, ἐξ οὗ τὸ ποτὸν λαμβάνουσι , καὶ τὸ ὕδωρ ἐκτρέψας οἴνου μέλανος βάλοι , πιόντα πεσεῖται καὶ ἁλώσεται . | ||
κόπρου τὴν γῆν . καὶ ὁ μὲν καὶ τοῦτο ἐξειργάσατο ἐκτρέψας τοῦ Μηνίου τὸ ῥεῦμα ἐς τὴν κόπρον : Αὐγέας |
, θαρροίην . καὶ τί γάρ , ἠρόμην , τὸ ταράττον ; οὐδέν , ἔφη , μέγα δὲ ὅμως ἥμερόν | ||
. συνηγορεῖν , καὶ ὑπέρδικοι οἱ συνήγοροι . θρᾶττον . ταράττον , ἐνοχλοῦν . οὐδ ' ὁ Ἡρακλῆς . παροιμία |
[ θάτερον ] παρεμπεῖπτον ἐπεσπάσατο [ ] εὐθὺς τὸ ἕτερον ἐπινόημα κατὰ [ ] μεικρὸν πρῶτον ἐγγεινόμενον [ ] καὶ | ||
] φρόντισμα , ἐπιτήδευμα , ἐφεύρεμα . , νόημα , ἐπινόημα , διανόημα . , ἡ ἐπιστήμη ἡ ἐπινοηθεῖσα . |
πᾶν στέρνον μέγα καὶ ἀμφιλαφὲς σαρκὶ λαγαρᾷ , λάγνοι καὶ οἰνόφλυγες . Μετάφρενον κρατερὸν ἄριστον : τὸ δὲ ἀσθενὲς καὶ | ||
καθόλου γὰρ πάντα ἁμαρτήματα εὕροι τις ἂν πανταχοῦ , καὶ οἰνόφλυγες καὶ πόρνοι καὶ γυναιμανεῖς ἐν πάσαις εἰσὶ ταῖς πόλεσιν |
ὀργάνοις μέσοις πολλοῖς οἱ θεοὶ χρώμενοι τὰ σημεῖα τοῖς ἀνθρώποις ἐπιπέμπουσι , δαιμόνων τε ὑπηρεσίαις καὶ ψυχῶν καὶ τῆς φύσεως | ||
φόβους τοῖς μιαιφόνοις ἐμβάλλουσιν , οἵους δὲ παλαμναίους τοῖς ἀνοσίοις ἐπιπέμπουσι ; τοῖς δὲ φθιμένοις τὰς τιμὰς διαμένειν ἔτι ἂν |
ἅ γε οὐκ ἦν ἀκίσιν [ βαλεῖν ] , οὐ συντρίψαι λίθοις , οὐ καῦσαι φλογί . οὐ μὴν παρὰ | ||
δὲ οἱ ἀστράγαλοι μέλανες εἶναι : καὶ εἴ τις αὐτοὺς συντρίψαι , εἶναι τοιοῦτοι καὶ τὰ ἔνδον . εἰσὶ δὲ |
πρὸς αὐτό . οἱ δ ' Ἀθηναῖοι ὡς ᾔσθοντο , ἀντεπῇσαν : ὁ δὲ γνοὺς κατὰ τάχος ἀπήγαγε τοὺς σφετέρους | ||
καὶ ἐνταῦθα Παγώνδου , παιανίσαντες ἐπῇσαν ἀπὸ τοῦ λόφου . ἀντεπῇσαν δὲ καὶ οἱ Ἀθηναῖοι καὶ προσέμειξαν δρόμῳ . καὶ |
ὠχοῦ , ἐπῄρου , καὶ ταχέως ἐπίστευες πρὶν δοκιμάσαι : ὀρταλίζειν δὲ λέγεται ἐπὶ τῶν ἀρχομένων ἀναπτερύσσεσθαι ὀρνίθων . ΓΘ | ||
καὶ πλεονασμῷ τῆς αλ συλλαβῆς ὀρταλίζω . δηλοῖ δὲ τὸ ὀρταλίζειν τὸ ἀναρρίπτειν τὰ νήπια τῶν παιδίων , οἷον ὀρούειν |
συμβὰν οὕτως , ἐπακολουθήσῃ . Ἔστι γε μὴν ἐχθρὸς τῷ ἀετῷ , καὶ μισεῖται λίαν , ὅτι αὐτοῦ διαφθείρειν οὐκ | ||
. λέγει δὲ τὴν Ἑλένην , ἐπεὶ καὶ τὸν Ἀλέξανδρον ἀετῷ εἴκασεν ἐπὶ τὴν ἁρπαγὴν ἐπειγόμενον . τρήρωνα δὲ αὐτὴν |
σάρκα : ὥσπερ δέρμα εἴ τις ἀλείψειεν ἐλαίῳ πολλῷ καὶ ἐῴη ἀναπιεῖν , καὶ , ἐπὴν ἀναπίῃ , πιέζῃ τὸ | ||
; Τοῦ πρὸς τί παράδειγμά ποτε ἀποβλέψας ἂν τὸ μὲν ἐῴη πάντας μανθάνειν τοὺς νέους , τὸ δ ' ἀποκωλύοι |
ἕτοιμον : δίψα ἐγκαταλειφθεῖσα καὶ στόματος ἐπιξηρασίη καὶ ἀηδίη καὶ ἀποσιτίη τοῦτον τὸν τρόπον : πυρετοὶ δὲ οὐκ ὀξέες οἱ | ||
ὑγιέας ἔχουσι , σπασμὸν γὰρ ἐμποιέει . Ἀπυρέτῳ ἐόντι , ἀποσιτίη , καὶ καρδιωγμὸς , καὶ σκοτόδινος , καὶ στόμα |
ἑαυτὸν σοφίᾳ περιέρχεται τὸν θῆρα : τῶν γὰρ ὀρνίθων ὧν θηράσας ἔτυχε προσήγαγε , καὶ προύτεινέν οἱ ξένια ταῦτα καὶ | ||
λυττῶδες τὸ ἐς τὰ ἀφροδίσια κατηγορεῖ ἥδε ἡ ἄγρα . θηράσας ἀνὴρ ἁλιεὺς θῆλυν , καὶ ἐνδήσας καλάμῳ μακρῷ ἢ |
. Κεἴ τις δορυξὸς ἢ κάπηλος ἀσπίδων , ἵν ' ἐμπολᾷ βέλτιον , ἐπιθυμεῖ μαχῶν , ληφθείς γ ' ὑπὸ | ||
ἢ ἵνα πορίζῃ πλεῖον . Γ συνήθως νῦν τὸ “ ἐμπολᾷ ” ἀντὶ τοῦ “ πωλεῖ ” . πολλάκις δὲ |
