τοὺς ὀνομαστοὺς ἐπ ' ἐκείνοις καὶ πολυυμνήτους ἀναθεωρῶν καὶ διακρίνων ἐβασάνιζε , καὶ συνηρώτα τό τε μέγεθος καὶ τὴν χροιὰν
. Πλὴν οὐ δοκιμάζων ἐξ ἀρχῆς προΐετο , οὐδὲ βασιλικῶς ἐβασάνιζε τοὺς ἐσομένους φίλους : ὅθεν ἤδη καὶ μῶμον ἐκ
4749285 ἡλικιωτας
με , ὡς βουλεύομαί γε ὅπως σε ἀποδρῶ λαβὼν τοὺς ἡλικιώτας ἐπὶ θήραν . καὶ ὁ Ἀστυάγης , Καλῶς ,
καὶ λόγῳ , ὡς πάντας ἐνόμισεν ἀδελφοὺς εἶναι αὑτοῦ τοὺς ἡλικιώτας καὶ πατραδέλφους τοὺς ἄλλους , καὶ γένος ἓν πᾶ
4595833 κατωρθου
Ἐφάρμοστος γὰρ φυσικῇ ἀνδρίᾳ καὶ οὐ τέχνῃ μόνῃ τοὺς ἀγῶνας κατώρθου . καὶ οὐ φυσικαῖς . * † δόξαν .
ἐπειδὴ ὁ Ἱέρων δυσουρίᾳ κατεχόμενος καὶ φορείῳ ἐν πολέμοις ἀγόμενος κατώρθου τὰς μάχας . ὃ δὲ λέγει τοιοῦτόν ἐστιν .
4567023 ἀμωμητος
ἀγαθοῦ . . , . . . , : ἀμύμων ἀμώμητος . ὅταν δὲ εἴπῃ , „ μνήσατο γὰρ κατὰ
ἐὼν ἄαται πολέμοιο . ” Τὸν δ ' αὖτε προσέειπεν ἀμώμητος Ἰόλαος : “ ἠθεῖ ' , ἦ μάλα δή
4556628 δορυφορους
εἰ τύχοι , βασιλικῶς διεσκεύασεν , τιάραν τε ἐπιθεῖσα καὶ δορυφόρους παραδοῦσα καὶ τὴν κεφαλὴν στέψασα τῷ διαδήματι , τῷ
' ἄλλου παθεῖν αὐτὸ εὐκόλως , μή τι φοβεῖται τοὺς δορυφόρους ; Θέλει γὰρ τοῦτο , δι ' ὃ φοβεροί
4402022 ὑπεμενε
, μὴ χρόνιος ἡ πολιορκία γένοιτο , καὶ τὸν Ἀντώνιον ὑπέμενε . στρατιὰ δ ' ἦν αὐτῷ μονομάχων τε πλῆθος
θάλασσα ἐς αὐτήν , μάλιστα μὲν ἐν τῇσι πλημμυρίῃσιν , ὑπέμενε δὲ καὶ ἐν τῇσιν ἀμπώτεσι τὸ ὕδωρ μεμιγμένον τῷ
4314794 Δαρειος
πάσης τῆς ἠπείρου βασιλεύς . Ταῦτα δὴ ἐνθαῦτα ἐγράφη . Δαρεῖος δὲ ἐνθεῦτεν ὁρμηθεὶς ἀπίκετο ἐπ ' ἄλλον ποταμὸν τῷ
ἄνευ τε φόνου καὶ ἐξανδραποδί - σιος . Ταῦτα ἀκούσας Δαρεῖος ἀπέστελλε στρατιήν τε καὶ στρατηγὸν Ὀτάνην ἀνδρῶν τῶν ἑπτὰ
4250159 πατρωιους
ἐπὶ ταῖς κρατίσταις συνωρίσι τόν τε πατέρα καὶ θεοὺς τοὺς πατρώιους γυναῖκά τε καὶ τέκνα καὶ τῶν ἄλλων εἴ τι
. οὕτω : τὰς λιτὰς δὲ καὶ τὰς ἱκεσίας τὰς πατρώιους καὶ πατρικὰς καὶ τὰς κληδόνας τὰς παρὰ τὸν αἰῶνα
4245261 Βακχιαδας
ὁ δ ' αὐλητὰς ἦν Ἄνακος Φιαλεύς . εἰμὶ δὲ Βακχιάδας Σικυώνιος . ἦ ῥα θεοῖσι ταῖς Σικυῶνι καλὸν τοῦτ
, ἅμα μὲν καὶ τοῦ θείου κελεύοντος , ἐξέβαλον τοὺς Βακχιάδας . Χερσικράτης δέ , εἷς τῶν Βακχιαδῶν , ἔκτισε
4180924 χαρισαμενους
τε ἐποίησε τοὺς δικαστὰς τὴν ὑποφῆτιν καὶ ζάκορον Ἀφροδίτης ἐλέῳ χαρισαμένους μὴ ἀποκτεῖναι . καὶ ἀφεθείσης ἐγράφη ψήφισμα μηδένα οἰκτίζεσθαι
τε ἐποίησεν τοὺς δικαστὰς τὴν ὑποφῆτιν καὶ ζάκορον Ἀφροδίτης ἐλέῳ χαρισαμένους μὴ ἀποκτεῖναι . καὶ ἀφεθείσης ἐγράφη μετὰ ταῦτα ψήφισμα
4167520 ἐπιβουλευοντας
, εἰ ἐπιθέμενος τῇ ἀρχῇ ἐκείνους μὲν ἀναστείλαιμι καὶ παύσαιμι ἐπιβουλεύοντας , τὴν πόλιν δὲ σωφρονεῖν καταναγκάσαιμι : καὶ ἦσαν
αὐτοῦ τὴν γνώμην οἱ Συρακόσιοι , οἳ δὲ καὶ τοὺς ἐπιβουλεύοντας παρέδοσαν αὐτῷ κολάσαι καὶ τὴν ἀρχὴν ἔδωκαν . ὃ
4158898 ἐξεθρεψατο
Πτερνοτρώκτου βασιλῆος . γείνατο δ ' ἐν καλύβῃ με καὶ ἐξεθρέψατο βρωτοῖς , σύκοις καὶ καρύοις καὶ ἐδέσμασι παντοδαποῖσιν .
