] ὑπὸ κλητόρων καὶ μανδατόρων διὰ μαρτύρων ἀπαχθήσεσθαι διὰ κλητῆρος ἐλεύσεσθαι εἰς τὸ δικαστήριον , κριθήσεσθαι . , ἐγκληθήσεσθαι .
' ἡδονὴν δέξασθαι τὸν λόγον , εἰ μέλλοι θάνατος αὐτῷ ἐλεύσεσθαι παρημεληκότι τοῦ βίου : τὸν δὲ θεὸν οὐ ταύτην
5809188 Πισας
δὲ πˈρὸς χάριν εὐσεβίας ἀνδρῶν λιταῖς : ἀλλ ' ὦ Πίσας εὔδενδρον ἐπ ' Ἀλφεῷ ἄλσος , τόνδε κῶμον καὶ
Δωρίαν ἀπὸ φόρμιγγα πασσάλου λάμβαν ' , εἴ τί τοι Πίσας τε καὶ Φερενίκου χάρις νόον ὑπὸ γλυκυτάταις ἔθηκε φροντίσιν
5689326 ὀλωλας
ἄρ ' ὡς θανουμένους μετῆλθες ἡμᾶς ἀλλὰ σημανῶν κακά ; ὄλωλας , ὦ παῖ , μητρὸς ἁρπασθεῖς ' ἄπο ,
γὰρ πόλις ἧδε κατ ' ἄκρης πέρσεται : ἦ γὰρ ὄλωλας ἐπίσκοπος , ὅς τέ μιν αὐτὴν ῥύσκευ , ἔχες
5632043 ἰσχωσι
ἐπ ' ἀμφοτέροισι φαανθῇ , εἰν ὁρίοις καὶ κέντρῳ ἐπὴν ἴσχωσι Σελήνην , ἀνδροφόνους δρῶσιν , ληίστορας , ἐμπεδολώβας ,
μέρει δ ' ἀτρεμίζοντες ἑτοιμότερα καὶ εὐκινητότερα τὰ τοῦ σώματος ἴσχωσι μέρη . Πρὸς ἅπερ ἀπιδὼν ὁ τοὺς νόμους ἡμῖν
5529040 Οὐπω
ὑπὲρ ὤμων σὺν πετάσῳ , γυμνὸν μηρὸν ἔφαινε χλαμύς . Οὔπω τοξοφορῶν οὐδ ' ὥριος , ἀλλὰ νεογνὸς οὑμὸς Ἔρως
, εἰ δοκεῖ , σκοπῶμεν τὰ τῆς εἰρήνης χωρία . Οὔπω συνίημι ὅ τι τοῦτό πως βούλεται , σκοπῶμεν δὲ
5525113 ἐκτελεσαντες
κειμήλια καλὰ ληΐδος : ἡμεῖς δ ' αὖτε ὁμὴν ὁδὸν ἐκτελέσαντες οἴκαδε νισόμεθα κενεὰς σὺν χεῖρας ἔχοντες . καὶ νῦν
, μέλαινα δὲ γίνετο τέφρη . Οἳ δὲ μέγ ' ἐκτελέσαντες ἀτειρέες ἔργον Ἀῆται εἰς ἑὸν ἄντρον ἕκαστος ὁμοῦ νεφέεσσι
5512376 τιον
πολὺ χρηστέον διὰ τὸ μὴ λίαν τραχὺ καὶ φιλαί - τιον τοῦ λέγοντος φαίνεσθαι τὸ ἦθος , σκληρὸν γὰρ καὶ
] ἔρωτος ἠλπ ? ? [ [ ] [ ] τιον εἰσίδως [ [ ] Ἐρμιόνα τεαυτα [ [ ]
5507651 ἀεισας
' ἐσιδοῦσα : πῶς ; φιλίων ὁρμὴν παρ ' Ἀθηναίοισιν ἀείσας πεντήκοντ ' ἔλαβε δραχμάς , σὺ δὲ μικρὸν ἐπέψω
τυροῦντ ' ἐσιδοῦσα : ὡς Φιλίων Ὁρμὴν παρ ' Ἀθηναίοισιν ἀείσας πεντήκοντ ' ἔλαβε δραχμὰς , σὺ δὲ μικρὸν ἐπέμψω
5498571 ζαλον
κακὴν ἐπιβάλλεται ἅρπην , ὅς τε καὶ ἐκ ποταμοῖο λιπὼν ζάλον ἰλυόεντα , χιλοὶ ὅτε χλοάουσι νεὸς δ ' ἀπεχεύατο
ὅτι ὅλους τοὺς στάχυας τρώγει . * ἐπιβάλλεται : ἐπιτίθησιν ζάλον δὲ τὸ βορβορῶδες κῦμα . χιλοὶ ὅτε : ὅτε
5459303 κατελεξατο
ἑτάρων ἱεροῖς ' ἐν δώμασι Κίρκης , ψύχεος ἱμείρων , κατελέξατο οἰνοβαρείων : κινυμένων δ ' ἑτάρων ὅμαδον καὶ δοῦπον
πεπνυμένω ἄμφω . Φοῖνιξ δ ' αὖθ ' ὃ γέρων κατελέξατο , ὡς γὰρ ἀνώγει , ὄφρά οἱ ἐν νήεσσι
5453973 Σεξτον
τούτου κἀκεῖνο θαυμάσιον : ἐσπούδαζε μὲν ὁ αὐτοκράτωρ Μάρκος περὶ Σέξτον τὸν ἐκ Βοιωτίας φιλόσοφον , θαμίζων αὐτῷ καὶ φοιτῶν
φυλακήν . μετὰ τοῦτο τὸ ἔργον τοῖς περὶ Μαμίλιον καὶ Σέξτον ἐδόκει μὴ πολὺν διὰ μέσου ποιεῖν τὸν χρόνον ,
5439802 ἐγγυαλιξω
ἄξων ἱερήϊον εἰσαναβαίνεις , ὄφρα τοι εὐχομένοιο κλύοι θεός , ἐγγυαλίξω . Κρύσταλλον φαέθοντα διαυγέα λάζεο χερσὶ λᾶαν , ἀπόρροιαν
ἢ βλήμενος ἰῷ εἰς ἵππους ἅλεται , τότε οἱ κράτος ἐγγυαλίξω . . . . Λ : Ἄλεται : ψιλοῦται
5381046 εἰσομαι
ὡς ἐμέ , ἐπὶ σοὶ ἔσται : καὶ χάριν σοι εἴσομαι ὅσῳ ἂν πλεονάκις εἰσίῃς ὡς ἐμέ . ἔπειτα δὲ
, λεγέτω : κἂν ᾖ πιθανώτερα , πολλὴν αὐτῷ χάριν εἴσομαι . ἵνα δὲ βέλτιον τῷ βουλομένῳ ἐγγένηται μαθεῖν ,
5378318 ἑτερωθε
ἀμφὶ δὲ κρᾶτ ' ἐκάλυψαν ἀπειρεσίοις νεφέεσσι θυμὸν ἀκηχέμενοι : ἑτέρωθε δὲ γήθεον ἄλλοι εὐχόμενοι Τρώεσσι πέρας θυμηδὲς ὀρέξαι .
