αὐτόθεν , σχεδόθεν . ἁπάντων τῷ λόγῳ τούτῳ ὑποπιπτόντων ἰδιαίτερον ἐβαρύνθη τὸ οἴκοθεν καὶ ἄλλοθεν : καὶ παρ ' ἐπίρρημα
καὶ συνοδοιπόρον , καὶ πράως ἤνεγκε νουθετοῦντα καὶ καθαπτόμενον οὐκ ἐβαρύνθη , ὡς οὐ τἀμὰ ἴδια μόνον , ἀλλὰ καὶ
6442315 λιποπατρι
, ὁ λιπόπατρις τοῦ λιποπάτριδος τῷ λιποπάτριδι τὸν λιποπάτριδα ὦ λιπόπατρι καὶ τὸ λιπόπατρι : εἰ οὖν τὰ οὐδέτερα ,
ἡνίκα ὁμοφωνοίη τῇ κλητικῇ , μαρτυρεῖ τῇ περιττοσυλλάβῳ γενικῇ , λιπόπατρι λιποπάτριδος : εἰ οὖν εὐγενὲς ἡ κλητικὴ καὶ τὸ
6297590 ἀντλω
τοῦτο συναιρεθέντα τὴν πρώτην τῶν περισπωμένων ἐποίησαν συζυγίαν : ἀντλέω ἀντλῶ , ποιέω ποιῶ , πονέω πονῶ : ἔχει δὲ
διὰ τί ἀντλεῖ : τὸν δ ' εἰπεῖν , ” ἀντλῶ γὰρ μόνον ; τί δ ' ; οὐχὶ σκάπτω
6283958 παραληγεται
: εἶτα κατὰ ἀναδιπλασιασμὸν τιθῶ καὶ ἐξ αὐτοῦ τίθημι , παραλήγεται δὲ τῷ η , διότι ἡ πρώτη συζυγία τῶν
α : τὰ δὲ ἔχοντα τὸ λ βραχεῖ τῷ α παραλήγεται , γελῶ γελάσω : τιλῶ τιλάσω καὶ τιλήσω καὶ
6133160 μμ
ἔχει τὸ ψ , τότε ὁ παθητικὸς παρακείμενος διὰ δύο μμ γράφεται , τύψω τέτυμμαι , γράψω γέγραμμαι : εἰ
κωφοῦ ξυνίημι καὶ οὐ λαλέοντος ἀκούω λῆμμα μὲν διὰ δύο μμ τὸ κέρδος , λῆμα δὲ δι ' ἑνὸς μ
6098497 εὑδω
ἐν ταύτῃ , ἔξωθεν κλίνονται , μύω καμμύω ἐκάμμυον , εὕδω καθεύδω ἐκάθευδον : τὸ δὲ ἤθελον ἤμελλον καὶ τὰ
ἡ μυοκτόνος μήτηρ , ἀλλ ' ἡσυχάζω καὶ πρὸς ἑστίην εὕδω : σὺ δ ' ἄρτι πως ὠνητός , ὡς
6069356 πηθω
τὸ πάντα τὰ φάη περιάγειν . Πῆμα . παρὰ τὸ πήθω , ὡς παρὰ τὸ νήθω , νήσω , νῆμα
τὸ Ν , συστέλλουσι τὴν ἄρχουσαν οἷον λήθω λανθάνω , πήθω πανθάνω : οὕτως οὖν καὶ λείπω λιμπάνω . εἰ
6053346 ναιχι
εἰς τόπον σχέσιν σημαίνει : ἔστι γὰρ παρολκὴ ὁμοία τῷ ναίχι , οὔ καὶ οὐχί . σαφὲς δὲ καὶ ἐξ
? ? ? ? ? ? ? , ναί : ναίχι : τοῦ δ ' αὐτοῦ εἴδους κατωμοτικά , οῗον
6046900 Προσκειται
τὰ αἰδώ εἰς ω ὁμοφώνως τῇ αἰτιατικῇ τῶν ἑνικῶν . Πρόσκειται χωρὶς τῶν πεπονθότων , ἐπειδή ἐστι πατέρι καὶ μητέρι
ἔχουσι τὴν γενικήν , ἀλλ ' οὐκ εἰσὶ κύρια . Πρόσκειται χωρὶς εἰ μὴ χαρακτὴρ κωλύσῃ , διὰ τὸ κρίνω
6018886 προπερισπωνται
μακρὸν τὸ Ι ἔχοντα , ὅσα ἐν ὕδατι διαιτᾶται , προπερισπῶνται : ἐχῖνος κορακῖνος φοξῖνος . καρκίνος . ἐχρῆν καὶ
λέγομαι ἵσταμαι δίδομαι . τὰ δὲ φύσει μακρᾷ ἁπλᾶ ὄντα προπερισπῶνται : κεῖμαι ἧμαι ποιοῦμαι γελῶμαι , ὑπεσταλμένων τῶν τῆς
5996663 δισυλλαβα
ὅμοιον καὶ τὸ φερνὴ ὀξύτονον . Τὰ διὰ τοῦ ενη δισύλλαβα μονογενῆ τὸ ε παραληγόμενα δύο ἐστίν : θένη ,
κύριον βαρύνεται , ὥσπερ τὸ πῶλος . Τὰ εἰς ΜΟΣ δισύλλαβα διφθόγγῳ παραλήγοντα ἀπὸ συμφώνου ἀρχόμενα ὀξύνεται : λοιμός λαιμός
5993547 ἐδακον
σήπω , ἔσαπον : λήβω , ἔλαβον : δήκω , ἔδακον : λήχω , ἔλαχον : τήκω , ἔτακον :
. δαφοινήν : ἄγαν φονικήν . Ἕλον : ἔλαβον , ἔδακον . Νηδύν : γαστέρα , ἔλαβον : νηδὺς ἀπὸ
5978190 μονοσυλλαβιαν
