δὲ καὶ Σφηττοί : κωμῳδοῦνται δὲ ὡς ὀξεῖς , ὥσπερ Ἀχαρνεῖς ὡς ἄγριοι , Ποτάμιοι δὲ ὡς ῥᾳδίως δεχόμενοι τοὺς
ἐντεῦθεν ἡ πάροδος γίνεται τοῦ χοροῦ , ὃν συμπληροῦσιν οἱ Ἀχαρνεῖς . παράγονται δὲ συντόνως καὶ μετὰ σπουδῆς διώκοντες τὸν
7162875 ἐπεκαλουντο
Ῥωμαίους . οὐδ ' ἐκείνοις δ ' εὐπειθεῖν ἠδύναντο οὓς ἐπεκαλοῦντο , ἀλλ ' εἰς ἔχθραν αὐτοὺς καθίστασαν . ὁ
ἐβούλοντο τὴν Χερσόνησον ἐκλιπεῖν , ἀλλὰ καὶ τοὺς Θρᾷκας ἄνωθεν ἐπεκαλοῦντο καταφρονοῦντες τοῦ Κίμωνος μετ ' ὀλίγων παντάπασι τριήρων Ἀθήνηθεν
7138019 ἐκολαζον
ὅμοιον , ὅτι καὶ Ϲωκράτην οἱ πρόγονοι ἡμῶν ἐπὶ λόγοιϲ ἐκόλαζον . . . . . . ἐγκάθετοϲ : Ὑπ
τὰ περὶ τῆς ἑορτῆς ἐσκοποῦντο καὶ τοὺς πλημμελήσαντας περὶ αὐτὴν ἐκόλαζον . . . . προϋφαιρῶν ] προαρπάζων καὶ ἐπείγων
6979604 εἱλεσθε
; ὅπου δὲ καὶ πρὶν ἐλθεῖν ἐπὶ τὴν Καδμείαν Λακεδαιμονίους εἵλεσθε τούτους , πῶς νῦν μεταθήσεσθε , ὁπότ ' εἰ
; ὅπου δὲ καὶ πρὶν ἐλθεῖν ἐπὶ τὴν Καδμείαν Λακεδαιμονίους εἵλεσθε τούτους , πῶς νῦν μεταθήσεσθε , ὁπότ ' εἰ
6972428 Σφηττιοι
γὰρ ὄξος παρὰ Σφηττίοις ἐγίνετο . ἢ ὅτι πικροὶ οἱ Σφήττιοι καὶ συκοφάνται . ἐπομνύμενον : ἀντὶ τοῦ “ ἐφεδρεύοντα
. καὶ γὰρ οἱ σφῆκες τὴν κοιλίαν ἐπισυνηγμένην ἔχουσιν . Σφήττιοι : δῆμος τῆς Ἀκαμαντίδος φυλῆς . κωμῳδοῦνται δὲ ὡς
6942058 προσεληνοι
προσαπτόντων ἐμοί . τῶν πρόσθε δὲ μήνης - , ἐπεὶ προσέληνοι οἱ Ἀρκάδες . ἐτρέφοντο δὲ πρότερον τῇ βαλάνῳ .
δηλοῖ τὸ προσελούμενον . ὅθεν καὶ οἱ Ἀρκάδες πρόσελοι ἢ προσέληνοι . ὕβρισται δὲ ὁ Προμηθεὺς μέμψιν ἀνθρώπων ἔχων .
6891330 ἀπεκτεινον
οἱ τριάκοντα πολλοὺς μὲν τῶν πολιτῶν καὶ οὐ τοὺς χειρίστους ἀπέκτεινον , πολλοὺς δὲ προετρέποντο ἀδικεῖν , εἶπέ που ὁ
τῷ πολέμῳ δεδρακότες εἰσίν , ὁπότε μὴ φαῖεν , ἀπάγοντες ἀπέκτεινον καὶ ἐξαίρετον ἐποιήσαντο οὐδένα . διέφθειραν δὲ Πλαταιῶν μὲν
6870651 ὑποτιθεσθε
ἰδέας φατὲ εἶναι οὐσίας τῶν αἰσθητῶν , ταύτας δὲ ἐξῃρημένας ὑποτίθεσθε , συμβαίνει τὰς οὐσίας χωριστὰς εἶναι τῶν πραγμάτων ὧν
εἰ δὲ τοῦτο , οὐδὲ διαλέγεσθε . πάντα γὰρ ἀκατάλληλα ὑποτίθεσθε : ὁμολογουμένως οὖν ψεύδεσθε ὡς περὶ ὡρισμένων διαλεγόμενοι .
6868903 βαρυνουσιν
” . ἑξέτει ] οὕτω βαρέως Ἀττικοί . οὕτως Ἀττικοὶ βαρύνουσιν “ ἑξέτει ” . τραυλίσαντι : ψελλίσαντι , ἄσημον
δώσω καὶ τύψω . Οἱ δὲ Αἰολεῖς καὶ τοὺς περισπωμένους βαρύνουσιν : οἷον , σπέρσω καὶ ὄρσω , καὶ κέρσω
6866339 Οἰνους
τῶν ἐν Ἰκάρῳ δύο πόλεων . τὸ ἐθνικὸν Οἰνοαῖος . Οἰνοῦς , πολίχνιον Λακωνικῆς , ὡς Ἀνδροτίων καὶ Δίδυμος .
Ἀνδροτίων δὲ Κρῶπάς φησι τὸν δῆμον . . . : Οἰνοῦς , πολίχνιον Λακωνικῆς , ὡς Ἀνδροτίων καὶ Δίδυμος .
