, προστάσσῃς , προστάττεις , - ττοις . ἐκπεπληγμένου ] ἐκκρεμαμένου , ἐβροντημένου , ἐκμανοῦς . , ἔκπληξιν ⌈ καὶ
: κατάντους γὰρ οὔσης τῆς κοτύλης καὶ μεγάλου βάρους αὐτῆς ἐκκρεμαμένου τοῦ παντὸς σκέλους , ἑτοίμως αὖθις ὁ μηρὸς ἐκστήσεται
7384472 ἀπωθεοι
τῆς ὀλισθήσεως τοῦ ἄρθρου : ὁ γὰρ πῆχυς τοῦ ἐκκρεμαμένου ἀπωθέοι ἂν τὴν κεφαλὴν τοῦ μηροῦ ἀπὸ τῆς κοτύλης .
τοῦ μηροῦ ὑπὲρ τῆς κοτύλης , ἅμα δὲ ἡ μόχλευσις ἀπωθέοι τὴν κεφαλὴν τοῦ μηροῦ ἐς τὴν ἀρχαίην φύσιν .
7062352 καταρτιζομενου
ἐξόπισθεν παρεστὼς καθάπτειν ἑαυτοῦ τὰς χεῖρας κατὰ τοῦ τραχήλου τοῦ καταρτιζομένου πρὸς τὴν τοῦ σώματος ἀντιμεταγωγήν . ἐξέσται δὲ νῦν
. εὐθετεῖ δ ' οὗτος ὁ βρόχος πρὸς ἀπότασιν σφυροῦ καταρτιζομένου . Ὁ βρόχος ὁ καλούμενος ἁπλοῦν ἅμμα ὑπ '
6877686 ὀνοματικη
οὐδεμίαν ἀπολογίαν εὑρίσκω . Ἔτι δὲ σεμνὴ λέξις ἥ τε ὀνοματικὴ καὶ αὐτὰ τὰ ὀνόματα . ὀνοματικὴν δὲ λέγω τήν
τοὺς δέοντας λόγους ἄρθρου ἐστὶ προσδεκτικά , ἐπεὶ ἅπαξ παρυφίσταται ὀνοματικὴ κατηγορία τοῦ πράγματος . κἀκεῖνο δέ ἐστιν ἀληθές ,
6876455 ἀνεπιστημονος
; οὐχὶ ὁμοίως μὲν ἐπιστήμονος πλεονεκτήσειεν ἄν , ὁμοίως δὲ ἀνεπιστήμονος ; Ἴσως . Ὁ δὲ ἐπιστήμων σοφός ; Φημί
τὸ δὲ οὐκ ὂν οὐδὲ ἀληθές , ὅταν ἐπὶ τοῦ ἀνεπιστήμονος . ἐν ὅσοις δὲ τῶν παραλογισμῶν ἐν τῷ τέλει
6689418 ἐσχηματισμενου
, ἀλλὰ κατὰ τὸ ἀντικείμενον μέρος τοῦ πάσχοντος [ οἰκείως ἐσχηματισμένου , ἐπὶ μὲν τῆς ἔμπροσθεν διαφορᾶς ] . ἡ
δι ' ἐρίου διδακτυλιαίου ἢ μήλης ἢ σπόγγου εἰς μῆκος ἐσχηματισμένου μέχρι τοῦ στομίου τῆς ὑστέρας . εἰ δὲ δι
6451120 ὁδοιπορεουσιν
τῷ σκέλεϊ , πάντες , καὶ οἱ νήπιοι , οὕτως ὁδοιπορέουσιν : ἔξω γὰρ βαίνουσι τῷ σιναρῷ σκέλεϊ : καὶ
σπέρμα , πολλάκις δὲ καὶ μέζω : ἔστι δὲ οἷσιν ὁδοιπορέουσιν ἢ ταλαιπωρέουσι καὶ τῆς κοιλίης θερμαινομένης ἔρχεται ἐς τὸ
6450136 ληιης
τούτους φυλάκους τῆς οἰκίης πάσης ὑπεραιωρέεσθαι . Ζώουσι δὲ ἀπὸ ληίης τε καὶ πολέμου . Ἀγάθυρσοι δὲ ἁβρότατοι ἄνδρες εἰσὶ
κὠ τάπης ἦμιν , τὸ τοῦ λόγου δὴ τοῦτο , ληίης κύρσηι . ἐπὴν δ ' ἐλεύθερός τις αἰκίσηι δούλην
6386748 ἰλλυρικης
δʹ , κενταυρείου τοῦ μικροῦ χυλοῦ ⋖ δʹ , ἴρεως ἰλλυρικῆς , πηγάνου ἀγρίου σπέρματος , πεπέρεως μακροῦ , ἀνήθου
. Ἐλαίου ὀμφακίνου ξστκ ἤτοι ξέστ . κ . ἴρεως ἰλλυρικῆς λίτ . α . ἀμώμου γοστ ἤτοι οὐγ .
6357320 αἱματικης
καὶ ἐπίμονον τῆς ὀδύνης , ἔνδον οὔσης τῶν ἀγγείων τῆς αἱματικῆς ὕλης . καὶ μάλιστα κακίστη ἐστὶν ἡ τοιαύτη κεφαλαλγία
φησίν , ἐστὶ τροφὴ τὸ αἷμα , ὥστε ἐκ τῆς αἱματικῆς τροφῆς τῆς ἐν τῷ συνδυασμῷ πεττομένης καὶ μεταβεβληκυίας τὸ
6356503 ἀνεπιστρεπτος
ἀνάλγητος καὶ ἀναλγὴς διαφέρει . ἀνάλγητος μὲν γάρ ἐστιν ὁ ἀνεπίστρεπτος τοῦ καθήκοντος , ἀναλγὴς δὲ ὁ μὴ ἀλγῶν .
