περὶ τῆς Ἀφροδίτης ἱστορία ἐξήρτηται , ὅτι πόρνη ἦν : ἐμοιχεύθη γὰρ ὑπὸ τοῦ Ἄρεως . καὶ ὅτι καὶ τῆς | ||
δὲ Κερκύων εἶχε θυγατέρα τὴν Ἀλόπην . μαθὼν δὲ ὅτι ἐμοιχεύθη ἡ αὐτοῦ θυγάτηρ Ἀλόπη ἠρώτησεν αὐτήν , τίς ἦν |
Ἠριφανίδος , γράφων οὕτως : Ἠριφανὶς ἡ μελοποιὸς Μενάλκου κυνηγετοῦντος ἐρασθεῖσα ἐθήρευεν μεταθέουσα ταῖς ἐπιθυμίαις . φοιτῶσα γὰρ καὶ πλανωμένη | ||
Λαΐδος φάμενον μνῆμα εἶναι : παρεγένετο γὰρ καὶ ἐς Θεσσαλίαν ἐρασθεῖσα Ἱπποστράτου . τὸ δὲ ἐξ ἀρχῆς ἐξ Ὑκάρων αὐτὴν |
δὲ καὶ ἀπόγονος Κρηθέως οὕτως Ἰάσων Σαλμωνέως καὶ Ἀλκιδίκης θυγάτηρ Τυρώ , Τυροῦς καὶ Ποσειδῶνος Πελίας καὶ Νηλεὺς - Τυροῦς | ||
' εἰς τὸν Ἀλφειόν . τούτου δ ' ἐρασθῆναι τὴν Τυρώ φασιν „ ἣ ποταμοῦ ” ἠράσσατ ' Ἐνιπῆος θείοιο |
' ἕτερον ὄνομα , τιμωρῶν πατρί . ἡ σὴ δὲ θυγάτηρ ἰδίοισιν ὑμεναίοισι κοὐχὶ σώφροσιν ἐς ἀνδρὸς ἤιει λέκτρ ' | ||
* τμηθῇ , ἣν αὐτῷ ἐχαρίσατο . τούτου τοῦ Πτερελάου θυγάτηρ ὑπῆρχε Κομαιθὼ καὶ ἄρρενες παῖδες Χρόμιος , Τύραννος , |
, καὶ ὡς τέρας βούλεται κατακαῦσαι . βοηθοῦσα αὑτῇ ἡ Μελανίππη ἀποφαίνεσθαι πειρᾶται , ὅτι τέρας οὐδέν ἐστιν . οὕτω | ||
τῆς αὐτῆς ἀδελφῆς ἢ Ἱππολύτη μὲν ἀνῃρέθη παρ ' Ἡρακλέος Μελανίππη δὲ παρὰ Τελαμῶνος . μετὰ θάνατον δὲ αὐτῆς ἔλαβε |
τὸν δὲ Ὀρέστου νόθον Πενθίλον Κιναίθων ἔγραψεν ἐν τοῖς ἔπεσιν Ἠριγόνην τὴν Αἰγίσθου τεκεῖν . ἐπὶ δὲ τοῦ Τισαμενοῦ τούτου | ||
δέησιν . . . . † ἀλήτης : τινὲς τὴν Ἠριγόνην τὴν Ἰκαρίου , οἱ δὲ τὴν Φερσεφόνην , διότι |
τῶν ἐπιθυμιῶν ἐφέξοντα , πολλὰ χαίρειν φράσας τοῖς δαίμοσι τῆς ἀποθανούσης γυναικός , εἰ πατέρα μὲν ἐκείνης ἑαυτοῦ δὲ γενόμενον | ||
τῆς ἐπιθυμίας κεκρατημένος , ὥστε οὐδὲ τῆς μητρὸς τῆς ἐμῆς ἀποθανούσης ἠξίωσεν αὐτὴν εἰς τὴν οἰκίαν παρ ' ἑαυτὸν εἰσδέξασθαι |
καὶ νύκτας ἴσας ποταμοὺς ἄνωθεν ἐκ τῆς ἀκρωρείας τῶν ὀρῶν ἐγέννησεν , οἳ ῥύμῃ κατασυρόμενοι ἰλὺν ἐπεσπάσαντο καὶ τοὺς βόθρους | ||
ἀγαπωμένην , ἀνέλαβεν αὐτήν : καὶ διὰ τοῦ ποταμοῦ κομίσας ἐγέννησεν υἱὸν Μῆδον : ὃς ἀκμάσας εἰς τιμὴν τοῦ συγκυρήματος |
ὁ περίπατος διὰ τῶν ἀναφορῶν τῆς πόλεως ἐν ᾗ τις ἐγεννήθη : τῶν δὲ ἐν τῷ μεσουρανίσματι ἢ ἐν τῷ | ||
ἀριθμὸς οὕτως ἂν εὑρεθείη : ἐντὸς γὰρ τῆς δεκάδος οὔτε ἐγεννήθη , οὔτε γεννήσει τινά . Οἷον , ἔστω αʹ |
ὅτι ” ἔγνω Ἀδὰμ Εὔαν τὴν γυναῖκα αὐτοῦ : καὶ συλλαβοῦσα ἔτεκεν υἱὸν καὶ ἐπωνόμασε τὸ ὄνομα αὐτοῦ Σήθ ” | ||
” φησίν „ Ἀδὰμ τὴν γυναῖκα αὐτοῦ Εὔαν , καὶ συλλαβοῦσα ἔτεκεν υἱόν , καὶ ἐπωνόμασε τὸ ὄνομα αὐτοῦ Σὴθ |
Πληιόνης καὶ Ἄτλαντος . Πληιάδων : Πλειάδες λέγονται ἢ ἀπὸ Πληιόνης ἢ ἀπὸ τοῦ πολλοῖς εἶναι χρειώδεις ἢ ἀπὸ τοῦ | ||
ἦν οὕτω : Πλυνὸς πόλις Λιβύης , ὅθεν ἦν Ἄτλας Πληιόνης * δὲ * καὶ Ἄτλαντος ζʹ θυγατέρες , ὧν |
συγκόπτεσθαι ξένον , ἐπεὶ οὕτως ἔχει τὸ σπάργανον , τὸ ἕδνον , τὸ τέκνον , τὸ δάκνω , τὸ Ἐριχθονίδαι | ||
ὁ Πέλοψ ἐξαίρετον εἴληφε παρὰ τῆς Ἱπποδαμείας νικήσας τὸν Οἰνόμαον ἕδνον . ἔπελθε . ὕμνησον . ἀκρωτήριον Ἄλιδος : τὴν |
παρὰ , καὶ Ἀκρίσιος , ὁ ἄκριτος καὶ ὠμός : Δανάης καλλισφύρου Ἀκρισιώνης . ἐκ τοῦ ἀκρίζω δὲ καὶ Εὐριπίδης | ||
