τῶν ἐνθάδ ' , εἴπερ μὴ θεοὶ ψεύσουσί με . Ἄναξ , πάλαι καὶ ταῦτα καὶ τοιαῦτ ' ἔπη γῇ
' ὅτι : στέργει γὰρ οὐδεὶς ἄγγελον κακῶν ἐπῶν . Ἄναξ , ἐμοί τοι μή τι καὶ θεήλατον τοὔργον τόδ
7847635 παραινεις
ἐκποδών , τὸν οὐκ ὄντα μᾶλλον ἢ μηδένα . Κέρδη παραινεῖς , εἴ τι κέρδος ἐν κακοῖς : βράχιστα γὰρ
βλέπουσιν ἡδονάς . Εἶεν , τῷ παιδὶ μὲν οὕτως ἀνόνητα παραινεῖς καὶ φέροντα βλάβην , τῇ θρεψαμένῃ δὲ πῶς ;
7770057 ἐπαιρε
ἂν ἐκμάθω εἴ τίς με λύειν τῆσδε κωλύσει χέρας . ἔπαιρε σαυτήν : ὡς ἐγὼ καίπερ τρέμων πλεκτὰς ἱμάντων στροφίδας
ἵνα καταισχύνωσιν αὐτὴν οἱ Ἕλληνες : ὀρθρεύου σὰν ψυχάν : ἔπαιρε τὴν σεαυτοῦ ψυχὴν , ὦ χορέ . ἀπὸ μεταφορᾶς
7758734 Φειδιππιδη
δῆτ ' ἂν ἥδιστ ' αὐτὸν ἐπεγείραιμι ; πῶς ; Φειδιππίδη , Φειδιππίδιον . τί , ὦ πάτερ ; κύσον
ἀδίκους . νικᾶν ] τοὺς δικαίους . σκέψαι ] ὦ Φειδιππίδη . ὡς ] ὅτι , πῶς . δειλὸν ποιεῖ
7758242 διαπερανασθαι
, φράσαι , ῥῆσιν ἀποτεῖναι , λόγον ἐξενεγκεῖν , λόγον διαπεράνασθαι , εἶραι , συνεῖραι ἀπνευστὶ περιόδους , ἀντίθετα ,
, μὴ πρότερον ἀντιπροσαγορεῦσαι πρὶν ἢ τὸν λόγον ὃν ἔλεγε διαπεράνασθαι . ἀτυφότατος δὲ ὢν πολλάκις τῆς ἡμέρας ἑαυτῷ ἐμελέτα
7723461 σιωπᾳς
. Τί κέκραγας ; Ἐμβαλῶ σοι πάτταλον , ἢν μὴ σιωπᾷς . Ἀτταταῖ ἰατταταῖ . Οὗτος σύ , ποῖ θεῖς
; γελοῖον , ὃς κόρης ἐλευθέρας εἰς ἔρωθ ' ἥκων σιωπᾷς καὶ μάτην ποθουμένους περιορᾷς γάμους σεαυτῷ . Βουβὼν ἐπήρθη
7712833 Λεγ
Οὔ , πρίν γ ' ἂν εἴπῃς ἱστορούμενος βραχύ . Λέγ ' , εἴ τι χρῄζεις : καὶ γὰρ οὐ
μὴ στασιάσωμεν . Ἔστι δ ' ὁ χρησμὸς οὑτοσί . Λέγ ' αὐτὸν ἡμῖν ὅ τι λέγει . Σιγᾶτε δή
7672073 ἑλκεις
εἴχετο χείλευς : Σιμιχίδα , πᾷ δὴ τὺ μεσαμέριον πόδας ἕλκεις , ἁνίκα δὴ καὶ σαῦρος ἐν αἱμασιαῖσι καθεύδει ,
αὐτός φησι : Σιμιχίδα , πᾷ δὴ τὸ μεσαμέριον πόδας ἕλκεις ; ἔνιοι δὲ τὸ Σιμιχίδα ἐπώνυμον εἶναι λέγουσιδοκεῖ γὰρ
7643053 τληθι
, ἔξοιδα , πολλὴ τοῦδε τοῦ φορήματος : ὅμως δὲ τλῆθι : τοῖσι γενναίοισί τοι τό τ ' αἰσχρὸν ἐχθρὸν
; πρῶτον μὲν οὖν μοι δεῦρ ' ἐπίστρεψον κάρα καὶ τλῆθι τοὺς σοὺς προσβλέπειν ἐναντίον ἐχθρούς : κρατῆι γὰρ νῦν
7634649 αὐτοδηλα
δ ' αἰακτὰ πήματ ' οὐ λόγῳ . τάδ ' αὐτόδηλα , προῦπτος ἀγγέλου λόγος : διπλαῖ μέριμναι , διδύμα
χορὸς ὁρᾷ βασταζόμενα . τάδ ' ] τὰ πήματα . αὐτόδηλα ] φανερά . αὐτόδηλα ] φανερὰ καὶ οὐκ ἀμφίβολα
7634076 μεμνης
, σὸν τὸ νικητήριον . Ὦ χαῖρε καλλίνικε : καὶ μέμνης ' ὅτι ἀνὴρ γεγένησαι δι ' ἐμέ : καί
τοῦτο καρπὸν τὸ δάκρυον . χαλκοῦς ὀφείλεις πέντε μοι . μέμνης ' ; ἐγὼ σοὶ πέντε χαλκοῦς , σὺ δέ
7627781 Ἐλεησον
οὐ προείπομέν σοι ταῦτα ; Ὁ δὲ ἱκετεύων ἔλεγεν : Ἐλέησόν με καὶ μὴ ταῖς Ἀγαρηνῶν χερσὶ παραδοθῆναι ἐάσῃς με
ἐκείνην εἰς τὸν κριτήν : ἔλεγεν δὲ ἡ ψυχή : Ἐλέησόν με , κύριε . καὶ εἶπεν ὁ κριτής :
7625257 Κρατυλε
μοι οὕτω . Ἔστιν ἄρα , ὡς ἔοικεν , ὦ Κρατύλε , δυνατὸν μαθεῖν ἄνευ ὀνομάτων τὰ ὄντα , εἴπερ
τὰ πολλὰ ἐκείνως ἐσήμαινεν . Τί οὖν τοῦτο , ὦ Κρατύλε ; ὥσπερ ψήφους διαριθμησόμεθα τὰ ὀνόματα , καὶ ἐν
7599363 ὑπατε
δὴ μετέειπε θεὰ γλαυκῶπις Ἀθήνη : ὦ πάτερ ἡμέτερε Κρονίδη ὕπατε κρειόντων εὖ νυ καὶ ἡμεῖς ἴδμεν ὅ τοι σθένος
καταφρονήσῃς οἰκέτου φλυαρίας . Ναὶ πάτερ ἡμέτερε , Κρονίδη , ὕπατε κρειόντων , γουνοῦμαί σε θεὰ γλαυκῶπις , τριτογένεια ,
7592091 χεσειν
ἐνταῦθα , ἐν αὐτῷ τῷ τόπῳ . κακκᾶν ] τὸ χέσειν : ἤγουν ἐνταῦθα ἔχεσα . πηδᾶν ] κινεῖσθαι .
