. αὐτὴ δ ' οἴη ἴσθι : τὰ δ ' ἁθρόα πάντα τετύχθω : ἑσπέριος γὰρ ἐγὼν αἱρήσομαι , ὁππότε | ||
φρένας Αἰγίσθοιο πεῖθ ' ἀγαθὰ φρονέων : νῦν δ ' ἁθρόα πάντ ' ἀπέτεισε . ” τὸν δ ' ἠμείβετ |
οἷς τοὺς αὐτοὺς χρόνους συμβαίνει αὐτοῖς ἀναγράφειν . , : Δέκατος δὲ συνηθροίσθη ἔκ τε τῆς Κεφαλίωνος Ἐρατοῦς , διαλαμβανούσης | ||
ἐπαινέτην ἐπιδείκνυμι , ἐν δὲ τῷ δικαστηρίῳ κατηγόρῳ κέχρημαι . Δέκατος δ ' αὐτὸς πρεσβεύσας , μόνος τὰς εὐθύνας δίδωμι |
σταδίους ρκʹ . Ἐκ Καρύστου εἰς Πεταλίας σταδίους ρʹ . Ἐπάνειμι πάλιν ἐπὶ τὰ ἐκ Δήλου διαστήματα πρὸς νήσους τάσδε | ||
στάδιοι ωʹ . Ἐκ Δήλου εἰς Πάρον στάδιοι υʹ . Ἐπάνειμι πάλιν εἰς Μύνδον , ἀφ ' ἧς κατέλιπον . |
, ἐπὶ δὲ τῶν κατὰ τοὺς ἄλλους τρόπους μεταβαλλόντων . Κίνησις δὲ διχῶς διαιρετή , ἕνα μὲν τρόπον τῷ χρόνῳ | ||
ἡ δὲ εἰς τὸ μὴ ὂν ἐκ τοῦ ὄντος . Κίνησις μὲν οὖν κινήσει ἐστὶν ἐναντία , κινήσει δὲ στάσις |
ἐλθόντας . ἐπιμόλους ] τοὺς ἐπελθόντας ἐχθρούς : τούτους γὰρ δορύπονα κακὰ λέγει . θ ἐπιμόλους ] τοὺς κατὰ τῆς | ||
πληρεῖτε . τελεῖθ ' ] εἰς τέλος ἄγετε . θΞ δορύπονα ] καὶ τὰ ἐκ τοῦ πολέμου . δορύπονα ] |
λικαούρι . Ὠτειλαί : πληγαί . ἐπιμύουσι : κλείουσιν . Πάντ ' : εἰς Οἵη : καὶ ὁποίη . Ἐλάφοιο | ||
ἡμέραι , ἤτοι αἱ ἐφημερίδες αὐτοῦ , ἄρχονται οὕτως : Πάντ ' ἐδάης Μουσαῖε θεοφραδές . εἰ δέ ς ' |
δὲ Ἀμοργὸν εἰς τρεῖς πόλεις , Μινώιαν , Αἰγιαλόν , Ἀρκεσίνην . γέγονε δὲ μετὰ υϚ ἔτη τῶν Τρωικῶν , | ||
ἦσαν γὰρ Μελανία Μίνωα Ἀρκεσίνη . Πολύβιος δὲ ἀρσενικῶς τὸν Ἀρκεσίνην φησί . τὸ ἐθνικὸν Ἀρκεσινεύς . Ἀνδροτίων ἕκτῃ Ἀτθίδος |
αἰτούμενος . Μέση δὲ τουτέων χορηγεῖ πανδέκτειρα κοιλίη , καὶ εὐνάζεται διοικέουσα τὴν πέψιν . Ἔνοχα δὲ κοιλίης , συνθέσιος | ||
ἀναπείσας Βουλίδα τὴν Αἰγυπιοῦ μητέρα καὶ ἀγαγὼν εἰς τὰ οἰκεῖα εὐνάζεται σὺν αὐτῇ : προμαθὼν δὲ τὴν ὥραν , ἣν |
ἀπαύστως τῷ Διογένει αὐτὸς ἐπὶ Καρχηδόνος ἠπείγετο : ὅθεν ἐς Νέφερίν τε καὶ Καρχηδόνα διετρόχαζεν , αἰεὶ τὰ γιγνόμενα ἐφορῶν | ||
ἀπαύστως τῷ Διογένει αὐτὸς ἐπὶ Καρχηδόνος ἠπείγετο : ὅθεν ἐς Νέφερίν τε καὶ Καρχηδόνα διετρόχαζεν , αἰεὶ τὰ γιγνόμενα ἐφορῶν |
γινώσκοντες ἁρμοδίως ἐν τοῖς στενώμασι μάχεσθαι . Καὶ γὰρ πολλάκις πραῖδαν φερόμενα ὑπὸ μετρίας ταραχῆς , ταύτης περιφρονοῦντα ἐν ταῖς | ||
τοῦ στρατοῦ μὴ πλανᾶσθαι τὸν ὁδόν . Χρὴ τοὺς εἰς πραῖδαν ἀπερχομένους μὴ πάντας εἰς διαπραγὴν ἀσχολεῖσθαι , ἀλλὰ διακεκριμένους |
. , . : ἐνηλύσιος : ἐμβρόντητος , κεραυνόβλητος . ἐνηλύσια : τὰ κατασκηφθέντα χωρία ἐνηλύσια - λέγονται , ἔνιοι | ||
Δία τὸν ἐπ ' αὐτῷ καταιβάτην . περιειρχθέντα δὲ τὰ ἐνηλύσια ἄψαυστα ἀνεῖτο . πόλεως δ ' αὖ μέρη καὶ |
Ἀπαιόλη ] ἀποστέρησις . Ἀριστοφάνης ὀξεῖαν τὴν ἐσχάτην φησίν , Ἀπαιολή . ἐρωτηματικῶς . βοάσομαί γ ' ἄρα : διπλῆ | ||
Ἀπαιόλη ] ἀποστέρησις . Ἀριστοφάνης ὀξεῖαν τὴν ἐσχάτην φησίν , Ἀπαιολή . ἐρωτηματικῶς . βοάσομαί γ ' ἄρα : διπλῆ |
