τὸν Λυσικλέα ῥήτορα δεινότατον παρεσκευάσατοὡς Αἰσχίνης ὁ Σωκρατικὸς ἐν διαλόγῳ Ἀσπασίᾳ . οὐ τοίνυν οὐδὲ Σωκράτης ἄλλως ἐχρῆτο τοῖς λόγοις
ὑπερβολὴν συνίσταται . Παράδειγμα ἄλλο τοῦ ἀπιθάνου . Περικλῆς τῇ Ἀσπασίᾳ συνόντα Σωκράτη κρίνει μοιχείας . Ἕκτον κατὰ τὸ ἀδύνατον
7579128 Σωκρατικος
ἄλλοις , δῆλον δὲ καὶ ἐν οἷς ἡ παῖς . Σωκρατικὸς δὲ ὁ τρόπος καὶ ἀρχαῖος τὸ ἐκ παντὸς χρήσιμόν
ἀνεῖλεν , ἀλλ ' ἤκουεν αὐτοῦ καθάπερ Ἀντισθένης φησὶν ὁ Σωκρατικὸς ἐν τῷ Ἡρακλεῖ . . . , . λέγει
7464099 Ἰαδι
τοῦ δήκω πεποιῆσθαί φησι τοῦτο δυσὶ διαλέκτοις , Δωρίδι καὶ Ἰάδι . οἵ τε γὰρ Δωριεῖς προστιθέασι , φησί ,
τέταρτος Δημοκρίτειος καὶ μαθηματικός , Ἀβδηρίτης , Ἀτθίδι γεγραφὼς καὶ Ἰάδι : οὗτος πρῶτος εἶπεν εἶναί τινας οἰκήσεις , ἔνθα
7350216 Ἀσπασιαν
Νὴ Δία , ὦ Σώκρατες , μακαρίαν γε λέγεις τὴν Ἀσπασίαν , εἰ γυνὴ οὖσα τοιούτους λόγους οἵα τ '
τέχνην δεινός . Ἀλλὰ καὶ διδασκάλους ἐπιγέγραπται τῆς τέχνης , Ἀσπασίαν τὴν Μιλησίαν , καὶ Διοτίμαν τὴν Μαντινικήν : καὶ
7293613 Ἰουλιδος
. Πρόδικος Κεῖος ἀπὸ Κέω τῆς νήσου , πόλεως δὲ Ἰουλίδος , φιλόσοφος φυσικὸς καὶ σοφιστής , σύγχρονος Δημοκρίτου τοῦ
. Ἰουλίς , πόλις ἐν Κέῳ τῇ νήσῳ , ἀπὸ Ἰουλίδος κρήνης . ἀφ ' ἧς Σιμωνίδης ἐστὶν ὁ μελοποιὸς
7268218 τραγῳδιᾳ
φησιν , ὦ ποιητά μοι , τί βουλόμενος ἔγραψας ἐν τραγῳδίᾳ ἔρρ ' αἰσχροποιέ ; καταπλαγεὶς δ ' Εὐριπίδης τὴν
τινα χρόνον διατρίψαντα , καὶ τῶν αὐτῶν λήρων ἐκχέαντα τῇ τραγῳδίᾳ . . 〛 γόνιμον δὲ ποιητὴν : Ἀντὶ τοῦ
7224274 Κρεουσῃ
ἢ λόγος , ἢ ἔπαινος , ἢ λοιδορία : Σοφοκλῆς Κρεούσῃ : τί δ ' ὦ γέραιε ; τίς ς
Πατρῷος Ἀπόλλων : οὗτος Ἀθήνησιν ἐτιμᾶτο : ἐπειδὴ Ἀπόλλων συγγενόμενος Κρεούσῃ τῇ Ἐρεχθέως ἐγέννησεν Ἴωνα , ἀφ ' οὗ Ἴωνες
7216838 διαδικασιᾳ
. . . . Προσχαιρητήρια : Λυκοῦργος ἐν τῇ Κροκωνιδῶν διαδικασίᾳ . ἑορτὴ παρ ' Ἀθηναίοις ἀγομένη ὅτε δοκεῖ ἀνιέναι
τῷ κατὰ Στρατοκλέους ἐξούλης . Δείναρχος μέντοι ἐν τῇ Κροκωνιδῶν διαδικασίᾳ ἰδίως κέχρηται τῷ τῆς ἐξούλης ὀνόματι ἐπὶ τῆς ἱερείας
7208767 Μελητου
παρὰ τοὺς νόμους αὐτῷ προστάττεσθαι : καὶ ὅτε τὴν ὑπὸ Μελήτου γραφὴν ἔφευγε , τῶν ἄλλων εἰωθότων ἐν τοῖς δικαστηρίοις
χαίρειν αὐτοὶ λέγοντες . ἢ τί ἂν εἴποιμεν Ἀνύτον καὶ Μελήτου πέρι , τῶν ἐμοῦ κατηγορησάντων , ἢ τῶν τότε
7131995 εἰσαχθεντων
χώραν , τοσούτους ἀνῆγον αἰχμαλώτους ὅσους ἕκαστος ἄγειν ἠδύνατο . εἰσαχθέντων δὲ αἰχμαλώτων εἰς τὴν πόλιν πλειόνων ἢ μυρίων ,
Δημοσθένης καὶ Λυκοῦργος . συναχθείσης οὖν ἐκκλησίας καὶ τῶν πρεσβευτῶν εἰσαχθέντων εἰς τὸ πλῆθος ὁ μὲν δῆμος ἀκούσας τῶν λόγων
7110492 Βακχυλιδης
ος ποιοῦσι τὴν γενικὴν καὶ φυλάττουσι τὸ ω , οἷον Βακχυλίδης Βάκχων Βάκχωνος , Σιμωνίδης Σίμων Σίμωνος , Μιτυληναῖος Μίτων
Κόρινθον διὰ τὸ ἀρχὴν ἢ τέλος εἶναι τῆς Πελοποννήσου . Βακχυλίδης : ὦ Πέλοπος λιπαρᾶς νάσου θεόδματοι πύλαι . ἢ
7049963 Σοφιστης
πάθους ἐκτὸςδηλαδὴ φθόνουἐπαντλεῖν τοῖς μαθητευομένοις τῆς διδασκαλίας τὰ νάματα . Σοφιστὴς δὲ λέγεται μὲν καὶ ὁ σοφίζων τινὰ καὶ διδάσκων
πρώτην μὲν τιθέασιν ἧς ἡγεῖται Πολιτεία Τίμαιος Κριτίας : δευτέραν Σοφιστὴς Πολιτικὸς Κρατύλος : τρίτην Νόμοι Μίνως Ἐπινομίς : τετάρτην
6995360 κοαλεμον
χηλάς . γαμφηλῇσι : σιαγόσι . δράκοντα τὸν ἀλλᾶντα . κοάλεμον τὸν κολούοντα καὶ παύοντα τὰ κακά : ὅτι καὶ
