Ἀθήνησι Φιλίσκου , τὴν δὲ ὑπατικὴν ἐξουσίαν ἐν Ῥώμῃ κατεῖχεν Ἄππιος μὲν Κλαύδιος τρίτον ἔτος ἡγούμενος τῆς δεκαδαρχίας κατὰ τὸ
τῶν δυνάμεων σὺν τάχει Κοίντιος μὲν Αἰκανοῖς πολεμήσων ᾤχετο , Ἄππιος δὲ Οὐολούσκοις , κλήρῳ διαλαχόντες τὰς ἀρχάς . συνέβη
8355475 Κλαυδιος
. . : Ἄκη , πόλις Φοινίκης . . . Κλαύδιος δὲ Ἴουλος ἐν πρώτῃ Φοινικικῶν φησὶν ὅτι ἐκλήθη ἀπὸ
μὲν ἦρχεν Ἀναξικράτης , ἐν Ῥώμῃ δὲ ὕπατοι κατέστησαν Ἄππιος Κλαύδιος καὶ Λεύκιος Οὐολόμνιος . ἐπὶ δὲ τούτων Δημήτριος μὲν
7630348 ὑπατος
, ἀσπασάμενος μᾶλλον τὸ φεύγειν ὡς φιλόσοφος ἢ τὸ ὡς ὕπατος μένειν . ” ” μὴ κινδυνευέτω „ εἶπεν „
, καὶ ταῦτα συνεγράψαντο : καὶ αὐτῶν ὁ Καῖσαρ ὡς ὕπατος ἀνέγνω τοῖς στρατοῖς τὰ λοιπὰ χωρὶς τῶν ἀποθανουμένων .
7509956 αἱρεθεις
ἀρχῆς τάξαι τὸν ὑπ ' Ἀριστείδου πάντων δικαιότατα τεταγμένον , αἱρεθεὶς ἐπὶ τούτῳ δέκατος αὐτὸς μάλιστα διπλάσιον αὐτὸν ἑκάστοις τῶν
κατὰ νόμον αἱρεθεὶς κριτής , διαιτητὴς δὲ ὁ κατὰ σύμφωνον αἱρεθεὶς συμβάσεως χάριν . Μένανδρος ἐν Παιδίῳ : εἴ τις
7436400 Σποριος
ἐπὶ Τυρρηνίας ἄξοντα τὰς δυνάμεις . ἀντέπραττε δὲ πρὸς ταῦτα Σπόριος Ἰκίλιος τῶν δημάρχων εἷς : καὶ συνάγων εἰς ἐκκλησίαν
ὑπάτοις . Οἱ δὲ παρὰ τούτων τὴν ἀρχὴν παραλαβόντες , Σπόριος Ναύτιος καὶ Σέξτος Φούριος , στρατιάν θ ' ὅσην
7430728 Βρουτος
τοὺς τοῦ Ἰονίου πέραν . τὰ δ ' αὐτὰ καὶ Βροῦτος ὑμῖν προτείνει ψηφίσματα καὶ Πομπήιος , τὴν θάλασσαν ὑπὸ
οὐ πάνυ τι πείθων αὐτὴν ἀνέζευξε . Τότε δὲ Μάρκος Βροῦτος καὶ Γάϊος Κάσσιος ἐπὶ Δικαιαρχίαν ἦσαν : καὶ πυθόμενοι
7408699 ἀποδειχθεις
συγκινδυνεύειν ἑαυτῷ , λαθὼν ἔφυγεν ἐς Σικελίαν , στρατηγὸς δὲ ἀποδειχθεὶς ὑπὸ Πομπηίου ἐσήμηνεν , ὅτι σῴζοιτο καὶ στρατηγοίη .
τοὺς κατὰ γένος αὐτῇ προσήκοντας . Λάαρχος , Κυρηναίων βασιλεὺς ἀποδειχθεὶς ὡς Βάττῳ τῷ Ἀρκεσιλάου τὴν ἀρχὴν φυλάττων , ἐγένετο
7379318 Μαρκος
καὶ τοὺς ἀπὸ τοῦ Περιπάτου καὶ αὐτοῦ Ἐπικούρου προσέταξεν ὁ Μάρκος τῷ Ἡρώδῃ κρῖναι , τὸν δὲ ἄνδρα τοῦτον ἀπὸ
ὁ ἐπικαλούμενος Κατιλίνας κατάχρεως γεγονὼς ἀπόστασιν ἐμελέτησεν , ὁ δὲ Μάρκος Κικέρων ὁ ὕπατος λόγον διετίθετο περὶ τῆς προσδοκωμένης ταραχῆς
7378446 Ταρκυνιος
χρῶνται Ῥωμαῖοι . τούτου δ ' υἱὸς ἦν ὁ δεύτερος Ταρκύνιος ὁ Σούπερβος , ὅσπερ καὶ τελευταῖος βασιλεύσας ἐξέπεσε .
τῇ πόλει λεγομένων τε καὶ πραττομένων κατὰ τῆς τυραννίδος αἴσθηται Ταρκύνιος , πρὶν ἢ τὰ παρ ' ἡμῶν εὐτρεπῆ γενέσθαι
7346188 συγκλητου
Κόττας ὡς εἰς τὴν Ῥώμην ἀφίκετο , τιμῆς παρὰ τῆς συγκλήτου τυγχάνει Ποντικὸς αὐτοκράτωρ καλεῖσθαι , ὅτι ἕλοι τὴν Ἡράκλειαν
πεδιάδι τῆς αὐτῆς πόλεως Κτησιφῶντος , βουλόμενος μετὰ τῆς ἰδίας συγκλήτου καὶ ἕως Βαβυλῶνος εἰσελθεῖν καὶ παραλαβεῖν τὰ ἐκεῖσε .
