ἡγεμονίαν ἔχειν , Ἄρτεμιν δὲ γυναικῶν ὠδῖσιν εἶναι φοβερὰν , Ἀφροδίτῃ δὲ τὰ ἔργα μέλειν τῶν γάμων . ἀλλ '
πολλὰ μὲν ταῖς Νύμφαις πλείω δὲ ἢ οὐκ ἐλάττω τῇ Ἀφροδίτῃ , ἱκετεύομεν διδόναι τινὰ ἡμῖν ἐρωτικὴν ἄγραν . [
7849943 Σεληνῃ
ἔχον μεμιμημένα , προσφερόμενον Ἀπόλλωνι καὶ Ἀρτέμιδι καὶ Ἑκάτῃ καὶ Σελήνῃ . μελιτοῦττα μὲν Τροφωνίῳ ὡς ἀρεστήρ , καὶ ὑγίεια
δὲ καὶ ἐν τούτῳ μὴ εἴη τις ὁ συνάπτων τῇ Σελήνῃ σωματικῶς , εἰ δὲ μηδὲ τῇ Σελήνῃ συνάπτοι τις
7616958 Ἀθηνᾳ
τις τῶν συννεναυαγηκότων παρανηχόμενος ἔφη πρὸς αὐτόν : „ σὺν Ἀθηνᾷ καὶ χεῖρα κίνει . „ ἀτὰρ οὖν καὶ ἡμᾶς
Ἀνάῤῥυσιν ἀπὸ τοῦ θύειν : ἔθυον δὲ Δϊὶ Φατρίῳ καὶ Ἀθηνᾷ . τὴν δὲ τρίτην Κουρεῶτιν ἀπὸ τοῦ τοὺς κούρους
7467640 Ἑρμῃ
, Ἄρει δ , Ἡλίῳ ε , Ἀφροδίτῃ β , Ἑρμῇ ε , Σελήνῃ ζ : ὁ Ἄρης ἀπὸ τῶν
στέφανον λαβών , ὅτε ἐπανῄει μετὰ τὸ δεῖπνον , τῷ Ἑρμῇ τῷ πρὸ τῶν θυρῶν ἑστῶτι ἐπέθηκεν αὐτὸν κατὰ τὸ
7330595 Ἀρτεμιδι
δεῖ ὡς πᾶσι μὲν παρεπομένῃ θεοῖς , μάλιστα δὲ τῇ Ἀρτέμιδι : δῆλον δὲ ἐκ τοῦ καὶ αὐτὴν Ἑκάτην ὀνομάζεσθαι
πέμμα γάρ ἐστι κέρατα ἔχον μεμιμημένα , προσφερόμενον Ἀπόλλωνι καὶ Ἀρτέμιδι καὶ Ἑκάτῃ καὶ Σελήνῃ . μελιτοῦττα μὲν Τροφωνίῳ ὡς
7242252 Ἡρᾳ
καὶ ἐν Περγάμῳ : τέφρας γὰρ δή ἐστι καὶ τῇ Ἥρᾳ τῇ Σαμίᾳ βωμὸς οὐδέν τι ἐπιφανέστερος ἢ ἐν τῇ
ἐκ Διὸς ἐγέννησε . ῥίπτει δὲ αὐτὸν ἐξ οὐρανοῦ Ζεὺς Ἥρᾳ δεθείσῃ βοηθοῦντα : ταύτην γὰρ ἐκρέμασε Ζεὺς ἐξ Ὀλύμπου
7221234 Λητοι
ἂν αὐτὸς ὁ ξυλληφθησόμενος εἶναι . Καλὰ μέν , ὦ Λητοῖ , καὶ τὰ τέκνα ἔτεκες τῷ Διί . Οὐ
θυσίᾳ τῶν Θεοξενίων , ὃς ἂν κομίσῃ γηθυλλίδα μεγίστην τῇ Λητοῖ , λαμβάνειν μοῖραν ἀπὸ τῆς τραπέζης . ἑώρακα δὲ
7193023 Γῃ
ὁ μὲν Κρόνος ἱστορεῖται συνεχῶς κατιόντα ἐπὶ τῷ μίγνυσθαι τῇ Γῇ τὸν Οὐρανὸν ἐκτεμεῖν καὶ παῦσαι τῆς ὕβρεως , ὁ
. λέγει δὲ ἐν Ἀθήναις . ἐκεῖ γὰρ ἄγεται τῇ Γῇ ἀγὼν , ὥς φησι Δίδυμος . . . .
6981174 Δημητρι
ἐν δὲ θεοῖσιν ἐπὶ φλογὶ καιέμεν ὄμπας . τούτους γὰρ Δήμητρι ἔθυον . Νίκανδρος δὲ ἰδίως εἴρηκε τὰ κηρία ὄμπας
. . οἷς μέτεστιν , οἷς ὅσιον . . τῇ Δήμητρι καὶ τῇ Κόρῃ τὸ φέγγος οἴσων . . .
6966068 Ἀρει
κ , τῇ Ἀφροδίτῃ διὰ τὸν Ζυγὸν η , τῷ Ἄρει διὰ τὸν Σκορπίον ιε , τῷ Διὶ διὰ τὸν
λογιζόμενοι , καὶ τὴν δευτέραν Σελήνῃ διδόντες , τὴν τρίτην Ἄρει ἀπονέμοντες , τὴν δὲ τετάρτην Ἑρμῇ : ἔστιν ἄρα
6940067 Κορῃ
εὔφορον πάνυ καὶ καλόν , ἔνθα καὶ τὸ πάθος τῇ Κόρῃ φασὶν ἀνθιζομένῃ γενέσθαι , καὶ ποταμὸς ἔστι Ζυγάκτης ,
ἀκριβοῦντες δόκιμοι . εὔξαντο δὲ καὶ τῇ Βουλαίᾳ καὶ τῇ Κόρῃ διά τε τῶν ἱεροφαντῶν καὶ τοῦ δᾳδούχου σωτηρίαν αὑτοῖς
6771122 Φιλυρᾳ
φησίν , ὅτι Κρόνος μετα - μορφωθεὶς εἰς ἵππον ἐμίγη Φιλύρᾳ τῇ Ὠκεανοῦ , διόπερ καὶ ἱπποκένταυρος ἐγεννήθη Χείρων .