6799822 Ἐπικουρειους
δὲ ταῦτα Θεόφραστος . Ὅτι Ῥωμαῖοι Ἀλκαῖον καὶ Φιλίσκον τοὺς Ἐπικουρείους ἐξέβαλον τῆς πόλεως , ὅτι πολλῶν καὶ ἀτόπων ἡδονῶν
οὖν καὶ ἐκείνων σὺν αὐτῷ τεθνηξομένων . ἐξήλασαν δὲ τοὺς Ἐπικουρείους τῆς Ῥώμης δόγματι τῆς βουλῆς κοινῷ , καὶ Μεσσήνιοι
6776432 ἀλιτηριοι
. * . Ἀλιτήριος : ὁ ἁμαρτωλὸς καὶ ἄδικος . ἀλιτήριοι δὲ ἐντεῦθεν ἐκαλοῦντο . λιμὸς κατέλαβέν ποτε τοὺς Ἀθηναίους
καὶ ἀνοσίων τρόπων καθαρεύουσιν . Ὅσοι δέ εἰσιν αὐτοί τε ἀλιτήριοι , καὶ ἀθέσμως καὶ ἀτάκτως ἐπιπηδῶσι τοῖς θείοις ,
6768574 ναυκραροι
ἐστι θεῶν , ὁ δὲ σηκὸς ἡρώων . ναύκληροι καὶ ναύκραροι διαφέρουσιν . ναύκληροι μὲν γάρ εἰσιν οἱ ναῦς κεκτημένοι
ναυκραρία δ ' ἦν τέως φυλῆς δωδέκατον μέρος , καὶ ναύκραροι ἦσαν δώδεκα , τέτταρες κατὰ τριττὺν ἑκάστην . τὰς
6742914 φιλοκερδεις
Τὸ δὲ κέρδος ἀγαθὸν ὡμολογήσαμεν ; Ναί . Πάντες αὖ φιλοκερδεῖς φαίνονται τοῦτον τὸν τρόπον : ὃν δὲ τὸ πρότερον
μετὰ ταῦτα προορώμενοι καὶ ἀσφαλισάμενοι ἐσώθησαν : οὕτω δέον μὴ φιλοκερδεῖς εἶναι , ἀλλὰ προΐεσθαι τοῖς ποιηταῖς μισθὸν , ὅπως
6734002 Φλεγυαι
βασιλεύοντι Κάδμῳ . . . . Ν , : Γυρτῶνα Φλεγύαι κατοικοῦντες , παρανομώτατον καὶ λῃστρικὸν διῆγον βίον , καὶ
ἰσοσυλλάβως κλινόμενα , οἷον ὁ Φλεγύας τοῦ Φλεγύου καὶ οἱ Φλεγύαι τοὺς Φλεγύας , ὡς παρὰ τῷ ποιητῇ Ν ἠὲ
6732126 κεχαραγμενοι
ἀλλοφύλους ὑπολαβόντες . Κυλικρᾶνες δὲ λέγονται , ὅτι τοὺς ὤμους κεχαραγμένοι κύλικας ἦσαν . οἶδα δὲ καὶ Ἑλλάνικον ἐν Ἐθνῶν
Κύδους ἐκτετικέναι . Κυζικηνοὶ στατῆρες : διεβεβόηντο οὗτοι ὡς εὖ κεχαραγμένοι . Πρόσωπον δὲ ἦν γυναικεῖον ὁ τύπος Μητρὸς θεῶν
6699600 μισθωτοι
ξυλοφορίαν δὲ ἔφη Λυσίας . τὸ δὲ σύμπαν εἰπεῖν , μισθωτοί , καὶ ὡς Φρύνιχος μισθώτριαι αἱ γυναῖκες . ἔξεστι
: “ ἀμύνειν σε τῷ Καίσαρι , ” ἀντανεβόησαν οἱ μισθωτοί . “ τὴν εἰρήνην τῇ πόλει . ” ὁ
6679333 ἀπολελειμμενους
ἐπικουρικὰ , καὶ μεγάλους ἡγεμόνας τοὺς διαδόχους αὐτοῦ τῆς διανοίας ἀπολελειμμένους . Σιγὴ δὲ τότε παρὰ τὸ ἄηθες ἐν θορύβῳ
πανήγυριν . τοὺς ἀταλαιπώρους δὲ καὶ δειλοὺς οὐκ ἀηδῶς ὄψεται ἀπολελειμμένους τῆς πανηγύρεως : οὐδὲ γὰρ παρόντες ὡς ἐν ἑορτῇ
6670136 πενεστας
καὶ προσηγόρευσαν τοὺς καταδουλωθέντας οἱ μὲν εἵλωτας , οἱ δὲ πενέστας . Χῖοι δὲ βαρβάρους κέκτηνται τοὺς οἰκέτας καὶ τιμὴν
. πενέσται : Θεόπομπός φησι τοὺς δουλεύοντας : τῶν ἐλευθέρων πενέστας καλεῖσθαι παρὰ Θεσσαλοῖς ὡς παρὰ Λακεδαιμονίοις εἵλωτας . πολλοὶ
6657098 Θετταλοι
Ἀθήναις κατὰ τὴν Μακεδόνων ἐπικράτειαν . ὁμολογοῦνται δ ' οἱ Θετταλοὶ πολυτελέστατοι τῶν Ἑλλήνων γεγενῆσθαι περί τε τὰς ἐσθῆτας καὶ
τῶν ἱππέων : ἐπεὶ δ ' ἐκώλυον τῆς πορείας οἱ Θετταλοὶ ἐπελαύνοντες τοῖς ὄπισθεν , παραπέμπει ἐπ ' οὐρὰν καὶ
6653356 Ἰστροι
χώρας κατοικῆσαί τε περὶ τὸν Ἀδρίαν . Ἐνετῶν ἔχονται Θρᾷκες Ἴστροι λεγόμενοι . Δύο δὲ κατ ' αὐτούς εἰσι νῆσοι
ἐν περίπλῳ αὐτῆς . τὸ ἐθνικὸν Ἰστριανηνός ἢ Ἰστριανίτης . Ἴστροι , ἔθνος ἐν τῷ Ἰονίῳ κόλπῳ . Ἑκαταῖος Εὐρώπῃ
6652461 ἐφιλουν
καὶ Δάφνις ἐν μνήμῃ γινόμενοι τῶν καταλειφθέντων τερπνῶν , ὡς ἐφίλουν , ὡς περιέβαλλον , ὡς ἅμα τὴν τροφὴν προσεφέροντο
. Οἱ δὲ μάλα χαίροντες ὡς ἀρχὴν μεγάλην παρελάμβανον καὶ ἐφίλουν τὰς αἶγας καὶ τὰ πρόβατα μᾶλλον ἢ ποιμέσιν ἔθος
6639754 ἀνεζητουν
ὡδοιπόρουν οἱ πλείους . ἐγὼ δὲ καὶ τοὺς ἀγωγοὺς αὐτὸς ἀνεζήτουν , εἴ που δεήσειε , καὶ ἦν οὐδὲ τοῦτο
σπονδὰς ἔτυχον . ἀφικομένου δὲ τοῦ Λίχα Ὀρέστου τὰ ὀστᾶ ἀνεζήτουν : ἀνεζήτουν δὲ αὐτὰ ἐκ θεοπροπίου Σπαρτιᾶται . συνῆκεν
6637847 κοσμητας
ἐν πραπίδεσσιν ἀρίστους ἔσσεσθαι , θριγκῶν τε καὶ εὐτοίχων κανονισμῶν κοσμήτας , μάλα τοι πεπονημένα τεχνάζοντας . Ἄρης δ '
ἐν πραπίδεσσιν ἀρίστους ἔσσεσθαι , θριγκῶν τε καὶ εὐτοίχων κανονισμῶν κοσμήτας , μάλα τοι πεπονημένα τεχνάζοντας . Ἄρης δ '
6637288 ἐδιωξαν
ἀδελφὴν ἡμῶν : καὶ Κύριος ἐκώλυσεν αὐτούς . Καὶ οὕτως ἐδίωξαν Ἀβραὰμ τὸν πατέρα ἡμῶν ξένον ὄντα , καὶ κατεπάτησαν
Ἀθηναίων τούτους ] ? ? ? ? ? μὲν οὐκ ἐδίωξαν , | [ τοῖς δὲ Μεγαρεῦσιν ] [ ἐπακολουθοῦντες
6635166 ἐθαπτον
μὲν δὴ Κάτων ἦν , καὶ αὐτὸν οἱ Ἰτυκαῖοι λαμπρῶς ἔθαπτον : ὁ δὲ Καῖσαρ ἔφη μέν οἱ φθονῆσαι Κάτωνα
ἀναθαρρύνωμεν τοὺς ἄνδρας . οὕτω δὴ ἐπορεύοντο : καὶ ἐλθόντες ἔθαπτον μὲν τοὺς Καδουσίους , ἐδῄουν δὲ τὴν χώραν .