τοῦ Νέου Βόλου . περὶ τοῦ Κανώπου καὶ Κύβου καὶ Κρηνίδων . περὶ τοῦ * * ἐν τῷ καλουμένῳ Βαθεῖ | ||
τοῦ Πόντου . Μένιππος ἐν περίπλῳ τοῦ Πόντου ” ἀπὸ Κρηνίδων εἰς Ψύλλαν χωρίον στάδια κʹ , ἀπὸ Ψύλλης χωρίου |
λέγω τοῦ Ὀικλέους τὸν Ἀμφιάρεων , σώφρων καὶ δίκαιος ὢν συγκαθελκυσθήσεται καὶ εἰς τὸν Ἅιδην καταχθήσεται μετὰ τῶν ἀσεβῶν , | ||
τὸν Ἀμφιάρεων . σώφρων καὶ δίκαιος καὶ εὐσεβὴς ἀνὴρ ὢν συγκαθελκυσθήσεται καὶ εἰς τὸν Ἅιδην καταχθήσεται μετὰ τῶν ἀσεβῶν , |
πατήρ . Ῥᾴθυμος ἐὰν ᾖς , πλούσιος πένης ἔσῃ . Σῶσον σεαυτὸν ἐκ πονηρῶν πραγμάτων . Τὸν ἐλεύθερον δεῖ πανταχοῦ | ||
ἀλλὰ νῦν ς ' ἔτ ' ὠφελοῖμ ' ἐγώ ; Σῶσον σεαυτήν : οὐ φθονῶ ς ' ὑπεκφυγεῖν . Οἴμοι |
, δούλῳ ἀηδίαν , παρθένῳ γάμον , χήρᾳ ψόγον . Ῥὶς ὅλη ἐὰν ἅλληται κατὰ πάντα ἀγαθὰ δηλοῖ ἀπροσδόκητα . | ||
ἢ ὁ βολβός : νωθρείας σημαίνει . Περὶ ῥινός : Ῥὶς ὅλη πάλλουσα : ἀγαθὰ σημαίνει . Μῆλον δὲ δεξιὸν |
πῶς ἐγὼ Σθενέλου φάγοιμ ' ἂν ῥήματα ; εἰς ὄξος ἐμβαπτόμενος ἢ λευκοὺς ἅλας ; ἡμεῖς μὲν οὖν σοι ταῦτα | ||
πῶς ἐγὼ Σθενέλου φάγοιμ ' ἂν ῥήματα ; εἰς ὄξος ἐμβαπτόμενος ἢ ξηροὺς ἅλας . τότε μέν γε , Μανῆ |
ὑποδήματα . Θ . . τὰ ὑποδήματα ἄφελε . . προσελθέτω : Ἔμπροσθεν . . Οὐκοῦν ἐκεῖνός εἰμ ' ἐγὼ | ||
' ὑπόλυσαι . Πάντα ταῦτα σοὶ λέγει . Καὶ μὴν προσελθέτω πρὸς ἔμ ' ὑμῶν ἐνθαδὶ ὁ βουλόμενος . Οὐκοῦν |
τῷ Καπανεῖ . στόμαργος ] ταχὺς εἰς τὸ λαλεῖν . στόμαργος ] φλύαρος , ταχὺς εἰς τὸ λαλῆσαι . στόμαργος | ||
. στόμαργος : ὁ μὴ ἔχων τὸ στόμα ἀργόν . στόμαργος ] κατὰ ἀντίφρασιν ὁ μὴ ἔχων ποτὲ τὸ στόμα |
: τούς τε προσερχομένους εἰς τὸ τεῖχος εἰς τὰ ψιλὰ τυπτήσειν καὶ αὐτοὺς εὐχερῶς ὑπεξελεύσεσθαι καὶ πάλιν τὰς ἀποχωρήσεις ἀσφαλῶς | ||
Ἕλληνες . τῖφυν Ἀττικοί , ἐφιάλτην ἢ ἐπιάλτην Ἕλληνες . τυπτήσειν Ἀττικοί , παίσειν Ἕλληνες . τροπίαν καὶ ἐντροπίαν Ἕλληνες |
πολύχαλκος , πολύπυρος πολύοινος πολύσιτος , πολυπότης , πολυάνθρωπος πολυπρόβατος πολυθρέμμων πολύδουλος , πολύανδρος πολυγύνης πολύπαις , πολύπους , πολυάδελφος | ||
' ἐλατὴρ Σοσθάνης . ἄλλους δ ' ὁ μέγας καὶ πολυθρέμμων Νεῖλος ἔπεμψεν : Σουσισκάνης , Πηγασταγὼν Αἰγυπτογενής , ὅ |
δεδουλευκὼς καὶ μὴ παλίμπρατος . Ὑπ . ἐν τῷ κατὰ Πατρ . : ἀδούλευτον ἢ βάρβαρον πριάϲθω . . . | ||
. , . Ὑπ . δ ' ἐν τῷ κατὰ Πατρ . , εἰ γνήσιος ὁ λόγος , τοὺς Ἀρεοπαγίτας |
ἀστικῶν διατριβῶν καὶ τῶν ἐν τοῖς δωματίοις προαιρούμενος ἐκεῖνος . διέρπων δὲ ὁ χρόνος τὸν μὲν ἀπέφηνε νεανίαν , τὸν | ||
προστρίβεται τῇ γῇ καὶ ὑποψοφεῖ , οἷα εἰς χύσιν καλάμης διέρπων , τουτέστιν ὡς εἰς καλάμους διέρπων , ἤγουν βαδίζων |
φανερὰ καὶ οὐκ ἀμφίβολα . θ προῦπτος ] ὁμολογούμενος . προῦπτος ] ἐμπρέπων , ὁμολογούμενος . προῦπτος ] ἀληθής . | ||
τούτου ὕπαρξις . “ καὶ ἔστιν ἡ τῆς συνερωτήσεως πιθανότης προῦπτος . πάσης γὰρ φύσεως καὶ ψυχῆς ἡ καταρχὴ τῆς |
. ὢ δυστυχής , ὢ δυστυχής , ὢ δυστυχής . ἄπαγ ' εἰς τὸ βάραθρον : τοῦ γέροντός τις γυνὴ | ||