ἀποροῦσί τινες λέγοντες , τί δήποτε τῶν πευστικῶν ὑπερβαινόντων τὴν μονοσυλλαβίαν , οἷον ποῖος πόσος πηλίκος πόστος ποδαπός , τὸ
ἐχρὴν βαρύνεσθαι : οὐκ ἦν δὲ τοῦτο πῶς διὰ τὴν μονοσυλλαβίαν : ἀναγκαίως περισπᾶται , ἵνα δυνάμει βαρύνηται : ἀμέλει
5976667 ἀτενιζω
καὶ πλεονασμῷ τοῦ υ αὖτις ' . . . . ἀτενίζω : τὸ πάνυ βλέπω : τείνω τενῶ τενής καὶ
: τὸ πάνυ βλέπω : τείνω τενῶ τενής καὶ ἀτενής ἀτενίζω , τοῦ α ἐπίτασιν σημαίνοντος , ἵν ' ᾖ
5970194 ἐμογησα
ἣ . . . πλεῖστον ] ἤγουν εἰς ἣν πολλὰ ἐμόγησα . φορτικῶν ] δυσκόλων καὶ βασκάνων . οὐκ ἄξιος
. ἦ τάχα Κύπρις ἔχει Χαρίτων μίαν ὁπλοτεράων . παπταίνων ἐμόγησα , κόρον δ ' οὐχ εὗρον ὀπωπῆς . αὐτίκα
5969191 λειπω
καὶ δευτέρᾳ συλλαβῇ ἔχοι τὸ Π : θάλπω λάμπω πέμπω λείπω μέλπω βλέπω ἐρείπω . πρόσκειται ” εἰ μὴ ἔχοι
λοίσθιος , οἷον ἐξολισθήσας καὶ ἐμποδισθείς : ἢ παρὰ τὸ λείπω λοῖστος καὶ λοῖσθος καὶ λοίσθιος . ὁρώμενος : ὁρῶν
5958246 τενω
τὸ πάνυ βλέπω , ἀπὸ τοῦ τείνω , ὁ μέλλων τενῶ , καὶ κατὰ παραγωγὴν τενίζω καὶ μετὰ τοῦ ἐπιτατικοῦ
. . . ἀτενίζω : τὸ πάνυ βλέπω : τείνω τενῶ τενής καὶ ἀτενής ἀτενίζω , τοῦ α ἐπίτασιν σημαίνοντος
5933999 παραληγει
τὴν παραλήγουσαν . Τὰ διὰ τοῦ υδων τῷ υ ψιλῷ παραλήγει , καὶ φυλάττει τὸ ω : Ἀμυδὼν Ἀμυδῶνος :
κορυδαλλός ὀξύνεται . Τὰ εἰς ΛΛΟΣ πολυσύλλαβα , ὁποίῳ φωνήεντι παραλήγει πλὴν τοῦ Α , προπαροξύνεται : Μύσκελλος Μάρκελλος Κύριλλος
5889842 ὀρθοτονουμενη
δὲ ε , οἷον ἀμφί ἑ , ἀντωνομία νῦν ἀρσενικὴ ὀρθοτονουμένη , νῦν μεταλαμβανομένη εἰς σύνθετον : Ἀπολλόδωρος δὲ ψιλοῖ
νοεῖται καὶ δύο πρόσωπα παρεμφαίνει . ἴσως δὲ καὶ ἡ ὀρθοτονουμένη ἀντωνυμία , κἂν ἁπλῆ ᾖ , διὰ τῆς ἐπιούσης
5884349 ειος
μέτρον , ἐλλείψει τοῦ ι : τὰ γὰρ διὰ τοῦ ειος τρισύλλαβα ἐπὶ ποταμῶν ὄντα δίφθογγον ἔχει , οἷον Πηνειός
σπέος βαρύτονα καὶ οὐδέτερα οὐκ ἀντίκεινται . Τὰ διὰ τοῦ ειος ἀρσενικὰ δισύλλαβα βαρύτονα , ἔχοντα οὐδετέρου παρασχηματισμὸν διὰ τῆς
5882820 μονοσυλλαβον
τὸ Ζεύς , οὐ κλίνεται διὰ τοιαύτην αἰτίαν πᾶν ὄνομα μονοσύλλαβον εἰς ς λῆγον ὀξύτονον καὶ διὰ καθαροῦ τοῦ ος
ἐγκλινομένων εἰ σπονδειακὴ προηγεῖται λέξις ἢ τροχαϊκὴ , εἰ μὲν μονοσύλλαβον εἴη τὸ ἐπιφερόμενον ἐγκλιτικὸν , ὥσπερ ἐθέμην , ἐγκλίνεται
5868421 παραληγονται
ἐχθρός . Τὰ εἰς ον λήγοντα συγκριτικὰ δισύλλαβα , διφθόγγῳ παραλήγονται : οἷον πλεῖον , μεῖον , ῥᾷον : εἰ
ὄντα , ἀλλὰ κοινά , τῷ Α μακρῷ κέχρηνται , παραλήγονται δὲ τῷ Ρ : ἄρα φωνῆέν ἐστιν . Πρόσκειται
5864481 περισπαται
ἀπὸ φωνήεντος ἄρχεται . Τὰ εἰς ΝΩ παραληγόμενα τῷ Ε περισπᾶται , εἰ προκατάρχοιτο ὄνομα , ἐξ οὗ γέγονε :
τὴν τοῦ μέτρου χρείαν καὶ ὀξύνεται παρὰ τοῖς ποιηταῖς καὶ περισπᾶται . χρὴ τοίνυν περισπᾶν τοῦτο ἐνταῦθα ἵν ' εἴη
5858652 Δαρειε
πάτερ ] ὦ . ἄκακε ] πρᾶε . Δαρειᾶν ] Δαρεῖε . πάτερ ] ὦ . ἐπῳδὸς κώλων ηʹ .
πάτερ ] ὦ . ἄκακε ] πρᾶε . Δαρειᾶν ] Δαρεῖε . οἴ ] φεῦ . ἀντιστροφὴ κώλων ηʹ .
