| ἀπέλαυε τῶν τριγλῶν θ ' ἅμα καὶ φυκίδων ἐπὶ πλεῖον Ἀρχεφῶν πάνυ , ἄνθρωπος ὑπὸ τῶν μαινίδων καὶ μεμβράδων Φαληρικῆς | ||
| ἀπέλαυε τῶν τριγλῶν θ ' ἅμα καὶ φυκίδων ἐπὶ πλεῖον Ἀρχεφῶν πάνυ , ἄνθρωπος ὑπὸ τῶν μαινίδων καὶ μεμβράδων Φαληρικῆς |
| , οὓς κατεπλάγησαν πάντες οἱ κεκλημένοι , τῶν μὲν σκάρων ἀπέλαυε τῶν τριγλῶν θ ' ἅμα καὶ φυκίδων ἐπὶ πλεῖον | ||
| , οὓς κατεπλάγησαν πάντες οἱ κεκλημένοι , τῶν μὲν σκάρων ἀπέλαυε τῶν τριγλῶν θ ' ἅμα καὶ φυκίδων ἐπὶ πλεῖον |
| Περὶ καράβων . Περὶ ἰουλίδων . Περὶ δελφίνων . Περὶ σκάρων . Ὧδε μέν : ἀπόθεσις , ἀνακεφαλαίωσις τὸ σχῆμα | ||
| . Νίκανδρος δ ' ὁ Θυατειρηνὸς δύο γένη φησὶν εἶναι σκάρων καὶ καλεῖσθαι τὸν μὲν ὀνίαν , τὸν δὲ αἴολον |
| ἐπὶ πλεῖον Ἀρχεφῶν πάνυ , ἄνθρωπος ὑπὸ τῶν μαινίδων καὶ μεμβράδων Φαληρικῆς ἀφύης τε διασεσαγμένος , τῶν κωβιῶν δ ' | ||
| λέγειν βοᾶν θ ' ὅτι πωλοῦσι τὸ μέλι σαπρότερον τῶν μεμβράδων . καὶ Ἄλεξις δ ' ἐν Χορηγίδι διὰ τοῦ |
| . Ἐκ δὲ τῶν ἰχθύων , κεφάλων , ἀγραύλων , τριγλῶν , καὶ πάντων τῶν ἀλέπων καὶ τῶν παστῶν ἀπέχεσθαι | ||
| ἀλλ ' ἧττον ψαθυρὰ τῆς τῶν πετραίων : τῶν μέντοι τριγλῶν ψαθυρὰ μέν , οὐ μὴν καὶ μαλακή . ταῦτα |
| τι μείους Ἀργολικῆς ἀσπίδος ἑκάστη , καρίδες δὲ καὶ μείζους καράβων αἱ Ἰνδῶν εἰσίν . αἱ μὲν οὖν ἐκ τῆς | ||
| τῆς Ἀττικῆς , ὄψου πετραίου παρατεθέντος ποικίλου ἐπὶ τῆς τραπέζης καράβων τ ' ἀληθινῶν , ἐπὶ πᾶσι λοπάδος τ ' |
| οἰκεῖος μὲν ὢν τῷ Καλλίππῳ διαιτῶν δὲ τὴν δίαιταν , ἀπέσχετ ' ἂν μὴ οὐκ εὐθὺς τοῦ πατρὸς καταδιαιτῆσαι , | ||
| ὧν δ ' οὐκ ἐμέλλεθ ' ὑμεῖς ἔσεσθαι μάρτυρες , ἀπέσχετ ' ἂν ἐξὸν αὐτῷ λαβεῖν ; καὶ τίς ἂν |
| αὐτοὶ μὴ δύνωνται τοῖς καλοῦσιν ὑπακοῦσαι , τῶν δαιτυμόνων καὶ πεπωκότων αὑτοὺς ἀριθμοῦσιν . ἀλλ ' , ὦ ἄριστε , | ||
| : ἐνιέναι δὲ χρὴ τοὺς τοιούτους τροχίσκους , προεδηδοκότων καὶ πεπωκότων τῶν ἀρρώστων , ὡς ἂν μὴ πληγῇ ἐκ τῆς |
| καταχρηστικῶς δὲ καὶ τούτου κινναβάρεως καλουμένου : θέντες γὰρ ἐπὶ λοπάδος κεραμεᾶς κόγχον σιδηροῦν ἔχοντα κιννάβαριν , περικαθάπτουσιν ἄμβικα περιαλείψαντες | ||
| Πτερνοκοπὶς , παρὰ Πύθωνι ἀριστῶν παρακειμένων ἐλαῶν εἶτ ' εἰσενεχθείσης λοπάδος ἰχθύων , πατάξας τὸ τρίβλυον ἔφη : μάστιξε δ |
| εὐδαίμονος Ἀραβίας . οἷον γὰρ ἀπὸ ῥόδων καὶ ναρκίσσων καὶ ὑακίνθων καὶ κρίνων καὶ ἴων , ἔτι δὲ μυρρίνης καὶ | ||
| καὶ μῆλον ἐγκεῖσθαι τῇ κάλυκι κυάνεον μέν , ὥσπερ τῶν ὑακίνθων αἱ κάλυκες , πάντων δὲ ἥδιστον , ὁπόσα ἐξ |
| προσαγορευθῆναι τότε μὲν ἀρνῳδούς , αὖθις δὲ ἑκατέρας τῆς ποιήσεως εἰσενεχθείσης τοὺς ἀγωνιστὰς οἷον ἀκουμένους πρὸς ἄλληλα τὰ μέρη καὶ | ||
| ἡ Πτερνοκοπὶς , παρὰ Πύθωνι ἀριστῶν παρακειμένων ἐλαῶν εἶτ ' εἰσενεχθείσης λοπάδος ἰχθύων , πατάξας τὸ τρίβλυον ἔφη : μάστιξε |
| δείκνυται πηγὴ δυσώδους ὕδατος : μυθεύουσι δ ' ὅτι τοὺς περιλειφθέντας τῶν γιγάντων ἐν τῇ κατὰ Καμπανίαν Φλέγρᾳ Λευτερνίους καλουμένους | ||
| ἀξίαν ἕκαστον τῶν ἠνδραγαθηκότων ἐτίμησεν , καὶ τῶν Μοτυαίων τοὺς περιλειφθέντας ἐλαπυροπώλησεν : Δαϊμένην δὲ καί τινας τῶν Ἑλλήνων συμμαχοῦντας |
| Κορινθίων τυράννῳ πυνθανομένῳ διὰ τοῦ πεμφθέντος ἀγγέλου , πῶς ἂν ἐγκρατέστατα τὴν ἀρχὴν κατάσχοι , λόγον μὲν οὐδένα ἀπέστειλεν , | ||
