. Ἡττηθέντων δὲ αὐτῶν πανστρατὶ , οἱ Ῥωμαῖοι τὴν νίκην ἐθριάμβευσαν . Ἔτει πέμπτῳ Οὐαλέριος ὁ Βρούτου συνύπατος , τετάρτην
μετὰ τούτων Βρουνδισηνοὶ , καθ ' ὧν ἁπάντων οἱ νικήσαντες ἐθριάμβευσαν . Τετρακοσιοστῷ δὲ καὶ ἑβδομηκοστῷ [ καὶ ἑβδόμῳ ]
8230942 Γνεου
τε αἰσχρῶς καὶ ἀπεχώρησε . Γαΐου δὲ Καικιλίου Μετέλλου καὶ Γνέου Κάρβωνος ὑπάτων γενομένων , οἱ ἀδελφοὶ Μέτελλοι κατὰ τὴν
ἐκοινώνησαν , καὶ τὸν δρόμον ἐπ ' αὐτὴν ποιούμενοι παρὰ Γνέου Κορνηλίου Δολοβέλλου τοῦ ὑπάτου πανωλεθρίᾳ διεφθάρησαν . Ὑπὸ τούτους
8044059 Λεντλος
συνωμοσίαν ἐπήχθησαν ὡς ἀναστήσοντες ἐπὶ Ῥωμαίους τὴν Γαλατίαν . καὶ Λέντλος μὲν αὐτοῖς συνέπεμπεν ἐς Κατιλίναν Βουλτούρκιον , ἄνδρα Κροτωνιάτην
καὶ συμμάχους τῆς ἡγεμονίας ἀνηγόρευεν ἄκυρον δὲ τὸ δόγμα ἐποίησε Λέντλος ὁ ἐπικαλούμενος Σπινθήρ . οἱ δὲ Κρῆτες ἀπηλλάγησαν .
7941109 προειστηκεσαν
δὲ ὑσγινοβαφῆ , πολλοὶ δὲ καὶ κυάνεα εἶχον περιβόλαια . προειστήκεσαν δὲ τούτων ἀργυράσπιδες Μακεδόνες πεντακόσιοι . κατὰ δὲ μέσην
ὄντες τὴν ἐκ τῶν νόμων ἀνάγκην τοῖς ἀπειθοῦσι προσφέρειν : προειστήκεσαν γὰρ τοῦ πλήθους οἱ δήμαρχοι καὶ κωλύσειν ἔμελλον ,
7927340 ἀπεπειρωντο
ναυτικὸν ἐπλήρουν : ἤγουν ναῦς ἐπλήρουν ναυτῶν . ἀνεπειρῶντο : ἀπεπειρῶντο καὶ ἐμελέτων καὶ ἐς τἆλλα : τὰ κατὰ τὴν
ἀρχὰς μὲν ἀκροβολισμοῖς ἀλλήλων οἱ πολέμιοι καθ ' ἑκάστην σχεδὸν ἀπεπειρῶντο : εἶτα ἱππομαχίαι συνέστησαν δύο , ὧν τὴν μὲν
7884017 ἐστρατηγεε
καὶ Θηβαίων τοὺς ἐς τὸν ἀριθμὸν λογισάμενος εἶπον , τῶν ἐστρατήγεε Λεοντιάδης ὁ Εὐρυμάχου . Τοῦδε δὲ εἵνεκα τούτους σπουδὴν
Ἰωνίην ἐφύλασσε : τοῦ πλῆθος μὲν ἦν ἓξ μυριάδες , ἐστρατήγεε δὲ αὐτοῦ Τιγράνης , κάλλεΐ τε καὶ μεγάθεϊ ὑπερφέρων
7861694 Δολοβελλας
, ἐς τὴν Σμύρναν ἐπανῆλθον . καὶ τοὺς ὀλίγους ὁ Δολοβέλλας ἐνεδρεύσας τε καὶ περιλαβὼν ἔκτεινε καὶ ἦλθε τῆς αὐτῆς
δὴ καὶ Μακεδονίαν εὖ ποιοῦντες οἱ ὕπατοι , σὺ καὶ Δολοβέλλας , καθισταμένων ἄρτι τῶν πραγμάτων περιεσπάσατε ἐς ἑαυτούς .
7795281 ἀπαρασκευαστοι
δοῦναι θέλων ἀπαράσκευος λέγεται . . . οἱ δὲ μονομάχοι ἀπαρασκεύαστοι . . . . τὸ μὲν γὰρ διὰ τὸ
ἀρχιερεὺς ὁ μονομάχους δοῦναι θέλων ἀπαράσκευος , ὅσοι δὲ μονομάχοι ἀπαρασκεύαστοι . τὸ μὲν γὰρ διὰ τὸ παθητικὴν ἔχειν ἔμφασιν
7777995 Λουκιου
χώρας ἐκείνης τοῖς ὑπάτοις ἑαυτοὺς ἐνεχείρισαν . Μετὰ τούτους , Λουκίου Αἰμιλίου διαδεξαμένου τὴν ἀρχὴν , πλῆθος Γάλλων ὑπὲρ ἀριθμὸν
τῆς οἰκίας , ὡς μὴ ἄθυρμα γένοιτο ἀνδρῶν σπουδαίων . Λουκίου τούτου κἀκεῖνο θαυμάσιον : ἐσπούδαζε μὲν ὁ αὐτοκράτωρ Μάρκος
7772652 Αἰβουτιος
. . . Πόπλιος Ποστούμιος Κοίντου υἱὸς Τούβερτος , Τῖτος Αἰβούτιος Τίτου υἱὸς Φλαούιος , Σέρβιος Σολπίκιος Ποπλίου υἱὸς Καμερῖνος
εἰς τὸν ἐπιόντα ἐνιαυτὸν ἀπεδείχθησαν Πόπλιος Οὐετούριος Γεμῖνος καὶ Πόπλιος Αἰβούτιος Ἔλβας . τούτων ὁ μὲν Αἰβούτιος ἐπὶ τῶν πολιτικῶν
7759405 Σολπικιος
υἱὸς Τούβερτος , Τῖτος Αἰβούτιος Τίτου υἱὸς Φλαούιος , Σέρβιος Σολπίκιος Ποπλίου υἱὸς Καμερῖνος , Αὖλος Ποστούμιος Ποπλίου υἱὸς Βάλβος
