768711 Φροντιν
ἐποιχόμενος κατέπεφνε , πηδάλιον μετὰ χερσὶ θεούσης νηὸς ἔχοντα , Φρόντιν Ὀνητορίδην , ὃς ἐκαίνυτο φῦλ ' ἀνθρώπων νῆα κυβερνῆσαι
Αἰήτου . καὶ οὗτος μέν φησιν αὐτοὺς δ , Ἄργον Φρόντιν Μέλανα Κυτίσωρον , Ἐπιμενίδης δὲ πέμπτον προστίθησι Πρέσβωνα .
5766689 ἀνελοντα
λόγον δὲ ἐς τὴν πηγὴν λέγουσιν οἱ ταύτῃ , Περσέα ἀνελόντα τὸ κῆτος , ᾧ τὴν παῖδα προκεῖσθαι τοῦ Κηφέως
: . τοῦ αὐτοῦ . Μηδ ' ἀπὸ χυτροπόδων ἀνεπιῤῥίπτειν ἀνελόντα ἐσθίειν : . Ἡσιόδου . Μηδὲ δίκην δικάσῃς ,
5764770 Ζηνωνι
ἐν τόπῳ καὶ τῶν ἐν ἀγγείῳ . ἀλλ ' ὅμως Ζήνωνι μὲν ὑπολείπεταί τις ἀπολογία κεκρᾶσθαι ὅλην δι ' ὅλου
, διὰ τί καὶ οὐκ εἴσεισι πάλινἀλλ ; ' ὅμως Ζήνωνι μὲν ὑπολείπεταί τις ἀπολογία , κεκρᾶσθαι ὅλην δι '
5760743 φονευοντα
εἰς τὴν πέτραν τοῦ Μόλπιδος καὶ ἀναιρήσοντα τὸν τοὺς γαμβροὺς φονεύοντα Οἰνόμαον ἐν ταῖς πενθεροφθόροις βουλαῖς ταῖς ἀνάγνοις τοῦ Μυρτίλου
υἱὸν ἐγχέοντα τὸ φάρμακον , ἑτέρωθι δ ' αὖ Ἀρσάκην φονεύοντα τὸ γύναιον καὶ τὸν εὐνοῦχον Ἀρβάκην ἕλκοντα τὸ ξίφος
5758550 ἱππαρχην
τὴν κεφαλὴν τίθησι : καὶ ἐπὶ τοῦτον Λέπιδον καλοῦντος τὸν ἱππάρχην , ὁ μὲν ὤκνει : ἐν τούτῳ δὲ Κάσσιος
φασιν οὔτε δικτάτορα ὑπὸ τῆς βουλῆς ἀποδειχθῆναι τὸν Κοίντιον οὔτε ἱππάρχην ὑπὸ τοῦ Κοιντίου τὸν Σερουίλιον . γενομένης δὲ μηνύσεως
5752469 ἀνεθηκεν
τῶν εἰς τὸν πόλεμον ἀναλωμάτων τὰ μὲν δύο μέρη ὑμῖν ἀνέθηκεν , οἷς ἦσαν ἀπωτέρω οἱ κίνδυνοι , τὸ δὲ
, ὦ νύμφη Καμάρινα , τὴν ἐκ τῆς νίκης δόξαν ἀνέθηκεν : ἀντὶ τοῦ , σοὶ χάριν ὁμολογεῖ ἐπὶ τῇ
5745449 ἀναθειναι
Πάλιν ὑπεύθυνον οὐκ ἐᾷ τὴν οὐσίαν καθιεροῦν , οὐδὲ ἀνάθημα ἀναθεῖναι , οὐδ ' ἐκποίητον γενέσθαι , οὐδὲ διαθέσθαι τὰ
ἀπὸ τῶν ἄλλων ἐστὶν ἀρχαία στήλη : ἵππους δὲ Ἱππόλυτον ἀναθεῖναι τῷ θεῷ φησιν εἴκοσι . ταύτης τῆς στήλης τῷ
5743278 Δαμοξενος
, μανθάνεις ; καὶ κατάχεον . Σόφων Ἀκαρνὰν καὶ Ῥόδιος Δαμόξενος ἐγένονθ ' ἑαυτῶν συμμαθηταὶ τῆς τέχνης : ἐδίδασκε δ