τούτοις δὲ ἦν ἐζωγραφημένος καὶ ὁ Περσεὺς τὸ γέννημα τῆς Δανάης , οὔτε ἁπτόμενος τῆς ἀσπίδος , οὔτε ἐκτὸς τῆς |
τῷ πατρὶ αὑτῶν Κενταύρῳ : ὥστε , εἰ ὁ Κένταυρος διφυὴς ἦν , οὐκ ἂν τοῦτο ἔλεγε Πίνδαρος . Γερασφόρον | ||
Μωυσέως μέμνηνται . . . . , : Κέκροψ ὁ διφυὴς τῆς τότε Ἀκτῆς , νῦν δὲ Ἀττικῆς , ἐβασίλευσεν |
τὰς γυναῖκας ἐξοκίλλειν εἰς ἀλλοκότους ἔρωτας ⋮ Μυθεύεται , ὅτι ἠράσθη ταύρου νεμομένου ἡ Πασιφάη , Δαίδαλον δὲ ποιῆσαι βοῦν | ||
βέλη ἐμπεπαρμένα καὶ κολάζεται ἐκ τούτου . Ὁ δὲ Ἰξίων ἠράσθη τῆς Ἥρας : ἡ Ἥρα προσαγγέλλει τῷ Διί : |
γένει προσήκοντα | , προσέτι [ δὲ Τυρὼ τὴν ] Σαλμωνέως | καὶ Χλῶριν [ τὴν Ἀμφίονος ] , καὶ | ||
βοτρύων . βασιλεύειν δὲ τῶν χωρίων τούτων ἐλέγετο Τυρὼ ἡ Σαλμωνέως , μετὰ τὴν ἐντεῦθεν ἀπαλλαγὴν ταύτην παρὰ τοῦ Ποσειδῶνος |
καὶ τὰ ἔχοντα τὸ Ι μακρὸν : κίων πρίων Ἐχίων Δηΐων Ἀμφίων βραχίων . Ἔτι τὰ διὰ τοῦ ΑΩΝ : | ||
φεύγειν . Σύνθημα : ξύνθημα . λοχαγῶν : ἡγεμόνων . Δηΐων : πολεμηΐων . Ἤρεμος : ἥσυχος . ἀσπιδόεσσαν : |
ἅμα δὲ τούτοις πραττομένοις Ἱππόνουν ἐν Ὠλένῳ πρὸς τὴν θυγατέρα Περίβοιαν , φάσκουσαν αὑτὴν ἐξ Ἄρεος ὑπάρχειν ἔγκυον , διενεχθέντα | ||
τὸν νεκρὸν γυναῖκες ἀπωρνεώθησαν . Ἀλθαίας δὲ ἀποθανούσης ἔγημεν Οἰνεὺς Περίβοιαν τὴν Ἱππονόου . ταύτην δὲ ὁ μὲν γράψας τὴν |
Φερεκύδης δὲ , Ἰνάχου : Κέρκωψ δὲ , Ἄργου καὶ Ἰσμήνης τῆς Ἀσωποῦ θυγατρός : Ἀκουσίλαος δὲ γηγενῆ αὐτὸν λέγει | ||
δέ τι : μόνης τόδ ' ἐστί , δῆλον , Ἰσμήνης κάρα . Πῶς εἶπας , ὦ παῖ ; Παῖδα |
καὶ ὁ φρουρὸς αὐτῆς Ἄργος καὶ Ἀτρεὺς καὶ Θυέστης καὶ Ἀερόπη , καὶ τὸ χρυσοῦν ἀρνίον καὶ Πελοπείας γάμος καὶ | ||
: Τήθη ἐστὶν ἡ τοῦ πατρὸς μήτηρ , ὡς ἡ Ἀερόπη τῷ Ὀρέστῃ , καὶ ἡ τῆς μητρὸς δὲ μήτηρ |
πρὸ τέλους γραφήν : οἷον , κηδεστής : Ὀρέστης : Θυέστης : σεσημείωται τὸ παλαίστης διὰ διφθόγγου . Τὰ διὰ | ||
Ἔτι τὰ διὰ τοῦ ΕΣΤΗΣ μὴ ὄντα ἐπιθετικὰ : Ὀρέστης Θυέστης Ἀκέστης . τὸ μέντοι κηδεστής καὶ ἀργεστής ἐπιθετικὰ ὀξύνονται |
νερτέροις μειλίγματα ; οὐδέν ποτ ' ἄλλο : καὶ γὰρ Ἠλέκτραν δοκῶ στείχειν ἀδελφὴν τὴν ἐμὴν πένθει λυγρῷ πρέπουσαν . | ||
λίαν σαφῶς τὴν Φαίδραν αὐτὴν ὑποδείξῃ , ὑποκριτὴς δὲ τραγῳδίας Ἠλέκτραν Ὀρέστην αὐτῇ προστιθεὶς καὶ Πυλάδην , ὁ δέ γε |
: ὁ δὲ Οἴαγρος πέμπτος ἦν ἀπὸ Ἄτλαντος , κατὰ Ἀλκυόνην μίαν τῶν θυγατέρων αὐτοῦ . γέγονε δὲ πρὸ ια | ||
πολυήρατον ] εἶδος ? ? ἐχούσας , Πεισιδίκην τε καὶ Ἀλκυόνην ] ? Χαρίτεσσιν ? [ ] ? ? ? |
ἄλλοις πρόσμισγε καὶ δίδου μετὰ μελικράτου πρὸς δύναμιν . Οὖρα συάγρου ἐν καπνῷ ὑποξηράνας καὶ λειώσας δίδου ἐξ αὐτοῦ κυάμου | ||
, ἀποκρίνασθέ μοι τίς μνημονεύει κατὰ τὸ σύνθετον ὁμοίως ἡμῖν συάγρου ἐπὶ τοῦ συὸς τοῦ ἀγρίου . Σοφοκλῆς μὲν γὰρ |
διπλῆ ὅτι Ὅμηρος δεδιδάχθαι μέν φησιν ἐνταῦθα τὴν ἰατρικὴν ὑπὸ Χείρωνος τὸν Ἀχιλλέα , περὶ μέντοι τῆς παρ ' αὐτῷ | ||
ἔμελλεν ἀπόλλυσθαι καταληφθεὶς ὑπὸ τῶν Κενταύρων : σώζεται δὲ ὑπὸ Χείρωνος , ὃς καὶ τὴν μάχαιραν ἐκζητήσας δίδωσιν αὐτῷ . |
: καὶ γὰρ ὁ Ἡρακλῆς ἀπὸ τῆς Ὀμφάλης ἐπὶ τὴν Ἥβην μεταβέβηκε . Φυρομάχου δ ' ἐμβαψαμένου εἰς φακῆν καὶ | ||