7341168 Καισων
Ῥώμῃ τὴν ὑπατικὴν ἀρχὴν εἶχον χιλίαρχοι ἕξ , Κόιντος [ Καίσων ] Σουλπίκιος , Αἶνος Καίσων Φάβιος , Κόιντος Σερουίλιος
ὁλόκληρόν τε καὶ ἀπαθῆ χρήμασιν εὔπορον κατέστησε τὴν πατρίδα . Καίσων δὲ Φάβιος ὁ ἕτερος τῶν ὑπάτων , οὐ -
7224315 Μαρκιος
οὐδέποτε . ἠγάσθη τε δὴ τῆς μεγαλοφροσύνης τοὺς ἄνδρας ὁ Μάρκιος καὶ τὴν πολιορκίαν ἔλυσε . . Τῶν Κελτῶν ἐπιστρατευσάντων
ἤδη πᾶσα ἡ δύναμις , ἐβουλεύετο μετὰ τοῦ συνάρχοντος ὁ Μάρκιος , ὅπως χρηστέον τοῖς λοιποῖς πράγμασιν . ἔφη δ
7200248 Οὐαλεριος
, Μάρκος Πομπώνιος , Γάιος Δυίλιος , Μάρκος Οὐετούριος , Οὐαλέριος Ποπλίλιος , ὀλυμπιὰς δ ' ἤχθη ἐνενηκοστὴ καὶ ἕκτη
Ῥωμαίων εἰς μονομαχίαν ἐκάλει . Τότε τοίνυν ἐθελοντὴς ἐξανέστη Μάρκος Οὐαλέριος ἐν τοῖς ἄρχουσι τῶν στρατιωτῶν τεταγμένος , καὶ σκευασάμενος
7136133 Τιτος
, ἐν Ῥώμῃ δ ' ὕπατοι κατεστάθησαν Λούκιος Λουκράτιος καὶ Τίτος Οὐετούριος Κιχωρῖνος . ἐπὶ δὲ τούτων Θηβαῖοι μὲν τεταπεινωμένοι
ἀντὶ τῶν ὑπάτων χιλίαρχοι τέτταρες κατεστάθησαν , Γάιος Φούριος καὶ Τίτος Κοΐντιος , ἔτι δὲ Μάρκος Ποστούμιος καὶ Αὖλος Κορνήλιος
7080586 ᾑρεθη
Χειρισόφῳ ἐνταῦθα κατελύθη ἡμέρᾳ ἕκτῃ ἢ ἑβδόμῃ ἀφ ' ἧς ᾑρέθη . Ξενοφῶν μέντοι ἐβούλετο κοινῇ † μετ ' αὐτῶν
ἀνδρῶν τήν τε οὐσίαν ἔλαβε τοῦ πατρὸς καὶ ἐς ἀγορανομίαν ᾑρέθη . ἀναλύοντα δὲ αὐτὸν ἐκ μέθης στρατιῶταί τι προσκρούσαντες
7071535 Ἀγαθοκλης
Ταυρομενιτῶν , ἔτι δὲ Κεντοριπίνων ἀπέσφαξεν . νγʹ . Ὡς Ἀγαθοκλῆς Δεινοκράτη καὶ τοὺς φυγάδας περὶ Γαλαρίαν ἐνίκησεν . νδʹ
ὑπεραίρων τῷ μεγέθει καὶ τῇ κατασκευῇ , ὃν κατεσκεύασε μὲν Ἀγαθοκλῆς ὁ δυνάστης , διὰ δὲ τὸ βάρος τῶν ἔργων
7052789 Κλαυδιου
ἐν βιβλίοις τεσσαρεσκαίδεκα . ἄρχεται μὲν τῆς ἱστορίας ἀπὸ τῆς Κλαυδίου βασιλείας , ἐς ὃν Δεξίππῳ ἡ ἱστορία καταλήγει ,
Λουκρήτιος καὶ πάντες ἑξῆς οἱ πρωτεύοντες δέκα τοῦ συνεδρίου τῇ Κλαυδίου γνώμῃ προσετίθεντο . Ἐφ ' ᾧ διαταραχθέντες οἱ περὶ
7026901 Γαιος
ἡλικίας ἐπικλινῶς εἶχεν . ἐπεὶ δὲ ὁ μὲν ἐτελεύτησε , Γάιος δὲ τὴν ἡγεμονίαν διεδέξατο , νέῳ δεσπότῃ παρεπόμενος εἰς
ἐκ Συρίας ἦγε Πομπηίῳ Σκιπίων ὁ κηδεστής : καὶ αὐτῷ Γάιος Καλουίσιος περὶ Μακεδονίαν συμβαλὼν ἡττᾶτο , καὶ τέλος ἓν
6977410 Λαχαρους
Ποίαντος τοῦ Κροίσου τοῦ Κλεοδαίου τοῦ Εὐρυβιάδα τοῦ Δεβάλλου τοῦ Λαχάρους τοῦ Τημένου , ὃς καὶ κατῆλθεν εἰς Πελοπόννησον .
ἀφ ' ὧν ἔδοξεν εἶναι μισοτύραννος . καὶ γὰρ κατὰ Λαχάρους τοῦ τυράννου ψήφισμα ἔγραψεν , ἀγώγιμον ἐκ τῆς χώρας
6963375 τιμητης
τὸν αὐτὸν τοῦτον χρόνον Ἄππιος Κλαύδιος κήνσωρ αἱρεῖται , ἤγουν τιμητής : ἀρχὴ δὲ ἦν αὕτη τῶν μεγίστων , καὶ
ἀνδρείας καὶ τῶν ἀνδραγαθημάτων αὐτοῦ , ἦλθον τιμάορος , ἤγουν τιμητής , ὑμνητὴς γενησόμενος τῶν μιτρῶν , ἀντὶ τοῦ τῶν
6957964 Περδικκας
, βασιλεύσας ἔτη τρία : τὴν δὲ ἀρχὴν διαδεξάμενος ὁ Περδίκκας ἐβασίλευσε τῆς Μακεδονίας ἔτη πέντε . Ἐπ ' ἄρχοντος
ὥστ ' ἐν τάχει ἀπελθεῖν . τὸν δὲ Σεύθην κρύφα Περδίκκας ὑποσχόμενος ἀδελφὴν ἑαυτοῦ δώσειν καὶ χρήματα ἐπ ' αὐτῇ
6951424 Κλεομενης
Μαντινείᾳ χρησάμενος τῷ τέλει . μετὰ δὲ οὐ πολὺν χρόνον Κλεομένης ὁ Λεωνίδου Μεγαλόπολιν κατέλαβεν ἐν σπονδαῖς . Μεγαλοπολιτῶν δὲ
δὲ Κλεομένεος κομίσαντος ἐς Σπάρτην ἐξέμαθον . Ἐκτήσατο δὲ ὁ Κλεομένης ἐκ τῆς Ἀθηναίων ἀκροπόλιος τοὺς χρησμούς , τοὺς ἔκτηντο
6940660 Μαρκου
χρόνος τῶν Τραϊανοῦ καιρῶν ἐπανιόντων , τῶν Ἀδριανοῦ , τῶν Μάρκου , τῶν Ἀντωνίνου , οἳ τὸν Ἀρειανὸν καὶ τὸν
. . . . : Προεβλήθη δέ τι τοιοῦτον ὑπὸ Μάρκου τοῦ γραμματικοῦ . Νεάνθη τὸν Κυζικηνὸν ἔφη λέγειν ἐν
6935417 Λευκιος
διεδέξαντο χιλίαρχοι τέσσαρες , Πόπλιος Κορνήλιος , Νουμέριος Φάβιος , Λεύκιος Οὐαλέριος . τούτων δὲ τὴν ἀρχὴν παρειληφότων Βυζάντιοι πρὸς
γιγνομένων δὲ τῶν ἄλλων ἢ βραδυνόντων , ἐς Πραινεστὸν ἀνεχώρει Λεύκιος , δεδιέναι λέγων Καίσαρα διὰ τὴν ἀρχὴν δορυφορούμενον ,
6926508 Κοιντος
ἀρχὴν Διοκλῆς , ἐν Ῥώμῃ δὲ τὴν ὕπατον εἶχον ἀρχὴν Κόιντος Φάβιος καὶ Γάιος Φούριος . περὶ δὲ τούτους τοὺς
ἀρχαιρεσιῶν καιρός , ὕπατοι δ ' ἀπεδείχθησαν ὑπὸ τοῦ δήμου Κόιντος Σουλπίκιος Καμερῖνος καὶ Σέργιος Λάρκιος Φλαύιος τὸ δεύτερον .