τὸν οὖν ἀνόητα καὶ μάτην κοοῦντα κοάλεμον ἔλεγον . ΓΘ κοάλεμον : σύγκειται δὲ ἡ λέξις ἐκ τοῦ ἠλέματος καὶ
6953711 εἰσαγγελιᾳ
ἔν τε τῷ κατὰ Θεοδότου καὶ ἐν τῇ κατὰ Καλλισθένους εἰσαγγελίᾳ . ὅτι δὲ τὰ λουτρὰ ἐκόμιζον ἐκ τῆς νῦν
τοῦ πεφαρμακεῦσθαι καὶ δεδέσθαι φαρμάκοις Δείναρχος ἐν τῇ Κατὰ Πυθέου εἰσαγγελίᾳ . . . . κοβαλεία : Δείναρχος ἐν τῇ
6948060 μαλακιᾳ
μηκέτ ' αἰτιῶ θεόν , ἤδη δὲ τῇ σαυτοῦ ζυγομάχει μαλακίᾳ . οὐδείς μ ' ἀρέσκει περιπατῶν ἔξω θεὸς μετὰ
οὗτος ὁ Παύσων ζωγράφος πένης σκωπτολόγος . Λυσίστρατος : ἐπὶ μαλακίᾳ διεβάλλετο . ἐν ἐνίοις δὲ καὶ πένης ὁ αὐτὸς
6908775 Κροκωνιδων
θύοντας , . : Θεοίνια : Λυκοῦργος ἐν τῇ διαδικασίᾳ Κροκωνιδῶν πρὸς Κοιρωνίδας . Τὰ κατὰ δήμους Διονύσια Θεοίνια ἐλέγετο
πρὸς τὴν Μιξιδήμου γραφήν . Προσχαιρητήρια : Λυκοῦργος ἐν τῇ Κροκωνιδῶν διαδικασίᾳ . ἑορτὴ παρ ' Ἀθηναίοις ἀγομένη ὅτε δοκεῖ
6905739 παλλακιδι
τὸν ἐς ἑταίρας καὶ πότους προῃρημένῳ . καὶ ἄλλος αὐτοῦ παλλακίδι ἐπιμανεὶς ὡς ἤδη θεραπαίνῃ τὸν ἄθλιον ἐν νεκροῖς ἠρίθμουν
Διονυσίῳ . λέγουσι δὲ ὅτι ποτὲ Γαλατείᾳ [ τινὶ ] παλλακίδι Διονυσίου προσέβαλε : καὶ μαθὼν Διονύσιος ἐξώρισεν αὐτὸν εἰς
6903714 Ἀτθιδι
καὶ ταῦτα , ὁποῖα λέγεται , πρότερον ἔτι ἐν τῇ Ἀτθίδι συγγραφῇ . Περσεῖ δ ' ἐς Λιβύην καὶ ἐπὶ
κατὰ τὸν Ἄλεξιν οὐδενὸς ἐμψύχου μεταλαμβάνεις , ὅς φησιν ἐν Ἀτθίδι τάδε : ὁ πρῶτος εἰπὼν ὅτι σοφιστὴς οὐδὲ εἷς
6848032 τραγῳδος
φεύγειν θλιβομένους περὶ ἀλλήλοις καὶ πατουμένους . ὡς δὲ ὁ τραγῳδὸς ἰδίᾳ τοὺς πρώτους αὐτῶν ἀπολαβὼν τήν τε τοῦ προσωπείου
. φορὰ γὰρ γέγονε νῦν τούτου καλή . . . τραγῳδὸς ἦν ἀγὼν Διονύσια . πικρόν ἐστι θρέμμ ' ἐν
6835058 Κεβητος
τοῦ τος κλίνονται Λάχης Λάχητος , Πάχης Πάχητος , Κέβης Κέβητος , Δάρης Δάρητος . Κλιθήτω σοι καὶ οὗτος ὁ
θώρακα δωρησώμεθα ὁπλιτικὸν τῶν μαλακῶν τῶν πεζῶν , καὶ ταῖς Κέβητος θυγατράσι χιτώνια τρία ἑπταπήχη , μὴ τῶν πολυτελῶν τῶν
6816705 Γρηγοριος
τοῦ ἐπιδοῦναι ἑαυτὴν καὶ μυῆσαι αὐτούς . ὁ οὖν θεῖος Γρηγόριος , ὡς καὶ τούτου ὄντος αἰσχροῦ καὶ τοῦ περὶ
ἱστάμενοι ἐπολέμουν ἀλλήλους καὶ τοὺς ἄλλους . Ὁ δὲ θεῖος Γρηγόριος περὶ θεαμάτων βούλεται εἰπεῖν ἡμῖν ἐνταῦθα . Αἱ ἑπτάπυλοι
6788321 Μενεξενος
, κινδυνεύομεν ὄναρ πεπλουτηκέναι . Τί μάλιστα ; ἔφη ὁ Μενέξενος . Φοβοῦμαι , ἦν δ ' ἐγώ , μὴ
ἢ Γρῦλος αʹ , Νήρινθος αʹ , Σοφιστὴς αʹ , Μενέξενος αʹ , Ἐρωτικὸς αʹ , Συμπόσιον αʹ , Περὶ
6781799 Τριφυλιᾳ
ἐρείπια . τῶν μὲν δὴ πόλεων ἦν τῶν ἐν τῇ Τριφυλίᾳ καὶ Σκιλλοῦς : ἐπὶ δὲ τοῦ πολέμου τοῦ Πισαίων
, ἔχειν δὲ τὸ ἀρχαῖον ἐπὶ Σαμικῷ τῷ ἐν τῇ Τριφυλίᾳ τιμάς : μετακομισθὲν δὲ ἐς τὴν Ἦλιν τιμῆς μὲν
6772751 Γαλατειᾳ
ἀλλὰ καὶ ] ἀμαθῆ καὶ ὑώδη . καὶ Νικοχάρης ἐν Γαλατείᾳ τί δῆτ ' ἀπαιδευτότερος εἶ Φιλωνίδου τοῦ Μελιτέως ;
εὔπορος καὶ ὡς μέγας τῷ σώματι καὶ ἠλίθιος . Νικοχάρης Γαλατείᾳ : τί δῆτ ' ἀπαιδευτότερος εἶ Φιλωνίδου τοῦ Μελιτέως
6746827 ἀπολογιᾳ
καὶ ἀποτροπῇ τὸ κράτος ἔχει καὶ τὸ δικανικὸν κατηγορίᾳ καὶ ἀπολογίᾳ , ἃ διὰ τῶν ἐγκωμιαστικῶν τόπων πρόεισι , πολὺς
πεπραγμένα , ἀλλὰ τὰ εἰκότα , ἔν τε κατηγορίᾳ καὶ ἀπολογίᾳ , καὶ πάντως λέγοντα τὸ δὴ εἰκὸς διωκτέον εἶναι
6741326 Ἱππιας
, ὥς τινες . Ἀριστοτέλης [ . ] δὲ καὶ Ἱππίας [ ] φασὶν αὐτὸν καὶ τοῖς ἀψύχοις μεταδιδόναι ψυχῆς
. . . : τρίτην δὲ περὶ Ἦλιν , ἧς Ἱππίας μνημονεύει : τετάρτην τὴν ἐν Θεσπρωτοῖς . . .