; δρᾶ δ ' , εἴ τι δράσεις , ἢ ἄπαγ ' οἴκαδε στρατόν , τὰ τῶν Ἀτρειδῶν μὴ μένων |
δαπανᾶται , φονεύεται , ἀναλύεται , διαρρεῖ , κατατήκεται . Μετάνοια , μεταμέλεια , μετάγνωσις , μετάμελος , ἀναλογισμός , | ||
ἐκ προαιρέσεως συναντήσασα . Εἶτα τί γίνεται , ἐὰν ἡ Μετάνοια αὐτῷ συναντήσῃ ; Ἐξαιρεῖ αὐτὸν ἐκ τῶν κακῶν καὶ |
τιν ' οἴω ἀσπασίως αὐτῶν γόνυ κάμψειν , ὅς κε φύγῃσι δηΐου ἐκ πολέμοιο ὑπ ' ἔγχεος ἡμετέροιο . Ὣς | ||
κατὰ Ἰλιόφι κλυτὰ τείχεα λαὸν ἐέλσαι Τρωικόν , ὅς κε φύγῃσι . σὺ δ ' Ἕκτορι θυμὸν ἀπούρας : ἡ |
. Πειραιός . οὕτως ἐκαλεῖτο ὁ λιμὴν τῆς Ἀττικῆς . Πειραιός δὲ καὶ τὸ ἐθνικόν . ὕστερον δὲ Πειραιεύς . | ||
. Πειγέλασος , πόλις Καρίας . τὸ ἐθνικὸν Πειγελασσεῖς . Πειραιός . οὕτως ἐκαλεῖτο ὁ λιμὴν τῆς Ἀττικῆς . Πειραιός |
, καὶ παρ ' Εὐριπίδῃ ἐν Μηδείᾳ πράξασα μέλλω καὶ τυχοῦς ' ἃ βούλομαι . καὶ παρὰ Σοφοκλεῖ αἰτεῖς ἃ | ||
ὡς τάχιστ ' ἀφίξομαι , πράξας ' ἃ μέλλω καὶ τυχοῦς ' ἃ βούλομαι . ἀλλά ς ' ὁ Μαίας |
* + , . † Αἶσθα : εἴρηται εἰς τὸ ἀΐσθω , . . Αἰσιμία : ἡ μαντεία , ἢ | ||
] γίνεται ῥῆμα ἀϊστῶ καὶ τροπῇ τοῦ τ εἰς θ ἀΐσθω , ἐξ οὗ ἡ μετοχὴ ἀΐσθων καὶ κατὰ συναίρεσιν |
Εὐέλπιδι λέγει . . . [ κἀς τὴν πόλιν : Ἀπελθὼν ποιήσω τὰ ποιήματα εἰς τὴν πόλιν . ] διαβάλλει | ||
ὁ γύψ : ἐγὼ δὲ τὸ ἐπελθὸν ἀπεκρινάμην αὐτοῖς . Ἀπελθὼν δὲ ἐς τὴν πανήγυριν ἐπέστην τινὶ πολιῷ ἀνδρὶ καὶ |
, κἂν ἐλεύθερος μόλῃ : Σοφοκλέους καὶ αὕτη . Ὁ Σκιωναῖος κολυμβᾷ : ἐπὶ τῶν ἐμπειρίαν εἰς πράγματα ἐχόντων . | ||
ἐξ ἀνάγκης κατέμειναν αὐτοῦ πόλιν Σκιώνην οἰκίσαντες . ὁ πολίτης Σκιωναῖος καὶ Σκιωνεύς . ἔστι δὲ ὡς τοῦ Σινώπη Σινωπεύς |
ἀληθῶς . θ ἄρηξον ] βοήθησον ἡμῖν . ἄρηξον ] ἀποσόβησον . ἄρηξον ] βοήθησον ἡμῖν εἰς τὸ μὴ ἁλωθῆναι | ||
καὶ Ἀφροδίτης Ἁρμονία ἡ Κάδμου γυνή . . ἄλευσον ] ἀποσόβησον τὰ παρόντα . σέθεν ] σοῦ . ἐξ αἵματος |
: ἐπὶ τῶν τὰ μικρὰ ἐπαιρόντων τῷ λόγῳ . Ἐμαυτῷ βαλανεύσω : ἀντὶ τοῦ , ἐμαυτῷ διακονήσω . Εἰς ἀσθενοῦντας | ||
. Ἀλλ ' εἰ ταῦτα δοκεῖ , κἀγὼ ' μαυτῷ βαλανεύσω . Σπονδὴ σπονδή . Ἔγχει δὴ κἀμοὶ καὶ σπλάγχνων |
ὑπερηφάνῳ . ἐκλαπάξαι ] ἐκπορθῆσαι . ἐκλαπάξαι ] πορθῆσαι . ἐκλαπάξαι ] ἡμᾶς . θ ἐκλαπάξαι ] ἐκπορθῆσαι ἡμᾶς ἤγουν | ||
. ἐκλαπάξαι ] πορθῆσαι . ἐκλαπάξαι ] ἡμᾶς . θ ἐκλαπάξαι ] ἐκπορθῆσαι ἡμᾶς ἤγουν ἐξαναστῆσαι . ἐκλαπάξαι ] ἐκβαλεῖν |
τοὺς Ἀττικούς . ὁ Ἑρμῆς ἐστιν ὁ ταῦτα λέγων ἤδη Τρυγαίου προσπεπελακότος τῷ οὐρανῷ . ὦναξ Ἡράκλεις : θεασάμενος τὸν | ||
περιέκειντο αὐτοῖς πέδαι . Γ τοῦτο οἱ κακῶς ἐξηγούμενοι τοῦ Τρυγαίου φασίν . Γ οὐδ ' οἱ Μεγαρῆς Γ : |
ἐλυσθείς : πεσὼν , κρυφθεὶς , τανυσθεὶς , κυλισθεὶς , κρυβείς : ἐλύω τὸ κρύπτω , ὅθεν ἀλύτη ἡ νύξ | ||
τοῖς παθοῦσιν . παθοῦσιν . παθοῦσι . τοῖς κακοῖς . κρυβείς , ἀφανισθεὶς . ἀφανισθεὶς . παντελῶς . ὁμοῦ . |
τάχιστα ] λίαν ταχέως . τὰ πρυτανεῖ ' ] τὰς ἐκταγὰς ἤτοι τὰς δεκάτας , τὰς κρίσεις , τὰς ἐγκλήσεις | ||