6917407 κατασταθεις
καὶ αὐτὸς ἀποθήσομαι τὴν τῶν Κελερίων ἀρχήν . ὁ δὲ κατασταθεὶς ὑπ ' ἐμοῦ μεσοβασιλεὺς συναγαγὼν τὴν λοχῖτιν ἐκκλησίαν ὀνομασάτω
τῶν Γελῴων , ἣν τότε παρεφύλαττε Δέξιππος ὁ Λακεδαιμόνιος , κατασταθεὶς ὑπὸ Συρακοσίων . ὁ δ ' οὖν Διονύσιος καταλαβὼν
6914372 Κατων
καὶ Ἴσιδος . πρὶν δὲ ὑπὸ Περσῶν ἀφανισθῆναι φησὶ † Κάτων , ὅτι τρισμυρίας τρισχιλίας κώμας εἶχε καὶ τριάκοντα ,
τούτοις τοῖς ἔργοις ἑκάτερος τῶν ὑπάτων ἐθριάμβευσεν . Ἐντεῦθεν Πόρκιος Κάτων καὶ Κύντος Μάρκιος Ῥὴξ δέχονται τὴν ἀρχὴν ἑξακοσιοστοῦ καὶ
6883081 Σερουιλιος
ἀρχὴν διῴκουν , Λεύκιος Οὐαλέριος , Μάρκος Φούριος , Κόιντος Σερουίλιος , Κόιντος Σουλπίκιος . τούτων δὲ τὴν ἀρχὴν παρειληφότων
τῶν συμμάχων ὀλίγη τις ἐξελθοῦσα δύναμις , ἧς ἡγεῖτο Κόιντος Σερουίλιος ἅτερος τῶν ὑπάτων , ἐν τοῖς Λατίνων ὅροις διέτριψεν
6873656 Ἀντωνιος
μέγιστα αὐτῶν . ” Τὰ χρήματα ἡμῶν Καίσαρος ἀποθανόντος ἐσφετερίσατο Ἀντώνιος . Μακεδονίας ἄρχειν παρ ' ἡμῶν ἐπιτυχὼν ἐπὶ τὴν
δὲ πλησιαζούσης , ἣν ἔμελλεν ὑπὲρ Βρούτου στρατηγοῦντος ἐπιδώσειν Γάιος Ἀντώνιος ὁ ἀδελφὸς Ἀντωνίου , καὶ τἆλλα τοῦ Βρούτου τῆς
6835449 Λικινιος
πραγμάτων , Κωνσταντῖνος καὶ Μαξέντιος , ἐξ αὐγούστων γεγενημένοι , Λικίνιος καὶ Μαξιμιανὸς , ἐξ ἰδιωτῶν πρὸς τὴν ἀρχὴν κεκλημένοι
καὶ Λεύκιος Φούριος , ἔτι δὲ Γάιος [ Λεύκιος ] Λικίνιος καὶ Πόπλιος Κοίλιος . ἐπὶ δὲ τούτων Θηβαῖοι μεγάλῃ
6833821 ἐπανελθων
θανάτῳ ζημιοῦσθαι : βιασάμενός τις Ἀθήνησι κατέβαλε τὰς χιλίας : ἐπανελθὼν εἰς Λακεδαίμονα κρίνεται κατὰ τὸν ἐκεῖ νόμον : καὶ
περὶ Λιβύην Καίσαρος πολέμῳ τέλος ἐγίγνετο , αὐτὸς δ ' ἐπανελθὼν ἐς Ῥώμην ἐθριάμβευε τέσσαρας ὁμοῦ θριάμβους , ἐπί τε
6821219 Φαβιος
περὶ τὸ τέταρτον ἔτος τῆς δωδεκάτης ὀλυμπιάδος . Κόϊντος δὲ Φάβιος κατὰ τὸ πρῶτον ἔτος τῆς ὀγδόης ὀλυμπιάδος . Κάτων
ἀνὴρ ὑπὸ Ἀννίβου τὰ τείχη φυλάττειν πεπιστευμένος . τοῦτο μαθὼν Φάβιος τὸν Ταραντῖνον στρατιώτην ἐσέπεμψε πρὸς τὴν ἀδελφήν . ὁ
6812554 Εὐμενης
ὑπάτους Κόιντον Αἴλιον καὶ Λεύκιον Παπίριον . ἐπὶ δὲ τούτων Εὐμενὴς μὲν ἄρτι τὴν ἐκ τοῦ φρουρίου πεποιημένος ἀποχώρησιν ἐκομίσατο
δεῖν ἀποχωρεῖν εἰς τὰς ἄνω σατραπείας , ὁ δ ' Εὐμενὴς ἀπεφαίνετο μένειν καὶ διαγωνίζεσθαι , τῆς μὲν τῶν ἐναντίων
6809025 Σκιπιων
ἑβδόμην πιεζομένοις ἤδη λιμῷ καὶ δίψει συμβαλὼν ῥᾳδίως ἐκράτησεν . Σκιπίων τοῦ στρατοπέδου τὰς πόρνας ἐξήλασε κελεύσας ἐς πόλιν ἀπιέναι
Φαμέας . Συνῆν δὲ τοῖς ὑπάτοις ἀρχήν τινα στρατιωτικὴν ἔχων Σκιπίων , ὁ Σκιπίωνος ἔκγονος τοῦ κληθέντος Ἀφρικανοῦ , οὗ
6793844 Ἀντιοχος
, μεταξὺ δυοῖν κόλπων , τοῦ τε Ἱππωνιάτου , ὃν Ἀντίοχος Ναπιτῖνον εἴρηκε , καὶ τοῦ Σκυλλητικοῦ . Περίπλους δ
ἔκτισεν ἐπώνυμον ἑαυτοῦ καὶ δυνάμεις ἁδρὰς συνήγαγεν . ὁ δὲ Ἀντίοχος ἰσχύων κατ ' ἐκείνους τοὺς χρόνους ὡς οὐδεὶς τῶν
6786209 Ῥωμυλος
, ὑπ ' Αἰνείου καταγομένοις : παραλαβόντες στρατὸν Ῥῶμος καὶ Ῥωμῦλος ἀπῆλθον εἰς τόπον τινὰ , εὑρόντες δ ' ἐκεῖσε
, ὑπ ' Αἰνείου καταγομένοις : παραλαβόντες στρατὸν Ῥῶμος καὶ Ῥωμῦλος ἀπῆλθον εἰς τόπον τινὰ , εὑρόντες δ ' ἐκεῖσε
6781593 δημαρχος
ἀνεπιτήρητον . διασύρει τοὺς δημάρχους ὡς καταφρονοῦντας τῶν Ἀθηναίων . δήμαρχός τις ] ἤγουν ἡ μέριμνα τῶν χρεῶν . καταδαρθεῖν
Παῦλος καὶ Κλαύδιος Μάρκελλος , ἀνεψιὸς τοῦ προτέρου Μαρκέλλου , δήμαρχός τε Κουρίων , ἐχθρὸς ὢν καὶ ὅδε τῷ Καίσαρι
6779472 πρεσβευτης
οὐ μὴν Ἀρχεπτολέμου πρεσβεύοντός τινος , ἀλλὰ τῶν Λακεδαιμονίων ἦν πρεσβευτὴς Ταῦρος , Ἐχετιμίδης , Ἀθήναιος , Περικλείδας , Αἰνείας
: ὡς ἐπ ' ἐκείνου τοῦ ζητήματος . Αἰσχίνης ἐπέμφθη πρεσβευτὴς παρὰ τὸν Φίλιππον : καταλαβὼν αὐτὸν τεθνεῶτα συνέθετο πρὸς
6779343 Ἀριστοδημος
αὐτὰς εἶναι καὶ ἑπτὰ τοὺς ἄρρενας : ἄλλως : ὁ Ἀριστόδημος [ . ] οὐδαμοῦ φησιν ἐν ταῖς Θήβαις τῶν
