' ἑνὸς μετέχειν αὖ τὰ τῇδε ἐκείνων : ὥστε οὐχ ἁρμόσουσιν οἱ ὁρισμοὶ τοῖς ἐνταῦθα οὐδὲ ἔσονται αὐτῶν ὁρισμοί .
τίς ἡ Πενία καὶ τίς ὁ Πόρος , καὶ πῶς ἁρμόσουσιν οὗτοι γονεῖς εἶναι αὐτῷ . Δῆλον δὲ ὅτι δεῖ
7222841 μετριωτεραι
μάλιστα τοῖς βρέφεσιν ἐπιγινόμεναι . τούτων αἱ μὲν ὑπόλευκοι , μετριώτεραι τῶν ἄλλων , χείρους δὲ αἱ ὑπέρυθροι : αἱ
κητώδειϲ τῶν ἰχθύων , ἐξ ὧν εἰϲιν οἱ θύννοι , μετριώτεραι δὲ αὐτῶν αἱ πηλαμίδεϲ . ἱκανῶϲ δὲ παχύχυμα τά
6924313 Ἐζητησαν
μὴ ἐμπεσεῖν , ὅπως ἐμπεσεῖται , ἐν ἐκείνῳ ἐροῦμεν . Ἐζήτησαν δέ τινες , πῶς μὴ ἐμπεσούσης ἀντιλήψεως δυνατόν ἐστι
κρινομένου συντελεῖ : τὸ δὲ ἄλλως ἀντὶ τοῦ εἰκῆ . Ἐζήτησαν δὲ , διὰ τί τὰ μὴ ἐξεταζόμενα τόπον δὲ
6874689 ἀπολουμενοι
καὶ τὸ δεινὸν ἐκδεχόμενοι καὶ συνεργοῦντες ἐς αὐτὸ ἔνιοι ὡς ἀπολούμενοι πάντως . γενόμενον γὰρ τὸ κακὸν κρεῖσσον ἐπινοίας καὶ
, τά τε ἄλλα σημεῖα ἔχουσιν ἀσφαλέστατα : οἱ δὲ ἀπολούμενοι δύσπνοοι γίγνονται , ἀλλοφάσσοντες , ἀγρυπνέοντες , τά τε
6838551 θαλασσιαι
ἐχρῶντο πρότερον πρὸ τῶν ψήφων : εἰσὶ δέ τινες κόγχαι θαλάσσιαι . “ σπονδῶν ” δέ , τῶν τῆς εἰρήνης
ὑπενήχετο ταῖς πέτραις τοὺς ἐσβληθέντας ἁρπάζειν : εἰσὶ δὲ αἱ θαλάσσιαι πλὴν μεγέθους καὶ ποδῶν ὅμοιαι ταῖς χερσαίαις , πόδας
6808525 σκεπουσι
τὰ σκουτάρια αὐτῶν καὶ ἀναπαύοντες εἰς τὰ βούκουλα τῶν ἔμπροσθεν σκέπουσι τὰ στήθη καὶ τὰς ὄψεις αὐτῶν καὶ οὕτως συμβάλλουσιν
. τινὲς δὲ ἐν τοῖς θερμοτέροις καὶ ξηροτέροις τόποις καὶ σκέπουσι τὸν καρπὸν φρυγάνοις καὶ ἀκάνθαις , οὐκ ἀρκούντων τῶν
6744135 βλασφημιαι
βαβαί , ἐκπληττομένου οἷον τοῦ χοροῦ ἐπὶ τῆι ἀσεβείαι καὶ βλασφημίαι ἐκείνων . πῶς δὲ φανεροὺς ποιοῦσιν αὐτούς ; τιμωρούμενοι
: μηδὲ αὐθάδης μηδὲ πονηρόφρων : ἐκ γὰρ τούτων ἁπάντων βλασφημίαι γεννῶνται . Ἴσθι δὲ πραΰς , ἐπεὶ οἱ πραεῖς
6668714 τρεφουϲιν
καὶ παχεῖϲ καὶ ϲτρυφνοὶ τρέφειν πεφύκαϲιν : ἁπάντων δὲ ἥκιϲτα τρέφουϲιν οἱ λευκοὶ μὲν τῇ χρόᾳ , λεπτοὶ δὲ τῇ
ϲαρκῶν Γαληνοῦ . Οὐχ ἅπαϲαι τῶν ζῴων αἱ ϲάρκεϲ ἄνθρωπον τρέφουϲιν , ἀλλ ' ἐνίων εἰϲὶ καὶ θανάϲιμοι , ἔνιαι
6635526 ἐλαφραι
αἴγλη . ἀλλ ' ἔμπης κἀκεῖναι ἐπόψιαι : οὐ γὰρ ἐλαφραί . Ἀμφότεραι δ ' Ὄφιος πεπονείαται ὅς ῥά τε
γυῖα φίλος πόδες , οὐδέ τι χεῖρες ὤμων ἀμφοτέρωθεν ἐπαΐσσονται ἐλαφραί . εἴθ ' ὣς ἡβώοιμι βίη τέ μοι ἔμπεδος
6606706 ἐπαινεσονται
λέγῃ τις καθ ' ὑμῶν , καὶ οἱ ἄλλοι πάντες ἐπαινέσονται ὑμῶν τὴν κατὰ τῶν ἀσεβούντων ὠμότητα . Τὸ δ
γένοιο καὶ πολλὰ θαυμαστὰ ἐξεργάσαιο , τὴν μὲν τέχνην ἅπαντες ἐπαινέσονται , οὐκ ἔστι δὲ ὅστις τῶν ἰδόντων , εἰ
6593384 ἐξανθειν
κακίαν ὁ θεός . ἡ δὲ τῆς γενέσεως ἐπιδιαμονὴ καθάπερ ἐξανθεῖν ποιεῖ καὶ διὰ τοῦτο ἐποίησε τὴν μεταβολὴν ὁ θεός
' αὐτῷ καὶ ἐπὶ τῆς εὐπραγίας . ἐξορμενίζειν : τὸ ἐξανθεῖν , ὅπερ οἱ πολλοὶ ἐκβάλλειν λέγουσιν . ὄρμενα γὰρ
6590276 ἀνθαι
ἄρκτιον : εἶδος βοτάνης * ὁρμενόεντα : τῶν λαχάνων αἱ ἄνθαι ὁρμενὰ καλοῦσι , καὶ ἐξορμενίζειν τὸ ἐκβλαστάνειν καὶ ἐξανθεῖν
τὸ ἓν ἐπὶ παντὸς ἀμαθῶς : τῶν γὰρ λαχάνων αἱ ἄνθαι ὄρμενα καλοῦνται , καὶ ἐξορμενίζειν τὸ ἐκβλαστάνειν καὶ ἐξανθεῖν
6586425 ῥᾳθυμοι
, : ἔνθα ὅρα καὶ ὡς οἱ περὶ τὸ θεῖον ῥᾴθυμοι δι ' ἀνάγκην ἐπὶ τὸ θύειν ἔρχονται οὐδ '