ὅσα τοιαῦτα . ὅπλα πολλὰ ἐρεῖς , εἰ θεατρικῶς πομπεύειν θελήσειας , εὐτύχημα τοῦτο τῆς πόλεως , τὸ μηδὲ χειροτονῆσαι | ||
Ἀθηνῶν . εἰ δὲ ἐλθεῖν ἐς Ἦλιν διὰ τοῦ πεδίου θελήσειας , σταδίους μὲν εἴκοσι καὶ ἑκατὸν ἐς Λετρίνους ἕξεις |
καὶ λεπτύνει καὶ ἀποξύει . κἄν πού τις τροφὴ παχυμερὴς προσληφθείη , λεπτύνεταί τε καὶ κατεργάζεται περιουσίᾳ τῆς τοῦ ὄξους | ||
τὸ κατ ' ἄθροισιν προσλαμβανόμενον ἔξωθεν , εἰ καὶ μὴ προσληφθείη τὸ ἀόριστον , ὅμως περιβολήν τινα , οἷον δύο |
ἵνα ἀποθάνῃ : λελέπτυνται : ἆρά γε ἰσχύουσα φαγεῖν οὐ τρώγει διὰ τὸ θέλειν ἀποθανεῖν , ἢ κἂν βούληται , | ||
' ἄκρης ἐς θάλασσαν σπεύδοντες κοὐκ ὡς κύων λαίθαργος ὕστερον τρώγει . ὀλίγα φρονέουσιν οἱ χάλιν πεπωκότες . δύ ' |
σμύρνιον , τρίφυλλον , ὕσσωπον , χαλβάνη , χαμαίδρυς . σφοδρότατα δὲ θερμαίνει ἀδάρκη , εὐφόρβιον , θαψία , κεδρέας | ||
ἀναθορὼν ἐπὶ τὴν στρωμνὴν καὶ περιβὰς τὸν τροφέα , ὑλάκτει σφοδρότατα , οἷα δὴ ἀμυνούμενος τὸν ἐπιόντα . ἐξήγρετο τοίνυν |
ἕν ἐστ ' ἀληθὲς φίλτρον , εὐγνώμων τρόπος . τούτῳ κατακρατεῖν ἀνδρὸς εἴωθεν γυνή . οἰκεῖον οὕτως οὐδέν ἐστιν , | ||
τὰ καθόλου συμπτώματα θεωρίας , ὡς προηγουμένης καὶ τὰ πολλὰ κατακρατεῖν δυναμένης τῶν περὶ ἕνα ἕκαστον τῶν ἀνθρώπων κατὰ τὸ |
ὑδρόμελι νύκτα μίαν προβρέχουσι τὰ σπέρματα . δεῖ δὲ τὸ φυτευόμενον σπέρμα ὀρθὸν τιθέναι , τὸ μείουρον πρὸς τὴν γῆν | ||
τῶν σκιλλῶν παραφυτεύσει . Τέως εἰδέναι χρή , ὅτι τὸ φυτευόμενον ποτὲ μὲν ὅλον εἰς τὴν γῆν κρύπτεται , ποτὲ |
ἐπειδὴ ἑώρων ἡμᾶς ἐν τῷ μένειν κακῶς μὲν πάσχοντας , ἀντιποιεῖν δὲ οὐ δυναμένους . ἐπειδὴ δὲ ἐδιώκομεν , ἀληθῆ | ||
? ? πρέπειν ? [ . τί δ ' [ ἀντιποιεῖν ? ] [ ! ! ! ] ! ιπλουν |
μὴ ἅπτειν , ἀλλ ' ἴσως , [ καὶ ] ἔξεις τὸ ζητούμενον . Κρεῖττον δέ ἐστιν χωνεῦσαι εἰς χώνην | ||
Σὺ μέντοι εἰ μὲν ἀξιοῖς ἡσυχίαν ἔχειν καὶ σιωπᾶν , ἔξεις ἡμᾶς ἐπιτηδείους ὥσπερ καὶ πρότερον : εἰ δὲ μή |
τούς τε θυρεοὺς καὶ τὰ κράνη καὶ πᾶν σκεπαστήριον ὅπλον συντρίβουσι . κατὰ δὲ τὴν εὐστοχίαν οὕτως ἀκριβεῖς εἰσιν , | ||
ἐστί : πᾶν ὅ τι ἂν ὑπ ' αὐτοῖς λάβωσι συντρίβουσι ῥᾶιστα , ἐάν τε λίθος ἦι ἐάν τε ἥμερον |
' ἀνδρῶν καὶ μειρακίων πινόντων : ὁμοῦ δ ' ἄλλων γρᾴδι ' ἦν μεγάλαισιν οἴνου χαίροντα λεπασταῖς . Θεόπομπος Παμφίλῃ | ||
ὠς ἀπόλωλο . Ποῦ τὸ γέροντ ' ἐντευτενί ; Ὦ γρᾴδι ' , ὦ γρᾶ ' . Οὐκ ἐπαινῶ , |
ἀσκητικὸν δέ τινα βίον καὶ οὐδαμῶς φαῦλον οὐδ ' εὐτελῆ διαπλέκειν , θεραπείας δὲ καὶ ταμιείας αὖ καὶ παιδοτροφίας εἴς | ||
ἡδέως , τὸ λοιπὸν ὡς ἡμᾶς ἐλθέτω . 〛 〚 διαπλέκειν : Ἢ διαποικίλλειν ἢ διάγειν . 〛 〚 τῷ |
, ἁρπακτὸς δὲ ὁ πλοῦς , καὶ οὐκ ἂν ῥᾳδίως ἐκφύγῃ τις τὸν κίνδυνον ἐμπιπτόντων ἐξαίφνης πνευμάτων ἐναντίων τοῖς δοκοῦσιν | ||
] η . θεοῦ ] * συνίζησις . ἀλύξει ] ἐκφύγῃ ἄν . κραιπνῷ ] ταχεῖ . πηδήματος ] ὃς |
ῥαδίᾳ μεταβολῇ , τὰ δὲ τῇ τῶν παρυφισταμένων παχύτητι . Ἐνδέχεται δὲ καὶ δυοῖν ἢ τριῶν ἢ καὶ πλειόνων συμπλακέντων | ||
, ὁτὲ δὲ καὶ τροφὰς οὐκ ἔχοντα τὰς οἰκείας . Ἐνδέχεται γὰρ καὶ τοῦτο κωλύειν ὁμοίως καὶ τὰ ζῶα καὶ |
, ἄλλως τε καὶ ἢν ἐπιπυρετήνωσιν . κγʹ . Τὰ περιμάδαρα ἕλκεα κακοήθεα . κδʹ . Ὀσφῦν ἀλγέοντι ἀναδρομὴ ἐς | ||