ἐν ταύτῃ φασί τινες τῇ μάχη τὸν Φαιστύλον , ὃς ἐξεθρέψατο τοὺς νεανίσκους , διαλῦσαι τὴν ἔριν τῶν ἀδελφῶν βουλόμενον
4111196 Σπαρτιατης
τὸν ὕστερον χρόνον πωλοῦντες : ἀνεῖπε μὲν ὁ κήρυξ ὁ Σπαρτιάτης , ὥσπερ ἐκ θεῶν του καταπεμφθεὶς , ὅτι ἐκείνη
τὴν Καδμείαν . τοιαύτης δὲ γενομένης παραγγελίας , Φοιβίδας ὁ Σπαρτιάτης , τεταγμένος ἐπί τινος ἡγεμονίας καὶ δύναμιν ἄγων ἐπὶ
4107367 Κλεομενης
Μαντινείᾳ χρησάμενος τῷ τέλει . μετὰ δὲ οὐ πολὺν χρόνον Κλεομένης ὁ Λεωνίδου Μεγαλόπολιν κατέλαβεν ἐν σπονδαῖς . Μεγαλοπολιτῶν δὲ
δὲ Κλεομένεος κομίσαντος ἐς Σπάρτην ἐξέμαθον . Ἐκτήσατο δὲ ὁ Κλεομένης ἐκ τῆς Ἀθηναίων ἀκροπόλιος τοὺς χρησμούς , τοὺς ἔκτηντο
4101488 Ἰουστος
τοῖς ὡρισμένοις διάφορον ἕνα λόγον οὐκ ἔχει . ” ἐνταῦθα Ἰοῦστος ἀνέκραγεν ὡς μανθάνων ὅσα μὴ πρότερον ἠπίστατο , καὶ
ἂν ἐμοὶ ἀνάρμοστα . ” Κρινομένου δ ' αὐτοῦ φησιν Ἰοῦστος ὁ Τιβεριεὺς ἐν τῷ Στέμματι Πλάτωνα ἀναβῆναι ἐπὶ τὸ
4091875 ἀπελυσε
καὶ τοῖς τούτου παισὶ καὶ θεοῖς πᾶσι καὶ Μούσαις , ἀπέλυσε τοὺς ἑστιωμένους . αʹ . Τί ἐστιν ἡ φύσις
περὶ τῶν ἡμαρτημένων : ὁ δὲ Ἀρταξέρξης οὐ μόνον αὐτὸν ἀπέλυσε τῶν ἐγκλημάτων , ἀλλὰ καὶ στρατηγὸν ἀπέδειξε τοῦ πρὸς
4087085 ἀπολωλεκως
μαρτυριῶν αὐτίκ ' εἴσεσθε σαφέστερον , ὅτι δ ' οὐδὲν ἀπολωλεκὼς οὐδὲ καταβεβλαμμένος ἄξιον λόγου τηλικαύτην μοι δίκην εἴληχεν ,
δυνάμενος λέοντας πνίγειν ἢ ἀνδριάντας περιλαμβάνειν , ἀλλ ' ὁ ἀπολωλεκὼς τὸ εὔγνωμον , ὁ τὸ πιστόν ; τοῦτον ἔδει
4075684 ὑποταγεις
: Πολλοὺς ? ἀπέκτεινας μὴ θύσας : Πιέριος πολλοὺς ἔσωσεν ὑποταγείς ? . τὸ πέμπτον ? [ ] κληθεὶς ?
: Πολλοὺς ? ἀπέκτεινας μὴ θύσας : Πιέριος πολλοὺς ἔσωσεν ὑποταγείς ? . τὸ πέμπτον ? [ ] κληθεὶς ?
4065434 ἑστιωντος
ἐπιδραμοῦμαί σοι τινὰ διατριβῆς χάριν καὶ ψυχαγωγίας . Καράνου γάμους ἑστιῶντος οἱ μὲν συγκεκλημένοι ἦσαν εἴκοσι , οἷς καὶ κατακλιθεῖσι
[ τινός ] , ὅτ ' ἦν ὁ λιμός , ἑστιῶντος τοὺς φίλους , ἀνάληψιν ἐποίης ' εἰσενέγκας κάππαριν .
4059688 ἐτερφθη
ἀκλεὴς , τῷ μόχθῳ βραχὺ δέδωκε τερπνὸν , τουτέστι βραχὺ ἐτέρφθη παραχρῆμα , οὐκέτι δὲ τελευτήσαντος αὐτοῦ μέμνηταί τις .
ἀπόλωνται . ἐπεὶ δὲ εἶδεν αὐτοὺς ἀγχομένους ὑπὸ ἡρακλέους , ἐτέρφθη ὡς ἐκφυγόντων τὸν κίνδυνον τῶν παίδων : διὸ καὶ
4053304 ἐδιωξε
ἱκετηρίαν ἔχοντας : ὅταν Εὐρυσθεὺς μετὰ θάνατον Ἡρακλέος τοὺς Ἡρακλείδας ἐδίωξε , καὶ οὗτοι μετὰ τῆς Ἀλκμήνης παρεκάλεσαν τοὺς Ἀθηναίους
δ ' οὐ προσεῖχον αὐτοῖς , αὐτὸς μετὰ τῶν φίλων ἐδίωξε πλοίοις . προαγόντων δ ' αὐτῶν παρὰ τὸν Νεῖλον
4052058 ἐπῃνει
. καὶ τῆς νίκης ἀρχομένης ἀναθορὼν αὖθις ἐπὶ τὸν ἵππον ἐπῄνει τὸν στρατὸν περιιὼν καὶ ἐπέσπερχεν , ἕως τέλεον αὐτοῖς
τῷδ ' οὐχ ὅπως ἐγκαλεῖν ᾤετο δεῖν , ἀλλ ' ἐπῄνει , λαβὲ τὴν μαρτυρίαν . Ἵνα τοίνυν εἰδῆτ '
4039294 Καμβυσης
καθ ' οὓς καιροὺς ἐνέπρησε τὰ κατ ' Αἴγυπτον ἱερὰ Καμβύσης : ὅτε δή φασι τοὺς Πέρσας μετενεγκόντας τὴν εὐπορίαν
δεκάτῃ ἀπ ' ἧς παρέλαβε τὸ τεῖχος τὸ ἐν Μέμφι Καμβύσης , κατίσας ἐς τὸ προάστειον ἐπὶ λύμῃ τὸν βασιλέα
4034031 ἀπηλασε
εἰς τὴν Οὐιεντανῶν χώραν ἐμβαλὼν τὴν ἐγκαταληφθεῖσαν λείαν ἐν αὐτῇ ἀπήλασε , καὶ μετὰ ταῦτα πρεσβευσαμένων τῶν Οὐιεντανῶν τούς τ
διδασκαλίας τούτου τοῦ δράματος Λακεδαιμονίων περὶ εἰρήνης πρεσβευσαμένων ὁ Κλέων ἀπήλασε τοὺς πρέσβεις . διιστάνειν ] διαχωρίσαι , διαστῆσαι .
4031506 κτεινει
. τὸν δὲ φονέα τοῦ ἀνδρός , οἶμαι , πελέκει κτείνει . ὁ Δίων καὶ Διόδωρος γράφει τὴν ἱστορίαν .
ἀλλήλοις , ἐκεραύνωσεν αὐτόν . καὶ διὰ τοῦτο ὀργισθεὶς Ἀπόλλων κτείνει Κύκλωπας τοὺς τὸν κεραυνὸν Διὶ κατασκευάσαντας . Ζεὺς δὲ
4011915 Καμιλλος
. . . . . . . . . α Κάμιλλος . . . . . . . . .