τῆς ἐμῆς ἔσονται χωρία μνήμης . ἄξομαι καὶ αὐτὸς γυναῖκα Ἥβην , οὐ τὴν Ἡρακλέους , ἑτέρα δ ' ἡμῖν |
καὶ συμμιγεὶς αὐτῇ ἐποίησεν υἱὸν , τὸν Ἱππόλυτον : τῆς Ἀντιόπης : ἁγνοῦ Πιτθέως : ἁγνὸν τὸν Πιτθέα λέγει , | ||
, μαλεροῖο πυρὸς ζείουσαν ἀυτμήν . Ἐν δ ' ἔσαν Ἀντιόπης Ἀσωπίδος υἱέε δοιώ , Ἀμφίων καὶ Ζῆθος , ἀπύργωτος |
. ὁ δὲ νοῦς : ἀλλὰ πειρατέον τῆς γνώμης τοῦ Ἱππολύτου , ποῖος ἔσται πρὸς τὰ λεγόμενα : τὸν εὐθὺν | ||
δὲ καὶ τάφος Φαίδρας , ἀπέχει δὲ οὐ πολὺ τοῦ Ἱππολύτου μνήματος : τὸ δὲ οὐ πόρρω κέχωσται τῆς μυρσίνης |
βροντῶν καὶ ἀστραπῶν ἐπιφανῶς ποιεῖσθαι τὴν συνουσίαν : τὴν δὲ Σεμέλην ἔγκυον οὖσαν καὶ τὸ μέγεθος τῆς περιστάσεως οὐκ ἐνέγκασαν | ||
τὰς εἰλίποδας βοῦς ἐποίμαινε , καὶ πρεσβῦτις ἀφικνεῖται πρὸς τὴν Σεμέλην ἡ τοῦ Διὸς γαμετή . τοιαῦτα δὲ μελετῶντες πῶς |
Ἀπόλλωνος καὶ Δίας τῆς Λυκάονος υἱός . ταύτῃ συνελθὼν Ἀπόλλων ἔγκυον ἐποίησεν ἥτις τεκοῦσα τὸ βρέφος ἔτρεφε δρυὸς στελέχει , | ||
. ἔνθεν καὶ τὴν Σεμέλην Θυώνην καλοῦσιν , ἐπειδὴ Αἰσχύλος ἔγκυον αὐτὴν παρεισήγαγεν οὖσαν καὶ ἐνθεαζομένην , ὁμοίως δὲ καὶ |
ὡς ἀνοίκεια τῆς τραγικῆς ποιήσεως ὅ τε Ὀρέστης καὶ ἡ Ἄλκηστις , ὡς ἐκ συμφορᾶς μὲν ἀρχόμενα , εἰς εὐδαιμονίαν | ||
συλλαμβάνει . ἔλεγον οὖν οἱ ἄνθρωποι „ ἀνδρεία γε ἡ Ἄλκηστις : ἑκοῦσα ὑπεραπέθανεν Ἀδμήτου . „ τοῦτο μέντοι οὐκ |
ἔλεγον : καὶ τῇ ὑστεραίῃ τὰ αὐτά . Τρίτῃ δὲ ἔτεκε θυγατέρα , καὶ τἄλλα πάντα κατὰ λόγον ἦλθεν . | ||
' ἐν θρήνοισιν ἀναβοάσω γέροντι πατέρι Ταντάλωι , ὃς ἔτεκεν ἔτεκε γενέτορας ἐμέθεν , δόμων ἃς κατεῖδον ἄτας : ποτανὸν |
λέαινα . ἦν δὲ τὸ ἀληθὲς τοιοῦτον . Ἀταλάντη καὶ Μειλανίων ἐκυνηγέτουν . ἀναπείθει δὲ τὴν κόρην ὁ Μειλανίων μιγῆναι | ||
Ἀταλάντη καὶ Μειλανίων ἐκυνηγέτουν . ἀναπείθει δὲ τὴν κόρην ὁ Μειλανίων μιγῆναι αὐτῷ . εἰσέρχονται δὲ εἴς τι σπήλαιον μιχθησόμενοι |
αὐτοὺς κεκλήκασι καὶ Λευκοθέαν ἀπὸ τοῦ τῆς θαλάσσης ἀφροῦ τὴν Ἰνώ . ἦν δὲ Ἰνοῦς θυγάτηρ Εὐρύκλεια . θρέξεις : | ||
καὶ τὴν μὲν Ἀκταίων ' Ἀρισταίωι ποτὲ τεκοῦσαν εἶδον Αὐτονόην Ἰνώ θ ' ἅμα ἔτ ' ἀμφὶ δρυμοὺς οἰστροπλῆγας ἀθλίας |
ἠξίωται Ἀντιφῶντι τῆς συνουσίας ἐκείνης μεταδούς , παρ ' οὗ Κέφαλος ὁ Κλαζομένιος μαθὼν διδάσκαλος γέγονεν . Καλλίας δὲ Ἀθηναίων | ||
ὡς Ἀντιφῶντι τῆς συνουσίας ἐκείνης μεταδούς , παρ ' οὗ Κέφαλος ὁ Κλαζομένιος μαθὼν διδάσκαλος γέγονε . . . , |
δὲ Μαρσύας διὰ τοιαύτην αἰτίαν . Νικηθέντος ὑπ ' Ἀπόλλωνος Μαρσύου καὶ ἐκδαρέντος , ἐκ τοῦ ῥεύσαντος αἵματος ἐγεννήθησαν Σάτυροί | ||
μεγάλου βασιλέως βασίλεια ἐν Κελαιναῖς ἔρυμνα ἐπὶ ταῖς πηγαῖς τοῦ Μαρσύου ποταμοῦ ὑπὸ τῇ ἀκροπόλει . εἶτα ἡ αὐτὴ ἐπανάληψις |
Κάδμος ὁ Ἀγήνορος ἐφιλοποιήσατο : καὶ ἀποθανούσης Τηλεψάης γαμεῖ τὴν Ἁρμονίαν ὁ Κάδμος καὶ ἀποστέλλει τὸν Δάρδανον εἰς τὴν Ἀσίαν | ||
φυτευθῆναι . ὅπου αἱ δυνάμεις τῶν ἐννέα Μουσῶν : ξανθὰν Ἁρμονίαν : ἔνιοι λέγουσι τὸν Εὐριπίδην τὰς Μούσας λέγειν Ἁρμονίας |
υἱῷ , νηπίῳ παντελῶς ὄντι τὴν ἡλικίαν . οὗτος δὲ ἔγημε θυγατέρα τοῦ Μεγάλου κληθέντος Ἀντιόχου , ὀνομαζομένην Ἀντιοχίδα , | ||