5857212 βεβηκα
ῥέξω πόρτιν Ἔρωτι καὶ αὐτᾷ βοῦν Ἀφροδίτᾳ . παρθένος ἔνθα βέβηκα , γυνὴ δ ' εἰς οἶκον ἀφέρπω . ἀλλὰ
τὸ μέντοι μάτην μάταιος , καὶ τὸ βέβαιος παρὰ τὸ βέβηκα . τὰ δὲ παρώνυμα παρ ' οὐδετέρων γινόμενα ὀξύνεται
5852926 συνεσταλη
τὸ η , θηρός Σηρός φηρός : τὸ κήρ καρός συνεστάλη , ἐπεὶ μόνον ὑπῆρχε θηλυκόν : κλίνεται δὲ καὶ
. ὑπερβολικῶς : ὁ οὐρανὸς δὲ ἔφριξεν αὐτήν , τουτέστι συνεστάλη , ἐφοβήθη , καὶ ἡ γῆ ἡ μήτηρ πάντων
5840565 μακαρς
ὡς τὸ Τίρυνς , ἢ τὸ ρ , ὡς τὸ μάκαρς : τὰ δὲ εἰς ξ λήγοντα , περὶ ὧν
μόνον ἀλλὰ μεθ ' ἑτέρου τινὸς συμφώνου , οἷον ὁ μάκαρς καὶ ὁ τίρυνς καὶ ὁ ἅλς , καὶ ἕτε
5838669 αἰβοι
ἀλλὰ τίς ; Δῖνος βασιλεύει τὸν Δί ' ἐξεληλακώς . αἰβοῖ : τί ληρεῖς ; ἴσθι τοῦθ ' οὕτως ἔχον
μοὐδόκει δημηγορεῖν φάλλαινα πανδοκεύτρια , ἔχουσα φωνὴν ἐμπεπρημένης ὑός . αἰβοῖ . τί ἐστι ; παῦε παῦε , μὴ λέγε
5835063 Λαας
Ὕαντες δὲ λέγονται οἱ κατοικοῦντες τὴν Βοιωτίαν . Σεσημείωται τὸ Λάας : τοῦτο γὰρ ὅτε μέν ἐστι κύριον ἀντίκειται τῷ
ἀπὸ τοῦ Λᾶς τοῦ μονοσυλλάβου γέγονε κατὰ πλεονασμὸν τοῦ α Λάας καὶ λοιπὸν τὴν αὐτὴν ἐφύλαξε κλίσιν , φημὶ δὴ
5830306 μογησα
ἀλεγεινῇ . ὣς ἐπὶ σοὶ μάλα πολλὰ πάθον καὶ πολλὰ μόγησα , τὰ φρονέων ὅ μοι οὔ τι θεοὶ γόνον
ἐμὰ κήδεα θυμοῦ , ὅσσα γε δὴ ξύμπαντα θεῶν ἰότητι μόγησα . ἐκ μὲν Κρητάων γένος εὔχομαι εὐρειάων , ἀνέρος
5829735 λιποπατρις
ταχύς ταχέος ταχύ ταχέος , σώφρων σώφρονος σῶφρον σώφρονος , λιπόπατρις λιποπάτριδος λιπόπατρι λιποπάτριδος : ὅσους οὖν ἐροῦμεν κανόνας περὶ
ἄρσενι τὸν ἄρσενα ὦ ἄρσεν καὶ τὸ ἄρσεν , ὁ λιπόπατρις τοῦ λιποπάτριδος τῷ λιποπάτριδι τὸν λιποπάτριδα ὦ λιπόπατρι καὶ
5828855 ἀμεταβολου
Φάγρητος καὶ Μάγνης Μάγνητος καὶ Ἴγνης Ἴγνητος ἔχουσιν ἄφωνον πρὸ ἀμεταβόλου καὶ κοινὴν τὴν συλλαβὴν ἔχουσιν , καὶ ὡς ἔχοντα
ἔλεγον , ὡς ἡνίκα τὸ ε πρὸ [ τοῦ ] ἀμεταβόλου , εἰς α τρέπεται , ὡς δερῶ ἔδαρον ἐδάρην
5825618 πησσω
ἡ κιβωτός : παρὰ τὴν ἀντί πρόθεσιν καὶ † τοῦ πήσσω , . , , . . α . .
, τὸ καίω , Αἴτνη , ὡς φάγω φάτνη , πήσσω πάχνη , . , ; . . α .
5815385 ληγοντα
τάσιν , κατὰ τὰς ἑαυτῶν συζυγίας . Τὰ εἰς ΒΩ λήγοντα βαρύνεται . τότε περισπᾶται , ὅτε ἐν ταῖς δυσὶ
στρέφεται καί τ ' Ὠρίωνα δοκεύει . Τὰ εἰς ων λήγοντα ἀρσενικὰ δισύλλαβα βαρύτονα βραχείᾳ παραληγόμενα φυλάττει τὸ ω ,
5807969 προσγεγραμμενου
καὶ τροπῇ τοῦ ε εἰς η μένοντος καὶ τοῦ ι προσγεγραμμένου . . . . ὁ Θύρσις δὲ τοῦτο λέγει
ἐκτάσει τοῦ ο εἰς ω δῴη μένοντος καὶ τοῦ ι προσγεγραμμένου , οὕτως ἅλωμι ἁλώσω ἥλων ἁλούς ἁλόντος ἁλοίην ἁλοίης
5806689 μαδαρος
ἔχοντα ἐν τῇ τρίτῃ ἀπὸ τέλους συλλαβῇ α ὀξύνεται : μαδαρός , πλαδαρός , ἀγανός : οὕτως οὖν καὶ ἀγαθός
, διὰ τὸ κάρη ἀκαρός , ὀξύνεται γὰρ ὁμοίως τῷ μαδαρός . προπερισπᾶται δὲ τὸ ἀθῷος διὰ τὸν χαρακτῆρα τοῦτον
5795088 θαυμαστικον
. . καὶ μάλιστα κατὰ τοὺς ἀνάπλους τοῦ Νείλου , θαυμαστικὸν ὄντα τῶν τοπικῶν ἰδιωμάτων ἅμα καὶ οὐκ ἀπαίδευτον .
τῷ τέλει τῶν στίχων κορωνίς . ὅσα δὴ δέδηγμαι : θαυμαστικὸν τὸ “ ὅσα ” , ἀντὶ τοῦ πολλά .