Φιλύρης νυμφήϊον : ἐν τῷ Πηλίῳ γὰρ ὁ Κρόνος τῇ Φιλύρᾳ μιγεὶς ποιεῖ τὸν Χείρωνα . Ἀναγκαίη : τὸ τοῦ
6764007 Κρονῳ
καρδίας καὶ ὁ λαιὸς ὦμος καὶ ἡ λαιὰ δοχή , Κρόνῳ δὲ αἱ μοιριαῖαι φλέβες αἱ περὶ τὴν ῥίζαν εἱλούμεναι
εἰς τὸ ψυχρὸν λαμβάνεται , ἢ διὰ τὴν ψύξιν : Κρόνῳ γὰρ τὸ ψυχρὸν ἀνατίθεται . Κρόνιον δὲ διὰ τὸ
6689275 μιγεις
τὴν Πελοπόννησον ἐν πόλει Πίσῃ Ἄρης Ἁρπίνῃ τῇ Ἀσωποῦ θυγατρὶ μιγεὶς ἐγέννησεν Οἰνόμαον . οὗτος δὲ θυγατέρα μονογενῆ γεννήσας ὠνόμασεν
ποιήσει ἴσον τῷ δκις ὑπὸ ΒΕ . ΕΑ , ὃς μιγεὶς τῷ ἀπὸ τοῦ ΑΒ ⃞ῳ , γίνεται ἴσος τῷ
6667053 Ἀφροδιτη
εὕρω μοι νεκρὸν ἀντεραστήν , οὗ τάφον ἔχω ; δέσποινα Ἀφροδίτη , σύ με ἐνήδρευσας , ἣν ἐν τοῖς ἐμοῖς
: Ἄρης δὲ δʹ εʹ Ϛʹ , γίνονται ιεʹ . Ἀφροδίτη δὲ ἀσύνδετος εὑρέθη : ἕξει οὖν τὸν διὰ τῆς
6575196 Οὐρανιᾳ
ἐστι καὶ ἀπ ' αὐτοῦ τοῦ ὀνόματος , , τῇ Οὐρανίᾳ τὴν ἀστρονομίαν : καὶ τοῦτο δῆλον ἀπὸ τοῦ ὀνόματος
: τῇ δὲ πρεσβυτάτῃ Καλλιόπῃ καὶ τῇ μετ ' αὐτὴν Οὐρανίᾳ τοὺς ἐν φιλοσοφίᾳ διάγοντάς τε καὶ τιμῶντας τὴν ἐκείνων
6445106 θηλειᾳ
. κράτιστον δὲ καθεῖρξαι ἐν ταὐτῷ τὸν ἄρρενα ἅμα τῇ θηλείᾳ , αὐτὸν δὲ ἀφανῆ εἶναι [ ἅμα ] ταῖς
δὲ τὸ τερπνὸν ἀναγκαίως μεταδιώκουσαν διὰ τὸ τῶν πολλῶν στοχάζεσθαι θηλείᾳ θεῶν , μιᾷ τῶν Μουσῶν , Πολυμνίᾳ περιτεθείκασι :
6374153 Ἀρεϊ
ἐπὰν γὰρ ἑξάγωνος εὑρεθῇ ἢ Ἥλιος ἢ Σελήνη Κρόνῳ ἢ Ἄρεϊ ζῳδιακῶς , ἐπίφοβος ἡ γένεσις καὶ καταιτιατικὴ ἐντὸς μοιρῶν
καὶ περιστάσεσιν ἐμπίπτουσι καὶ ἀναιροῦνται . † ἢ καθολικοῦ Κρόνος Ἄρεϊ κατὰ διάμετρον οὐκ ἀγαθὸς οὔτε ἐπὶ δούλου οὔτε ἐπὶ
6354003 Μνημοσυνῃ
, Ἀφροδίτῃ Οὐρανίᾳ . : Νηφάλιος θυσία παρὰ Ἀθηναίοις ἐτελεῖτο Μνημοσύνῃ , Ἠοῖ , Ἡλίῳ , Σελήνῃ , Νύμφαις ,
ταύτης καὶ Λοκροὶ πόλιν ἐν Ἰταλίᾳ Σύβαριν ἔκτισαν . Ζεὺς Μνημοσύνῃ μιγεὶς ἐν Πιερίᾳ Μούσας ἐγέννησεν . ὑπὸ δὲ τὸν
6337695 Ἠοι
ὅσιοι , νηφάλια μὲν ἱερὰ θύουσι Μνημοσύνηι , Μούσαις , Ἠοῖ , Ἡλίωι , Σελήνηι , Νύμφαις , Ἀφροδίτηι Οὐρανίαι
δυσμῶν κοιμώμενον μόλις αἱ ἐπιθυμίαι πρὸς ἑσπέραν ἐπήγειρον : ὅθεν Ἠοῖ συγκοιμᾶσθαι λεχθεὶς διὰ τὸ ταῖς ἐπιθυμίαις ἐμπεπλέχθαι . .
6322663 Ἡλιῳ
λδ , Κρόνῳ ἡμέρας πε , Ἄρει ἡμέρας μβ , Ἡλίῳ ἡμέρας μδ , Ἀφροδίτῃ ἡμέρας κβ , Ἑρμῇ ἡμέρας
συνάπτουσα δὲ κακοποιοῖς ἐν ταῖς μεταξὺ μοίραις ἢ καὶ τῷ Ἡλίῳ κλιμακτῆρας ποιεῖ . Τοσαῦτα μὲν ὡς ἐν συντόμῳ ἐκ
6290834 Ἀλκμηνῃ
χωρὶς συνουσίας . Ὅρκον γὰρ ἐποίησε μὴ πρότερον συγγενέσθαι τῇ Ἀλκμήνῃ , πρὶν ἐκδικῆσαι τὸν φόνον τῶν ἀδελφῶν αὐτῆς ,
. Φασὶν ὅτι ὅτε ἦν ἐννεαμηνιαῖος ὁ Ἡρακλῆς ἐν τῇ Ἀλκμήνῃ , ἔτυχε τὸν Εὐρυσθέα ἑπταμηνιαῖον εἶναι ἐν τῇ Ἀρχίππῃ
6210415 συνηλθε
κινούμενοι , ἐπὰν οἴνου πλείονος ἐμφορηθῶσιν . ὡς δὲ πᾶν συνῆλθε τὸ πλῆθος , τῶν τε ἵππων ἀπέβησαν , φαρέτρας
ἡγεῖται κύκλου , διότι κρίσει γε πάντα συγκρίνας ἔχει : συνῆλθε γὰρ πρὸς αὐτὸ τοῦτο συγκριθείς , ἐξ οὗ γε
6203509 νυμφῃ
, ἢ τοὺς ἀλκυόνων παῖδας ἔτ ' ἀπτερύγους , τῇ νύμφῃ ἀθύρματα . δάκρυ δ ' ἐκείνου καὶ Σειρὴν γείτων
γὰρ αὖτε τά τ ' ἄλλα περ ἄγγελός ἐσσι : νύμφῃ ἐϋπλοκάμῳ εἰπεῖν νημερτέα βουλήν , νόστον Ὀδυσσῆος ταλασίφρονος ,
6180895 δᾳδι
μάννηϲ ⋖ β , ἐρίων οἰϲυπήρων μαλακῶν ὅϲον χειροπληθὲϲ ἐνειληθέντων δᾳδὶ καὶ καυθέντων τὴν τέφραν , ἀνάλαβε πάντα καὶ χρῶ
ὑστέρας προσθεῖναι τὴν κυκλάμινον : πινέτω δὲ τὸ ξὺν τῇ δᾳδὶ , ἔστ ' ἂν τὸ ῥεῦμα κινηθῇ : ἐσαλείφειν
6156139 Θετιδι
Τρωΐλῳ : ἔγημεν ὡς ἔγημεν ἀφθόγγους γάμους , τῇ παντομόρφῳ Θέτιδι συμπλακείς ποτε . καὶ ἐν Ἀχιλλέως ἐρασταῖς : τίς
καὶ ἄνευ βλάβης , μίμησαι τὸν Δία τὸν διδόντα τῇ Θέτιδι τὴν χάριν . καίτοι τὴν μὲν χάριν ἐκείνην ἤδη
6130757 Ἐρατοι
ὅτε τ ' οὔνομα λέξεις . Ἐρατώ : ἀντὶ τοῦ Ἐρατοῖ : Ἀττικῶς , ὡς τό : Ἠέλιος , ὃς
ἐπιτήδειον ὡς τὸ τῆς ψυχῆς θῆλυ πολλάκις καὶ ἐπιθυμητικὸν ἐκμειλιττομένην Ἐρατοῖ περιῆψαν . πάλιν δὲ ἐπὶ τῶν αὐλῶν τὴν μὲν
6114153 Πανδροσῳ
ὄνομα : τῇ δὲ ἑτέρᾳ τῶν Ὡρῶν νέμουσιν ὁμοῦ τῇ Πανδρόσῳ τιμὰς οἱ Ἀθηναῖοι , Θαλλὼ τὴν θεὸν ὀνομάζοντες .