Δαμοξένου τὴν κεφαλήν : ὁ δὲ ἀνασχεῖν τὴν χεῖρα ὁ Δαμόξενος ἐκέλευσε τὸν Κρεύγαν , ἀνασχόντος δὲ παίει τοῖς δακτύλοις
5740982 θητευσαι
εἰς Τάρταρον , δεηθείσης δὲ Λητοῦς ἐκέλευσεν αὐτὸν ἐνιαυτὸν ἀνδρὶ θητεῦσαι . ὁ δὲ παραγενόμενος εἰς Φερὰς πρὸς Ἄδμητον τὸν
[ τοῖς ] Συνγενικοῖς Ἀδμήτωι [ ] λέγει τὸν Ἀπόλλω θητεῦσαι Διὸς [ ] ἐπιτάξαντος ? ? : Ἡσίοδος δὲ
5738848 ἐζηλωσεν
οὐδέ γε τὸν λαβόντα παρὰ Κροίσου τὴν δωρεὰν ἐκεῖνον Ἀλκμέωνα ἐζήλωσεν οὔτε Σόλων οὔτε ἄλλος οὐδεὶς τῶν τότε σοφῶν ἀνδρῶν
ὀνόμασιν ἀκριβολογίαν . μάλιστα δὲ πάντων , ὅπερ εἴπομεν , ἐζήλωσεν Ὅμηρον καὶ τῆς περὶ τὰ ὀνόματα ἐκλογῆς καὶ τῆς
5727392 θαψας
ἐπανελθὼν δὲ εἰς Φολόην Ἡρακλῆς καὶ Φόλον τελευτήσαντα θεασάμενος , θάψας αὐτὸν ἐπὶ τὴν τοῦ κάπρου θήραν παραγίνεται , καὶ
τὸν μὴ θάψαντα τὸν ἑαυτοῦ πατέρα μὴ θάπτεσθαι : μὴ θάψας τις τὸν ἑαυτοῦ πατέρα ἐτελεύτησε παῖδα ἔχων , ὁ
5706422 ἀποτεινομενος
τις : ἢ μὴ γενοίμαν : ταῦτά φησιν ὁ χορὸς ἀποτεινόμενος εἰς τὰ κατὰ τὴν Ἀνδρομάχην ὅτι , εἰ καὶ
Ψ . γέροντα καθαπτόμενος προσέειπεν . πρὸς ἐκεῖνον τὸν λόγον ἀποτεινόμενος . τὸ γὰρ καθάπτομαι ἐπὶ δύο λαμβάνεται , ἐπὶ
5701544 Βασιλειον
Καίσαρα : θεραπεύουσι δ ' ἅμα καὶ τοὺς Παρθυαίους . Βασίλειον δ ' αὐτῶν θερινὸν μὲν ἐν πεδίῳ ἱδρυμένον Γάζακα
. . οϚ κδ ∠ ʹ : Κασσανιτῶν χώρας Βαδεὼ Βασίλειον . . . . . . . . ο
5701284 Κρητα
καὶ ὁ Πλάτων ἐν τοῖς Νόμοις εἰσάγει τὸν Σωκράτη ἐρωτῶντα Κρῆτα καὶ Λάκωνα πολίτην περὶ Μίνωος καὶ Λυκούργου , οὓς
τὸν τρόπον Ἡρακλῆς ἐτόξευσεν αὐτάς . ἕβδομον ἐπέταξεν ἆθλον τὸν Κρῆτα ἀγαγεῖν ταῦρον . τοῦτον Ἀκουσίλαος μὲν εἶναί φησι τὸν
5698993 συνυπατον
μόνος κατέσχε τὴν ἀρχὴν δέον εὐθὺς ἑλέσθαι [ τὸν ] συνύπατον , ὥσπερ ὁ Βροῦτος ἐποίησε Κολλατῖνον ἐκβαλών : ἔπειθ
τήνδε . Μάριος , ἐπὶ τὴν ἕκτην ὑπατείαν κληθεὶς , συνύπατον ἔσχε τὸν Σύλλαν , ᾧ τὰ πρὸς Μιθριδάτην ἀπεκληρώθη