6624420 ἑστιατορας
ἀκουσόμενοι , οὐχ ἃ ὑμεῖς ἐπιζητεῖτε . οὐδὲ γὰρ τοὺς ἑστιάτορας ἀπαναγκάζουσιν οἱ δεξιώτεροι τῶν δαιτυμόνων ἄλλ ' ἄττα παραφέρειν
περιτρέχειν ἀσθμαίνουσαν καὶ ῥεομένην ἱδρῶτι . τοὺς μὲν οὖν ἐκείνης ἑστιάτορας ὀρχεῖσθαί τε καὶ κυλίεσθαι προπίπτοντας ἐν τῷ μέσῳ ,
6624273 συλληφθεντες
τὴν τοῦ κυνὸς ὑλακὴν τὴν ἐς τοὺς προειρημένους . καὶ συλληφθέντες στρεβλοῦνται καὶ κατεῖπον ὅσα ἐτόλμησαν . Κυνὶ δίδως ἄχυρα
κακά . λέγει δὲ ὁ αὐτὸς λόγος , ὅτι καὶ συλληφθέντες οὐ μόνον οὐ τιθασεύονται , ἀλλ ' οὐδὲ φωνὴν
6622196 μετοικοι
Βάσσου πατὴρ ἀπέθανεν , ἐροῦσιν ἅπαντες οἱ ἀστικοὶ καὶ οἱ μέτοικοι : φαρμάκῳ . τίνος δόντος ; ἐροῦσι καὶ οἱ
οἱ περίοικοι καταλελοιπότες πρὸς αὐτὸν ἔσπευδον . παρεγένοντο μὲν οὖν μέτοικοι πρὸς αὐτὸν ἀπό τε τοῦ Ἄργους καὶ Θηβῶν ,
6621144 Λακωνες
ταῖς εἰσβολαῖς χρωμένης καὶ δενδροτομούσης καὶ δῃούσης μᾶλλον ἢ οἱ Λάκωνες τὴν Ἀττικὴν ἐνέδωκα καὶ ἀπέδωκα τῷ πάθει τοὔνομα δεινῆς
καὶ πεποίηται ὁ νοῦς διὰ τὸν Μενέλαον : οἱ γὰρ Λάκωνες βραχυλόγοι : τὰ μακρὰ τῶν μικρῶν : Λακεδαιμόνιος ὁ
6617182 ὑπεδεχοντο
ἐπολέμουν , ὅτε καὶ Ἴωνας ἐξέπεμπον , ὅτε καὶ Ἡρακλείδας ὑπεδέχοντο , ὅτε Πελασγοὺς ἐξέβαλλον . Δοῦλοι , πότε ;
, ἥ τε σύγκλητος καὶ ὁ δῆμος εὐφημοῦντες ὥσπερ θριαμβεύοντα ὑπεδέχοντο . ἦρχον δὲ τοῦ λοιποῦ τῆς πόλεως μετὰ πάσης
6610246 Αἰθικες
εἶπε τὸν ἀνελόντα διὰ τὸ ἰῶδες τοῦ φαρμάκου . καὶ Αἴθικες ὁμοίως , ὧν καὶ Ὅμηρος μέμνηται τοὺς δ '
. . . αἰθικία : ἡ Κιλικία . τὸ ἐθνικὸν Αἴθικες . . . αἰθιόπιον : χωρίον Λυδίας : ἢ
6606218 πραεις
οὐ δακνώδεις , ἐπαναδιδόντες δὲ τῇ ἁφῇ : οἱ δὲ πραεῖς , οἱ δὲ ὀξεῖς , ἡσσώμενοι δὲ τῇ χειρὶ
λίμναι χειροποίητοι ὡραῖαι , καὶ ἰχθύας ἔχουσι μεγέθει μεγίστους καὶ πραεῖς : καὶ θηρᾷ αὐτοὺς οὐδεὶς ὅτι μὴ οἱ τοῦ
6594624 ᾀσματοκαμπτας
, Θουριομάντεις , ἰατροτέχνας , σφραγιδονυχαργοκομήτας : κυκλίων τε χορῶν ᾀσματοκάμπτας , ἄνδρας μετεωροφένακας , οὐδὲν δρῶντας βόσκους ' ἀργούς
ἀκολουθοῦντες τῷ ᾄσματι . λέγει οὖν τοὺς τοιούτους ποιητὰς ” ᾀσματοκάμπτας . “ κυκλίων τε χορῶν ] τοὺς διθυραμβοποιοὺς λέγει
6593042 φονευουσι
αἰδούμενοι : ἔτι δὲ λαλοῦντα τὸν πρεσβύτην οἱ θρασύτεροι ἐπιπεσόντες φονεύουσι . δράσαντες τε οὕτως ὠμὸν ἔργον , δέει τῶν
οὓς πέφνουσι φονέας . οὕς : ἰδίους . πέφνουσι : φονεύουσι . φονῆας : ἰωνικῶς . Μάρψωσιν : καὶ κρατήσωσι
6578407 γελασαντες
αὐτὸς μετὰ τῶν ἡγεμόνων ἀπὸ τοῦ ποταμοῦ φανερῶς ἔπιεν . γελάσαντες οἱ στρατιῶται καὶ τὴν αἰτίαν τῆς ἀπάτης νοήσαντες ἀδεῶς
μαθηταὶ εἰς σύντονον καὶ δυσαπάλλακτον ἔρωτα ἦλθον , διὸ κτηνοτροφίαν γελάσαντες ἐξεπόνησαν ποιμενικὴν ἐπιστήμην . τεκμήριον δέ : ὁ τὴν
6566986 ἐγεννησαν
. ὥσπερ γὰρ οἱ γονεῖς τοὺς παῖδας φιλοῦσιν , ὅτι ἐγέννησαν , οὕτω καὶ οἱ σώσαντες τοὺς σεσωσμένους , ὅτι
γεγεννηκότων δίκην πατέρων τελειούντων , ἃ κατ ' ἀρχὰς ἀτελῆ ἐγέννησαν : καὶ εἶναι μὲν ὕλην πρὸς τὸ ποιῆσαν τὸ
6558710 Κυναιθευς
ὁ δοθεὶς τῷ Κρόνῳ ὅθεν καὶ Δίσκος ὁ Ζεύς . Κυναιθεὺς δὲ ἐν Ἀρκαδίᾳ τιμᾶται ὁ αὐτός : τάρροθος δὲ
Παλλὰς Ἀθήνη : ὁ δὲ Λυκόφρων μυθικῶς πάντα γράφει . Κυναιθεὺς ὁ Ζεὺς ἐν Ἀρκαδίᾳ τιμᾶται : ἀγρόται γὰρ καὶ
6545444 δογματιζουσιν