τις τῇ Ἀθηνᾷ θύῃ βοῦν , ἀναγκαῖόν ἐστι καὶ τῇ Πανδρόσῳ θύειν οἶν , καὶ ἐκαλεῖτο τὸ θῦμα ἐπίβοιον .
6104984 Ἀθηναιῃ
εἰς ταὐτό . ἀγελαίην ἄφετον , ἀδάμαστον : “ αὐτὰρ Ἀθηναίῃ γλαυκώπιδι βοῦν ἀγελαίην . ” ἀγέλαστα οὐ γέλωτος ἄξια
θύουσι , ἀτὰρ οἱ περὶ τὴν Τριτωνίδα λίμνην νέμοντες τῇ Ἀθηναίῃ μάλιστα , μετὰ δὲ τῷ Τρίτωνι καὶ τῷ Ποσειδέωνι
6070110 προσαγορευομενῃ
μεταθεῖναι τὴν προαίρεσιν τἀνδρός , τὸν Δία τεκοῦσαν ἐν τῇ προσαγορευομένῃ Ἴδῃ κλέψαι καὶ δοῦναι λάθρᾳ τοῖς Κούρησιν ἐκθρέψαι τοῖς
αὐτῷ τὸ μεῖζον , ὅπερ ὑποτέταται θατέρῳ , τῇ κερκίδι προσαγορευομένῃ . αὕτη μὲν οὖν κατὰ τὸ πέρας αὐτῆς τὸ
6062903 λεγομενῃ
ἀπὸ τῶν ἑρπετῶν βουλομένοις φυγεῖν περιγιγνόμενον κίνδυνον , χρηστέον τῇ λεγομένῃ καλαμίνθῃ , τότε ὑποστορέσασι τὴν βοτάνην αὑτοῖς . Βουληθεὶς
. διόπερ καὶ τῶν Ἀττικῶν νεῶν ὁρμουσῶν ἐν τῇ Προσωπίτιδι λεγομένῃ νήσῳ , τὸν περιρρέοντα ποταμὸν διώρυξι διαλαβόντες ἤπειρον ἐποίησαν
6062496 χηνι
τὴν δοτικὴν τῶν πληθυντικῶν ποιεῖ , οἷον μηνί μησί , χηνί χησί , ποιμένι ποιμέσι , λιμένι λιμέσι , Πλάτωνι
ἔχει , οἷον φωτός φωτί , ἀνδρός ἀνδρί , χηνός χηνί , μηνός μηνί , παιδός παιδί , καὶ ἐπὶ
6054203 μιχθεις
ἐκ θαλάττης ἀμείβων , | “ ἑτάρους ἐρίηρας ἀγείρας , μιχθεὶς ἀλλοδαποῖσι | γυναῖκ ' εὐειδέα ” διαφθείρων , ἢν
ἐνὶ μεγάροισι Δυμᾶνά τε ] Πάμφυλόν ? ? τε ? μιχθεὶς ] ! θεῖ ? τὴν ? ? περὶ πάσης
6040477 ἐμιγη
αὐτὸν ἔφασαν ἁρμοσάμενον Λάρισαν τὴν Πιάσου , ᾗ ὁ πατὴρ ἐμίγη πρὸ γάμου , μαχόμενον ἀποθανεῖν , τινὲς δὲ προσφάτως
ἀνετέθη τῷ κροκωτῷ σπαργάνῳ , ἐταράχθη , ἀλλ ' ὅτε ἐμίγη τῇ ἀλκμήνῃ ὁ ζεύς , ὥς φασι : διὸ
6022307 Φερσεφονῃ
ὀλοφυρμὸς καλεῖται . αἱ δὲ ἴουλοι καλούμεναι ᾠδαὶ Δήμητρι καὶ Φερσεφόνῃ πρέπουσι . ἡ δὲ εἰς Ἀπόλλωνα ᾠδὴ φιληλιάς ,
δ ' ἀνάριθμοι οὐδείς . ταῦτ ' αὐδῶ καὶ παρὰ Φερσεφόνῃ . καὶ ἄλλο τοιόνδε : μὴ ταχὺς Ἡρακλείτου ἐπ
6020921 θυγατρι
ἀναίθεται τῇ Ξανθίππῃ ὀδυρομένῃ ὅτι ἀπέθνησκεν , ἡ δὲ τῇ θυγατρί : οὐ γὰρ θέμις ἐν μουσοπόλων οἰκίᾳ θρῆνον εἶναι
στίν , οὐκ ἐμοὶ μόνῳ , υἱῷ πολὺ μᾶλλον , θυγατρί . πρᾶγμ ' ἄμαχον λέγεις . } εὖ οἶδα
6020693 Ἑρμης
ποιήσαντος ἡ Γῆ τὸ μὲν πρῶτον ἐκώλυεν . ὡς δὲ Ἑρμῆς ἠνάγκαζε λέγων τὸν Δία προστεταχέναι , ἔφη : „
: καὶ ἄλλος μέν , φησίν , ἄλλο προσέφερεν , Ἑρμῆς δὲ τὴν ῥητορικὴν ἐχαρίσατο , καὶ ἵνα τὰ μὲν
6020299 ἀδελφῃ
μνᾶς καὶ Δημοφῶντι τὰ δύο τάλαντα , οὔπω μέλλοντι τῇ ἀδελφῇ τῇ ἐμῇ συνοικήσειν , καρποῦσθαι δοῦναι . ταῦτα δὴ
. Καὶ ὡς ἔλαβεν εἴκοσι μνᾶς ὁ Μενεκλῆς ἐπὶ τῇ ἀδελφῇ προῖκα , τὴν μαρτυρίαν ταύτην πρῶτον βούλομαι παρασχέσθαι .