' ] καὶ κράζοντα , φωνοῦντα . χεζητιῴην ] ὀρέγομαι χέσειν , ἐπιθυμῶ . βούλομαι χέσαι . , χέσαι θέλω
7558686 τρεχε
κυβερνήτην κακόν . τύχην ἔχεις , ἄνθρωπε , μὴ μάτην τρέχε . εἰ δ ' οὐκ ἔχεις , κάθευδε ,
, ἄνδρες φίλοι : ἄρτους ἐπιλελήσμεθ ' ἀρκοῦντας πρίασθαι . τρέχε δή , παῖ . καὶ τοῦτο ἔλεγεν αὐτὸς γελῶν
7558197 χθονιε
ἐγὼ καὶ σὺ θήσομεν κρατοῦντε τῶνδε δωμάτων καλῶς . Ἑρμῆ χθόνιε , πατρῷ ' ἐποπτεύων κράτη , σωτὴρ γενοῦ μοι
μ ' ἁμαρτεῖν ; Αὖθις ἐξ ἀρχῆς λέγε . Ἑρμῆ χθόνιε , πατρῷ ' ἐποπτεύων κράτη . Οὔκουν Ὀρέστης τοῦτ
7541337 πιστευεις
οἱ μάγειροι ἀφαιροῦνται . κεἰ μὴ τούτοισι ] εἰ μὴ πιστεύεις τούτῳ τῷ ὅρκῳ , καὶ ἕτερα ὀμοῦμαί σοι μείζονα
μῆτερ , κατὰ ταῖν θεοῖν καὶ τῆς Πολιάδος . Καὶ πιστεύεις δηλαδή : καὶ διὰ τοῦτο πρῴην οὐκ ἔχοντι αὐτῷ
7527061 σημαιν
ἀλλ ' εἴπερ εἶ γενναῖος , ὡς αὐτὸς λέγεις , σήμαιν ' ὅτου τ ' εἶ χὠπόθεν : τὸ γὰρ
ἀλόχωι τοῖς τ ' ἐμοῖς δόμοισιν εἶ . λέγε καὶ σήμαιν ' , ἵνα καὶ γλώσσηι σύντονα τοῖς σοῖς γράμμασιν
7516462 ὑπακουσον
ὑπείροχον , ᾧ τυ γεραίρειν ἀρξεῦμ ' : ἀλλ ' ὑπάκουσον , ἐπεὶ φίλος ἔπλεο Μοίσαις . Σιμιχίδᾳ μὲν Ἔρωτες
μᾶλλον δὲ παῖε . σέ φημι , Θησαυρὲ χρυσοῦ , ὑπάκουσον Τίμωνι τουτῳῒ καὶ παράσχες ἑαυτὸν ἀνελέσθαι . σκάπτε ,
7508716 βουλησομαι
γύναι : ἐκ τῆσδε μὲν γῆς οὔ ς ' ἄγειν βουλήσομαι . ] ἐκ τῆσδε δ ' αὐτὴ γῆς ἀπαλλάσσου
αὖθις , ἔς τε τὸν φίλον τοσαῦθ ' ὑπουργῶν ὠφελεῖν βουλήσομαι , ὡς αἰὲν οὐ μενοῦντα : τοῖς πολλοῖσι γὰρ
7508334 Ἠκουσας
ὁ Θέρσανδρος μικρὸν ἀναχωρήσας λέγει πρὸς τὸν Σωσθένην : “ Ἤκουσας ἀπίστων ῥημάτων , γεμόντων ἔρωτος ; ὅσα εἶπεν :
. Οὐ καταβαλεῖς τὰ κῴδι ' , ὦ θυηπόλε ; Ἤκουσας ; Ὁ κόραξ οἷος ἦλθ ' ἐξ Ὠρεοῦ .
7501417 ποιησασθε
ἀκούσασιν ἀπιστότερος προσπέπτωκεν ὁ τοιοῦτος λόγος , ἐκείνως τὴν ὑπόλοιπον ποιήσασθε ἀκρόασιν . Ὥσπερ ὅταν περὶ χρημάτων ἀνηλωμένων διὰ πολλοῦ
αὐτὸς ὁ λογισμὸς αἱρῇ : οὕτω καὶ νῦν τὴν ἀκρόασιν ποιήσασθε . Εἴ τινες ὑμῶν ἐκ τῶν ἔμπροσθεν χρόνων ἥκουσιν
7499652 ἀλγω
. ἐπειδὰν αἴσθωμαι συκοφάντην ἄνθρωπον ἐπιεικεῖ προσπεσόντα καθάπερ χειμάρρουν , ἀλγῶ τὴν ψυχὴν καί που δακρύω καὶ συμπράττειν ὅ τι
βοώσας παραπλέων τὰς ἡδονάς πλατὺν γέλωτα καταχέω τῶν δογμάτων . ἀλγῶ δὲ καὶ τῆς οὐχ ὁρωμένης ἐρῶ . δραχμῆς μὲν
7489080 Συνεφη
παρ ' ἃ ἂν ἐκεῖνα ἢ ποιῇ ἢ πάσχῃ ; Συνέφη . Οὐκ ἄρα ἡγεῖσθαί γε προσήκει ἁρμονίαν τούτων ἐξ
εἰσὶν οἱ μανθάνοντες , ἀλλ ' οὐ τῶν ἐχόντων ; Συνέφη . Οἱ μὴ ἐπιστάμενοι ἄρα , ἔφη , μανθάνουσιν
7486983 παραδιδωμι
ἐγώ , ἐπειδὴ καὶ πρεσβύτης εἰμί , παρακινδυνεύειν ἕτοιμος καὶ παραδίδωμι ἐμαυτὸν Διονυσοδώρῳ τούτῳ ὥσπερ τῇ Μηδείᾳ τῇ Κόλχῳ .