| ἀφύης τε διασεσαγμένος , τῶν κωβιῶν δ ' ἀπέσχετ ' ἐγκρατέστατα . πάνυ δὴ παραδόξου γενομένου τοῦ πράγματος καὶ τοῦ |
| Μένανδρος Ἐφεσίῳ : τῶν ἰχθυοπωλῶν ἀρτίως τις τεττάρων δραχμῶν ἐτίμα κωβιοὺς . . . . σφόδρα . ποταμίων δὲ κωβιῶν | ||
| ἑψητοὺς εἶναι μὲν δεῖ ἐγκρασιχόλους ἢ ἴωπας ἢ ἀθερίνας ἢ κωβιοὺς ἢ τριγλίδας μικρὰς σηπίδιά τε καὶ τευθίδια καὶ καρκίνια |
| κωμικός : ἀλλ ' ὦ πολλῶν ἤδη λοπάδων τοὺς ἄμβωνας περιλείξας . ἀμέλει : δηλαδή , πάντως : ἐπίρρημα γάρ | ||
| ἀναβάσει εἶναι , οἷον : πολλῶν ἤδη λοπάδων τοὺς ἄμβωνας περιλείξας . λέγονται δὲ καὶ οἱ ὀρεινοὶ καὶ ὑψηλοὶ τόποι |
| ὄξος ἐμβαπτόμενος ἢ ξηροὺς ἅλας . τότε μέν γε , Μανῆ , σου κατεκοττάβιζον ἄν . νυνὶ δὲ καὶ κατεμοῦσι | ||
| ἀλλὰ διὰ προφάσεως πλείονος ἐρεθίζει . ἐκοιμήθης . . ὦ Μανῆ : Οἰκέτης ὁ Μανῆς . ὅπου τὸ Πανὸς καλόν |
| τοὺς ἔνδον . . . , . Ἐκ τῶν Ἀρίστωνος Ὁμοιωμάτων . Τὸ κύμινον , φασί , δεῖ σπείρειν βλασφημοῦντας | ||
| καθαίροντος ὄφελός ἐστιν . . , . Ἐκ τῶν Ἀρίστωνος Ὁμοιωμάτων . Οἱ ἄρτι ἐκ φιλοσοφίας , πάντας ἐλέγχοντες καὶ |
| ἐστι τῆς Αἰαντίδος φυλῆς οἱ Τιτακίδαι , ὡς Νίκανδρος ὁ Θυατειρηνὸς ἐν τῷ περὶ τῶν δήμων δηλοῖ . μήποτε δὲ | ||
| φησιν : τὸν ψυγέα ἐκάλουν οἱ ἀρχαῖοι δῖνον . ὁ Θυατειρηνὸς δὲ Νίκανδρος καλεῖσθαί φησι ψυκτῆρας καὶ τοὺς ἀλσώδεις καὶ |
| ἔσαν ἔξοχ ' ἄριστοι . τοῖς δ ' υἱὸς Φρονίοιο Νοήμων ἐγγύθεν ἐλθὼν Ἀντίνοον μύθοισιν ἀνειρόμενος προσέειπεν : “ Ἀντίνο | ||
| ἀνιμᾶν ἔλεγεν ἐκ τοῦ στόματος . τοιαῦτα ποιῶν ηὐδοκίμει καὶ Νοήμων ὁ ἠθολόγος . ἔνδοξοι δ ' ἦσαν καὶ παρ |
| κάνδυς ὁ μὲν βασίλειος ἁλιπόρφυρος , ὁ δὲ τῶν ἄλλων πορφυροῦς , ἔστι δ ' ὅτε καὶ ἐκ δερμάτων : | ||
| καὶ ὑποθυμιώμενος πρὸ τῆς ἐλεύσεως ἰᾶται . Ἀμέθυσος λίθος ἐστὶ πορφυροῦς τῇ ἰδέᾳ . οὗτος πινόμενος οἰνοφλυγοῦσι φρένας ποιεῖ καὶ |
| τεμάχη , γλάνιδος , γαλεοῦ , ῥίνης , γόγγρου , κεφάλου , πέρκης , σαῦρος , φυκίς , βρίγκος , | ||
| τῆς κεφαλῆς τοῦ κεστρέως ἐχῖνον σφόνδυλον ὀνομάζει διαφέρειν τέ φησι κεφάλου κεφαλῖνον , ὃν καὶ βλεψίαν καλεῖσθαι . Ἀριστοτέλης δ |
| μισθόν τε οὐδένα εἰσεπράξατο . καὶ ἔλεγεν ἥδιστα ἐσθίων ἥκιστα ὄψου προσδεῖσθαι : καὶ ἥδιστα πίνων ἥκιστα τὸ μὴ παρὸν | ||
| τοῖς παιδίοις διδόασιν . καὶ πρὸς τῇ κολλύρᾳ ἀντὶ τοῦ ὄψου κόνδυλον . ἔπαιξε δὲ παρὰ τὸ λεγόμενον . κολλύραν |
| ; Σχολῇ γ ' ἄν , ἔφη , ἄλλος τις ὀψοφάγος εἴη . καί τις ἄλλος τῶν παρόντων , Ὁ | ||
| ὀψοφάγον φησὶ γεγονέναι . καὶ Μάτρων δ ' ὁ σοφιστὴς ὀψοφάγος ἦν , περὶ οὗ Ἀντιφάνης φησίν : ὀφθαλμὸν ὤρυττεν |
| εἰς ὀξὺ ληγούσης . , , . ) οὑκ τῶν Κρωβύλου : ἐκ τοῦ προειρημένου προσληπτέον τὸ “ σκαιός μοι | ||
| Τοὺς οὖν ἴσους τῇ ἐκείνου πονηρίᾳ ὡς δύνασθαι συζευχθῆναι αὐτῷ Κρωβύλου ζεῦγος ἔλεγον . Ἢ διὰ τὸ εἶναι δύο τὰς |
| , καὶ ἔστη αὐτῷ ἄμφω : ψυχρὸς δὲ ἐγένετο : ἐλούετο δὲ μέχρι τῶν αἰδοίων κάτω πάνυ πολλῷ , ἕως | ||
| τε τοῦ Ἀθήνησιν Ὀλυμπιείου καὶ τῶν ἐν Δήλῳ ἀνδριάντων . ἐλούετο δὲ κἀν τοῖς δημοσίοις βαλανείοις ὅτε δημοτῶν ἦν πεπληρωμένα |
| . Κρατῖνος δ ' ὁ νεώτερός φησι : παρ ' Ἀρχεφῶντος ἡδυποτίδας δώδεκα . ΗΡΑΚΛΕΙΟΝ . Πείσανδρος ἐν δευτέρῳ Ἡρακλείας | ||