6737227 Εὐβουλιδην
τῷ κατὰ Τιμοκράτους . Ἐξένιζε : Δημοσθένης ἐν τῇ πρὸς Εὐβουλίδην ἐφέσει “ διαβεβλήκασι ” γάρ μου τὸν πατέρα ὡς
παρ ' Ἀθηναίοις . Πλωθεύς : Δημοσθένης ἐν τῇ πρὸς Εὐβουλίδην ἐφέσει . Πλωθειὰ δῆμος τῆς Αἰγηΐδος , ὅθεν ὁ
6726274 ἐπικρισει
καὶ τῶν κοινῇ πεπολιτευμένων . διὰ τοῦτο δὲ καὶ τῇ ἐπικρίσει ἐνδοιαστικῇ κέχρηται τῇ ὡς ἔοικεν , ἵνα τὸ ἄκων
ἀπὸ τούτων δέοι διοικεῖν , οὐ Φίλιππον λαμβάνειν , ἢ ἐπικρίσει οἰκείᾳ τὸ ἀόριστον συστήσειταύτην δὲ τὴν ἐπίκρισιν ὁ μὲν
6710817 Λυσικλεα
μὲν περὶ τὸν δῆμον τὸν Ἀθηναίων γεγένημαι βέλτιστος ἀνὴρ μετὰ Λυσικλέα καὶ Κύνναν καὶ Σαλαβακχώ , ὥσπερ νυνὶ μηδὲν δράσας
ΓΘ βέλτιστος ἀνὴρ : εὔνους καὶ ἄριστος . ΓΘ μετὰ Λυσικλέα καὶ Κύνναν καὶ Σαλάβακχαν : Λυσικλῆς ὡς προβατοκάπηλος διεβάλλετο
6705118 Ἁβρων
Ἅβρωνος βίος : ἐπὶ τῶν πολυτελῶν : τοιοῦτος γὰρ ὁ Ἅβρων , ἐξ οὗ καὶ τὸ ἁβρὸς καὶ ἁβροδίαιτος .
Ἅβρωνος βίος : ἐπὶ τῶν πολυτελῶν εἴρηται ἡ παροιμία . Ἅβρων γάρ τις ἐγένετο πλούσιος καὶ ἁβροδίαιτος . Δύναται δὲ
6688769 Ἀντιγονῃ
γὰρ θάνατον Μενοικέως ἡ μήτηρ αὐτοῦ ζῇ , ὡς ἐν Ἀντιγόνῃ φησί [ ] : καὶ μὴν ὁρῶ δάμαρτα τὴν
, : ἁρμός : ἡ ἁρμογὴ καὶ συνάφεια . Σοφοκλῆς Ἀντιγόνῃ : „ ἀθρήσαθ ' ἁρμὸν χώματος λιθοσπαδῆ „ .
6684994 Μεγαροθεν
πόθεν αἱ παῖδες αὗται καὶ τίνες ; νυνὶ μὲν ἥκουσιν Μεγαρόθεν , εἰσὶ δὲ Κορίνθιαι : Λαὶς μὲν ἡδὶ Μεγακλέους
' ἡμῶν προσδοκᾶν λίαν μέγα , μηδ ' αὖ γέλωτα Μεγαρόθεν κεκλεμμένον . ἡμῖν γὰρ οὐκ ἔστ ' οὔτε κάρυ
6679212 Πυκνι
τοῦ πράγματος . ἔδοξέ μοι περὶ πρῶτον ὕπνον ἐν τῇ Πυκνὶ ἐκκλησιάζειν πρόβατα συγκαθήμενα , βακτηρίας ἔχοντα καὶ τριβώνια .
Κλητῆρες . Μάρτυρες . Ἐὰν δὲ ἡ πόλις , ἐν Πυκνὶ τῇ ἐκκλησίᾳ . Πνύξ : ἐκκλησία παρ ' Ἀθηναίοις
6673216 Θεαγης
καὶ Ἐπινομὶς καὶ ὁ Ἀτλαντικός : τοῦ δὲ μαιευτικοῦ Ἀλκιβιάδαι Θεάγης Λύσις Λάχης : τοῦ δὲ πειραστικοῦ Εὐθύφρων Μένων Ἴων
αὐτοῦ καταδεηθείηκαὶ Παράλιος ὅδε , ὁ Δημοδόκου , οὗ ἦν Θεάγης ἀδελφός : ὅδε δὲ Ἀδείμαντος , ὁ Ἀρίστωνος ,
6669217 Χαρμιδης
' ἄλλων ἀκούσεσθε τὰ ὀνόματα . Καὶ αὐτοῖς ἀναγίγνωσκε . Χαρμίδης Ἀριστοτέλους : οὗτος ἀνεψιὸς ἐμός : ἡ μήτηρ ἡ
“ ποτέ ; ” “ Καὶ μάλα , ” ὁ Χαρμίδης εἶπεν , “ καὶ ἀκήκοα παρὰ τῶν ἀκριβῶς εἰδότων
6645296 ἐμμενετικος
ἀκρατὴς τοῦ ἐγκρατοῦς οὐκ ἔστι βελτίων : οὐκ ἄρα ὁ ἐμμενετικὸς τῇ δόξῃ ἐγκρατής , οὐδὲ ὁ ἐκστατικὸς ἀκρατής .
