| , τοῖς παιδίοις . παρίσχεται : παρέχει , δίδωσιν , ἐνδίδωσιν . οἶον : ἕνα . ἑκάστῳ : ἑνί . | ||
| ' ἑαυτῶν ἄρχεται , καὶ ἑαυτοῖς παρέχει ὅπερ τοῖς ἄλλοις ἐνδίδωσιν , οἷον ἐν οὐσίᾳ ἐν ζωῇ ἐν κινήσει , |
| μισθόν , οἷον ὁ Ῥαδάμανθυς . Ἔλαχε ] Εἶχε . Καρπὸν ] Ἤγουν τὸν λογισμὸν καὶ διάνοιαν . Καρπὸν ἀμώμητον | ||
| θαλαττία διαρρήγνυται , ὥς φασιν , ἀνθρώπου προσπτύσαντος αὐτῇ . Καρπὸν δὲ ἰτέας εἴ τις θλιβέντα δοίη πιεῖν τοῖς ἀλόγοις |
| βλαπτομένων . ἀμφικαλύπτει : περισκέπει , κρύπτει , ἀφανίζει , περιέπει . Διά : ἀνὰ , κατὰ , εἰς τό | ||
| δέ ἐστι , τὴν εὐμενῆ καὶ πραεῖαν καὶ ἵλεων κατάστασιν περιέπει : καθάπερ δὲ | τῆς χυτῆς οὐσίας ἡ κρατίστη |
| ἐᾷ . εἰ δέ τις τολμήσειε τοῦτο , ταχέως λαβόμενος καταδαπανᾷ τοῦτον * . . . λέγων τὸν λόγον . | ||
| τοῖα : οὕτως νεμέθων δέ , ἤγουν νέμων , κατατρώγων καταδαπανᾷ καὶ δαμάζει . * νεμέθων : νεμόμενος * ἀχλύς |
| διὰ τῶν καθ ' ἑκάστην ἡμέραν περιόδων θερμαίνων τε καὶ ὑγραίνων καὶ ξηραίνων καὶ ψύχων τεταγμένως τε καὶ ἀκολούθως τοῖς | ||
| δὲ Ζεὺς εὔκρατον τὸ ποιητικὸν ἔχει , θερμαίνων ἅμα καὶ ὑγραίνων . καὶ ὁ τῆς Ἀφροδίτης δὲ τῶν αὐτῶν ἐστι |
| ἄλλῳ βίῳ βιοὺς ἐτελεύτα , μὴ ἀνόητόν τε καὶ ἠλίθιον θάρρος θαρρήσει . τὸ δὲ ἀποφαίνειν ὅτι ἰσχυρόν τί ἐστιν | ||
| μεγαλόθυμος θυμοειδής , ἴτης , εὔτολμος . καὶ τὰ ὀνόματα θάρρος θάρσος , ἀνδρεία , γενναιότης , ἀοκνία , ἄδεια |
| δὲ τὴν συμβουλὴν ἅπασιν ἀνθρώποις ἰδιώταις μὲν ἰατρικῆς , οὐκ ἀγυμνάστοις δὲ τὸν λογισμὸν ὑποτίθεσθαι τήνδε : μὴ καθάπερ οἱ | ||
| ἐλπίδας ἔχοντες γενναιότερον ἀγωνίζοιντο μένοντες . Ἰφικράτης , εἰ μὲν ἀγυμνάστοις παρετάσσετο στρατιώτας ἔχων ἠσκημένους , οὐ παραχρῆμα συνῆπτεν ἐς |
| ὁ γέρων ἔφη : ” ἵνα τὸν φόρτον τοῦτον ἄρας ἐπιθῇς μοι . ” ὁ μῦθος δηλοῖ , ὅτι πᾶς | ||
| βουλοίμην ἂν μὴ καταλῦσαι τὴν προθυμίαν , πρὶν ἂν τέλος ἐπιθῇς τοῖς ἐν χερσὶ τούτοις ἄξιον τοῦ μακροῦ χρόνου . |
| τῶν ἔργων δυνατὸν ὑπερβαίνων , πολλὰ διαψεύδεται , ὁ δὲ προσλαμβάνων τοὺς αὑτοῦ φίλους βουλῆς κοινωνοὺς , ἐν καιροῖς τηλικούτοις | ||
| δυνάμει ἐπαναγκάζεται καὶ καθ ' αὑτὸν περὶ τούτου διατάττεσθαι , προσλαμβάνων τήν τε πιθανὴν φαντασίαν καὶ τὴν πιθανὴν ἅμα καὶ |
| τὰ χρήματά μου ἐξαναλοῦν δυναμένην . ἵππερόν ] ἵππουρον . ἵππερόν ] ἱππικὸν ἔρωτα καὶ ἱππικὴν νόσον : παρ ' | ||
| ' οὐκ ἐπείθετο τοῖς ἐμοῖς οὐδὲν λόγοις , ἀλλ ' ἵππερόν μου κατέχεεν τῶν χρημάτων . νῦν οὖν ὅλην τὴν |
| δῶχ ' υἱὸς ποινὴν Γανυμήδεος . ” τρωπῶσα τρέπουσα , μεταβάλλουσα τὴν φωνήν . τρώει τιτρώσκει . τρώκτης ἀποτρώγων , | ||
| προβαίνουσα εὐτυχοίην ἀεί : ἄλλως : εὐχερῶς δὲ τὰ ἤθη μεταβάλλουσα τὸν ὀλίγον χρόνον , εὐτυχοίην τὸν βίον . τὸ |
| Ἀβδηριτῶν καταλειφθήσεσθαι . Ἐκλαθόμενος γὰρ ἁπάντων καὶ ἑωυτοῦ πρότερον , ἐγρηγορὼς καὶ νύκτα καὶ ἡμέρην , γελῶν ἕκαστα μικρὰ καὶ | ||
| καθ ' ὕπνον δὲ οἷόν πού τις ἢ καὶ ὕπαρ ἐγρηγορὼς ὠνείρωξεν μαντευόμενος αὐτότὸ δ ' οὖν δόγμα περὶ αὐτοῦ |
| ποθεῖσά τινα διαλάθοι ποτέ : αὕτη γὰρ πρῶτον μὲν βαρύτητα προστρίβεται τῇ γαστρὶ ποθεῖσα , ἔπειτά που περὶ τὰ σπλάγχνα | ||