ὀνόματα τῶν πάλαι πολυυμνήτων νῦν τρόπον τινὰ γλωσσήματά ἐστιν : Κάμιλλος , Καίσων , Οὐόλεσος , Δεντάτος , κατ '
4001184 διεφθειρεν
ἔκειντο καθεύδοντες , ἐπελθοῦσα Τόμυρις δυσκινήτως ἔχοντας Πέρσας αὐτῷ Κύρῳ διέφθειρεν . Ὅτι Ἕλληνες νικήσαντες ἐν Σαλαμῖνι βουλεύονται πλεῖν ἐφ
ἐκ παιδὸς τὸ μειράκιον ἐν τρυφῇ καὶ γυναικείοις ἐπιτηδεύμασι συνέχων διέφθειρεν αὐτοῦ τὴν ψυχήν . Ὅτι ὁ Ἀντίοχος ἀνὴρ ἐφάνη
3999857 ἀποθεμενος
δὲ μόναι : ἐλέγχει δὲ αὐτὸν ἐνταῦθα ὁ τεχνικὸς , ἀποθέμενος μὲν ὡς οὐκ ἔστιν ἁπλοῦς ἀτελὴς ἐκ μόνων προσώπων
τοιαῦτα πάθοι , ἴστω παραπεσὼν παίδων παιδιᾷ τὸ περὶ αὐτὸν ἀποθέμενος παίγνιον . Εἰ δὲ δὴ καὶ παίζοι Σωκράτης ,
3995687 περιεπατει
τὸν τύψαντα , ἐκόλλησεν εἰς τὸ μέτωπον ἑαυτοῦ καὶ οὕτω περιεπάτει . Πολεμουμένης τῆς Ῥώμης ὑπὸ βαρβάρων ἐπὶ τοῦ βασίλεως
ιβ , οἷον Σωκράτης περιπατεῖ Σωκράτης οὐ περιπατεῖ , Σωκράτης περιεπάτει Σωκράτης οὐ περιεπάτει , Σωκράτης περιπατήσει Σωκράτης οὐ περιπατήσει
3993223 ὁμοτραπεζους
αὐτὰ φίλοις καὶ ἐχθροῖς ἀποδιδόναι , οὐδ ' ὁμοίως ἑκατέρους ὁμοτραπέζους ποιεῖσθαι καὶ ὁμοσπόνδους , ἡγουμένους καὶ τράπεζαν βωμὸν εἶναι
ὑπόνοιαν ἔφερε θειασμοῦ τινός : ὁ δὲ τοῦ χωρίου δεσπότης ὁμοτραπέζους αὐτοὺς ἐποιήσατο καὶ πολλῆς ἐπιμελείας ἠξίου , τοῖς συγγεωργοῦσι
3988664 οἰκετας
πάντως . κλέψαντες , ἤ τι τοιοῦτο . οἰκέτας . οἰκέτας τοὺς οἰκείους , οὐχὶ δὲ τοὺς δούλους μόνον ,
μάρτυρας πολλοὺς ἐπὶ τὴν οἰκίαν , τότ ' ἂν τοὺς οἰκέτας παρεδίδου καὶ τῶν ἐξ Ἀρείου πάγου τινὰς παρεκάλει :
3977916 πολυπλασιους
πρῶτον δῆλον ὅτι ἑαυτὸν παρέξει εἰς τὸ ἄλλους τινὰς αὐτοῦ πολυπλασίους γενέσθαι : ἀσύνθετος δὲ ὅτι οὐκ ἂν λυθείη εἰς
τῷ μετὰ ταῦτα διπλασίους , ἔστι δ ' ὅτε καὶ πολυπλασίους , ὑπ ' εὐφορίας ἤνεγκε καρπούς . τὸ παραπλήσιον
3977209 Οὐρσελιος
μὲν οὗτοι . Ἐπεὶ δὲ συνετρίβετο τούτοις καὶ ὁ Φράγγος Οὐρσέλιος , τῆς ἑταιρείας ὢν τοῦ Κρισπίνου καὶ τῆς ἐκείνου
: ἑάλω δὲ σὺν τούτοις καὶ ὁ καῖσαρ καὶ ὁ Οὐρσέλιος . Ὁ γοῦν Ἀρτοὺχ ἡσθεὶς τῇ νίκῃ τὸν μὲν
3942851 λαθων
Λοξίου μαντεύματα γάμων ἀπείχεθ ' : ὅμως δέ γε τίκτει λαθών , πρὸς τοῦ παρόντος ἱμέρου νικώμενος . Δανάην δέ
διελέχθην καὶ πείθω μετὰ τῆς καλλίονος μοίρας γενέσθαι τὴν ἐναντίαν λαθών . τότε μόνον ἠπάτησα , Ξάνθιππε , τῆς ἀπάτης
3942357 ἀνῃρει
καὶ τὴν Ἰταλίαν , πάσας ὑπερβὰς ἀτοπίας , τοὺς μὲν ἀνῄρει , πλάττων ἐγκλήματα , τῶν δὲ τὰς εὐνὰς ὕβριζεν
δὲ καὶ Ἑλλάνικός φασιν ὡς , ὅτε τὴν ὕδραν Ἡρακλῆς ἀνῄρει , τὴν Ἥραν αὐτῷ καρκίνον ἐφορμῆσαι , πρὸς δύο
3940681 εἰρετο
τὰς νέας . Ἐνθαῦτα δὴ Θεμιστοκλέα ἀπικόμενον ἐπὶ τὴν νέα εἴρετο Μνησίφιλος ἀνὴρ Ἀθηναῖος ὅ τι σφι εἴη βεβουλευμένον .
