. τριάκοντα ] τριάκοντα οὕτω δικασταὶ Ἀθήνησιν ἐχειροτονοῦντο , οἵτινες ἐζημίουν τοὺς μὴ παραγινομένους τῶν πολιτῶν εἰς τὴν ἐκκλησίαν .
ἀργοὺς καὶ μηδὲν ἐπιτηδεύοντας τῶν χρησίμων ὡς ἀδικοῦντας τὸ κοινὸν ἐζημίουν , Λακεδαιμόνιοι δέ , ὅτι τοῖς πρεσβυτάτοις ἐπέτρεπον τοὺς
7415461 ἐκκλησιαζοντας
τὴν διάνοιαν , ἀλλ ' ἐπιδεῖξαι σωφρόνως καὶ καλῶς αὑτοὺς ἐκκλησιάζοντας , καὶ πρῶτον , ἐμοὶ δοκεῖν , καλλωπίσασθαι τῇ
τῇ πόλει διατρίβοντας , ἀλλὰ καὶ βουλεύοντας καὶ δικάζοντας καὶ ἐκκλησιάζοντας , ἔστι δ ' ὅτε καὶ ἀγορανομίας καὶ γυμνασιαρχίας
7369931 συκοφαντουντας
μεγάλα ἀδικήματα εἰσαγγελίαν . ἔστι δ ' ὅτε ἐμβάλλοντες τοὺς συκοφαντοῦντας εἰσήγγελλον , + + + ὡς μὲν Φιλόχορος χιλίων
τοῖς νόμοις μὴ τοὺς ἐργαζομένους ξένους νομίζειν , ἀλλὰ τοὺς συκοφαντοῦντας πονηρούς . ἐπεί , ὦ Εὐβουλίδη , ἔστι καὶ
7277806 ἐπιτιθεμενους
, τοῦτο δέ , ἂν συμβῇ τι πταῖσμα χαίροντας καὶ ἐπιτιθεμένους . οὐ γάρ ἐστιν οὐδεὶς ἀσθενὴς οὕτως οὐδὲ ἀδύνατος
ὑπὸ δὲ τῶν Σιμῶν ὀνομαζομένων Αἰθιόπων πολεμούμενοι διακινδυνεύουσι πρὸς τοὺς ἐπιτιθεμένους , ὅπλοις ἀμυντηρίοις χρώμενοι τοῖς τῶν ὀρύγων κέρασι :
7274237 ἀγορανομους
; προσκαλοῦμαί ς ' , ὅστις εἶ , πρὸς τοὺς ἀγορανόμους βλάβης τῶν φορτίων , κλητῆρ ' ἔχουσα Χαιρεφῶντα τουτονί
τοὺς ἀγορανόμους ] τοὺς τῶν ὠνίων προστάτας . πρὸς τοὺς ἀγορανόμους : τοὺς ἐπισκοποῦντας τὰ τῆς πόλεως ὤνια καὶ διοικοῦντας
7251566 ἐωθουντο
' ἀντιμέτωπος συνέρραξε τοῖς Θηβαίοις : καὶ συμβαλόντες τὰς ἀσπίδας ἐωθοῦντο , ἐμάχοντο , ἀπέκτεινον , ἀπέθνῃσκον . τέλος δὲ
' ἀντιμέτωπος συνέρραξε τοῖς Θηβαίοις . καὶ συμβαλόντες τὰς ἀσπίδας ἐωθοῦντο , ἐμάχοντο , ἀπέκτεινον , ἀπέθνῃσκον . καὶ κραυγὴ
7250621 ὑπηγον
συκοφαντίας ζῶντας καὶ τοῖς καλοῖς κἀγαθοῖς βαρεῖς ὄντας , συλλαμβάνοντες ὑπῆγον θανάτου : καὶ ἥ τε βουλὴ ἡδέως αὐτῶν κατεψηφίζετο
δὲ κακὰ ὑπὸ τὴν λοιπήν . καὶ ἐκάλουν ἐν ᾗ ὑπῆγον τὰ καλὰ ὡρισμένην , ἐν ᾗ δὲ τὰ κακὰ
7219327 κοινωνουντας
μάντεις ἅλα καὶ κύαμον τιθέασιν . ὅθεν καὶ τοὺς ἀποῤῥήτων κοινωνοῦντας τοὺς περὶ ἅλα καὶ κύαμον ἔλεγον . Ἅλις δρυός
τῷ Διὶ καὶ εἰς Νεμέαν καὶ εἰς Ἰσθμὸν χρὴ πέμπειν κοινωνοῦντας θυσιῶν τε καὶ ἀγώνων τούτοις τοῖς θεοῖς , πέμπειν
7184592 ἀπεκτεινον
οἱ τριάκοντα πολλοὺς μὲν τῶν πολιτῶν καὶ οὐ τοὺς χειρίστους ἀπέκτεινον , πολλοὺς δὲ προετρέποντο ἀδικεῖν , εἶπέ που ὁ
τῷ πολέμῳ δεδρακότες εἰσίν , ὁπότε μὴ φαῖεν , ἀπάγοντες ἀπέκτεινον καὶ ἐξαίρετον ἐποιήσαντο οὐδένα . διέφθειραν δὲ Πλαταιῶν μὲν
7151857 ἐπαριτους
διεχέοντο , οἱ δὲ δυνάμενοι παρακελευσάμενοι αὑτοῖς καθίσταντο εἰς τοὺς ἐπαρίτους , ὅπως μὴ αὐτοὶ ἐπ ' ἐκείνοις , ἀλλ
τῶν ἐν τοῖς Ἀρκάσιν ἀρχόντων , καὶ ἀπὸ τούτων τοὺς ἐπαρίτους τρεφόντων , πρῶτοι Μαντινεῖς ἀπεψηφίσαντο μὴ χρῆσθαι τοῖς ἱεροῖς
7144228 πονηροτατους
τότε δὲ τοὺς ἀπόρους ἀναλαμβάνων καὶ πανοπλίαις κατασκευαζόμενος καὶ τοὺς πονηροτάτους ἔχων μεθ ' ἑαυτοῦ κατὰ τὴν ἀγορὰν περιῄει ,
προστάττει πάντας περιδυθέντας αἰκισθῆναι μάστιξιν , αἷς ἔθος τοὺς κακούργων πονηροτάτους προπηλακίζεσθαι , ὡς ἐκ τῶν πληγῶν τοὺς μὲν φοράδην
7141059 ἱκετευοντας
: 〚 Πάμφιλος ζωγράφος ἦν , ὅστις τοὺς Ἡρακλείδας ἔγραψεν ἱκετεύοντας τὸν τῶν Ἀθηναίων δῆμον : 〛 οὗτος τραγῳδοποιός :
ἐνώπιον τῶν θεῶν ἱστάμενοι ἱκετεύομεν : διὸ καὶ αἰδούμεθα τοὺς ἱκετεύοντας . οὐ νηούς : οὐ γὰρ ναός μοί ἐστι
7127255 ἐπιλεξαντες
ἀπέσφαξαν , μετὰ δέ , τῆς ἀγορᾶς πληθούσης , τριακοσίους ἐπιλέξαντες τοὺς εὐπορωτάτους ἀνεῖλον . οἱ δὲ χαριέστατοι τῶν τὰ
, ἱερὸν ἐνόμισαν τοῦτο τὸ πάθος εἶναι , καὶ λόγους ἐπιλέξαντες ἐπιτηδείους τὴν ἴησιν κατεστήσαντο ἐς τὸ ἀσφαλὲς σφίσιν αὐτοῖσι
7105207 συναγωνιζομενους
ἂν φανῆναι καθ ' αὑτὸν ἐκεῖνον , εἰ μὴ τοὺς συναγωνιζομένους τούτων τινὰς εἶχεν . ἵν ' οὖν μήτ '
ὁ Φίλιππος , ὥστε κἂν μὴ σφόδρα εὔνους ἔχῃ τοὺς συναγωνιζομένους , κατορθοῖ διὰ τῆς τύχης , ὥστε εἶναι τὰς
7093260 Ναξιους
, ὁ μὲν ἕξ , ὁ δὲ πέντε ναυσὶ αὐτοὺς Ναξίους ἐλθεῖν τοῖς Ἕλλησι βοηθοῦντας ἱστορήσας . . . .