ἄνεσις . . ἀναλγὴς ὁ μὴ ἀλγῶν , ἀνάλγητος ὁ ἀνεπίστρεπτος τοῦ καθήκοντος . . ἀνάμνησις μέν , ὅταν τις
6282956 φυτευσαντος
δρᾷ τὰ μὴ προσεικότα . Ἀλλ ' οὐδὲν ἔξω τοῦ φυτεύσαντος σύ γε δρᾷς οὐδὲ φωνεῖς , ἐσθλὸν ἄνδρ '
ὡς ἐς πολλὰ τἀπορεῖν ἔχω . Οὐ γὰρ δικαιοῖς τοῦ φυτεύσαντος κλύειν . Ἀλλ ' ἐκδιδαχθῶ δῆτα δυσσεβεῖν , πάτερ
6226582 ἰασπιδος
πλάκα σαπφείροιο ἐξεδάη περὶ κόλπον Ἐρυθραίων Ἀριηνῶν . τῆς βαθυχλοιάοντος ἰάσπιδος ἢ ἀμεθύστου πορφυρόεντος ἄγαλμα , μελαγκράτης θ ' ὑάκινθος
σαρδίῳ , πη δὲ τῷ σμαράγδῳ , καὶ τοῦ μὲν ἰάσπιδος τὸ ὑελῶδες ἔχει , τοῦ δὲ σαρδίου τὸ αἱματῶδες
6195319 ὑγιεος
παράγειν , ἄκρην δὲ τὴν χεῖρα παρὰ τὸ ἀκρώμιον τοῦ ὑγιέος ὤμου ἴσχειν . Ἢν μὲν οὖν κατακέεσθαι τολμᾷ ,
μὲν , πιέζειν δὲ μή : ἄρχεσθαι δὲ ἐκ τοῦ ὑγιέος , τελευτᾷν δὲ πρὸς τὸ ἕλκος , ὡς τὸ
6194131 ἀλλαντοπωλου
, εἴκει θατέρῳ τῆς ἐπιτροπείας : μετὰ ταῦτα δὲ τοῦ ἀλλαντοπώλου τὸν Δῆμον ἀφεψήσαντος , εἶτα νεώτερον ἐξαῦθις εἰς τοὐμφανὲς
διαβαλὼν πρὸς τὴν βουλὴν ἵεται : διώξαντος δὲ καὶ τοῦ ἀλλαντοπώλου κατὰ πόδας , οἱ ἱππεῖς περί τε τοῦ ποιητοῦ
6187200 διακεκριμενως
τὰ γενητὰ προνοίας ἀξιοῦται , ἑβδομαδικόν : ἐν οἷς δὲ διακεκριμένως , μᾶλλον καὶ ἤδη νοερῶς πάντα προείληπται , δεκαδικόν
γὰρ οἱ ἄνδρες ἐν τοῖς οὐσιώδεσι λόγοις τῆς ψυχῆς καὶ διακεκριμένως ὑπάρχειν ταῦτα καὶ ἡνωμένως , καὶ οὐδὲν ἄτοπον τὴν
6179885 συμπληρωσει
τὰ κεφάλαια καὶ τὰ ζητήματα , οἷς περιπλακεὶς ὁ λόγος συμπληρώσει τὴν ὑπόθεσιν , οἷόν ἐστιν ἐκεῖνο παρὰ τῷ Δημοσθένει
ζʹ , ὁ δὲ ἐλάττων καὶ ἐπὶ κʹ τὸν ἑπόμενον συμπληρώσει λόγον . κατὰ ταὐτὰ δὲ καὶ τοῦ ἐπὶ θʹ
6175648 ἀναγραφεντι
ἐστὶν ἴσα τῷ ἀπὸ τῆς ὅλης καὶ τοῦ ἥττονος τμήματος ἀναγραφέντι τετραγώνῳ . τεσσαρεσκαιδεκάκις γὰρ τὰ ιδ ρϘϚ . ἡ
, τουτέστι τοῦ δ , ὁμοῦ ιϚ ; ἀπὸ μιᾶς ἀναγραφέντι τετραγώνῳ , τουτέστι ιϚ ἐπὶ ιϚ : γίνονται σνϚ
6142725 Δωριωνος
. : Ἀριστόδημος δὲ ἐν δευτέρῳ Γελοίων ἀπομνημονευμάτων φησί : Δωρίωνος τοῦ κρουματοποιοῦ , κυλλόποδος ὄντος , ἀπώλετο ἐν συμποσίῳ
Ἐπιφράδεος τοῦ Χαριφήμου τοῦ Φιλοτέρπεος τοῦ Ἰδμονίδα τοῦ Εὐκλέους τοῦ Δωρίωνος τοῦ Ὀρφέως . Γοργίας δὲ ὁ Λεοντῖνος . εἰς
6120633 σκελεος
γίνεται , καὶ ἡ ὄχησις πλείστη αὐτέοισιν ἐπὶ τοῦ ὑγιέος σκέλεός ἐστιν . Καὶ ἀναγκάζονται κατὰ τὸν κενεῶνα καὶ κατὰ
βουσὶ γίνεται καὶ ἡ ὄχησις πλείστη αὐτοῖς ἐπὶ τοῦ ὑγιοῦς σκέλεός ἐστιν [ ην ] . ἀναγκάζονται κατὰ τὸν κενεῶνα
6102112 τορυνη
γράφεται : οἷον , δελφύνη : αἰσχύνη : χελύνη : τορύνη : ὀδύνη : Ταμύνη : σιγύνη : κορύνη .
. ἔτνος εἶδος ὀσπρίου , ὅ τινες καλοῦσι πισσάριον . τορύνη δὲ τὸ ταρακτήριον . ►τὸ πρέπον δοκήσει καλὸν ποιεῖ
6097101 Δημοχαρει
αὑτοῦ , ὅτε παρελάμβανεν τὴν τριηραρχίαν . νῦν δέ φησι Δημοχάρει παραδοῦναι , καὶ δικάζεται τοῖς παιδίοις τοῖς Δημοχάρους τετελευτηκότος
τὸν Ξεναινέτου οἶκον , τοῦ δὲ πατρὸς Ἀριστάρχου τῷ ὑεῖ Δημοχάρει καταλιπόντος , ἐκείνου δὲ τῇ ἀδελφῇ τῇ ἑαυτοῦ ταύτῃ
6090892 ἐπιμονος
δακνώδης ἐρεθίζει , ἐκεῖ που πλεονάσας . Πριαπισμὸς δέ ἐστιν ἐπίμονος τοῦ καυλοῦ ἔντασις . εἴληφε δὲ τοὔνομα ἀπό τινος
δίσωμον ἐν μετανοίᾳ ἔσται ὁ κατηγορῶν , ἐὰν δὲ στερεὸν ἐπίμονος καὶ ἀπαραίτητος ὁ ἐνάγων . ἐὰν δὲ ὑπὸ Ἄρεος
6070285 κανθος
μὲν γὰρ τύχῃ ὑπερσαρκούμενος ὁ πρὸς τῇ ῥινὶ τοῦ ὀφθαλμοῦ κανθός , ἐγκανθὶς τὸ πάθος λέγεται : φθίνων δὲ καὶ
μὲν γὰρ τύχῃ ὑπερσαρκούμενος ὁ πρὸς τῇ ῥινὶ τοῦ ὀφθαλμοῦ κανθός , ἐγκανθὶς τὸ πάθος λέγεται : φθίνων δὲ καὶ
6070233 ἐπανθουσης
τῷ Αἴαντι τὸ χρῶμά ἐστιν οἷον ἂν ἀνδρὶ ναυαγῷ γένοιτο ἐπανθούσης τῷ χρωτὶ ἔτι τῆς ἅλμης . ἐς δὲ τὸ
χαρίτων καιροῦ τε καὶ τῆς ἄλλης ἁπάσης τῆς τοῖς Λυσιακοῖς ἐπανθούσης ἀρετῆς οὐχὶ πολλὴ μοῖρα ; οὐκ ἔνεστ ' ἄλλως
6056663 εἰληχυιας
ἡμετέρας , ἀδελφῆς δὲ τοῦ Πύρρου , ὁ κύριος τῆς εἰληχυίας τοῦ κλήρου γυναικὸς ἐτόλμησε διαμαρτυρῆσαι μὴ ἐπίδικον τῇ ἡμετέρᾳ
τοῦ ἐκληρώσατο αἰτιατικῇ . ὡς Ἀριστείδης , τῆς Ἀθηνᾶς τῆς εἰληχυίας τὴν πόλιν τῶν Ἀθηναίων . ἔλαχε δὲ ἀντὶ τοῦ
6035698 ὑπτιου
τοῖς κατὰ μέρος . Ἐπὶ τῶν τῆς γένυος διαφορῶν , ὑπτίου τοῦ πάσχοντος ἐσχηματισμένου , ἄν τε καθ ' ἓν
! ! θεν ? : ! ιον Ἀϲτυάνακτοϲ [ ] ὑπτίου ? [ κατακειμένου [ ] , δοίδυκτακαιϲ [ !