Μεγαλοπολιτῶν βοηθείας δημηγορικὸν αὐτὸς ἀπήγγειλε . μετὰ δὲ Θούδημον ἔστιν Ἀριστόδημος ἄρχων , ἐφ ' οὗ τῶν κατὰ Φιλίππου δημηγοριῶν
6763021 Αἰμιλιος
στράτευμα χωρεῖν , ὃ προεξεπέπεμπτο ἐπὶ τὸν Παρθικὸν πόλεμον Μάρκος Αἰμίλιος ) , καὶ σὺν αὐτῷ ἥκειν τἀσφαλοῦς ἕνεκεν εἰς
, τὴν ὕπατον ἀρχὴν εἶχον Κόιντος Φάβιος Οὐιβουλανὸς καὶ Τιβέριος Αἰμίλιος Μάμερκος . ἐπὶ δὲ τούτων Ἀρταξέρξης μὲν ὁ βασιλεὺς
6747285 Πεισιστρατος
πλαγκταὶ πέτραι ἐν τῷ πορθμῷ εἰσιν , ὡς Τίμαιος καὶ Πεισίστρατος ὁ Λιπαραῖος . ἐν ὑπερβατῷ δὲ ἀναγνωστέον : ἔστι
λεληθότες ἀπέβησαν καὶ ἀπὸ τῆς θαλάττης ἐγένοντο , ἐξαναστὰς ὁ Πεισίστρατος τῶν ἐνεδρευθέντων τε ἀνδρῶν ἐκράτησεν καὶ διέφθειρεν τοὺς πλείστους
6739154 αὐτοκρατωρ
, ὧν ἐστιν ἀντίγραφον τόδε . Πομπήιος Γναΐου υἱὸς Μέγας αὐτοκράτωρ τὴν παράλιον τῆς οἰκουμένης καὶ πάσας τὰς ἐντὸς Ὠκεανοῦ
καὶ συνέβη γενέσθαι . ὁ δ ' οὖν Ὀνόμαρχος στρατηγὸς αὐτοκράτωρ ᾑρημένος ἐκ μὲν τοῦ χαλκοῦ καὶ σιδήρου κατεσκεύασεν ὅπλων
6734567 Πεισιστρατου
ἑάλω ” ἐκτείνουσι τὸ α συνήθως . ἑάλω ] ἐπὶ Πεισιστράτου ἄρχοντος . ἡ Νάξος ] μία τῶν Κυκλάδων νῆσος
τὰς Ἀθήνας γενομένας τυράννων ὧδε ἐλευθέρας . Ἐπεὶ Ἵππαρχον τὸν Πεισιστράτου , Ἱππίεω δὲ τοῦ τυράννου ἀδελφεόν , ἰδόντα ὄψιν
6725662 Μαλλιος
ἐν Ῥώμῃ δ ' ὕπατοι κατεστάθησαν Λεύκιος Οὐαλέριος καὶ Αὖλος Μάλλιος , παρὰ δ ' Ἠλείοις ὀλυμπιὰς ἤχθη ἐνενηκοστὴ ἐνάτη
Λεύκιος Τιτίνιος , Πόπλιος Λικίνιος , Πόπλιος Μελαῖος , Κόιντος Μάλλιος , Γναῖος Γενύκιος , Λεύκιος Ἀτίλιος . τούτων δὲ
6722123 κληθεις
. διαφέρει Χαιρεφῶντος οὐδὲ γρῦ ἅνθρωπος ὅστις ἐστίν , ὃς κληθείς ποτε εἰς ἑστίασιν δωδεκάποδος ὄρθριος πρὸς τὴν σελήνην ἔτρεχε
Τί δὲ τοῦτο ἦν ; Ἐπὶ δεῖπνον , οἶμαι , κληθείς τις ὑπό τινος τῶν φίλων ἐς τὴν ὑστεραίαν ,
6709108 Μιθριδατην
ἐμὸν δοῦλον , Μιλήσιον , πέμψον : ” πρὸς δὲ Μιθριδάτην “ ἧκε ἀπολογησόμενος ὅτι οὐκ ἐπεβούλευσας γάμῳ Διονυσίου .
εἰπεῖν : “ ὦ μακάριε Πομπήιε , τοιούτοις ἄρα κατὰ Μιθριδάτην τὸν τοῦδε πατέρα πολεμῶν ἀνδράσι μέγας τε ἐνομίσθης καὶ
6707657 διαδοχος
μόχθου τέρμα μή τι προσδόκα , πρὶν ἂν θεῶν τις διάδοχος τῶν σῶν πόνων φανῇ , θελήσῃ τ ' εἰς
. Ἀποπλέοντι δὲ Ἀναξιβίῳ ἐκ Βυζαντίου συναντᾷ Ἀρίσταρχος ἐν Κυζίκῳ διάδοχος Κλεάνδρῳ Βυζαντίου ἁρμοστής : ἐλέγετο δὲ ὅτι καὶ ναύαρχος
6707216 Κυλων
Περικλῆς ἔχων σὺν αὐτῷ τοὺς συμπράττοντας ἐπανέστη . ὁ δὲ Κύλων δείσας τὸν Περικλέα συνέθετο ὅπως ὑπόσπονδος σὺν ἀδείᾳ κατέλθοι
μία μὲν ὑπὸ τῶν Κυλωνείων λεγομένων ἀνδρῶν τοιάδε γενομένη . Κύλων , ἀνὴρ Κροτωνιάτης , γένει μὲν καὶ δόξῃ καὶ
6698782 καθοδου
' ἐκείνου : ἐγράφη φυγῆς ψήφισμα Δημοσθένει , Ὑπερίδης περὶ καθόδου συνεβούλευσε , Δημάδης ἀντεῖπεν , ἡττήθη , εὕρηται Δημοσθένης
γίνεται δὲ τοῖς βασιλεῦσιν αὐτῶν λόγιον τόδε , ἡγεμόνα τῆς καθόδου ποιεῖσθαι τὸν τριόφθαλμον . ἀποροῦσι δέ σφισιν ὅ τι
6697795 ναυαρχος
διεφύλαττεν ὁ Πάμφιλος . Ἐκ δὲ τούτου ἀπὸ Λακεδαιμονίων Ἱέραξ ναύαρχος ἀφικνεῖται . κἀκεῖνος μὲν παραλαμβάνει τὸ ναυτικόν , ὁ
σπεύδοντες λῦσαι τὴν Μιτυλήνης πολιορκίαν . ὁ δὲ τῶν Λακεδαιμονίων ναύαρχος Καλλικρατίδας πυθόμενος τὸν κατάπλουν τῶν νεῶν , ἐπὶ μὲν
6695534 Τυλλιος
πατρίου πολιτείας ὑπάτους αὐτοῖς ἐπέτρεψεν ἀποφῆναι , καὶ ἐγένοντο Μᾶρκος Τύλλιος καὶ Κορνήλιος Δολοβέλλας : αὐτὸς δ ' οἷα δὴ
διήγησιν . Ἐπειδὴ δὲ παραλαβὼν τὴν ἐπιτροπὴν τῆς βασιλείας ὁ Τύλλιος καὶ τὴν ἑταιρίαν τῶν Μαρκίων ἐξελάσας βεβαίως ἤδη τῆς
6689318 Λευκιον
μὲν τοῦ πεζοῦ Μᾶρκον Μανίλιον , ἐπὶ δὲ τοῦ στόλου Λεύκιον Μάρκιον Κηνσωρῖνον , οἷς ἐν ἀπορρήτῳ λέλεκτο μὴ ἀνασχεῖν
καὶ οἱ τῶν πεζῶν ὀγδοήκοντα τῶν τὸ μέγιστον τίμημα ἐχόντων Λεύκιον Κοίντιον Κικιννάτον ἀποδεικνύουσιν ὕπατον , οὗ τὸν υἱὸν Καίσωνα