, ὅταν ἐπιφανέωσι ἐς τὴν Νάξον , πάντα ποιήσειν τοὺς Ναξίους τὰ ἂν αὐτοὶ κελεύωσι , ὣς δὲ καὶ τοὺς
7081433 αὐτομολουντας
οἰστοῖς πολλοῖς οὖσιν , οὓς ἠνάγκαζον οἱ Ἕλληνες ἐκβάλλειν τοὺς αὐτομολοῦντας παρὰ βασιλέως , καὶ τοῖς γέρροις καὶ ταῖς ἀσπίσι
Ῥωμαῖοι δὲ τῇ μὲν πόλει φρουρὰν ἐπέστησαν καὶ ὅσους εὗρον αὐτομολοῦντας , χεῖρας αὐτῶν ἀπέτεμον : Λιβύων δὲ τοὺς μὲν
7079653 ἐκολαζον
ὅμοιον , ὅτι καὶ Ϲωκράτην οἱ πρόγονοι ἡμῶν ἐπὶ λόγοιϲ ἐκόλαζον . . . . . . ἐγκάθετοϲ : Ὑπ
τὰ περὶ τῆς ἑορτῆς ἐσκοποῦντο καὶ τοὺς πλημμελήσαντας περὶ αὐτὴν ἐκόλαζον . . . . προϋφαιρῶν ] προαρπάζων καὶ ἐπείγων
7079120 Τενεδιους
τούτῳ δὲ καὶ Ἡγέλοχος κατέπλευσεν εἰς Αἴγυπτον καὶ ἀπαγγέλλει Ἀλεξάνδρῳ Τενεδίους τε ἀποστάντας Περσῶν σφίσι προσθέσθαι καὶ Χίων ὅτι δὴ
τοὺς μὲν τῆς Παμφυλίας Τενεδεῖς , τοὺς δὲ τῆς νήσου Τενεδίους . καὶ θηλυκῶς Τενεδία . Τέντυρις , πόλις Αἰγύπτου
7072336 ἀνοπλους
, ὅτι χρὴ τῶν κακῶν ἐπιλέγεσθαι τὰ μετριώτερα , ὄντας ἀνόπλους : οὕτω σαφῶς εἰπόντα τὴν γνώμην . . .
ὁδοῖς ἀναιρῶν ὥρμησεν εἰς τὴν ἀγορὰν καὶ πολλοὺς τῶν πολιτῶν ἀνόπλους καταλβὼν ἀπέκτεινε . τῶν δὲ Καρχηδονίων καταλαβομένων τὰς περὶ
7062296 καταφυγοντας
ἑτέρῳ ἐδέξατο τούτους φυγάδας ὁ τοῦ βασιλέως πατὴρ ἐς αὐτὸν καταφυγόντας καὶ ἔτρεφεν ἐν τοῖς βασιλείοις ἄγαν φιλοτίμως παῖδας ὄντας
ναῦν ὅπλοις καὶ λαφύροις . ἐπὶ δὲ τοὺς εἰς Σηστὸν καταφυγόντας Ἀθηναίους στρατεύσας τὴν μὲν πόλιν εἷλε , τοὺς δ
7047722 βουλευτας
ἐπ ' ὠφελίᾳ : συμμαχίᾳ . τὴν βουλὴν : τοὺς βουλευτάς . κἂν μὴ εἴπωσιν , οὐκ ἄλλα ψηφιεῖσθαι .
, καὶ ἔτι γε πρότερον , ἡνίκα ἂν καλῆτε τοὺς βουλευτάς , ὅπως ἐνθένδε μὴ κινήσητε . μήτηρ τε γὰρ
7004734 ταχθεντας
στρατιωτικὸν κατάλογον , ὅσοι δύναμιν εἶχον ἔτι βαστάζειν ὅπλα , ταχθέντας ὑπὸ σημαίαις τάς τ ' ἄκρας φρουρεῖν τῆς πόλεως
ἀνέστειλαν τὸ πρῶτον τῶν Ῥωμαίων στρατόπεδον καὶ τοὺς σὺν αὐτοῖς ταχθέντας Λατίνουςἐκ δὲ τῆς Ῥωμαικῆς οἱ συνελθόντες εἰς τὸ δεύτερον
6992014 ἀδικησαντας
εἰ τοῖς ὅπλοις κρείττων ἐφάνης . οὐ γὰρ ἀνῄρηκας τοὺς ἀδικήσαντας , ἀλλ ' ἐκτήσω , οὐδ ' ἐζημίωσας γῆν
μίμησαι δὴ πόλιν , ἣν τὸ οἰκτείρειν τοὺς εἰς αὐτὴν ἀδικήσαντας ἐποίησεν ἔνδοξον : μᾶλλον δὲ ἀκολούθησον σαυτοῦ φιλανθρωπίαις ,
6968426 ἐνοχους
ποιήσεσθε , τούτους παρέντες ἀτιμωρήτους τοὺς ἐναγεῖς καὶ ταῖς ἀραῖς ἐνόχους . Οὐ γὰρ δι ' αἰνιγμῶν , ἀλλ '
τι τῶν τῆς Φέρσεως χρημάτων , ἐὰν μὴ καταθῶσιν , ἐνόχους εἶναι θανάτου . , . . ) Ὅτι μετὰ
6955258 παρακελευσαμενοι
τούτων διαλύσεις εὑρησόμενοι καλὰς τοῦ πολέμου : καταφρονήσαντες αὐτῶν καὶ παρακελευσάμενοι ἀλλήλοις μηδὲν ἀνάξιον πρᾶξαι τῆς πόλεως , μαχόμενοι καὶ
δὲ ἐνέτυχον τοῖς πολεμίοις , εὐθὺς ἔργου τε εἴχοντο καὶ παρακελευσάμενοι ἀλλήλοις ἐνέκειντο , καὶ ἅμα Χάρητα ἐπιβοηθεῖν ἐβόων .