ἀμελέτητοι , δειλοί , καταδεεῖς , ἀμελεῖς , κατημελημένοι , ῥᾴθυμοι , ὕπτιοι , νωθεῖς , κατερρᾳθυμημένοι , ὀλίγωροι ,
6576854 νεογνοι
ζῷον . ἄρνες καὶ ἀρνειοὶ διαφέρει . ἄρνες μὲν οἱ νεογνοί , ἀρνειοὶ δὲ οἱ προήκοντες τῇ ἡλικίᾳ . ἄρρωστος
δὲ ὁ ἑστιώμενος καθὰ Πλάτων . ἄρνες μὲν λέγονται οἱ νεογνοί : ὡς δὲ λύκοι ἄρνεσσιν ἐπέχραον ἢ ἐρίφοισιν :
6574512 ἀνδρογυνοι
τῶν μελῶν ἀνδρόγυνοί εἰσι , τοῦτο γὰρ ἄντικρυς γυναικεῖον . ἀνδρόγυνοι δὲ καὶ οἱ κλίνοντες αὑτοὺς εἰς τὰ δεξιὰ ἐν
ἔνεστι καὶ ὄμμα ἅμα καὶ τὸ βλέμμα ὑποκινεῖται , οὗτοι ἀνδρόγυνοι ὄντες ἄνδρες εἶναι βιάζονται . Ὀφθαλμοὶ πυκνὰ ἐπὶ μεγάλα
6572367 ἀμιδων
. κἄχεζεν ] ἤγουν ἀπεδήμει . χρυσῶν ὀρῶν ] ἤγουν ἀμίδων , οὐροδόχων ἀγγείων . ξυνήγαγεν ] συνήρμοσεν . Γ
καταβραχὺ κατεσθίοντος . Σταμνία : οἱ μὲν ἀμαθεῖς ἐπὶ τῶν ἀμίδων τάττουσιν , οἱ δ ' ἀρχαῖοι ἐπὶ τῶν οἰνηρῶν
6553343 ἀκεντροι
μελίσσας αὐτῶν μὴ μεταφερουσῶν . εἰσὶ δὲ οἱ μὲν κηφῆνες ἄκεντροι , αἱ δὲ μέλισσαι κέντρον ἔχουσι : ἄλογον δὲ
. κηφῆνες αἱ ἀργαὶ τῶν μελισσῶν , κόθουροι δὲ οἱ ἄκεντροι καὶ κολόβουροι , ἢ αἱ φυλάττουσαι τὴν τῶν μέσων
6551068 Τοιουτοι
διόπερ ἀνάγκη περὶ τοῦ προτεθέντος πράγματος πάντως ἡμᾶς ἐπέχειν . Τοιοῦτοι μὲν καὶ οἱ παρὰ τοῖς νεωτέροις παραδιδόμενοι πέντε τρόποι
γελοῖον ἀνθρώπιον ἑπτὰ δραχμῶν ἐς τὸν ἀγῶνα μεμισθωμένον . “ Τοιοῦτοι δὲ ὄντες ἀνθρώπων μὲν ἁπάντων καταφρονοῦσι , περὶ θεῶν
6548228 ἱερακες
ζῶντος οὐδ ' ἀποκτίννυσιν ἔμψυχον οὐδὲν , ὡς ἀετοὶ καὶ ἱέρακες καὶ τὰ νυκτίνομα : χρῆται δὲ τοῖς ἄλλοις ἀποθανοῦσιν
προσήκειν τῷ θεῷ τῷ προειρημένῳ φασὶν ὀρθῶς : οἱ γὰρ ἱέρακες ὀρνίθων μόνοι ταῖς ἀκτῖσι τοῦ ἡλίου ῥᾳδίως καὶ ἀβασανίστως
6537202 ἀποπερατουνται
αὖθιϲ ἀναϲτομουμένου . καὶ ποτὲ μὲν εἰϲ ὀϲτοῦν αἱ ϲύριγγεϲ ἀποπερατοῦνται , ποτὲ δὲ εἰϲ νεῦρον ἢ ἄλλο τι τῶν
οὐ μόνον δὲ τῶν ὀστῶν αἱ ἀποπερατώσεις εἰς λεπτὰ ὀστάρια ἀποπερατοῦνται , ἀλλὰ καὶ τῶν ἄλλων ὁμοιομερῶν , οἷον νεύρων
6512848 ἐπιζημιοι
ὑπεξελέσθαι : μενόντων γὰρ ἀνωφελεῖς αἱ τροφαί , ἀλλὰ καὶ ἐπιζήμιοι , ὗλαι γινόμεναι τοῦ πάθους . εἰκότως οὖν ἐκ
μαρτυρῆται ἐπικερδεῖς ἔσονται αἱ κληρονομίαι , ἐὰν δὲ ὑπὸ κακοποιῶν ἐπιζήμιοι . Δεῖ σε πρωτοτύπως φροντίσαι τὸ ὡροσκοποῦν ζῴδιον εἶναι
6496498 φιλοκαλοι
ταῦτα . ἐκεῖνα δὲ φύσει ἡδέα , οἷς οἱ ἀληθῶς φιλόκαλοι χαίρουσι . τοιαῦται δ ' αἱ κατ ' ἀρετὴν
ἢ εὑρεμάτων ὠφελουμένους : ὅθεν καὶ σωμάτων ἀγορασμοὺς ποιοῦνται καὶ φιλόκαλοι καθίστανται . τινὲς δὲ καὶ προβιβάζονται , καὶ μάλιστα
6481427 ἀποβαλλουσιν
ποιεῖν ἕκαστον κατὰ δύναμιν . Ὅπου αἱ ἔλαφοι τὰ κέρατα ἀποβάλλουσιν : ἐπὶ τῶν ἐργώδεις τὰς διατριβὰς ποιουμένων : αἱ
οἷον λαχοίην : ὥσπερ ἐτύφθη ἐτύφθης ἐτύφθην . καὶ λοιπὸν ἀποβάλλουσιν οἱ Αἰολεῖς τὸ Ι , καὶ γίνεται λαχόην .
6467973 πρωτοτοκοι
γένωνται , καὶ μάλιστα τοῦ ὡροσκοποῦντος , ἐπὶ μὲν Κρόνου πρωτότοκοι ἢ πρωτότροφοι , ἐπὶ δὲ Ἄρεως θανάτῳ τῶν λοιπῶν
τὴν μεγάλην πληγὴν φθορᾷ τῶν πρωτοτόκων Αἴγυπτος , οἱ Ἰσραὴλ πρωτότοκοι ἐγένοντο ἅγιοι , ἀλλ ' ὅτι καὶ πάλαι καὶ
6467320 ἡμιδραχμον
ὁ φάτριος Ζεὺς ἤγουν ὁ πάτριος . τὸ δὲ τριώβολον ἡμίδραχμόν ἐστιν . ἡλιασταί ] Ἡλιαία μέγιστον δικαστήριον Ἀθήνησιν .