6033056 πεφωτισμενου
ὥσπερ διαφανοῦς σώματος τοῦ τ ' ὀφθαλμοῦ καὶ τοῦ πέριξ πεφωτισμένου γεγονότος ἀέρος , ἡ αἰσθητικὴ δύναμις ὥσπερ ἐποχουμένη τοῖς
, πότερον ἀντίφραξις ἢ στροφὴ τῆς σελήνης , ὡς τοῦ πεφωτισμένου μέρους αὐτῆς ἀναστραφέντος ἐπὶ θάτερα καὶ τοῦ ἀφωτίστου πρὸς
6027041 διαλυομενος
ἐπιφάνειαν αὐτῶν καταφαινόμενος τὸν κατὰ φύσιν χρυσόν . Οὕτως οὖν διαλυόμενος διὰ τοῦ θείου ὕδατος , ζυμούμενος ὡς ἡ ζύμη
τουδί , καὶ μέντοι καὶ σκληρότερος , εἰς ἐγκαρσίας ἶνας διαλυόμενος . ὅ γε μὴν ἔξωθεν , ὁ καὶ ταῖς
6017746 δοκιμην
. πειρήσομαι : εἰσελθεῖν , ἐκβαλεῖν σε καὶ πεῖραν καὶ δοκιμὴν ποιήσομαι . Σπιλάς : πέτρα . ἥδε : αὕτη
ἐμβάσει τοῦ θερμοῦ . Εἰ δὲ βούλει , φησὶ , δοκιμὴν λαβεῖν τοῦ φαρμάκου , βάλε ἐξ αὐτοῦ εἰς οἶνον
6014320 κοιλογαστορος
: τοῦ περιφεροῦς : καὶ κοίλην λέγει τὴν ἀσπίδα . κοιλογάστορος ] νειόθεν . κοιλογάστορος ] ἤγουν τῆς ἀσπίδος τὸ
δὲ ἔσω κοιλαίνεται . κοιλογάστορος ] ἤγουν τῆς ἀσπίδος . κοιλογάστορος ] τῆς ἀσπίδος τῆς ἐχούσης γαστέρα κοίλην . κοιλογάστορος
6014257 στερηθησεται
. ὁποῖον οὖν ἄν τις ἀποβάλῃ ὀδόντα , τοιούτου ἀνθρώπου στερηθήσεται . ἐπειδὴ δὲ οὐ μόνον ἀνθρώπους ἀλλὰ καὶ κτήματα
γεννώμενος ἀπολεῖ τὴν ὅρασιν ἐν τοῖς τοῦ Ἄρεως χρόνοις καὶ στερηθήσεται τῶν πατρικῶν καὶ ἐπαιτήσει . ἐὰν δὲ ὁ τῆς
6007249 ὁριζομεν
ὥστε καὶ τὸ μὴ ὁρίζειν ἀνῄρουν , λέγοντες οἷον Οὐδὲν ὁρίζομεν , ἐπεὶ ὥριζον ἄν : προφερόμεθα δέ , φασί
: αὐτῷ γὰρ τῷ λέγειν μείζονα εἶναι ἀριθμὸν ἀριθμοῦ , ὁρίζομεν καὶ περατοῦμεν τὸν ἐλάττονα : ὁ γὰρ μείζων τινὸς
6000901 ἀντιλαμβανομενος
κακόν : περιέχει ὑμᾶς φόβος , καὶ οὐκ ἔστιν ὁ ἀντιλαμβανόμενος ὑμῶν . οὐαὶ ὑμῖν πᾶσιν τοῖς ἁμαρτωλοῖς ἐπὶ τοῖς
ἐκ τῶν πύργων φύλακες : κατέβαλε γάρ τις τῶν Πλαταιῶν ἀντιλαμβανόμενος ἀπὸ τῶν ἐπάλξεων κεραμίδα , ἣ πεσοῦσα δοῦπον ἐποίησεν
5989482 ἠρεμουσης
ἀγαθόν ἐστιν . Ἐν νυκτὶ γὰρ εὐχερῶς τελειοῦται βουλή , ἠρεμούσης ψυχῆς ἐκ τῶν ἔξωθεν θορύβων . Τὸ βουλεύεσθαι βραδέως
καὶ ἐπαπορεῖται διὰ τί ποτε κινουμένης κύκλῳ τῆς ὄψεως καὶ ἠρεμούσης συμβαίνει τὸ αὐτὸ πάθος : ἄτοπον γὰρ τὸ ὑπ
5985312 Μεταβολη
ἢ βαρυτονεῖν ἢ μέσῳ τῷ τῆς φωνῆς τόνῳ κεχρῆσθαι . Μεταβολὴ δὲ λέγεται τετραχῶς : καὶ γὰρ κατὰ γένος καὶ
: ῥόαι δὲ πικραὶ διαμένουσι καί τινα πλείω χρόνον . Μεταβολὴ δ ' εὐλόγως τῶν καρπῶν ἐκπεττομένης μᾶλλον τῆς τροφῆς
5983016 Ἀποδεχομαι
ὑγίειαν καλὸν ἡμῖν ἔργον ἀπεργάζεται , εἰ ἀποδέχῃ τοῦτο . Ἀποδέχομαι . Καὶ εἰ τοίνυν με ἔροιο τὴν οἰκοδομικήν ,
ὑπὸ μοχθηροῦ , ἂν ἔχῃ δὴ ἀναφαίρετον τὸ ἀγαθόν . Ἀποδέχομαι τοῦ λόγου τῆς γνώμης τῷ ἡμαρτημένῳ προστιθέντος τὴν ἀδικίαν
5982678 ξυσματωδη
πιμελή , ὥσπερ τῇ νήστει : ὕφαιμα δὲ μᾶλλον καὶ ξυσματώδη ἐπὶ τούτων ἐκκρίνεται : τὰ γὰρ φερόμενα ἐπιξύει ἐπιπολαίως
, συντήξεως δὲ σημεῖα ἐπιφαίνηται ἐν τοῖς ἐκκρινομένοις , οἷον ξυσματώδη , μυξώδη , ἰσχνότης τε τῆς τοῦ σώματος περιοχῆς
5966952 διαστιλβονθ
δὲ τοῦ λύχνου , ἐν δὲ τῷ Ἀριστοφάνους Αἰολοσίκωνι καὶ διαστίλβονθ ' ὁρῶμεν , ὥσπερ ἐν καινῷ λυχνούχῳ , πάντα
νῦν καλούμενοι φανοὶ ὠνομάζοντο Ἀριστοφάνης ἐν Αἰολοσίκωνι παρίστησιν : καὶ διαστίλβονθ ' ὁρῶμεν , ὥσπερ ἐν κενῷ λυχνούχῳ , πάντα
5966219 καθηκοντος