6946531 συνηγορους
τὸν Ἀνατόλιον ἐλθών , ἠξίου βεβαιοῦν τὴν χάριν , καὶ συνηγόρους οὐκ ἐκάλεσε μόνους , ἀλλὰ σχεδόν τι πάντας τοὺς
μόναις ταῖς τῶν παρανόμων , μὴ ἐξεῖναι μήτε τῷ κατηγόρῳ συνηγόρους παρασχέσθαι , μήτε τῷ τὴν γραφὴν φεύγοντι . Οὐ
6931441 περιβολους
θησαυρούς , οἷ θέμενοι ἂν αὐτὰ κρύψειαν , καὶ αὖ περιβόλους οἰκήσεων , ἀτεχνῶς νεοττιὰς ἰδίας , ἐν αἷς ἀναλίσκοντες
τὴν πόλιν κατασκευάζειν , ὑπερεβάλετο τρεῖς μὲν τῆς ἔνδον πόλεως περιβόλους , τρεῖς δὲ τῆς ἔξω , τοῦτο δὲ τοὺς
6927170 προστατας
Θεσσαλίᾳ τοσοῦτον ἐπέδωκεν τῆς ὀρχηστικῆς ἡ ἄσκησις , ὥστε τοὺς προστάτας καὶ προαγωνιστὰς αὐτῶν προορχηστῆρας ἐκάλουν : καὶ δηλοῦσι τοῦτο
καλῶς , αἰσχρὰ δὲ καὶ ἀσύμφορα , ὅταν πονηροὺς λάβῃ προστάτας . τούτου δ ' ἡ φύσις αἰτία προσθεῖσα τοῖς
6920822 ἐπιθεμενους
ταῖς γυναιξὶ τοὺς μετὰ Στροίβου τοῦ ἀδελφοῦ Βύζαντος τῇ πόλει ἐπιθεμένους , τῶν πολιτῶν μὴ παρόντων , νικῆσαι διώξασαν μέχρι
ὄμμα ὅλον δι ' ὅλων καταθεάσῃ , προσεξέτασον καὶ τοὺς ἐπιθεμένους ἤδη καὶ ἀσκητὰς αὐτοῦ γεγονότας , εἰ τοῦτο δρῶντες
6920315 ἀνηβους
δηλοῦσι συντιθέμενοι . . . . μειρακίων ] παῖδας τοὺς ἀνήβους , μείρακας τοὺς ἀρξαμένους ἡβᾶν , ἕως ἂν ἐκ
αὐτοῖς καταλειφθῆναι νηπίους , μὴ γυναῖκας ἐγκύους , μὴ ἀδελφοὺς ἀνήβους , μὴ πατέρας ἐν ἀκμῇ . ταύτῃ μὲν δὴ
6920028 Ἀβυδηνους
ὄντας πάντων ἠξίωσαν ὅσων ἐβουλήθησαν , ἀλλὰ καὶ δύ ' Ἀβυδηνούς , μισαθηναιοτάτους καὶ πονηροτάτους ἀνθρώπους , [ προσέθηκαν αὐτῷ
ἐπὶ συκοφάντου τάττεται , διὰ τὸ δοκεῖν συκοφάντας εἶναι τοὺς Ἀβυδηνούς . Ἀβασάνιστος ἄνθρωπος εἶ : ἀγύμναστος ἢ ἀνεξέταστος ,
6919301 μισθωτους
παρούσῃ στρατιᾷ ἀναβήσεσθαι . ἅμα δὲ καὶ παρεσκευάζετο Θρᾷκάς τε μισθωτοὺς πεντακοσίους καὶ χιλίους , καὶ τοὺς Ἠδῶνας πάντας παρακαλῶν
τῶν ἐμπορευτικῶν . Ἀλλ ' οὐ μὴν οὕς γε ὁρῶμεν μισθωτοὺς καὶ θῆτας πᾶσιν ἑτοιμότατα ὑπηρετοῦντας , μή ποτε βασιλικῆς
6913494 κρινοντας
ἀσυκοφάντητον . Φημὶ τοίνυν αἱρεῖσθαι τὸν στρατηγὸν οὐ κατὰ γένη κρίνοντας , ὥσπερ τοὺς ἱερέας , οὐδὲ κατ ' οὐσίας
λόγῳ τε ἱκανοὺς ἑρμηνεύειν εἶναι καὶ τοῖς ἔργοις συνακολουθεῖν , κρίνοντας τά τε καλῶς γιγνόμενα καὶ τὰ μὴ κατὰ φύσιν
6901508 εὐνουστατους
καὶ εἴ τινων ἄλλων ἡγεμόνων προσδεῖν αὐτῷ δόξαι , τοὺς εὐνουστάτους τῇ πατρίδι , πιστοτάτους , εὐρωστοτάτους , ἔνθεν δ
τοὺς τὸν αὐτὸν ἐχθρὸν καὶ φίλον κρινεῖν ὀμωμοκότας νομίζετ ' εὐνουστάτους , τῶν δὲ πολιτευομένων οὓς ἴστε σαφῶς τοὺς τῆς
6900768 ἀπολελειμμενους
ἐπικουρικὰ , καὶ μεγάλους ἡγεμόνας τοὺς διαδόχους αὐτοῦ τῆς διανοίας ἀπολελειμμένους . Σιγὴ δὲ τότε παρὰ τὸ ἄηθες ἐν θορύβῳ
πανήγυριν . τοὺς ἀταλαιπώρους δὲ καὶ δειλοὺς οὐκ ἀηδῶς ὄψεται ἀπολελειμμένους τῆς πανηγύρεως : οὐδὲ γὰρ παρόντες ὡς ἐν ἑορτῇ
6879300 πεπορνευμενους
, εἰς τὰς εὐεξίας αὐτῶν ἀποβλέποντες γιγνώσκομεν , οὕτω τοὺς πεπορνευμένους , κἂν μὴ παρῶμεν αὐτῶν τοῖς ἔργοις , ἐκ
ἤδη λεχθέντων οὔπω τὸ μέγιστον εἴρηται . αὐτοὺς γὰρ τοὺς πεπορνευμένους , οὓς ὀνομάζομεν ἐκ τοῦ τὰ σώματα διαλελύσθαι τῷ
6875852 ᾀσματοκαμπτας
, Θουριομάντεις , ἰατροτέχνας , σφραγιδονυχαργοκομήτας : κυκλίων τε χορῶν ᾀσματοκάμπτας , ἄνδρας μετεωροφένακας , οὐδὲν δρῶντας βόσκους ' ἀργούς
ἀκολουθοῦντες τῷ ᾄσματι . λέγει οὖν τοὺς τοιούτους ποιητὰς ” ᾀσματοκάμπτας . “ κυκλίων τε χορῶν ] τοὺς διθυραμβοποιοὺς λέγει
