μὴν ἐάν τις ἐθέλῃ τὸν σίφωνα λαβὼν εἰς τὸ στόμα ἐμφυσᾶν εἰς τὴν σφαῖραν , πολὺ προσεισκρινεῖ πνεῦμα , μὴ | ||
καὶ πολύχορδον εἴρηκε τὸν αὐλόν . ἐπὶ δ ' αὐλῶν ἐμφυσᾶν καὶ ἐμπνεῖν φαίης ἂν ἢ καταπνεῖν , καὶ καταπέμπειν |
β , καστορίου # α , εὐφορβίου ⋖ δ . χριέσθω διὰ τούτου μετὰ τῶν πεπονθότων καὶ τὰ ἀπαθῆ μέρη | ||
καὶ πρὸς πάλην ἐπιτήδεια . . . ἀπομαξάμενός τε λίπει χριέσθω ἀρκείῳ ἢ ἀλωπεκείῳ ἢ βουτύρῳ προσφάτῳ . περιχείσθω δ |
, οὐδ ' ἑλκοποιὰ γίγνεται τὰ σήματα : λόφοι δὲ κώδων τ ' οὐ δάκνους ' ἄνευ δορός . καὶ | ||
ὠδῖνας τοὺς κύνας τίκτει τυφλούς . Γ χ ' ἡ κώδων Γ : παρὰ τὸ κραυγαστικὸν † ἡ κύων † |
δὸς πιεῖν . ἄλλο . ἀείζωον μετὰ μέλιτος δίδου λεῖον ἐκλείχειν ἢ βολβὸν ἢ ἀβρότονον , ὡς χόνδρον δίδου μεθ | ||
πάχουϲ ϲυμμέτρου καὶ δίδου ἐκ τοιούτου πρὸ πολλοῦ τῶν ϲιτίων ἐκλείχειν . Κεφ . αʹ Περὶ καρδιακῶν βʹ Περὶ τῶν |
: οἱ νεκροί ἐπηέξησαν ] ἐπηύξησαν ἀέθλους ] τοὺς ἄθλους πέπεριν ] εὕρηται δὲ πένεριν γεγραμμένον : ἔστι δὲ εἶδος | ||
κονύζης ἔτι μὴν τοὺς κλῶνας τῆς βοτάνης κόπτων , καὶ πέπεριν , μετὰ δὲ δὴ τῶνδε καὶ βλαστοὺς σύγκοπτε τῆς |
μετὰ Καράβου σύνεισιν , ὃς μόνος βροτῶν δύναται καταπιεῖν ἐκ ζεόντων λοπαδίων ἄθρους τεμαχίτας , ὥστ ' ἐνεῖναι μηδὲ ἕν | ||
κολπούμενόν τε καὶ παφλάζον , οἷαί εἰσιν αἱ δῖναι τῶν ζεόντων ἀναβολάδην ὑδάτων . Φασὶ δ ' εἶναι καὶ τὸ |
, κωμωδιανόν . Μηνὶ Μαρτίῳ σπείρεται σεῦτλον ἐνθάδιον , καὶ χρυσολάχανον , καὶ δικάρδιον , μαρούλλιν , ῥιγιτανόν . μεταφυτεύεται | ||
ἐσθίειν μετὰ τῶν προλεχθέντων κρεῶν . Ἐκ τῶν λαχάνων τὸ χρυσολάχανον , τὸ μαϊούλιον , τὸ ἄνηθον τὸ χλωρόν , |
καὶ εὐϲτόμαχόν ἐϲτιν ὠμὸν ἐϲθιόμενον : καλοῦϲι δὲ αὐτὸ ἔνιοι ϲέριν ὅ ἐϲτι πικρίϲ . ἐπιτήδειοϲ δὲ καὶ ὁ τῆϲ | ||
γάλακτόϲ τι πεμμάτων μετά τινοϲ τῶν ϲτυφόντων : λαχάνων δὲ ϲέριν , κιχώριον , ἀρνόγλωϲϲον ἑφθὰ ϲὺν ὠμοτριβεῖ ἐλαίῳ καὶ |
φησὶν οὗτος ἑωρακέναι τὸ τῆς Ἀθηνᾶς ἄγαλμα ἐν Τευθίδι τελαμῶνι κατειλημμένον . καὶ ἢ Καλλίμαχος ἢ οὗτος ψεύδεται : ὁ | ||
, σίτου τε οὐκ ἐνόντος καὶ δι ' ὀλίγης παρασκευῆς κατειλημμένον . ὡς δ ' ἐδόκει αὐτοῖς ταῦτα , καὶ |
, ὃς μόνος βροτῶν δύναται καταπιεῖν ἐκ ζεόντων λοπαδίων ἅθρους τεμαχίτας , ὥστ ' ἐνεῖναι μηδὲ ἕν . Ζῆθον μὲν | ||
, ὃς μόνος βροτῶν δύναται καταπιεῖν ἐκ ζεόντων λοπαδίων ἄθρους τεμαχίτας , ὥστ ' ἐνεῖναι μηδὲ ἕν . Πονεῖν μὲν |
. ἀγωνίζεσθαι περὶ πράγματος καὶ ἀγωνίζεσθαι περὶ πρᾶγμα : † ἀνάγγειλον ἡμῖν : † περὶ τὸ πρᾶγμα ἠγωνίσω . . | ||
πρὸς τὸν Ἁβραὰμ , τὸν ἠγαπημένον μου φίλον , καὶ ἀνάγγειλον αὐτῷ περὶ τοῦ θανάτου αὐτοῦ , καὶ πληροφόρησον αὐτὸν |
δέσποινα , σοφῶν ἀνδρῶν ἀγάπημα , Εὐτελίη , κλεινῆς ἔγγονε Σωφροσύνης : σὴν ἀρετὴν τιμῶσιν , ὅσοι τὰ δίκαι ' | ||
' , ἀνδρῶν ἀγαθῶν ἀγάπημα , Εὐτελίη , κλεινῆς ἔγγονε Σωφροσύνης : σὴν ἀρετὴν τιμῶσιν , ὅσοι τὰ δίκαι ' |
ἐκάθευδον , ἡ δὲ λύχνον ἔνδον ἔκαιε μέγαν τῷ πυρὶ λαμπόμενον : ἔπειτα ἀποδυσαμένη παρέστη τῷ λύχνῳ γυμνὴ ὅλη καὶ | ||