5795013 φροιμιον
φίλιον ἐν δόμοις : θάνατος οὐ πόρσω . βοᾶι φόνου φροίμιον στενάζων ἄναξ . ὦ πᾶσα Κάδμου γαῖ ' ,
ἐγώ νιν οἷδα καὶ σὺ χοἰ πεπονθότες . Μενέλαε , φροίμιον μὲν ἄξιον φόβου τόδ ' ἐστίν : ἐν γὰρ
5792985 συναιρεσει
δύο συλλαβὰς ἔχοντα τὸ α μακρὸν παροξύτονα , ἢ καὶ συναιρέσει ὑποπίπτοντα τοῦ ε καὶ α εἰς η , διὰ
ἀΐξω ἀῒξ , καὶ κατὰ συναίρεσιν αἴξ : ἐν ὀξείας συναιρέσει ὀξεῖαν ποιεῖ : οἷον , Νηρεῒς Νηρίς : ἑσταὼς
5783128 Ἀμελητος
Κανάρης Κανάρητος , Κεφάλης Κεφάλητος : οὕτως οὖν καὶ Ἀμέλης Ἀμέλητος καὶ ἀμένης ἀμένητος , οὐκ ἀντιστρέφοντος τοῦ κανόνος :
ἔχειν μένος , καὶ κλίνεται ἀμένης ἀμένητος , ὥσπερ Ἀμέλης Ἀμέλητος . εἰσί τινα εἰς ης ὑπὲρ δύο συλλαβὰς ἔχοντα
5779459 ἐπιῤῥημα
: ἀλλ ' ὄφεσι καὶ σαύραις καὶ χελώναις . ἁμαρτῆ ἐπίῤῥημα , ἀντὶ τοῦ ὁμοῦ . ἁμαρτία , ἡ ἀποτυχία
, ποταμὸς ὁ παραῤῥέων . Ἤλιθα . παρὰ τὸ ἅλις ἐπίῤῥημα ἐξέπεσε τὸ ἄλιθα . Ἠλίθιος , ὁ ἀνόητος ,
5778568 τρεχω
τὸ σμήχω ἔχει τὴν παραλήγουσαν φύσει μακράν . τὸ δὲ τρέχω ἔχει Ε , καὶ τὸ ἄρχω Α . Τὰ
: Καὶ σκόπει ὅπως ὑψώσῃς . . μέλπω μολπάζω ὡς τρέχω τρόχω τροχάζω . . εἰς νέωτα . . .
5776813 παραληγοιτο
εἰς ΓΩ ὑπερδισύλλαβα μὴ παρ ' ὄνομα σύνθετα , εἰ παραλήγοιτο φύσει μακρᾷ , βαρύνεται : [ ἐπείγω ] ἀρήγω
λυῶ λυήσω : εἰ δὲ τῷ ε ἢ τῷ ι παραλήγοιτο , διὰ τοῦ α μακροῦ ποιεῖ τὸν μέλλοντα ,
5775170 ῑ
μέγα Ἀττικῶς . εἶτα συναιρεῖται τὸ ω̄ μέγα μετὰ τοῦ ῑ εἰς τὴν ῳ̄ δίφθογγον καταχρηστικῶς . Κατ ' ἔκθλιψιν
ο̄ , συνῄρηται δὲ τὸ ω̄ , προσγραφέντος καὶ τοῦ ῑ . κατὰ κρᾶσιν καὶ συναίρεσιν , οἷον ὁ αἰπόλος
5770684 ἀπειλω
καὶ συγκοπῇ τῆς σα συλλαβῆς ἀπειλήτην . ἢ ἀπὸ τοῦ ἀπειλῶ ἠπείλουν : τὸ δυϊκὸν ἠπειλεῖτον ἠπειλείτην , συστολῇ τῆς
καὶ ὑποθέσεις τοῖς ἰάμβοις ; “ Ταῦτά σοι καὶ αὐτὸς ἀπειλῶ , οὐ μὰ τὸν Δία τῷ Ἀρχιλόχῳ εἰκάζων ἐμαυτόνπόθεν
5765079 καθευδω
; βλέπε , πῶς ἐσθίω , πῶς πίνω , πῶς καθεύδω , πῶς ἀνέχομαι , πῶς ἀπέχομαι , πῶς συνεργῶ
ἐγρηγόρασιν . ὡς δὲ μόλις καὶ βραδέως ἐπείσθην ὅτι μὴ καθεύδω , ἐδεόμην τότε τῆς Παλαίστρας πτερῶσαι κἀμὲ καὶ χρίσασαν
5763720 ἑλκω
; † Φοίνισσαν βοὰν κλύουσα ὦ νεάνιδες γηραιῶι ποδὶ τρομερὰν ἕλκω ποδὸς βάσιν . † ἰὼ τέκνον , χρόνωι σὸν
ῥήματα κατὰ τονικὴν παραγωγὴν περισπώμενα , οἷον τύπτω τυπτῶ , ἕλκω ἑλκῶ , μηνίω μηνιῶ , δηρίω δηριῶ . Ἐν
5758542 ἐπιρρηματικως
τὸν Πράξανδρον ἀδελφὸν τοῦ Θήρωνος ὄντα . Ἰσθμοῖ τε : ἐπιρρηματικῶς λέγεται : οἴκοι . κοιναί : ὡς ἅμα ἱπποτροφούντων
εἰ δὲ τοῦτο ἀληθές , ἔδει τὸ ἄρθρον , εἴπερ ἐπιρρηματικῶς παρέκειτο , ἄκλιτον καθίστασθαι : νυνὶ δὲ κλίνεται ,
5753414 πειρατης
δύο συλλαβὰς φύσει μακρᾷ παραληγόμενα ὀξύνεσθαι θέλει , αὐλητής , πειρατής , χηρωστής , βραβευτής . οὕτως οὖν καὶ τὸ
βαρύνεται : Τεγεάτης Σπαρτιάτης Ἐλεάτης . Τὸ δὲ θεατής καὶ πειρατής ῥηματικὰ ὄντα ὀξύνεται . Ἔτι τὰ εἰς ΙΤΗΣ τοῦ
5752293 τατε
, οὐδαμῶς δὲ ἢ βραχεῖαι καὶ ἄπονοι γίνονται ἐρυγαί . τάτε , ἔντερα μετὰ τὴν πέψιν τῆς γαστρός , αὐτὴν
φυτοῖσιν ἐναίσιμος , ἔν τε βόθροισι βάλλειν ἔρνεα πάντα , τάτε δρυὸς ἄκρα λέγονται . οἴνας δ ' ἐξαλέασθαι ,
5751553 σοβω
ἔργοις . οἷον , ταχέως ἅμα βοῆ . ἀνεσόβοω : σοβῶ ἐστὶ , τὸ ἐντρέχω . ἔνιοι δὲ τὸ ἐκδιώκω
δολῶ : δονῶ : θολῶ : κροτῶ : κλονῶ : σοβῶ : στορῶ : τορῶ : φρονῶ : χολῶ :
5750258 ᾱ
ἢ τὰ χρυσία : δύναται γὰρ συστέλλεσθαι καὶ ἐκτείνεσθαι τὸ ᾱ . περὶ δὲ τὸ ὄνομα , ὅταν καινὸν ἢ
κἀγώ : τέθλιπται γὰρ τὸ ῑ , κέκραται δὲ τὸ ᾱ καὶ ὁ τοῦ ε̄ χρόνος εἰς ᾱ μακρόν .