6871000 ληφθεντας
πείσαντος ἱστορεῖ Θεόπομπος . οἱ δὲ ὅτι Ἀθηναῖοι μὲν τοὺς ληφθέντας ἐν πολέμῳ Σαμίους ἔστιζον γλευκισάμενοι . τῆς Σαμαίνης ἐστὶ
λέγων μάλιστα τῆς εἰρήνης ἀντιποιεῖσθαι Γ τοὺς Λακεδαιμονίους διὰ τοὺς ληφθέντας αὐτῶν ἐν Σφακτηρίᾳ . λέγει γὰρ οὕτως : “
6863090 θνησκοντας
τεθνεῶτας . : Φερεκύδης ἐν τῇ ἱστορίᾳ τοὺς ἐν Δελφοῖς θνήσκοντας αὐτὸν ἀναβιώσκειν . . . . Λ , :
τῆς ταλαιπωρίας . καὶ ἐδείκνυ δὴ λέγων αὐτοῖς οἷς εὐπόρουν θνήσκοντας τοὺς εὐπόρους καλοῦντας ἐφ ' ἑαυτοὺς τὰ τῶν κακούργων
6856431 εἰσφεροντας
τῷ πολέμῳ προσέχειν εἴπερ ποτὲ καὶ νῦν , χρήματ ' εἰσφέροντας προθύμως καὶ αὐτοὺς ἐξιόντας καὶ μηδὲν ἐλλείποντας . οὐδὲ
καὶ τοὺς ἀκούοντας ἐπιεικῶς ὑπακούοντας καὶ τὰ παρ ' αὑτῶν εἰσφέροντας . παράστητε δὴ καὶ ὑμεῖς καὶ χεῖρα ἄλλος ἄλλοθεν
6850621 Εἱλωτας
τῆς Λακωνικῆς ἱερὸν Ποσειδῶνος Ἀσφαλείου . τοῦτο λέγει ἐπειδὴ τοὺς Εἵλωτας καθεσθέντας ἐν τῷ ἱερῷ τοῦ Ποσειδῶνος τοῦ Ταιναρίου οὐδὲν
τῶν ὅρων τούτους : τοῦτον δὲ λεχθῆναι τὸν πρὸς τοὺς Εἵλωτας πόλεμον . σχεδὸν δέ τι καὶ τὴν εἱλωτείαν τὴν
6847210 ἐπιδημουντας
; καὶ ὡς Ἁρμόδιον μὲν καὶ τὸν δεῖνα ἦλθον οὐκ ἐπιδημοῦντας , ἑτέρους δὲ οὐκ ἔνδον ὄντας κατέλαβον , οὓς
τοὺς μὲν οὐκ ἔνδον κατέλαβον , τοὺς δὲ οὐδ ' ἐπιδημοῦντας ηὗρον . παραλαβὼν δ ' ὡς οἷόν τε ἦν
6841605 προδιδοντας
Συρακουσίων ὡς διαβησόμενος ἐς τὴν Φοινίκην φάσκων τῶν ἐκεῖ τινὰς προδιδόντας μετὰ σπουδῆς αὐτὸν καλεῖν . πιστεύσαντες ἔδωκαν οἱ Συρακούσιοι
τῷ γήρᾳ προδιδόντας ] ἐπὶ γήραος οὐδῷ καταλείποντας . Γ προδιδόντας ] τοὺς ἀρχαίους καὶ εἰς τὴν θυμέλην πρῶτον παριόντας
6834559 ἀτιμους
ἐλευθέρους , τοὺς δὲ ξένους Ἀθηναίους , τοὺς δ ' ἀτίμους ἐπιτίμους : ὃς πρότερον ἐπὶ τῷ αὐτόχθων εἶναι καὶ
Διός , ἆρα ἀγνοεῖτε τοῦτο τὸ ἔργον οὐκ ἐκείνους μόνον ἀτίμους ποιοῦν , ἀλλὰ καὶ τὴν πόλιν ἔρημον τῶν εὐνοησόντων
6832958 ἐρωμενους
οἵτινες μέχρι ὀκτὼ καὶ εἴκοσι ἐτῶν δεῖν λέγοντες συνέχειν τοὺς ἐρωμένους . ̈ . . καὶ ἐρασθήσεσθαι δὲ τὸν σοφὸν
διὰ ὁμοίως ἀλλ ' ὀνομάτων καὶ διανοημάτων ἀρέσκεσθαι καὶ τοὺς ἐρωμένους , εἰ θέλουσιν , ὁμολογήσομεν , τὸν δ '
6828432 μετοικους
σκάφην ἔφερε κηρία ἔχουσαν . ὅθεν καὶ σκαφηφόρους ἔλεγον τοὺς μετοίκους . πολλάκις δὲ καὶ συνεστράτευον τοῖς Ἀθηναίοις . ἰσθμὸς
γὰρ ἐν τῷ Περὶ νόμων εἰρῆσθαί φησιν ἀπὸ τοῦ τοὺς μετοίκους Ἀθήνησιν ἐν ταῖς δημοτελέσι πομπαῖς σκάφας φέροντας πομπεύειν :
6826226 πενεστας
καὶ προσηγόρευσαν τοὺς καταδουλωθέντας οἱ μὲν εἵλωτας , οἱ δὲ πενέστας . Χῖοι δὲ βαρβάρους κέκτηνται τοὺς οἰκέτας καὶ τιμὴν
. πενέσται : Θεόπομπός φησι τοὺς δουλεύοντας : τῶν ἐλευθέρων πενέστας καλεῖσθαι παρὰ Θεσσαλοῖς ὡς παρὰ Λακεδαιμονίοις εἵλωτας . πολλοὶ
6823687 Πενεστας
ὅτι θεῶν ἕνεκεν ἔπλευσε κακὸς ὤν , εἴσεται . Γ Πενέστας δὲ λέγεσθαί φασι τὸ ⌈ ἀπὸ Ἡρακλέους θητικὸν παρὰ
τὸ ⌈ ἀπὸ Ἡρακλέους θητικὸν παρὰ τοῖς Θετταλοῖς . Γ Πενέστας Θετταλοὶ τοὺς μισθωτοὺς ὀνομάζουσι δούλους . ⌈ παλαιὸν δὲ
6821880 ἀγνωμονας
τοῖς Ἀθηναίοις οἱ πρώην ναύκραροι καλούμενοι οἱ ἐνεχυριάζοντες Θ τοὺς ἀγνώμονας τῶν χρεωστῶν . Θ καταδαρθεῖν Θ : Ἀττικοὶ παροξυτόνως
ἐνδεχόμενον ἀγνωμόνως χρῆσθαι τούτοις , οὓς ἐπηνόρθωσαν , οὐδ ' ἀγνώμονας καὶ καὶ τινὰς ὄντας καὶ πόλει καὶ χρησίμους .