θόρε κύδιμος ἀνὴρ πάλλων ἐγχείην περιμήκετον . Ὃς δ ' ἑτέρωθε χερσὶν ὑπὸ κρατερῇσιν ἀπειρεσίην λάβε πέτρην καί ῥα Νεοπτολέμοιο
5369025 προυπεμπον
φίλους ὠφελεῖν καὶ ἐχθροὺς ἀνιᾶν . ἀπιόντα δὲ τὸν Κῦρον προύπεμπον πάντες [ καὶ παῖδες ] καὶ ἥλικες καὶ ἄνδρες
Κάρνεια ἤγαγον , ἐξεστράτευσαν , καὶ ἀφικόμενοι ἐς Τεγέαν λόγους προύπεμπον ἐς τὸ Ἄργος ξυμβατηρίους . ἦσαν δὲ αὐτοῖς πρότερόν
5367233 νοστοιο
γὰρ ἔπλεο πήματος ἄλκαρ . Οὐδ ' ἔτ ' ἐμοὶ νόστοιο τέλος σέο δεῦρο θανόντος ἁνδάνει , ἀλλὰ καὶ αὐτὸς
Λειβήθρων τ ' ἄκρα κάρηνα λισσόμενός μ ' ἐπίκουρον ἑοῦ νόστοιο γενέσθαι ποντοπόρῳ σὺν νηῒ πρὸς ἄξενα φῦλ ' ἀνθρώπων
5353691 θαμιζων
τοὺς ἀπὸ τοῦ Περιπάτου φιλοσοφήσας λόγους ἐς τοὺς σοφιστὰς μετερρύη θαμίζων ἐν τῇ Ῥώμῃ τῷ Ἡρώδῃ διατιθεμένῳ σχεδίους λόγους .
' ἔρχεται ὕστατον ἦμαρ . Εἰ δὲ πυριφλεγέθων ἑτερήμερος ἄνδρα θαμίζων , ἢ κρυερὸς μάρπτων πυρετὸς παραδηθύνῃσιν , ἠὲ τεταρταίης
5348981 τοιιν
δ ' ἔβαλ ' ἵππων . σπερχόμενος δ ' ἀπὸ τοῖιν ἐσύλα τεύχεα καλὰ γιγνώσκων : καὶ γάρ σφε πάρος
ἄλλο ἐπὶ τοῦ ἀλλοιογενοῦς ἀκουσόμεθα . . ἑτέρου δευτέρου . τοῖιν δ ' ἔγνω πρόσθεν Ὀιλῆος ταχὺς Αἴας : ἡ
5348766 Ἁιδαν
, πυρὸς τετακότας σποδῶι : ποτανοὶ δ ' ἤνυσαν τὸν Ἅιδαν . πάτερ , † σὺ μὲν σῶν † κλύεις
τάφον τε ματεύουσα τὸν αὐτόν , ἔμμοχθον καταλύσους ' ἐς Ἅιδαν βίοτον αἰῶνός τε πόνους : ἥδιστος γάρ τοι θάνατος
5345873 ἀνυσας
, Ὀππιανὲ θρυλούμενε κλυτῆς εἵνεκ ' ἀοιδῆς , ἀλλ ' ἀνύσας θηησάμην σέο καλλιέπειαν . Σοὶ τοὺς περὶ κυνηγεσίων ἀνατίθημι
” καὶ „ ὡς εἰδεῖεν οἱ θεοί . „ καὶ ἀνύσας ἱκανῶς , καὶ ἀφθόνως τοῦ πνεύματος ἐνδόντας : καὶ
5336155 κατεβαινε
ὣς φάθ ' : ὃ δ ' ἐξ εὐνᾶς ἀλόχῳ κατέβαινε πιθήσας : δαιδάλεον δ ' ὥρμασε μετὰ ξίφος ,
μὲν οὖν δήμιος ἐπέσχε τὴν ὁρμήν : Χαιρέας δὲ λυπούμενος κατέβαινε τοῦ σταυροῦ : χαίρων γὰρ ἀπηλλάσσετο βίου πονηροῦ καὶ
5335803 αἰαζουσιν
νιφάς . Ἄλλους δὲ θῖνες οἵ τε Ταυχείρων πέλας μύρμηκες αἰάζουσιν ἐκβεβρασμένους ἔρημον εἰς Ἄτλαντος οἰκητήριον θρυλιγμάτων δέρτροισι προσσεσηρότας :
, αἵ τ ' ἐνὶ βήσσῃς Σιθονίῳ κούρῳ πέρι μυρίον αἰάζουσιν . καί ῥα κατὰ στυφελοῖο σαρωνίδος αὐτίκα μίτρην ἁψαμένη
5301521 μενεαινειν
οὐδέ οἱ ἀθλητῆρι κονισσαμένῳ ἐν ἀγῶνι ἀντιβίην τινὰ θυμὸς ἐφορμήσει μενεαίνειν , οὐδ ' εἰ χάλκεα γυῖα καὶ ἄγναμπτον σθένος
ζαφελῶς : ὁ μὲν Ἀπίων μεγαλοκότως . ἐπιφέρει δὲ τὸ μενεαίνειν , δι ' οὗ σημαίνει τὸ ἐγκοτεῖν : ὅθεν
5276199 ἀντεβολησεν
πεδίων ἐκ Πίσας , πενταέθλῳ̆ ἅμα σταδίου νικῶν δρόμον : ἀντεβόλησεν τῶν ἀνὴρ θνατὸς οὔπω τις πρότερον . δύο δ
ἐξότ ' ἐπὶ προχοῇσιν ἅλις πλήθοντος Ἀναύρου ἀνδρῶν εὐνομίης πειρωμένῃ ἀντεβόλησεν , θήρης ἒξ ἀνιών : νιφετῷ δ ' ἐπαλύνετο
5267171 φεροντο
ἐνέμοντο . ” φέρτερος κρείσσων , παρὰ τὸ ὑπερφέρειν . φέροντο ἐν τῇ Κ Ὀδυσσείας ἀντὶ τοῦ προσεφέροντο : “