οἱ δὲ τὸν φόβον . πόνοι : αἱ ἐνέργειαι . περιμάδαρα ἕλκεα : ἄτροφα καὶ ἀνώμαλα . προσάρματα : τροφαί |
ἀντείποι . Ἀλλὰ σχήματα μὲν ταῦτα τοῦ ἐνδιαθέτου λόγου . Κῶλα δὲ καὶ συνθήκη ἀνάπαυσίς τε καὶ τὸ ἐκ τούτων | ||
καὶ ὅσα τοιαῦτα . Ἀλλὰ σχήματα μὲν ταῦτα λαμπρότητος . Κῶλα δὲ τὰ μέλλοντα ποιήσειν τὸν λόγον λαμπρὸν μακρότερα εἶναι |
δὲ τὴν ὁρμήν . Δρωπακίζειν ἀδόκιμον , ἀρχαῖον δὲ τὸ παρατίλλεσθαι ἢ πιττοῦσθαι . Στέμφυλα : οἱ μὲν πολλοὶ τὰ | ||
ὁρμὴν ἐρεῖς Ἀττικῶς . Δρωπακίζειν ἀδόκιμον , ἀρχαῖον δὲ τὸ παρατίλλεσθαι ἢ πιττοῦσθαι . Στέμφυλα οἱ πολλοὶ τὰ τῶν βοτρύων |
προσώπῳ , τὸ πρόσωπον περιχρίει , ἐπεντρίβει , καλλιγραφεῖ , φύκει πυρσαίνει , ψιμυθίῳ λευκαίνει , τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑπογράφει , | ||
ἤρκεσε φρύνης , λιμναίης φρύνης πολυηχέος ἥ τ ' ἐπὶ φύκει πρῶτον ἀπαγγελέουσα βοᾷ θυμάρμενον εἶαρ . ναὶ μὴν τοῖς |
τοιαύτῃσι τοῦ πταρμικοῦ προσφέρειν , ἐπιλαμβάνειν δὲ τὸν μυκτῆρα καὶ πτάρνυσθαι , καὶ τὸ στόμα πιέζειν , ὅκως ὁ πταρμὸς | ||
διόμνυσθαι , φράγνυσθαι , ζώννυσθαι , ὀμόργνυσθαι , δαίνυσθαι , πτάρνυσθαι , καὶ ὅσα τοιαῦτα . Χρῄζω τὸ χρείαν ἔχω |
γενόμενον . Τάχα δὲ οὐδὲ ὄψεται λεκτέον , τὸ δὲ ὀφθέν , εἴπερ δεῖ δύο ταῦτα λέγειν , τό τε | ||
καί τι ἕτερον εἴη συνεργὸν αἴτιον , ἀλλὰ τοιοῦτο μὲν ὀφθέν , τάχ ' ἂν καὶ ἀρχή τις εἴη νοσήματος |
ὁ λόγος , καὶ ὅπη ὑγιές , ἵνα τὸ μὲν πρόσοιτο , τὸ δὲ ἐξελέγξειε . , . . Μαρῖνος | ||
ἡγεῖται καὶ σαφῶς οἶδε μηδὲν ἔχουσαν βέβαιον , ἑκὼν ἂν πρόσοιτο ; * Ῥωμαῖοι γάρ εἰσιν οἱ πλείους αὐτῶν , |
δ ' οἷσι σὺν ὄχλῳ : ἔστι δ ' οἷσι καρφαλέον καὶ περιτεταμένον τὸ δέρμα καὶ ἁλμυρῶδες . Αἱ ναρκώσιες | ||
ὀφθαλμοὶ γὰρ κοῖλοι , κρόταφοι συμπεπτωκότες , ῥὶς ὀξεῖα , καρφαλέον μέτωπον , ἢν μὴ καλῶς ἀκούῃ ἢ ἐνορώῃ , |
καρποῖς : ἔχουσι δὲ καὶ πρόβατα ὀλίγα ὥστ ' οὐδὲ κατακόπτουσι φειδόμενοι τῶν ἐρίων χάριν καὶ τοῦ γάλακτος : τὴν | ||
δὲ ὄντες οὐχ ἡσσηθήσονται . . . οἳ τοὺς πύργους κατακόπτουσι καὶ κατερείπουσιν . ἱππιοχάρμας δὲ κλόνους λέγει τοὺς πολεμικοὺς |
, καὶ ἀτιμίαις . ἐγκατέδησε : συνέκλεισεν , ἐδέσμησεν . Γαστήρ : γνώμη . ἀνάσσει : βασιλεύει . Ἠερίῃς : | ||
γαμηρὸς , συγκοπῇ καὶ προσθέσει τοῦ β , γαμβρός . Γαστήρ , ὅτι γαστρίζει ἡμᾶς ἐπιχορηγοῦσα τὴν τροφήν . Γλουτοί |
ἐπὶ τειχομαχίᾳ γεγενημένην ποτέ , καὶ μάλιστα δὴ περὶ τὸ κατερριμμένον τοῦ τείχους . μεθυσθέντες γὰρ τῷ πολέμῳ καὶ ὅλους | ||
δὲ ἐντὸς τοῦ ἄστεος ὁρῶντες τό τε πολὺ τοῦ τείχους κατερριμμένον καὶ τὸν βασιλέα ὅσον οὐκ ἤδη προσβαλοῦντα αὐτοῖς ἰσχυρῶς |
, τῶν τε πινόντων πολλοὶ μὲν ἀπεπνίγοντο , ὀλίγοι δὲ περιεγίνοντο : νῦν δὲ δοκεῖ ἀσφαλέστατον εἶναι . Ἡ πόσις | ||
Ἕλληνες ταῖς ἀρεταῖς ὑπερεῖχον , οἱ δὲ βάρβαροι τοῖς πλήθεσι περιεγίνοντο . ἔνθα δὴ τῶν στρατοπέδων ἐπὶ πολὺν χρόνον φιλοτίμως |
χαρίτων μὲν ὄζει , καλλαβίδας δὲ βαίνει , σησαμίδας δὲ χέζει , μῆλα δὲ χρέμπτεται . Ἀντιφάνης Δευκαλίωνι : σησαμίδας | ||
Εὔπολις ἐν Κόλαξιν : καλλαβίδας δὲ βαίνει , σησαμίδας δὲ χέζει . θερμαυστρίς , ἑκατερίδες , σκοπός , χεὶρ καταπρηνής |