θεοὺς ἀγορήνδε καλέσσαι , ” ἐπὶ δὲ τοῦ ἁρμόζοντος καὶ καθήκοντος “ ἡ θέμις ἐστὶν ἄναξ ἀγορή , ” ἐπὶ
μὲν ὁ μὴ ἀλγῶν , ἀνάλγητος δὲ ὁ ἀνεπίστρεπτος τοῦ καθήκοντος . περιμάξαι καὶ ἐκμάξαι τὸ τοὺς οἰομένους πεφαρμάχθαι δι
5964491 διαμετρουντος
ἡ ἀκριβὴς σελήνη ὡς ἐπὶ τὰ ἑπόμενα τοῦ σημείου τοῦ διαμετροῦντος τὸν ἀκριβῆ ἥλιον μοίρας ιδ μ . καὶ ἡ
παραβεβλημένος ] ἐκδεδυμένος . ἐκδεδομένος ἀκαρεῖ ] βραχυτάτῳ μετρίου ] διαμετροῦντος ἑαυτοῦ τὸ ζῆν . συμμέτρου οὐκ ἐπέτυχες ] γράφε
5952384 ὑποδοχευς
αὐτῶν συμφώνως πρὸς ἀλλήλους ἔχωσιν . ὅταν ὁ τοῦ Ἡλίου ὑποδοχεὺς συμφώνως ἔχῃ πρὸς τὴν Σελήνην , ὁ δὲ τῆς
παραπέσῃ τοπικῶς ἢ κακωθῇ ὑπό τινος τῶν φθοροποιῶν καὶ ὁ ὑποδοχεὺς αὐτοῦ ἤτοι ὑπὸ τὰς αὐγὰς τοῦ Ἡλίου δεδυκὼς εὑρεθῇ
5941079 πανοπλια
ἱμάτιον παίζων . Θ . . τὰ ἐνδύματα . . πανοπλία κυρίως ἡ τῶν ὅπλων πάντων διασκευή : ἐνταῦθα δὲ
σάγμα . σάγη γὰρ τὸ ὅπλον , καὶ πανσαγία ἡ πανοπλία . ἀντὶ τοῦ οὖν τὴν ἀσπίδα . ἐν τῇ
5931876 φιλαδελφου
: νῦν γὰρ φρονίμως διαλέγεται : βούλει θίγω σου : φιλαδέλφου κόρης ἦθος καὶ λόγους ἐμιμήσατο : λαβοῦ λαβοῦ δῆτ
. Κεῖνος μὲν οὖν κεφάλαια συναθροίσας χρόνων εἰς βασιλέως ἀπέθετο φιλαδέλφου χάριν , ἃ καὶ διὰ πάσης γέγονε τῆς οἰκουμένης
5928712 γευστου
καὶ σιγῆς καὶ μεγάλου ψόφου , οὕτω τοι καὶ γεῦσις γευστοῦ καὶ ἀγεύστου . ἔτι ἐπεὶ ἀόρατον τὸ μὲν φύσει
ἐπὶ τῶν ἄλλων . ἔτι πάσχει ἡ γεῦσις ὑπὸ τοῦ γευστοῦ , ᾗ γευστόν , καὶ διὰ τοῦτο ἀνάγκη τὸ
5928011 Τροχου
τῷ τρίτῳ δεκανῷ ταῦτα παρανατέλλει . τὸ λοιπὸν ἀπὸ τοῦ Τροχοῦ καὶ ἡ οὐρὰ τοῦ Ἰχθύος καὶ Δαίμων ἄνευ κεφαλῆς
δὲ δευτέρῳ δεκανῷ παρανατέλλουσιν Εἰλείθυια ἐπὶ θρόνου καθεζομένη καὶ ἥμισυ Τροχοῦ καὶ Ἀμπέλου καὶ τὰ μέσα τοῦ Μεγάλου Ἰχθύος καὶ
5919457 Ἀδρυμητος
δὲ τὴν Σύρτιν ταύτην Νεάπολίς ἐστι . Παράπλους δὲ ἀπὸ Ἀδρύμητος ἐπὶ Νέαν πόλιν ἡμέρας ἐστί . Μετὰ δὲ Νέαν
καὶ ἀρσενικῶς καὶ θηλυκῶς καὶ οὐδετέρως . κέκληται ἀπό τινος Ἀδρύμητος , τῆς γενικῆς παραχθείσης εἰς εὐθεῖαν , καὶ τὸ
5919338 ἀρτεμιδος
τὰς πρώτας καταβολὰς τῆς νίκης ἢ τοῦ ὕμνου , τῆς ἀρτέμιδος ἢ καὶ τῶν ἄλλων , διὰ τὸ ἀπὸ τῆς
τοῦ χρομίου ἐν ὀρτυγίᾳ ἦν , τὴν δὲ ἱερὰν εἶναι ἀρτέμιδος , τὴν δὲ θεὸν ἱππικήν . ὅμηρος δὲ καὶ
5919290 πενθερου
. ἀπαυλία δ ' ἐν ᾗ ὁ νυμφίος εἰς τοῦ πενθεροῦ ἀπαυλίζεται ἀπὸ τῆς νύμφης . οἱ δὲ καὶ τὰ
: διὰ γὰρ τὴν οἰκειότητα αἱ οἰκίαι κοιναί εἰσι τοῦ πενθεροῦ καὶ τοῦ γαμβροῦ . πάγχρυσον κορυφάν : τὸ μὲν
5917768 προτρεψεται
εἴ τις ἄκων ἀγνοεῖ μὴ δυνάμενος εἰδέναι , τοῦτον οὐδεὶς προτρέψεται δυνηθῆναι εἰδέναι : οὐ γάρ ἐστιν ἐπ ' αὐτῷ
μᾶλλον λῃστρικοῦ . . . . ἐπαρεῖ ] ἐρεθίσει , προτρέψεται . . . . ὁ καιρὸς ] οἱονεὶ τὸ
5910099 σῳζομενης
οἰκείας φύσεως καὶ κινήσεως οὕτως ἐφέλκηται τὸ χόριον : μὴ σῳζομένης δὲ τῆς πρὸς τὸ βρέφος τοῦ χορίου συνεχείας μολίβδου
ἐπιβλαβές , δεῖ γὰρ ἐμπείρως τὴν ὁλκὴν γενέσθαι . διὸ σῳζομένης τῆς πρὸς τὸν ὀμφαλὸν αὐτοῦ συνεχείας ἐπὶ χειρῶν μιᾶς
5900507 κοιμηθησεται
ἐὰν δὲ θῇς αὐτὸ πρὸς κεφαλήν τινος λάθρα , οὐ κοιμηθήσεται . ὁμοίως καὶ τῆς νυκτερίδος τὴν κεφαλὴν ἐὰν κόψῃς
νόσου τε καὶ ἀσιτίας , ὑγρανθεὶς τῷ νυκτερινῷ καταστήματι μᾶλλον κοιμηθήσεται ἄλλως τε καὶ τῶν αἰσθήσεων ἠρεμουσῶν ἐν σκότῳ .