5693239 ἀνελουσιν
διετέλει καὶ πολλοὺς Σικελιώτας κατ ' αὐτοῦ συνίστη καὶ τοῖς ἀνελοῦσιν αὐτὸν ἐκήρυξε μεγάλας δωρεάς . Ἀγαθοκλῆς παροξυνθεὶς πολιορκεῖν Μεσήνην
τὸ τῶν πολεμίων στρατόπεδον τοὺς κηρύξοντας διότι Σαρδανάπαλλος τοῖς μὲν ἀνελοῦσιν Ἀρβάκην τὸν Μῆδον δώσει χρυσίου διακόσια τάλαντα , τοῖς
5688516 διεκελευσατο
ἀποκαλῶν , ἀποσεμνύνων δὲ τὸ πάντων μέτρον , σπουδάσαι ἡμᾶς διεκελεύσατο περὶ τὸν αὑτοῦ λόγον ; Πῶς γὰρ οὐκ ἐνενόησα
ἐπὶ τοῖς προσηγγελμένοις πολλὴν σπουδὴν ἐτίθετο φωρᾶσαι τὸν φθορέα καὶ διεκελεύσατο τῷ μηνυτῇ , ὁπότε ἴδοι συνόντας , αὐτῷ δηλῶσαι
5680916 ἐπιγραψας
δὲ καὶ χωρογραφίαν ἐξέδωκεν ἐν κωμικῷ μέτρῳ , Γῆς Περίοδον ἐπιγράψας . , , : Οἷον Ἰβήρων μὲν τῶν ἑσπερίων
ὁ Πλάτων ποιήσας δύο διαλόγους καὶ ἐν τινὶ μὲν αὐτῶν ἐπιγράψας “ Περὶ δικαίου ἢ περὶ πολιτείας ” , ἐν
5675526 Ὑπερβορειον
ἁπάντων τὰς ἀπαρχάς . ὅτε δὴ καὶ Ἄβαρίν φασι τὸν Ὑπερβόρειον ἐλθόντα θεωρὸν εἰς τὴν Ἑλλάδα , Ἀπόλλωνι θητεῦσαι καὶ
πεπίστευται . Ἀριστοτέλης λέγει ὑπὸ τῶν Κροτωνιατῶν τὸν Πυθαγόραν Ἀπόλλωνα Ὑπερβόρειον προσαγορεύεσθαι . κἀκεῖνα δὲ προσεπιλέγει ὁ τοῦ Νικομάχου ,
5669433 Λακεδαιμονιον
ἄλλους Ἀρκάδας ἀστυγείτονας ὄντας ; ἔνθ ' οὐδεὶς εὕρηκέ πω Λακεδαιμόνιον ἄρχοντα , ὥσπερ οὖν ἐνθάδε Μακεδόνα : πολιτείας δὲ
ναῦς μακρὰς ἄγων τριάκοντα παρὰ τῶν συμμάχων καὶ ναύαρχον Φαρακίδαν Λακεδαιμόνιον . Μετὰ δὲ ταῦτα Διονύσιος μὲν καὶ Λεπτίνης μετὰ
5667275 ἐθαψε
ὡς ἡ παῖς ἀπήγξατο ὑπὸ ἄχεος , ὁ δέ μιν ἔθαψε ἐν τῇ βοῒ ταύτῃ , ἡ δὲ μήτηρ αὐτῆς
, καὶ Εὐαγόρας δὲ ὁ Λάκων καὶ ἐκεῖνος Ὀλυμπιονίκας ἵππους ἔθαψε μεγαλοπρεπῶς . Ὁ Γάγγης ὁ παρὰ τοῖς Ἰνδοῖς ῥέων
5666302 Ἑκατομπεδον
μηνὶ θύεσθαι ἑκατόμβας κεκλῆσθαι . Ἑκατόμνως : ὄνομα κύριον . Ἑκατόμπεδον : Λυκοῦργος ἐν τῷ ἐπιγραφομένῳ ἀπολογισμὸς ὧν πεπολίτευται .