ἐκτελέσαντες ἀτειρέες ἔργον Ἀῆται εἰς ἑὸν ἄντρον ἕκαστος ὁμοῦ νεφέεσσι φέροντο . Μυρμιδόνες δ ' , ὅτ ' ἄνακτα πελώριον
5266482 λιποντε
: πάλιν στείχωμεν : εὖ δοίη τύχη . ποῖ δὴ λιπόντε Τρωϊκῶν ἐκ τάξεων χωρεῖτε , λύπηι καρδίαν δεδηγμένοι ,
Ἀμφιτρυωνιάδαο βίην ὑπέροπλον ἰδόντες . Τὼ δ ' εἰς ἄστυ λιπόντε καταυτόθι πίονας ἀγρούς ἐστιχέτην , Φυλεύς τε βίη θ
5265267 ἐφθασεν
τοῦ μετεώρου τείχους τινά . καὶ δὴ εἰς ἔργον αὐτοῖς ἔφθασεν ἂν τὰ βεβουλευμένα , ἤδη τὴν κλίμακα ταῖς ἐπάλξεσι
ὀξύτητα τῆς πορείας καὶ γενόμενος πλησίον αὐτῶν ἀγνοούντων τὴν παρουσίαν ἔφθασεν ἀκρολοφίας τινὰς καὶ δυσχωρίας προκαταλαβόμενος . οἱ δὲ περὶ
5262427 κυρει
κρατεῖν : πιστὸν γὰρ οὐδέν ἐστιν : εἰ δέ τις κυρεῖ γυναικὸς ἐσθλῆς , εὐτυχεῖ κακὸν λαβών . γαμεῖτε νῦν
. Οὐκοῦν ἀποστείχοιμ ' ἄν , εἰ τάδ ' εὖ κυρεῖ . Ἥκιστ ' : ἐπείπερ οὔτ ' ἐμοῦ καταξίως
5255499 κατεπλεομεν
παρὰ τὸ ἐνθάδε τὸ ἔνθα σχέσιν τοπικὴν σημαίνει ; ἔνθα κατεπλέομεν . Πρόσκειται δὲ ἐν ἑνὶ μέρει λόγου , ἐπεὶ
καὶ ἐν τόπῳ , ἔνθα μὲν Αἴας κεῖται , ἔνθα κατεπλέομεν . δέδεικται ἄρα ἀναλόγως βαρυνόμενον τὸ ἔνθα . Βαρύνεται
5243205 ἀποβλεπε
πείσει ; πείσομαι , νὴ τὸν Διόνυσον . δεῦρό νυν ἀπόβλεπε . ὁρᾷς τὸ θύριον τοῦτο καὶ τοἰκίδιον ; ὁρῶ
τοῖς βασιλεῦσίν ἐστιν ηὐξημένον τὴν ἔξοχον αὐτοῦ αὔξησιν . μὴ ἀπόβλεπε πόρσιον , ἤγουν περαιτέρω , τὴν βασιλείαν δηλονότι ἔχων
5240467 ϲπαϲμου
χολὴ μέλαινα ἄνω καὶ κάτω . οὖρα ϲχεθέντα κύϲτει ὑπὸ ϲπαϲμοῦ : ἀλλ ' οὐδὲ οὖρον ἁλίζεται ὑπὸ τῆϲ ἐϲ
τὴν δὲ ὀφρὺν ταινιδίου ἀφαίρεϲιϲ ἀπὸ μετώπου . Περὶ κυνικοῦ ϲπαϲμοῦ . κυνικὸν ϲπαϲμὸν καλοῦϲι τὴν τῶν ϲιαγονιτῶν μυῶν παράλυϲιν
5233298 ἀνεπαυοντο
με δουλεύειν . τότε μὲν δὴ ὥσπερ εἰκὸς ἐκ τοιούτων ἀνεπαύοντο σὺν ἀλλήλοις . Τῇ δ ' ὑστεραίᾳ ὁ Ἀρμένιος
αὑτοὺς ἀπολαβόντες χρόνῳ . Ἐπεὶ δὲ νὺξ ἤδη ἐγεγόνει , ἀνεπαύοντο οἱ μὲν ἄλλοι πάντες ὅπως ἔτυχον , Λεύκων μὲν
5231528 ἐγρηγορεσαν
πῶς δοκεῖς τὸν Πλοῦτον ἠσπάζοντο καὶ τὴν νύχθ ' ὅλην ἐγρηγόρεσαν , ἕως διέλαμψεν ἡμέρα . Ἐγὼ δ ' ἐπῄνουν
λέγειν , οὐ γρηγορῶ , καὶ τὰ παρεληλυθότα ἐγρηγόρει καὶ ἐγρηγόρεσαν . φησὶν ὁ κωμικός : ” ἕως διέλαμψεν ἡμέρα
5231281 βιωτικον
: αʹ . Εἰς ἱερὸν ἀπιὼν προσκυνῆσαι μηδὲν ἄλλο μεταξὺ βιωτικὸν μήτε λέγε μήτε πράττε . βʹ . Ὁδοῦ πάρεργον
α . εἰς ἱερὸν ἀπιὼν προσκυνῆσαι , μηδὲν ἄλλο μεταξὺ βιωτικὸν μήτε λέγε μήτε πρᾶττε . β . ὁδοῦ πάρεργον
5224349 ἐφοδι
! ! [ ] ! ϲμικροὺϲ φοβέρ ? ? ' ἐφόδι ? [ ] ναλλεδελθωποτεν ? ? ? ? ?
τοῦ δράματος , ὥστε σπονδὰς ποιεῖσθαι πρὸς Λακεδαιμονίους . Γ ἐφόδι ' οὐκ ἔχω : ὅτι ἐκ τοῦ πολέμου πένης
5222285 πυκινος
ὃς τότε Φυλεΐδαο μέσον σάκος οὔτασε δουρὶ ἐγγύθεν ὁρμηθείς : πυκινὸς δέ οἱ ἤρκεσε θώρηξ , τόν ῥ ' ἐφόρει
Λ Δόλοπι : καὶ Δόλοπα Κλυτίδην καὶ Ὀφέλτιον . . πυκινὸς δέ οἱ ἤρκεσε θώρηξ , τόν ῥ ' ἐφόρει
5210190 ἐξιοντος
. . Ἐ . δ ' ἔοικε νομίζοντι ὁτὲ μὲν ἐξιόντος τοῦ φωτός , ὥσπερ εἴρηται πρότερον , βλέπειν .