ἄρχοντος δ ' Ἀθήνησι Φιλοκλέους ἐν Ῥώμῃ κατεστάθησαν ὕπατοι Γάιος Σολπίκιος καὶ Γάιος Αἴλιος . ἐπὶ δὲ τούτων Ἀρριδαῖος ὁ
7749765 κυκλουμενων
δῆλον . Ξ ἀρκεῖ ἐμοὶ καὶ ἐμὲ βουλεύειν περὶ τῶνδε κυκλουμένων ἔξωθεν . ἡμέτερον + ἔμ ' ἀρκεῖ : ἐντεῦθεν
ἐδέχοντο . τῶν δὲ κατὰ νώτου φανέντων καὶ ἀλαλαξάντων καὶ κυκλουμένων φυγεῖν ἀπογνόντες ἐξεπλάγησαν , ἐταράχθησαν . καὶ τότε πλεῖστος
7736865 Ἑλλανοδικαι
ἀνέδησεν αὐτὸς ταινίᾳ : καὶ ἐπὶ τούτῳ μαστιγοῦσιν αὐτὸν οἱ Ἑλλανοδίκαι , καὶ διὰ τὸν Λίχαν τοῦτον ἡ κατὰ Ἆγιν
, ὡς ὁ Δημοσθένης φησὶν ἐν τῷ κατὰ Νεαίρας . Ἑλλανοδίκαι , ἄρχοντες Ἠλεῖοι διέποντες τὰ κατὰ τὸν ἀγῶνα τῶν
7734835 φονευονται
ἐπιγενομένης τρέπονται μὲν οἱ λῃσταὶ καὶ πάντες ὑπὸ τῶν στρατιωτῶν φονεύονται : εἰσὶ δὲ οἳ καὶ ζῶντες ἐλήφθησαν . Ἱππόθοος
: ὥσπερ γὰρ ἐν νυκτὶ πόλεως ἁλούσης καθεύδοντες οἱ διαβαλλόμενοι φονεύονται . Καὶ τὸ πάντων οἴκτιστον , ὁ μὲν οὐκ
7732468 συνῃσαν
οἵα οὐκ ἄλλη τῶν γ ' ἐφ ' ἡμῶν . συνῇσαν μὲν γὰρ εἰς τὸ κατὰ Κορώνειαν πεδίον οἱ μὲν
σκευοφόρων τοὺς ἄρχοντας καὶ τῶν ἁρμαμαξῶν : καὶ οὗτοι μὲν συνῇσαν . οἱ δὲ καταδραμόντες εἰς τὸ πεδίον συλλαβόντες ἀνθρώπους
7728957 ἀλλοφυλοι
ἔτεσιν ιηʹ , Ἀὼθ ἔτεσιν ηʹ . ἔπειτα πταισάντων αὐτῶν ἀλλόφυλοι ἐκράτησαν ἔτεσιν κʹ . ἔπειτα Δεββώρα ἔκρινεν αὐτοὺς ἔτεσιν
τιμωρεῖσθαι κελεύοις , ὅτι ἐχθροί , ὅτι ὑπῆρξαν , ὅτι ἀλλόφυλοι . ἀπὸ δὲ πράγματος , ὅτι ἴσον , ὅτι
7721800 Ὀλυνθος
πόλις Παμφυλίας . Στράβων ιδʹ . τὸ ἐθνικὸν ὅμοιον . Ὄλυνθος , πόλις Θρᾴκης πρὸς τῇ Σιθωνίᾳ τῆς Μακεδονίας ,
ἱερὸν ἀκρωτήριον . Ἔξω δὲ τοῦ ἰσθμοῦ πόλεις αἵδε : Ὄλυνθος Ἑλληνὶς , Μηκύβερνα Ἑλληνὶς , Σερμυλία Ἑλληνὶς καὶ κόλπος
7691131 Μυρωνιδου
οἵ τε πρεσβύτατοι καὶ οἱ νεώτατοι ἀφικνοῦνται ἐς τὰ Μέγαρα Μυρωνίδου στρατηγοῦντος . καὶ μάχης γενομένης ἰσορρόπου πρὸς Κορινθίους διεκρίθησαν
, ταύτην τὴν μαρτυρίαν παρέξομαι , ἀλλὰ καὶ ἐκμαρτυρίαν ἑτέραν Μυρωνίδου , ὃς ἦν τῶν δημοτῶν πρεσβύτατος . Καὶ οὗτος
7660314 ἀοπλοι
προσῄεσαν . εἶτα ἡ γερουσία καταστᾶσα τοιάδε ἔλεξεν : ” ἄοπλοι μέν ἐσμεν , ὡς ὁρᾷς , παραγενομένους δὲ αἰτιῶνταί
δὲ τοῦτο πολλοὶ τῶν στρατιωτῶν ἐξέθεον ὡς πρὸς τὴν θέαν ἄοπλοι : οἱ δὲ τῆς πόλεως ὠνείδιζόν τε τοὺς ἐπιόντας
7654436 ἀφικνουντο
τούτων καὶ τοῦ μαντείου , ὕστερον δὲ καὶ οἱ πόρρωθεν ἀφικνοῦντο καὶ ἐχρῶντο τῷ μαντείῳ καὶ ἔπεμπον δῶρα καὶ θησαυροὺς
καὶ τὰ ὅπλα μικροῦ δεῖν πάντες ἀπολωλεκότες εἰς πόλιν Τύσκλον ἀφικνοῦντο : σκηνὰς δ ' αὐτῶν καὶ ὑποζύγια καὶ χρήματα
7652927 Ἀγριππου
ὣς μαχούμενοι , Πλάγκος δὲ ἔσεσθαι μέσους Καίσαρός τε καὶ Ἀγρίππου , χρῆναι δ ' ἔτι καραδοκεῖν τὰ γιγνόμενα :
καὶ Οὐεντίδιον ᾔει , ἐνοχλούντων αὐτὸν ἑκατέρωθεν Σαλουιδιηνοῦ τε καὶ Ἀγρίππου καὶ φυλασσόντων , ὅτε μάλιστα περιλάβοιεν ἐν τοῖς στενοῖς
7643071 καταφρακτων
ὕπαιθρον ἀγωνισάμενος μάχην . ” ] Τότε δὲ ἴλη τῶν καταφράκτων ἱππέων ὑπὲρ τοὺς τετρακοσίους ἐς τοὺς ὀπισθοφύλακας κατερράγη .