, καὶ ὅτι ὁ αὐτός ἐστιν ὁ ἐγκρατὴς καὶ ὁ ἐμμενετικὸς τῷ λογισμῷ , ἤτοι τῇ δόξῃ , ἤτοι καὶ
6641102 Μορσιμου
. σαυτὴν ἐπαινεῖς ὥσπερ Ἀστυδάμας , γύναι : Ἀστυδάμᾳ τῷ Μορσίμου εὐημερήσαντι ἐπὶ τραγῳδίας διδασκαλίᾳ Παρθενοπαίου δοθῆναι ὑπ ' Ἀθηναίων
ἑλκετρίβωνα . ἁρμοστῆρας ἀπέσχαζε ἅψαι μόνον σὺ κἂν ἄκρῳ τοῦ Μορσίμου , ἵνα σου πατήσω τὸν Σθένελον μάλ ' αὐτίκα
6639668 κιθαρῳδος
, μὴ ' πίσειέ μοι τὸν Μισγόλαν : οὐ γὰρ κιθαρῳδός εἰμ ' ἐγώ . ὁ τρίτος οὗτος δ '
αὐτοῦ καταμένειν ; Ἐν τῇ Κορίνθῳ παρεπεδήμησέν ποτε Στρατόνικος ὁ κιθαρῳδός , εἶτα γρᾴδιον ἐνέβλεπεν αὐτῷ κοὐκ ἀφίστατ ' οὐδαμοῦ
6635572 δημηγορησαι
θέσθαι , νόμον εἰσενεγκεῖν , νομοθετῆσαι νομοθετήσασθαι , δημαγωγῆσαι , δημηγορῆσαι , βουληγορῆσαι , συνηγορῆσαι τῷ δήμῳ , πιθανὸν εἶναι
ὅπλων . οἱ μὲν ἧκον : ὁ δὲ προῆλθε βουλόμενος δημηγορῆσαι καὶ σμικρᾷ τῇ φωνῇ λέγειν ἤρχετο . οἱ δὲ
6634369 μεταπεμπτος
βασιλεύειν ἐκεῖνον . διὰ καὶ τοῦ πατρὸς νοσοῦντος , ἤδη μετάπεμπτος ἀπὸ θαλάσσης γενόμενος , παντάπασιν ἀνέβαινεν εὔελπις ὢν ὡς
' αὐτὸν τοὺς ὀφθαλμοὺς καὶ τοῖς ἐν Ῥηγίῳ ἰατροῖς ἀπιστοῦντα μετάπεμπτος ἀπὸ Μεσσήνης ἐθεράπευε Ῥηγῖνος ἀνήρ , μετῳκηκὼς ἐς Μεσσήνην
6633608 διαμαρτυριᾳ
. Ἀδηφάγους τριήρεις : Λυσίας λέγει ἐν τῇ ὑπὲρ Εὐκρίτου διαμαρτυρίᾳ , εἰ γνήσιος ὁ λόγος , καὶ Ἀδηφάγον Πεντηκόντορον
εἶναι ; εἰκότως δ ' οὐ προσέγραψαν τὴν ποίησιν τῇ διαμαρτυρίᾳ . ἔδει γὰρ ἐγγράψαι αὐτοὺς εἰσποιησαμένου τοῦ δεῖνος :
6630142 Σφιγγι
κεφαλῆι ἀντίποινα τοῦ ἐκείνου δεσμοῦ , καίτοι ἐν τῆι ἐπιγραφομένηι Σφιγγὶ εἰπών : τῶι δὲ ξένωι γε – ˘ ἀρχαῖον
κεφαλῆι ἀντίποινα τοῦ ἐκείνου δεσμοῦ , καίτοι ἐν τῆι ἐπιγραφομένηι Σφιγγὶ εἰπών : τῶι δὲ ξένωι γε † στέφανον †
6628590 Ἠλειᾳ
' ἄκαρπα γίνεται : καθάπερ καὶ τὸ κενταύριον ἐν τῇ Ἠλείᾳ , τὸ μὲν ἐν τῇ ὀρεινῇ κάρπιμον , τὸ
δὲ ὕστερον Ἀριστότιμος ὁ Δαμαρέτου τοῦ Ἐτύμονος τυραννίδα ἔσχεν ἐν Ἠλείᾳ , συμπαρασκευάσαντος αὐτῷ τὰ ἐς τὴν ἐπίθεσιν Ἀντιγόνου τοῦ
6623833 Ἰνοι
ἐντυχὼν περὶ τὸν αἰγιαλὸν θυούσῃ νεωστὶ ταῖς βάκχαις καὶ τῇ Ἰνοῖ ἁρπάξας αὐτὴν εἰς τὴν Αἴγυπτον παρεγένετο κἀκεῖ αὐτῇ συνεγένετο
' ἐπειδὰν τὸν λύχνον κατακοιμίσῃ . Εὐριπίδης δ ' ἐν Ἰνοῖ κοίλοις ἐν ἄντροις ἄλυχνος , ὥστε θήρ , μόνος
6611970 αὐτοπροσωπος
αὐτὸς ὁ ποιητὴς καὶ ὑποκριτὴς τῶν δραμάτων : ὀκνῶν δὲ αὐτοπρόσωπος ἀγωνίζεσθαι , ἐπὶ τὰ ἀνώνυμα πρόσωπα καταφυγγάνεις , ὥσπερ
ὁ μίμαυλος , ὃς καὶ τῶν Ἰταλικῶν μίμων ἄριστος γέγονεν αὐτοπρόσωπος ὑποκριτής , ἔπαιζον γρίφους τοιούτους . ἀγροίκου τινὸς ὑπερπλησθέντος
6609548 Πετραιᾳ
δὲ ὁ πίναξ , ἀπὸ μὲν ἀνατολῶν Ἰουδαίᾳ καὶ Ἀραβίᾳ Πετραίᾳ καὶ Ἀραβικῷ κόλπῳ , ἀπὸ δὲ μεσημβρίας τῇ ἐντὸς
δὲ ὁ μυχὸς γειτνιῶν τυγχάνει τῇ τε Αἰγύπτῳ καὶ τῇ Πετραίᾳ καλουμένῃ Ἀραβίᾳ , ἥτις τῇ λεγομένῃ Ἰουδαίᾳ συνάπτει ,
6605127 κωμῳδιᾳ
τραγικῆς ὀρχήσεως . ἔστι δὲ τοὔνομα καὶ ἐν τῇ ἀρχαίᾳ κωμῳδίᾳ , ὡς παρὰ Νικοφῶντι . Κοροπλάθος : Ἰσοκράτης ἐν
εἰρκτὴ δ ' ἡ λαιά . τὸ δὲ κλισίον ἐν κωμῳδίᾳ παράκειται παρὰ τὴν οἰκίαν , παραπετάσματι δηλούμενον . καὶ
6600135 προπαροξυνει
τὸ μονόμαχος ὄνομα οὐκ ἐκ τοῦ μάχη , ὃ συντιθέμενον προπαροξύνει τὸ τέλος ὡς σύμμαχος , πρωτόμαχος , ἀντίμαχος ,
ἐγκοιλίων ὕλην λέγειν . ταῦτα δὲ Ἡρωδιανὸς ἐν τῇ καθόλου προπαροξύνει . “ καὶ ἡ ἐντερόνεια δὲ τούτῳ τῷ λόγῳ
6599336 ἀντιλογιᾳ