5989692 ἐπιμεριζει
συζευχθήσεται . Τοῦ Ζηνὸς ἡ φαρταρία ἐστὶν ἔτη ιβ : ἐπιμερίζει δὲ αὐτὸς κατ ' ἀρχὰς τὸ ἕβδομον τούτων ,
Ϛ ἔγγιστα ἤτοι τὸ ζʹ τῶν οἰκείων ἐτῶν : εἶτα ἐπιμερίζει ἕκαστος τῶν λοιπῶν ἀστέρων κατὰ τὸ ἕβδομον τῶν οἰκείων
5986121 Οὐρανιαν
. Ἁ Κύπρις οὐ πάνδαμος : ἱλάσκεο τὰν θεὸν εἰπὼν Οὐρανίαν , ἁγνᾶς ἄνθεμα Χρυσογόνας οἴκῳ ἐν Ἀμφικλέους , ᾧ
πρώτην μὲν Καλλιόπην , εἶτα Κλειὼ Μελπομένην Εὐτέρπην Ἐρατὼ Τερψιχόρην Οὐρανίαν Θάλειαν Πολυμνίαν . Καλλιόπης μὲν οὖν καὶ Οἰάγρου ,
5980788 Ἑκατῃ
ἔθος ἦν ἄρτους καὶ ἄλλα τινὰ κατὰ μῆνα τιθέναι τῇ Ἑκάτῃ τοὺς πλουσίους , λαμβάνειν δὲ ἐξ αὐτῶν τοὺς πένητας
ἐστι κέρατα ἔχον μεμιμημένα , προσφερόμενον Ἀπόλλωνι καὶ Ἀρτέμιδι καὶ Ἑκάτῃ καὶ Σελήνῃ . μελιτοῦττα μὲν Τροφωνίῳ ὡς ἀρεστήρ ,
5950438 Σεμελῃ
γὰρ ὁ θεός . καὶ ὁ Ζεὺς διὰ πυρὸς τῇ Σεμέλῃ συνῆλθεν . οὐ γὰρ ἀργῶς τοῦτο παρέλαβεν ὁ ποιητής
ὁ οὖν Ζεὺς θᾶττον τὸ ἔμβρυον ὃ ἦν ἐν τῇ Σεμέλῃ λαβών , ἔβαλεν εἰς τὸν μηρὸν καὶ ἔρραψεν ἕως
5950234 Ἰσιδι
τε Κρόνιος ἄμητος . Ἄστεα διφρηλάτᾳ πάντα δι ' ἀνακτόρων Ἴσιδι χορεύεται . . . . . . . .
τὰ κατὰ τὴν Αἴγυπτον καταστήσαντα καὶ τὴν τῶν ὅλων ἡγεμονίαν Ἴσιδι τῇ γυναικὶ παραδόντα , ταύτῃ μὲν παρακαταστῆσαι σύμβουλον τὸν
5939042 θυει
Σκυθίαν διακομίζει . ἔνθα αὐτὸς σφάζει μὲν τὸν κριὸν καὶ θύει Διὶ Φυξίῳ , ὅτι ἐξέφυγε τὴν ἐπιβουλὴν τῆς μητρυιᾶς
ἐκεῖθεν δὲ διαβὰς τὸν πόρον ἧκεν ἐς Μέμφιν : καὶ θύει ἐκεῖ τοῖς τε ἄλλοις θεοῖς καὶ τῷ Ἄπιδι καὶ
5928940 εἰκασθεις
ἡ Λυκάονος θυγάτηρ , σύνθηρος ἦν Ἀρτέμιδι , ᾗ Ζεὺς εἰκασθεὶς Ἀρτέμιδι συνεμίγη , ἄρκτον δὲ ταύτην ποιεῖ διὰ τὸ
τῆς οἴκαδε νόστου τύχωσιν , ὁ Τρίτων αὐτοῖς ἐπεφάνη , εἰκασθεὶς Εὐρυπύλῳ , καὶ ἐκ τῆς παρατυχούσης αὐτῷ γῆς λαβών
5919896 παντροφος
πολύτοκος . πάντροφος ] ἡ παντελῶς τρέφουσα τὰ τέκνα . πάντροφος ] ἡ δι ' ὅλου τοῦ ἔτους τίκτουσα :
δυσκόλως κοιμωμένη . . ἄγρυπνος διὰ τὸν φόβον . . πάντροφος πελειὰς ] ἡ δι ' ὅλου τοῦ ἔτους τίκτουσα
5912826 Ἑστιᾳ
Τιτάνων ἀρχήν φασι τὸν Δία τὴν βασιλείαν διαδεξάμενον ἐπιτρέψαι τῇ Ἑστίᾳ λαβεῖν ὅτι ἂν βούλοιτο : τὴν δὲ τὴν παρθενίαν
καὶ πρώτους ἀδικούντων τοὺς οἰκείους , ἐπεὶ ἔθος ἦν τῇ Ἑστίᾳ πρώτῃ τῶν ἄλλων θεῶν θύειν . φέρεται δέ τις
5912702 ἀγουσῃ
νομίζοντες ὅσον τὸν στρατὸν αὐτῶν . ἡ δὲ πόλις πομπὴν ἀγούσῃ προσεῴκει μᾶλλον ἢ πρὸς ἀγῶνα κοσμουμένῃ . ἱερά τε
τῇ ὀρθούσῃ τὰς γυναῖκας καὶ εἰς σωτηρίαν ἐκ τῶν τοκετῶν ἀγούσῃ . τῇ Ἀρτέμιδι . τὰν μεθέπων : ἥντινα διώκων
5896125 μηνιδι
πρῶτον μὲν περὶ τὴν Οἴτην διατρίβων ἦλθεν εἰς Αἰτωλίαν Ἀρτέμιδος μήνιδι , ὅτι οὐκ ' ἔθυσεν αὐτῇ ὁ Οἰνεὺς .