Πυθαγόρας παρέδωκεν . οὕτως γοῦν ἐπίστευον καὶ παρειλήφεσαν περὶ ὧν δογματίζουσιν ὅτι οὐκ ἐψευδοδόξηται , ὥστε Εὔρυτος μὲν ὁ Κροτωνιάτης
εἰπεῖν , Στωϊκοὶ φαίνονται μαχόμενοι Στωϊκοῖς . δεύτερον περὶ πολλῶν δογματίζουσιν . ἀρετήν τε γὰρ καὶ ἀφροσύνην εἰσάγουσι , καὶ
6539154 ἁρπαζοντες
αὐτῇσι οὐκ ἔχουσι . Πρὸς ὦν ταῦτα σοφίζονται τάδε : ἁρπάζοντες ἀπὸ τῶν θηλέων καὶ ὑπαιρεόμενοι τὰ τέκνα κτείνουσι ,
Ἐπειδὴ πολλὰ καὶ παράνομα οἱ πλούσιοι δρῶσι παρὰ τὸν βίον ἁρπάζοντες καὶ βιαζόμενοι καὶ πάντα τρόπον τῶν πενήτων καταφρονοῦντες ,
6539007 ἐθεασαντο
δὴ πορευθέντες πρὸς τὴν Θεοδότην καὶ καταλαβόντες ζωγράφῳ τινὶ παρεστηκυῖαν ἐθεάσαντο . παυσαμένου δὲ τοῦ ζωγράφου , Ὦ ἄνδρες ,
μὲν τοὺς κατέχοντας τὸ ἀριστερὸν κέρας , ἐπειδὴ τοὺς ἡγεμόνας ἐθεάσαντο Οὐαλέριόν τε καὶ Λουκρήτιον τραυματίας ἀποκομισθέντας ἐκ τῆς μάχης
6533855 Κροτωνιαται
καὶ μετὰ τὴν Ἰλίου πόρθησιν φυγόντων τῶν Τρώων εἰς Ἰταλίαν Κροτωνιᾶται οὓς καὶ Ἀχαιοὺς λέγει βοηθήσαντες τοῖς ἐν Ἰταλίᾳ τούτοις
ἐθίσαι πρὸς αὐλὸν ὀρχεῖσθαι . τοῦτ ' οὖν εἰδότες οἱ Κροτωνιᾶται ὅτε αὐτοῖς ἐπολέμουν , ὡς καὶ Ἀριστοτέλης ἱστορεῖ διὰ
6520293 ἡλιασται
ἐξευρήσετε ] πρὸς τοὺς θεατάς . φιλοδικαστής . ἦσαν δὲ ἡλιασταὶ τὸν ἀριθμὸν φʹ : ἐδίδοτο δὲ αὐτοῖς χρόνον μέν
ἐξευρήσετε ] πρὸς τοὺς θεατάς . φιλοδικαστής . ἦσαν δὲ ἡλιασταὶ τὸν ἀριθμὸν φʹ : ἐδίδοτο δὲ αὐτοῖς χρόνον μέν
6516373 μισθωτους
παρούσῃ στρατιᾷ ἀναβήσεσθαι . ἅμα δὲ καὶ παρεσκευάζετο Θρᾷκάς τε μισθωτοὺς πεντακοσίους καὶ χιλίους , καὶ τοὺς Ἠδῶνας πάντας παρακαλῶν
τῶν ἐμπορευτικῶν . Ἀλλ ' οὐ μὴν οὕς γε ὁρῶμεν μισθωτοὺς καὶ θῆτας πᾶσιν ἑτοιμότατα ὑπηρετοῦντας , μή ποτε βασιλικῆς
6515693 περισσῃσιν
Φημὶ δὲ καὶ τὸ πονέεσθαι μάλιστα τοὺς νοσέοντας ἐν τῇσι περισσῇσιν ἡμέρῃσι διὰ τόδε καὶ κατὰ λόγον γίνεσθαι . Τετάρακται
: ὧν δὲ οἱ παροξυσμοὶ ἐν περισσῇσι , κρίνεται ἐν περισσῇσιν . Ἔστι δὲ πρώτη περίοδος τῶν ἐν τῇσιν ἀρτίῃσι
6514514 ὑπηγον
συκοφαντίας ζῶντας καὶ τοῖς καλοῖς κἀγαθοῖς βαρεῖς ὄντας , συλλαμβάνοντες ὑπῆγον θανάτου : καὶ ἥ τε βουλὴ ἡδέως αὐτῶν κατεψηφίζετο
δὲ κακὰ ὑπὸ τὴν λοιπήν . καὶ ἐκάλουν ἐν ᾗ ὑπῆγον τὰ καλὰ ὡρισμένην , ἐν ᾗ δὲ τὰ κακὰ
6514097 ἀλιτηριους
ἥρπαζον ἀλούμενα τὰ ἄλευρα : ἀπὸ γοῦν ἐκείνων τοὺς πονηροὺς ἀλιτηρίους λέγουσι . παρέτεινε δὲ τὸ ὄνομα καὶ ἐπὶ τῶν
, ὦ βασιλεῦ , ” ἔφη „ διὰ δὲ τοὺς ἀλιτηρίους τούτους ἀπολώλασι μὲν αἱ πόλεις , πλήρεις δ '
6513281 ἀποδεκται
: Ἀποδέκται . Ἀρχή τις ἐστι παρ ' Ἀθηναίοις οἱ ἀποδέκται . . . . Ὅτι δὲ ἀντὶ τῶν κωλακρέτων
ἃ πράττουσι διασαφεῖ . ὅτι δὲ ἀντὶ τῶν κωλακρετῶν οἱ ἀποδέκται ὑπὸ Κλεισθένους ἀπεδείχθησαν , Ἀνδροτίων βʹ . Ἀποδιδόμενοι :
6509583 φονευουσιν
, τίνες ἐκεῖνοί εἰσιν οἱ πολεμοῦντες ἢ ὑπὲρ τίνος ἀλλήλους φονεύουσιν ; Ἀργείους ὁρᾷς , ὦ Χάρων , καὶ Λακεδαιμονίους
οὓς ἐν Θρᾴκῃ ποτὲ ἐπικρατοῦντας μέχρι Δραβησκοῦ τῆς χώρας Ἠδωνοὶ φονεύουσιν ἀνέλπιστοι ἐπιθέμενοι : λέγεται δὲ καὶ ὡς κεραυνοὶ πέσοιεν
6505697 εὐεργεται
εὐνοηθήσονται καὶ ἐκ τῶν τοιούτων ὠφελείας παραδέξονται καὶ αὐτοὶ δὲ εὐεργέται εἰς αὐτοὺς γενήσονται ἢ καί τινας ἀναθρέψουσιν ἐν τέκνων
, εἰ οὕτω τύχοι , ἢ ὁμογενεῖς ἢ φίλοι ἢ εὐεργέται : ἢ πάλιν ἀπὸ τῶν ἐναντίων , εἰ τιμωρεῖσθαι