ἐνθαῦτα Ὑδάρνης , καταρρωδήσας μὴ οἱ Φωκέες ἔωσι Λακεδαιμόνιοι , εἴρετο Ἐπιάλτην ὁκοδαπὸς εἴη ὁ στρατός : πυθόμενος δὲ ἀτρεκέως
3930830 ἀναλαβων
ἁπαλοῖϲ προϲκατάπλαϲϲε . Ἄλευρον πίϲϲῃ μίξαϲ ἐπιτίθει . Θεῖον λεῖον ἀναλαβὼν ὑείῳ ϲτέατι ἐπιτίθει . Ἰξοῦ δρυίνου , ϲανδαράχηϲ ,
ἐκεῖνος μὲν οὐ βασιλικὴν μεγαλοφροσύνην ἀλλ ' ἰδιωτικὴν τοῦ τυχόντος ἀναλαβὼν μικροψυχίαν , ἅμα τῇ βασιλείᾳ πάσῃ καὶ τὸν τηρηθέντα
3926394 υἱους
εἰς τὴν Αἴγυπτον ἀποδημοῦντας , καὶ φιλέλλην ὢν διαφερόντως τοὺς υἱοὺς τὴν Ἑλληνικὴν ἐδίδαξε παιδείαν : καθόλου δὲ πρῶτος τῶν
κατοικεῖ ἐν τῇ ἐπιθυμίᾳ αὐτῆς . Διὰ τοῦτο ζηλώσατε τοὺς υἱοὺς Λευί , καὶ ζητήσατε ὑψωθῆναι ὑπὲρ αὐτούς , ἀλλ
3912310 προσιετο
' οὖν καλοῦσιν ἔτι προσῄει τοῖς νησιώταις , οὔτε βρῶσιν προσίετο καὶ τάχιστα ἀπεφθάρη καὶ οὐκέτι ὤφθη περὶ τὸν χῶρον
κινήσειν ὅπλα . ὡς δὲ οὐδὲ τοὺς δευτέρους τῆς πρεσβείας προσίετο λόγους , ἑκατοντούτεις ἔθεντο σπονδάς : ἐν αἷς ἐδόκει
3903152 ἐκδους
[ τοῦτον ] . Ὁ δὲ Ὀκταμασάδης καταινέει ταῦτα , ἐκδοὺς δὲ τὸν ἑωυτοῦ μήτρων Σιτάλκῃ ἔλαβε τὸν ἀδελφεὸν Σκύλην
μετὰ τοὺς ἓξ μῆνας ὁ τὸν ἐγγυητὴν παρασχὼν τὴν ἀδελφὴν ἐκδοὺς , ἐπανελθὼν ἐς Σικελίαν , παραδοὺς ἑαυτὸν ἠξίωσε τὸν
3900631 ὑπηρετας
τοὺς ἐπὶ τὴν ἐκκλησίαν συνεληλυθότας , ἔπειτ ' ἐκάλεσαν τοὺς ὑπηρέτας ἔχοντας ξίφη , οἳ πάντας τοὺς ἐνόχους ταῖς αἰτίαις
τῶν ἐπηγγελμένων , πάλιν ἀκούσας τούτων μετενόησε καὶ μετακαλεσάμενος τοὺς ὑπηρέτας ἀφεῖναι προσέταξε καὶ τὴν δεξιὰν ἔδωκε τῷ Θετταλίωνι :
3894499 μαγους
τῆς Αἰγύπτου παρῆλθεν . Οἱ περὶ Δαρεῖον ἑπτὰ σατράπαι τοὺς μάγους ἄρχοντας Περσῶν καταλύσαντες ἐβουλεύοντο τῆς ἀρχῆς πέρι . ἔδοξεν
δὲ ἀπόγονος μὲν ἦν ἑνὸς τῶν ἑπτὰ Περσῶν τῶν τοὺς μάγους καταλυσάντων , σατράπης δὲ Ἰωνίας καὶ Λυδίας : συνείπετο
3890170 ἀπελυσεν
εἰδὼς ὅτι εἰς φυλακὴν ἀπαχθήσομαι . ” ὁ στρατηγὸς καταπλαγεὶς ἀπέλυσεν αὐτόν . Αἴσωπος ἀπελθὼν εἰς τὸ βαλανεῖον εἶδεν πολὺν
δ ' ἐγχωρίων ἀπαντησάντων μεθ ' ἱκετηριῶν καὶ παραδόντων ἑαυτοὺς ἀπέλυσεν αὐτοὺς τῆς τιμωρίας . Αὐτὸς δὲ καταπλεύσας εἰς τὸν
3879806 ἐθαψα
τῶν εὐνούχων τοὺς πιστοτάτους καὶ εἶδον δι ' ἐκείνων καὶ ἔθαψά μιν . Οὕτως ἔσχε , ὦ βασιλεῦ , περὶ
τεθνεῶτος αὐτοῦ γεγονέναι ὡς οὐ γεγονότα διέξεισιν : οὐ γὰρ ἔθαψά σε φησὶν οὐδὲ περιέστειλα . Κινεῖ δὲ ἔλεον καὶ
3874236 Δαρειῳ
τὸ παράπαν τῆς Ἑλλάδος ᾖ ἀπεστερημένος . Κατεφάνη δὲ τῷ Δαρείῳ τεχνάζειν ἐπιστάμενος , καὶ τοὺς ἀγαγόντας αὐτὸν ἐκέλευσε μάστιγάς
ἔτι ἐν Σάρδισι τοῦ Κροτωνιήτεω Δημοκήδεος τὴν τέχνην ἐσαγγέλλει τῷ Δαρείῳ : ὁ δὲ ἄγειν μιν τὴν ταχίστην παρ '
3858552 ἑταιρους
λοιπαὶ * νῆες αὐτῶν * , εὗρον δὲ δακρύοντας τοὺς ἑταίρους . καὶ τότε μὲν εὐωχηθέντες κοιμῶνται , τῇ ἐπαύριον
Κριτίας Σωκρατικὸς ἀνὴρ εἷς τῶν λʹ . . . . ἑταίρους ἐξαιτήσεται ] ἀντὶ τοῦ φίλους σώσει . . .
3855404 Ὠχος
ἔτη τρία πρὸς τοῖς τετταράκοντα , τὴν δὲ βασιλείαν διεδέξατο Ὦχος ὁ μετονομασθεὶς Ἀρταξέρξης , καὶ ἐβασίλευσεν ἔτη τρία πρὸς
Αἰγύπτιον δεῖπνον . καὶ κελεύσαντος ἐπεὶ παρεσκευάσθη , ἡσθεὶς ὁ Ὦχος τῷ δείπνῳ κακὸν κακῶς σε , ἔφη , ὦ
3852156 ἠξιωσε
αὐτοὺς ὁ τεχνικὸς καὶ μὴ ἄλλο τι τῶν ὀνομάτων καλεῖσθαι ἠξίωσε ; καὶ διατί μυρίων ὄντων ἀρσενικῶν ὀνομάτων αὐτὸς περὶ
Τροφωνίου φέρεις , παίδων ὅπως νῶιν σπέρμα συγκραθήσεται ; οὐκ ἠξίωσε τοῦ θεοῦ προλαμβάνειν μαντεύμαθ ' : ἓν δ '
3845014 ἐλπιζων
οὐ γὰρ παρ ' ἄλλων γ ' ἄν τις μείζω ἐλπίζων σωφρονοίη ἢ παρὰ τῶν τὰ μέγιστα ὠφελεῖν δυναμένων ,
τῷ λιμῷ . διεκαρτέρει δ ' ὅμως ὁ Μιθριδάτης , ἐλπίζων ἔτι τὴν Κύζικον αἱρήσειν τοῖς χώμασι τοῖς ἀπὸ τοῦ
3842693 νενικηκως
γενόμενος ἤδη ; οὐκ ἄκουσας : οὐκ ἀναγέγραπται ὁ Αἴγων νενικηκὼς Ὀλύμπια . ἐπ ' Ἀλφειόν : ἀντὶ τοῦ ἐπὶ
τε καὶ τοὺς ἐξ αὐτῆς θαῦμα , καὶ πρέσβεις ὁ νενικηκὼς πέμπει παρὰ τῶν ἡττημένων σπονδὰς ἐπαγγέλλειν ἴσας ἑκατέροις .