ἐστὶν οὗ ' μνήσθην ἐγώ . Τὴν μὲν γὰρ Ἥραν παραδίδωμι τῷ Διί , τὴν δὲ Βασιλείαν τὴν κόρην γυναῖκ
7484901 ἀθλιε
βλέπεις [ βλέμμα ] καὶ ἀναστένεις ; πέπαυσο , Κέκροψ ἄθλιε , καὶ τρέπου κατὰ σεαυτόν , ὦ πρέσβυ ,
. Ἀλλ ' ἔμελλες καὶ αὐτὸς οὐκ εἰς μακρὰν , ἄθλιε , τῆς παρανομίας κομίσασθαι τὰ ἐπίχειρα οὕτω σοι τῆς
7481875 Ἐκφαντιδης
Εὔιε κισσοχαῖτ ' ἄναξ , χαῖρ ' , ἔφασκ ' Ἐκφαντίδης πάντα φορητά , πάντα τολμητὰ τῷδε τῷ χορῷ πλὴν
μηδ ' αὖ γέλωτα Μεγαρόθεν κεκλημένον ” . ἀλλὰ καὶ Ἐκφαντίδης παλαιότατος ποιητὴς τῶν ἀρχαίων φησὶ “ Μεγαρικῆς κωμῳδίας †
7469910 Καιρῳ
ζῷον εὐθαρσέστερον . κακὴ γὰρ αἰδὼς ἔνθα τἀναιδὲς κρατεῖ . Καιρῷ τιθέμενον κέρδος ὡς καρπὸν φέρει . Ἂν γνῷς τί
ἀναγκαῖον κακόν . Κατὰ τὴν ἰδίαν φρόνησιν οὐδεὶς εὐτυχεῖ . Καιρῷ σκόπει τὰ πράγματ ' , ἄνπερ νοῦν ἔχῃς .
7469644 ἐτολμας
μένος ἄσχετος ἤσθιε Κύκλωψ ἰφθίμους ἑτάρους : σὺ δ ' ἐτόλμας , ὄφρα σε μῆτις ἐξάγαγ ' ἐξ ἄντροιο ὀϊόμενον
νυμφείους εἰς ἀγκώνων εὐνὰς ἐκδώσειν λέκτροις . δεινά γ ' ἐτόλμας , Ἀγάμεμνον ἄναξ , ὃς τῶι τῆς θεᾶς σὴν
7469638 πιστευσον
† } Πράξας κακῶς τι κἂν δοκῇς θεὸν λαθεῖν , πίστευσον ὅτι σεαυτὸν οὐ δύνῃ λαθεῖν . } Ἐὰν φονεύῃς
ποιμὴν ἐνετείλατο , ὁ ἄγγελος τῆς μετανοίας . Πρῶτον πάντων πίστευσον ὅτι εἷς ἐστιν ὁ θεός , ὁ τὰ πάντα
7464157 τεν
μακρηγορεῖν . ἴστε γάρ με καὶ οἷς ἐκεῖνος ἔπρατ - τεν οὐκ ἀρεσκόμενον , καὶ προκινδυνεύσαντα ὑμῶν ἐν οἷς πολλάκις
τείνουσα [ ] ἐμὴν καὶ τὸ συλ [ ? ] τεν τοῖς λόγοις [ ] κωλυουσ ? [ . .
7463838 λυπεις
ὁμοίῳ οὐ φαίνεται , εἰ δὲ ὑακίνθινον , τῷ μέλανι λυπεῖς , εἰ δὲ φοινικοβαφῆ , φοβεῖς , ὡς ῥέοντος
, εἰπὲ καὶ τὴν ἀδικίαν , ὑπὲρ ἧς ἡμᾶς οὕτω λυπεῖς : εἰ δὲ οὐκ ἔχοι τις αἰτίαν μηδαμόθεν εἰπεῖν
7455202 ἐδοξας
: σὺ δὲ ὅσον ἀπὸ τοῦ συμποσίου τὸν Πλάτωνά μοι ἔδοξας λέγειν . Ὀρθῶς ἀνέγνως . τὸ δὲ λεγόμενον ὡς
τότε . εἰ δὲ τοῖς αὐτοῖς ἐβούλου τιμᾶν , τιμᾶν ἔδοξας ἂν ἄνδρα ἑταῖρον , ἀλλ ' οὐ κολακεύειν τύχην
7437000 Ἀρσακομᾳ
ἐπιστὰς ἀποθνήσκει , ὁ δὲ Μακέντης ἐγχειρίσας τὴν Μαζαίαν τῷ Ἀρσακόμᾳ , “ Δέδεξο , ” εἶπεν , “ καὶ
πολλοῦ διεστῶτας . ἐπὶ τούτοις ἐπείσθημεν , δόξαν πολὺ πρότερον Ἀρσακόμᾳ καὶ Λογχάτῃ , καὶ ἐγένετο εἰρήνη ἐκείνων πρυτανευόντων ἕκαστα
7435653 προτεινω
] ρποκα ? ! [ ἀζυγέα κεῖ μουνόκερα πακτῶσαι σκελήπερον προτείνω χεῖρα καὶ προΐσσομαι . κατ ' οἶκον ἐστρωφᾶτο μισητὸς
εἰσελθεῖν , οὐ μέντοι δι ' ἐμοῦ : καὶ δὴ προτείνω : ἧς τὸ κάρα ἀπετμήθη , ἀπὸ τοῦ καράτομος
7434247 ποησω
. εἴ σοι δεινὸν εἶναι φαίνεται ἂν λάβω ξύλον , ποήσω τὰ δάκρυ ' ὑμῶν ταῦτ ' ἐγὼ ἐκκεκόφθαι .