. σχάσας οὖν καὶ ἐπισχὼν τοὺς ὄνυχας καὶ τοὺς ὀδόντας ἔγημε τὴν Θέτιν [ ὁ Πηλεύς ] . ἡ δὲ |
, ὡς καὶ Ἑλλάνικος μαρτυρεῖ . Ἰνοῦς δὲ καὶ Ἀθάμαντος Λέαρχος καὶ Μελικέρτης . , : Τούτους δὲ Ἡρόδωρός φησιν | ||
Ἕλλην κατὰ Πακτύην φησὶν Ἑλλάνικος . Ἰνοῦς δὲ καὶ Ἀθάμαντος Λέαρχος καὶ Μελικέρτης . τόν ῥα χρύσειον : λέγεται γὰρ |
τὴν ὁμοίαν θεοφορίαν τυχοῦσαι τῆς ἐπικλήσεως , ἐκ Βατείας δὲ Ἐριχθόνιος καὶ Ἶλος . . . . Β . , | ||
τῆς ἀκροπόλεως αὑτὰς ἔρριψαν . ἐν δὲ τῷ τεμένει τραφεὶς Ἐριχθόνιος ὑπ ' αὐτῆς Ἀθηνᾶς , ἐκβαλὼν Ἀμφικτύονα ἐβασίλευσεν Ἀθηνῶν |
τὸν ἀδελφὸν Βίαντα . Αἰολίδης : Ἀμυθάονος γάρ ἐστι τοῦ Κρηθέως τοῦ Αἰόλου τοῦ Ἕλληνος τοῦ Διός . σταθμοῖσιν ἐν | ||
ὁ Ἰάσων . Ἄβας δὲ Μελάμποδος ἦν τοῦ Ἀμυθάονος τοῦ Κρηθέως τοῦ Αἰόλου . καὶ μὴν Αἰτωλὶς κρατερόν : εἰκότως |
, εἰ μὴ ἀπὸ φύσει μακρᾶς ἢ θέσει ἄρχοιτο , Σεμέλη , ἀγέλη , διὰ τὸ Πεντελή καὶ Ἀγγελή . | ||
τὴν τῆς εὐτυχίας ὑπερβολὴν , ὅτι δοκήσει μὲν τέθνηκεν ἡ Σεμέλη τῷ βρόμῳ τοῦ πυρὸς τοῦ κεραυνίου , ζῇ δὲ |
πλησίον δὲ τῶν Ὀνηγησίου οἰκημάτων γενόμενον ὑπεξελθοῦσα ἡ τοῦ Ὀνηγησίου γαμετὴ μετὰ πλήθους θεραπόντων , τῶν μὲν ὄψα , τῶν | ||
ἦν σοφίστρια καὶ διδάσκαλος λόγων ῥητορικῶν : ὕστερον δὲ καὶ γαμετὴ αὐτοῦ γέγονεν . Γ κἀντεῦθεν ἀρχὴ τοῦ πολέμου : |
ἀλλ ' ὁ μὲν ἐν Λιβύῃ . . . , Ἀρισταῖος δὲ ἐν τῇ Κέῳ εὑρὼν τὰ μελισσουργικὰ πρῶτος καὶ | ||
γάμος κρανθῇ . ἢ ὁμιλήσας , ὅτι πολυομίλης γενηθήσεται ὁ Ἀρισταῖος καὶ ἀθάνατος παῖς , παρεσκεύασεν αὐτῷ τὸν γάμον . |
ὅτε δὴ μέγα δῶμα κίον καὶ κάλλιμον αὐλήν , εὗρον Δηιδάμειαν ἀκηχεμένην ἐνὶ θυμῷ τηκομένην θ ' , ὡς εἴ | ||
εἰμὲν ἐυπτολέμου Ἀχιλῆος , τῷ νύ σέ φασι τεκέσθαι ἐύφρονα Δηιδάμειαν : καὶ δ ' αὐτοὶ τεὸν εἶδος ἐίσκομεν ἀνέρι |
τῆς Θρᾳκίας ἐλθὼν τὰς τοῦ Τεύκρου βασιλέως θυγατέρας ἔγημε , Νησὼ καὶ Βατείαν . καὶ ἐκ μὲν τῆς Νησοῦς ἦν | ||
καὶ τὴν κεφαλὴν ἤγουν τὸν νοῦν ἐν δεινοῖς λόγοις . Νησὼ δὲ μήτηρ σιβύλλης . * τὴν σίβυλλαν λέγει θυγατέρα |
μετ ' Εὐρυτίωνος ἐλθών , προέμενος ἐπὶ τὸν σῦν ἀκόντιον Εὐρυτίωνος τυγχάνει καὶ κτείνει τοῦτον ἄκων . πάλιν οὖν ἐκ | ||
τῆς Ἄκτορος θυγατρός . Φερεκύδης δὲ , ἐξ Ἀντιγόνης τῆς Εὐρυτίωνος . Ἄλλοι δὲ , ἐκ Λαοδαμείας τῆς Ἀλκμαίωνος . |
Θέτιν ἔγημε . . . , : Ἐκ τίνος Πηλεὺς Πολυδώραν ἔσχεν ; ὡς μὲν Στάφυλος ἐν τῇ γʹ Θεσσαλικῶν | ||
Πηλῆος θυγάτηρ καλὴ Πολυδώρη : ἡ διπλῆ ὅτι Φερεκύδης τὴν Πολυδώραν φησὶν ἀδελφὴν Ἀχιλλέως : οὐκ ἔστι δὲ καθ ' |
καταχρήσασθαι . τούτου ἡ δέσποινα ἔτυχεν ἔγκυος οὖσα , ἔπειτα ἐγέννησε παιδάριον . καὶ αὐτὴ μὲν ἀπέθανε , τὸ δὲ | ||
ἡ ἐξοχὴ τοῦ ὄρους ἡ καλουμένη Τεμμικία μεγάλην βλάβην ποτὲ ἐγέννησε . Σειληνὸς δὲ ὁ Χῖος ἐν βʹ μυθικῶν ἱστοριῶνβʹ |
τὸν Φιλοκτήτην ὁρᾷ . γέρων τις ἀτυχεῖ , κατέμαθεν τὸν Οἰνέα . ἅπαντα γὰρ τὰ μείζον ' ἢ πέπονθέ τις | ||
τῷ τὴν Θυγατέρα τοῦ Οἰνέως γήμαντι δέδωκε , τὸν δὲ Οἰνέα εἰς Πελοπόννησον ἦγεν . οἱ δὲ διαφυγόντες Ἀγρίου παῖδες |
ἔφη τὸ „ πάτρωα ἐμὸν ἀντίθεον Μελάμποδα „ . [ Μελάμπους γάρ , οὗ Ἀντιφάτης , οὗ Ὀικλῆς , οὗ | ||
οὗ Ἀμφιάραος , ὅθεν Ἀμφίλοχος : ὅρα οὖν οἷος ὁ Μελάμπους ἦν πάτρως τῷ Ἀμφιλόχῳ . ] οὕτω πόρρωθεν . |