ἱππέων δορατοφόρων , ἱππέων ἀκοντιστῶν , ἱππέων τοξοτῶν , ἱππέων καταφράκτων , ἁρμάτων , ἐλεφάντων . Ἑκάστης δὲ τῶν εἰρημένων
7641950 ξυνεβησαν
ἔπειτα τραπόμενοι κατέφυγον ἐς τὴν ἄνω πόλιν , καὶ ὕστερον ξυνέβησαν πρὸς Νικίαν καὶ τοὺς ξυνάρχοντας Ἀθηναίοις ἐπιτρέψαι περὶ σφῶν
καί , ὡς οὐδεὶς αὐτοῖς ἐβοήθει , μὴ προαπόλωνται , ξυνέβησαν ὥστε ξύμμαχοί τε εἶναι καὶ ὁμήρους σφῶν τε αὐτῶν
7636894 κατακληρουχησαντες
δ ' ἐκ τῶν συμμάχων καταλέξαντες , καὶ τὴν χώραν κατακληρουχήσαντες μέχρι μέν τινος ἐκράτουν τῶν Θρᾳκῶν , ὕστερον δὲ
εἶναι δοκούντων , κατελάβοντο μὲν τῆς Αἰθιοπίας τὴν κρατίστην , κατακληρουχήσαντες δὲ πολλὴν χώραν ἐν ταύτῃ κατῴκησαν . ὁ δὲ
7636761 Μιθραδατης
ἔχοντες . οὐ πολὺ δὲ προεληλυθότων αὐτῶν ἐπιφαίνεται πάλιν ὁ Μιθραδάτης , ἱππέας ἔχων ὡς διακοσίους καὶ τοξότας καὶ σφενδονήτας
θαρροῦσι διώκειν ὡς ἐφεψομένης ἱκανῆς δυνάμεως . ἐπεὶ δὲ ὁ Μιθραδάτης κατειλήφει , καὶ ἤδη σφενδόναι καὶ τοξεύματα ἐξικνοῦντο ,
7634835 Οἰταιων
. Φάϋλλος δὲ τύραννος ἠράσθη τῆς Ἀρίστωνος γυναικός , ὃς Οἰταίων προστάτης ἦν . οὗτος διαπεμπόμενος πρὸς αὐτὴν χρυσόν τε
τῶν Λακεδαιμονίων , τῶν αὐτῶν δεόμενοι : ὑπὸ γὰρ τῶν Οἰταίων καὶ αὐτοὶ ἐφθείροντο . ἀκούσαντες δὲ οἱ Λακεδαιμόνιοι γνώμην
7632036 Δερβικων
. ἀπέθανον δὲ ἐν τῆι μάχηι καὶ Περσῶν πολλοὶ καὶ Δερβίκων ἴσοι : μύριοι γὰρ καὶ αὐτοί . Ἀμόργης δὲ
ἔτι δ ' Ὑρκανίων καὶ Δραγγῶν , πρὸς δὲ τούτοις Δερβίκων καὶ Καρμανίων καὶ Χωρομναίων , ἔτι δὲ Βορκανίων καὶ
7620178 Φορτιου
. Βοαὶ ] Κτύποι . Καναχαὶ ] Ἦχοι . Ἀλεξάνδρου Φορτίου . Δρακόντων φόβαισι ] * Τοῦτό φησιν ὅτι ἀντὶ
καὶ νῆσον . Ῥίζαν ] Καὶ μητρόπολιν ἐσομένην . Ἀλεξάνδρου Φορτίου . Κόραν ἀστέων ῥίζαν ] * Τροπικῶς ταῦτα ἐξενήνεκται
7617363 Χαονες
στρατηγὸς ὁ Χάρης . Γ Χάοσι ] ἔθνος Θρᾴκης οἱ Χάονες . Γερητοθεοδώρους ] Γέρητος καὶ Θεόδωρος εἰς μαλακίαν διεβάλλοντο
ἔθνη φησὶν εἶναι Θεόπομπος τετταρεσκαίδεκα , τούτων δ ' ἐνδοξότατα Χάονες καὶ Μολοττοὶ διὰ τὸ ἄρξαι ποτὲ πάσης τῆς Ἠπειρώτιδος
7617360 ἀπεκρουσθησαν
κατὰ κράτος . μετὰ δὲ ταῦτα τῶν Ἠλείων πανδημεὶ παραταξαμένων ἀπεκρούσθησαν εἰς τὰς ναῦς : εἶτ ' ἀποπλεύσαντες εἰς τὴν
στρατεύσαντες ἐπὶ Ναύπακτον , κατοικούντων ἐν αὐτῇ τότε Μεσσηνίων , ἀπεκρούσθησαν . μετὰ δὲ ταῦτα στρατεύσαντες ἐπὶ τὴν ὀνομαζομένην Μολυκρίαν
7611951 Γενουας
Δέρθων πόλις ἀξιόλογος κειμένη κατὰ μέσην τὴν ὁδὸν τὴν ἀπὸ Γενούας εἰς Πλακεντίαν , ἑκατέρας διέχουσα σταδίους τετρακοσίους : κατὰ
, ὅπερ ἐστὶ τενάγη : τὸ μὲν γὰρ Ἀπέννινον ἀπὸ Γενούας , αἱ δὲ Ἄλπεις ἀπὸ τῶν Σαβάτων ἔχουσι τὴν
7607590 ξυνεστιοι
. ξυνέστιοι ] οἱ κάτοικοι . ξυνέστιοι ] ἐγκάτοικοι . ξυνέστιοι ] σύνοικοι . πόλεως ] τῶν Θηβῶν . πολύβοτος
ξυνέστιοι ] οἱ συμπολῖται . ξυνέστιοι ] οἱ κάτοικοι . ξυνέστιοι ] ἐγκάτοικοι . ξυνέστιοι ] σύνοικοι . πόλεως ]
7607178 ἀμφιβολοι
. οἳ δ ' ἔπιπτον ἤδη λάβρως καὶ ἀθρόως , ἀμφίβολοι γεγονότες : καὶ ἀπέθανον αὐτῶν ἐς ὀκτακισχιλίους καὶ ὁ
ἔχω οὐκ ἀμαυρᾶς , ὅτι καλῶς μοι ἕξει . . ἀμφίβολοι : πανταχόθεν βαλλόμενοι . . . . . .
7604416 ἱππαγωγοι
μέν εἰσι ταχεῖαι , αἱ δὲ στρατιώτιδες , αἱ δὲ ἱππαγωγοί , αἱ δὲ στοργγύλαι . τῶν δὲ ταχέων αἱ
ἱπποτοξόται , δορατοφόροι , κοντοφόροι , ὑπασπισταί , σκευοφόροι , ἱππαγωγοί , ἅμιπποι . δύο δ ' οὗτοι εἶχον ἵππους
7602057 μαργαινων
εἰς λ καὶ πλεονασμῷ τοῦ ε βλεμεαίνω . οἱ δὲ μαργαίνων καὶ ἐνθουσιῶν . . . . Βλέμυες : ἔθνος
. Βλεμεαίνων : τῇ ἑαυτοῦ δυνάμει γαυριῶν καὶ ἐπαιρόμενος , μαργαίνων καὶ ἐνθουσιῶν . παρὰ τὸ βρέμω βρεμαίνω καὶ κατὰ
7594870 ἐσεβαλεν
μοῖρα τῆς Φιλίππου στρατιᾶς ἦσαν , ἡνίκα ἐς τὴν Λακωνικὴν ἐσέβαλεν , ἀποτραπόμενοι δὲ ἀπὸ τῶν ἄλλων τὰ παραθαλάσσια ἐλεηλάτουν
Λακεδαίμονιἐς ἀποικίαν στέλλεται : Κλεομένης δὲ ὡς ἐβασίλευσεν , αὐτίκα ἐσέβαλεν ἐς τὴν Ἀργολίδα , Λακεδαιμονίων τε αὐτῶν ἀθροίσας καὶ
7584511 Σινωπεις
ἔχειν , ἃ δὴ μάλιστα ὠφέλιμα τοῖς πολιορκοῦσιν . οἱ Σινωπεῖς πάντας τοὺς ἐν τῇ πόλει τεχνίτας καὶ ἀρχιτέκτονας ἔπεμψαν
ἐκπολιορκήσας παραδώσειν , ἣν μάλιστα πολεμιωτάτην ἡγοῦντο . ἐπίστευσαν οἱ Σινωπεῖς καὶ παρεκάλεσαν , ὧν ἂν ἐς τὸν πόλεμον δέοιτο
7583257 οἰκισμου
] εἰσὶν ἄλλοι : τούτους δὲ ἀνέθεσαν οἱ Ἀργεῖοι τοῦ οἰκισμοῦ τοῦ Μεσσηνίων Θηβαίοις καὶ Ἐπαμινώνδᾳ μετασχόντες . ἡρώων δέ
καθ ' ἕκαστον ἐκτήθη τῇ πόλει , ταῦθ ' ἑνὸς οἰκισμοῦ ποιήσαντες γενέσθαι ; καὶ ταῦτα οὐχ ὡς συμβουλεύων εἶπον
7574783 συνεμαχησαν
δὲ Θουκυδίδης πάλιν ζητουμένου , διὰ τί οἱ Κερκυραῖοι οὐδενὶ συνεμάχησαν , ἀπὸ τῆς γνώμης ἐπιχειρήσας τὸ αὐτὸ συνέστησέ τε
καὶ συμμαχίαν πρὸς ἀλλήλους . ὕστερον μέντοι ἐλύθη , καὶ συνεμάχησαν οἱ Ἀθηναῖοι τοῖς βασιλέως στρατηγοῖς κατὰ τῶν Αἰγυπτίων Ἰφικράτους
7574382 Βαγραδα
καὶ τῇ Παρθίᾳ πέρατος μέχρι τῶν εἰς τὸν Περσικὸν κόλπον Βαγράδα τοῦ ποταμοῦ ἐκβολῶν . . . . . .