. ἄξια δῶρα δίδωσι μεταλλήξαντι χόλοιο : ὅτι ἀντιφράζει τῇ μήνιδι τὸν χόλον . . . . εἰ δὲ σὺ
5890033 φιλομμειδης
κακὸν ῥέζουσαν ἐνωπῇ ; Τὴν δ ' ἠμείβετ ' ἔπειτα φιλομμειδὴς Ἀφροδίτη : οὖτά με Τυδέος υἱὸς ὑπέρθυμος Διομήδης ,
τε κατὰ πτόλιας σοβέονται . ἐν δ ' Ἑρμοῦ ζώοισι φιλομμειδὴς Ἀφροδίτη θῆκε προϊσταμένους μεγάλων βιότοιο γυναικῶν , κείνων δ
5867715 ἐπιγραφομενῃ
. ὃ καὶ Γαληνὸς ποιεῖ ἐν τῇ παρ ' αὐτοῦ ἐπιγραφομένῃ Τέχνῃ μικρᾷ ὅλην πραγματείαν ἀποτελῶν συνισταμένην ἐκ τῆς τοῦ
' ἐν τῇ τετάρτῃ μὲν τῆς ἱστορίας Εὐρώπῃ δ ' ἐπιγραφομένῃ βίβλῳ , περιοδεύσας τὴν Εὐρώπην μέχρι Σκυθῶν ἐπὶ τέλει
5866287 περιρρυτῳ
μὲν ἄρ ' ἐξενάριξε βίη Ἡρακληείη βουσὶ πάρ ' εἰλιπόδεσσι περιρρύτῳ εἰν Ἐρυθείῃ ἤματι τῷ , ὅτε περ βοῦς ἤλασεν
πυριφλέκτους βλάβας . Ὡς μή σε Κάδμος ὤφελ ' ἐν περιρρύτῳ Ἴσσῃ φυτεῦσαι δυσμενῶν ποδηγέτην , τέταρτον ἐξ Ἄτλαντος ἀθλίου
5861785 Ἀργειᾳ
κλῃδοῦχον Ἥρας φασὶ δωμάτων ποτὲ Ἰὼ γενέσθαι τῇδ ' ἐν Ἀργείᾳ χθονί . ἦν ὡς μάλιστα , καὶ φάτις πολλὴ
παίδων ὁ πρεσβύτερος τὴν βασιλείαν διεδέχετο τοῦ πατρὸς τελευτήσαντος . Ἀργείᾳ οὖν τῇ Ἀριστοδήμου γυναικὶ γεγόνασι δίδυμοι καὶ τοῦ ἀνδρὸς
5852628 κορῃ
ἡ δὲ φθάνει προαισθομένη καὶ προσπίπτει πρὸς τὸ στῆθος τῇ κόρῃ : πρὸς τὰ γόνατα γὰρ καταβαίνειν βιαζομένην ἡ παρθένος
χθόνα , τουτέστιν εἰς τὴν Μαιναλίαν χθόνα . Μαινάλου δὲ κόρῃ τῇ ἀπὸ Μαινάλου ὄρους Ἀρκαδίας . ὡς φιλοκύνηγος δὲ
5821428 Διωνην
δὲ τὰς κληθείσας Τιτανίδας , Τηθὺν Ῥέαν Θέμιν Μνημοσύνην Φοίβην Διώνην Θείαν . ἀγανακτοῦσα δὲ Γῆ ἐπὶ τῇ ἀπωλείᾳ τῶν
ταῦτ ' οἶδα καὶ τὸν Δία τὸν Δωδωναῖον καὶ τὴν Διώνην καὶ τὸν Ἀπόλλω τὸν Πύθιον ἀεὶ λέγοντας ἐν ταῖς
5807822 ὁρτῃ
μυεῖται : καὶ τὴν φωνὴν τῆς ἀκούεις ἐν ταύτῃ τῇ ὁρτῇ ἰακχάζουσι . Πρὸς ταῦτα εἰπεῖν Δημάρητον : Σίγα τε
δ ' ἂν ἔχων τὸν χρυσὸν τὸν ἱρὸν ἐν τῇ ὁρτῇ ὑπαίθριος κατακοιμηθῇ , οὗτος λέγεται ὑπὸ Σκυθέων οὐ διενιαυτίζειν
5805641 ἱερειᾳ
περὶ δὲ τὸν χοᾶ τὸν ἑαυτοῦ ἕκαστον περιθεῖναι καὶ τῇ ἱερείᾳ ἀποφέρειν τοὺς στεφάνους πρὸς τὸ ἐν Λίμναις τέμενος ,
πλακοῦντα μέγαν καθ ' ὑπερβολὴν ἤνεγκεν τῇ θεῷ καὶ τῇ ἱερείᾳ εἶπεν ὅτι τὸ παρὸν ἀπορούμενος ἀξιοῖ τὴν Ἀφροδίτην συγγνώμην
5803926 στολῃ
, μέλαιναν ἐσθῆτα περιβαλομένη καὶ ξιφίδιόν τι κρύπτουσα ὑπὸ τῇ στολῇ , οὔτε προσαγορεύουσα κατὰ τὰς συναντήσεις οὐδένα τῶν ἀσπαζομένων
σχῆμα τὸ βασιλικὸν εὐωχεῖσθαι καὶ τοὺς ὑπηκόους οἰκέτας ὁμοίᾳ περιβάλλειν στολῇ , μηδὲν τῷ βασιλεῖ πλέον ἀπονέμοντας , ἐπεὶ οὕτως
5800315 Κυλληνιος
Ἠέλιον καὶ νυκτεροφεγγέα Μήνην , θῆλυ δὲ καὶ ζῶον κατέχῃ Κυλλήνιος Ἑρμῆς , πάσχους ' αἴσχεα πολλὰ γυναικῶν ἔργα τελοῦντες
κώμῃ τῆς Βοιωτίας , ὅθεν Ὀγκαία Ἀθηνᾶ λέγεται , ὡς Κυλλήνιος Ἑρμῆς , καὶ ὁ Ζεὺς ὁ πατὴρ πάντων φιλεῖ
5779806 ἀγλαϊᾳ
στεφάνων τάν τε ἀριδρέπτων ἀοιδάν : Διόθεν τέ με σὺν ἀγλαΐᾳ ἴδετε πορευθέντες ἀοιδαῖς δεύτερον ἐπὶ τὸν κισσοδαῆ θεόν ,
εἶπεν , ἀντὶ τοῦ θάλλουσιν , καὶ ἐν εὐθυμίᾳ καὶ ἀγλαΐᾳ καὶ χαρᾷ διάγουσι . . ΚΟΥΡΟΤΡΟΦΟΣ . Κουροκτόνος μὲν
5768637 εὐκλεϊ
ἀγῶνι . τόν , ὦ πολῖται , κωμάξατε Τιμοδήμῳ σὺν εὐκλέϊ νόστῳ : ἁδυμελεῖ δ ' ἐξάρχετε φωνᾷ . Ὦ
δὲ μολπὰ πρὸς κάλαμον ἀντιάξει μελέων , τὰ παρ ' εὐκλέϊ Δίρκᾳ χρόνῳ μὲν φάνεν : ἀλλ ' ὥτε παῖς
5767961 τροφῳ
] ἀρήγειν ἀπὸ κοινοῦ . γῇ τε μητρὶ , φιλτάτῃ τροφῷ ] βροτῶν : τουτέστι τῇ μητρὶ τῇ φιλτάτῃ τῶν
ἐμὰς μόρον τ ' ἐμὸν γέροντι πατρὶ τῇ τε δυστήνῳ τροφῷ . Ἦ που τάλαινα , τήνδ ' ὅταν κλύῃ
5764811 Ἰδῃ
. ὅθεν Αἰνείαν τε οὕτως ἐπελθὼν ὀλίγου ἀπέκτεινεν ἐν τῇ Ἴδῃ καὶ πολλοὺς ἄλλους κατὰ τὴν χώραν , καὶ τῶν
ἄκρου ἔαρος εὐθὺς ἱσταμένου τοῦ Θαργηλιῶνος , ἐν δὲ τῇ Ἴδῃ περὶ πεντεκαίδεκα μάλιστα ἡμέρας : μετὰ δὲ ταῦτα διαλιπόντα
5760395 φερνας
ὦ Οἰδίπους δηλονότι : γάμων φερνὰς διδούς : τὰς ἀρχὰς φερνὰς διδούς : ἀπὸ κοινοῦ τὸ διδούς : φερνὰς δέδωκε
μέγα : προσθεὶς γὰρ ὁ σπείρας τε καὶ θρέψας πατὴρ φερνὰς ἀπώικις ' , ὡς ἀπαλλαχθῆι κακοῦ . ὁ δ
5746216 Βακτριας
. . . σκληρᾶς ] πετρώδους . γῆς ] τῆς Βακτρίας . κατέφθιτο ] ἐφθάρη . . Ἀμίστρης ] ὄνομα
ἔθνος τῆς Ἰνδικῆς , ἀπὸ Δάονος . Δάραψα , πόλις Βακτρίας , ὡς Στράβων . τὸ ἐθνικὸν Δαραψηνός καὶ Δαραψιανός
5732845 Ληδᾳ
ἄλλα πολλὰ ἔλεγεν ἐπαγωγά , καὶ δῶρα ἐδίδου τῇ τε Λήδᾳ καὶ τοῖς ἄλλοις τοῖς προσήκουσιν , ὅσα οὐδὲ ξύμπαντες
ἐν τῷ ἕλει τοῦτο κατέλιπε . ποιμὴν δὲ εὑρὼν τῇ Λήδᾳ τοῦτο κομίζει , ἡ δὲ λάρνακι θεμένη ἐφύλαττε .