ὁ φάτριος Ζεὺς καὶ ὁ πάτριος . τὸ δὲ τριώβολον ἡμίδραχμόν ἐστιν . Ἡλιαία δὲ καλεῖται διὰ τὸ ὑπαίθριον αὐτὴν
6456512 μοραι
Ἀριστοτέλης ἐν τῇ Λακεδαιμονίων πολιτείᾳ . φησὶ δὲ ὡς εἰσὶ μόραι ἓξ ὠνομασμέναι , καὶ διῄρηνται εἰς τὰς μόρας Λακεδαιμόνιοι
δεῖ μᾶλλον λέγεσθαι . . . : ἦσαν δὲ δύο μόραι Λακεδαιμονίων . τὴν δὲ μόραν Ἔφορος μὲν ἄνδρας εἶναι
6447604 ἀνδραποδιζονται
' ἄλλων δὲ κρατούμεναι : οἱ γὰρ τῇ ἡδονῇ ἐνδιδόμενοι ἀνδραποδίζονται ὑπὸ τῆς ἡδονῆς , ὅλην τὴν ψυχὴν ἐκεῖ ἐκδιδόντες
κλέπτουσι , τοιχωρυχοῦσι , βαλλαντιοτομοῦσι , λωποδυτοῦσιν , ἱεροσυλοῦσιν , ἀνδραποδίζονται : ἔστι δ ' ὅτε συκοφαντοῦσιν , ἐὰν δυνατοὶ
6444868 δυσδαιμονων
ὅλως τῶν δυσδαιμόνων μογοῦσιν οἷα ἐγώ ; τινὲς οὕτως : δυσδαιμόνων δέ τινες , ἵνα λείπῃ τὸ παῖδες . :
τῶν δυσδαιμόνων εἰσὶν οἵτινες τοιαῦτα μογοῦσιν οἷα ἐγώ . . δυσδαιμόνων δέ τινες ] εἰσὶ , ἤτοι δυσδαίμονες . ἓ
6424354 πλουσιωτεροι
νῦν τοῖς βασιλεῦσιν ἡ πολυδωρία . τίνι μὲν γὰρ φίλοι πλουσιώτεροι ὄντες φανεροὶ ἢ Περσῶν βασιλεῖ ; τίς δὲ κοσμῶν
κρατήσοι , Ἀθηναίων ἔσται Ῥόδος ἅπασα , εἰ δὲ οἱ πλουσιώτεροι , ἑαυτῶν , ἐπλήρωσαν αὐτοῖς ναῦς ὀκτώ , ναύαρχον
6422828 λοιδορουσι
. ὕβρεις ἢ διασυρμούς . ὑμνοῦσιν . ἀντὶ ὀδύρονται , λοιδοροῦσι , μέμφονται , κατ ' εὐφημισμόν . Σεριφίῳ .
τί τῶν κολάκων | ἔνιοι καὶ σφόδρα κολακεύουσιν | καὶ λοιδοροῦσι | πικρῶς οὓς κολακεύουσι ; μάλιστα | μὲν [
6421239 λαχαι
τάφοι γὰρ ἄντικρυς τῷ πατρὶ ἡ στέρησις τῶν ὀμμάτων . λαχαὶ ] διορύξεις . λαχαὶ ] αἱ διορύξεις , ἀπὸ
πατρὶ ἡ στέρησις τῶν ὀμμάτων . λαχαὶ ] διορύξεις . λαχαὶ ] αἱ διορύξεις , ἀπὸ τοῦ λαχαίνω τὸ σκάπτω
6420452 λοιδοροι
πρᾶγμα . οἱ γὰρ ἀλλότριοι λαλοῦσι : κατὰ φύσιν γὰρ λοίδοροί εἰσιν οἱ πολῖται . ἄλλως : ὅπερ , τὸ
πρᾶγμα . οἱ γὰρ ἀλλότριοι λαλοῦσι : κατὰ φύσιν γὰρ λοίδοροί εἰσιν οἱ πολῖται . ἄλλως : ὅπερ , τὸ
6418347 ἐπανασταντες
Ἅμα δὲ τούτοις πραττομένοις τῶν ἐκ Κορκύρας τινὲς φίλοι Λακεδαιμονίων ἐπαναστάντες τῷ δήμῳ , παρεκάλεσαν τοὺς Σπαρτιάτας ἀποστεῖλαι ναυτικὴν δύναμιν
ἀπέστησαν ἀπὸ Περσῶν , καί τινες τῶν σατραπῶν καὶ στρατηγῶν ἐπαναστάντες πόλεμον ἐξήνεγκαν πρὸς Ἀρταξέρξην . ὁμοίως δὲ τούτοις καὶ
6417396 δηχθεντεϲ
τῶν παλαιῶν οἵ τε ὑπὸ τοῦ αἱμόρρου καὶ τῆϲ διψάδοϲ δηχθέντεϲ ἀπηγορεύθηϲαν : δεῖ δέ , εἰ τῶν κατ '
δηχθεῖϲιν παρακολουθεῖ ϲτρόφοϲ εἰλεώδηϲ : θεραπεύονται δὲ οἱ ὑπὸ τούτου δηχθέντεϲ τοῖϲ κοινοῖϲ βοηθήμαϲιν , καὶ μάλιϲτα τοῖϲ διουρητικοῖϲ καὶ
6408284 διαιτηται
δίκας εἰσαγαγεῖν : ἐπεπόλασε δὲ τὸ τοιοῦτον ἐν Σικελίᾳ . διαιτηταὶ δ ' ἐκ τῶν ὑπὲρ ἑξήκοντα ἔτη γεγονότων ἐκληροῦντο
: Δημοσθένης ἐν τῷ κατὰ Μειδίου . εἰσὶ δὲ οἱ διαιτηταὶ ἕτεροι τῶν δικαστῶν : οὗτοι μὲν γὰρ ἐν δικαστηρίοις
6405355 ἐπαιρουσιν
ὑπὲρ ὑμῶν φήσουσι , τί πέρα τοῦ καιροῦ τοὺς ἑτέρους ἐπαίρουσιν ; ἔστι γάρ , ἔστι Θηβαίους ταπεινοὺς ποιεῖν ἄνευ
τὴν ὁμόχροιαν . προλαμβάνοντες δὲ τὰς κύνας ἐφίστανται καὶ ἀνακαθίζοντες ἐπαίρουσιν αὑτοὺς καὶ ἐπακούουσιν , εἴ που πλησίον κλαγγὴ ἢ
6404622 μοναδικων
οἱ ἄνδρες ἐποίουν τὸν τῶν εἰδῶν ἀριθμὸν καὶ ἕκαστον τῶν μοναδικῶν πολλαχῶς ἔλεγον ὑφεστάναι , οὐκ ἐν ἑαυτῷ μόνον ἀλλὰ
περὶ τῆς ἁπάντων ἀρχῆς διαλέγονται , ἀλλὰ περὶ τῆς τῶν μοναδικῶν ἀριθμῶν αἰτίας : καὶ δῆλον μὲν ὅτι καὶ αὕτη
6394356 καταλλαγαι
βαρεῖαι καταλλαγαὶ ] χαλεπαὶ αἱ τοῦ Οἰδίποδος καὶ τῆς Ἰοκάστης καταλλαγαὶ καὶ φιλίαι καὶ συνελεύσεις εἰς γάμον . . αἱ
ἀλλ ' εἰ τούτους ἐκποδὼν στήσετε , σπονδαὶ ἐνθένδε καὶ καταλλαγαὶ καταστήσονται . „ εἶπον εἰς ἀπά - την :
6391770 Ὁροι
οὐ πάντως ἀπὸ τῶν ἀληθῶν , ὅπερ οἰκεῖον φιλοσοφίας . Ὅροι δὲ ῥητορικῆς διάφοροι παρὰ τῶν παλαιῶν ἡμῖν παραδέδονται .