γὰρ ὁμοιωθεὶς Ἄρης αὐτὸν ἀπέκτεινεν . Ἢ ὅτι τοῦ Μόψου ἐξιόντος ἐπὶ θήραν ηὔξατο τὸ πρωτάγριον αὐτῇ θῦσαι , χοῖρον
5206571 μενεαινει
. τὰ δὲ καίπερ ἐναντίον ἀΐξαντα ἂψ ὀπίσω παλίνορσα μεθερπύζειν μενεαίνει : καί σφισιν ἐξαπίνης ῥόθος ἵσταται : οὐδέ τι
δὲ καί περ ἐναντίον ἀΐξαντα , ἂψ ὀπίσω παλίνορσα μεθερπύζειν μενεαίνει : καί σφισιν ἐξαπίνης ῥόθος ἵσταται , οὐδέ τι
5206181 ἠγανακτησε
καὶ ἐπ ' αὐτῷ δῶρα εἰληφυῖαν Ἐριφύλην τὴν μητέρα μᾶλλον ἠγανάκτησε , καὶ χρήσαντος Ἀπόλλωνος αὐτῷ τὴν μητέρα ἀπέκτεινεν .
ἔστη ἐνώπιον αὐτοῦ . ὁ δὲ βασιλεὺς ἰδὼν τὸν Αἴσωπον ἠγανάκτησε λέγων “ ἴδε τίς ἐκώλυσέ με τοσοῦτον μὴ ὑποτάξαι
5199529 ὑπνωουσα
μήτηρ , ἣ χθιζὸν σὺν ἐμοὶ θαλάμων κληῖδας ἑλοῦσα ἔδραθεν ὑπνώουσα καὶ ἐς μίαν ἤλυθεν εὐνήν ; ἔννεπε δακρυχέουσα ,
μνήσατ ' ὀιζυροῖο καὶ ἀλγινόεντος ὀνείρου τόν ῥ ' ἴδεν ὑπνώουσα παροιχομένῃ ἐνὶ νυκτί : ἦ γὰρ ὀίετο τύμβον ἐπ
5197837 δειξετε
' ἑαυτόν . δείξετον ] δείξουσιν οἱ δύο λόγοι , δείξετε ἃ βούλεσθε ἑαυτούς , δείξατε . τὼ πισύνω ]
καὶ δόξης κλέος ἀράμενοι μέγα Ῥωμαίοις τε καὶ πᾶσιν ἀνθρώποις δείξετε , τήν τε προτέραν νίκην πιστώσεσθε , ὡς μὴ
5190772 κραταιη
πύργου , τὸν δὲ πεσόντα ἔλαβε πορφύρεος θάνατος καὶ μοῖρα κραταίη . ἐκ δ ' ἕλεν Ἀνδρομάχην , ἠύζωνον *
πύργου , τὸν δὲ πεσόντα ἔλαβε πορφύρεος θάνατος καὶ μοῖρα κραταίη . ἐκ δ ' ἕλεν Ἀνδρομάχην , ἠύζωνον *
5186264 Ποι
κατὰ παρεμβολὴν κεῖται διὰ μέσου . Ποί τινος ] . Ποί τινος ἀντὶ ἔργων ] * Τί βούλεται τὸ ποί
χάρις μέχρι τοῦ ὀπιζομένα κατὰ παρεμβολὴν κεῖται διὰ μέσου . Ποί τινος ] . Ποί τινος ἀντὶ ἔργων ] *
5185906 ἠνυτο
ἑλισσόμενος περὶ δίνῃς δύσετ ' ἐς Ὠκεανοῖο βαθὺν ῥόον , ἤνυτο δ ' ἠώς . Καί ῥ ' ὅτε δὴ
ὑπὸ ποσσὶν ὀρώρει ἄχρις ἐς οὐρανὸν εὐρύν , ἐπεὶ μέγα ἤνυτο ἔργον . Εὖτ ' ὀμίχλη κατ ' ὄρεσφιν ὀρινομένου
5181140 εχει
ἐνέργειαν κωλυούσης ὕλης παρεῖναι τῷ τὸν τόπον ὃν κατ - έχει αὐτὴ καταλαβεῖν καὶ οἷον συσπειραθῆναι ποιῆσαι ἐκείνην , ὃ
ος ἔχει ἀντ [ [ ] ! [ ! ] έχει πρὸς τον [ [ ] Κέκροπος γακα ! [
5179234 ἀροτῳ
γίνονται καρποῖο , φέρει δέ τε σήμαθ ' ἑκάστη ἑξείης ἀρότῳ . Καὶ γάρ τ ' ἀροτήσιον ὥρην τριπλόα μείρονται
κακῶν ἀγαθά , τὰ λίαν ἀγαθά . Παίδων ἐπ ' ἀρότῳ γνησίων δίδωμί σοί γε τὴν ἐμαυτοῦ θυγατέρα . Μέμφομαί
5171359 κωεα
: ἔνθα οἱ ἐκθεῖσαι πυκινὸν λέχος ἐμβάλετ ' εὐνήν , κώεα καὶ χλαίνας καὶ ῥήγεα σιγαλόεντα . ” ὣς ἄρ
ἀλαπάξων : ] ἦτοι ὁ μὲν προπάροιθε λιθο [ ] κώεα νηπέκτων οἰῶν ? [ ] συνραφέ ' ἀλλήλοισιν ἐπ
5169210 ἐκπαγλος
ἄλλοι Ἀργεῖοι φοβέοντο , δαΐφρονα Πενθεσίλειαν : καὶ γὰρ ἔην ἔκπαγλος : ἔγωγέ μιν ὡς ἐνόησα , ὠισάμην μακάρων τιν
πολυγηθέες ὧραι ἐξέφερον , τότε νῶϊ βιήσατο μισθὸν ἅπαντα Λαομέδων ἔκπαγλος , ἀπειλήσας δ ' ἀπέπεμπε . σὺν μὲν ὅ
5168546 ἀνασχομενον
Φηλικίωνα ἔδει ζῆσαι τῆς ὀφρύος αὐτοῦ καὶ τοῦ δουλικοῦ φρυάγματος ἀνασχόμενον . οἶδα γάρ , τί ἐστι δοῦλος εὐτυχῶν ὡς
, σωφρόνως , μᾶλλον δ ' εὐτυχῶς οἶμαι βεβουλεῦσθαι , ἀνασχόμενον τότε καὶ οὐδὲν ἀνήκεστον ἐξαχθέντα πρᾶξαι : τῷ δ