5725742 Ἀφροδιτης
τοῦ θεάτρου δὲ οὐ πόρρω Νεμέσεως ναὸς καὶ ἕτερός ἐστιν Ἀφροδίτης : μεγέθει μεγάλα λίθου λευκοῦ τὰ ἀγάλματα . καὶ
. Οἱ δὲ ἐν τῷ Βορείῳ στεφάνῳ τῷ τε τῆς Ἀφροδίτης καὶ τῷ τοῦ Ἑρμοῦ . Οἱ δὲ κατὰ τὸν
5721282 χθονιᾳ
ἀρετᾶν δρόσῳ μαλθακᾷ ῥανθεισᾶν κώμων ὑπὸ χεύμασιν , ἀκούοντί ποι χθονίᾳ φρενί , σφὸν ὄλβον υἱῷ τε κοινὰν χάριν ἔνδικόν
„ ἀνθυποφέρει γὰρ τῇ μὲν τραχείᾳ λείαν , τῇ δὲ χθονίᾳ τὴν οὐρανίαν , ἀντὶ τοῦ λαμπράν . Χλιδή .
5720615 θαλιας
πόλεσιν | Ἑλληνικαῖς τε καὶ βαρβαρικαῖς εὐωχίας , εὐφροσύνας , θαλίας , ἑορτὰς ἐπαλλήλους παρέχει : πάντων γὰρ τῶν λεχθέντων
τοῦ Ἐρατίδου τοῦ προγόνου τοῦ Διαγόρου , ἔχει ἡ πόλις θαλίας , ἤγουν εὐωχίας , εὐφροσύνας . ἐν δὲ μοίρᾳ
5714890 χρυσῃ
ὁλοσχερῶς ἢ ἀπὸ μέρους : ὁλοσχερῶς μὲν Ἀρτέμιδι ἰκέλη ἠὲ χρυσῇ Ἀφροδίτῃ : ἀπὸ μέρους δέ , ὄμματα καὶ κεφαλὴν
μία δωρεά . προεστεφανώκει δὲ καὶ ἕκαστον πρὶν εἰσελθεῖν στλεγγίδι χρυσῇ : πέντε χρυσῶν ἑκάστῃ δ ' ἦν τὸ τίμημα
5705146 ἀριστῃ
ὁ Δελφὸς ἐν Ὑπομνήμασιν , ὧν ἀρχὴ „ ἐν τῇ ἀρίστῃ πολιτείᾳ „ , φησίν : ὁ καλούμενος κότταβος παρῆλθεν
πρὸς ἀλλήλας , ὡς ἐλέγομεν . καὶ ὁ μὲν τῇ ἀρίστῃ μίξει χρησάμενος τούτων τὸν ἄριστον δηλαδὴ τῶν πολιτικῶν λόγων
5681896 Ἀμυμωνῃ
γυναιξὶν ἀπειλῶν ἀπο - καταστήσειν τε ἐν Λέρνῃ καὶ τῇ Ἀμυμώνῃ τῇ γενομένῃ ἐκ τῆς τοῦ Ποσειδῶνος τριαίνης ἐπαγγελλόμενος αὐτὰς
οὖν Τριαίνᾳ ἐπεξηγήσατο διὰ τοῦ Ποσειδωνίοις Ἀμυμωνίοις : ἄλλως : Ἀμυμώνῃ τῇ ἡρωίνῃ μέλλων Ποσειδῶν συγγίνεσθαι ὀρθὴν ἔπηξε τὴν τρίαιναν
5675131 συμπαρῃ
παραπέσῃ ὁ δὲ παρ ' αἵρεσιν καὶ φθοροποιὸς τῷ ἑτέρῳ συμπαρῇ , χωρίζει τοὺς γονεῖς . Κρόνος μεθ ' Ἡλίου
βραδέως ἄνω βλέποντας . ἐὰν δὲ καὶ ♄ συσχηματισθῇ ἢ συμπαρῇ μέχρι μὲν τῆς ☍ κινδυνεύουσι διὰ τὰς ἐπιτάσεις τῶν
5671951 Κρονος
θάλασσαν ἔχει , καὶ ἐπ ' αὐτῇ λέγεται λόγος ὡς Κρόνος τῆς θαλάσσης ἐνταῦθα ἔρριψε τὸ δρέπανον , ᾧ τὸν
, ὀξεῖα ἔσται ἡ νόσος καὶ ἐπικίνδυνος , εἰ δὲ Κρόνος , χρονία τε ἅμα καὶ χαλεπὴ γίνεται ἡ νόσος
5671697 Σαμιᾳ
' ἱστορεῖται τὸ συλληφθὲν καὶ πηγνύμενον προστεθεὶς ὁ ἐν τῇ Σαμίᾳ γῇ εὑρισκόμενος λίθος , ἀετίτης λίθος περιαπτόμενος , μαλάχης
τῇ Σαμίῃ περὶ μὲν τρίχας ἄμπελος ἔρπει Λέγεται ὡς τῇ Σαμίᾳ Ἥρᾳ περιέρπει τὰς τρίχας ἄμπελος , πρὸς δ '
5651721 λευσσῃ
τῆμος παρθενικῆς . ἶσον δὲ καὶ εἰ Ζεὺς μαρτυρίῃσιν Ἑρμείην λεύσσῃ πλευρὴν ἰσόμοιρον ὁδεύων . Ἀφρογενὴς δὲ μεσουρανίου κλίνας '
πενίῃ δὲ μογεῦσι καὶ ὅσσοις φῶτα δύ ' ὥρην μὴ λεύσσῃ , πάμπαν δέ τ ' ἀπόστροφον οἶμον ὁδεύῃ .