τε τὴν Εὐρώπην καὶ τὴν Ἀσίαν καὶ τὴν Λιβύην . Ὅροι δὲ τῆς μὲν Εὐρώπης πρὸς Λιβύην ὁ καθ '
6390061 Αἰξωνεις
* . Αἰξωνεύεσθαι : τὸ κατηγορεῖν : βλάσφημοι γὰρ οἱ Αἰξωνεῖς . δῆμος δὲ ἡ Αἰξωνὴ τῆς Κεκροπίδος ἐστὶ φυλῆς
. . αἰξωνεύεσθαι : τὸ κατηγορεῖν : βλάσφημοι γὰρ οἱ Αἰξωνεῖς . δῆμος δὲ ἡ Αἰξωνὴ τῆς Κεκροπίδος γῆς .
6386182 ἀμφιταπητες
δὲ τῇ κλίνῃ τυλεῖα , κνέφαλλα , δάπιδες , τάπητες ἀμφιτάπητες : Δίφιλος γοῦν φησὶν ἐν Κιθαρῳδῷ ἐξανίσταμαι τὸν ἀμφιτάπητα
γάρ εἰσιν οἱ ἐκ τοῦ ἑτέρου μέρους μαλλὸν ἔχοντες , ἀμφιτάπητες δὲ οἱ ἐξ ἀμφοτέρων . ταυρόκτονος ὁ ὑπὸ ταύρου
6382703 ἀνδρειοτεροι
τὸ κακουργεῖν τε ἀλλήλους καὶ ἀδικεῖν , εὐηθέστεροι δὲ καὶ ἀνδρειότεροι καὶ ἅμα σωφρονέστεροι καὶ σύμπαντα δικαιότεροι ; τὸ δὲ
καλὸν φαίνεται τοῖς βαρβάροις , καὶ οὐκ ἐξετάζεται ὁπότεροί εἰσιν ἀνδρειότεροι , οἱ φεύγοντες ἢ οἱ διώκοντες αὐτοκράτωρ δὲ μάχη
6381084 ξυμποται
δύσερι μᾶλλον ἢ τὸ ἐριστικὸν σπουδάζεις . οἱ δὲ ἐμοὶ ξυμπόται τὰ μὲν ὄντα ὁρῶσιν ὡς ὄντα , τὰ δὲ
ἐκείνων φωνῆς ἀλλήλοις ξύνεισιν . ὅπου δὲ καλοὶ καὶ ἀγαθοὶ ξυμπόται καὶ πεπαιδευμένοι εἰσίν , οὐκ ἂν ἴδοις οὔτε αὐλητρίδας
6379816 πορναι
δ ' ἄρρηκτος , χάλκεον δέ μοι ἦτορ ἐνείη . πόρναι δ ' εἰσῆλθον , κοῦραι δύο θαυματοποιοί , ἃς
κυνὸς ὡς ἀκτῖνες ἔλαμπον . Γ Κύννα δὲ καὶ Σαλαβακχὼ πόρναι Ἀθήνησιν . Γ τὴν ἀναίδειαν αὐτοῦ καὶ τὴν τραχύτητα
6376640 ἐμπιπτωσι
„ νὴ Δί ' , ” εἶπεν ” ἵνα μὴ ἐμπίπτωσι τῇ ποίμνῃ οἱ λύκοι . „ τί δ '
καὶ ὁ ἀργέστης . Γίνονται δὲ ἐκνεφίαι ὅταν εἰς ἀλλήλους ἐμπίπτωσι πνέοντες μάλιστα μὲν μετοπώρου τῶν δὲ λοιπῶν ἔαρος .
6374424 Ἀθανατοι
καὶ πολλοὶ τοὺς καλλίστους βασιλέας , ὡς μέχρι νῦν οἱ Ἀθάνατοι καλούμενοι Αἰθίοπες , ὥς φησι Βίων ἐν Αἰθιοπικοῖς .
συνέστησεν , ὥστε τοὺς ἀντιπάλους τρέψασθαι . Οἱ μὲν οὖν Ἀθάνατοι τοῦτον τὸν τρόπον πάντες ᾤχοντο : ὁ δὲ Κομνηνὸς
6371676 δικασαντες
' οὗτοι μόνοι τῶν ἁπάντων περὶ ὧν κατηγόρουν ἐδίκαζον καὶ δικάσαντες αὐτοὶ τὰ τῶν δημίων ἐποίουν . τί δὴ ζητοῦντες
ψευδῆ μεμαρτύρηκε , καὶ ὀρθῶς καὶ κατὰ τοὺς νόμους οἱ δικάσαντες τὴν δίκην ἔγνωσαν τὴν κληρονομίαν μὴ προσήκειν τῇ μὴ
6371301 ἐπιχυσεις
: ὀρύττεσθαι γὰρ κατὰ βάθους πλέονος τοὺς τόπους οὔτε ποταμῶν ἐπιχύσεις ἔχοντας οὔτε φανερῶν ναμάτων , καὶ εὑρίσκεσθαι ἐν αὐτοῖς
, λαβρώνια . ἐν δὲ Φιλαδέλφοις : ἤδη δ ' ἐπιχύσεις διάλιθοι , λαβρώνιοι , Πέρσαι δ ' ἔχοντες μυιοσόβας
6371011 ἀψυχοι
μὲν ἀγένητοι αἱ δὲ ἐν γενέσει , καὶ αἱ μὲν ἄψυχοι αἱ δὲ ἔμψυχοι , καὶ τούτων ἑκατέρων πλείους διαφοραί
τάχα καὶ ἀποθανούμεθα φυγάδες ἀκμὴν μένοντες . ἦ μάλα γὰρ ἄψυχοι ἐμαχόμεθ ' ἂν τοῖς πολεμίοις , εἰ ταῦτά τις
6369086 Σεληναι
καταρχαὶ ἐν πανσελήνῳ ἐκπεσοῦσαι κάκισται τοῖς γαμοῦσιν . καὶ αἱ Σελῆναι δὲ τῶν δύο γενέσεων διαμετροῦσαι ἀλλήλας ἀπαίσιοί εἰσιν :