κινδυνεύεις . Ὑπηνέμια τίκτει : ψευδῆ καὶ ἀβέβαια . Ὕδραν τέμνεις : ἐπὶ τῶν ἀμηχάνων . Ὗς λουσαμένη εἰς κύλισμα | ||
ἕτερος γέγονας καὶ αἰτῶν παρὰ τῶν θεῶν ὁ αὐτὸς εἶναι τέμνεις ἄλλην ὁδὸν ἑκὼν ἡδίω μὲν ἐμοί , ταῖς δὲ |
καὶ ἔνωμα . Ἐνίοτε δ ' αὖ παχύνεται διόλου καὶ ἀναθολοῦται τὰ οὖρα , ὑγρότης δ ' ἀμβλύνοι ἂν τὴν | ||
, ἢ γὰρ ἐξουρεῖται λεπτὸν καὶ μένει λεπτὸν , ἢ ἀναθολοῦται καὶ γίνεται παχύ : καὶ τὸ ἀνάπαλιν καὶ οὐρεῖται |
σημεῖον , ὅτε οὗ ἐκκαλυπτικόν ἐστι , τὸ σημειωτόν , προκαταλαμβάνεται αὐτοῦ ; ἄλλως τε καὶ μαχόμενόν τι προσδέξονται οἱ | ||
σημειωτοῦ ἢ συγκαταλαμβάνεται αὐτῷ ἢ ἐπικαταλαμβάνεται αὐτῷ : οὔτε δὲ προκαταλαμβάνεται οὔτε συγκαταλαμβάνεται οὔτε ἐπικαταλαμβάνεται , ὡς παραστήσομεν : οὐκ |
οἱ λοιποὶ δ ' ἔς τι χῶμα πρὸ τοῦ στρατοπέδου ἀναθορόντες αὐτό τε διέσωσαν γενναίως ἀμυνόμενοι καὶ τὸν Ἀννίβαν ἐκώλυσαν | ||
δὲ πρὸς μὲν τὴν κάμηλον ἐφοβήθησαν καὶ ὀλίγου δεῖν ἔφυγον ἀναθορόντες , καίτοι χρυσῷ πᾶσα ἐκεκόσμητο καὶ ἁλουργίδι ἐπέστρωτο καὶ |
. εὐθὺς : ἐν ἀρχῇ . ἐντετυλίχθαι ] τὸ ἐναντίον γυμνοῦσθαι , ἐκκεκαλύφθαι . ὅταν ὀρχεῖσθαι : ὠρχοῦντο γὰρ ἐν | ||
πρῶτον τοίνυν ἀποδύσωμεν αὐτούς : ἀνάγκη γὰρ τοὺς μέλλοντας ὁπλίζεσθαι γυμνοῦσθαι πρότερον . θεῶ δὴ τοὺς ἄνδρας , ὦ γενναῖε |
ἦλθε , δὴ τότε Φοῖνιξ ἦλθεν ἀνὴρ ἀπατήλια εἰδώς , τρώκτης , ὃς δὴ πολλὰ κάκ ' ἀνθρώπους ἐεόργει : | ||
: „ δὴ τότε Φοῖνιξ ἦλθεν ἀνὴρ ἀπατήλια εἰδώς , τρώκτης „ . ἐκ τοῦ τρῶ σημαίνοντος τὸ βλάπτω παράγωγον |
πυρετὸς ὀξύς : οὖρα πάχος ἔχοντα : ὑπόστασις λευκή . Ἑκκαιδεκάτῃ , παρωξύνθη : νύκτα δυσφόρως : οὐχ ὕπνωσεν : | ||
, ὑπέστρεψεν . Περὶ δὲ τεσσαρεσκαιδεκάτην , πυρετὸς ὀξύς . Ἑκκαιδεκάτῃ , ἤμεσε χολώδεα , ξανθὰ , ὑπόσυχνα . Ἑπτακαιδεκάτῃ |
τινα ἐπιβουλὴν μηχανήσηται , φθάσας αὐτὸν συνέλαβε καὶ πιεῖν κώνιον συνηνάγκασε . τοὺς δὲ συνηκολουθηκότας στρατιώτας ἐπαγγελίαις δημαγωγήσας κατέμιξε τοῖς | ||
νικήσας , καὶ τοὺς μὲν ἀνελὼν τοὺς δὲ διώξας , συνηνάγκασε τὸν Διονύσιον γυμνὸν διανήξασθαι τὸ ῥεῖθρον τοῦ ποταμοῦ καὶ |
ἅρπαξ καὶ πονηρὸς καὶ πολυπράγμων . πυτιναῖα μόνον ἔχων : Ὄρνεον μικρὸν ἡ πυτίνη . . ὄρνεον μικρόν . πυτίνη | ||
δ ' ἀλώπηξ ἄνω θεασαμένη κάτωθεν ἔστη προσφέρουσα ἐπαίνους : Ὄρνεον καλὸν καὶ εὐμέγεθες λίαν χερσὶ κρατούμενον βασιλικαῖς πρέπεις . |
, μετὰ πλειόνων ἐπελθόντα ἀπεμάχετο πολιορκούμενος . ἐδῄου δὲ καὶ Λαίλιος , ἕτερος τοῦ Κορνιφικίου στρατηγός , τὴν Σεξστίου Λιβύην | ||
εἵπετο κτείνων τε καὶ ζωγρῶν . καὶ τάδε μαθὼν ὁ Λαίλιος διέλυε τὴν τῆς Κίρτης πολιορκίαν καὶ ἐχώρει πρὸς τὸν |
τίς ἀγορεύειν βούλεται πάντων Ἀθηναίων ; ἐκέχρητο δὲ ὁ περιστίαρχος χοίρῳ καὶ τοῖς τοιούτοις ἀκαθάρτοις , διὰ τούτων τοὺς ἀκαθάρτους | ||
, ὑποκύρτου , μικρὸν ὑπερεχούσης τοῦ ὕδατος , ὥστε ἐοικέναι χοίρῳ ἐπιπλέοντι θαλάσσης τὰ νῶτα , ἢ τῆς εἶδος ἐχούσης |
ἐριστικῶς κατὰ τὸ ὄνομα διώκομεν , ἐπεσκεψάμεθα δὲ οὐδ ' ὁπῃοῦν τί εἶδος τὸ τῆς ἑτέρας τε καὶ τῆς αὐτῆς | ||
ἂν ἐπιστήμην ἢ φρόνησιν ἢ νοῦν ἀφανίζων ἰσχυρίζηται περί τινος ὁπῃοῦν . Σφόδρα γε . Τῷ δὴ φιλοσόφῳ καὶ ταῦτα |