βʹ . Οἱ πάντες ἀπὸ τοῦ Ὀροάτιος μέχρι τῶν τοῦ Βαγράδα ποταμοῦ ἐκβολῶν τοῦ παράπλου τῆς τῶν Περσῶν χώρας στάδιοι
7566501 φρυκτωριαι
. ὀλολυγμὸν ] μετὰ θρήνου ὕμνον . λαμπάδι ] τῆι φρυκτωρίαι . ἐπορθιάζειν ] ὀξέως ποιεῖν προσφέρειν ἐκείνηι . Ἰλίου
ἀλεκτόρων πικρὰς στεγανόμους ὄρνιθας . οὐδὲ ναυφάγοι λήξουσι πένθους δυσμενεῖς φρυκτωρίαι πτόρθου διαρραισθέντος , ὃν νεοσκαφὲς κρύψει ποτ ' ἐν
7565257 ποδικων
ἐστι ῥυθμὸς μὲν ὥσπερ εἴρηται σύστημά τι συγκείμενον ἐκ τῶν ποδικῶν χρόνων ὧν ὁ μὲν ἄρσεως , ὁ δὲ βάσεως
πέντε : διαλαμβάνομεν γὰρ περὶ πρώτων χρόνων , περὶ γενῶν ποδικῶν , περὶ ἀγωγῆς ῥυθμικῆς , περὶ μεταβολῶν , περὶ
7563575 βαρβαριστι
ναυλόχιον ἐν τῷ μέσῳ ἦ που κατὰ στοίχους κεκράξονταί τι βαρβαριστί . εὖ γ ' ἐξεκολύμβης ' οὑπιβάτης ὡς ἐξοίσων
δὲ ὁ δοῦλος . τὸ θρέττε ] τὸ θαρσαλέον , βαρβαριστί , παρὰ τὸ θαρρεῖν . βαρβαρίζει δὲ ὡς δοῦλος
7563539 Βαρρων
καὶ Εὔδοξός τε ὁ πολύς , Δημόκριτος πρῶτος αὐτῶν , Βάρρων τε ὁ Ῥωμαῖος κτλ . . . . .
ἄνδρες ἄριστοι , Λούκιος Ἀφράνιος καὶ Μάρκος Πετρήιος καὶ Μάρκος Βάρρων . Εἶτ ' ἐκεῖθεν ἐπὶ τὴν Ἑλλάδα διαβὰς συνέμιξε
7554900 ἀναθοροντες
οἱ λοιποὶ δ ' ἔς τι χῶμα πρὸ τοῦ στρατοπέδου ἀναθορόντες αὐτό τε διέσωσαν γενναίως ἀμυνόμενοι καὶ τὸν Ἀννίβαν ἐκώλυσαν
δὲ πρὸς μὲν τὴν κάμηλον ἐφοβήθησαν καὶ ὀλίγου δεῖν ἔφυγον ἀναθορόντες , καίτοι χρυσῷ πᾶσα ἐκεκόσμητο καὶ ἁλουργίδι ἐπέστρωτο καὶ
7554119 Ἀγαθυρσων
δὲ τὸ Σαυροματῶν καὶ τῶν Γελώνων καὶ τρίτον τὸ τῶν Ἀγαθύρσων ἐπικαλούμενον γένος . ἀπὸ τῶν δὲ Μαιωτῶν λαβοῦσα τοὔνομα
κατύπερθε ἐς τὴν μεσόγαιαν φέροντα ἀποκληίεται ἡ Σκυθικὴ ὑπὸ πρώτων Ἀγαθύρσων , μετὰ δὲ Νευρῶν , ἔπειτα δὲ Ἀνδροφάγων ,
7551553 Βορεαδαι
δὲ πρὸς τὴν ἐξόρμησιν οἱ περὶ τὸ Πάγγαιον ὄρος οἰκοῦντες Βορεάδαι τοῖς ἥρωσι συνεστέλλοντο . καὶ γὰρ ἑκών : καὶ
δὴ ἀγώγιμα τῆς νεὼς Διόσκουροι καὶ Ἡρακλῆς Αἰακίδαι τε καὶ Βορεάδαι καὶ ὅσον τῆς ἡμιθέου φορᾶς ἤνθει , τρόπις δὲ
7547527 Σιταλκης
ἠντίασάν μιν οἱ Θρήικες , μελλόντων δὲ αὐτῶν συνάψειν ἔπεμψε Σιτάλκης παρὰ τὸν Ὀκταμασάδην λέγων τοιάδε : Τί δεῖ ἡμέας
ἵνα σαφὴς ὁ περὶ αὐτοῦ λόγος ὑπάρξῃ τοῖς ἀναγινώσκουσι . Σιτάλκης τοίνυν πρὸς Ἀθηναίους φιλίαν συνθέμενος ὡμολόγησεν αὐτοῖς συμμαχήσειν τὸν
7546804 ἀπενοστησαν
βασιλεῖ κατατοξευθῆναι * . Οἱ δὲ λοιποὶ Βανδήλων διεσκεδάσθησαν καὶ ἀπενόστησαν ἐπ ' οἴκου . Βασιλεὺς δὲ Ῥωμαίων τὴν πλείστην
δεδοικὼς περὶ αὑτοῦ , ἐπειδὴ γὰρ οὐδὲ οἱ πρότεροι πεμφθέντες ἀπενόστησαν , πρὸς Ξέρξην οὐ παρεγένετο , ἐλθὼν δὲ εἰς
7543054 Ἀρτοξερξου
. καὶ παραγίνεται Δαρειαῖος ἀγόμενος ὑπὸ Ἀρταπάνου εἰς τὴν οἰκίαν Ἀρτοξέρξου , πολλὰ βοῶν καὶ ἀπαρνούμενος ὡς οὐκ εἴη φονεὺς
καὶ Μιθριδάτης ὁ Δαρείου γαμβρὸς καὶ Ἀρβουπάλης ὁ Δαρείου τοῦ Ἀρτοξέρξου παῖς καὶ Φαρνάκης , ἀδελφὸς οὗτος τῆς Δαρείου γυναικός
7538903 ἱπποτοξοται
δὴ τοῦ πρῶτος τῶν ἱππέων ἐλαύνειν : καὶ γὰρ οἱ ἱπποτοξόται τούτου γε ἀξιοῦνται : προελαύνουσι γοῦν καὶ τῶν ἱππάρχων
δὴ δορατίοις ἀκροβολιζόμενοι Ταραντῖνοι ὀνομάζονται , οἱ δ ' ἕτεροι ἱπποτοξόται . καὶ αὐτῶν δὲ τῶν Ταραντίνων οἳ μὲν αὐτὸ
7537426 Βεειοι
καὶ κατεσκάφη . Εἴκοσι δὲ ὕστερον ταύτης τῆς μάχης ἐνιαυτοῖς Βέειοι πάλιν ἐκίνησαν τὸν πόλεμον : καὶ χειροτονεῖται κατ '
τοσούτοις βήμασι συμμετρούμενοι τὸ σημεῖον . Εἶτ ' ἐφεξῆς ἡττῶνται Βέειοι καὶ οἱ ἀπὸ Φιδήνης , οἱ μὲν ἓξ χωριζόμενοι