6814709 ὀφειλοντας
ἣν ὠργίζοντό μοί τινες , ἐν ᾗ διάφορος ἐγενόμην εἰσπράττων ὀφείλοντας πολλοὺς αὐτῶν μισθώσεις τεμενῶν καὶ ἕτερ ' ἃ τῶν
τοὺς λοιποὺς πρὸς τὴν διατύπωσιν . Δεῖ τινας προβληθῆναι τοὺς ὀφείλοντας τὰ εὑρισκόμενα ἐκ τῶν ἀπολλυμένων συνάγειν καὶ ἀποδιδόναι τοῖς
6804153 περιεσομενους
τυγχάνουσι εὔνοοι ἐόντες Πέρσῃσι , ἥδεσθε τοῦδε εἵνεκα , ὡς περιεσομένους ἡμέας Ἑλλήνων . Ταῦτά σφι εἴπας δεύτερα ἐσήμηνε παραρτέεσθαί
νοσημάτων . Χρὴ δὲ τὸν μέλλοντα ὀρθῶς προγινώσκειν τούς τε περιεσομένους καὶ τὰ ἑξῆς [ . . ] : εἰπὼν
6803973 κατεναυμαχησαν
Ἑλληνικῶν . καὶ γὰρ ἐν ταύτῃ πολλὰς τῶν Περσῶν Ἀθηναῖοι κατεναυμάχησαν τριήρεις , Ξέρξου τοῦ Περσῶν βασιλέως στρατεύσαντος κατὰ τῶν
καὶ δισχιλίους ἱππέας καὶ μυρίους πεζοὺς τὸν τῶν Καρχηδονίων στόλον κατεναυμάχησαν κατὰ τῆς Σικελίας ὁρμῶντα , ὥστε καὶ τοὺς Σικελιώτας
6802454 συνεδρους
Μακεδόνων ἔθαψε , πλείους ὄντας τῶν πεντακοσίων , τοὺς δὲ συνέδρους τῶν Ἑλλήνων συναγαγὼν ἐπέτρεψε τῷ κοινῷ συνεδρίῳ πῶς χρηστέον
ἔλαθον ὑμῶν ὑφελόμενοι , καὶ τοὺς ἐκ τῶν πόλεων τούτων συνέδρους παρ ' ὑμῶν μὲν ἀνέστησαν , πάλιν δὲ εἰς
6794155 ἀοριστους
. ἀλλ ' εἰς καθόλου τινὰς ἀνάγει φωνάς , οὐκ ἀορίστους δέ , ἀλλὰ τῷ τῆς δεκάδος ἀριθμῷ περικεκλεισμένας :
. Καὶ ἰακῶς τετύφατο . Ἑνικά . Ἐτύφθην : τέσσαρας ἀορίστους εὑρίσκομεν ἐν τοῖς παθητικοῖς , δύο παθητικούς , πρῶτον
6778627 φιλοτιμους
μηδεὶς τῶν δεσμωτῶν λαβὼν ἔπειτα λύσειεν ἑαυτόν . τοὺς οὖν φιλοτίμους καὶ φιλοπόνους μόλις μέν , ὅμως δὲ ἀνευρίσκειν .
. οὐ δεῖ δὲ ἀπελπίζειν , ἕως ἂν ἀγαθοὺς καὶ φιλοτίμους ἄνδρας ἡ πόλις φέρῃ ὁποίους καὶ τοὺς νῦν .
6761131 διοικουντας
τοὺς ἀγορανόμους : τοὺς ἐπισκοποῦντας τὰ τῆς πόλεως ὤνια καὶ διοικοῦντας αὐτά , ὡς ἐν Ἀχαρνεῦσιν . βλάβης ] ἕνεκα
ὁμοιογράφους διά τε πανουργίας καὶ ἐπιθέσεως καὶ δόλου τὰς πράξεις διοικοῦντας : γίνονται δὲ καὶ κλῶπες καὶ ἐπίορκοι καὶ ἀσεβεῖς
6756731 διακονους
τὰς πόλεις , ἀλλ ' ἐμπόρους τε καὶ ναυκλήρους καὶ διακόνους πάντως τοὺς φύσει κοσμίους τῶν ἀνθρώπων ἀπεργαζομένη , τοὺς
οὔτε τοῖς πεισθεῖσι τῆς σωτηρίας , ἀλλ ' ὡς ἀληθῶς διακόνους ἂν ἐκείνους εἶχον καλεῖν , καὶ τοῦ πρὸς ἡμέραν
6751560 ἐφεστωτας
πρὸς ἀλλήλους καὶ τοὺς στρατιώτας τοὺς ἐληλυθότας μετὰ τῶν γραμμάτων ἐφεστῶτας σφίσιν εὐλαβούμενοι , τὸ σφέτερον ἀσφαλὲς ἕκαστοι προύργου τιθέμενοι
τῶν δ ' ἄλλο παρ ' ἄλλο κατέπιπτε καὶ τοὺς ἐφεστῶτας αὐτοῖς συγκατέφερεν . ὅ τε θόρυβος οὗτος δὴ μάλιστα
6750495 ἐφηβους
καὶ τίκτουσα , κυεῖσθαι , γεννᾶσθαι , τίκτεσθαι . εἰς ἐφήβους τελεῖν . παιδεύεσθαι , τάχα δὲ καὶ τὸ παίζειν
δὲ μετὰ ταῦτα , ἔφηβος . Ἐν δὲ Κυρήνῃ τοὺς ἐφήβους , τρικάπους καλοῦσιν , ἐν δὲ Κρήτῃ ἀποδρόμους ,
6744773 κατηγορουντας
φαινόντων τοὺς ἐξάγοντας συκοφαντῶν κληθέντων , συνέβη καὶ τοὺς ὁπωσοῦν κατηγοροῦντάς τινων φιλαπεχθημόνως οὕτως προσαγορευθῆναι . ὡς ἔπος εἰπεῖν .
οὐ δικαίως κατηγοροῦμαι , ἐπιδέδεικταί μοι : ἐθέλω δὲ τοὺς κατηγοροῦντάς μου πᾶσιν οἷς ἐγκαλοῦσιν ἐνόχους αὐτοὺς ὄντας ἀποδεῖξαι .