| πτισάνη ῥυπτικωτέρα μὲν γίνεται , βλάβην δ ' οὐδεμίαν ἑτέραν προστρίβεται . χειρίστη δὲ σκευασία πτισάνης ἐστίν , ὅταν οἱ |
| θερμαντικόν : ἀναλογεῖ δ ' ἡ δύναμις τῷ προειρημένῳ ἀσθενέστερον ἐνεργοῦσα . Μάρον πόα φρυγανώδης , ὁμοία τῷ ἄνθει ὀριγάνῳ | ||
| ἢ δευτέρας ἐρυγῆς ἐκκενοῦσθαι . Ἡ δὲ μετρία θερμασία ἐνδεέστερον ἐνεργοῦσα , διαλύει μὲν τὰ σιτία , κατεργάζεται δὲ οὐκ |
| Μεσοποταμίαι . Ἀρριανὸς ἐν ι Παρθικῶν . ἡ δὲ φάλγα γλώσσηι τῆι ἐπιχωρίωι τὸ μέσον δηλοῖ . . Χωχή : | ||
| ἕληται . μισθὸν μοχθήσαντι δίδου , μὴ θλῖβε πένητα . γλώσσηι νοῦν ἐχέμεν , κρυπτὸν λόγον ἐν φρεσὶν ἴσχειν . |
| καὶ φυτὰ ποτιζόμενα αὔξεται καὶ βλαστάνει καὶ πρὸς καρπῶν γενέσεις εὐτοκεῖ , στερόμενα δὲ ἐπιρροῆς ἀφαυαίνεται , οὕτως ἡ ψυχή | ||
| τὴν εὐτοκίαν : ἐὰν δὲ μὴ εὕρῃ , ἄρκτῳ ἐνατενίζουσα εὐτοκεῖ . Χελιδόνα ἐὰν πηρώσῃς , χελιδόνιον βοτάνην τοὺς ὀφθαλμοὺς |
| ψυχὴ μένει ἐπὶ τῆς ἰδίας οὐσίας , ὑφ ' ἑαυτῆς κολαζομένη , καὶ γήινον σῶμα ζητοῦσα εἰς ὃ εἰσέλθῃ , | ||
| τούτων καὶ ἀλλοίων ἐδεσμάτων ἢ τοιούτων ἐπιθυμία , δυνατὴ δὲ κολαζομένη ἐκ νέων καὶ παιδευομένη ἐκ τῶν πολλῶν ἀπαλλάττεσθαι , |
| καὶ τῶν ἐχθρῶν ὑπέρτερον ἔσεσθαι σημαίνει καὶ τὴν ὑπάρχουσαν τύχην κρατύνει καὶ πρὸς τοῖς οὖσι καὶ ἄλλα προσκτήσασθαι σημαίνει . | ||
| ϲὺν ὄξει ἢ οἴνῳ καὶ διακλυζομένου τοῦ ἀφεψήματοϲ θερμοῦ ὀδόνταϲ κρατύνει καὶ τὰϲ ἀλγηδόναϲ αὐτῶν παύει . Λειμώνιον ἢ κυνόγλωϲϲον |
| ἤθεσιν γὰρ οἷς ὑπηρετοῦς ' ἀεὶ προσέχουσα τούτοις ἡ φύσις κεράννυται . . . πολίτην πτωχαλαζόν ' οἶδ ' ἐγώ | ||
| γὰρ ἀγαθὸν κατ ' ἄλλον τρόπον ὀνομάζει . ὅτι γὰρ κεράννυται ἐς πάντα διεξιόν , ταύτην αὐτοῦ τὴν δύναμιν ἐπονομάζων |
| ὁ βόθρος , οἱονεὶ ὄρυχός τις ὤν , εἰς ὃν καταβάλλεται τὸ φυτόν . ὄρχατος δὲ οἱονεὶ ἔρχατος , διὰ | ||
| Πένθος δὲ πιτνεῖ ] κρύπτεται , ἀφανίζεται , καταφέρεται , καταβάλλεται . * καταβάλλεται : * * καταβάλλεται , ἀφανίζεται |
| ὁ τῆς Ἀφροδίτης . ἐπιτιμῶντος δέ μου καὶ πόθεν ἡ ῥᾳθυμία πυνθανομένου λέγειν μὲν ἠρυθρίων τὴν πρόφασιν , ἡδέως δὲ | ||
| τὴν ἐκκλησίαν τὴν Ἀττικὴν αὐτοῦ μὲν ἀπόντος σύγχυσις εἶχε καὶ ῥᾳθυμία καὶ ταραχή , καὶ κόσμος ἦν οὐδεὶς τῶν ποιουμένων |
| . τὸ δὲ ἑξῆς : ἐπὶ δὲ τοῦ παρόντος ἡ φιλοκέρδεια ἐφίησι καὶ ἐνδίδωσι λέγειν τὸ τοῦ Ἀριστοδήμου ῥῆμα ἐγγὺς | ||
| τοιοῦτοι , θυμός , ἔρως , ὕβρις , ἀμαθία , φιλοκέρδεια , δειλία , καὶ ἔτι τοιάδε , πλοῦτος , |
| γεγονότα πήματα ] ἤγουν τιμωρίας , βλάβας λύματα ] ἤγουν λύμας , βλάβας δείματ ' ] φοβήματα ἀμφήκει ] διστόμῳ | ||
| πέφυκεν ἀρετάς , καὶ καθ ' ἑκούσιον γνώμην ἐνδεδεγμένοι τὰς λύμας , ὅμως ἱερουργεῖν τολμῶσι νομίζοντες τὸν τοῦ θεοῦ ὀφθαλμὸν |
| : ἀλλὰ παρὰ τὴν ἀξίαν ἐλεοῦμαι . Οὐκοῦν ἐπὶ τούτῳ ὀδυνᾷ ; ὁ δέ γε ὀδυνώμενος ἐλεεινός ἐστιν ; Ναί | ||
| ὁ ἐν τῇ γαστρὶ , διατείνει αὐτὴν , ἥτις διατεινομένη ὀδυνᾷ τὸν νεφρὸν , ὃς τεινόμενος ἐκ τῆς κόπρου θλίβει |
| τὰ πράγματα ἀνασκησία , ἀμελετησία , ἀμέλεια , βλακεία , νώθεια , ἀθυμία , ῥᾳθυμία , ὀλιγωρία , ἀνανδρία , | ||
| ὄκνος , ἔκλυσις , ἀθυμία , ῥᾳθυμία , ἀνανδρία , νώθεια , νωθρότης , ὀλιγωρία , ἀμέλεια , ὑπτιότης . |