5651146 Νεμεᾳ
ἅμα οἱ μὲν περὶ τοὺς Κοριν - θίους ἐν τῇ Νεμέᾳ ἦσαν , οἱ δὲ Λακεδαιμόνιοι καὶ οἱ σύμμαχοι ἐν
ξυνῆλθεν : ὤφθη δὲ μάλιστα ἕως ἔτι ἦν ἁθρόον ἐν Νεμέᾳ , ἐν ᾧ Λακεδαιμόνιοί τε πανστρατιᾷ ἦσαν καὶ Ἀρκάδες
5650179 εὐστεφανος
λέγων : νύμφαι Χαρίτεσσιν ὁμοῖαι , Φαισύλη ἠδὲ Κορωνίς , εὐστέφανός τε Κλέεια , Φαιώ θ ' ἱμερόεσσα καὶ Εὐδώρη
Ἀστρικῇ αὑτοῦ βίβλῳ διδάσκει λέγων : Φαισύλη ἠδὲ Κορωνίς , εὐστέφανός τε Κλέεια , Φαιώ θ ' ἱμερόεσσα καὶ Εὐδώρη
5643464 τραπεζῃ
νῦν καταβοῶσιν ὡς τρὶς πλεύσαντος εἰς Σικελίαν ἐπὶ χρήμασι καὶ τραπέζῃ ; Κηφισιδώρους δὲ καὶ Εὐβουλίδας καὶ Τιμαίους καὶ Δικαιάρχους
μέλλοντι ἐς μάχην καὶ ὡπλισμένῳ τῶν ἱερείων τὰ σπλάγχνα ἐπὶ τραπέζῃ προκεῖσθαι , τὴν δέ οἱ θυγατέρα ἐπιφανῆναι μέλαιναν ἐσθῆτα
5640640 Νυσῃ
. τὸ ἰαχήσαμεν ἀντὶ τοῦ ἰαχοῦμεν . . τὸν ἐν Νύσῃ χώρᾳ Αἰθιοπίας γεννηθέντα υἱὸν δηλονότι . Θ . 〚
καὶ ταῖς βάκχαις τὴν ἐπίθεσιν ἐν τῇ κατὰ τὴν Ἀραβίαν Νύσῃ πεποιῆσθαι . τὸν δ ' οὖν Διόνυσόν φασι κολάσαντα
5634211 Πολιαδι
ἐπ ' ᾧ ἀπάξουσι ἔτεος ἑκάστου τῇ Ἀθηναίῃ τε τῇ Πολιάδι ἱρὰ καὶ τῷ Ἐρεχθέϊ . Καταινέσαντες δὲ ἐπὶ τού
ἔριξε λευκωλένῳ ἄκναμπτον Ἥρᾳ μένος ἀντερείδων [ ] ὅσα τε Πολιάδι . πˈρὸ πόνων δέ κε μεγάλων Δαρδανίαν ἔπˈραθεν ,
5629505 Ψαυμις
φύσει πολιὸς ὑπάρχων . ὅθεν δῆλον ὡς καὶ αὐτὸς ὁ Ψαῦμις ἤδη πολιὸς ὢν ἐνίκησεν . ἅπερ : ἀντὶ τοῦ
βροντᾶς : ἐπειδὴ ὁ ἀγὼν Ὀλυμπιακὸς , τοῦτον δὲ ὁ Ψαῦμις ἐνίκησεν , εἰκότως ἐξ αὐτοῦ τοῦ Διὸς ποιεῖται τὸ
5623233 Παρθενῳ
Παρθένῳ μοίραις ιζ κβ ∠ ʹ , τὸν δὲ ἀκριβῆ Παρθένῳ μοίραις ιε α ∠ ʹ . Πάλιν ἐπὶ σελήνης
Ζυγῷ . τὰς δὲ τῶν γάμων συγγραφὰς ποιεῖσθαι Λέοντι , Παρθένῳ , Ζυγῷ , Ὑδροχόῳ , Σκορπίῳ : παράμονοι γὰρ
5617669 Ἑλενῃ
εἶτα ἠράσθη αὐτῆς ὁ Θῶνις , βίαν αὐτοῦ προσφέροντος τῇ Ἑλένῃ ἐς ὁμιλίαν ἀφροδίσιόν φησιν ὁ λόγος τὴν Διὸς αὐτὰ
ἀγάλματός ἐστιν εἰργασμένα , τοσόνδε ἐς τὸ σαφὲς προδηλώσας . Ἑλένῃ Νέμεσιν μητέρα εἶναι λέγουσιν Ἕλληνες , Λήδαν δὲ μαστὸν
5605858 Ἀρτεμις
ὕλη . ἀλλ ' οὔ οἱ τότε γε χραῖσμ ' Ἄρτεμις ἰοχέαιρα . ἡ διπλῆ , ὅτι σαφῶς τὸ βάλλειν
λοιμὸς γὰρ ἐγένετο , αἴτιοι δὲ τῶν λοιμῶν Ἀπόλλων καὶ Ἄρτεμις . λοιμοῦ οὖν γενομένου συναπήλαυσαν οἱ μηδὲν αἴτιοι .
5599896 Διι
πράγματα προαγορεύει . Ἥρα δὲ γυναιξὶ μὲν τὰ αὐτὰ τῷ Διὶ σημαίνει , ἀνδράσι δὲ ἥττονα . τὰ δὲ αὐτὰ
φησιν Ἡγήσανδρος , πρώτου Ἰάσονος συναγαγόντος τοὺς Ἀργοναύτας καὶ Ἑταιρείῳ Διὶ θύσαντος καὶ τὴν ἑορτὴν Ἑταιρείδια προσαγορεύσαντος . θύουσι δὲ
5596573 σπονδῃ
πλεονασμῷ τοῦ π . σπογγοτόμοι : σπόγγος ἀπὸ τοῦ ἐν σπονδῇ γεμίζεσθαι , ἢ παρὰ τὸ ἐπισπᾶσθαι τὸ ὑγρόν .