ἡμμένην . κἀγώ τιν ' αὐτῶν τήμερον δοῦναι δίκην ἐμοὶ ποήσω , κεἰ σφόδρ ' εἴς ' ἀλαζόνες . ἰοὺ
7430158 ᾐσθου
; Ἔπειτ ' οὐδ ' ἐκ τῆς ἐπιδοθείσης αὐτῇ προικὸς ᾔσθου ; Ὥστε καὶ δι ' αὐτὸ τοῦτο ἀγανακτήσαντι δήπου
ἵνα φυλάττῃ : εἰ δὲ τὴν πατρίδα πονηρὰν καὶ ἀχάριστον ᾔσθου , ἀκληρεῖν ἡγῇ σύ , ἀλλ ' οὐ χάριν
7428506 ἀποκρινειται
ὅτι , εἰ μὴ πάνυ θαρσεῖ ὁ ῥήτωρ ὡς οὐκ ἀποκρινεῖταί τις εἰ μὴ ὃ βούλεται , οὐ χρῆται τῷ
παρ ' ὑμῖν πεποιήκαμεν τὰς συνθήκας ” ; καὶ ὃς ἀποκρινεῖταί σοι , ὡς ὡμολόγησας τὴν θάλατταν ἐκπιεῖν . στραφεὶς
7427786 προσμεινον
καρτέρησον , ἀνάμεινον , κράτησον . τὸν σὸν λόγον , πρόσμεινον . σχέω , σχῶ καὶ ῥῆμα εἰς μι σχῆμι
χάλα καὶ δεῖξον : ἐν ταύτηι περιφέρεις γάρ . βραχὺ πρόσμεινον , ἱκετεύω ς ' , ἵν ' ἀποδῶι .
7421340 Τειρεσια
κρᾶτα σεῖσαι πολιόν ; ἐξηγοῦ σύ μοι γέρων γέροντι , Τειρεσία : σὺ γὰρ σοφός . ὡς οὐ κάμοιμ '
βαίνων ἤλυσιν μόλις περῶ . θάρσει : πέλας γάρ , Τειρεσία , φίλοισι σοῖς ἔσθ ' ὁρμίσαι σὸν πόδα :
7406687 Δικαν
] Ἀντὶ δέ . Τὴν Φιλοκτήταο ] Τὴν Φιλοκτήτου . Δίκαν ἐφέπων ] Τρόπον διεξάγων . Ἔστι δὲ τὸ ἐφέπων
ἀλλ ' ἐν ⌊ μέσῳ ⌋ κεῖται κιχεῖν πᾶσιν ἀνθρώποις Δίκαν ἰθεῖαν , ἁγνᾶς Εὐνομίας ἀκόλουθον καὶ πινυτᾶς Θέμιτος :
7406154 διομαι
, τὴν ἐμὴν αἰδῶ μεθείς . δίομαι μὲν χαρίσασθαι , δίομαι δ ' ἀντία φάσθαι , λέξας δύσλεκτα φίλοισιν .
χαρίσασθαι ] τὰ πρὸς χάριν εἰπεῖν δέδια μέν σοι . δίομαι ] δέδια . ἀντία ] ἀληθεῦσαι : λυπηθήσῃ γάρ
7404601 ἐφυν
σοφόν . ἃ δεῖ μάλιστα , ταῦτ ' ἔγωγ ' ἔφυν σοφός . κείνου δ ' ἀκούσας πρῶτα τοὺς λόγους
κλύων , Λαερτίου παῖ , τούσδε καὶ πράσσειν στυγῶ : ἔφυν γὰρ οὐδὲν ἐκ τέχνης πράσσειν κακῆς , οὔτ '
7402297 ἀκουσαιμι
, ὡς ἔλθοιμι παρὰ τοὺς φιλοσόφους , ὡς τἀναντία λεγόντων ἀκούσαιμι , ὡς ἀπαγορεύσαιμι διασπώμενος ὑπὸ τῶν λόγων , εἶτα
: πάνυ γὰρ ἂν ἡδέως τὰ ἐπίλοιπα περὶ τῶν ὀνομάτων ἀκούσαιμι . Ἀλλὰ χρὴ οὕτω ποιεῖν . πόθεν οὖν βούλει
7397807 συμβουλευε
ἡμῶν ὦσι , ταῦτα μάλιστα καιρὸς ἡμῖν εἰδέναι ἔσται . συμβούλευε δ ' αὐτοῖς καὶ ἐκτάττεσθαι ὅπῃ ἂν δοκῇ κράτιστον
, σὺ τὰ τέκνα σου κατόρυξον , καὶ οὕτως ἐμοὶ συμβούλευε τὸν ἐμὸν ἀνελεῖν . Σχολαστικοῦ εἰς βαλανεῖον εἰσελθόντος παραχύτης
7396371 ἐρρωσο
διενυκτέρευσαν . σὺ δ ' ὡς ἐπὶ μήκιστον εὐτυχοίης . ἔρρωσο . καὶ τὸ μὲν μηδὲν παθεῖν τοιοῦτον οὐκ ἂν
τις οὕτως ἄθλιος ὡς τὸ αἰσχρὸν τοῦ καλοῦ προτιθέναι . ἔρρωσο . Ὅστις ἀρχαίως καὶ δοκίμως ἐθέλει διαλέγεσθαι , τάδε
7395690 ἐφημισω
τάχ ' ἐν πέδῳ βαλῶ . ἑπόμενα προτέροισι τάδ ' ἐφημίσω . καί τίς σε κακοφρονῶν τίθησι δαίμων ὑπερβαρὴς ἐμπίτνων
ἔκυρσας ὥστε τοξότης ἄκρος σκοποῦ : μακρὸν δὲ πῆμα συντόμως ἐφημίσω . πότερα γὰρ αὐτοῦ ζῶντος ἢ τεθνηκότος φάτις πρὸς
7395052 Ἐλθουσα
, ἅπερ ἥρπαζον οἱ σύνδουλοι . ἰοῦς ' εἴσω : Ἐλθοῦσα ἐντὸς , ἵνα . . . . ὥσπερ νεωνήτοισιν
ῥυείσης δὲ μέχρι τῶνδε , οἷον γραμμῆς ἐκ κέντρου . Ἐλθοῦσα δὲ ἐνθάδε τούτῳ τῷ μέρει ὁρᾷ , ᾧ καὶ
7388130 νουθετεις
λόγους . σὺ δ ' ἐκτὸς ὤν γε συμφορᾶς με νουθετεῖς . ὁ πολλὰ δὴ τλὰς Ἡρακλῆς λέγει τάδε ;
ὢν καὶ ταῖς ἄλλαις ἁπάσαις ὡς ἀνεπίληπτος εἰς πονηρίαν οὕτω νουθετεῖς . Ἀχθομένῳ σοι βαρέως ἐπὶ τῇ τοῦ παιδὸς τελευτῇ
7387591 τολμηρε
ἐκ τῆς καρδίας ὁ Ἔρως ἀντεφθέγγετο : “ Ναί , τολμηρέ , κατ ' ἐμοῦ στρατεύῃ καὶ ἀντιπαρατάττῃ ; ἵπταμαι
συστρεφόμεναι , πρὸς ἀλλήλας φερόμεναι . τολμῶν ] λέγειν , τολμηρέ , τολμηρῶς λέγων , ὁ ἐπιχειρῶν τολματίας ὤν .