6740044 ἐξηταζον
τοῦτο δίκαιον ἑώρων μόνον , ἐπεὶ πάντα γε εἰ καθαρῶς ἐξήταζον , οὐδεὶς ἂν Ἑλλήνων τότ ' ἦν ἐν Σαλαμῖνι
λαχάνων τε γένη . κᾆτ ' ἐν τούτοις τὴν κολοκύντην ἐξήταζον τίνος ἐστὶ γένους . καὶ τί ποτ ' ἄρ
6737325 τριβωνας
ποτὲ τοὺς Πυθαγοριστὰς γινομένους οὕτως ῥυπᾶν ἑκόντας , ἢ φορεῖν τρίβωνας ἡδέως ; οὐκ ἔστι τούτων οὐδέν , ὡς ἐμοὶ
οἰόμεθα τοὺς πάλαι ποτὲ τοὺς Πυθαγοριστὰς ῥυπᾶν ἕκοντας ἢ φορεῖν τρίβωνας ἡδέως ; οὐκ ἔστι τούτων οὐδὲ ἕν , τῆς
6730937 βοηθουντας
ἐκ τῶν τῆς πατρίδος ἀτυχημάτων . Οἱ δὲ περὶ τοὺς βοηθοῦντας τοῖς ἄλλοις ἀνομήσαντες πῶς ἂν χρήσαιντο περὶ αὑτῶν ;
εἶχεν ἀσφαλεστέραν . Θρασύβουλος δὲ θεωρῶν τοὺς πεζοὺς τοῖς πολεμίοις βοηθοῦντας , καὶ τοὺς λοιποὺς τῶν ἐπιβατῶν ἀπεβίβασεν εἰς τὴν
6730854 καταδικους
παρανομοῦντας παρ ' ἐλπίδας ὑπὸ τῶν ἠδικημένων ἀπάγεσθαι πρὸς τοὺς καταδίκους . καὶ τὰς συνήθεις τοῖς στρατηγοῖς καὶ συνεκδήμοις δαπάνας
χρημάτων ἀπελύθη τῆς φυλακῆς , καὶ τοὺς κατακλείσαντας ἄρχοντας εὐθύνας καταδίκους ἔλαβεν . [ . . . . ] [
6729374 τριηραρχους
Ἀθηναίων ἐτίμων ἂν μόνους , τούς τε στρατηγοὺς καὶ τοὺς τριηράρχους καὶ πρέσβεις : νῦν δ ' ἠνάγκασται τὸν δῆμον
Ἀθηναῖος ναύαρχος πελάγιον πλοῦν μέλλων πλεῖν , κρύφα συναγαγὼν τοὺς τριηράρχους προεῖπεν αὐτοῖς , ὅτι τὰς κάλλιστα πλεούσας τῶν νεῶν
6729140 χειροτεχνας
ἤδη τὸ τῶν λῃστῶν ὄνομα , μισθοὺς ἐκάλουν στρατιωτικούς . χειροτέχνας τε εἶχον ἐπ ' ἔργοις δεδεμένους καὶ ὕλην ξύλου
. ταῦτα μαθόντες οἱ Ῥωμαῖοι εὐθὺς ἐπέστησαν τοῖς ἔργοις τοὺς χειροτέχνας . . Ὡς δὲ ταῦτ ' ἤκουσαν Οὐιεντανοὶ παρ
6722773 ἐμπιπτοντας
πόλεως ἔσχατοι τυγχάνουσιν ὄντες . ἵνα δὲ μὴ διὰ τοὺς ἐμπίπτοντας λόγους τοῦ προτεθέντος ἐκκρουσθῶ , τούτων ὅπως δήποτε ληφθέντων
' ἐλευθερίᾳ φρονοῦντας εἰς τὰς τῶν δούλων τιμωρίας περιορᾶν αὑτοὺς ἐμπίπτοντας . καὶ ἂν μὲν δοῦλον αἰσθάνωνταί τινα τῶν ἀγωνιζομένων
6719840 καταρατους
Οὐ γὰρ ἄξιον , ἔφην , ὦ δέσποτα , ὅταν καταράτους μὲν καὶ μιαροὺς ἀνθρώπους ὑπερπλουτοῦντας καὶ μόνους τρυφῶντας ὁρῶ
οὐ παλαμναῖον λογιστήν , οὐκ ἀλιτήριον ἐκλογέα , οὐ τοὺς καταράτους πευθῆνας , οὐ τοὺς κακῶς βλέποντας ὀφθαλμούς . διαθρυλεῖται
6717679 ἱεροσυλους
τῆς πόλεως ἀγόμενος , ἀφ ' ἧς νόμιμον ἦν τοὺς ἱεροσύλους ῥιπτεῖσθαι , ὡς ὁ κάνθαρός ποτε ] ὡς κάνθαρος
ἀπόκριναι : ἀνέμνησας γάρ με ἀπειλήσας . τί δήποτε τοὺς ἱεροσύλους καὶ λῃστὰς ἀφέντες καὶ τοσούτους ὑβριστὰς καὶ βιαίους καὶ
6715925 σκεπτικους
τῶν πραγμάτων ὑπάρξεως , ἢ ἀνάπαλιν ὡς προπετεῖς ἐλέγχεσθαι τοὺς σκεπτικοὺς καὶ τῆς κοινῆς πίστεως κατατολμήσαντας , ἐὰν φαίνηταί τι
. Τοσαῦτα καὶ περὶ τῶν παρακεῖσθαι δοκούντων τῇ κατὰ τοὺς σκεπτικοὺς ἀγωγῇ διεξελθόντες , ἐν τούτοις ἀπαρτίζομεν τόν τε καθόλου
6713725 ὁμολογουντας
ἀλλ ' ὅλως τὴν φύσιν αὐτῆς ἀναγκάζεσθαι ποσὴν λέγειν καίτοι ὁμολογοῦντας καὶ αὐτοὺς κατὰ συμβεβηκὸς τὸ ποσὸν αὐτῇ παρεῖναι ,
μάλιστα ὧν ἐγὼ οἶδα , ὅτε λέγοι , τοὺς ἀκούοντας ὁμολογοῦντας παρεῖχε . ἔφη δὲ καὶ Ὅμηρον τῷ Ὀδυσσεῖ ἀναθεῖναι
6712627 τολμηρους
ἐπίθετον τοῦ Διονύσου αὐτῷ περιτιθέασιν . ἢ τολμηρόν : . τολμηροὺς γὰρ διέσυρε τοὺς Ἀθηναίους ἐν τοῖς δράμασι . βωμολόχοις
οὐκ ἂν οὕτως γενναίους καὶ πρὸς τὸ ἔργον τοῦ πολέμου τολμηροὺς ἔκρινον εἶναι , μηδὲν τοιοῦτον μήτε πειραθέντας πάλαι μήτε
6707063 δανεισαντας
πράγματος τουτουί : κἂν ἐξελέγξω αὐτὸν ἀδικοῦντα ἡμᾶς τε τοὺς δανείσαντας καὶ ὑμᾶς οὐδὲν ἧττον , βοηθεῖτε ἡμῖν τὰ δίκαια
συμβολαίων ὀμόσαντας μὴ τυγχάνειν πίστεως . τοὺς δὲ μετὰ συγγραφῆς δανείσαντας ἐκώλυε διὰ τοῦ τόκου τὸ κεφάλαιον πλέον ποιεῖν ἢ
6707050 δεδοχθαι
ὑπ ' αὐτοῦ παίζεσθαι , ἐπεὶ σοφῷ γ ' ὄντι δεδόχθαι τῷ Λακύδῃ εἶναι ἀδοξάστῳ ὥστε καὶ ἀμνημονεύτῳ : μνήμην