| ἐντυγχάνω ἀνθρώποις , ἀλλὰ μόνος νόσῳ . τάχα καὶ ψυχὴ μαντεύεται ἀπόλυσιν ἑαυτῆς ἤδη ποτὲ ἐκ τοῦ δεσμωτηρίου τούτου , | ||
| δὲ καταφιλεῖν δοκεῖν νοσοῦντι μὲν ἄτοπον : ὄλεθρον γὰρ αὐτῷ μαντεύεται : ἐρρωμένῳ δὲ παραγγέλλει λόγοις σπου - δαίοις [ |
| ταύτῃ Μοῖρά πω τελεσφόρος κρᾶναι πέπρωται , μυρίαις δὲ πημοναῖς δύαις τε καμφθεὶς ὧδε δεσμὰ φυγγάνω : τέχνη δ ' | ||
| τελέσαι πέπρωται ] μεμοίρασται μυρίαις ] πολλαῖς πημοναῖς ] βλάβαις δύαις ] κακοπαθείαις καμφθεὶς ] κατεργασθείς , ταλαιπωρήσας ὧδε ] |
| τοι αὐτὴ μὲν οὐδέν , ἡνίκ ' ἂν λέγῃ , πονεῖ , ὅταν δ ' ἁμάρτῃ , πολλὰ προσβάλλει κακά | ||
| [ ] τὴν [ ] μέλιτταν , ὡϲ [ οὐδὲν πονεῖ ] ἔξωθεν , ἀλλ ' [ ἐϲ ] ταὐτὸ |
| δέ γέ που τότε κάλλιστα , ὅταν αὐτὴν τούτων μηδὲν παραλυπῇ , μήτε ἀκοὴ μήτε ὄψις μήτε ἀλγηδὼν μηδέ τις | ||
| δέ γέ που τότε κάλλιστα , ὅταν αὐτὴν τούτων μηδὲν παραλυπῇ , μήτε ἀκοὴ μήτε ὄψις μήτε ἀλγηδὼν μηδέ τις |
| ἐλείφθη εἰκότως ἀποβάντος αὐτῷ τούτου : ὁ γὰρ φιλέρημος καὶ ἀπράγμων θεὸς καὶ μόνον ἔχων νεβρίδιον καὶ καλαυρόπιον καὶ συρίγγιον | ||
| τῶν ἐν Πειραιεῖ . . . Μόλπις . Ἆρα οὖν ἀπράγμων εἶναι δοκεῖ ὑμῖν Διογένης , ὃς ἐπιδικάζεται μὲν τῶν |
| κεῖται . ἱστοτρίβης ] ἡ περὶ τὸν ἱστὸν τῆς νεὼς συνοῦσα αὐτῶι . ἐπραξάτην ] αὐτή τε καὶ Ἀγαμέμνων . | ||
| τὴν πρὸς τὰ προστακτικά , ἐκεῖνο ἂν φαίημεν , ὡς συνοῦσα ἡ διὰ τοῦ ἄγε σύνταξις ἐξαίρετον καταστήσει τὴν προστακτικὴν |
| , εὐθείᾳ περαίνει κατὰ φύσιν περιπορευόμενος : τῷ δὲ ἀεὶ συνέπεται δίκη τῶν ἀπολειπομένων τοῦ θείου νόμου τιμωρός , ἧς | ||
| τὸ ἴδιον χώρας καὶ ὅσων δή ποτε αἰτίων οὐ πᾶσι συνέπεται τὸ αὐτὸ δίκαιον εἶναι . . Τὸ μὲν ἐπιμαρτυρούμενον |
| γὰρ προσθήκη τινὸς ἐκ τῆς ὕλης λαμβανομένου ἢ συμβεβηκότος ἁπλῶς ἐπιγινομένη τοῖς οὐσιώδεσιν ἀπείργει εἶναι τὸν λόγον τὸ τί ἐστιν | ||
| τὴν ἕξιν ἐπιτηδειότητα καὶ εὐφυΐαν . ἡ δὲ ἕξις ἡ ἐπιγινομένη τῇ δεινότητι , ἥ ἐστιν ἡ φρόνησις , γίνεται |
| ζηλοῖ τὸν οὐδενὸς δεόμενον ὁ τῶν ὀλίγων ἀναγκαίως δεόμενος . ἄσκει μέγας μὲν εἶναι παρὰ θεῷ , παρὰ δὲ ἀνθρώποις | ||
| ἐνοχλῶν , ἐλαύνων μᾶλλον ἢ καὶ τὴν ψῆφον παρακαλῶν . ἄσκει δὲ αὐτὸ θεώμενος τοὺς ἐν τοῖς ἀληθινοῖς πράγμασιν ὁτιοῦν |
| καὶ ἐλευθέρου τοῦ Ἴστρου ῥέοντος μισεῖ τὴν ἀργίαν καὶ ἀναπλεύσας ἐμφορεῖται τοῦ κατὰ τὸ ὕδωρ ἀφροῦ : πολὺς δὲ οὗτός | ||
| , ἔφη , τὸν γέροντα Ζηνόθεμιν λέγων , ἐπήκουον γάρὅπως ἐμφορεῖται τῶν ὄψων καὶ ἀναπέπλησται ζωμοῦ τὸ ἱμάτιον καὶ ὅσα |
| γ ' , ὦ πότνια δέσποιν ' Ἀθηναία , ποιῶν ἀπόλωλ ' ἐκεῖνος κἀν δέοντι τῇ πόλει , εἰ πρίν | ||
| „ ἀβίωτος ὁ βίος , οὐκ ἔτ ' ὄψομαι , ἀπόλωλ ' , „ ἐν ἑαυτῷ τοῦτ ' ἐὰν σκοπῇ |
| οὖν παρέχου , ἅπερ ὅλα ἐστὶν ἐπὶ σοί , τὸ ἀκίβδηλον , τὸ σεμνόν , τὸ φερέπονον , τὸ ἀφιλήδονον | ||
| σπουδαῖος , ὥστε δεῖ τὴν πρὸς αὐτὸν φιλίαν καθαρὰν καὶ ἀκίβδηλον διατηρεῖν , κἂν δέηταί τινος ὁ προϊέμενος , εὐπορεῖ |
| ἐπὶ παιδὸς ἢ ἰδιώτου οὕτως ἆρ ' ὁ ἐπιστάμενος λέγειν συνεπίσταται ἃ λέγει ; ναί φησιν : ἀληθὲς γὰρ ἐπὶ | ||
| . διόπερ ἀναγκαῖον αὐτῷ μόνα ἐκεῖνα μαρτυρεῖν ἃ θαυμάζει καὶ συνεπίσταται . οἱ πολλοὶ δὲ ἵνα τι πλέον χαρίσωνται , |