. γυμνασία δὲ γίνεται τῶν νόμων ἐν εἰσηγήσει μὲν καὶ ἀντιλογίᾳ , ὅταν πρῶτον εἰσφέρηται , ἐν κατηγορίᾳ δὲ καὶ
ἐκείνη εἶδός τι ἔχει καὶ καλεῖται ἀδικομαχία , οὕτως ἐν ἀντιλογίᾳ ἀδικομαχία τίς ἐστιν ἡ ἐριστική : ἐκεῖ τε γὰρ
6586173 Παρμενιδη
ἀλήθεια . Τίς οὖν ὁ τρόπος , φάναι , ὦ Παρμενίδη , τῆς γυμνασίας ; Οὗτος , εἶπεν , ὅνπερ
; Τί γὰρ κωλύει , φάναι τὸν Σωκράτη , ὦ Παρμενίδη , [ ἓν εἶναι ] ; Ἓν ἄρα ὂν
6584502 μισογυνης
, εἴγε παντὶ συνθέτῳ τὸ τοιοῦτο παρακολουθεῖἐν . γὰρ τῷ μισογύνης καὶ τὸ μισεῖν ἔγκειται καὶ ἡ γυνή , καὶ
, μισολόγος , μισοπόνηρος , μίσεργος , μισάνθρωπος μισόθεος , μισογύνης μισότεκνος , μίσιππος , μισόθηρος , μισοφίλιππος μισαλέξανδρος ,
6572084 λυχνοποιος
οὔτε ὑπὸ τοῦ δεσπότου ἀφεθείς . ἢ οὐκ οἶσθα ὅτι λυχνοποιὸς ἦν Κῦρος Ἀστυάγους , καὶ ὁπότε γ ' ἐνεθυμήθη
πόλει . Εὐβουλότεροι γενησόμεθα . Τρόπῳ τίνι ; Ὅτι τυγχάνει λυχνοποιὸς ὤν . Πρὸ τοῦ μὲν οὖν ἐψηλαφῶμεν ἐν σκότῳ
6571684 κυνικος
Στίλπωνος ἐγένετο μαχητής , ὑπὸ δ ' Ἡρακλείτου αὐστηρός , κυνικὸς δ ' ὑπὸ Κράτητος : ὁ δ ' Ἀρκησίλαος
Μετάλλου , ἀνὴρ γενναῖος , πρὸς ὃν καὶ Διογένης ὁ κυνικὸς διάλογον πεποίηται : Κλεινόμαχος θ ' ὁ Θούριος ,
6561548 Ἀνυτος
σφοδρῶς διαβάλλοντες . ἐκ τούτων καὶ Μέλητός μοι ἐπέθετο καὶ Ἄνυτος καὶ Λύκων , Μέλητος μὲν ὑπὲρ τῶν ποιητῶν ἀχθόμενος
αὐτῷ ; καὶ τί λέγει ἐκεῖνος ; ἐμὲ δ ' Ἄνυτος καὶ Μέλητος ἀποκτεῖναι μὲν δύνανται , βλάψαι δ '
6552238 Ἐρωτικῳ
Ὅθεν καὶ εἰς παροιμίαν ἐξενίκησε λέγεσθαι , ὡς Λυσίας ἐν Ἐρωτικῷ Εʹ : Ὤμην | ἔγωγε τοσαύτῃ φιλίᾳ συνηρμόσθαι τὴν
πρώτῳ Ἐρωτικῶν . τὸν δὲ παῖδα τοῦτον Θεόφραστος ἐν τῷ Ἐρωτικῷ Ἀμφίλοχον καλεῖσθαί φησι καὶ τὸ γένος Ὠλένιον εἶναι ,
6551623 Φαιδων
δὴ τὸν πολὺν δηλοῖ : καὶ τὸ αὐτός , ὦ Φαίδων , παρε - γένου ; αὐτός , ὦ Ἐχέκρατες
καὶ τὰ δύο ἕν ἐστιν , ὥσπερ καὶ οὗτος : Φαίδων ἢ περὶ ψυχῆς . καὶ λέγεται οὗτος ὁ σύνδεσμος
6550614 βασκανου
οὐκ ἀνοήτου μόνον , ἀλλὰ καὶ ἀχαρίστου , μᾶλλον δὲ βασκάνου μοι εἶναι ἔδοξεν . ἐγὼ μὲν οὖν εἰς δύναμιν
ἡ φύσις τοῦ ἀγῶνος ἀνδρὸς φθονεροῦ τυγχάνει καὶ πονηροῦ καὶ βασκάνου . ἐπὶ τὸ ἕτερον μεταβαίνει δίκαιον τὸ τῆς πολιτείας
6546606 Ἀντιοχειᾳ
λωτοῦ ἐσθίοντες ζῶσι „ . Γίνδαρα , κώμη πρὸς τῇ Ἀντιοχείᾳ . τὸ ἐθνικὸν Γινδαρεύς . Κουάδρατος δὲ Γινδάρους ἔφη
. ” Τὸν μὲν δὴ πλεῖστον τοῦ βίου τῇ τε Ἀντιοχείᾳ ἐνεσπούδαζε καὶ τῇ Ῥώμῃ καὶ τοῖς Ταρσοῖς καὶ νὴ
6543270 Μηδειᾳ
' ἧς ποιῆσαι τὰ μέλη καὶ τὴν διάθεσιν Εὐριπίδην ἐν Μηδείᾳ καὶ Σοφοκλέα τὸν Οἰδίπουν . Ἐρατοσθένης φησὶν ἐν Ἀλεξανδρείᾳ
τῇ γενικῇ . Ἄλλως τε δὲ διὰ τοῦτο ἐν τῇ Μηδείᾳ δοτικῇ μακρόν ἐστι τὸ α , ἐπειδὴ τὸ ι
6540869 ΑΘΡ
ΛΗΜ , ὁ δὲ ΒΖΓ συμπίπτει τῇ τῶν ΗΘΚ , ΑΘΡ κύκλων κοινῇ τομῇ ἐντός , τουτέστιν ὡς κατὰ τὸ
τῇ ΣΘ . καὶ ἐπεὶ ἐν σφαίρᾳ μέγιστος κύκλος ὁ ΑΘΡ κύκλον τινὰ τῶν ἐν τῇ σφαίρᾳ τὸν ΟΚΠ διὰ
6537442 Τερψιων
Θηβαῖος καὶ Κέβης καὶ Φαιδώνδης καὶ Μεγαρόθεν Εὐκλείδης τε καὶ Τερψίων . Τί δέ ; Ἀρίστιππος καὶ Κλεόμβροτος παρεγένοντο ;
γέροντα Θούκριτον ζῆν ἔτι ; Δικαιότατον μὲν οὖν , ὦ Τερψίων , εἴ γε ὁ μὲν ζῇ μηδένα εὐχόμενος ἀποθανεῖν
6536699 Σαλαβακχω
πόρνη [ πόρνης Γ ] : ” μετὰ Κύνναν καὶ Σαλαβακχώ “ . ⌈ Ἐρατοσθένης δὲ ἠγνόησε [ Ἐρατοσθένην δὲ
Κύννης μέμνηται καὶ ἐν τοῖς Ἱππεῦσι λέγων καὶ Κύνναν καὶ Σαλαβακχώ . Γ Κύννης ἀκτῖνες : Κύννα ἑταίρα ἐστίν .