6682206 στρατηγος
τὸν στρατηγόν , ἥττησαν κατὰ κράτος , καὶ νικηθεὶς ὁ στρατηγὸς ἔφευγεν ἀνὰ κράτος . ὅπερ ὡς ἔγνω δείλαιος ,
πάνυ μὲν γάρ , οἶμαι , καλῶς καὶ Τιμόθεος ὁ στρατηγὸς φιλοσόφῳ παραβαλὼν εἰς πλῆθος ἐπιχειροῦντι μόνον εἶναι τὸν σοφὸν
6681865 Παυσανιας
ἡγεῖτο δὲ τῶν μὲν Ἀθηναίων Ἀριστείδης , τῶν δὲ συμπάντων Παυσανίας , ἐπίτροπος ὢν τοῦ Λεωνίδου παιδός . Μαρδόνιος δὲ
ἀντὶ τοῦ ὁμοίαν ποιησάμενος ʃ ὁ Ἀργίλιος ἐκεῖνος : ὁ Παυσανίας ʃ ὁ Παυσανίας ἐπὰν πάλιν ζητήσῃ τὰς ἐπιστολὰς ἵνα
6680010 κριθεις
πατέρα τῶν πραγμάτων . Γέτας δὲ , ἐχθρὸς εἶναι κοινὸς κριθεὶς ὑπὲρ ὧν ἔπραττεν , ἀνῃρέθη . Ἀντωνῖνος τοίνυν ,
πάντας λοιπὸν πεφρικέναι τοὺς ἐντυγχάνοντας : ὅθεν ἐπὶ τούτοις τυραννίδος κριθεὶς οὐκ οἶδ ' ὅπως ἐκπέφευγε . τί οὖν ,
6673139 ἐβασιλευσε
ἧς Ἀργανθώνιος ἐβασίλευσε ζήσας ἔτη ρκʹ , ἀφ ' ὧν ἐβασίλευσε πʹ , ὥς φησιν ὁ Ἡρόδοτος . κεῖται δὲ
συμφορᾶς τῆς οἰκτρᾶς , ἤγουν τῆς πλάνης ἧς ἐπλανήθη : ἐβασίλευσε γὰρ ἐκεῖ : ὅπου ἵσταται αὐτῷ , ἤγουν γίνεται
6654530 Θρασυβουλος
, Ἀθηναίοις δὲ τὸ μὲν ἀριστερὸν Θράσυλος , ὁ δὲ Θρασύβουλος τὸ δεξιόν : οἱ δὲ ἄλλοι στρατηγοὶ ὡς ἕκαστοι
ἢ πλουτεῖν ὡς Καλλίας | , καὶ ἠτιμῶσθαι ὡς | Θρασύβουλος ἢ ἄρχειν ὡς Κριτίας , καὶ φεύγειν | ὡς
6651513 ὑπαρχος
αὐτὴν σπουδῇ Πετρωνίου Σεκούνδου καὶ Παρθενίου . Τούτων ὁ μὲν ὕπαρχος ἦν , ὁ δὲ ἕτερος εἷς τῶν Δομετιανοῦ φονέων
τι περὶ τῆς ἰδίας εὐγενείας , οὐδ ' ὅτε βασιλέως ὕπαρχος ἐχειροτονεῖτο καὶ τῆς Αἰγύπτου πάσης τὴν ἐπιμέλειαν καὶ προστασίαν
6649608 καταστας
, φρούραρχος καὶ αὐτὸς τῇ πόλει μετὰ τὴν Λαμάχου φθορὰν καταστάς . Ὁ τοίνυν Κοννακόριξ τὸν Κότταν μὲν , ὡς
Ἀθηναῖοι , δίκαιος λογιστὴς τῶν παρὰ τῶν θεῶν ἡμῖν ὑπηργμένων καταστάς λέγων , ὥστε πῇ μὲν νουθετικὸν καὶ ἐπιτιμητικόν ,
6643408 Ἑρμοκρατης
τῶν Ἀθηναίων , τῶν δὲ τὰ ἐναντία λεγόντων , καὶ Ἑρμοκράτης ὁ Ἕρμωνος παρελθὼν αὐτοῖς , ὡς σαφῶς οἰόμενος εἰδέναι
ἀνασχέσθαι μοι δοκεῖ . ὁ δ ' ἐν Συρακούσαις δημηγορῶν Ἑρμοκράτης οὐκ ἄντικρύς σοι κομπαστὴς εἶναι δοκεῖ ; λέγει γοῦν
6633460 Ἀτταλου
ἐκείνοις οὐχ ὁμοίου λόγου Φιλοποίμενι ὁ Μόμμιος τῷ παρ ' Ἀττάλου στρατηγῷ δίδωσι : καὶ ἦν Περγαμηνοῖς καὶ ἐς ἐμὲ
Σμύρναν αἱ Λεῦκαι πολίχνιον , ὃ ἀπέστησεν Ἀριστόνικος μετὰ τὴν Ἀττάλου τοῦ φιλομήτορος τελευτήν , δοκῶν τοῦ γένους εἶναι τοῦ
6627592 Λυσιμαχος
τὴν σκαιότητα καὶ ἀπόνοιαν τὸν κεραυνὸν ἔφερεν . Ὁ τοίνυν Λυσίμαχος διὰ τὴν παιδοκτονίαν μῖσός τε δίκαιον παρὰ τῶν ὑπηκόων
: ἡ δὲ ἐδεῖτο τυχεῖν ὧν ἐπόθει . Καὶ ὁ Λυσίμαχος σεμνύνων τὸ δῶρον , κατ ' ἀρχὰς μὲν οὐ
6619972 Ταρκυνιον
δωματίου πάντας ἐξελθεῖν κελεύσασα τοὺς ἄλλους , ἐν ᾧ τὸν Ταρκύνιον ἡμιθνῆτα ἔθεσαν , τὴν δ ' Ὀκρισίαν καὶ τὸν
ὁ τῆς Λουκρητίας ἀνὴρ , ἦς ὑβρισθείσης ἐπράχθη τὰ περὶ Ταρκύνιον . Ἀλλ ' ὁ Κολλατῖνος εὐθὺς τῆς ἐξουσίας ἀφῃρέθη
6618119 ἀρχοντος
ψηφίσμασιν ἑτέροις ἐπὶ τὴν τῆς Δήμητρος ἠγόμην τοῦ τῶν Βιθυνῶν ἄρχοντος δεηθεῖσι χαριζομένου . ἐδέοντο δὲ οὐκ ἀπορίᾳ σοφιστοῦ :
εἰκοσαετῆ διέτριψε σὺν αὐτῷ . ἀποθανόντος δὲ Πλάτωνος ἐπὶ Θεοφίλου ἄρχοντος ἀπῆρε πρὸς Ἑρμίαν τὸν Ἀταρνέως τύραννον καὶ τριετῆ χρόνον
6615711 ἡττηθεις
δὲ τότε μὲν πρὸς ταῦτα οὐδὲν εἶπεν , ἀλλ ' ἡττηθεὶς τοῦ δικαίου ἀπῆλθεν . ὕστερον δὲ ἢ αὐτὸς νοήσας
υἱὸν εἰσποιητὸν τῷ Ἀρχιάδῃ , συνεχώρησεν ὁ Μειδυλίδης , οὐχ ἡττηθεὶς ἐν δικαστηρίῳ , ἀλλὰ τὸ μὲν ὅλον ὑπὸ τούτων
6606879 Πυρρος
τοῦ τραύματος . ἔτ ' ἐν τῷ τῆς πληγῆς ὁ Πύρρος σχήματι ῥεόμενος τὴν χεῖρα τῷ λύθρῳ πολλῷ κατὰ τοῦ
καὶ σύνδεσμοι τῶν μηχανημάτων ἐγένοντο τῶν γυναικῶν αἱ τρίχες . Πύρρος Ἠπειρώτης ἐνέβαλεν εἰς Ἄργος καλέσαντος αὐτὸν Ἀριστέως Ἀργείου .