| . . . . , . , . Περὶ τοῦ Ἀρχεφῶντος κλήρου : καὶ δίκαιον εἶναι νομίζων . . . |
| μὴ ἐσθίειν : ἰχθύας δὲ τρυφεροσάρκους , οἷον κίχλας , λαπίνας , καὶ ὅσα τοιαῦτα , καθὼς καὶ ἐν τῷ | ||
| κτένια καὶ ὅσα τοιαῦτα . τῶν δὲ ἰχθύων ὀρφούς , λαπίνας , σπάρους , σκάρους , στρωματαίους , κωβιοὺς καὶ |
| μεσονύκτου γίνεσθαι θερμὸν , ὂν φύσει ψυχρότατον . Θεόπομπος ἐν Λυγκησταῖς φησι πηγὴν εἶναι τῇ μὲν γεύσει ὀξίζουσαν , τοὺς | ||
| ὑπὸ πλειόνων μαρτυρεῖται . . . . : Θεόπομπος ἐν Λυγκησταῖς φησὶν εἶναι ὕδωρ ὀξύ , ὃ τοὺς πίνοντας μεθύσκει |
| μαντικῶν μυχῶν , μὴ καὶ λαβοῦσα πτηνὸν ἀργηστὴν ὄφιν , χρυσηλάτου θώμιγγος ἐξορμώμενον , ἀνῇς ὑπ ' ἄλγους μέλανα πλευμόνων | ||
| ἐς ὑγρὸν πόντιον πέσῃ βάθος ; ὃς θεσπιῳδεῖ τρίποδος ἐκ χρυσηλάτου τί δῆτα Φοῖβος ἔλακεν ἐκ τῶν στεμμάτων ; τῆς |
| ἔμβαλε τὴν βαλανάγραν , ἔλθῃ μὴ Πρωτεὺς Ἆγις ὁ τῶν λοπάδων : γίνεθ ' ὕδωρ καὶ πῦρ καὶ ὃ βούλεται | ||
| δὲ καὶ τὰ ἄλλα μὲν αὐτοῦ κατεγίγνωσκον μονονουχὶ ζωμῶν καὶ λοπάδων μεμνημένου καὶ ἐπιδακρύοντος τῇ τῶν πλακούντων μνήμῃ , τοῦτο |
| : ἐπὶ τοῦ σκληροῦ καὶ αὐθάδους τὸν τρόπον . ἀγορὰ Κερκώπων : Ἀθήνησι πλησίον τῆς Ἡλιαίας , ἐν ᾗ μάλιστα | ||
| ἑλκυσάντων εἴρηται . Ἀφροδίσιος ὅρκος . οὐκ ἐμποίνιμος . Ἀγορὰ Κερκώπων : ἐπὶ τῶν πονηρῶν καὶ κακοήθων . Κέρκωπες γάρ |
| ὠρῶ τὸ φυλάσσω . μυκητᾶν ἐπίουρε βοῶν : ἀντὶ τοῦ μυκητῶν βοῶν ἤτοι μυκητικῶν . λῇς μοι ἀεῖσαι : θέλεις | ||
| ὠρῶ τὸ φυλάσσω . μυκητᾶν ἐπίουρε βοῶν : ἀντὶ τοῦ μυκητῶν βοῶν ἤτοι μυκητικῶν . λῇς μοι ἀεῖσαι : θέλεις |
| κοιλίαι : Ἀριστοφάνης Βαβυλωνίοις : ἢ βοϊδαρίων τις ἀπέκτεινε ζεῦγος χολικῶν ἐπιθυμῶν . φαυλία μὲν εἶδος . . . φριμάττεσθαι | ||
| κοιλίαι : Ἀριστοφάνης Βαβυλωνίοις : ἢ βοϊδαρίων τις ἀπέκτεινε ζεῦγος χολικῶν ἐπιθυμῶν . φαυλία μὲν εἶδος . . . φριμάττεσθαι |
| εὐθενεῖ καὶ οἱ καρποὶ καλλίους : ποιεῖ γὰρ καὶ τοὺς πυρῆνας ἐλάττους καὶ ὅσων ξυλώδη καὶ δερματικὰ τὰ ἐκτὸς οἷον | ||
| δὲ καὶ χαίρει γεωργούμενα . . . καὶ γὰρ τοὺς πυρῆνας ὥσπερ εἴπομεν ἐλάττους ἔχει αὐτὰ δὲ βελτίονά ἐστι . |
| ὡς λαιμάργους . Ἄλλοι δὲ φασὶ τὴν παροιμίαν ἐπὶ τῶν δικαιοπραγούντων μὲν , οὐδὲν δὲ πλέον ἐκ τῆς δικαιοσύνης ἀποφερομένων | ||
| . ἡ δὲ λεγομένη παροιμία : κεστρεὺς νηστεύει ἐπὶ τῶν δικαιοπραγούντων ἀκούεται , ἐπεὶ οὐ σαρκοφαγεῖ ὁ κεστρεύς . Ἀναξίλας |
| , μέλιτος ὀξύβαφον τῶν πλατέων , ἔλαιον ἴσον , πυρῶν σητανίων χυλὸς , νίτρου ἀφρὸς , ὠὰ ἑπτά : κοτύλαι | ||
| ἐλλεβόρῳ ἀντισπάσαι : ἢν δὲ μὴ , ὁ χυλὸς τῶν σητανίων πυρῶν παχὺς , ψυχρὸς , καὶ τὸ φάκινον ἔτνος |
| αὐτὸς Γ : ὡς τῶν μάντεων ἐξαπατώντων καὶ οὐ δεόντως κερδαινόντων καὶ λαμβανόντων τὰ κώδια . Γ ἐκβολβιῶ : ἐξορύξω | ||
| ἴδιον ἔμετον . Κἂν ἐπὶ νεκροῦ κερδαίνειν : ἐπὶ τῶν κερδαινόντων ἐκ πενήτων καὶ τεθνεώτων . Κατὰ ῥοῦν φέρεται . |
| , βάτοι καὶ λειόβατοι καὶ ῥῖναι μᾶλλον , τρίγλαι , κωβιοὶ ἔλαττον . γάλα τὸ μὲν παχύτερον μᾶλλον , τὸ | ||
| κεστρεὺς ἑφθός , σηπίαι ἑφθαί , μύραιν ' ἑφθή , κωβιοὶ ἑφθοί , θυννίδες ὀπταί , φυκίδες ἑφθαί , βάτραχοι |
| . . . . . . . . οὐχὶ καὶ Ἐπιγένης ἐν τῶι Περὶ τῆς Ὀρφέως ποιήσεως τὰ ἰδιάζοντα παρ | ||