, μανῶσιν . γάμοιο : ἀπὸ τοῦ . Ἀγρώσσουσιν : ἀγρεύουσιν , ἀγρεύονται ὑπὸ τῶν Ἰβήρων . κομόωντες : θάλλοντες | ||
δύο εἰσὶ γενεαὶ λυγκῶν : καὶ αἱ μὲν μεγάλαι ἐλάφους ἀγρεύουσιν , αἱ δὲ μικραὶ λαγωούς : καὶ αἱ μὲν |
ἐλευθερίᾳ πολιτεύειν ἀπέδωκεν . . . . , . . καθηγοῦμαι : δοτικῇ . Ἀρριανὸς τετάρτῳ τῶν μετὰ Ἀλέξανδρον : | ||
λιμένα καθηγεῖσθαι . . . . καθηγοῦμαι : δοτικῇ . καθηγοῦμαι ταύταις εἰς τὸν λιμένα . . . . , |
κεχρῆσθαι καί τι βραχὺ κεκονίσθαι πρότερον : ὅσοι δ ' ἔφθανον τὰ τοιαῦτα ποιεῖν , ἐπ ' ὀλίγον μὲν αὐξῆσαι | ||
τὸ τῆς τάξεως πυκνὸν ἐκλύσειαν : μετατάξασθαι γὰρ ἑτέρως οὐκ ἔφθανον . Ῥωμαῖοι δ ' αὐτοῖς οὐ προσεπέλαζον μὲν οὐδ |
δρόμος , καὶ ξόανα τούτων ἕστηκεν ἀμφοτέρων . ἐκεῖθεν δὲ πελάγιον ποιησάμενοι τὸν πλοῦν εἰς Λευκάδα κατάγονται , κατεχόντων ἔτι | ||
, ὁμοίως δὲ καὶ αἱ παραθαλάσσιοι ἀκταὶ ἠχοῦσαι ἐν εὐδίᾳ πελάγιον ἄνεμον καταγγέλλουσι , πολλοῦ δὲ ὄντος ἀνέμου ἐὰν μὴ |
ἔργου Φαραὼ καὶ ἐπενέγκαντα ἐπὶ Φαραὼ τὴν δεκάπληγον διὰ τὸ παρακούειν αὐτόν . ὁρκίζω σε πᾶν πνεῦμα δαιμόνιον , λαλῆσαι | ||
οἰκίας , οὔτε σκοποῦ : ἀλλ ' οὐδὲ παρορᾶν οὐδὲ παρακούειν νομίζουσι τὸν σοφόν , οὐδὲ τὸ σύνολον παραπαίειν κατά |
: καὶ ὅτῳ δοκεῖ ταῦτα , ἀνατεινάτω τὴν χεῖρα . ἀνέτειναν πάντες . ἀναστὰς δὲ πάλιν εἶπε Ξενοφῶν : Ὦ | ||
, ἔφη , ταῦτα δοκεῖ , ἀράτω τὴν χεῖρα . ἀνέτειναν ἅπαντες . Ἀπιόντες τοίνυν , ἔφη , συσκευάζεσθε , |
πυώδεα , ἔστι δ ' ὅτε καὶ μέλανα , καὶ ῥηΐτερον ἔσται , καὶ μελεδανθεῖσα ὑγιαίνεται . Γίνεται δὲ καὶ | ||
τόκου . Κυέουσα ἡ γυνὴ , ἢν μὴ λαγνεύηται , ῥηΐτερον ἀπολυθήσεται τοῦ τόκου . Ἡ τὰ δίδυμα κυέουσα τίκτει |
, ἀντὶ τοῦ μ τῷ β . ταῖς γὰρ μυρσίναις ἀποσοβοῦσι τὰς μυίας . ὁ δὲ τοὺς ῥήτορας εἶπεν . | ||
φαρμάκων . θεραπευμάτων αἷς ] κράσεσι ἐξαμύνονται ] καταγωνίζονται , ἀποσοβοῦσι τρόπους ] ὁδούς ἐστοίχισα ] ἔταξα κἄκρινα ] διέκρινα |
ὅτι ἠναγκασμένοι καὶ ὅτι βουλομένων ἡμῶν ἡσυχίαν ἄγειν Λακεδαιμονίοις οὐ συνέδοξεν , ἀλλ ' εἰς ὅπλα καὶ πόλεμον προὐκαλοῦντο : | ||
τοῖς δὲ δυσμενέσι φοβερώτατα . ἐπεὶ δὲ σκοπούντοιν αὐτοῖν ταὐτὰ συνέδοξεν , ἐκέλευσε τὸν Φεραύλαν ἐπιμεληθῆναι ὅπως ἂν οὕτω γένηται |
γυμνοῦ τὸν βίον , ἄμφω ταῦτα μελετᾶτε , κακολόγοι καὶ βοροὶ πρός τε τούτοις ἄνοικοι καὶ ἀνέστιοι βιοῦντες . : | ||
, ἀλλὰ ἀναχέηται ξὺν τῷ αἵματι ἐϲ τὸ πᾶν . βοροὶ μέν , ἰϲχνοὶ δέ : ὕπνοϲ γὰρ αὐτέοιϲι οὔτε |
ἔσται ποτέ . ἴσος δὲ τοῦτο , ὡς τοῦ Καρρώτου κεκμηκότος ἀβλαβὲς διασῶσαι τὸ ἅρμα . τὰ καὶ τὰ νέμων | ||
τείνουσα μετάσσυτον εἰς φάος ἄλλο . Ἐνταῦθα σεμνῶς τοῦ κρότου κεκμηκότος ἔστην μεσούσης τῶι δρόμωι τῆς ἡμέρας . πάλιν παρῆλθον |
: ἔπειτα εἴρια πινόεντα οἴνῳ ῥαίνων ἐπιδεῖν , καὶ ἐπὴν ἀπολύσῃς , περισπογγίζειν καὶ μὴ βρέχειν : ἔπειτα κυπάρισσον ἐπιπάσσειν | ||
ἐὰν ἀποκόψῃς τὴν οὐράν , καὶ τὸν τράχουρον αὖθις ἐλεύθερον ἀπολύσῃς ἐς τὴν θάλατταν , τήν γε μὴν προειρημένην οὐρὰν |
σικυάζειν τε καὶ καταπλάσσειν , ἥ τε κοιλία ὑπαγέσθω ἁπαλοῖς ἐνέμασι διά τε ἐλαίου καὶ ἀφεψήματος τήλεως ἢ μαλάχης καὶ | ||