6603025 διαβληθεις
καὶ μὲν δή , ὦ ἄνδρες δικασταί , καὶ Διόγνητος διαβληθεὶς μὲν ὑπὸ τῶν συκοφαντῶν φεύγων ᾤχετο , μετ '
χρόνῳ κριτέον τὴν εὔνοιαν . Ὁ βίος καθάπερ νόμισμα , διαβληθεὶς ἐν ἀρχαῖς ἀδόκιμος εἰς ἅπαντα γίνεται τὸν χρόνον .
6601072 Ὀππιος
περιμέτρῳ τρισμυρίων σταδίων . Ῥωμαίων δὲ στρατηγὸς μὲν Παμφυλίας Κόιντος Ὄππιος παραδοθεὶς ἀκολουθεῖ δέσμιος , Μάνιος δὲ Ἀκύλλιος ὁ ὑπατευκώς
δέ , ᾗ διαβατὸν ἦν ἐς Βιθυνίαν τῷ Μιθριδάτῃ , Ὄππιος δέ , ἕτερος στρατηγός , ἐπὶ τῶν ὅρων τῶν
6591772 Ποπλιος
ἀνίστατο πάλιν . ὁ δ ' ἐξεγείρων αὐτὴν δήμαρχος ἦν Πόπλιος Βολέρων , ὁ τῷ πρόσθεν ἐνιαυτῷ τοῖς περὶ Αἰμίλιόν
' αὐτὸν ἐκπεμφθεὶς Οὐαρίνιος Γλάβρος , ἐπὶ δ ' ἐκείνῳ Πόπλιος Οὐαλέριος , οὐ πολιτικὴν στρατιὰν ἄγοντες , ἀλλ '
6587898 ἐτελευτησε
γάρ κω λόγῳ οἶδα ἀκούσας ὅστις ἐς τέλος οὐ κακῶς ἐτελεύτησε πρόρριζος , εὐτυχέων τὰ πάντα . σὺ ὦν νῦν
δ ' ἤδη καὶ στεφανοῦσθαι ἀξιοῖ . Ἐπειδὴ δ ' ἐτελεύτησε μὲν Φίλιππος , Ἀλέξανδρος δ ' εἰς τὴν ἀρχὴν
6574488 Ἰουλιος
] σὺ δὲ οὕτω πικρὸς ὥστε καιροῦ παραπεσόντος ἐτιμωρήσω . Ἰούλιός γε τοι τῶν μὲν ἄλλων γράμματα ἐκόμισε , παρὰ
: σὺ δὲ οὕτω πικρὸς ὥστε καιροῦ παραπεσόντος ἐτιμωρήσω : Ἰούλιός γέ τοι παρὰ τῶν μὲν ἄλλων γράμματα ἐκόμισε ,
6571162 ὑπατειας
ἀκολουθεῖν τὴν ἐξουσίαν . Αὕτη δὲ δυνατωτέρα μὲν τῆς μεγίστης ὑπατείας ἦν , ἓξ μησὶ δὲ παρετείνετο μόνοις . Τοσοῦτον
ἐτῶν γενομένης ἀπὸ τῆς Λευκίου Κορνηλίου καὶ Κοίντου Φαβίου [ ὑπατείας : ὥστε ] * * * καταλιπεῖν οἱ πονηρότατοί
6568298 Κοιντον
, Λεύκιον Παπίριον , Μάρκον Πόπλιον , Τίτον Κορνήλιον , Κόιντον Λεύκιον . ἐπὶ δὲ τούτων , Λακε - δαιμονίων
ἐπίβασιν ἐς συκοφαντίαν τῶν ἐχθρῶν τὸ πολίτευμα αὐτοῦ τιθέμενοι , Κόιντον Οὐράιον δήμαρχον ἔπεισαν εἰσηγήσασθαι κρίσεις εἶναι κατὰ τῶν τοῖς
6566897 Μακεδων
περὶ αὐτὸν ἱστοριῶν ἀφηγεῖται Θεόπομπος , οἷς καὶ Μαρσύας ὁ Μακεδὼν ὁμολογεῖ . ὁ δὲ Δοῦρις , ἔδει γὰρ αὐτὸν
Ἱστοριῶν , οὐ μόνον ἐν ταῖς πανηγύρεσιν ἀνεκηρύττετο , Θεμίσων Μακεδὼν , Ἀντιόχου βασιλέως Ἡρακλῆς , ἔθυον δὲ αὐτῷ πάντες
6563561 Κορνηλιος
καὶ ποταμὸς ὁμώνυμος , Μαρσύας καλούμενος , καθὼς ἱστορεῖ Ἀλέξανδρος Κορνήλιος ἐν γʹ Φρυγιακῶν . Εὐημερίδας δὲ ὁ Κνίδιος ἱστορίας
στρατηγῷ . ” ὃ μὲν οὕτως εἶπεν , Πούπλιος δὲ Κορνήλιος , Κορνηλίου Λέντλου συγγενής , τοῦ τότε ὄντος ὑπάτου
6556948 Ἀρταβαζος
ὅκως βυβλίον γράψειε ἢ Τιμόξεινος ἐθέλων παρὰ Ἀρτάβαζον πέμψαι ἢ Ἀρτάβαζος παρὰ Τιμόξεινον , τοξεύματος παρὰ τὰς γλυφίδας περιειλί -
στρατηγὸν Ἀθηναίων ἔχοντα ξενικὴν δύναμιν καὶ ἐποίησαν αὐτὸν ἡγεμόνα . Ἀρτάβαζος δὲ Πέρσης ἀνήρ , ἀποστὰς βασιλέως καὶ πολεμῶν πρὸς
6548106 Κικερων
ἑπτακαίδεκα , τοὺς μάλιστα δυνατούς , ἐν οἷς ἦν καὶ Κικέρων , ἔδοξε προανελεῖν ἐπιπέμψαντας ἄφνω . καὶ τῶνδε μὲν
. οὕτω μὲν φιλονίκως τε καὶ ψευδῶς τὰς ἐντολὰς ὁ Κικέρων συνέγραφεν , οὐδεμιᾶς ἔχθρας τοσῆσδε ὑπούσης , ἀλλ '
6544100 Ἀντιγονος
ταῦτα ποιῆσαι καὶ παθεῖν ὑπὸ τοῦ πατρός : ὧν καὶ Ἀντίγονός ἐστι . . . . Ἀβάντις : Δοκεῖ δ
φιλόσοφος καὶ φιλόκηπος ἦν σφόδρα καὶ ἰδιοπράγμων , ὡς καὶ Ἀντίγονός φησι . λόγος γοῦν εἰπεῖν Ἱερώνυμον τὸν περιπατητικὸν ἐπ
6542660 ἐλευθερωσας
γῆν τὴν Πλαταιῶν στρατεύοντες . Παυσανίας γὰρ ὁ Κλεομβρότου Λακεδαιμόνιος ἐλευθερώσας τὴν Ἑλλάδα ἀπὸ τῶν μήδων μετὰ Ἑλλήνων τῶν ἐθελησάντων