7386438 κυμαινοντ
κυμαίνοντ ' ] ταραχώδη . κυμαίνοντ ' ] ἐπηρμένα . κυμαίνοντ ' ] θρασέα , βλάσφημα . θ ἔπη ]
γεγωνᾷ ἀσυνδέτως ἐξήνεγκεν . θ κυμαίνοντ ' ] ἀλαζονικά . κυμαίνοντ ' ] ταραχώδη . κυμαίνοντ ' ] ἐπηρμένα .
7378492 διανοουμαι
Ἆρ ' οὖν δυνατὸς αὐτὸ ἂν γενοίμην , ὥσπερ καὶ διανοοῦμαι , διὰ λόγων ἐνδείξασθαί σοι ; Τί δ '
γιγνόμενα , οὐκ ἂν θαυμάζοιμι εἰ μὴ σαφῶς λέγων ἃ διανοοῦμαι τοῦτο ἐποίησα καὶ ἔπαθον : ἀλλ ' ἃ βούλομαι
7374365 γενναιε
ἐτῶν οὖσα τέξεται „ ; μὴ μέντοι νομίσῃς , ὦ γενναῖε , τὸ ” εἰπεῖν ” οὐχὶ τῷ στόματι ,
ἕκαστον βραβευόμενον ἐπαινετῶς ἐξορθοῦσθαι πέφυκεν . Ἔπειτ ' , ὦ γενναῖε , μὴ νομίσῃς ἀλυσιτελὲς ἐπίκαιρον εἶναι τυραννίδα . οὐδὲ
7368176 διαρραγησομαι
αὐτὸ περὶ τοῦ πρότερος εἰπεῖν πρῶτα διαμαχοῦμαι . Οἴμοι , διαρραγήσομαι . Καὶ μὴν ἐγὼ οὐ παρήσω . Πάρες πάρες
ἢ πρῶτον εἰπεῖν . πάρες : τοῦ Κλέωνος εἰπόντος “ διαρραγήσομαι ” καὶ τοῦ ἀλλαντοπώλου εἰπόντος “ οὐ παρήσω ”
7367924 ἐκτελεειν
τῷ τοιούτῳ λόγῳ ὁτὲ μὲν εἰπών : ἀλλὰ τάδ ' ἐκτελέειν , ἅ σε μὴ μετέπειτ ' ἀνιήσῃ , ὁτὲ
ἀίουσα γήθεεν ἐν φρεσὶ πάμπαν : ὀίσατο γὰρ μέγα ἔργον ἐκτελέειν αὐτῆμαρ ἀνὰ μόθον ὀκρυόεντα , νηπίη , ἥ ῥ
7365448 γελᾳς
τοιαύτη σοφία τῶν νῦν ἀνθρώπων . Κἀγὼ εἶπον : Τί γελᾷς , ὦ Κλεινία , ἐπὶ σπουδαίοις οὕτω πράγμασιν καὶ
. Βοῇς : δεῖ γινώσκειν , ὅτι τὸ βοᾷς καὶ γελᾷς οἱ Δωριεῖς βοῇς καὶ γελῇς λέγουσιν . καὶ μηδεὶς
7364556 ἀντιφεριζειν
ἄφρων δ ' , ὅς κ ' ἐθέλῃ πρὸς κρείσσονας ἀντιφερίζειν : ἀμφότερον : νίκης τε στέρεται πρός τ '
σοὶ καὶ προλέγειν τὰ μέλλοντα , ἐρῶ . ἢ τὸ ἀντιφερίζειν ἀντὶ τοῦ ἐναντίον σου ἤγουν ἐνώπιόν σου φέρεσθαι καὶ
7363698 περιφρονω
, ὡς καὶ ὁ οὐράνιος , πέπεικε , καὶ ἤδη περιφρονῶ τοῦ ζῆν , ἅτε εἰς ἀμείνω οἶκον μεταστησόμενος .
τί ποιεῖς ἐτεόν , οὑπὶ τοῦ τέγους ; ἀεροβατῶ καὶ περιφρονῶ τὸν ἥλιον . οἴμοι τάλας δείλαιος , ἀποπνιγήσομαι .
7362797 βρεξω
σύνδεσμος , ἵν ' ᾖ οὕτως : νῦν τε γὰρ βρέξω τὸ ὄμμα , ἐπεὶ καὶ , ὅτε ὤλλυτο ,
σῆς παιδός : νῦν μὲν γὰρ λέγων τέγξω , ἤγουν βρέξω , τοῖς δάκρυσι τοῦτο τὸ ὄμμα , πρὸς τάφῳ
7357189 θρηνεις
νέον . λέγω πόνους σε μυρίους τλῆναι μάτην . παλαιὰ θρηνεῖς πήματ ' : ἀγγέλλεις δὲ τί ; βέβηκεν ἄλοχος
λῦσον δὲ νόμους ἱερῶν ὕμνων , οὓς διὰ θείου στόματος θρηνεῖς τὸν ἐμὸν καὶ σὸν πολύδακρυν Ἴτυν , ἐλελιζομένη διεροῖς
7356153 εὐφρανθην
χαιρηδόνος ; Ἐγᾦδ ' ἐφ ' ᾧ γε τὸ κέαρ εὐφράνθην ἰδών , τοῖς πέντε ταλάντοις οἷς Κλέων ἐξήμεσεν .