5899687 Παντοτε
δὲ τῇ σελήνῃ καθ ' ἑκάστην τῶν δύο φάσεων . Πάντοτε μὲν κόσμοιο κατ ' αἰθέρα κοιρανέοντες Ἠέλιος Μήνη τε
οὖν ἐπὶ τοῦ λαχάνου γογγυλίς , ἀλλὰ μὴ γογγύλη . Πάντοτε μὴ λέγε , ἀλλ ' ἑκάστοτε καὶ διὰ παντός
5898775 σωματικου
περιόντι θαυμασιώτερα , ὅσον οὐκ ἐκ μέρους ἑνὸς καὶ τούτου σωματικοῦ τὸ γένος πιστούμεθα , ἀλλ ' ἔκ τε ὅλου
τὸ ὀρθὸν πεφυκυίας ὁρμᾶν κρατήσασα καὶ πρὸς ἡδονὴν ἀχθεῖσα κάλλους σωματικοῦ καὶ τῇ τοιαύτῃ ἀγωγῇ τῶν συγγενῶν ἑαυτῆς ἐπιθυμιῶν κρατήσασα
5896109 Ἡλιαιας
τῆς Ἡλιαίας τοῦ δικαστηρίου . / [ τοῦ δικαστηρίου τῆς Ἡλιαίας . ] Ἡλιαία τὸ δικαστήριον τοῦτο ὠνόμασται διὰ τὸ
οὗ καὶ τραυλίζω ῥῆμα . ἡλιαστικόν ] ἐκ ⌈ τῆς Ἡλιαίας τοῦ δικαστηρίου . / [ τοῦ δικαστηρίου τῆς Ἡλιαίας
5890566 μετατεθεντος
ὀφθήσεται τοῦ κώνου ] . Πάλιν δέ γε τοῦ ὄμματος μετατεθέντος ἀπὸ τοῦ ταπεινοῦ μετεώρου μὲν τοῦ ὄμματος τεθέντος μεῖζον
πατρὸς ἐνέστακται μένος ἠΰ , ἢ καὶ τεοῖο , Δωρικώτερον μετατεθέντος τοῦ ς εἰς τ καὶ ἐπενθέσεως τοῦ ε γενομένης
5889996 χηρω
τὸ χηρῶ , ῥῆμα τρίτης συζυγίας . χῆ - ρος χηρῶ . χηρωσταὶ δὲ οἱ τοῦ χήρου καὶ ἐρήμου συγγενῶν
συμβαίνει . . . , : χηρωστής : παρὰ τὸ χηρῶ ῥῆμα τρίτης συζυγίας . † χῆρος χηρῶ † .
5887125 Τιμοκλεους
γλωττοκομεῖον παρὰ τοῖς νεωτέροις ἔστιν εὑρεῖν , ὡς ἐν τῷ Τιμοκλέους Βαλανείῳ , καὶ τὸ γλωττοκομεῖον βαλανεύεται . καὶ ἐν
τί τὸ ἐπὶ τούτῳ συμβουλεύεις ; τίνα ἴασιν ποιήσασθαι τῆς Τιμοκλέους ἀδυναμίας ἐν τοῖς λόγοις ; Συνήγορον , ὦ Μῶμε
5883423 εὐπρεπεστερον
Φρύξ . καὶ γὰρ οὗτος ἐνεδύσατο ἀνθινὴν ἐσθῆτα καὶ γυναικὸς εὐπρεπέστερον ἐκοσμεῖτο , ὡς Μνασέας φησὶν ἐν τρίτῳ Εὐρώπης .
πανταχοῦ . καί μοι πολλάκις ἔδοξενοὐ γὰρ ἂν τἀληθὲς ἀποκρυψαίμην εὐπρεπέστερον μὲν ῥᾳθυμίας Ἀττικῆς καθάπτεσθαι Δημοσθένης ὁ τὴν παρρησίαν ,
5878718 κωλης
ἀσκωλίαζ ' ] πήδα τῷ ἀσκῷ : ἢ ἐστερημένος τῆς κωλῆς καὶ πεινῶν . πήδα τῷ ἀσκῷ πρὸς τὴν αἰθρίαν
ἀπάγχεσθ ' ὅταν ὀρχεῖσθαι Παναθηναίοις δέον αὐτοὺς τὴν ἀσπίδα τῆς κωλῆς προέχων ἀμελῇ τις Τριτογενείης . πρὸς ταῦτ ' ,
5878239 φωνητικης
, ἥτις ἦν λέγουσα ὅτι ὁ λόγος ὄργανόν ἐστι τῆς φωνητικῆς δυνάμεως φύσει οὔσης . λέγει τοίνυν ὅτι οὐκ ἔστιν
συλλογισμός ; ὁ λόγος , φησίν , ὄργανόν ἐστι τῆς φωνητικῆς ἐν ἡμῖν δυνάμεως φύσει οὔσης : δι ' αὐτοῦ
5877932 Θυμῳ
καχλάζω ἐπὶ τῆς αὐτῆς σημασίας , ἢ καὶ ἄλλως . Θυμῷ γελανεῖ ] * Θηλυκῶς εἶπε τὸ θυμῷ , ὥσπερ
ἢ μαλάττων . θυμῷ γάρ κτλ . . αʹ . Θυμῷ δέ κτλ . βʹ . ἀκούσιος . τοῦ πατριάρχου
5877258 περιοχης
, γλοιώδη , μυξώδη , ἰσχνότης τε τῆς τοῦ σώματος περιοχῆς γίνηται , μάλιστα τῆς γαστρὸς συμπιπτούσης , τοῦ τε
κεῖται ἐν αὐτῷ οὔτε παρατάσεώς τινος κατὰ διάστασιν οὔτε τοπικῆς περιοχῆς οὔτε ἀποδιαλήψεως μεριστῆς οὔτε ἄλλης τοιαύτης ἐν τῇ παρουσίᾳ
5876551 σμιλη
οἷον τὸ σκυτέως ὄργανόν ἐστιν σμίλη : οὐ γὰρ ἡ σμίλη συμπληρωτική ἐστιν τῆς οὐσίας αὐτοῦ , οὐδὲ ταύτης ἀφανισθείσης
λέγεται τὸ ἐπικαττύεσθαι καὶ ἐπικαττύειν . τὰ δὲ ἐργαλεῖα αὐτῶν σμίλη , ἀφ ' ἧς καὶ τὰ σμιλεύματα ἐν Βατράχοις
5874686 καταφεροντος
Νείλου τὴν ῥύσιν ποιουμένου , καὶ γῆν πολλὴν καὶ παντοδαπὴν καταφέροντος , ἔτι δὲ κατὰ τοὺς κοίλους τόπους λιμνάζοντος ,