| “ δεινῶς τ ' ἦν ἐπιπληκτικὸς καὶ ἐν ταῖς ζητήσεσι δύσμαχος : τά τε δεῖπνα λοιπὸν παρῃτεῖτο διὰ τὰς προειρημένας | ||
| ἄκοντας κλόνῳ χρῆται τρίχας , ὁποῖα Κῦρος τοξικῆς ἐμπείραμος : δύσμαχος ὕστριξ καὶ ὀϊστοὺς τὰς τρίχας καὶ ἐχθρὰς ἀφίησι τοῖς |
| , λαμβάνει τι ὧν δεῖται , ὅταν δὲ ἀμελῇ , κολάζεται . ἀνθρώπους δ ' ἔστι πιθανωτέρους ποιεῖν καὶ λόγῳ | ||
| δωρεὰν , εἰ γὰρ , φησὶν , ὁ λιπὼν τάξιν κολάζεται , δῆλον ὅτι ὁ ἀριστεύσας τιμηθήσεται . Ἐὰν μὲν |
| ] εὐφραίνει . κροκοβαφὴς ] ἀντὶ μιᾶς . κροκοβαφὴς ] αἱματηρά . ἅτε ] καθά . ξυνανυτεῖ ] συμπληροῦται . | ||
| ἀναμεμιγμένον καὶ συγκεκραμένον τῷ χολώδει ἰῷ . * φοινίσσοντα : αἱματηρά αἵματι βεβαμμένα * κατέδραμον : καταρρέουσιν αἱ δ ' |
| , ὁμοῦ τῆς ἐπιστασίας αὐτῶν μετείληχε καὶ τὴν κοινωνίαν ἡμῖν προξενεῖ πρὸς αὐτοὺς ἀδιαίρετον . Ἔνια μὲν οὖν τῶν τοιούτων | ||
| τοῦ εὐδόξου εἰ τύχοι , ὅτι δόξαν πολλὴν τὸ πραχθὲν προξενεῖ τῇ πόλει ἢ ἀδοξίαν καὶ ὕβριν : ἀπὸ τοῦ |
| δισώματον ἔσπασε χροιήν , ἣ θνητοὺς μαίνει φαντάσμασιν ἠερίοισιν , ἀλλοκότοις ἰδέαις μορφῆς τύπον † ἐκπροφαίνουσα , ἄλλοτε μὲν προφανής | ||
| ἐπισχεθείσης τῆς χολῆς καὶ τοῖς μελαγχολικοῖς ἑάλωσαν πάθεσι καὶ παρανοίαις ἀλλοκότοις . Τούτων οὕτως ἐπιφανέντων , εἴτε πυρέττοιεν εἴτε καὶ |
| ' ἄλλα πάντα καὶ μέρη τοῦ σώματος καὶ πάθη χρόνια χαίρει τῷ βοηθήματι . καὶ καυλὸς δὲ καὶ κύστις ἐν | ||
| ἰδιώτου μεῖζον οὐδὲν ἄν τις κατηγορήσειεν οὔτε πόλεως ἢ ὅτι χαίρει κακοῖς . ὃ γὰρ ἔσχατον εἶναι δοκεῖ τῶν ἀνθρωπίνων |
| ἀπὸ τοῦ χειμῶνος . εὐδιόωσα : γαληνιῶσα . γαληναίη : ἀτάραχος , γαληνὴ , καὶ ἥσυχος . γένηται : ὑπάρξει | ||
| . ἀπαλλάσσουσιν ] ἀπήλλαξαν ἑαυτοὺς τῶν ἐνθάδε . ἀσφάδαστος ] ἀτάραχος . συμβαλῶ ] συγκλείσω . ἔτεινας ] πολλὰ εἴρηκας |
| καλλίπρωιρον εἰσέβης Ἀργοῦς σκάφος . ἤρξω μὲν ἐκ τοιῶνδε : νυμφευθεῖσα δὲ παρ ' ἀνδρὶ τῶιδε καὶ τεκοῦσά μοι τέκνα | ||
| Πολυδεύκεά τ ' εἰσενόησα καὶ Μόψον Τιταρῆθεν , ὃν Ἄμπυκι νυμφευθεῖσα Χαονίην ὑπὸ φηγὸν Ἀρηγονὶς ἐξελόχευσε : Πηλέα τ ' |
| δυναμένων ; τί μ ' ἐκστήσει ἢ ταράξει ἢ τί ὀδυνηρὸν φανεῖται ; οὐ χρήσομαι τῇ δυνάμει πρὸς ἃ εἴληφα | ||
| ὡς ἐν ποδάγρᾳ τὸ τοῦ φλεγματικοῦ χυμοῦ ἔγγονον ῥεῦμα καὶ ὀδυνηρὸν μετρίως χαῖρόν τε τοῖς κατὰ δύναμιν καὶ ἐνέργειαν θερμαντικοῖς |
| καταϲκευήν . καὶ τὰϲ τῶν μηνίγγων δὲ καχεξίαϲ εὖ μάλα ἐκτρίβει , ὅθεν ἐπιληψίαϲ καὶ τὰϲ ἐντεῦθεν μανίαϲ θαυμαϲτῶϲ ἀποϲκευαζόμενον | ||
| τὸν ἄνθρωπον , καὶ λυπεῖ τὸ πνεῦμα τὸ ἅγιον καὶ ἐκτρίβει αὐτό . εἶτα πάλιν ἡ ὀξυχολία ὅταν κολληθῇ τῷ |
| βροτοῖς αὐδώμενος οὐδεὶς φιλοπότης ἐστὶν ἄνθρωπος κακός : ὁ γὰρ διμάτωρ Βρόμιος οὐ χαίρει συνών ἀνδράσι πονηροῖς οὐδ ' ἀπαιδεύτῳ | ||
| νεώτερον . οὐδεὶς φιλοπότης ἐστὶν ἄνθρωπος κακός : ὁ γὰρ διμάτωρ Βρόμιος οὐ χαίρει συνὼν ἀνδράσι πονηροῖς οὐδ ' ἀπαιδεύτῳ |
| τοῦ θεοῦ κατολισθαίνει , καὶ αὖθις ἀφυπνισθεὶς τῇ αὐτῇ κρούσει ἀναπλεῖ πάλιν : καὶ πολλάκις δρᾷ τοῦτο , μεταξὺ ἡσυχίας | ||
| διαλύει : ῥηγνυμένου γὰρ τοῦ δέρματος ἄνευ τομῆς , ἀλύπως ἀναπλεῖ καθ ' ἑκάστην ἡμέραν τὰ μόρια τοῦ πώρου . |