6491639 βιασαμενοι
συχνοὺς ἑαυτῶν ἀπέβαλον : οὔπω γὰρ τελέως ἀνακεκαθαρμένου τοῦ τείχους βιασάμενοι καὶ κατὰ τὴν ἔφοδον εἰς δυσχωρίας ἐμπίπτοντες ῥᾳδίως ἠλαττοῦντο
τε καὶ βοτάνας σιτούμενοι ἠνείχοντο : οὔθ ' οἱ πλούσιοι βιασάμενοι τοὺς ἀσθενεστέρους τῇ τ ' οἰκείᾳ δυνάμει καὶ τῇ
6488638 κωμῳδοι
ἐκωμῴδησα . οὗτοι ] οἱ ἄλλοι ⌈ κωμικοί . [ κωμῳδοί . ] ὡς ] ἐπεί . ⌈ παρέδωκε /
κωμῳδίᾳ ” . οὗτοι ] ἀντὶ τοῦ “ οἱ ἄλλοι κωμῳδοί ” . λαβὴν ] ἀντὶ τοῦ “ ἀρχήν ”
6484685 αὐληται
ὄντα ἡ τιτθὴ οὕτως ἐκάλεσεν . καὶ νῦν δὲ οἱ αὐληταὶ ὑποπόδιον διπλοῦν ὑπὸ τὸν δεξιὸν πόδα ἔχοντες , ὅταν
νῦν ἐπὶ τοῦ τόπου ἐν θεάτρῳ , ἐφ ' ᾧ αὐληταὶ καὶ κιθαρῳδοὶ καὶ ἄλλοι τινὲς ἀγωνίζονται . σὺ μέντοι
6484467 ὠμοσατε
μὴ προσδέχεσθε , πρῶτον μὲν τῶν ὅρκων ἕνεκα , οὓς ὠμόσατε , δεύτερον δὲ ὑπὲρ τοῦ μὴ παρακρουσθῆναι ὑπὸ ἀνθρώπου
ἐμπεδώσεως τῶν ὅρκων , οὓς ἀφ ' ἡμῶν ἀρξάμενοι πάντες ὠμόσατε , ἢ τῆς συγχύσεώς τε καὶ ἐπιορκίας ; καὶ
6483301 Λεοντινοι
Γέλαν καὶ Καμάριναν ἀπώλεσε . μετ ' ὀλίγον δὲ καὶ Λεοντῖνοι Συρακοσίοις συνοικοῦντες ἀπέστησαν εἰς τὴν αὑτῶν πόλιν ἀπὸ Διονυσίου
ἐκκαλούμενος τοὺς Σικελιώτας πρὸς εὔνοιαν . καὶ Καμαριναῖοι μὲν καὶ Λεοντῖνοι , πρὸς δὲ τούτοις Καταναῖοι καὶ Ταυρομενῖται παραχρῆμα πρέσβεις
6479847 θαυματοποιοι
καὶ βαρβάρων καὶ Ἑλλήνων , καὶ οἱ ἀπὸ τῆς Ἰνδικῆς θαυματοποιοὶ ἦσαν διαπρέποντες καὶ ψιλοκιθαρισταὶ καὶ αὐλῳδοὶ καὶ ποιηταὶ τραγικοί
εἰς τὴν μικρότητα , καὶ λέγοντος ὅτι ῥᾳδίως αὐτὰς οἱ θαυματοποιοὶ καταπίνουσιν ἐν τοῖς θεάτροις , καὶ μὴν μάλιστα ,
6478973 καταφρονησωσι
δυσμετρικὸς ὁ λόγος πρὸς τοὺς ἀκροατάς , ἵνα μή πως καταφρονήσωσι τῆς αὐτοῦ συμβουλῆς : καὶ διὰ τοῦτο φησὶν ὡς
δὲ ἵνα μὴ οἱ ? [ ] μὲν ? ? καταφρονήσωσι ? ? ὡς οὐδενὸς ἀξίου , οἱ δὲ [
6474344 Πυλιους
Σοφοκλῆς δὲ Ἀλουσίους : τινὲς δὲ Ἀλίους ὡς Πύλος Πύλιος Πυλίους . . . ἄλπεια : ἡ ἠϊὼν πρὸς ἄρκτον
δὲ φυγάδες , ἀπέσφαττον . μετὰ δὲ ταῦτα τούς τε Πυλίους , ὡς οὐδεὶς αὐτοῖς ἐβοήθει , σὺν αὐτῷ τῷ
6466879 στρατηγουντας
δὲ ὁ δῆμος ἐστρατεύετο , οὐκ ἂν οὕτως ὑπερβαλλόντως τοὺς στρατηγοῦντας ἐθαύμαζε . μετὰ ταῦτα ἐπὶ δεύτερον μέρος τῆς αὐτῆς
Πουνίκου σφῶν ἡγουμένου , τὰ Ῥωμαίων ὑπήκοα ἐλῄζοντο καὶ τοὺς στρατηγοῦντας αὐτῶν , Μανίλιόν τε καὶ Καλπούρνιον Πείσωνα , τρεψάμενοι
6465943 ἀτιμαζετε
] τοῦτο διὰ μέσου . Ἐμὲ μέν , φησίν , ἀτιμάζετε , διότι ἐφόνευσα τὸν Ἀγαμέμνονα : καὶ οἱ ἐμὲ
διὰ μέσου . . . Ἐμὲ μέν , φησίν , ἀτιμάζετε , διότι ἐφόνευσα τὸν Ἀγαμέμνονα : καὶ οἱ ἐμὲ
6465548 λογισται
εἰπεῖν καὶ τῶν εὐθυνῶν . Εὔθυνα : ἣν εἰσῆγον οἱ λογισταὶ κατὰ τῶν δοξάντων μὴ ὀρθῶς ἄρξαι ἢ παραπρεσβεῦσαι ἢ
οἱ ἀπολογισμοί . . τῶν ἀρχόντων ] τῶν λογιστῶν . λογισταὶ δὲ ὄνομα ἀρχῆς . δέκα δὲ τὸν ἀριθμὸν ἄνδρες
6464205 Μεδιολανιον
ποταμοῦ ἐπὶ τὸν Σηκοάναν Αὐλίρκιοι οἱ Ἐβουρουικοὶ , ὧν πόλις Μεδιολάνιον κʹ γοʹʹ μηʹ Ὑφ ' οὓς παρὰ μὲν τὸν
μζʹ ∠ ʹʹγʹʹ Ὑφ ' οὓς Σάντονες , ὧν πόλις Μεδιολάνιον ιζʹ γοʹʹ μϚʹ ∠ ʹʹδʹʹ Ὑφ ' οὓς Βιτούριγες
6463610 εὑρεται
Διός . καὶ Δελφῶν μὲν ἐξ ἀρχῆς Ἀμφικτύονες κτισταὶ καὶ εὑρεταὶ ἐγένοντο , ποιμένος τινὸς ἐν τῷ Παρνασσῷ ἐκ Κασταλίας