ἀρχαίοις : Ἀντ ' εὐεργεσίης Ἀγαμέμνονα δῆσαν Ἀχαιοί . : Ἑκατόμπεδον . . . Ὁ Παρθενὼν ὑπό τινων Ἑκατόμπεδος ἐκαλεῖτο
5664150 Διαγοραν
ἐκ τῆς Ἀττικῆς : οἱ δ ' Ἀθηναῖοι τῷ ἀνελόντι Διαγόραν ἀργυρίου τάλαντον ἐπεκήρυξαν . Κατὰ δὲ τὴν Ἰταλίαν Ῥωμαῖοι
τῶν κηρυγμάτων τῶν ἐν τοῖς σταδίοις . φασὶ δὲ αὐτῷ Διαγόραν τὸν Μήλιον συνθεῖναι τοὺς νόμους ἐραστὴν γενόμενον . εἶχον
5662493 ἀνεγνω
ἐπέγνω : “ οὐ γάρ πώ τις ἑὸν γόνον αὐτὸς ἀνέγνω . ” ἀνιόντος ἀνερχομένου , ἀνατέλλοντος : “ Ὑπερίονος
οἶδ ' : οὐ γάρ πώ τις ἑὸν γόνον αὐτὸς ἀνέγνω . ὡς δὴ ἐγώ γ ' ὄφελον μάκαρός νύ
5658278 προσεκαλεσατο
ἐλθὼν ἔθανεν : ἢ ὅτι καὶ ἄκοντα αὐτὸν ὁ Ἐτεοκλῆς προσεκαλέσατο εἰς τὴν μάχην . . οὐκ ἐγίνωσκεἰδίας πόλεως :
τῶν τουτουὶ Μακαρτάτου , υἱὸς ὢν Εὐβουλίδου ὁ παῖς οὑτοσὶ προσεκαλέσατο Μακάρτατον τοῦ κλήρου τοῦ Ἁγνίου εἰς διαδικασίαν , καὶ
5657036 ἐπεταξεν
ποιῆσαι τῶν φυλῶν σκιροφοριῶνος δευτέρᾳ ἱσταμένου καὶ τρίτῃ , καὶ ἐπέταξεν ἐν τῷ ψηφίσματι ἑκάστης τῶν φυλῶν ἑλέσθαι τοὺς ἐπιμελησομένους
' ὀλίγον δὲ χρόνον κρίνας ἀνθρώπινα φρονεῖν ἐν τοῖς εὐτυχήμασιν ἐπέταξεν αὐτὸν λῦσαι καὶ τὴν ἰδίαν σκηνὴν ἀπέδωκε καὶ τὴν
5654645 Θεοκριτον
ὀβολοῦ τάριχος διαλέλυκεν . . . : Ἕρμιππος δέ φησι Θεόκριτον τὸν Χῖον ὡς ἀπαίδευτον μέμφεσθαι τὴν Ἀναξιμένους περιβολήν .
ἀπὸ Σιμίχου πατρωνυμικῶς . τινὲς δὲ διὰ τὸ σιμὸς τὸν Θεόκριτον οἴονται κωμάζειν , Σιμιχίδην καλοῦντες . προγένειος : ὁ
5650716 βουλευτην
, τίνα με θέλεις εἶναι ; ἄρχοντα ἢ ἰδιώτην , βουλευτὴν ἢ δημότην , στρατιώτην ἢ στρατηγόν , † παιδευτὴν
. . . . προσλαβὼν ] οἱονεὶ πείσας τινὰ εὐήθη βουλευτὴν γράψαι τοῦτο τὸ ψήφισμα . . . . τὸ
5645889 ἀποπεμψαι
αἷς ἦν , ὡς ὕστερον ἐγὼ ταῦτ ' ἐπυθόμην , ἀποπέμψαι αὐτῷ τριήρη τὴν ἄριστα πλέουσαν , ἵν ' ἀφίκηται
, : Τίμαιος δὲ καὶ Γύλιππον ἀκλεῶς φησι καὶ ἀτίμως ἀποπέμψαι Συρακοσίους , φιλοπλουτίαν αὐτοῦ καὶ ἀπληστίαν ἐν τῆι στρατηγίαι
5641935 Θαλητα
τοῖς Σίλλοις ἐπαινεῖ αὐτὸν λέγων : οἷόν θ ' ἑπτὰ Θάλητα σοφῶν σοφὸν ἀστρονόμημα . Τὰ δὲ γεγραμμένα ὑπ '
. ὅτι δὲ ἄλλοι ἄλλο εὑρήκασιν , ἐκ τοῦ καὶ Θάλητα τὴν μικρὰν Ἅμαξαν εὑρηκέναι δῆλον . ὁ γοῦν Καλλίμαχός
5640368 συνεκλεισεν