μὲν τὸν τύραννον μέλλοντα ἀνηκέστους συμφορὰς ἐπάγειν τοῖς ἀνθρώποις , ἐλευθερώσας δὲ τῆς ὠμοτάτης τυραννίδος Σικελίαν . ὅτι δὲ αὐτὸς
6533509 Οὐεργινιος
καὶ τὰς συμμαχικὰς ἀναλαβόντες δυνάμεις ἐξῆγον εἰς τὴν ὕπαιθρον , Οὐεργίνιος μὲν ἐπὶ τὰς Αἰκανῶν πόλεις , Κάσσιος δ '
τὴν ἰδίαν ἀρετὴν καὶ τὰ πολέμια πάνυ ἀγαθός : Σπόριος Οὐεργίνιος ἦν ὄνομα αὐτῷ . οὗτος ἔφη Μάρκον Ἰκίλλιον ,
6532163 Ἀθηνησι
ἐκταραχθεὶς ἐξέτεμεν αὐτοῦ τὰ αἰδοῖα . ἔθος δ ' ἦν Ἀθήνησι καὶ τοὺς πόδας τῶν τρυφώντων ἐναλείφειν μύροις , ἰρίνῳ
ὠφελοῦνται κἂν μὴ συνῶσι μηδὲ γιγνώσκοντες τυγχάνωσι . τῶν τοίνυν Ἀθήνησι νομοθετῶν Τριπτόλεμον παλαιότατον παρειλήφαμεν : περὶ οὖ Ἕρμιππος ἐν
6528572 Παραλου
Πάραλος καὶ ἀπό τινος ἥρωος ἐπιχωρίου ἐκλήθη . τῆς μὲν Παράλου καὶ Σαλαμινίας ἐν τρίτηι μνημονεύει Θουκυδίδης καὶ Ἀριστοφάνης ἐν
Λάμψακον τὰς ναῦς ἐπεσκεύαζεν . Ἐν δὲ ταῖς Ἀθήναις τῆς Παράλου ἀφικομένης νυκτὸς ἐλέγετο ἡ συμφορά , καὶ οἰμωγὴ ἐκ
6528287 δικτατωρ
: ἐπεὶ τό γε τῆς ἐξουσίας μέγεθος , ἧς ὁ δικτάτωρ ἔχει , ἥκιστα δηλοῦται ὑπὸ τοῦ ὀνόματος : ἔστι
ἐναντίαν ἐπέχων : τὰ δὲ μέσα τῆς φάλαγγος αὐτὸς ὁ δικτάτωρ Ποστόμιος ἐξεπλήρου Τίτῳ Ταρκυνίῳ καὶ τοῖς περὶ αὐτὸν φυγάσι
6527207 Σουπερβος
κτίσεως Ῥώμης ἔτη σκʹ , ᾧ καὶ Ῥωμαίων ἦρξεν Ταρκύνιος Σούπερβος τοὔνομα , ὃς πρῶτος ἐξώρισεν Ῥωμαίους τινὰς καὶ παῖδας
σφαγεὶς οὗτος ἐδέξατο . Ἐπιλαμβάνεται δὴ τῆς βασιλείας οὗτος ὁ Σούπερβος Ταρκύνιος , ἕβδομός τε ὢν τῶν βασιλέων καὶ ὕστατος
6526116 Μανιος
πέμψας ἐς τὸ Βρεντέσιον κωλύειν Ἀντώνιον ἐπανιόντα . ὁ δὲ Μάνιος καὶ ἐπιστολὴν ἐδείκνυε τοῦ Ἀντωνίου , εἴτε πλασάμενος εἴτε
αὐτῶν γένοιτ ' ἄχαρι . Ταῦτα μὲν Ἄππιος εἶπεν . Μάνιος δὲ Οὐαλέριος ὁ δημοτικώτατος τῶν ἐκ τοῦ συνεδρίου καὶ
6522497 Τιβεριον
αὐτῇ πρότερον , ἡνίκα τὸν ἐπὶ Ῥώμης πλοῦν ἐστέλλετο πρὸς Τιβέριον , ἀλλ ' ὁδῷ χρησόμενος ἐπιτόμῳ τῆς οἴκαδε ἀφίξεως
Ῥωμαῖοι δ ' ἀντὶ τῶν ὑπάτων τέτταρας χιλιάρχους κατέστησαν , Τιβέριον Ποστούμιον καὶ Γάιον Κορνήλιον , πρὸς δὲ τούτοις Γάιον
6500699 Πουπλιος
. οἱ δὲ ἑτοίμως ἐσέφερον ἐκλυόμενοι τὴν διαβολήν , μέχρι Πούπλιος Οὐεντίδιος , ἐστρατευμένος τε Γαΐῳ Καίσαρι καὶ Ἀντωνίῳ φίλος
ποιῶν ὁ βασιλεὺς Ἀντίοχος ἔσται Ῥωμαίοις φίλος : ὁ δὲ Πούπλιος αὐτοῖς ὧδε ἀπεκρίνατο : “ αἴτιος μὲν αὑτῷ διὰ
6496051 Κρατερος
Ἀλεξάνδρου ἐς φυγὴν πάντες ἐπεστράφησαν . Καὶ ἐν τῷ αὐτῷ Κρατερός τε καὶ οἱ ἄλλοι ὅσοι τῆς στρατιᾶς [ τε
τοῦτό φησι . τῶν ἐν Σάμῳ στρατηγῶν : Δίδυμος καὶ Κρατερός φασι ταῦτα αἰνίττεσθαι εἰς Φρύνιχον τὸν Στρα - τωνίδου
6493613 Οὐεργινιον
ἔργον ὑπὸ τῆς βουλῆς , ἀλλὰ τοῖς μετὰ Κάσσιον καὶ Οὐεργίνιον ὑπάτοις , πρὸς οὓς καὶ τὸ προβούλευμα ἐγράφη :
κατελείφθη . οἱ δὲ ἐπίστευον ἅπασιν ἤδη , καὶ τὸν Οὐεργίνιον ἀξιοῦντα σφᾶς περιμένειν , ἔστε μετακληθείη τὸ γύναιον ,
6491826 καταγνωσθεις
δὲ Ἀριστοφῶν , ἀνὴρ πολλάκις μὲν κριθείς , οὐδέποτε δὲ καταγνωσθείς , τρίτος δὲ ὁ Διοπείθης ὁ περὶ τὴν Θρᾴκην
κατὰ τὸν προηγούμενον ἐνιαυτὸν ὑπατεύσας , δόξας ἐπιθέσθαι τυραννίδι καὶ καταγνωσθείς , ἀνῃρέθη . ταῦτα μὲν οὖν ἐπράχθη κατὰ τοῦτον
6491141 Μεσσηνιος
ἐνεστῶτος πρώτου τῆς ἑβδόμης ὀλυμπιάδος , ἣν ἐνίκα στάδιον Δαϊκλῆς Μεσσήνιος , ἄρχοντος Ἀθήνησι Χάροπος ἔτος τῆς δεκαετίας πρῶτον .