τάχιστα ] λίαν ταχέως . τὰ πρυτανεῖ ' ] τὰς ἐκταγὰς ἤτοι τὰς δεκάτας , τὰς κρίσεις , τὰς ἐγκλήσεις |
χιτωνίσκῳ ἀνήλατο νεοτόκος οὖσα . καὶ γὰρ αὐτὴ ἡ Ἀλκμήνη ἄπεπλος αὐτοποδὶ ἐκπηδήσασα ἀπὸ τῆς κοίτης ἐπὶ βοήθειαν ἠπείγετο πρὸς | ||
εἰς σά . ἢ εἰς σέ , τὸν πολυπενθῆ : ἄπεπλος φαρέων : ἀντὶ τοῦ ἀμέτοχος : ἄπεπλος διαλεύκων φαρέων |
δὲ σιδηραῖς οἱ κρόταφοι τῆς πρώτης σανίδος περιειλήσθωσαν , ἵνα ἄσχιστος διαμείνῃ . Πρόκειται δὲ τὸ σχῆμα καὶ τῆς συνθέσεως | ||
τὰ ἐκτὸς αὐτῆς τῶν ἐντός . Ἡ μὲν γὰρ ἐκτὸς ἄσχιστος ἔμεινεν , ἡ δὲ ἐντὸς εἰς ἑπτὰ κύκλους ἐτμήθη |
στυλίδος ἑκα - τὸν εἰς Ῥήγιον , ἤδη τοῦ πορθμοῦ πλατυνομένου , προϊοῦσι πρὸς τὴν ἔξω καὶ πρὸς ἕω θάλατταν | ||
διήγησιν μὲν εὑρεῖν οὐ δύσκολον : φαίνεται γὰρ τοῦ πράγματος πλατυνομένου τοῖς τρόποις , οἷς ἐκθήσομαι : τὴν δὲ προκατάστασιν |
καὶ κοππατίαν . Ὡς δ ' ὀρθοπλήξ . πέφυκε γὰρ δυσγάργαλις . Πρὸς θεῶν , ἔραμαι τέττιγα φαγεῖν καὶ κερκώπην | ||
τὸν κοππατίαν . ὡς δ ' ὀρθοπλήξ . πέφυκε γὰρ δυσγάργαλις . τοῦτ ' αὐτὸ πράττω , δύ ' ὀβολὼ |
. . . . . ξη ∠ ʹ λε ιβʹ Γάβαλα . . . . . . . . . | ||
βιβλίῳ φησίν ” ἔστι Κάρνος καὶ συνεχῶς Πάλτος , εἶτα Γάβαλα πόλις „ . καὶ ἀναλογεῖ τὸ Καρνίτης . Καρνία |
τὴν αἰτίαν τοῦ Διὸς εἰς τὴν τέχνην μετήγαγεν . : χειρωναξία : Ἡ διὰ χειρῶν ἐργασία . : οὐδὲν αἰτία | ||
Προμηθέως , ὡς ἁπλῶς διὰ λόγου ἐστὶν εἰπεῖν . . χειρωναξία ] ἡ διὰ τῶν χειρῶν ἐργασία : καὶ χειρῶναξ |
. ὅτε δέ ἐστιν ὁ Κρόνος κύριος τοῦ ἔτους καὶ ἀποκαταστῇ εἰς τὸν κατὰ πῆξιν αὐτοῦ τόπον καὶ διαμετρήσει τοῦτον | ||
καὶ τῶν μελῳδιῶν . Εἰ δὲ ἐπὶ τὸν οἰκεῖον τόπον ἀποκαταστῇ καὶ ἔχει λόγον εἰς τὸ ἔτος καὶ ὑπάρχει ἐπίκεντρος |
Φλεγύας Φλεγύαντος παρ ' Εὐριπίδῃ . , Ἐλέας Ἐλέαντος παρὰ Φιλοστεφάνῳ , Σατύας Σατύαντος παρ ' Ἡγησίππῳ . : εὑρέθη | ||
τῶν τὸ πέλαγος πλεόντων ἀνθρώπων . Ἡ ἱστορία παρὰ τῷ Φιλοστεφάνῳ . . . ο , , , , . |
, ἀρτίως δὲ ἀντὶ τοῦ ” πρὸ ὀλίγου “ . παμβασίλει ' Ἀπαιόλη : πέπλακεν ὄνομα δαίμονος , σωματοποιήσας αὐτήν | ||
. εὖ γ ' ] καλῶς ἔχει τὰ ἐμά . παμβασίλει ' ] πάντων βασιλεύουσα ἰσχύουσα , βασίλισσα τοῦ παντός |
κακῶς πάσχει , ἐκ μεταφορᾶς τῶν δυστοκουσῶν γυναικῶν . ἢ δυστοκεῖ λέγει ἀντὶ τοῦ , κακὰ γεννήματα προάγει . Ἀλκιβιάδης | ||
Ἀλκιβιάδου τίν ' ἔχετον γνώμην ἑκάτερος ; Ἡ πόλις γὰρ δυστοκεῖ . Ἔχει δὲ περὶ αὐτοῦ τίνα γνώμην ; Τίνα |
ποιῶν τὸν βίον ἐπίτρεπε ζῆν , ἀλλ ' ἀνασταύρωσον , καταπόντισον . λεγέτω μέ τις κακῶς οὐκ αἰσθανόμενον , νῦν | ||
τῶν ἀφώνων . Βάλλ ' ἐς ὕδωρ : ἀντὶ τοῦ καταπόντισον . ἐπὶ τῶν ὀλέθρου ἀξίων . Βορβόρῳ ὕδωρ λαμπρὸν |
Ἀ . καὶ Δημόκριτος καὶ οἱ Στωικοὶ ἄδηλον αἰτίαν ἀνθρωπίνωι λογισμῶι : ἃ μὲν γὰρ εἶναι κατ ' ἀνάγκην , | ||
περιστάντες αὐτὸν οἱ τρεῖς , καθικέτευον ἀλλὰ νῦν γε χρησάμενον λογισμῶι μεταβαλέσθαι . τοῦ δὲ Τιμοφάνους πρῶτον μὲν αὐτῶν καταγελῶντος |