6534957 Εὐθυδημος
Κτήσιππος διὰ τὰ παιδικά . Ὅταν σιγᾷς , ἔφη ὁ Εὐθύδημος , οὐ πάντα σιγᾷς ; Ἔγωγε , ἦ δ
ἐσχημάτικε τὰ πραχθέντα : ὁ δὲ Δημοσθένης καὶ Μένανδρος καὶ Εὐθύδημος ἄραντες ἀπὸ τοῦ ἑαυτῶν στρατοπέδου εὐθὺς ἔπλεον πρὸς τὸ
6533738 Κριτωνος
τῶν τοιούτων , χρείαν δέ τινα ἀποπληρούντων ὡς ἐπὶ τοῦ Κρίτωνος . εἰ δὲ ἀπὸ πραγμάτων ποιοῖτο τὰς ἐπιγραφάς ,
ἀπαρεῖς , ἥξεις δὲ εἰς Θετταλίαν παρὰ τοὺς ξένους τοὺς Κρίτωνος ; ἐκεῖ γὰρ δὴ πλείστη ἀταξία καὶ ἀκολασία ,
6530327 συκοφαντιᾳ
. οἱ δὲ τὴν ἐν Μιλήτῳ Ἄβυδον οἰκοῦντες διεβάλλοντο ἐπὶ συκοφαντίᾳ καὶ μαλακίᾳ . τὸ ἐθνικὸν Ἀβυδηνός . λέγεται καὶ
Νόμων . Εὐθίας : Ὑπερείδης ὑπὲρ Φρύνης . τῶν ἐπὶ συκοφαντίᾳ διαβεβλημένων ἦν ὁ Εὐθίας . τὸν μέντοι λόγον αὐτῷ
6529445 ἀγγελιᾳ
Πλαταιαῖς Ἑλλήνων τοὺς Πέρσας νενικηκότων . οἱ δὲ Ἴωνες τῇ ἀγγελίᾳ θαρρήσαντες θαρσαλεώτερον ἐπέθεντο τοῖς Ἕλλησι καὶ τῆς μάχης ἐκράτησαν
. ὁ δὲ καμὼν προτέρᾳ πάθᾳ νῦν ἀρείονος ἐνέχεται ὄρνιχος ἀγγελίᾳ Ἄδραστος ἥρως : τὸ δὲ οἴκοθεν ἀντία πράξει .
6525224 Μελητος
τίς σοι καταφαίνεται ; ἢ ἡγῇ τι φροντίζειν Κινησίαν τὸν Μέλητος , ὅπως ἐρεῖ τι τοιοῦτον ὅθεν ἂν οἱ ἀκούοντες
ἐτιμωρεῖτο , ἀλλὰ ἐβόα μέγα : Ἐμὲ δὲ Ἄνυτος καὶ Μέλητος ἀποκτεῖναι μὲν δύνανται , βλάψαι δὲ οὐ δύνανται :
6524467 Κλεινιου
πολὺς καὶ ὁ γέλως παραβάλλειν τοῖς ἐμοῖς παιδικοῖς καὶ τὸν Κλεινίου καὶ τὸν Ἱππαρίνου . ὀκνῶ δὲ ἐγὼ φάναι δι
δὲ Ῥωμαίων . ἐθεασάμην καὶ τὸν Ἀλκιβιάδην τὸν καλὸν τὸν Κλεινίου , οὐκ οἶδ ' ὅπου , πλὴν ἐθεασάμην ἐν
6519723 Δρομεας
μὲν ἐγώ , τὸ δ ' ἕτερος . . . Δρομέας δ ' ὁ παράσιτος ἐρωτήσαντός τινος αὐτόν , ὥς
' ἡμέραν , ἀλλὰ τὴν ἐπιοῦσαν ἀεὶ προσδέκεσθαι . ὅτι Δρομέας ὁ Κῷος καὶ Κλέων ὁ μίμαυλος , ὃς καὶ
6518971 Κλεοβουλου
Βοιωτοὶ καὶ Κορίνθιοι ταῦτα ἐπεσταλμένοι ἀπό τε τοῦ Ξενάρους καὶ Κλεοβούλου καὶ ὅσοι φίλοι ἦσαν αὐτοῖς τῶν Λακεδαιμονίων ὥστε ἀπαγγεῖλαι
. καί μοι δοκεῖ κἂν ἀποθνήσκων παραινέσαι τοῖς κληρονόμοις μεμνῆσθαι Κλεοβούλου , καὶ οὐκ ἀπορήσειν χρημάτων , ἐπεὶ καὶ νῦν
6516496 Ποικιλῃ
οὗτος ἀδελφός τε ἦν Φειδίου καὶ αὐτοῦ καὶ Ἀθήνῃσιν ἐν Ποικίλῃ τὸ Μαραθῶνι ἔργον ἐστὶ γεγραμμένον . ἐπὶ δὲ τοῖς
διαμαρτάνει Δημοσθένης ἐν τῷ Κατὰ Νεαίρας Πλαταιέας γεγράφθαι ἐν τῇ Ποικίλῃ στοᾷ : οὐδεὶς γὰρ τοῦτο εἴρηκεν οὐδὲ Κράτερος ἐν
6511670 Πρωρος
δικαιοσύνης . . . . . . . , Κυρηναῖοι Πρῶρος . . . , Θεόδωρος . . . ἐφ
Πυθαγορείων , διαβολὴν ἂν ἔφερε τῇ μεθόδῳ : ἐπεὶ δὲ Πρῶρος μὲν ὁ Πυθαγόρειος πολλὰ καὶ σεμνὰ καὶ θεοπρεπῆ περὶ
6511000 ἠθετει
εὑρεῖν παρ ' Ὁμήρῳ . Ζηνόδοτος οὐδὲ ἔγραφεν , Ἀριστοφάνης ἠθέτει . . ταυρείην ἄφαλόν τε καὶ ἄλοφον : ἡ
προτάξαι ποιήσεως : διὸ καὶ ὁ Κράτης αὐτὰ κατὰ λόγον ἠθέτει . Πίνδαρον μέντοι ἀποδεκτέον καὶ Σιμωνίδην , ὅτι τῶν
6510445 ναικι
τις ἐμπεσὼν ἀφείλκυσε τὸν περὶ τῶν ὄντων τῇ γυ - ναικὶ περιστήσας φόβον , ἣν ἔλαβε μὲν τῆς ἐπὶ Πέρσας
τις ἐμπεσὼν ἀφείλκυσε τὸν περὶ τῶν ὄντων τῇ γυ - ναικὶ περιστήσας φόβον , ἣν ἔλαβε μὲν τῆς ἐπὶ Πέρσας
6509339 Σταγειριτης
Πίστιρος τὸ ἐμπόριον . τὸ ἐθνικὸν Πιστιρίτης , ὡς Στάγειρος Σταγειρίτης . Βιστονία , πόλις Θρᾴκης , ἀπὸ Βιστόνος τοῦ
τῆς Νεμέας . . . . ὁ πολίτης Βεμβινίτης ὡς Σταγειρίτης , παρὰ δὲ Ῥιανῶι Βεμβινάτης . ἔοικεν οὖν ὡς
6507507 Ἀπολογια
. , . Ἀπολογία πληγῶν , ἔδει δ ' ἐπιγεγράφθαι Ἀπολογία ὕβρεως Ἐπιχάρει πρὸς Φιλωτάδην : τὸν θαυμαστόν , ὦ
Παρμενίδης καὶ Σοφιστής : τοῦ δ ' ἠθικοῦ ἥ τε Ἀπολογία καὶ ὁ Κρίτων καὶ Φαίδων καὶ Φαῖδρος καὶ τὸ
6504567 Ἀθηνοδωρος
ἡ πόλις . Καῖσαρ : Ἀθηνόδωρόν μοί τις καλεσάτω . Ἀθηνόδωρος : πάρειμι , κύριε , ἰδίας ἀκούων ὑποθέσεως .