οὗ προσελάβομεν , καὶ ἀμφισβητοῦμεν , πότερον αὐτοὶ τοῦ νοήματος εὑρεταὶ ἢ μαθηταί , καὶ πότερον φαντασία ἁπλῶς τοῦτο ἢ
6460674 ἁμαρτοντες
: διὸ καὶ ἐς τὸ Καπιτώλιον συνέφυγον ὡς ἐς ἱερὸν ἁμαρτόντες ἱκέται ἢ ὡς ἐς ἀκρόπολιν ἐχθροί . πόθεν οὖν
σπονδὰς ἡμῶν ὑβρίσαντες καὶ τὰ τελευταῖα νῦν καὶ ἐς πρεσβείας ἁμαρτόντες οὕτω φανερῶς καὶ ἀθεμίτως , ὡς μήτε ἐξαρνεῖσθαι μήτε
6455625 συμπρεσβεις
τι καὶ Δημοσθένης εἴποι . Μέχρι μὲν οὖν τούτων οἱ συμπρέσβεις εἰσί μοι μάρτυρες , οὓς προπηλακίζων οὗτος καὶ διαβάλλων
τοῦ Διονυσίου ὀργισθέντος ἔφησεν τὴν διαφορὰν γενέσθαι αὑτῷ πρὸς τοὺς συμπρέσβεις , ὅτι μετὰ τὸ δεῖπνον ἐκεῖνοι μὲν τῶν Φρυνίχου
6453364 κωμῳδουνται
Ὁ Σικελὸς ὡς ἔοικε τὴν ἐξωμίδα : παρόσον οἱ Σικελοὶ κωμῳδοῦνται ὡς κλέπται . Ὅσῳ πλέον ἥμισυ παντός : βούλεται
ἐπισυνηγμένην ἔχουσιν . Σφήττιοι : δῆμος τῆς Ἀκαμαντίδος φυλῆς . κωμῳδοῦνται δὲ ὡς ὀξεῖς , ὥσπερ Ἀχαρνεῖς ἄγριοι , Ποτάμιοι
6446645 πανστρατιῃ
τετρακόσιοι . Πρὸς τούτοισι ἐπίκλητοι ἐγένοντο Λοκροί τε οἱ Ὀπούντιοι πανστρατιῇ καὶ Φωκέων χίλιοι . Αὐτοὶ γάρ σφεας οἱ Ἕλληνες
βασιλέϊ , Μηλιέας τε καὶ Δωριέας καὶ Λοκροὺς καὶ Βοιωτοὺς πανστρατιῇ ἑπομένους πλὴν Θεσπιέων τε καὶ Πλαταιέων , καὶ μάλα
6445584 ἐδεχοντο
γόνατα ἐδείπνει . κέρατα δὲ οἴνου περιέφερον , καὶ πάντες ἐδέχοντο : ὁ δ ' Ἀρύστας , ἐπεὶ παρ '
ἐν νυκτὶ ἄλλῳ τῳ σημῆναι , καὶ ἅμα τοὺς προσφερομένους ἐδέχοντο : οἵ τε Ἀθηναῖοι ἐζήτουν τε σφᾶς αὐτοὺς καὶ
6425514 ἐμισουν
θηρῷεν , φθονοῦντες αὐτοῖς δῆλοι ἦσαν καὶ ὡς βελτίονας αὑτῶν ἐμίσουν . Ἀλλά τοι καὶ τοὺς παῖδας τὸ μὲν παιδεύεσθαι
μισθωσαμένων , οὐ γὰρ ἠγνοεῖτό γε ταῦτα , ἅπαντες μὲν ἐμίσουν οἱ λούμενοι , δίκην δὲ παρ ' ὧν ἐξῆν
6422328 ἀπολλυουσιν
ὑπὸ τοῦ πολλὰ ἀκούειν μεταξὺ λεγόμενα καὶ τὴν ἐλπίδα αὐτῶν ἀπολλύουσιν ἀπαγορεύοντες . αἰανὸς δὲ κόρος λέγεται οὐχ ὅτι αὐτὸς
γὰρ τοὺς κεκτημένους , ὥσπερ κἀκεῖναι τοὺς ἐμπιστεύσαντας αὐταῖς ἑαυτοὺς ἀπολλύουσιν : ἡ δ ' ἄχθος οἴκων : τί φὴς
6422287 τιθασους
τῆς Ἥρας θυγατέρα . Οὐκοῦν ἐν τῷ τοῦ νεὼ περιβόλῳ τιθασοὺς ὄρνιθας τρέφεσθαι πολλούς φησι , καὶ τοῦτο δὲ εἶναι
τὴν Γῆν , καὶ ταὧς κατήσθιον . ὅτι δὲ καὶ τιθασοὺς εἶχον αὐτοὺς ἐν ταῖς οἰκίαις Στράττις παρίστησιν ἐν Παυσανίᾳ
6421682 ἐμελλησαν
θέαν ἔκνομον ἰδόντες , ξύλων ὕλην συγκομίζοντα , καὶ δυσανασχετήσαντες ἐμέλλησαν μὲν αὐτὸν ἀνελεῖν , λογισμῷ δὲ τὸ παρακεκινημένον τῆς
τυχεῖν , ἀρκοῦντα ἐν τοῖς ὑπάρχουσι κατέλιπεν : ἀλλ ' ἐμέλλησαν αὐτὸν οἱ συγγενεῖς φαύλως πως καὶ ὡς ἕνα τῶν
6414077 αἰπολοι
ῥιπισθῇ , τῇ στενότητι τῶν φύλλων σχιζομένης τῆς πνοῆς . αἰπόλοι δέ εἰσιν οἱ ἐν τοῖς αἴπεσι , τουτέστιν ὑψηλοῖς
ἀφόρητός ἐστιν εὐτυχῶν μαστιγίας . βασιλεῖς ἐγένοντο χοἰ πρὶν ὄντες αἰπόλοι . ἔνθα ταθεὶς φρές μ ' ὡς τὸ μειρακύλλιον
6407974 κατορθουντας
ἀποβλέποντας εἰς αὐτοὺς διαφερόντως τε τηροῦντας , καὶ τιμᾶν μὲν κατορθοῦντας , ἀτιμάζειν δὲ μᾶλλον τῶν ἄλλων , ἐὰν ἀποβαίνωσι
κάλλιστος ἔσται μηχανᾶσθαι , ἀναπλάττοντας τὰ μέλη τοῦ παιδὸς καὶ κατορθοῦντας : καὶ ταῦτα δρῶντες ἐν μεγάλῃ τιμῇ εἰσιν .
6395732 ἀνδραποδισται
δεσμωτηρίῳ , ἐφ ' ἣν ἀνήγοντο οἱ κλέπται καὶ οἱ ἀνδραποδισταί . ἕνη καὶ νέα : ἡ τριακὰς καλουμένη .