| Πελίου μὲν ἆθλον , Κάστορος δ ' ἔργον ποδῶν . Ἐπιγένης μὲν οὖν ἀκούει τὸ ἄμφωτον ποτήριον , εἰς ὃ |
| ταῦτα ποιέων ὑγιεινότερος ἂν καὶ φρονιμώτερος εἴη . Εἰ δὲ κρατηθείη ἐπὶ πλεῖον τὸ πῦρ ὑπὸ τοῦ ἐόντος ὕδατος , | ||
| κρατηθείη ὑπὸ τοῦ πωρώματος , εἰ μὲν ἐκτεταμένη ἡ χεὶρ κρατηθείη , κρέσσων ἂν εἴη μὴ προσεοῦσα , πολλῷ μὲν |
| Ἐκπερδικίσαι : τὸ διολισθῆσαι καὶ ἀποδρᾶναι : ἀπὸ μεταφορᾶς τῶν περδίκων , ὅτι πανοῦργον τὸ ζῷον καὶ διαδιδράσκον τοὺς θηρευτάς | ||
| Ἡγήσανδρος , πλεύσαντες εἰς Σύβαριν καὶ κατασχόντες τὴν Σιρῖτιν χώραν περδίκων ἀναπτάντων καὶ ποιησάντων ψόφον ἐκπλαγέντες ἔφυγον καὶ ἐμβάντες εἰς |
| τῶν ὠμῶς δρεπομένων . ὠμοδρόπων ] ἀνδρῶν . ὠμοδρόπων ] ἀώρων . ὠμοδρόπων ] ἀώρων , ἔξω τοῦ πρέποντος καιροῦ | ||
| ὅτι . Ἀδώνιδος κήπους . παροιμία Ἀδώνιδος κῆποι ἐπὶ τῶν ἀώρων καὶ ὀλιγοχρονίων καὶ μὴ ἐρριζωμένων . ἐμνήσθη δὲ αὐτῆς |
| Ἰταλίαν Ἑλλήνων τοὺς πλείστους καὶ τὸ τῶν Μεσσαπίων ἔθνος . ἁδρᾶς οὖν δυνάμεως περὶ αὐτὸν οὔσης οἱ μὲν Λευκανοὶ καταπλαγέντες | ||
| πυθόμενος ἀπέστειλε τὸν ἕτερον ὕπατον καλούμενον Ἄππιον Κλαύδιον μετὰ δυνάμεως ἁδρᾶς , ὃς εὐθὺς ἦλθεν εἰς Ῥήγιον . πρὸς δὲ |
| τρυφὴν αἱρέσεως ἀντεποιήσαντο , ὡς ἡ Κυρηναικὴ καλουμένη ἀπ ' Ἀριστίππου τοῦ Σωκρατικοῦ τὴν ἀρχὴν λαβοῦσα , ὃς ἀποδεξάμενος τὴν | ||
| οὐκ ἀπιθὴς ἲς γράψαι . . . οἷά τ ' Ἀριστίππου τρυφερὴ φύσις ἀμφαφόωντος ψεύδη ἀλλ ' οὔ μοι τούτων |
| πλοῖα ; τοὺς κάδους μὲν οὖν καλοῦσι γαυλοὺς πάντες οἱ προγάστορες . Τέτταρες δ ' αὐλητρίδες ἔχουσι μισθὸν καὶ μάγειροι | ||
| ἀνωφελῶν καὶ εἰκῇ πραττομένων ἐλέγετο : οἱ γὰρ παχύπρωκτοι καὶ προγάστορες οὐ δύνανται ἑαυτοὺς ἀπονίψασθαι εὐπετῶς . Προφάσεως οὐ δεῖ |
| τὰ ὄστρεα καὶ ἄλλ ' ἄττα παρόμοια , κόχλους καὶ στρόμβους καὶ ἀφύας καὶ ὄστρακα , γόνον αὐτοφυῆ καὶ ἀμήτορα | ||
| : κυρτίδας ἔκ τινων πυκνῶν σχοινίων ὥσπερ καλαθίσκους ὑφήναντες , στρόμβους τε ἐν αὐταῖς βαλόντες κατὰ τῆς θαλάττης ῥιπτοῦσιν : |
| ἀνδράσι γενναίοις τε καὶ τῇ κατὰ πόλεμον ἐμπειρίᾳ καὶ τόλμῃ θαυμαζομένοις πολλῷ , τὸ ἀπὸ τοῦ Μυριανδρίου μέχρι τῶν τῆς | ||
| μόναις , ἀλλὰ καὶ τοῖς ἄλλοις συμβαίνειν τοῖς περιμαχήτοις καὶ θαυμαζομένοις ὑπὸ τοῦ κοινοῦ βίου πράγμασι . καλὰ μὲν γὰρ |
| . Καρδιαλγικὰ καὶ μετὰ στρόφου , κοιλίης θηρία καταῤῥήγνυται . Καρδίης ἄλγημα , πρεσβυτέρῳ πυκνὰ ἐπιφοιτέον , θάνατον ἐξαπίναιον σημαίνει | ||
| . ταῦτ ' οὖν ἐπιστάμενος ὁ Νάρις ἐκτήσατο ἐκ τῆς Καρδίης αὐλητρίδα , καὶ ἀφικομένη ἡ αὐλητρὶς εἰς τοὺς Βισάλτας |
| πάχος καὶ ῥύπτει τὴν γλισχρότητα , ἔχει δὲ οὕτως . Μαράθρου χλωροῦ ῥίζης τοῦ φλοιοῦ οὐγκίας ἕξ , ὄξους ξέστην | ||
| ἐκ τοῦ ἀποζέματος πιεῖν . [ Εἰς στραγγουρίαν . ] Μαράθρου σπέρμα , δαφνίδων Θηβαϊκῶν ἐξ ἴσου κόψας σὺν εὐκράτῳ |
| τοῦτο ξυνέβη : πόνος : ἔμετος χολωδέων , πολλῶν , ὠχρῶν , καὶ πρασοειδέων , ὅτε πίοι : σπασμὸς εἶχε | ||
| θερμότερον , τά τε χρώματα τῶν οὔρων τῶν ὑπώχρων καὶ ὠχρῶν ἀφιστάμενα πρὸς τὸ ὑπόπυρρον χωρεῖ καὶ ὑπόξανθον : καὶ |
| ζῷον εἰς ὑπερβολήν ἐστιν . τελώνῃ γλαῦκον , ἔγχελυν , σπάρον : ὅταν ἐγγὺς ᾖ δ ' ὅδ ' ὕστερος | ||
| ζῷον εἰς ὑπερβολήν ἔστιν . τελώνῃ γλαῦκον , ἔγχελυν , σπάρον : ὅταν ἐγγὺς ᾖ δ ' ὅδ ' ὕστερος |