αὖ πάμμηνος ἀνιηρὴ γαμέοντι , τουτέστι πανσέληνος . καὶ αἱ Σελῆναι δὲ τῶν δύο γενέσεων διαμετροῦσαι ἀλλήλας ἀπαίσιοί εἰσιν :
6366619 γημαντες
τοὺς μὲν ἡβῶντας ἀπέσφαξαν , τὰς δὲ γυναῖκας τῶν παρασπονδηθέντων γήμαντες κατέσχον τὴν πόλιν . Κατὰ δὲ τὴν Ἑλλάδα Λακεδαιμόνιοι
, νυκτὸς ἐφόνευσαν τοὺς ὑποδεξαμένους , καὶ τὰς τούτων γυναῖκας γήμαντες κατέσχον τὴν πόλιν . ἐκάλεσαν δὲ ταύτην Μαμερτίνην ἀπὸ
6365970 βυρσαι
Κλέων . ἰστέον ὡς βυρσοδέψης ἦν ὁ Κλέων , αἱ βύρσαι δὲ δύσοσμοί εἰσιν . ἐπειδὴ οἱ βυρσοδέψαι κάκιστον ὀδώδασιν
. . ἕτερος δὲ τὰς βύρσας ἕψει . λέγονται δὲ βύρσαι τὰ δερμάτια τῶν βοῶν . . ἁλοὺς : Κρατηθείς
6363092 νουϲοι
καὶ φιλόζωοι γίγνονται . ἄμφω δὲ τὰ ἐναντία τίκτουϲι αἱ νοῦϲοι . γίγνεται ὕδρωψ καὶ ἐξαπίνηϲ κοτὲ ἐπ ' ἀθρόῃ
ἄλλα ἀντ ' ἄλλων . γίγνονται δὲ καὶ ἀπότοκοι τοῦδε νοῦϲοι , ἀποϲτάϲιεϲ μὲν καὶ ἕλκεα οὐκ εὐήθεα : ὕδεροι
6355572 ἐλαχισται
Νάρκαι ἐς ἀμφότερα ταχὺ μεταπίπτουσαι , κακόν . Στάξιες αἱ ἐλάχισται , κακαί . Κακὸν δὲ πάντως ἐν ὀξεῖ δίψα
δοκεῖ ἥ τε πόλις ἄριστα διοικεῖσθαι , αἵ τε κρίσεις ἐλάχισται γίγνεσθαι . Ἐπειδὴ δὲ πάντα τὰ πρότερον ὡμολογημένα καλῶς
6349908 ἐπιγραφαι
Περιορισμὸς , ἀκρωτήρια , νῆσοι , ποταμῶν παραθέσεις , παραλίου ἐπιγραφαὶ , πελαγῶν ὀνόματα , ὄρη , ποταμοὶ ἢ λίμναι
αὐτὰ τὸ κῦρος ἔχει . διὰ τοῦτο αἱ τῶν δραμάτων ἐπιγραφαὶ προγράφονται τοῦ ποιητοῦ : Νιόβη Αἰσχύλου . Ὁμήρου δὲ
6349748 πρωτοτυποι
. αἱ δὲ πρωτότυποι οὐκέτι . αὐτοτελεῖς μετὰ ῥημάτων αἱ πρωτότυποι τῆς εὐθείας , ἐκεῖνος γράφει , ἔγραφον ἐγώ ,
ἕνεκα γένους παρειλῆφθαι τὴν αὐτός , ἐπεὶ ἀδιάστολοί εἰσιν αἱ πρωτότυποι γένους . πρῶτον γὰρ οὐ προσδέονται γένους , τῆς
6343033 ἀσθενεστεραι
αἱ κατὰ τοῦ ὀστέου τοῦδε ἀτροφώτεραι οὖσαι λεπτότεραί τε καὶ ἀσθενέστεραι γίνονται . ἀνάγκη δὲ καὶ ξηρότερον τὸν αὐχένα τῶν
γίνεσθαι τὴν ἀπαλλαγήν . Ἁπάντων δὲ τῶν φαρμάκων αἱ δυνάμεις ἀσθενέστεραι τοῖς συνειθισμένοις τοῖς δὲ καὶ ἀνενεργεῖς τὸ ὅλον .
6342434 λευκαϲ
τρίψαϲ μεθ ' ὕδατοϲ , κατάχριε , ἐὰν δὲ θέλῃϲ λευκὰϲ ποιῆϲαι , δι ' ὄξουϲ αὐτὸν λείου . Ἐκ
. τὰ δὲ εὔχροά τε ἅμα καὶ ἤτοι τὰϲ ὑποϲτάϲειϲ λευκὰϲ καὶ λείαϲ καὶ ὁμαλὰϲ ἢ νεφέλαϲ τινὰϲ ὁμοίαϲ ἢ
6342369 Καραμβυκαι
ἀπὸ τοῦ ποταμοῦ , ὡς Ἑκαταῖος ὁ Ἀβδηρίτης . . Καραμβύκαι : ἔθνος Ὑπερβορέων ἀπὸ ποταμοῦ Καραμβύκα , ὡς Ἑκαταῖος
ἑνὸς λ Λιβυκὴ πόλις , καὶ ἐθνικὸν αὐτοῦ Καραλιτανός . Καραμβύκαι , ἔθνος Ὑπερβορέων , ἀπὸ ποταμοῦ Καραμβύκα , ὡς
6340179 Ἀκουσαντες
πάντες συμβάλλετε , ἵνα τὰς ἑαυτῶν ἕκαστοι χώρας καταμάθητε . Ἀκούσαντες δὲ ταῦτα οἱ μὲν συνεσκευάζοντο , ὁ δὲ Κῦρος
ἄνδρας ἅπαντας . Ἀνέκραγεν ἡ βουλὴ ὡς εὖ λέγει . Ἀκούσαντες δὲ ταῦτα Μαντίθεος καὶ Ἀψεφίων ἐπὶ τὴν ἑστίαν ἐκαθέζοντο
6335306 δυϊκοϲ
, δυϊκόϲ , πληθυντικόϲ : ἑνικὸϲ μὲν οἷον τύπτω , δυϊκὸϲ δὲ οἷον τύπτετον , πληθυντικὸϲ δὲ οἷον τύπτομεν .