: καὶ γὰρ ὁ ἡγεμὼν αὐτοῖς τῶν ὁδῶν Χρόμων ὁ Μεσσήνιος ἐτύγχανε τεθνηκώς . οἱ δὲ Αἰτωλοὶ ἐσακοντίζοντες πολλοὺς μὲν
6488115 Λουκιος
ἐτέων οὐκ ἐπέβη πισύρων , ἐπεχείρησε δὲ χρόνοις ὕστερον καὶ Λούκιος , ἀνὴρ ἐν Βυζαντίῳ τὴν στρατηγίδα ἀρχὴν ὑπὸ βασιλεῖ
τοῦ Πομπηίου . Στρατηγοὶ δὲ ἦσαν αὐτῷ ἄνδρες ἄριστοι , Λούκιος Ἀφράνιος καὶ Μάρκος Πετρήιος καὶ Μάρκος Βάρρων . Εἶτ
6485148 Κασανδρος
ἔπεισεν ὥστε μόνην ἐξαίρετον λαβεῖν τὴν τοῦ σώματος ἀσφάλειαν . Κάσανδρος δὲ κυριεύσας τῆς πόλεως ἐξέπεμψε τοὺς παραληψομένους τήν τε
παρατάξει Καρχηδονίους καὶ πολλῶν πόλεων ἐκυρίευσεν . βʹ . Ὡς Κάσανδρος Αὐδολέοντι μὲν ἐβοήθησε , πρὸς δὲ Πτολεμαῖον τὸν Ἀντιγόνου
6481915 τυραννος
πέφυχ ' , ὃς Ἑλλάδος ἦρξ ' ἀξιωθείς , οὐ τύραννος , ἀλλ ' ὅμως ῥώμην θεοῦ τιν ' ἔσχ
ταύτης , κἂν ἐλεγχθῇ μεμοιχευμένη , δι ' ἣν ὁ τύραννος ἀνῄρηται . Συριανοῦ καὶ Σωπάτρου . Ἠπόρησαν ἐνταῦθά τινες
6472793 κατελθων
διανοουμένων αὐτῶν φαίνονται πάλιν ἀνοιχθέντες οἱ οὐρανοὶ καὶ ἄνθρωπός τις κατελθὼν καὶ εἰσελθὼν εἰς τὸ μνῆμα . Ταῦτα ἰδόντες οἱ
περὶ αὐτὸν νεωτερίσειεν , ὅμως δὲ παρορμησάντων αὐτὸν τῶν οἰκείων κατελθὼν ἐς τὸ ἄστυ μετὰ πάσης εὐφημίας τε καὶ παραπομπῆς
6471354 ὑπατον
καὶ Φιλόστρατος οἱ μάλιστα περσίζοντες ἐπεβάλοντο τῷ βασιλεῖ παραδοῦναι τὸν ὕπατον . μεταπεμπομένων δὲ αὐτῶν τὸν Περσέα κατὰ τάχος ,
σκοπὸν εἰς βασιλικοὺς ἐπαίνους , διήγειρε πρῶτον ἑαυτὸν εἰς τὸν ὕπατον βασιλέα τῶν ὅλων , ἀγαθὸν θεόν , καί ,
6463075 Δημοχαρης
, καὶ προῦχεν ἐν αὐτῇ τὰ Πομπηίου παρὰ πολύ : Δημοχάρης δὲ βαρυθυμῶν ἐπὶ τῷ θανάτῳ Μενεκράτους ὡς ἐπὶ ἥττῃ
τῶν Μενεκράτους νεῶν καὶ ἐκφυγούσας εἰς τὸ πέλαγος ἐδίωκε , Δημοχάρης δ ' , ὁ τοῦ Μενεκράτους συνεξελεύθερός τε καὶ
6457948 Τυλλος
σοφὸς ἐν ὀλίγοις , ὑπὲρ ὧν ὕστερον ἐρῶ , καὶ Τύλλος Ὁστίλιος ὁ τρίτος ἀπὸ Ῥωμύλου βασιλεύσας καὶ πάντες οἱ
αἱρεθεὶς ὑπὸ τοῦ δήμου τρία καὶ τετταράκοντα ἔτη βασιλεῦσαι : Τύλλος δὲ Ὀστίλιος μετὰ Νόμαν δύο καὶ τριάκοντα : ὁ
6456540 ἐθριαμβευσεν
δεκαπέντε χωρεῖν ἐρέτας ἐξ ἀμφοτέρων τῶν πλευρῶν . Καὶ ἀποβὰς ἐθριάμβευσεν ἐφ ' ἅρματος χρυσοῦ , τοῖς δύο παισὶ περιεστοιχισμένος
, εἰκοστῷ καὶ τετάρτῳ τῆς ἡλικίας ἔτει κατὰ τῶν Ἄφρων ἐθριάμβευσεν . Οὕτως ἐτελεύτησαν ὅ τε ἰταλικὸς πόλεμος καὶ ὁ
6455967 Μιθριδατης
παρασκευή , ὅτε πρῶτον ᾔεσαν ἐς ἀλλήλους Ῥωμαῖοί τε καὶ Μιθριδάτης , ἀμφὶ τὰς ἑκατὸν καὶ ἑβδομήκοντα τρεῖς ὀλυμπιάδας :
ἐν Ἀσίᾳ γενόμενος αἰσθέσθαι , πότερα συνθηκῶν ἢ πολέμου δεῖται Μιθριδάτης . ὧδε δ ' εἰπὼν ἤλαυνεν ἐπὶ Κύψελλα διὰ
6441901 Αἰμιλιου
ἀδελφιδοῦν Ἄννωνα : τὸ δὲ μέσον αὐτὸς εἶχεν κατὰ δόξαν Αἰμιλίου τῆς ἐμπειρίας . δισχίλιοί τε ἱππεῖς ἐπίλεκτοι παρέθεον αὐτῷ
ἐπιθεσπίσαντες ἀπέπλευσαν ἐκ τῆς πόλεως . . Ἄρτι δ ' Αἰμιλίου Βαρβόλα ἐπίκλησιν τὴν ἀρχὴν παρειληφότος παρῆσαν οἱ σὺν τῷ

Back