ὁ ποὺς τῷ ἀνδρί . διαβάλλονται δὲ οἱ Θετταλοὶ ὡς ἀνδραποδισταί , καὶ Εὐριπίδης : “ πολλοὶ παρῆσαν , ἀλλ
6390431 κτεινοντες
τοῖσι ἡμετέροισι μαχόμενοι αὐτοί τε κτεινόμενοι ἐλάσσονες γινόμεθα καὶ ἐκείνους κτείνοντες ἐλασσόνων τὸ λοιπὸν ἄρξομεν . Νῦν ὦν μοι δοκέει
ἤγουν τὸ ἀναιδὲς , ἤλθετε καὶ τὸ ἀπηνὲς ὡς ἐχθρὰν κτείνοντες . τὸ δὲ ὅλον : ἆρα ἐγυμνώσατε αὐτὴν καὶ
6388326 ἐλαυνονται
σύριγγες ] περιφραστικῶς . σύριγγες ] τῆς γὰρ σύριγγος ἠχούσης ἐλαύνονται καὶ ὁρμῶνται τὰ ἅρματα καὶ οἱ τροχοί . σύριγγες
τοῖς ποσὶ κατὰ τὰς πτέρνας οἱ ἱππεύοντες περιεδοῦντο , οἷς ἐλαύνονται οἱ ἵπποι . ἐγ κοτύλῃ : παιδιά τις ,
6388218 ψευδομαρτυρειν
καὶ ὁ ψευδομάρτυς οὐκ οἶδ ' ὅπου : καὶ τὸ ψευδομαρτυρεῖν ὁ αὐτός που λέγει . διασκεδάννυσθαι . . .
λάθρα τἀλλότρια νοσφίζεσθαι . τέταρτον δὲ τὸ περὶ τοῦ μὴ ψευδομαρτυρεῖν , ᾧ πολλὰ ἐμφέρεται , τὸ μὴ ἀπατᾶν ,
6382622 ἐστεφανουν
αὐτὴν ἐστόλισαν οἱ Ἕλληνες . * στεφηφόρον εἶπεν , ὅτι ἐστεφάνουν καὶ ἄνθεσιν ἔπαττον τοὺς θυομένους * . δράκων εἶδος
ὅσον ἂν καὶ προσεδόκησαν διαπεφευγότες χειμῶνα , καὶ τὴν πόλιν ἐστεφάνουν , ἐθαύμαζον , πᾶν ὅ τι εἴποιεν αὐτὴν μικρὸν
6370388 Αἰγινηται
Σαλαμῖνα ναυμαχίαν τῶν Ἑλλήνων , ἧς ἔλαβον τὰ ἀριστεῖα οἱ Αἰγινῆται , καθά φησιν Ἡρόδοτός τε καὶ Ἔφορος . .
διὰ τὴν ἐκ προγόνων ἐν τοῖς ναυτικοῖς ἔργοις ἐμπειρίαν : Αἰγινῆται δὲ καὶ Μεγαρεῖς τὸ δεξιὸν κέρας ἀνεπλήρουν : οὗτοι
6368886 δακνωδεις
ἧττον τῶν ὀλεθρίων χυμῶν . τοῖς οὖν ἔχουσι μοχθηροὺς καὶ δακνώδεις ἐν τῷ στόματι τῆς γαστρὸς χυμοὺς καὶ διὰ τοῦτο
δ ' ἔτι μᾶλλον ἡ ἡλῖτις . πᾶσαι δὲ λεπίδες δακνώδεις εἰσὶν οὐκ ἀγεννῶς , καὶ δῆλον ὡς ἡ τῆς
6367904 Μηθυμναιοι
ὅσον ἑκατὸν ἀπέχοντι κῆρυξ ἀπαντᾷ σπονδὰς κομίζων . Οἱ γὰρ Μηθυμναῖοι μαθόντες παρὰ τῶν ἑαλωκότων ὡς οὐδὲν ἴσασι Μιτυληναῖοι τῶν
κατὰ πόλεμον καὶ τραῦμα ἡ ἰσχυρὰ ἧττα φ ʃ οἱ Μηθυμναῖοι . εἴργειν : τοὺς Μιτυληναίους . ἔστιν οἷ :
6361386 ἀπεστερουν
φανερόν , ὡς ἔοικεν , οἳ καὶ τὸν τούτου πατέρα ἀπεστέρουν ὄντα ἐπίτιμον , ὅτι ἡμῖν ἑκόντες οὐκ ἂν ἀπέδοσαν
φανερόν , [ ὡς ] οἵ γε τὸν τούτου πατέρα ἀπεστέρουν ὄντα ἐπίτιμον , ὅτι ἡμῖν ἑκόντες οὐκ ἂν ἀπέδοσαν
6360417 κωμῳδουσιν
Εὐπόλιδι Σωκράτη τουτονὶ ἐπὶ χλευασίᾳ παράγουσιν ἐπὶ τὴν σκηνὴν καὶ κωμῳδοῦσιν ἀλλοκότους τινὰς περὶ αὐτοῦ κωμῳδίας . Καίτοι ἐκεῖνοι μὲν
' ἐρώτησιν . τοῖς ἐμοῖς . τοὺς Καρυστίους ὡς μοιχοὺς κωμῳδοῦσιν . ἦσαν δὲ Ἀθηναίων σύμμαχοι . ἀντὶ τοῦ ὧν
6359183 οἰνοχοους
πόσοι γὰρ καὶ ἵππους καὶ παλλακίδας , οἱ δὲ καὶ οἰνοχόους ἐπικατέσφαξαν καὶ ἐσθῆτα καὶ τὸν ἄλλον κόσμον συγκατέφλεξαν ἢ
δέκα μὲν σκευοφόρα , δέκα δὲ ἵππους , δέκα δὲ οἰνοχόους , δέκα δὲ σημείων γραφέας , τάλαντα δὲ εἴκοσι
6357564 μετῳκισαν
αὐτά . βάτραχοι δὲ ἡμιτελεῖς πεσόντες ἐξ ἀέρος πολλοὶ Αὐταριάτας μετῴκισαν ἐς χῶρον ἕτερον . καὶ γένος μέντοι Λιβυστινόν ,
τῆς ἐλπίδος οὐκ ἐκπεσόντες , κρατήσαντες δὲ τῆς Πελοποννήσου , μετῴκισαν εἰς Θήβας τοὺς Αἰγείδας . ἔνιοι δέ φασιν Αἰγείδας
6357215 ἐστιζον
μονόβανα ὄντα . . ἀνθέμιον εἶδος βοτάνης δι ' ἧς ἔστιζον καὶ κατέγραφον τὸ σῶμα . οὕτως καὶ Ἀπολλώνιος ἐν
πρότερον . οἱ δὲ Σάμιοι τοὺς αἰχμαλώτους τῶν Ἀθηναίων ἀνθυβρίζοντες ἔστιζον εἰς τὸ μέτωπον γλαῦκας : καὶ γὰρ ἐκείνους οἱ
6353791 προεστωτες
συναψαμένων τοῖς βαρβάροις τοῦ πολέμου οὐ βίῃ : οἱ γὰρ προεστῶτες τότε τῆς πόλεως ἦσαν Κάδμος τε καὶ Ἱππόλοχος :
πόλεις πρὸς ἀλλήλας . Γιγνώσκοντες δὲ οἱ ἐν ταῖς Θήβαις προεστῶτες ὅτι εἰ μή τις ἄρξει πολέμου , οὐκ ἐθελήσουσιν