' Ἀρχ . . Ϲτειριεύϲ : Ὑπ . κατ ' Ἀρχ . . Ὑπ . ἐν τῷ κατ ' Αὐτ | ||
ἱερά : τὰ τῶν τεθνηκότων ὀστᾶ . Ὑπ . κατὰ Ἀρχ . . . . . , , . π |
αὑτοῦ . . . . . ἀπήορος , , : ἀπήορος : ὁ ἀπηρτισμένος καὶ διεστώς . παρὰ τὸ ἀείρω | ||
Φιλόξενος εἰς τὸ Ῥηματικὸν αὑτοῦ . . . . . ἀπήορος , , : ἀπήορος : ὁ ἀπηρτισμένος καὶ διεστώς |
ἀπαλλαγῶμεν ἀνδρὸς ἁρπαγιστάτου . ἀλλ ' αὐτὸς ἀπαρτὶ τἀλλότρι ' οἰχήσει φέρων . ἐψάθαλλε λεῖος ὤν ἀργύρια μάραγναν οὐχ ὁρᾷς | ||
ὡς ἐγᾦμαι , σαυτόν . ἀλλὰ καθελκύσας τὰς ναῦς ἀποπλέων οἰχήσει ; εἶτ ' οὐκ αἰσχύνει τὰς Νηρηίδας τὰς πρὸς |
. Τὸ κάρυον εἰς κόμαρον μόνον ἐγκεντρίζεται . τὰ ῥοΐδια ἐνθεματίζεται εἰς ἰτέαν . ἡ δάφνη ἐγκεντρίζεται εἰς μελίαν . | ||
ἀφ ' ἧς γίνεται λευκὰ συκάμινα . Τὰ δὲ ἀππίδια ἐνθεματίζεται εἰς ῥοιάς , καὶ εἰς κυδώνια , καὶ εἰς |
Ζυγὸν διαπορεύεται ὁ ἥλιος ἐν ἡμέραις λ . Ἐν τῇ αῃ ἡμέρᾳ Εὐκτήμονι ἰσημερία μετοπωρινή : καὶ ἐπισημαίνει . Καλλίππῳ | ||
ὁ ἥλιος ἐν ἡμέραις λα . Ἐν μὲν οὖν τῇ αῃ ἡμέρᾳ Εὐκτήμονι Κύων μὲν ἐκφανής , πνῖγος δὲ ἐπιγίνεται |
; Τραχεῖαν ] Τὴν σκληρὰν καὶ δειλήν . Ἄνευθε ] Μακράν . Ἐγχέων ] Ἤγουν τὰ ἔγχη . Ἀκμὰν ] | ||
τῆς προθέσεως . : , : τὴν Λευκὴν . , Μακράν , . : . . . , : ; |
εὐηθεστέρων εἶναι δοκούντων . Δαιδάλεια ποιήματα : ἐπὶ θαυμασμοῦ . Δικαιότερος σταχάνης : ἐπὶ τῶν τὰ δίκαια ἀγαπώντων . οἱ | ||
τὰ πρότερον ἱερὰ μὴ καυθῇ καὶ ἐπὶ δεύτερα τραπῶσιν . Δικαιότερος σταχάνης : ἐπὶ τῶν τὰ δίκαια ἀγαπώντων . Σταχάνην |
ὄντα λέγει τῇ γυναικί ” κυρία , ὑποκρίθητί μοι ἵνα δαμάσω τὸν Αἴσωπον . καὶ ἀναστᾶσα , βαλοῦσα ὕδωρ εἰς | ||
Ἄφορβος κύριον . . . , . : ζυγώσω : δαμάσω , κλείσω , καθέξω . Αἰσχύλος Κίρκηι σατυρικῆι . |
ἐπιδείκνυσι τὴν αὑτῆς φύσιν : ἡ γὰρ τὰ ἄγρια καλὰ φύουσα δύναται θεραπευομένη καὶ τὰ ἥμερα καλὰ ἐκφέρειν . φύσιν | ||
πεποιημένων ἡ λέξις . φυσίζωος ἡ τὰ πρὸς τὸ ζῆν φύουσα . φυταλίη κῆπος . φῦλον ἀντὶ τοῦ γένος : |
προσλαλῶ , ἀμφιβάλλω , ἀμοι - βαδίζω , βακχεύω , ἀναστρέφομαι , ἐπηρεάζω , εἰρωνεύομαι , δικολογῶ , προφασίζομαι , | ||
τῇ χύτρᾳ . ἐτυμολογεῖται δὲ ἀπὸ τοῦ πέλω : τὸ ἀναστρέφομαι . ἐνταῦθα δὲ πέλανον τὴν θυσίαν φησί . . |
: ] καὶ τὰ πλεῖστα ἃ καὶ τῇ ἀκολασίᾳ . Ἀδικία δέ ἐστι κακία ψυχῆς καθ ' ἣν πλεονεκτικοὶ γίνονται | ||
ἐν ἀκαρεῖ αὖθις ἀναλύεται . ἡ Ἀμαθία δὲ καὶ ἡ Ἀδικία ἐπιγελῶσιν , ὁρῶσαι ἀνεξέργαστον ἡμῖν τὸ ἔργον καὶ ἀνήνυτον |
ἀκούσαθ ' οἷος κέλαδος ἐν δόμοις πίτνει . σὺ παρὰ κλῆιθρα , σοὶ μέλει πομπίμα φάτις δωμάτων : ἔνεπε δ | ||
ἕδρας ἡ Τυνδαρὶς παῖς ἐκπεπόρθμευται χθονός . ὠή , χαλᾶτε κλῆιθρα , λύεθ ' ἱππικὰς φάτνας , ὀπαδοί , κἀκκομίζεθ |
, στρατεύων ἑτέρους ἐφ ' ἑτέροις : καὶ πάντας ἐς Ἀρρήτιον ἔπεμπεν . Ἀντωνίῳ δ ' ἀφῖκτο μέσον ἐς τὸ | ||
γʹʹ Φαίσουλαι λδʹ μγʹ Περουσία λεʹ γʹʹ μβʹ ∠ ʹʹ Ἀρρήτιον λδʹ γοʹʹ μβʹ ∠ ʹʹδʹʹ Κόρτωνα λεʹ μβʹ γοʹʹ |