5165393 λωφησῃ
πατρός ] τοῦ σοῦ τὸ Δῖον ] τὸ τοῦ Διός λωφήσῃ ] παύσῃ τοιοῖσδε ] τοιούτοις εὐφρόνας ] νύκτας ὁνείρασιν
, καὶ λουέσθω θερμῷ μὴ πολλῷ . Ἢν δὲ μὴ λωφήσῃ ὁ ῥόος , ἀλλ ' ὑπολείπηται , καὶ ὑγράζωνται
5165264 Ἀρας
καλεῖ αὐτὴν Ἀνακρέων . ἐκλήθη δὲ ἀπὸ τῆς Ἀθάμαντος θυγατρὸς Ἀρᾶς . σκοπουμένου γὰρ τοῦ Ἀθάμαντος ἔνθα ἱδρύ - σει
ᾗ ὁ Ζεὺς ὑπεγράφετο τὰ γινόμενα , παμπάλαιος ἦν . Ἀρᾶς ἱερόν : ἐπὶ τῶν πολλὰ ἀρωμένων ἐπὶ χρηστοῖς ἢ
5161118 ἐλεξ
γένοιτό μοι . τοσαῦτα μέν σοι τῶν ἐμῶν πόνων πέρι ἔλεξ ' : ἅμιλλαν γὰρ σὺ προύθηκας λόγων . ἃ
βιασθεὶς ἢ φίλων ἀχηνίᾳ ἐμβαλὼν ἀχηνίαν ἀλλ ' ὦ θύγατερ ἔλεξ ' Ἰασοῖ πρευμενής ἔπειτ ' ἔρειξον ἐπιβαλοῦς ' ὁμοῦ
5160854 μελ
ὅπως οὕτω γέρων ὢν στύομαι τριέμβολον . Διαρραγείης , ὦ μέλ ' , αὐτοῖς ῥήμασιν . Οὐκ ἀποσοβήσεις ; Οὐ
' ὅσαι λαλεῖν μεμελετήκασί που . τίς δ ' ὦ μέλ ' ἡμῶν οὐ λαλεῖν ἐπίσταται ; ἴθι δὴ σὺ
5155799 ἐρατος
ἥβης ἀγλαὸν ἄνθος ἔχῃ : ἀνδράσι μὲν θηητὸς ἰδεῖν , ἐρατὸς δὲ γυναιξὶν ζωὸς ἐών , καλὸς δ ' ἐν
ῥῆμα , πειθώ : φείδω τὸ ῥῆμα , φειδώ : ἐρατὸς , Ἐρατώ : χρεῖα , χρειώ : βασιλεὺς ,
5147900 Γλαυκιαν
δὲ ἐπέστη κόπτουσα τὴν θύραν ἐκείνη καὶ εἰσελθοῦσα περιβάλλει τὸν Γλαυκίαν ὡς ἂν ἐκμανέστατα ἐρῶσα καὶ συνῆν ἄχρι δὴ ἀλεκτρυόνων
τὴν πόλιν τὸ πρῶτον καταφυγὼν ἐμπρήσας τὴν πόλιν ἀπηλλάγη παρὰ Γλαυκίαν ἐς Ταυλαντίους . Ἐν τούτῳ δὲ τῶν φυγάδων τινὲς
5145793 ληιδος
εἰς Ὀπόεντα περικλυτὸν υἱὸν ἀπάξειν , Ἴλιον ἐκπέρσαντα λαχόντα τε ληίδος αἶσαν . Ἀλλ ' οὐ Ζεὺς ἄνδρεσσι νοήματα πάντα
ἀκούσωμεν . . λ . Α . : Τροίης ἀπὸ ληίδος . . , Α , δισυλλάβως Τροίην , Τροΐην
5141712 ποστης
μοίρας ἔρχομαι ἐπὶ τὸ ὡροσκοποῦν ζῴδιον καὶ ἐπιγνούς , κατὰ πόστης μοίρας τυγχάνει , ἐκτίθεμαι τοῦτον ἡλιακὸν γνώμονα . εἶτα
: ἐπὶ τῶν διὰ πλοῦτον εὐγενῶν εἶναι δοκούντων . Γέροντος πόστης δρυϊνὸς πάτταλος : δημώδης . Γέρανοι , λίθου καταπεπτωκότος
5141203 θησειν
, ἐγώ , Φορμίων , ἄλλον εἴ τινα βούλεται , θήσειν τὸν νόμον . ἔστι δὲ δήπου νόμος ὑμῖν ,
] διὰ τοῦ ἐμοῦ δορὸς σκυλευθέντα . ἁγνοῖς ] καθαροῖς θήσειν . . τοιαῦτα ] οἷα ἐμοῦ ἤκουσας . φιλοστόνως
5140167 ξεστοισι
βίηφι νῆα μολεῖν ἴθυν ' ἐπὶ δεξιὸν αἰγιαλοῖο Ἀγκαῖος , ξεστοῖσι πιθήσας πηδαλίοισιν . Ἣ δ ' ἔθορεν δισσαῖσι βιησαμένη
πεσών ; ἐπείγετ ' ἤδη δμωΐδες : κρύψω δέ νιν ξεστοῖσι θαλάμοις , ἔνθ ' ἐμῶι κεῖται πόσει χρυσός ,
5137570 ἐμβαινε
τοῖς ἄλλοις νεκροῖς . Οὕτως ἄμεινον ἀβαρῆ εἶναι : ὥστε ἔμβαινε . καὶ σὺ τὸν πλοῦτον ἀποθέμενος , ὦ Κράτων
γὰρ αὐτῶν δεήσει . ἀλλ ' ἀνίπτοις ποσίνἡ παροιμία φησίν ἔμβαινε , οὐ μεῖον ἕξων διὰ τοῦτο , οὐδ '
5134184 ἀναβασα
τάφου πλησίον , οἱ μὲν κομίζοντες τὴν κλίνην ἔθηκαν , ἀναβᾶσα δὲ ἐπ ' αὐτὴν ἡ Καλλιρόη Χαιρέᾳ περιεχύθη καὶ
τε καὶ Προποντίδος διέφθειρε καὶ ἠρήμωσεν καὶ ἐς τὴν μεσόγειαν ἀναβᾶσα τήν τε τοῦ Προυσίου καὶ τὰ περὶ αὐτὴν ἅπαντα
5127134 ἐκαρτυναντο