ὄψις ἑτέρων κακῶν , τοῦ μὲν πυρὸς ἐπιφλέγοντος πάντα καὶ καταφέροντος , τῶν δὲ ἀνδρῶν τὰ οἰκοδομήματα οὐ διαιρούντων ἐς
5872851 ἐκτεμνειν
τοῦ Σκυθικοῦ καὶ τοῦ Σαρματικοῦ παντὸς ἔθνους τὸ τοὺς ἵππους ἐκτέμνειν εὐπειθείας χάριν : μικροὶ μὲν γάρ εἰσιν , ὀξεῖς
διαιρεῖν δὲ δεῖ τὴν μέσην τοῦ ὄγκου κορυφὴν ἢ μυρσινοειδῶς ἐκτέμνειν , ἔπειτα τὰ χείλη τῆς τομῆς εὐτόνοις ἀγκίστροις διαστεῖλαι
5871063 Ἀγκωνος
διὸ καὶ ἡ διπλῆ . . ἵνα τε ξυνέχουσι τένοντες Ἄγκωνος : ἡ διπλῆ ὅτι πάντα τὰ τεταμένα νεῦρα τένοντας
διὸ καὶ ἡ διπλῆ . . ἵνα τε ξυνέχουσι τένοντες Ἄγκωνος : ἡ διπλῆ ὅτι πάντα τὰ τεταμένα νεῦρα τένοντας
5866045 νεωτεριζων
ὑπὸ τῶν Φαρνάκου τοῦ βασιλέως παίδων Ἀρσάκης , δυναστεύων καὶ νεωτερίζων , ἐπιτρέψαντος οὐδενὸς τῶν ἡγεμόνων : ἑάλω δὲ οὐ
τῆς προτέρας νεμήσεως ἐπικυρῶν , τὰ δὲ τοῦ καιροῦ βιαζομένου νεωτερίζων . Αἴγυπτον μὲν γὰρ καὶ Λιβύην καὶ τὴν ἐπέκεινα
5864295 ἐξιπταται
οὔτε τι εἰπεῖν οὔτ ' ἔρξαι δύναται . πολλάκις γὰρ ἐξίπταται ὁ νοῦς τῆς ψυχῆς , καὶ ἐν ἐκείνῃ τῇ
διαπνεῖ δὲ ἐπὶ πλεῖστον καταιγίζουσα τῷ τοῦ λόγου πνεύματι καὶ ἐξίπταται κουφιζομένη τῷ τῆς γλώττης πτερῷ . ταῦτά με τὰ
5864033 ἀκολουθουντος
ὠκεανοῦ παντελῶς , οὔτ ' , εἰ δοθείη τοῦτο , ἀκολουθοῦντος αὐτῷ τοῦ σύρρουν εἶναι πᾶν τὸ κύκλῳ πέλαγος τὸ
εἶναί φησιν , ὅσα καὶ μονούμενα , ἤτοι μηδενὸς ἄλλου ἀκολουθοῦντος αὐτοῖς ἢ ἐκ τῆς αἱρέσεως αὐτῶν ἀποβαίνοντος , εἰσὶ
5861853 ἰλιγγιᾳ
πρὸς τὴν θάλασσαν , οὕτω καὶ ὁ δῆμος ναυτιᾷ καὶ ἰλιγγιᾷ ἀφορῶν πρὸς τὰ πράγματα . καὶ τοῖς συναντῶσιν ἐρωτώμενοι
κυβερνήτης ὅπως χρὴ σώζειν τὴν ναῦν πολλάκις ἤδη σεσωκὼς , ἰλιγγιᾷ δὲ ὁ κρείττων ὑπὸ τοῦ χείρονος , κιχάνῃ δὲ
5861607 ἀπηρτηται
' ἐστὶν ἐκ σπάρτου στερεὸν ἡ σειρίς , καὶ ταύτης ἀπήρτηται ξύλον ἐν ἄλλῳ πλησίον ὄντι ὀρύγματι κατακείμενον , ὅπως
: τῇ παραβάσει χρήσασθαι . λέγεται δὲ παράβασις ἤτοι ἐπειδὴ ἀπήρτηται τῆς ἄλλης ὑποθέσεως , ἢ ἐπειδὴ παραβαίνει ὁ χορὸς
5858550 ἀτυχει
θανεῖν ἀκλεές . εἴπερ κακὸν φέροι : εἰ ὅλως τις ἀτυχεῖ , καλὸν τὸ δίχα αἰσχύνης . εἴπερ ὅλως τις
: τὴν γὰρ τοιαύτην δίκην ἡ νικηθεῖσα μὲν ἀδικεῖ , ἀτυχεῖ δὲ ὁ νικήσας . Παραιτοῦμαι δὲ συγγνώμην ἔχειν μοι
5858540 Διχα
, καὶ βάσις ἡ ΛΚ βάσει τῇ ΔΕ ἴση . Δίχα ἂν εἴη τετμημένη . , ] ἐπεὶ οὖν αἱ
. ἥξει ἄρα ἡ ΒΓ ὄψις ἐπὶ τὸ Ε . Δίχα ἄρα τμηθήσεται . , ] ἐπεὶ γὰρ ἴση ἡ
5857635 δυσπνους
ἰχθύος οὔτε ἄλλου τινὸς γεύεται : κεῖται δὲ ὑπεργέμων καὶ δύσπνους , ὥστε εἶναι τρόπον τινὰ τῷ μεθύοντι παραπλήσιον τὸ
ἐφ ' ὧν ἀνέλπιστος ὁ θάνατος . καί φησιν ὅτι δύσπνους ἐάν ἐστιν ὁ ἄνθρωπος καὶ ἀνόρεκτος καὶ παραφροσύνη σύνεστιν
5851084 σωφρονουντι
καὶ τῶν κακώσεων παίγνιον εἶναί σοι δόξειν : ἤτοι οὐ σωφρονοῦντι βαρύτερα κακά σοι ἐπέλθωσι παρὰ τοῦ Διὸς , καὶ
, ὁ δὲ μὴ ἐρῶν σωφρονεῖ , καὶ δεῖ τῷ σωφρονοῦντι μᾶλλον ἢ τῷ νοσοῦντι χαρίζεσθαι . Τῶν οὖν φανερῶν
5846670 ἀναβατῃ
σώματι ταῦτα πάντα ποιῶν καὶ ἑαυτῷ ὁ ἵππος καὶ τῷ ἀναβάτῃ ἀσφαλέστερον ποιήσει μᾶλλον ἢ ἂν ἐκλείπῃ τὰ ὄπισθεν ἢ
λυποῦντα , τὰς δὲ ἐν τῷ τραχήλῳ , ὅπως τῷ ἀναβάτῃ ὡς ἀφθονωτάτη ἀντίληψις ᾖ . δέδοται δὲ παρὰ θεῶν
5840009 ἁρματροχια
παρὰ τὸ αἴρω , τὸ ἐπαίρω . . . . ἁρματροχιά : ὁ τύπος καὶ ἡ ἐγχάραξις τοῦ τροχοῦ .