ἰδεῖν ἠδὲ προτιμυθήσασθαι : τὸν καὶ παπταίνοντες ἐθάμβεον αὐτοὶ ἑταῖροι λαμπόμενον χαρίτεσσιν , ἐγήθησεν δὲ κελεύθῳ Ἀμπυκίδης , ἤδη που |
καὶ ὀρνιθίοισι καὶ κολοκύνθῃ καὶ τεύτλοισι : ζωμὸν δὲ μὴ ῥοφεέτω , μηδὲ βάπτεσθαι : ἰχθύσι δὲ χρήσθω σκορπίοισι καὶ | ||
τὸν ἐρυθρὸν ἢ τὸν ἐκ τῆς συκαμίνου , ψυχρὸν δὲ ῥοφεέτω , καὶ καταστήσεται . Ἢν δὲ πνὶξ προσπέσῃ ἐξαπίνης |
κοπτομένῳ καὶ πιεζομένῳ ἢ εἰϲ ζέον ὕδωρ ἐμβαλλομένῳ μετὰ τὸ κοπῆναι καὶ ἁρμόζει δὲ τοῖϲ αὐτοῖϲ : περιττὸν δὲ ἔχει | ||
χόας ιβʹ , ἐλαίου χόας δʹ . κόψας τὰ ὀφείλοντα κοπῆναι ἁδρομερῶς , ἐπίχεε ὕδωρ ὀλίγον ὡς ὑγρᾶναι τὰ κοπέντα |
ῥιγιτανόν , καὶ κράμβη λευκή , καὶ κραμβοσπάραγον , καὶ κολίανδρον , καὶ ἄνηθον , καὶ πήγανον . μεταφυτεύεται δὲ | ||
τὸ βρουμαλιτικόν , καὶ τὸ σευτλομόλοχον ὁμοῦ , καὶ τὸ κολίανδρον , καὶ ὁ ῥάφανος . Μηνὶ Ὀκτωβρίῳ εἰς τὸ |
βύσμα δ ' ἂν εἴη τῶν χρησίμων , Ἀριστοφάνους εἰπόντος βύσμα καὶ γευστήριον . τοῦτο δὲ βύστραν ἕτεροι κεκλήκασιν , | ||
' εἰς τὸν οἶνον ἀμφορέα κενὸν λαβὼν τῶν ἔνδοθεν καὶ βύσμα καὶ γευστήριον , κἄπειτα μίσθου σαυτὸν ἀμφορεαφορεῖν . ὀβολῶν |
δυσεντερικοὺς θεραπεύει καὶ χίμετλα ἰᾶται . τὴν δὲ καρδίαν αὐτοῦ ἐνειλήσας βυσσίνῳ ῥάκει καὶ περιάψας τεταρταΐζοντας ἰάσει ἄκρως . Τούτου | ||
κάλλιον δὲ ποιήσεις , ἐὰν ἕκαστον μῆλον εἰς φύλλα καρύας ἐνειλήσας ἀπόθοιο . φυλάξεις τὰ μῆλα , ἐὰν εἰς χύτρας |
, καὶ ὅλον τὸν γῦρον ἀπὸτοῦ αὐγοῦ λευκόν . Εἶτα τρύπησον τὸν πάτον τοῦ ἐπάνω καυκίου με τίποτας ὅπου νὰ | ||
τι ἐν αὐτῷ . Εἶτα λαβὼν τὰς φούσκας τούτων , τρύπησον αὐτὰς , ἐμβαλὼν ἐν αὐταῖς νίτρον τετριμμένον καὶ ἐζυμωμένον |
ἓν ἡ σύστασις , καὶ ἅμα ὅτι τῶν ἐν μεθέξει ἑνῶν , εἰ μὴ προθείη τις τὸ ἀμέθεκτον ἕν , | ||
. ἄτοπον γὰρ τὸ ἓν μὲν εἶναί τι πρῶτον τῶν ἑνῶν , ὥσπερ ἐκεῖνοί φασι , δυάδα δὲ τῶν δυάδων |
δὲ πεφαρμαγμένα . αὗται μὲν αἱ τῶν βελῶν διαφοραί : γινέϲθω δὲ ἡμῖν ὁ τῆϲ ἐξαιρέϲεωϲ λόγοϲ ἐπί τε τῶν | ||
χολῇ καὶ μᾶλλον ἐπὶ ποιότητι παϲχόντων ἡ τοῦ λυποῦντοϲ χυμοῦ γινέϲθω κένωϲιϲ διὰ τῶν καθαρτικῶν φαρμάκων , ὁποῖόν ἐϲτι μάλιϲτα |
τῷ λέπει ἀλέϲαϲ χρῶ . Ἄλλο . πιτύρων χοίνικοϲ ἥμιϲυ βρέξαϲ ἐν ὕδατι # α , εἶτα τρίψαϲ ταῖϲ χερϲὶν | ||
πολλάκιϲ , ἐπὶ τῶν εἰϲ ὁδοιπορίαν ϲτελλομένων . μοτὸν γὰρ βρέξαϲ , καὶ ἐπιθεὶϲ κατὰ τοῦ ἕλκουϲ , εἶτ ' |
ἅμα καὶ φόβου . ὁ μὲν γὰρ τοῦ κινδύνου φόβος ἐθορύβει τὰς τῆς ψυχῆς ἐλπίδας , ἡ δὲ ἐλπὶς τοῦ | ||
μετὰ τῶν εὐζώνων ἐς τὰ πλάγια τῆς ἱππομαχίας καὶ ἐμβαλὼν ἐθορύβει , μέχρι τὸν Λαίλιον οὐχ ἡσσημένον πω δεῖσαι περὶ |
σύκων πόμα μελίζωρον εἴρηκεν ἢ ἕτερον ἐκ τῆς μελιζώρου βοτάνης μελιζώροιο ] μελικράτου : ἢ διὰ σύκων ποτοῦ νέον ] | ||
. Φαίδιμός τε ἐν πρώτῳ Ἡρακλείας : δουράτεον σκύφος εὐρὺ μελιζώροιο ποτοῖο . καὶ παρ ' Ὁμήρῳ δ ' Ἀριστοφάνης |
. . . . . δραχ . μʹ . ἰρίνῳ ἀνάκοπτε καὶ ὑπάλειφε τὸν ὀμφαλόν . Ἀλόης οὐγγ . γʹ | ||
δὲ μιγνύων οἶνον κατὰ βραχὺ ὡς τὸ τρίτον τοῦ ἐλαίου ἀνάκοπτε ἐπιμελῶς . ποιεῖ καὶ πρὸς τοὺς ἐν δικαστηρίῳ ξεσθέντας |
Καράβου σύνεισιν , ὃς μόνος βροτῶν δύναται καταπιεῖν ἐκ ζεόντων λοπαδίων ἅθρους τεμαχίτας , ὥστ ' ἐνεῖναι μηδὲ ἕν . | ||