, φασίν , αὐτόν . λέγω αὐτῷ : Κύριε , εὐφράνθην μετ ' αὐτῶν μείνας . Τί , φησίν ,
7355131 Θυμῳ
καχλάζω ἐπὶ τῆς αὐτῆς σημασίας , ἢ καὶ ἄλλως . Θυμῷ γελανεῖ ] * Θηλυκῶς εἶπε τὸ θυμῷ , ὥσπερ
ἢ μαλάττων . θυμῷ γάρ κτλ . . αʹ . Θυμῷ δέ κτλ . βʹ . ἀκούσιος . τοῦ πατριάρχου
7353589 εὐλαβου
οὖν τὴν τιμίαν θεὸν οὐ προσαγορεύεις : τίν ' : εὐλαβοῦ γάρ : ἀντὶ τοῦ : σιώπα μὴ κατά τι
μὴ καταπιπτέτω : πάντα σοι κατὰ νοῦν χωρεῖ , μεταβολὴν εὐλαβοῦ : πταίεις πολλάκις , χρηστὰ ἔλπιζε : πρὸς γὰρ
7352933 ἀφηκας
ῥητορικῆς καθάπαξ ὡς κολακείας κατηγορεῖς , καὶ ὅπου τοὺς ἄνδρας ἀφῆκας οὓς ᾐτιάσω , πῶς ἐλέγχεις ῥητορικὴν ἣν αὐτὸς καὶ
πονηρὸν οἰόμενος ἐπέδησας , μεταπεισθεὶς δὲ ὡς οὐδὲν ἠδίκουν ἐλεύθερον ἀφῆκας εἶναι , ἆρ ' ἄν σοι πρὸς καιρὸν ὀργισθέντι
7350407 ὀψιγονων
οἴσους ' ἐπὶ τὸν Ἴστρον , Ὄφρα τις ἐρρίγῃσι καὶ ὀψιγόνων ἀνθρώπων ξεινοδόχον κακὰ ῥέξαι , ὅ κεν φιλότητα παράσχῃ
τε μέγαν τε ἄλκιμος ἔσς ' ἵνα τίς σε καὶ ὀψιγόνων εὖ εἴπῃ . † ) καὶ παρὰ Ἀριστοφάνει προηθετοῦντο
7348140 παρεστηκα
] διωγμοῖς [ καὶ θλίψεσιν ] καὶ κινδύνοις ? [ παρεστηκα - ] [ ! ! ! ! ! !
] διωγμοῖς [ καὶ θλίψεσιν ] καὶ κινδύνοις ? [ παρεστηκα - ] [ ! ! ! ! ! !
7347028 ὠπασας
τί δὴ χρυσοῦ μὲν ὃς κίβδηλος ἦι τεκμήρι ' ἀνθρώποισιν ὤπασας σαφῆ , ἀνδρῶν δ ' ὅτωι χρὴ τὸν κακὸν
δῶκας δὲ πυρὸς δριμεῖαν ἐρωήν , δεξιτερῇ δὲ φέρειν ἀδαμάντινον ὤπασας ἆορ . οὐ παῖδας τήρησε φίλους γλυκεροῖσι τοκεῦσιν ,
7345807 ἀνιστασο
. μὴ φροντίσῃς , ὦ δαιμόνι ' , ἀλλ ' ἀνίστασο . πῶς οὖν ἐμαυτῷ τοῦτ ' ἐγὼ ξυνείσομαι ,
τροφήν ἐπαίτης μερίμνης ἄξια κατέχων λέγει Ὀδυσσεὺς ὑποκρίνεται εἶναι Τρωικός ἀνίστασο ὡς ἀνατετακότων αὐτῶν τὰ ἀμυντήρια ὁ Αἴας ἐκ τῶν
7344948 ἀπεχεις
ἀνέγνως ἢ Ἀντίπατρον . εἰ μὲν γὰρ καὶ Ἀρχέδημον , ἀπέχεις ἅπαντα . , . καὶ μὴν ἐγὼ ὑμῖν ἐξηγήσομαι
σὴ χάρις ἡμῖν καὶ ὠφέλεια ; ἀλλὰ σύ γε τοσοῦτον ἀπέχεις τοῦ πράττειν καὶ συγκατορθοῦν ἡμῖν τι τῶν κοινῇ χρησίμων
7342580 ἀποδιδου
τῷ κόσμῳ , τὰ δὲ τοῦ θεοῦ τῷ θεῷ ἀκριβῶς ἀποδίδου . τὴν ψυχήν σου νόμιζε παραθήκην ἔχειν παρὰ θεοῦ
δὲ τῷ νικήσαντι δίδωσι τὸ ἔπαθλον . φριμάσσεο : φριμαγμὸν ἀποδίδου μεθ ' ἡδονῆς , τουτέστι βρενθύου καὶ ἐναβρύνου ,
7342010 μετηλλαγη
καὶ ἥμερα ἐγένοντο , τουτέστιν ἐκ τῆς ὀργῆς μετέβαλε καὶ μετηλλάγη . ἀπὸ δὲ τῶν ἀφύων κυρίως τῷ “ διεγαλήνισεν
φαγεῖν ἐξ αὐτοῦ ; διὰ τοῦτο καὶ ἡμῖν ἡ φύσις μετηλλάγη . νῦν οὖν οὐ δυνήσει ὑπενεγκεῖν , ἐὰν ἀπάρξομαι
7340783 χαριζομαι
καρποῖς ἡ πάχνη λυμαίνεται , καὶ τοὺς ἱδρῶτας τοῖς ἀνέμοις χαρίζομαι . ἄνδρες δικασταί φθεγγομένους διηνεκῶς ἡ τῶν γεωργῶν τάξις
πράξω δὲ ὅμως τὸ τοιοῦτον , εἰ καὶ μὴ πᾶσι χαρίζομαι . σπουδάζουσιν εἰς ὑπεροχὴν ἔχειν : διὸ οὐδ '
7339913 φυλαξω
κακήν , ἣν οὐδεὶς ζηλώσει ὀχήσω ] ἤγουν βαστάσω , φυλάξω , : ὀχεω ῶ . ἐκ μεταφορᾶς τῶν φρουρούντων
θρηνῶ καὶ οὐχ εὑρίσκω τινὰ μηχανήν , δι ' ἧς φυλάξω τὴν μέχρι νῦν σωφροσύνην τετηρημένην ; Ταῦτα λέγουσα ἤγετο
7338633 δισταζω
. ἀλλ ' ἤδη αὐτὰ ἀφαιροῦμαι : οἷον , οὐ διστάζω . ἐπεὶ εἶπε σπουδάσεις , λέγει οὐ σπουδάσω λόγοις
' εἰκών : φέρ ' ἰδώμεθα , μὴ Βερενίκας : διστάζω , ποτέρᾳ φῇ τις ὁμοιοτέραν . Λύσιππε , πλάστα
7337550 ἐπισκεψαι
ἑπτακτύπου καὶ ἑπταχόρδου φόρμιγγος θέλων καὶ ἀποδεχόμενος , ἄθρησον καὶ ἐπίσκεψαι , εἰ ἄριστόν ἐστιν , ἀντόμενος καὶ συναντώμενος ,
, ὦ Σιμωνίδη , εἰδέναι ὅτι ἀληθῆ λέγω , ὧδε ἐπίσκεψαι . βεβαιόταται μὲν γὰρ δήπου δοκοῦσι φιλίαι εἶναι γονεῦσι
7337191 Μικρου
. . . ξη ∠ ʹ να γʹ . Ῥομβίτου Μικροῦ ποταμοῦ ἐκβολαί . . . . . . .