7537057 ἐτειχισθησαν
αὐτὸν ἐκομίσαντο τοὺς ἰδίους . ἐν δὲ τῶι μεταξὺ χρόνωι ἐτειχίσθησαν αἱ Ἀθῆναι τὸν τρόπον τοῦτον . ὁ μὲν τοῦ
τεῖχος , καὶ ἐπανῆλθε Θεμιστοκλῆς . ἀπεδόθησαν οἱ κατάσκοποι , ἐτειχίσθησαν Ἀθῆναι Λακεδαιμονίων ἀκόντων . Θεμιστοκλῆς ἐν τῷ πρὸς Αἰγινήτας
7533290 Ἀριαραθου
κατὰ τὸν πλοῦν ἐπιβουλεύσαντες Ἀριαράθῃ περὶ Κόρκυραν αὐτοὶ προανῃρέθησαν ὑπὸ Ἀριαράθου . ὁμοίως δὲ καὶ περὶ Κόρινθον ἐπιβουλὴν κατ '
ἐς ὀκτακισχιλίους καὶ ἐδίωξε τοὺς λοιποὺς ὑπὲρ Ἅλυν ποταμόν . Ἀριαράθου δέ , τοῦ Καππαδοκῶν βασιλέως , καὶ τοῦδε συμμάχους
7532025 Γυμνησιων
, * μᾶλλον αἱ Πιτυοῦσσαι καὶ πρὸς ἑσπέραν κεκλιμέναι τῶν Γυμνησίων . καλεῖται δ ' αὐτῶν ἡ μὲν Ἔβουσος πόλιν
πρὶν καταβαλεῖν τὸν ἄρτον . ταῦτα μὲν οὖν οὗτοι περὶ Γυμνησίων νήσων . Δίων δὲ ὁ Κοκκειανὸς ταύτας πλη -
7529660 Ἀκυιτανων
τούτου καὶ τῆς Πυρήνης οἰκοῦντες . ἔστι δὲ ἔθνη τῶν Ἀκυιτανῶν πλείω μὲν τῶν εἴκοσι , μικρὰ δὲ καὶ ἄδοξα
ἀγγέλλεται ὁ Ἀντώνιος συνθέμενος συμμαχήσειν καὶ νίκη κατὰ Κελτῶν τῶν Ἀκυιτανῶν ἐπιφανής , ἣν Ἀγρίππας ἄγων ἐφάνη . οἵ τε
7524006 ἐστρωτο
, πρεπούσης στρατιώτῃ σκληρῷ καὶ γενναίῳ . ὑπὸ δ ' ἔστρωτο ῥινὸν βοὸς ἀγραύλοιο . Πεισίστρατος ὅτε τῆς ἀρχῆς ἐγκρατὴς
βάρβαροι , ὡς ἐπαύσατό τε ὁ ἄνεμος καὶ τὸ κῦμα ἔστρωτο , κατασπάσαντες τὰς νέας ἔπλεον παρὰ τὴν ἤπειρον ,
7521710 ἐσταυρωθη
. ἐπειδὴ δὲ τοῖς Συρακοσίοις ἀρκούντως ἐδόκει ἔχειν ὅσα τε ἐσταυρώθη καὶ ᾠκοδομήθη τοῦ ὑποτειχίσματος , καὶ οἱ Ἀθηναῖοι αὐτοὺς
ἔλεγον : Εἰ καὶ μὴ ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ ᾗ ἐσταυρώθη ἐδυνήθημεν κλαῦσαι καὶ κόψασθαι , κἂν νῦν ἐπὶ τοῦ
7521532 ξυνεστη
θάλασσα ξυνέστη , καὶ ὅσα θαλάττης γεννήματα , καὶ ἀὴρ ξυνέστη , καὶ ὅσα ἀέρος φορήματα , καὶ οὐρανὸς ξυνέστη
κρατίστοις ἐμβάλλει . καὶ ἱππομαχία αὕτη καρτερωτάτη τοῦ παντὸς ἔργου ξυνέστη . ἐς βάθος τε γὰρ οἷα δὴ ἰληδὸν τεταγμένοι
7518587 Σχεδιαν
. Καὶ αὐτοῖς περιτυχὼν Θαμνεὺς , ὃς ἐτύγχανε κατὰ τὴν Σχεδίαν κυνηγετῶν , ἦγεν ὡς ξενίσων εἰς οἶκον , καὶ
προελθοῦσι μικρὸν ἐν δεξιᾷ ἐστιν ἡ διῶρυξ ἀνάγουσα ἐπὶ τὴν Σχεδίαν : διέχει δὲ τετράσχοινον τῆς Ἀλεξανδρείας ἡ Σχεδία ,
7516367 Μελαγχλαινων
τῶν ἀπειπαμένων τὴν σφετέρην συμμαχίην , πρώτην δὲ ἐς τῶν Μελαγχλαίνων τὴν γῆν . Ὡς δὲ ἐσβαλόντες τούτους ἐτάραξαν οἵ
Σκυθέων οἰκέουσι Μελάγχλαινοι , ἄλλο ἔθνος καὶ οὐ Σκυθικόν . Μελαγχλαίνων δὲ τὸ κατύπερθε λίμναι καὶ ἔρημός ἐστι ἀνθρώπων ,
7510341 ἐξεπολιορκησεν
ἀποστάντων Ἀντιπάτρου καὶ Κλονίου καὶ Ἀερόπου , τούτους καταλαβομένους Λαοδίκειαν ἐξεπολιόρκησεν . καὶ χρησάμενος μεγαλοψύχως αὐτοῖς ἀπέλυσε τῶν ἐγκλημάτων :
Ὡς τὴν Ἄορνον καλουμένην Πέτραν , ἀνάλωτον ἀεὶ γεγενημένην , ἐξεπολιόρκησεν . λϚʹ . Ὡς Ταξίλην μὲν τὸν βασιλέα τῶν
7508969 ἀπαντησαντες
πορρωτέρω προελθεῖν , συνελήφθημεν τοῖς Ἱππογύποις παρ ' αὐτοῖς καλουμένοις ἀπαντήσαντες . οἱ δὲ Ἱππόγυποι οὗτοί εἰσιν ἄνδρες ἐπὶ γυπῶν
' ὅτων δή ποτε ἀνεχώρησαν , οἵ τε εἰς Πύλας ἀπαντήσαντες κατεχώσθησαν ὑπὸ τῶν βαρβάρων : καὶ οὐ τοσοῦτόν γ
7507970 Μακρωνες
' ἐπεμαρτύραντο ἀμφότεροι . Μετὰ δὲ τὰ πιστὰ εὐθὺς οἱ Μάκρωνες τὰ δένδρα συνεξέκοπτον τήν τε ὁδὸν ὡδοποίουν ὡς διαβιβάσοντες
σμικράς : λόγχαι δὲ ἐπῆσαν μεγάλαι . Τιβαρηνοὶ δὲ καὶ Μάκρωνες καὶ Μοσσύνοικοι κατά περ Μόσχοι ἐσκευασμένοι ἐστρατεύοντο . Τούτους