3839770 πρεσβυτερος
ὡς καὶ Λυσιμαχίδης φησὶν , ὁ μὲν Προμηθεὺς πρῶτος καὶ πρεσβύτερος , ἐν δεξιᾷ σκῆπτρον ἔχων , ὁ δὲ Ἥφαιστος
οἳ μακροβιώτατοι γεγόνασιν , οὐδὲ εἷς , οὑτοσὶ δὲ ἀναγέγραπται πρεσβύτερος : φασὶ γοῦν οἱ χρησμοί , ὅτι ” Ἀβραὰμ
3835058 κατακεκλεισμενος
οὐδὲ ὁ Σαρδανάπαλλος ἀπράγμων ἦν , ἀλλ ' ἐντὸς θυρῶν κατακεκλεισμένος , ἐπὶ σφυρηλάτου κλίνης κείμενος ἐν γυναικῶν χορῷ ,
αὐτῶν ἀχρηστότερον τῷ περιτειχίσματι γενέσθαι . Ὅτι Κόνων ἐν Μιτυλήνῃ κατακεκλεισμένος ὑπὸ Λακεδαιμονίων σπεύδων Ἀθηναίοις μηνῦσαι τὴν πολιορκίαν , λαθεῖν
3834405 θησαυρους
μέγα . Ὑπερηφανεία μέγιστον ἀνθρώποις κακόν . Φίλους ἔχων νόμιζε θησαυροὺς ἔχειν . Χάριν φίλοις εὔκαιρον ἀπόδος ἐμ μέρει .
δέ φασι μετασχεῖν τῆς ἐπὶ Δελφοὺς στρατείας , τούς τε θησαυροὺς τοὺς εὑρεθέντας παρ ' αὐτοῖς ὑπὸ Σκιπίωνος τοῦ στρατηγοῦ
3832831 συμβαλων
τὴν πόλιν ταύτην θέλων ἐξελεῖν . Καί οἱ , ὡς συμβαλὼν ἐνίκησε τοὺς Ἀσσυρίους , περικατημένῳ τὴν Νίνον ἐπῆλθε Σκυθέων
. ᾧ δὴ μεθ ' ἕκτην γενεάν : ὁ Ταρπίνιος συμβαλὼν τῷ στρατῷ τοῦ Ἀλεξάνδρου ἀπὸ πρώτης ὥρας ἕως ἕκτης
3824643 πυρεττοντας
προπότιζε χυλῷ φύλλων μελίας , ἐν οἴνῳ μὲν ἀπυρέκτους , πυρέττοντας δὲ εὐκράτῳ , καὶ τοῖς φύλλοις τοῖς ἐκθλιβεῖσι κατάχριε
οἱ ἰατροὶ , ἀλλὰ καὶ τἀναντία δοξάζουσι . τοὺς γὰρ πυρέττοντας οἱ μὲν διὰ λιμοῦ ἦγον , καὶ οὐδὲ ὕδωρ
3820765 Τιβεριου
οἶκος ἀνήψατο γῆς καὶ θαλάττης . ἔνιοι γὰρ καὶ ἐπὶ Τιβερίου καὶ ἐπὶ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ Καίσαρος τῶν διεπόντων τὰς
ἀνιεὶς συνέτεινεν ἄχρι τῆς τοῦ κεκληκότος οἰκίαςΣτεφανίων ἦν τῶν τοῦ Τιβερίου Καίσαρος ἀπελευθέρων , παρ ' ᾧ κατήγοντοκαὶ μικρὸν ἄποθεν
3817152 ἐπηγετο
Μήδους ἀπ ' αὐτῆς : τὸν δὲ παῖδα , ὃν ἐπήγετο φεύγουσα ἐς τοὺς Ἀρίους , γενέσθαι λέγουσιν ἐξ Αἰγέως
οὗτοι μάλιστα αἰσχυνοῦνται αἰσχρόν τι ποιεῖν . καὶ μαρτύρια δὲ ἐπήγετο ὡς ταῦτα ἐγνωκότες εἶεν καὶ Θηβαῖοι καὶ Ἠλεῖοι :
3816042 ἐξηγαγεν
φύσεως ἀοιδίμου πλούτου κληρονόμος ἐστί , μαρτυρεῖ λέγων : „ ἐξήγαγεν δὲ αὐτὸν ἔξω καὶ εἶπεν : ἀνάβλεψον εἰς τὸν
ἴδια παῖδας ἐκ τῶν ἐπιφανεστάτων οἴκων παρακρουσάμενοςἦν δὲ διδάσκαλος γραμμάτων ἐξήγαγεν ἐκ τῆς πόλεως , ὡς περιπατήσοντάς τε πρὸ τοῦ
3812731 Κρηθηϊδα
αὐτῷ γίνεται ἐκ κοίτης θῆλυ τέκνον , ᾧ οὔνομα τίθεται Κρηθηΐδα . καὶ αὐτὸς μὲν ὁ Μελάνωπος καὶ ἡ γυνὴ
τοῦ βίου . ἐνθαῦτα ὑπεκτίθε - ται ὁ Κλεάναξ τὴν Κρηθηΐδα πρὸς Ἰσμηνίην τὸν Βοιώτιον τῶν ἀποίκων λελογχότα , ὃς
3811578 ἀπελασαι
τε ἄνθρωπον ἐκβαλεῖν καὶ οὐκέτι συνοικεῖν αὐτῇ , καὶ Στέφανον ἀπελάσαι ἀπὸ τῆς παρεδρίας καὶ οὐκ ἐᾶν ἔτι παρεδρεύειν αὑτῷ
ἐλάσεως : καὶ ἄλλας γὰρ ἐποιήσαντο , [ τὸ ] ἀπελάσαι τοὺς ἐννέα ἄρχοντας ψήφισμα : ὃ ἔγραψε Περικλῆς ἐν
3811558 Ἀμασις
Ἄμασις . Καὶ τὸ ἐνθεῦτεν ἤδη , ὁκότε ἔλθοι [ Ἄμασις ] πρὸς αὐτήν , ἐμίσγετο καὶ κάρτα μιν ἔστερξε
, τούτου δὲ τοῦ νομοῦ μεγίστη πόλις Σάιςὅθεν δὴ καὶ Ἄμασις ἦν ὁ βασιλεύςοἷς τῆς πόλεως θεὸς ἀρχηγός τίς ἐστιν
3810168 συνηρωτα
' ἐκείνοις καὶ πολυυμνήτους ἀναθεωρῶν καὶ διακρίνων ἐβασάνιζε , καὶ συνηρώτα τό τε μέγεθος καὶ τὴν χροιὰν καὶ τὸ σχῆμα