6352418 ἐξεωσαν
οὗ τὴν ἡγεμονίαν εἶχεν ὁ ἕτερος τῶν ὑπάτων Μάλλιος , ἐξέωσαν τὸ καθ ' ἑαυτοὺς μέρος , καὶ καταβάντες ἀπὸ
μὲν ἀπολωλότων ] Φοιβίδας στρατηγὸς Λακεδαιμονίων κατέσχε τὴν Καδμείαν : ἐξέωσαν δὲ αὐτὸν οἱ Θηβαῖοι : ὁ δὲ παρώξυνε τοὺς
6352033 μοιχοι
ὑπὸ ξένου τινός , εἰ πάσχουσι παρ ' αὐτοῖς οἱ μοιχοί , εἶπεν , ὦ ξεῖνε , οὐδεὶς γίνεται μοιχὸς
τὰ δὲ ἀμφότερα ἀνασπῶσι . . . . καὶ αὐτοὶ μοιχοί εἰσιν : ὁμοίως καὶ οἱ τὰ μέσα τῶν βλεφάρων
6348493 Δηιοχος
καὶ Θεόκριτος ὀλίγον κοῦρον . τοὺς δ ' ἄμυδις : Δηίοχος τοὺς μὲν Δολίονας οὐκ ὀνομάζει , τὸν δὲ Κύζικόν
, θαυμαστικῶς . πέδησεν : κατέσχεν . πολεῖς : μνημονεύει Δηίοχος τῶν ἀναιρεθέντων , ὥς φησι Σοφόκλειος . Τηλεκλῆα ἠδὲ
6347356 εἱλωτας
Κ . φησίν , ὡς ἀπιστίας εἵνεκα τῆς πρὸς τοὺς εἵλωτας τούτους ἐξαιρεῖ μὲν Σπαρτιάτης οἴκοι τῆς ἀσπίδος τὸν πόρπακα
τόδε ἔπραξαν : σημείωσαι τὸ Λακωνικὸν ἔργον τὸ εἰς τοὺς εἵλωτας γενόμενον καὶ ὅπως αὐτοὺς λαθραίως διέφθειραν φρονήματος : ἀλαζονείας
6339440 Ἀρχοντες
ἡρωϊκῇ ὑπὸ φιλοσόφου δεικνύμενος , δι ' οἰκονομίας ἡρωϊκῆς . Ἄρχοντες αὐτουργοί , προβουλευόμενοι : ἀριστεῖς ἀγαθοί , προπολεμοῦντες :
αὐτὴν ἐν μέτροις τοῖς προσήκουσι καὶ ἐπιδεξίως αὐτῆς ἐπιμελούμενον . Ἄρχοντες δ ' οἱ μὲν τῶν κόσμων ἡγεμόνες παρίστανται αὐτῆς
6339318 Εἱλωτας
τῆς Λακωνικῆς ἱερὸν Ποσειδῶνος Ἀσφαλείου . τοῦτο λέγει ἐπειδὴ τοὺς Εἵλωτας καθεσθέντας ἐν τῷ ἱερῷ τοῦ Ποσειδῶνος τοῦ Ταιναρίου οὐδὲν
τῶν ὅρων τούτους : τοῦτον δὲ λεχθῆναι τὸν πρὸς τοὺς Εἵλωτας πόλεμον . σχεδὸν δέ τι καὶ τὴν εἱλωτείαν τὴν
6337934 Ἐφεσιοι
, πονηροὶ δὲ οὐδ ' ὅτι εἰσίν . ἢ αἰσχύνονται Ἐφέσιοι δούλους ἀγαθοὺς εἶναι ; εἰκότως : αὐτοὶ γὰρ κακοὶ
Ἀθηναῖοι , καὶ ἀπώλοντο αὐτῶν ὡς τριακόσιοι . οἱ δὲ Ἐφέσιοι τροπαῖον ἐνταῦθα ἔστησαν καὶ ἕτερον πρὸς τῷ Κορησσῷ .
6334962 Καδμειοι
γὰρ ἄναξ ἀγρεύς . ἐπαινεῖς ; ἐπαινῶ . τάχα δὲ Καδμεῖοι . . . καὶ παῖς γε Πενθεύς . .
τὸ Τιλφωσσαῖον Τειρεσίας μὲν ἐτελεύτησεν , ὃν θάψαντες λαμπρῶς οἱ Καδμεῖοι τιμαῖς ἰσοθέοις ἐτίμησαν : αὐτοὶ δὲ μεταναστάντες ἐκ τῆς
6334752 συνελαβον
εἴκοσι , τοὺς λοιποὺς δὲ οἱ συμμαχοῦντες αὐτῷ Νουμίδαι πλανωμένους συνέλαβόν τε καὶ παρεστήσαντο τῷ ὑπάτῳ . Μετὰ θαυμαστῆς οὖν
εἴκοσι , τοὺς λοιποὺς δὲ οἱ συμμαχοῦντες αὐτῷ Νουμίδαι πλανωμένους συνέλαβόν τε καὶ παρεστήσαντο τῷ ὑπάτῳ . Μετὰ θαυμαστῆς οὖν
6330293 ἐτιμωρησαντο
περὶ τοὺς ξένους τῶν πάλαι Κρισαίων . καὶ τούτους οὖν ἐτιμωρήσαντο οἱ Ἀμφικτύονες , καὶ τῷ θεῷ τὴν χώραν ἀπέδοσαν
, τὸ δὲ τελευταῖον τοὺς τὰς ὕβρεις ἐπιτελεσαμένους Πέρσας συλλαβόντες ἐτιμωρήσαντο . τοῦ δὲ πολέμου πρὸς τοὺς Φοίνικας ταύτην τὴν
6324024 Ἐφαρμοστος
δὲ γέρας ὁ νικῶν κριθάς . τὸ ἐκ φύσεως : Ἐφάρμοστος γὰρ φυσικῇ ἀνδρίᾳ καὶ οὐ τέχνῃ μόνῃ τοὺς ἀγῶνας
συνίζησις . ταῖς ἐν Ἰσθμοῖ δοθείσαις αὐτῷ . . Ἐπειδὴ Ἐφάρμοστος καὶ Λαμπρόμαχος Ὀπούντιοι ὄντες φίλοι τε ἦσαν καὶ ἐν
6317026 ἐστρατευον
πολλάκις γάρ τινες διὰ πενίαν ἐμισθοφόρουν καὶ κατὰ τῶν οἰκείων ἐστράτευον . λέγει δὲ περὶ Παλέων τῆς Κεφαλληνίας , οἵτινες
δὲ Θηβαῖοι ἐπεὶ κατεστρέψαντο τὰς ἐν τῇ Βοιωτίᾳ πόλεις , ἐστράτευον καὶ εἰς τὴν Φωκίδα . ὡς δ ' αὖ
6313324 ἐκωμῳδει
καὶ ἐν ταῖς Διδασκαλίαις εὑρίσκεται ὁ Σθένελος τραγῳδίας ποιητής . ἐκωμῴδει δὲ αὐτὸν ὁ τοὺς Πλάτωνος Λάκωνας γράψας ὡς τἀλλότρια
τοὺς δειλούς . Ξέναρχος γὰρ ὁ Σώφρονος τοῦ μιμογράφου υἱὸς ἐκωμῴδει τοὺς Ῥηγίνους ὡς δειλοὺς ὑπὸ Διονυσίου τοῦ τυράννου πεισθείς

Back