| καὶ σχεδὸν μόνην τὴν ἀφορμὴν καὶ τὴν ἀρχὴν τῇ φύσει ἐνδίδωσι : τὰ δὲ λοιπὰ ἡ φύσις δι ' ἑαυτῆς | ||
| τῶν κατὰ συμβεβηκὸς αἰσθητῶν κινεῖ τὸ αἰσθητήριον καὶ ἀλλοιοῖ καὶ ἐνδίδωσι τὴν ἰδίαν μορφήν : καὶ γὰρ εἰ μὴ κυρίως |
| χαμαίμηλον , καὶ μετὰ ταῦτα πάλιν εἰς τὸ πῦρ ἐπιθεὶς ἀνακίνει , ἕως ἂν καλῶς μιχθῇ , ἑνωθέντων δ ' | ||
| ἔμπασσε εἰς αὐτὸν τὴν σανδαράκην καὶ τὴν σάνδυκα λεῖα καὶ ἀνακίνει , ἕως ἂν καλῶς ἀναμιχθῇ , μετὰ ταῦτα δ |
| μᾶλλον ψεκτός , ὁ δὲ ἀργυρίου χάριν ἢ ὅσα ἀργύριον πορίζει , ἀσχημονέστερος καὶ κάκιστος τῶν ἀλαζονευομένων . πάντες γὰρ | ||
| σοι , εἰδὼς ὅτι καὶ τῷ κυνὶ ἡ οὐρὰ ἄρτον πορίζει , τὸ δὲ στόμα πληγάς . ἐπὶ σωφροσύνῃ μεγαλοφρόνει |
| Κρόνου καὶ Ἄρεως καὶ Ἡλίου καὶ τῶν ἐκλειπτικῶν εὑρεθῶσιν , ἄλυπος ὁ περὶ τέκνων ἔσται λόγος , ἐπάνπερ μὴ ἐπὶ | ||
| ' ἔστι περὶ ὃ ἐσπούδακας ; οὐ μανθάνειν , ὥστε ἄλυπος εἶναι καὶ ἀτάραχος καὶ ἀταπείνωτος καὶ ἐλεύθερος ; πρὸς |
| ἀνύττειν : Σπεύδειν τῆς πορίας . . ἦ μὴν : Ὄντως δέ . Θ . . ὁρκωμοτικὸν ἐπίρρημα ἀντὶ τοῦ | ||
| ἥκει ἄγων ὁ δεσπότης , ὃς ὑμᾶς πλουσίους ποήσει . Ὄντως γὰρ ἔστι πλουσίοις ἡμῖν ἅπασιν εἶναι ; Νὴ τοὺς |
| , σὺ δὲ ἀγροίκως ἐποίησας μόνη κοιμηθεῖσα ἐν ῥόδοις καὶ σωφρο - νήσασα ἐν οὐ σώφροσιν . ἢ γὰρ τῶν | ||
| καὶ ἐνεργεῖ κατὰ ταύτην ἀνεμποδίστως , εὐφραίνεται . ἡ δὲ σωφρο - σύνη καὶ ὑγίεια , ἐπεὶ ἀγαθαί εἰσι , |
| οὐδὲν παρὰ τὴν ἄκανθαν . τὰ δὲ φυλλάκανθα , καθάπερ ἄκανος ἠρύγγιον κνῆκος : ταῦτα γὰρ καὶ τὰ τοιαῦτα ἐπὶ | ||
| κύημα καὶ ἐν ᾧ τὸ ἄνθος ἢ καὶ ὁ καρπὸς ἄκανος ἢ ἀκανῶδες πάντων ἐστί . διαφορὰν δὲ ἔχει ἐν |
| καὶ ὅσα ἀκμάζον τὸ ἔαρ ἤνεγκε πάντα [ ξηραίνεται ] ἀφαυαίνεται ξηροῖς πνεύμασι τοῦ ἀέρος αὐχμώδη καταστάντα τοῖς ἀφ ' | ||
| σκαπάνῃ τιτρωσκομένων χείρω γίνεται , πολλάκις δὲ καὶ νοσεῖ καὶ ἀφαυαίνεται , τὸν αὐτὸν τρόπον οἴεσθαι χρὴ καὶ ἀπὸ τῶν |
| παῖδα , διέβαλλεν ὡς ἀσελγῆ τῷ πατρί : ὁ δὲ ἐπήρωσεν αὐτὸν καὶ ἐγκατῳκοδόμησεν . ἐπὶ τούτοις καὶ ὁ πατὴρ | ||
| ἢ γῆρας , ἡ ἀναγκαία καὶ κοινὴ πάντων νόσος , ἐπήρωσεν ; ἔτι δ ' οὐχὶ πλοῦτοι καὶ δόξαι καὶ |
| τῷ γὰρ ἐπιφροσύνην πόρε δαίμων ὄστρεα φέρβεσθαι , γλυκερὴν καὶ ἄμοχθον ἐδωδήν . ὄστρεα μὲν κληῗδας ἀναπτύξαντα θυρέτρων ἰλὺν λιχμάζουσι | ||
| φύσις , ὁ θεός . Φέρβεσθαι : ὥστε τρέφεσθαι . ἄμοχθον : ἄκοπον , ἄπονον . Κληῗδας : συμμίξεις , |
| πρωῒ παραστήσεσθαι ἔμελλε μοῖρ ' ὀλοή , τὴν οὔ τις ἀλεύεται , ὅς κε γένηται . ὡς ὄφελες τιμῆς ἀπονήμενος | ||
| . α . . . . ὄφρα καὶ ἄλλος πτωχὸς ἀλεύεται ἠπεροπεύειν . , ὅτι τὸ ἀλεύεται ἀντὶ τοῦ ἀλεύηται |
| προσώπου σου κρυβήσομαι ” τοῦτ ' ἐστίν : εἰ μὴ παρέχεις μοι τὰ γῆς ἀγαθά , οὐδὲ τὰ οὐρανοῦ δέχομαι | ||
| δὲ καὶ πρὸς μισθὸν διδοὺς ἀνθρώποις τοῖς πονηροτάτοις τούτοις τε παρέχεις ἐξουσίαν μηδὲν ὑγιὲς πράττειν καὶ αὐτὸς ὅμοια τούτοις ἐγχειρεῖς |
| ᾧ οὐ δύναταί τις ὁμιλεῖν διὰ τοῦ θορύβου . οὐχ ὁμιλητὸν ] ἀνυπόστατον . οὐχ ὁμιλητὸν θράσος ] ἀλόγιστος ὁρμὴ | ||
| πολεμίους θρασυνθῆναι . . . εὐεστοῖ ] εὐτυχίᾳ . . ὁμιλητὸν ] φορητὸν , ὑπομονητόν . . κρατοῦσα ] εὐτυχής |