. . . . . . ὁ δὲ Κλεάνθης οὕτως συνηρώτα : εἰ φύσις φύσεώς ἐστι κρείττων , εἴη ἄν
3805347 μετεδιδου
ὀξεῖς , καὶ χρημάτων τοσούτων παρόντων , εἰ μηδεὶς αὐτοῖς μετεδίδου τὰ μέτρια ; ἆρ ' οὐ πάντ ' ἂν
πάντα ἢ τὰ πλείω μιαράς τε ὠνόμαζε καὶ τῶν ὠφελειῶν μετεδίδου μὲν ὡς ὑπηκόοις , οὐ μὴν ἄνευ τοῦ δυσχεραίνειν
3797474 κατησθιε
: ἥτις αἰνίγματα ἔλεγε καὶ τὸν μὴ ἰσχύοντα λῦσαι αὐτὰ κατήσθιε . προέκειτο δὲ τότε παρὰ τῶν Θηβαίων τῷ εὑρόντι
οἷον ἡ ὀλολυγὴ καὶ ὁ μυκηθμός , καὶ τοὺς ἐλεεινὰ κατήσθιε τετριγῶτας . Μετωνυμία ἐστὶ μέρος λόγου ἐφ ' ἑτέρου
3790216 ὁπλισαι
καὶ συνιδεῖν τὸ δέον ἑτοιμότατον , τάξαι τε στρατὸν καὶ ὁπλίσαι καὶ κοσμῆσαι ἐμπειρότατον καὶ τὰ τῶν πολεμίων ἀκριβῶς μανθάνειν
τὸν Ἀχαρνέα καὶ τοὺς αἱρεθέντας μετ ' αὐτοῦ τοὺς δημότας ὁπλίσαι ἀπὸ τῶν εἰσενεχθέντων χρημάτων . Οὗτος τοίνυν οὐχ ὅπως
3784705 θεραπευων
πολλὰς ἐλάας , εἰς ἃς ἐξῆν μᾶλλον ἐξαμαρτάνειν , οὕτω θεραπεύων φαίνομαι , τὴν δὲ μίαν , ἣν οὐχ οἷόν
ἀκοῦσαι τοῦ ὑπάτου , παρῆν γὰρ κἀκεῖνος τῷ Μηλιεῖ , θεραπεύων αὐτὸν νύκτωρ , ὁπόσα ἐγώ . εἰ δὲ Τελεσίνῳ
3781007 ἀπιων
: ἦγεν οὖν οὗτος τὴν ἑαυτοῦ δύναμιν ὡς εἰς οἶκον ἀπιών . . οὐκ ἀκόλουθα ] ὅ ἐστιν οὐ σύμφωνα
ἐχομένην ” εἶπεν “ κρήνην ἴωμεν , ” καὶ ἡγεῖτο ἀπιών , καὶ σύννους ἦν . εἶτα κἀκεῖ τὰ αὐτὰ
3780955 Ταρκυνιος
χρῶνται Ῥωμαῖοι . τούτου δ ' υἱὸς ἦν ὁ δεύτερος Ταρκύνιος ὁ Σούπερβος , ὅσπερ καὶ τελευταῖος βασιλεύσας ἐξέπεσε .
τῇ πόλει λεγομένων τε καὶ πραττομένων κατὰ τῆς τυραννίδος αἴσθηται Ταρκύνιος , πρὶν ἢ τὰ παρ ' ἡμῶν εὐτρεπῆ γενέσθαι
3780170 Ζαγκλαιους
αὐτοῦ Πυθογένεα ἐς Ἴνυκα πόλιν ἀπέπεμψε , τοὺς δὲ λοιποὺς Ζαγκλαίους κοινολογησάμενος τοῖσι Σαμίοισι καὶ ὅρκους δοὺς καὶ δεξάμενος προέδωκε
ἵππαρχος : πολιορκέοντος γὰρ Ἱπποκράτεος Καλλιπολίτας τε καὶ Ναξίους καὶ Ζαγκλαίους τε καὶ Λεοντίνους καὶ πρὸς Συρηκοσίους τε καὶ τῶν
3777506 ἐτιμα
ἐξεμάνη . Λέγεται γὰρ εἰπεῖν αὐτὸν πρὸς Πρηξάσπεα , τὸν ἐτίμα τε μάλιστα καί οἱ τὰς ἀγγελίας ἐσεφόρεε οὗτος ,
εἰς δῆμον τελῶν , ἀκολουθῶν ἐπὶ τὸ μνῆμα δάκρυσι μὲν ἐτίμα τὸν ἀπελθόντα , λόγοις δὲ τοὺς προσήκοντας ἐθεράπευε τὴν
3770834 Ἰφικλεους
οὔτε κατὰ τὴν γνῶσιν . Τοῦ σοῦ μὲν γὰρ πατρὸς Ἰφικλέους τὴν γνῶσιν ἀφείλετο ὁ Ζεὺς , καὶ ἐμώρανεν αὐτὸν
δράκοντας εἰς τὴν εὐνὴν ἐμβαλεῖν , καὶ , τοῦ μὲν Ἰφικλέους φυγόντος , τοῦ δὲ Ἡρακλέους ὑποστάντος , μαθεῖν ὡς
3766003 αἰσθομενος
περὶ ἐμὲ τότ ' ἐγένετο , καὶ τὸ πρᾶγμ ' αἰσθόμενος τὸν ἄνθρωπον ἀπελάσας αὐτὸς συγκροτεῖν καὶ διδάσκειν ᾤετο δεῖν
ὥρα πληθυούσης μάλιστ ' ἀγορᾶς , κάμνοντας ἤδη τοὺς πολεμίους αἰσθόμενος ὑπό τ ' ἀγρυπνίας καὶ ἀκροβολισμῶν , καὶ οὐ
3744087 θρασυτερους
τὴν ἐν Πλαταιαῖς νίκην τραγῳδοῦντες , δι ' ἣν ὑπελάμβανον θρασυτέρους ποιήσειν τοὺς μέλλοντας ἀγωνίζεσθαι . θαυμαστὸν δὲ ἐγένετο τὸ
τῇ πρὸς τοὺς Ναβαταίους ἐπετίμησεν αὐτῷ , λέγων ὅτι πολλῷ θρασυτέρους πεποίηκε τοὺς βαρβάρους ἐάσας ἀτιμωρήτους : δόξειν γὰρ αὐτοὺς
3742439 ὡπλιζεν
. . | καὶ Ἀλκιβιάδην πλέον Σωκράτης ἐπὶ τοὺς πόνους ὥπλιζεν ἢ τ [ . . . . . .