ἀγαθὸν ὑπέρ τε αὐτῶν Ἀθηναίων καὶ τῶν ἄλλων Ἑλλήνων , δεδόχθαι τῇ βουλῇ καὶ τῷ δήμῳ τῷ Ἀθηναίων ἐπαινέσαι Δημοσθένην
6703387 ἁλισκομενους
τοῦτο ἐψηφίσαντο ἐσηγησαμένου Κλέωνος τοῦ Κλεαινέτου . τούς γε μὴν ἁλισκομένους αἰχμαλώτους Σαμίων στίζειν κατὰ τοῦ προσώπου καὶ εἶναι τὸ
ὥσπερ γὰρ τοὺς ἐν τῇ Τυρρηνίᾳ φασὶ βασανίζειν πολλάκις τοὺς ἁλισκομένους προσδεσμεύοντας κατ ' ἀντικρὺ τοῖς ζῶσι νεκροὺς ἀντιπροσώπους ἕκαστον
6700503 ἐμπορικους
, γεωργικοὺς μέν , ὡς τοὺς Σύρους καὶ Κοιλοσύρους , ἐμπορικοὺς δέ , ὡς τοὺς Φοίνικας . Καθόλου μὲν οὕτω
. ἀνδράποδα μὲν οὖν καὶ χρήματα καὶ βοσκήματα καὶ τοὺς ἐμπορικοὺς φόρτους ἡ στρατιὰ συγχωρήσει τοῦ ὑπάτου διήρπασε , τὰ
6700328 δεηθεντας
τῆς στρατείας τοὺς ἐντελῆ χρόνον ἐστρατευμένους χωρὶς ὀκτακισχιλίων , οὓς δεηθέντας ἔτι στρατεύεσθαι σφίσιν ἀποδεξάμενοι διείλοντο καὶ συνελόχισαν ἐς στρατηγίδας
προγνῶναι πᾶσαν αἰτίαν νεκρῶδες ἐργασαμένην τὸ πρόσωπον , μηδεμιᾶς ἐρωτήσεως δεηθέντας . τί γάρ ; ὅτι δεῖ σε ἀναδραμεῖν καὶ
6699635 ἀντιπραττοντας
ἀναλαβὼν τῶν στρατιωτῶν τοὺς ἀρίστους πεντακισχιλίους ἐστράτευσεν ἐπὶ τοὺς Ἀδρανίτας ἀντιπράττοντας αὐτῷ καὶ πλησίον τῆς πόλεως κατεστρατοπέδευσεν : ὁ δὲ
, οἷον τὸ μάτην αἰτιᾶσθαί τινας ὡς συμπράττοντας ἡμῖν ἢ ἀντιπράττοντας , μάτην ἐπαινεῖν τινας ὡς ἀγαθοὺς ἢ ψέγειν ὡς
6699363 σκουτατους
, οἷον ζάβαις ἢ κασσιδίοις , ἀλλὰ σκουταρίοις τοὺς μὲν σκουτάτους μείζοσι , κονταρίοις δὲ κονδοῖς καὶ μὴ καβαλλαρικοῖς ,
. Δεῖ δὲ ἐκ περισσοῦ τῆς παρατάξεως ὀλίγους , καὶ σκουτάτους καὶ ψιλούς , φυλάττειν ἐν ὑποβοηθείᾳ , ἵνα ,
6698140 ἐπιτηδειοτατους
, κατὰ τὸ εἰκὸς ἱεροῦ κατασκευασθέντος ἔδει καὶ ἱερεῖς τοὺς ἐπιτηδειοτάτους αἱρεθῆναί τε καὶ προμαθεῖν , ὃν τρόπον τὰς θυσίας
πρέσβεις ἐκ πάντων Ἀθηναίων ἐπιλεξάμενος πέμπει παρὰ Ἀλέξανδρον , οὕστινας ἐπιτηδειοτάτους Ἀλεξάνδρῳ ἐγίγνωσκον , ὅτι τε σῶος ἐξ Ἰλλυριῶν καὶ
6691275 κοσμιους
καὶ τοῖς ἐπὶ τὸ πράσσειν ὡρμημένοις : οὓς μὲν γὰρ κοσμίους , οὓς δὲ φοβεροὺς ποιεῖ . γυνὴ δὲ εἰ
: τάξεως . Ἀττικὴ δὲ ἡ λέξις . καὶ γὰρ κοσμίους λέγομεν τοὺς εὐτάκτους καὶ κοσμητὰς τοὺς τῆς ἐφήβων εὐταξίας
6685969 λωποδυτας
ἕνδεκα ἀρχὴ τοὺς μὲν ὁμολογοῦντας ⌈ καὶ Γ ἀνδραποδιστὰς καὶ λωποδύτας θανάτῳ ἐκόλαζον , τοὺς δὲ ἀρνουμένους εἰς δικαστήριον εἰσῆγον
εἰ πρὸς χρήματα γένοιτο , κλέπτας ἀποτελεῖ καὶ βαλαντιοτόμους καὶ λωποδύτας καὶ τοιχωρύχους χρεωκοπίαις τε καὶ παρακαταθηκῶν ἀρνήσεσι καὶ δωροδοκίαις
6685458 βελτιστους
ἀλλὰ τοῦτο νομίζειν ἡδίστην εὐωχίαν εἶναι τοὺς συμμάχεσθαι μέλλοντας ὅτι βελτίστους παρασκευάζειν : ἡνίκα δὲ [ Γωβρύας ] ὡς εἰς
κατασκευασάμενον ζῆν , φιλεῖν μὲν χρὴ καὶ ἀσπάζεσθαι ὡς ὄντας βελτίστους εἰς ὅσον δύνανται , καὶ συγχωρεῖν Ὅμηρον ποιητικώτατον εἶναι
6682938 προεδρους
[ ] ψηφίζεσθαι [ ] : τοὺς [ γὰρ ] προέδρους οὐκ ἔνεστιν εἰπεῖν ὡς ἀνάγκη τις ἦν στεφανῶσαι .
ἔγραψεν γὰρ [ ] ὧν ἕνεκα ἐστεφάνωσεν [ ] τοὺς προέδρους , δικαιοσύνης [ ? ] τε τῆς εἰς τὸν
6677048 ἐγκαλουντας
νόμον τουτονὶ καὶ εἰσελθόντες εἰς ὑμᾶς ἐξήλεγξαν τοὺς δικαζομένους ἀδίκως ἐγκαλοῦντας καὶ ἐπὶ τῇ προφάσει τοῦ ἐμπορεύεσθαι συκοφαντοῦντας . ὁ
εἰς ἔγκλημα ἄγουσιν . ΟΡΙκῷ παραγραφικῷ : καίτοι προσῆκον ἦν ἐγκαλοῦντας αὐτοὺς , γραφομένους προδοσίας , μὴ μέχρι λόγων ἱστάναι
6675622 διαφυγοντας
. τοῦτο δὲ μέγα τε ἦν καὶ τοὺς Πλαταιᾶς τἆλλα διαφυγόντας ἐλαχίστου ἐδέησε διαφθεῖραι : ἐντὸς γὰρ πολλοῦ χωρίου τῆς
δ ' ἐς τὰ πλησίον καὶ τοὺς ἐκ τῆς μάχης διαφυγόντας ἀναλαμβάνων ὅπλα καὶ μηχανήματα εἰργάζετο . Σκιπίων δὲ νίκην
6669926 λοιδορουντων
λοίδορον προενέγκασθαι μηδέν , μηδέποθ ' ὑβριστικόν , ἀλλὰ τῶν λοιδορούντων ἀνέχεσθαι καὶ παύειν μάχην . εἰ θέλετε γνῶναι ,
συγγράμματα ἑαυτῶν καταλιπόντας . Τὸ δὲ τῶν τοιούτων : τὸ λοιδορούντων τὸ λογογραφεῖν . Τίς οὖν ὁ τρόπος . .