| αὐτήν : οὕτω γὰρ συμβαίνει ἅμα καὶ ἡ τῶνδε εὐγένεια κοσμουμένη . Ἔστι δὲ ἀξία ἡ χώρα καὶ ὑπὸ πάντων | ||
| ἀίδιον ὑπάρχειν , ὅπερ εἶδός ποτε ἐκείνη ἡ ὕλη γίνεται κοσμουμένη ἐξ αὐτοῦ . εἰ γὰρ μήτε τὸ εἶδός ἐστι |
| γάρ , ὥσπερ ἡ παροιμία , πόνος μονωθεὶς οὐκέτ ' ἀλγύνει βροτούς . πέλας δὲ ταύτης δεινὸς ἵδρυται Κράγος ἔνθηρος | ||
| τὸν τυγχάνοντα . ἀλγύνει ] εὑρεθείς τινι ἀλγύνει ἐκεῖνον . ἀλγύνει ] λυπεῖ . θ ἀλγύνει ] λυπεῖ ἕτερον . |
| ἀνεμώνη ἡ τὸ φοινικοῦν ἄνθος ἔχουσα , σκόροδον , τέφρα συκίνη , νίτρον ὀπτόν , χαλκὸς κεκαυμένος , στυπτηρία , | ||
| δὲ ἥκων παρ ' ὑμῶν ἔγνω τε εὐθὺς ὡς εἴην συκίνη βοήθεια , καὶ πέρας αὐτῷ τῶν πραγμάτων δι ' |
| οὔτε ἐπὶ τῇ ἀπουσίᾳ τούτου ταράττεται οὔτε ἐπὶ τῇ παρουσίᾳ γέγηθεν , μένει δὲ καθ ' ἑκάτερον ἀτάραχος . ὥστ | ||
| , φθόνον ἠλλοτριωκὼς ἀφ ' αὑτοῦ καὶ τὴν φύσιν ἵλεως γέγηθεν οὐ μετρίως | καί φησι : μὴ γὰρ οὐ |
| σε συμβάλλειν , καὶ συμβέβληκας . ποῖον οὖν ἔτι διδάσκαλον προσδοκᾷς , ἵνα εἰς ἐκεῖνον ὑπερθῇ τὴν ἐπανόρθωσιν ποιῆσαι τὴν | ||
| σκοπεῖν , εἰ βάσκανος , εἰ φθόνου κρείττων : ἢ προσδοκᾷς τινα ἱκανῶς ἂν στέρξαι φίλον , ὃς τοῦτο τὸ |
| ὀρέξεως : λιμὸς ἡ λεγομένη κυνώδης ὄρεξις . βαρείης : λαιμάργου , ἀπλήστου . βαρείης : κακῶν , λαίμαργον καὶ | ||
| δ ' ὠὰ οὐχ ὅμοια . λάβροιο : ὁρμητικοῦ , λαιμάργου , ἰσχυροῦ . αἰετοῦ : εἶδος ἰχθύος : ἀετὸς |
| ἀερώδους οὔσης ; Ἆρα οὐ κρατεῖται τοῖς στύφουσι ζωμοῖς ὡς ἀλειφόμενος χρυσὸς καὶ ἄργυρος ἐν σιδήρῳ ἢ χαλκῷ ; Ταῦτα | ||
| αὐτὸ δρῶσι . ὁ δὲ μυελὸς αὐτοῦ σὺν ῥοδίνῳ , ἀλειφόμενος τῇ κεφαλῇ ἔμπροσθεν καὶ ὅλον τὸ σῶμα , ἐπιληψίαν |
| καὶ προκοπαῖς καὶ φιλίαις ἐπισήμοις καὶ συνήθειαν καὶ ἐπιπλοκὰς γυναικῶν παρέχει : ἐπικερδῆ καὶ ἱλαρὸν ἕξει καιρόν : ἀγάμοις γάμον | ||
| ἄνω θαλάττης καὶ ποταμῶν πρόσω κορμασθεῖσα κατὰ μέρη κώπας τε παρέχει καὶ κοντοὺς καὶ ὅπλα παντοῖα καὶ σκεύη τὰ κατοικίδια |
| ἄνευ σωμάτων , ὁποίους συμβέβηκεν εἶναι τοὺς ἀστέρας ; οἷς προσομιλῶν καὶ συνδιαιτώμενος εἰκότως ἐν ἀκράτῳ διέτριβεν εὐδαιμονίᾳ : συγγενής | ||
| ἁπλῶς τοὺς λό - γους ἀποτεινόμενος ἔλεγεν , ἀλλὰ διαλογικῶς προσομιλῶν καὶ ζητητικῶς . οἶμαι δ ' ὅτι οὐκ ἀπεικότως |
| ἀνθρώπων βίος , ὁμοιούμενος πελάγει , κυματώσεις καὶ στροφὰς παντοίας προσδέχεται κατά τε εὐπραγίας καὶ κακοπραγίας . Ἵδρυται γὰρ οὐδὲν | ||
| , καρτερεῖ , ὑπομένει . ἀποστέγει ] ἀποδιώκει , οὐ προσδέχεται . ἀποστέγει ] καρτερεῖ . ἀποστέγει ] κωλύει . |
| οἴνου κοτύλῃ καὶ ἐλαίου ἡμικοτυλίῳ , χλιήνας , κλύσον . Ἄγει δὲ ταῦτα φλέγμα καὶ κόπρον . Ὅταν δὲ μὴ | ||
| Ἄγει δὲ χάρις ] Προτρέπεται τὸν εὐεργετηθέντα εἰς ἀμοιβήν . Ἄγει ] Ἀναγκάζει . Ἄγει ] Τὸ ἄγει δὲ χάρις |
| λάχος . ταῦτα γὰρ οὔτε τοῖς συμμάχοις ὡς ἀδικουμένοις ὀργῆς παρέξει δικαίας προφάσεις , οὔτε τῷ δήμῳ δέος , μὴ | ||
| μερῶν ἡ ἐπίδεσις , τοῦτο ἐπὶ τῆς κεφαλῆς ἡ θέσις παρέξει : διόπερ ἡ ἐπίδεσις ἐκ περιττοῦ τε παραληφθήσε - |
| κατὰ Ῥωμαίων ὁδὸν ἐς ἐπιχείρησιν , οὐδ ' ἡττώμενος , παρέλειπεν , ὃς καὶ Σαυνίταις καὶ Κελτοῖς συνετίθετο καὶ ἐς | ||