: ἡ δὲ νοτὶς ὑπὸ τὰς ῥαφὰς ἀνιοῦσα ἦρδε καὶ συνέκλεισεν αὐτὸ ἐπὶ τὴν κορυφήν , οἷον ἅμμα συναγαγοῦσα ,
: ἡ συστροφή . ὁ δρυμός . καὶ εἴλει : συνέκλεισεν . ἕλικας : τὰς ἑλισσούσας . καὶ κόσμιόν τι
5639936 Θαλητι
μὲν δὴ λέγεσθαι τῆς ἀποδημίας αἰτίαν . ἐλθόντα δὲ πλησιάσαι Θάλητι μελοποιῶι ἀνδρὶ καὶ νομοθετικῶι , ἱστορήσαντα δὲ παρ '
μὲν δὴ λέγεσθαι τῆς ἀποδημίας αἰτίαν : ἐλθόντα δὲ πλησιάσαι Θάλητι μελοποιῷ ἀνδρὶ καὶ νομοθετικῷ , ἱστορήσαντα δὲ παρ '
5635186 Ἀριστονουν
εἰπεῖν μὲν οὖν μοι ταῦτα πρὸς τὸν Ἀρχεβιάδην καὶ τὸν Ἀριστόνουν καὶ πρὸς αὐτὸν δὲ τὸν Κηφισιάδην οὐδὲν διαφέρει :
ξυμπάσης δυνάμεως στρατηγὸν [ ] [ ] [ ἀποφήνας ] Ἀριστόνουν [ ] τὸν Ἀλεξάνδρου σωματοφύλακα . . . ,
5634574 περδικα
Ἰσθμίοις . λαγώς τις εἰσελήλυθ ' : εὐθὺς ἥρπακας . πέρδικα δ ' ἢ κίχλην γε νὴ Δί ' οὐκ
τίνος μελῳδοῦ πρὸς τὸν ἦχον ὑπνώσεις ; ” ἀφῆκε τὸν πέρδικα , καὶ γενειήτην ἀλεκτορίσκον συλλαβεῖν ἐβουλήθη . ὁ δ
5628828 προσαγορευσας
τὸ κατάνη ἐξελὼν αἴτνην μετωνόμασε τὴν πόλιν , ἑαυτὸν οἰκιστὴν προσαγορεύσας , καὶ ἐν ταῖς ἀναρρήσεσιν ἔν τισι τῶν ἀγώνων
περιερχόμενος καὶ ἰδὼν τὸν πολύποδα ἔκτισεν ἐκεῖ πόλιν Ἄμφισσαν αὐτὴν προσαγορεύσας διὰ τὸ τὸν πολύποδα ζῆν καὶ ἐν τῆ γῇ
5623711 Φοινικα
πεζοὶ δ ' οὐκ ἀξιοῦντες ἀγχοῦ τῶν πολεμίων στρατοπεδεύειν ἐς Φοίνικα πόλιν ἀνεχώρουν . καὶ νυκτὸς οἱ μὲν ἀνεπαύοντο ,
δὲ καὶ Νίνος ὁ Ἀσσύριος , ὃς κατὰ τὸν Κολοφώνιον Φοίνικα χρυσίου τάλαντα εἶχε πολλῷ πλείονα Κασπίης ψάμμου , ὃς
5623695 ἀπολυσας
Λεύκωνος μεδίμνων τῶν ἐπὶ τοῖς μυρίοις τρισχιλίων . Καλῶς ἐποίησας ἀπολύσας ἡμᾶς ἐν αὐτοῖς τοῖς ἐγκλήμασι τῆς αἰτίας . εἰπὼν
ὁ δὲ τρεῖς ἡμέρας ἐπιβιοὺς καὶ τοῦ φόνου τὸν Ἀχαιὸν ἀπολύσας ἐτελεύτησεν . Φάϋλλος δὲ τύραννος ἠράσθη τῆς Ἀρίστωνος γυναικός
5622240 ἀπεπεμψεν
, ὅτι τριακονταέτης γενόμενος ἀπολέσει τὴν Τροίαν . καὶ τοῦτον ἀπέπεμψεν εἰς τὸ Πάριον λεγόμενον . παρελθόντος δὲ τοῦ τριακοστοῦ
διπλάσια ἀπηρίθμησεν . ὁ δὲ Κῦρος ὅσα εἶπε λαβὼν τἆλλα ἀπέπεμψεν : ἤρετο δὲ πότερος ἔσται ὁ τὸ στράτευμα ἄγων
5613778 Διογειτων
μετὰ ταῦτα τοῦ πρεσβυτέρου τοῖν μειρακίοιν , καλέσας αὐτοὺς εἶπε Διογείτων , ὅτι καταλίποι αὐτοῖς ὁ πατὴρ εἴκοσι μνᾶς ἀργυρίου