ὀγδοήκοντα . Πλάτων δὲ ὁ ἱερώτατος ἓν καὶ ὀγδοήκοντα . Ἀθηνόδωρος Σάνδωνος Ταρσεὺς Στωϊκός , ὃς καὶ διδάσκαλος ἐγένετο Καίσαρος
6504547 Χαρικλης
διακονουμένης ποτὸν ἐδεξάμην . ἐνθεαστικῶς ταῦτα τοῦ Καλλικρατίδου βοῶντος ὁ Χαρικλῆς ὑπὸ τοῦ σφόδρα θάμβους ὀλίγου δεῖν ἐπεπήγει τακερόν τι
ὁπόσου πωλεῖ ; Ναὶ τά γε τοιαῦτα , ἔφη ὁ Χαρικλῆς : ἀλλά τοι σύγε , ὦ Σώκρατες , εἴωθας
6496884 Ὀλυνθιος
παρεσκευάζετο . Ἔστι γάρ τις ἐπιδημῶν εἰς τὴν πόλιν Ἀριστοφάνης Ὀλύνθιος : τούτῳ συσταθεὶς ὑπό τινων καὶ πυθόμενος ὡς εἰπεῖν
προσφοράν . Μακεδόνες δ ' , ὥς φησιν Ἔφιππος ὁ Ὀλύνθιος ἐν τῷ περὶ τῆς Ἀλεξάνδρου καὶ Ἡφαιστίωνος ταφῆς ,
6494194 περιπατητικου
εἶδος λόγου σοφιστεύοντος : μεθ ' ὃν Θεοφράστου διήκουσε τοῦ περιπατητικοῦ . ἦν δὲ καὶ θεατρικὸς καὶ πολὺς ἐν τῷ
μόνας αὐτοῦ τὰς Ἐπιστολὰς φασί : τὰ δὲ ἄλλα τοῦ περιπατητικοῦ Ἀρίστωνος . [ . ] . , : γεννᾶται
6493710 φιλοδικος
πεποιημένον δὲ τοῦτο παρὰ τὸ φιλεῖν τὰς Κλέωνος πράξεις : φιλόδικος δὲ οὗτος καὶ συκοφάντης . φίλο ] φιλόδικος .
τὰ δικαστήριά ἐστι διατριβόντων δικαστῶν ἢ καὶ συκοφαντῶν , ἤγουν φιλόδικος καὶ γράφων ψηφίσματα . πανδελετίους : Πανδέλετος συκοφάντης καὶ
6493365 λαμπρυνομενος
' ἡμᾶς γεγονὼς αὐτὸς ἐκεῖνος ὁ ταῖς καθ ' ἡμῶν λαμπρυνόμενος δυσφημίαις ἐν οἷς ἐπέγραψε περὶ τῆς τῶν ἐμψύχων ἀποχῆς
τε καὶ προνοίας ἀξιούμενος , οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ ὑποσχέσεσι λαμπρυνόμενος , ἃς αὐτῷ Σέλευκος προὔτεινεν , εἰ τελευτήσειεν ὁ
6488207 Ἀνυτου
καὶ ἐγὼ χρησμῳδῆσαί τι . συνεγενόμην γάρ ποτε βραχέα τῷ Ἀνύτου υἱῷ , καὶ ἔδοξέ μοι οὐκ ἄρρωστος τὴν ψυχὴν
ἂν οὖν , ὦ Ξενοφῶν , τὴν μιαρίαν τοῦ βυρσοδέψου Ἀνύτου γράφοιμι , τήν τε Μελήτου τόλμαν καὶ τὸ θράσος
6473973 εὐδοκιμος
τε καὶ Πάνδαρον , ἦν δὲ αὐτοῖν ὁ μὲν ὁπλιτεύειν εὐδόκιμος , ὁ δὲ Πάνδαρος τὸν Ἀπόλλω τὸν Λύκιον ἐπιστάντα
δὴ κατιδὼν τἀγαθὸν τοῦτο παρ ' ἀμφοτέροις ἀνωμολόγηται τοῖς γονεῦσιν εὐδόκιμος , ἰσχὺν μὲν τὴν ἐν θεῷ , δύναμιν δὲ
6470675 συνῳκησε
. : Τοῦτο ἀπὸ ἱστορίας εἴληφεν : αὖθις γὰρ αὐτῇ συνῴκησε Πηλεὺς καὶ ἢ Ἀχιλλέα : τὸ Θετίδειον διόπερ ἐστὶ
Περσίδος Ἀμάστριδος , θυγατρὸς Ὀξυάθρου τοῦ ἀδελφοῦ Δαρείου , ἣ συνῴκησε Διονυσίῳ τῷ Ἡρακλείας τυράννῳ . Δημοσθένης δ ' ἐξ
6467288 ἑταιρικῃ
φιλία : συμβαίνει γὰρ αὐτῇ πάντα , ἃ καὶ τῇ ἑταιρικῇ καὶ μᾶλλον αὐτῇ ἢ ἐκείνῃ : καὶ διὰ τοῦτο
καὶ δίκαιον ἀριστοκρατικόν , ἡ δὲ τῶν ἀδελφῶν φιλία τῇ ἑταιρικῇ ἔοικεν . ] ἑταιρικὴ δέ ἐστιν ἡ τῶν ἴσων
6464419 Ἀρειᾳ
ʹ . Ἡ Δραγγιανὴ περιορίζεται ἀπὸ μὲν δύσεως καὶ ἄρκτων Ἀρείᾳ κατὰ τὴν ἐκτεθειμένην διὰ τοῦ Βαγώου ὄρους γραμμὴν ,
. Οἱ δὲ περὶ τὸν Ἱππόθοον προσβαλόντες τῇ κώμῃ τῇ Ἀρείᾳ πολλοὺς μὲν τῶν ἐνοικούντων ἀπέκτειναν καὶ τὰ οἰκήματα ἐνέπρησαν
6454987 πορνῃ
τῆς τέχνης , τοσούτῳ μᾶλλον ἀποβάλλω τὸ δημιούργημα πάντα τῇ πόρνῃ προσεοικὸς καὶ ψέγω τὴν μίμησιν . εἰ μὲν γὰρ
, παραφρονῶν ὡς οὐδεὶς πώποτε παρεφρόνησεν ἀνθρώπων , γυναικὶ πειθόμενος πόρνῃ . καὶ ἄκυρά γε ταῦτα πάντα ἐνομοθέτησεν εἶναι ὁ
6452238 περιστερᾳ
τῇ ὁμοιώσει . ἤδη δέ που καὶ γεγραμμένῃ κυνὶ καὶ περιστερᾷ καὶ χηνί , τῇ μὲν κύων , τῇ δὲ
καλεῖσθαι τὴν ἀλεξιάρην . ἔχει δὲ τὸ φύλλον ἐσχισμένον καὶ περιστερᾷ παραπλήσιον . Ἄλλως : ἀλεξιάρης δὲ ῥάμνου , ὅτι
6451568 ποιητικῃ
εἴην δὲ λόγων καινοπρεπῶν εὑρετὴς ἐπὶ τῷ διηγεῖσθαι καὶ πρόσφορος ποιητικῇ μούσῃ καὶ τρόπῳ Μουσῶν ἁρμόδιος . ἄλλως : γενοίμην
. τὸ μὴ ἐπὶ πλέον με προκόψαι ἐν ῥητορικῇ καὶ ποιητικῇ καὶ τοῖς ἄλλοις ἐπιτηδεύμασιν , ἐν οἷς ἴσως ἂν
6445064 Ἀμφιπολιτης
. ἀμφίπολις : πόλις Μακεδονίας κατὰ Θρᾴκην . τὸ ἐθνικὸν Ἀμφιπολίτης . . . ἄμφισσα : πόλις Ὀζολῶν Λοκρῶν :
καὶ Ἡρακλείδης Αἴνιοι , Ἱπποθάλης καὶ Κάλλιππος Ἀθηναῖοι , Δημήτριος Ἀμφιπολίτης , Ἡρακλείδης Ποντικὸς καὶ ἄλλοι πλείους , σὺν οἷς
6443405 Ἰκκον
ἄριστος λέγεται τῶν ἐφ ' αὑτοῦ γενέσθαι : μετὰ δὲ Ἴκκον καταπαλαίσας παῖδας Παντάρκης ἕστηκεν Ἠλεῖος ὁ ἐρώμενος Φειδίου .