ναίεσκεν ὑπὸ σπέος , οἱ δέ μιν οὔπω γηγενέες Κύκλωπες ἐκαρτύναντο κεραυνῶι βροντῆι τε στεροπῆι τε : τὰ γὰρ Διὶ
πολὺν στρατόν , ἀμφὶ δ ' ἄρ ' αὐτῷ Τρῶες ἐκαρτύναντο . Κακὴ δ ' ἔχε πάντας ὀιζὺς ἀμφὶ πόλιν
5126776 κατηλθεν
νεκροῦ ἐκράτησαν . Ὑπερβαλὼν δὲ τὰ ὄρη Ἀλέξανδρος ἐς πόλιν κατῆλθεν , ᾗ ὄνομα ἦν Ἀριγαῖον : καὶ ταύτην καταλαμβάνει
ἐγένετο καὶ Μάγοις . εἶτ ' ἐν Κρήτῃ σὺν Ἐπιμενίδῃ κατῆλθεν εἰς τὸ Ἰδαῖον ἄντρον ἀλλὰ καὶ ἐν Αἰγύπτῳ εἰς
5126650 εὐελπιστιας
ἄνανδροι δειλίαν , οἱ δ ' ἀκατάπληκτοι θάρσος μετ ' εὐελπιστίας . ἀλλ ' οὗτοι μὲν πέμπτη μοῖρα τῶν ἀποδεδειλιακότων
? [ ] καθ [ - ] ' ὅλμ βίον εὐελπιστίας [ - ] [ ] τὰς διὰ τῶν [
5123609 μεριζομενος
τὴν φυλακήν , λάθοι δ ' ἂν δοὺς ἐν πλείοσι μεριζόμενος ὃ μὴ ἂν ἄλλως ἔχων . δείξει γάρ τις
, ὅτι οὐδὲν ἐπίρρημα σχηματίζεται . κεδαιόμενος : διακοπτόμενος , μεριζόμενος . ἀτλήτους μελεδῶνας : ἀνυποστάτους μερίμνας ἔχω , ἀνυπομονήτους
5123039 κλισιης
τὴν ἀντίαν θύραν : “ στῆ δὲ παρ ' ἀντίθυρον κλισίης Ὀδυσσῆϊ φανεῖσα . ” ἀναβησάμενοι ἀναβιβάσαντες . ἀνενήκατο ἀνεστέναξεν
περὶ φρένας ἤλυθ ' ἰωή , ἐκ δ ' ἦλθε κλισίης καί σφεας πρὸς μῦθον ἔειπε : τίφθ ' οὕτω
5117548 ποσακις
διὰ τὸ τίκτειν πολλὰ , διὰ τὴν ὑπερβολὴν , ὁρᾷν ποσάκις γεννᾷ : οὐδεὶς γὰρ ἐφεῦρεν ὀνίσκου τοκετόν . ὀνίσκου
, Καλλιρόην παραθέμενος ἐν τῷ μεταξὺ Στατείρᾳ τῇ βασιλίδι . ποσάκις , ἄνδρες Συρακόσιοι , δοκεῖτε θάνατον ἐβουλευσάμην ἀπεζευγμένος τῆς
5108756 ἐμμεμαυια
. ἡ δ ' ἐς δίφρον ἔβαινε παραὶ Διομήδεα δῖον ἐμμεμαυῖα θεά . μέγα δ ' ἔβραχε φήγινος ἄξων βριθοσύνῃ
δ ' ἐπιθρώσκουσα κυλίνδεται , ἣ δέ τε ἠχῇ ἔρχεται ἐμμεμαυῖα : πάγος δέ οἱ ἀντεβόλησεν ὑψηλός , τῷ δὴ
5108441 μονομαχοι
τείχους ἀπεδίωκον . ὡς δὲ καμὼν ὁ δῆμος οἵ τε μονομάχοι τιτρωσκόμενοι ἤδη καὶ ἑσπέρας προσιούσης ἐπανελθεῖν ἠθέλησαν , θεασάμενοι
γὰρ ἀρχιερεὺς ὁ μονομάχους δοῦναι θέλων ἀπαράσκευος : οἱ δὲ μονομάχοι ἀπαρασκεύαστοι . τὸ μὲν γὰρ διὰ τὸ παθητικὴν ἔχειν
5106788 ἐμβροντητε
πρόχειρα , χέρνιβας , θυλήματα ποιεῖτε . ποῖ κέχηνας , ἐμβρόντητε σύ ; κακοὶ κακῶς ἀπόλοισθε . ποιοῦσίν γε με
ἐστι ; * * * * * οὐκ οἶδας , ἐμβρόντητε σύ ; μὰ Δία . τί φής ; οὐκ
5105832 ἐκπερσαντ
σχέτλιος , ὃς τότε μέν μοι ὑπέσχετο καὶ κατένευσεν Ἴλιον ἐκπέρσαντ ' εὐτείχεον ἀπονέεσθαι , νῦν δὲ κακὴν ἀπάτην βουλεύσατο
σχέτλιος , ὃς πρὶν μέν μοι ὑπέσχετο καὶ κατένευσεν Ἴλιον ἐκπέρσαντ ' εὐτείχεον ἀπονέεσθαι , νῦν δὲ κακὴν ἀπάτην βουλεύσατο
5100849 ἐπωδυνου
τούτοις καὶ μάλιστα κατ ' ἀρχὰς ἔτι τῆς φλεγμονῆς οὔσης ἐπωδύνου ὅ τε τῆς πτισάνης καὶ τοῦ ἄλικος καὶ τοῦ
ἀλλ ' ἀμελήσεις τοῦ οἴκου καὶ καταφθερεῖς τὸν ἄνδρα ; ἐπωδύνου ἄρα βίου συνδιαιρήσῃ τὴν βλάβην . ἀλλ ' ἀμυνεῖ
5100061 τοὐρανου
ὁρμαθόν : Οὕτως ἐπόμπευον καὶ ὁρμαθοὺς ἔχουσαι τῶν ἰσχάδων . τοὐράνου γάρ μοι μέτεστιν : Τοῦ ἐράνου φησὶ μετέχω .
ὥστε ἕκαστον κατὰ δύναμιν συμβάλλεσθαι εἰς τὰ κοινὰ χρήματα . τοὐράνου : Τοῦτό φησιν ὅτι τρέφομεν τοὺς πολεμοῦντας . .