εἶναι τὸ φερόμενον , ὀδύνης δὲ χωρὶς , τοῖς δυσεντερικοῖς ἐνέμασι χρηστέον ἐγχυματίζοντας . Ἀποκαθαρθέντων δὲ τῶν τόπων καὶ ἔτι |
ὑπὸ μηδενός , πρός τε τούτοισι ἔτι γελᾶν τε καὶ πτύειν καὶ ἅπασι εἶναι ἀντίον τούτου αἰσχρόν . Ταῦτα δὲ | ||
ἱδρῶτος τὰ σώματα στερεοῦσθαι . νῦν δὲ τὸ μὲν μὴ πτύειν μηδὲ ἀπομύττεσθαι ἔτι διαμένει , τὸ δ ' ἐκπονεῖν |
τὸ μέσον ἀναστᾶσαν ὀρχήσασθαι αὐτοῦ διακωλύοντος καὶ μετὰ ταῦτα φιλῆσαι Λαμπρίαν τὸν ἑταῖρον αὐτοῦ , καὶ ἐπεὶ ἐχαλέπηνέ σοι , | ||
ἐμειδίασε βλέπουσα πρὸς ἐμέ . ὡς δὲ προσιόντα ᾔσθοντο τὸν Λαμπρίαν καὶ ἐκορέσθησάν ποτε φιλοῦντες ἀλλήλους , ἐγὼ μὲν ὅμως |
γὰρ τὸ τὴν δυσχέρειαν παρέχον δυσκατέργαστον ὄν , μετὰ ταῦτα κόπτουσιν ἐν τῷ ὅλμῳ καὶ διαττήσαντες λεπτὰ ἐπιπάττοντες ἐφ ' | ||
τρόπον , οἷον ἐπὶ τῶν γαμούντων ὅτι σήσαμον ἢ κριθὰς κόπτουσιν οἰωνιζόμενοι , ἐπεὶ πολύγονά ἐστι . κατ ' ἐναντίον |
τὰ τέκνα . Κακοπραγμονεῖν γὰρ οὐ πρέπει τὸν ἐλεύθερον . Κόλαζε κρίνων , ἀλλὰ μὴ θυμούμενος . Λιμὴν ἀτυχίας ἐστὶν | ||
ὁμολογοῦντα σωφρονεῖν πλεονάκις ἢ ὀλιγάκις ἁμαρτάνειν λέγοντα πλημμελεῖν πολλάκις . Κόλαζε τὰ πάθη , ἵνα μὴ ὑπ ' αὐτῶν τιμωρῇ |
ἔστι , τέκνον Αἰγέως ; δίδασκέ με , ὡς μὴ εἰδότ ' αὐτὸν μηδὲν ὧν σὺ πυνθάνῃ . Φασίν τιν | ||
καὶ ὄχεσφιν , ἀεικέα μερμηρίζων . τὸν δ ' οὐκ εἰδότ ' ὄλεθρον ἀνήγαγε καὶ κατέπεφνε δειπνίσσας , ὥς τίς |
ἂν πρὸς τὰς ἀνατολὰς περιχωρήσασα ἡ σελήνη ζῴδιον τοῦ ὁρίζοντος ἀπόσχῃ , μένειν δὲ μέχρι ἂν ζῴδιον ὑπὲρ γῆς μετεωρισθῇ | ||
Ξέρξην , ἀπίστους ποιήσῃ τοὺς Ἴωνας καὶ τῶν ναυμαχιέων αὐτοὺς ἀπόσχῃ . Θεμιστοκλέης μὲν ταῦτα ἐνέγραψε . Τοῖσι δὲ βαρβάροισι |
οἰόμενος δὲ καὶ οὗτος μυστήριά τινα καὶ ἀπόρρητα διδάσκειν : ἀπόδυθι , φησί , τὸ ἱμάτιον : γυμνοὶ γὰρ εἰσίασιν | ||
τήμερον . Ὕφαπτε καὶ κάταιθε : σὺ δὲ τὸ Κρητικὸν ἀπόδυθι ταχέως . Τοῦ θανάτου δ ' , ὦ παιδίον |
τε ΕΞ καὶ ἡ ΞΤ , δοθήσεται καὶ ἥ τε ΕΤ ὑποτείνουσα καὶ ἡ ὑπὸ ΤΕΞ γωνία , ἡ ὑπὸ | ||
ὁ κύκλος μοιρῶν τξ , ἑκατέραν δὲ τῶν ΕΣ , ΕΤ μοιρῶν εἶναι β ∠ ʹ , ἑκατέραν δὲ τῶν |
ἐφιστῆται θᾶσσον : πάλῃσι δὲ καὶ τρίψεσι καὶ τοῖσι τοιούτοισι γυμνασίοισιν οὐ ξυμφέρει χρέεσθαι , ὅκως μὴ κοιλοτέρων τῶν πόρων | ||
τὴν ὑστεραίην τοῖσι μὲν περιπάτοισιν αὐτοῖσι χρέεσθαι , τοῖσι δὲ γυμνασίοισιν ἐλάσσοσι καὶ κουφοτέροισιν ἢ πρόσθεν : καὶ ἀνάριστος διαγέτω |
καὶ χειμῶνι . Ἀλλ ' εἰ μὴ παρακολουθοῖ , ἢ παρατείνοι τὸ ἀλγεῖν ἐπὶ τοσοῦτον αἰρόμενον , ὥστε ἐν τῷ | ||
τῷ σφοδρῷ ὅμως μὴ ἀποκτιννύναι ; Ἀλλ ' εἰ μὲν παρατείνοι , τί χρὴ ποιεῖν βουλεύσεται : οὐ γὰρ ἀφῄρηται |
ᾠὰ , σεμίδαλις . εἰώθασι δὲ καὶ τὸν ἐγκέφαλον ὀπτᾶν κατειλήσαντες τοῖς τῆς συκῆς φύλλοις , ἢ μετὰ τῆς ἄλλης | ||
μετὰ δὲ τοῦτο μολύβδου σωλῆνα περιβαλοῦμεν τῇ βαλάνῳ πάσῃ , κατειλήσαντες αὐτὴν ἐσκελετευμένῃ παπύρῳ : οὕτως γὰρ διὰ τὴν τοῦ |
πέρι πράττων ἢ λέγων ; Οὐδαμῶς : σὺ δέ ; Ἀκοήν γ ' ἔχω λέγειν τῶν προτέρων , τὸ δ | ||
τούτῳ ὀργάνῳ χρῆσθαι εἰς τὴν περὶ αὐτῶν θεωρίαν . σνδʹ Ἀκοήν γ ' ἔχω λέγειν Ἐρωτήσαντος τοῦ Σωκράτους τὸν Φαῖδρον |
] νοθεύσειν , μολύνειν , νενοθευμένην δεῖξαι τὴν μάχην . καπηλεύσειν ] ἀναβαλέσθαι . καπηλεύσειν ] ἐκκλίνειν , οὐ καλῶς | ||