Καράβου σύνεισιν , ὃς μόνος βροτῶν δύναται καταπιεῖν ἐκ ζεόντων λοπαδίων ἄθρους τεμαχίτας , ὥστ ' ἐνεῖναι μηδὲ ἕν . |
, μὴ θαύμαζε πρὸς τὸ λιπαρές , τέκν ' εἰ φανέντ ' ἄελπτα μηκύνω λόγον : ἐπίσταμαι γὰρ τήνδε τὴν | ||
αὐτὸς ἐννέπων ὠθεῖν ἅπαντας τὸν ἀσεβῆ , τὸν ἐκ θεῶν φανέντ ' ἄναγνον καὶ γένους τοῦ Λαΐου . Τοιάνδ ' |
καλέσαντος αὐτὸν μέλανας ἄρτους παρατιθέντος μὴ πολλούς , εἶπε , παρατίθει , μὴ σκότος ποιήσῃς . τὸν ὑπὸ τῆς γραὸς | ||
αὐτὸν μέλανας ἄρτους παραθέντος , μὴ πολλούς , εἶπε , παρατίθει , μὴ σκότος ποιήσῃς . τὸν δ ' ὑπὸ |
, οὐ Κόρυδος ἀσύμβολος κινεῖν ὀδόντας . ἀγορὰν ἰδεῖν εὔοψον εὐποροῦντι μὲν ἥδιστον , ἂν δ ' ἀπορῇ τις ἀθλιώτατον | ||
οὖν μοι σύνηθες τὸ ἔργον , ἅτε δὴ σφόδρα ὀλίγων εὐποροῦντι τῶν ἀρχετύπων . ὃν δὲ σύ μοι πίνακα πήγνυσαι |
Αἰσχίνης νόμον , μηδενὶ βοηθεῖν , ὃς ἂν μὴ πρότερον βεβοηθηκὼς ᾖ . ἐνταῦθα γὰρ οὔτε κατηγορία ἐστὶν ῥητοῦ , | ||
ἔλεγε μὴ βοηθεῖν δεῖν , ὃς ἂν μὴ πρότερον ἡμῖν βεβοηθηκὼς ᾖ , ὁ δὲ Δημοσθένης πρὸς τὸ ἔνδοξον , |
ψίχες μετ ' ἀπομέλιτος ἢ ὑδρομήλου διδόμεναι , τὸ δὲ ὑδρόμηλον τὸ Κιβυρατικὸν οὐ δεῖ διδόναι αὐτοῖς , ἀλλ ' | ||
ἡ πολέμου μήτηρ γεννᾶται . οἰνόμελι δὲ καὶ μελίμηλον καὶ ὑδρόμηλον καὶ μυρτίτην καὶ πάντα τὸν ἐσκευασμένον οἶνον πίνειν πλουσίοις |
αὐτοὶ ἑαυτοὺς φονεύσαντες , τῷ ἑαυτῶν σιδήρῳ ἑαυτοὺς τρώσαντες . κτάνωσιν ] φονεύσωσιν . κτάνωσιν ] ἑαυτούς . Ξ κτάνωσιν | ||
τῷ ἑαυτῶν σιδήρῳ ἑαυτοὺς τρώσαντες . κτάνωσιν ] φονεύσωσιν . κτάνωσιν ] ἑαυτούς . Ξ κτάνωσιν ] ἀποθάνωσιν . αὐτοκτόνως |
ξηρῶν τι φαρμάκων , τὸ δ ' ἄλλο μότῳ σκέποντα δεδευμένῳ τῶν ἐπουλωτικῶν τινι φαρμάκων ὑγρῶν τῇ συστάσει . προκοπτούσης | ||
δὲ κοχλιάριον τῆς γεντιανῆς , καὶ ἐγκυκήσαντας ὡς ἐν ἀλφίτῳ δεδευμένῳ , πίνειν ἀπὸ τῆς αʹ ἡμέρας , μέχρι τεσσάρων |
τοὺς χρησμοὺς ἐξηγοῦνται . ὦ μεγάλης ἀναισχυντίας καὶ γοητείας . Ἄνθρωπε , τί ποιεῖς ; αὐτὸς σεαυτὸν ἐξελέγχεις καθ ' | ||
καθίζου μαλακῶς , ἵνα μὴ τρίβῃς τὴν ἐν Σαλαμῖνι . Ἄνθρωπε , τίς εἶ ; Μῶν ἔγγονος εἶ τῶν Ἁρμοδίου |
: μὴ πύθῃ τὸ δεύτερον . Μῶν εὐθὺ Πελλήνης πέτεσθαι διανοεῖ ; Μὰ Δί ' , ἀλλὰ κλητήρ εἰμι νησιωτικὸς | ||
τὸν μὲν οὖν ἀβέλτερον . σὺ δ ' οὐ καταθεῖναι διανοεῖ ; φυλάξομαι , πρὶν ἄν γ ' ἴδω τὸ |
πῦρ βοᾶι : τὸ παιδίον φησὶν ἐμπρήσειν ἀπειλῶν . ὑιδοῦν ὀπτώμενον ὄψομαι . πάλιν πέπληχε τὴν θύραν . στρόβιλος ἢ | ||
καρύῳ : τὸ δὲ ἐντὸς λευκόν , ἑψόμενον δὲ καὶ ὀπτώμενον γίνεται λεκιθῶδες , ἡδὺ δὲ ἐν τῇ προσφορᾷ : |
ἰκέλοιϲι χρέο ἐϲ μάλθαξιν τῆϲ ϲκληρίηϲ , τέγξεϲι δι ' ὄξεοϲ καὶ ἐλαίου καὶ μέλιτοϲ , ἀντὶ δὲ εἰρίων πτύγματα | ||
ἤ τι τοιόνδε . ἀνάτριψιϲ ἄκρων καὶ προϲώπου : ὄϲφρηϲιϲ ὄξεοϲ , γλήχωνοϲ , ἡδυόϲμου , καὶ τάδε ξὺν ὄξεϊ |
καί κεν ἐς ἠῶ δῖαν ἀνασχοίμην , ὅτε μοι σὺ τλαίης ἐν μεγάρῳ τὰ σὰ κήδεα μυθήσασθαι . ” τὸν | ||
ἦ ῥά νύ μοί τι πίθοιο Λυκάονος υἱὲ δαΐφρον . τλαίης κεν Μενελάῳ ἐπιπροέμεν ταχὺν ἰόν , πᾶσι δέ κε |