, Διογείτονα Ἀχαρνέα . Σάτυρος Ἀλωπεκῆθεν , Σαυρίας Λαμπτρεύς , Διογείτων Ἀχαρνεὺς μαρτυροῦσι διαλλάξαι διαιτηταὶ γενόμενοι περὶ Νεαίρας τῆς νυνὶ
5608928 ἑστιασαι
ὥσπερ κλητῆρες , δύο μόνοι ὄντες μαρτυροῦσιν δεκάτην ὑπὲρ τούτου ἑστιᾶσαι . οἷς τίς ἂν ὑμῶν πιστεύσειεν ; καὶ μὴν
ἥκει , ὥστε φησὶ τὸν πατέρα μου δεκάτην ὑπὲρ αὑτοῦ ἑστιᾶσαι . καὶ περὶ τούτου μόνον Τιμοκράτους καὶ Προμάχου ἐμβέβληται
5598121 ἐπικληθεντα
λόγων γενόμενον : μαθητὴν δ ' ἔσχεν ἀξιόλογον Διονύσιον τὸν ἐπικληθέντα Ἀττικόν , πολίτην αὐτοῦ : καὶ γὰρ σοφιστὴς ἦν
οἰκίας ἐξ ἁπάσης τῆς πόλεως . Ἀρταξέρξην τὸν καὶ Ὦχον ἐπικληθέντα , ὅτε ἐπε - βούλευσεν αὐτῷ Βαγώας ὁ εὐνοῦχος
5596877 καταστρεψαμενον
, αὑτῷ δ ' ἀπιστοῦσιν , ὅτι οὐκ ἀπέκτεινε τὸν καταστρεψάμενον αὐτὴν καὶ κλίναντα ἐς γόνυ , ἀπορρίπτων ἤδη ταῦτα
αὐτόθεν τὴν λοιδορίαν κατέβαλες : οὐκ ἴσασιν Ἀθηναῖοι τιμᾷν Ἑλληνικὴν καταστρεψάμενον πόλιν Ἀλέξανδρον : οὐδὲ παντελῶς ἀπολωλότων Θηβαίων τιμᾷν τὸν
5595168 λαβυρινθον
κατασκευάσαι πυραμίδα τετράπλευρον ἐπιστήσαντα , καὶ τὸν θαυμαζόμενον παρὰ πολλοῖς λαβύρινθον οἰκοδομῆσαι . Παραπλήσια δὲ καὶ περὶ τῶν ἄλλων λέγουσιν
ἤθελον , φάμενοι θήκας αὐτόθι εἶναι τῶν τε ἀρχὴν τὸν λαβύρινθον τοῦτον οἰκοδομησαμένων βασιλέων καὶ τῶν ἱρῶν κροκοδείλων . Οὕτω
5594352 Μενεξενον
γάρ τι ὧν λέγω οὐ μανθάνει , ἀλλά φησιν οἴεσθαι Μενέξενον εἰδέναι , καὶ κελεύει τοῦτον ἐρωτᾶν . Τί οὖν
σοφώτερος αὐτῶν εἴη . μεταξὺ οὖν τις προσελθὼν ἀνέστησε τὸν Μενέξενον , φάσκων καλεῖν τὸν παιδοτρίβην : ἐδόκει γάρ μοι
5586297 Πολυγνωτος
, πῶς οὐχὶ καὶ σοὶ ταὐτὰ δόξει ; αὖθις καὶ Πολύγνωτος ἐπέστειλεν ἡμῖν : καὶ αὐτὸς γὰρ τὸ φεύγειν κατὰ
δὲ τὸ αὐτὸ ἐπίτηδες τοῦ Ὀδυσσέως τοὺς ἐχθροὺς ἤγαγεν ὁ Πολύγνωτος : ἀφίκετο δὲ ἐς Ὀδυσσέως δυσμένειαν ὁ τοῦ Ὀιλέως
5584866 Γυγην
εἶναι , ὀνόματα δὲ αὐτῶν Κόττον , Βριάρεων , καὶ Γύγην . . . . : Περὶ Πεισιδίκης . λέγεται
δὲ καιρὸς ἦν μετιέναι τὴν γυναῖκα , ἅρμα ζεύξας καὶ Γύγην ἐπιβιβάσας ἐπ ' αὐτὸ , ἐξέπεμψε παρὰ τὸν πενθερὸν
5573612 Διοκλεα
ἀρχῆς , λέγω δὴ τοῦ ἐγκεφάλου . οἱ γὰρ περὶ Διοκλέα , ἡ κίνησις διττή ἐστιν , ἐκ φέροντος καὶ
τὰ δὲ ὀνόματα ταῦτ ' ἐστὶν ἐν τῷ Ἰσαίου πρὸς Διοκλέα ὕβρεως . ὁ μέντοι τὰς μάνδρας καθαίρων , εἴτε

Back