5747119 Ἀμελης
, Κανάρης Κανάρητος , Κεφάλης Κεφάλητος : οὕτως οὖν καὶ Ἀμέλης Ἀμέλητος καὶ ἀμένης ἀμένητος , οὐκ ἀντιστρέφοντος τοῦ κανόνος
κακοήθης κακοήθους : πρόσκειται εἰ μὴ χαρακτὴρ κωλύσῃ διὰ τὸ Ἀμέλης Ἀμέλητος καὶ ἀμένης ἀμένητος : ταῦτα γὰρ παρ '
5743702 δερομαι
διάθεσιν μεταστήσειεν , συμπαραλαμβανομένης γενικῆς μετὰ τῆς ὑπό προθέσεως , δέρομαι ὑπὸ Τρύφωνος , τιμῶμαι ὑπὸ Θέωνος . Καὶ αὕτη
τὰ τῆς συντάξεως , ἵσταμαι ὑπὸ σοῦ ἵστημι σέ , δέρομαι ὑπὸ σοῦδέρω σέ , ἕλκομαι ὑπὸ σοῦ ἕλκω σέ
5737779 διχρονου
σχοινία παρὰ τὸ οἴω τὸ κομίζω οἶσα καὶ τροπῇ τοῦ διχρόνου εἰς δίχρονον καὶ ἰωνικῶς οὖσα . ἢ τὰ ἀπὸ
γάρ ἐστιν ὁ λέγων : τὰ εἰς Σ λήγοντα μετὰ διχρόνου ἀποβολῇ τοῦ Σ τὸ οὐδέτερον ποιοῦντα συνεσταλμένον ἔχουσι τὸ
5726333 βαβαι
: ὦδε : ἀβάλε : τὸ οὐαί : παπαί : βαβαὶ , οὐχ οὕτως ἔχοντα , διὰ τῆς αι διφθόγγου
ἔχω . Δημοσθένους γε καὶ ταῦτα , ὦ Ἀρχία . βαβαὶ τῆς ἀηττήτου ψυχῆς καὶ μακαρίας , ὡς ἀνδρεῖον μὲν
5717811 φθερω
γενήσομαι , νικήσας σε . Γ αἱρήσω ] διελέγξω , φθερῶ , ἀπὸ τοῦ χαιρήσω . τί θαλαττοκοπεῖς : ἐθαλαττοκράτουν
. ἐξολῶ : Ἐξολοθρεύσω . Θ . . ἀφανίσω , φθερῶ , ὄντας κακούς . . ἀνασχετὸν : Ὑπομονητόν .
5715730 κις
[ : ὁρᾶις ἄρ ' ὡς ἐνῆν τι ; κἂν κὶς ἄρα | κακόν . ὥσπερ πελεκᾶς πλατυγίζων | :
ὅτι Διὸς παῖς ὁ χρυσός , κεῖνον οὐ σὴς οὐδὲ κὶς δάπτει , βροτεᾶν † φρένα κράτιστον φρενῶν . θυσάνῳ
5714938 ΓΟΣ
τὸ ἐπίθετον . τὸ δὲ σαργός ὀξύνεται . Τὰ εἰς ΓΟΣ ἔχοντα τὴν πρὸ τέλους συλλαβὴν εἰς σύμφωνον λήγουσαν ἐπιθετικὰ
. Τὰ εἰς ΓΩ ὑπερδισύλλαβα σύνθετα ἀπὸ τῶν διὰ τοῦ ΓΟΣ παρηγμένα τῷ Η παραληγόμενα περισπᾶται : ποδηγός ποδηγῶ ,
5697430 ττ
σ μετὰ τοῦ α ψιλοῦ τρέπεται καὶ διὰ τῶν δύο ττ λέγεται Ἀττικῶς . σημαίνει δὲ τὸ τινά ψιλούμενον ,
] ? ? [ ] ἀνδρὸς παρὰ τὸν ἀδελφὸν αὐτὸν ττ ? [ ! ] ? [ ] οὐ παντὸς
5695712 συναλοιφης
ἁνύειν : δασύνουσιν οἱ Ἀττικοί . καὶ δῆλον ἐκ τῆς συναλοιφῆς . καθήνυσαν γάρ . ἀσύφηλος ὕβρις : ἡ μετὰ
λέγοντες ὡς χρυσῆν . πῶς ἔδοξεν ὁ Ἡγέλοχος ἐκ τῆς συναλοιφῆς γαλῆν εἰπεῖν ; τὸ μὲν γὰρ περισπωμένως προενέγκασθαι οὐ
5693202 συνεσταλμενον
μείζονα τῆς ληγούσης τῆς ἰδίας εὐθείας , ἡ γὰρ εὐθεῖα συνεσταλμένον ἔχει τὸ υ , ὅπερ ἐστὶν ἀδύνατον : τούτου
ἐπειδὴ οὐκ ἔστι μετὰ μακρᾶς ἐνταῦθα : τὸ γὰρ ι συνεσταλμένον ἐστίν : ἀλλὰ κανονίζεται ἀπὸ τῆς δοτικῆς τῶν ἑνικῶν
5690135 αντ
. ] ! ! ! [ ] δόμ [ ] αντ [ ] μου [ ] ! ! ω ?
! νο ? [ [ ] ε [ [ ] αντ [ . . . . . . [ ]
5688950 ἀρχοιτο
ἀριστερῶν ἄρχεσθαι εὐδοκιμώτερον , ὧδ ' ἂν μάλιστα ἀπὸ τούτων ἄρχοιτο , εἰ διατροχάζοντος μέν , ὁπότε ἐμβαίνοι τῷ δεξιῷ
τὴν προσκαρτέρησιν , ἤτοι τὴν πρὸς τὸν ἔρωτα πάλην . ἄρχοιτο παλαίστρας : ἀντὶ τοῦ : ἐπιτηροῖτο τὴν παλαίστραν .