6669862 θεραπευομενους
, ; . , . , . : Τοὺς γοῦν θεραπευομένους ὑπ ' αὐτοῦ τὰς ἱερὰς καλουμένας νόσους , συγγράφεσθαι
: ἐπεὶ δεσπότας ἂν οὕτως καθ ' ἡμῶν εἴημεν τοὺς θεραπευομένους κεχειροτονηκότες καὶ μισθὸν τὸ δουλεύειν αὐτοῖς καὶ τὸ πάντα
6669658 πλουσιωτατους
τεῖχος περιεῖλον καὶ Λοκρῶν τῶν Ὀπουντίων ἑκατὸν ἄνδρας ὁμήρους τοὺς πλουσιωτάτους ἔλαβον , τά τε τείχη ἑαυτῶν τὰ μακρὰ ἀπετέλεσαν
τῇ ζʹ καὶ τοὺς Ἴβηράς φησιν ὑδροποτεῖν πάντας , καίτοι πλουσιωτάτους πάντων ἀνθρώπων τυγχάνοντας . κέκτηνται γὰρ ἄργυρον καὶ χρυσὸν
6668832 ἐναντιουμενους
ἀλλήλων ὑποδοχὰς καὶ τοὺς συνεργοῦντας ἀλλήλοις ἢ βλάπτοντας καὶ τοὺς ἐναντιουμένους ἢ φιλουμένους καὶ τὰς συγκράσεις ἃς ἔχουσι πρὸς ἀλλήλους
μὲν περικειμένους τοῖς νεανίσκοις δεσμοὺς περιρρῆξαι , τοὺς δ ' ἐναντιουμένους τῶν βαρβάρων ἀποκτεῖναι . ὁρμήσαντος δὲ τοῦ Φινέως πρὸς
6667265 πορνους
εὐθὺς ἐξελεύσομαι . „ ἀπὸ τούτου καὶ συνέβη πάντας τοὺς πόρνους ἀναισχύντους εἶναι . τούτῳ τῷ λόγῳ χρήσαιτο ἄν τις
πρὸς τὸν χορὸν ἀνάπαιστον , ἐν ᾧ ἦν εἶναί τινας πόρνους μεγάλους Τιμαρχώδεις , οὐδεὶς ὑπελάμβανεν εἰς τὸ μειράκιον ,
6660724 τελευταιους
κροτάφους κατεῖχεν : ὕπνοι κωματώδεες καὶ ἡμέρην καὶ νύκτα τοὺς τελευταίους χρόνους : οὖρον ἀπ ' ἀρχῆς ὠμὸν , σποδοειδές
ὡς δὲ ἐφάνησαν οἱ σύμπαντες ἑκκαίδεκα , δέκα μὲν τοὺς τελευταίους ὑπελειπόμην εἰς τὸν δρόμον , τοὺς δὲ πρώτους προῆλθον
6655617 Ἀβαντας
Ἄβας τῆς Φωκικῆς Θρᾷκας ὁρμηθέντας ἐποικῆσαι τὴν νῆσον καὶ ἐπονομάσαι Ἄβαντας τοὺς ἔχοντας αὐτήν : οἱ δ ' ἀπὸ ἥρωός
. λέγονται καὶ Ἄμαντες . τὸ ἐθνικὸν Ἀμαντιεύς . καὶ Ἄβαντας αὐτούς φασιν . Ἄμαξα , χωρίον Βιθυνίας , ὡς
6654851 ἐπικειμενους
που καὶ ἐντευξόμεθα ἑπομένοις τῷ ἴχνει , πρὸς δὲ τοὺς ἐπικειμένους δεῖ τὰ κατὰ νώτου πεφράχθαι μᾶλλον , ὥσπερ ἐν
δὲ καὶ ἕκαστος ἀστὴρ κατὰ τὴν ἰδίαν δύναμιν καὶ τοὺς ἐπικειμένους ἢ ἀκτινοβολοῦντας ἐνεργήσει : καὶ ἐν μὲν τοῖς χρηματιστικοῖς
6654645 αἱρεθεντας
καὶ ἑλόμενοι ἥκετε εἰς τὸ μέσον τοῦ στρατοπέδου καὶ τοὺς αἱρεθέντας ἄγετε : ἔπειτ ' ἐκεῖ συγκαλοῦμεν τοὺς ἄλλους στρατιώτας
τὰ σκῆπτρα ἔχοντας ἔφη εἶναι οὐδὲ τοὺς ὑπὸ τῶν τυχόντων αἱρεθέντας οὐδὲ τοὺς κλήρῳ λαχόντας οὐδὲ τοὺς βιασαμένους οὐδὲ τοὺς
6652278 προδοτας
σκοπεῖν αὐτοὺς ἠξίου , τίνα χρὴ τρόπον τιμωρήσασθαι μὲν τοὺς προδότας , σωφρονεστέραν δὲ τὴν Ἀλβανῶν ἀποδοῦναι πόλιν εἰς τὸ
τὸν τῶν πολεμίων στρατὸν κατάφωρον γενέσθαι , πρὶν ἢ τοὺς προδότας ἑτοίμους εἶναι , καὶ οὕτως ἀποκωλυθῆναι τῆς πράξεως ,
6650256 ἐθαπτον
μὲν δὴ Κάτων ἦν , καὶ αὐτὸν οἱ Ἰτυκαῖοι λαμπρῶς ἔθαπτον : ὁ δὲ Καῖσαρ ἔφη μέν οἱ φθονῆσαι Κάτωνα
ἀναθαρρύνωμεν τοὺς ἄνδρας . οὕτω δὴ ἐπορεύοντο : καὶ ἐλθόντες ἔθαπτον μὲν τοὺς Καδουσίους , ἐδῄουν δὲ τὴν χώραν .
6646477 καπηλους
ἐμπολεῖν , ποιοῦσιν ὀνόματα πωλητάς , πρατῆρας , μεταβολέας , καπήλους : τὰ γὰρ ἀπὸ τῶν ἄλλων σκληρά , Ἰσαῖος
τῷ ] Ζυγῷ [ ἢ ἐν τοῖς ] Διδύμοις οὔσης καπήλους δούλους καὶ ἐμπόρους ἀγόραζε . Σελήνης ἐν τοῖς ἀνθρωποειδέσιν
6646193 βιαζομενους
, ὥσπερ καὶ ἐν ἄλλοις πολλοῖς εὑρίσκομεν τοὺς ἀληθεῖς ἀγῶνας βιαζομένους τὴν τέχνην καὶ εἰσάγοντάς τινα ἀναγκαῖα μὴ ὄντα ἐν
ὀβελίσκοις ἔσται τύπτειν εἰς τὰ πλάγια τοὺς εἰς τὰ ἄμφοδα βιαζομένους : καὶ τὰς ἑσταμένας οἰκίας πρὸς τοῖς εὐρυχώροις καὶ
6643192 ἐναγεις
τοῖς βωμοῖς ἐν τῇ παρόδῳ ἀπεχρήσαντο . καὶ ἀπὸ τούτου ἐναγεῖς καὶ ἀλιτήριοι τῆς θεοῦ ἐκεῖνοί τε ἐκαλοῦντο καὶ τὸ
ἐὰν δὲ τὸν Λεπτίνου βεβαιώσωμεν νόμον , οὐ μόνον δόξομεν ἐναγεῖς τὰ τοιαῦτα , ἀλλὰ καὶ κοινὸν ἡμῖν αὐτοῖς ἐπεγεροῦμεν
6639654 ὑβριζοντας
ἂν δὲ μή , πολλοὺς τοὺς ἀσελγεῖς εὑρήσετε καὶ τοὺς ὑβρίζοντας ὑμᾶς ἐπὶ τῇ τοῦ φιλοτιμεῖσθαι προφάσει . Ἵνα δὲ
τῷ φρονίμῳ τῆς γνώμης παύοντες τὸ ἄφρον ὑβρισταὶ εἰς τοὺς ὑβρίζοντας κόσμιοι εἰς τοὺς κοσμίους ἄφοβοι εἰς τοὺς ἀφόβους δεινοὶ

Back