7505543 ἐσημηνεν
εἴη στρατεύεσθαι ἔχοντι τοὺς παραμείναντας τῶν στρατιωτῶν ἢ ἀπαλλάττεσθαι , ἐσήμηνεν ὁ θεὸς τοῖς ἱεροῖς συστρατεύεσθαι . οὕτω γίγνεται τὸ
λεγομένων ἐκθεῖναι : διὰ τοῦ ἀναμετρήσασθαι τὸ πλῆθος τῶν κακῶν ἐσήμηνεν . ἢ οὖν ὡς πολλὰ , ἢ ὡς ἄτοπα
7504073 ἀφηγειτο
φέρουσαι . ἄρτι γὰρ βασιλεὺς ἦν καὶ τεσσάρων μυριάδων στρατοπεδευουσῶν ἀφηγεῖτο , καὶ νῦν δεδεμένος ἐπανήγετο πρὸς ὕβριν καὶ τιμωρίαν
καί τινες τῶν μισθοφόρων , ὧν ἁπάντων Κλέαρχος ὁ Λακεδαιμόνιος ἀφηγεῖτο : συνηγωνίζοντο δ ' αὐτῷ τῶν ἱππέων οἱ συναχθέντες
7503251 Χιαι
εἰς τὸ δοκεῖν εἶναι ἀργυραῖ . ἐπαινοῦνται δὲ καὶ αἱ Χῖαι κύλικες , ὧν μνημονεύει Ἕρμιππος ἐν Στρατιώταις : Χία
δοκεῖν εἶναι ἀργυρᾶ τὰ κεράμεια . ἐπαινοῦνται δὲ καὶ αἱ Χῖαι κύλικες . Ἕρμιππος : Χία δὲ κύλιξ ὑψοῦ κρέμαται
7502764 δεινοπαθησας
μοι ἔξωθεν στηθέων ἐκθρώσκει . ” ἀλυσκάζων ἐκκλίνων . ἀλαστήσας δεινοπαθήσας , χαλεπήνας , στενάξας . ἄλαστα γὰρ τὰ χαλεπά
ἀρσενικοῦ , ἀλεκτορὶς δὲ θηλυκόν . ἀλαστήσας : σχετλιάσας , δεινοπαθήσας : ἀπὸ τοῦ ἀλαστῶ ἀλαστήσω . . . .
7501145 Βαρεως
ἐπέσπε καὶ ἐπεσπάσατο ταῖς βαρίδεσσι ναυσὶ , ταῖς ἀπὸ τῆς Βάρεως οὔσαις , ἥτις ἐστὶ πόλις Περσίδος , ἐξ ἧς
Ξέρξῃ . . φεῦ , ὦ ὀλόμενοι ἐν ταῖς ἀπὸ Βάρεως ναυσὶ ταῖς τρισκάλμοις . . . Ἀγαμέμνων . Ἀθάμας
7499928 Χαονιας
Ἰλλυριοὶ ἔθνος , καὶ παροικοῦσιν οἱ Ἰλλυριοὶ παρὰ θάλατταν μέχρι Χαονίας τῆς κατὰ Κέρκυραν τὴν Ἀλκινόου νῆσον . Καὶ πόλις
παρὰ τὸν Αὖον ποταμὸν οἰκεῖσθαι . . Συλίονες : ἔθνος Χαονίας , ὡς Ῥιανὸς ἐν δ Θεσσαλικῶν Συλίονες δ '
7499735 ἐπηλθομεν
περὶ αὐτὴν ἐπραγματεύθημεν , μετὰ δὲ πολλῆς κακοπαθείας καὶ κινδύνων ἐπήλθομεν πολλὴν τῆς τε Ἀσίας καὶ τῆς Εὐρώπης , ἵνα
. ἀρκτέον δ ' ἀφ ' ὧνπερ καὶ τὴν παραλίαν ἐπήλθομεν τὴν κατ ' αὐτήν . Ἀπὸ Λεκτοῦ τοίνυν ἐπὶ
7498405 συνετριβετο
περὶ τοῦτο . ἐπετρίβετο ] ἐμαστίζετο , ἠφανίζετο . , συνετρίβετο . τυπτόμενος ] δαιρόμενος . πολλὰς ] πληγὰς μεγίστας
: τὰς ρʹ κεφαλὰς , τὰς κράτας , περιστυφελίζετο : συνετρίβετο , προσεκρούετο , ἐταράσσετο . Ξαινόμενος : συρόμενος ,
7498262 ἐτασσοντο
καὶ ἡμέρας μὲν πέντε ἡσύχαζον , τῇ δ ' ἕκτῃ ἐτάσσοντο ἀμφότεροι ὡς ἐς μάχην . καὶ ὁ Δημοσθένης δείσας
Τούτων δὲ εἴχοντο Ἐπιδαυρίων ὀκτακόσιοι : παρὰ δὲ τούτους Τροιζηνίων ἐτάσσοντο χίλιοι , Τροιζηνίων δὲ ἐχόμενοι Λεπρεητέων διηκόσιοι , τούτων
7497216 ἠθετουντο
ἦρχον ἐγὼ μύθοιο κελεύων ὔμμ ' ἅμ ' ἕπεσθαι . ἠθετοῦντο καὶ παρὰ Ἀριστοφάνει οἱ ιθʹ . . τέκνον ἐμόν
ἕξ ] καὶ παρὰ Ζηνοδότῳ καὶ Ἀριστοφάνει [ προ ] ἠθετοῦντο ὡς ἀσύμφωνοι πρὸς τὰ ἑξῆς . οὐ γὰρ μεμιγμέναι
7495850 Πραινεστον
Ῥώμη λϚʹ γοʹʹ μαʹ γοʹʹ Τιβούρ λϚʹ ∠ ʹʹγʹʹ μβʹ Πραίνεστον λζʹ ∠ ʹʹ μαʹ ∠ ʹʹγʹʹ ιβʹʹ Τούσκουλον λϚʹ
τῇ πρὸς Σύλλαν γενναίως ἀγωνισάμενος , ὅμως ἡττηθεὶς κατέφυγεν εἰς Πραίνεστον ἅμα μυρίοις πεντακισχιλίοις . συγκλεισθεὶς δ ' ἐν αὐτῇ
7494723 εἰπαμεν
αἰνίττεται . γράφει οὖν αὐτῷ τὸν λόγον τοῦτον , ὥσπερ εἴπαμεν , ἐπιλαμβανόμενος αὐτοῦ . εἰ δέ τις ζητήσοι τὴν
, εἴτε ὀξώδεις εἰσὶν , εἴτε πικροί : καὶ τοῦτο εἴπαμεν οὐ τῇ γεύσει τῇ οἰκείᾳ ὁ Ἰατρὸς κρίνει αὐτὰ
7487005 ξιφηρεις
δ ' οὖν τελευταῖον ἐπῆλθέ μοι παρὰ τῇ μητρὶ ὄντι ξιφήρεις ἔχων τινὰς ἐς τοῦτο παρεσκευασμένους . ὅπερ ἐγὼ προμηθείᾳ