τὸν κηρὸν πλῦνον ἅπαξ ἢ δίς : εἶτα μετὰ τὸ πλυθῆναι ἐν ὕδατι χρῶ . οὕτως ἐπίβαλε ῥοδίνῳ , ἀλλὰ | ||
Ϲαμία ἢ ἀϲτήρ . Ἡ δὲ Ϲαμία γῆ οὐ δεῖται πλυθῆναι , χρώμεθα δὲ αὐτῆϲ μάλιϲτα τῷ ἑτέρῳ τῶν εἰδῶν |
καταβρέξαι ἐν οἴνῳ λευκῷ ὡς ἡδίστῳ τὴν νύκτα , ἔπειτα ἀπηθήσας , χλιαίνειν , εἴριον ὡς μαλθακώτατον ἐμβάπτων , καὶ | ||
σπέρμα , καὶ χλωρὸν τὸ λίνον ἑψήσας ἐν ὕδατι , ἀπηθήσας , κλύσαι τῷ ὕδατι . Ἢ μυρσίνης τῶν φύλλων |
' ἀπὸ σφείων ἐσακοῦσαι βάξιν , ὃ καὶ δηρὸν περιπορπίδα θηήσαιο . Τοῖ ' ἄρα δῶρα θεᾶς Ἰτωνίδος ἦεν Ἀθήνης | ||
ἐπίσκοποι ἐγγὺς ἕπονται . οἷον δὴ τότε θαῦμα μετὰ φρεσὶ θηήσαιο τερπωλήν τ ' ἐρόεσσαν , ὅτε πλώων ἐσίδηαι αὔρῃ |
θεῖον ἄπυρον , ἐλλέβορος , σταφὶς ἀγρία , σηπίας ὄστρακα κατακεκαυμένα . πάντα δὲ τὰ σμήγματα ἀνήλειπτον προσφέρειν τῷ σώματι | ||
ἢ πεύκης φλοιὸς ἢ ἀδίαντον ξηρὸν λεῖον ἢ μυρσίνης φύλλα κατακεκαυμένα λεῖα : ποιεῖ δὲ τούτων ἕκαστον καὶ μετὰ κηρωτῆς |
εἰϲ ὕϲτερον δὲ καὶ τῶν πτηνῶν τὰ ξηρότερα καὶ εὔπεπτα λαμβανέτωϲαν : καὶ λουτροῖϲ δὲ χρήϲθωϲαν γλυκέϲιν . εἰ δὲ | ||
καὶ αὐτοῦ δὲ τοῦ κονδίτου πινέτωϲαν καὶ ἄρτου ϲὺν αὐτῷ λαμβανέτωϲαν : εἰϲ ὕϲτερον δὲ καὶ τὰϲ λοιπὰϲ εὐχύμουϲ τε |
ἑστίαν οἰκοδομεῖν καὶ ἀντὶ λίθων τὰ ἴδια βιβλία τῷ πηλῷ περιπλάσσειν , εἶτα μεταδόξαν αὐτῷ καταβαλεῖν καὶ παύσασθαι οἰκοδομοῦντα . | ||
περιέχοντα ἢν φλεγμαίνῃ , ὅ τι ἂν δοκέῃ ξυμφέρειν , περιπλάσσειν . Ἢν βούλῃ ὑγρῷ χρέεσθαι , καὶ τὸ καρικὸν |
φαίνεται τὸ τοῦ στρατιώτου σχῆμα καὶ τὸ τοῦ ξένου . Στρατοφάνη , λιτόν ποτ ' εἶχες χλαμύδιον καὶ παῖδ ' | ||
φαίνεται τὸ τοῦ στρατιώτου σχῆμα καὶ τὸ τοῦ ξένου . Στρατοφάνη , λιτόν ποτ ' εἶχες χλαμύδιον καὶ παῖδ ' |
δ ' ἦν Δαίμονος Ἀγαθοῦ μετάνιπτρον . Νικόστρατος Ἀντερώσῃ : μετανιπτρίδ ' αὐτῷ τῆς Ὑγιείας ἔγχεον . ΜΑΣΤΟΣ . Ἀπολλόδωρος | ||
καὶ παρ ' Ὤκιμον χαλκώματα . Κἀγώ , φιλτάτη , μετανιπτρίδ ' αὐτῷ τῆς ὑγιείας ἔγχεον . λαβὲ τῆς ὑγιείας |
. , οἱ δὲ τὴν ἰσομεγέθη ὀρόβῳ ἀκροχορδόνην . οἶνον οἰνώδεα : οὐχ , ὥς τινες , τὸν ἁπαλὸν καὶ | ||
τὸ ἀπὸ τοῦ κρίμνου , καὶ μεταπίνειν οἶνον λευκὸν , οἰνώδεα , ὑδαρέα : ῥοφέειν δὲ τὸν χυλὸν τῆς πτισάνης |
κατέχων ὀλίγον ἐν τῷ στόματι χρόνον . ἄλλο . ἕρπυλλον ἀποβρέχων οἴνῳ διακλύζου ἐπ ' ὀλίγον . [ δʹ . | ||
αἴγειον περίχριε καὶ ἰᾶται : ἢ στέαρ αἴγειον ἢ προβάτειον ἀποβρέχων εἰς ὕδωρ θερμὸν ἐπιτίθει , ἢ λινοσπέρμου χυλὸν , |
βέλε ' ἥπτετο , πῖπτε δὲ λαός : ἦμος δὲ δρυτόμος περ ἀνὴρ ὁπλίσσατο δεῖπνον οὔρεος ἐν βήσσῃσιν , ἐπεί | ||
ἀκούσας αἰπόλος ἢ βαθύμαλλον ἐν ἄγκεσι πῶϋ κομίζων , ἢ δρυτόμος πεύκης ὀλετὴρ ἢ θῆρας ἐναίρων θαμβήσας πόντου τε καὶ |
τῷ Πέρσῃ : ἐξ ἧς τεχθῆναι αὐτῷ τὴν Ἑκάτην . κολούσας : ἕκαστα τῶν ἐνεργουμένων ἄπρακτα ποιήσας . κολούσας : | ||
μεταστρεφθῆναι ὀπίσσω ἠὲ κυνῶν ὑλακή , μή πως τὰ ἕκαστα κολούσας οὐδ ' αὐτὸς κατὰ κόσμον ἑοῖς ἑτάροισι πελάσσῃς . |
πίνειν , καὶ πτισάνης χυλὸν δὶς τῆς ἡμέρης , καὶ ἐπιπίνειν οἶνον λευκὸν ὑδαρέα : ᾗ δ ' ἂν ὀδύνη | ||