ἦν : Ἐρέβους δ ' ἐν ἀπείροσι κόλποις τίκτει πρώτιστον ὑπηνέμιον Νὺξ ἡ μελανόπτερος ὠιόν , ἐξ οὖ περιτελλομέναις ὥραις | ||
, οὐκ ἀδύνατον ἡγησάμενος οὐδὲ ἀπίθανον τοῖς ἀνθρώποις φανῆναι ἵππων ὑπηνέμιον γένος , τὸν Βορρᾶν ἔφη ἐρασθέντα Τρωικῶν τινων ἵππων |
ἱστορίας κατὰ Φερεκύδην καὶ ἑτέρους ἔχει οὕτως : Σαλμωνέως καὶ Ἀλκιδίκης θυγάτηρ ὑπῆρχε Τυρὼ παρὰ Κρηθεῖ τρεφομένη τῷ Σαλμωνέως ἀδελφῷ | ||
. ἄμναμος δὲ καὶ ἀπόγονος Κρηθέως οὕτως Ἰάσων Σαλμωνέως καὶ Ἀλκιδίκης θυγάτηρ Τυρώ , Τυροῦς καὶ Ποσειδῶνος Πελίας καὶ Νηλεὺς |
τὴν Δίαντος ἀγαγόμενος ἔσχε Πλεισθένην τὸ σῶμα ἀσθενῆ : ὃς Ἐριφύλην γήμας ἔσχεν Ἀγαμέμνονα καὶ Μενέλαον καὶ Ἀναξιβίαν : νέος | ||
καὶ τῶν παίδων Ἀμφιλόχου : Ἀλκμαίων δὲ διὰ τὸ ἐς Ἐριφύλην ἔργον οὔτε ἐν Ἀμφιαράου τινά , οὐ μὴν οὐδὲ |
μὲν Ἀντίμαχος [ . ] , Ταλαοῦ τοῦ Βίαντος τοῦ Ἀμυθάονος τοῦ Κρηθέως τοῦ Αἰόλου τοῦ Ἕλληνος τοῦ Διός , | ||
οἰκιῶν ἐπλανῶντο ἀνὰ τὴν χώραν , ἐς ὃ Μελάμπους ὁ Ἀμυθάονος ἔπαυσε σφᾶς τῆς νόσου , ἐφ ' ᾧ τε |
εἰσιν Ἄναξις καὶ Μνασίνους , σὺν δέ σφισιν αἱ μητέρες Ἱλάειρα καὶ Φοίβη , τέχνη μὲν Διποίνου καὶ Σκύλλιδος , | ||
ἀτασθαλίας [ . . . ἀνδροδάμα [ Φοίβη καὶ [ Ἱλάειρα ται ἀπολλ [ στροφε τον [ συλληπτικ [ θεῶν |
καὶ ἀριστεύσαντα αὐτόθι παραχωρῆσαι Ἀλκιβιάδῃ τοῦ ἀριστείου : οὗ καὶ ἐρασθῆναί φησιν αὐτὸν Ἀρίστιππος ἐν τετάρτῳ Περὶ παλαιᾶς τρυφῆς . | ||
κατελθεῖν εἰς Ἅιδου . Ἐπιμενίδης δὲ αὐτὸν παρὰ θεοῖς διατρίβοντα ἐρασθῆναί φησιν τῆς Ἥρας : διόπερ Διὸς χαλεπήναντος αἰτήσασθαι διὰ |
ἔστιν οὖν κατ ' ἔμφασιν ἡ ἶρις . Πλάτων φησὶ Θαύμαντος αὐτὴν γενεαλογῆσαι τοὺς ἀνθρώπους διὰ τὸ θαυμάσαι ταύτην . | ||
σε θαυμάζειν . ” διὸ καὶ τὴν Ἶριν ὁ ποιητὴς Θαύμαντος θυγατέρα εἶπε . φιλόμυθος δὲ ὁ φιλόσοφός πώς ἐστιν |
πόρτις εὔχεται βοός ; Ἔπαφος , ἀληθῶς ῥυσίων ἐπώνυμος . Ἐπάφου δὲ τίς . . . Λιβύη , μέγιστον γῆς | ||
κόραν : τὴν Λιβύην : ὅτι ἡ χώρα Λιβύης τῆς Ἐπάφου τοῦ Διὸς καὶ Ἰοῦς τῆς Ἰνάχου ὁμώνυμος . εἰώθασι |
καὶ Κλυμένης Δευκαλίων ὁ καὶ Ὀποὺς καλούμενος , Ἐπιμηθέως καὶ Πανδώρας Πύῤῥα , Πύῤῥας δὲ καὶ Δευκαλίωνος Πρωτογένεια , ἣν | ||
Πρωτογένεια . [ πάλιν Ἰαπετοῦ Ἐπιμηθεὺς , ἐξ οὗ καὶ Πανδώρας Πύρρα : Πύρρας δὲ καὶ Δευκαλίωνος Πρωτογένεια ] , |
τὸ ἧπαρ ὀξέων παθῶν . Ἐν ἥπατι τοῦ αἵματοϲ ἡ γέννα , καὶ ἐϲ τὸ πᾶν ἔνθεν ἡ τούτου ἄφεϲιϲ | ||
, ἅπερ καλεῖται φάσεις , εἰσὶν δέκα : σύνοδος , γέννα , ἀνατολή , μηνοειδής , διχότομος , ἀμφίκυρτος , |
τροφῆς διαμεμνημένος ὁ Ἀριστοτέλης οὐ μόνον τὸν τούτου υἱὸν Νικάνορα ἀνέθρεψε καὶ πᾶσαν παιδείαν ἐπαίδευσεν ἀλλὰ καὶ υἱὸν αὐτὸν ᾠκειοποιήσατο | ||
ἀνείλετο ] ἀνέγνω , ἀνελάβετο . , ἀνέλαβε . , ἀνέθρεψε , ἐβάστασε . . ἐξεθρέψατε ] ἐπαιδεύσατε , ἐπῃνέσατε |
τὴν φύσιν τῆς λευκότητος , ἀλλὰ πελιδνότερα . Ἤν τις ἐπίτοκος ἐοῦσα κοιλοιδιᾷ τοὺς ὀφθαλμοὺς , καὶ ὑποιδέῃ τὸ πρόσωπον | ||
μελαγχολικοί . Ἐν Ἀβδήροις Φαέθουσα ἡ Πυθέου γυνὴ οἰκουρὸς , ἐπίτοκος ἐοῦσα τοῦ ἔμπροσθεν χρόνου , τοῦ δὲ ἀνδρὸς αὐτῆς |