τῷ πρεσβυτάτῳ τῶν Ἐρυξοῦς ἀδελφῶν ἔνδον λοχῶντι καὶ δύο νεανίσκους ξιφήρεις ἔχοντι , ὑφ ' ὧν κατακεντηθεὶς ἀπέθανε . τὸν
7485967 Τιμασιων
τὸν βωμὸν καὶ Κοιρατάδας ἐστεφανωμένος ὡς θύσων : προσελθὼν δὲ Τιμασίων ὁ Δαρδανεὺς καὶ Νέων ὁ Ἀσιναῖος καὶ Κλεάνωρ ὁ
ἔτι . ὡς δὲ ξυνῄεσαν αἱ νῆες , μεταβὰς ὁ Τιμασίων καὶ πρὸς τὸν ἑαυτοῦ κυβερνήτην εἰπών τι ὑπὲρ τοῦ
7485902 συνελαβεν
οἷσπερ οὓς ἠγγυήσαντο . Ἡ δὲ βουλὴ ἐξελθοῦσα ἐν ἀπορρήτῳ συνέλαβεν ἡμᾶς καὶ ἔδησεν ἐν τοῖς ξύλοις . Ἀνακαλέσαντες δὲ
γάμων καὶ τοῦ δείπνου τελεσθέντος εἰσῆλθεν Ἰωσὴφ πρὸς Ἀσενὲθ καὶ συνέλαβεν Ἀσενὲθ ἐκ τοῦ Ἰωσήφ . Καὶ ἔτεκε τὸν Μανασσῆ
7484243 ἑκατονταρχης
Β ὁ βουκινάτωρ ΚΠ ὁ τὴν κάππαν βαστάζων ΡΧ ὁ ἑκατοντάρχης ἢ ἰλάρχης ΙΧ ὁ δεκάρχης , κοντὸν μετὰ σκούτου
καὶ ὁ τούτων ἀφηγούμενος καλεῖται ταξίαρχος , ὑπὸ δέ τινων ἑκατοντάρχης . αἱ δὲ δύο τάξεις καλοῦνται σύνταγμα , λόχων
7479755 ἀνοητοτεροι
κινήσει : οἱ δὲ εἰς τὰ ἀριστερὰ ἀπο - κλίνοντες ἀνοητότεροι . ὅσοι δὲ κατακλῶσι σφᾶς αὐτοὺς καὶ ἐγκλίνουσι ,
ἐν τῇ κινήσει . οἱ δὲ εἰς τὰ ἀριστερὰ ἀποκλίνοντες ἀνοητότεροι ὑπάρχουσιν . ὅσοι δὲ κατακλῶσιν ἑαυτοὺς ἐγκλίνοντες , κόλακές
7478101 ἐστρατοπεδευεν
Οὐρίατθος ἔκτεινε χωρὶς ὀλίγων . καὶ τὸν Τάγον ποταμὸν διαβὰς ἐστρατοπέδευεν ἐν ὄρει περιφύτῳ μὲν ἐλάαις , Ἀφροδίτης δ '
οὗ Πινάριος ἡγεῖτο , αὐτὸς δὲ μάλα θρασέως πολὺ προελθὼν ἐστρατοπέδευεν ἐν τῷ πεδίῳ , σταδίους ὀκτὼ μόνους ἀποσχὼν ἀπὸ
7477639 συγκεχωρηκασιν
διαλύεσθαι τὰ τῆς ἀντιλογίας εἰς μῦθον , ὡς οἱ πολλοὶ συγκεχωρήκασιν . Ἐπιδράμωμεν τῶν τοιούτων τὰ κεφάλαια διὰ βραχέων .
δίκην εἰσαγώγιμον : νυνὶ δὲ τοὐναντίον λέγουσιν ὧν πρότερον αὐτοὶ συγκεχωρήκασιν , ὡς δέον παρὰ μὲν τῷ Θεοδότῳ τῷ ἰσοτελεῖ
7475696 ἀναγαργαριζεσθω
. θλασθεῖσα μετὰ μέλιτος καὶ ὕδατος ἴσου διδομένου τοῦ χυλοῦ ἀναγαργαριζέσθω . [ στʹ . Πρὸς αἱμοῤῥαγίαν ἐκ τοῦ στόματος
πότιζε ἢ ὄξος μετὰ θύμου δριμύ : μετὰ δὲ ταῦτα ἀναγαργαριζέσθω θερμῷ ὕδατι . Κεφ . ιγʹ . [ Πρὸς
7474567 λοχοισιν
γούνασιν εὐφόρτοισι καὶ ἔγκασι κουφοτέροισι . Κερδὼ δ ' οὔτε λόχοισιν ἁλώσιμος οὔτε βρόχοισιν οὔτε λίνοις : δεινὴ γὰρ ἐπιφροσύνῃσι
: τοὶ δ ' αὖτε κατὰ στίχας : οἱ δὲ λόχοισιν εἴκελοι ἢ δεκάδεσσιν : ὁ δ ' ἔρχεται οἶος
7473839 ἀπηγετο
, ἠλέει δὲ αὐτὴν ὁ Κλυτός . Καὶ ἡ μὲν ἀπήγετο εἰς Ἰταλίαν , ἡ δὲ Ῥηναία ἐλ - θόντι
εἴθ ' ὡς ὁ Φάβιος παραδέδωκε δέσμιος εἰς τὴν Ἄλβαν ἀπήγετο . Ῥωμύλος δ ' ἐπειδὴ τὸ περὶ τὸν ἀδελφὸν
7473233 μαχαιροφοροι
, ἡμιθωράκια . μαχαιροποιός , μαχαιροπωλεῖον μαχαιροπώλης , μάχαιρα , μαχαιροφόροι , μαχαιρίδες . τοξοποιός τοξοποιία , τόξον , τοξότης
κεκράμενος οἶνος οἷος δήποτε ὕδατι ψυχρῷ . διηκόνουν δὲ ἄνδρες μαχαιροφόροι καὶ σιωπὴ ἦν εὔτακτος . ἐν δὲ τῇ Ῥωμαίων
7469383 δεθεντες
μέντοι καὶ τὰ νῶτά τινες προσθέντες ἀλλήλοις ἀνθέλκουσιν ἑνὶ δεσμῷ δεθέντες . ἡ δὲ ἐφεντίνδα , ὡς ἔστιν εἰκάζειν ,
τοῖς στρατιώταις τοῦ δῆσαι πάντας τοὺς παρόντας . οὕτω Σαρνούσιοι δεθέντες ἐς Μακεδονίαν ἤχθησαν πλείους μυρίων . Φίλιππος διωκόμενος ὑπὸ
7466910 διεκπλωσαντες
. καὶ ἔνθεν αὖ ἐν στόματι ἄλλου ποταμοῦ ὁρμίζονται , διεκπλώσαντες σταδίους ἐς ὀκτακοσίους : Σιτακὸς ὄνομα τῷ ποταμῷ ἦν
πρώτην φυλακὴν ἄραντες καταίρουσιν ἐς Κύιζα , ἐς ὀκτακοσίους σταδίους διεκπλώσαντες , ἵνα αἰγιαλός τε ἔρημος ἦν καὶ ῥαχίη .