ῥοφάνειν δὲ χυλὸν πτισάνης μέλι ὀλίγον παραμίσγων , καὶ οἶνον ἐπιπίνειν λευκὸν οἰνώδεα : ἐπὴν δὲ δέκα ἡμέραι παρέλθωσιν , |
σμικρὸν ἡδονῆς εἵνεκα . Τὸν ἐχόμενον δὲ χρόνον διαιτήσεται τοῖσι μαλακοῖσι καὶ ὑγροῖσι καὶ ψυκτικοῖσι , λευκοῖσι καὶ καθαροῖσι , | ||
: ὅταν δὲ ἐξωρθωμέναι τε καὶ ἀνεστομωμέναι γένωνται , προσθέτοισι μαλακοῖσι καθαίρειν , καὶ τἄλλα ποιέειν κατὰ τὸν ὑφηγημένον λόγον |
ἄγραν συνελάμβανέ τι , ἐκ τούτου μέρος καὶ τῷ ἑτέρῳ παρέβαλλεν . ἀγανακτοῦντος δὲ τοῦ θηρευτικοῦ καὶ τὸν ἕτερον ὀνειδίζοντος | ||
ἔξω δειπνοίη , ἐκόμιζέ τι αὐτῷ καὶ προσιόντι καὶ σαίνοντι παρέβαλλεν . ὁ δὲ ὄνος φθονήσας προσέδραμε καὶ σκιρτῶν ἐλάκτισε |
ἀναγκάζονταϲ ἐμεῖν διὰ τοῦ ἐλαίου . θαυμαϲτῶϲ δὲ ὠφελοῦνται κονίαν κληματίνην ἢ ἐξ ἀχραδίνων ξύλων μετ ' ὀξυκράτου καὶ ἁλῶν | ||
δὲ ξηρᾶναι δέοι , θεῖον ἄπυρον , ἅλας , τέφραν κληματίνην , εἰ δ ' ἀμύξαι , λιμνῆστιν , εὐφόρβιον |
δὲ μὴ ἔχῃ , μαράθρου ῥίζας κλάσας , ἐν μελικρήτῳ χλιερῷ ἀποβρέχων , δίδου . Ἕτερον : μελίης ὅσον κόκκους | ||
μέλιτι παραμίξας , ὕδατι διεὶς ὅσον δύο κοτύλῃσι , χρῶ χλιερῷ . Ἢ σικύης ὅσον παλαιστὴν , καὶ κνεώρου ὅσον |
ὄψα μὴ πλέονα ἢ τὰ σιτία , καὶ τῷ οἴνῳ ὑδαρεῖ χρῷ ἐπὶ τῷ σιτίῳ , ὡς μὴ θερμαίνῃ , | ||
τε ὄψοις ἐπιπάττων δίδου ἐν ὕδατι ἢ οἴνῳ λευκῷ καὶ ὑδαρεῖ πίνειν . γενναίως ὠφελεῖ τοῦτο δυσεντερίας , ὅσαις οὐδέπω |
ζῴων λέγεται , καταχρηστικῶς δὲ καὶ ἐπὶ τῶν νωθεστέρως καὶ ἀσπουδεὶ πορευομένων . καὶ Ὅμηρός φησι : ἥμενος ἢ ἕρπων | ||
, μεγάλα ἔργα καὶ τοῖς ἔπειτα πυθέσθαι ἄξια ἐργασάμενος οὐκ ἀσπουδεὶ ἀποθανεῖταιταῦτα γνοὺς καταπηδᾷ ἀπὸ τοῦ τείχους ἐς τὴν ἄκραν |
συμπλέκεσθαι τοῖς παθήμασι τοῦ σώματος . Ταῦτ ' οὖν προδιορισάμενοι ἁπτόμεθα λοιπὸν τῆς περὶ ψυχῆς θεωρίας . ἀνάγκη δὲ πρότερον | ||
καὶ ἡμεῖς , ὦ παῖδες , ἐπειδὴ χρόνιοι τῶν λόγων ἁπτόμεθα , πρὶν ἐπὶ τῆς δημοσίας αὐτοὺς ἀποδῦσαι σκηνῆς , |
ἔτι πολλὰ λέγειν περὶ μουσικῆς αὐλῶν ἀκούων βόμβου καταπαύσω τὸ πολυλογεῖν , τὰ ἐκ Φιλαύλου Φιλεταίρου ἐπειπών : ὦ Ζεῦ | ||
λέγειν . χρὴ ] ὑμᾶς . χρὴ ] λέγειν ἤγουν πολυλογεῖν . θ μακράν ] περαιτέρω . μακράν ] λέγειν |
„ . Ὁ αὐτὸς παρεκελεύετο τοῖς ὑπ ' αὐτῷ τασσομένοις ἀριστᾶν καθ ' ὥραν ὡς ἐν Ἅιδου δειπνήσουσιν . Ὁ | ||
αὐτῷ τοῦτο ἐπεπόνθει διὰ τῶν χειρῶν , ἐπεὶ δὲ καὶ ἀριστᾶν ἔδει , χρυσὸν ἐποίει σῖτα καὶ ποτά , καὶ |
βαλανείου . Περιορύξας τοῦ δένδρου τὰς ῥίζας , κόπρον ὑείαν ἐπίχρισον , καὶ χώσας ῥᾶνον οὔρῳ ἀνθρωπείῳ . τὰ δὲ | ||
ἐπισπάσθαι δυνάμενον : εἴπερ γὰρ Ἡρακλέα νοήσεις ἑτέρας πόθῳ κατασχεθέντα ἐπίχρισον τοῦτο αὐτοῦ τὰ ἱμάτια καὶ πρός σε πάλιν ἀντιστρέψει |
” γάρ φησι „ τὸν θεόν σου φοβηθήσῃ καὶ αὐτῷ λατρεύσεις καὶ πρὸς αὐτὸν κολληθήσῃ „ . τίς οὖν ἡ | ||
ὑποκάτω τῆς γῆς . οὐ προσκυνήσεις αὐτοῖς , οὐδὲ μὴ λατρεύσεις αὐτοῖς : ἐγὼ γάρ εἰμι κύριος ὁ θεός σου |
Γ ⌈ φησίν [ φησὶν οὖν ] , ὅτι τὸ ῥοφεῖν κακοῦ μοι αἴτιον ⌈ ἐγένετο Γ [ γέγονεν ] | ||
γὰρ ἡ φακῆ ἐστιν , Ἀρχάγαθος ἔφη , ἧς καὶ ῥοφεῖν Ὀρέστην τῆς νόσου πεπαυμένον φησὶ Σόφιλος ὁ κωμικός . |