5099388 ἐσκωπτεν
τινος δώματος ἑστὼς ἐπειδὴ λύκον παριόντα εἶδεν , ἐλοιδόρει καὶ ἔσκωπτεν αὐτόν : ὁ δὲ λύκος ἔφη : ” οὐ
καὶ τροπῆ τοῦ υ εἰς ι . ἐπεκερτόμει ἐχλεύαζεν : ἔσκωπτεν : ἡρεθίζων παρὰ τὸ κέαρ ὃ σημαίνει τὴν ψυχήν
5096992 κοιτον
ἐστὶ νόσος ἢ θάνατος ἐπεγίνωσκον , ἀλλ ' ὡς ἐπὶ κοῖτον ἐπὶ τὴν γῆν πίπτοντες ἀπέψυχον οὐκ εἰδότες ὃ πάσχουσι
, ἀλλ ' οὐκ εὔχαρι ὄν . χειμῶνος οὖν τὸν κοῖτον ἐν τοῖς προσηλίοις τίθεται : δῆλα γὰρ δὴ ὅτι
5093966 ἐρχεο
τὸ πρόσθε κακὸν , τὸ δὲ δεύτερον ἐσθλὸν ἐρευνᾷς . ἔρχεο , λεῖφ ' ἁλίαν χώραν : ἤπειρος ἀμείνων ἠῷος
; φθέγγεο , μηδ ' ἀκέων ἐπ ' ἔμ ' ἔρχεο : τίπτε δέ σε χρεώ ; Τὸν δ '
5091799 τεθνηκει
γενόμενον καὶ ἑκόντα ἐλθόντα ἐς Σικελίαν . Μοῦρκος μὲν δὴ τεθνήκει , τῶν δ ' ἄλλων τὸν Πομπήιον ἐς τὰς
ὀργιζόμενον ἔτι καὶ τῷ θανάτῳ συνηδόμενον . Σκιπίων μὲν δὴ τεθνήκει καὶ οὐδὲ δημοσίας ταφῆς ἠξιοῦτο , μέγιστα δὴ τὴν
5090814 κληιδα
δ ' ἀνεμώλια βάζειν . ” ὣς εἰπὸν σταθμοῖο παρὰ κληῖδα λιάσθη ἐς πνοιὰς ἀνέμων : ἡ δ ' ἐξ
, τὸν μὲν ὑπὸ κραδίην , τὸν δ ' ἐς κληῖδα τυχήσας . Δάμνατο δ ' ἄλλοθεν ἄλλον : ἐπέστενε
5088733 χρηιζων
τλήμων ἀλῶμαι χρόνον ὅσονπερ Ἰλίου πύργους ἔπερσα , κἀς πάτραν χρήιζων μολεῖν οὐκ ἀξιοῦμαι τοῦδε πρὸς θεῶν τυχεῖν . Λιβύης
παθὼν ἀπ ' ἐμεῦ ἀγαθὸν μέγα μὴ χάριν οἶδας , χρήιζων ἡμετέρους αὖθις ἵκοιο δόμους . Ἔστε μὲν αὐτὸς ἔπινον
5087631 Ἀπιωνα
ὁ πιστὸς ἑταῖρος . . Καὶ παρὰ Ἀλκαίῳ οἱ περὶ Ἀπίωνα τὸν Μόχθον τὸ Κυλλάνας ο μέδεις ἐν ῥήματος συντάξει
, , : ἰστέον ὅτι τὸ ἄρνυμαι τρία δηλοῖ κατὰ Ἀπίωνα τὸν διδάσκαλον : τὸ λαμβάνω , τὸ τιμωροῦμαι καὶ
5082208 ἐγκονεοντες
ἀμφὶ πανήμεροι ἑψιόωντο : ἦρί γε μὴν ἐπὶ νῆα κατήισαν ἐγκονέοντες , καὶ δ ' αὐτὸς σὺν τοῖσι Λύκος κίε
τουτέστι πλέον τῶν ἁλιέων προσπεύδουσιν . Ἀφραδίῃσι : μωρίαις . ἐγκονέοντες : σπουδάζοντες , σπεύδοντες . Τοίῃ : ὁμοίᾳ .
5073450 τρυχομενος
Ἰδαῖα μίμνων λειμώνι ' ἔπαυλα μηνῶν ἀνήριθμος αἰὲν εὐνῶμαι χρόνῳ τρυχόμενος , κακὰν ἐλπίδ ' ἔχων ἔτι μέ ποτ '
κινεῖσθαι δὲ λέγεται , οὐκ εὐμαρῶς ἀναφέρει τοῖς παρὰ φύσιν τρυχόμενος . ὥστε ἐπίπονον αὐτῷ καὶ τὸ μεμῖχθαι τῷ σώματι
5073211 εὐσταλεως
Πηλείδης . Ἣ δ ' ὦκα μίγη κονίῃ καὶ ὀλέθρῳ εὐσταλέως ἐριποῦσα κατ ' οὔδεος : οὐδέ οἱ αἰδὼς ᾔσχυνεν
διάστασιν δὲ , ἀγκώνων θέσει καὶ παραθέσει . Ἱμάτιον , εὐσταλέως , εὐκρινέως , ἴσως , ὁμοίως , ἀγκῶσιν ,
5073007 αἰτουντι
πῶς δὲ ἂν δοίη τῷ πρὸς τὰς ὁρμὰς αὐτεξουσίῳ μὴ αἰτοῦντι ὁ διδόναι πεφυκὼς θεός ; ἵν ' οὖν μήτε
κατέπρησεν , αἱ πλησίον αὐτῷ πόλεις καταπλαγεῖσαι προσετίθεντο στρατιάν τε αἰτοῦντι παρέσχον ἐς μυρίους πεζοὺς καὶ ἱππέας χιλίους : μεθ
5072556 Κουρτικης
ἐμπειρίαν κεκτημένος τοῦ ἀποβησομένου , παρρησιασάμενος αὐτός τε καὶ ὁ Κουρτίκης φησίν : Οὐδ ' αὐτοὶ ἀγνοοῦμεν ὅτι σε τῶν
: ἐν δὲ τῷ εἰσέρχεσθαι εἰς τὴν μεγαλόπολιν τοιαῦτα ὁ Κουρτίκης πρὸς τὸν Παλαιολόγον ἔλεγεν : Ὀψόμεθα πάντως ὅσα κακὰ
5071943 Ὠπος
Θῶνος . Ἦρος : τοῦ ἔαρος , κατὰ κρᾶσιν . Ὠπός : τῆς προσόψεως . Τυνδάρεω : ὄνομα κύριον .
Θῶνος . Ἦρος : τοῦ ἔαρος , κατὰ κρᾶσιν . Ὠπός : τῆς προσόψεως . Τυνδάρεω : ὄνομα κύριον .
5071883 ἐλειπες
σὺ δ ' ἐν δίφροις σὺν τῶιδε νύμφη δῶμ ' ἔλειπες ὄλβιον . κακὸς γὰρ ὅστις μὴ σέβει τὰ δεσποτῶν
† ἐξέφυγον . μόρον ] † ἤγουν τὸν ὄλεθρον . ἔλειπες ] † κατέλειπες . οἶσθα ] † γινώσκεις .
5071687 Δριος
ἐπὶ τὴν χώραν περιέτυχον ταῖς Διονύσου τροφοῖς περὶ τὸ καλούμενον Δρίος τῷ θεῷ ὀργιαζούσαις ἐν τῇ Φθιώτιδι Ἀχαΐᾳ . ὁρμησάντων
θάλατταν ἔφυγον , αἱ δ ' εἰς ὄρος τὸ καλούμενον Δρίος : Κορωνίδα δ ' ἁρπαγεῖσαν συναναγκασθῆναι τῷ Βούτῃ συνοικῆσαι
5070655 ηὐλιζοντο
κάππεσε δούπῳ . Κεῖνο μὲν οὖν Κρήτῃ ἐνὶ δὴ κνέφας ηὐλίζοντο ἥρωες : μετὰ δ ' οἵγε νέον φαέθουσαν ἐς
τὰς ἁμάξας , αἳ ἔτι ἐγγὺς ἐλθοῦσαι πρὸς τὰς πύλας ηὐλίζοντο , ὡς φοβούμεναι πολεμίους . Ἃς ἔδει ἐν καιρῷ
5070274 Ἀχραδινης
τὰς ἐλπίδας ἐν αὐτοῖς ἔχων τοῖς μισθοφόροις , τῆς μὲν Ἀχραδινῆς καὶ τῆς Νήσου κύριος ἦν , τὸ δὲ λοιπὸν
τοῖς παισὶ παραδοῦναι τὸ σῶμα , κελεύσαντας ἕλκειν διὰ τῆς Ἀχραδινῆς , καὶ καταβαλεῖν εἰς τὰς Λατομίας . . .