| καὶ λιμναίων φέρει μὲν ὁ Νεῖλος κητώδεις σίμους τε καὶ φάγρους , οἳ διὰ τὸ καταπιμελέστατον ζεσθέντες ἐσθίονται διὰ νάπυος | ||
| ἰχθύων λαβράκια , κεφάλους , συάκια , χρυσόφρυα , καὶ φάγρους , ζωμῷ ὀλίγῳ καρυκευτῷ λαπίνας δέ , χάννους , |
| εἰς τὸ δοκεῖν εἶναι ἀργυραῖ . ἐπαινοῦνται δὲ καὶ αἱ Χῖαι κύλικες , ὧν μνημονεύει Ἕρμιππος ἐν Στρατιώταις : Χία | ||
| δοκεῖν εἶναι ἀργυρᾶ τὰ κεράμεια . ἐπαινοῦνται δὲ καὶ αἱ Χῖαι κύλικες . Ἕρμιππος : Χία δὲ κύλιξ ὑψοῦ κρέμαται |
| οὐδὲν εὗρον λόγου ἄξιον . Ϛʹ . Ἀξιούσθω λόγου καὶ Οὔαρος ὁ ἐκ τῆς Πέργης . Οὐάρῳ πατὴρ μὲν Καλλικλῆς | ||
| θυννίδες . ἐπὶ τούτοις σιωπήσαντος τοῦ Διονυσοκλέους ὁ γραμματικὸς ἔφη Οὔαρος : ἀλλὰ μὴν καὶ Ἀντιφάνης ὁ ποιητὴς ἐν Δευκαλίωνι |
| οἱ πολλοὶ νυκτὸς ἐν τῇ πόλει καὶ κλοπῆς ἔτι βιαιότερον ἠνώχλουν , καὶ ἠνώχλουν ἀδεῶς , καὶ ἡ δόξα ἐς | ||
| ἔκρυψαν οἱ Παλλάντιοι καὶ ἑτέροις ἐς τὸ φανερὸν τοὺς σιτολογοῦντας ἠνώχλουν . ὃ δὲ Ῥουτίλιον Ῥοῦφον , συγγραφέα τῶνδε τῶν |
| αἱ Μοῦσαι γενόμεναι , καὶ τῶν ὀμμάτων αὐτὸν καὶ τῆς κιθαρῳδίας ἐστέρησαν . Θᾶττον ἢ Βούτης : τῶν ἐπὶ τῇ | ||
| τινὲς ἐπὶ τὸ γελοῖον παρῳδὰς ἐξεῦρον , οὕτω καὶ τῆς κιθαρῳδίας πρῶτος Οἰνώπας , ὃν ἐζήλωσαν καὶ ἄλλοι . καὶ |
| , δυσπινής , ξανθῇ κόμῃ ἐπικομῶν . ὁ δὲ δεύτερος πιναρὸς τοσούτῳ τοῦ προτέρου ἰσχνότερος ὅσῳ καὶ νεαρώτερος . ὁ | ||
| λευκόχρως , φαιδρός , πρέπων θεῷ καλῷ . ὁ δὲ πιναρὸς ὀγκώδης , ὑποπέλιδνος , κατηφής , δυσπινής , ξανθῇ |
| . καὶ φορβειὰν τὴν αὐλητικήν . καὶ κρουπέζια τὰ τῶν αὐλητῶν ὑποδήματα . τὸ μέντοι γλωττοκομεῖον εἴρηκε Λύσιππος ἐν Βάκχαις | ||
| , τερετισμοί τερετίσματα , νίγλαροι . τὰ δὲ πρῶτα τῶν αὐλητῶν μαθήματα πεῖρα καὶ γρόνθων . Ἀθήνησι δὲ καὶ συναυλία |
| ἐν ταῖς γεννικαῖς εὐωχίαις , φησὶν ἐν Ἰξίονι Εὔβουλος , ἀμύλων παρόντων ἐσθίους ' ἑκάστοτε ἄνηθα καὶ σέλινα καὶ φλυαρίας | ||
| λιβάνου τε πνοαί , τερενοχρῶτες μαζῶν ὄψεις , ἄρτων , ἀμύλων , πουλυποδείων , χολίκων , δημοῦ , φυσκῶν , |
| δὲ εἰς τὸ ἄστυ ἐλθόντες τοὺς μὲν τριάκοντα ἐξέβαλον πλὴν Φείδωνος καὶ Ἐρατοσθένους , ἄρχοντας δὲ τοὺς ἐκείνοις ἐχθίστους εἵλοντο | ||
| Ἔφορος δ ' ἐν Αἰγίνῃ ἄργυρον πρῶτον κοπῆναί φησιν ὑπὸ Φείδωνος : ἐμπόριον γὰρ γενέσθαι , διὰ τὴν λυπρότητα τῆς |
| περὶ Τραχῖνα . ἔστι καὶ πόλις Μηλιέων . οἱ οἰκοῦντες Οἰταῖοι . Σοφοκλῆς ” ἐγὼ μέν , ὦ γένεθλον Οἰταίου | ||
| ἃς αὐτοὶ ἔχειν δίκαιοί ἐστε ὑπὲρ ὧν ἡμεῖς ἠναγκάσθημεν ; Οἰταῖοι , μὴ σπεύδετ ' ἀτασθαλίῃσι νόοιο . Ἀλλ ' |
| θεὸς ἐπεφάνης . δεύτερος πλοῦς καὶ τὸ κεράμιον ἀνέῳχας : ὄζεις , ἱερόσυλ ' , οἴνου πολύ . μικρά γε | ||
| αὐτὸν ἰδιώτης ἔφη μακάριος εἶ , ὦ βασιλεῦ , πολυτελὲς ὄζεις . καὶ ὃς ἡσθεὶς ἐγώ σε , φησίν , |
| , τὸ ἀπὸ τῶν ὀλυρῶν , καὶ τὸ ἀπὸ τοῦ βρόμου γινόμενον πόμα . μεθύσκει δὲ καὶ τὸ ἀπὸ τοῦ | ||
| λειωθὲν ὄξει ἢ καϲτόριον καυθέν . τρεφέϲθωϲαν δὲ πτιϲάνηϲ ἢ βρόμου χυλῷ ἢ ἄλικοϲ ϲὺν ὀξυμέλιτι ἢ ἁλϲὶν ἢ γλήχωνι |
| εὑρόντες τινά ἐγὼ δὲ χερσὶν ἄγραν βρίακχον οἷος γὰρ ἡμῶν δημόκοινος οἴχεται × – τὸ δ ' ἔγχος ἐν ποσὶν | ||
| αἵρεσις , διασκώπτων τῶν φιλοσόφων τὰ δεῖπνά φησι : καὶ δημόκοινος ἐπεχόρευσε δαψιλὴς θέρμος , πενήτων καὶ τρικλίνου συμπότης . |