5688472 λοϲ
ἐὰν δὲ εἴπῃϲ καλὸϲ ἄνθρωποϲ , ἰδοὺ ὧδε εἰϲ τὸ λοϲ ἐτέθη ἡ βαρεῖα , ὅτι μετὰ ταῦτα ἐτέθη τὸ
τίθεται : οἷον ἄνθρωποϲ καλόϲ . ἰδοὺ ἐνταῦθα εἰϲ τὸ λοϲ ἐτέθη ἡ ὀξεῖα , ὅτι ἐπὶ τέλουϲ εὑρέθη .
5688403 ωρ
σεσημείωται τὸ γῆρας διὰ τοῦ η γραφόμενον . Τὰ εἰς ωρ οὐδέτερα μονογενῆ διὰ τοῦ ω μεγάλου γράφονται : οἷον
ε κλίνεται . Ὁ Νέστωρ τοῦ Νέστορος . Τὰ εἰς ωρ ὀξύτονα , εἴτε μονοσύλλαβα εἴτε ὑπὲρ μίαν συλλαβήν ,
5687029 πτ
ἀλλὰ ποδάρκη καὶ ποδώκη . . , πτολίπορθος Ἀχιλλεύς . πτ . Ἀχ . Θ Ο Φ Ω . Θ
καὶ τὸ ἔτυπτον ὁ παρατατικὸς ἐπειδὴ ἀμφότεροι [ εἰς ] πτ ἐν ταῖς τελευταίαις συλλαβαῖς ἔχουσι , διὰ τοῦτο συγγενεῖς
5686476 καταλεγω
, ἀλλὰ καὶ ἱερέα σε ποιήσω τῆς θεοῦ . ” καταλέγω δὴ τοῦτο τῇ Λευκίππῃ τὸ ἐνύπνιον καὶ οὐκέτι ἐπεχείρουν
ταῦτα τοὺς εἰς μαθηματικὴν οὐσίαν ἐντιθέντας τὴν οὐσίαν τῆς ψυχῆς καταλέγω διευκρινημένως . ἔστι δὴ γένος ἕν τι αὐτῆς τὸ
5680895 ΔΟΣ
εἰς ΑΣ συνεσταλμένα ἀρσενικὰ καὶ θηλυκὰ ὀξύνεται καὶ διὰ τοῦ ΔΟΣ κλίνεται : ὁ φυγάς καὶ ἡ φυγάς , ὁ
Τένεδος κόρυδος , ὅπερ οἱ Ἀττικοὶ ὀξύνουσιν . Τὰ εἰς ΔΟΣ ὑπερδισύλλαβα ἔχοντα κατ ' ἐπιπλοκὴν σύμφωνον κύρια ἢ προσηγορικὰ
5675186 ἐπιρρηματικης
. καὶ κατὰ τοῦτο ἄρα τὰ προκείμενα μόρια οὐκ ἔχεται ἐπιρρηματικῆς παραγωγῆς . ἔστι δὲ καὶ παρὰ Ἀλκμᾶνι καὶ κατὰ
βίηφι : εἰ δὲ μὴ τῇδε ἔχει , τὸ τηνικαῦτα ἐπιρρηματικῆς ἔχεσθαι συντάξεως τὰ μόρια , ὡς ἐπὶ τοῦ χαλκόφι
5673954 Πρας
πᾶς : εἰ δὲ περιττοσυλλάβως κλίνοιτο μονογενῆ ὄντα ὀξύνεται : Πράς Ζάς Φθάς κράς . τὸ μέντοι πᾶς παντός τριγενές
καὶ ὦ Πράν , ἀλλ ' ὦ Ζάς καὶ ὦ Πράς ὁμοφώνως τῇ εὐθείᾳ : τὰ γὰρ εἰς ας ὀξύτονα
5671936 περισπωνται
αἶ αἶ αἶ ] Τὰ εἰς αι λήγοντα ἐπιρρήματα θρηνητικὰ περισπῶνται , πλὴν τοῦ βαβαί καὶ οὐαί . τὸ δὲ
ὅτι τὰ εἰς ους λήγοντα ὀνόματα εἰ μὲν ὦσιν ἁπλᾶ περισπῶνται , οἷον βοῦς νοῦς χροῦς χοῦς χνοῦς ῥοῦς χαλκοῦς
5669822 βραχειᾳ
προβάλῃς , μακρὰν δὲ τὴν χεῖρα τὴν ἡνιοχοῦσαν προτείνων σὺν βραχείᾳ τῇ ἡνίᾳ οὔσῃ ποτὲ μὲν ἐξόρμα ποτὲ δὲ καθίστη
τὴν ἄσημον φωνήν , εἴπερ καὶ ταῦτα καταμετρεῖται μακρᾷ καὶ βραχείᾳ συλλαβῇ . ἐν δὲ τῷ Περὶ ἑρμηνείας διαλαμβάνει τὸ
5665379 ἀπεστραπται
βλαισοὺς δὲ οἷς τὸ ἀπὸ τῶν γονάτων εἰς τὸ ἔξω ἀπέστραπται : καὶ τὸ μὲν Ἀρχίλοχος , τὸ δὲ Ξενοφῶν
τὸν κανόνα τὸν αὐτὸν τόνον : ἡ γὰρ δυϊκὴ εὐθεῖα ἀπέστραπται τὴν περισπωμένην : σοφώ ἀγαθώ , ἡ δὲ γενικὴ
5664695 μακροκαταληκτει
. τὰ γὰρ εἰς ρα εἰ μὲν μονοφθόγγῳ παραλήγει , μακροκαταληκτεῖ , πήρα . εἰ δὲ διφθόγγῳ , βραχυκαταληκτεῖ :
ὑπερθετικῷ , οἷον ταχὺς ταχύτερος καὶ ταχύτατος : ὅσα δὲ μακροκαταληκτεῖ ταῦτα μετὰ συμφώνου ἐν τοῖς συγκριτικοῖς ἐκφέρονται καὶ ὑπερθετικοῖς
5664585 σαος
εἰς α σάω γίνεται , ἀφ ' οὗ καὶ ὁ σάος , καὶ ὁ σαώτερος : ὡς τὸ , σαώτερος
πνοαί ὑψιπετᾶν ἀνέμων . ὄλβος οὐκ ἐς μακˈρὸν ἀνδρῶν ἔρχεται σάος , πολὺς εὖτ ' ἂν ἐπιβˈρίσαις ἕπηται . σμικˈρὸς
5664558 ως
οὕτω , οὐκ εἴργεται τῆς βαρύτητος τῆς κατὰ τὰ εἰς ως , ἐπεὶ πάμπολλα τὰ ἐν βαρείᾳ τάσει . καὶ
! ! ! ! ! ! ! ! ! ] ως προφητ [ ! ! ! ! ! ! καὶ
5661118 στελλω
τουτέστι κοσμήσας . ὁμώνυμος γάρ ἐστι λέξις . ἔστι γὰρ στέλλω τὸ κοσμῶ , ἐξ οὗ καὶ στολή : στέλλω
γὰρ στέλλω τὸ κοσμῶ , ἐξ οὗ καὶ στολή : στέλλω τὸ φοβοῦμαι , ἐξ οὗ καὶ συστολή καὶ ὑποστολή
5654655 ϲημηϊα
λελεγμένοιϲι , εὖτε τὴν αἰτίην , ἀτὰρ ἠδὲ καὶ τὰ ϲημήϊα ἐφράζομεν . καῦϲοϲ μὲν γὰρ ὁ πυρετὸϲ ἀρχή .