ἀρετὴν ἱερέως καὶ τεμένους εὐπρέπειαν , ἑκατέρῳ δικαίως μερίζεται . Μικροῦ μὲν ἀπεῖπον πρὸς τὴν ὀξύτητά σου τῶν ἔργων ἀθρόως
7333773 Καλλιστ
ἐπὶ τὰς ἀμείκτους πορευοίμεθ ' ἂν ἐν τῷ μέρει . Κάλλιστ ' εἶπες . Ἐγὼ δὴ πειράσομαι μεταβαλὼν σημαίνειν ἡμῖν
Πῶς λέγεις ; Αὐτὴν τὴν διέξοδον ἀπόκρισίν σοι ποιήσομαι . Κάλλιστ ' εἶπες . Ἔστι τοίνυν πάντα ἡμῖν ὁπόσα δημιουργοῦμεν
7330964 Θαρρει
ὁ πατήρ , φησίν , ὁ Ποσειδῶν ἰάσεται σε . Θάρρει , ὦ τέκνον : ἀμυνοῦμαι γὰρ αὐτόν , ὡς
ἤδη ἀκροάσασθαι αὐτοῦ , μὴ καὶ λάθω τελέως ἀπολειφθείς . Θάρρει , ὦγαθέ . τὸ τήμερον γὰρ ἐκεχειρία ἐπήγγελται .
7330223 Ὠγαθε
μέντοι οὐδὲν λέγω . Τί δή , ὦ Σώκρατες ; Ὠγαθέ , ἐννενόηκά τι σμῆνος σοφίας . Ποῖον δὴ τοῦτο
τίνος σοι φῶμεν μάλιστ ' εἰρῆσθαι τοῦτον τὸν λόγον ; Ὠγαθέ , καὶ αὐτὸς ἐμαυτοῦ νυνδὴ κατεγέλασα . ἀποβλέψας γὰρ
7327914 κοσκυλματιοις
ἐκολάκευε γάρ . ΓΘ ἐκολάκευ ' ] κατεπράϋνε . Γ κοσκυλματίοις : τοῖς περικεκομμένοις καὶ ἀπορριφεῖσι δέρμασι . βούλεται δὲ
τῶν οὐδενὸς ὄντων ἀξίων . κοσκυλματίοις ] κολακεύμασι . Γ κοσκυλματίοις ] λεπτολογίαις , παραλογισμοῖς , λόγοις θωπευτικοῖς . κοσκυλματίοις
7327700 Ἑρμοτιμε
μὴ ἐθέλοντας εἴκειν τοῖς κρείττοσιν . Ταυτὶ μέν , ὦ Ἑρμότιμε , πάνυ εὔλογα . ἢ τί γὰρ παθὼν Εὐθύδημος
τοιοῦτον ἄνδρα εὑρεῖν . Τί δὴ οὖν πράξομεν , ὦ Ἑρμότιμε ; οὐ γὰρ ἀπαγορευτέον οἶμαι ἐπεὶ μηδενὸς ἡγεμόνος τοιούτου
7327296 ἀναμενω
εἰσὶν ἰαμβικοὶ τρίμετροι ἀκατάληκτοι ξεʹ ὧν τελευταῖος : αὐτοῦ φυλάσσων ἀναμένω τέλος δίκης . τοιαύτας ] κοινή . τοιαύτης ]
τὸ ἀγγεῖον ὅτι οὐ τέτρηται καὶ ὄψει , πῶς οὐκ ἀναμένω ἵνα μοι σὺ πιστεύσῃς τὰ σαυτοῦ , ἀλλ '
7324622 παρωσας
πατρῷ ' ἀγάλματ ' ἐγκατοικιεῖ θεῶν . ἃ δή , παρώσας καὶ δάμαρτα καὶ τέκνα καὶ κτῆσιν ἄλλην ὀμπνίαν κειμηλίων
ἄφελε κατὰ τὸ ἄρθρον : ἔπειτα τὴν κεφαλὴν κατὰ φύσιν παρώσας , ὑπεξάγειν ἔξω τὴν κεφαλὴν τοῦ ἐμβρύου : τῷ
7317693 ἐπαθες
γὰρ περισσὸν οὐδέν : ἀντὶ τοῦ παράλογον παράδοξον : οὐδὲν ἔπαθες περισσὸν ὧν πάσχομεν πάντες . τοῦτο πρὸς παραμυθίαν ,
, μειράκιον , σωφροσύνης ἐρῶν ἄδικα μὲν ὑπὸ τῆς μητρυιᾶς ἔπαθες , ἀδικώτερα δὲ ὑπὸ τοῦ πατρός , ὥστε ὠδύρατο
7315658 ἐντελλομαι
ποιεῦ : ὃς δ ' ἂν τούτων τῶν ἔργων τῶν ἐντέλλομαι λείπηται , ἔκπεμπε ἐκ τῆς χώρης . Καὶ ταῦτα
ὀρθὰ ἐντείλασθαι περὶ παντὸς πράγματος . ἰδοὺ γὰρ καὶ ἐγὼ ἐντέλλομαι ζητεῖν σε τὰ ἀνόμοια καὶ τὰ ὅμοια . καὶ
7312484 σιωπα
γὰρ δικαία γλῶσς ' ἔχει κράτος μέγα ὦ παῖ , σιώπα : πόλλ ' ἔχει σιγὴ καλά τί ταῦτα πολλῶν
ἔχωδιαρρήξας τὸ ἱμάτιον αὐτοῦ εἶπε : Λάβε καὶ ἐργάζου καὶ σιώπα . Δύσκολόν τις ἠρώτα : Ποῦ μένεις ; ὁ
7312482 Ὁσια
ἐπιφανὴς εἰς πανήγυριν , ἔνθα Ἁρμοδίου καὶ Ἀριστογείτονος εἰκόνες . Ὅσια . τὰ ἰδιωτικὰ καὶ μὴ ἱερά . Ὀσταφίδα οὐχ
ἀλλὰ θαυμάζων αὐτήν . Ὁσία , κλυτὰν χέρα ] * Ὅσια δὲ τὰν χέρα γράφε : οὕτω γὰρ ἔχει πρὸς
7311941 ἐγγραφω