δὲ ἄλλην ἡμέρην ὕσσωπον ἐν ὄξει καὶ μέλιτι καὶ ὕδατι ἀναζέσας ἐπιῤῥοφεῖν . Τοῦτο καὶ τοῖσι ῥέγχουσι διδόναι καὶ μὴ | ||
. Ἄλλο : Περδίκιον βοτάνην λεάνας ἐπιβαλών τε ἔλαιον καὶ ἀναζέσας ἐπιτίθει ἐπὶ τὴν κύστιν , ἢ ἑψήσας τὴν βοτάνην |
οἴνης : ἢ ἔτι μυελόεντα χαλικρότερον ποτὸν ἴσχοις ὄρνιθος στρουθοῖο κατοικάδος εὖθ ' ὑπὸ χύτρῳ γυῖα καταθρύπτῃσι βιαζομένη πυρὸς αὐγή | ||
τοῦ οἴνου . οἴνου τρύγα ὀπτὴν ἢ ἀφόδευμα ὀπτὸν ὄρνιθος κατοικάδος μετὰ ὄξους δὸς πιεῖν φλογιῇ ] τῷ πυρί τεφρώσαιο |
νομῆες . τῷ δὲ καὶ εὐκραδέος τριέτει ἐν νέκταρι μίξαις συκέης αὐανθεῖσαν ἅλις πόσιν ὀμφαλόεσσαν , ἢ ἔτι καὶ σφύρῃ | ||
χειμῶνι , τῶν καλῶν δ ' ὄψων ἄριστον καρὶς ἐκ συκέης φύλλου . ἡδὺ δ ' ἐσθίειν χιμαίρης φθινοπωρισμῷ κρέας |
, ἄγροικος ἄνθρωπος καὶ ἰδιώτης ὡς πρὸς τὰ ὑμέτερα , Πέπαυσο , εἶπεν , ὦ θαυμάσιε , τὰ μέγιστ ' | ||
, ὡς ἐρεθίσαι τῆς θεοῦ τὴν ἄπαυστον ταύτην ὀργήν . Πέπαυσο τῆς ἐπιπλάστου καὶ δυσχεροῦς ταύτης ὑποκρίσεως , Θεόμνηστε . |
ἐν Μηναγύρτῃ : προπίνων θηρίκλειον τρικότυλον . καὶ Διώξιππος ἐν Φιλαργύρῳ : τῆς θηρικλείου τῆς μεγάλης χρεία ἐστί μοι . | ||
ταύτην ἐποποιίαν . πρὸς οὓς καὶ Θεόγνητος ἐν Φάσματι ἢ Φιλαργύρῳ φησὶν ἐκ τούτων : ἄνθρωπ ' , ἀπολεῖς με |
ὑπὸ ΛΖΕ . καὶ διὰ τοῦτο ἀμβλεῖά ἐστιν ἡ ὑπὸ ΗΖΕ . μὴ ἔστω δὴ ἡ ΕΖ τῇ ΛΒ παράλληλος | ||
δὴ τῆς ΕΖ οὔσης τῶν λοιπῶν δύο , καὶ τῆς ΗΖΕ ὅλης ιδ κ : συνάγεται τὸ ὑπὸ ΗΕ , |
γρ . εʹ . ἀναλάμβανε χυλῷ κιτρίου ἢ κροκομήλου ἢ ῥοδομήλου ἢ ῥοδομέλιτι : ἡ δόσις γρ . βʹ . | ||
πόσιν ἀνελθόντι ἐν τῷ οἴκῳ δίδου πτισάνης ἐπιβαλὼν αὐτῇ ὀλίγον ῥοδομήλου ἢ χρυσαττικοῦ . εἰ δὲ τὴν γαστέρα εἶναι ξηρὰν |
φλεγμονὰς καὶ τὰ κνησμώδη πάντα κατ ' ἀρχὰς καταχριόμενος . Ἀκακίας μελαίνης καὶ ξανθῆς ἀνὰ # δ , κόλλης τεκτονικῆς | ||
τῶν διαφορούντων , ἀμαρακίνου ἢ ὀποβαλσάμου ἢ ἐλαίου παλαιοῦ . Ἀκακίας χυλὸς ἀνεθεὶς ὕδατι καὶ καταντλούμενος ἢ βάτου ἢ μυρσίνης |
. Κατάπλασον δὲ τοὺς ἔχοντας φλεγμονὴν ἐν τῷ ἥπατι μήλοις κυδωνίοις μετ ' ἀλεύρου κριθίνου καὶ τήλεως ἑψημένοις : καὶ | ||
σεύτλου φύλλοις ἢ ῥοὸς φύλλοις χλωροῖς , κυτίνοις ἡψημένοις ἢ κυδωνίοις μήλοις ὁμοίως σὺν ἀλφίτοις ἢ ὀπίῳ καὶ στύρακι καὶ |
: ὀμόσαι γὰρ αὐτοῖς ὅρκους ἰδίᾳ τε , ὅτε μετὰ Ποτειδεατῶν τὸ πρῶτον ἀφίσταντο , καὶ ἄλλους ὕστερον . οὔκουν | ||
οἱ Κορίνθιοι . αὐτοῖς : τοῖς ἐπὶ Θρᾴκης . μετὰ Ποτειδεατῶν : ἀφισταμένων . ἀφίσταντο : οἱ ἐπὶ τῆς Θρᾴκης |
ᾔδη ἐνὶ φρεσὶ πευκαλίμῃσιν , εὖτέ μιν εἰς Ἀίδαο πυλάρταο προὔπεμψεν ἐξ Ἐρέβευς ἄξοντα κύνα στυγεροῦ Ἀίδαο , οὐκ ἂν | ||
ὃν προσήκει φιλοσοφίᾳ διακονεῖν , οἴκοι τε ἀκέραιον διαφυλάττει καὶ προὔπεμψεν ὅμως ἐνθάδε καὶ τοῖς διδοῦσιν ἀληθινῶς καὶ τῷ λαμβάνοντι |
ὀνομάτων οὐ διαφυλάττει . εἰκάσειε δ ' ἄν τις τὸ κισσύβιον τὸ πρῶτον ὑπὸ ποιμένων ἐργασθῆναι ἐκ κισσίνου ξύλου . | ||
κίρκος ἱέραξ : “ κίρκος Ἀπόλλωνος ταχὺς ἄγγελος . ” κισσύβιον ἐκ κισσίνου ξύλου ποτήριον . κιχείω καταλάβω , καὶ |
ῥίζας , περίβαλε αὐτὰς τῷ κοπέντι ἐλλεβόρῳ , καὶ οὕτως φύτευσον . Τὸν θύμον συλλέξας ὅταν ἀνθῇ καὶ ξηράνας τρίψον | ||