Μιθριδάτην . ἅμα δ ' ἡμέρᾳ τὸν μὲν στρατὸν αὑτῶν ὥπλιζεν ἑκάτερος , οἱ προφύλακες δ ' ἀλλήλων κατὰ τὸ
3736567 περιοντας
καὶ ἀμυνοῦσιν ὄντα ὑπόλοιπον . τότε δὲ ὡς σαφέστερον ᾐσθάνοντο περιόντας καὶ ἐκλείπειν τὴν Εἶραν βεβιασμένους , αὐτοὶ μὲν περὶ
φέρειν . ἄνευ γὰρ τοῦ τῆς ἐσχάτης κολακείας εἶναι τὸ περιόντας μὲν θεραπεύειν , ἀπελθόντων δὲ ἀμνημονεῖν , τοῖς μὲν
3735020 ἀφῃρημενος
, δέδοικα μήποτε ὁ δυστυχὴς ἐγὼ ὅλας τὰς Ἀθήνας ἄντικρυς ἀφῃρημένος ὦ . μέχρι γὰρ νῦν ἔχω τι αὐτῶν καὶ
μεῖζον καὶ βαρύτερον , ἅτε καὶ τὴν ἐλπίδα τῆς παραμυθίας ἀφῃρημένος : τίς γὰρ ἔμελλε παρηγορεῖν ἕτερον αὐτὸς ὢν τοῦδε
3734142 ἑλοντας
τῆς Ἑλένης Διοσκόρους στρατεύσαντας ἐπὶ τὴν Ἄφιδναν καὶ τὴν πόλιν ἑλόντας ταύτην μὲν κατασκάψαι , τὴν δ ' Ἑλένην ἀπαγαγεῖν
ἔτι λεγόμενον Νέον τεῖχος ἀπὸ τριάκοντα σταδίων τῆς Λαρίσης , ἑλόντας δὲ κτίσαι τὴν Κύμην καὶ τοὺς περιγενομένους ἀνθρώπους ἐκεῖσε
3734029 ἐποιης
ἐχθρὸς ἄνθρωπος πάνυ ξηραινομένους ὡς εἶδε τοὺς ἰχθῦς , μάχην ἐποίης ' ἐν αὐτοῖς ἐξεπίτηδες εὖ πάνυ . ἦσαν δὲ
τινὰ οἴεσθε μέγεθος ἀρεσιαν ; μέγαν πάνυ , καὶ ξηρὸν ἐποίης ' εὐθέως τὸν κάνθαρον . πρῶτον μὲν αὐτοῦ παραλαβὼν
3731373 Πολυχαρης
, καθ ' οὓς πολιτεύσουσι . καὶ ἡιρέθησαν οἵδε : Πολυχάρης , Κριτίας κτλ . , τῶι μὲν οὖν πρώτωι
ἦγον Ἠλεῖοι καὶ ἀγώνισμα ἦν σταδίου μόνον , ὅτε ὁ Πολυχάρης ἐνίκησεν , τούτῳ τῷ ἀνδρὶ ἐγένοντο βοῦς : καὶοὐ
3731075 μεμηνοτας
, ἐπ ' ἀλλοτρίαις δὲ γυναιξὶν κρυπταδίαις τ ' εὐνῇσι μεμηνότας ἄνδρας ἔτευξαν εἰ δὲ Κρόνος τοῖσιν μάρτυς πέλοι ,
ὁδῶν ἀπορίας καὶ μεγέθη ποταμῶν ϋπερβάλλοντα βραχὺν εἶναι πόνον ϋπελάμβανε μεμηνότας ἑλεῖν Ἀρμενίους · εἰς δὲ τὴν ποταμίαν ἐμβαλὼν ὁ
3725113 Αἰδεσιος
γὰρ οὐδὲν εἴχομεν ἀναγράφειν , ὅτι τὸ μὲν ἐπέκρυπτεν ἴσως Αἰδέσιος αὐτὸς διὰ τοὺς χρόνους , τὰ δὲ ἴσως καὶ
τοῦ ἐκ Σάρδεων . ἐκεῖνος δὲ ἦν Αἰδεσίου μαθητής , Αἰδέσιος δὲ ἀνὰ τοὺς πρώτους Ἰαμβλίχου , καὶ τῶν ταῦτα
3723801 κατωλισθε
τὰ μὲν ἀγγεῖα προσαράττεται καὶ ἀπερράγη , καὶ τὸ ἔλαιον κατώλισθε , καὶ τῶν θυρῶν πῦρ κατεχύθη , καὶ ἄσβεστόν
λίθου ἑώρα τὰ γινόμενα . ἐκ γάρ τοι τοῦ λίθου κατώλισθε , καὶ βιαίᾳ τῇ πληγῇ περιπεσὼν ἀπέθανεν . οὐ
3721734 ἐκαλει
πάλιν πρὸς τὴν μάχην . Ὅτι ὁ αὐτὸς τοὺς στρατιώτας ἐκάλει συστρατιώτας τῷ ἰσοτίμῳ τοῦ ὀνόματος προθυμοτέρους ποιῶν . Ὅτι
Καππαδοκῶν , τοὺς ἀρίστους ἅμα τῶν στρατηγῶν ἐπ ' ἐκκλησίαν ἐκάλει καὶ βουλὴν περὶ τοῦ πολέμου προὐτίθει , πυνθανόμενος εἰ
3717843 τηθιδα
τὸ μνῆμα τὸ ἑαυτοῦ , τούτων ὑμῖν τὸν ἔχοντα τὴν τηθίδα τὴν Ἀστυφίλου μάρτυρα παρέξομαι . Ἀκούων τοίνυν ταῦτα ὁ
φίλος ἔγημε πολῖτιν ἡμετέραν λαμπροῦ γένους καὶ συμβαίνει δὴ τὴν τηθίδα τῆς γυναικὸς παρ ' ἡμῖν διάγειν ὄντων πραγμάτων τῶν
3716923 ἐκτεινεν
παίσας ἔδωκε νερτέροις καλὸν νεκρὸν Βοιωτός , ὅσπερ τὸν πρὶν ἔκτεινεν βαλών . κἀντεῦθεν ἡμεῖς οἱ λελειμμένοι φίλων κοῦφον πόδ
' ἔασκες , ὅτ ' ἄνδρ ' ἐμὸν ὠκὺς Ἀχιλλεὺς ἔκτεινεν , πέρσεν δὲ πόλιν θείοιο Μύνητος , κλαίειν ,
3709199 ἀνηβος
η , καὶ ὅσα παρ ' αὐτό : ἔφηβος : ἄνηβος . πάρηβος . Πρῶρα τὸ πρω μέγα : παρὰ
αὐτῷ ἱματίῳ κατακείμενος , ἐκώμαζε δὲ μεθ ' ἡμέραν , ἄνηβος ἑταίραν ἔχων , μιμούμενος τοὺς ἑαυτοῦ προγόνους , καὶ
3708360 Τισσαφερνην
καὶ ὑπὸ τῆς μητρὸς δὲ Παρυσάτιδος ἦν ἠξιωμένος τιμωρήσασθαι τὸν Τισσαφέρνην : εἶχε γὰρ αὕτη διαφόρως πρὸς αὐτὸν ἐκ τοῦ
ἅμα μὲν ἐλεύθεραι βουλόμεναι εἶναι , ἅμα δὲ φοβούμεναι τὸν Τισσαφέρνην , ὅτι Κῦρον , ὅτ ' ἔζη , ἀντ
3700364 διαστησει
ξγʹ , οζʹ , πϚʹ . ὁ δὲ τὸν βʹ διαστήσει τοὺς γονεῖς καὶ ἔσται ἐν πενίᾳ καὶ κακοπαθείᾳ καὶ