| σχεδὸν ἀχρόνως αἰσθανόμεθα . διὰ δὲ τὸ ἐναργῆ αὐτὰ εἶναι παρέλειπεν . ἑξῆς δὲ ὅταν λέγῃ “ τὰ δὲ γεννώμενα |
| ἐπιδείκνυσι τὴν αὑτῆς φύσιν : ἡ γὰρ τὰ ἄγρια καλὰ φύουσα δύναται θεραπευομένη καὶ τὰ ἥμερα καλὰ ἐκφέρειν . φύσιν | ||
| πεποιημένων ἡ λέξις . φυσίζωος ἡ τὰ πρὸς τὸ ζῆν φύουσα . φυταλίη κῆπος . φῦλον ἀντὶ τοῦ γένος : |
| ἀπολείποντος καὶ τελείου , ἐνίοτε ἐκ πλειόνων , ὡς τὸ ἀκαταμάχητος ἀνεκπολέμητος ἀνεκδυσώπητος . , . . , . , | ||
| . ἄμαχον κῦμα θαλάσσης : τὴν προσβολὴν τῶν Περσῶν . ἀκαταμάχητος . ἐπὶ τοῦ αὐτοῦ στρατὸς καὶ λαός . δολόμητιν |
| ἀστάθμητον , καίπερ ἐν λογικῇ ψυχῇ καὶ νοερᾷ θεωρούμενον καὶ σύμφυτον ἐχούσῃ ζωὴν καὶ χωριστὴν σώματος . ταῦτα δὲ λέγεται | ||
| ἡγῇ θεούς , συγγένειά τις ἴσως σε θεία πρὸς τὸ σύμφυτον ἄγει τιμᾶν καὶ νομίζειν εἶναι : κακῶν δὲ ἀνθρώπων |
| ἀλλὰ συνεπικουφίσαι καὶ συνεγεῖραι , πόρρωθεν ἀναδιδάσκων τὸ μὴ τοῖς ἀβουλήτοις τῶν ἐχθρανάντων ἐφήδεσθαι , βαρύμηνι πάθος ἐπιχαιρεκακίαν εἰδώς , | ||
| τὸν θεὸν ἀναφέροντος τὰ τέλη τῶν κατορθουμένων καὶ μηκέτι ταῖς ἀβουλήτοις ἀρχαῖς καὶ πρώταις ἐνστάσεσι τῶν μὴ κατὰ γνώμην δυσχεράναντος |
| : ἡ ἐκ θεοῦ , φησίν , ἀπάτη ὡς φιλόφρων σαίνουσα καὶ ὑποθέλγουσα κατὰ τὴν ἀρχὴν ἐμβιβάζει τὸν ἄνθρωπον εἰς | ||
| ἀπατᾷ τοὺς θηρευτὰς κύνας δι ' ἀνέμου γαστρὸς πλανῶσα καὶ σαίνουσα εἰς συνουσίαν : συγγινομένη γὰρ κυνὶ τίκτει τὸν καλούμενον |
| παρανηχομένοις : ὁ καρκίνος δὲ αὐτῇ παραμένει σύντροφός τε καὶ σύννομος . οὐκοῦν ὅταν τι τῶν ἰχθύων προσνέῃ , ὁ | ||
| τῶν ἰχθύων . καρκίνος δὲ αὐτῇ παραμένει σύντροφός τε καὶ σύννομος . οὐκοῦν ὅταν τις τῶν ἰχθύων προσνέῃ , ὃ |
| Πελίου φόνον εἰς Κόρινθον ἀφίκετο : οὐχ ᾧ τρόπῳ σὺ λυπουμένη νομίζεις ὅτι τὸ μὲν σὸν μισῶν λέχος , ἐκείνης | ||
| ἡλικίαν κατοδυρομένη τὴν ἑαυτῆς καὶ ὅτι μέλλοι πρὸ ὥρας ἀποθανεῖσθαι λυπουμένη , πολλὰ δὲ Ἁβροκόμην ὡς παρόντα ἀνεκάλει . Ἐν |
| μὴ χαλεπαίνειν , εἰ πρὸς τὴν ἀγορὰν ἀσμένως ὑπορεμβόμενος ῥᾳθύμως διακονήσει , κἂν ἡ χρεία σπουδαία τις οὖσα τυγχάνῃ . | ||
| διότι τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτὴν ἡτοίμασε νυμφῶνα οὐράνιον , καὶ αὕτη διακονήσει αὐτοῖς εἰς τὸν αἰῶνα χρόνον . Καὶ ἔστιν ἡ |
| . ἰὼ ] φεῦ . μοῖρα ] τύχη . . πέφρικ ' ] ἐφοβήθην . . πρό γε στενάζεις ] | ||
| κέντρῳ ψύχειν ψυχὰν ἐμάν . ἰὼ ἰὼ μοῖρα μοῖρα , πέφρικ ' εἰσιδοῦσα πρᾶξιν Ἰοῦς . πρῴ γε στενάζεις καὶ |
| δένδρου τὰ φύλλα ἢ ὁ φλοῦς θυμιώμενος , πᾶν κακὸν ἀποδιώκει . Πτίλον δὲ περιστερᾶς ἔχον αἷμα θερμὸν καὶ ἐνσταζόμενον | ||
| ὑπομένει . ἀποστέγει ] ἀποδιώκει . ἀποστέγει ] ὑπομένει ἢ ἀποδιώκει . ἀποστέγει ] ἀποτρέπει . ἀποστέγει ] ἤγουν ἀπὸ |
| ἀμφὶ σεμνὸν εὐτρεπὴς ὅδε . καὶ μὴν ἑκοῦσά γ ' ἀσμένη τ ' ἐδέξατο πόλις πόνον τόνδ ' ὡς θέλοντά | ||
| ἡ δὲ τὸ μὲν πρῶτον οὐκ ἤθελεν , ὡς ἂν ἀσμένη με ἑωρακυῖα ἥκοντα διὰ χρόνου : ἐπειδὴ δὲ ἐγὼ |
| τοὺς φρυκτοῖς γνωρίζοντας τὰ ἀλλήλων πάθη , ὅπως τὰ μέρη βοηθῇ , ἄν τι δέωνται ἀλλήλων . Ἂν δὲ μὴ | ||
| δαίμονα λέγει αὐτὸς τὸ θεῖον . ὅταν γὰρ τὸ θεῖον βοηθῇ καὶ πάντα τὰ καλὰ χορηγῇ , χρεία φίλων οὐκ |