τὸ ἐντὸς ὃ βούλει καταγράψας , καὶ συνδήσας πάλιν παπύρῳ φύτευσον περιπλάσας πηλῷ καὶ ὑείᾳ κόπρῳ , καὶ σύγχωσον . |
γὰρ ἄλλους νενόμικα ἀνθρωποφάγους ἰχθῦς . τὸ δεῖνα δ ' ἐσθίεις ; τουτι κακόνωτα πλοῖα Κωπᾷδας λέγεις ; ἀγρίως γε | ||
γε μὴν χυλὸν αὐτῶν εἰ παραμιγνύων ἐπτισμένῃ καὶ ἡψημένῃ κρίθῃ ἐσθίεις , ἤ τινι τοιούτῳ ἐδέσματι , μάλιστα δὲ τῷ |
τε ἀναίτιοι . Ὑμεῖς δ ' ἄν μοι τάδε ποιεῦντες χαρίζοισθε : ἐπεὰν ὑμῖν σημήνω τὸν χρόνον ἐς τὸν ἥκειν | ||
τε ἀναίτιοι . ὑμεῖς δ ' ἄν μοι τάδε ποιοῦντες χαρίζοισθε : ἐπειδὰν ὑμῖν σημήνω τὸν χρόνον , εἰς ὃν |
δὲ τὰ τηκτὰ τῷ ἐλαίῳ μετὰ τὸ ἀφελεῖν τοῦ πυρὸϲ ἔμπαϲϲε λειότατον τὸ νίτρον : ῥήϲϲει καὶ ἀποϲτήματα . Ἄλλο | ||
πάλιν ἐμβαλὼν τῇ κακάβῃ καὶ λεάναϲ ἄϲβεϲτον τίτανον ὡϲ ἄλευρον ἔμπαϲϲε μέχρι πηλώδουϲ ϲυϲτάϲεωϲ καὶ χρῶ . τούτου δὲ δραϲτικώτερόν |
πάντα κόπτε καὶ ϲῆθε λεπτῷ κοϲκίνῳ , εἶτα ἐπιβαλὼν ϲτέατοϲ ἀρκείου λι . δ καὶ φώκηϲ τὸ ἴϲον ἀνάκοπτε καὶ | ||
οἴνου . ἡ κεφαλὴ δὲ αὐτοῦ καιομένη καὶ μετὰ ϲτέατοϲ ἀρκείου ἐπιχριομένη οὐ μόνον ἐϲτὶν ἀλωπεκιῶν ἴαμα ἀλλὰ καὶ ἐξ |
τοῦ δένδρεοϲ τῆϲ ῥητίνηϲ καὶ ἁλῶν ἀντὶ νίτρου καὶ ὑϲϲώπου ἑψήματοϲ . καὶ ἢν ἐκ τῶνδε ϲμικρὸν ἀνέγρηται ὁ ἄνθρωποϲ | ||
κωδυῶν δὲ ϲυντιθέμενον ἔλλειγμα , καὶ μάλιϲτα τὸ διὰ τοῦ ἑψήματοϲ , πινόμενον ὅϲον κοχλιαρίου ἢ ἑνὸϲ ἡμίϲεωϲ ποϲὸν εἰϲ |
] [ ] ν ὕπνον [ ] : [ ] φος ? ! [ ] ! ! ἀπὸ γλυκυ [ | ||
[ ] ς γὰρ τάδεσαμ ? [ [ ] ! φος μακα ! ! ! ! [ [ πάροιθεν ] |
: τρέφειν δὲ δεῖ τὰς ὑγρὰς τροφὰς , οἷον πτισάνην θριδακίνην . Ἐπὶ μὲν οὖν τῶν συνεχῶν ἐν ταῖς παρακμαῖς | ||
δ ' αὐτοῖς τὰ ψύχοντα καὶ ξηραίνοντα : μήτε οὖν θριδακίνην προσαγέτω τις μήτε φακὸν τὸν ἐπὶ τῶν τελμάτων ὡς |
τὸν πάτον τοῦ ἐπάνω καυκίου με τίποτας ὅπου νὰ ποιήσῃς τρῦπαν ὅσον σακκοράφης , ἢ καὶ μικροτέραν , ὅσον βελόνης | ||
βάλε πῦρ ὀλίγον ἐν ἰσότητι : ἐπίθες δὲ εἰς τὴν τρῦπαν τοῦ ἐπάνω καυκίου μάχαιραν , ὅπου νὰ ἔναι ἡ |
εὐοσμότερα καθάπερ τὴν σμύρναν . Δοκεῖ δὲ καὶ τὸ μύρον ἡδύνειν τοὺς οἴνους , διὸ καὶ οἱ μὲν ἐν τῇ | ||
μὴ ἁπαλὴ ᾖ λίην , ξυνεψεῖν χρὴ κράμβην , καὶ ἡδύνειν , καὶ προσηνὲς εἶναι , καὶ ἢν ἐν γαστρὶ |
, ἀποχωριζόντων ἀπὸ τοῦ σίτου τὰ ἄχυρα τῷ πτύῳ . Λουτρόν : παρὰ τὸ λούω : τὸ λοῦον : οὐ | ||
τὸ λεῖπον . Λογωθέτης : ὁ τοὺς λόγους ἀποτίθει . Λουτρόν : διὰ τὸ λύειν τὸν ῥῦπον . Λάχανα : |
Ὑπερείδης ἐν τῷ πρὸς Δημέαν καὶ σκευασίαν δὲ Ὑπερείδης καὶ σκευάσαι , καὶ συσκευασάμενοι τὰ πλείστου ἄξια , καὶ ἀσυσκεύαστον | ||
τίνα τρόπον παραθεῖναι δ ' ἢ πότ ' ἢ πῶς σκευάσαι δεῖ , μὴ προΐδηται τοῦτο μηδὲ φροντίσῃ , οὐκέτι |
σὺ μεμπτὸν ἐνθάδ ' ὢν ἐρεῖς ἐμοί : οἴκοι δὲ χἠμεῖς εἰσόμεσθ ' ἃ χρὴ ποεῖν . Χωρῶν ἀπείλει νῦν | ||
πάντας χρηστὸς ὤν , οὐκ ἔστι χειρόνιπτρον . ἀναθῶμεν νῦν χἠμεῖς τούτοις τασδὶ τὰς εἰρεσιώνας καὶ προσαγήλωμεν ἐπελθόντες . χαίρετε |
ἄπιστα καὶ θαμβητὰ Φηραίοις κλύειν . ὁ μὲν κρανείᾳ κοῖλον οὐτάσας στύπος φηγοῦ κελαινῆς διπτύχων ἕνα φθερεῖ , λέοντα ταύρῳ | ||