ἐμόν . Ἀριθμοὶ πρωτοτύπων μὲν ἑνικὸϲ ἐγώ ϲύ ἵ , δυϊκὸϲ νῶϊ ϲφῶϊ , πληθυντικὸϲ ἡμεῖϲ ὑμεῖϲ ϲφεῖϲ : παραγώγων
6333064 ῥᾳους
κουφίζονται , ἀφείσθω ζητεῖν ἐπὶ τοῦ παρόντος : ὅτι δὲ ῥᾴους γίνονται οἱ λυπούμενοι διὰ τὴν παρουσίαν τῶν φίλων ,
ἐντεροκῆλαι , μεῖον δὲ αἱ ἐπιπλοκῆλαι . αἱ ὑδροκῆλαι , ῥᾴους . καὶ ἐντεροκῆλαι μὲν συμβαίνουσι , διαρραγέντος τοῦ περιτοναίου
6331269 Ἀνατελλουσι
Ἀνδρομέδας ὁ μέσος τῶν ἐν τῷ δεξιῷ ὤμῳ τριῶν . Ἀνατέλλουσι δὲ οἱ Δίδυμοι ἐν ὥρᾳ μιᾷ καὶ ἡμίσει καὶ
λάρυγγι καὶ ὁ ἐν τῷ ἀγκῶνι τῆς δεξιᾶς πτέρυγος . Ἀνατέλλουσι δὲ οἱ Ἰχθύες ἐν ὥραις τρισὶ καὶ δεκάτῳ μέρει
6328465 σκληροταται
ἦν ὁ κόπος , ἐκεῖ καὶ ὁ πόνος . ἔνθεν σκληρόταται ἦσαν καὶ βίαιοι αἱ ἐκ τῶν παραπληγικῶν , ὡς
καὶ ἐς μηροὺς καὶ κνήμας ὁ κόπος καὶ πόνος . σκληρόταται δὲ καὶ βιαιόταται αἱ ἐς τὰ παραπληγικὰ ἄγουσαι .
6319484 Μαραθωνομαχαι
Μαραθῶνος τόπος τῆς Ἀττικῆς , καὶ οἱ ἐκεῖσε μαχησάμενοι ἐκλήθησαν Μαραθωνομάχαι . μαραθωνομάχους ] τοὺς ἐν τῷ Μαραθῶνι μαχεσαμένους ἀγωνισαμένους
ἢ κατακρημνιεῖ ἢ πεινῆν ποιήσει . ταῦτ ' ᾖδον οἱ Μαραθωνομάχαι οὐ δημοσίᾳ μόνον , ἀλλὰ καὶ κατ ' οἰκίαν
6313596 σφαλλουσιν
ἀμοιβάς ἐστι καρποῦσθαι βροτοῖς . Πολλαῖσι μορφαῖς οἱ θεοὶ σοφισμάτων σφάλλουσιν ἡμᾶς κρείττονες πεφυκότες : . Μενάνδρου . Αἰδὼς γὰρ
, οἱ μὲν παρὰ τὴν ὁμωνυμίαν καὶ τὴν ἀμφιβολίαν ἔλεγχοι σφάλλουσιν , ὅτι περ οἱ μὲν ἔχουσι τῶν ὀνομάτων τι
6309487 αἰρηται
μόνον . χρὴ δὲ γυμνάζεϲθαι , μέχριϲ ἂν εἰϲ ὄγκον αἴρηται τὸ ϲῶμα καὶ εὐανθὲϲ ὑπάρχῃ , καὶ αἱ κινήϲειϲ
κατιοῦσα συνεχῶς , ὅταν μὲν εὐφορῇ καὶ πρὸς τὸ ὕψος αἴρηται , ταῖς ἀρχετύποις καὶ ἀσωμάτοις ἀκτῖσι τῆς λογικῆς πηγῆς
6306687 ἀλιπεις
ξηρότεραι , οἰόν ἐστι τὸ καλούμενον ἰδίως πιτύϊνον φύσημα , ἀλιπεῖς καὶ ξηραίνουσαι μεγάλως , καὶ διὰ τοῦτο ἀνεπιτήδειοί εἰσιν
, εὔχυλοι , εὔπεπτοι . οἱ δὲ χλωροὶ ξηροὶ καὶ ἀλιπεῖς . αἱ δὲ χάνναι ἁπαλόσαρκοι , σκληρότεραι δὲ τῆς
6303722 μακροτεροι
. Καλλίους δὲ οἱ πίθοι τῶν εἰς γαστέρα ἐξωγκωμένων οἱ μακρότεροι , καὶ μάλιστα τὰ στόματα ἀνεῳγμένα ἔχοντες . τὰ
παρακείμενος καὶ ὁ παρατατικός ; διότι ἐκεῖνοι παρεληλυθότες εἰσὶ καὶ μακρότεροι τοῦ ἐνεστῶτος κείμενοι , διὰ τοῦτο καὶ κατὰ τὴν
6302633 Βουταδαι
. καὶ ἄλλα γὰρ ἐξηνέχθη πατρωνυμικῶς . Αἰθαλίδαι γὰρ καὶ Βουτάδαι . τὰ εἰς τόπον εἰς Βερενικιδῶν φασι , τὰ
δῆμός ἐστι τῆς Οἰνηΐδος Βουτία , ἀφ ' ἧς καὶ Βουτάδαι οἱ δημόται . ἢ οἱ ἀπὸ Βούτου : οὗτος
6300555 ὀχλεις
κορῶναι : γινώσκω , διὸ φωνεῖς , ἀκαίρως φθέγγῃ καὶ ὀχλεῖς ἡμᾶς , ὡς κορώνη . Θ . . .
, τόλμησόν ποτε πρὸς τὰς παρούσας πημονὰς ὀρθῶς φρονεῖν . ὀχλεῖς μάτην με κῦμ ' ὅπως παρηγορῶν . εἰσελθέτω σε
6293098 τυφλαι
μὲν γὰρ αὐτῶν εἰσι τυφλαὶ , αἱ δὲ κρυπταί . τυφλαὶ μὲν αἱ τὸ στόμιον ἐν τῷ βάθει ἔχουσαι ,
[ ] [ ] κόραισί τ ' εὐμαχανίαν διδόμεν . τυφλαὶ ] ? [ γὰρ ] ἀνδρῶν φρένες , ὅστις
6289995 λυμαινονται
, οἳ ἐπὶ πολὺν ἤδη χρόνον συνεργοῦντές τισι τῶν ῥητόρων λυμαίνονται τὴν πολιτείαν , μήτε τὰς τῶν ξένων δεήσεις ,
μύες παραχρῆμα τίκτονται . οὐκοῦν κατὰ τὰς ἀρούρας πλανώμενοι οὗτοι λυμαίνονται τοῖς ληίοις ὑποτέμνοντες τοὺς στάχυς καὶ ὑποκείροντες , ἤδη
6286069 διττοι
οἱ δοθιῆνες γίνονται καθ ' ὅλον τὸ σῶμα συνιστάμενοι , διττοί πως ὄντες : ἔνιοι μὲν γάρ , ὡς ἂν
πονηρευομένοιϲ χολώδεϲι ῥεύμαϲι καὶ τοῖϲ δυϲεντερικοῖϲ . τρόποι δὲ ϲκευαϲίαϲ διττοί . ἢ γὰρ ἑψομένου τοῦ γάλακτοϲ ἐπὶ πλέον δαπανᾶται
6284123 ὁμηλικες