ἐλθὼν ] παραγενόμενος . ἔοικεν ] φαίνεται . Ξ οὐ καπηλεύσειν ] οὐ κιβδηλεύσειν , ἤτοι οὐ ψεύσεσθαι . Ξ |
φείσεται καὶ πῦρ , τούτων καὶ θάλαττα , κἂν ποταμὸν θελήσῃς περᾶσαι , στήσεται , κἂν κρημνοὺς ὑπερβῆναι , λειμῶνας | ||
ἀκοῦσαι ἐπείγῃ , ἐπειδὰν δὲ ἀκούσῃς ἅπαξ , οὐ μὴ θελήσῃς ἀκηκοέναι : ἠθικὸν ἐπίρρημα , ἀντὶ τοῦ ἀληθῶς : |
καὶ συνεχοῦς . οἱ δὲ στίχοι εἰσὶν ἰαμβικοὶ τρίμετροι ἀκατάληκτοι ρξεʹ , ὧν τελευταῖος : μέλοι δέ σοι τοι τῶνπερ | ||
αἱ περίοδοι αὗται αἱ συστηματικαὶ στίχων εἰσὶν ἰαμβικῶν τριμέτρων ἀκαταλήκτων ρξεʹ , ὧν τελευταῖος : μέλοι δέ τοι σοὶ τῶνπερ |
καὶ φυτῶν ἐλάττων ὑπάρχεις ; καλὸν ἄρα σοι γενέσθαι ξύλῳ μαντικῷ καὶ τῶν ἀεροφοίτων τὴν πτῆσιν λαμβάνειν . ὁ ποιῶν | ||
ἐγένοντο , ποιμένος τινὸς ἐν τῷ Παρνασσῷ ἐκ Κασταλίας τῷ μαντικῷ πνεύματι κατασχομένου , καὶ χρόνῳ ὕστερον ἐξεμισθώσαντο Ἀλκμαιωνίδαι τὸ |
καὶ αἱ ἰϲχάδεϲ πρὸϲ τὰ ϲῦκα . καὶ αἱ μὲν γλυκύτεραι θερμότεραι , αἱ δὲ αὐϲτηρότεραι ψυχρότεραι καὶ ἔτι μᾶλλον | ||
κοῦφαι , ἔτι δὲ καὶ τρόφιμοι , αἱ δὲ ποτάμιαι γλυκύτεραι . οἱ δὲ μύες μέσως εἰσὶ τρόφιμοι , διαχωρητικοί |
τῆς πομπῆς , ὡς οἴκοι γεγόνασιν , ὄχλον ἡγοῦνται τοὺς σχολαίτερον ἀπιόντας . πόσου δ ' ἂν ἐπρίαντο νῦν τὰς | ||
ὁδῷ τῇ μητρὶ καὶ τῆς ἐσθῆτος ἀντεχομένην , ὡς ἀναγκάσαι σχολαίτερον τὴν τεκοῦσαν βαδίζειν , ὅπως αὐτὴν ἀνελομένη κομίσειε . |
βίᾳ , μετὰ βίας ἤκουον . ἠνεσχόμην ] ὀνειδισμόν , ὑπέφερον . ἐκέλευς ' ] ὥρισα . , προσέταξα , | ||
τῆι τοῦ Ὀρέστου ἀγγελίαι νῦν . τλημόνως ἤντλουν ] καρτερικῶς ὑπέφερον . τριβήν ] τὸν συντρίψαντά μου ταῖς ἐπιμελείαις τὴν |
τῶν ἄλλων . . κύρισσον ] προσέκρουον : πεσόντες γὰρ ἡμιθνῆτες ποσί τε καὶ κεφαλῇ ἐστροβοῦντο . εἴρηται δὲ τὸ | ||
μένοντες , οἱ δὲ ἐκθέοντες ἐγκαταλαμβανόμενοι , οἱ δὲ ἀπολειφθέντες ἡμιθνῆτες , οὐκ ἔχοντες ἐξαναδῦναι οὐδὲ αὑτοὺς ῥύσασθαι , κακῶν |
θεοὶ νεμεσῶσι καὶ ἀνέρες , ὅς κεν ἀεργὸς ζώει , κηφήνεσσι κοθούροις εἴκελος ὀργήν , οἵ τε μελισσάων κάματον τρύχουσιν | ||
κεκρυμμένον ἔχων ἢ κόθουρος ὁ ἀργὸς ἀπὸ τοῦ κάθημι . κηφήνεσσι κοθούροις : κηφήν ἐστι ζῷον μελισσῶν ἀργότατον καὶ ἄκεντρον |
κακοήθεις ἄνδρες εἰσί . δάκτυλοι μικροὶ πάνυ ὄντες καὶ λεπτοὶ ἀνοητοτέρους ἄνδρας σημαί - νουσι . δάκτυλοι παχεῖς κολοβοὶ τολμητήν | ||
θηριώδη ἄνδρα δηλοῦσιν : οἱ πολὺ δὲ μακροὶ καὶ λεπτοὶ ἀνοητοτέρους καὶ ὑποχαυνοτέρους καὶ φλυαροτέρους ἄνδρας σημαίνουσιν . οἱ δὲ |
κακά , βλαβερά . ταλάντατον . ἀτυχέστατον . ἀποδιοπομπησόμεθα . ἀποδιοπομπεῖσθαί φασι ἀποτρέπεσθαι τὸν προστρόπαιον Δία καὶ οἱονεὶ καθαίρεσθαι τὰ | ||
κακά , βλαβερά . ταλάντατον . ἀτυχέστατον . ἀποδιοπομπησόμεθα . ἀποδιοπομπεῖσθαί φασι ἀποτρέπεσθαι τὸν προστρόπαιον Δία καὶ οἱονεὶ καθαίρεσθαι τὰ |
ἔφη , τοὺς νῦν ἀθλητὰς οἱ παρομαρτοῦντες λέοντας καλοῦσιν . Ἀστεῖον δὲ κἀκεῖνο αὐτοῦ καὶ δηκτικὸν ἅμα τὸ πρὸς τὸν | ||
ἔφη , τοὺς νῦν ἀθλητὰς οἱ παρομαρτοῦντες λέοντας καλοῦσιν . Ἀστεῖον δὲ κἀκεῖνο αὐτοῦ καὶ δηκτικὸν ἅμα τὸ πρὸς τὸν |