. πάνυ μὲν ὦν αἴτια μυρία ἴϲχει τῆϲ διαθέϲιοϲ . ϲημήϊα , βάροϲ μὲν ἐπ ' ἀϲιτίῃ , ἔνθα δὴ
5654504 φυγοπολι
σύνθετα εὑρίσκονται ποιοῦντα οὐδετέρου παρασχηματισμόν , οἷον ὁ φυγόπολις τὸ φυγόπολι , ὁ λιπόπατρις τὸ λιπόπατρι : τὸ τρόφι ἁπλοῦν
, οἷον ὁ εὔπατρις τὸ εὔπατρι , ὁ φυγόπολις τὸ φυγόπολι , ὁ εὔχαρις τὸ εὔχαρι : τὸ τρόφι ἁπλοῦν
5640080 σομαι
. Πᾶς παθητικὸς ἀόριστος κατὰ τὸ τρίτον πρόσωπον προσλαβὼν τὸ σομαι καὶ τὴν ἐν ἀρχαῖς κλιτικὴν ἔκτασιν ἀποβαλὼν παθητικὸν μέλλοντα
δευτέρου ἀορίστου γίνεται , λέγω δὴ τοῦ ἐτύπη προσθέσει τῆς σομαι καὶ συστολῇ τῆς ἀρχούσης . Ὁ τύψομαι μέσος μέλλων
5638703 τοπικα
πίς , ποῦ , πόθεν [ ± ] ταῦτα καὶ τοπικά ἐστιν . παρακελεύσεως δεῦτε ? ? ? ? ,
τὸ κακηγορεῖν : βλάσφημοι γὰρ καὶ συκοφάνται κωμῳδοῦνται . τὰ τοπικά , ἐκ τόπου Αἰξωνῆθεν , εἰς τόπον Αἰξωνάδε καὶ
5633287 δακω
θεῶν . ὅπως δ ' ἔρωμαι , μή τι σὴν δάκω φρένα , δέδοιχ ' , ἃ χρήιζω : διὰ
. ὀδάξ : ὀδάξ : τοῖς ὀδοῦσι . παρὰ τὸ δάκω δάξω κατὰ ἀποβολὴν τοῦ ω δὰξ καὶ πλεονασμῷ τοῦ
5632058 ψιλουται
ἀόριστον πρῶτον τὸ ἥλατο , ὅπερ συγκοπτόμενον εἰς τὸ ἆλτο ψιλοῦται . τὸ γὰρ α λῆγον εἰς λ , ἐπιφερομένου
ἄττα : σημαίνει μὲν ἡ φωνὴ τὸ τινά , ὁπότε ψιλοῦται . ἢ καὶ τὸ ὀλίγα ἢ παραπλήσιον . ὁπότε
5629039 βραδεος
ὀξέος τὼ ὀξέε , ἡδύς ἡδέος τὼ ἡδέε , βραδύς βραδέος τὼ βραδέε . Ἔστιν οὖν εἰπεῖν ταύτην τὴν ἀπολογίαν
ἀδύνατον ἁρμόσαιὥσπερ γε καὶ ὁ ῥυθμὸς ἐκ τοῦ ταχέος καὶ βραδέος , ἐκ διενηνεγμένων πρότερον , ὕστερον δὲ ὁμολογησάντων γέγονε
5623874 τοξοτα
ἄελλαι , Ἀπολλώνιος . ἔδει εἰπεῖν Αἰῆτα , ὡς τοξότης τοξότα , Ὀρέστης Ὀρέστα , ἀλλ ' Ἰωνικῶς ἔτρεψε τὸ
: ἀντὶ τοῦ αὐτοῦ τὴν χεῖρα . . . . τοξότα , λωβητήρ , κέραι ἀγλαέ , παρθενοπῖπα : ἡ
5622762 ἐπιστατεον
, ὅτε γένος : ἐμαυτόν γὰρ καὶ ἐμαυτήν . ὅθεν ἐπιστατέον τῷ οὐδετέρῳ σχήματι κατ ' αἰτιατικὴν σιγηθέντι , ἐπεὶ
: δίκαιος , εἰς καὶ κατὰ τὸν τόνον διήλλαξεν : ἐπιστατέον οὖν τὸ Τίμαιος : Νίκαιος ἐκτείνοντα τὸ ι .