. . . ἆρ ' οὖν οὐκ ἴσμεν τὸν Ταραντῖνον Ἴκκον ἀκοῆι διὰ τὸν Ὀλυμπίασί τε ἀγῶνα καὶ τοὺς ἄλλους
6442197 συνεχρονισε
φέρεται δὲ καὶ Ἡροφίλου τοῦ ἰατροῦ χαρίεν τι ἀπομνημόνευμα : συνεχρόνισε γὰρ οὗτος Διοδώρῳ , ὃς ἐναπειροκαλῶν τῇ διαλεκτικῇ λόγους
φοιτᾶν πρὸς τὸν βουλόμενον , φησὶ Γοργίας . ὅτι οὐ συνεχρόνισε Σαπφὼ καὶ Ἀνακρέων , ὥς τινες οἴονται : ὁ
6440981 Ἀπολογιᾳ
ΔΟ , . . . καὶ πάλιν ὀργεῶνες τίνες ἐν Ἀπολογίᾳ ὕβρεως σαφὲς ποιεῖ . οὗτοί εἰσιν οἱ τοῖς ἰδίᾳ
: τοιοῦτον γὰρ εἶναι τὸν φιλόσοφον , ὁποῖος ἐν τῇ Ἀπολογίᾳ φαίνεται Σωκράτης . ταύτην τὴν κρᾶσιν τῶν τεττάρων ὑποθέσεων
6436821 Ἀρκεσιλαου
συνέλεγεν . Εὔφημος μὲν οὖν ἐτελεύτα : Κάρρωτος δὲ τῆς Ἀρκεσιλάου γυναικὸς ἀδελφὸς διεδέξατο τὴν τῶν ἐποίκων ἡγεμονίαν . ὁ
ἄλλοις καὶ Μεγαλοφάνει τε καὶ Ἐκδήλῳ λέγουσι : τοὺς δὲ Ἀρκεσιλάου φασὶν εἶναι Πιταναίου μαθητάς . μέγεθος μὲν δὴ καὶ
6432688 ὑποκριτης
ἀλλὰ μεμεστωμένος πράξει . Οὐκ ἔσῃ πλεονέκτης οὐδὲ ἅρπαξ οὐδὲ ὑποκριτὴς οὐδὲ κακοήθης οὐδὲ ὑπερήφανος . Οὐ λήψῃ βουλὴν πονηρὰν
ποιητὴς σαφῶς παρίστησι Τηλεκλείδης ἐν Ἡσιόδοις . Μυννίσκος ὁ τραγικὸς ὑποκριτὴς κωμῳδεῖται ὑπὸ Πλάτωνος ἐν Σύρφακι ὡς ὀψοφάγος οὕτως :
6430912 Ἑκαβῃ
εὑρίσκει τὸ σῶμα τοῦ Πολυδώρου καὶ ἔρχεται δεικνύουσα αὐτὸ τῇ Ἑκάβῃ : οὐδεὶς τὸν στέφανον αὐτῆς ἀφαιρήσει νικήσας αὐτὴν εἰς
τὸν Ἀγαμέμνονα , ἀλλ ' ἡ ἀνάγκη τὸ νενομισμένον τῇ Ἑκάβῃ μετήλλαξεν : καὶ ἄλλως : ἐναντίως εἶπεν . ἔδει
6430091 κωμῳδοποιος
μυστήρια ταῦτα ἐκάλεσεν : ἢ ἴσως καὶ τῶν φιλοσόφων ὁ κωμῳδοποιὸς ⌈ οὗτος ⌈ μετ ' εἰρωνείας καθαπτόμενος . ἀναιροῦμαι
Ἑρμησιάνακτα περὶ τούτου τοῦ Ἔρωτος . καὶ γὰρ Δίφιλος ὁ κωμῳδοποιὸς πεποίηκεν ἐν Σαπφοῖ δράματι Σαπφοῦς ἐραστὰς Ἀρχίλοχον καὶ Ἱππώνακτα
6429766 Λαμπροκλεους
φησίν . Φρύνιχος δὲ αὐτοῦ τούτου τοῦ ᾄσματος μνημονεύει ὡς Λαμπροκλέους ὄντος Παλλάδα περσέπτολιν κληΐζω πολεμαδόκον ἁγνάν , παῖδα Διὸς
ὡς συνθλίβειν τὰ μόρια , ἐπάνω κειμένους . . ᾆσμα Λαμπροκλέους : διασύρει δὲ αὐτόν : ” Παλλάδα περσέπτολιν κληΐζω
6429762 Ἀσπασια
ὠδῖσιν . ἐκ δὴ τούτων ἐν πενίᾳ μὲν ἐτράφη ἡ Ἀσπασία , σωφρόνως μέντοι καὶ καρτερῶς . ὄνειρος δὲ αὐτῇ
ἐν τῷ πρὸς Αἰσχίνην τὸν Σωκρατικὸν , οὗ διάλογος ἐπιγραφόμενος Ἀσπασία . μνημονεύουσι δ ' αὐτῆς πολλάκις καὶ οἱ ἄλλοι
6427226 τυραννικα
. . : τύραννα ] Γρ . τυράννου . καὶ τυραννικά : τὸ ἁπλοῦν ἀντὶ τοῦ κτητικοῦ . : αὐτὸς
Μόρυχος , αἰτίαν ἔχω ταῦτα δρᾶν ξυνωμότης ὢν καὶ φρονῶν τυραννικά . νὴ Δί ' , ἐν δίκῃ γ '

Back