Οὔτε βωμοὺς ποιεῦνται οὔτε πῦρ ἀνακαίουσι μέλλοντες θύειν : οὐ σπονδῇ χρέωνται , οὐκὶ αὐλῷ , οὐ στέμμασι , οὐκὶ
5591407 Ῥεᾳ
: Τάτιος δὲ Ἡλίῳ τε καὶ Σελήνῃ καὶ Κρόνῳ καὶ Ῥέᾳ , πρὸς δὲ τούτοις Ἑστίᾳ καὶ Ἡφαίστῳ καὶ Ἀρτέμιδι
συνάπτει μὲν οὐρανὸν τῇ γῇ , συνάπτει δὲ Κρόνον τῇ Ῥέᾳ , συνεργοῦντος αὐτῷ πρὸς ταῦτα τοῦ ἔρωτος : εἶτα
5590185 Νεμεσει
ἄγγος εἰς ὃ ἔβαλλον τὰς λάταγας , ὡς Κρατῖνος ἐν Νεμέσει δείκνυσιν : ὅτι δὲ καὶ χαλκοῦν ἦν , Εὔπολις
τὰς ὄρνις μόλις . ὀρνίθια δ ' εἴρηκε Κρατῖνος ἐν Νεμέσει οὕτως : τἄλλα πάντ ' ὀρνίθια . ἐπὶ δὲ
5584787 Χαριτων
πνέουσιν αὖραι , μέλος ὀργάνων δονεῖται , τάχα παστὸν Ἀφροδίτῃ Χαρίτων πλέκουσι κῶμοι . Ὁ δ ' ἔρως ὁ πάντα
, τῷ Ἰξίονι , οὕτω : Μόνη ἡ νεφέλη ἄνευ Χαρίτων τέκεν αὐτῷ , τῷ Ἰξίονι , γόνον . Ἰστέον
5582356 γηθυλλιδα
ἀπὸ τῆς τραπέζης . ἑώρακα δὲ καὶ αὐτὸς οὐκ ἐλάττω γηθυλλίδα γογγυλίδος καὶ τῆς στρογγύλης ῥαφανῖδος . ἱστοροῦσι δὲ τὴν
παρὰ Δελφοῖς τῇ θυσίᾳ τῶν Θεοξενίων , ὃς ἂν κομίσῃ γηθυλλίδα μεγίστην τῇ Λητοῖ , λαμβάνειν μοῖραν ἀπὸ τῆς τραπέζης
5582327 μιγεισα
καὶ ἤδη μελανθέντα ῥάφανος καταπλασσομένη καὶ ἄρου ῥίζα τεθεῖσα καὶ μιγεῖσα μέλιτι καταπλασσομένη . τὰ δὲ μετὰ φλεγμονῆς ὑπώπια πυριῶν
περὶ πάντων Οὐρανιώνων γείνατ ' ἄρ ' αἰγιόχοιο Διὸς φιλότητι μιγεῖσα . λοισθοτάτην δ ' Ἥρην θαλερὴν ποιήσατ ' ἄκοιτιν
5577679 Λατοι
* * * ἄγοις , ὦ κλυτά , θεράποντα , Λατοῖ * * * ἀγοράζειν Ὦ Πάν , Ἀρκαδίας μεδέων
οἷον Ὁ Μουσαγέτας με καλεῖ χορεῦσαι ἄγοις ὦ κλυτὰ θεράποντα Λατοῖ . Ἐπιωνικὸν δὲ ἀπὸ μείζονος τρίμετρον καταληκτικόν ἐστι ,
5577260 Κλειοι
ἀλκὰς Ἀχαιῶν . Ὡσεὶ κυβερνήτας σοφός , ὑμνοάνασς ' εὔθυνε Κλειοῖ νῦν φρένας ἁμετέρας , εἰ δή ποτε καὶ πάρος
ὄρνιθος λαβὼν τὴν εὐκαιρίαν . διαβαδίζουσα γὰρ ἔτυχεν ἅμα τῇ Κλειοῖ καὶ ἐπιστᾶσα τῷ ταῲ καταντίον . ἔτυχε γὰρ τύχῃ
5559488 πανδερκης
θνητοί τε Γίγαντες σύμβαλον εἰς ἔριδα κρατερὴν κάρτιστοι ἐόντες : πανδερκὴς δ ' ἄρ ' ἔπειτα θεὰ Νέμεσις πολύμορφος καὶ
νίκῃσιν ἀγάλλονται κατ ' ἀγῶνας . καλὴ καὶ Μήνη καὶ πανδερκὴς Ὑπερίων ἀλλήλους ὁρόωντες ἐναντίοι ἢ τετράγωνοι , * *
5559434 συνελθων
, ὡς δύναιτο εὐπρεπῶς , ἐργάσασθαι . ὃ δὲ Σύλλᾳ συνελθὼν ἐς λόγους εἶπε : ” φίλος ὢν ὑμῖν πατρῷος
τῇ Ἐχίδνῃ , ἤγουν τῇ τῶν καρπῶν ἀφθόνῳ ἀπολαύσει , συνελθὼν ὁ Τυφών , ἤτοι ἡ θερμότης τοῦ ἔρωτος ,
5554678 τελουμενος
πλεονασμῷ τοῦ Ι Νέμεια . Ἦν δὲ τὰ Νέμεια ἀγὼν τελούμενος ἐν τῇ Νεμείᾳ . Ἀχυρ - μιά τὸ ἄχυρον
οὕτω πραττόμενος ὁ νόμος δίκαιός ἐστιν ἑκάστοτε καὶ ὡς ἔτυχε τελούμενος καὶ παρ ' ὧν , ἀλλ ' ὡς δεῖ
5553495 Ἀσσυριᾳ
κατὰ τὴν ἐπιζευγνυμένην γραμμὴν , ἀπὸ τοῦ εἰρημένου πρὸς τῇ Ἀσσυρίᾳ καὶ τῇ Μηδίᾳ πέρατος μέχρι τῶν εἰς τὸν Περσικὸν
. . οε ∠ ʹ λη ∠ ʹ καὶ τῇ Ἀσσυρίᾳ παρὰ τὴν διὰ τοῦ Νιφάτου ὄρους γραμμὴν ἕως ἐπ
5550198 Περσεφονῃ
τελευτήσαντι συμπάρεστι . δοκεῖ δὲ ὁ Ἄδωνις ἓξ μῆνας παρὰ Περσεφόνῃ ποιεῖν , ὁμοίως δὲ καὶ παρὰ Ἀφροδίτῃ . ἄτερ
Ἅιδου ἀνιερῶσαι κίονα τῷ Ἅιδῃ καὶ τῇ Κόρῃ ἤτοι τῇ Περσεφόνῃ ἐφ ' ᾧ καὶ τὴν περικεφαλαίαν αὐτῇ ἀνέθηκε .
5549382 γεννησει
, ὅπου πέφυκεν εἶναι . Προιέναι δὲ εἰ μέλλοι , γεννήσει ἑαυτῇ τόπον , ὥστε καὶ σῶμα . Τῆς δὴ
πάντως ὡς πικρίας καὶ πόνων μετεσχηκὼς , τῆς παιδεύσεως ἀειθαλῆ γεννήσει ποιήματα : ταῦτα τοίνυν ὁ Ἡσίοδος ἢ ὄψει ὀνείρων
5547315 μητρι
τὸ μὴ καλῶς γενόμενον οὔποτε ἐπαινέσομεν οὐδὲ ἄνοιμοι παῖδες καλὸν μητρὶ λόχευμα : . . λόχευμα . τὸ γέννημα *
ἐκείνην δῶρα δέξασθαι τάδε . ἴθ ' ὡς τάχιστα : μητρὶ δ ' ὧν ἐρᾶι τυχεῖν εὐάγγελοι γένοισθε πράξαντες καλῶς

Back