5619563 ἀφιστασαι
ζ οὐ λαμβάνεις τὸ ἀργύριον η λαμβάνεις κομιᾶτον θ οὐκ ἀφίστασαι ἀπὸ τοῦ τόπου ι ἑτέρῳ συναλλάξας , βλάπτῃ α
μέμονας ἀντὶ τοῦ προθυμῇ ἐπὶ ταύτην τὴν γνώμην καὶ οὐκ ἀφίστασαι : μένος γὰρ ἡ προθυμία . θ + ἐκμέμονας
5617809 χειν
τὸ γὰρ αἰχμὴ σύνθετον οἱ παλαιοὶ ἔφασαν ἐκ τοῦ αἷμα χεῖν : παρ ' αὐτὸ δὲ καὶ τὸ αἰχμάζω αἰχμήτης
, παρὰ τὸ ἀρύειν καὶ βάλλειν . ΓΘ κατασπένδειν : χεῖν . χεῖσθαι δὲ λέγεται οὐ μόνον τὰ ὑγρά ,
5616146 παροξυνομενα
τὰ ὦτα . Τὰ τριταιοφυέα ῥίγεα , τὴν ἐν μέσῳ παροξυνόμενα , πυρετῷ ἀτάκτῳ , πάνυ κακοήθεα : τἀναντία δὲ
πόσον , καὶ τί τὸ προσφερόμενον ἔσται . Τὰ δὲ παροξυνόμενα ἐν ἀρτίῃσι , κρίνεται ἐν ἀρτίῃσιν : ὧν δὲ
5615054 ἰξευω
, ὑπολαμβάνω , τεκμαίρομαι , ἀποστρέφομαι , οἰωνοσκοπῶ ὀρνεοσκοπῶ , ἰξεύω , ὀρνεοσκοπῶ , ἡλιάζομαι , ἀπάρτιον ποιῶ , συμμαχῶ
ω ι υ , ἡβῶ ἥβων , ὠθῶ ὤθουν , ἰξεύω ἴξευον , ὑδρεύω ὕδρευον , τρία δὲ μεταβολικά ,
5614530 παρατατικου
τὸ ο . Τὸ τυπτοίμην χρόνου μέν ἐστιν ἐνεστῶτος καὶ παρατατικοῦ παθητικοῦ : γίνεται δὲ ἀπὸ τοῦ ὁριστικοῦ παθητικοῦ ἐνεστῶτος
. πάλιν γὰρ τὸ γράφειν , μεταληφθὲν ἐξ ἐνεστῶτος καὶ παρατατικοῦ κατὰ τὴν αὐτὴν φωνήν , ἐν τῇ προκειμένῃ συντάξει
5611581 ὠνη
παρά τινι , ἐν δὲ παροιμίᾳ . τὸ δὲ πρᾶγμα ὠνὴ καὶ ἀγορά . Ξενοφῶν δὲ καὶ τὴν ἐμπολὴν ἐπὶ
γὰρ τὰ ἔμψυχα ὄργανα καὶ λογικά , οἷον ἦν ἡ ὠνὴ τῆς γυναικός , καὶ τὰ ἔμψυχα καὶ ἄλογα ,
5610181 τελειω
δίφθογγον , διὰ τὸ οἰκεῖος , οἰκειῶ : τέλειος , τελειῶ : ἀνδρεῖος , ἀνδρειῶ : ἀχρεῖος , ἀχρειῶ :
. ἀπέραντον δὲ τὸ ἀτελείωτον ἐκ τοῦ περαίνω , τὸ τελειῶ , ὡς ἐπὶ ἔργου . οὕτω νόει μοι ,
5603701 δαμαρς
ἀποβληθῆναι τὸ τ ἐν τῇ γενικῇ , διατί ἐπὶ τοῦ δάμαρς δάμαρτος καὶ μάκαρς μάκαρτος οὐδὲν τοιοῦτον ἐγένετο . Ἔστιν
ἕλμινς , ὁ μάκαρς ὦ μάκαρς , ἡ δάμαρς ὦ δάμαρς : οὕτως οὖν καὶ τὸ ὁ ἅλς ὦ ἅλς
5602493 ωξ
: τρύξ : πτύξ : λύγξ : λύξ . Ἐς ωξ μονοσύλλαβον διὰ τοῦ ω μεγάλου γραφόμενα ὀλίγα ἐστὶν ,
: φλόξ : ζόρξ : δόρξ : ὥσπερ καὶ εἰς ωξ μέγα : τὸ βώξ : πτώξ : καὶ ῥώξ
5598534 παρηγμενα
διὰ τοῦ ιος ὀνόματα προπαροξύτονα παρ ' ἐνεστῶτα ἢ μέλλοντα παρηγμένα διὰ τοῦ ι γράφονται , οἷον † ἄγω ἅγιος
παρὰ μέλλοντα τῆς τρίτης συζυγίας τῶν περισπωμένων διὰ τοῦ υω παρηγμένα τὴν τρίτην ἀπὸ τέλους ἔχει διὰ τοῦ ω μεγάλου
5597052 προπαροξυτονα
διφθόγγου γραφόμενα . Τὰ διὰ τοῦ ωνιος ὑπὲρ δύο συλλαβὰς προπαροξύτονα κύριά τε καὶ προσηγορικὰ , μὴ σημαίνοντα μέρος σωματικὸν
διὰ τὸ πορνεύω , πορνεῖον . Τὰ διὰ τοῦ ηϊον προπαροξύτονα Ἰωνικὰ τὴν πρὸ τέλους ἔχει διὰ τοῦ ι ,
5595007 συμφωνου
Χρύσην , καὶ τὰ ὅμοια . Διπλασιασμός ἐστι τοῦ αὐτοῦ συμφώνου προσθήκη ἐντὸς τῆς πρώτης καὶ τελευταίας συλλαβῆς οὐ ποιοῦντος
, πεπών περιεκτικόν . Τὰ εἰς ΡΩΝ μετ ' ἐπιπλοκῆς συμφώνου , εἰ μὴ εἴη περιεκτικὰ , ἢ ἐπὶ πόλεων
5593537 λειψω
γὰρ ἔνερθεν γῆς ὀλέσας ψυχὴν κείσομαι ὥστε λίθος ἄφθογγος , λείψω δ ' ἐρατὸν φάος ἠελίοιο : ἔμπης δ '
μὴ θανοῦμαί γ ' : εἰ δὲ μή , οὐ λείψω ποτέ . ὡς τοῦτ ' ἄραρε κοὐ μενῶ πόσιν
5593508 ζω
Ἀττικοῖς ὀξύνονται . Πᾶν ῥῆμα εἰς Ω μονοσύλλαβον περισπᾶται : ζῶ κλῶ κνῶ θλῶ δρῶ , ἐὰν δρῶ , ἐὰν
προσόδων εἰς ταῦτα ἐκποιουσῶν , οὐ καθάπερ ὑμῶν ἔνιοι δεκαζόμενος ζῶ καὶ μοιχεύων . καὶ κατέλεξέ τινας ἐπ ' ὀνόματος

Back