| ἐπεὶ δοκοῦσιν ἀργότεροι καὶ νωχελέστεροι εἶναι οἱ Φρύγες οἰκέται . Φρυνώνδας ἄλλος : ἐπὶ τῶν πονηρῶν : καὶ Ἀριστοφάνης ἐν | ||
| ὁτιοῦν : Δείναρχος ἐν τῇ Αἰσχίνῃ συνηγορίᾳ κατὰ Δεινίου . Φρυνώνδας : Αἰσχίνης κατὰ Κτησιφῶντος . ἦν δὲ Ἀθηναίοις περιβόητος |
| , ἐγκαίρως . Κατὰ βοὸς εὔχου : ἐπὶ τῶν μέγα βοώντων . Καύνιος ἔρως : ἐπὶ τῶν μὴ κατορθουμένων ἐπιθυμιῶν | ||
| περὶ τὸν νεὼν τοῦ Ποσειδῶνος ἀκούειν πολλῶν μὲν σοφιστῶν κακοδαιμόνων βοώντων καὶ λοιδορουμένων ἀλλήλοις , καὶ τῶν λεγομένων μαθητῶν ἄλλου |
| τοῖς εἰρημένοις ἡμῖν ἔμπροσθεν διαχρίσμασι καρτερήτωσαν τῷ τε διὰ τῶν χελιδόνων καὶ τῷ λαμβάνοντι τὸν ῥοῦν θαυμασίῳ ὄντι βοηθήματι . | ||
| τὸ ὕδωρ μέχρι γλοιῶδες γίνηται , ἑψήσας μέλιτι . ἢ χελιδόνων κεκαυμένων μετὰ μέλιτος διάχριε . [ Πρὸς κιονίδας φλεγμαινούσας |
| ἄμεινον μέλι παραμίσγειν : καὶ κράμβην ἑφθὴν ὁμοῦ πηγάνῳ καὶ λινοζώστει , καὶ τῶν σπερματίων τι πίνειν τῶν ὑστερικῶν . | ||
| σχίνου ἄνθει , καὶ τοῖς ὑπάγουσι δ ' ἀκαλήφῃ καὶ λινοζώστει καὶ ἐπιθύμῳ , κατὰ δὲ τὰς παρακμὰς καὶ τῷ |
| μύρου στυρακίνου δρ . ηʹ . ἐὰν δὲ ὑπὸ κυνὸς λυσσῶντος δηχθῇ τις , ἐμπλάστρῳ μὴ τῷ αὐτῷ χρῶ , | ||
| καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων ἐρυσιπελάτων χρώμεθα . Οἱ δηχθέντες ὑπὸ λυσσῶντος κυνὸς ἐμπίπτουσιν εἰς τὸν ὑδροφόβον . σημεῖα δὲ τοῦ |
| διαλειμμάτων καὶ μάλιϲτα τὰ ϲκόροδα ἑφθά , πολλοὺϲ δὲ τῶν ἐμπύων μετὰ τὴν ἀπούλωϲιν διὰ ταριχοφαγίαϲ ἀνεπηρεάϲτουϲ διεφυλάξαμεν . διδόναι | ||
| ἄλλων ἐμπυημάτων οἱ νεώτεροι μᾶλλον ἀποθνήσκουσι . Ὁκόσοι δὲ τῶν ἐμπύων καίονται ἢ τέμνονται , οἷσιν ἂν καθαρὸν μὲν τὸ |
| . Αἰσχύλος ἐν Περραιβίσιν . μέμνηται καὶ Διογενιανὸς ἐν τῆι Λέξει τούτου καὶ Διονύσιος ἐν τῆι Ἐκλογῆι τῶν ὀνομάτων , | ||
| , ὅτι διὰ τούτου τὰς τῶν ἡρώων πράξεις διηγεῖται . Λέξει δὲ ποικίλῃ κεχρημένος τοὺς ἀπὸ πάσης διαλέκτου τῶν Ἑλλη |
| Μιλήσιος ἀνδριαντοποιὸς , οὗ μέμνηται καὶ Πολέμων . , : Γεγόνασι δὲ Δημήτριοι ἀξιόλογοι εἴκοσι . . . πέμπτος ἀνδριαντοποιὸς | ||
| πάντως εἰς Ἀΐδην δεῖ τιν ' ὁδηγὸν ἔχειν . “ Γεγόνασι δὲ καὶ ἄλλοι Ἀντισθένεις τρεῖς : Ἡρακλείτειος εἷς , |
| καὶ χοίρειος καὶ αἴγειος ποιεῖ . δέρμα παλαιὸν ἀπὸ τῶν καττυμάτων καυθὲν τὰ φλεγμαίνοντα μὲν οὐκ ὠφελεῖ , παυσάμενα δὲ | ||
| τε καὶ χοίρειος καὶ αἴγειος ποιεῖ . τὸ ἀπὸ τῶν καττυμάτων δέρμα καυθὲν φλεγμαίνοντα μὲν οὐκ ὠφελεῖ , παυσάμενα δὲ |
| κολλητέον καὶ διαχριϲτέον τοῖϲ διὰ καϲτορίου καὶ ϲαγαπηνοῦ καὶ ὀποῦ Παρθικοῦ : ὠφελεῖ δὲ καὶ ἀνακογχυλιϲμὸϲ διὰ τῶν δριμέων . | ||
| δὲ μὴ παρείη , οὐκ ἐμποδίζει . τινὲς καὶ ὀποῦ Παρθικοῦ : ἐγὼ δ ' οὐδέπω τὸν ὀπὸν ἔμιξα . |
| , καὶ ἰχθύες ἰχθύδια , ὄψον καὶ ὀψοποιὸς δὲ καὶ ὀψαρτυτής , καὶ ὀψοποιεῖν καὶ ὀψοποιία , καὶ ἡδῦναι καὶ | ||
| ' εἰσὶν ἀνθρώπων γένους ἑστιάτορες , ἀρχισιτοποιός , οἰνοχόος , ὀψαρτυτής , εἰκότως , ἐπειδὴ τριῶν χρήσεώς τε καὶ ἀπολαύσεως |
| : τὰ δὲ πίονα διαχωρέει ἐπιεικέως : ξηρότατοι μὲν τῶν ταρίχων οἱ θαλάσσιοι , δεύτερον δὲ οἱ ποτάμιοι , ὑγρότατοι | ||
| “ ἔφη , ” δώσει ἐὰν τὸ πλοῖον αὐτοῦ τῶν ταρίχων ἀφίκηται . “ Αὐτὸς δὲ καὶ Ἀνύτῳ τῆς φυγῆς |