πῶς τε πρὸς αὐτὰ ἐπικοινωνεῖ καὶ κατὰ τίνα συντέλειαν . Πόσα ταῖς τέχναις συμβάλλεται ἀγαθά , ταῖς τε ὅλαις καθολικῶς | ||
, καὶ δὴ ἐπὶ τῶν ἑψομένων ὑδάτων ἔστιν ἰδεῖν . Πόσα γενεσιουργὰ αἴτια τῶν ἱδρώτων ; Τέσσαρα . Ποιητικὸν αἴτιον |
α εἰς ο , παρὰ τὸ κάζω ῥῆμα : ὅθεν κέκασμαι , κέκασται , κεκασμένος ὄνομα ῥηματικὸν κασμὸς , καὶ | ||
α εἰς ο . παρὰ τὸ κάζω ῥῆμα , ὅθεν κέκασμαι κέκασται κεκασμένος , ὄνομα ῥηματικὸν κασμός , καὶ μεταθέσει |
κύκλος ὀρθός ἐστιν πρὸς τὸν αβγʹ κύκλον : καὶ ὁ βδγʹ ἄρα κύκλος ὀρθός ἐστιν πρὸς τὸν αβγʹ κύκλον . | ||
κύκλος ὀρθός ἐστιν πρὸς τὸν αβγʹ κύκλον : καὶ ὁ βδγʹ ἄρα κύκλος ὀρθός ἐστιν πρὸς τὸν αβγʹ κύκλον . |
μ ' ἐργάσει ; Τέχνην δὲ τίνα ποτ ' εἶχες ἐξανδρούμενος ; Ἠλλαντοπώλουν καί τι καὶ βινεσκόμην . Οἴμοι κακοδαίμων | ||
Τηλέφου Εὐριπίδου . ΓΘ ἐργάσῃ ] μέλλεις ἐργάσασθαι . Γ ἐξανδρούμενος : τὴν ἡλικίαν ἔχων εἰς ἄνδρα . ΓΘ ἐξανδρούμενος |
' ἅττ ' ἂν καταπέσῃ τῆς τραπέζης ἐντός . μήτε ποδάνιπτρον θύραζ ' ἐκχεῖτε μήτε λούτριον . κἀπὸ τῆς Διειτρέφους | ||
' ἅττ ' ἂν καταπέσῃ τῆς τραπέζης ἐντός . Μήτε ποδάνιπτρον θύραζ ' ἐκχεῖτε μήτε λούτριον . Κἀπὸ τῆς Διϊτρέφους |
' ὅτι χαίρω πόλλ ' ἀκούων καὶ κακά ; ὦ λακκόπρωκτε . πάττε πολλοῖς τοῖς ῥόδοις . τὸν πατέρα τύπτεις | ||
: καὶ τοῖς ποσὶν χωρὶς πρίω μοι βάκχαριν . ὦ λακκόπρωκτε , βάκχαριν τοῖς σοῖς ποσὶν ἐγὼ πρίωμαι ; λαικάσομἄρα |
, ἠλέει δὲ αὐτὴν ὁ Κλυτός . Καὶ ἡ μὲν ἀπήγετο εἰς Ἰταλίαν , ἡ δὲ Ῥηναία ἐλ - θόντι | ||
εἴθ ' ὡς ὁ Φάβιος παραδέδωκε δέσμιος εἰς τὴν Ἄλβαν ἀπήγετο . Ῥωμύλος δ ' ἐπειδὴ τὸ περὶ τὸν ἀδελφὸν |
ζημίας μεγάλας φέρει . Τὸν εὐτυχοῦντα καὶ φρονεῖν νομίζομεν . Τέθνηκεν ἀνθρώποισιν ἅπασα χάρις . Τὰ πλεῖστα θνητοῖς τῶν κακῶν | ||
τόδ ' : ἦ τέθνηχ ' ὁ Πηλέως γόνος ; Τέθνηκεν , ἀνδρὸς οὐδενός , θεοῦ δ ' ὕπο , |
, ὀρεινῆς . τάτ ' : ἅτινα , ἰωνικῶς . Τερπωλή : χαρὰ , εὐφροσύνη . ἠέ : ἰωνικόν . | ||
Εἰσδῦναι : εἰσελθεῖν . εἰσορόωντας : εἰς αὐτὸν βλέποντας . Τερπωλή : τέρψις . ἀπειρήτοισιν : ἀπείροις , ἀνοήτοις . |
νόμοι προδεδώκασιν , ἐγκαταλέλοιπεν ἡ δημοκρατία , ὑμεῖς αὐτοί με καταψηφίσασθε . καὶ πάλιν , γήμας τις καὶ ἐκ τοῦ | ||
καὶ πεφενακίκασι καὶ μόνον οὐ τὴν Ἀττικὴν ὑμῶν περιῄρηνται , καταψηφίσασθε , καὶ μὴ πρὸς τοῖς ἄλλοις οἷς ὕβρισθε καὶ |
τοῦ , πρίν . κυρῆσαι : τυχεῖν , ἐπιτυχεῖν . Δαῖτα : ποιοῦντες . κελαινοτάτην : ὀλεθρίαν , φοβερὰν , | ||
τὸν ἴδιον θάνατον . βαρεῖαν : περὶ τὴν βαρεῖαν . Δαῖτα : τροφήν . ἀγρευτός : κρατητός . ἀνέρος : |
ἀγαθῶν ἐλπίς . ἢ ἐπὶ τῶν ἐφ ' οἷς ἤλπισαν διαψευσθέντων , ὡς Λουκιανός : Ἄνθρακάς μοι τὸν θησαυρὸν ἀπέφηνας | ||
ὁ θησαυρὸς γέγονεν : ἐπὶ τῶν ἐφ ' οἷς ἤλπισαν διαψευσθέντων . Ἀπὸ τῶν βραδυσκελῶν ὄνων ἵππος ὤρουσεν . Ἅπαντα |
στήθεα χειρὶ παχείῃ ἤλασεἡ διπλῆ ὅτι ἐπιεισαμένη ἐστὶν ἐπελθοῦσα , ἐφορμήσασα , ἀπὸ τοῦ εἶμι , ὡς τὸ ἢ τάχα | ||
] οὕτως ἄλγησον ὡς μαστιζόμενος . ὡραῖον . Ἐπουρίσασα : ἐφορμήσασα τῶι Ὀρέστηι . τὸ δὲ ἀτμῶι κατισχαίνουσα ἀντὶ τοῦ |