τῆς τέχνης τὴν ἡδονήν . εἰς τοὺς σοφιστὰς τὸν μάγειρον ἐγγράφω . ἑστήκαθ ' ὑμεῖς : κάεται δ ' ἐμοὶ
. Ἡρόδοτον δὲ ἀξιῶ μή μοι μηνίειν , εἰ μύθοις ἐγγράφω ὅσα ὑπὲρ τῆς τῶν ἔχεων ὠδῖνος ᾄδει . Φυσικὴ
7311592 Σκωπτεις
εἶναι περιεκτικόν , σὲ δὲ τὸν μόνον πλούσιον ἐκχύτην . Σκώπτεις , ὦ οὗτος . ἀλλ ' ὅρα μή σε
καὶ ἐμοί , ἵνα αὐτῷ φοιτητὴν προξενήσῃς καὶ ἐμέ . Σκώπτεις , ὦ Σώκρατες . Οὐ μὰ τὸν Φίλιον τὸν
7309092 Υἱῳ
ἀνθρώποις κακόν . Ὑπὸ τῆς ἀνάγκης πολλὰ γίγνεται κακά . Υἱῷ μέγιστον ἀγαθόν ἐστ ' ἔμφρων πατήρ . Φίλους ἔχων
γίγνεται κακά . Ὑπερήφανον πρᾶγμ ' ἐστὶν ὡραία γυνή . Υἱῷ μέγιστον ἀγαθόν ἐστ ' ἔμφρων πατήρ . Ὕπνος πέφυκε
7308685 κλυοις
ἤν γ ' ἐρωτᾶις εἰκότ ' , εἰκότ ' ἂν κλύοις . οὐκ ἄλλ ' ἐρωτῶ , καὶ σὺ μὴ
; ἐς γὰρ τί μᾶλλον δεῖ προθυμίαν ἔχειν ; [ κλύοις ἂν ἤδη τῶν ἐμῶν θεσπισμάτων . ] πρῶτον δ
7302037 ἀκουσομαι
πρὸς ὑμᾶς αὐτοὺς περὶ ὧν προυθέμεθα : ἐγὼ δ ' ἀκούσομαι καὶ ἀκούσας αὖ μετὰ Μελησίου τοῦδε ποιήσω τοῦτο ὅτι
. Ἀλλ ' οὐ γὰρ οὔτ ' ἐν τοῖσδ ' ἀκούσομαι κακὸς γάμοισιν οὔθ ' οὓς αἰὲν ἐμφέρεις σύ μοι
7296373 ἠις
παῖς δὲ ποῦ ' στιν , ἵνα σὺ μηκέτ ' ἦις ἄπαις ; τέθνηκεν , ὦ γεραιέ , θηρσὶν ἐκτεθείς
ταλαίπωρον . . , Δου . φαῦλον , κἂν μόνος ἦις , μήτε λέξηις μήτ ' ἐργάσηι : μάθε δὲ
7295976 ἀγαθε
, τοὺς ἄλλους λαθών : “ οὐ σώσεις , ὦ ἀγαθέ , τὴν πατρίδα ; ” ὃ δὲ καὶ τοῦτ
ἀδελφιδοῦς ἐπιμελεῖσθαι τούτου τοῦ παιδίου ; Ἀλλ ' , ὦ ἀγαθέ , τοῦτο μὲν καὶ λαθεῖν φήσαιτ ' ἂν ὑμᾶς
7294548 συμβουλευεις
συμβουλίη ἡ ἐς ἡμέας τείνουσα . Τοῦ μὲν γὰρ πεπειρημένος συμβουλεύεις , τοῦ δὲ ἄπειρος ἐών : τὸ μὲν γὰρ
ἧττον δὲ ἀντιθέσεως . ἀλλὰ λέξει τις : μισθοφορεῖν ἡμῖν συμβουλεύεις ; τοῦτο δ ' ἦν Ἀθηναίοις εὐδοξοῦσιν ἐπαχθές τε
7294254 Κρεον
. [ πόλει δὲ καὶ σοὶ ταῦτ ' ἐπισκήπτω , Κρέον : ἤνπερ κρατήσηι τἀμά , Πολυνείκους νέκυν μήποτε ταφῆναι
' ὅμως : τίνος μ ' ἕκατι γῆς ἀποστέλλεις , Κρέον ; δέδοικά ς ' , οὐδὲν δεῖ παραμπίσχειν λόγους
7294158 βιασῃ
καὶ δῆλα . ἐὰν παιδεραστῇς , ἐὰν μοιχεύῃς , ἐὰν βιάσῃ παῖδα , ἄρρενα μὲν μηδὲ λέγε , ἀλλὰ κἂν
τῶν εἰς τοὺς Ἕλληνας ἀδικημάτων . καὶ ἐκ τοῦ ἀπολογουμένου βιάσῃ λέγων συνήδεσθαι καὶ αὐτὸς ἐν τῷ παρόντι καιρῷ ,
7292146 ἀποφωλιος
παρὰ τὸ φρῶ φράς καὶ ἀποφράς . . . . ἀποφώλιος : ὁ ἀπαίδευτος : Ὅμηρος ἦ δὴ ἀλιτρός τ
δειλαίων εἷλεν ἀπὸ πραπίδων . Οὐ μέ τις ἐξ ὀρέων ἀποφώλιος ἀγροιώτης αἱρήσει κλήθρην αἰρόμενος μακέλην , ἀλλ ' ἐπέων
7290738 προστιθης
μαντικῆς . καὶ μὴν ὅτι καὶ διὰ τῶν ἄλλων σημείων προστίθης αὐτός . τοῦτο δ ' ὅταν προσθῇς , ἅπασαν
κεἰ κρατεῖς , σπουδὴν ἔχειν . ἐπεὶ δ ' ἀνάγκην προστίθης ἡμῖν θανεῖν , στέργειν ἀνάγκη : δραστέον δ '
7289721 ἀσπαζου
” , ἐροῦσι πολλοί : “ πολλὰ [ ] σαυτὸν ἀσπάζου : ἐπὴν ἔχῃς τι , πάντα σοι φίλων πλήρη
Μούσης , Χαρίτων θρέμμα , Τρυφῆς πρόσωπον , ἄνοιξον , ἀσπάζου με . διά τοι σὲ πόνους ἔχω . οὗτος

Back