| πολλάκις ἐκκρούει ἔκπληξις , φαντασίαν δὲ οὐδέν , χωρεῖ γὰρ ἀνέκπληκτος πρὸς ὃ αὐτὴ ὑπέθετο . δεῖ δέ που Διὸς | ||
| δὲ ἧττον : ἀλλ ' ὅμως ὁ ἀνδρεῖος ἀνέκπληκτος , ἀνέκπληκτος δ ' ὡς ἄνθρωπος . φοβηθήσεται μὲν γὰρ ἐπὶ |
| ἐπιτήδεια , κἄν ποτε αὖθις συμμίξῃ , ἑτοίμως περιθάλπεται καὶ διανίσταται καὶ ἡδέως συνέπεται καὶ πρὸς ἀθανασίαν ἀνέδραμε . Καὶ | ||
| λιπαίνει τοῖς ἰδίοις ὀργίοις ἀκοιμήτως ἔχει πρὸς τὰ θεῖα καὶ διανίσταται πρὸς τὴν θέαν τῶν θέας ἀξίων . Τοῦτο δὲ |
| ἐπῄει τὰ τοιαῦτ ' αὐτῷ σκοπεῖν , οὐκ ἂν τοσοῦτον διημάρτανε τοῦ πράγματος . Οἶμαι τοίνυν αὐτὸν οὐδὲ τοῦ δήμου | ||
| ἀνεκοπτόμην , καὶ ἥ τε φωνὴ ἐξέλειπε καὶ ἡ γλῶττα διημάρτανε , καὶ τέλος ἐδάκρυον ἀπορούμενος : οὐ γὰρ ἐξ |
| ] τοῖς ὑπερβαίνουσι τὴν τῶν ἀνδρῶν ἡλικίαν . ἢ τοῖς ὑπερηφάνοις . ἢ τοῖς τούτων ἰσχυροτέροις καὶ μᾶλλον ἀκμάζουσιν . | ||
| ἅπαντα φέροιτο . καὶ γάρ , εἴ τι τῶν δημοσίων ὑπερηφάνοις ᾠκοδομεῖτο δαπάναις , ἐκάλει δὲ τοὺς οἰκήτορας ὁ κῆρυξ |
| γὰρ νίκην νικᾷς . ” πρὸς ἄνδρα φιλόνεικον ὁ λόγος εὔκαιρος . ὄνος ἔν τινι λειμῶνι νεμόμενος ὡς ἐθεάσατο λύκον | ||
| οὐκ ἐβίωσε , ζῶν διευτύχησεν ἄν , ὁ θάνατος οὐκ εὔκαιρος : εἰ δ ' ἤνεγκεν ἄν οὗτος ὁ βίος |
| τῆς γῆς ἀρύεται , ὁποία ἐστὶν ἡ συκῆ καὶ ἡ κερασία , καὶ τὸ τῆς ἐλαίας φυτόν , προσήκει παρὰ | ||
| οὐκ ἄν ποτε καλὸν οὐδὲ γλυκὺν δώσει τὸν καρπὸν ἡ κερασία , ἐὰν μὴ ἐγκεντρισθῇ . ἐὰν δὲ εἰς κερασίαν |
| πίνει καὶ ἥκιστα τὸ μὴ παρὸν ποτὸν ἀναμένει ; ἢ πεινᾷ τις πλα - κοῦντα ἢ διψᾷ Χῖον ; ἀλλ | ||
| εἰπεῖν “ ὦ Δήμητερ ” βουλιμιᾷ ] πάνυ λιμώττει . πεινᾷ . - λι - στρεβλούμενον ] δεσμούμενον οἴμωζ ' |
| γένοιντ ' ἂν εὖ λελεγμένοι λόγοι ψευδεῖς , ἐπῶν δὲ κάλλεσιν νικῶιεν ἂν τἀληθές : ἀλλ ' οὐ τοῦτο τἀκριβέστατον | ||
| λόγῳ χρησμῳδουμένων ἔργῳ πεπείραται , ἐν μέσαις ἀγυιαῖς καὶ ἱερῶν κάλλεσιν ὠμοτάτην τῶν πολιτῶν κατ ' ἀλλήλων ἐσιδοῦσα μιαιφονίαν . |
| τἀναντία κινουμένοις : πληροῦνται μὲν γὰρ μᾶλλον οὕτως , οὐ πέττει δὲ τοὺς περιεχομένους ἐν αὐτοῖς χυμούς : ἔμπαλιν δέ | ||
| : ἀντιπεριϊσταμένη γὰρ ἡ θερμότης εἰς τὴν γῆν καὶ συνελαυνομένη πέττει . Δεῖ δὲ καὶ τὴν γῆν μήτε πηλώδη μήτε |
| ὁ μὲν τῆς δικαιοσύνης ἄγγελος τρυφερός ἐστι καὶ αἰσχυντηρὸς καὶ πραῢς καὶ ἡσύχιος . ὅταν οὖν οὗτος ἐπὶ τὴν καρδίαν | ||
| παρ ' Αἰτναῖον ξένον , ὃς Συρακόσσαισι νέμει βασιλεύς , πραῢς ἀστοῖς , οὐ φθονέων ἀγαθοῖς , ξείνοις δὲ θαυμαστὸς |
| κατακαίριον εἶπεν . Πτωχοῦ πήρα οὐκ ἐμπίμπλαται : ἐπὶ τῶν ἀπλήστων . Ποικιλώτερος ὕδρας : ἐπὶ τῶν δολερῶν . Πῦρ | ||
| οἱ γεννήτορες . Πτωχοῦ πήρα οὐ πίμπλαται : ἐπὶ τῶν ἀπλήστων . Πύθια καὶ Δήλια : ἐπὶ τῶν ταχέως ἀπολλυμένων |
| μῆλα καὶ σταφυλαὶ καὶ σταφίδες καὶ ῥοόκοκκα . καὶ γὰρ ῥωννυμένη ἡ δύναμις ἐπεγείρεται καὶ ἀποδιώκει καὶ ἀπεμεῖ τὴν τὴν | ||
| , καὶ μάλιστα ὅταν ἄτονος ᾖ , ὑπὸ τῶν στυφόντων ῥωννυμένη καὶ πρὸς ἔκκρισιν ὁρμῶσα . ἐὰν δέ τις τὸ |
| καὶ τελευτήσει τάχιστα κατὰ τῶν κροτάφων τε καὶ τῆς κεφαλῆς βαλλομένη . Καὶ τὰς χελώνας δὲ τῇ τε ἄγρᾳ λυμαινομένας | ||
| μή τι πάθῃσι . . . . . . πήληξ βαλλομένη καναχὴν ἔχε , βάλλετο δ ' αἰεί καὶ φάλαρ |