. Ξ λύκειος ] ἄγριος , ἀφανιστής . λύκειος ] ἀφανιστικός , τιμωρητής . λύκειος ] ἀπηνής . λύκειος ] | ||
καθόλου δὲ ὁ Ἄρης μεσουρανῶν ἢ ἀντιμεσουρανῶν παρ ' αἵρεσιν ἀφανιστικός ἐστι τῶν κτημάτων . Ἡ Ἀφροδίτη ὡροσκοποῦσα ἢ ἐπαναφερομένη |
ὄνυχες τῷ χρόνῳ ἕλκονται καὶ ξηροὶ καὶ χλωροὶ γίνονται . Τελευτᾷ δὲ αὐτίκα , ἢν μὴ θεραπευθῇ , αἷμα πτύων | ||
δολερᾶς ἀγχινοίας Διοκλητιανοῦ καὶ τῆς φονικῆς Ἑρκουλίου θρασύτητος ἠλευθερῶσθαι . Τελευτᾷ μὲν οὖν ὁ Κωνστάντιος ἐν Βορακίῳ , πόλει βρεττανικῇ |
καὶ τορό , τορό , τοροτίγξ : ὁμοίως καὶ κικκαβαῦ κικκαβαῦ , τορό τορό τολελύγξ , τιό τιό τίγξ : | ||
Ὁμοίως καὶ τορό , τορό , τοροτίγξ : ὁμοίως καὶ κικκαβαῦ κικκαβαῦ , τορό τορό τολελύγξ , τιό τιό τίγξ |
ταῦτ ' , ἐμοὶ δὲ τἀντία . ἐγὼ δ ' ἀπαυδῶ πᾶς τε Καδμεῖος λεὼς Ἄδραστον ἐς γῆν τήνδε μὴ | ||
, καὶ κράτει τῶν σῶν ὅπλων . Ἐγὼ δ ' ἀπαυδῶ γ ' , ᾧ θεοὶ ξυνίστορες , ὑπέρ τ |
. κατέβαλεν . ἄλλοις . δόξαν . ἀθάνατον καὶ μηδέποτε γηράσκον . πρέπον ἐστί . Δάκος ἀδινόν ] ἤγουν οὐ | ||
ἐπὶ τὰ τῶν ἀκμαζόντων ἔργα προτρέπειν . γεράνδρυον γὰρ τὸ γηράσκον φυτόν : καὶ δρῦς πᾶν φυτὸν γενικῷ ὀνόματι καλεῖται |
τετράμετρος βραχυκατάληκτος , τοῦ ἕκτου ποδὸς τριβράχεος . ὁ δεύτερος παιωνικὸς καθαρὸς τετράμετρος καταληκτικός . τὸ τρίτον ὅμοιον , δίμετρον | ||
βʹ : τὸ θʹ ὅμοιον τῷ ζʹ : ὁ ιʹ παιωνικὸς ὅμοιος τῷ γʹ : τὸ ιαʹ τροχαϊκὸν δίμετρον ἀκατάληκτον |
διαπονουμένους , ὑπερασπίσαι τε τοῦ ἀδελφοῦ καὶ εἰπεῖν τοῦτο . Γραῶν ὕθλοι : ἐπὶ τῶν μάτην ληρούντων . Γηράσκω αἰεὶ | ||
βακχεύει : ἐπὶ τῶν παρ ' ὥραν τι διαπραττομένων . Γραῶν ὕθλοι : ἐπὶ τῶν μάτην ληρούντων . Γραῦς ἀνακροτήσασα |
ἢ Τρίηρον ἄκρον . . . . . μγ ∠ ʹγιβ λα γʹ Κεφαλαὶ ἄκρον . . . . . | ||
. . . . . . ογ γʹ κθ ∠ ʹγιβ Δούμεθα ἢ Δουμαίθα . . . . . οε |
γίνεται . ἢ παρὰ τὸ ἀρῶ , τὸ ἀροτριῶ , ἀρός καὶ ἀγρός . . . . , . ἀγρώσσω | ||
γίνεται . ἢ παρὰ τὸ ἀρῶ , τὸ ἀροτριῶ , ἀρός καὶ ἀγρός . . . . , . ἀγρώσσω |
τύχης καλῶς πεσόντος καὶ τοῦ δαίμονος καὶ τῆς βάσεως ἡ περιποίησις κακωθῇ , ἐν προβάσει τῆς ἡλικίας μειοῦσι τὰς ὑπάρξεις | ||
ἐκώλυσε Κύριος τοῦ ἀναβῆναι ὕδωρ ἐν αὐτοῖς , ἵνα γένηται περιποίησις τοῦ Ἰωσήφ . Καὶ ἐποίησε Κύριος οὕτως , ἕως |
οἰκῶν τῶν ἀγρῶν . ἀλλ ' εἰπέ μοι τὸ πρᾶγμα τοὐξημβλωμένον . ἀλλ ' οὐ θέμις πλὴν τοῖς μαθηταῖσιν λέγειν | ||
, ὅπερ οὕτως ἔχει τηλοῦ γὰρ οἰκῶν βίοτον ἐξιδρυσάμην . τοὐξημβλωμένον ] τὸ ἀπολωλὸς καὶ διεφθαρμένον . ἀλλ ' οὐ |
τοῦ Αἰόλου νῆσον : “ Αἰολίην δ ' ἐς νῆσον ἀφικόμεθ ' , ἔνθα δ ' ἔναιεν Αἴολος Ἱπποτάδης . | ||
, φίλα εἰδότες ἀλλήλοισιν : ἀλλ ' ὅτε Σούνιον ἱρὸν ἀφικόμεθ ' , ἄκρον Ἀθηνέων , ἔνθα κυβερνήτην Μενελάου Φοῖβος |
οὑν νεκροῖς , γέρον ; ἐμὸς ἐμὸς ὅδε γόνος ὁ πολύπονος , ὃς ἐπὶ δόρυ γιγαντοφόνον ἦλθεν σὺν θεοῖσι Φλεγραῖον | ||