δεύτερον τῶν παραλληλογράμμων , τὸ τρίτον τὴν κοινωνίαν αὐτῶν . Σημεῖόν ἐστι οὗ μέρος οὐθέν . Ἀπὸ τῶν συνθέτων ἐπὶ | ||
οὖν ἐστι τὸ κριτήριον καὶ διὰ τοῦτο ἡ ἀλήθεια . Σημεῖόν τε οὐκ εἶναι : εἰ γάρ ἐστι , φασί |
κάπηλος καπηλικός , μεταβολεύς μεταβλητικός , ἔμμισθος θηρευτὴς νέων , θηρευτικός , μίσθαρνος μισθοφόρος , κόλαξ κολακευτικός , θώψ , | ||
ἀφ ' οὗ καὶ τὸ πρᾶγμα φιλοθηρία , φιλοκυνηγέτης , θηρευτικός ἀγρευτικός κυνηγετικός , θηρευτικῶς ἀγρευτικῶς κυνηγετικῶς . θηρᾶν θηρεύειν |
καὶ πελώριος βυθὸς θαλάσσης καὶ ὀρέων ὕψος μέγα , ἐπὰν ἐπιβλέψῃ γοργὸν ὄμμα δεσπότου . πάντα δυνατὴ γὰρ δόξα ὑψίστου | ||
ἐγχειρεῖν ποιεῖν : ἂν μὲν γὰρ ἕν τις τοῦτ ' ἐπιβλέψῃ μόνον τοὔψον ποιῆσαι κατὰ τρόπον πῶς δεῖ , τίνα |
μικρὰ ὑμῖν διηγησάμενος τῶν ἐμῶν . Ὁ γὰρ δυσάγωγος καὶ δυσπειθὴς ἐγώ , ὁ καταισχύνων τὸν πατέρα καὶ ἀνάξια πράττων | ||
εὖ τὴν κοιλίαν ὑπῆχθαι σπουδῇ τε ἰδίᾳ , καὶ εἰ δυσπειθὴς εἴη , καὶ κλυσμῷ προτρέπομεν , περιπάτου δ ' |
ἀπελίποντο ἄκοντες . ὁ δὲ Σκιπίων τοῦ χώματος ὅλου κατασχὼν ἀπετάφρευεν αὐτὸ καὶ τεῖχος ἤγειρεν ἐκ πλίνθων , οὔτε κολοβώτερον | ||
αὐτῷ πάντας ἐχειροκόπησεν , Οὐρίατθον δὲ διώκων Ἐρισάνην αὐτοῦ πόλιν ἀπετάφρευεν , ἐς ἣν ὁ Οὐρίατθος ἐσδραμὼν νυκτὸς ἅμα ἕῳ |
δεξιά , παραγγέλλει : ! Ἐὰν δὲ ἀριστερά : ! Παραγγέλλει : ! Καὶ κινεῖ . Παραγγέλλει : ! Καὶ | ||
τοῖς δεομένοις , ὡς εἰσὶν ἐν τῇ παρατάξει αὐτῶν . Παραγγέλλει ὁ μανδάτωρ : ! ! ! ! ! ! |
δὲ Μήλης κατὰ τὸ ἄλλο τεῖχος περιενείκας , τῇ ἦν ἐπίμαχον [ τὸ χωρίον ] τῆς ἀκροπόλιος , κατηλόγησε τοῦτο | ||
τῶν ταύτῃ φυλάκων ἐτάξαντο παρὰ πᾶν ὡς ἀμυνούμενοι ᾗπερ ἦν ἐπίμαχον . καὶ οἱ Ἀθηναῖοι ἐπισπόμενοι περίοδον μὲν αὐτῶν καὶ |
κἀγὼ ποιεῖν ἔμελλον καὶ εὐτρεπίσθην , καὶ ὅσα τοιαῦτα . ΕΙτα ὁ ἐπίλογος , μὴ λῦσαι τὸν νόμον , μὴ | ||
σαφῶς δεικνύντος τοῦ προσώπου τὸν κωμῳδούμενον καὶ οὐχ ἕτερον . ΕΙτα θήσεις ἀντίθεσιν μεταληπτικὴν τὸ , σωφρονίζων αὐτοὺς τότε πεποίηκα |
καὶ διαστήσας ἀπόνιπτε ὕδατι ψυχρῷ . Τούτῳ συνεχῶς σμηχόμενον τὸ ῥυσσὸν σῶμα παρατείνεται , ὃ καὶ ἔχει οὕτως : ἰσχάδας | ||
ῥικνῆεν δὲ τὸ διερρωγός , τὸ παλαιόν : ἢ τὸ ῥυσσὸν ἢ τὸ τρομερόν . * ῥικνῆεν : γηραιόν * |
, οὕτως ἔχειν . πρὸς ταῦτα ] διὰ τοῦτο . τύπτ ' ] μέμφου , δαῖρε . , ἐμέ , | ||
, οὐδ ' ἂν Σωκράτει δοκοίη . πρὸς ταῦτα μὴ τύπτ ' : εἰ δὲ μή , σαυτόν ποτ ' |
Καῖσαρ τὸν τόπον , ὅτι ἐνταῦθα ἐνίκα τῇ μάχῃ τοὺς ἐπεξιόντας ἐπ ' αὐτὸν μετὰ Ἀντωνίου , καὶ λαβὼν ἐξ | ||
ἔχειν χώραν τὴν γεωργουμένην . εἰκὸς οὖν ἦν τοὺς Ἀθηναίους ἐπεξιόντας αὐτοῖς κωλύειν τὴν παρ ' αὐτοῖς γῆν γεωργεῖν . |
μελίκρατον ἀνεπιτήδειον οἷς εἰς ὄγκον ἤρθη τὰ σπλάγχνα σκιρρούμενα καὶ οἰδισκόμενα καὶ φλεγμαίνοντα , ταχέως τοῦ μέλιτος εἰς χολώδη χυμὸν | ||
μελίκρατον ἀνεπιτήδειον οἷς εἰς ὄγκον ἤρθη τὰ σπλάγχνα σκιρρούμενα καὶ οἰδισκόμενα καὶ φλεγμαίνοντα . οἱ λιπαροὶ φοίνικες ἐμφρακτικοί . πάντα |
οἷός τε ἦν , καὶ σφόδρα πικρὴ τὰ πολλά : φλεβοτομίη ἔλυσεν , ὑδροποσίη , μελίκρητον , ἐλλεβόρων πόσιες : | ||
, καὶ τὰ ἐναντία ταῦτα , οἷον κεφαλῆς κάθαρσις , φλεβοτομίη , ὅτε οὐκ εἰκῆ ἀφαιρέεται . Αἱ ἀποστάσιες , |