γὰρ Ἔρωτες καὶ ὑπὲρ πελάγη τοξεύοντες πῦρ ἐγεῖραι γαμήλιον . Δηιάνειραν μὲν δὴ τὴν Οἰνέως Ἡρακλεῖ συνάπτων ὁ λόγος περιμάχητον | ||
ἐμνηστεύσατο . Ὁ δὲ Ἀχελῷος πρὸ τοῦ γάμου ἔφθειρε τὴν Δηιάνειραν λάθρᾳ , καὶ μετὰ ταῦτα λέγει τῷ πατρὶ αὐτῆς |
, συνοικεῖν δὲ αὐτὴν οὐ Πάλλαντι , ἀλλὰ ἐκ Πείραντος Ἔχιδναν τεκεῖν , ὅστις δὴ ὁ Πείρας ἐστί . . | ||
ἀθανάτοισι θεοῖσι , σπῆι ἔνι γλαφυρῷ , θείην κρατερόφρον ' Ἔχιδναν , ἥμισυ μὲν νύμφην ἑλικώπιδα καλλιπάρηον , ἥμισυ δ |
. γήμας δὲ Ἐρεχθεὺς Πραξιθέαν τὴν Φρασίμου καὶ Διογενείας τῆς Κηφισοῦ , ἔσχε παῖδας Κέκροπα Πάνδωρον Μητίονα , θυγατέρας δὲ | ||
Θερμοπυλάων , Παρνησοῦ νιφόεντος ὑπὸ πτυχί : τῆς διὰ μέσσης Κηφισοῦ μέγα χεῦμα κατερχόμενον κελαρύζει . τῷ πάρα Πυθῶνος θυόεν |
διὰ τὸ πάντας ὑπερβεβληκέναι τῇ ἰατρικῇ τέχνῃ καὶ ἐμπειρίᾳ . Φλεγύα θυγάτηρ ] * Ἡ Κορωνίς : λέγει δὲ νῦν | ||
δὲ πλατύτερον ἐρεῖ . Ἔστι δὲ αὕτη : Κορωνὶς ἡ Φλεγύα θυγάτηρ διακορεσθεῖσα ὑπ ' Ἀπόλλωνος , ἐγκύμων ἐγένετο : |
τὸν δὲ Ποσειδῶνα μηνίσαντα τῷ Μίνῳ ποιῆσαι τὴν γυναῖκα αὐτοῦ Πασιφάην ἐρασθῆναι τοῦ ταύρου . διὰ δὲ τῆς τούτου φιλοτεχνίας | ||
Πασιφάη , Δαίδαλον δὲ ποιῆσαι βοῦν ξυλίνην καὶ ἐγκλεῖσαι τὴν Πασιφάην εἰς αὐτήν : οὕτω τε τὸν ταῦρον ἐπιβάντα μιγῆναι |
λόγος εἷς εἰρόμενος . ἔστι δὲ ἡ διὰ πελάγους φερομένη Δανάη τὰς ἑαυτῆς ἀποδυρομένη τύχας : Ὅτε λάρνακι ἐν δαιδαλέᾳ | ||
ἧς Ἄβας : οὗ Προῖτος : οὗ Ἀκρίσιος : οὗ Δανάη : ἧς Περσεύς : οὗ Ἀλκαῖος : οὗ Ἠλεκτρυών |
δὲ Τιτάνῃ καὶ Ἀθηνᾶς ἱερόν ἐστιν , ἐς ὃ τὴν Κορωνίδα ἀνάγουσιν : ἐν δὲ αὐτῷ ξόανον Ἀθηνᾶς ἐστιν ἀρχαῖον | ||
φησὶ , τῶν γειτόνων ἀπήλαυσαν τοῦ κακοῦ τοῦ περὶ τὴν Κορωνίδα : λοιμὸς γὰρ ἐγένετο , αἴτιοι δὲ τῶν λοιμῶν |
γένει προσέχειν τὸν νοῦν : οὐδεὶς γὰρ πώποτε ἐκποίητος γενόμενος ἐκληρονόμησε τοῦ οἴκου ὅθεν ἐξεποιήθη , ἐὰν μὴ ἐπανέλθῃ κατὰ | ||
, Ἄρης Παρθένῳ , Σελήνη Λέοντι . τῷ μζʹ ἔτει ἐκληρονόμησε φίλον , ἐν δὲ τῷ αὐτῷ καὶ γυναικὸς ἐχωρίσθη |
κατακλυσμόν , ἢ διὰ τὸ φυγεῖν τὸν Φρίξον αὐτόν . Χαλκιόπην : Φερεκύδης ἐν Ϛʹ Εὐηνίαν αὐτήν φησι καλεῖσθαι , | ||
γαμεῖ δὲ πρώτην μὲν Μήταν τὴν Ὁπλῆτος , δευτέραν δὲ Χαλκιόπην τὴν Ῥηξήνορος . ὡς δὲ οὐκ ἐγένετο παῖς αὐτῷ |
καὶ ὁ ἀδελφὸς ἄμφω τοῦ πατρὸς Ἀγλαοφῶντος , Πυθαγόρου δὲ Φερεκύδης λέγεται διδάσκαλος γενέσθαι , Πυθαγόρας δὲ Ἐμπεδοκλέους καὶ ἑτέρων | ||
ἱστορεῖ : καὶ Τιτυὸν εἶδον , Γαίης ἐρικυδέος υἱόν . Φερεκύδης δέ φησιν , ὅτι Ἐλάρῃ τῇ Ὀρχομενοῦ μιγεὶς ὁ |
λήξεως , ὅ ἐστι τῆς οὐσίας , τοῦ κλήρου , καθώσπερ ἐξουσίαν ἐλάμβανε αὐτὸς ὁ ἐγγραφεὶς τῶν πατρῴων , εἰ | ||
ψώρας . Τοὺς Ἰχθύας ὁ Ἥλιος ἐν ἤμασι τριάντα τέμνει καθώσπερ τὰ λοιπὰ ἐκ Μεχὶρ δεκαπέντε τῶν ἓξ καὶ δέκα |
Νηλεὺς - Τυροῦς δὲ τῆς αὐτῆς καὶ Κρηθέως Αἴσων , Ἀμυθάων , Φέρης Αἴσονος καὶ Πολυμήδης τοῦ Αὐτολύκου ἢ κατά | ||
καὶ Ἀέθλιον Αἰόλου , Διὸς δὲ ἐπίκλησιν , ἔθηκεν ὁ Ἀμυθάων τὰ Ὀλύμπια , μετὰ δὲ αὐτὸν Πελίας τε καὶ |
Καινοῖ τῆς Κρήτης ἐκ Διὸς καὶ Κάρμης τῆς Εὐβούλου τοῦ γεννηθέντος ἐκ Δήμητρος : ταύτην δ ' εὑρέτιν γενομένην δικτύων | ||