5068915 διελυετο
: ὁ δὲ κατ ' ὀλίγον ὑπαπιὼν ἐς καπνὸν ἠρέμα διελύετο . κἀπειδὴ τάχιστα ἐπτερυξάμην , αὐτίκα φῶς με πάμπολυ
ἐκκαύσαντας τὸ δεινὸν καὶ κατασβέσαι . ἡ μὲν δὴ ἐκκλησία διελύετο . Οἱ δ ' ὕπατοι τῇ κατόπιν ἡμέρᾳ συνεκάλουν
5064720 δαρον
τὰ θεῶν αὔξοντας σὺν μαινομέναι δόξαι . κρυπτεύουσι δὲ ποικίλως δαρὸν χρόνου πόδα καὶ θηρῶσιν τὸν ἄσεπτον : οὐ γὰρ
ἄπο , λιμένα δὲ Ναυπλίειον ἐκπληρῶν πλάτηι ἀκταῖσιν ὁρμεῖ , δαρὸν ἐκ Τροίας χρόνον ἄλαισι πλαγχθείς : τὴν δὲ δὴ
5064225 ὠκυποροισι
αἴ κε πίθηται . ἀλλὰ σὺ μὲν νῦν νηυσὶ παρήμενος ὠκυπόροισι μήνι ' Ἀχαιοῖσιν , πολέμου δ ' ἀποπαύεο πάμπαν
' ἄγεθ ' , ὅσσοι ἔτ ' εἰμὲν ἐπ ' ὠκυπόροισι νέεσσι , καρπαλίμως φεύγωμεν ἑὴν ἐπὶ γαῖαν ἕκαστος ,
5062944 ἠνεγκον
κοὐκ ὄζον γάμων . Τάλαιν ' ἐγώ , τὸ Ῥόδιον ἤνεγκον μύρον . Ἀγαθόν : ἔα αὔτ ' , ὦ
† κακός : βροτῶν δὲ πιστὸν οὐδέν Διονύσου τοῦ ταυροφάγου ἤνεγκον , , ἐπ ' αὐτῶν βωμῶν Λήθην τε τὴν
5058954 ἐρημαιην
φορητὸς οὐδὲ σωφρονῶν ἥμιν ; ” Λέοντα φεύγων ταῦρος εἰς ἐρημαίην σπήλυγγα κατέδυ ποιμένων ὀρειφοίτων , ὅπου τράγος τις χωρὶς
πῦρ ἴδιον πλεκτῇσιν ἐνὶ κλισίῃσι βαλόντες : Ἰλιάδος δὲ λιπόντες ἐρημαίην χθονὸς ἀκτὴν πλώετε πασσυδίῃ ψευδώνυμον οἴκαδε νόστον , εἰσόκεν
5056548 ἀπονεεσθαι
ἐκτελέουσιν ὑπόσχεσιν ἥν περ ὑπέσταν , Ἴλιον ἐκπέρσαντ ' εὐτείχεον ἀπονέεσθαι . Τοῦτο γὰρ ποιήσας προσέκρουσε μὲν οὐδαμῶς τοῖς Ἀχαιοῖς
πρῶτος δὲ ῥοὰς ποταμῶν ἀφικάνεις , πρῶτος δὲ σταθμόνδε λιλαίεαι ἀπονέεσθαι ἑσπέριος , νῦν αὖτε πανύστατος . ἦ σύ γ
5055894 διαπρεπον
τὴν ψυχὴν εἶναι ἐράσμιον : τί τὸ ἐπὶ πάσαις ἀρεταῖς διαπρέπον οἷον φῶς ; Βούλει δὴ καὶ τὰ ἐναντία λαβών
. ἔθετ ' ] ἐποιήσατε . ἄελπτον ] ἀνέλπιστον . διαπρέπον ] μέγα . δέδορκεν ] ἐθεάσατο . ἄτα ]
5055621 ΔΖΝ
ΔΖΝ ὀρθογώνιον κύκλος τξ : ὥστε καὶ ἡ μὲν ὑπὸ ΔΖΝ γωνία τοιούτων ἐστὶν δ ια , οἵων αἱ β
ΖΝ περιφέρεια τοιούτων Ϙγ λ , οἵων ὁ περὶ τὸ ΔΖΝ ὀρθογώνιον κύκλος τξ . καὶ ἡ ὑπ ' αὐτὴν
5052046 ἀπεχωρησεν
Μελάνθου βασιλεύοντος . ὁ μὲν δὴ ἄλλος στρατὸς τῶν Πελοποννησίων ἀπεχώρησεν ἐκ τῆς Ἀττικῆς , ἐπειδὴ ἐπύθοντο τοῦ Κόδρου τὴν
Ῥωμαίων ἐλπίσι ψυχαγωγούμενος ἀπέστη μετὰ τῶν ἱππέων καὶ πρὸς Καικίλιον ἀπεχώρησεν . ὁ δὲ Ψευδοφίλιππος ἐπὶ τοῖς πραχθεῖσιν ἀγανακτήσας τήν
5047638 ἀντιθεοις
γ ' ὀΐω πειρήσεσθαι , εἰ ἐτεὸν δὴ κεῖθι σὺν ἀντιθέοις ' ἑτάροισι ξείνισας ἐν μεγάροισιν ἐμὸν πόσιν , ὡς
με θυμὸς ἀνώγει ναυτίλλεσθαι , νῆας ἐῢ στείλαντα , σὺν ἀντιθέοις ' ἑτάροισιν . ἐννέα νῆας στεῖλα , θοῶς δ
5047608 ὀπασσας
οἱ ἀποκταμένοιο νέκυν ποτὶ νῆας ἔνεικα πολλοῖς δυσμενέεσσιν ἀνηλέα πότμον ὀπάσσας : τοὔνεκά μοι κείνοιο περικλυτὰ τεύχεα δῶκε δῖα Θέτις
. τοῖς δὲ δίχ ' ἀνθρώπων βίοτον καὶ ἤθε ' ὀπάσσας : τοῖς ἐπὶ Ἀγαμέμνονα χωρὶς τῶν λοιπῶν ἀνθρώπων βίον

Back