| δ ' ἄλλαι ὑπὸ λοβοὺς ἐπὶ ἰνίον , ἀπὸ ἰνίου χιασθεῖσαι . εἰ μὲν βραχύτεραι εἶεν ἐπὶ ἰνίον πρὸς τὰς | ||
| δ ' ἀρχαὶ ἐπὶ τοὺς ἔξω κανθοὺς ἐπὶ βρέγμα καὶ χιασθεῖσαι διακρατείσθωσαν , ἄλλη δὲ μεσότης ὑπὸ τὸ σφαίριον τῆς |
| : ὅταν δὲ αἴσθωνται κυνηγετῶν κτύπου , καὶ ἀκούσωσι κυνῶν ὑλακῆς , ἀναθέουσιν ἐς τὰς ἀκρωρείας αὐτὰς ἀμάχῳ τῷ τάχει | ||
| ὅτι “ ὧδέ εἰμι ” . αὖ αὖν : μίμημα ὑλακῆς κυνῶν . πάρεστιν ἕτερος : ⌈ ἀντὶ τοῦ Γ |
| πιστοὺς καὶ οὐδένα ἄκοντα . καὶ νῦν πάρεισιν οὐδέν σε προσαιτοῦντες , ἀλλὰ καὶ πονεῖν ὑπὲρ σοῦ καὶ προκινδυνεύειν βουλόμενοι | ||
| ἐπὶ τῶν θυσιῶν ὑπὸ τοὺς βωμοὺς καθίζοντες καὶ μετὰ κολακείας προσαιτοῦντες , ἔτι δὲ καὶ οἱ παραλαμβανόμενοι . Γεννῆται , |
| , ἐπαινῶν αὐτὸν ἐπ ' οἰνουργίᾳ . τὸ δὲ τῶν καπήλων ἐργαστήριον καπηλεῖον εἰρήκασιν οἱ κωμῳδοδιδάσκαλοι , καὶ τὸ κωμῳδούμενον | ||
| Ἄβυδον ὡς ἀνὴρ γεγένηται ; ἀνερίναστος εἶ ἠριστάναι παρὰ τῶν καπήλων λήψομαι τὸ σύμβολον . τῇδ ' ἐξιόντι δεξιᾷ , |
| αὖ Σύμηθεν ἄγε τρεῖς νῆας ἐίσας , Νιρεὺς Ἀγλαΐης υἱὸς Χαρόποιό τ ' ἄνακτος , Νιρεύς , ὃς κάλλιστος ἀνὴρ | ||
| μάρτυρ μάρτυρος ὁ μάρτυρος , Χάροψ Χάροπος ὁ Χάροπος ‚ Χαρόποιό τ ' ἄνακτος ‚ , Τροίζην Τροίζηνος ὁ Τροίζηνος |
| Οἱ γὰρ ἐν ταύτῃ κατοικοῦντες τῇ πόλει τοιοῦτοι . Κεστρεὺς νηστεύει : ἐπὶ τῶν λαιμάργων , ὑποκρινομένων δὲ νηστεύειν : | ||
| οὐκ ἔχουσα , ἐπὶ τῶν νοῦν μὴ ἐχόντων . Κεστρεὺς νηστεύει : παροιμία ἐπὶ τῶν πάνυ λαιμάργων . Τοιοῦτον γάρ |
| ἀλιπεῖς . αἱ δὲ χάνναι ἁπαλόσαρκοι , σκληρότεραι δὲ τῆς πέρκης . ὁ δὲ σκάρος ἁπαλόσαρκος , ψαθυρός , γλυκύς | ||
| ἐπισπωμένων . Κροῖσος γὰρ ἑαυτῷ πολέμιον ἐπεσπάσατο Κῦρον . Ἀντὶ πέρκης σκορπίον : ἐπὶ τῶν τὰ χείρω αἱρουμένων ἀντὶ τῶν |
| τῆς ἡδονῆς πλεῖστα διατελοῦσιν ὄντες . εἰπὼν δὲ περὶ τῶν ἀκολάστων , οἳ καθ ' ὑπερβολὴν ἁμαρτάνουσι τῶν ἡδέων καὶ | ||
| δάκνων δὲ λάθρα . Λυδὸς ἐν μεσημβρίᾳ : ἐπὶ τῶν ἀκολάστων , ὡς ταύταις ταῖς ὥραις ἀκολασταινόντων . οἱ γὰρ |
| ξηραντικῆϲ ἱκανῶϲ ἐϲτι δυνάμεωϲ ἀδήκτου : δι ' ὃ τοῖϲ κακοήθεϲι τῶν ἑλκῶν ἁρμόζει : ἐπὶ δὲ τῶν ϲηπεδονωδῶν μετ | ||
| ὁ Πολυείδου , οἱ δὲ ἀμβλυντικοὶ ἄνθραξί τε καὶ τοῖϲ κακοήθεϲι τῶν ἑλκῶν ἁρμόζουϲιν , ὅ τε λευκὸϲ καὶ ὁ |
| βαϲιλίϲκου . καʹ . Περὶ θαλαϲϲίων καὶ πρῶτον τρυγόνοϲ καὶ ϲμυραίνηϲ . κβʹ . Περὶ δράκοντοϲ θαλαϲϲίου . κγʹ . | ||
| λεάναϲ μετ ' οἴνου ὁμοίωϲ . τοῖϲ δὲ ὑπὸ τῆϲ ϲμυραίνηϲ πεπληγμένοιϲ ϲυμβαίνει , ἃ καὶ ἐπὶ τῶν ἐχεοδήκτων , |
| τὸν μὲν πρότερον Ἐλύμων , οὕς φησιν ὑπ ' Οἰνώτρων ἐξαναστῆναι , τὸν δὲ μετὰ τοῦτον ἔτει πέμπτωι γενόμενον Αὐσόνων | ||
| τοῖσι περιπάτοισι τοῖσιν ὀρθρίοισι πουλλοῖσιν , ἀπὸ δείπνου δὲ ὁκόσον ἐξαναστῆναι , ὅκως τὰ μὲν σῖτα μὴ ξηραίνωνται ἀπὸ τῶν |
| δ , γίνεται πρὸς πᾶν ῥεῦμα καὶ ὀφθαλμίαν ἄριστον . Σποδίου πεπλυμένου ⋖ δ , μηκωνίου ⋖ α , ὑοσκυάμου | ||
| ⋖ Ϛ , κόμμεως ⋖ Ϛ . ὕδατι ὀμβρίῳ . Σποδίου πεπλυμένου ⋖ δ , γῆς Σαμίας , ἀμύλου , |
| . εὐθέως οὖν ἀπὸ τῆς λεκάνης ἀνασπάσας ἰξὸν ἐπαλείφω τῶν ἀχράδων τοὺς κλάδους , καὶ ὅσον οὔπω τὸ νέφος ἐπέστη | ||
| τῶν κυδωνίων ὁ χυλὸς , ἐν ἀπορίᾳ δὲ τούτων καὶ ἀχράδων καὶ μεσπίλων καὶ βραβύλων καὶ κρανιῶν καὶ προύμνων . |