παρὰ τὸ αἴρω , τὸ ἐπαίρω . . . . ἁρματροχιά : ὁ τύπος καὶ ἡ ἐγχάραξις τοῦ τροχοῦ .
5836484 σχιστῳ
διὰ καλαμίνθης ἀποβαπτομένης εἰς ὄξος γεγενήσθω : τὴν γὰρ πρώτην σχιστῷ χρηστέον τῷ γάλακτι . διδόσθω δὲ πρὸς δύναμιν μήτε
, μὴ βουλόμενοι ἅμμασιν ἀνωμάλοις σκληροῖς θλίβειν τὰ σώματα , σχιστῷ ἐπιδέσμῳ χρώμεθα ὀκτασκελεῖ : ὁ δὲ τρόπος τῆς ἐπιδέσεως
5836208 εὐπετεος
] ὃς γὰρ ταχύτατός ἐστιν ἅλλεσθαι πηδήματος εὐπετοῦς ἄρχει . εὐπετέος ] συντομωτάτου . ἀντὶ μιᾶς . ἀνάσσων ] κρατῶν
, συντόμῳ . ταχεῖ . τοῦ τῆς βλάβης ὁρμήματος . εὐπετέος ] ἄτης . συντόμου συντομωτάτου . εὐκινήτου . κυριεύων
5835985 Ὀδυνης
στραγγουρίη , ἐν ὕδατι καθιζέσθω , καὶ γλυκὺν πινέτω . Ὀδύνης ὑστερέων : οἶνον ὡς ἥδιστον ἴσον ἴσῳ κεράσας ,
: διαλελαμμένον γὰρ φαρμάκῳ ῥᾷον παύειν ἢ τὸ ἀθρόον . Ὀδύνης ἐν κεφαλῇ τοῦ αἵματος ἀφαιρέειν ἀπὸ τῶν φλεβῶν :
5832235 περιδρομου
οἰκίας περίδρομος , ὡς ἐν τῷ Γήραι Ἀριστοφάνους ἐπὶ τοῦ περιδρόμου στᾶσα τῆς συνοικίας . καὶ περιοίκιον δέ τι μικρὸν
. . τῃδὶ μὴ παρέχειν σε πράγματα . ἐπὶ τοῦ περιδρόμου στᾶσα τῆς συνοικίας σὺ δ ' οὐκ ἐγήμω ;
5831388 ἀναλγης
μὲν ἄφοβος , ἀδαιὴς δὲ διὰ τοῦ αι ἀμαθής . ἀναλγὴς μὲν ὁ μὴ ἀλγῶν , ἀνάλγητος δὲ ὁ ἀνεπίστρεπτος
εἰς τοῦτο ἀχθῇ . ἀνάλγητος ὁ ἀνεπίστρεπτος τοῦ καθήκοντος , ἀναλγὴς ὁ μὴ ἀλγῶν . ἄντικρυς τὸ διαρρήδην καὶ φανερῶς
5828970 ἀπαραβατως
♂ καὶ ἕτερός τις σχηματισθῇ ἐπὶ τὸ βόριον αὐτῆς φερομένης ἀπαραβάτως ἐπὶ τὴν τῆς ☍ ἐλθούσης , λύσις ἔσται τῆς
ζῳδίῳ ἑνὸς ἀστέρος ὅριον ἔχωσιν ἐάν τε ἐν ἄλλῳ , ἀπαραβάτως ἐκεῖνος οἰκοδεσποτήσει . ἐὰν δέ πως ἐν τῷ ἰδίῳ
5827914 γυμνωθεισης
οἱ γὰρ σφῆκες ἀναίσχυντοί εἰσιν . Ἄλλως : τάχα ὅτι γυμνωθείσης τῆς σαρκὸς ὑπὸ τῶν λύκων ἐσθιόντων , αὐτὰ τότε
οὕτω πολλάκις τὸ ἀποσυρὲν δέρμα , κἂν μελανθῆναι φθάσῃ : γυμνωθείσης δὲ τῆς σαρκὸς τοῦ δέρματος , δύσκολος ἡ ἐπούλωσις
5827588 ἐδυνηθης
ἀγριαίνουσαν θάλατταν . μὴ γὰρ εἴποι τις ὡς βουληθεὶς οὐκ ἐδυνήθης : τὸ γὰρ ὡς οὐκ ἐβουλήθης , οὐκ ἔστιν
γὰρ ἦν καὶ πρέπον ἐρωτικῇ ὁμιλίᾳεἰ καὶ μὴ τῆς παροινίας ἐδυνήθης : ἐβουλόμην οὖν ἀκριβῶς ἕκαστα ἐπιστεῖλαι καὶ προὐτράπην :
5824770 Ἰβεως
, καὶ κάρα Ἵπποκράτορος καὶ Χεὶρ ἐκτεταμένη καὶ κεφαλὴ τοῦ Ἴβεως τοῦ τῆς δωδεκαώρου . τῷ δὲ δευτέρῳ δεκανῷ Ἱπποκράτορος
δὲ τριτάτῳ δεκανῷ παρανατέλλει Κύκνος καὶ Ἵππου τὰ ὀπίσθια καὶ Ἴβεως τὰ τέλη . Καὶ κλίματα τὸ ζῴδιον καὶ τόπους
5823974 τεθλασμενου
σκευαζέσθω : ἐλαίου γλυκέος λίτρ . α . ἄγνου σπέρματος τεθλασμένου γοστ . πηγάνου σπέρματος τεθλασμένου γογ . κασίας κεκομμένης
εἰρημένη : τετρωμένου δὲ τοῦ μυός , ἔτι δὲ καὶ τεθλασμένου , ἐπιδιαιρεῖν χρή , οὐ πάντως δὲ χιέζειν τὸν
5823317 διαιρεισθω
ἐὰν δ ' ὑπόπυον γένηται τὸ τῆς ῥαφῆς διάστημα , διαιρείσθω τὸ ἐπὶ τῷ ὑγρῷ σῶμα , καὶ μετὰ τὴν
ὡς μηδὲν κολπίζεσθαι τοῦ πύου . τὰ μέντοι πλατέα ἀποστήματα διαιρείσθω , τὰ δ ' ἰσχυρῶς κυρτούμενα περιογκοῦται καὶ εἰς
5823241 θιγοντος