πρὸς τὴν δύσιν κειμένων : ὅπου καὶ τοῦ ἐν Θήβῃ γεννηθέντος Διονύσου αἱ στῆλαι περὶ τὰ ἔσχατα τοῦ ὠκεανοῦ ἵστανται |
' ἡμέραν τοῦ λίθου . μετὰ δὲ τὴν Ἀμφίονος τελευτὴν Λάιος τὴν βασιλείαν παρέλαβε . καὶ γήμας θυγατέρα Μενοικέως , | ||
Θήβας ὁδόν . διεπορεύετο δὲ τὴν ὁδὸν ἐκείνην καὶ ὁ Λάιος ὁ τούτου πατήρ , ἀπερχόμενος καὶ οὗτος ἐρωτήσων εἰς |
] Τὸν φονίαν καὶ πολεμικόν . Προφρόνων ] Προθύμων . Μῆτιν ] Τέχνην . Φύσιν ] Τὴν μορφὴν καὶ τὸ | ||
ἐκ δὲ τούτων φησὶ μιχθέντων Αἰθέρα γενέσθαι καὶ Ἔρωτα καὶ Μῆτιν , τὰς τρεῖς ταύτας νοητὰς ὑποστάσεις , τὴν μὲν |
. Αἰγυπιὸς δ ' οὐδὲν ἐπιλεξάμενος ὧν εἰς αὐτὸν ἐμηχανᾶτο Νεόφρων μίγνυται τῇ μητρὶ δοκῶν εἶναι Τιμάνδρην : καὶ ἐπεὶ | ||
καὶ μέγεθος οὐχ ὅμοιοι , ἀλλὰ ἐλάττων ὄρνις αἰγυπιὸς ἐγένετο Νεόφρων , ἡ δὲ Βουλὶς ἐγένετο πῶυγξ καὶ αὐτῇ τροφὴν |
τούτους δὲ [ αὐτῷ τεκνοῖ Γῆ ] Κύκλωπας , Ἄργην Στερόπην Βρόντην , ὧν ἕκαστος εἶχεν ἕνα ὀφθαλμὸν ἐπὶ τοῦ | ||
, πρὸς τὴν γυναῖκα αὐτοῦ πέμψασα ἔφη μέλλειν Πηλέα γαμεῖν Στερόπην τὴν Ἀκάστου θυγατέρα : καὶ τοῦτο ἐκείνη ἀκούσασα ἀγχόνην |
ὁ Ἡρακλῆς εἶχε γυναῖκα ὀνόματι Δηϊάνειραν , ἣν ἔλαβεν ἐξ Οἰνέως , ἀντεραστὴς γενόμενος Ἀχελώῳ τῷ ποταμῷ , ἐξ ἧς | ||
γυναῖκα . τελουμένων δὲ τῶν γάμων † ἕνα τῶν συγγενῶν Οἰνέως Ἔννομον τὸν Ἀρχιτέλους πλήξας κονδύλῳ ἀναιρεῖ παροινήσας κατὰ χειρὸς |
τὴν πόλιν , τὸν δὲ Λυγκέως τε καὶ Ὑπερμήστρας τῆς Δαναοῦ παῖδα εἶναι . Ἀπόλλωνος δὲ ἱερὰς νενομίκασιν εἶναι τὰς | ||
τῇ Λίνδῳ , αἱ δ ' ἄλλαι μετὰ τοῦ πατρὸς Δαναοῦ εἰς Ἄργος ἐξέπλευσαν . Μικρὸν δ ' ὕστερον τούτων |
ἐκκοπεὶς ἐν μάχῃ τὸν ἕτερον ὀφθαλμὸν ἐκ τῶν νεωτέρων , μορφήν τε κάλλιστος ἀνθρώπων καὶ ψυχὴν ἄριστος . οὗτος ἀδελφιδοῦς | ||
, καθάπερ τὸ μέλαν τῷ λευκῷ , τὴν ἐναντίαν ἔχειν μορφήν : εἰ δὲ μὴ ἐναντίον , αὐτὸ τοῦτ ' |
ποταμοῦ . ὕστερον δὲ μυθολογοῦσι Σκύθαι παρ ' αὑτοῖς γενέσθαι γηγενῆ παρθένον : ταύτην δ ' ἔχειν τὰ μὲν ἄνω | ||
παιδὸς καταστῆσαι τὴν Ἀθηνᾶν , μικρὸν πρὸ τούτων τῶν χρόνων γηγενῆ φανεῖσαν ἐπὶ τοῦ Τρίτωνος ποταμοῦ , δι ' ὃν |
[ λ ] : μητέρα δ ' Οἰδιπόδαο ἴδον καλὴν Ἐπικάστην , ἣ μέγα ἔργον ἔρεξε καὶ τὰ ἑξῆς ἁψαμένη | ||
ἧς καὶ Ἄρεος Ὄξυλος . Ἀγήνωρ δὲ ὁ Πλευρῶνος γήμας Ἐπικάστην τὴν Καλυδῶνος ἐγέννησε Πορθάονα καὶ Δημονίκην , ἧς καὶ |
τῆς μεταφράσεως . ἑξῆς φησιν ἀπὸ Γένους Αἰῶνος καὶ Πρωτογόνου γεννηθῆναι αὖθις παῖδας θνητούς , οἷς εἶναι ὀνόματα Φῶς καὶ | ||
. . . τὴν δὲ τρίτην ἀρχὴν μετὰ τὰς δύο γεννηθῆναι μὲν ἐκ τούτων , ὕδατός φημι καὶ γῆς , |
Νεοπτόλεμος Τελαμῶνος δὲ καὶ Ἐριβοίας Αἴας , ἐκ δ ' Ἡσιόνης Τεῦκρος Αἴαντος καὶ Λυσιδίκης τῆς Κορώνου Φίλιος ἐκ Τεκμήσσης | ||
Κλυμένης : ὡς δὲ Ἡσίοδος Προνόης : ὡς δὲ Ἀκουσίλαος Ἡσιόνης τῆς Ὠκεανοῦ καὶ Προμηθέως . . . : κοινὰ |
ἐξ Ἄργεος ἄνδρα κατακτάς , μάντις : ἀτὰρ γενεήν γε Μελάμποδος ἔκγονος ἦεν , ὃς πρὶν μέν ποτ ' ἔναιε | ||
Αἰγιαλέως , ὄντες Νηλεῖδαι τὰ πρὸς μητρός , ἀπὸ δὲ Μελάμποδος γενεαί τε ἓξ καὶ ἄνδρες ἴσοι μέχρις Ἀμφιλόχου τοῦ |
. τὴν δὲ Μετώπην φασὶ γήμαντα Ἀσωπὸν τὸν Ὠκεανοῦ , Λάδωνος οὖσαν θυγατέρα , τεκνῶσαι Κέρκυραν , Αἴγιναν , Σαλαμῖνα | ||