κατειλημένης παπύρου : ἀνοιδοῦσα γὰρ ἐκ τῆς καταβροχῆς ἔτι μᾶλλον διαστήσει τὸ δέρμα . εἰ δ ' ἡ λεγομένη περιφίμωσις
3696952 πλατυσημον
, σχῆμά τε ᾧ προῄει : ἠμφίεστο γὰρ τήν τε πλατύσημον ἐσθῆτα , ἔν τε τοῖς δεύτερον ὑπατεύσασιν ἐτέτακτο ,
Κόττας ἐδόκει φυγῆς : μετριάσαντες δ ' ὅμως ἀπεψηφίσαντο τὴν πλατύσημον αὐτοῦ : Ἡρακλεώταις δὲ τὴν χώραν καὶ τὴν θάλασσαν
3695974 Νικολαον
τούτου πλέων εἰς Ῥώμην ὡς Καίσαρα Ἡρώδης , ἐπήγετο τὸν Νικόλαον ὁμοῦ ἐπὶ τῆς αὐτῆς νηὸς , καὶ κοινῇ ἐφιλοσόφουν
τόν τε Περίανδρον εἰ ἀφίκοιτο ὀρρωδοῦντες , συστάντες κτείνουσι τὸν Νικόλαον διαιτώμενον παρὰ σφίσιν . Ὁ δὲ Περίανδρος ἀθροίσας στράτευμα
3694380 μνηστηρας
φρεσὶν ᾗσιν , ἅ ῥ ' οὐκ ἀτέλεστα γένοντο . μνηστῆρας δ ' οὐ πάμπαν ἀγήνορας εἴα Ἀθήνη λώβης ἴσχεσθαι
δῶρα θεῶν ἔχοι , ὅττι διδοῖεν . οἷ ' ὁρόω μνηστῆρας ἀτάσθαλα μηχανόωντας , κτήματα κείροντας καὶ ἀτιμάζοντας ἄκοιτιν ἀνδρός
3693712 Μαξιμος
, πρὸ δὲ τῶν ἄλλων ταύτην . ἔστιν ἐν Ἀγκύρᾳ Μάξιμος , εὐγενής , εὐγενέστερος Κόδρου , φασί , πρᾷος
, καὶ ἀπρὶξ τῆς ὅλης σοφίας εἴχετο . ὁ δὲ Μάξιμος ὑφηγεῖται αὐτῷ καὶ τὸν θειότατον μετακαλέσαι Χρυσάνθιον , καί
3687245 πληγεντας
ἐπεφύκει βοτάνη , ταύτῃ δ ' ὑποδεδυκότες ἐλάνθανον τοὺς δὲ πληγέντας ἀπέκτεινον . ἐν δὲ τοῖς Ὠρίταις τὰ τοξεύματα χρίεσθαι
. . Ἀλλά τοι καὶ ῥίζαι τυγχάνουσιν , αἳ τοὺς πληγέντας ὀνίνασιν , ἢν ὑπὸ ὄφεων δηχθῶσιν , καὶ περισῴζουσι
3687012 Ὑστασπου
συνελάμβανεν ὅσοι μηδισμοῦ τε αὐτῶν μετέσχον καὶ βασιλεῖ Δαρείῳ τῷ Ὑστάσπου γῆν δοῦναι καὶ ὕδωρ τοὺς πολίτας ἔπεισαν . διατρίβοντος
τὸν Θυέστου καὶ Πελοπίας ὑπὸ αἰγός . Δαρεῖον ἀκούω τὸν Ὑστάσπου φαρετροφόρον Κύρου γενέσθαι . ὁ δὲ τελευταῖος Δαρεῖος ,
3684548 πελεκεας
Μηριόνης θεράπων ἀγαπήνορος Ἰδομενῆος . οἳ δ ' ἴσαν ὑλοτόμους πελέκεας ἐν χερσὶν ἔχοντες σειράς τ ' εὐπλέκτους : πρὸ
Ὀδυσῆος οἴκου ἀποσχήσει : νῦν γὰρ καταθήσω ἄεθλον , τοὺς πελέκεας , τοὺς κεῖνος ἐνὶ μεγάροισιν ἑοῖσιν ἵστασχ ' ἑξείης
3683280 ὑποτασσομενους
Πορευθέντος οὖν εἰς τὴν πόλιν τοῦ Ἐμμὼρ , καὶ τοὺς ὑποτασσομένους παρακαλοῦντος περιτέμνεσθαι , ἕνα τῶν Ἰακὼβ υἱῶν τὸ ὄνομα
γεγλυμμένας στήλας , ἃς οἱ ἄνθρωποι ἔγλυφον καὶ ἐποίουν λέοντας ὑποτασσομένους καὶ ὑποκάτω ὄντας ἀνθρώπων καὶ ἔλεγε : „ βλέπεις
3681551 Φαιακας
μοι τοὺς Κυζικηνοὺς ἐπιὼν παραπλήσια τοῖς τῆς Ἀθηνᾶς πρὸς τοὺς Φαίακας λέγειν , μέγαν τε ἄγων ἐμὲ καὶ προμνώμενος συνουσίας
σταγόνας , κατὰ τῆς γῆς , ἐξ ὧν γεννηθῆναι τοὺς Φαίακας : οἱ δὲ τοὺς Γίγαντας . καὶ Ἀλκαῖος δὲ
3671621 Λευκολλου
. Μυσοὺς δὲ Μᾶρκος μὲν Λεύκολλος , ὁ ἀδελφὸς Λικινίου Λευκόλλου , τοῦ Μιθριδάτῃ πολεμήσαντος , κατέδραμε , καὶ ἐς
Μεγάλους Αὐλῶνας . Ἀφικομένων δὲ πρὸς τὸν Πάρθον καὶ παρὰ Λευκόλλου πρέσβεων , τοῖς μὲν Ῥωμαίοις ἰδίᾳ φίλος εἶναι ὑπεκρίνατο
3670652 Δακτυλους
' ἱστοροῦσιν , ὧν ἐστι καὶ Ἔφορος , τοὺς Ἰδαίους Δακτύλους γενέσθαι μὲν κατὰ τὴν Ἴδην τὴν ἐν Φρυγίᾳ ,
συνῆλθε τῇ προειρημένῃ καὶ ἐγέννησεν ἐξ αὐτῆς τοὺς εἰρημένους Ἰδαίους Δακτύλους . Γενομένης δ ' αὐτῆς ἄφρονος ἐν τῷ τῆς
3669979 χειμερινους
κατακλύσμασι τοῖσι τῆς κοιλίης ὧδε χρέεσθαι : ἓξ μῆνας τοὺς χειμερινοὺς ἐμέειν , οὗτος γὰρ ὁ χρόνος φλεγματωδέστερος τοῦ θερινοῦ
σὰρξ οὐ περιπατεῖ . ἴδον τοὺς ἀνέμους τῶν γνόφων τοὺς χειμερινοὺς καὶ τὴν ἔκχυσιν τῆς ἀβύσσου πάντων ὑδάτων . ἴδον
3665743 Λαχαρους
Ποίαντος τοῦ Κροίσου τοῦ Κλεοδαίου τοῦ Εὐρυβιάδα τοῦ Δεβάλλου τοῦ Λαχάρους τοῦ Τημένου , ὃς καὶ κατῆλθεν εἰς Πελοπόννησον .
ἀφ ' ὧν ἔδοξεν εἶναι μισοτύραννος . καὶ γὰρ κατὰ Λαχάρους τοῦ τυράννου ψήφισμα ἔγραψεν , ἀγώγιμον ἐκ τῆς χώρας

Back