7463882 ἀντισταντες
οἱ ἐγγύτατα Πελοποννήσιοι ἐπιφερομένοις : τοῖς ἐπερχομένοις ἀντισχόντες : ἤγουν ἀντιστάντες . σφᾶς : ἤγουν τοὺς Πελοποννησίους . ξυνέπεσε :
ἐλθόντες δὲ ἀπῄτουν Ἠλεκτρύωνα τὰ τῆς μάμμης ἑαυτῶν Ἱπποθόης , ἀντιστάντες δὲ αὐτοῖς οἱ Ἠλεκτρυωνίδαι ἀνῃρέθησαν ὑπ ' αὐτῶν .
7462222 ἐστεφον
Ἀργείων οὗ γαμβρὸς ὁ Πολυνείκης . ἔστεφον ] ἐπλήρουν . ἔστεφον ] ἐζωγράφουν . ἔστεφον ] ἐτίθουν . ἔστεφον ]
λάβρον ἐφέλκετο πένθος ἄλαστον . ἄνθεα δὲ δροσόεντος ἀμησάμενοι ποταμοῖο ἔστεφον αὐχενίους πλοκάμους σφετέροιο φονῆος . γαῖα δὲ χαλκείοισιν ἐρεικομένη
7461781 Νικαεις
. φημὶ δεῖν ὑμᾶς , ἄνδρες Νικομηδεῖς , ὁμονοῆσαι πρὸς Νικαεῖς : ἀκούσατε δὲ καὶ μὴ χαλεπήνητε μηδέπω , πρὶν
, τήν τε στρατιὰν ὑποδεχόμενοι καὶ πάντα παρέξειν ὑπισχνούμενοι , Νικαεῖς δὲ τῷ πρὸς Νικομηδέας μίσει τἀναντία ἐφρόνουν καὶ τὸν
7450911 καταληφθεντες
κοιλίας καὶ διακαθαίρειν . γενομένου δὲ τούτου οἳ μὲν αὐτῶν καταληφθέντες ὑπὸ τῶν Κελτῶν ἀπώλοντο , οἳ δὲ καὶ εἰς
ὀφθαλμῶν ὑπὸ μάλης ἔκρυπτον τὰς ἀσπίδας , ὥσπερ φώρια κακοῦργοι καταληφθέντες ἐπ ' αὐτοφώρῳ , καὶ τοὔνομα ἀντὶ τῶν ὅπλων
7450440 Κοτυωρα
, καὶ ὡς διὰ φιλίας πορευόμενοι δύο ἡμέρας ἀφίκοντο εἰς Κοτύωρα πόλιν Ἑλληνίδα , Σινωπέων ἄποικον , οὖσαν δ '
εἶτ ' ἄλλη ἄκρα Ἰασόνιον καὶ ὁ Γενήτης , εἶτα Κοτύωρα πολίχνη ἐξ ἧς συνῳκίσθη ἡ Φαρνακία , εἶτ '
7449768 ἐρειψιτοιχοι
. ἐρειψίτοιχοι ] οἱ καταβάλλοντες . ἐρειψίτοιχοι ] καταβολεῖς . ἐρειψίτοιχοι ] καταβληταί . ἐρειψίτοιχοι ] οἱ ῥίψαντες . ἐρειψίτοιχοι
ἐρειψίτοιχοι ] ὄλεθροι , πορθηταί θ ἐρειψίτοιχοι ] ὀλέθριοι . ἐρειψίτοιχοι ] καταβληταί , ἀνατραπεῖς . Ξ πικρὰς μοναρχίας :
7449019 βυρσοπωλης
. λέπαδνα : οἱ στηθιαῖοι λῶροι : τοῦτο δὲ ὡς βυρσοπώλης εἶπεν . ΓΘ ἄλλως : λεπτότατα καὶ εἰς πολλὰ
διὰ τὸ δύσοσμον . καὶ γὰρ αἱ βύρσαι δύσοσμοι , βυρσοπώλης δὲ ὁ Κλέων . ἰστέον ὡς βυρσοδέψης ἦν ὁ
7447953 μυμυ
ἵνα ξυναυλίαν κλαύσωμεν Οὐλύμπου νόμον . Μυμῦ μυμῦ μυμῦ μυμῦ μυμῦ μυμῦ . Τί κινυρόμεθ ' ἄλλως ; Οὐκ ἐχρῆν
ξυναυλίαν κλαύσωμεν Οὐλύμπου νόμον . Μυμῦ μυμῦ μυμῦ μυμῦ μυμῦ μυμῦ . Τί κινυρόμεθ ' ἄλλως ; Οὐκ ἐχρῆν ζητεῖν
7447564 Γλαυκια
ἀπόπλου ἐφρόντιζον . τὰ ὀνόματα τῶν Πλειάδων : Κοκκυμώ , Γλαυκία , Πρῶτις , Παρθενία , Μαῖα , Στονυχία ,
ἔστι καὶ Ἰταλίας τρίτος ποταμὸς περὶ τὸν Τίβεριν ποταμόν . Γλαυκία , πολίχνιον Ἰωνίας . τὸ ἐθνικὸν Γλαυκιεύς καὶ Γλαυκιώτης
7446155 Σαρος
ποιμένα ὁ θεὸς ἀποδείξαι . Βασιλεῦσαι δὲ σάρους δέκα . Σάρος δέ ἐστιν ἑξακόσια καὶ τρισχίλια ἔτεα , νῆρος δὲ
τῇ πόλει . διὰ μὲν οὖν τῆς πόλεως ταύτης ὁ Σάρος ῥεῖ ποταμός , καὶ διὰ τῶν συναγκειῶν τοῦ Ταύρου
7443672 σφιγξις
στέγνωσιν πίλησιν καὶ σφίγξιν τῶν σωμάτων εἶναι . ἔστι τοίνυν σφίγξις καὶ πίλησις τῶν σωμάτων ἡ στέγνωσις . ἡ δὲ
τοῦ αὐτοῦ τάγματος , ὅταν κατὰ πλευρὰν καὶ οὐρὰν ἡ σφίγξις γίνηται . Εʹ . Περὶ γυμνασίας τάγματος . Πῶς
7440477 ὀλωλ
ἀδελφὴ καὶ κόμας δότω τάφωι . ἄγγελλε δ ' ὡς ὄλωλ ' ὑπ ' Ἀργείας τινὸς γυναικὸς ἀμφὶ βωμὸν ἁγνισθεὶς
δ ' Οἰδίπους ποῦ καὶ τὰ κλείν ' αἰνίγματα ; ὄλωλ ' : ἓν ἦμάρ μ ' ὤλβις ' ,

Back