| λάροι γενόμενοι αἰνήσουσι τὴν ἐν θαλάσσῃ διαγωγὴν καὶ δίκην τῶν πορκέων καὶ ἁλιέων ἰνδαλθέντες καὶ ὁμοιωθέντες εἰς τὴν δομὴν καὶ | ||
| ἑταίρων ἐπτερωμένην ἰδὼν οἰωνόμικτον μοῖραν , οἳ θαλασσίαν δίαιταν αἰνήσουσι πορκέων δίκην , κύκνοισιν ἰνδαλθέντες εὐγλήνοις δομήν . ῥάμφεσσι δ |
| τὼ πόδ ' ἐναλλάξ . ἀρχαῖά γε καὶ Διπολιώδη καὶ τεττίγων ἀνάμεστα καὶ Κηκείδου καὶ Βουφονίων . ἀλλ ' οὖν | ||
| πολὺς χρόνος ἐπειδὴ χιτῶνάς τε λινοῦς ἐπαύσαντο φοροῦντες καὶ χρυσῶν τεττίγων ἐνέρσει κρωβύλον ἀναδούμενοι τῶν ἐν τῇ κεφαλῇ τριχῶν : |
| ἁπλῶϲ ⋖ δ . Κηκίδων κεκαυμένων , χάρτου κεκαυμένου , φελλῶν κεκαυμένων , ἄρτου κεκαυμένου ἀνὰ ⋖ ιε , ἀρϲενικοῦ | ||
| σπάρτου καὶ λίνου λευκοῦ καὶ μέλανος ἄλλου καὶ κυπείρου καὶ φελλῶν μολίβου τε καὶ πίτυος καὶ ἱμάντων καὶ ῥοῦ καὶ |
| πᾶσαι διέφθειρον αὐτὴν καὶ κάκιστα ἀπώλλυον . ἀντὶ δὲ Φιλίας Κολακεία παρῆν , δουλοπρεπὴς καὶ ἀνελεύθερος , οὐδεμιᾶς ἧττον ἐπιβουλεύουσα | ||
| , ὅταν ἐν αὐτῷ δειλίαν ἐμποιῇ ; Τί μήν ; Κολακεία δὲ καὶ ἀνελευθερία οὐχ ὅταν τις τὸ αὐτὸ τοῦτο |
| κέστραν μὲν ὔμμες ὡττικοὶ κικλῄσκετε . Ἀντιφάνης : πάνυ συχνὴ σφύραινα , κέστραν ἀττικιστὶ δεῖ λέγειν . σηπία . ἡ | ||
| , οὓς βόσκεθ ' ὑμεῖς ἕνεκα τῶν ὠκυπτέρων . ἡ σφύραινα δ ' ἐστὶ τίς ; κέστραν μὲν ὕμμες ὡττικοὶ |
| Δελφίνην δράκοντα τοξεύσας ἀνεῖλε Λητὼ βιάζοντα ὥς φησιν Ἥλιος ὁπότε πετραίου ὑπὸ δειράδι Παρνησοῖο Δελφίνην τόξοισι πελώριον ἐξενάριξεν ἢ ὅτι | ||
| παραινῶν Ἀμφιλόχῳ τῷ παιδί : ὦ τέκνον , ποντίου θηρὸς πετραίου χρωτὶ μάλιστα νόον προσφέρων πάσαις πολίεσσιν ὁμίλει : τῷ |
| προηγουμένως στρατεύονται : τρίτον δέ , ἀπαλλάξαι τοῦ φόβου τοὺς Συρα - κουσίους : ἐπεὶ γὰρ καταπεπλήγασιν ἀκοῇ τοὺς Ἀθηναίους | ||
| . . . Καλλικύριοι : οἱ ἀντὶ τῶν Γεωμόρων ἐν Συρα - κούσαις γενόμενοι , πολλοί τινες τὸ πλῆθοςδοῦλοι δ |
| καὶ περιϲτερᾶϲ ἀλεκτορίδοϲ τε καὶ ἀλεκτρυόνοϲ . ἡ δὲ τῶν κιχλῶν καὶ κοϲϲύφων καὶ τῶν μικρῶν ϲτρουθῶν καὶ τῶν πυργιτῶν | ||
| ὁ δὲ κόσσυφος βλέπων τὴν καρίδα καὶ οἰόμενος κατὰ τῶν κιχλῶν αὐτὴν περιστρέφεσθαι , χανὼν ἐπιλαμβάνεται τῆς καρίδος καὶ θηρεύεται |
| ὥραν δεικνύντος φυτοῦ τοῖς αἰγιαλοῖς ἐνθείη τις , πλεῖστον τῶν σηπιῶν ἑσμὸν ὡς ἐπί τι συλλέξει δωμάτιον , μίξει τε | ||
| τῶν ἐχίνων , καὶ Σηπιὰς ἄκρα ἀπὸ τῶν περὶ αὐτὴν σηπιῶν , . . . Προσαγορεύεται δὲ , φησὶν Ἐπαρχίδης |
| ἀνεπτερῶσθαι ἄνοργοι ἀνταναγνῶναι ἀπαλλάξας ἀποκριπάμενος ἀρρενώπας ἅψω βαδίζου βαδισματίας Βασιλεία Βολβός Βρέα βῶσον γαστροχάρυβδις γλύφειν γονατίζειν δασύποδα Δεξώ διάλαος δουλοπρεπέστατα | ||
| ἀφ ' οὗ βορὸς καὶ βορὰ , καὶ βοτήρ . Βολβός , ἐπὶ τοῦ ἐσθιομένου , ἀπὸ τοῦ βίᾳ ἀναβάλλεσθαι |
| αἱ ἀσπίδες 〛 . Γ ἐμῆς ] νοεῖται γαστρός . κριβανίτας ] ἄρτους κριθίνους . κριβανίτας ἄρτους φασὶ τοὺς κριθίνους | ||
| , παῖ , τῆς ἀσπίδος . Καὶ τῆς ἐμῆς τοὺς κριβανίτας ἔκφερε . Φέρε δεῦρο γοργόνωτον ἀσπίδος κύκλον . Κἀμοὶ |
| . θυμῷ : μωρίᾳ . Ἀφροσύνη ἀγνωσία . σκόμβρον : σκόμβρος ὁ σκαιὸς εἰς βρῶσιν : κακόχυμος γὰρ τὸ ζῶον | ||
| κυβίου προφέρουσα , κινητικὴ ὀρέξεως , πρὸς ἐκκρίσεις εὐόλισθος . σκόμβρος εὔστομος , δύσφθαρτος , δίψους ποιητική : κρατίστη δ |