χαλᾷς , αὔδασον , τίς ἔφυς βροτῶν ; τίς ὁ πολύπονος ἄγῃ ; τίν ' ἂν σοῦ πατρίδ ' ἐκπυθοίμαν |
καινὸν κακόν , εἴ γε τῷ πάντα μακαρίῳ ὁ πάντα βαρυδαίμων ἑαυτὸν ἐξομοιοῦν ἐτόλμησεν . ὑπερθεῖτ ' ἂν οὗτος ἥλιον | ||
θνητὸς ὢν ἀγνωμόνει τίς ἀτιμόθεος ] [ καὶ ] [ βαρυδαίμων ] [ ] [ ὃς ] τάδε λεύσσων οὐ |
καλόν : ὅτι χρὴ περὶ τῶν καλῶν πολλάκις λέγειν . Διωλύγιον κακόν : ἐπὶ τῶν μέγα τι καὶ δεινὸν ὑφισταμένων | ||
κύριον , ναύαρχος Ἀθηναίων . Διόφαντος : ὄνομα κύριον . Διωλύγιον : Ἰσαῖος ἐν τῷ πρὸς Στρατοκλέα ” πράγματα διωλύγια |
δοκῶ συνιέναι τὴν αἰτίαν δι ' ἣν εἰς τοσοῦτον θράσος προελήλυθας . εὖ κατὰ ξένου : οἱ γὰρ κατὰ ξένου | ||
. Μένανδρος : τί τοῦτο , παῖ ; διακονικῶς γὰρ προελήλυθας . ναί : πλάττομεν γὰρ πλάσματα τὴν νυκτ ' |
παρὰ τὸ ἀργὸς ἀργής : ἀργῆτι κεραυνῷ . Ἐδωδή . ἔδη , διπλασιασμῷ ἐδηδὴ , καὶ ἐδωδὴ κατὰ τροπὴν τοῦ | ||
ἀκίνητα κινεῖν παροιμία καθ ' ὑπερβολήν , ὅτι μὴ δεῖ ἔδη μηδὲ βωμοὺς κινεῖν ἢ τάφους ἢ ὅρους . ἐμνήσθη |
ἀμφοτέρας ἐφρούρησε θατέρου προσλιπαρήσαντος ἀθύρματι . Ἀθύρματα δὲ ἦν αὐτοῖς ποιμενικὰ καὶ παιδικά . Ἡ μὲν ἀνθερίκους ἀνελομένη ποθὲν ἐξ | ||
' ἀμνίδες : [ Περδίκα Ἀγρίππα ] σίττα , ψίττα ποιμενικὰ καὶ βουκολικὰ ἐπιφθέγματα . ἔλεγον δὲ ταῦτα διώκοντες τὰ |
ἀνιεὶς ὑγρασίαν τινὰ μελιτώδη . τοιοῦτος δ ' ἐστὶν ὁ Γαβαλίτης καὶ ὁ Πισιδιακὸς καὶ Λύκιος : φαῦλος δ ' | ||
Μεγαρεύς . Πολύβιος δ ' Αἰγοσθενίτην φησίν , ὡς Γάβαλα Γαβαλίτης . Ἀρκάδιος δ ' Αἰγοσθένειαν αὐτήν φησι καὶ Φωκίδος |
ἀλλήλοισι : κατ ' ἀλλήλων . νόημα : μηχάνημα . Πυκνόν : συνετόν . ἔην : ἐστίν . μῆτις : | ||
: γεμίζει , γεμίζεται , πληροῦται , τῶν ἰχθύων . Πυκνόν : συχνὸν , πολὺ , πυκνῶς . πυκνῶς : |
ιϚʹ . ἡμέτερον + βᾶτ ' ἐν δόμωι : ἡ ὠιδὴ καὶ στροφὴ αὕτη ἡ ἐν ἐκθέσει τοῦ δράματος κώλων | ||
. Κύκλωπος ἔσω βλεφάρων ὤσας λαμπρὰν ὄψιν διακναίσει ; [ ὠιδὴ ἔνδοθεν . ] σίγα σίγα . καὶ δὴ μεθύων |
ἂν πράγματος μὴ τὸ δυνατὸν ἡγῆται , τό γε λοιπὸν ὕθλοι καὶ σκιαί . νὴ Δί ' αἰσχρὸν γὰρ φυγεῖν | ||
: ἐπὶ τῶν παρ ' ὥραν τι διαπραττομένων . Γραῶν ὕθλοι : ἐπὶ τῶν μάτην ληρούντων . Γραῦς ἀνακροτήσασα πολὺν |
τῶν γνωρίμων καὶ ἐν Ἐρετρίᾳ παρ ' Ἀμφικρίτῳ . “ Ἐτελεύτησε δέ , ὥς φησιν Ἕρμιππος , ἄκρατον ἐμφορηθεὶς πολὺν | ||
μάχην ἐν τοῖς ἐπιλέκτοις , εἶτ ' ἐστεφανώθη μαχόμενος . Ἐτελεύτησε δ ' Αἰσχίνης ἀναιρεθεὶς ὑπὸ Ἀντιπάτρου καταλυθείσης τῆς πολιτείας |
οἱ μὲν Κιρραῖοι κατεφρόνουν πλεῖστον ἀπέχοντες θαλάττης . ἡ δὲ Κίρρα γῆς ἱερᾶς ἔψαυε καθηκούσης ἐπὶ θάλατταν . ὁ Κλεισθένης | ||
ʹʹδʹʹ Χαλεός μθʹ ∠ ʹʹγʹ ιβʹʹ λζʹ ∠ ʹʹγʹʹ Φωκίδος Κίρρα νʹ λζʹ ∠ ʹʹ Κρῖσα νʹ δʹʹ λζʹ ∠ |
οὐ μόνον ἀνόνητον , ἀλλὰ καὶ ζημίας καταστήσει μοι πρόφασιν πενομένης με γυναικὸς ποιῶν κηδεστὴν τοῖς ἡμετέροις εἰς ἀποτροφὴν κεχρημένης | ||
μόνον βραχεῖαν εὐφροσύνην αἱρεῖται ; νόμιζε δὴ τοὺς ἐκ τῆς πενομένης σοι παῖδας ὁρᾶν ἀπορίᾳ σιτίων δακρύοντας νῦν μὲν εἰς |