οὐκ ἂν ἐν τοῖς ὑποκειμένοις μενούσης , τοῦ αἰσθητηρίου μὴ θιγόντος , διέβαινεν ἡ ταύτης αἴσθησις πρὸς ἡμᾶς . ἀλλὰ
ἀρρωστίᾳ τινὶ περιπέσῃ , τούτους καταλιχμωμένη ῥώννυται . ἔχιδνα δὲ θιγόντος αὐτῆς μόνον φηγοῦ κλάδου καροῦται , καθάπερ καὶ νυκτερὶς
5819082 ἠϊκται
* ἀπεχεύατο : ἀπορρίπτει διατείνει * σκολύμῳ : φυτόν * ἠΐκται : ὡμοίωται * τροχέην : γράφεται τραχέην * βριαρή
ζοφοείδελος δέ , ὅτι ζοφοειδής ἐστι κατὰ τὴν ὄψιν . ἠΐκται δέ , ἤγουν ὅμοιός ἐστι σκολύμῳ , ὅ ἐστι
5817860 ἐφαπτωνται
τῆς συναφῆς τῶν κύκλων . Ἐὰν ἐν σφαίρᾳ δύο κύκλοι ἐφάπτωνται ἀλλήλων , ὁ διὰ τῶν τοῦ ἑνὸς πόλων καὶ
ἢ δύο : ὅπερ ἔδει δεῖξαι . Ἐὰν δύο κύκλοι ἐφάπτωνται ἀλλήλων ἐντός , καὶ ληφθῇ αὐτῶν τὰ κέντρα ,
5816984 ἀντιστρεφοντος
οὕτως οὖν καὶ Ἀμέλης Ἀμέλητος καὶ ἀμένης ἀμένητος , οὐκ ἀντιστρέφοντος τοῦ κανόνος : οὐδὲ γὰρ τὰ ἔχοντα πρὸ τοῦ
αὐτοὺς ἔχει λόγους , οὐδὲ τοὺς ἴσους : τοῦ δὲ ἀντιστρέφοντος , καθὸ ἐν μὲν τῷ ἀντιστρέφοντι τοῖς ἰδίοις λόγοις
5814160 τιμησονται
τῷ παθητικῷ ἀντὶ τοῦ ἐνεργητικοῦ ἐχρήσατο : οὕτως γὰρ Ἀρίσταρχος τιμήσονται , ὡς ἐλεύσονται . . . ωνται . ὅτι
. . . . οἵ κέ σε δωτίνῃσι θεὸν ὣς τιμήσονται : ἡ διπλῆ ὅτι τῷ παθητικῷ ἀντὶ τοῦ ἐνεργητικοῦ
5811000 τριπλευρου
ἄρα ΓΕΒ τῶν ΓΔΒ μείζονές εἰσιν . πάλιν ἐπεὶ παντὸς τριπλεύρου αἱ δύο πλευραὶ τῆς λοιπῆς μείζονές εἰσιν , αἱ
ὑπεροχὴ αὐτῶν ἐλάσσων ἐστὶν τῆς ΒΔ , ἐπείπερ καὶ παντὸς τριπλεύρου αἱ β πλευραὶ τῆς λοιπῆς μείζονές εἰσιν . Ἐὰν
5810416 τυγχανετω
ἑταίρων δυνάμεις ὠφελείας φέροιεν . τά τε οὖν αὐτοῦ σωτηρίας τυγχανέτω καὶ τὰ τῆς ἀδελφῆς Στρατωνίδος ἀπὸ τῆς αὐτῆς ἀνάγκης
ὑπηρέτας . ἔγγραφε δὴ τὸν ἄνδρα μεθ ' ἡδονῆς καὶ τυγχανέτω χρηστοῦ τινος διὰ τὸν θεῖον καὶ τῷ δοῦναι χάριν
5807820 κομιζομενου
τὸν ἴακχον . . . Ὥσπερ γὰρ ἀγαθοῦ φανέντος τοῦ κομιζομένου τὴν χάριν , μεθέξειν ἡ πόλις τὸ μέρος τῆς
τῆς μεγάλης πόλεως πάντα ἀγείρας τὸν ὅμιλον , ἔτι δὲ κομιζομένου διὰ τῆς θαλάττης ᾤμωζεν . ἥψατο δὲ ταῖν χεροῖν
5806448 πεντεκαιδεκατης
γαμεῖν . τῶν δὲ Διδύμων ἀπὸ μιᾶς μοίρας ἕως τῆς πεντεκαιδεκάτης οὐ πεποίηνται , αἱ δὲ λοιπαὶ εὔθετοι . ὁ
λεπροῦ σῖτος πατούμενος καρπὸν οὐκ ἀναφύει . Συκῆ εὔκαρπος μένει πεντεκαιδεκάτης οὔσης τῆς θεοῦ ὀλύνθων αὐτῇ περιαφθέντων ἢ καὶ φυκίων
5802238 Κυκλῳ
καὶ ἐφιδρυμένης παντὶ ὅσον αὐτῆς εἰς τὰς σφαίρας ἀνέδραμε . Κύκλῳ οὖν ἐκείνης περιεχούσης συννεύουσα ἐπιστρέφεται πρὸς αὐτήν , ἡ
ἐπ ' εὐθείας ἐστὶν ἔγγιστα τῷ μέσῳ τῶν ἐν τῷ Κύκλῳ τριῶν ἐκφανῶν τῶν πρὸς ἀνατολὰς ἐν τῷ αὐτῷ μάλιστα
5801933 τριακονταετης
: βιώσιμα δὲ γεννᾷ τριετὴς τίκτουσα : συλλαμβάνει δὲ ἕως τριακονταετὴς γένηται . ὀχεύει δὲ ὁ ἄρρην καὶ γόνιμα ποιεῖ
ἐν θεάτρῳ μήτε δημηγορεῖν : τούτῳ . . . μὴ τριακονταετὴς ἔτι ὑπάρχειν , ποιῶν δράματα . . . Καλλιστράτου
5801324 ἐκκαλυπτικον
τῶν ἐκκαλυψόντων , ἀλλ ' οὐκ αὐτὸ ἑτέρων δεῖ ὑπάρχειν ἐκκαλυπτικόν . καὶ μὴν εἰ τὸ σημεῖον κατ ' αὐτοὺς
ἐν αὑτῷ ἡγούμενον ἀξίωμα σημεῖον τοῦ λήγοντος : οὐδὲ γὰρ ἐκκαλυπτικόν ἐστι τοῦ ” φῶς ἔστιν “ τὸ ” ἡμέρα

Back