προσφθέγγομαι . ἴτ ' , ὦ νέοι μοι τῆσδε γῆς ὁμήλικες , προσείπαθ ' ἡμᾶς καὶ προπέμψατε χθονός : ὡς
ὅτι μάλιστα ἀκροποδητὶ ἐπεγείρῃ ἑαυτόν : ἀλλ ' εἰ μέλλουσιν ὁμήλικες φανεῖσθαι , ὁ μείζων ἐκεῖνος ἐπικύψει καὶ ταπεινότερον ἀποφανεῖ
6281688 ἀφεστασι
, μή σε λανθανέτωσαν δοκοῦντας , οὐ γεγενημένους λέγοντες . ἀφεστᾶσι μὲν γὰρ οὐδὲν μᾶλ - λον αὑτῶν , φασὶ
χορεύοντες ἅμα καὶ πηδῶντες . οἱ μὲν οὖν περίνεῳ ὁπόσον ἀφεστᾶσι τῆς γῆς , οὐδὲ ἓν αὐτοῖς εἰδέναι πάρεστι δήπου
6275932 φοξοι
τραχύτητας . φλεγμονὴ ὑπολάπαρος : ἡ χωρὶς συντάσεως γινομένη . φοξοί : οἱ ὀξυκέφαλοι καὶ προμέτωποι . φλυδᾶν : διαχεῖσθαι
φύσιν ὑγρότητα ἐκβάλλουσιν . ἔχουσι δὲ καὶ ἄλλο σύμπτωμα οἱ φοξοί . φοξὸν γὰρ σχῆμα διαβάλλει , οὐ τὸ τυχὸν
6269218 δαμαλαι
: αἱ δὲ θήλειαι βόες μόνον , τὰ δὲ νέα δαμάλαι καὶ δαμάλιες καὶ μόσχοι καὶ πόριες καὶ πόρτιες καὶ
. λυσσᾶν : ἤγουν τὰ τῶν κυνῶν ἤθη ἀναδέξασθαι . δαμάλαι : αἱ νέαι βόες αἱ εἰς τὸ δαμασθῆναι ἐπιτήδειαι
6265452 σαπφορα
ἔοικεν ὁ μάρτυς λέγειν τῷ δανειστῇ . οὐκ ἐλᾷς ὦ σαπφόρα : τοῦτο τινὲς τοῦ Στρεψιάδου , τινὲς ὅλον τοῦ
] βραδύνεις . ἐλᾷς ] ἐλαύνεις . ὦ ⌈ σαμπφόρα σαπφόρα [ σαμφόρα ] ] ⌈ οὕτω γὰρ οὕτως ἐκαλεῖτο
6261522 ἀορατοι
αὐτὴν τὴν τοῦ ἀφανοῦς διαφοράν : οἱ μὲν γὰρ δαίμονες ἀόρατοί τέ εἰσι καὶ οὐδαμῶς αἰσθήσει περιληπτοί , οἱ δὲ
αὐτὴν τὴν τοῦ ἀφανοῦς διαφοράν : οἱ μὲν γὰρ δαίμονες ἀόρατοί τέ εἰσι καὶ οὐδαμῶς αἰσθήσει περιληπτοί , οἱ δὲ
6260924 πληθυντικοϲ
ἑνικὸϲ μὲν ὁ Ὅμηροϲ , δυϊκὸϲ δὲ τὼ Ὁμήρω , πληθυντικὸϲ δὲ οἱ Ὅμηροι . Εἰϲὶ δέ τινεϲ ἑνικοὶ χαρακτῆρεϲ
ὁ ἡ τό , δυϊκὸϲ δὲ τώ τά † , πληθυντικὸϲ δὲ οἱ αἱ τά . Πτώϲειϲ δὲ ὁ τοῦ
6260306 ἀνταγωνισται
ἀνθρώπους ἰδὼν κατανοήσω οἷοι ὄντες διαγίγνονται ἄρχοντες καὶ οἷοι ὄντες ἀνταγωνισταὶ ἡμῖν ἔσονται , πάνυ μοι δοκεῖ αἰσχρὸν εἶναι τὸ
πόνων | ὠφελίᾳ μεγάλαυχοι ? [ ] ? ? ? ἀνταγωνισταὶ καὶ πολλοὶ καὶ [ γνώριμοι ] [ ] .
6259188 ἀπαιδευτοι
ἐμπείρους ἀπειρίᾳ : γλυκὺς ἀπείρῳ πόλεμος οἱ πολλοί : οἱ ἀπαιδευτοί . εὕροιτε : ἕως ὧδε τὸ προοίμιον τόνδε :
ἐμπείρους ἀπειρίᾳ : γλυκὺς ἀπείρῳ πόλεμος οἱ πολλοί : οἱ ἀπαιδευτοί . εὕροιτε : ἕως ὧδε τὸ προοίμιον τόνδε :
6257487 φαγωσιν
εἶπέ τις αὐτῷ τῶν ἐμπείρων ὅτι σαφῶς βουλιμιῶσι κἄν τι φάγωσιν ἀναστήσονται , περιιὼν περὶ τὰ ὑποζύγια , εἴ πού
οὖν νομεῖς τὸν ἀπόπατον ἐξάπτουσιν ἐκ δένδρων , εἶτα ἐπειδὰν φάγωσιν αἱ πορδάλεις τὸ ἀκόνιτον καὶ ὁρμήσωσιν ἐπὶ τὴν κόπρον
6257254 ἁμαρτωλοι
ἔχει σκοτεινὸν ὀφθαλμόν : ἐλεᾷ γὰρ πάντας , κἂν ὦσιν ἁμαρτωλοὶ , κἂν βουλεύωνται περὶ αὐτοῦ εἰς κακά . Οὕτως
τῷ παιδευτικῷ . αἱ δὲ ἑξῆς ιʹ Ἀφροδίτης ἐπίψογοι , ἁμαρτωλοὶ περὶ γάμους , περιπίπτουσαι διὰ ταῦτα , περὶ δὲ
6252992 κιγκλιδες
ταῖς κιγκλίσι , πεπηγμένον μέντοι καὶ ἀκίνητον . αἱ γὰρ κιγκλίδες ὧδε κἀκεῖσε διαφέρονται , τὸ δὲ θωράκιον πῆγμά ἐστιν
ἐν Ἑορταῖς , ὀρόφοις δὲ καὶ θυρώμασι Θουκυδίδης . καὶ κιγκλίδες δὲ εἴδη θυρῶν . τὰ δὲ τῆς θύρας ξύλα
6250253 ἀκολουθουσαι
. , . . , . ἀκολουθοῦντε : ἀντὶ τοῦ ἀκολουθοῦσαι δυϊκῶς . οὕτως Ἕρμιππος . καὶ γὰρ κέχρηνται ταῖς
. ψυχικὰ δὲ ἀγαθὰ τὰ σπουδαῖα ἠθικὰ καὶ αἱ τούτοις ἀκολουθοῦσαι πράξεις , οἷον ὅτι φρόνιμος , ὅτι σώφρων ,
6248683 δριμυτεραι
οὖν λιπαρώτεραι τῶν ἰσχάδων πέττειν μᾶλλον πεφύκασιν , αἱ δὲ δριμύτεραι ῥύπτειν τε καὶ διαφορεῖν . τὸ δ ' ἐπὶ
γεωμετρικαῖς γε . σημείωσαι ὅτι τῶν γεωμετρικῶν αἱ ἐρωτικαὶ ἀνάγκαι δριμύτεραι πρὸς τὸ πείθειν τὸν πολὺν λεών . σπαργῶσι .