μήτηρ ἤτοι τῶν Θηβῶν . . Ἡ Μετώπη θυγάτηρ ἦν Λάδωνος τοῦ ποταμοῦ , γυνὴ δὲ Ἀσωποῦ τοῦ ἐν Θήβαις |
ποιμνίοις αὐτοῦ ἄρνα : ἣν ὁ Θυέστης λάθρα παρὰ τῆς Ἀερόπης αἰτήσας ἔλαβεν . ὅθεν Ἀτρεὺς ὡς ἀπατήσας τοὺς Ἕλληνας | ||
ἧς καὶ Πέλοπος Ἀτρεὺς ὃς ἐν Λακωνικῇ κατῴκησεν Ἀτρέως καὶ Ἀερόπης Ἀγαμέμνων καὶ Μενέλαος : ἡ δὲ Ἀερόπη θυγάτηρ ἦν |
γῇ κείμενον οὐ πάλαι ἀνέφηνεν ἡ τοῦ Ὀρόντου ποταμοῦ ὄχθη σχισθεῖσα , τουτὶ δὲ τὸ Σίγειον πρὸ πεντήκοντα οὔπω ἐτῶν | ||
κατ ' αὐτὸν τὸν νωτιαῖον τὴν ῥίζαν , εὐθὺς δὲ σχισθεῖσα , τῷ μὲν ἑτέρῳ τῶν μορίων ὀπίσω φέρεται , |
Πανδώρα γένοιτο αὕτη γυνὴ πρώτη : πρὶν δὲ ἢ γενέσθαι Πανδώραν οὐκ ἦν πω γυναικῶν γένος . ἐνταῦθα εἰκόνα ἰδὼν | ||
τῶν θεῶν , φωνήν . Ὠνόμασε δὲ ταύτην τὴν γυναῖκα Πανδώραν , διότι πάντες οἱ οἰκοῦντες τὰ οὐράνια οἰκήματα δῶρον |
βουκόλοις Δίρκης ἐβουκόλουν αὐτῇ , ὕστερον δὲ παρέδωκεν αὐτοῖς τὴν Ἀντιόπην ἐπὶ τῷ διὰ ταύρων σπάσαι : οἱ δὲ γνόντες | ||
Οὗτος ἔχει θυγατέρα , ἱέρειαν τοῦ ναοῦ Ἡλίου , ὀνόματι Ἀντιόπην : ἥτις ἐδιδάχθη τὴν ἡλιακὴν εὐχὴν , ἤτοι μυσταγωγίαν |
γυνὴ φεύγει : τό τε γὰρ ὑπὸ τοῦ οἰκέτου αὐτὸν πεφονεῦσθαι διὰ τῆς μοιχείας κατασκευάζεται τό τε εἶναι τὴν μοιχείαν | ||
γέγονε πάντως ὅτι καὶ τέθνηκεν : ὥστε πῶς δύναται τοῦ πεφονεῦσθαι ὑπὸ τοῦ παιδὸς τὸν πατέρα σημεῖον εἶναι ἡ ἀφάνεια |
ἰούλους ἀνθῆσαι πυκάσαι τε γένυς εὐανθέϊ λάχνῃ . Φαίδρην τε Πρόκριν τε ἴδον καλήν τ ' Ἀριάδνην , κούρην Μίνωος | ||
: μετὰ δὲ τὴν Κεφάλου τοῦ Δηιονέως , ὅστις τὴν Πρόκριν τὴν Ἐρεχθέως ἔχων γυναῖκα καὶ ἀποκτείνας ἐξ Ἀρείου πάγου |
φίλη καὶ προσφιλὴς ἡμῖν κούρα καὶ παρθένε Λητογένεια καὶ τὸ γέννημα τῆς Λητοῦς , εὖ καὶ καλῶς καὶ ἐπιστημόνως τὸ | ||
δὲ ὑπὸ τοῦ γεννήσαντος καὶ οἷον εἰδοποιούμενον . Νοῦ δὲ γέννημα λόγος τις καὶ ὑπόστασις , τὸ διανοούμενον : τοῦτο |
δὲ καὶ τὸ μὴ γενέσθαι βλάβην ἡμῖν τὴν νῦν γε κλῆσιν , φασὶ γὰρ κεκλῆσθαι πανταχόθεν ἐκεῖσε πάντας ὅσοι καθεστᾶσιν | ||
. διερρυηκόσιν ] κεχαλασμένοις καὶ κεχηνόσιν , οὐ συνεστραμμένοις . κλῆσιν : τὴν μαρτυρίαν . χαύνωσιν : λύσιν τῶν δικῶν |
πᾶσαι βοῶνται . καὶ ἡ Δῆλος οὖν οὐχ , ὡς μεμύθευται , ἀπὸ τῆς Ἀστερίας μεταμορφώσεως τῆς Λητοῦς ἀδελφῆς , | ||
, πολύθρηνος καὶ πολύδακρυς , περὶ ἧς δὴ παλαιὸς ἀνθρώποις μεμύθευται λόγος : φασὶ γυναῖκά ποτε οὖσαν Αἰόλου τοῦ Ἕλληνος |
Μειλανίων ἔγημε τῇ τέχνῃ τῶν μήλων : ἄλλως : αὕτη Ἰάσου μὲν θυγάτηρ , Μειλανίωνος δὲ γυνὴ , Ἀρκὰς τῷ | ||
ἀργήπου τοῦ Κηφέως τοῦ Ποσειδῶνος , μητρὸς δὲ Ἀταλάντης τῆς Ἰάσου : Ἀταλάντης γόνος : ταύτην Μειλανίων ἔγημε τῇ τέχνῃ |
αὐτὸν ἔφασαν ἁρμοσάμενον Λάρισαν τὴν Πιάσου , ᾗ ὁ πατὴρ ἐμίγη πρὸ γάμου , μαχόμενον ἀποθανεῖν , τινὲς δὲ προσφάτως | ||
ἀνετέθη τῷ κροκωτῷ σπαργάνῳ , ἐταράχθη , ἀλλ ' ὅτε ἐμίγη τῇ ἀλκμήνῃ ὁ ζεύς , ὥς φασι : διὸ |
Κηφεὺς καὶ Λυκοῦργος . Αὔγη μὲν οὖν ὑφ ' Ἡρακλέους φθαρεῖσα κατέκρυψε τὸ βρέφος ἐν τῷ τεμένει τῆς Ἀθηνᾶς , | ||
καθαρὸν σπέρμα φέρουσα τὸν Ἀσκληπιόν : ἐπειδὴ ὑπ ' Ἀπόλλωνος φθαρεῖσα ἐξ αὐτοῦ εἶχε καθαρὸν τὸν Ἀσκληπιὸν ἀνεπίμικτον θνητοῦ σπορᾶς |