κατθανεῖν , ἑκὰς δ ' ἀφεστὼς πολεμίους ἀμύνεται τυφλοῖς ὁρῶντας οὐτάσας τοξεύμασιν τὸ σῶμά τ ' οὐ δίδωσι τοῖς ἐναντίοις |
πρὸς τὰς τῶν γυναικῶν ἑστιάσεις . κριμνίτης . ὁ ἀπὸ κρίμνων . σταιτίτης . ὁ ἐκ σταιτὸς καὶ μέλιτος . | ||
: καὶ κριμνώδη μὲν ἤγουν μέγιστα . . . δίκην κρίμνων ἤγουν κριθῶν . οἱ δὲ . . . τὰ |
. ἀναγαλλίδος τῆς τὸ κυανοῦν ἄνθος ἐχούσης χυλὸν σὺν μέλιτι ἔγχριε : τὰ δὲ χρονιώτερα ἡ κεδρία λεπτύνει καὶ ὁ | ||
, καθὰ προείρηται . Ἄλλο . ϲικύου ἀγρίου τῷ χυλῷ ἔγχριε τὰϲ γλαυκοφθάλμουϲ γυναῖκαϲ καὶ μελανοφθάλμουϲ ποιεῖ . Ἄλλο . |
κακοφραδής τε καὶ φιλοκτήμων ἀνὴρ οὐκ ἂν κατέσχε θυμόν . Τίθει δὴ καὶ ὑπὲρ ἡμῶν λέγειν τὸν Σόλωνα , ἄλλος | ||
ὑὸν ἐν τοῖς τούτου αὖ ἤθεσιν τεθραμμένον . Τίθημι . Τίθει τοίνυν καὶ τὰ αὐτὰ ἐκεῖνα περὶ αὐτὸν γιγνόμενα ἅπερ |
ἀρτύματα ταῦτα καταλέγει που Ἀντιφάνης : ἀστάφιδος , ἁλῶν , σιραίου , σιλφίου , τυροῦ , θύμου , σησάμου , | ||
ὕδατος ἑψηθῶσιν αἱ κωδύαι . καὶ διὰ τοῦ γλυκέος δὲ σιραίου τε Κρητικοῦ κάλλιον ἢ διὰ μέλιτος ἑψεῖν , ὅταν |
δὲ καὶ ἐπὶ τῶν ἡμερῶν : τὰς γὰρ ἀπὸ τῆς γενεθλιακῆς ἡμέρας ἐκβαλοῦμεν ἀπὸ τῶν μηνιαίων τόπων κατὰ ζῴδιον ἡμέρας | ||
, Ἑρμῇ νβ , Σελήνῃ οα . καὶ ἀπὸ τῆς γενεθλιακῆς ἡμέρας ἀπὸ τοῦ κυρίου τοῦ παροδικοῦ ἐνιαυτὸν μερίζουσι τοῖς |
πραγμάτων ἡμᾶς ἄν ποτε σφήλειε οὔτε τὸ ταπεινὸν αὐτὸ καὶ χαμαιπετὲς τοῦ θείου τὴν ἐπιμαρτυρίαν ἀρνεῖται . ἀλήθεια γὰρ καὶ | ||
παρ ' ἑαυτοῦ πρέπει ἔρχεσθαι . ἅβρυνε ] καλλώπιζε . χαμαιπετὲς βόαμα ] μὴ ὡς βαρβάρῳ μοι κέλευε θρύπτεσθαι . |
οἰνομέλιτοϲ καὶ ἔα βρέχεϲθαι νύκτα καὶ ἡμέραν καὶ μετὰ ταῦτα θερμάναϲ δίδου καὶ καθαίρει . ἔπειτα καὶ τὴν κεφαλὴν δι | ||
ἤχουϲ καὶ ϲυριϲμούϲ . εὐφόρβιον μετὰ κυπρίνου ἐλαίου λειώϲαϲ καὶ θερμάναϲ χρῶ : ἐφ ' ὧν δὲ διὰ πολλὴν ϲυναίϲθηϲιν |
κρατύναντα ὦν μεϲηγὺ τὴν δύναμιν τῆϲ ἱερῆϲ τοῦ καθαρτηρίου διδόναι νήϲτει , μάλιϲτα μὲν τὸ πᾶν τῆϲ πόϲιοϲ : εἰ | ||
γ ἴρεωϲ # α μέλιτοϲ τὸ ἱκανόν : δίδου κοχλιάριον νήϲτει , χρῶ θαρρῶν . Ἄλλο διὰ πολλῆϲ πείραϲ : |
ἢ πετροϲελίνου βραχύ . ἡ δίαιτα δὲ ἔϲτω λεπτὴ καὶ ἄφυϲοϲ παντάπαϲι . βοηθεῖ δὲ αὐτοῖϲ ὁ μέλαϲ καρπὸϲ τῆϲ | ||
κατὰ τὴν τρίτην τάξιν : ἔϲτι δὲ καὶ λεπτομερὴϲ καὶ ἄφυϲοϲ , ὅθεν καὶ πρὸϲ ἁγνείαν πεπίϲτευται δρᾶν , οὐ |
δὲ λάβρακας καὶ κεφάλους συχνῶς ἐσθίειν . ἐκ δὲ τῶν ὀσπρέων τὸν ἄλικα δίεφθον καὶ ὑδαρέστερον καὶ καρυκευτὸν διὰ μέλιτος | ||
, ἀλόη , κύμινον καὶ οἰνόγαρον . ἐκ δὲ τῶν ὀσπρέων λαθύρια , αὖχος ἀλεστά : ἡ δὲ ἄρτυσις αὐτῶν |
' ὑστερίζῃ τῆς τεταγμένης ἀκμῆς , ὥστ ' ἢ προοπτήσαντα χλιαίνειν πάλιν , ἢ μὴ προοπτήσαντα συντελεῖν ταχύ , ἀπεστέρησε | ||
, ὁκόταν οἱ ἐν τῇ περιπλευμονίῃ ἔκφρονες ἔωσι . Τοῦτον χλιαίνειν δεῖ χλιάσμασιν ὑγροῖσι καὶ πόμασι πλὴν οἴνου , καὶ |
δὴ τοῦ ἀνειμένου καὶ μεσότητας ἔχοντος τῶν δυνάμεων αὐτοῦ κράματος ἐμπιεῖν καὶ ἀπολαῦσαι δυνηθείημεν , ἀποχρῶσαν ἂν εὐφροσύνην καρπωσαίμεθα , | ||
. νυνὶ δ ' ἀπονίζειν τὴν κύλικα δός τ ' ἐμπιεῖν : ἔγχει δ ' ἐπιθεὶς τὸν ἡθμόν . οὐκ |