6247904 πορθηται
: διά . ὀϊστῶν : βελῶν . Πέρσαι : οἱ πορθηταί : σημείωσαι ὅτι πρῶτον εὗρον οἱ Πέρσαι τοῦ φαρμακεύειν
. ἐρειψίτοιχοι ] οἱ ῥίψαντες . ἐρειψίτοιχοι ] ὄλεθροι , πορθηταί θ ἐρειψίτοιχοι ] ὀλέθριοι . ἐρειψίτοιχοι ] καταβληταί ,
6247891 ἐπιβολαι
τῷ κράτει τῆς ἀρχῆς ἐρεθισμοί τέ τινες ἐγίνοντο καὶ χειρῶν ἐπιβολαί . συνηγωνίζετο δὲ τοῖς μὲν ὑπάτοις ἡ τῶν πατρικίων
ἀναχθῆναι . Τὰ γὰρ ἅπαξ διακριθέντα συγχέουσιν αἱ τοιαῦται πᾶσαι ἐπιβολαί , καὶ οὐδὲ τὸ τῆς γνώσεως εἶδος ἔτι συγχωροῦσιν
6246173 ταοι
τῶν κατὰ τὸ ἱερὸν τῆς Σαμίας Ἥρας φησίν : Οἱ ταοὶ ἱεροί εἰσι τῆς Ἥρας , καὶ μήποτε πρώτιστοι καὶ
τῶν κατὰ τὸ ἱερὸν τῆς Σαμίας Ἥρας φησίν : οἱ ταοὶ ἱεροί εἰσι τῆς Ἥρας . καὶ μήποτε πρώτιστοι καὶ
6245839 φυσωδεες
. Τὸ φυσῶδες ξυναίτιον τοῖσι πτερυγώδεσι . καὶ γάρ εἰσι φυσώδεες . Λέγει αἴτιον τοῦ πτερυγώδους . ἀλλὰ πολλὰ βιβλία
. Ὠχροὶ δὲ καὶ δόλιχοι διαχωρητικώτεροι τουτέων , ἧσσον δὲ φυσώδεες , τρόφιμοι δέ . Ἐρέβινθοι λευκοὶ διαχωρέουσι καὶ οὐρέονται
6244736 ἐφαπτεσθωσαν
δὴ ἐφάπτονται αἱ ΑΓ ΔΖ τῶν τμημάτων ἢ οὔ . ἐφαπτέσθωσαν πρότερον : ἴσον ἄρα ἐστὶν τὸ μὲν ὑπὸ ΒΓΗ
, Δ σημεῖα , καὶ τῶν Α , Β τομῶν ἐφαπτέσθωσαν αἱ ΒΕ , ΑΕ συμπίπτουσαι κατὰ τὸ Ε ,
6244588 κωμῳδιαι
μικτὰ μὲν γενικά , ὡς αἱ τραγῳδίαι καὶ αἱ παλαιαὶ κωμῳδίαι : μέρος μὲν γὰρ τούτων γέγραπται κατὰ στίχον ,
δὲ οὔ . Καὶ μικτὰ μέν , ὡς αἱ Μενάνδρου κωμῳδίαι : πῆ μὲν γὰρ τετράμετρα ἐν τῷ αὐτῷ ποιήματι
6241283 λανθανουσιν
σφισιν ὁ Φιλίππου μηδαμῶς ἐλπίσασιν αὐτός τε καὶ ἡ στρατιὰ λανθάνουσιν ἐσελθόντες ἐς τὴν πόλιν . καὶ Ἀριστομένους δὲ μνῆμά
διὰ τὴν ταπεινότητα τῆς χώρας οὐ δυνάμενοι προιδέσθαι τὴν γῆν λανθάνουσιν ἑαυτοὺς ἐκπίπτοντες οἱ μὲν εἰς ἑλώδεις καὶ λιμνάζοντας τόπους
6240147 ναυκραροι
ἐστι θεῶν , ὁ δὲ σηκὸς ἡρώων . ναύκληροι καὶ ναύκραροι διαφέρουσιν . ναύκληροι μὲν γάρ εἰσιν οἱ ναῦς κεκτημένοι
ναυκραρία δ ' ἦν τέως φυλῆς δωδέκατον μέρος , καὶ ναύκραροι ἦσαν δώδεκα , τέτταρες κατὰ τριττὺν ἑκάστην . τὰς
6239750 κημοι
, κύβοι , διάσειστοι κύβοι , ἀστράγαλοι , φιμοί , κημοί , τηλία , κήθια κηθίδια , ψῆφοι , πεττοί
οἱ κυβευταὶ πυργία . . . . φιμοὶ οἱ καλούμενοι κημοί , εἰς οὓς ἐνεβάλλοντο οἱ ἀστράγαλοι . . τὰςπληγὰς
6230788 ὑωδεις
ἐστὶ παχέα καὶ στρογγύλα καὶ ἀνεστραμμένα εἰς τὸ ἔξω , ὑώδεις οὗτοι τὰ ἤθη καὶ τὰ ἔργα . τὸ ἄνω
: ἀντὶ τοῦ ” ἐτράφης “ . τοῖς Ἱπποκράτους : ὑώδεις τινὲς καὶ ἀπαίδευτοι κωμῳδοῦνται . καὶ τάχα ἂν εἴησαν
6222216 πλοι
πρὸς δὲ τούτοις τοῖς ἡμίσεσιν τῶν ἱππέων ἱππαγωγοὺς τριήρεις καὶ πλοῖ ' ἱκανὰ εὐτρεπίσαι κελεύω . ταῦτα μὲν οἶμαι δεῖν
πλοῖς , τοὺς πλόους τοὺς πλοῦς , ὦ πλόοι ὦ πλοῖ . Ἑνικά . Ὁ ἱδρώς τοῦ ἱδρῶτος : τὰ
6221710 διαρκεσαντες
, : οἱ Βιθυνῶν βασιλεῖς η κατὰ Διονύσιον ἔνθεν ἤρξαντο διαρκέσαντες ἔτη σιγ . . . : περὶ δὲ τῶν
οἱ βασιλεῖς Ποντίων † δέκα κατὰ τούτους ἦρξαν τοὺς χρόνους διαρκέσαντες ἔτη † σιη . περὶ ὧν Ἀπολλόδωρος καὶ Διονύσιος
6218305 ἀσκοι
τῶνδε χαλεπόν ; οὐδὲ ἕν . αὕτα φύσις ἀνθρώπων , ἀσκοὶ πεφυσαμένοι . ἀποθανεῖν ἢ τεθνάναι οὔ μοι διαφέρει .
, ὣς ὁ μέγ ' ἀσθμαίνων ἀμπαύεται , οὐδέ οἱ ἀσκοὶ μίμνειν ἱεμένῳ περ ἐπιτρωπῶσιν ἔνερθεν , αἶψα δ '

Back